A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2014

Ὁμιλία περί τῆς φοβεράς Κρίσεως (Ἁγίου Λουκά Ἀρχιεπισκόπου Κριμαίας)




Τρεις μήνες συνεχίζεται τώρα στη Νυρεμβέργη η φοβερά δίκη στην οποία δικάζονται οι εγκληματίες που δεν έχει ξαναδεί ο κόσμος, δίκη φοβερά γι’ αυτούς, διότι ξέρουν ότι τους περιμένει η καταδίκη σε θάνατο. Την έσχατη ποινή γι’ αυτούς απαιτεί η συνείδηση όλων των λαών, όλης της ανθρωπότητος, διότι ο κόσμος έχει συνταραχθεί από τα αποτρόπαια εγκλήματά τους! Ποτέ πριν δεν ήταν τόσο συνταραγμένος από αυτά τα εγκλήματα, που δεν μπορεί να περιγράψει ο ανθρώπινος λόγος. Έχουν αφανιστεί δεκάδες εκατομμύρια αμάχου πληθυσμού – δεν αναφέρω αυτούς που σκοτώθηκαν στο μέτωπο – . Μόνο στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως Οσβέντσιμ έχουν σκοτωθεί 5.121.000 άνθρωποι. Όλος ο κόσμος είναι γεμάτος αγανάκτηση και περιμένει την ώρα όταν το δικαστήριο θα βγάλει την απόφασή του γι’ αυτούς τους εγκληματίες…. Η συνείδηση των ανθρώπων απαιτεί γι’ αυτούς καταδίκη σε θάνατο, η συνείδηση των ανθρώπων απαιτεί αυτά τα φοβερά εγκλήματα να μην μείνουν ατιμώρητα.

Και τί να πούμε για την δικαιοσύνη του Θεού; Πώς ο Κύριος αντέχει αυτό το κακό; Κι αν είναι τόσο τρομερό και μεγάλο αυτό το κακό, είναι όμως, μόνο μία σταγόνα στον ωκεανό της κακίας που βλέπει ο οφθαλμός του Θεού και γνωρίζει ο πάνσοφος νους του Κυρίου, διότι αμέτρητα ποτάμια κακίας πνίγουν το ανθρώπινο γένος από την αρχή μέχρι σήμερα. Από τότε που δημιουργήθηκε ο κόσμος, μπροστά στα μάτια του Θεού γίνονταν αμέτρητα εγκλήματα, λέγονταν βλασφημίες και άσεμνοι λόγοι. Συνέχεια η ανθρώπινη αρετή, σ’ αυτό τον κόσμο τον άπιστο και αμαρτωλό, κατεπατείτο και διώκετο.

Γνωρίζετε πόσο συχνά οι εγκληματίες θριάμβευαν και ευδαιμονούσαν, την στιγμή που οι καλοί και καθαροί άνθρωποι καταστρέφονταν. Και πάντα, σε κάθε εποχή, η συνείδηση των ανθρώπων ταραζόταν μ’ αυτό το γεγονός, και παντού οι άνθρωποι αναρωτιόταν: «Έως πότε, Κύριε; Πότε θα θριαμβεύσει η δικαιοσύνη;» Γιατί η καρδιά του ανθρώπου δεν αντέχει την αδικία, δεν αντέχει να μένει το κακό ατιμώρητο και να μην τιμάται η αρετή. Είναι δυνατόν όλα στον κόσμο να είναι τόσο παράλογα, τόσο ανυπόφορα άδικα, να θριαμβεύει η κακία σ’ αυτόν μέχρι το τέλος; Αυτό είναι αδύνατον και δεν θα γίνει ποτέ, διότι πάνω από τον κόσμο υπάρχει ο Δίκαιος Θεός, ο οποίος πολύ καλύτερα από μας γνωρίζει πόση κακία υπάρχει στην καρδιά των ανθρώπων. Ο Θεός, όμως, είναι μακρόθυμος. Ο Θεός μακροθυμεί και υπομένει την ασέβεια των ανθρώπων χιλιάδες χρόνια τώρα. Υπομένει διότι περιμένει μέχρι να ωριμάσουν σ’ έναν κόσμο γεμάτο ασέβεια και κακία οι πολύτιμοι καρποί ευλάβειας και καλοσύνης. Γιατί μόνο για χάρη αυτών των καρπών δημιούργησε η αγάπη του Θεού όλο τον κόσμο, για να λάμψει στην καρδιά των εκλεκτών και καθαρών το φως του Χριστού, να λάμψει η αγάπη του Χριστού, να φανερωθεί η δικαιοσύνη του Χριστού.
Γνωρίζετε ότι, όπως υπάρχουν οι κακούργοι, υπάρχει και αμέτρητο πλήθος καλών και καθαρών ανθρώπων, μια μεγάλη στρατιά των Αγίων του Θεού. Αξίζει να υπάρχει ο κόσμος, για να λάμψουν ανάμεσα στους σκοτεινούς ανθρώπους εκατοντάδες χιλιάδες, δεκάδες εκατομμύρια υιών του Θεού, υιών της χάριτος. Γι’ αυτό υπομένει ο Κύριος. Περιμένει να ωριμάσουν τα στάχυα στο χωράφι του Χριστού. Όταν, όμως, έλθει αυτή η στιγμή, όταν τα στάχυα θα ωριμάσουν, τότε θ’ αρχίσει ο θερισμός. Τότε θα στείλει ο Κύριος τους αγγέλους του να μαζέψουν τα στάχυα, και τα ζιζάνια να τα πετάξουν στο πυρ το αιώνιο. Τότε θα έλθει η ώρα της Φοβεράς Κρίσεως του Θεού, δίκης πολύ πιο φοβερής από αυτή που πραγματοποιείται τώρα από ανθρώπους στη Νυρεμβέργη.

Η κρίση αυτή θα ξεχωρίζει και για τον αριθμό των υπόδικων, διότι με τον ήχο της σάλπιγγας του Αρχαγγέλου, με τον οποίο θα προηγηθεί η Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, θα αναστηθούν όλοι οι νεκροί και θα παρουσιαστούν στην Φοβερά Κρίση του Θεού, κρίση αναπόφευκτη, κρίση για την οποία άκουσε ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, ο οποίος έλαβε Αποκάλυψη για όσα θα συμβούν στο τέλος του κόσμου. Είδε στο θρόνο του Θεού τους μάρτυρες, οι οποίοι μαρτύρησαν για το όνομα του Χριστού. Αυτοί έκραζαν προς τον Θεό: «έως πότε, ο δεσπότης… ου κρίνεις και εκδικείς το αίμα ημών;» (Απ. 6, 10).

Τώρα, δεκάδες εκατομμύρια άνθρωποι που έχουν σκοτωθεί απ’ αυτούς τους εγκληματίες, μωρά που αυτοί τα πετούσαν ζωντανά στους φούρνους, άνθρωποι που σκοτώθηκαν στους θαλάμους αερίων, γυναίκες, γέροι και παιδιά που τουφεκίστηκαν, όλοι αυτοί κράζουν προς τον Θεό: «Έως πότε, Κύριε, δεν εκδικείς το αίμα μας, έως πότε υπομένεις;» η φοβερά αυτή φωνή των ανθρώπων τόσο δυνατά κράζει προς τον Θεό, ώστε, όπως φαίνεται, πλησίασε η ώρα της Φοβεράς Κρίσεως.

Ο Κύριος έλεγε στους μαθητές του, ότι κανείς δεν γνωρίζει πότε θα έλθει το τέλος του κόσμου, το γνωρίζει μόνο ο Πατέρας. Ταυτόχρονα, όμως, ο Κύριος έδειξε τα σημεία που θα μαρτυρούν ότι η Φοβερά Κρίση πλησιάζει. Έλεγε ότι: «εγερθήσεται γαρ έθνος επί έθνος… και έσονται λιμοί και λοιμοί και σεισμοί κατά τόπους∙ πάντα δε ταύτα αρχή ωδίνων» (Μτ. 24, 78). Έλεγε ότι «έσται γαρ τότε θλίψις μεγάλη, οία ου γέγονεν απ’ αρχής κόσμου» (Μτ. 24, 21)…. «Και ει μη εκολοβώθησαν αι ημέραι εκείναι, ουκ αν εσώθη πάσα σαρξ∙ δια δε τους εκλεκτούς κολοβωθήσονται αι ημέραι εκείναι» (Μτ. 24, 22). Τότε, εκείνη την φοβερά ημέρα της Κρίσεως, την φοβερά ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού, του Κριτού όλου του κόσμου «ο ήλιος σκοτισθήσεται και η σελήνη ου δώσει το φέγγος αυτής, και οι αστέρες πεσούνται από του ουρανού, και αι δυνάμεις των ουρανών σαλευθήσονται. Και τότε φανήσεται το σημείον του Υιού του ανθρώπου εν τω ουρανώ, και τότε κόψονται πάσαι αι φυλαί της γης και όψονται τον Υιόν του ανθρώπου ερχόμενον επί των νεφελών του ουρανού, μετά δυνάμεως και δόξης πολλής, και αποστελεί τους αγγέλους αυτού μετά σάλπιγγος και φωνής μεγάλης, και επισυνάξουσι τους εκλεκτούς αυτού εκ των τεσσάρων ανέμων απ’ άκρων ουρανών έως άκρων αυτών. Από δε της συκής μάθετε την παραβολήν: όταν ήδη ο κλάδος αυτής γένηται απαλός και τα φύλλα εκφύη, γινώσκετε ότι εγγύς το θέρος» (Μτ. 24, 2932).

Απ’ αυτό το λόγο του Χριστού, απ’ αυτή την προειδοποίησή του για όσα θα προηγηθούν της Φοβεράς Κρίσεως, μπορούμε να συμπεράνουμε με κάποια πιθανότητα, ότι ο καιρός αυτός δεν είναι μακριά. Ίσως αναγκαστεί η ανθρωπότητα να ζήσει και έναν τρίτο παγκόσμιο πόλεμο, ο οποίος, πιθανώς, θα είναι τελευταίος και ο πιο φοβερός από όλους τους προηγούμενους πολέμους!

Περιμέναμε όλοι μας με λαχτάρα ότι μετά την νίκη επί των εγκληματιών φασιστών, θα υπάρξει απόλυτη ειρήνη και συμφωνία μεταξύ εκείνων των λαών, οι οποίοι με δικές τους συνδυασμένες προσπάθειες απέτρεψαν την φοβερή δουλεία, την οποία προετοίμαζε για όλο τον κόσμο η θηριωδία των φασιστών. Έτσι περιμέναμε. Αλλά όσο περνάει ο χρόνος, τόσο περισσότερο βεβαιωνόμαστε ότι η ειρήνη και η συμφωνία δεν υπάρχει, διότι σε διάφορες χώρες όλο και πιο συχνά ανάβει η έχθρα εναντίον του δικού μας λαού. Τον ορίζοντα σκεπάζουν τρομερά μαύρα σύννεφα και το φάντασμα της ατομικής βόμβας απειλεί όλο τον κόσμο.

Ο Κύριος Ιησούς Χριστός έλεγε: «πλην ο Υιός του ανθρώπου ελθών, άρα ευρήσει την πίστιν επί της γης;»(Λκ. 18,8). Γνωρίζετε πόσο σήμερα σε όλες τις χώρες και σε όλους τους λαούς δυναμώθηκε και μεγάλωσε η απιστία. Λίγοι μένουν αυτοί τους οποίους ο Κύριος αποκαλεί το δικό του μικρό ποίμνιο. Φοβερός είναι ο καιρός στον οποίον ζούμε, φοβερή είναι η ημέρα της μελλούσης Κρίσεως, για την οποία ακούσατε στο σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα. Δεν θα το επαναλάβω, έχετε ήδη αφομοιώσει καλά τα βασικότερα. Ακούσατε γιατί θα καταδικαστούν οι αμαρτωλοί, τους οποίους και ο Κύριος ακόμα τους ονομάζει καταραμένους. Και ακούσατε γιατί θα λάμψουν στην Βασιλεία του Επουρανίου Πατρός οι δίκαιοι. Γιατί; Μόνο για την αγάπη, για τα έργα ελεημοσύνης, διότι αγάπη είναι η ουσία του νόμου του Χριστού. Αυτοί που η καρδιά τους είναι γεμάτη αγάπη, αυτοί που η αγάπη τους φανερώνεται με τα έργα ελεημοσύνης για τον πλησίον, αυτοί έχουν δεχθεί μέσα τους το φως του Ευαγγελίου. Γι’ αυτούς ετοιμάστηκε η Βασιλεία των Ουρανών. Αυτοί θα ακούσουν από τον Κύριο στην Φοβερά Κρίση: «Δεύτε οι ευλογημένοι του πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην υμίν βασιλείαν από καταβολής κόσμου» (Μτ. 25, 34).

Και θα εισέλθουν αυτοί στη Νέα Ιερουσαλήμ, εκείνη την Ιερουσαλήμ που είδε ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος να κατεβαίνει από τον ουρανό, και θα εισέλθουν αυτοί στην αιώνια ζωή και μακαριότητα. Και αυτοί που ο Κύριος τους ονομάζει καταραμένους, θα πάνε στην αιώνια φωτιά που έχει ετοιμαστεί για τον διάβολο και τους υπηρέτες του.

Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που δεν δέχονται την Φοβερά Κρίση. Λένε: είναι δίκαιο ο άνθρωπος που έκανε αμαρτίες σ’ αυτόν τον σύντομο χρόνο της ζωής του, μετά, αιωνίως να βασανίζεται; Αυτή την ερώτηση την θέτουν όλοι όσοι δεν δέχονται το Ευαγγέλιο του Χριστού. Τί θα απαντήσουμε σ’ αυτό; Θα πούμε ότι ίσως υπάρχει κάποιο μέρος της αλήθειας σ’ αυτή την σκέψη τους; Ασφαλώς όχι.

Για ποιόν προορίζεται η αιώνια ζωή; Για το πνεύμα του ανθρώπου, για εκείνο το πνεύμα που δόθηκε στον άνθρωπο από τον ίδιο τον Θεό, όταν δημιούργησε τον Αδάμ. Τότε ο Θεός φύσηξε στο σώμα του την ζωντανή ψυχή. Όλοι μας είμαστε φορείς του πνεύματος αυτού. Ακριβώς αυτό το πνεύμα μας κάνει να διαφέρουμε από τα άλογα ζώα, τα οποία δεν έχουν τα ανώτερα χαρίσματα του Θείου Πνεύματος. Τί γίνεται λοιπόν κατά την διάρκεια της ζωής του ανθρώπου; Τελείται ακατάπαυστα, καθημερινά η διαμόρφωση του πνεύματός μας. Όλα τα έργα μας, τα αισθήματα, τα λόγια και οι σκέψεις μας αφήνουν ανεξίτηλη σφραγίδα στο πνεύμα μας και αφομοιώνονται απ’ αυτό. Το πνεύμα μας μεγαλώνει, αλλάζει και διαμορφώνεται κατά την διάρκεια της ζωής μας, επηρεαζόμενο από τις πράξεις, τα αισθήματα και τις σκέψεις μας. Μέσα στο ανθρώπινο πνεύμα τελείται κάτι που μοιάζει πολύ με ό, τι γίνεται στο σταφύλι, το οποίο κάτω από τις ζωοποιές ακτίνες του ηλίου και με την πρωινή δροσιά, ωριμάζει και όλο και περισσότερο αφομοιώνει την ζωοποιό δύναμη, που ο Θεός χαρίζει σε όλα τα ζωντανά πλάσματα, και λάμπει με την ομορφιά του. Η ζωή του δόθηκε για να ωριμάζει και να δέχεται τα δώρα που του δίνει ο ήλιος και η φύση. Και όταν ωριμάσει, επέρχεται ο θάνατός του. Το κόβουν και το ρίχνουν μέσα σε καζάνια, το πατάνε, και το σταφύλι βγάζει το αίμα του, τον χυμό του, το οποίο μετά γίνεται κρασί. Αν το σταφύλι ήταν ωραίο, αν ήταν γεμάτο με τα πολυτιμότερα απ’ ό, τι μπορεί να μαζέψει, τότε στο κρασί που θα γίνει απ’ αυτό το σταφύλι, συνεχίζεται η ζωή του. Οι φλούδες σαπίζουν όπως σαπίζει το σώμα μας, και το κρασί διατηρείται στα βαρέλια για πάρα πολλά χρόνια. Και όσο περισσότερα χρόνια περνάνε, τόσο πολυτιμότερο γίνεται το κρασί. Αυτή λοιπόν η ζωή του σταφυλιού, μοιάζει με την δική μας γήινη ζωή, και η ζωή του κρασιού, μοιάζει με την αιώνια και αθάνατη ζωή του δικού μας πνεύματος, όταν αυτό ελευθερώνεται από τα δεσμά που έχει με το σώμα, το οποίο μετά το θάνατο αποσυντίθεται, όπως οι φλούδες του σταφυλιού.
Γνωρίζετε ότι υπάρχουν κάποια είδη του σταφυλιού που δεν είναι καλά. Υπάρχει δηλαδή σταφύλι ξινό που ο χυμός του δεν δίνει καλό κρασί. Το κρασί γίνεται ξινό, και με το πέρασμα του χρόνου όλο και πιο άσχημο.

Το ίδιο και στους ανθρώπους. Υπάρχουν άνθρωποι που το πνεύμα τους, κατά τη διάρκεια της ζωής τους, τελειοποιείται αδιάλειπτα προς το καλό και αληθινό. Τα καλά έργα αφήνουν ανεξίτηλη σφραγίδα πάνω στο ανθρώπινο πνεύμα, οπότε και το πνεύμα γίνεται όλο και πιο τέλειο, καθαρό και άγιο. Είναι το πνεύμα των δικαίων, αυτών για τους οποίους ετοιμάστηκε η Βασιλεία των Ουρανών. Υπάρχουν, όμως, άνθρωποι που η ζωή τους είναι γεμάτη εγκλήματα και απαίσιες αμαρτίες. Το πνεύμα τους καθημερινά φαρμακώνεται μ’ αυτό το δηλητήριο. Και έτσι χωρίς τέλος ωριμάζει το πνεύμα αυτών των ανθρώπων προς το κακό.

Το πνεύμα μας, όμως, είναι αθάνατο. Το πνεύμα μας θα ζήσει αιώνια και συνεπώς, η κατεύθυνση που του δίνουμε σ’ αυτή την ζωή, είτε προς το καλό είτε προς το κακό, θα είναι μετά η σταθερή του κατεύθυνση. Το πνεύμα των δικαίων ανθρώπων, που αγάπησαν τον Χριστό, που αγάπησαν το αληθινό καλό, θα τελειοποιείται ασταμάτητα, πλησιάζοντας την τελειότητα του Θεού στην συνεχή κοινωνία μαζί Του στην χώρα του παραδείσου. Ενώ το πνεύμα των αμαρτωλών, που κατά τη διάρκεια της ζωής τους βυθιζόταν όλο και περισσότερο στο κακό, είναι καταδικασμένο να συνεχίζει και στην αιωνιότητα αυτή την εξέλιξη του προς το κακό, είναι καταδικασμένο να έχει συνεχή κοινωνία με τον ίδιο τον σατανά, και στην άπειρη κακία του θα τον πλησιάζει όλο και περισσότερο. Αυτό θα είναι το αιώνιο βάσανο των αμαρτωλών. Θα αισθάνονται δηλαδή πως ο Θεός τους έχει αφήσει, πως είναι καταραμένοι, θα πνίγονται μέσα στην κακία και το μίσος τους κατά του Θεού και του αγαθού.

Μήπως ο Θεός «φταίει» γι’ αυτό; Μήπως Αυτός τους έχει καταδικάσει στην αιώνιο βάσανο; Αυτοί οι ίδιοι έχουν δυστυχώς καταδικάσει τον εαυτό τους, μόνοι τους διάλεξαν την οδό του κακού. Αυτός τους αφήνει ελεύθερους να ακολουθούν για πάντα αυτή την οδό.

(ΑΓΙΟΥ ΛΟΥΚΑ, ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΡΙΜΑΙΑΣ, ΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΟΜΙΛΙΕΣ, ΤΟΜΟΣ Γ’, Σελ. 309 – 318., ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ», Η/Υ επιμέλεια: Μοναχής Θεοδοσίας, Κωνσταντίνας Κυριακούλη, Ιωάννου Τρίτου)


Πηγή: www.alopsis.gr





Δείτε σχετικά:

Ὁμιλία εἰς τήν Κυριακή τῆς Ἀπόκρεω ( Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ )






Σχετική εικόνα
1. Την περασμένη Κυριακή η Εκκλησία εμνημόνευε την απερίγραπτη φιλανθρωπία του Θεού προς εμάς που παρουσιάζεται με την παραβολή του σεσωσμένου ασώτου. Την σημερινή Κυριακή διδάσκει περί της μελλούσης φρικωδεστάτης κρίσεως του Θεού, χρησιμοποιώντας μια καλή τάξι και ακολουθώντας τις προφητικές φωνές· διότι, λέγει, «θα σου ψάλω, Κύριε, έλεος και κρίσι», και «μια φορά ελάλησε ο Θεός και άκουσα τα δυο αυτά, ότι το κράτος είναι του Θεού και ιδικό σου, Κύριε, το έλεος, διότι εσύ θ' αποδώσης στον καθένα κατά τα έργα του».

2. Το έλεος λοιπόν και η μακροθυμία προηγείται της θείας κρίσεως. Πραγματικά ο Θεός, έχοντας και περιέχοντας κατ' εξοχήν όλες τις αρετές, και όντας συγχρόνως δίκαιος και ελεήμων, επειδή το έλεος δεν συμβαδίζει με την κρίσι, σύμφωνα με το γραμμένο, «να μη ευσπλαγχνισθής πτωχό κατά την κρίσι», ευλόγως ο Θεός κατένειμε το καθένα στον καιρό του· τον παρόντα καιρό τον ώρισε για την μακροθυμία, τον μέλλοντα για την ανταπόδοσι. Γι' αυτό τα τελούμενα στην Εκκλησία η θεία χάρις διέθεσε κατά τέτοιον τρόπο, ώστε εμείς αντιλαμβανόμενοι τούτο, ότι την συγγνώμη για τα αμαρτήματα λαμβάνομε από τα εδώ συμβαίνοντα, να σπεύσωμε, όσο ζούμε ακόμη στον παρόντα βίο, να επιτύχουμε το αιώνιο έλεος και να καταστήσωμε τους εαυτούς μας αξίους της θείας φιλανθρωπίας. Διότι εκείνη η κρίσις, η τελευταία, είναι ανηλέητος γι' αυτόν που δεν έδειξε έλεος. 

3. Περί της απερίγραπτης λοιπόν για μας ευσπλαγχνίας του Θεού ομιλήσαμε μόλις προ ολίγου. Σήμερα δε θα ομιλήσωμε περί της δευτέρας παρουσίας του Χριστού, καθώς και περί της φρικωδεστάτης κρίσεως και περί όσων θα συμβούν κατ' αυτήν απορρήτως- πράγματα που οφθαλμός δεν είδε και ους δεν ήκουσε και που δεν ανέβηκαν στη σκέψι ανθρώπου, αν είναι αμέτοχη θείου Πνεύματος, που υπερβαίνουν όχι μόνο την ανθρώπινη αίσθησι, αλλά και τον ανθρώπινο νου και λόγο. Διότι, αν και αυτός που μας διδάσκει για όλα τούτα είναι αυτός που γνωρίζει τα πάντα και πρόκειται να κρίνη όλη τη γη, αλλά συγκαταβαίνει προς την δυναμικότητα των διδασκομένων, προσφέροντας τους λόγους συμμέτρους προς αυτήν. Γι' αυτό εισάγονται αστραπή και νεφέλες, σάλπιγξ και θρόνος και τα όμοια με αυτά, αν και σύμφωνα με την επαγγελία του περιμένομε καινούς ουρανούς και καινή γη, αφού τα παρόντα αλλοιωθούν. 

4. Αν δε αυτά και μόνο λεγόμενα, μάλιστα δε λεγόμενα συγκαταβατικώς, γεμίζουν την ψυχή των συνετών ακροατών με φρίκη και δέος, ποιός θα βαστάση τότε που θα τελούνται τα ίδια τα πράγματα; Πόσο άξιοι πρέπει να είμαστε στα άγια σπουδάσματα και στην ευσέβεια, όταν προσδοκούμε την παρουσία της ημέρας του Θεού, για την οποία, όπως λέγει ο θείος Πέτρος, «οι μεν ουρανοί πυρακτωμένοι θα διαλυθούν, τα δε στοιχεία καιόμενα θα λειώσουν, ενώ η γη και τα κτίσματα που υπάρχουν σ' αυτήν θα κατακαούν;». Πριν δε από αυτά θα πραγματοποιηθή η σκληρή παρουσία και επήρεια του Αντιχρίστου κατά της πίστεως, η οποία, αν δεν εκολοβωνόταν επιτραπείσα για λίγον χρόνο, δεν θα εσωζόταν κανένας άνθρωπος, όπως λέγει ο Κύριος στα ευαγγέλια. Γι' αυτό παραγέλλει στους μαθητάς του «αγρυπνείτε λοιπόν παρακαλώντας όλον τον καιρό, για να καταξιωθήτε ν' αποφύγετε όλα όσα πρόκειται να συμβούν και να σταθήτε εμπρός στον Υιό του ανθρώπου». 

5. Βέβαια όλα εκείνα είναι γεμάτα υπερβολική φρίκη, αλλά γι' αυτούς που δαπανούν τον βίο τους σε απιστία και αδικία και ραθυμία απειλούνται ακόμη δεινότερα από αυτά, καθώς λέγει ο ίδιος ο Κύριος· «τότε θα κλαύσουν όλες οι φυλές της γης». Φυλές δε της γης είναι αυτοί που δεν επειθάρχησαν στον ελθόντα από τον ουρανό, που δεν αναγνωρίζουν και δεν επικαλούνται τον ουράνιο Πατέρα ούτε ανεβάζουν προς αυτόν το γένος δια της ομοιότητος των έργων. Λέγει πάλι ότι «η ημέρα εκείνη θα επέλθει σαν παγίδα σε όλους όσοι κάθονταν επάνω στο πρόσωπο της γης, δηλαδή σ' εκείνους που με την κραιπάλη και μέθη, με τις τρυφές και τις βιωτικές μέριμνες είναι προσηλωμένοι στη γη και στα γήινα και έχουν προσκολληθή ολοσχερώς στα φαινόμενα κατά την αίσθησι λαμπρά, στον πλούτο, στη δόξα και στην ηδονή. Πραγματικά με την λέξι «πρόσωπο» της γης αινίχθηκε τον φαινομενικώς χαρωπό χαρακτήρα της, ενώ με την λέξι «κάθονται» υπονοεί την επίμονη και ενδόμυχη προσήλωση. Με τους λόγους δε αυτούς συνάπτει προς τους ασεβείς αυτούς που αμάρτησαν αμετανοήτως έως το τέλος, όπως προείπε και ο Ησαΐας, ότι «θα πάρουν φωτιά οι άνομοι και οι αμαρτωλοί συγχρόνως, και δεν θα υπάρξει κανείς να την σβήση». «Η ιδική μας όμως πολιτεία ευρίσκεται στους ουρανούς, από τους οποίους και αναμένομε τον Σωτήρα», λέγει ο απόστολος· και «εσείς δεν είσθε από αυτόν τον κόσμο», έλεγε προς τους μαθητάς του ο Κύριος, προς τους οποίους πάλι λέγει ότι, «όταν θα τελούνται όλα αυτά, ν' ανασηκωθήτε και να υψώσετε τα κεφάλια σας, διότι προσεγγίζει η απολύτρωσίς σας». 

6. Βλέπετε ότι οι ζώντες κατά τον Χριστό γεμίζουν ανέκφραστη χαρά και παρρησία για τα συμβαίνοντα ευθύς έπειτα από εκείνα, ενώ οι ζώντες κατά την σάρκα είναι γεμάτοι αισχύνη και οδύνη και κατήφεια; Καθώς φωνάζει και ο Παύλος λέγοντας, «ο Θεός θ' αποδώσει στον καθένα κατά τα έργα του, σ' εκείνους δηλαδή που επιζητούν με έργο αγαθό κατά υπομονή δόξα και τιμή και αφθαρσία θα αποδώσει ζωή αιώνια, ενώ για τους απειθούντας στην αλήθεια, πειθομένους δε στην αδικία θα υπάρξει θυμός και οργή, θα υπάρξει θλίψις και στενοχώρια σε κάθε άνθρωπο που κατεργάζεται το κακό». Πραγματικά παλαιά επί του Νώε, όταν αυξήθηκε η αμαρτία και επικράτησε σε όλο σχεδόν το ανθρώπινο γένος, ήλθε από τον Θεό κατακλυσμός, που κατέστρεψε κάθε πνοή, ενώ μόνο ο δίκαιος αυτός με την οικογένειά του διαφυλάχθηκε για χάρη της γενέσεως ενός δευτέρου κόσμου. Πάλι δε έπειτα από αυτόν ο Θεός την αυξηθείσα κακία περιέκοπτε μερικώς, όπως επί παραδείγματι όταν αποτέφρωσε με πυρ τους Σοδομίτες, κατεπόντισε στη θάλασσα τους Φαραωνίτες, το δε πάντολμο γένος των Ιουδαίων απεδεκάτισε με πείνα και στάση, με νόσους και πικρές ποινές. 

7. Ο κοινός όμως ιατρός, που εχρησιμοποίησε χάριν του γένους μας τα αυστηρά φάρμακα και ιατρεύματα, δεν παρέλειψε εκείνα που είναι ευάρεστα και ωφελούν μ' ευχαρίστηση, αλλά ανύψωσε πατέρες, ανέδειξε προφήτες, ετέλεσε σημεία, έδωσε τον μωσαϊκό νόμο, έστειλε αγγέλους. Επειδή δε και αυτά ήσαν ανίσχυρα για την ασυγκράτητη ορμή της κακίας μας, κατήλθε στη γη κλίνοντας προς τα κάτω τους ουρανούς ο ίδιος ο Λόγος του Θεού, το μεγάλο ιατρικό που καταπαύει τις βαρείες αμαρτίες· και αφού έγινε για μας τα πάντα, πλην της αμαρτίας, κατήργησε την αμαρτία στον εαυτό του· έπειτα ενίσχυσε κι' εμάς, ώστε να αμβλύνη το κεντρί εκείνης, και επαραδειγμάτισε στον σταυρό τους αρχηγούς και συνεργούς αυτής καταργώντας δια του θανάτου τον έχοντα την εξουσία του θανάτου. 

8.  Και, αφού όπως στην εποχή του Νώε κατέκλυσε με ύδωρ τους αμαρτωλούς, έτσι ύστερα κατέκλυσε την αμαρτία δια της δικαιοσύνης και χάριτός του, ανέστησε τον εαυτό του αθάνατο, σαν σπέρμα και απαρχή του αιωνίου κόσμου, σαν παράδειγμα και παράσταση τής με βεβαιότητα ελπιζομένης από εμάς αναστάσεως. Αφού δε ανέστη και αναλήφθηκε στους ουρανούς, εξαπέστειλε σε όλη την οικουμένη αποστόλους, προέβαλε μέγα στίφος μαρτύρων, προέστησε πλήθος διδασκάλων, ανέδειξε συνάξεις οσίων. Επειδή δε, ενώ έκαμε τα πάντα, χωρίς να παραλείψει τίποτε από τα απαραίτητα, είδε πάλι την κακία λόγω του αυτεξουσίου της προαιρέσεώς μας να κορυφώνεται τόσο πολύ, ή μάλλον τότε θα την ιδεί να ανυψώνεται, ώστε τότε πλέον οι άνθρωποι να προσκυνήσουν και να υπακούσουν στον Αντίχριστο, εγκαταλείποντας τον αληθινό Θεό και τον αληθινό Χριστό του· γι' αυτό θα κατέλθη πάλι από τους ουρανούς με πολλή δύναμι και δόξα, όχι για να μακροθυμήσει, αλλά για να τιμωρήσει εκείνους που δια των πονηρών έργων εθησαύρισαν στους εαυτούς των την οργή κατά τον καιρό της μακροθυμίας του· και τους μεν αθεράπευτους θ' αποκόψει από τους υγιείς ως σάπια μέλη και θα τους παραδώση στο πυρ, τους δε ιδικούς του θ' απαλλάξη από την επήρεια και την συναναστροφή των πονηρών ανθρώπων και θα τους καταστήσει κληρονόμους της βασιλείας των ουρανών. 

9. Ευθύς λοιπόν μετά την βδελυρά παρρησία του Αντιχρίστου θα κλονήσει τα πάντα αυτός που συγκρότησε τα πάντα, κατά το λεχθέν από τον προφήτη, ότι ακόμη μια φορά «εγώ θα σείσω όχι μόνο την γη, αλλά και τον ουρανό». Ευθύς λοιπόν κλονίζει τον κόσμο και λύει το ανώτατο όριο του σύμπαντος, συμπτύσσει το ουράνιο κύτος και αναμιγνύει την γη με πυρ και συγχέει το παν, από κάτω μεν αναμοχλεύοντας τα παγκόσμια θα ελέγαμε θεμέλια, από άνω δε στέλλοντας το πλήθος των άστρων σαν απερίγραπτους κεραυνούς επάνω στα κεφάλια των θεοποιησάντων τον πονηρό, έτσι ώστε δι' αυτών πρώτα να τιμωρηθούν όσοι επίστευσαν στον Αντίχριστο, διότι προσηλώθηκαν με τον νου και επείσθηκαν στον αντίθεο ως θεό. Έπειτα δε, αφού επιφανεί ο ίδιος με άφατη δόξα, δια δυνατής σάλπιγγος, όπως παλαιά δι' εμφυσήματος τον προπάτορα, θα ζωώσει όλους και θα παρουσιάσει ενώπιόν του ζωντανούς όλους τους από τους αιώνας νεκρούς. Και τους μεν ασεβείς δεν θα φέρει σε κρίση ούτε θα τους αξιώσει κανένα λόγο· διότι οι ασεβείς, κατά το γεγραμμένο, δεν θ' αναστηθούν για κρίσι, αλλά για κατάκρισι. 

10. Θα προβάλει δε για την κρίσι όλα τα δικά μας, κατά την αναγινωσκομένη σήμερα φωνή του ευαγγελίου· διότι, λέγει, «όταν έλθη ο Υιός του ανθρώπου στη δόξα του και όλοι οι άγιοι άγγελοι μαζί του». Κατά την πρώτη του παρουσία η δόξα της θεότητός του εκρυπτόταν κάτω από την σάρκα την οποία ανέλαβε από εμάς υπέρ ημών, τώρα κρύπτεται προς τον Πατέρα στον ουρανό μαζί με την ομόθεη σάρκα, τότε δε θα αποκαλύψει όλη τη δόξα· διότι θα φανεί ολόλαμπρος από ανατολή έως τη δύση, περιαυγάζοντας τα πέρατα με ακτίνες θεότητος, ενώ παγκόσμιος και ζωοποιός σάλπιγγα θα ηχεί παντού και συγχρόνως θα συγκαλεί προς αυτόν τα πάντα. Προηγουμένως έφερε μεν και τους αγγέλους μαζί του, αλλά αφανώς, συγκρατώντας τον ζήλο τους κατά των θεομάχων ύστερα όμως θα φθάσει φανερά και δεν θα αποσιωπήσει, αλλά θα ελέγξει και θα παραδώσει τους απειθείς στις ποινές. 

11. «Όταν λοιπόν έλθει ο Υιός του ανθρώπου στη δόξα του και έλθουν όλοι οι άγιοι άγγελοι μαζί του, τότε», λέγει, «θα καθίσει επάνω στον θρόνο δόξας του». Διότι έτσι προείδε και προείπε ο Δανιήλ· «ιδού», λέγει, «ετοποθετήθηκαν θρόνοι και εκάθισε ο Παλαιός των Ημερών και είδα ωσάν τον Υιό του ανθρώπου να έρχεται επάνω στις νεφέλες του ουρανού, και έφθασε έως τον Παλαιό των Ημερών και του εδόθη όλη η τιμή και η εξουσία- χίλιες χιλιάδες ελειτουργούσαν σ' αυτόν και μύριες μυριάδες παραστέκονταν σ' αυτόν». Σε συμφωνία με αυτόν λέγει και το Ιερό ευαγγέλιο, τότε «θα συναχθούν όλα τα έθνη εμπρός του· και θα τους ξεχωρίσει ανάμεσά τους, όπως ο ποιμήν ξεχωρίζει τα πρόβατα από τα γίδια». Πρόβατα καλεί τους δικαίους ως πράους και επιεικείς, που εβάδισαν την ομαλή οδό των αρετών, την πατημένη από αυτόν τον ίδιο, και ως αφομοιωμένους με αυτόν επειδή και αυτός ονομάσθηκε αμνός από τον Πρόδρομο και Βαπτιστή που είπε, «ιδού ο αμνός του Θεού που απαλείφει την αμαρτία του κόσμου». Γίδια δε καλεί τους αμαρτωλούς, ως θρασείς και ατάκτους, και φερομένους προς τους κρημνούς της αμαρτίας. Και λέγει, τους πρώτους θα τοποθετήσει δεξιά του ως εργάτες δεξιών έργων, τους άλλους που δεν είναι εργάτες τέτοιων έργων θα τοποθετήσει στ' αριστερά. «Τότε θα είπη ο Βασιλεύς», λέγει, χωρίς να προσθέσει ποιος ή ποιών βασιλεύς, αφού δεν υπάρχει άλλος εκτός από αυτόν διότι με όλο που και εκεί είναι πολλοί κύριοι και βασιλείς, αλλά ένας είναι πραγματικά Κύριος, ένας βασιλεύς, ο φυσικώς δεσπότης του σύμπαντος. Θα ειπεί λοιπόν τότε στους από τα δεξιά του ο μόνος βασιλεύς· «εμπρός οι ευλογημένοι του Πατρός μου, κληρονομήσατε την ετοιμασμένη για σας από την θεμελίωση του κόσμου βασιλεία». 

12. Πραγματικά προς αυτό απέβλεπε η από την αρχή σύστασις του κόσμου και προς αυτόν τον σκοπό απέβλεπε η επουράνια εκείνη και αρχαιότατη βουλή του Πατρός, κατά την οποία ο άγγελος της μεγάλης βουλής του Πατρός επεξεργάσθηκε τον ανθρωπο ως ζώο όχι μόνο κατ' εικόνα, αλλά και καθ' ομοίωσή του, για να δυνηθεί κάποτε να χωρέσει την μεγαλειότητα της θείας βασιλείας, την μακαριότητα της θείας κληρονομιάς, την τελειότητα της ευλογίας του ανωτάτου Πατρός, για την οποία έγιναν όλα τα ορατά και τα αόρατα. Διότι δεν είπε "του αισθητού κόσμου", αλλά απροσδιορίστως «του κόσμου», τόσο του ουρανίου, όσο και του επιγείου. Όχι δε μόνο αυτός, αλλά και η θεία και απόρρητη κένωσις, η θεανδρική πολιτεία, τα σωτήρια πάθη, όλα τα μυστήρια, γι' αυτόν τον σκοπό ερρυθμίσθηκαν προνοητικώς και πανσόφως, ώστε αυτός που θα φανεί πιστός στα παρόντα ν' ακούσει από τον Σωτήρα· «εύγε, δούλε αγαθέ, αφού εφάνηκες πιστός στα ολίγα, θα σε ορίσω οικονόμο σε πολλά· είσελθε στη χαρά του Κυρίου σου». Έλθετε λοιπόν, λέγει, όσοι εχρησιμοποιήσατε κατά την γνώμη μου τον επίγειο και φθαρτό και πρόσκαιρο κόσμο καλώς, κληρονομήσατε και τον επικείμενο και μόνιμο και επουράνιο κόσμο. Διότι «επείνασα και μου εδώσατε να φάγω, εδίψασα και μ' εποτίσατε, ξένος ήμουν και με περιμαζεύσατε, γυμνός και με ενδύσατε, ασθένησα και με επισκεφθήκατε, ήμουν στις φυλακές και ήλθατε προς εμένα». 

13. Εδώ πρέπει να συζητηθεί για ποιο λόγο εμνημόνευσε μόνο την ελεημοσύνη και γι' αυτήν μόνο έδωσε εκείνη την ευλογία και την κληρονομία· και την βασιλεία. Αλλά δεν εμνημόνευσε μόνο αυτήν για όσους αντιλαμβάνονται τα ακουόμενα. Επειδή δηλαδή προηγουμένως εκάλεσε πρόβατα τους εργάτες της, με αυτόν τον χαρακτηρισμό επιβεβαίωσε τόσο την προς αυτόν ομοίωση και κάθε αρετή τους, όσο και ότι ήσαν έτοιμοι συνεχώς για το θάνατο υπέρ του καλού, όπως βέβαια και αυτός οδηγήθηκε ως πρόβατο για σφαγή και ως αμνός άφωνος εμπρός σ' αυτόν που τον κουρεύει, κατά το γεγραμμένον. 

14. Αφού λοιπόν τέτοιοι είναι και αυτοί, εγκωμιάζει ιδιαιτέρως την φιλανθρωπία· διότι πρέπει και αυτήν, ως δείγμα και καρπό της αγάπης, να την έχει σαν κεφαλή που υπέρκειται όλων των άλλων αρετών αυτός που πρόκειται να κληρονομήσει την αΐδια εκείνη βασιλεία. Αυτό το έδειξε ο Κύριος και με την παραβολή των δέκα παρθένων· διότι δεν εισάγονται στον θείο νυμφώνα όσες τύχουν, αλλά οι στολισμένες με παρθενία, η οποία δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς άσκησι και εγκράτεια, καθώς και χωρίς πολλούς και ποικίλους για την αρετή αγώνες, προσέτι δε αυτές που κρατούν λαμπάδες στα χέρια, δηλαδή τον νου τους και την μέσα σ' αυτόν άγρυπνη γνώση, που επιβαίνει και στηρίζεται στο πρακτικό της ψυχής, το δηλούμενο με τα χέρια, και αφιερώνεται διά βίου στον Θεό και συνάπτεται με τις από αυτόν λάμψεις. Χρειάζεται όμως και άφθονο έλαιο, ώστε να διαρκεί το άναμμά τους. Έλαιο δε είναι η αγάπη, που είναι κορυφή των αρετών. "Όπως λοιπόν, αν θέσεις θεμέλια και οικοδομήσεις επάνω σ' αυτά τους τοίχους, δεν πρόσθεσεις δε την οροφή, τα αφήνεις όλα εκείνα άχρηστα, κατά τον ίδιο τρόπο, αν αποκτήσεις όλες τις αρετές, δεν προσαποκτήσεις δε την αγάπη, όλες εκείνες είναι άχρηστες και ανωφελείς· και η οροφή της οικίας όμως χωρίς τα στοιχεία που την συγκρατούν δεν μπορεί να οικοδομηθεί. 

15. Και ο Κύριος λοιπόν προσφέρει την κληρονομία του σε όσους έχουν σφραγίσει τις άλλες αρετές δια των έργων της αγάπης και ανέβηκαν σ' αυτήν δια του ανεπιλήπτου βίου ή κατέφυγαν προς αυτήν διά μετανοίας. Από αυτούς εγώ τους μεν πρώτους καλώ υιούς, διότι είναι φύλακες μυστικής από τον Θεό αναγεννήσεως, τους δε δεύτερους μισθωτούς, διότι ξαναποκτούν την χάρη διά των πολυειδών ιδρώτων της μετανοίας και δια της ταπεινώσεως ως μισθόν. 

16. Γι' αυτό, αφού προηγουμένους στα θεία ευαγγέλια εξήγησε πολυειδώς τα σχετικά με την κρίση, έπειτα εξέθεσε τα περί της αγάπης με την άποψη ότι τελειοποιεί ή επαναφέρει τις εκεί απαριθμούμενες αρετές. Αλλά οι δίκαιοι θ' αποκριθούν με τα λόγια· «Κύριε, πότε σε είδαμε να πείνας και σ' εθρέψαμε, ή να διψάς και σ' εποτίσαμε; Πότε σε είδαμε ξένο και σε συμμαζεύσαμε, ή γυμνόν και σε ενδύσαμε; Πότε σε είδαμε ασθενή ή στην φυλακή και σ' επισκεφθήκαμε;». Βλέπετε ότι οι από τα δεξιά καλούνται και δίκαιοι; Επομένως γι' αυτούς το έλεος προέρχεται από την δικαιοσύνη και είναι με δικαιοσύνη. Βλέπετε δε άλλην αρετή, την ταπείνωσι, να προσμαρτυρείται στους δικαίους από το πλήρωμα της αγάπης; Διότι ισχυρίζονται ότι είναι ανάξιοι της ανακηρύξεως και των επαίνων, σαν να μη έπραξαν κανένα αγαθόν, αυτοί που μαρτυρούνται ότι δεν άφησαν κανένα αγαθό άπρακτο. 

17. Γι' αυτό, νομίζω, ο Κύριος αποκρίνεται σ' αυτούς με παρρησία, για ν' αναφανούν ότι είναι τέτοιας μορφής και ανυψωθούν με την ταπείνωσι και δικαίως εύρουν από αυτόν χάρη, την οποία ο Κύριος παρέχει αφθόνως στους ταπεινούς, «διότι ο Κύριος αντιτάσσεται στους υπερήφανους, ενώ στους ταπεινούς δίδει χάρι», ο οποίος και τώρα λέγει προς αυτούς· «πραγματικά σας λέγω, εφ' όσον τα επράξατε σ' ένα από τους αδελφούς μου τους ελαχίστους, τα εκάματε σ' εμένα». Καλεί τον άλλο ελάχιστον για την πτωχεία και την ευτέλεια, αδελφόν δε, διότι και αυτός έτσι έζησε κατά σάρκα επί της γης. 

18. Ακούσετε και ευφρανθείτε, όσοι είσθε πτωχοί και ενδεείς· διότι κατά τούτο είσθε αδελφοί του Θεού· κι αν είσθε πτωχοί και ευτελείς ακουσίως,καταστήσατε εκούσιο για τον εαυτό σας το αγαθό δια της υπομονής και της ευχαριστίας. Ακούσετε οι πλούσιοι και ποθήσετε την ευλογημένη πτωχεία, για να γίνετε κληρονόμοι και αδελφοί του Χριστού, γνησιώτεροι μάλιστα εκείνων που επτώχευσαν ακουσίως· διότι εκείνος επτώχευσε για μας εκουσίως. Ακούσετε και στενάξετε εσείς που περιφρονείτε τους αδελφούς σας, όταν υποφέρουν, μάλλον δε τους αδελφούς του Θεού, και δεν μεταδίδετε στους ενδεείς από όσα διαθέτετε άφθονα, τροφή, σκέπη, ενδυμασία, επιμέλεια κατάλληλη, και δεν προσφέρετε το περίσσευμά σας στο υστέρημα εκείνων. Μάλλον δε ας ακούσωμε και ας στενάξωμε, αφού κι εγώ ο ίδιος που σας λέγω αυτά, ελέγχομαι από την συνείδησί μου ότι δεν είμαι τελείως έξω από το πάθος· διότι, ενώ πολλοί ριγούν και στερούνται, εγώ είμαι γεμάτος και ενδεδυμένος. Πολύ δε περισσότερο άξιοι πένθους είναι αυτοί που έχουν και κατέχουν θησαυρούς περισσοτέρους από την καθημερινή ανάγκη ή και φροντίζουν να τους αυξήσουν· ενώ είναι προσταγμένοι ν' αγαπούν τον πλησίον σαν τους εαυτούς των, δεν τους θεωρούν ούτε σαν το χώμα. Διότι τι άλλο είναι ο χρυσός και ο άργυρος, που αγαπήσαμε περισσότερο από τους αδελφούς; 

19 Αλλά ας επιστραφούμε, ας μετανοήσωμε και ας κοινωνήσωμε εξυπηρετώντας τις ανάγκες των ανάμεσά μας πτωχών αδελφών με όσα έχομε. Και αν δεν είμαστε διατεθειμένοι ν' αδειάσωμε θεοφιλώς όλα τα υπάρχοντα, τουλάχιστον να μη τα κατακρατήσωμε όλα για τους εαυτούς μας ασπλάγχνως· αλλά το μεν ένα ας το πράξωμε, γι' αυτό δε που θα παραλείψωμε, ας ταπεινωθούμε ενώπιον του Θεού, και θα επιτύχωμε από αυτόν συγγνώμη, διότι η φιλανθρωπία του αναπληρώνει την έλλειψί μας, για να μη, ο μη γένοιτο, ακούσωμε την απαίσια φωνή· διότι, λέγει, «τότε θα ειπεί και στους από τα αριστερά· φεύγετε από έμενα οι καταραμένοι». Πόσο φοβερό είναι τούτο! Απομακρυνθείτε από τη ζωή, εκβληθείτε από την τρυφή, στερηθείτε το φως! 

20.  Και δεν λέγει μόνο τούτο, αλλά προχωρεί· «φεύγετε από εμένα οι καταραμένοι, στο αιώνιο πυρ, το ετοιμασμένο για τον Διάβολο και τους αγγέλους του». Όπως δηλαδή οι από τα δεξιά θα έχουν ζωή, και μάλιστα με το παραπάνω, ζωή μεν αφού θα συνευρίσκωνται με τον Θεό, με το παραπάνω δε αφού θα είναι υιοί και κληρονόμοι της βασιλείας του, έτσι και οι από τα αριστερά, αποτυγχάνοντας ν' αποκτήσουν την αληθινή ζωή λόγω της απομακρύνσεως από τον Θεό, θα εύρουν και παραπάνω κακό, αφού θα έχουν συνταχθεί με τους δαίμονες και θα παραδοθούν στο κολαστικό πυρ. 

21. Ποιού δε είδους είναι το πυρ εκείνο, το οποίο άπτεται και των σωμάτων και των λογικών σε σώματα όντων, και των ασωμάτων πνευμάτων, θλίβοντας και στενοχωρώντας τα παντοτινά, και δια του οποίου θα λειώσει και το δικό μας πυρ, κατά το γεγραμμένο, «τα καιόμενα στοιχεία θα λειώσουν»; Πόση προσθήκη φέρει στην οδύνη το ανέλπιδο της απολυτρώσεως; Διότι, λέγει, υπάρχει ποταμός, που παρασύρει το πυρ εκείνο, όπως φαίνεται, και το φέρει μακρύτερα από τον Θεό. Γι' αυτό δεν είπε "πορευθείτε", αλλά «πορεύεσθε από εμένα οι καταραμένοι»· διότι έχετε αφθόνως δεχθεί τις κατάρες από τους πτωχούς, και με όλο που υπέφεραν εκείνοι, εσείς πάντως είσθε άξιοι κατάρας. Λέγει δε προς αυτούς «πηγαίνετε στο πυρ το ετοιμασμένο» όχι για σας, αλλά για τον Διάβολο και τους αγγέλους του· διότι τούτο δεν είναι προηγούμενο δικό μου θέλημα, δεν σας έπλασα γι' αυτό, δεν ετοίμασα για σας την φωτιά. Το άσβεστο πυρ έχει αναφθεί για τους δαίμονες που έχουν αμετάβλητη την έξι της κακίας, με τους οποίους σας συνέδεσε η σύμφωνη μ' εκείνους αμετανόητη γνώμη. Είναι λοιπόν εθελοντική η συμβίωσις με τους πονηρούς αγγέλους. «Διότι επείνασα και δεν μου εδώσατε να φάγω, εδίψασα και δεν με εποτίσατε, ξένος ήμουν και δεν με συμμαζεύσατε, γυμνός και δεν με ενδύσατε, ασθενής και στη φυλακή ήμουν και δεν μ' επισκεφθήκατε». Όπως αδελφοί, η αγάπη και τα έργα της αγάπης είναι πλήρωμα των αρετών, έτσι το μίσος και τα έργα του μίσους, ο ασυμπαθής τρόπος, η ακοινώνητη γνώμη, είναι πλήρωμα της αμαρτίας. Και όπως τη φιλανθρωπία ακολουθούν και συνυπάρχουν με αυτήν οι αρετές, έτσι τη μισανθρωπία ακολουθούν οι κακίες· γι' αυτό και από αυτήν μόνο καταδικάζονται. 

22. Θα ήθελα λοιπόν να ειπώ ότι δεν υπάρχει κανένα δείγμα μίσους μεγαλύτερο από το να προτιμούμε από τον αδελφό το άφθονο αργύριο· αλλά βλέπω την κακία να έχει εύρει και μεγαλύτερο δείγμα της μισανθρωπίας. Υπάρχουν δηλαδή άνθρωποι που όχι μόνο δεν ελεούν από όσα διαθέτουν πλουσίως, αλλά και σφετερίζονται τα ξένα. Ας συλλογισθούν λοιπόν από την απόφαση προς τους μη ελεήμονες, τι θα εύρουν αυτοί και τι θα πάθουν, και ποιας ακατανόητης και αφόρητης καταδίκης είναι άξιοι, ας αποστούν από την αδικία και ας εξιλεώσουν το θείο δια των έργων της μετανοίας. Εκείνοι δε θ' αποκριθούν τότε ως εξής· «Κύριε, πότε σε είδαμε να πεινάς ή να διψάς ή ξένον ή γυμνόν ή ασθενή ή φυλακισμένον, και δεν σε υπηρετήσαμε;». 

23. Βλέπετε και αυτό το τελευταίο κακό, την υπερηφάνεια, συνεζευγμένη με τον ασυμπαθή τρόπο, όπως την ταπείνωσι με την συμπάθεια; Οι δίκαιοι εγκωμιαζόμενοι για την φιλανθρωπία τους ταπεινώνονται περισσότερο, δεν δικαιώνουν τους εαυτούς των. Οι υπερήφανοι, όταν κατηγορούνται για την ασπλαγχνία τους από τον αψευδή, δεν προσπίπτουν ταπεινωμένοι, αλλά αντιλέγουν και δικαιώνουν τους εαυτούς των. Γι' αυτό και θ' ακούσουν τα λόγια· «αληθινά σας λέγω, εφ' όσον δεν το επράξατε σ' ένα από αυτούς τους ελαχίστους, δεν το εκάματε ούτε σ' εμένα». Κι έτσι θα μεταβούν, λέγει, «αυτοί μεν σε αιώνια κόλασι, οι δε δίκαιοι σε αιώνια ζωή». 

24. Ας ελεήσωμε λοιπόν τους εαυτούς μας, αδελφοί, δια του ελέους προς τους αδελφούς, ας αποκτήσωμε δια της συμπαθείας την συμπάθεια, ας ευεργετήσωμε για να ευεργετηθούμε. Η μεν ανταπόκρισις είναι ομοία, διότι πρόκειται για ευποιία και φιλανθρωπία, για αγάπη και έλεος και συμπάθεια· αλλά δεν είναι ίση κατά την αξία και το μέτρο της υπεροχής. Διότι εσύ μεν παρέχεις από όσα έχει ο άνθρωπος, και όσο μπορεί να ευεργετήσει ο άνθρωπος, παίρνεις δε σε ανταπόδοση από τους θείους και ακενώτους θησαυρούς εκατονταπλάσια και την αιώνια ζωή, και ευεργετείσαι από όσα και όσο μπορεί ο Θεός να ευεργετήσει, «πράγματα που οφθαλμός δεν είδε και ους δεν άκουσε και που δεν ανέβηκαν στην καρδιά του ανθρώπου». 

25. Ας σπεύσωμε λοιπόν για να επιτύχωμε τον πλούτο της αγαθότητος, ας αγοράσωμε με ολίγα αργύρια αιώνια κληρονομία, ας φοβηθούμε τέλος την απόφαση εναντίον των ανοικτιρμόνων, για να μη κατακριθούμε από αυτήν εκεί· ας μη φοβηθούμε μη τυχόν γίνωμε πτωχοί, δίδοντας ελεημοσύνη, διότι θ' ακούσωμε από τον Χριστό, «έλθετε οι ευλογημένοι του Πατρός μου, κληρονομήσατε την γη». Ας φοβηθούμε και ας κάμωμε το παν, για να μη φανούμε έξω από την αγάπη προς τον Θεό δια της ασπλαγχνίας· «διότι αυτός που δεν αγαπά τον αδελφό του, που τον είδε», λέγει ο ευαγγελιστής, «πώς θ' αγαπήσει τον Θεό που δεν τον είδε», αυτός δε που δεν αγαπά το Θεό πώς θα συνυπάρξει με αυτόν; Και αυτός που δεν συνυπάρχει με αυτόν θ' απομακρυνθεί από αυτόν· ο δε απομακρυνόμενος από αυτόν οπωσδήποτε θα πέσει στη γέεννα του πυρός. 

26. Αλλά εμείς ας επιδείξωμε έργα αγάπης προς τους αδελφούς μας εν Χριστώ, ελεώντας τους πτωχούς, επιστρέφοντας τους πλανημένους, σε όποιαν πλάνη και πτώχεια και αν είναι, δικαιώνοντας τους αδικούμενους, δυναμώνοντας τους κατάκοιτους από ασθένεια, είτε πάσχουν τούτο δια των αισθητών εχθρών και νοσημάτων είτε δια των αοράτων πονηρών πνευμάτων και των παθών της ατιμίας, επισκεπτόμενοι τους εγκαθείρκτους στη φυλακή, αλλά και ανεχόμενοι αυτούς που μας κτυπούν, και χαρίζοντας ο ένας στον άλλο όποια μομφή έχει εναντίον του, όπως και ο Χριστός μας την εχάρισε. Και γενικώς ας επιδείξωμε την μεταξύ μας αγάπη με κάθε τρόπο και με κάθε έργο και λόγο, για να επιτύχωμε την από τον Θεό αγάπη και ευλογηθούμε από αυτόν και κληρονομήσωμε την επηγγελμένη σ' εμάς και για μας ουράνια και αιώνια βασιλεία από την θεμελίωση του κόσμου. 

27. Αυτήν είθε ν' αποκτήσωμε όλοι εμείς, με την χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου Ιησού Χριστού μαζί με τον οποίο πρέπει στον Πατέρα, καθώς και στο άγιο Πνεύμα, τιμή και δόξα στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.
Πηγή: www.alopsis.gr




Δείτε σχετικά:

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ: Εὐαγγέλιο - Ὁμιλία εἰς τήν Δευτέραν Παρουσίαν Τοῦ Κυρίου ( Ἁγίου Κυρίλλου Ἀρχιεπισκόπου Ἰεροσολύμων )




Εὐαγγέλιο Κυριακῆς: Ματθ. Κε’ 31-46


31 Ὃταν δὲ ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ καὶ πάντες οἱ ἅγιοι ἄγγελοι μετ᾿ αὐτοῦ, τότε καθίσει ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ, 32 καὶ συναχθήσεται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τὰ ἔθνη, καὶ ἀφοριεῖ αὐτοὺς ἀπ᾿ ἀλλήλων ὥσπερ ὁ ποιμὴν ἀφορίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων, 33 καὶ στήσει τὰ μὲν πρόβατα ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ, τὰ δὲ ἐρίφια ἐξ εὐωνύμων. 34 τότε ἐρεῖ ὁ βασιλεὺς τοῖς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ· δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου. 35 ἐπείνασα γάρ, καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ συνηγάγετέ με, 36 γυμνός, καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα, καὶ ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην, καὶ ἤλθετε πρός με. 37 τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ οἱ δίκαιοι λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα καὶ ἐθρέψαμεν, ἢ διψῶντα καὶ ἐποτίσαμεν; 38 πότε δέ σε εἴδομεν ξένον καὶ συνηγάγομεν, ἢ γυμνὸν καὶ περιεβάλομεν; 39 πότε δέ σε εἴδομεν ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ ἤλθομεν πρός σε; 40 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ βασιλεὺς ἐρεῖ αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε. 41 τότε ἐρεῖ καὶ τοῖς ἐξ εὐωνύμων· πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ. 42 ἐπείνασα γάρ, καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με, 43 ξένος ἤμην, καὶ οὐ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενὴς καὶ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με. 44 τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ καὶ αὐτοὶ λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα ἢ διψῶντα ἢ ξένον ἢ γυμνὸν ἢ ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐ διηκονήσαμέν σοι; 45 τότε ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε. 46 καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον.

Ἀπόδοση:

Είπε ο Κύριος: «Όταν έρθει ο Υιός του Ανθρώπου με όλη τη μεγαλοπρέπεια και θα τον συνοδεύουν όλοι οι άγιοι άγγελοι, θα καθίσει στο βασιλικό θρόνο του. Τότε θα συναχθούν μπροστά του όλα τα έθνη, και θα τους ξεχωρίσει όπως ξεχωρίζει ο βοσκός τα πρόβατα από τα κατσίκια. Τα πρόβατα θα τα τοποθετήσει στα δεξιά του και τα κατσίκια στ’ αριστερά του. Θα πει τότε ο βασιλιάς σ’ αυτούς που βρίσκονται δεξιά του: ‘‘ελάτε, οι ευλογημένοι απ’ τον Πατέρα μου, κληρονομήστε τη βασιλεία που σας έχει ετοιμαστεί απ’ την αρχή του κόσμου. Γιατί, πείνασα και μου δώσατε να φάω, δίψασα και μου δώσατε να πιω, ήμουν ξένος και με περιμαζέψατε, γυμνός και με ντύσατε, άρρωστος και μ’ επισκεφθήκατε, φυλακισμένος κι ήρθατε να με δείτε’’. Τότε θα του απαντήσουν οι άνθρωποι του Θεού: ‘‘Κύριε, πότε σε είδαμε να πεινάς και σε θρέψαμε ή να διψάς και σου δώσαμε να πιείς; Πότε σε είδαμε άρρωστον ή φυλακισμένον κι ήρθαμε να σε επισκεφθούμε;’’ Τότε θα τους απαντήσει ο βασιλιάς: ‘‘σας βεβαιώνω πως αφού τα κάνατε αυτά για έναν από τους άσημους αδερφούς μου, τα κάνατε για μένα’’.
Ύστερα θα πει και σ’ αυτούς που βρίσκονται αριστερά του: ‘‘φύγετε από μπροστά μου, καταραμένοι• πηγαίνετε στην αιώνια φωτιά που έχει ετοιμαστεί για το διάβολο και τους δικούς του. Γιατί, πείνασα και δε μου δώσατε να φάω, δίψασα και δε μου δώσατε να πιω, ήμουν ξένος και δε με περιμαζέψατε, γυμνός και δε με ντύσατε, άρρωστος και φυλακισμένος και δεν ήρθατε να με δείτε’’. Τότε θα του απαντήσουν κι αυτοί: ‘‘Κύριε, πότε σε είδαμε πεινασμένον ή διψασμένον ή ξένον ή γυμνόν ή άρρωστον ή φυλακισμένον και δε σε υπηρετήσαμε;’’ Και θα τους απαντήσει: ‘‘σας βεβαιώνω πως αφού δεν τα κάνατε αυτά για έναν από αυτούς τους άσημους αδερφούς μου, δεν τα κάνατε ούτε για μένα’’. Αυτοί λοιπόν θα πάνε στην αιώνια τιμωρία, ενώ οι δίκαιοι στην αιώνια ζωή».

(Επιμέλεια κειμένου: Νικολέτα – Γεωργία Παπαρδάκη) 



Ὁμιλία τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου Ἀρχιεπισκόπου Ἰεροσολύμων, εἰς τήν Δευτέραν Παρουσίαν τοῦ Κυρίου

«Και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς, ου της βασιλείας ουκ έσται τέλος»

Αποτέλεσμα εικόνας για Ἁγίου Κυρίλλου Ἀρχιεπισκόπου ἸεροσολύμωνΔιακηρύττουμε παρουσίαν Χριστού, όχι μόνον μίαν αλλά και δευτέραν, πολύ καλλιτέραν της προηγουμένης. Διότι η πρώτη αποτελούσε επίδειξιν υπομονής, ενώ η ερχομένη φέρει το στέμμα της θείας Βασιλείας. Πράγματι στον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν τα πάντα, ως επί το πλείστον, είναι διπλά. Διπλή γέννησις, μία από τον Θεόν προαιωνίως και μία από την Παρθένον στους εσχάτους καιρούς. Δύο κάθοδοι. Μία η αφανής, και δευτέρα ένδοξος και επιφανής, η μέλλουσα. Κατά την πρώτην παρουσίαν εσπαργανώθη στην φάτνην, στην δευτέραν ενδύεται φως ως ιμάτιον. Στην πρώτην «υπέμεινε σταυρόν, αισχύνης καταφρονήσας», στην δευτέραν θα έλθη δοξαζόμενος, δορυφορούμενος από στρατιές αγγέλων. Δεν μένουμε λοιπόν στην πρώτην μόνον παρουσίαν, αλλά προσδοκούμε και την δευτέραν. Και είπαμε μεν στην πρώτην «ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου», αλλά και στην δευτέρα θα ειπούμε πάλι το ίδιον, όταν συναντήσωμε μαζί με τους αγγέλους τον Δεσπότην, και προσκυνώντας αυτόν θα ειπούμε: «ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου». Έρχεται ο Σωτήρ όχι για να δικασθή πάλιν, αλλά για να δικάση τους δικαστάς του. Αυτός που προηγουμένως, όταν εκρίνετο, εσιωπούσε, λέγει ύστερα στους παρανόμους, υπενθυμίζοντας όσα ετόλμησαν κατά την σταύρωση: «Ταύτα εποίησας και εσίγησα». Τότε ήλθε για να εκπληρώση την Θείαν Οικονομίαν, και εδίδασκε τους ανθρώπους με την πειθώ. Τώρα όμως θα αναγκασθούν να τον αναγνωρίσουν ως Βασιλέα τους, έστω και χωρίς να το θέλουν.

Περί των δύο τούτων παρουσιών ο προφήτης Μαλαχίας λέγει: «και εξαίφνης θα έλθη εις τον ναόν αυτού ο Κύριος, ον υμείς ζητείτε». Ιδού η μία παρουσία. Και πάλι περί της δευτέρας παρουσίας λέγει: «Και ο άγγελος της διαθήκης ον υμείς θέλετε. Ιδού έρχεται Κύριος Παντοκράτωρ, και τις υπομενεί ημέραν εισόδου αυτού;». Και αμέσως στην συνέχεια λέγει ο ίδιος ο Σωτήρ: «και προσάξω προς υμάς εν κρίσει, και έσομαι μάρτυς ταχύς επί τους μάγους και επί τας μοιχαλίδας και επί τους ομνύοντας τω ονόματί μου επί ψεύδει», και τα λοιπά. Γι’ αυτό ο Παύλος θέλοντας να μας ασφαλίση εκ των προτέρων λέγει: «ει τις εποικοδομεί επί τον θεμέλιον τούτον χρυσόν και άργυρον και λίθους τιμίους, ξύλα, χόρτον, καλάμην, εκάστου το έργον φανερόν γενήσεται». Ήδη και ο Παύλος έχει επισημάνει τις δύο αυτές παρουσίες, όταν γράφη προς τον Τίτον και λέγει: επεφάνη η χάρις του Θεού η σωτήριος πάσιν ανθρώποις, παιδεύουσα ημάς ίνα, αρνησάμενοι την ασέβειαν και τας κοσμικάς επιθυμίας, σωφρόνως και δικαίως και ευσεβώς ζήσωμεν εν τω νυν αιώνι, προσδεχόμενοι την μακαρίαν ελπίδα και επιφάνειαν της δόξης του μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού». Βλέπεις πώς ανέφερε μεν την πρώτην, για την οποίαν ευχαριστεί, και την δευτέραν, την οποίαν προσδοκούμε; Γι’ αυτό και η πίστις μας, όσον αφορά στο γεγονός αυτό το οποίον σας αναγγέλλουμε τώρα, μας παρεδόθη έτσι, να πιστεύωμε δηλαδή στον «ανελθόντα εις τους ουρανούς και καθίσαντα εκ δεξιών του Πατρός και ερχόμενον εν δόξη, κρίναι ζώντας και νεκρούς, ου της βασιλείας ουκ έσται τέλος».

Έρχεται λοιπόν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός από τους ουρανούς, έρχεται δε στην συντέλειαν του κόσμου τούτου ενδόξως, κατά την εσχάτην ημέρα. Διότι θα γίνη συντέλεια του κόσμου τούτου, και ο κτιστός αυτός κόσμος θα ανακαινισθή πάλι. Επειδή δηλαδή επεκράτησε σε όλην την γην η διαφθορά και η κλοπή και η μοιχεία και κάθε είδος αμαρτίας, και συμβαίνουν σε όλον τον κόσμον αιμομιξίες, για να μη μείνη το θαυμαστόν αυτό κατοικητήριον πλήρες ανομίας, ο κόσμος αυτός μέλλει να παρέλθη, για να αναδειχθή ο καλλίτερος. Θέλεις να λάβης την απόδειξιν από τα ρητά της Γραφής; Άκου τον Ησαϊα που λέγει: «και ειληθήσεται ως βιβλίον ο ουρανός, και τα άστρα πεσείται ως φύλλα εξ αμπέλου, και ως πίπτει φύλλα από συκής». Και το Ευαγγέλιον λέγει: «ο ήλιος σκοτισθήσεται, και η σελήνη ου δώσει το φέγγος αυτής, και οι αστέρες πεσούνται από του ουρανού». Ας μη λυπούμεθα σαν να πεθαίναμε μόνον εμείς. Και οι αστέρες θα αποθάνουν, αλλά θα ξαναγίνουν πάλιν όπως είναι τώρα. Και θα περιτυλίξη ο Κύριος τους ουρανούς όχι για να τους καταστρέψη, αλλά για να τους ανανεώση, να τους κάμη καλλιτέρους. Άκου τον Προφήτην Δαβίδ που λέγει: «κατ’ αρχάς Συ, Κύριε, την γην εθεμελίωσας και έργα των χειρών σου εισίν οι ουρανοί. Αυτοί απολούνται, Σύ δε διαμένεις». Αλλά θα ειπή κάποιος. Κοίτα, το λέγει σαφώς ότι απολούνται, θα καταστραφούν. Άκου πώς εννοεί το «απολούνται», το λέγει στην συνέχεια: «και πάντες ως ιμάτιον παλαιωθήσονται, και ωσεί περιβόλαιον (σαν επανωφόρι δηλαδή) ελίξεις αυτούς, και αλλαγήσονται». Όπως λέγεται ότι ο δίκαιος απέθανε, σύμφωνα με το γραφικόν. «Ίδετε ως ο δίκαιος απώλετο, και ουδείς εκδέχεται τη καρδία», και αυτό επειδή προσδοκούμε την Ανάσταση. Κατ’ ανάλογον τρόπο προσδοκούμε και ανάσταση των ουρανών. «Ο ήλιος μεταστραφήσεται εις σκότος, και η σελήνη εις αίμα». Ας διδαχθούν αυτοί που επέστρεψαν από την αίρεση των Μανιχαίων, και ας μη θεοποιούν πλέον τα φωτεινά σώματα του ουρανού, ούτε να θεωρούν δυσσεβώς ότι ο ήλιος αυτός που μέλλει να σκοτισθή είναι ο Χριστός. Και πάλιν άκου τον Κύριο που λέγει: «ο ουρανός και η γη παρελεύσονται, οι δε λόγοι μου ου μη παρέλθωσιν». Τα κτίσματα δηλαδή δεν είναι ισότιμα με τους λόγους του Δεσπότου…

Αναμένουμε λοιπόν όντως και προσδοκούμε τον Κύριον ερχόμενον από τους ουρανούς, επάνω σε νεφέλες. Θα ηχήσουν τότε σάλπιγγες αγγελικές. Πρώτοι θα αναστηθούν όσοι από τους νεκρούς έχουν κοινωνίαν με τον Χριστόν. Έπειτα αρπάζονται σε νεφέλες όσοι ευλαβείς θα ζουν τότε, λαμβάνοντας ως έπαθλο την τιμήν αυτήν η οποία υπερβαίνει τα ανθρώπινα μέτρα, επειδή και ηγωνίσθησαν υπεράνθρωπα, όπως λέγει ο Παύλος. «Ότι αυτός ο Κύριος εν κελεύσματι, εν φωνή αρχαγγέλλου και εν σάλπιγγι Θεού καταβήσεται απ’ ουρανού, και οι νεκροί εν Χριστώ αναστήσονται πρώτον. Έπειτα ημείς οι ζώντες οι περιλειπόμενοι, άμα συν αυτοίς αρπαγησόμεθα εν νεφέλαις, εις απάντησιν του Κυρίου εις αέρα, και ούτω πάντοτε συν Κυρίω εσόμεθα».

Την εγνώριζεν αυτήν την Παρουσίαν του Κυρίου ο Εκκλησιαστής, όταν έλεγε: «ευφραίνου, νεανίσκε, εν νεότητί σου». Και τι θα γίνη όταν έλθη ο Κύριος; «Ανθήσει το αμύγδαλον και παχυνθήσεται η ακρίς, και διασκεδασθήσεται η κάππαρις». Όπως μάλιστα λέγουν οι ερμηνευταί, η ανθισμένη αμυγδαλιά σημαίνει ότι ο χειμών παρήλθε. Μετά δε τον χειμώνα μέλλουν να ανθήσουν τα σώματά μας, να γίνουν άνθη επουράνια. Και θα παχυνθή η ακρίς, η πτερωτή ψυχή, περιβαλλομένη το σώμα της. «Και διασκεδασθήσεται η κάππαρις», θα διασκορπισθούν δηλαδή οι ακανθώδεις παράνομοι.

Βλέπεις ότι όλοι προλέγουν την Παρουσίαν του Κυρίου; Βλέπεις ότι γνωρίζουν την φωνήν του σπουργίτη; Ποίαν φωνήν; Ας ιδούμε: «Ότι αυτός ο Κύριος εν κελεύσματι, εν φωνή αρχαγγέλου και εν σάλπιγγι Θεού καταβήσεται απ’ ουρανού». Αρχάγγελος απευθύνεται σε όλους και λέγει: «εγείρεσθε εις απάντησιν του Κυρίου», και θα είναι φοβερά η κάθοδος του Δεσπότου. Και σύμφωνα με την Γραφήν που έχουμε αναγνώσει, «ο Υιός του ανθρώπου έρχεται προς τον Πατέρα επί των νεφελών του ουρανού, ποταμού πυρός έλκοντος», ο οποίος δοκιμάζει τους ανθρώπους. Όποιος έχει έργα χρυσά, γίνεται λαμπρότερος. Όποιος έχει έργα σαθρά, τα οποία δεν αντέχουν στην δοκιμήν, αφανίζονται από το πυρ. Και ο Πατήρ «καθέζεται, έχων το ένδυμα αυτού λευκόν ωσεί χιών, και την τρίχα της κεφαλής ως έριον καθαρόν». Βεβαίως εδώ ομιλεί ανθρωπίνως. Τι εννοεί δηλαδή; Ότι είναι Βασιλεύς εκείνων που δεν εμολύνθησαν από αμαρτίες. Διότι λέγει «λευκανώ τας αμαρτίας υμών ως χιόνα και ωσεί έριον», που συμβολίζουν εδώ την συγχώρηση των αμαρτιών ή και την αναμαρτησίαν. Έρχεται δε ο Κύριος από τους ουρανούς επάνω σε νεφέλες, αφού με νεφέλες ανέβη εκεί...

Αλλά ποίον θα είναι το σημείον της Παρουσίας αυτού, ώστε να μην τολμήση κάποια εναντία δύναμις να το μιμηθή; «Και τότε», λέγει, «φανήσεται το σημείον του Υιού του ανθρώπου εν τω ουρανώ». Και το αληθές και διακριτικόν σημείον του Χριστού είναι ο σταυρός. Το φωτοειδές σημείον του σταυρού προηγείται του Βασιλέως, αναγγέλλοντας αυτόν ο οποίος είχε τότε σταυρωθεί, ώστε να τον ιδούν οι Ιουδαίοι οι οποίοι τότε τον είχαν κεντήσει στην πλευράν και είχαν συνωμοτήσει εναντίον του. Να θρηνήσουν πικρώς κάθε φυλή χωριστά, και να ειπούν: Αυτός είναι εκείνος που εραπίσθη, αυτός είναι εκείνος τον οποίον περιέβαλλαν με δεσμά, αυτός είναι εκείνος τον οποίον εξηυτέλισαν, αφού πρώτα τον εσταύρωσαν. Και θα ειπούν τότε: Πού να πάμε για να αποφύγωμε την οργήν σου; Αλλά από πουθενά δεν θα ημπορέσουν να ξεφύγουν, αφού θα τους έχουν περικυκλώσει οι στρατιές των αγγέλων. Φόβητρον θα είναι το σημείον του σταυρού για τους εχθρούς του, και χαρά για τους φίλους του, οι οποίοι επίστευσαν σ’ αυτόν ή τον εκήρυξαν ή έπαθαν γι’ αυτόν. Ποίος άραγε θα είναι μακάριος να ευρεθή τότε φίλος του Χριστού; Δεν καταφρονεί τους δούλους τους ιδικούς του ο τόσον ένδοξος Βασιλεύς, αυτός που περιστοιχίζεται από αγγέλους, ο σύνθρονος με τον Πατέρα. Και για να μην αναμιχθούν οι εκλεκτοί με τους εχθρούς, «αποστελεί τους αγγέλους αυτού μετά σάλπιγγος μεγάλης, και επισυνάξει τους εκλεκτούς αυτού εκ των τεσσάρων ανέμων». Αφού δεν κατεφρόνησε τον Λώτ, που ήταν ένας, πώς είναι δυνατόν να καταφρονήση τους πολλούς δικαίους; «Δεύτε οι ευλογημένοι του Πατρός μου», θα ειπή προς εκείνους που θα επιβαίνουν σε νεφελώδη άρματα, και οι οποίοι θα έχουν συναχθή από τους αγγέλους.

Αλλά θα ειπή κάποιος από τους παρόντες. Είμαι πτωχός, ή θα συμβή τότε να ευρεθώ ασθενής στο κρεββάτι, ή είμαι γυναίκα και θα ευρίσκωμαι εκείνην την ώρα στον μύλο. Μήπως θα περιφρονηθούμε; Έχε θάρρος, άνθρωπέ μου. Ο Κριτής είναι απροσωπόληπτος. «Ου κατά την δόξαν κρινεί, ουδέ κατά την λαλιάν ελέγξει». Δεν προτιμά τους λογίους από τους απαιδεύτους, ούτε τους πλουσίους από τους πτωχούς. Και στον αγρόν αν είσαι, θα σε παραλάβουν οι άγγελοι. Μη νομίσης ότι θα πάρη τους γαιοκτήμονες και εσέ που είσαι γεωργός θα σε αφήση. Και αν είσαι δούλος ή πτωχός, μην αγωνιάς. Αυτός που έλαβε μορφήν δούλου δεν καταφρονεί τους δούλους. Και αν είσαι στο κρεββάτι ασθενής, έχει γραφή: «Τότε δυο έσονται επί κλίνης μιάς, εις παραλαμβάνεται, και εις αφίεται». Και αν κατ’ ανάγκην ευρεθής να εργάζεσαι στον μύλον, άνδρας η γυναίκα, και αν φορής χειροπέδες, δεν θα σε παραβλέψη αυτός που ηλευθέρωσε τον Ιωσήφ και τον οδήγησε από την δουλεία και την φυλακή στην βασιλείαν. Θα λυτρώση και σε από τις θλίψεις και θα σου χαρίση την Βασιλείαν των Ουρανών. Μόνον να έχης θάρρος, μόνον να εργασθής πνευματικώς, μόνον να αγωνισθής προθύμως. Επειδή τίποτε δεν πάει χαμένο. Κάθε σου προσευχή και ψαλμωδία έχει καταγραφεί. Κάθε σου ελεημοσύνη έχει καταγραφεί, κάθε νηστεία έχει καταγραφεί, κάθε γάμος που διεφυλάχθη καλώς έχει καταγραφεί. Έχει καταγραφεί και η εγκράτεια που έγινε για τον Θεόν. Τα πρωτεία δε των στεφάνων μεταξύ όλων των καταγεγραμμένων τα έχει η παρθενία και η αγνότης. Και μέλλεις να λάμπης ως άγγελος. Αλλά όπως ήκουσες ευχαρίστως τα καλά, άκου τώρα με ψυχραιμία και τα αντίθετα. Έχει καταγραφεί κάθε σου πλεονεξία, έχει καταγραφεί κάθε σου πορνεία, έχει καταγραφεί κάθε σου επιορκία και βλασφημία και μαγεία και κλοπή και φόνος. Όλα αυτά λοιπόν είναι καταγεγραμμένα, όσα έχεις πράξει μετά το βάπτισμα. Διότι αυτά που είχες κάμει προηγουμένως εξαλείφονται.

«Όταν δε έλθη», λέγει, «ο Υιός του ανθρώπου εν τη δόξη αυτού, και πάντες οι άγιοι άγγελοι μετ’ αυτού». Βλέπε, άνθρωπε, ενώπιον πόσων θα εμφανισθής στο κριτήριον. Θα είναι τότε παρόν όλο το γένος των ανθρώπων. Αναλογίσου λοιπόν πόση είναι η φυλή των Ρωμαίων, αναλογίσου πόσοι είναι οι άλλοι, οι βάρβαροι οι οποίοι ζουν τώρα και πόσοι έχουν ταφεί τα τελευταία εκατό χρόνια. Πόσοι ετάφησαν μέσα σε χίλια χρόνια. Αναλογίσου πόσοι είναι από τον Αδάμ μέχρι σήμερα. Μεγάλο πλήθος βέβαια, αλλά και πάλι μικρόν είναι, διότι οι άγγελοι είναι περισσότεροι. Εκείνοι είναι τα ενενήντα εννέα πρόβατα, η δε ανθρωπότης μόνον το ένα. Διότι ανάλογα με το μέγεθος όλων των τόπων πρέπει να υπολογίζωμε και το πλήθος των κατοίκων τους. Η κατοικουμένη γη, ευρισκομένη κατά κάποιον τρόπον στο κέντρον του ενός ουρανού, έχει τόσον μεγάλο πλήθος. Ο ουρανός που την περιβάλλει πόσον πλήθος έχει; Και οι ουρανοί των ουρανών δεν είναι αυτονόητον ότι κατοικούνται από πλήθος αναρίθμητον; Πράγματι έχει γραφή: «χίλιαι χιλιάδες ελειτούργουν αυτώ και μύριαι μυριάδες παρειστήκεσαν αυτώ». Όχι ότι είναι τόσο μόνο το πλήθος, αλλά επειδή ο Προφήτης δεν ημπορούσε να εκφράση μεγαλύτερον αριθμόν. Παρευρίσκεται λοιπόν τότε στο κριτήριον ο Θεός και Πατήρ των απάντων, μαζί του θα κάθηται ο Ιησούς Χριστός, θα είναι δε παρόν και το Αγιον Πνεύμα. Αγγελική σάλπιγγα θα προσκαλέση όλους εμάς, οι οποίοι θα φορούμε ως ένδυμα τα έργα μας. Άραγε δεν οφείλουμε να αγωνιούμε από τώρα; Και μη νομίσης, άνθρωπε, ότι είναι μικρά καταδίκη το να κατακριθής ενώπιον τόσου πλήθους. Μήπως δεν προτιμούμε πολλές φορές να αποθάνωμε παρά να κατηγορηθούμε από φίλους;

Ας έχωμε την αγωνίαν, λοιπόν, αδελφοί, μη μας καταδικάση ο Θεός, ο οποίος, αν πρόκειται να μας καταδικάση, δεν έχει ανάγκην από εξέτασιν ή έλεγχο. Μην ειπής ότι ήταν νύκτα όταν επόρνευσα η έκανα μαγείες η έπραξα κάτι άλλο, και δεν υπήρχε άνθρωπος εκεί. Από την συνείδησή σου κρίνεσαι. Σε αναγκάζει να ειπής την αλήθεια το φοβερόν πρόσωπον του Κριτού, ή μάλλον, και αν δεν την ειπής, σε ελέγχει. Διότι θα αναστηθής φορώντας τις αμαρτίες σου ή τις αρετές σου. Τι λέγει λοιπόν ο Κριτής περί της ενδυμασίας ή μη των έργων σου; «Και συνάξουσιν έμπροσθεν αυτού πάντα τα έθνη». Διότι πρέπει τα πάντα να κλίνουν γόνυ ενώπιον του Χριστού, τα επουράνια και τα επίγεια και τα καταχθόνια. «Και αφορίσει αυτούς απ’ αλλήλων, ώσπερ ο ποιμήν αφορίζει τα πρόβατα από των ερίφων». Πώς διαχωρίζει ο ποιμήν; Μήπως ερευνά κάποιο βιβλίον, να μάθη ποίον είναι πρόβατον, και ποίον ερίφιον; Ή τα διακρίνει από την εμφάνιση; Δεν φανερώνει το μαλλί το πρόβατον, το δε σκληρόν και τριχωτόν το ερίφιον; Έτσι, εάν μεν καθαρισθής τώρα από τις αμαρτίες σου, έχεις στο εξής τις πράξεις σου ως έριον καθαρόν, και η στολή σου μένει αμόλυντος. Από την ενδυμασίαν αναγνωρίζεσαι ότι είσαι πρόβατον, εάν όμως ευρεθής τριχωτός, όπως ο Ησαύ, που ήταν δασύτριχος και ελαφρόμυαλος, και ο οποίος έχασε τα πρωτοτόκια για το φαγητό και επώλησε το αξίωμά του, θα ταχθής με την αριστεράν μερίδα. Μη γένοιτο όμως κάποιος από τους παρόντες να αποβληθή από την χάριν, ούτε εξ αιτίας των φαύλων πράξεών του να ευρεθή στα αριστερά τάγματα των αμαρτωλών.

Είναι αληθώς φοβερά η κρίσις, και προξενούν φόβον αυτά που προαναγγέλλονται. Ευρίσκεται ενώπιόν μας η Βασιλεία των ουρανών, έχει ετοιμασθή και το πυρ το αιώνιον. Πώς, λοιπόν, θα ειπή κάποιος, θα αποφύγωμε το πυρ; Και πώς θα εισέλβωμε στην Βασιλείαν; «Επείνασα», λέγει, «και εδώκατέ μοι φαγείν». Ιδού ο τρόπος. Δεν χρειάζεται αλληγορία εδώ, αλλά να εκτελέσωμε τα λεγόμενα. «Επείνασα και εδώκατέ μοι φαγείν. Εδίψησα και εποτίσατέ με, ξένος ήμην και συνηγαγετέ με. Γυμνός, και περιεβάλετέ με, ησθένησα και επεσκέψασθέ με. Εν φυλακή ήμην και ήλθετε προς με». Εάν τα πράξης αυτά, θα συμβασιλεύσης. Εάν όμως δεν τα πράξης θα κατακριθής. Άρχισε λοιπόν από τώρα να τα εργάζεσαι αυτά, και επίμενε στην πίστη, για να μην αποκλεισθής έξω, αναβάλλοντας να αγοράσης το έλαιον σαν τις μωρές παρθένους. Μην ξεθαρρευθής επειδή απλώς κρατείς την λαμπάδα, αλλά διατήρησέ την αναμμένην. Ας λάμψη το φως των καλών έργων σου ενώπιον των ανθρώπων, και μη βλασφημείται εξ αιτίας σου ο Χριστός. Φόρεσε ένδυμα αφθαρσίας, διαπρέποντας στα καλά έργα, και όποιαν υπόθεσιν αναλάβης κατ’ οικονομίαν από τον Θεόν για να την διαχειρισθής, να την διαχειρισθής με τρόπον χρήσιμο. Σου ενεπιστεύθη χρήματα; Διαχειρίσου τα καλά. Σου ενεπιστεύθη λόγον διδασκαλίας; Καθοδήγησε καλώς τις ψυχές των ακροατών σου. Ημπορείς να προϊστασαι; Κάμε το αυτό με ζήλον. Υπάρχουν πολλοί τρόποι καλής διαχειρίσεως, μόνο να μη καταδικασθή κάποιος από εμάς και να μην αποβληθή, αλλά με παρρησία να συναντήσωμε τον αιώνιον Βασιλέα Χριστόν, ο οποίος βασιλεύει αιωνίως. Πράγματι, αυτός που θα κρίνη ζώντες και νεκρούς θα βασιλεύη αιωνίως, αφού απέθανε προς χάριν ζώντων και νεκρών, όπως λέγει και ο Παύλος. Και αν κάποτε ακούσης κάποιον να λέγη ότι η Βασιλεία του Χριστού έχει τέλος, μίσησε την αίρεση. Είναι άλλη μία κεφαλή του δράκοντος, που ενεφανίσθη τώρα τελευταία στην Γαλατίαν… Αν και έχω πάρα πολλές μαρτυρίες από τις Θείες Γραφές περί της ατελευτήτου στους αιώνες Βασιλείας του Χριστού, θα αρκεσθώ σ’ αυτά, επειδή είπαμε πολλά σήμερα. Συ δε ο ακροατής να προσκυνής μόνον εκείνον ως Βασιλέα, αποφεύγοντας κάθε αιρετικήν πλάνην. Και αν επιτρέψη η χάρις του Θεού, θα ειπούμε με τον καιρό και τα υπόλοιπα της πίστεώς μας. Είθε ο Θεός των όλων να σας διαφυλάξη όλους, ώστε να διατηρήτε στην μνήμην σας τα σημεία της συντελείας του κόσμου, και να μείνετε ακατανίκητοι από τον Αντίχριστον. Έμαθες τα σημεία του πλάνου που πρόκειται να έλθη. Έλαβες τις αποδείξεις του αληθινού Χριστού, του κατερχομένου φανερώς από τους ουρανούς. Τον μεν ένα, τον ψευδή, απόφευγέ τον. Τον δε άλλον τον αληθινόν, προσδόκα τον. Έμαθες τον τρόπον πώς στην Κρίσιν θα καταταγής εκ δεξιών του. Τήρησε αυτά που σου ενεπιστεύθη ως παρακαταθήκην ο Χριστός, διαπρέποντας σε έργα αγαθά, ώστε να παρουσιασθής με παρρησίαν ενώπιον του Κριτού, και να κληρονομήσεις την Βασιλείαν των Ουρανών, δι’ ου και μεθ’ ου η δόξα τω Θεώ συν αγίω Πνεύματι, εις τους αιώνας των αιώνων.
Αμήν.


(4ος αιών. Από την ιε΄ Κατήχησι Φωτιζομένων. Εκδ. "Ετοιμασία" σελ. 304. Από το βιβλίο "Πατερικόν Κυριακοδρόμιον", σελίς 473 και εξής. Επιμέλεια κειμένου, Δημήτρης Δημουλάς)

Πηγή: www.alopsis.gr







Κοντάκιον
Ἦχος α’.
Ὅταν ἔλθης ὁ Θεός, ἐπὶ γῆς μετὰ δόξης, καὶ τρέμωσι τὰ σύμπαντα· ποταμὸς δὲ τοῦ πυρὸς πρὸ τοῦ Βήματος ἕλκῃ, καὶ βίβλοι ἀνοίγωνται, καὶ τὰ κρυπτὰ δημοσιεύωνται· τότε ῥῦσαί με, ἐκ τοῦ πυρὸς τοῦ ἀσβέστου, καὶ ἀξίωσον, ἐκ δεξιῶν σου με στῆναι, Κριτὰ δικαιότατε.



Δείτε σχετικά:
|


Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στρατηλάτης ( 8 Φεβρουαρίου)



Ἀπὸ τὰ γενναιότερα καὶ ἀθλητικότερα παραστήματα τῆς χριστιανικῆς παράταξης.

Ἦταν ἀπὸ τὰ Εὐχάϊτα της Γαλατίας καὶ κατοικοῦσε στὴν Ἡράκλεια τοῦ Εὐξείνου Πόντου. Στρατιωτικὸς στὸ ἐπάγγελμα, διεκρίθη καὶ προήχθη γρήγορα στοὺς μεγαλύτερους βαθμοὺς τῆς στρατιωτικῆς Ἱεραρχίας. Ἦταν γενναῖος καὶ συγχρόνως σεμνότατος, σὰν γνήσιος χριστιανός. Ὅταν ὁ Λικίνιος (307-323) ἐπισκέφθηκε τὴν Ἡράκλεια, εἶδε καὶ θαύμασε τὸν Θεόδωρο. Τότε ζήτησε περισσότερες πληροφορίες γι᾿ αὐτόν, πού, ὅμως, τοῦ φάνηκαν δυσάρεστες. Ναὶ μὲν ἀνδρεῖος ὁ Θεόδωρος, ἀλλὰ χριστιανός. Ὁ βασιλιὰς διατάζει καὶ τὸν φέρνουν μπροστά του.

Εἶσαι χριστιανός; τοῦ λέει.
-Εἶμαι.
-Καὶ ἐπιμένεις νὰ εἶσαι;
- Μέχρι θανάτου.
- Τότε δὲν μπορεῖς νὰ εἶσαι στρατιώτης.
- Γιατί δὲν μπορῶ; Κανένας συνάδελφός μου δὲν μὲ κατηγόρησε γι᾿ αὐτό.
- Σὲ κατηγορῶ ἐγώ, φώναξε ὀργισμένος ὁ βασιλιάς. Ἕνας πιστὸς στρατιώτης ἀκολουθεῖ τὴν θρησκεία τοῦ κράτους καὶ τοῦ στρατοῦ. Καὶ σὺ λατρεύεις τὸ Ναζωραῖο;
- Δηλαδὴ τὸν ἀληθινὸ Θεό, εἶπε σεμνὰ καὶ τολμηρὰ ὁ Θεόδωρος.

Ἀμέσως τότε, ἀφοῦ τὸν καθαίρεσαν ἀπ᾿ τὸ βαθμό του, τὸν μαστιγώνουν ἄγρια μὲ μαστίγια ποὺ στὶς ἄκρες εἶχαν μολυβένια σφαιρίδια. Ἔπειτα, τοῦ μπήγουν στὰ πλευρὰ σιδερένια νύχια καὶ στὶς πληγές του βάζουν ἀναμμένα δαδιά. Τελικά, τὸν σταυρώνουν, ἀλλὰ ἐπειδὴ κι ἀπὸ ἐκεῖ μὲ τὸ θεῖο λόγο κάνει πολλοὺς χριστιανούς, τὸν ἀποκεφαλίζουν.
Ἀπέδειξε ἔτσι, ὅτι ἦταν ἀπ᾿ αὐτοὺς ποὺ τολμοῦν «ἀφόβως τὸν λόγον λαλεῖν», ποὺ μὲ τόλμη, δηλαδή, κηρύττουν ἄφοβα τὸ λόγο τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ὁμολογοῦν τὴν ἁγία πίστη τους.
(Σύμφωνα μὲ ἄλλες πληροφορίες, εἰκάζεται ὅτι ὁ Ἁγ. Θεόδωρος Στρατηλάτης εἶναι τὸ ἴδιο πρόσωπο μὲ αὐτὸ τοῦ Ἁγ. Θεοδώρου τοῦ Τήρωνος, 17 Φεβρουαρίου).


Ἀπολυτίκιον  
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.

Στρατολογία ἀληθεῖ Ἀθλοφόρε, τοῦ οὐρανίου στρατηγὸς βασιλέως, περικαλλὴς γεγένησαι Θεόδωρε, ὄπλοις γὰρ τῆς πίστεως, παρετάξω ἐμφρόνως, καὶ κατεξωλόθρευσας, τῶν δαιμόνων τὰ στίφη, καὶ νικηφόρος ὤφθης Ἀθλητής, ὅθεν σὲ πίστει, ἀεὶ μακαρίζαμεν.




Κοντάκιον

Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.

Ἀνδρεία ψυχῆς, τὴν πίστιν ὀπλισάμενος, καὶ ρῆμα Θεοῦ, ὡς λόγχην χειρισάμενος, τὸν ἐχθρὸν κατέτρωσας τῶν Μαρτύρων κλέος Θεόδωρε, σὺν αὐτοὶς Χριστῷ τῷ Θεῷ, πρεσβεύων μὴ παύση ὑπὲρ πάντων ἠμῶν. 

ΤΑ ΨΥΧΟΣΑΒΒΑΤΑ (Ποιὰ εἶναι, πότε καὶ γιατί τελοῦνται)

Αποτέλεσμα εικόνας για Τὰ Ψυχοσάββατα. Ποιὰ εἶναι, πότε καὶ γιατί τελοῦνται

Μέσα στὴν ἰδιαίτερη μέριμνά της γιὰ τοὺς κεκοιμημένους, ἡ ἁγία Ὀρθόδoξη Ἐκκλησία μας ἔχει καθορίσει ξεχωριστὴ ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος γι᾿ αὐτούς. Κάθε Σάββατο δηλαδή.

Ὅπως ἡ Κυριακὴ εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, ἔτσι καὶ τὸ Σάββατο εἶναι ἡ ἡμέρα τῶν κεκοιμημένων, γιὰ νὰ τοὺς μνημονεύουμε καὶ νὰ ἔχουμε (ἐπι)κοινωνία μαζί τους. Σὲ κάθε προσευχὴ καὶ ἰδιαίτερα στὶς προσευχὲς τοῦ Σαββάτου ὁ πιστὸς μνημονεύει τοὺς οἰκείους, συγγενεῖς καὶ προσφιλεῖς, ἀλλὰ ζητᾶ καὶ τὶς προσευχὲς τῆς Ἐκκλησίας γι᾿ αὐτούς.

Στὸ δίπτυχο (χαρτάκι), ποὺ φέρνουμε μαζὶ μὲ τὸ προσφορο γιὰ τὴ θεία Λειτουργία, ἀναγράφονται τὰ ὀνόματα τῶν ζώντων καὶ τῶν κεκοιμημένων, τὰ ὁποῖα μνημονεύονται.

Σὲ ἐτήσια βάση ἡ Ἐκκλησία ἔχει καθορίσει δύο Σάββατα, τὰ ὁποῖα ἀφιερώνει στοὺς κεκοιμημένους της. Εἶναι τὰ Ψυχοσάββατα.
Τὸ ἕνα πρὶν ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τῆς Ἀπόκρεω καὶ τὸ ἄλλο πρὶν ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τῆς Πεντηκοστῆς.

Τὸ Ψυχοσάββατο πρὶν ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τῆς Ἀπόκρεω ἔχει τὸ ἑξῆς νόημα: Ἡ ἑπομένη ἡμέρα εἶναι ἀφιερωμένη στὴ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου.Ἐκείνη τὴ φοβερὴ ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία ὅλοι θὰ σταθοῦμε μπροστὰ στὸ θρόνο τοῦ μεγάλου Κριτή. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ μὲ τὸ Μνημόσυνο τῶν κεκοιμημένων ζητοῦμε ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ γίνει ἵλεως καὶ νὰ δείξει τὴν συμπάθεια καὶ τὴν μακροθυμία του, ὄχι μόνο σὲ μᾶς ἀλλὰ καὶ στοὺς προαπελθόντας ἀδελφούς, καὶ ὅλους μαζὶ νὰ μᾶς κατατάξει στὴν Ἐπουράνια Βασιλεία Του.

Μὲ τὸ δεύτερο Ψυχοσάββατο διατρανώνεται ἡ πίστη μας γιὰ τὴν καθολικότητα τῆς Ἐκκλησίας, τῆς ὁποίας τὴν ἵδρυση καὶ τὰ γενέθλια (ἐπὶ γῆς) γιορτάζουμε κατὰ τὴν Πεντηκοστή. Μέσα στὴ μία Ἐκκλησία περιλαμβάνεται ἡ στρατευομένη ἐδῶ στὴ γῆ καὶ ἡ θριαμβεύουσα στοὺς οὐρανούς.

Ὁ λόγος ποὺ τὰ καθιέρωσε ἡ Ἐκκλησία μας, παρ᾿ ὅτι κάθε Σάββατο εἶναι ἀφιερωμένο στοὺς κεκοιμημένους, εἶναι ὁ ἑξῆς: Ἐπειδὴ πολλοὶ κατὰ καιροὺς ἀπέθαναν μικροὶ σὲ ἡλικία ἢ στην ξενιτιὰ ἢ στὴν θάλασσα ἢ στὰ ὄρη καὶ τοὺς κρημνοὺς ἢ καὶ μερικοί, λόγῳ πτωχείας, δὲν ἀξιώθηκαν τῶν διατεταγμένων μνημοσύνων, «οἱ θεῖοι Πατέρες φιλανθρώπως κινούμενοι ἐθέσπισαν τὸ μνημόσυνο αὐτὸ ὑπὲρ πάντων τῶν ἀπ᾿ αἰῶνος εὐσεβῶς τελευτησάντων Χριστιανῶν».
Συγχρόνως δέ, ἐνθυμούμενοι καὶ ἐμεῖς τὸν θάνατο, «διεγειρόμεθα πρὸς μετάνοιαν».

Γιὰ τὴν ἱστορία καὶ μόνο ἂς γνωρίζουμε ὅτι: «Ἡ καθιέρωσις τοῦ Σαββάτου πρὸ τῶν Ἀπόκρεω ὡς Ψυχοσαββάτου ἐγένετο μᾶλλον κατ᾿ ἀπομίμησιν τοῦ Σαββάτου πρὸ τῆς Πεντηκοστῆς, ὡς μόνου προϋπάρχοντος».

Ἡ ὠφέλεια ἀπὸ τὰ μνημόσυνα

Σύμφωνα μὲ ὁμόφωνη ἁγιοπατερικὴ μαρτυρία τὴν ὁποία ἐπιβεβαιώνει ἡ ἀδιάκοπη ἐκκλησιαστικὴ παράδοση αἰώνων, οἱ εὐχὲς γιὰ τοὺς νεκροὺς θεσπίστηκαν ἀπὸ τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους.

Ἡ θέσπιση αὐτὴ ἔχει δύο βασικὰ θεμέλια: 

α) τὴν ἔννοια τῆς Ἐκκλησίας ὡς κοινωνίας ἁγίων, ποὺ ἀποτελεῖται ὄχι μόνο ἀπὸ τοὺς ζωντανοὺς ἀλλὰ καὶ τοὺς «κεκοιμημένους» χριστιανοὺς καὶ
β) τὴν πίστη στὴν μεταθανάτια ζωή, τὴν ἀνάσταση καὶ τὴν τελικὴ κρίση.

Ἤδη στὶς Ἀποστολικὲς Διδαχὲς βρίσκεται ἡ διάκριση τῶν μνημοσύνων σὲ «τρίτα», «ἔνατα», «τεσσαρακοστὰ» καὶ ἐνιαύσια» (ἐτήσια), ἀνάλογα μὲ τὸ χρόνο τελέσεώς τους ἀπὸ τὴν ἡμέρα τοῦ θανάτου.

Πολλοὶ συμβολισμοὶ τῶν ἐπιμέρους μνημοσύνων ἀναφέρονται ἀπὸ τοὺς πατέρες. Οἱ κυριότεροι εἶναι οἱ ἑξῆς:

Τὰ «τριήμερα» συμβολίζουν τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μετὰ τὴν τριήμερη παραμονή Του στὸν τάφο καὶ τελοῦνται μὲ τὴν εὐχὴ ν᾿ ἀναστηθεῖ καὶ ὁ νεκρὸς στὴν οὐράνια βασιλεία.

Τὰ «ἐννιάμερα» τελοῦνται γιὰ τὰ ἐννέα τάγματα τῶν αΰλων ἀγγέλων, μὲ τὴν εὐχὴ νὰ βρεθεῖ κοντά τους ἡ ἄϋλη ψυχὴ τοῦ νεκροῦ.

Τὰ «τεσσαρακονθήμερα» τελοῦνται γιὰ τὴν Ἀναλήψη τοῦ Κυρίου, ποὺ ἔγινε σαράντα μέρες μετὰ τὴν Ἀνάστασή Του, μὲ τὴν εὐχὴ νὰ «ἀναληφθεῖ» καὶ ὁ νεκρός, νὰ συναντήσει τὸ Χριστὸ στοὺς οὐρανοὺς καὶ νὰ ζήσει γιὰ πάντα μαζί Του.

Τὰ «ἐτήσια», τέλος, τελοῦνται τὴν ἐπέτειο ἡμέρα τοῦ θανάτου, σὲ ἀνάμνηση τῶν γενεθλίων τοῦ νεκροῦ, καθώς, γιὰ τοὺς πιστοὺς χριστιανούς, ἡμέρα τῆς ἀληθινῆς γεννήσεως εἶναι ἡ ἡμέρα τοῦ σωματικοῦ θανάτου καὶ τῆς μεταστάσεως στὴν αἰώνια ζωή.

Μνημόσυνα, ἀντίστοιχα μὲ τὰ παραπάνω, τελοῦνται τὸν τρίτο, ἕκτο καὶ ἔνατο μῆνα ἀπὸ τὴν ἡμέρα τοῦ θανάτου («τρίμηνα», «ἑξάμηνα», «ἐννεάμηνα»).

Τὴν μεγαλύτερη ὠφέλεια στοὺς νεκροὺς τὴν προξενεῖ ἡ τέλεση τῆς θείας εὐχαριστίας στὴ μνήμη τους, γιατὶ τότε, μὲ τὶς μερίδες τους στὸ ἅγιο δισκάριο, «ἐνώνονται ἀόρατα μὲ τὸ Θεὸ καὶ ἐπικοινωνοῦν μαζί Του καὶ παρηγορούνται καὶ σώζονται καὶ εὐφραίνονται ἐν Χριστῷ» (ἅγιος Συμεὼν Θεσσαλονίκης).

Ἐκτὸς ἀπὸ τὰ εἰδικὰ γιὰ κάθε νεκρὸ μνημόσυνα, ἡ Ἐκκλησία ἔχει στὶς καθημερινὲς ἀκολουθίες της, γενικὲς δεήσεις γιὰ τοὺς κεκοιμημένους, ὅπως εἶναι λ.χ. τὸ νεκρώσιμο μέρος τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Μεσονυκτικοῦ καὶ οἱ σχετικὲς ἀναφορὲς στὶς «ἐκτενεῖς δεήσεις» τοῦ Ἑσπερινοῦ, τοῦ Ὄρθρου καὶ τῆς θείας Λειτουργίας.

Πρέπει νὰ σημειωθεῖ, ἂν καὶ αὐτονόητο, ὅτι ἡ Ἐκκλησία τελεῖ μνημόσυνα μόνο γιὰ τοὺς ὀρθοδόξους χριστιανοὺς ποὺ κοιμήθηκαν μέσα στοὺς κόλπους της.

Ἐξηγήσεις παρερμηνειῶν

Θὰ πρέπει, τέλος, νὰ ἐξηγήσουμε ὅτι πολλὰ λάθη ἀπὸ τὴν ἄγνοια τοῦ παρελθόντος ἔχουν φτάσει ὡς τὶς μέρες μας, καὶ θὰ πρέπει ἄμεσα νὰ διορθωθοῦν.

α) Τὰ μνημόσυνα θὰ πρέπει νὰ γίνονται ἀκριβῶς τὴν ἡμέρα ποὺ πρέπει καὶ ὄχι νωρίτερα ἢ ἀργότερα.

β) Τὸ σπάσιμο γυάλινων ἀντικειμένων ἢ ἄλλων τοιούτων, εἶναι ἄκρως εἰδωλολατρικὴ συνήθεια καὶ ἁμαρτάνουν ὅσοι τὸ πράττουν.

γ) Στὰ μνημόσυνα παραθέτουμε καὶ εὐλογοῦνται μόνο καλῶς βρασμένα κόλλυβα (σιτάρι) ὡς ἐνδεικτικὰ τῆς Ἀναστάσεως καὶ ὄχι ἀλλα ὑποκατάστατα (κουλουράκια-ψωμάκια-γλυκά κ.τ.λ.)

δ) Τὸ πρῶτο Σάββατο τῆς Τεσσαρακοστῆς δὲν εἶναι «Ψυχοσάββατο», ἀλλὰ ἑορτάζουμε τὸ «διὰ κολλύβων» θαῦμα τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Τήρωνος.

ε) Στὰ Ψυχοσάββατα μποροῦμε νὰ παραθέτουμε κόλλυβα εἴτε στὸν Ἑσπερινὸ τῆς Παρασκευῆς, εἴτε στὴν Θεία Λειτουργία τοῦ Σαββάτου, εἴτε καὶ στὰ δύο. Πρόκειται περὶ τῆς ἰδίας ἀξίας, ἀφοῦ ἡ ἴδια ἀκολουθία διαβάζεται.

στ) Τὰ εὐλογηθέντα κόλλυβα δὲν τὰ σκορπίζουμε στὸν τάφο, οὔτε τὰ ἀπορρίπτουμε στὰ σκουπίδια, πράξεις ἐκκλησιαστικὰ ἀπαράδεκτες. 

Δείτε σχετικά:

H ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΜΝΗΜΟΣΥΝΩΝ. Γιατι τελούνται τα 3ήμερα και τα 9μερα μνημόσυνα.

Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2014

Ο Αόρατος πόλεμος - ΟΣΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ-ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ KΔ'


Πῶς πρέπει νὰ κυβερνᾶμε τὴ γλῶσσα μας.


Ἀνάγκη μεγάλη εἶναι νὰ κυβερνᾷ κάποιος ὅπως πρέπει τὴν γλῶσσα του καὶ νὰ τὴν χαλιναγωγῇ. Γιατὶ, κάθε ἕνας κλίνει πολὺ στὸ νὰ τὴν ἀφήνῃ νὰ τρέχῃ καὶ νὰ ὁμιλῇ γιὰ ἐκεῖνα ποὺ δίνουν εὐχαρίστησι στὶς αἰσθήσεις μας· ἡ πολυλογία, τὶς περισσότερες φορές, προέρχεται ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια, ἀπὸ τὴν ὁποία, φανταζόμενοι ἐμεῖς πὼς γνωρίζουμε πολλά, καὶ ἰκανοποιώντας τὴ γνώμη μας, πιεζόμαστε μὲ πολλὲς ἐπαναλήψεις τῶν λόγων μας, νὰ τυπώσουε τὴν γνώμη μας αὐτὴ στὶς καρδιὲς τῶν ἄλλων, γιὰ νὰ τοὺς κάνουμε τὸν δάσκαλο, σὰν νὰ ἔχουν ἀνάγκη νὰ μάθουν ἀπὸ μᾶς· καὶ μάλιστα τὴν ἴδια ὑπερηφάνεια δείχνουμε ὅταν τοὺς διδάσκουμε χωρὶς αὐτοὶ νὰ μᾶς ρωτήσουν πρῶτα.

Τὰ κακὰ ποὺ γεννιοῦνται ἀπὸ τὴν πολυλογία, δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ τὰ περιγράψουμε μὲ λίγα λόγια· ἡ πολυλογία εἶναι μητέρα τῆς ἀκηδίας· ὑπόθεσις ἄγνοιας καὶ ἀνοησίας· πόρτα τῆς καταλαλιᾶς, ὑπηρέτης τῶν ψεμμάτων καὶ ψυχρότητα τῆς εὐλαβοῦς θερμότητας· τὰ πολλὰ λόγια δυναμώνουν τὰ πάθη καὶ ἀπὸ αὐτὰ κινεῖται μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ἡ γλῶσσα μὲ περισσότερη εὐκολία στὴν ἀδιάκριτη συζήτησι. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Ἀπόστολος Ἰάκωβος, θέλοντας νὰ φανερώσῃ πόσο δύσκολο εἶναι τὸ νὰ μὴν ἁμαρτάνῃ κάποιος στὰ λόγια ποὺ λέει, εἶπε ὅτι αὐτὸ εἶναι χαρακτηριστικὸ τῶν τελείων ἀνδρῶν· «Ἂν κάποιος δὲν κάνῃ σφάλματα μὲ τὰ λόγια, αὐτὸς εἶναι τέλειος ἄνθρωπος, ἱκανὸς νὰ χαλιναγωγήσῃ ὅλο του τὸν ἑαυτό» (3). Γιατὶ, ἀφοῦ ἡ γλῶσσα ἀρχίσει μία φορὰ νὰ μιλάει, τρέχει σὰν ἀχαλίνωτο ἄλογο, καὶ δὲν μιλάει μόνο τὰ καλὰ καὶ αὐτὰ ποὺ πρέπει, ἀλλὰ καὶ τὰ κακά· γι᾿ αὐτὸ καὶ ὀνομάζεται αὐτὴ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Ἀπόστολο, «μεστὴ ἀπὸ κακό, γεμάτη ἀπὸ δηλητήριο θανατηφόρο». Ὅπως σύμφωνα καὶ ὁ Σολομώντας εἶπε, ὅτι ἀπὸ τὴν πολυλογία δὲν θὰ ἀποφύγῃς τὴν ἁμαρτία· «ἐκ πολυλογίας οὐκ ἐκφεύξη ἁμαρτίαν» (Παρ. 10,20). Καὶ γιὰ νὰ μιλήσουμε γενικά, ὅποιος μιλάει πολύ, δείχνει ὅτι εἶναι ἀνόητος· «ὁ ἄφρων πληθύνει λόγους» (Ἐκκλ. 10,14).

Μὴν ἀνοίξης μεγάλες συνομιλίες μὲ ἐκεῖνον, ποὺ σὲ ἀκούει μὲ κακὴ ὄρεξι, γιὰ νὰ μὴ τὸν ἀηδιάσης καὶ τὸν κάνῃς νὰ σὲ σιχαθῆ, ὅπως γράφτηκε: «Ὁ πλεονάζων λόγον, βδελυχθήσεται» (Σειρὰχ κεφ. 7). Ἀπόφευγε νὰ μιλᾷς αὐστηρὰ καὶ μεγαλόφωνα. Γιατὶ καὶ τὰ δυὸ εἶναι πολὺ μισητὰ καὶ δίνουν ὑποψία ὅτι εἶσαι μάταιος καὶ ἔχεις μεγάλη ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό σου· μὴν μιλᾷς ποτὲ γιὰ τὸν ἑαυτό σου καὶ γιὰ τὶς ὑποθέσεις σου ἢ γιὰ τοὺς συγγενεῖς σου· παρά, ὅταν εἶναι ἀνάγκη καὶ ὅσο μπορεῖς περισσότερο, μὲ συντομία καὶ ὀλιγολογία. Καὶ ἂν σοῦ φανῆ πὼς ἄλλοι μιλοῦν γιὰ τὸν ἑαυτό τους παραπάνω, ἐσὺ πίεσε τὸν ἑαυτό σου νὰ μὴ τοὺς μιμηθῇς, ἂν ὑποτεθῆ ὅτι καὶ τὰ λόγια τους νὰ φαίνωνται ταπεινὰ καὶ τῶν ἴδιων κατηγορητικά. Γιὰ δὲ τὸν πλησίον σου καὶ γιὰ ὅσα ἀνάγονται σὲ αὐτό, μίλα ὅσο λιγώτερο μπορεῖς, ὅταν καὶ ἐκεῖ ποὺ εἶναι ἀνάγκη γιὰ τὸ καλό του (45).

Γιὰ τὸν Θεό, νὰ μιλᾷς μὲ ὅλη σου τὴν ὄρεξι καὶ μάλιστα γιὰ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ἀγαθότητά του. Ἀλλὰ μὲ φόβο, σκεπτόμενος, ὅτι μπορεῖς νὰ κάνῃς λάθος ἀκόμη καὶ σὲ αὐτό. Ὁπότε, καλύτερα ἀγάπα νὰ προσέχῃς, ὅταν ἄλλοι μιλοῦν σχετικὰ μὲ αὐτά, φυλάττοντας τοὺς λόγους τους στὰ ἐσωτερικά της καρδιᾶς σου. Γιὰ τὰ ἄλλα ποὺ μιλᾶνε, μόνο ὁ ἦχος τῆς φωνῆς ἂς ἐνοχλῇ τὴν ἀκοή σου· ἀλλὰ ὁ νοῦς σου, ἂς στέκεται ἀνυψωμένος στὸ Θεό. Ἀλλὰ καὶ ὅταν ἀκόμη εἶναι ἀνάγκη νὰ ἀκούσῃς ἐκεῖνον, ποὺ μιλάει γιὰ νὰ καταλάβης καὶ νὰ τοῦ ἀπαντήσῃς, καὶ τότε μὴν παραλείψης ἀνάμεσα νὰ ὑψώσῃς κάποιο μὲ τὸ λογισμὸ στὸν οὐρανό, ποὺ κατοικεῖ ὁ Θεός σου· καὶ σκέψου τὸ ὕψος του καὶ πὼς αὐτὸς βλέπει πάντα τὴν μηδαμινότητά σου, ἐξέταζε καλὰ ἐκεῖνα, ποὺ ἔρχονται στὴν καρδιά σου γιὰ νὰ πῇς, πρὶν νὰ περάσουν στὴ γλῶσσα καὶ θὰ βρῇς πολλά, ποὺ εἶναι καλύτερα νὰ μὴν βγοῦν ἀπὸ τὸ στόμα σου· ἀλλὰ ἀκόμη γνώριζε, ὅτι καὶ ἀπὸ ἐκεῖνα, ποὺ σκέφτεσαι ὅτι εἶναι καλὰ νὰ πῇς, εἶναι πολὺ καλύτερο νὰ τὰ θάψης στὴ σιωπὴ καὶ θὰ τὸ γνωρίσῃς, ἀφοῦ περάση ἐκείνη ἡ συνομιλία.

Ἡ σιωπή, εἶναι μία μεγάλη ἐνδυνάμωσις τοῦ Ἀοράτου Πολέμου καὶ μία σίγουρη ἐλπίδα τῆς νίκης· ἡ σιωπή, εἶναι πολὺ ἀγαπημένη ἀπὸ ἐκεῖνον, ποὺ δὲν ἐμπιστεύεται τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ ἐλπίζει στὸ Θεό· εἶναι φύλακας τῆς ἱερᾶς προσευχῆς καὶ θαυμαστῆ βοήθεια στὴν ἐκγύμνασι τῶν ἀρετῶν (46)· καὶ ἀκόμη εἶναι σημεῖο φρονιμάδας. Γιατὶ, ἂν καὶ ἄλλος δὲν μιλάη, τὸ κάνει γιατὶ δὲν ἔχει λόγο νὰ πῇ· «Ἐστὶ σιωπῶν, οὐ γὰρ ἔχει ἀπόκρισιν» (Σειρὰχ κεφ. 5)· καὶ ἄλλος, διότι φυλάττει τὸν κατάλληλο καιρὸ γιὰ νὰ μιλήσῃ· «Καὶ ἔστι σιωπῶν, εἰδὼς καιρόν» (αὐτόθι). Καὶ ἄλλος γιὰ ἄλλες αἰτίες (47)· γενικὰ ὅμως καὶ ὁλοκληρωτικά, ὅποιος δὲν μιλάει, δείχνει πὼς εἶναι φρόνιμος καὶ σοφός· «ἐστὶ σιωπῶν καὶ αὐτὸς φρόνιμος» (Σειρ. 14,27). «Ἕνας σιωπαίνει καὶ ἀποδεικνύεται σοφός» (Σειρ. 20,4).

Γιὰ νὰ συνηθίσῃς νὰ σιωπᾷς, σκέψου πολλὲς φορὲς τὶς ζημιὲς καὶ τοὺς κινδύνους τῆς πολυλογίας καὶ τὰ μεγάλα καλὰ τῆς σιωπῆς καὶ αὐτοὺς τοὺς τρεῖς τρόπους, ποὺ εἶπα στὰ προηγούμενα τρία κεφάλαια, δηλαδὴ τὸ νὰ ἀνεβαίνῃ κάποιος ἀπὸ τὰ αἰσθητὰ στὴ θεωρία τοῦ Θεοῦ, στὴ θεωρία τοῦ σαρκωθέντος Λόγου· καὶ στὸ στολισμὸ τῶν ἠθῶν, μποροῦν νὰ μεταχειρίζονται ἐκεῖνοι, ποὺ ἔχουν γνῶσι, διάκρισι καὶ δύναμι στὸ λογισμό, γιὰ νὰ διορθώνουν τὶς αἰσθήσεις τους μὲ αὐτούς. Ὅσοι ὅμως δὲν ἔχουν αὐτὴ τὴν γνῶσι καὶ τὴν δύναμι, αὐτοὶ μὲ ἄλλον τρόπο μποροῦν νὰ διορθώνουν τὶς αἰσθήσεις τους· δηλαδή, μὲ ὅλη τους τὴν δύναμι νὰ ἀπέχουν ἀπὸ ὅλα ἐκεῖνα τὰ αἰσθητά, ποὺ μποροῦν νὰ βλάπτουν τὴν ψυχή τους.

Καὶ λοιπόν, ἐσὺ ἀδελφέ μου, α´ μέν, πρέπει νὰ φυλάττῃς μὲ μεγάλη προσοχὴ τοὺς κακοὺς καὶ γρήγορους κλέφτες ποὺ ἔχεις, δηλαδή, τὰ μάτια σου, καὶ νὰ μὴν τὰ ἀφήνῃς νὰ τεντώνονται καὶ νὰ βλέπουν μὲ περιέργεια τὰ πρόσωπα τῶν γυναικῶν, τόσο τὰ ὄμορφα, ὅσο καὶ τὰ ἄσχημα ἢ τὰ πρόσωπα τῶν ἀνδρῶν καὶ μάλιστα τῶν νέων καὶ ἀγένειων ἢ νὰ βλέπουν τὴν ξεγύμνωσι ὄχι μόνο τῶν ξένων σωμάτων, ἀλλὰ καὶ αὐτοῦ τοῦ ἰδίου σου σώματος. Γιατὶ ἀπὸ αὐτὴν τὴν περιέργεια καὶ τὸ ἐμπαθῆ κοίταγμα, ἡ καρδιὰ συλλαμβάνει τὴν ἡδονὴ καὶ τὴν ἐπιθυμία τῆς πορνείας καὶ τῆς παιδεραστίας. Καθὼς εἶπε ὁ Κύριος. «Ὅποιος βλέπει γυναῖκα μὲ ἐπιθυμία πονηρή, ἔχει κιόλας μέσα του διαπράξει τὴν μοιχεία μὲ αὐτήν» (Ματθ. 5,38). Καὶ κάποιος σοφὸς εἶπε «ἐκ τοῦ ὁρᾶν, τίκτεται τὸ ἐρᾶν» (48). Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Σολομώντας παραγγέλνει, νὰ μὴ πιαστοῦμε ἀπὸ τὰ μάτια μας, μήτε νὰ νικηθοῦμε ἀπὸ ἐπιθυμία ὡραιότητας· «υἱέ, μὴ σὲ νικήσῃ κάλλους ἐπιθυμία, μητὲ ἀγρευθῇς σοῖς ὀφθαλμοῖς» (Παρ. 6,25).

Ἐκτὸς ἀπὸ αὐτά, φυλάξου νὰ μὴ βλέπῃς περίεργα τὰ ὄμορφα φαγητὰ καὶ ποτά, ἐνθυμούμενος τὴν πρώτη μητέρα τοῦ γένους μας Εὔα ἡ ὁποία, γιὰ νὰ δῇ τὸν ἀπαγορευμένο καρπὸ τοῦ ἐμποδισμένου ξύλου στὸν Παράδεισο, τὸν ἐπιθύμησε, τὸν πῆρε, τὸν ἔφαγε καὶ ἔτσι πέθανε· οὔτε νὰ βλέπῃς μὲ εὐχαρίστησι τὰ ὄμορφα ροῦχα ἢ τὸν χρυσὸ καὶ τὸ ἀργύριο ἢ τὶς λαμπρὲς δόξες τοῦ κόσμου, γιὰ νὰ μὴ περάση ἀπὸ τὰ μάτια σου μέσα στὴ ψυχήν σου τὸ πάθος τῆς φιλοδοξίας καὶ φιλαργυρίας. «Ἀπόστρεψαν γάρ, φησι, τοὺς ὀφθαλμούς μου, τοῦ μὴ ἰδεῖν ματαιότητα» (Ψαλμ. 118.)· καὶ γιὰ νὰ μιλήσω γενικά, φυλάξου νὰ μὴ βλέπῃς χορούς, παιχνίδια, τραπέζια, ξεφαντώματα, μαλώματα, παλαίσματα, τρεχάματα καὶ ὅλα τὰ ἄλλα ἄτακτα καὶ ἄσεμνα πράγματα, ποὺ ἀγαπᾷ ὁ ἠλίθιος κόσμος καὶ ἔχει ἀπαγορευμένα ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ· ἀλλὰ ἀπόφευγε καὶ κλεῖσε τὰ μάτια σου ἀπὸ αὐτά, γιὰ νὰ μὴ γεμίσῃς τὴν καρδιὰ καὶ τὴν φαντασία σου ἀπὸ ἄσχημες εἰκόνες καὶ πάθη, καὶ ξεσηκώσῃς ταραχὴ καὶ νέο πόλεμο ἐναντίον σου, ἀφήνοντας τὸν ἀγῶνα, ποὺ ἔχεις νὰ ἀγωνίζεσαι ἐναντίον τῶν παλαιῶν σου παθῶν. Ἀγάπα ὅμως νὰ βλέπῃς τὶς Ἐκκλησίες, τὶς ἁγίες εἰκόνες, τὰ ἱερὰ βιβλία, τὰ κοιμητήρια, τοὺς τάφους καὶ ὅσα ἄλλα εἶναι σεμνὰ καὶ ἅγια, τῶν ὁποίων ἡ θεωρία σὲ ὠφελεῖ.

Α´. Πρέπει νὰ προφυλάττης τὰ αὐτιά σου. Πρῶτα γιὰ νὰ μὴν ἀκοῦς τὰ αἰσχρὰ καὶ ἐρωτικὰ λόγια, τὰ τραγούδια καὶ τὰ μουσικὰ ὄργανα, ἀπὸ τὰ ὁποῖα γλυκαίνεται ἡ ψυχή σου καὶ ἡ καρδιά σου ἀνάβει ἀπὸ τὴν σαρκικὴ ἐπιθυμία. Γιατὶ εἶναι γραμμένο· «ἀπομάκρυνε ἀπὸ μένα τὰ ἐπονείδιστα λόγια» (Παρ. κζ´ 11).

Κατὰ δεύτερο λόγο, γιὰ νὰ μὴν ἀκοῦς τὰ ἀστεῖα καὶ τὰ γελωτοποιὰ λόγια, τὰ ὁποῖα μάλιστα εἶναι φαντασιώσεις καὶ τὰ κάθε εἴδους καὶ διάφορα τοῦ κόσμου ψέμματα, νοστιμευόμενος καὶ γλυκαινόμενος ἀπὸ αὐτά. Ἐπειδὴ δὲν εἶναι σωστὸ στὸ χριστιανὸ νὰ ἀκούῃ μὲ εὐχαρίστησι αὐτά, ἀλλὰ ἐκείνων τῶν διεφθαρμένων ἀνθρώπων, σχετικὰ μὲ τοὺς ὁποίους εἶπε ὁ Παῦλος, ὅτι, «θὰ κλείσουν τὰ αὐτιά τους στὴν ἀλήθεια καὶ θὰ στραφοῦν στὰ παραμύθια» (Β´ Τιμ. δ´ 4).

Τρίτο, γιὰ νὰ μὴν ἀκοῦς μὲ εὐχαρίστησι τὶς κατακρίσεις καὶ πολυλογίες ποὺ οἱ ἄλλοι κάνουν ἐναντίον τοῦ πλησίον ἀλλὰ ἢ νὰ τὶς ἐμποδίζεις, ἂν μπορεῖς ἢ νὰ μὴν κάθεσαι νὰ τὶς ἀκοῦς. Ἐπειδὴ ὁ μέγας Βασίλειος θεωρεῖ ἄξιους ἀφορισμοῦ, τόσο ἐκείνους ποὺ πολυλογοῦν, ὅσο καὶ ἐκείνους ποὺ στέκονται καὶ ἀκοῦν τὶς συκοφαντίες· «Ἂν βρεθῆ κάποιος νὰ καταλαλῇ ἄλλον ἢ ἂν ἀκούῃ νὰ καταλαλοῦν καὶ δὲν τοὺς ἐπιτιμᾷ… μαζὶ μὲ αὐτὸν νὰ ἀφορίζεται» (49).

Τέταρτο, φυλάξου νὰ μὴ γλυκαίνεσαι καὶ ἀκοῦς τὰ περιττὰ καὶ μάταια λόγια καὶ τὶς φλυαρίες, στὶς ὁποῖες καταπιάνεται ὁ περισσότερος κόσμος· γιατί, εἶναι γραμμένο· «δὲν θὰ ἀκούσῃς λόγο μάταιο» (Ἔξοδ. 23,1). Καὶ ὁ Σολομώντας εἶπε· «μάταιο λόγο κάντον μακρυά μου» (Παρ. 30,8). Καὶ ὁ Κύριος εἶπε· «Γιὰ κάθε μάταιο λόγο ποὺ θὰ ποῦν οἱ ἄνθρωποι, θὰ λογοδοτήσουν τὴν ἡμέρα τῆς κρίσεως» (Ματθ. 12,36).
Καὶ γιὰ νὰ ποῦμε σύντομα, φυλάξου νὰ μὴν ἀκοῦς ὅλα ἐκεῖνα τὰ λόγια καὶ ἀκούσματα, ποὺ μποροῦν νὰ βλάψουν τὴν ψυχή σου· αὐτὰ κυρίως εἶναι οἱ κολακεῖες τῶν κολάκων καὶ οἱ ἔπαινοι, σχετικὰ γιὰ τοὺς ὁποίους εἶπε ὁ Ἡσαΐας «λαός μου, αὐτοὶ ποὺ σᾶς καλοτυχίζουν, σᾶς κοροϊδεύουν» (3,11). Ἀγάπησε δὲ νὰ ἀκοῦς τὰ θεῖα λόγια, τὶς ἱερὲς μελῳδίες καὶ ψαλμῳδίες, καὶ ὅλα ὅσα εἶναι σεμνά, ἅγια, σοφὰ καὶ ψυχωφελῆ· καὶ μάλιστα ἀγάπα νὰ ἀκοῦς τὶς ἀτιμίες καὶ τὶς βρισιὲς ποὺ σοῦ κάνουν οἱ ἄλλοι.

Ε´. Φύλαξε τὴν ὄσφρησί σου ἀπὸ τὰ μυρωδικά, τοὺς μόσχους καὶ ἄλλα εὐωδιαστὰ ἀρώματα, τὰ ὁποῖα δὲν πρέπει οὔτε πάνω σου νὰ τὰ βάζῃς ἢ νὰ τὰ ἀλείφῃς, οὔτε μὲ ὑπερβολὴ νὰ μυρίζεσαι. Ἐπειδὴ αὐτά, ὅλα εἶναι χαρακτηριστικὸ τῶν ἀσέμνων γυναικῶν, καὶ ὄχι τῶν φρονίμων ἀνδρῶν, καὶ κοιμίζουν τὴν γενναιότητα τῆς ψυχῆς, καὶ τὴν σπρώχνουν σὲ πορνικὰ πάθη καὶ ἐπιθυμίες καὶ κάνουν νὰ ἔρχωνται σὲ αὐτοὺς ποὺ τὰ μεταχειρίζονται, οἱ προφητικὲς ἐκεῖνες κατάρες, ποὺ λένε «Καὶ ἀντὶ τῆς εὐχάριστης εὐωδίας, θὰ ὑπάρχη μοῦχλα» (Ἡσ. 3,23), «Καὶ ἀλοίομονο σὲ ὅσους ἀλείφονται μὲ τὰ καλύτερα ἀρώματα» (Ἄμ. 6,6).

ΣΤ´. Φύλαξε τὴν γεῦσι καὶ τὴν κοιλιά σου, γιὰ νὰ μὴν ὑποδουλώνεται σὲ παχυντικὰ καὶ εὐχάριστα καὶ πολυποίκιλα φαγητά, καὶ νόστιμα καὶ εὐώδη ποτά. Γιατὶ, τὰ τρυφερὰ αὐτὰ τραπέζια, πρὶν νὰ τὰ ἀποκτήσῃς, θὰ σὲ κάνουν νὰ πέσῃς σὲ κλεψιές, ψέματα, κολακεῖες, καὶ ἄλλα χίλια ὑπηρετικὰ πάθη καὶ κακά· ἀφοῦ ὅμως τὰ ἀποκτήσῃς, θὰ σὲ γκρεμίσουν στοὺς λάκκους τῶν σαρκικῶν ἡδονῶν καὶ κτηνόμορφων ἐπιθυμιῶν, ὅσες πραγματοποιοῦνται κάτω ἀπὸ τὴν κοιλιά· καὶ θὰ φέρουν ἐναντίον σου τὶς προφητικὲς ἐκεῖνες κατάρες τοῦ Ἀμώς· «Ἀλοίμονο ἐσεῖς ποὺ τρῶτε τρυφερὰ ἀρνάκια καὶ καλοθρεμένα μοσχαράκια ἀπὸ τὰ κοπάδια….» (6,4).

Ζ´. Πρέπει νὰ φυλάγεσαι, νὰ μὴν πιάνῃς μὲ τὸ χέρι ὄχι μόνο ξένο σῶμα γυναίκας, ἄνδρα ἢ γέροντα, τὸ ἴδιο καὶ νεώτερου, ἀλλὰ οὔτε τὸ δικό σου σῶμα καὶ μάλιστα τὰ ἀπόκρυφα σημεῖα σου, χωρὶς νὰ ὑπάρχη ἀνάγκη. Γιατὶ, ὅσο ἄκομψη εἶναι αὐτὴ ἡ αἴσθησις τῆς ἁφῆς, τόσο αἰσθητικὴ καὶ ζωντανὴ εἶναι καὶ παρακινεῖ τὰ πάθη τῆς σάρκας, καὶ γκρεμίζει τὸν ἄνθρωπο ὡς αὐτὴ τὴν πρᾶξι τῆς ἁμαρτίας. Καὶ ὅλες μὲν οἱ ἄλλες αἰσθήσεις, ὑπηρετοῦν τὴν ἁφή, καὶ κατὰ κάποιο τρόπο, ἀπὸ μακριὰ ἐργάζονται τὴν ἁμαρτία. Ἀλλὰ ὅταν κάποιος φθάση στὴν ἁφή, δηλαδὴ φτάνῃ καὶ πιάνῃ, δύσκολα πιὰ μπορεῖ νὰ κρατηθῆ καὶ νὰ μὴν διαπράξῃ τὴν ἁμαρτία.

Στὴν αἴσθησι τῆς ἁφῆς, ἀναφέρεται καὶ ὁ στολισμὸς τῆς κεφαλῆς καὶ τοῦ σώματος καὶ τῶν ποδιῶν. Ὁπότε, φυλάξου νὰ μὴ στολίζῃς τὸ σῶμα σου μὲ μαλακὰ καὶ διάφορα καὶ λαμπρὰ ροῦχα ἢ μὲ πολυέξοδα καλύμματα τῆς κεφαλῆς ἢ μὲ πολύτιμα παπούτσια, γιατὶ αὐτὰ ἁρμόζουν στὶς γυναῖκες καὶ στοὺς ἄνδρες δὲν ταιριάζουν, ἀλλὰ μόνο νὰ φορᾷς σεμνὰ καὶ ταπεινὰ καὶ ὅσα εἶναι ἀναγκαῖα καὶ χρειάζονται, στὸ κρύο τοῦ χειμῶνα καὶ στὸν καύσωνα τοῦ καλοκαιριοῦ γιὰ τὴν συντήρησι τοῦ σώματος, γιὰ νὰ μὴν ἀκούσῃς καὶ σὺ ἐκεῖνο, ποὺ ἄκουσε ὁ πλούσιος ποὺ ντύθηκε τὴν βασιλικὴ καὶ μεταξωτὴ ἐνδυμασία, δηλαδή, τό· «Ἀπέλαβες τὰ ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου» (Λουκ. 16,25) καὶ ἔλθη πάνω σου ἡ κατάρα ποὺ λέγει ὁ Ἰεζεκιήλ· «Θὰ βγάλουν τοὺς μανδύες τους καὶ θὰ πετάξουν ἀπὸ πάνω τους τὰ χρυσοκέντητα ροῦχα τους» (26,16).

Στὴν ἁφὴ ἀναφέρονται ἀκόμη καὶ οἱ ἄλλες ἀνέσεις τοῦ σώματος· ὅπως εἶναι, τὸ φτιάξιμο τῶν μαλλιῶν καὶ τὸ συχνὸ πλύσιμο τῶν γενιῶν, τὰ λαμπρὰ καὶ πολύτιμα σπίτια, τὰ πολυέξοδα καὶ μαλακὰ στρώματα καὶ καθίσματα. Ἀπὸ αὐτὰ ὅλα νὰ φυλάγεσαι, ὡς βλαβερὰ τῆς συνέσεώς σου καὶ ὑπεύθυνα τῆς πορνείας καὶ τῶν σαρκικῶν παθῶν, γιὰ νὰ μὴν κληρονομήσῃς τὸ οὐαὶ τοῦ Ἀμώς, ποὺ λέγει· «Ἀλοίμονο σὲ σᾶς ποὺ ξαπλώνετε σὲ ἀνάκλιντρα στολισμένα μὲ ἐλεφαντόδοντο» (6,4).

Αὐτὰ ποὺ σοῦ εἶπα ὡς τώρα, εἶναι ἡ γῆ, τὴν ὁποία κατεδικάστηκε νὰ τρώῃ τὸ νοητὸ φίδι ὁ διάβολος. Αὐτὰ εἶναι, ἡ ὕλη καὶ ἡ τροφή, μὲ τὴν ὁποία τρέφονται ὅλα τὰ πάθη τῆς σάρκας. Καὶ λοιπόν, ἐὰν ἐσὺ δὲν τὰ καταφρονήσῃς, ὡς δῆθεν μικρά, ἀλλὰ πολεμήσῃς γενναῖα καὶ δὲν τὰ ἀφήσῃς νὰ μποῦν μέσα ἀπὸ τὶς αἰσθήσεις στὴν ψυχὴ καὶ τὴν καρδιά σου, σὲ πληροφορῶ, ὅτι ἀλήθεια, εὔκολα θὰ ἐξαφανίσῃς μὲ τὴν ἀτροφία τὸν διάβολο καὶ τὰ πάθη καὶ σὲ λίγο καιρὸ θὰ φανῆς νικητὴς ἄριστος σὲ αὐτὸν τὸν Ἀόρατο Πόλεμο.

Γιατὶ εἶναι γραμμένο στὸν Ἰώβ, ὅτι ὁ μυρμηκολέοντας (δηλαδὴ ὁ διάβολος) ἐξαφανίστηκε καὶ χάθηκε μὴ ἔχοντας νὰ φάῃ τροφή, «Μυρμηκολέων ὥλετο, παρὰ τὸ μὴ ἔχειν βορᾶν» (δ´ 11) (50).