A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Πέμπτη 18 Ιουλίου 2013

Ο ΟΣΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ο ΑΘΩΝΙΤΗΣ ΚΑΙ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΟΣ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ - Β´ ΜΕΡΟΣ (5 Ἰουλίου)



Παῦλος Μoναχὸς Λαυριώτης

ΑΦΙΞΗ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ


.       Φεύγει λοιπὸν καὶ ἀποβιβάζεται στὴν Ἄβυδο τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Φθάνοντας ἐκεῖ, ἔστειλε πίσω στὸν Ἄθωνα τὸ πλοῖο τῆς Λαύρας μὲ τοὺς περισσότερους ἐκ τῶν συνοδῶν του. Ἕνα μοναχὸ ἀποστέλλει στὴ Βασιλεύουσα μὲ σκοπὸ νὰ ἐπιδώσει στὸν αὐτοκράτορα ἐπιστολὴ καὶ ὁ ἴδιος μὲ τρεῖς ἐμπίστους μοναχοὺς ἐπιβιβάζεται σὲ πλοῖο μὲ προορισμὸ τὴν Κύπρο. Μὲ τὸ γράμμα στὸν αὐτοκράτορα τὸν πληροφορεῖ ὅτι παραιτεῖται ἀπὸ τὴν ἡγουμενία, ἀλλὰ συγχρόνως τοῦ ὑποδεικνύει τὸ μοναχὸ Εὐθύμιο, νὰ ἀναλάβει τὸ ἀξίωμα.
.      Φθάνοντας στὴν Κύπρο, διαμένει στὴ Μονὴ τῶν Ἱερέων καὶ ἀποστέλλει τὸν μοναχὸ Θεοδοτὸ στὴν Λαύρα, μὲ ἀποστολὴ νὰ παρακολουθεῖ τὴν ἐξέλιξη τῶν ὑποθέσεων τῆς Μονῆς. Μόλις ἡ πορεία τῶν πραγμάτων τῆς Μονῆς πῆρε ἀρνητικὴ τροπή, ὁ Θεοδοτὸς ἐπιστρέφει στὴν Κύπρο καὶ ἐνημερώνει τὸν Ἀθανάσιο γιὰ τὴν κατάσταση. Ὁ αὐτοκράτωρ, διαβάζοντας τὴν ἐπιστολὴ τοῦ Ἀθανασίου, λυπεῖται, καθιστᾶ τὸν μοναχὸ Εὐθύμιο ἡγούμενο τῆς Λαύρας καὶ πάραυτα, ἀποστέλλει γράμματα πρὸς ἀναζήτησιν τοῦ Ἀθανασίου, ὁ ὁποίος κρυβόταν στὴν Μονὴ τῶν Ἱερέων.
.      Τὰ γράμματα ἔφθασαν καὶ στὸν ἡγούμενο τῆς Μονῆς τῶν Ἱερέων, ὁ ὁποῖος ἐκάλεσε τὸν Ἀθανάσιο καὶ τὸν συνοδό του μοναχὸ Ἀντώνιο πρὸς ἐξακρίβωση. Ὁ Ἀθανάσιος ἀπέφυγε νὰ ἀποκαλύψει τὸν ἑαυτό του. Ἀναχωρεῖ μὲ τὸν Ἀντώνιο καὶ φθάνει στὴν πόλη Ἀττάλεια τῆς Μ. Ἀσίας, ὅπου φθάνει ἐπίσης καὶ ὁ μοναχὸς Θεοδοτός, ὁ ὁποῖος πληροφορεῖ τὸν Ἀθανάσιο γιὰ τὴν θλιβερὴ κατάσταση τῆς Λαύρας. Ἔτσι χωρὶς χρονοτριβή, ἀποφασίζει νὰ ἐπιστρέψει στὴν Μονή. Ἡ ἐπάνοδός του στὴν Λαύρα ἔδωσε χαρὰ καὶ ἱκανοποίηση στοὺς πατέρες, οἱ ὁποῖοι δοκιμάσθηκαν ἀρκετὰ κατὰ τὸ διάστημα τῆς ἀπουσίας του, κατὰ τὴν ὁποία διακινδύνευσε καὶ ἡ ἴδια ἡ ὕπαρξη τῆς Μονῆς.

ΣΤΗΝ ΒΑΣΙΛΕΥΟΥΣΑ


.      Ἀφοῦ ἐτακτοποίησε καλῶς ὅλα τὰ πράγματα τῆς Λαύρας, ἀπεφάσισε νὰ μεταβεῖ στὴν Βασιλεύουσα πρὸς συνάντηση τοῦ αὐτοκράτορος Νικηφόρου Φωκᾶ. Ἡ συνάντηση τῶν δύο ἀνδρῶν ὑπῆρξε συγκινητική, καὶ ἀκόμη περισσότερο, σημαντικὴ καὶ χρήσιμη. Δὲν ἔγινε ἁπλῶς ἡ διάλυση τῶν παρεξηγήσεων ἀλλὰ ὑπῆρξε σταθμός, ὄχι μόνον γιὰ τὴν ἱστορία τῆς Λαύρας, ἀλλὰ καὶ τοῦ Ἁγίου Ὄρους.
.    Ὁ Ἀθανάσιος ἐγνώριζε πολὺ καλὰ ὅτι ὁ Νικηφόρος Φωκᾶς ἀπὸ τὴν θέση τὴν ὁποία πλέον κατεῖχε θὰ βοηθοῦσε ἀποτελεσματικὰ τὴν Λαύρα. Πράγματι, ὁ αὐτοκράτωρ ἐξέδωσε, χάριν τοῦ Ἀθανασίου, ὑπὲρ τῆς Λαύρας τρία χρυσόβουλλα, τὰ ὁποῖα ἐκτὸς ἀπὸ τὴν θεσμική τους διάσταση, παραχωροῦσαν στὴν νεόδμητη Λαύρα σημαντικὲς δωρεές. Στὸ χρυσόβουλλό του, τὸ ὁποῖο εἶχε χαρακτήρα Τυπικοῦ γιὰ τὴν Λαύρα, ὁ Φωκᾶς περιέχει μία ρήτρα μεγάλης σημασίας: κανεὶς δὲν εἶχε τὸ δικαίωμα νὰ ἐπεμβαίνει στὴν Λαύρα ἐκτὸς ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα. Ἡ Λαύρα, ἡ ὁποία ἀπὸ ἰδιωτικὴ κατέστη βασιλικὴ  αὐτοκρατορική, μὲ τὴν ἀνάρρηση τοῦ Φωκᾶ στὸν αὐτοκρατορικὸ θρόνο καθιεροῦται ἐλευθέρα καὶ αὐτοδέσποτος ἀπὸ κάθε κοσμικὴ ἢ ἐκκλησιαστικὴ ἀρχή.
.     Ὁ Νικηφόρος, κτίτωρ τῆς Μονῆς, ἔχει τὴν κυριότητά της σὲ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς ζωῆς του, καὶ μετὰ τὸν θάνατό του περιέρχεται στὸν Ἀθανάσιο, ὁ ὁποῖος εἶναι ἰσόβιος ἡγούμενος. Ὁ Φωκᾶς μὲ τὸ χρυσοβουλλό του ἀπαγορεύει τὴν παραχώρηση τῆς Λαύρας σὲ πρόσωπο ξένο πρὸς αὐτήν, κοσμικὸ ἢ ἐκκλησιαστικὸ ἢ σὲ ἄλλη Μονή. Παράλληλα χορηγεῖ στὴν Λαύρα χρηματικὲς παροχὲς σὲ ἐτήσια βάση, ἀναγκαῖες γιὰ τὴ συντήρησή της. Ἔτσι, ἡ Λαύρα καθίσταται αὐτοκρατορικὸ μοναστήρι, μὲ κοινοβιακὸ χαρακτήρα, μὲ πλοῦτο καὶ εὐμάρεια.
.     Τὴν ἴδια περίοδο, λόγῳ τῆς φήμης τοῦ Ἀθανασίου καὶ τῆς ἐντυπωσιακῆς ἐξελίξεως τῆς Λαύρας, μοναχοὶ ἀπὸ πολλὲς περιοχὲς προσέρχονται νὰ ὑποταχθοῦν. Μεταξὺ αὐτῶν ἔρχονται ἀπὸ τὴν Ρώμη, Καλαβρία, Ἰταλία, Ἰβηρία, Ἀρμενία κ.λ.π. Ὅλοι αὐτοὶ βρίσκουν καταφύγιο τὴν Λαύρα, ἡ ὁποία τὴν περίοδο αὐτὴ (964-972) ἦταν τὸ μόνο σημαντικὸ μοναστικὸ ἵδρυμα, ἐκτὸς τοῦ Πρωτάτου, στὸν Ἄθω.
.    Αὐτὴ ἡ πρωτόγνωρη ἄνοδος τῆς Λαύρας δημιούργησε ὁρισμένες ἀντιδράσεις ἀπὸ πολλοὺς Ἀθωνίτες ἀσκητές, ἐρημίτες καὶ ἡγουμένους μονυδρίων. Ἡ βασικὴ διαμαρτυρία ἐπικεντρώνονταν στὸ ὅτι μὲ τὴν μεγάλη οἰκονομικὴ δραστηριότητα, τὶς ἄφθονες χρηματικὲς δωρεὲς κ.λπ. ἀλλοιώνονταν ἡ μοναχικὴ παράδοση τοῦ Ὄρους καὶ ὁ χαρακτήρας τοῦ ἁγιορείτικου ἀσκητικοῦ πνεύματος, ὅπως τότε ὑπῆρχε στὸν Ἄθω.
.    Ἡ δολοφονία τοῦ Νικηφόρου Φωκᾶ, δημιούργησε μία νέα ἐποχὴ καὶ τροπὴ στὰ ἁγιορείτικα πράγματα. Ὅσοι ἀντιδροῦσαν ἢ διαφωνοῦσαν μὲ τὸν Ἀθανάσιο, θεώρησαν κατάλληλη τὴν εὐκαιρία νὰ ἀνακόψουν τὴν πορεία του. Ἔτσι, ἔστειλαν ἀντιπροσωπεία στὸ νέο αὐτοκράτορα στὸν ὁποῖο διετύπωσαν τὶς αἰτιάσεις τους.

ΤΟ ΤΥΠΙΚΟ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΖΙΜΙΣΚΗ


.     Ὁ νέος αὐτοκράτωρ Ἰωάννης Τζιμισκὴς (969-976) προσκάλεσε τὸν Ἀθανάσιο στὴν Κωνσταντινούπολη. Κατὰ τὴν συνάντηση ὁ αὐτοκράτωρ, παρ’ ὅτι ἐγνώριζε τὸν στενὸ δεσμὸ τοῦ Ἀθανασίου μὲ τὸν δολοφονηθέντα αὐτοκράτορα Νικηφόρο Φωκᾶ (963-969), ὄχι μόνον δὲν ἔδειξε ἀντιπάθεια ἢ ἐχθρότητα πρὸς τὸν Ἀθανάσιο, ὅπως ἀνέμεναν οἱ ἀντιφρονοῦντες, ἄλλα ἔδειξε φιλικὴ στάση καὶ πραγματοποίησε ὅλα του τὰ αἰτήματα. Ἡ στάση αὐτὴ ἄμβλυνε τὶς ἀντιθέσεις καὶ ὁδήγησε στὴν συμφιλίωση τῶν δύο πλευρῶν. Ἀποτέλεσμα τῶν διαβουλεύσεων ἦταν νὰ ἀποσταλεῖ στὸν Ἄθω ὁ ἡγούμενος τῆς Μονῆς Στουδίου Εὐθύμιος, προκειμένου να λυθεῖ ὁριστικὰ τὸ ἁγιορειτικὸ ζήτημα. Ἐπὶ τῇ εὐκαιρίᾳ ἐκείνης τῆς συναντήσεως ὁ Ἰωάννης Τζιμισκὴς ἐξέδωσε χρυσοβουλλο ὑπὲρ τῆς Λαύρας, καὶ ἐπικύρωσε ὅλες τὶς διατάξεις τοῦ χρυσοβούλλου τοῦ προκατόχου του.
.    Ὁ ἡγούμενος τῆς Μονῆς Στουδίου Εὐθύμιος ἦλθε στὸν Ἀθανάσιο. Μετὰ ἀπὸ πολλὲς διαβουλεύσεις μεταξὺ τῶν ἁγιορειτῶν συνετάγη ἕνα κείμενο, ποὺ ἐνέκριναν ὅλοι οἱ ἡγούμενοι καὶ τὸ ὑπέγραψεν ὁ Πρῶτος, 57 ἡγούμενοι τοῦ Ἄθω καὶ ἄλλοι πρόκριτοι ἁγιορεῖτες. Τὸ κείμενο αὐτό, γνωστὸ ὡς Τυπικό τοῦ Τζιμισκῆ, φέρει ἐπίσης καὶ τὴν ὀνομασία «Τράγος» γιατί εἶχε γραφεῖ «ἐπὶ αἰγείου (κατσικίσιου) δέρματος» (περγαμηνή). Ὁ «Τράγος», ἀπὸ τῆς καθιερώσεώς του φυλάσσεται στὸ Σκευοφυλάκιο τοῦ Πρωτάτου καὶ τῆς Ι. Κοινότητος.
.     Μετὰ τὴν κύρωση καὶ ἐφαρμογὴ τοῦ Τυπικοῦ του Τζιμισκῆ, ὁ Ἀθανάσιος ἀπερίσπαστος ἀσχολήθηκε μὲ τὴν διοίκηση τῆς Λαύρας καὶ τὰ πνευματικά του καθήκοντα. Ἰδιαίτερα ἐμερίμνησε γιὰ τὴν διοικητικὴ ὀργάνωση τῆς Μονῆς, τὴν ὀρθὴ διαχείριση τῶν οἰκονομικῶν, τὴν λειτουργικὴ εὐταξία καὶ διάφορα ἄλλα προσωπικὰ θέματα τῆς καθημερινῆς ζωῆς καὶ γενικότερα.

ΤΟ ΤΥΠΙΚΟ ΤΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ


.     Ὁ Ἀθανάσιος, συνέταξε τὸ Τυπικό του, τὸ ὁποῖο διακρίνεται σὲ τρία μέρη: Τὸ Τυπικό, τὸ ὁποῖο ἀναφέρεται σὲ θέματα διοικητικά, ὅπως ἡ ἐκλογὴ ἡγουμένου, τὰ καθήκοντα, οἱ ἐξουσίες, οἱ ὑποχρεώσεις, ἡ διαδοχή, τὰ καθήκοντα τῶν προκρίτων ἀδελφῶν κ.α. Ἡ Διατύπωση, ποὺ ἀποτελεῖ σύντομο κείμενο ἀναφερόμενο κυρίως στὸν τρόπο ἐκλογῆς τοῦ ἡγουμένου, τὸν διορισμὸ ἐπιτρόπων κ.ἄ. καὶ ἡ Ὑποτύπωση, ἕνα εἶδος λειτουργικοῦ τυπικοῦ. Ἀναφέρεται δηλαδὴ στὴν τέλεση τῶν Ἱ. Ἀκολουθιῶν ὅλου του ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους. Ὁ Ἀθανάσιος, ἀνεγνωρίσθη καὶ καθιερώθη ὡς ὁ ἀναμορφωτὴς ἀρχηγέτης καὶ πατριάρχης τοῦ ἀθωνικοῦ μοναχισμοῦ. Ἡ συμβολή του στὴν καθιέρωση καὶ ἀναγνώριση τοῦ μοναχικοῦ καθεστῶτος τῆς ἀθωνικῆς πολιτείας ὑπῆρξε καταλυτικὴ καὶ πανθομολογούμενη.
.    Ἔζησε βίον, πέραν τῶν διοικητικῶν του ἱκανοτήτων, ὁσιακόν. Ἡ ἀρετὴ του ἀνεγνωρίσθη ἀπὸ πολλούς. Διεκρίνετο γιὰ τὴν σοφία, τὴν εὐγένεια, τὴν πραότητα, τὸ φιλάνθρωπον πρὸς ὅλους, τὴν φιλοξενία, τὴν ἀσκητικότητα.
.    Ὑπῆρξε κατὰ τὸν βιογράφο του: «Ἀρχὴ πάντων καὶ τέλος … πᾶσι τύπος καὶ νόμος ἦν … πολυτρόπος καὶ πολυειδὴς τὴν κυβέρνησιν … Χριστὸν τὸν ἑαυτοῦ ποιμένα μιμούμενος». Ὁ Ἀθανάσιος ἐκοιμήθη περὶ τὸ 1000 μ.Χ. Πάνδημος ὑπῆρξε ἡ ἐκφορὰ τοῦ ἱεροῦ σκηνώματός του, ὅπου παρέστη ἡ τοῦ «Ὄρους Γερουσία». Ἀνεγνωρίσθη Ὅσιος καὶ ἡ μνήμη τοῦ ἑορτάζεται τὴν 5ην Ἰουλίου.
 
ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ


.    Ἐκεῖνο ὅμως τὸ ὁποῖο ἰδιαίτερα χαρακτήριζε τὸν Ὅσιον Ἀθανάσιο, δὲν ἦταν τόσο ἡ ἵδρυση τῆς Λαύρας, ἡ συμβολή του στὴν διαμόρφωση τοῦ ἁγιορείτικου καθεστῶτος, οἱ σχέσεις του μὲ τοὺς αὐτοκράτορες τῆς ἐποχῆς του, ἀλλὰ ἡ πνευματικὴ συγκρότηση τῆς προσωπικότητάς του. Ὁ Ὅσιος ὑπῆρξε κατ’ ἐξοχὴν ἕνας γνήσιος μοναχός, ἕνας αὐθεντικὸς ἀσκητής. Κέντρο τῆς ζωῆς του ἦταν ἡ πνευματική του κατάρτιση, ἡ κατάκτηση τῶν δωρεῶν τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Ἡ προσωπικότης του συγκρίνεται μὲ τὶς μεγάλες προσωπικότητες τοῦ μοναχισμοῦ τῆς Ὀρθόδοξης Ἀνατολῆς, ὅπως τοῦ Ὁσίου Σάββα τοῦ Ἡγιασμένου, τοῦ Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου κ.ἄ. Ἐβίωσε τὸ Εὐαγγέλιο στὴν αὐθεντική του διάσταση, κατέκτησε τὴν ἀρετὴ καὶ ἀξιώθηκε θείων χαρισμάτων καὶ δωρεῶν καὶ ὅπως σημειώνει ὁ ἐγκωμιαστὴς τοῦ «τοῖς ἀγγέλοις ἐφάμιλλος ὤφθη». Ἀξιώθηκε τοῦ χαρίσματος τοῦ θαυματουργεῖν. Ὁ βιογράφος του ἀναφέρει μερικὰ ἀπὸ τὰ θαύματα τὰ ὁποῖα ἐν ζωῇ καὶ μετὰ θάνατον ἐποίησε.
Μεταξὺ αὐτῶν ἀναφέρουμε:

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ


.    Ἡ παράδοσις τῆς Μονῆς διασώζει τὸ ἑξῆς θαυμαστὸ περιστατικό: Ὁ μοναχὸς Ἀθανάσιος, ὁ ἀποθηκάριος, στὴν ἀρχὴ τῆς μοναχικῆς του ζωῆς, εὐρισκόμενος κάποτε στὸν Μυλοπόταμο, ἔπαθε ὑδρωπικία. Βλέποντας τὴν κατάστασή του, ὁ Ὅσιος τοῦ ὑπέδειξε νὰ μεταβεῖ στὴν Λαύρα, γιὰ νὰ θεραπευθεῖ ἀπὸ τὸν ἰατρὸ τῆς Μονῆς. Ὅταν ἔφθασε ἐκεῖ, οἱ ἰατροὶ ποὺ τὸν ἐξέτασαν, δὲν πίστευαν ὅτι θὰ θεραπευθεῖ. Τότε ὁ Πατὴρ τὸν λυπήθηκε, γιὰ τὴν κατάστασή του καί, ἀφοῦ ἄγγιξε μὲ τὸ χέρι του τὴν κοιλιά, εἶπε: «Ὕπαγε τέκνον τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, οὐδὲν κακὸν ἔχεις». Ἀμέσως μὲ τὸν λόγο ὁ μοναχὸς ἔγινε ὑγιής.

Η ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΤΟΝ ΟΣΙΟ


.      Κατὰ τὸ ἔτος 963, συνέβη λιμὸς στὴν Αὐτοκρατορία, ἕνεκα τοῦ ὁποίου ἐδημιουργήθη ἔλλειψη τροφῶν καὶ στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐπειδὴ εἶχε ἀρχίσει ἡ οἰκοδομὴ τῆς Λαύρας καὶ νὰ ἐξαντλοῦνται τὰ ὑλικὰ καὶ τὰ τρόφιμα, ὁ Ὅσιος ἀπεφάσισεν νὰ μεταβεῖ στὶς Καρυές, γιὰ νὰ συμβουλευθεῖ τὸν Πρῶτο καὶ τοὺς γέροντες ἐπὶ τοῦ πρακτέου. Ἐνῶ λοιπὸν ἐπορεύετο πρὸς τὶς Καρυές, σὲ ἀρκετὴ ἀποσταση ἀπὸ τὴν Μονή, συναντᾶ μίαν σεμνοτάτην καὶ ὡραιωτάτην γυναίκα. Ἀπὸ τὴν θέα τῆς ἐταράχθη. Ἀλλὰ πρώτη ἡ γυνὴ ἐρώτα τὸν Ἀθανάσιον «Πόθεν ἔρχεσαι, Ἀθανάσιε, καὶ ποῦ πορεύεσαι;».
.    Ἔκπληκτος ὁ Ὅσιος ἀπάντησε «Ποία εἶσαι ἐσύ, ἡ ὁποία μου ὁμιλεῖς καὶ γνωρίζεις τὸ ὄνομά μου;».
.    «Ἐγὼ εἶμαι ἡ Μήτηρ τοῦ Κυρίου καὶ προστάτις σου», ἀπαντᾶ ἐκείνη, καὶ συνεχίζει «Ἀλλ’ εἶπε μοι, διατὶ ἐγκατέλιπες τὴν Λαύραν, καὶ ποῦ μεταβαίνεις;»
.    Καὶ ὁ Ὅσιος: «Δὲν πιστεύω ὅτι εἶσαι ἡ Κεχαριτωμένη, ἐὰν δὲν ἰδῶ κάποιο σημεῖον».
.    «Δίκαιον ἔχεις, Ἀθανάσιε, διὰ νὰ πιστεύσης, ἰδοὺ», ἀπάντησε. «Χτύπησε σταυροειδῶς μὲ τὴν ράβδο σου αὐτὴν τὴν πέτρα ἐπικαλούμενος τὸ ὄνομα τῆς Παναγίας Τριάδος καὶ θὰ ἰδεῖς εὐθὺς νὰ ἀναβλύζει ἄφθονον καὶ ἀστείρευτον ὕδωρ».
.     Πεισθεὶς ὁ Ὅσιος, ἐκτύπησε τὴν ἐνώπιόν του πέτρα καὶ ἀμέσως ἀνέβλυσεν ὕδωρ, καὶ τὸ σημεῖον ἐκεῖνο ἔκτοτε ὀνομάσθηκε ὕδωρ τοῦ ἁγιάσματος, ἔνθα ἐκτίσθη ναΰδριον τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς.
.     Μετὰ τὸ γεγονὸς τοῦτο, προσέπεσε ἐνώπιον τῆς Παναγίας καὶ ἐζήτησε συγγνώμη. Τότε ἡ Παναγία ὑποσχέθηκε στὸν Ὅσιο νὰ ἀναλάβει τὴν τροφοδοσία τῆς Μονῆς καὶ τῶν ἄλλων ἀναγκαίων, καὶ τὸν προέτρεψε νὰ ἐπιστρέψει στὴν Λαύρα, καὶ ἔγινε εὐθὺς ἄφαντος.
.   Ὁ Ἀθανάσιος ἐπέστρεψε στὴν Μονή. Μόλις διέβη τὴν κεντρικὴν πύλη καὶ εἰσῆλθεν στὴν αὐλή, βλέπει ἐνώπιόν του καὶ πάλι τὴν Ὑπεραγίαν θεοτόκον, ἡ ὁποία τὸν ὁδήγησε στὴν ἀποθήκη τῆς Μονῆς, ἡ ὁποία ἦταν πλέον πλήρης τροφίμων. Δεικνύουσα δὲ ἡ Παναγία τὴν εὐλογία ἐκείνη τοῦ θεοῦ, λέγει στὸν Ὅσιο «θέλω, τέκνον μου Ἀθανάσιε, εἰς τὸ ἑξῆς νὰ μὴ ὁρίσης ἐσὺ καὶ οἱ διάδοχοι σου Οἰκονόμον εἰς τὴν Μονήν, διότι ἐγὼ θὰ εἶμαι ἡ Οἰκονόμισσα τῆς Λαύρας μέχρι τῆς συντελείας τῶν αἰώνων» καὶ ἔγινε πάλι ἄφαντος. Πράγματι, ὁ Ὅσιος κατόπιν αὐτῶν συνέχισε τὴν ὁλοκλήρωση τῆς Λαύρας, μέχρι συντελέσεως τῆς ὁποίας ἐπήρκεσεν ἡ εὐλογία ἐκείνη τῶν τροφίμων. Στὸ σημεῖο ὅπου ἐνεφανίσθη ἡ Παναγία ἀνηγέρθη ὕστερα, καὶ ὑπάρχει ἕως σήμερον τὸ Προσκυνητάριον τῆς Παναγίας τῆς Οἰκονομίσσης, μετ’ ἀκοιμήτου κανδήλας.

Ο ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ ΣΙΛΒΕΣΤΡΟΣ
ΚΑΙ Η ΑΝΑΚΟΜΙΔΗ ΤΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ


.    Ἀναφέρεται ἐπίσης ὅτι: «Κατὰ τὴν ζῶσαν καὶ ἀδιάκοπον παράδοσιν τῆς Μονῆς λέγεται ὅτι ζῶν ὁ Ὅσιος εἶχεν ἀφήσει ἐντολὴν περὶ μὴ ἐκταφῆς του, ἡ ὁποία καὶ ἐτηρεῖτο ἐπὶ αἰῶνες. Ἀλλά, κατὰ τὴν παράδοσιν ἐπίσης, ὁ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Σίλβεστρος, ὅτε τὸ 1575 μετέτρεψε τὴν Μονὴ ἀπὸ ἰδιορρύθμου εἰς κοινόβιον, ἠθέλησεν ἐξ εὐλάβειας ν’ ἀνοίξη τὸν τάφον. Ἀφοῦ λοιπὸν ἔπεισε τοὺς Πατέρας, ἐπεχείρησε μετ’ αὐτῶν τὸ ἄνοιγμα τοῦ τάφου. Ὅταν ἐκτύπησαν διὰ τῶν σχετικῶν ἐργαλείων πρὸς διάνοιξιν, ἐξῆλθον ἐκεῖθεν φλόγες πυρός, αἱ ὁποῖαι κατετρόμαξαν τὸν Πατριάρχην καὶ τοὺς περὶ αὐτόν, ὥστε νὰ σταματήσουν πάραυτα τὸ ἐγχείρημα. Οὕτως ὁ τάφος τοῦ Ὁσίου παραμένει μέχρι σήμερα ἄθικτος, κατὰ τὴν ἐντολὴν τοῦ Πατρός».
.    Τὰ ὅρια καὶ τὸ μέγεθος τῆς πνευματικῆς συγκροτήσεως καὶ ἀκτινοβολίας τοῦ Ὁσίου Ἀθανασίου παριστᾶ τὸ Ἀπολυτίκιο αὐτοῦ, τὸ ὁποῖο ἔχει ὡς ἑξῆς:
«Τὴν ἐν σαρκὶ ζωήν σου κατεπλάγησαν, Ἀγγέλων τάγματα, πῶς μετὰ σώματος, πρὸς ἀοράτους συμπλοκὰς ἐχώρησας ἀοίδιμε, καὶ κατετραυμάτισας τῶν δαιμόνων τὰς φάλαγγας ὅθεν Ἀθανάσιε, ὁ Χριστὸς σὲ ἠμείψατο, πλουσίαις δωρεαῖς διὸ Πάτερ, πρέσβευε σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν».


http://christianvivliografia.wordpress.com


ΔΕΙΤΕ ΤΟ Α’ ΜΕΡΟΣ : ΕΔΩ

Ἀπολυτίκιον

Ἦχος γ'. Τὴν ὡραιότητα.
Τὴν ἐν σαρκὶ ζωήν, σοῦ κατεπλάγησαν, Ἀγγέλων τάγματα, πῶς μετὰ σώματος, πρὸς ἀοράτους συμπλοκάς, ἐχώρησας πανεύφημε, καὶ κατετραυμάτισας, τῶν δαιμόνων, τὰς φάλαγγας· ὅθεν Ἀθανάσιε, ὁ Χριστὸς σὲ ἠμείψατο, πλουσίαις δωρεαῖς· διὸ Πάτερ, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν. 







Ο ΟΣΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ο ΑΘΩΝΙΤΗΣ ΚΑΙ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΟΣ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ - Α´ ΜΕΡΟΣ (5 Ἰουλίου)




Παῦλος Μoν. Λαυριώτης

.     Ὁ ὅσιος Ἀθανάσιος ὁ Ἀθωνίτης γεννήθηκε στὴν πρωτεύουσα τοῦ Πόντου Τραπεζούντα μεταξὺ τῶν ἐτῶν 927-930. Οἱ γονεῖς του ἦσαν πλούσιοι καὶ εὐγενεῖς. Τὸ ὄνομά του ἦταν Ἀβραάμιος. Ὁ πατέρας καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας καὶ ἡ μητέρα ἀπὸ τὴν Κολχίδα τοῦ Πόντου. Πρὶν γεννηθεῖ, ὁ πατέρας ἀπέθανε καὶ λίγο μετὰ τὴν γέννησή του, καὶ ἡ μητέρα ἀπῆλθε ἀπὸ τὸν παρόντα κόσμο.
.   Ὁ μικρὸς Ἀβραάμιος, ὀρφανὸς καὶ ἀπὸ τοὺς δύο γονεῖς, τέθηκε ὑπὸ τὴν προστασία συγγενῆς του μοναχῆς, ἡ ὁποία ἀνέλαβε τὴν φροντίδα καὶ τὴν παιδαγωγία αὐτοῦ. Ὅλη δὲ ἡ ζωὴ καὶ ἡ συμπεριφορὰ τῆς μοναχῆς ἐπέδρασε θετικὰ καὶ καταλυτικὰ στὴν μετέπειτα ἐξέλιξη τοῦ Ἀβρααμίου.
.    Ὁ μικρὸς Ἀβραάμιος, παρ’ ὅτι ἦταν παιδί, ἡ ζωὴ καὶ ἡ συμπεριφορά του δὲν ἔμοιαζε μὲ ἐκεῖνες τῶν ἄλλων συνομηλίκων του. Ὁ χαρακτήρας του δὲν ἦταν ἀπρεπής, ἀπρόσεκτος καὶ ἀγενής. Καταγινόταν μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὶς ἄλλες θρησκευτικὲς πράξεις. Μετὰ τὴν κοίμηση τῆς προστάτιδάς του μοναχῆς καὶ ἀφοῦ ἔλαβε τὴν ἐγκύκλια παιδεία, μὲ τὴν βοήθεια ἑνὸς αὐτοκρατορικοῦ φορολογικοῦ ὑπαλλήλου ποὺ ἦλθε στὴν Τραπεζούντα γιὰ τὴν εἴσπραξη τῶν δημοσίων φόρων, ἔρχεται στὴν Κωνσταντινούπολη ἐπὶ αὐτοκράτορος Ρωμανοῦ Α´Λεκαπηνοῦ (920-944).
.     Στὴν Πόλη φοιτᾶ στὴν Σχολὴ τοῦ Προέδρου τῶν Σχολῶν τῆς Πρωτευούσης, ποὺ ἐκαλεῖτο Ἀθανάσιος. Στὴ σχολὴ αὐτὴ ἐπιδίδεται μὲ ζῆλο καὶ ἐπιμέλεια στὴν ἐκμάθηση τῶν γραμμάτων τῆς θύραθεν (κοσμικῆς) παιδείας. Παράλληλα δὲν παρέλειπε τὰ πνευματικὰ καὶ θρησκευτικά του καθήκοντα. Στὴν Κωνσταντινούπολη ἐγνώρισε τὸν συγγενῆ του στρατηγὸ Ζεφιναζέρ, στὸ σπίτι τοῦ ὁποίου ἔκτοτε διέμεινε.

 ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ

.     Μέσα σὲ σύντομο χρονικὸ διάστημα ὁ Ἀβραάμιος κατέστη κάτοχος καὶ διδάσκαλος πάσης φιλοσοφίας καὶ ρητορικῆς, ὥστε ἡ φήμη του νὰ φτάσει μέχρι καὶ τὰ βασιλικὰ ἀνάκτορα.
.   Ὁ ἐνάρετος καὶ σοβαρὸς βίος του, τὸ πράον τοῦ ἤθους, τὸ γλυκὴ τῆς ὁμιλίας, ὁ πλοῦτος τῆς γνώσεως, τὸ ἔντιμον καὶ τὸ χρηστὸν τοῦ χαρακτῆρος του τὸν ἔκαναν ἀγαπητὸν σὲ ὅλους. Ἐξ αἰτίας τῶν χαρισμάτων του, οἱ μαθητὲς καὶ διδάσκαλοι τῆς Σχολῆς, «κοινῇ ψήφῳ», ἐζήτησαν ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα νὰ ἐκλεγεῖ διδάσκαλος αὐτῆς. Ἔτσι, μὲ αὐτοκρατορικὴ ὑπόδειξη, τιμᾶται μὲ τὸ ἀξίωμα τοῦ διδασκάλου.
.   Ὁ Ἀβραάμιος σύντομα ἀπέδειξε τὶς ἱκανότητές του. Ἀπέκτησε πολλοὺς μαθητὲς καὶ συγχρόνως τὴν φήμη τοῦ σοφοῦ διδασκάλου. Γι’ αὐτό, χρόνο μὲ τὸν χρόνο, ὁ ἀριθμὸς τῶν μαθητῶν ηὔξανε. Ἀλλ’ ὁ Ἀβραάμιος ταυτόχρονα ζοῦσε συνεπῆ χριστιανικὴ ζωή. Ἡ ἐπιθυμία του ἦταν νὰ ἀφιερωθεῖ ὁλοκληρωτικὰ στὸν Θεό. Τὴν περίοδο αὐτὴ ὁ συγγενής του στρατηγὸς Ζεφιναζὲρ ἀναλαμβάνει τὴν ναυτικὴ διοίκηση στὸ Αἰγαῖο καὶ παίρνοντας μαζί του τὸν Ἀβραάμιο πραγματοποιεῖ περιοδεία στὸ Ἀρχιπέλαγος. Κατέπλευσαν στὴ νῆσο Λῆμνο, ἀπ’ ὅπου διακρινόταν τὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου ἔμελλε ἀργότερα νὰ ἱδρύσει τὴν Λαύρα. Ἐπανερχόμενος στὴν Πόλη, συναντᾶται μὲ τὸν ὅσιο Μιχαὴλ Μαλεΐνον, ἱδρυτὴ καὶ ἡγούμενο τῆς Λαύρας τοῦ Κυμινά. Τοῦ ἐξομολογεῖται τὴν ἐπιθυμία νὰ ἀσπαστεῖ τὸν μοναχικὸ βίο. Στὴν Πόλη ἔγινε καὶ ἡ συνάντηση τῶν Ὁσίου Μιχαήλ, Νικηφόρου Φωκᾶ, μετέπειτα αὐτοκράτορος, καὶ τοῦ Ἀβρααμίου. Ἔτσι κρίνεται ἀπὸ τὸν ὅσιο Μιχαὴλ ἄξιος νὰ ἀκολουθήσει βίο πιὸ ἡσυχαστικὸ καὶ ἀσκητικό, καὶ ἐπιλέγει τόπο ἐρημικό, ὅπου ἐπιδίδεται σὲ νέους πνευματικοὺς ἀγῶνες. Βλέποντας ὁ Ὅσιος Μιχαὴλ τὴν μεγάλη πνευματικὴ ἄσκηση τοῦ Ἀθανασίου, προέβλεψε (προεῖδε) τὴν μετέπειτα ἐξέλιξή του, ὅτι δηλαδὴ θὰ γίνει διάδοχός του στὰ πνευματικὰ χαρίσματα.

 ΜΟΝΑΧΟΣ ΣΤΗΝ ΛΑΥΡΑ ΤΟΥ ΚΥΜΙΝΑ

.    Ἐν συνεχείᾳ ὁ Ἀβραάμιος παραιτεῖται ἀπὸ τὴν Σχολὴ καὶ μεταβαίνει στὴν λαύρα τοῦ Κυμινᾶ. Γίνεται δεκτὸς ἀπὸ τὸν ἡγούμενο ὅσιο Μιχαὴλ καὶ κείρεται μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Ἀθανάσιος. Μετὰ τὴν κουρά του ὁ Ἀθανάσιος, ἔχοντας ἔμπειρο καὶ διακριτικὸ πνευματικὸ ὀδηγό, ἐπιδίδεται στὴν ἄσκηση τῶν μοναχικῶν ἀρετῶν. Μέσα σὲ διάστημα τεσσάρων ἐτῶν, κατέκτησε «πᾶσαν ἀσκητικὴν πολιτείαν» καὶ συνέλεξε σὲ βραχὺ χρόνο πλοῦτο ἀρετῶν, ὥστε νὰ καθάρει τὴν διάνοιαν, καὶ νὰ δεῖ «θεία θεωρήματα», ὅπως σημειώνει βιογράφος του.
 ΣΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ


.     Ἀλλὰ τὸν Ἀθανάσιο γιὰ ἄλλα εἶχε προορίσει ὁ Θεός. Ὡς ἐκ τούτου, ἀπὸ τὸ ὄρος Κυμινᾶ ἀναχωρεῖ καὶ ἔρχεται στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐδῶ, φθάνοντας, περιοδεύει πολλὰ σκηνώματα τῆς ἀθωνικῆς χερσονήσου καὶ γνωρίζει πολλοὺς καὶ ἐναρέτους μοναχοὺς καὶ ἀσκητές. Ἐντυπωσιάζεται ἀπὸ τὴν σκληρὴ ἀσκητικὴ ζωή, τὸν λιτὸ βίο, τὶς πολλὲς στερήσεις. Ἀρχικὰ γίνεται ὑποτακτικὸς σὲ ἕνα ἁπλὸ γέροντα, χωρὶς νὰ ἀποκαλύψει ποιὸς ἦταν, κοντὰ στὴ Μονὴ Ζυγοῦ.
.    Δὲν ἐφανέρωσε τὸ πραγματικό του ὄνομα, ἀλλὰ προσποιήθηκε ὅτι ὀνομάζεται Βαρνάβας, γιατί ἤθελε νὰ εἶναι ἀπαρατήρητος. Ἐπιθυμία του ἦταν νὰ γνωρίσει τοὺς μοναχούς τοῦ Ὄρους καὶ νὰ ἀκολουθήσει ἕνα ὑψηλότερο στάδιο μοναχικοῦ βίου, τοῦ ἐρημίτη. Ὅπως ὁ ἴδιος ἀναφέρει στὸ Τυπικό του, τὴν περιοδο αὐτὴ οἱ ἀρχὲς τοῦ Ἄθω δὲν ἐπέτρεπαν σὲ κανένα μοναχὸ νὰ ζήσει ὡς ἐρημίτης, ἐὰν δὲν εἶχε παραμείνει στὸ Ὄρος δύο ἢ τρία χρόνια. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ὑπῆρχε ἕνας ἔλεγχος δι᾽ ὅσους ἤθελαν νὰ γίνουν ἐρημίτες.
.     Ὁ Ἀθανάσιος, ἔπρεπε, γιὰ νὰ μὴν ἀποκαλύψει τὸν ἑαυτό του νὰ ὑποταχθεῖ σὲ κάποιο ἀναχωρητή. Ἔτσι ἔκρυβε τὶς γνώσεις του καὶ τὶς πνευματικές του ἱκανότητες ἀπὸ σεβασμὸ στὸν γέροντά του, ποὺ ἦταν ἀμόρφωτος. Ὑποτάσσεται, λοιπόν, σὲ σχεδὸν ἀμόρφωτο γέροντα, παρὰ τοῦ ὁποίου, ἐκτός τῆς μοναχικῆς ἀσκήσεως, «διδάσκεται τὰ ἱερὰ γράμματα».
.     Ἐνῶ λοιπὸν ὁ Ἀθανάσιος δοκιμαζόταν στὸν Ἄθω ὡς ὑποψήφιος ἀσκητής, ὁ δομέστικος τῶν Σχολῶν τῆς Ἀνατολῆς, Νικηφόρος Φωκᾶς, τὸν ἀναζητοῦσε. Βέβαιον εἶναι ὅτι ἔκανε ἔρευνες σὲ διάφορα μοναστικὰ κέντρα τῆς Μ. Ἀσίας χωρὶς ἀποτέλεσμα.Τέλος θυμήθηκε, λέει ὁ βιογράφος του, ὅτι ὁ Ἀθανάσιος τοῦ εἶχε μιλήσει για πιθανὴ ἀναχώρηση καὶ τῶν δύο στὸ Ἅγιον Ὄρος. Γράφει λοιπὸν στὸν κριτὴ-ἔπαρχο τῆς Θεσσαλονίκης καὶ τοῦ ζητᾶ νὰ μεταβεῖ στὸν Ἄθω πρὸς ἀναζήτηση τοῦ Ἀθανασίου, περιγράφοντας τὰ προσωπικὰ χαρακτηριστικά του.
.     Ὁ κριτὴς μεταβαίνει στὸ Ὄρος, συναντᾶται μὲ τὸν Πρῶτο τοῦ Ὄρους Στέφανο (958-962) καὶ διαβιβάζει τὸ αἴτημα. Ὁ Πρῶτος ὑπόσχεται νὰ προβεῖ στὴν ἀνεύρεσή του, ἐνῶ ἐπλησίαζαν τὰ Χριστούγεννα καὶ ἡ σύναξη τῶν γερόντων τοῦ Ὄρους γινόταν τρεῖς φορὲς τὸ χρόνο: Τὰ Χριστούγεννα, τὸ Πάσχα καὶ στὶς 15 Αὐγούστου, ἑορτὴ τῆς κοιμήσεως τῆς Παναγίας. Στὶς συνάξεις, ὑπὸ τὴν προεδρία τοῦ Πρώτου, συμμετεῖχαν οἱ πατέρες οἱ ὁποῖοι ἀσκοῦνταν στὴν περιοχὴ τῆς Λαύρας τῶν Καρυῶν.
.     Κατὰ τὰ Χριστούγεννα λοιπὸν τοῦ ἔτους ἐκείνου, ἔγινε ἀπὸ τὸν Πρῶτο Στέφανο ἡ ἀναγνώριση τοῦ Ἀθανασίου. Ὅλοι οἱ Ἀθωνίτες ξέρουν πλέον ὅτι ὁ Βαρνάβας εἶναι ἕνας μορφωμένος μοναχός, ἀλλὰ δὲν γνωρίζουν ποιὸς εἶναι στὴν πραγματικότητα, γιατί ζήτησε ἀπὸ τὸν Πρῶτο νὰ κρατήσει τὸ μυστικό του, διαφορετικὰ θὰ ἔφευγε ἀπὸ τὸν Ἄθω. Ὁ Πρῶτος τοῦ παραχωρεῖ ἕνα ἀναχωρητικὸ κελλὶ κοντὰ στὶς Καρυές. Ὁ Ἀθανάσιος ἐγκαθίσταται ἐκεῖ μὲ ἕνα μαθητή, ὀνόματι Λουκίτζη καὶ ἀσκεῖ τὸ ἐπάγγελμα τοῦ καλλιγράφου. Ἐκεῖ ὁ Ἀθανάσιος παρέμεινε μέχρι τὸ 959.
.     Περὶ τὸ ἔτος 960 ἔρχεται στὸ Ὄρος ὁ ἀδελφός τοῦ Νικηφόρου καὶ δομέστικος τῶν Σχολῶν τῆς Δύσεως Λέων Φωκᾶς, μετὰ τὴν νίκη του κατὰ τῶν Σκυθῶν, γιὰ νὰ εὐχαριστήσει ἀπὸ εὐγνωμοσύνη τὸν Θεό. Ἐπιθυμοῦσε βέβαια νὰ συναντήσει τὸν Ἀθανάσιο, ὅπερ καὶ ἔγινε. Τότε λοιπὸν ὅλοι πληροφοροῦνται ποιὸς ἦταν πραγματικὰ ὁ Βαρνάβας καὶ ποιὲς οἱ σχέσεις του μὲ τὴν περιφανῆ οἰκογένεια Φωκᾶ. Τὸ ἀσκητικὸ περιβάλλον, ἡ ὅλη προσωπικότητα καὶ ἡ σχέση του μὲ τὴν ἔνδοξη οἰκογένεια τῆς αὐτοκρατορίας προκάλεσαν αἴσθηση στοὺς Ἀθωνίτες καὶ πολλοὶ παρεκινήθησαν νὰ προσέλθουν κοντά του.
.    Ὁ Ἀθανάσιος θέλοντας νὰ ἀποφύγει τὴν προσέλευση καὶ σύγχυση ἔθεσε σὲ ἐφαρμογὴ τὸ σχέδιο, ποὺ εἶχε, ὅταν ἀφίχθη στὸ Ὄρος: νὰ ἀποσυρθεῖ στὰ ἐνδότερα τοῦ Ὄρους, στὴν ἡσυχία. Ἔτσι, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Πρώτου καὶ τῆς Συνάξεως, ἀφοῦ ἔμεινε δύο χρόνια στὶς Καρυές, ἔλαβε ἕνα τόπο ἐξαιρετικὰ ἀπρόσιτο καὶ ἐρημικό, ποὺ λεγόταν Μελανά, στὴν θέση ὅπου ἔκτισε τὴν Λαύρα. Ἐκεῖ ἔστησε τὴν ἀσκητική του καλύβη, σὰν ἄλλο ἀρετῆς ἐργαστήριον, καὶ ἐπιδόθηκε σὲ νέους πνευματικοὺς ἀγῶνες ἀφοσιωμένος στὶς κατὰ Θεὸν μελέτες καὶ θεῖες θεωρίες.


ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤH

 .     Τὴν ἴδια περίοδο ὁ Νικηφόρος Φωκᾶς διηύθυνε τὴν ἐκστρατεία τοῦ Βυζαντινοῦ στρατοῦ, περὶ τὸ 960, γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Κρήτης ἀπὸ τοὺς Ἄραβες. Οἱ συγκρούσεις ἦταν σκληρὲς καὶ ἀμφίρροπες. Ἡ βυζαντινὴ στρατιὰ ὑπέφερε ἀπὸ τὸ κρύο καὶ τὴν ἔλλειψη τροφῶν, σὲ ἀντίθεση μὲ τὸν στρατὸ τῶν Ἀράβων.
.     Ἐπιθυμώντας νὰ ἀναπτερώσει τὸ ἠθικὸ τῶν στρατιωτῶν, ὁ Φωκᾶς ὑπενθύμιζε ὅτι σκοπὸς τῆς ἐκστρατείας ἦταν ἡ ἀπελευθέρωση ἐδαφῶν καὶ πληθυσμοῦ χριστιανικοῦ. Ἄλλωστε, οἱ Ἄραβες ἢ Σαρακηνοί, ἔχοντες ὡς ὀρμητήριο τὴν Κρήτη, ἔκαναν ἐπιδρομὲς σὲ ὅλο τὸ Αἰγαῖο, ἀκόμα καὶ τὸ Ἅγιον Ὄρος, ἀπὸ τὸ ὁποῖο πέραν τῶν λαφύρων, εἶχαν αἰχμαλωτίσει καὶ μοναχούς.
.     Στὴν προσπάθειά του νὰ ἐνισχύσει τὸ ἠθικό τοῦ στρατοῦ, ἀπεφάσισε νὰ ἀποστείλει γράμματα σὲ μοναστήρια τῆς Μ. Ἀσίας καὶ στὸ Ἅγιον Ὄρος, ζητώντας νὰ στείλουν μερικοὺς μοναχοὺς κοντὰ στὸ στρατό. Μεταξὺ τῶν μοναχῶν, ἔγραψε καὶ στὸν Ἀθανάσιο καὶ στὸν Πρῶτο του Ὅρους. Οἱ Ἀθωνίτες ἀπάντησαν θετικά. Μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Πρώτου καὶ τῶν γερόντων τοῦ Ὄρους, ἀποφασίζει νὰ μεταβεῖ στὴν Κρήτη ὁ Ἀθανάσιος συνοδευόμενος ἀπὸ ἕνα μοναχό, τὸ Θεοδοτό.
.        Ἡ συνάντηση τῶν δύο ἀντρῶν ἦταν συγκινητική. Ὁ Ἀθανάσιος ἔγινε δεκτὸς μὲ μεγάλες τιμὲς ἀπὸ τὸν πνευματικό του φίλο Νικηφόρο Φωκά. Ἡ ἀποστολὴ καὶ παραμονὴ τοῦ Ἀθανασίου στὴν Κρήτη στέφθηκε μὲ πλήρη ἐπιτυχία. Ἐπέτυχε νὰ βοηθήσει στὴν ἐκδίωξη τῶν Ἀράβων ἀπὸ τὴν Κρήτη, τὴν ἀπελευθέρωση ὅσων Ἀθωνιτῶν εἶχαν συλληφθεῖ καὶ διασωθεῖ, καὶ τὴν ἐπανασύνδεση τοῦ φιλικοῦ του δεσμοῦ μὲ τὸν στρατηγὸ Νικηφόρο Φωκά.
.     Ἐκεῖ καταστρώθηκε ἡ ἰδέα τῆς ἰδρύσεως ἑνὸς μοναστηριοῦ στὸν Ἄθω, ὑπὸ τὴν ἡγουμενία τοῦ Ἀθανασίου, στὸ ὁποῖο θὰ ἐμόναζε καὶ ὁ Φωκᾶς. Γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸ ὁ Φωκᾶς πρότεινε στὸν Ἀθανάσιο νὰ τοῦ διαθέσει τὰ χρήματα ποὺ θὰ ἀπαιτοῦνταν γιὰ τὴν ἀνέγερση τῆς Μονῆς. Ἀφοῦ οἱ δύο ἄνδρες ἔμειναν σύμφωνοι περὶ τῆς Μονῆς καὶ τὰ σχετικὰ μὲ αὐτήν, ὁ μὲν Ἀθανάσιος ἀνεχώρησε γιὰ τὸν Ἄθωνα, ὁ δὲ Φωκᾶς ἐπέστρεψε στὴν Βασιλεύουσα. Ἐπιστρέφοντας ὁ Ἀθανάσιος στὸ Ὄρος, ἐσκέπτετο νὰ ἀρχίσει τὴν ἵδρυση τῆς Λαύρας. Ἐν τῷ μεταξὺ ὁ Νικηφόρος Φωκᾶς ἀποστέλλει στὸν Ἄθω τὸν ἔμπιστό του μοναχὸ Μεθόδιο, μὲ ἐπιστολὴ καὶ τὰ ἀναγκαῖα χρήματα γιὰ τὴν ἔναρξη τῶν ἐργασιῶν. Ὁ Μεθόδιος παρέμεινε στὸ κελλὶ τοῦ Ἀθανασίου ἕξι μῆνες καὶ δὲν ἀνεχώρησε παρὰ ἀφοῦ ἔπεισε τὸν Ἀθανάσιο νὰ ἀρχίσει τὴν κατασκευὴ τῆς Λαύρας καὶ ἀφοῦ εἶχαν ἀρχίσει οἱ οἰκοδομικὲς ἐργασίες.
.    Πράγματι ὁ Ἀθανάσιος ἄρχισε μὲ τὴν ἀνέγερση τοῦ ἡσυχαστηρίου, ὅπου θὰ ἐμόναζε ὁ Νικηφόρος καὶ ναὸ ἐπ’ ὀνόματι τοῦ Τιμίου Προδρόμου. Ἐν συνεχείᾳ προχώρησε στὴν ἀνέγερση τοῦ καθολικοῦ καὶ ἄλλων κτισμάτων. Ἐνῶ λοιπὸν προχωροῦσαν οἱ ἐργασίες ἀνεγέρσεως τοῦ καθολικοῦ καὶ τῶν κελλίων, ἔφθασε ἡ εἴδηση τῆς ἀνόδου τοῦ Νικηφόρου στὸν αὐτοκρατορικὸ θρόνο. Ἡ εἴδηση αὐτὴ ἐπίκρανε τὸν Ἀθανάσιο, ὁ ὁποῖος ἀνέλαβε τὴν ἀνοικοδόμηση τῆς Λαύρας μετὰ ἀπὸ ἐπίμονες παρακλήσεις τοῦ Νικηφόρου καὶ τὴν ὑπόσχεσή του νὰ ἀκολουθήσει τὸν μοναχικὸ βίο.
.        Γι’ αὐτὸ ἀπεφάσισε νὰ ἐγκαταλείψει τὴν ἡγουμενία τῆς Λαύρας καὶ νὰ φύγει ἀπὸ τὸ Ὄρος.
Συνεχίζεται....

ΔΕΙΤΕ ΤΟ Β’ ΜΕΡΟΣ: ΕΔΩ


http://christianvivliografia.wordpress.com


Ἀπολυτίκιον

Ἦχος γ'. Τὴν ὡραιότητα.
Τὴν ἐν σαρκὶ ζωήν, σοῦ κατεπλάγησαν, Ἀγγέλων τάγματα, πῶς μετὰ σώματος, πρὸς ἀοράτους συμπλοκάς, ἐχώρησας πανεύφημε, καὶ κατετραυμάτισας, τῶν δαιμόνων, τὰς φάλαγγας· ὅθεν Ἀθανάσιε, ὁ Χριστὸς σὲ ἠμείψατο, πλουσίαις δωρεαῖς· διὸ Πάτερ, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν. 






Τρίτη 16 Ιουλίου 2013

Η ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΤΥΠΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ




Ο Προφήτης Ησαΐας θεωρεί το Όρος της Σιών ως το ψηλότερο πάντων των
βουνών του κόσμου με πνευματική έννοια, ως το Όρος Κυρίου από το οποίο
ανέτειλε η σωτηρία των ανθρώπων. «Ἰδοὺ Σιὼν ἡ πόλις, τὸ σωτήριον ἡμῶν… Ὅτι
τὸ ὄνομα Κυρίου μέγα ἐν ἡμῖν ὁ γὰρ Θεός μου μέγας ἐστίν, οὐ παρελεύσεταὶ με
Κύριος… Οὗτος σώζει ἡμᾶς» (Ησαϊου 33, 20-23).
Και αυτή η προαναγγελλόμενη σωτηρία θα ανατείλει κατά τον ίδιο Προφήτη εκ
της απογόνου του Δαυίδ «ἐξ οἴκου καὶ πατριᾶς Δαυΐδ», εκ της Παρθένου Μητρός
του Μεσσίου «Ἰδοὺ ἡ παρθένος ἐν γαστρὶ ἔξει καὶ τέξεται υἱὸν καὶ καλέσουσι τὸ ὄνομα
αὐτοῦ Ἐμμανουὴλ» (Ησαϊου 7,14).
Και πράγματι η πάναγνος κόρη που προήλθε από το Βηθλεεμίτη Ιωακείμ, που καταγόταν
από τη φυλή του Ιούδα και της Ασμοναίας Άννας, με καταγωγή από το ιερατικό γένος
του Ααρών, υπήρξε απόγονος του οίκου και της πατριάς Δαυίδ. Αυτή
οραματίσθηκε, χίλια και πλέον χρόνια νωρίτερα, ο Προφητάναξ Δαυίδ, ως Θεόνυμφο
μητέρα και Βασίλισσα, να κάθεται στα δεξιά του Θεού. «Παρέστη ἡ Βασίλισσα, ἐκ
δεξιῶν σου ἐν ἰματισμῷ διαχρύσῳ περιβεβλημένη πεποικιλμένη. Ἄκουσον θύγατερ
(ἀπόγονέ μου Μαριάμ) καὶ ἴδε καὶ κλῖνον τὸ οὕς σου καὶ ἐπιλάθου τοῦ λαοῦ σου
καὶ τοῦ οἴκου τοῦ Πατρός σου καὶ ἐπιθυμήσει ὁ βασιλεὺς τοῦ κάλλους σου, ὅτι
αὐτὸς Κύριός σου καὶ προσκυνήσεις αὐτῶ. Καὶ θυγάτηρ Τύρου ἐν δώροις. Τὸ
πρόσωπόν σου λιτανεύσουσι οἱ πλούσιοι τοῦ λαοῦ σου… Πᾶσα ἡ δόξα τῆς
θυγατρὸς τοῦ Βασιλέως ἔσωθεν ἐν κροσσωτοῖς χρυσοῖς περιβεβλημένη πεποικιλμένη»
(Ψαλμ. 44, 11-14). Και ερμηνεύει ο Ιερός Χρυσόστομος «ἔνδοθεν ἔσχε τῆς ἀρετῆς τὴν
εὐπρέπειαν καὶ τὰ παντοδαπὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος διαλάμπει χαρίσματα». Η
Παρθένος Μαρία είχε όλες τις αρετές στο έπακρο: την ευσέβεια, την αγνεία, την
ταπεινοφροσύνη, την υπακοή, την αγάπη, την παρθενία, την ωραιότητα. Ήταν
Κεχαριτωμένη κατά την αγγελική προσφώνηση, μη έχουσα σπίλο ή ρυτίδα ή άλλο
παρόμοιο, αλλά ούσα αγία και άμωμος και Παναγία και Βασίλισσα του κόσμου.
Έκτοτε μυριάδες ψυχές ζήλωσαν να μιμηθούν την οσιακή και παρθενική της ζωή
και προσκολλήθηκαν στο Θεό και έκαναν σκοπό της ζωής τους να ευαρεστήσουν
σε αυτήν.



1. Η κλίμαξ, την οποία είδε ο Ιακώβ.
2. Η βάτος η φλεγομένη και μη καιομένη.
3. Η ράβδος του Ααρών η βλαστήσασα.
4. Η στάμνος του Μάννα.
5. Η φωτεινή νεφέλη – πύρινος στύλος.
6. Ο πόκος του Γεδεών (= κουβάρι από μαλλί).


1. Η κλίμακα που είδε ο Ιακώβ, όταν έφευγε από το σπίτι του στη Χεβρών, για
να αποφύγει το θυμό του αδελφού του, συμβολίζει την Υπεραγία Θεοτόκο.

Αναφέρει σχετικά η Αγία Γραφή: «Ἐξῆλθεν Ἰακὼβ ἀπὸ τοῦ φρέατος τοῦ ὅρκου
καὶ ἐπορεύθη εἰς Χαρρὰν καὶ ἀπήντησε τόπῳ καὶ ἐκοιμήθη ἐκεῖ, ἔδυ γὰρ ὁ
ἥλιος. Καὶ ἔλαβεν ἀπὸ τῶν λίθων τοῦ τόπου, καὶ ἔθηκε πρὸς κεφαλῆς αὐτοῦ
καὶ ἐκοιμήθη ἐν τόπῳ ἐκείνῳ καὶ ἐνυπνιάσθη, καὶ ἰδοὺ κλίμαξ ἐστηριγμένη ἐν
τῇ γῇ, ἧς ἡ κεφαλὴ ἀφικνεῖτο εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ ἀνέβαινον
καὶ κατέβαινον ἐπ’ αὐτῆς. Ὁ δὲ Κύριος ἐπεστήρικτο ἐπ’ αὐτῆς» (Γεν. ΚΗ΄ 10-12).
Αυτή η κλίμακα που ένωνε τον ουρανό και τη γη, που συνέδεσε τον άνθρωπο με το
Θεό, δεν είναι άλλο από το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου. Στον Ακάθιστο Ύμνο
αναφέρεται ο σχετικός χαιρετισμός προς τη Θεοτόκο: «Χαῖρε κλίμαξ ἐπουράνιε
δι’ ἧς κατέβη ὁ Θεός».

2. Σχετικά με τη βάτο που είδε ο Μωυσής να φλέγεται και να μην καίεται, αναφέρει η
Αγία Γραφή: «καὶ ἦλθεν εἰς τὸ Ὄρος Χωρήβ. Ὤφθη δὲ αὐτῷ ἄγγελος Κυρίου
ἐν πυρὶ φλογὸς ἐκ τοῦ βάτου καὶ ὁρᾶ ὅτι ‘πο βάτος καίεται πυρί, ὁ δὲ βάτος οὐ
κατεκαίετο» (Έξοδος Γ΄ 1-2). Αυτή η βάτος συμβολίζει την Υπεραγία Θεοτόκο, διότι
όπως εκείνη η βάτος φλεγομένη δεν καιγόταν, ούτε καταστρεφόταν, έτσι και η Αγία
Παρθένος, ενώ χωρίς ηδονές συνέλαβε και χωρίς πόνους έτεκε, έμεινε Αειπάρθενος.

3. Όταν ο Μωυσής πήρε εντολή από το Θεό να διαλέξει τη φυλή από την οποία θα
προερχόταν το Ιερατείο, κάλεσε τους αρχηγούς των δώδεκα φυλών του Ισραήλ να
γράψουν τα ονόματά τους ο καθένας σε ένα ραβδί και να του το παραδώσουν. Στη
ράβδο του Λευῒ έγραψε το όνομά του ο Ααρών. Τις τοποθέτησε δε στη σκηνή του
Μαρτυρίου, με τη βεβαιότητα ότι η ράβδος που θα βλαστήσει θα καθόριζε τη φυλή
από την οποία θα προέρχονταν οι ιερείς. Και βλάστησε η ράβδος του Ααρών. Έτσι οι
Εβραίοι λάμβαναν το Ιερατείο τους από τη φυλή του Λευῒ (Αριθμοί ΙΖ΄ 16-19).
Όπως η ξηρά ράβδος του Ααρών έδωσε ζωή δια του βλαστού της και δήλωσε το
ιερατικό γένος κατά την τάξη του Ααρών, έτσι και η Παρθένος Μαρία, ως άλλη
ράβδος βλάστησε εκ των στείρων Ιωακείμ και Άννας και δώρισε στον κόσμο τη
σωτηρία, δια του Ιησού Χριστού, ο οποίος είναι Αρχιερεύς κατά την τάξη
Μελχισεδέκ.

4. Η Παρθένος Μαρία προτυπώθηκε ως Στάμνα του νοητού Μάννα (= του πνευματικού άρτου) της ζωής του Χριστού και όπως η στάμνα του Μάννα η χρυσή, που βρισκόταν στα Άγια των Αγίων φύλαττε το μάννα χωρίς να αλλοιωθεί, έτσι και η Παρθένος φύλαξε στη μήτρα της τον Κύριο και Θεό, που έγινε άνθρωπος, χωρίς αλλοίωση ή αλλαγή, καθ’ ότι «ὅλος ἦν ἐν τοῖς κάτω καὶ τοῖς ἄνω οὐδόλως ἀπῆν ὁ
ἀπερίγραπτος λόγος». Έγινε άνθρωπος χωρίς να αρνηθεί τη Θεότητά του.
«Ἐκένωσεν ἑαυτὸν» λέγει ο θείος Παύλος και δεν υπέστη ουδεμία αλλαγή, αλλά
παρέμεινε «τέλειος Θεὸς καὶ τέλειος ἄνθρωπος κατὰ πάντα ὅμοιος ἡμῖν χωρὶς
ἁμαρτίαν» (Δ’ Οικ. Σύνοδος).

5. Η Θεοτόκος προτυπώνεται και με τη φωτεινή νεφέλη που κάλυπτε την παρεμβολή
των Εβραίων, κατά την πορεία τους διαμέσου της ερήμου. Αναφέρει σχετικά το
βιβλίο της Εξόδου: «ὁ δὲ Θεὸς ἠγεῖτο αὐτῶν, ἡμέρας μὲν ἐν στύλῳ νεφέλης, δεῖξαι
αὐτοῖς τὴν ὁδὸν τὴν δὲ νύκτα ἐν στύλῳ πυρὸς οὐκ ἐξέλιπε δὲ ὁ στύλος τῆς νεφέλης
ἡμέρας καὶ ὁ στύλος τοῦ πυρὸς νυκτὸς ἐναντίον τοῦ λαοῦ παντὸς» (ΙΓ΄ 21-
21). Δηλαδή: Ο Θεός κάλυπτε την παρεμβολή με νεφέλη για να τους προστατεύει
από τον ήλιο και τη νύκτα προπορευόταν σαν πύρινος στύλος για να τους φωτίζει. Η
Αγία Θεοτόκος διαμέσου των αιώνων σκεπάζει τους ανθρώπους από τo σύγχρονο
καύμα της αμαρτίας, ενώ ταυτόχρονα τους φωτίζει μέσα στο πηκτό σκοτάδι που
επικρατεί στο μακρά του Θεού κόσμο. Δίκαια λοιπόν ο υμνογράφος του Ακαθίστου
ύμνου τη χαιρετίζει με τους ακόλουθους στίχους: «Χαῖρε πύρινε στύλε, ὁδηγῶν τοὺς
ἐν σκότει, Χαῖρε σκέπη τοῦ κόσμου «πλατυτέρα νεφέλης» καὶ στὸν κανόνα τῆς ἴδιας
ἀκολουθίας χαρᾶς αἰτία χαρίτωσον, ἡμῶν τὸν λογισμὸν τοῦ κραγάζειν σοι, Χαῖρε ἡ
ἄφλεκτος βάτος, Νεφέλη ὁλόφωτε ἡ τοὺς πιστοὺς ἀπαύστως ἐπισκιάζουσα».

6. Η Θεοτόκος που δέχθηκε τον εξ ουρανών επιδημήσαντα Κύριο προτυπώθηκε δια του πόκου του Γεδεών. Στον κανόνα του Ακαθίστου ύμνου και πάλι αναφέρεται: «Χαῖρε ὁ πόκος ὁ ἔνδροσος, ὅν Γεδεὼν παρθένε προεθεάσατο».Τότε ο πόκος (= κουβάρι από μαλλί) του Γεδεών δέχθηκε τη δρόσο αθόρυβα, ενώ το υπόλοιπο του αλωνιούήταν ξηρό.
Κατά παρόμοιο τρόπο η Παρθένος Μαρία δέχθηκε μέσα της την ουράνιο

δρόσο (το Χριστό) μέσα στην περιβάλλουσα αυτήν πνευματική ξηρασία του κόσμου.
Αυτές και πολλές άλλες είναι οι προτυπώσεις της Υπεραγίας Θεοτόκου στην Παλαιά
Διαθήκη που μαρτυρούν το σπουδαιότατο ρόλο της στο σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία των ανθρώπων.


Πηγή υλικού
Ζαχαρίου Κλ. Ραπτόπουλου, Ιερά Μονή Σεϊδανάγιας στα Ιεροσόλυμα, Έκδοση Β΄
Επηυξημένη – βελτιωμένη, Εκδόσεις Επτάλοφος, Αθήναι 2009, σ. 51-57

Επιλογή υλικού

Αικατερίνη Διαμαντοπούλου, Υπεύθυνη υλικού των Ιστοχώρων του Πατριαρχείου
Ιεροσολύμων

ΡΩΜΙΟΣΥΝΗ


"ΔΟΞΑ ΤΩ ΘΕΩ, ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΚΥΡΙΕ "




Κάποτε υπήρχε μια φτωχή γυναίκα
Που για ότι καλό της συνέβαινε
Με το παραμικρό έλεγε "Δόξα τω Θεω".

Κοντά της όμως ζούσε ένας πλούσιος ο οποίος
Κάθε φορά που περνούσε μπροστά από το σπίτι της

Την άκουγε να λέει "Δόξα τω Θεώ, ευχαριστώ Κύριε"
Και κάθε φορά τον εκνεύριζε.
Ώσπου μια μέρα λέει στο υπηρέτη του
-Πήγαινε στην αγορά πάρε δυο καρότσια τροφές
Και πήγαινε την σ΄ αυτήν την γυναίκα.

Και όταν σε ρωτήσει ποιος τα έφερε να της πεις ο Διάβολος τα έφερε.

Πράγματι λοιπόν την άλλη μέρα χτυπάει το κουδούνι της γυναίκας
Και καθώς ανοίγει βλέπει τα δυο καρότσια με τα τρόφιμα και τον υπηρέτη από πίσω.
-"Δόξα τω Θεω, ευχαριστώ Κύριε" λέει εκείνη λάμποντας από χαρά.
-Δεν θέλετε να μάθετε ποιος σας έφερε τα καρότσια; ρώτησε ανυπόμονα ο υπηρέτης...

-Όχι παιδί μου, δεν έχει σημασία, όταν ο Θεός θέλει, ακόμη και ο διάβολος τον υπηρετεί...
Είπε η γυναίκα και μπήκε μέσα χαρούμενη με τα καρότσια.

Κυριακή 14 Ιουλίου 2013

Η πίστη των ηρώων της Ε.Ο.Κ.Α.

Ἡ πίστη τῶν ἡρώων τῆς Ε.Ο.Κ.Α.

Εὐάγγελος Στ. Πονηρός Δρ Θ., Μ.Φ.
            Εἶναι σέ ὅλους γνωστός ὁ ἡρωισμός καί ἡ αὐτοθυσία τῶν μαχητῶν τῆς Ε.Ο.Κ.Α. κατά τόν ἀπελευθερωτικό ἀγώνα τῆς Κύπρου κατά τά ἔτη 1955-1959. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί δέν φοβήθηκαν τίς συκοφαντίες τῶν ἀποικιοκρατῶν οἱ ὁποῖοι τούς ἀποκαλοῦσαν «τρομοκράτες», δέν φοβήθηκαν τίς συλλήψεις, τίς φυλακίσεις, τά ἀπάνθρωπα βασανιστήρια, τίς ἀγχόνες. Τά ὑπέστησαν ὅλα μέ τούς πιό ἀπάνθρωπους τρόπους, ἀλλά δέν ἔπαυσαν νά ἀγωνίζονται, κι ἔτσι ἔδωσαν ἕνα ἀξέχαστο μάθημα στούς ἐκπροσώπους τῆς ἀποικιοκρατίας. Ἡ ἐπιτυχία τοῦ ἀγώνα τους δέν ὀφείλεται μόνο στήν ἅρτια μελετημένη ὀργάνωση, τήν καθοδηγούμενη ἀπό τόν ἀρχηγό τους Γεώργιο Γρίβα, γνωστό τότε μέ τό ἀγωνιστικό ψευδώνυμο «Διγενής», ὀφείλεται κυρίως στήν ψυχική τους δύναμη. Γι΄ αὐτήν θά ἀφήσουμε νά μᾶς μιλήσει ὁ ἴδιος ὁ ἡγέτης τοῦ ἀγῶνος μέσα ἀπό τά δημοσιευμένα κειμενά του:

«Ὁ ἀγών μας, ὅπως καί οἱοσδήποτε ἄλλος, εἶναι κυρίως πάλη δύο θελήσεων, καθ΄ ἥν θά ἐπιβάλλεται ἐκεῖνος, τοῦ ὁποίου αἱ ἠθικαί δυνάμεις εἶναι εἰς ὑψηλότερον ἐπίπεδον καί ἡ θέλησις ἰσχυροτέρα. Ἐπί τοῦ παράγοντος τούτου ὑπελόγιζα πάντοτε. Καθ΄ ὅλην τήν διάρκειαν τοῦ ἀγῶνος ἐπέτυχα νά κρατήσω σταθερῶς τό ἠθικόν τῶν μαχητῶν καί τοῦ λαοῦ πολύ ὑψηλά, χωρίς τοῦτο νά καμφθῇ. Εἰς τοῦτο συνέτεινε πολύ καί ἡ πίστις ἐπί τό δίκαιον τοῦ ἀγῶνος, ἐν ἀντιθέσει πρός τόν Ἄγγλον στρατιώτην, ὅστις ἐγνώριζε, ὅτι ἀγωνίζεται διά νά κρατήσῃ ἕνα λαόν δοῦλον. Οὕτως, αἱ τάξεις τῶν μαχητῶν μας καί ὅταν ἀκόμη ἠραίωνον, λόγῳ ἀπωλειῶν, ἤ ἐδέχοντο πλήγματα, δέν παρέμενον μόνον ἀρραγεῖς, ἀλλά ταχέως συνεπληροῦντο καί ἐγένοντο μᾶλλον συνεκτικαί.[1]»
Ἀπό ποῦ ὅμως ἀντλοῦσαν τήν ψυχική τους δύναμη οἱ ἀγωνιστές; Ἀπό μόνη τήν πίστη στό δίκαιο τοῦ ἀγῶνος; Ὄχι βέβαια. Ἡ χριστιανική τους πίστη ἦταν ἡ κύρια πηγή τῆς ψυχικῆς τους ρώμης. Κι αὐτό ἀποδεικνύεται κατ΄ ἀρχήν ἀπό τό γεγονος ὅτι ὁ ἀγώνας ξεκινοῦσε μέ ὅρκο στό ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος, χωρίς αὐτόν δέν γινόταν ἀποδεκτός ὁ ἀγωνιστής. Ἄς δοῦμε τό ἀκριβές κείμενό του:
«Ὁρκίζομαι εἰς τό ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος ὅτι:
- Θά ἀγωνισθῶ μέ ὅλας μου τάς δυνάμεις διά τήν ἀπελευθέρωσιν τῆς Κύπρου ἀπό τόν Ἀγγλικόν ζυγόν, θυσιάζων καί αὐτήν τήν ζωήν μου.
- Δέν θά ἐγκαταλείψω τόν ἀγώνα ὑπό οἰονδήποτε πρόσχημα παρά μόνον ὅταν διαταχθῶ ὑπό τοῦ Ἀρχηγοῦ τῆς Ὀργανώσεως καί ἀφοῦ ἐκπληρωθῇ ὁ σκοπός τοῦ ἀγῶνος.
- Θά πειθαρχήσω ἀπολύτως εἰς τάς διαταγάς τοῦ Ἀρχηγοῦ τῆς Ὀργανώσεως καί ἀφοῦ ἐκπληρωθῇ ὁ σκοπός τοῦ ἀγῶνος.
- Θά πειθαρχήσω ἀπολύτως εἰς τάς διαταγάς τοῦ Ἀρχηγοῦ τῆς Ὀργανώσεως καί μόνον τούτου.
- Συλλαμβανόμενος θά τηρήσω ἀπόλυτον ἐχεμύθειαν τόσον ἐπί τῶν μυστικῶν τῆς Ὀργανώσεως ὅσον καί ἐπί τῶν ὀνομάτων τῶν συμμαχητῶν μου, ἔστω καί ἐάν βασανισθῶ διά νά ὁμολογήσω.
- Δέν θά ἀνακοινῶ εἰς οὐδένα τήν διαταγήν τῆς Ὀργανώσεως ἤ μυστικόν τό ὁποῖον περιῆλθεν εἰς γνῶσίν μου παρά μόνον εἰς ἐκείνους δι΄ οὕς ἔχω ἐξουσιοδότησιν ὑπό τοῦ Ἀρχηγοῦ τῆς Ὀργανώσεως.
- Τάς πράξεις μου θά κατευθύνῃ μόνον τό συμφέρον τοῦ ἀγῶνος καί θά εἶναι ἀπηλλαγμέναι πάσης ἰδιοτελείας ἤ κομματικοῦ συμφέροντος.
- Ἐάν παραβῶ τόν ὄρκον μου θά εἶμαι ΑΤΙΜΟΣ καί ἄξιος πάσης τιμωρίας.[2]»
Ἡ πίστη στόν Χριστό σέ καμμία στιγμή τοῦ ἀγώνα δέν παρέμεινε νεκρό γρᾶμμα, συντρόφευε τούς μαχητές καί στόν ἀγώνα πάνω στά βουνά. Ἀξίζει νά παραθέσουμε τή μαρτυρία τῆς ἀγωνίστριας καί τομεάρχου τῆς ὀργανώσεως Ἑλένης Σεραφείμ - Λοΐζου:
Ὁ Γρηγόρης Αὐξεντίου «μαζί μέ τούς ἄντρες του μελετοῦσαν τακτικά τήν Ἁγία Γραφή. Συζητοῦσαν ἀπάνω στό κείμενο πού διάβαζαν κ΄ ἔβγαζαν τό σύνθημα τῆς ἡμέρας ἤ τῆς ἑβδομάδας. Ἔτσι ὅπως ὅλοι πού ἀγωνίζονταν κ΄ ἔπεφταν μέ τήν πίστη στό Θεό καί μέ τήν Ἑλλάδα κλεισμένη στά τρίσβαθα τῆς ψυχῆς τους.[3]»
Ἡ Ἁγία Γραφή ἦταν λοιπόν ὁ ἀχώριστος σύντροφος τῶν Ἑλλήνων ἀγωνιστῶν τῆς Κύπρου, τό ὅπλο τό ὁποῖο δυνάμωνε τήν πίστη στόν Χριστό καί στήν πατρίδα κι ἔκαμε ἀποτελεσματικά τά ὅπλα πού πολεμοῦσαν τόν ἐχθρό.
            Ἡ ἴδια ἀγωνίστρια μᾶς παραθέτει, μέ λιτή ὅσο καί διαυγή περιγραφή, περιστατικό τό ὁποῖο φανερώνει τήν πίστη τῶν γυναικῶν, οἱ ὁποῖες μετεῖχαν στόν ἀγώνα. Κάποτε, λέγει ἡ ἡρωίδα στά ἀπομνημονεύματά της, τήν ἐπισκέφθηκε μία γυναίκα φέρνοντας ἐπιστολή τοῦ συζύγου της γιά ἔκτακτο σοβαρό ζήτημα τοῦ ἀγώνα. Γιά νά  καταφέρει νά περάσει τήν ἐπιστολή ἀπό τά ἀλλεπάλληλα βρετανικά μπλόκα, τήν εἶχε κρύψει μέσα στά ροῦχα τοῦ βρέφους της, τό ὁποῖο κρατοῦσε στά χέρια της σέ ὅλη τή διαδρομή. Ἡ τομεάρχις ἔγραψε ἀπαντητική ἐπιστολή πρός τόν σύζυγο τῆς γυναίκας καί τῆς τήν παρέδωσε. Ἄς δοῦμε πῶς περιγράφει τή σκηνή, τά συναισθήματα καί τίς σκέψεις τά ὁποῖα τῆς προξένησε:
«Ἔκλεισα τήν ἐπιστολή καί τήν ἔδωσα στήν Εὐδοκία πού τήν ξανάκρυψε στά ροῦχα τοῦ γιοῦ της. Δώσαμε τά χέρια ψιθυρίζοντας τόν καθιερωμένο ἀγωνιστικό χαιρετισμό:
- Ὁ Θεός μαζί μας.
Ἔφυγε γιά νά προλάβει τό λεωφορεῖο.
Βάλθηκα πάλι νά τήν κυτάζω καθώς ἔφευγε κ΄ ἔνοιωσα περήφανη γι΄  αὐτή τή γυναίκα. Γιά τίς γυναῖκες ὅλης τῆς Κύπρου π΄ ἀθόρυβα, ἁπλά, μά γενναῖα ὑπηρετοῦσαν τήν πατρίδα. Κ΄ ἔβρισκαν χίλιους τρόπους γιά νά ξεγελοῦν τούς Ἄγγλους. Ποιός θά μποροῦσε, ἀλήθεια, νά φανταστεῖ ὅτι πίσω ἀπ΄ τήν ἁπλότητα καί τή στοργή μέ τήν ὁποία περιέβαλλε τό παιδί της αὐτή ἡ χωρική μάνα κρυβόταν μιά πανέξυπνη ἀγωνίστρια πού μοίραζε τόν καιρό της ἀνάμεσα στά παιδιά της, στό νοικοκυριό της καί στήν ὑπηρεσία τοῦ ἀντάρτικου. Αὐτή τούς φρόντιζε γιά ὅλα. Πιστή σύντροφος καί συνεργάτις τοῦ ἄντρα της πού ἦταν ὁ τροφοδότης, ὁ σύνδεσμος κι΄ ὁ ἀκούραστος φύλακας τῆς ἀντάρτικης ὁμάδας.[4]»
            Δύο πράγματα προξενοῦν ἐντύπωση σ΄ ὅλους ὅσους δέν ζήσαμε τόν ἀγώνα ἐκεῖνο: πρῶτον ὁ «καθιερωμένος» ἀγωνιστικός χαιρετισμός «Θεός μαζί μας», ὁ ἀπαραίτητος γιά ὅλους αὐτούς τούς ἀγνούς καί ἀνυστερόβουλους ἀγωνιστές, καί δεύτερον τό ἦθος τῶν ἀγωνιστριῶν ἐκείνων. Τῶν ἀγωνιστριῶν οἱ ὁποῖες ἐνσάρκωναν τόν τύπο γυναίκας τόν ὁποῖο ἀναζητεῖ ἡ Ἁγία Γραφή: «γυναῖκα ἀνδρείαν τίς εὑρήσει; τιμιωτέρα δέ ἐστιν λίθων πολυτελῶν ἡ τοιαύτη[5]», «γυνή ἀνδρεία στέφανος τῷ ἀνδρί αὐτῆς[6]».
            Καί σήμερα; Τί γίνεται σήμερα; Πνίγηκε ἡ πίστη καί ὁ ἀγώνας μέσα στά σαλόνια τῆς διεθνοῦς διπλωματίας καί πολιτικῆς; Ἐξαφανίσθηκε μέσα στίς φοῦσκες τῶν χρηματιστηρίων; Προδόθηκε ἀπό τά βρώμικα συμφέροντα; Ὁπωσδήποτε ὅλα αὐτά ἐπιχειρήθηκαν, τόσο στήν ἐπικράτεια τῆς Κυπριακῆς Δημοκρατίας ὅσο καί στήν ἐπικράτεια τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας. Ὅμως, πιστεύουμε ἀκράδαντα, ἡ πίστη τοῦ Ἑλληνικοῦ ἔθνους στόν Χριστό, στήν πατρίδα καί στήν κληρονομιά του δέν ἔχει πεθάνει. Οἱ πιστοί, οἱ ἀνυποχώρητοι καί ἀκέραιοι, ὅσοι δέν παρασύρονται ἀπό ψεύτικες ὑποσχέσεις, ὅσοι ἀρνοῦνται νά προδώσουν πίστη καί πατρίδα, τό «λεῖμμα» ὅπως τούς ὀνομάζουν οἱ προφῆτες, ἄς γίνουν γιά μιά ἀκόμη φορά ὁ φάρος ὁ ὁποῖος θά ὁδηγήσει ὁλόκληρο τόν ἑλληνισμό στήν εὐόδωση τῶν ἀγώνων του, στήν ἐπιβίωσή του, στήν διαφύλαξη τῆς ἐλευθερίας του.




[1] Στρατηγός Γεώργιος Γρίβας - Διγενής, Ἀγών Ε.Ο.Κ.Α. καί ἀνταρτοπόλεμος, (Πολιτικοστρατιωτική μελέτη), Ἀθῆναι 1962, σ. 58-59.
[2] Ἑλενίτσα Σεραφείμ - Λοΐζου, Ὁ ἀπελευθερωτικός ἀγώνας τῆς Κύπρου 1955-1959, Ὅπως τόν ἔζησε μιά τομεάρχις, 2η ἔκδοση, ἐκδ. «Φιλοθέη», Λευκωσία 1983, σ. 13
[3] Ἑλενίτσα Σεραφείμ - Λοΐζου, Ὁ ἀπελευθερωτικός ἀγώνας τῆς Κύπρου 1955-1959, Ὅπως τόν ἔζησε μιά τομεάρχις, 2η ἔκδοση, ἐκδ. «Φιλοθέη», Λευκωσία 1983, σ. 194, 195.
[4] Ἑλενίτσα Σεραφείμ - Λοΐζου, Ὁ ἀπελευθερωτικός ἀγώνας τῆς Κύπρου 1955-1959, Ὅπως τόν ἔζησε μιά τομεάρχις, 2η ἔκδοση, ἐκδ. «Φιλοθέη», Λευκωσία 1983, σ. 136.
[5] Παροιμίαι 31, 10.
[6] Παροιμίαι 12, 4.

ΠΗΓΗ: aktines.blogspot.gr

Διάλογος τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου μετά τοῦ Δαίμονος



Ὅταν ὁ Μέγας Ἀντώνιος ἠσκήτευεν εἰς τὴν ἔρημον, νὰ καὶ ἔρχεται ὁ Δαίμων τὰ μεσάνυκτα, καὶ τοῦ ἐκτύπησε τὴν πόρτα διὰ νὰ τοῦ ἀνοίξῃ. Ἐσηκώθη λοιπὸν ὁ Μέγας Ἀντώνιος, καὶ ἀφοῦ ἄνοιξε τὴν πόρτα του, βλέπει ἔξαφνα ἄνθρωπον ἀλλόκοτον καὶ ἔστεκεν ἔξω.

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Ποῖος εἶσαι ὁποῦ μοῦ κτυπᾶς τὰ μεσάνυκτα τὴν πόρταν, καὶ τὶ θέλεις";

Λέγει του ὁ μιαρὸς Δαίμων "Ἐγὼ εἶμαι ὁ Δαίμων".

Καὶ λέγει πρὸς αὐτὸν ὁ Ἅγιος "Πῶς ἦλθες, παγκάκιστε ἐδῶ";

Καὶ λέγει πρὸς αὐτὸν ὁ Δαίμων "Ἦλθα νὰ σοῦ εἰπῶ πῶς μάχονται οἱ καλόγηροι καὶ λοιποὶ Χριστιανοί, ὑβριζόμενοι κατὰ πᾶσαν ὥραν, καὶ πῶς τοὺς κοσμικοὺς γυρίζω εὔκολα εἰς τὸ θέλημά μου".

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Παγκάκιστε, διατὶ κάμνεις αὐτό";

Λέγει του ὁ Δαίμων "Ἐγὼ φθονῶ τοὺς καλογήρους, διότι ὁ αὐθέντης μου ὁ Ἑωσφόρος ἔχει πολὺν φθόνον εἰς αὐτούς, ἐπειδὴ μέλλει ὁ Θεὸς ν΄ἀποκαταστήσῃ τὸ Τάγμα τῶν Ἀγγέλων ὁποῦ ἐξέπεσεν ἀπὸ ἡμᾶς, καὶ νὰ κάμῃ Ἀγγέλους ἀπὸ τοὺς καλοὺς Ἱερεῖς καὶ τοὺς ταπεινοὺς Μοναχούς, καὶ διὰ τοῦτο ἔχομεν τόσον φθόνον εἰς αὐτούς".

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Ἐπειδὴ ἦλθες ἐδῶ, ὦ Δαίμων, ὁρκίζω σε εἰς τὸν Θεὸν τοῦ παντὸς τὸν κτίσαντα τὰ πάντα, νὰ σταθῇς αὐτοῦ ἕως οὗ νὰ ὁμολογήσῃς ὅλα ὅσα πράττεις".

Λέγει του ὁ Δαίμων "Διατὶ μὲ ἔδεσες Ἀντώνιε, ἐγὼ ἤλθα νὰ σοῦ πῶ τὸ καύχημά μου μόνον τό πῶς μάχονται οἱ μοναχοὶ καὶ λοιποὶ χριστιανοί, καὶ σὺ μὲ ἔδεσες";

Λέγει ὁ Ἅγιος "Εἶπέ μοι τὰ ἔργα τῶν Δαιμόνων, τὶ κάμνωσιν εἰς τοὺς Μοναχοὺς καὶ λοιποὺς χριστιανούς".

Λέγει του ὁ Δαίμων "Ἄκουσον Ἀντώνιε ἡμεῖς εἴμεθα πρῶτα ἄγγελοι καὶ ὁ Ἑωσφόρος, ὁ πρῶτος μας, ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνειαν ἐξέπεσε, διότι ἠθέλησε νὰ στήσῃ τὸν θρόνον του ἐπάνωθεν τοῦ Θεοῦ, συλλογιζόμενος δὶς τὸν ἑαυτόν του νὰ γίνη ὅμοιος μὲ τὸν Θεόν. «Καὶ ἔσομαι ὁμοίως τῷ Ὑψίστῳ». Καὶ μόλις τὸ ἐσυλλογίσθη, παρευθὺς ἔπεσε κάτω εἰς τὰ καταχθόνια τοῦ ᾅδου, ἀκολουθοῦντες αὐτὸν καὶ ἡμεῖς, καὶ ἐξ αἰτίας τούτου, ἀπὸ ἄγγελοι ἐγείναμεν δαίμονες, καὶ διὰ τοῦτο ἔχομεν τὸν φθόνον εἰς τοὺς μοναχοὺς καὶ τοὺς ὀρθοδόξους χριστιανούς, καὶ τοὺς πειράζομεν. Ἀλλὰ ἄλλο δὲν μᾶς θανατώνει περισσότερον ἀπὸ τὴν προσευχήν, τὴν νηστείαν καὶ τὴν ταπείνωσιν ὁποῦ κάμνουν οἱ μοναχοὶ καὶ λοιποὶ ὀρθόδοξοι χριστιανοί- διὰ τοῦτο καὶ ἡμεῖς πασχίζομεν κατὰ πολλὰ διὰ νὰ τοὺς κάμωμεν οὔτε νὰ προσεύχωνται οὔτε νὰ νηστεύωσιν, ἀλλὰ νὰ ἀμελῶσι καὶ νὰ ὑπερηφανεύωνται, καὶ ἄλλοι νὰ λέγωσιν ὅτι εἶναι εὔμορφοι, ἐνῶ εἶναι ἄσχημοι, καὶ ἄλλοι ὅτι εἶναι προκομμένοι καὶ δὲν γνωρίζουν οὔτε τὰ ἄλφα, καὶ βάνωμεν πολλὴν ἔχθραν ἀνάμεσον τοῦ ἑνὸς καὶ τοῦ ἄλλου διὰ νὰ μαλώνουν, καὶ ἐξ΄αἰτίας τούτου πηγαίνωμεν ἀπὸ τόπον εἰς τόπον, καὶ ἄλλους κάμνωμεν νὰ ἀρνῶνται τὸν Χριστόν, καὶ ἄλλους νὰ ἀφίνουν τὴν μοναχικὴν ζωὴν καὶ νὰ γίνωνται κοσμικοί, καὶ μ΄αὐτὸν τὸν τρόπον τοὺς πέρνομεν μαζὺ εἰς τὴν αἰώνιον κόλασιν. Ἀλλ' ἄκουσε καὶ τοῦτο, Ἅγιε τοῦ Θεοῦ. Ὅτι ἄλλο δὲν μᾶς πειράζει οὔτε ἡ προσευχή, οὔτε ἡ νηστεία, ὅσον ἡ ταπείνωσις. Καὶ αὐτὴν τὴν βλέπομεν εἰς πολλοὺς μοναχοὺς καὶ εἰς ὀλίγους κοσμικούς, ἀλλὰ αὐτοὺς τόσον πολὺ σπουδάζωμεν νὰ τοὺς σείρωμεν εἰς τὸν ἑαυτόν μας, ὅσον τὸ σκουλίκι ὁποῦ βόσκει εἰς τὶ δένδρον καὶ πασχίζει νὰ τὸ ξηράνη καὶ νὰ τὸ καταντήσῃ ἄχρηστον εἰς τὸ νὰ κάμῃ καρπὸν ὥστε νὰ βαλθῇ εἰς τὴν φωτιάν. Τέτοιας λογῆς λοιπὸν πασχίζομεν καὶ ἡμεῖς ὥστε νὰ ξηράνωμεν τὴν καρδία αὐτῶν ὁποῦ πράττουσι τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ. Ὕστερον νὰ τοὺς ῥίξωμεν εἰς τὴν αἰώνιον κόλασιν.

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Ἀμὴ τοὺς κοσμικοὺς διατὶ τοὺς πειράζετε";

Λέγει του ὁ Δαίμων - ἐπειδὴ καὶ ὁ Χριστὸς διὰ τὸν Ἀδὰμ ἔῤῥιψε τὸν πρῶτον μας, καὶ ἔχομεν πολὺν φθόνον εἰς αὐτούς, βλέπεις δὲ καὶ ἐτοῦτα τὰ μαχαίρια ὁποῦ ἔχω εἰς τὴν ζῶσιν μου. Ὅλα δι' αὐτοὺς τὰ ἔχω, καὶ ὅταν μεθύσωσιν ἀπὸ τὸ κρασὶ τοὺς βάνω εἰς μάχην πολλὴν καὶ ἀπὸ λόγον εἰς λόγον πιάνονται, καὶ ἐγὼ ἀναμαζώνω τους καὶ σφάζονται, καὶ ὄχι ἐγὼ μοναχός μου, ἀλλὰ καὶ οἱ λοιποί μου ἀδελφοί.

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Καὶ ποῦ εἶναι οἱ ἀδελφοί σου";

Λέγει του ὁ Δαίμων "Εἰς κάποιον τόπον γίνεται πανήγυρις καὶ πηγαίνουν ἐκεῖ διὰ νὰ κάμουν σκάνδαλα".

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Καὶ πῶς λέγουν τὰ ὀνόματά των";

Λέγει του ὁ Δαίμων "Τὸν ἕναν τὸν λέγουν Κενόδοξον, ἤγουν τῆς κενοδοξίας, καὶ τὸν ἄλλον Θυμώδη, ἐπειδὴ θυμώνει τοὺς ἀνθρώπους καὶ δέρνονται, κάμνοντας καὶ ἀλλὰ πολλότατα κακά, δηλαδὴ νὰ πηγαίνωσιν εἰς τὰ κριτήρια, νὰ ἐξοδεύωσι τὸν βίον τους, ἔχοντες καὶ ἡμεῖς ἀπὸ αὐτοὺς πολὺ διάφορον τουτέστι μερδικόν, μόνον ἐκείνους ἔχομεν ἐχθροὺς ὁποῦ δὲν ἀφίνουν τοὺς ἄλλους νὰ πηγαίνουν εἰς τοὺς Κριτάς, διὰ τοῦτο καὶ ἡμεῖς ἐκείνους ὁποῦ δὲν κάμνουν τὸ θέλημα μας πολλὰ τοὺς πολεμοῦμεν, ἀλλὰ δὲν κάμνωμεν τίποτε, καὶ ὅταν ὑπάγωμεν εἰς τὸν πρῶτον μας πολὺ μᾶς μαλώνει καὶ ὑβρίζει. Διὰ τοῦτο παρακαλῶ σε, νὰ μὲ ἀφήσῃς νὰ ὑπάγω, ὅτι πολὺν καιρὸν ἔκαμα ἐδῶ, καὶ ἄργησα, καὶ πλέον μὴ μὲ ἐρωτᾷς, διότι πολὺ θέλει μὲ παιδεύσει ὁ αὐθέντης μου.

Λέγει του ὁ Ἅγιος, τόσους χρόνους ἔχετε, παγκάκιστοι ἐχθροί, ὁποῦ πειράζετε τὸν κόσμον καὶ ἀκόμη δὲν ἐχορτάσατε; Ἀμὴ πάλιν ὁρκίζω σε, εἰς τὸν Παντοδύναμον Θεὸν νὰ μοῦ εἰπῇς τὴν ἀλήθειαν εἰς ὅ,τι σὲ ἐρωτήσω.

Τότε λέγει του ὁ Δαίμων: "Ἀντώνιε, διατὶ μὲ ἔδεσες περισσότερον, ὁποῦ ἐγὼ βιάζομαι; πηγαίνω διατὶ πολὺν καιρὸν ἄργησα ἐδῶ ὁποῦ ἕως τώρα ἤθελα γυρίσει εἰς τὸ θέλημά μου πολλοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ σὺ δὲν μὲ ἀφίνεις, καὶ ὅταν ὑπάγω μὲ μαλώνει ὁ αὐθέντης μου, ἐρῶτα με λοιπὸν ὀγρήγορα, διότι ὅλοι μου οἱ ἀδελφοὶ ὑπάγουν μὲ κανίσκια εἰς τὸν αὐθέντην μας τὸν πρῶτον, καὶ δὲν ἔχω μὲ τὶ νὰ ὑπάγω κ΄ἐγώ, ἐπειδὴ μὲ κατέστησες ἄμοιρον τῆς χάριτός μου, καὶ μὲ μαλώνουν οἱ ἀδελφοί μου ὁποῦ πηγαίνουν εἰς τὰ πανηγύρια.

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Ποῖον εἶναι τὸ μεγαλήτερον σκάνδαλον ὁποῦ δίδετε ἐσεῖς οἱ δαίμονες εἰς τοὺς ἀνθρώπους;"

Λέγει του ὁ Δαίμων "Κενοδοξίαν καὶ εἰς τοῦτο ἐγὼ πιάνω καὶ τοὺς δαιμονίζω, διὰ νὰ πιασθοῦν ἕνας μὲ τὸν ἄλλον, ἔπειτα φθάνει καὶ ὁ θυμώδης ὁ μεγαλύτερός μου ἀδελφὸς καὶ τοὺς δίδει διπλὴν τὴν κενοδοξίαν καὶ τότε πιάνωμεν καὶ τοὺς ἀνακατώνομεν πολλά, καὶ οὕτω κάμνουν τὸ θέλημα μας καὶ τότε ὑπάγωμεν εἰς τὸν αὐθέντην μας, καὶ αὐτὸς πολὺ μᾶς χαίρεται, καὶ μᾶς ἀξιώνει εἰς μεγαλητέραν τιμήν".

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Ἀμὴ πῶς δὲν φοβεῖσθε τὸν Θεόν, ἀλλὰ τολμᾶτε καὶ κάμνετε σκάνδαλα εἰς τοὺς χριστιανούς;"

Λέγει του ὁ Δαίμων: "Ἀντώνιε, ἡμεῖς ἔχομεν ἀπὸ τὸν Θεὸν θέλημα, καὶ ὅ,τι θελήσωμεν κάμνωμεν, ἀφίνοντὰς μας καὶ οἱ Ἄγγελοί του νὰ πράξωμεν ὅ,τι θέλωμεν καὶ ἡ παραχώρησις αὕτη δίδεται εἰς ἡμᾶς, διὰ νὰ δοκιμάζωνται οἱ πιστοὶ ἀπὸ τοὺς ἀπίστους• διατὶ ὅσοι ἔχουν πίστιν σταθερὰν δὲν κάμνουν τὰ θελήματα μας, διὰ τοῦτο πηγαίνουμεν καὶ εἰς τὰ τραπέζια ὁποῦ ἔχουν παιγνίδια, καὶ κανένας δὲν μᾶς ἐμποδίζει, καὶ χαιρόμεθα καὶ ἡμεῖς μαζὺ μὲ αὐτούς, καὶ γίνονται ἰδικοί μας ὑπηρέται, καὶ ἀφίνοντες τὸν Θεὸν λατρεύουν ἡμᾶς καὶ πολλαὶς φοραῖς μᾶς ὑβρίζουν, ἀλλ´ ὅταν πίνουν τὸ κρασὶ μὲ τὰ παιγνίδια, πάλιν κάμνουν τὸ θέλημά μας".

Λέγει του ὁ Ἅγιος ὁρκίζω σε εἰς τὸν Θεὸν νὰ μὲ εἰπῇς καὶ τοῦτο "Δηλ. τὴν Κυριακὴν τὶ κάμνετε εἰς τοὺς χριστιανούς;"

Λέγει του ὁ Δαίμων "Ἡμεῖς καθόλου δὲν ἀναπαυόμεθα ὅλον τὸν καιρόν, οὔτε παύομεν τὰ σκάνδαλα, μόνον εἰς αὐτὰ εὑρισκόμεθα παντοτεινά, καὶ τὴν Κυριακὴν κάμνομεν πολλὰ εἰς τοὺς χριστιανοὺς καὶ ἄλλους κάμνομεν νὰ ῥάπτουν, ἄλλους νὰ πραγματεύωνται, ἄλλους νὰ γελοῦν, ἄλλους νὰ τραγωδῶσι, καὶ εἰς τὰς γυναίκας, ἄλλας νὰ τὶς κάμνωμεν νὰ κεντῶσιν, ἄλλας νὰ πραγματεύονται τὴν Κυριακήν, κάμνομεν τοὺς ἄνδρας καὶ τὰς γυναίκας νὰ πολυκοιμῶνται καὶ νὰ μὴ πηγαίνουν εἰς τὴν ἐκκλησίαν, τοὺς δίδομεν πόνον εἰς τὴν κεφαλὴν ἢ εἰς ἄλλο μέρος τοῦ κορμίου, διὰ νὰ εὐρίσκουν πρότασιν, νὰ λέγωσι πῶς δὲν ἠμποροῦν νὰ ὑπάγουν εἰς τὴν ἐκκλησίαν, καὶ τὸν χειμῶνα τοὺς δίδομεν ζέσταν, καὶ τὸ καλοκαίριον γλυκύτητα εἰς τὸν ὕπνον καὶ βάρος εἰς τὴν κεφαλὴν διὰ νὰ μὴ σηκωθοῦν νὰ ὑπάγουν εἰς τὴν ἐκκλησίαν, καὶ οὕτω κάμνουν καὶ αὐτοὶ τὰ θέλημά μας. Ἐκεῖνοι ὅμως ὁποῦ γυρίζουν εἰς θεογνωσίαν, φεύγωμεν ἀπ΄αὐτοὺς καὶ πηγαίνομεν εἰς ἐκείνους ὁποῦ κάμνουν τὸ θέλημά μας, νὰ ἔχουν καὶ νὰ κρατοῦν τὸν βίον τους, σιμά των ὡς νὰ δουλεύουν τὰς Κυριακὰς καὶ τὰς ἑορτὰς νὰ μὴν τιμοῦν. Ἐκεῖνοι ὅμως ὁποῦ τιμοῦν τοὺς ἁγίους, παρακαλοῦν καὶ οἱ Ἅγιοι δι` αὐτοὺς τὸν Θεόν, καὶ συγχωροῦνται αἱ ἁμαρτίαι των, καὶ ξαναφεύγουν ἀπὸ ἡμᾶς, καὶ ἡμεῖς θρηνοῦμεν πῶς τοὺς ἐχάσαμεν, διατὶ δὲν κάμνουν πλέον τὸ θέλημά μας, καὶ διὰ τοῦτο ὁ πρῶτος μας, πολλὰ συγχίζεται καὶ θλίβεται δι' αὐτούς, τότε δὲ, κάμνει σύναξιν μεγάλην εἰς ὅλους τοὺς Δαίμονας καὶ πολλὰ πολλὰ τοὺς μαλώνει καὶ τοὺς ὑβρίζει, πῶς δὲν ἠμπόρεσαν νὰ κάμουν σκάνδαλα εἰς τοὺς χριστιανούς, τοὺς ἐορτάζοντας τὰς Κυριακάς, διὰ τοῦτο μαλώνει ἡμᾶς καὶ τότε πηγαίνομεν καὶ ἡμεῖς καὶ τοὺς ἀνακατώνομεν καὶ οὕτω κάμνουν πάλιν τὸ θέλημα μας, καὶ ἐπιστρέφομεν εἰς τὸν αὐθέντην μας, καὶ μᾶς χαίρεται κατὰ πολλάς, καὶ μᾶς ἀξιώνει εἰς περισσοτέραν τιμήν, καὶ πάλιν στέλλει καθ' ἕναν ἀπὸ ἡμᾶς εἰς διαφόρους ὑπηρεσίας, δηλαδὴ ἄλλους εἰς τὴν θάλασσαν νὰ παρακινοῦν τοὺς ναύτας νὰ πνίγουν τοὺς ἐπιβάτας διὰ νὰ πάρουν τὸν βίον τους ἂν ἔχουν, ἄλλους εἰς τὰ ποτάμια, καὶ πάλιν στέλλει τὸν ἔξαρχον μὲ ἑκατὸν πεντήκοντα Δαίμονας νὰ ταράσσουν τὴν θάλασσαν διὰ νὰ κινδυνεύουν τὰ καράβια, καὶ νὰ ἀγανακτοῦν οἱ ναῦται καὶ νὰ ὑβρίζουν τὴν πίστιν τους, καὶ νὰ λέγουν πολλὰς ἄλλας βλασφημίας, ἄλλους διὰ νὰ φονεύουν τοὺς ἀνθρώπους, καὶ ἄλλους εἰς τὰ παιγνίδια διὰ νὰ κάμουν σκάνδαλα νὰ μαλώνουν καὶ νὰ ὑβρίζωνται ἕνας τὸν ἄλλον ἄνθρωπον, οἱ ὁποῖοι ἀπὸ ὁλίγον εἰς ὁλίγον πιάνονται καὶ δέρνονται καὶ ἔτζι κάμνουν τὸ θέλημά μας, δίδοντες εἰς αὐτοὺς πολὺν θυμὸν διὰ νὰ χάνουν τὸν μισθόν τους ἀπὸ τὸν Ἅγιον ὁποῦ ἐορτάζουν, καὶ ἄλλοι πάλιν δαίμονες εἰσχωροῦν εἰς ἀνδρόγυνα καὶ κάμνουν πολλὴν μάχην, καὶ ἄλλοι εἰς ἐκείνους ὁποῦ ἔχουν περισσὸν βίον, διὰ νὰ σκληρύνουν, τὰς καρδίας των καὶ νὰ μὴ λυπῶνται τοὺς πτωχοὺς διόλου, ἀλλὰ μόνον νὰ παίρνουν τῶν πτωχῶν τὸ ἀμπέλι, ἢ τὸ χωράφι, καὶ διὰ τοῦτο σπουδάζομεν πολὺ νὰ μὴ λυπῶνται οἱ πλούσιοι, τοὺς πτωχούς".

Τότε λέγει του ὁ Ἅγιος "Ὁρκίζω σε εἰς τὸν Θεὸν τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, νὰ μοῦ εἰπῇς καὶ τοῦτο τὶ ἔχετε ἐσεῖς οἱ δαίμονες μὲ τοὺς πτωχούς;"

Λέγει του ὁ Δαίμων "Ἡμεῖς ἀπὸ τοὺς πτωχοὺς διάφορον δὲν ἔχομεν, παρὰ ἀπὸ ἐκείνους ὁποῦ κλέπτουν, ἐπειδὴ καὶ αὐτοὶ εἶναι ἰδικοί μας δοῦλοι, ἀλλὰ ἀπὸ ἐκείνους ὁποῦ φυλάττουν τὴν πίστιν τους, διάφορον δὲν ἔχομεν."

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Ἀμὴ ἐκείνους ὁποῦ δίδουν τὰ ἀργύρια τους μὲ τὸ διάφορον πῶς τοὺς ἔχετε;"

Λέγει του ὁ Δαίμων "Αὐτοὶ εἶναι ἰδικοί μας φίλοι."

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Ἀμὴ ἐκείνους ὁποῦ μαντεύουν πῶς τοὺς ἔχετε;"

Λέγει του ὁ Δαίμων "Αὐτοὶ εἶναι ὡσὰν μανάδες μας, ἐπειδὴ πλανοῦν τὸν κόσμον, καὶ ἔρχεται πρὸς ἡμᾶς καὶ ἔχομεν πολὺ διάφορον ἀπὸ αὐτούς, διατὶ ἀφίνουν τὸν Θεόν, καὶ κάμνουσι τὸ ἰδικόν μας θέλημα, ἐπειδὴ κάμνουν τὸν ἑαυτόν τους διὰ Θεὸν καὶ προσκαλοῦν ἡμᾶς διὰ νὰ δώσωμεν εἰς τὸν ἄρρωστον τὴν ὑγείαν του, καὶ τότε ὁ μαντατοφόρος Δαίμων στέλλει δώδεκα ὑπηρέτας νὰ κάμουν φαντασίαν, πῶς ἀπὸ τὴν μαντείαν ἐσηκώθη ὁ ἄρρωστος, καὶ εὐθύς, ὁ μαντατοφόρος Δαίμων γράφει εἰς τὸ κατάστιχόν του ἐκείνους ὁποῦ κάμνουν τὴν ἁμαρτίαν καὶ τὸ θέλημά του, διὰ τοῦτο καὶ ὁ αὐθέντης μας, πολλὰ τοὺς χαίρεται, καὶ τοὺς ἀξιώνει εἰς μεγαλητέραν τιμήν.

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Ἐκείνους ὁποῦ δὲν τιμοῦν τὴν ἁγίαν Κυριακὴν πῶς τοὺς ἔχετε;"

Λέγει του ὁ Δαίμων "Ὡσὰν οἱ γονεῖς τὰ παιδία των - διατὶ ἡμέραν Κυριακὴν μᾶς ἅρπαξεν ὁ Χριστός, ὅσους εἴχαμεν εἰς τὴν κόλασιν."

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Διατὶ ἐβάλλατε τοὺς Ἑβραίους καὶ τὸν ἐσταύρωσαν;"

Λέγει του ὁ Δαίμων "Δὲν τὸ ἠξεύραμεν ὅτι ἦτον ὁ Θεός, ἀμὴ ἐνομίζαμεν αὐτὸν διὰ Προφήτην καὶ ἠπατήθημεν. Διότι τὰς βουλὰς τοῦ Θεοῦ κανεὶς δὲν τὰς ἠξεύρει. Λοιπὸν παρακαλῶ σε Ἀντώνιε, ἄφησέ με νὰ ὑπάγω, διότι πολὺ ἄργησα, καὶ πλέον μὲ τοὺς ἀδελφούς μου δὲν θὰ ἔχω ἀνάπαυσιν."

Λέγει του ὁ Ἅγιος, "Ζῇ Κύριος ὁ Θεός μου, δὲν σὲ ἀφίνω ἂν δὲν μοῦ εἰπῇς ἀκόμη τὰς πανουργίας τῶν δαιμόνων."

Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Δαίμων λέγει πρὸς τὸν Ἅγιον "Πολὺ κακὸν ἔκαμες εἰς ἐμέ, Ἀντώνιε, καὶ μὲ ἀργοπορεῖς κάθοντάς με ἐδῶ ἀδιαφόρευτον. Καὶ κατὰ πολλὰ ζημιώνομαι, χάνοντας καὶ τὴν ὑπόληψίν μου ἀπὸ τὸν αὐθέντην μου."

Λέγει του ὁ Ἅγιος εἶπέ μοι καὶ τοῦτο "Αὐτοὺς ὁποῦ δὲν ἀγαποῦν ἕνας τὸν ἄλλον, πῶς τοὺς ἔχετε";

Λέγει ὁ Δαίμων "Ἐδικοί μας κουμπάροι εἶναι, διότι καὶ ἡμεῖς ἀγάπην ἀναμεταξύ μας δὲν ἔχομεν, καὶ ἐκεῖ ὁποῦ εὑρίσκεται ἡ ἀγάπη δὲν ἠμποροῦμεν νὰ ἐμβῶμεν εἰς αὐτοὺς διὰ νὰ ἐνεργήσωμεν ὅλα ἐκεῖνα, ὁποῦ θέλομεν καὶ ἀρέσουν τοῦ αὐθέντος μας, διότι ὁ Θεὸς δὲν ἐπιθυμεῖ περισσότερον ἄλλο ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, εἰμὴ τὴν ἀγάπην, διὰ τοῦτο καὶ ἐκεῖνοι ὁποῦ ἔχουν τὴν ἀγάπην πρὸς τοὺς γειτόνους των, στεκόμεθα μακρὰν ἀπὸ αὐτούς.

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Ἀμὴ αὐτοὺς ὁποῦ δίδουν ἐλεημοσύνην εἰς τοὺς πτωχοὺς πῶς τοὺς ἔχετε";

Λέγει του ὁ Δαίμων "Πολλαῖς μαχαιριαῖς ἐμπήγουν εἰς τὴν καρδίαν μας ὅλοι ἐκεῖνοι ὁποῦ λυποῦνται τοὺς πτωχούς, διότι εὐσπλαγχνίζεται καὶ αὐτοὺς ὁ Θεός, καὶ ἅμα δώσουν τὴν ἐλεημοσύνην εἰς τοὺς πτωχοὺς σβύνονται ἀπὸ τὸ κατάστιχον τῶν γραμμάτων μας αἱ ἁμαρτίαι των, καὶ ἡμεῖς χάνομεν τὸν κόπον μας, καὶ δὲν ἔχομεν ἀπὸ αὐτοὺς ποσῶς διάφορον."

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Ἀμὴ ἐκείνους ὁποῦ κρατοῦν τὸ δίκαιον τῶν πτωχῶν, πῶς τοὺς ἔχετε;"

Λέγει του ὁ Δαίμων "Αὐτοὶ εἶνε τραπεζῖται ἐδικοί μας, ἐπειδὴ αὐτοὶ ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος πέρνουν τὸ δίκαιον τῶν πτωχῶν, καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο τὸ ἁρπάζομεν ἡμεῖς, καὶ διὰ τοῦτο ποτέ τους δὲν χορταίνουν, καὶ εἰς αὐτὸ χαιρόμεθα πολύ• ἀλλὰ δὲν ἤξευρα πῶς ἔχεις νὰ μὲ κρατήσῃς ἐδῶ τόσον καιρόν, ἀλλὰ ἤθελα νὰ φύγω μακρὰν ἀπὸ ἐσένα ὥσπερ δαίμων".

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Καὶ ἐγὼ θαυμάζω πῶς ἐσεῖς οἱ δαίμονες κάμνετε τόσον κακὸν εἰς τὸν κόσμον"

Λέγει του ὁ Δαίμων "Διὰ τοῦτο μᾶς ἐκαταράσθη ὁ Θεός, διὰ νὰ μὴν ἔχωμεν κανένα καλόν, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν καλωσύνην ν΄ἀπέχωμεν πάντοτε καὶ διὰ τοῦτο ἐργαζόμεθα κάθε λογῆς κακὸν εἰς τὸν κόσμον, ὡς καὶ εἰς τοὺς βασιλεῖς, καὶ εἰς τοὺς πατριάρχας, καὶ εἰς τοὺς μητροπολίτας καὶ εἰς τοὺς ἱερεῖς καὶ μοναχοὺς καὶ ὁσίους καὶ εἰς τοὺς πτωχοὺς καὶ πλουσίους, καὶ εἰς ὅλους δίδομεν σχεδὸν τὴν φιλαργυρίαν, τὴν μάχην, τὴν ζηλίαν, τὸν φθόνον καὶ ὅλα τὰ ἐπίλοιπα κακά, καὶ ὡς ἐκ τούτου γίνονται φίλοι μας. Καὶ τὶ νὰ σὲ εἰπῶ, Ἀντώνιε, αἱ τέχναι μας εἶναι ἀμέτρηται."

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Ἀμὴ εἰς τὰ παιδία τὶ κάμνετε ἐκεῖ ὁποῦ παίζουν;"

Λέγει του ὁ Δαίμων "Ἐκεῖ ἔχομεν ἡμεῖς τὴν χάριν μας καὶ κάμνομεν πολλὰς τέχνας διὰ νὰ σφαγοῦν ἢ νὰ ἐβγάλουν τὰ ὀμμάτια τους, ἢ νὰ τσακίσουν τὰ χέρια τοὺς καὶ τὰ ποδάρια τους, καὶ ἀλλὰ πολλὰ κακὰ ἐργαζόμεθα διὰ νὰ θυμώνεται τὸ ἕνα κατὰ τοῦ ἄλλου, καὶ νὰ πηγαίνουν οἱ γονεῖς των εἰς τὰ κριτήρια καὶ εἰς τοὺς αὐθεντάδες νὰ ἐξοδιάζουν τὸ βίον τους καὶ νὰ χαλοῦν τὰ ὑπάρχοντά τους καὶ νὰ τὰ φθείρουν τοῦ κακοῦ, ἐπειδὴ αὐτὸ εἶναι διάφορον ἐδικόν μας ὁποῦ ἔχωμεν καὶ ἀπὸ τὰ δύο μέρη."

Λέγει του ὁ Ἅγιος "Ἀμὴ εἰς τὸν διδάσκαλον, ὁποῦ μανθάνει τὰ παιδία ἱερὰ γράμματα, ὑπάγετε καὶ ἐκεῖ νὰ κάμνετε σκάνδαλα;"

Λέγει του ὁ Δαίμων "Εἰς αὐτὰ ὑπάγομεν, ἀμὴ στεκόμεθα ἀπὸ μακράν, διότι κρατοῦν τὰ βιβλία καὶ διαβάζουν τὰ γράμματα, μὲ τὰ ὁποῖα πολλά μᾶς κατακρίνουν καὶ μᾶς κατηγοροῦν, διὰ τοῦτο δὲν ὑπάγωμεν σιμά των, παρ΄ὅταν παύσουν καὶ δὲν διαβάζουν, τότε ὑπάγωμεν κοντά των καὶ βάνωμεν εἰς αὐτὰ πολλοὺς λογισμοὺς διὰ νὰ μισοῦν τὸ γράμματα, διὰ νὰ μὴ διαβάζουν, ὥστε νὰ μισοῦν τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ, καὶ νὰ κάμνουν τὸ θέλημά μας, διατὶ διαβάζοντας πολλὰ ἀπὸ αὐτὰ τὰ παιδία γυρίζουν εἰς θεογνωσίαν καὶ ἔχουμεν πολλὴν ἀδικίαν ἀπὸ αὐτά, καὶ διὰ τοῦτο σπουδάζομεν νὰ κάμνουν τὸ θέλημά μας βάνοντας εἰς αὐτά, μεγάλας παιδεύσεις καὶ τιμωρίας, καὶ τότε τὰ γράφομεν εἰς τὸ κατάστιχόν μας, συντρίβοντες ἀπὸ αὐτὰ τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ ἐπειδὴ ὅσοι ἀναγινώσκουν τὰ γράμματα πολλὰ μᾶς ὑβρίζουν, καὶ διὰ τοῦτο κάμνομεν τὰ παιδία νὰ μισοῦν τὰ γράμματα, καὶ νὰ μὴ θέλουν νὰ τὰ ἰδοῦν, κάμνοντες καὶ τοὺς γονεῖς των νὰ γίνωνται ἀμελεῖς καὶ νὰ μὴν τὰ παιδεύουν εἰς τὰ γράμματα" ἐπειδὴ διὰ τῶν ἱερῶν γραμμάτων δοξάζεται ὁ Θεὸς διὰ τὴν πολλὴν χάριν ὁποῦ ἔχουν.

Ταῦτα ἄκουσας ὁ Ἅγιος παρὰ τοῦ Δαίμονος, εἶπεν εἰς αὐτόν «Ἐπιτιμήσει σε, Κύριος ὁ Θεός, διάβολε, εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον, τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τῆς ἀγγέλοις αὐτοῦ». Καὶ παρευθὺς ἔγεινεν ἄφαντος ὁ Δαίμων ἀπ´ αὐτόν. Καὶ μείνας ὁ Ἅγιος ἐκστατικὸς ἐκείνην τὴν ὥραν, εἶπε "Θεὲ Παντοκράτωρ καὶ Κύριε τοῦ ἐλέους, ὁ ποιήσας τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν καὶ τὴν θάλασσαν καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτοῖς, αὐτὸς δεσπότα φιλάνθρωπε, ἐλευθέρωσόν με ἀπὸ τὰς χεῖρας τοῦ παμπόνηρου διαβόλου" καὶ ποιήσας προσευχὴν ὁ Ἅγιος ὕπνωσεν ὁλίγον. Προσελθὼν λοιπὸν Ἄγγελος Κυρίου εἶπε πρὸς αὐτόν "Ἀντώνιε, εἶδες τὸν πονηρὸν δαίμονα;" Ναί, εἶδα αὐτὸν ἀπεκρίθη ὁ Ἅγιος -ἀμὴ ποῖος εἶσαι ὁποῦ μοῦ συντυχαίνεις; Λέγει του, ὁ Ἄγγελος "Ἐγὼ εἶμι ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριὴλ καὶ ἤλθα νὰ σοῦ εἰπῶ νὰ γράψεις τὰς πανουργίας τῶν δαιμόνων καὶ νὰ τὰς φανέρωσῃς εἰς τὸν Κόσμον". Ἔξυπνος δὲ γενόμενος ὁ ὅσιος, ἐνεθυμήθη τὰ λόγια τοῦ Ἀγγέλου, καὶ εὐχαριστήσας τὸν Θεόν, εἶπεν "Εὐχαριστῶ σοι Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ὁ Θεὸς τῶν Δυνάμεων, ὁποῦ ἔστειλας τὸν Ἄγγελόν σου λέγοντάς μου νὰ γράψω τὰς πανουργίας τῶν δαιμόνων, πῶς αὐτοὶ κάμνουσι φθόνους, φόνους, μάχας καὶ ζηλοφθονίας μεταξὺ τῶν Χριστιανῶν καὶ ἐνεργοῦν εἰς αὐτοὺς νὰ ἐχθρεύωνται ἕνας τὸν ἄλλον, νὰ μὴν τιμοῦν τὴν ἁγίαν Κυριακήν, ὁποῦ ἔγεινεν ἡ ἀνάστασις τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ"

Διὰ τοῦτο τέκνα μου ἀγαπητά ἐν Χριστῷ, παρακαλῶ νὰ ἀκούσητε ταύτην μου τὴν νουθεσίαν, καὶ νὰ ἀπέχητε ἀπὸ κάθε λογῆς παιγνίδια καὶ ἀτοπήματα, ἐπειδὴ αὐτὰ χαίρονται νὰ βλέπουν οἱ πονηροὶ δαίμονες, ὁποῦ προξενοῦν εἰς τοὺς ἀνθρώπους ἀμέτρητα σκάνδαλα, καὶ νὰ παρακαλῆτε τὸν Θεὸν νὰ σᾶς ἐλευθερώσῃ ἀπὸ ὅλα τὰ κακὰ καὶ τὰς ἐνέδρας τοῦ μιαροῦ ἐχθροῦ μας, δαίμονος, καὶ νὰ ἔχωμεν τὸν Θεὸν βοηθόν μας, οὗ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.


Ἀμήν.

ΠΗΓΗ

ΟΙ AΓΙΟΙ ΑΝΑΡΓΥΡΟΙ ΚΟΣΜΑΣ ΚΑΙ ΔΑΜΙΑΝΟΣ ΟΙ ΕΚ ΡΩΜΗΣ (1 Ἰουλίου)



Τ ήν 1ην Ἰουλίου ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τὴν μνήμη τῶν Ἁγίων καὶ θαυματουργῶν Ἀναργύρων Κοσμᾶ καὶ Δαμιανοῦ, πού ἐμαρτύρησαν στὴν Ρώμη.

Ἐπειδή ἔχουμε τρία ζεύγη ἁγίων Ἀναργύρων μὲ τὸ ὄνομα Κοσμᾶς καὶ Δαμιανός πρός ἀποφυγήν συγχύσεως, ὅταν ἀκοῦμε τὰ ὀνόματά τους, καλό εἶναι νὰ κάνουμε μὶα σύντομη διευκρίνηση. Μία συζυγία εἶναι, λοιπόν, οἱ ἅγιοι Ἀνάργυροι Κοσμᾶς καὶ Δαμιανός οἱ ἐκ τῆς Ἀσίας, πού ἑορτάζουν τὴν 1η Νοεμβρίου, ἄλλη συζυγία εἶναι οἱ ἅγιοι Κοσμᾶς καὶ Δαμιανός οἱ ἐκ τῆς Ἀραβίας, πού ἐορτάζουν τὴν 17ην Ὀκτωβρίου καὶ ἡ τρίτη συζυγία εἶναι οἱ ἅγιοι Ἀνάργυροι Κοσμᾶς καὶ Δαμιανός οἱ ἐκ τῆς Ρώμης, οἱ ὁποίοι ἑορτάζουν τήν 1η Ἰουλίου, στοὺς ὁποῖους καὶ θὰ ἀναφερθοῦμε.

Οἱ ἅγιοι αὐτοί, ἤκμασαν ἐπί τῆς ἡγεμονίας τοῦ Βασιλέως Καρίνου κατὰ τὸ ἔτος 284 μ.Χ καὶ ἦταν ἀδελφοί κατὰ σάρκα. Σπούδασαν καὶ οἱ δύο τὴν ἰατρική ἐπιστήμη, καθώς εἶχαν κοινές κλίσεις καὶ ἰκανότητες. Αὐτό τούς ἔκανε νὰ συσφίγξουν ἀκόμη περισσότερο τὴν μεταξύ τους ἀδελφική ἀγάπη. Χαρακτηριστικό ἐπίσης εἶναι ὅτι, καθώς ἀναφέρεται, τὰ χρόνια τῶν σπουδῶν τούς, οἱ νεαροί Κοσμᾶς καὶ Δαμιανός ἐγνώριζαν μόνο δύο δρόμους, ἕναν πού πήγαινε στὴν Ἐκκλησία καὶ ἕναν ποὺ ὁδηγοῦσε στὸ Πανεπιστήμιο, ὅπως ἀκριβῶς ὁ Μέγας Βασίλειος καὶ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Ἀποτέλεσμα αὐτοῦ τοῦ τρόπου ζωῆς, ἦταν νὰ γίνουν καλοί ἐπιστήμονες καὶ πρὸ παντός ἀληθινοί Χριστιανοί.

Μετὰ τὴν ἀποπεράτωση τῶν σπουδῶν τους ἐπεδόθησαν στὴν ἐξάσκηση τῆς ἐπιστήμης τούς, στὴν ὁποῖα ἀφιερώθηκαν. Μάλιστα τὴν ἐξάσκησαν ὄχι σὰν ἐπικερδές ἐπάγγελμα, ἀλλά σὰν φιλανθρωπική διακονία. Χρήματα δὲν ἐδέχονταν οὔτε ἀπό τούς πτωχούς ἀλλά οὔτε καὶ ἀπὸ τοὺς πλουσίους.

Ἐφήρμοζαν τὴν ἐντολή τοῦ Κυρίου πρὸς τοὺς Ἀποστόλους καὶ δι΄ αὐτῶν πρὸς ὄλους τοὺς μαθητές Του «δωρεάν ἐλάβετε, δωρεάν δότε» (Ματθ. 10,9). Ἔτρεχαν δὲ καὶ προσέφεραν τὶς ὑπηρεσίες τους ἀνιδιοτελῶς, περισσότερο πρὸς τοὺς πτωχούς παρὰ πρὸς τοὺς πλουσίους, γιατί ὅπως ἔλεγαν «μιὰ καλύβη ἔχει μεγαλύτερη ἀνάγκη ἀπό ἕνα παλάτι». Ἀλλά καὶ ὅταν κάποιος πλούσιος ἀσθενής τούς ἐπίεζε νὰ δεχθούν ἀμοιβή, ἐκεῖνοι τοῦ ἔλεγαν «νά βοηθήσει κάποιον φτωχό ἀδελφό, πού εἶχε ἀνάγκη συνδρομῆς γιά νοσηλεία καὶ φαγητό». Ἔτσι οἱ ἅγιοι Ἀνάργυροι Κοσμᾶς καὶ Δαμιανός, ἐθεράπευαν τοὺς ἀνθρώπους, μαζὶ δε μὲ τὴν σωματική θεραπεία, ἐθεράπευαν καὶ τὶς ψυχές τους, διδάσκοντας σ΄ αὐτούς τὴν πίστη στὸν ἀληθινό Θεό, σύμφωνα πάντα καὶ μὲ τὴν ἐντολή ποὺ ἔδωσε ὁ Κύριος στοὺς μαθητάς Του «πορευόμενοι δε, κηρύσσετε λέγοντες ὅτι ἤγγικεν ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 10,7). Αὐτό λοιπόν ἔκαναν καὶ οἱ Ἅγιοι Ἀνάργυροι ὡς πιστοί καὶ ἀφοσιωμένοι μαθητές τοῦ Χριστοῦ. Δὲν περιορίζονταν μόνο στὴν θεραπεία τοῦ σώματος, ἀλλά ἧταν πρώτιστα κήρυκες τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν καὶ πρὸς αὐτήν κατηύθυναν τοὺς ἀνθρώπους, ἐπιθυμώντας νὰ τοὺς κάνουν πολίτες της.

Ἐθέρμαιναν μὲ τὴν ἀγάπη τούς ὅποιον ἔβλεπαν δύσπιστο καὶ ἄναβαν στὴν ψυχή του, τὸ λυχνάρι τῆς πίστεως. Ἔδιναν θάρρος σ΄ ὅποιον καταλάβαιναν ἀπελπισμένο καὶ προσφέροντάς του ὑγεία καὶ ὑλική βοήθεια, τὸν ἔκαναν νὰ ἐλπίζει ἀπόλυτα καὶ μὲ ἐμπιστοσύνη στὸν Θεὸ καὶ τὴν ἀγαθότητά Του. Ὅλη ἡ ζωή τῶν ἁγίων ὑπῆρξε γιὰ τοὺς ἀνθρώπους τούς πονεμένους καὶ δυστυχισμένους, μὶα μεγάλη θεϊκή δωρεά καὶ ἀνεκτίμητη εὐεργεσία.

Ὁ Θεός, ὁ Ὁποῖος βραβεύει τὴν καλή διάθεση τῶν πιστῶν δούλων Του, εὐλόγησε τὴν ἰατρική ἐπιστήμη τῶν ἁγίων καὶ μὲ θαυματουργική δύναμη. Ἔτσι ὅπου ἡ ἐπιστήμη ὑποχωροῦσε καὶ ἔπαυε, ἐθεράπευαν οἱ ἅγιοι τὶς ἀσθένειες τῶν ἀνθρώπων θαυματουργικῶς, ἀφοῦ ὁ Κύριος ἔδωσε καὶ σὲ αὐτούς, ὅπως καὶ στοὺς μαθητάς Του «ἐξουσίαν κατὰ πνευμάτων ἀκαθάρτων ὤστε ἐκβάλλειν αὐτά» (Ματθ. 10,1) καὶ τὴν δύναμη νὰ θεραπεύουν κὰθε σωματική ἀδυναμία καὶ καχεξία. Αύτὸ ἔπραξαν οἱ ἅγιοι παρουσιαζόμενοι στὸν εἰδωλολάτρη βασιλέα Καρῖνο, ἀπολογούμενοι κατὰ τῆς συκοφαντίας, ὅτι ἐθεράπευαν χρησιμοποιώντας μαγική τέχνη, ποὺ τοὺς ἀποδόθηκε, τὸν ὁποῖο καὶ μετέστρεψαν στὴν ἀληθινή πίστη τοῦ Χριστοῦ, θεραπεύοντάς τον θαυματουργικά.

Ἡ κατὰ Χριστόν ζωὴ καὶ τὰ ἔργα τῶν ἁγίων προκάλεσαν τὴν ὀργή τοῦ μισοκάλου διαβόλου, πού ἐνέπλησε μὲ φθόνο τὶς ψυχές ἄλλων ἰατρῶν ἀλλά καὶ τοῦ δασκάλου τῶν ἁγίων στὴν ἰατρική ἐπιστήμη. Ἔτσι μὶα ἡμέρα, ὁ ταλαίπωρος δάσκαλός τους, μὲ τὴν πρόφαση τῆς συλλογῆς θεραπευτικῶν βοτάνων, τοὺς ἀνέβασε σὲ ἕνα βουνό, ὄπου καὶ τοὺς ἐφόνευσε, χτυπώντας τους με πέτρες. Μὲ τὸν τρόπο αὐτό φάνηκε ἡ καταστρεπτική ἰδιοτέλεια τῆς ἀμαρτίας, σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν εἰλικρινή ἀγάπη τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶχαν οἱ ἅγιοι πρὸς κάθε ἄνθρωπο.

Ἀλλά καὶ μετὰ θάνατον, ὄταν οἱ ἄγιοι ἀνέβηκαν «εἰς τόπους φωταυγεῖς, εἰς σκηνώματα οὐράνια, εἰς δόξαν ἀμάραντον» ἐξακολουθοῦν μὲ τὰ τίμια λείψανὰ τους νὰ θαυματουργούν καὶ νὰ θεραπεύουν τὶς σωματικές καὶ ψυχικές ἀρρώστιες ἐκείνων, που μὲ πίστη καὶ πόθο προστρέχουν στὸ Ναὸ τους, ἀσπάζονται τὰ ἅγια λείψανα καὶ ἐπικαλοῦνται τὴν χάρη τους.

Ὁ ἱερός ὑμνογράφος γιὰ τὴν πλουσιοπάροχη αὐτή θαυματουργία τῶν ἁγίων μαρτύρων Κοσμᾶ καὶ Δαμιανοῦ γράφει: «Τὸ ἰατρεῖον ὑμῶν πηγή ὑπάρχει ἀνεξάντλητος ἀντλουμένη δὲ μάλλον ὑπερεκβλύζει καὶ χεομένη περισσεύεται, καθ’ ἑκάστην κενουμένη καὶ πληθυνομένη. Καὶ οἱ ἀρυόμενοι κορέννυνται ἰάματα καὶ αὔτη διαμένει ἀδαπάνητος (Δοξαστικόν τῶν ἀποστίχων τοῦ ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς). Γι΄ αὐτό καὶ σπεύδει πλῆθος κόσμου στοὺς ἁγίους καὶ τώρα καὶ πάντοτε γιὰ νὰ ζητήσει τὴν χάρη τους καὶ νὰ τοὺς εὐχαριστήσει γιά ὅ,τι πολύτιμο ἔχει πάρει.

Ἀγαπητοί Χριστιανοί,

πόσο θὰ εἶχε λιγοστέψει ὁ πόνος τῶν σημερινῶν ἀνθρώπων, ἐάν οἱ ἰατροί μας ἐμιμοῦντο τούς ἁγίους Ἀναργύρους καὶ ἔσκυβαν μὲ προθυμία καὶ πραγματικό ἐνδιαφέρον πάνω στὸ κρεβάτι τοῦ ὁποιουδήποτε πονεμένου, πλουσίου ἥ πτωχοῦ, πράττοντας ὅ,τι ἐξαρτᾶται ἀπό αὐτούς γιὰ νὰ ἀπομακρύνουν τὸν πόνο καὶ νὰ προσφέρουν τὴν ὑγεία! Αὐτό βέβαια δὲν ἰσχύει γιὰ ὅλους τοὺς ἰατρούς καὶ μόνο γιὰ αὐτούς. Ἱσχύει καὶ γιὰ τοὺς ἱερεῖς, γιὰ τοὺς ἐκπαιδευτικούς, τοὺς διδασκάλους καὶ ὅλους ἐκείνους ποὺ «ἐργάζονται τὸ ἀγαθόν» (Ρωμ. 2,10). Ἐπομένως κάθε ἕνας ἀπό ἑμᾶς, ἀνάλογα μὲ τὴν θέση καὶ τὴν μόρφωσὴ του καλεῖται, μιμούμενος τούς ἁγίους Ἀναργύρους Κοσμᾶ καὶ Δαμιανό, νὰ προσφέρει τὴν ἀγάπη του στὸν ἄνθρωπο, που βασανίζεται καὶ ὑποφέρει ἀπό ποικίλλα προβλήματα.




Ἀς ἀποφασίσουμε, λοιπόν, άγαπητοί Χριστιανοί, νὰ ἐμπνεόμαστε καὶ νὰ «ἀντιγράφουμε» στὴν ζωή μας τὶς ἀρετές τῶν ἁγίων μας, εἰδικά δε, τὴν ἀρετή τῆς ἀγάπης, ἡ ὁποῖα εἶναι κατὰ τὸν Ἅγιο Κλήμεντα Ἀλεξανδρείας «ἕνα πράγμα ἐξαίρετο καὶ συγγενικό μὲ τὸν Θεὸ, ποὺ ἔχει σὰν ἀποστολή, τὴν φιλανθρωπία».


Πηγή: www.ag-anargyroi.info




Ἀπολυτίκιον

Ἦχος πλ. Δ'.



Ἅγιοι Ἀνάργυροι καὶ θαυματουργοί, ἐπισκέψασθε τὰς ἀσθενείας ἡμῶν, δωρεὰν ἐλάβετε, δωρεὰν δότε ἡμῖν.

 




Παρασκευή 12 Ιουλίου 2013

Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΕΝΔΟΞΩΝ ΔΩΔΕΚΑ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ (30 Ἰουνίου)




Στις 30 Ιουνίου η Εκκλησία µας εορτάζει τους Δώδεκα Αποστόλους του Χριστού, την «δωδεκάριθμον φάλαγγα» των πρωταγωνιστών του Πνεύματος, όπως αναφέ­ρει ένας ύμνος της εορτής.

Είναι οι άνθρωποι που τους επέλεξε ο Θεάνθρωπος, για να αποτελέσουν τον πυρήνα της Εκκλησίας και να γίνουν οι συνεχιστές του απολυτρωτικού έργου Του στον κόσμο. Το αποστολικό αξίωμα είναι το πιο τιμητικό αξίωμα στην Εκκλησία. Υπερέχει από κάθε άλλο αξίωμα.
Έφεραν δε εις πέρας την τιμητική αποστολή τους οι Απόστολοι με τη Χάρη και βοήθεια του Παναγίου Πνεύ­ματος, που έλαβαν κατά την ημέρα της Πεντηκοστής.


Δεν είχαν κατά κόσµον προσόντα, στα οποία θα μπορούσαν να βασισθούν και να προχωρήσουν στο έργο της διαδόσεως του Ευαγγελίου. Ωραία ερωτά ο Ιερός Χρυσόστομος: «Tίνι γάρἐθάρρουν;». Πού μπορούσαν να στηριχθούν και να έχουν θάρρος για το έργο τους; «Τῇ δεινότητι τῶν λόγων;», στη ρητορική τους μήπως ικανότητα; «Ἀλλά πάντων ἦσανἀμαθέστεροι», απαντά ο ίδιος ιερός Πατήρ. Ήσαν αγράμματοι ψαράδες. Αλλά μήπως μπορούσαν να βασισθούν, συνεχίζει ο Χρυσόστομος, «τῇ περιουσίᾳ τῶν χρημάτων;», στον πλούτο τους; «Ἀλλ’ οὐδέ ράβδον, οὐδέ ὑποδήματα εἶχον», ήσαν δηλαδή πάμπτωχοι υλικά. «Ἀλλά τῇ περιφανείᾳ του γένους;»,επιμένει να ερωτά ο Άγιος. Μήπως κατήγοντο από κάποιο ξακουστό γένος και αυτό τους έδινε «αέρα» και θάρρος; «Ἀλλ’ εὐτελεῖς ἦσαν καί ἐξ εὐτελῶν», απαντά. Ήσαν άνθρωποι άσημοι του άπλου λαού, παιδιά φτωχών γονέων με τίπο­τε το εντυπωσιακό κατά κόσµον (ΕΠΕ 12,370).
Και όμως αυτοί οι άσημοι, οι αγράμματοι και φτωχοί, με τη χάρη και τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος ανέτρεψαν το κατεστημένο των αιώνων, φώτισαν τη σκοτισμένη ανθρωπότητα, άνοιξαν την μετά Χριστόν εποχή στην ιστορία του κόσμου, εξευγένισαν με το κήρυγμα του Ευαγγελίου τα ήθη και εξαγίασαν με τη Χάρη των Μυστηρίων της Εκκλησίας τους ανθρώπους.
Η προσφορά των Αγίων Αποστολών στην ιστορία του πολιτισμού είναι θεμελιώδης. Έθεσαν τα ισχυρά και αδιάσειστα θεμέλια, για να μπορεί να ζει ο κόσμος µας. Και αν σήμερα παραπαίει ο κόσμος, είναι γιατί δεν θέλει να στηρίζεται στα ακλόνητα εκείνα θεμέλια, τα οποία έθεσαν βαθιά στη γη μας οι Αγιοπνευματοκίνητοι εκείνοι άνθρωποι, οι οποίοι κήρυξαν στην τότε γνωστή οικουμένη το Ευαγγέλιο. Υπέγραψαν δε το κήρυγμά τους με το αίμα τους, με την ζωή τους.



 Σύμφωνα με τον «Συναξαριστή» του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, οι άγιοι Απόστολοι περάτωσαν την αποστολή τους ως εξής:


Οι πρωτοκορυφαίοι Πέτρος και Παύλος μαρτύρησαν στη Ρώμη , ο πρώτος με σταυρικό θάνατο, με την κεφαλή του προς τη γη, και ο δεύτερος με αποκεφαλισμό.

Ο άγιος Ανδρέας ο Πρωτόκλητος μαρτύρησε στην Πάτρα, σε σταυρό με σχήμα Χ.

Ο άγιος Ιάκωβος, ο αδελφός του αγίου Ιωάννου, θανατώθ­ηκε, πρώτος από όλους τους Αποστόλους, από τον Ηρώδη τον Αγρίππα με αποκεφαλισμό στα Ιεροσόλυμα.

Ο άγιος Ιωάννης ο Ευαγγελιστής εξορίσθηκε στην Πάτμο και τελικά πέθανε στην Έφεσο.

Ο άγιος Φίλιππος σταυρώθηκε στην Ιεράπολη της Συρίας.

Ο άγιος Θωμάς τρυπήθηκε με ακόντια και λόγχες στη χώρα των Ινδών και παρέδωσε εκεί την ψυχή του.

Ο άγιος Βαρθολομαίος σταυρώθηκε στην Ουρβανούπολη της Ινδίας.

Ο άγιος Ματθαίος μαρτύρησε διά λιθοβολισμού και πυρός στην Ιεράπολη της Συρίας.

Ο άγιος Ιάκωβος ο του Αλφαίου περάτωσε το αποστολικό έργο του κρεμασμένος σ’ ένα σταυρό.

Ο άγιος Σίμων ο Ζηλωτής και Κανανίτης παρέδωσε το πνεύμα του καρφωμένος σ’ ένα σταυρό στη Μαυριτανία της Αφρικής.

Ο άγιος Ιούδας ο Θαδδαίος θανατώθηκε με τόξα στη Μεσοποταμία κρεμασμένος σ’ ένα δέντρο.

Τέλος, ο άγιος Ματθίας, που πήρε τη θέση του προδότη Ιούδα, παρέδωσε την ψυχή του με φρικτά βασανιστήρια στην Αιθιοπία.



Αυτοί ήσαν οι άγιοι Απόστολοι, τα εκλεκτά δοχεία της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος, οι Φωτοδότες που με το κήρυγμα και τη ζωή τους έδωσαν υψηλό, ουσιαστικό νόημα στη ζωή των ανθρώπων. Οι αληθινά πνευματικοί άνθρωποι, που εμπνέουν και σήμερα όσους θέλουν να ζουν μια ζωή αληθινά πνευματική.




Ἀπολυτίκιον

Ἦχος γ´.

Ἀπόστολοι Ἅγιοιπρεσβεύσατε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ ἵνα πταισμάτων ἄφεσινπαράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.





Ἕτερον Ἀπολυτίκιον

Ἦχος δ’.

Οἱ τῶν Ἀποστόλων πρωτόθρονοικαὶ τῆς Οἰκουμένης διδάσκαλοιτῷ Δεσπότῃ τῶν ὅλων πρεσβεύσατεεἰρήνην τῆ οἰκουμένῃ δωρήσασθαικαὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.



Ἕτερον Ἀπολυτίκιον 

Ἦχος γ’Τὴν ὡραιότητα.

Ὡς δωδεκάπυρσοςλυχνία ἔλαμψανοἱ ΔωδεκάριθμοιΧριστοῦ ἈπόστολοιΠέτρος καὶ Παῦλος σὺν ΛουκᾶἈνδρέας καὶ ἸωάννηςΒαρθολομαῖος Φίλιπποςσὺν Ματθαίω καὶ ΣίμωνιΜᾶρκος καὶ Ἰάκωβοςκαὶ Θωμὰς ὁ μακάριοςκαὶ ηὔγασαν τοὺς πίστει βοώντας χαίρετε Λόγου οἱ αὐτόπται.



Κοντάκιον

Ἦχος β’Τοὺς ἀσφαλεῖς.


Τοὺς ἀσφαλεῖς καὶ θεοφθόγγους κήρυκαςτὴν κορυφὴν τῶν Μαθητῶν σου Κύριεπροσελάβου εἰς ἀπόλαυσιντῶν ἀγαθῶν σου καὶ ἀνάπαυσιντοὺς πόνους γὰρ ἐκείνων καὶ τὸν θάνατονἐδέξω ὑπὲρ πᾶσαν ὁλοκάρπωσινὁ μόνος γινώσκων τὰ ἐγκάρδια.


Κάθισμα
Ἦχος δ'. Ὁ ὑψωθεὶς.


Κατοικισθέντες ἐν φωτὶ ἀπροσίτῳὡς οἰκητήρια φωτὸς πεφυκότεςοἶκον ὑμῶν τὸν ἅγιον φωτίζετε ἀείθείαις προσφοιτήσεσιν· ὅθεν πίστει βοῶμεν· Σκότους ἡμᾶς ῥύσασθεκαὶ παντοίων κινδύνωνκαὶ χαλεπῶν ἐθνῶν ἐπιδρομῆςἐκδυσωποῦντες τὸν Κτίστην Ἀπόστολοι.



Ὁ Οἶκος


Τράνωσόν μου τὴν γλῶτταν Σωτήρ μουπλάτυνόν μου τὸ στόμακαὶ πληρώσας αὐτόκατάνυξον τὴν καρδίαν μουἵνα οἷς λέγω ἀκολουθήσωκαὶ ἃ διδάσκωποιήσω πρῶτος· πᾶς γὰρ ποιῶν καὶ διδάσκωνφησίνοὗτος μέγας ἐστίν· ἐὰν γὰρ λέγωκαὶ μὴ πράττωὡς χαλκὸς ἠχῶν λογισθήσομαιΔιὸ λαλεῖν μοι τὰ δέοντακαὶ ποιεῖν τὰ συμφέροντα δώρησαιὁ μόνος γινώσκων τὰ ἐγκάρδια.



Μεγαλυνάριον


Πέτρον Παῦλον Μᾶρκον σὺν τῷ ΛουκᾶΦίλιππονἈνδρέανἸωάννην τε καὶ ΘωμᾶνΣίμωνα Ματθαῖονκαὶ τὸν Βαρθολομαῖονσὺν θείῳ Ἰακώβῳ ὕμνοις τιμήσωμεν.