A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Τετάρτη 20 Ιουλίου 2022

"AΚΑΤΗΧΗΤΟΙ ΓΟΝΕΙΣ, ΑΝΕΥΘΥΝΟΙ ΠΟΙΜΕΝΕΣ" Ἄρθρο τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου 20/7/2022

77897 2

            Τὸ Βάπτισμα ἀποτελεῖ βασικὴ προϋπόθεση σωτηρίας, σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν ὀρθὴ πίστη καὶ βεβαίως μὲ τὸ ὀρθὸ βίωμα. Ἡ πολιτογράφηση ἑνὸς νέου Χριστιανοῦ στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας συνεπάγεται ὅτι αὐτὸς θὰ παραμείνει πιστὸς στὴ διδασκαλία της καὶ θὰ ἀγωνισθεῖ στὸ ἑξῆς νὰ διατηρήσει αὐτὸ ποὺ τοῦ προσέφερε τὸ Βάπτισμα, τὴν ἁγιότητα. Καὶ ἐφόσον στὶς μέρες μας γίνονται νηπιοβαπτισμοί, τὴν εὐθύνη τῆς δέσμευσης γιὰ συνεχὴ καὶ ἀκατάπαυστη προσπάθεια διατήρησης τῆς ἁγιότητος τοῦ νεοφώτιστου ἀναλαμβάνει ὁ ἀνάδοχος, ἡ μητέρα καὶ ὁ πατέρας μέσα ἀπὸ τὴν παροχὴ τῆς Ὀρθοδόξου Παιδείας. Βασική, ὡστόσο, προϋπόθεση γιὰ τὴν ἀνάληψη τῆς ἱερής εὐθύνης ποὺ ἀκολουθεῖ τὸ Μυστήριο τῆς Βαπτίσεως, εἶναι ὁ ἀνάδοχος, ἡ μητέρα καὶ ὁ πατέρας νὰ προσέρχονται συνειδητὰ στὸ Μυστήριο καὶ νὰ ἀποτελοῦν πραγματικὰ μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ.     

               Ἐφόσον, λοιπόν, αὐτὰ ἰσχύουν ὡς πρὸς τὸ Βάπτισμα, εἶναι μεγάλη εὐλογία νὰ γίνονται Βαπτίσεις, διότι προκύπτουν ἀντίστοιχα νέα μέλη τῆς Ἐκκλησίας ποὺ ἐνδύονται τὸν Χριστὸ μὲ προοπτικὴ τὴν διατήρηση τῆς ἁγιότητας καὶ τὴν μετάδοσή της στὴν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων. Αὐτὴ εἶναι ἡ ὀρθόδοξη ὀπτική, ἀλλὰ μάλλον οὐτοπικὴ στὶς μέρες μας, διότι τὴν ἀγνοοῦν, δυστυχῶς,  οἱ περισσότεροι ἀκατήχητοι γονεῖς καὶ ἀνάδοχοι.

           Τὸ Βάπτισμα, ὅπως καὶ ἄλλα Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, ἔχει καθιερωθεῖ στὴ συνείδηση μεγάλου μέρους τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ ὡς ἕνα ὠραῖο ἔθιμο. Αὐτὸ ἐνδεχομένως νὰ μποροῦσε νὰ χαρακτηρισθεῖ ὡς κάτι καλό, διότι ἡ πλειοψηφία τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ δὲν ἀπαρνεῖται τὴν πίστη ποὺ ζύμωσε γενιὲς καὶ γενιὲς Ἑλλήνων, ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῶν Ἀποστόλων. Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ὡστόσο, εἶναι πολὺ προβληματικό. Τὸ Βάπτισμα τὴν σημερινὴ ἐποχὴ ἔχει πάρει διαστάσεις κοινωνικῆς ἐκδήλωσης ποὺ διαμορφώνεται ἀνάλογα μὲ τὴν κοινωνικὴ καὶ οἰκονομικὴ κατάσταση, τὴν παιδεία, ἀλλὰ καὶ τὶς διαθέσεις γιὰ ἑορτασμούς, προβολὴ καὶ ἐπίδειξη τῶν γονέων τοῦ νεοφωτίστου. Ὁ κόσμος δὲν ἔχει συνείδηση τῆς ἱερότητας τοῦ Μυστηρίου. Οἱ περισσότεροι γονεῖς μάλλον θεωροῦν τὸ Βάπτισμα ὡς ἕναν εὐχάριστο, θεαματικὸ τρόπο γιὰ νὰ δώσουν ὄνομα στὸ παιδί τους. Μὲ τέτοιες πεποιθήσεις εἶναι ἀναμενόμενο τὸ Μυστήριο νὰ μὴ τυγχάνει τὶς περισσότερες φορὲς τῆς πρέπουσας ἀντιμετώπισης.

            Ἔτσι, βλέπουμε Βαπτίσεις νὰ λαμβάνουν χώρα, γιὰ παράδειγμα, ἡμέρα Παρασκευὴ καὶ μετὰ τὸ Μυστήριο νὰ γίνεται κατάλυση εἰς πάντα καὶ γλέντι ἀπὸ λεγομένους Ὀρθοδόξους Χριστιανοὺς στὰ κέντρα διασκεδάσεως. Ἔτσι τιμοῦμε τὸ γεγονὸς τῆς Βαπτίσεως; Βλέπουμε στὸν ἱερώτατο χῶρο τοῦ Ναοῦ, τὸν κατ’ ἐξοχὴν τόπο λατρείας τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, οἱ ἄνθρωποι νὰ συμπεριφέρονται μὲ μεγάλη ἀσέβεια, ἡ ὁποία δὲν δικαιολογεῖται ἀπὸ τὴν ἀδικαιολόγητη ἄγνοιά τους. Μιλᾶνε συνεχῶς, εἶναι ἀσέμνως ἐνδεδυμένοι, φτάνουν μέχρι καὶ στὸ σημεῖο νὰ ἐπιχειρήσουν νὰ καπνίσουν. Ἡ προσευχὴ οὔτε ποὺ περνᾶ ἀπὸ τὴν σκέψη τους, καθὼς δὲν γνωρίζουν τί εἶναι. Αὐτὸ δὲ ποὺ κυριαρχεῖ τὴν τελευταία δεκαετία εἶναι τὸ περίφημο φαινόμενο νὰ τελοῦνται διαδοχικὰ ὁ Γάμος τοῦ ζευγαριοῦ καὶ ἡ Βάφτιση τοῦ τέκνου τους, τὸ ὁποῖο κάποιες φορὲς κρατᾶ καὶ τὴν οὐρὰ τοῦ νυφικοῦ. Τὸ φαινόμενο ἔχει πάρει τέτοιες διαστάσεις ὥστε πλέον νὰ φαίνεται πὼς ἡ Ἐκκλησία δὲν ἔχει κανένα πρόβλημα μὲ τὶς προγαμιαῖες σχέσεις, ἀφοῦ δὲν κάνει σχεδὸν τίποτα γιὰ νὰ τὸ ταπεινώσει. Ἐφόσον ἔχουμε τέτοια ζητήματα καὶ ἡ Ἐκκλησία καλεῖται ποιμαντικὰ νὰ δώσει λύση, ἕνας καλὸς τρόπος γιὰ νὰ λυθεῖ τὸ θέμα μὲ τὴν πρέπουσα σοβαρότητα καὶ νὰ καταλάβουν ὅλοι ὅτι ὁ γάμος πρὶν τὸν γάμο εἶναι προβληματικός, εἶναι, νὰ γίνονται τὰ δύο Μυστήρια σὲ ξεχωριστὲς ἡμερομηνίες, ὅσο καὶ ἄν δὲν βολεύει τοὺς περισσοτέρους. Βέβαια, ἐδὼ ἔγκειται τὸ ἄλλο ζήτημα. «Ἐκεὶ δὲν μᾶς κάνουν μαζὶ Γάμο καὶ Βάφτιση. Θὰ πάμε σὲ ἄλλο παπά.». Ἄν ὑπῆρχε μία ἑνιαία θέση στὴν Ἐκκλησία, τὰ πράγματα θὰ εἶχαν μπεῖ στὴ θέση τους καὶ δὲν θὰ ἔκανε ὁ κάθε περαστικὸς τὸ θέλημά του σκορπίζοντας νέες «διδασκαλίες» στὸν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας. Βλέπουμε, ἐπίσης, γονεῖς καὶ ἀναδόχους δίχως ἐξομολόγηση καὶ νηστεία νὰ προβαίνουν στὸ Μυστήριο. Βέβαια, ἐφόσον, γιὰ αὐτοὺς πρόκειται γιὰ ἕνα θέαμα, γιατί νὰ κρατήσουν νηστεία ἤ νὰ ἐξομολογηθοῦν; Βλέπουμε ζευγάρια ἀναδόχων νὰ λαδώνουν μαζὶ τὸ παιδί, διότι εἶναι πιὸ θεαματικό, ἀγνοῶντας ὅτι γίνονται ἔτσι ἀδέρφια ἐν πνεύματι μὲ ὅ,τι συνεπάγεται αὐτό. Βλέπουμε, ἐπίσης, στολισμένη μὲ διάφορα στολίδια τὴν κολυμβήθρα. Ἀλήθεια, ἄν αὐτὸ εἶναι ἐπιτρεπτό, ἄς κάνουμε κάτι ἀνάλογο καὶ μὲ τὸ Ἅγιο Ποτήριο. Ὅσο ἐπιτρέπεται νὰ στολίσουμε τὸ Ἅγιο Ποτήριο, ἄλλο τόσο ἐπιτρέπεται καὶ τὴν κολυμβήθρα.  Τέλος, βλέπουμε καὶ ἕνα ἄλλο∙ νὰ θέλουν νὰ γίνουν ἀνάδοχοι ἄνθρωποι ποὺ δὲν ἔχουν σχέση μὲ τὴν Ἐκκλησία, σὲ σημεῖο νὰ εἶναι ἑτερόδοξοι ἤ τελείως ἄθεοι καὶ αὐτὸ διότι ἐπιλέγονται ἀπὸ τοὺς γονεῖς ὡς καλοὶ φίλοι.

            Πρέπει νὰ γνωρίζουμε ὅτι μετὰ τὸν βαπτιζόμενο, τὸ κύριο πρόσωπο τοῦ Μυστηρίου τοῦ Βαπτίσματος εἶναι ὄχι ὁ πατέρας, οὔτε ἡ μητέρα, (ὁ ἑνικὸς στὰ δύο φύλα εἶναι σκόπιμος) ἀλλὰ ὁ ἀνάδοχος. Μετὰ τὴν Βάπτιση, αὐτὸς θεωρεῖται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία ὡς πνευματικὸς γονέας τοῦ βαπτισθέντος. Ὁ ρόλος του εἶναι πολὺ σημαντικός. Ἐπειδὴ κατὰ τὸν νηπιοβαφτισμό, τὸ βρέφος δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ ὁμολογήσει Πατέρα, Υἱὸν καὶ Ἅγιον Πνεῦμα, Τριάδα, Ὁμοούσιον καὶ Ἀχώριστον, τὴν ὁμολογία ἀναλαμβάνει ὁ ἀνάδοχος. Ἐκφωνεῖ πρῶτα τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως καὶ μετὰ ἀκολουθεῖ ἡ Βάπτιση. Μετὰ τὸ Βάπτισμα, σκοπὸς εἶναι ἡ διατήρηση τῆς ἁγιότητας. Αὐτό, ἐπιβάλλει ἡ ἐπιλογὴ τοῦ ἀναδόχου νὰ εἶναι τέτοια ὥστε νὰ βοηθήσει στὴν ἐπίτευξη αὐτοῦ τοῦ σκοπού. Ὁ ἀνάδοχος δὲν εἶναι γιὰ νὰ παίρνει μόνο τὴν λαμπάδα ἤ καὶ τὰ δῶρα στὸ παιδί, ἀλλὰ γιὰ νὰ τὸ νουθετεῖ, νὰ τοῦ διδάσκει τὴν ὀρθὴ πίστη καὶ νὰ καλλιεργεῖ τὶς ἀρετὲς στὸ ἔδαφος τῆς ψυχῆς του μέχρι τουλάχιστον τὴν ἐνηλικίωσή του. Ὁ ἀνάδοχος πρέπει νὰ εἶναι Ἅγιος, ὅσο ὑπερβολικὸ καὶ ἄν ἀκούγεται αὐτό.

            Ἀλλὰ καὶ οἱ γονεῖς, πρέπει νὰ πατοῦν γερὰ στὶς χριστιανικὲς βάσεις. Ἀπὸ αὐτοὺς κρίνοντας, ἑμεῖς οἱ Κληρικοὶ ἔχουμε πολὺ μεγάλη εὐθύνη γιὰ τὶς Βαπτίσεις ποὺ τελοῦμε. Βεβαίως, τὰ νήπια εἶναι ἀγνὰ καὶ ἄκακα. Ὅταν, ὅμως, οἱ γονεῖς δὲν ἐγγυῶνται ὅτι τὸ παιδὶ θὰ μεγαλώσει ἐν Χριστῷ στὴν εὐλογημένη οἰκογενειακὴ κοινωνία, σὲ μία εὐλογημένη κοινωνία γάμου, πώς θὰ προβοῦμε στὴν τέλεση τοῦ Μυστηρίου; Γιὰ λόγους συνειδήσεως; Μὰ αὐτὴ ἀπουσιάζει ἀπὸ τοὺς ἴδιους τοὺς γονεῖς. Γιὰ νὰ ἐνισχύσουμε τὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας; Ποιό ἔργο; Εἶναι ἔργο τῆς Ἐκκλησίας τὸ νὰ βαπτίζουμε χιλιάδες παιδιὰ καὶ νὰ προσέρχονται νὰ μεταλαμβάνουν μόνο τὶς τρεῖς πρῶτες Κυριακές καὶ μετὰ νὰ ἀφήνονται στὸ ἔλεος τῆς χαοτικῆς κοινωνίας; Μήπως, ἄραγε γιὰ λόγους οἰκονομικούς; Ἄν ναί, θὰ πέσει φωτιὰ νὰ μᾶς κάψει, διότι τὴν Χάρη δωρεὰν τὴν ἐλάβαμε καὶ δωρεὰν τὴ δίδουμε στοὺς δεκτικοὺς τῆς Χάριτος. Σὲ ἐκεῖνον ποὺ δὲν εἶναι δεκτικός, ἀλίμονό μας ἑὰν «ἐμπορευθοῦμε» τὴν Χάρη.

            Ἀναφέρθηκα στὴν προϋπόθεση εὐλογημένης κοινωνίας γάμου. Ὄχι τυχαῖα. Ἐπὶ εἴκοσι ἕνα αἰῶνες ἡ Ἐκκλησία δέχεται ὡς κοινωνία γάμου τὰ πρόσωπα ποὺ μποροῦν μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ καρποφορήσουν, τὸν ἄνδρα καὶ τὴν γυναίκα. Οἱ εἴκοσι ἕνα αἰῶνες νομίζω ὅτι εἶναι ἀπτὴ ἀπόδειξη πὼς δὲν χρειάζεται νὰ ἔρθουμε ὥς δῆθεν πιὸ ἔξυπνοι, πιὸ προοδευτικοί, πιὸ ἐλπιδοφόροι ἤ ὁτιδήποτε ἄλλο, καὶ νὰ «εὐλογήσουμε» ἕνα διαφορετικὸ σχῆμα ποὺ ἐκ τῶν πραγμάτων δὲν μπορεῖ νὰ ἀποτελέσει οἰκογένεια. Ἐκτὸς ἄν γιὰ νὰ προβεῖ κάποιος κληρικὸς σὲ μία τέτοια πράξη τοῦ εἶναι ἐπιβεβλημένο «ἀλλαχόθεν» γιὰ νὰ νομοθετήσουν αὔριο ἀλλότριους θεσμούς. Τότε, ὅμως, «κλέπτης ἐστὶ καὶ ληστὴς καὶ οὐ μέλει αὐτῷ περὶ τῶν προβάτων». Οὐ μέλει αὐτῷ γιὰ τὶς ψυχὲς τῶν ἀθώων παιδιῶν, τὰ ὁποῖα στερούμενα τῆς δυνατότητας νὰ γευθοῦν πατρότητα ἀπὸ πατέρα καὶ μητρότητα ἀπὸ μητέρα, μεγαλώνουν σὲ ἕνα ψυχολογικὰ ἀσθενὲς περιβάλλον. Οὐ μέλει αὐτῷ οὔτε γιὰ τὶς ψυχὲς ἐκείνων ποὺ θέλησαν νὰ ὑπερβοῦν τὴν φύση, διότι μὲ τὴν «εὐλογία» του, τοὺς στέρησε τὸν προβληματισμό: «Μήπως κάνουμε λάθος;». Δυστυχῶς, ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ «Οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς» ποὺ ἔπρεπε νὰ ἀποτελεῖ στόχο καὶ καρπὸ τοῦ ἀγώνα κάθε Κληρικοῦ καὶ γενικότερα Χριστιανοῦ, δὲν βρίσκει ἀντίκτυπο ἀπὸ τοὺς πολλούς. Ποιός εἶναι τὸ φῶς σήμερα;

            Ἐπειδή, ὥς ποιμένες, κληθήκαμε ἀπὸ Θεοῦ νὰ φυλάμε Θερμοπύλες πίστεως, δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε τὰ στραβὰ μάτια στὰ κακῶς κείμενα καὶ στὸ νέο «εὐαγγέλιο» ποὺ θέλουν νὰ εἰσάγουν κάποιοι δῆθεν προοδευτικοὶ κληρικοί. Ἐδὼ ξεκαθαρίζουμε∙ ἤ παραμένουμε μὲ τὸν Χριστό, ἤ ἀκολουθοῦμε τὸν κόσμο. «Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν». Κάθε Ὀρθόδοξος Χριστιανὸς καὶ δὴ Κληρικὸς ἔχει ἐπιβεβλημένο καθῆκον νὰ ζεῖ, νὰ ὑπάρχει, νὰ ἀναπνέει, νὰ βαδίζει εὐαγγελικὰ καὶ σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας.  

           Ἡ κοινωνία σήμερα ὑποφέρει καὶ βρίσκεται σὲ πλήρη παρακμή, διότι ἑμεῖς οἱ ποιμένες δὲν δίνουμε τὴν πρέπουσα βαρύτητα καὶ φροντίδα στὰ θεμέλια τοῦ Γάμου καὶ τῆς Βάπτισης. Ἄν δὲν φτιάξουμε τὸ σπίτι σωστὰ ἀπὸ τὰ θεμέλια, νὰ εἴμαστε σίγουροι ὅτι ὅταν ὑψωθεῖ δὲν θὰ μποροῦμε νὰ τὸ διορθώσουμε. Ἄν τότε προσπαθήσουμε ἀδιάκριτα νὰ τὸ διορθώσουμε, θὰ πέσει καὶ θὰ μᾶς γκρεμίσει.

† ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος