A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 19 Απριλίου 2024

ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (Μέρος 20ό)

 Αγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου της Ρωσικής Διασποράς (+1985)

20. Μη χριστιανικά συστήματα ηθικής

Ευδαιμονισμός (Επικουρισμός) και Ωφελιμισμός (η φιλοσοφία του κοινού καλού).
Η αποτυχία αυτών των συστημάτων ηθικής.

Είναι εύκολο να δούμε ότι όλες οι λεπτομέρειες της σχέσης ενός Χριστιανού με τον πλησίον του που έχουμε εξετάσει -πραότητα, ειρήνη, καλοσύνη, κ.λπ.- μας οδηγούν σε μια αρετή, την κύρια και βασική. Αυτή η αρετή είναι η χριστιανική αγάπη, η θεμελιώδης αρχή της χριστιανικής ηθικής.

Εκτός από την διδασκαλία περί ηθικής που προσφέρεται από τον Χριστιανισμό, υπάρχουν μη χριστιανικά, κοσμικά συστήματα ηθικής. Ενώ συμφωνούν σε πολλά από τα σημεία τους με την διδασκαλία της χριστιανικής ηθικής, αυτά τα συστήματα, ωστόσο, αρνούνται να αναγνωρίσουν την αρχή της χριστιανικής αγάπης ως βάση της διδασκαλίας της ηθικής. Φαίνονται να φοβούνται από το ύψος της αγάπης που διατάσσει το Ευαγγέλιο, και αναζητούν ευκολότερες και πιο αποδεκτές αρχές για τον εαυτό τους.

Από αυτά τα κοσμικά ηθικά συστήματα, τα πιο γνωστά και, ταυτόχρονα, τα πιο διαδεδομένα στην πρακτική ζωή είναι ο Ευδαιμονισμός και ο Ωφελιμισμός.

Ο Ευδαιμονισμός (αλλιώς γνωστός ως Επικουρισμός[1]) τοποθετεί την εγγενή επιθυμία για ανθρώπινη ευτυχία ως βάση της ηθικής. Ταυτόχρονα, ως ευτυχία εδώ νοείται το άθροισμα των απολαύσεων και των ηδονών, οι οποίες κάνουν την ζωή ενός ανθρώπου ευχάριστη και ευτυχισμένη. Ωστόσο, οι ευδαιμονιστές διίστανται στις απόψεις τους σχετικά με το τί είδους απολαύσεις πρέπει να αναζητά ένα άτομο που θέλει να είναι «ευτυχισμένο». Μερικοί από αυτούς (ίσως η πλειοψηφία) μιλούν σχεδόν αποκλειστικά για χονδροειδείς, αισθησιακές απολαύσεις. Περί ενός τέτοιου χονδροειδούς ευδαιμονισμού ο Απόστολος Παύλος παρατήρησε: «φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνήσκομεν»[2]. Άλλοι ευδαιμονιστές, επικαλούμενοι το γεγονός ότι το πάθος για αισθησιακές απολαύσεις καταστρέφει το σώμα και την ψυχή ενός ατόμου, συνιστούν να μην παρασυρθεί κανείς από αυτές, αλλά να επιτύχει απολαύσεις πιο σταθερές και διαρκείς, καθώς και πιο πνευματικές. Αυτές είναι, για παράδειγμα, η μουσική, η ποίηση και, γενικά, διάφορα είδη τέχνης και επιστήμης.

Αλλά, φυσικά, ούτε με τη μία ούτε με την άλλη μορφή ο ευδαιμονισμός είναι αποδεκτός για έναν Χριστιανό ως η βασική αρχή της ηθικής. Το κύριο ερώτημα της ηθικής είναι η διαφορά μεταξύ αγαθού και κακού, μεταξύ του τι είναι καλό και τί είναι κακό. Ενώ ο ευδαιμονισμός αναφέρεται στο τί είναι ευχάριστο και τί είναι δυσάρεστο. Ποιός θα υποστηρίξει ότι αυτό είναι το ίδιο πράγμα;! Και είναι σαφές ότι ένας ευδαιμονιστής στην πρακτική ζωή θα είναι πάντα εγωιστής που θα απαιτεί και θα δέχεται πρόθυμα ό,τι του είναι ευχάριστο και θα αρνείται ό,τι του είναι δυσάρεστο (ακόμα κι αν ήταν ευχάριστο και χρήσιμο για τους άλλους). Άρα για ποιά ηθική μπορούμε να μιλήσουμε αν όλοι οι άνθρωποι αρχίσουν να πετυχαίνουν μόνο αυτό που τους αρέσει;…

Ακόμη πιο αβάσιμος και σίγουρα παράλογος είναι ο ευδαιμονισμός από αυστηρή χριστιανική σκοπιά. Ο Χριστιανισμός στρέφει συνεχώς την σκέψη του ανθρώπου προς την αθανασία της ψυχής και την ανθρώπινη αναφορά για την επίγεια ζωή και συμπεριφορά του στην Έσχατη Κρίση. Και τί πρέπει να περιμένουν οι εγωιστές ευδαιμονιστές στην κρίση Εκείνου που θα τους ζητήσει πράξεις αγάπης και βοήθειας για τον πάσχοντα αδελφό τους; Η μοίρα του πλουσίου στην ευαγγελική παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου θα είναι η τρομερή μοίρα τους στην αιωνιότητα. Και δεν μπορεί να είναι διαφορετικά, αφού η βασική αρχή του Χριστιανισμού είναι γνωστή: «Εἰσέλθετε διὰ τῆς στενῆς πύλης· ὅτι πλατεῖα ἡ πύλη καὶ εὐρύχωρος ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ἀπώλειαν, καὶ πολλοί εἰσιν οἱ εἰσερχόμενοι δι᾿ αὐτῆς. Τί στενὴ ἡ πύλη καὶ τεθλιμμένη ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ζωήν, καὶ ὀλίγοι εἰσὶν οἱ εὑρίσκοντες αὐτήν!»[3].

Ένα κάπως καλύτερο σύστημα μη θρησκευτικής ηθικής είναι ο Ωφελιμισμός (γνωστός και ως η φιλοσοφία του κοινού καλού). Κατ’ αυτό, ένα άτομο διατάσσεται να μην κάνει αυτό που του είναι ευχάριστο, αλλά αυτό που του είναι χρήσιμο. Όμως ούτε αυτό το σύστημα ηθικής μπορεί να θεωρηθεί υγιές. Πρώτα απ’ όλα, η ίδια η έννοια του οφέλους δεν συμπίπτει πάντοτε με την ιδέα του καλού, ως κάτι φυσικά καλό. Για παράδειγμα, ένα φάρμακο είναι χρήσιμο για την βελτίωση της υγείας, αλλά χρήσιμο είναι για έναν ληστή και το όπλο του -ένα περίστροφο ή ένα μαχαίρι-, χρήσιμο για την επίτευξη του κακού του στόχου. Έτσι, η αρχή της χρησιμότητας δεν μπορεί να τεθεί ως βάση της ηθικής. Και αν εκφράζεται με απότομη και κοφτή μορφή: «κάντε ό,τι είναι χρήσιμο για σας, δηλαδή ωφέλιμο», τότε δεν είναι σαφές ότι και εδώ υφίσταται ο ίδιος χονδροειδής εγωισμός που έχει ήδη αναφερθεί; Ως εκ τούτου, ορισμένοι ωφελιμιστές φιλόσοφοι προσπαθούν να μετριάσουν αυτή την περίσταση συνιστώντας σε ένα άτομο να αγωνίζεται όχι μόνο για το προσωπικό του όφελος, αλλά και για το κοινό καλό, το κοινό όφελος, στο οποίο, λένε, βρίσκεται το προσωπικό όφελος του καθενός.

Φυσικά, σε αυτή την περίπτωση, ο Ωφελιμισμός εμφανίζεται με μια πιο εξευγενισμένη και εξυψωμένη μορφή, αλλά και εδώ είναι ακόμα αβάσιμος αν δεν υποστηρίζεται από τις υψηλές αρχές του Χριστιανισμού. Πρώτον, το κύριο μειονέκτημά του, δηλαδή η ασυμφωνία μεταξύ των εννοιών του «οφέλους» και του «καλού», παραμένει ακόμη. Δεύτερον, στην πρακτική ζωή υπάρχουν καταστάσεις στις οποίες ένα άτομο μπορεί να συγκρατηθεί από το έγκλημα μόνο με τον θρησκευτικό φόβο: τον φόβο της παραβίασης του νόμου της Υπέρτατης Αλήθειας και όχι με τον ξερό υπολογισμό του Ωφελιμισμού. Για παράδειγμα, ένας πεινασμένος αντιμετωπίζει τον πειρασμό να κλέψει ψωμί ή χρήματα από έναν γείτονα. Τί μπορεί να τον εμποδίσει να το κάνει αυτό; Φυσικά, μόνον η θρησκευτική συνείδηση της αμαρτωλότητας μιας τέτοιας πράξης. Αλλά ο Ωφελιμισμός δεν μπορεί να του δώσει ηθική υποστήριξη σε τέτοιες αμφιταλαντεύσεις. Αφήστε τους ωφελιμιστές να τον διδάξουν να αναζητά όχι το δικό του, αλλά το κοινό καλό -ακριβώς επειδή το προσωπικό του καλό εμπεριέχεται στο κοινό καλό- αλλά αν δεν κλέψει χρήματα ή ψωμί στο όνομα αυτού του «κοινού καλού», μπορεί να πεθάνει της πείνας… Πού είναι λοιπόν εδώ το προσωπικό του όφελος; Στον θάνατο από την πείνα;

Έτσι, εμείς οι Χριστιανοί δεν μπορούμε να αναγνωρίσουμε ούτε τον Ευδαιμονισμό ούτε τον Ωφελιμισμό ως συνεπές σύστημα ηθικής. Και παρόλο που αυτά τα συστήματα ηθικής, αυτές οι επικούρειες-ωφελιμιστικές απόψεις έχουν πλέον διαδοθεί ευρέως, πρέπει να σημειωθεί ότι αυτοί που τις τηρούν είναι συχνά αρκετά αξιοπρεπείς άνθρωποι. Γιατί; Επειδή η κοινή ηθική, οι απόψεις και η οπτική μας για την ζωή εξακολουθούν να φέρουν το αποτύπωμα της επιρροής του Χριστιανισμού. Ο Χριστιανισμός υπάρχει στην ανθρωπότητα για πολλούς αιώνες και έχει αφήσει τη σφραγίδα του σε όλα. Και μόνο γι’ αυτό τον λόγο, άνθρωποι που θεωρούν τους εαυτούς τους ευδαιμονιστές ή ωφελιμιστές, στην πρακτική ζωή είναι χριστιανικά έντιμοι και αξιοσέβαστοι. Μεγάλωσαν, ανατράφηκαν με καθαρά χριστιανικές, υψηλές ηθικές έννοιες, και ως εκ τούτου από πολλές απόψεις παραμένουν Χριστιανοί στην καρδιά, και ακόμη -χωρίς να το συνειδητοποιούν- έχουν βάλει ένα πέπλο χριστιανικού ιδεαλισμού στις ωφελιμιστικές και ευδαιμονιστικές ιδέες τους…


(συνεχίζεται)


[1] Από τον αρχαίο Έλληνα φιλόσοφο Επίκουρο (341-270 π.Χ.).
[2] Α Κορ. ιε΄ 32.
[3] Ματθ. ζ΄ 13-14.


Δευτέρα 15 Απριλίου 2024

Ο ΑΓΩΝΑΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ (Ἅγιος Τύχων Ἀρχιεπίσκοπος Βορονέζ καί Ζαντόσκ)


Ὁ ἀγώνας ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας

Ἅγιος Τύχων Ἀρχιεπίσκοπος Βορονέζ καί Ζαντόσκ

Δύσκολος εἶναι, τό ἀναγνωρίζω, ὁ ἀγώνας ἐναντίον αὐτοῦ τοῦ ἐχθροῦ· εἶναι ὅμως ἀπαραίτητος. Πολλοί κάνουν πολέμους καί νικοῦν ἄλλους ἀνθρώπους· εἶναι ὅμως αἰχμάλωτοι καί δοῦλοι στά πάθη τους. Δέν ὑπάρχει πιό ἔνδοξη νίκη ἀπό τή νίκη πάνω στόν ἑαυτό μας. Βραβεῖο χωρίς νίκη δέν ὑπάρχει. Καί νίκη χωρίς ἀγώνα δέν ὑπάρχει.

Ἀδελφέ μου, ἄς καταπιαστοῦμε μ’ αὐτόν τόν ἀγῶνα, γιά νά κερδίσουμε μέ τήν βοήθεια τοῦ Χριστοῦ τή νίκη, νά πάρουμε ἀπ’ Αὐτόν τό στεφάνι τῆς ἀρετῆς καί νά θριαμβεύσουμε αἰώνια στήν Βασιλειά Του.

Ἄς διατυπώσουμε τώρα μερικές σκέψεις, πού δίνουν βοήθεια καί ἐνίσχυση στόν ἀγῶνα:

Ν’ ἀκοῦς καί νά προσπαθεῖς νά κατανοεῖς τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖ μᾶς ἀποκαλύπτονται ἡ ἁμαρτία καί ἡ ἀρετή, ὥστε ν’ ἀποφεύγουμε τήν πρώτη καί νά ἐπιδιώκουμε τήν δεύτερη: «Πᾶσα γραφή θεόπνευστος καί ὠφέλιμος πρός διδασκαλίαν, πρός ἐλέγχον, πρός ἐπανόρθωσιν, πρός παιδείαν τήν ἐν δικαιοσύνῃ, ἵνα ἄρτιος ᾖ ὁ τοῦ Θεοῦ ἄνθρωπος, πρός πᾶν ἔργον ἀγαθόν ἐξηρτισμένος» (Β΄ Τιμ. 3, 16-17). Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ «μάχαιρα τοῦ Πνεύματος» (Ἐφ. 6, 17), μέ τήν ὁποία σφαγιάζεται ὁ ἐχθρός τῆς ψυχῆς.

Ὁ Θεός βρίσκεται παντοῦ. Ὅπου καί ἄν βρεθοῦμε, εἶναι δίπλα μας. Ὅ,τι καί ἄν κάνουμε, γίνεται μπροστά Του. Πῶς λοιπόν θά ἁμαρτάνουμε καί θά καταπατοῦμε τό ἅγιο θέλημά Του μπροστά στά ματιά Του; Ντρέπεσαι, ἀλλά καί φοβᾶσαι νά φερθεῖς μέ ἀσέβεια μπροστά στόν βασιλιά ἤ καί στόν παραμικρό ἐκπρόσωπο τῆς κοσμικῆς ἐξουσίας. Πόσο πιό πολύ πρέπει νά αἰσθάνεσαι τό ἴδιο μπροστά στόν Θεό; Μήν ξεχνᾶς ὅτι κάθε ἁμαρτία εἶναι ἀσέβεια καί παρανομία ἐνώπιόν Του.

Νά θυμᾶσαι τά τέλη σου, τόν θάνατο, τήν Κρίση τοῦ Χριστοῦ, τόν ἅδη, τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Αὐτό θά σέ ἀπομακρύνει ἀπό τήν ἁμαρτία. «Ἐν πᾶσι τοῖς λόγοις σου», λέει ὁ Σειράχ, «μιμνήσκου τά ἔσχατά σου και οὐχ ἁμαρτήσεις» (Σοφ. Σειρ. 7, 36). Νά ἀπομακρύνεσαι ἀπό συνθῆκες πού ξέρεις ὅτι παρασύρουν στήν ἁμαρτία, ὅπως λ.χ. συμπόσια, διασκεδάσεις, κακές καί ἄπρεπες συζητήσεις. «Φθείρουσιν ἤθη χρηστά ὁμιλίαι (συναναστροφές) κακαί» (Α΄ Κορ. 15, 33).

Νά συγκρατεῖς στήν σκέψη καί στήν μνήμη σου ὅτι εἶναι δυνατόν νά πεθάνει ὁ ἄνθρωπος τήν ὥρα τῆς ἁμαρτίας, καί ἔτσι νά χαθεῖ αἰώνια. Ὁ Φαραώ, ὁ βασιλιάς τῆς Αἰγύπτου, καταδίωκε τούς Ἰσραηλίτες θέλοντας νά τούς ξαναγυρίσει στήν σκλαβιά· καί πάνω σ’ αὐτό τό παράνομο ἔργο του πέθανε (Ἔξ. 14, 27-28). Καί ὁ Ἀβεσσαλώμ, ὁ γιός τοῦ Δαβίδ, ζητοῦσε νά σκοτώσει τόν ἅγιο πατέρα του, καί πέθανε πάνω σ’ αὐτό του τό ἐγχείρημα (Β΄ Βασ. 18, 14). Τό ἴδιο συμβαίνει καί τώρα. Βλέπουμε πώς οἱ ἄσωτοι καί οἱ μοιχοί χτυπιοῦνται ἀπό τόν θάνατο πολλές φορές πάνω στό αἰσχρό τους ἔργο, οἱ βλάσφημοι στήν βλασφημία τους, οἱ κλέφτες καί οἱ ἅρπαγες στήν ἁρπαγή τους καί οἱ ἄλλοι παράνομοι στήν παρανομία τους. Δηλαδή ἡ δίκαιη κρίση τοῦ Θεοῦ χτυπάει τούς ἁμαρτωλούς, γιά νά φοβόμαστε καί νά μήν ἁμαρτάνουμε.

Συλλογίσου πώς ὁ Χριστός βασανίστηκε καί πέθανε γιά τίς ἁμαρτίες σου. «Αὐτός δέ ἐτραυματίσθη διά τάς ἁμαρτίας ἡμῶν καί μεμαλάκισται (ταλαιπωρήθηκε) διά τάς ἀνομίας ἡμῶν» (Ἠσ. 53, 5). Καί ἐσύ, ὁ χριστιανός, νά κάνεις αὐτό γιά τό ὁποῖο ὁ Κύριος ἤπιε τό πικρό ποτήρι τῶν Παθῶν, καί ἔτσι νά ξανασταυρώνεις τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ; (Ἑβρ. 6, 6).

Ἄς μήν κοιτάζουμε τί κάνουν οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι, ἀλλά τί μᾶς προστάζει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι δέν θά ἐπηρρεαζόμαστε ἀπό πειρασμούς τοῦ κόσμου. «Εἰρήνη πολλή τοῖς ἀγαπῶσι τόν νόμον σου, καί οὐκ ἐστιν αὐτοῖς σκάνδαλον» (Ψαλ. 118, 165). Ἀγάπα τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, καί δέν θά σέ βλάψουν οἱ πειρασμοί τῆς κοινωνίας. Οἱ προσπάθειές μας καί οἱ ἀγῶνες μας ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας δέν εἶναι ἀποτελεσματικοί χωρίς τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Χρειάζεται λοιπόν συνδυασμός ἀγώνα καί προσευχῆς, γιά νά μᾶς βοηθήσει ὁ Κύριος σ’ αὐτή τήν σοβαρή ὑπόθεση. Ὁ Θεός τούς ἐπιμελεῖς βοηθάει, τούς ἀγωνιστές ἐνισχύει, τούς νικητές στεφανώνει.

Ἀδελφέ μου, βλέπεις τούς ἐχθρούς τῆς ψυχῆς μας, πού θέλουν νά μᾶς καταστρέψουν ὄχι προσωρινά, ἀλλά αἰώνια. Βλέπεις καί τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ στόν ἀγῶνα μας ἐναντίον τους. Ἄς πάρουμε λοιπόν θέση, «στῶμεν καλῶς», καί ἄς ἐξοπλιστοῦμε μέ τήν δύναμη τοῦ Παντοδύναμου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ποτέ δέν θά τούς ἐπιτρέψουμε νά μᾶς καταβάλουν. Καί ἔτσι θά λάβουμε τό στεφάνι τῆς νίκης ἀπό τόν ἀγωνοθέτη Ἰησοῦ.

Κύριε Ἰησοῦ, νικητά τοῦ θανάτου καί τοῦ ἅδου, βοήθησέ μας! Χωρίς Ἐσένα δέν μποροῦμε τίποτα, μ’ Ἐσένα τά πάντα!

Πέμπτη 11 Απριλίου 2024

ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (Μέρος 19ο)

 Ἁγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς (+1985)

19. Αμαρτήματα κατά του πλησίον

Η αμαρτία του φθόνου και της συκοφαντίας.
Οι αρετές της πραότητας και της ειρήνης.
Το καθήκον να νικάς το κακό με το καλό.
Το αμάρτημα της εκδίκησης. Θυμός (οργή).
Το αμάρτημα της μονομαχίας.

Όταν ο Κύριος μίλησε με τους Αποστόλους για τους έσχατους καιρούς, είπε ότι τότε «διὰ τὸ πληθυνθῆναι τὴν ἀνομίαν ψυγήσεται ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν»[1]. Αυτή η πρόβλεψη φαίνεται να εκπληρώνεται ήδη στις μέρες μας -μέρες αμοιβαίας αποξένωσης και ψυχρότητας των σχέσεων. Και είναι ιδιαίτερα αισθητό τώρα ότι αντί για χριστιανική αγάπη και καλοσύνη, οι εχθροί της χριστιανικής πίστης ενσταλάζουν επιμελώς φθόνο και κακία στο πλήθος των ανθρώπων. Και ο «φθονερός [πονηρός] οφθαλμός» ταξινομήθηκε από τον ίδιο τον Σωτήρα ως είδος βαριάς αμαρτίας[2]. Ναι, ο φθόνος είναι ουσιαστικά αδύνατος για τους Χριστιανούς. Εξάλλου, σε κάθε καλή οικογένεια δεν μπορεί να υπάρχει φθόνος μέσα της, και όλα τα μέλη αυτής της οικογένειας χαίρονται (και δεν ζηλεύουν) την επιτυχία οποιουδήποτε από αυτά. Το ίδιο πρέπει να ισχύει και στις αμοιβαίες σχέσεις όλων των Χριστιανών -ως παιδιών ενός στοργικού Επουράνιου Πατέρα. Και ως εκ τούτου, εφαρμόζοντάς το ο Απόστολος Παύλος μας ενθαρρύνει όχι μόνο να κλαίμε με εκείνους που κλαίνε, αλλά και να χαιρόμαστε με εκείνους που χαίρονται[3] -σε αντίθεση με εκείνους που ζηλεύουν την επιτυχία των άλλων. Και για να απαλλαγούμε από το αίσθημα του φθόνου, πρέπει να θυμόμαστε ότι η βάση αυτού του αμαρτωλού συναισθήματος είναι η ματαιοδοξία και η εγωιστική αντιπαλότητά μας. Συνήθως οι άνθρωποι στον εγωισμό τους φοβούνται ότι δεν θα «αναγνωριστούν», δεν θα τους δοθούν «αυτά που τους αξίζουν», άλλοι θα τεθούν ψηλότερα κ.λπ. Ο Χριστιανός φοβάται το αντίθετο -φοβάται να μη βάλει τον εαυτό του πάνω από τους άλλους, να μη τους προσβάλει.

Μαζί με τον φθόνο, ένας ισχυρός εχθρός των καλών σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων είναι επίσης διάφορα είδη συκοφαντίας -ψεύτικα λόγια, διαμάχες και όρκοι. Και είναι περίεργο: οι άνθρωποι έχουν γίνει τόσο ανόητοι και τυφλοί που θεωρούν ότι όλες αυτές οι αμαρτίες δεν είναι τίποτα, και συνεχώς αμαρτάνοντας με τις συκοφαντίες, δεν το παρατηρούν πλέον. Ιδού όμως τί λέει ο Απόστολος Ιάκωβος για τις αμαρτίες της γλώσσας: «Ἰδοὺ ὀλίγον πῦρ ἡλίκην ὕλην ἀνάπτει! Καὶ ἡ γλῶσσα πῦρ, ὁ κόσμος τῆς ἀδικίας… ἀκατάσχετον κακόν, μεστὴ ἰοῦ θανατηφόρου…»[4]. Και σε άλλο σημείο λέει: «Εἴ τις δοκεῖ θρῆσκος εἶναι ἐν ὑμῖν μὴ χαλιναγωγῶν γλῶσσαν αὐτοῦ, ἀλλ᾿ ἀπατῶν καρδίαν αὐτοῦ, τούτου μάταιος ἡ θρησκεία…»[5]. Και ο ίδιος ο Κύριος είπε ευθέως: «Ἐκ γὰρ τῶν λόγων σου δικαιωθήσῃ καὶ ἐκ τῶν λόγων σου καταδικασθήσῃ…»[6]. Τόσο επικίνδυνες είναι οι αμαρτίες του λόγου (της γλώσσας)!

Αλλά η πιο αποκρουστική από όλες τις αμαρτίες της συκοφαντίας πρέπει σίγουρα να αναγνωριστεί ως η επαίσχυντη και αποκρουστική συνήθεια των αισχρότατων λέξεων, που δεν τολμώ να καταγράψω -στην οποία πολλοί άνθρωποι είναι επιρρεπείς. Τί ντροπή είναι αυτή, τί ντροπή, τί αγανάκτηση ενάντια στην αγνότητα και την καθαρότητα που ο Κύριος περιμένει από εμάς και μας πρόσταξε! Και οι άνθρωποι πιστεύουν ότι όλα αυτά είναι «μικροπράγματα», «τιποτένια», ξεχνώντας αυτές τα τρομερά λόγια: «Με τα λόγια σου θα δικαιωθείς και με τα λόγια σου θα καταδικαστείς», τα οποία έχουν ήδη αναφερθεί. «Αλμυρό και γλυκό νερό ρέει από την ίδια πηγή;», αναρωτιέται ο Απόστολος Ιάκωβος[7]. Κι εμείς, όταν μολύνουμε τα χείλη μας με άσεμνα λόγια, μη νομίζουμε ότι μέσα από αυτά τα ίδια χείλη θα ρέουν στον Θεό τα ευωδιαστά λόγια της καθαρής προσευχής, και με αυτά τα ίδια μολυσμένα και ακάθαρτα χείλη θα δεχτούμε τα άγια των αγίων, δηλαδή τα άχραντα Μυστήρια του Χριστού… Όχι, αφήστε τα στην άκρη τώρα όλα: οργή, θυμό, κακία, συκοφαντία, βωμολοχία του στόματος· όποιος έχει αυτιά να ακούσει, ας ακούσει!

Σε αντίθεση με όλες αυτές τις πηγές αμοιβαίας πικρίας και φιλονικιών, ο Χριστιανισμός μας καλεί να είμαστε φιλειρηνικοί και να συγχωρούμε τις προσβολές. Και πάλι λοιπόν ερχόμαστε στους Μακαρισμούς: «Μακάριοι οἱ πραεῖς, ὅτι αὐτοὶ κληρονομήσουσι τὴν γῆν… Μακάριοι οἱ εἰρηνοποιοί, ὅτι αὐτοὶ υἱοὶ Θεοῦ κληθήσονται…»[8]. Ένας πράος άνθρωπος είναι, πρώτα από όλα, ένα ευγενικό και απλό πρόσωπο που είναι άνευ όρων αντίπαλος κάθε εγωισμού. Δεν υπάρχει φιλαυτία ή συμφέρον σε αυτόν· αντίθετα, αναζητά κυρίως αυτό που χρειάζεται όχι για τον εαυτό του, αλλά για τους άλλους. Ενώ η μάζα των εγωιστών αντιπροσωπεύει συνήθως μια αγέλη πεινασμένων λύκων, που συναγωνίζονται μεταξύ τους για να επιτεθούν στο θήραμα, απομακρύνοντάς το ο ένας από τον άλλο, οι πράοι άνθρωποι υποχωρούν έναντι όλων και τους βοηθούν σε όλα. Αλλά το αξιοσημείωτο είναι ότι, σύμφωνα με το Ευαγγέλιο, η γραμμή συμπεριφοράς τους είναι η πιο άμεση και σταθερή. Διότι δεν είναι άλλοι που θα κληρονομήσουν την γη, εκτός από αυτούς τους πράους, έστω και αν περνούν την ζωή τους σαν πρόβατα ανάμεσα σε λύκους, κατά την αποκαλυπτική εικόνα που παραθέτει ο Σωτήρας[9].

Ακόμη υψηλότερη είναι η αρετή της ειρήνης. Και η ανταμοιβή γι΄ αυτήν είναι πιο υψηλή, θεϊκή: «Θα ονομαστούν γιοί του Θεού». Ο Χριστιανός ειρηνοποιός είναι παρόμοιος στην δραστηριότητά του με τον πρώτο «Ειρηνοποιό», τον Υιό του Θεού, κατά την γέννηση του Οποίου οι Άγγελοι έψαλλαν: «Καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη». Ο πράος άνθρωπος δημιουργεί άνεση και γαλήνη γύρω του και δεν ενοχλεί τους άλλους. Ο ειρηνοποιός προσπαθεί να διαδώσει αυτή την ατμόσφαιρα ειρήνης και καλών σχέσεων όσο το δυνατόν ευρύτερα· και προσπαθεί να συμφιλιώσει τους άλλους. Και ένα τέτοιο κατόρθωμα απαιτεί μεγάλη πνευματική προσπάθεια, υπομονή και ετοιμότητα να αντιμετωπίσει την ψυχρή παρεξήγηση, την γελοιοποίηση, την εχθρότητα και την αντίθεση. Αλλά ένας Χριστιανός ειρηνοποιός είναι πάντα έτοιμος για όλα αυτά, επειδή γνωρίζει καλά πως κάθε χριστιανικό κατόρθωμα μιας καλής πράξης είναι τόσο πιο πολύτιμο και υψηλότερο, όσο περισσότερες δυσκολίες και εναντίωση συναντά.

Άρρηκτα συνδεδεμένη με την πραότητα και την ειρήνη είναι αυτή η ευαγγελική καλοσύνη, που πρέπει να είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα κάθε Χριστιανού. Εκδηλώνεται περισσότερο στην συγχώρεση των προσωπικών προσβολών και ύβρεων, που μας πρόσταξε ο Σωτήρας, ο οποίος είπε: «Ὅστις σε ῥαπίσει ἐπὶ τὴν δεξιὰν σιαγόνα, στρέψον αὐτῷ καὶ τὴν ἄλλην…»[10]. Με άλλα λόγια, να μην απαντάτε στην βία με βία, αλλά στο κακό να απαντάτε με καλό. Και ο Απόστολος Παύλος εξηγεί: «Ἐὰν οὖν πεινᾷ ὁ ἐχθρός σου, ψώμιζε αὐτόν, ἐὰν διψᾷ, πότιζε αὐτόν… Μὴ νικῶ ὑπὸ τοῦ κακοῦ, ἀλλὰ νίκα ἐν τῷ ἀγαθῷ τὸ κακόν»[11]. Και αντίστροφα: αν κάποιος απαντά στο κακό με κακό, τότε ο ίδιος, προφανώς, έχει γίνει δέσμιος αυτού του κακού και νικιέται από αυτό (βέβαια, εδώ μιλάμε για προσωπικές προσβολές που προκλήθηκαν σε έναν Χριστιανό).

Στην ζωή παρατηρούμε συνεχώς ότι ένας άνθρωπος που προσβάλλεται από κάποιον θυμώνει και μάλιστα εκδικείται. Αλλά η εκδίκηση είναι σίγουρα αμαρτωλή και απαράδεκτη για έναν Χριστιανό. «Μὴ ἑαυτοὺς ἐκδικοῦντες, ἀγαπητοί»[12], λέει ο Απόστολος Παύλος. Η εκδίκηση είναι μια πλήρης προδοσία του χριστιανικού πνεύματος της πραότητας και της συγχώρεσης, που δείχνει έλλειψη χριστιανικής αγάπης σε έναν άνθρωπο. Όσο για τον θυμό, η κατάσταση είναι κάπως διαφορετική. Ο Κύριος δεν απαγόρευσε κάθε θυμό, αλλά τον «μάταιο» θυμό[13]. Και ο Απόστολος λέει: «Ὀργίζεσθε, καὶ μὴ ἁμαρτάνετε»[14], δηλώνοντας έτσι ότι υπάρχει και οργή η οποία δεν είναι αμαρτωλή.

Ο ίδιος ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός ήταν οργισμένος με τον δόλο και το πείσμα των Φαρισαίων[15]. Έτσι, η οργή μπορεί να τυγχάνει φυσικά νόμιμη και δίκαιη. Ο Άγιος Νικόλαος ο Θαυματουργός φούντωσε με τέτοια οργή όταν στην [Πρώτη] Οικουμενική Σύνοδο χτύπησε στο μάγουλο τον βλάσφημο αιρετικό Άρειο. Αυτός ο θυμός προήλθε από καθαρή πηγή: τον φλογερό ζήλο για την δόξα του Θεού. Η οργή είναι αμαρτωλή, κυρίως, όταν είναι άδικη και μάταιη. Αυτό συμβαίνει πολύ συχνά, ειδικά όταν η αλήθεια κοιτάει στα μάτια τον άνθρωπο και χτυπά τον εγωισμό και την υπερηφάνειά του. Και ο Άγιος Ιωάννης της Κρονστάνδης συμβούλευε όχι μόνο να μην θυμώνουμε με όσους πληγώνουν την υπερηφάνειά μας, αλλά και να τους εκτιμούμε ως πνευματικούς γιατρούς που αποκαλύπτουν τα έλκη της περήφανης και μάταιης ψυχής μας. Επιπλέον, ακόμη και ο θυμός, που είναι μόλις στην αρχή του, μπορεί να αποδειχθεί αμαρτωλός όταν παρατείνεται από ένα πρόσωπο εσκεμμένα, ως εκδήλωση μιας κακής καρδιάς. Τότε το ίδιο το πρόσωπο προδιαθέτει την καρδιά του στον θυμό και έτσι σίγουρα αμαρτάνει. Απέναντι σε αυτό ο Απόστολος λέει: «ὁ ἥλιος μὴ ἐπιδυέτω ἐπὶ τῷ παροργισμῷ ὑμῶν»[16]. Ο εσκεμμένα διογκωμένος και παρατεταμένος  θυμός μπορεί ήδη να μετατραπεί σε εκδικητικότητα· την τόσο αντίθετη με το πνεύμα της χριστιανικής αγάπης.

Είπαμε ήδη ότι η εκδίκηση είναι ανεπίτρεπτη για τον Χριστιανό. Επιπλέον, η μονομαχία[17] απαγορεύεται γι΄ αυτόν -αποτελεί ένα παράλογο λείψανο του Μεσαίωνα. Ήταν διαφορετικό στον Μεσαίωνα, όταν οι άνθρωποι πίστευαν ζωηρά ότι η Αλήθεια του Θεού δεν θα επέτρεπε στους αθώους να υποφέρουν, και έβλεπαν την μονομαχία ως κρίση του Θεού. Τώρα δεν υπάρχει τέτοια πεποίθηση, και η αποκαλυφθείσα χριστιανική συνείδηση μάς λέει ξεκάθαρα ότι ο Κύριος δεν έδωσε σε κανέναν από εμάς τέτοιο δικαίωμα να χρησιμοποιούμε την κρίση Του στην αμαρτωλή ζωή μας. Όντως, οι μονομάχοι τώρα συνήθως το λιγότερο από όλα όσα σκέφτονται είναι ο Θεός, ενώ καθοδηγούνται μόνον από την προσβεβλημένη υπερηφάνεια, τον θυμό και τις γελοίες έννοιες της «τιμής». Όπως γνωρίζετε, αυτή ακριβώς η «τιμή», η «αυτοεκτίμηση», η «ευγενής υπερηφάνεια» κ.λπ. είναι στην ουσία η ίδια ασεβής υπερηφάνεια και αυτο-εξύψωση για την οποία τόσο μας προειδοποιεί ο Χριστιανισμός. Και η έκβαση μιας μονομαχίας τώρα, σύμφωνα με την γενική πεποίθηση, εξαρτάται από την επιδεξιότητα των αντιπάλων και από την τυφλή «τύχη», ώστε να μην έχει απομείνει τίποτα από το μεσαιωνικό ιδεολογικό υπόβαθρο στην τρέχουσα μονομαχία. Και δεν είναι μάταιο που σε μια μονομαχία επισημαίνεται η κολασμένη συνένωση τριών αμαρτιών: αυτοδικία, δολοφονία και αυτοκτονία. Μια μονομαχία αποτελεί αυτοδικία γιατί τίθεται θέμα αυθαιρεσίας των μονομάχων. Αποτελεί δολοφονία διότι ο καθένας από τους αντιπάλους πηγαίνει να σκοτώσει τον άλλον και αυτοκτονία επειδή και οι δύο αντίπαλοι βάζουν τον εαυτό τους κάτω από τη σφαίρα ή το σπαθί του εχθρού…


(συνεχίζεται)


[1] Ματθ. κδ΄ 12.
[2] Βλ. Ματθ. κ΄ 15· βλ. και Μάρκ. ζ΄ 22.
[3] «Χαίρειν μετὰ χαιρόντων καὶ κλαίειν μετὰ κλαιόντων» (Ρωμ. ιβ΄ 15).
[4] Ιακ. γ΄ 5-6, 8.
[5] Ιακ. α΄ 26.
[6] Ματθ. ιβ΄ 37.
[7] «Μήτι ἡ πηγὴ ἐκ τῆς αὐτῆς ὀπῆς βρύει τὸ γλυκὺ καὶ τὸ πικρόν; … οὐδεμία πηγὴ ἁλυκὸν καὶ γλυκὺ ποιῆσαι ὕδωρ» (Ιακ. γ΄ 11-12).
[8] Ματθ. ε΄ 5, 9.
[9] «Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων» (Ματθ. ι’ 16).
[10] Ματθ. ε΄ 39.
[11] Ρωμ. ιβ΄ 20-21.
[12] Ρωμ. ιβ΄ 19.
[13] «Πᾶς ὁ ὀργιζόμενος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ εἰκῆ ἔνοχος ἔσται τῇ κρίσει» (Ματθ. ε΄ 22). Το επίρρημα  «εἰκῆ» σημαίνει μάταια, χωρίς σοβαρό λόγο.
[14] Εφ. δ΄ 26.
[15]  «Καὶ περιβλεψάμενος αὐτοὺς μετ᾿ ὀργῆς, συλλυπούμενος ἐπὶ τῇ πωρώσει τῆς καρδίας αὐτῶν».
[16] Εφ. δ΄ 26.
[17] Την περίοδο που έγραψε το κείμενο αυτό ο Άγιος Φιλάρετος, προπολεμικά, υπήρχε ακόμη ο θεσμός της μονομαχίας.


Δευτέρα 8 Απριλίου 2024

ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟΥΣ Γ' ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα)

 

Ὁμιλία στοὺς Γ΄ Χαιρετισμοὺς τῆς Θεοτόκου

Ἀπὸ τὸν Σεβ. Μητροπολίτη Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα στὸν Ἱερὸ Ναὸ Ἁγίων Δώδεκα Ἀποστόλων στὴν Λάρισα, τὴν Παρασκευὴ Γ΄ ἑβδ. Νηστειῶν, 23-3/5-4-2024:

Σάββατο 6 Απριλίου 2024

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ 2024 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

DSC 8970

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            Μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ φτάσαμε αἰσίως στὴν Γ΄ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τὴν μέση τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Σαρακοστῆς. Τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἡ Ἐκκλησία μας τοποθετεῖ πρὸς προσκύνηση στὴ μέση κάθε Ναοῦ τὸ ἱερώτερο σύμβολό της, τὸν Τίμιο Σταυρό, γιὰ αὐτὸ καὶ ἡ σημερινὴ Κυριακὴ ὀνομάζεται «τῆς Σταυροπροσκυνήσεως». 

            Ἡ πανηγυρικὴ προσκύνηση τοῦ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ στὸ μέσον τῆς τεσσαρακονθήμερης νηστείας καθιερώθηκε ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Πατέρες μας γιὰ ἕναν ἁπλούστατο λόγο. Τὴν περίοδο αὐτή, οἱ Χριστιανοὶ ἐφαρμόζουμε ἕναν ἰδιαίτερο πνευματικὸ ἀγώνα νὰ καθαρισθοῦμε, μέσῳ τῆς ἐγκράτειας, ἀπὸ τὰ πάθη ποὺ θέλουν τὴν ψυχή μας ὑπόδουλη. Μέσα ἀπὸ τὴν νηστεία τῶν αἰσθήσεων ἐπιδιώκουμε τὴν ψυχική μας ἐλευθερία, προκειμένου νὰ φθάσουμε μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ ὅσο γίνεται καλύτερα προετοιμασμένοι στὰ ἄχραντα Πάθη καὶ τὴν ἔνδοξη Ἀνάστασή Του. Ὁ πνευματικὸς ἀγώνας τῆς νηστείας εἶναι ἕνας Σταυρὸς τὸν ὁποῖο σηκώνει ὁ καθένας μας ἀνάλογα μὲ τὶς δυνάμεις του. Στὴν πορεία, ἐνδεχομένως νὰ κουρασθοῦμε, νὰ ἐξαντληθοῦμε, ἢ ἀκόμη καὶ νὰ σκεφτοῦμε, ὡς ἄνθρωποι, νὰ ἐγκαταλείψουμε τὸν ἀγώνα. Σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο ἔρχεται ἡ Σταυροπροσκύνηση. Προσκυνῶντας τὸν Τίμιο Σταυρὸ λαμβάνουμε θάρρος καὶ δύναμη νὰ συνεχίσουμε τὸν πνευματικὸ ἀγώνα τῆς κάθαρσης. Τὸ θάρρος καὶ ἡ δύναμη προκύπτουν: πρῶτον, ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν δύναμη ποὺ φέρει πάνω του ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ. Δεύτερον, ἀπὸ τὴν σκέψη πὼς ὁ Θεάνθρωπος Κύριός μας καταδέχθηκε γιὰ ἐμᾶς τοὺς ἀναξίους δούλους Του νὰ κρεμασθεῖ στὸ Ξύλο τοῦ Σταυροῦ καὶ ἐμεῖς θὰ ἀρνηθοῦμε νὰ σηκώσουμε οἱ ἴδιοι τὸν Σταυρό μας γιὰ τὴν δική μας σωτηρία; Τρίτον, ἀπὸ τὴν βέβαιη ἐλπίδα καὶ τὴν ἀναμφίβολη ἀλήθεια ὅτι πάντοτε μετὰ τὴν Σταύρωση ἀκολουθεῖ ἡ Ἀνάσταση. Θέλουμε τὴν Ἀνάστασή μας; Ἂν ναί, ὀφείλουμε νὰ δείξουμε λίγη ὑπομονὴ στὴν Σταύρωση ποὺ προηγεῖται. Παράδεισο χωρὶς προηγουμένως θλίψεις, κόπους καὶ θυσίες δὲν συνάντησε κανένας.

            Πέραν τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, πανηγυρίζουμε σήμερα «τῆς σωτηρίας ἡμῶν τὸ κεφάλαιον καὶ τοῦ ἀπ΄ αἰῶνος μυστηρίου τὴν φανέρωση», τὸν Εὐαγγελισμὸ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Πανηγυρίζουμε τὸ γεγονὸς τῆς ἐπίσκεψης τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριὴλ πρὸς τὴν νεαρὴ Παρθένο Μαριὰμ, προκειμένου νὰ τῆς ἀναγγείλει τὸ χαρμόσυνο μήνυμα ὅτι ἐπελέγη ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ νὰ καταστεῖ Μητέρα τοῦ Υἱοῦ Του. Στὸ ἄκουσμα αὐτοῦ τοῦ παράξενου λόγου, ἡ Παναγία μας ἀπόρησε: «πῶς μπορεῖ νὰ γίνει αὐτὸ ἐφόσον εἶμαι Παρθένος»; Ἔλαβε, τότε, τὴν ἀπάντηση: «Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα θὰ ἔλθει ἐπάνω σου καὶ ἡ δύναμη τοῦ Ὑψίστου θὰ σὲ ἐπικαλύψει». Λαμβάνοντας αὐτὴν τὴν διαβεβαίωση, ἡ πλήρως ἀφιερωμένη στὸν Θεό, ἡ Πάναγνος Δέσποινα, ἡ «ἐν γυναιξὶν εὐλογημένη», ἔκλινε μὲ ταπείνωση τὴν κεφαλὴ καὶ ἀποδέχθηκε τὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ λέγοντας: «ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμά σου». Μὲ τὴν φράση αὐτὴ ἐπιτελέσθηκε τὸ μέγα θαῦμα καὶ «ἡ Παρθένος ἔσχεν ἐν γαστρί», συνέλαβε τὸν Κύριο καὶ Θεό μας, ὅπως εἶχε προφητέψει ἑκατοντάδες χρόνια νωρίτερα ὁ Προφήτης Ἡσαΐας. 

             Ἄχραντος Θεοτόκος ἔκανε αὐτὸ ποὺ ἀναφέραμε στὴν ἀρχή: σήκωσε τὸν Σταυρό Της, θυσιάσθηκε καὶ ἔκανε ὑπακοὴ στὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ σωθεῖ, μέσα ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἀπόφασή της, τὸ ἐξόριστο ἀνθρώπινο γένος. Φαίνεται, γιὰ ἄλλη μιὰ φορά, ὅτι μία παρακοὴ μᾶς κατέστρεψε, ἡ παρακοὴ τῶν Πρωτοπλάστων, καὶ μία ὑπακοὴ μᾶς ἔσωσε, ἡ ὑπακοὴ τῆς Κυρίας Θεοτόκου. 

            Πραγματικά, σήμερα φανερώθηκε γιὰ πρώτη φορὰ τὸ «ἀπ΄ αἰῶνος ἀπόκρυφον καὶ Ἀγγέλοις ἄγνωστον μυστήριον» πώς ὁ Θεὸς θὰ θεράπευε τὸ πταῖσμα τῶν Πρωτοπλάστων καὶ θὰ μᾶς ἀνακαλοῦσε στὴν ἀρχαία πατρίδα μας· μὲ τὴν ἐνσάρκωση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ στὴν ἄχραντη κοιλία τῆς Ἀειπαρθένου Κόρης. Τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν σωτηρία μας εἶχε ὡς χαρακτηριστικὸ γνώρισμα τὴν ἀνατροπὴ τῶν νόμων τῆς φύσης, γιὰ αὐτὸ καὶ εὐστόχως ἀναφέρει ὁ ὑμνωδὸς ὅτι «Θεὸς ὅπου βούλεται, νικᾶται φύσεως τάξις». 

            Αὐτὸ γιὰ ἐμᾶς τοὺς Χριστιανοὺς ἀποτελεῖ νόμο, καθὼς τὸ ἔχουμε δεῖ ἀμέτρητες φορές. Ἀρχικὰ ἀναφέραμε ὅτι μετὰ τὴν Σταύρωση ἀκολουθεῖ ἡ Ἀνάσταση. Αὐτὸ ἀποτελεῖ ὑπέρβαση τῆς φύσεως. Ἡ φύση λέει ὅτι μετὰ τὴν Σταύρωση ἀκολουθεῖ ὁ θάνατος, τίποτε περισσότερο, τίποτε λιγότερο. Ὅταν, ὅμως, μιλάει ὁ Θεός, ἡ φύση ὑποχωρεῖ. 

            Τολμῶ νὰ πῶ πὼς αὐτὸ τὸ βλέπουμε ξεκάθαρα καὶ μὲ τὴν ἔνδοξη Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση τοῦ 1821, τῆν ἔναρξη τῆς ὁποίας τιμοῦμε μαζὶ μὲ τὴν Θεομητορικὴ ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ.

            Τότε, ἂς μοῦ ἐπιτραπεῖ ἡ ἔκφραση, μιὰ «χούφτα» ὑπόδουλων ἐπὶ τετρακόσια χρόνια Ἑλλήνων ὕψωσε τὸ ἀνάστημα, σήκωσε τὸ λάβαρο τῆς Ἐπανάστασης καὶ ὑπὸ τὴν σκέπη τῆς Ὑπερμάχου Στρατηγοῦ ρίχθηκε στὸν ἀγώνα γιὰ τὸν Εὐαγγελισμὸ τοῦ Ἔθνους καὶ τὴν ἐπανάκτηση τῆς ἐλευθερίας. Αὐτὴ ἡ «χούφτα», εἰς πεῖσμα τῶν νόμων τῆς φύσης ποὺ λέει ὅτι ὑπερέχει πάντοτε ὁ ἰσχυρός, κατάφερε νὰ ἀντιμετωπίσει τὴν ὑπερδύναμη τῆς Ὀθωμανικῆς Αὑτοκρατορίας καὶ νὰ ἐξέλθει νικήτρια. Μὲ ἄλλα λόγια, κατάφερε νὰ σηκώσει τὸν Σταυρό της γιὰ νὰ ὁδηγηθεῖ στὴν Ἐπανάσταση καὶ τὴν Ἀνάσταση. Γιατί συνέβη ὅλο αὐτό; Γιατί, ὅπως εἶχε πεῖ ὁ μακαριστὸς Ἀρχιστράτηγος τῆς Ἐπανάστασης, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης: «ὁ Θεὸς ἔβαλε τὴν ὑπογραφή Του γιὰ τὴν ἐλευθερία τῆς Ἑλλάδος καὶ δὲν τὴν παίρνει πίσω!». 

            Καὶ γιατί ὁ Θεὸς θέλησε οἱ Ἕλληνες νὰ ἐλευθερωθοῦν; Διότι, ὅταν ἔπιασαν οἱ Ἥρωες πρόγονοί μας τὰ ὅπλα, εἶπαν ὅτι ἀγωνίζονταν πρῶτα «ὑπὲρ Πίστεως καὶ ἔπειτα ὑπὲρ Πατρίδος». Τὰ δύο αὐτὰ ἰδανικὰ ἀπὸ πολλῶν αἰώνων κάποιοι δῆθεν φίλοι μας θέλησαν μὲ ἀσύλληπτη μανία νὰ μᾶς τὰ κλέψουν, ἀλλὰ ἐπειδὴ δὲν τὰ κατάφεραν, ἐφηῦραν πιὸ ὕπουλους τρόπους γιὰ νὰ μᾶς κάνουν νὰ τὰ προδώσουμε καὶ νὰ τὰ παραδώσουμε μὲ τὴν θέλησή μας. Γιὰ αὐτὸ καὶ βλέπουμε τόση ἐπίθεση στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τόση ἐπίθεση στὸ Ἔθνος καὶ ὅλα τὰ χαρακτηριστικά του, τόση ἐπίθεση στὴν παραδοσιακὴ Οἰκογένεια. 

            γαπητοί μου ἀδελφοί, οἱ πρόγονοί μας, τῶν ὁποίων εὐχόμαστε ἡ μνήμη νὰ εἶναι αἰωνία καὶ νὰ ἀπολαμβάνουν ἐν οὐρανοῖς τοὺς κόπους τους, θυσιάσθηκαν γιὰ νὰ εἴμαστε σήμερα ἐλεύθεροι, ἂν βέβαια αὐτὸ ὀνομάζεται ἐλευθερία -αὐτὸ εἶναι ἄλλο θέμα. Οἱ προπάτορές μας σήκωσαν τὸν Σταυρὸ καὶ ὁδήγησαν τὴν Πατρίδα μας στὴν Ἀνάσταση. Ὀφείλουμε καὶ ἐμεῖς τὸ ἴδιο νὰ κάνουμε. Μὲ πνεῦμα θυσίας νὰ σηκώσουμε τὸν Σταυρὸ γιὰ νὰ καταφέρουμε νὰ διατηρήσουμε ὅσα ἁγνὰ καὶ ἅγια μᾶς παραδόθηκαν, γιὰ νὰ καταφέρουμε νὰ κρατήσουμε ζωντανὲς τὶς ρίζες μας. 

            Χρόνια πολλὰ καὶ εὐλογημένα! Ἡ Παναγία νὰ μᾶς σκεπάζει καὶ νὰ μᾶς δίνει δύναμη νὰ σηκώνουμε μὲ ὑπομονὴ τὸν Σταυρό μας καὶ νὰ κρατιόμαστε γερὰ στὶς ρίζες μας!

Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

 ὁ  Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Τετάρτη 3 Απριλίου 2024

ΠΕΡΙ ΚΑΤΑΛΑΛΙΑΣ (Οσίου Ιωάννου του Σιναΐτου)

 

Οσίου Ιωάννου του Σιναΐτου

Καταλαλιά σημαίνει γέννημα του μίσους, ασθένεια λεπτή, αλλά και παχειά∙ παχειά βδέλλα, κρυμμένη και αφανής, πού απορροφά και εξαφανίζει το αίμα της αγάπης. Σημαίνει υπόκρισις αγάπης, αιτία της ακαθαρσίας, αιτία του βάρους της καρδιάς, εξαφάνισις της αγνότητος…

Άκουσα μερικούς να καταλαλούν και τους επέπληξα. Και για να δικαιολογηθούν οι εργάτες αυτοί του κακού μου απήντησαν ότι το έκαναν από αγάπη και ενδιαφέρον προς αυτόν που κατέκριναν. Εγώ τότε τους είπα να την αφήσουν αυτού του είδους την αγάπη, για να μη διαψευσθή εκείνος που είπε: «Τον καταλαλούντα λάθρα τον πλησίον αυτού, τούτον εξεδίωκον» (Ψαλμ. ρ΄ 5). Εάν ισχυρίζεσαι ότι αγαπάς τον άλλον, ας προσεύχεσαι μυστικά γι΄ αυτόν και άς μη τον κακολογής. Διότι αυτός ο τρόπος της αγάπης είναι ευπρόσδεκτος από τον Κύριον…

Επί πλέον άς μη λησμονής και τούτο, και έτσι οπωσδήποτε θα συνέλθης και θα παύσης να κρίνης αυτόν πού έσφαλε: Ο Ιούδας ανήκε στην χορεία των μαθητών, ενώ ο ληστής στην χορεία των φονέων. Και είναι άξιο θαυμασμού πώς μέσα σε μία στιγμή ο ένας επήρε την θέσι του άλλου!…

Είδα άνθρωπο πού φανερά αμάρτησε, αλλά μυστικά μετενόησε. Και αυτόν πού εγώ τον κατέκρινα ως ανήθικο, ο Θεός τον εθεωρούσε αγνό, διότι με την μετάνοιά του Τον είχε πλήρως εξευμενίσει…

Ακόμη και την ώρα του θανάτου του, αν ιδής κάποιον να αμαρτάνη, μήτε τότε να τον κατακρίνης. Διότι η απόφασις του Θεού είναι άγνωστη στους ανθρώπους. Μερικοί έπεσαν φανερά σε μεγάλα αμαρτήματα, κρυφά όμως έπραξαν πολύ μεγαλύτερα καλά. Έτσι εξαπατήθηκαν οι φιλοκατήγοροι, και εκείνο πού εκρατούσαν στα χέρια τους ήταν καπνός και όχι ήλιος…

Οι δαίμονες μας σπρώχνουν πιεστικά ή στο να αμαρτήσωμε ή, αν δεν αμαρτήσωμε, στο να κατακρίνωμε όσους αμάρτησαν, ώστε με το δεύτερο να μολύνουν οι κακούργοι το πρώτο…

Η κρίσις είναι αναιδής αρπαγή του δικαιώματος του Θεού, ενώ η κατάκρισις όλεθρος της ψυχής αυτού ο οποίος κατακρίνει…

Ο καλός «ραγολόγος» τρώγει τις ώριμες ρώγες των σταφυλιών και δεν πειράζει καθόλου τις άγουρες. Παρόμοια ο καλόγνωμος και συνετός άνθρωπος, όσες αρετές βλέπει στους άλλους τις σημειώνει με επιμέλεια, ενώ ο ανόητος αναζητεί τα ελαττώματα και τις κατηγορίες. Γι΄ αυτόν μάλιστα έχει λεχθή: «Εξηρεύνησαν ανομίαν, εξέλιπον εξερευνώντες εξερευνήσεις» (Ψαλμ. ξγ΄ 7).

Μη κατακρίνης και όταν ακόμη βλέπης κάτι με τους ίδιους τους οφθαλμούς σου, διότι και αυτοί πολλές φορές εξαπατώνται…

(Από την «Κλίμακα», Λόγος Δέκατος)

Σάββατο 30 Μαρτίου 2024

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ Β΄ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ 2024 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)


DSC 8970


γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,   

            Κάθε ἄνθρωπος ἀπὸ τὴν φύση του ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ στηρίγματα -ἀνθρώπους ποὺ νὰ μπορεῖ νὰ ἐμπιστεύεται, ἔτοιμους νὰ παραβλέψουν τὸ ἐγώ τους γιὰ νὰ μᾶς βοηθήσουν νὰ ὀρθοποδήσουμε τόσο σωματικά, ὅσο καὶ πνευματικά. 

            Τέτοιοι ἄνθρωποι ἦταν οἱ τέσσερεις ἄνδρες τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος. Χάρη στὴν πολλή τους ἀγάπη, πρόθυμα ἔσπευδαν νὰ διακονήσουν τὸν παραλυτικὸ φίλο τους. Καὶ χάρη στὴν πολλή τους πίστη, μὲ αὐθόρμητο ἐνθουσιασμὸ καὶ βεβαιότητα τὸν σήκωσαν ξαπλωμένο στο κρεβάτι του καὶ τὸν ὁδήγησαν ἐνώπιον τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ γιὰ νὰ τὸν θεραπεύσει. Στὸ σπίτι, ὅμως, ποὺ κήρυττε ὁ Χριστός, εἶχε συγκεντρωθεῖ πλῆθος κόσμου, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μὴν μποροῦν νὰ εἰσέλθουν οἱ φέροντες τὸν παράλυτο. Ἂν ἦταν ἄλλος στὴ θέση τους, ἢ θὰ εἶχε φύγει, ἢ θὰ περίμενε μέχρι νὰ τελειώσει ὁ Κύριος τὴν διδασκαλία Του, ὥστε νὰ βγεῖ ἀπὸ τὸ σπίτι καὶ τότε νὰ Τοῦ παρουσιάσουν τὸν ἀσθενῆ. Ἐκεῖνοι, ὅμως, βιάζονταν νὰ λυθεῖ ὁ ἄνθρωπός τους ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς ἀσθένειας καὶ νὰ βιώσει τὴν χαρὰ τῆς ὑγείας, ὅπως τὴν βίωναν καὶ οἱ ἴδιοι. Τὸ σημεῖο αὐτὸ μᾶς θυμίζει αὐτὸ ποὺ ἔκανε ὁ Ἀπόστολος Φίλιππος στὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τῆς προηγούμενης Κυριακῆς∙ δὲν κράτησε τὴν χαρὰ τῆς εὕρεσης τοῦ Μεσσία γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ ἔσπευσε νὰ τὴν μοιραστεῖ μὲ τὸν Ναθαναήλ, τὸν πολύτιμο φίλο του. Μὲ αὐτὸ τὸ πνεῦμα, λοιπόν, οἱ τέσσερεις ἄνδρες ἀποφάσισαν νὰ παραβλέψουν τὰ ἐμπόδια∙ ἄνοιξαν τὴν στέγη τοῦ σπιτιοῦ, σήκωσαν τὸν παράλυτο καὶ ἀπὸ ἐκεῖ τὸν κατέβασαν καὶ τὸν παρουσίασαν στὸν Χριστό, ὁ Ὁποῖος βλέποντας τὴν πίστη τους, χάρισε στὸν παράλυτο ὄχι τὴν θεραπεία τοῦ σώματος, ἀλλὰ τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν του καὶ αὐτὸ γιὰ νὰ διδάξει σὲ ὅλους μας ὅτι πρῶτα πρέπει νὰ μεριμνοῦμε γιὰ τὴν ψυχὴ καὶ ὕστερα γιὰ τὸ σῶμα, διότι ἡ ψυχὴ εἶναι ἀθάνατη, ἐνῶ τὸ σῶμα, εἴτε ἀσθενὲς, εἴτε ὑγιές, κάποια στιγμὴ θὰ βρεθεῖ στὸ χῶμα. Ἐπειδή, ὅμως, οἱ διαχρονικοὶ Φαρισαῖοι σκανδαλίσθηκαν, διότι θεώρησαν ὡς βλασφημία τὰ λόγια τοῦ Κυρίου καὶ σκέφθηκαν ὅτι μόνο ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ συγχωρεῖ ἁμαρτίες, τότε ὁ Ἰατρὸς τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων διέταξε τὸν παραλυτικό: «σήκω, πάρε τὸ κρεβάτι σου καὶ πήγαινε στὸ σπίτι σου», πράγμα ποὺ ἔγινε. Ἔτσι ὁ Χριστός, μέσα ἀπὸ τὴν φανερὴ θεραπεία τοῦ παραλύτου, δίδαξε ὅτι ἔχει τὴν ἐξουσία νὰ συγχωρεῖ ἁμαρτίες. Καὶ ἐφόσον μόνο ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ συγχωρεῖ ἁμαρτίες κατὰ τοὺς Φαρισαίους, ὁ Χριστὸς ἀπέδειξε καὶ σὲ αὐτοὺς ὅτι εἶναι ὁ Θεός. Βρῆκε, δηλαδὴ, τὴν εὐκαιρία νὰ θεραπεύσει καὶ ἐκείνους, ἄσχετα ἂν ἐκεῖνοι παρέμεναν πεισματικὰ στὴν ἀσθένειά τους. 

            να σημεῖο ποὺ πρέπει νὰ προσέξουμε, εἶναι τὸ: «ἰδὼν (…) ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν». Ὁ Χριστὸς θεράπευσε τὸν παράλυτο, ὄχι μόνο χάρη στὴν πίστη του, ἀλλὰ καὶ χάρη στὴν πίστη τῶν τεσσάρων ἀνδρῶν ποὺ τὸν στήριζαν. Τέτοιους ἀνθρώπους ἔχουμε ἀνάγκη νὰ μᾶς στηρίζουν! Σὲ αὐτοὺς τοὺς ἄνδρες μποροῦμε νὰ καθρεφτίσουμε τοὺς ἀνθρώπους ποὺ μᾶς περιβάλλουν. Ἐμεῖς ἔχουμε τέτοια στηρίγματα; Οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἐμπιστευόμαστε εἶναι ἄνθρωποι τῆς θυσίας; Εἶναι ἄνθρωποι ποὺ βλέποντας τὴν παραλυσία μας θὰ μᾶς σηκώσουν πρόθυμα γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσουν στὸν Χριστὸ νὰ μᾶς θεραπεύσει γιὰ νὰ γίνουμε καὶ ἐμεῖς, ὅπως ἐκεῖνοι, ὑγιεῖς; Ἂν ναί, τότε ἀργὰ ἢ γρήγορα θὰ ἀκούσουμε τὸν Χριστὸ νὰ μᾶς λέει: «Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου». Ἂν ὄχι, τότε καλὸ εἶναι νὰ ἀφήσουμε τὶς κακὲς συναναστροφές -διότι οἱ κακὲς συναναστροφὲς φθείρουν τὶς καλὲς ἀρχές, «φθείρουσιν ἤθη χρηστὰ ὁμιλίαι κακαί»- καὶ νὰ ψάξουμε νὰ βροῦμε τέτοιους ἀνθρώπους. Σίγουρα ὑπάρχουν κοντά μας. Ἄν, ὅμως, δὲν ψάξουμε καλὰ καὶ δὲν βροῦμε, μποροῦμε ἁπλὰ νὰ μποῦμε σὲ μία Ἐκκλησία, νὰ σηκώσουμε τὰ μάτια καὶ νὰ κοιτάξουμε τὶς Εἰκόνες στοὺς τοίχους. Θὰ δοῦμε πολλὰ στηρίγματα∙ τοὺς Ἁγίους μας. 

            να τέτοιο στήριγμα, ἕνας ἄνθρωπος τῆς θυσίας, ὑπῆρξε ὁ Μεγάλος Θεολόγος ποὺ σήμερα τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία μας, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ὁ Παλαμάς. Μεγάλωσε σὲ ἁγία οἰκογένεια καὶ ἀπὸ μικρὸς ἦταν μέσα στὴν αὐτοκρατορικὴ αὐλή. Μόλις ἐνηλικιώθηκε, ἂν καὶ ὁ Αὐτοκράτορας τὸν ἐτοίμαζε γιὰ μεγάλα ἀξιώματα, ἐκεῖνος ἀποφάσισε νὰ ἀπαρνηθεῖ τὰ ἐγκόσμια καὶ νὰ φορέσει τὸ τιμημένο ράσο. Ἀποτέλεσε πρότυπο Μοναχοῦ καὶ ἀγωνιζόταν συνεχῶς νὰ ἐπικοινωνεῖ μὲ τὸν Θεὸ μέσω τῆς εὐχῆς «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με», ὅπως εἶχε μάθει ἀπὸ τὸν πατέρα του.

            Στὰ χρόνια ποὺ ὁ Ὅσιος μόναζε, κάποιος λόγιος κληρικὸς ὀνόματι Βαρλαὰμ ἄρχισε νὰ διαδίδει νέες πλάνες, περιγελῶντας τὴν ὀρθόδοξη ἡσυχαστικὴ παράδοση. Κήρυττε ὅτι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ κατανοήσει τὸν Θεὸ μέσῳ τῆς μόρφωσης καὶ τῆς φιλοσοφίας. Αὐτὸ εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα πολλοὶ νὰ κινδυνέψουν ἀπὸ πνευματικὴ παραλυσία, νὰ πέσουν δηλαδή, στὴν πλάνη. Τότε, λοιπόν, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, μὲ προθυμία ἀνάλογη τῶν τεσσάρων ἀνδρῶν τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς, ἔφυγε ἀπὸ τὸ ἐρημητήριό του καὶ ἔσπευσε νὰ ὑπερασπισθεῖ τὴν ὀρθόδοξη θεολογία καὶ τὴν ὀρθόδοξη μοναστικὴ παράδοση, παραβλέποντας κάθε ἐμπόδιο. Ἔτσι, φωτισμένος ἀπὸ τὴν Θεία Χάρη, ὁ Ἅγιος διακήρυξε ὅτι ἡ μόρφωση δὲν παρεμβάλλεται μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου. Ἀντιθέτως, κάθε ἄνθρωπος, εἴτε ἐγγράμματος, εἴτε ἀγράμματος, μπορεῖ μέσῳ τῆς Κάθαρσης ἀπὸ κάθε κακὴ πράξη καὶ πονηρὸ λογισμὸ καὶ μέσῳ τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς, μέσῳ τοῦ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με», νὰ φθάσει στὸν Φωτισμὸ τοῦ νοῦ καὶ νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸν Θεό, νὰ γίνει Θεὸς κατὰ χάριν. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ἔγινε τὸ στήριγμα τῆς θεολογίας. 

γαπητοὶ ἀδελφοί, 

            Εἶναι σημαντικὸ νὰ ἔχουμε καὶ νὰ ἐμπιστευόμαστε τέτοιους ἀνθρώπους στὴ ζωή μας. Εἶναι σημαντικὸ ὁ πνευματικός μας, οἱ φίλοι μας καὶ τὰ στηρίγματα μας νὰ μᾶς κατευθύνουν μὲ πνεῦμα θυσίας πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ὄχι πρὸς τὸν κόσμο. Ὁ Χριστὸς βράβευσε τοὺς ἀνθρώπους τῆς θυσίας μὲ τὴν θεραπεία τοῦ φίλου τους. Βράβευσε, ἐπίσης τὸν Ἅγιο Γρηγόριο μὲ τὴν νίκη τῆς ὀρθόδοξης θεολογίας. Ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ τέτοιους ἀνθρώπους. 

            ς προσέξουμε, ὅμως καὶ τὸ ἑξῆς: τὸ σῶμα μας γίνεται θυσία γιὰ τὴν παράλυτη ψυχή μας; Τρέχει μὲ προθυμία πρὸς τὸν Χριστὸ γιὰ τὴν θεραπεία της; Ὅταν συναντάει ἐμπόδια, φροντίζει νὰ τὰ ὑπερνικᾶ γιὰ νὰ πλησιάσει τὸν Χριστό, ἢ φεύγει πίσω; 

            Τὴν εὐλογημένη περίοδο ποὺ διανύουμε, ἔχουμε -περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλη περίοδο τοῦ ἔτους- τὴν δυνατότητα νὰ προσεγγίσουμε τὸν Χριστὸ γιὰ νὰ Τοῦ παρουσιάσουμε τὴν παράλυτη ψυχή μας. Ἐπειδή, ὅμως, θέλει θυσίες ἡ σωτηρία, ὀφείλουμε νὰ ἀνέβουμε στὴ «νοητὴ στέγη», νὰ τηρήσουμε τὴν νηστεία, νὰ κάνουμε ἐλεημοσύνη, νὰ καθαρίσουμε τὸν νοῦ μας ἀπὸ πονηροὺς λογισμούς, νὰ συμμετέχουμε στὶς ἱερὲς ἀκολουθίες, νὰ ἐξομολογηθοῦμε καὶ νὰ προσευχώμαστε ἀδιαλείπτως, λέγοντας «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με». Τότε, ὁ Χριστὸς θὰ δεῖ τὸν ἀγώνα καὶ τὴν πίστη μας καὶ θὰ μᾶς πεῖ «Παιδιά μου, συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες σας».

            ν θέλουμε νὰ ἔχουμε δίπλα μας ἀνθρώπους τῆς θυσίας, πρέπει καὶ ἐμεῖς νὰ γίνουμε θυσία γιὰ τὸν ἑαυτό μας καὶ τοὺς συνανθρώπους μας. 

Οἱ πρεσβεῖες τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου νὰ συνοδεύουν ὅλους μας.

Μετ’ εὐχῶν,

ὁ Ἐπίσκοπός σας

 ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Τρίτη 26 Μαρτίου 2024

ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΓΚΡΑΤΕΙΑ ΤΗΣ ΚΟΙΛΙΑΣ (Αγίου Κασσιανού του Ρωμαίου)

  


Θα κάνω λόγο για την εγκράτεια στα φαγητά, η οποία είναι αντίθετη της γαστριμαργίας, και για τον τρόπο των νηστειών και την ποσότητα των φαγητών. Και αυτά, όχι από τον εαυτό μου, αλλά καθώς παραλάβαμε από τους αγίους Πατέρες.

Εκείνοι λοιπόν, δεν έχουν παραδώσει ένα κανόνα νηστείας, ούτε ένα τρόπο της διατροφής, ούτε το ίδιο μέτρο, γιατί δεν έχουν όλοι την ίδια δύναμη, είτε λόγω ηλικίας, είτε ασθένειας, είτε καλύτερης συνήθειας του σώματος. Έχουν όμως παραδώσει σε όλους ένα σκοπό, να αποφεύγουμε την αφθονία και να αποστρεφόμαστε τον χορτασμό της κοιλιάς.

Έχουν δει στην πράξη ότι είναι ωφελιμότερο και βοηθά στην καθαρότητα το να τρώει κανείς μία φορά την ημέρα από το να τρώει κάθε τρεις ή τέσσερις ή εφτά ημέρες. Γιατί λένε, εκείνος που επεκτείνεται υπέρμετρα στη νηστεία, υπέρμετρα κατόπιν τρώει. Και από αυτό, άλλοτε εξαιτίας της υπερβολής της αποχής από την τροφή ατονεί το σώμα και γίνεται πιο απρόθυμο για τις πνευματικές εργασίες, και άλλοτε όταν γεμίσει από το βάρος των τροφών προκαλεί αμέλεια και εξασθένηση της ψυχής.

Και πάλι οι άγιοι Πατέρες δοκίμασαν και είδαν ότι δεν είναι για όλους κατάλληλη η διατροφή με χόρτα, ούτε με όσπρια, ούτε όλοι μπορούν να τρέφονται μόνο με ξερό ψωμί. Και άλλος, καθώς είπαν, ενώ τρώει δύο λίτρες ψωμί, πεινά ακόμη, ενώ άλλος τρώει μία λίτρα ή έξι ουγγιές και χορταίνει.


Σε όλους λοιπόν, όπως είπα, ένα κανόνα εγκράτειας έχουν παραδώσει, το να μην ξεγελιούνται με τον χορτασμό της κοιλιάς (Παροιμ. 24:15), ούτε να παρασύρονται από την ηδονή του λάρυγγα. Γιατί δεν είναι μόνο η διαφορά της ποιότητας των τροφών, αλλά και η ποσότητα που ανάβει τα πυρωμένα βέλη της πορνείας. Γιατί με οποιαδήποτε τροφή όταν γεμίσει η κοιλιά, γεννά το σπόρο της διαφθοράς.

Και πάλι δεν είναι μόνο η κραιπάλη του κρασιού που φέρνει μέθη στη διάνοια, αλλά και η αφθονία του νερού και κάθε τροφής η υπερβολική χρήση, τη ζαλίζει και φέρνει νύστα σ’ αυτήν. Αιτία της καταστροφής των Σοδομιτών δεν ήταν η κραιπάλη του κρασιού και των διαφόρων φαγητών, αλλά η αφθονία του άρτου, κατά τον προφήτη (Ιεζ. 16:49).


Η ασθένεια του σώματος δεν είναι αντίθετη με την καθαρότητα της καρδιάς, όταν δώσουμε στο σώμα εκείνα που απαιτεί η ασθένεια, όχι ό,τι θέλει η ηδονή. Τις τροφές τις χρησιμοποιούμε τόσο ώστε να ζήσουμε, όχι για να σκλαβωθούμε στις ορμές της επιθυμίας. Η μετρημένη και μέσα σε λογικά όρια τροφή βοηθά στην υγεία του σώματος, δεν αφαιρεί την αγιότητα.

Ακριβής κανόνας εγκράτειας, όπως παρέδωσαν οι Πατέρες, είναι να σταματούμε να τρώμε πριν χορτάσουμε. Και ο Απόστολος που είπε: «Μη φροντίζετε για την σάρκα, πώς να ικανοποιήσετε τις επιθυμίες της» (Ρωμ. 13:14), δεν εμπόδισε την αναγκαία κυβέρνηση της ζωής, αλλά απαγόρευσε την φιλήδονη φροντίδα.

(Προς τον επίσκοπο Κάστορα περί των οχτώ λογισμών της κακίας,
Φιλοκαλία, τ. Α΄, εκδ. «Το περιβόλι της Παναγίας», Θεσσαλονίκη 2002, σελ. 91)