A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Σάββατο 24 Νοεμβρίου 2018

ΑΝΑΜΝΗΣΙΣ ΘΑΥΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ 1716 : Ἀποτρέπει τοὺς Παπικοὺς νὰ χτίσουν ἀλτάριο στὸν ναό του! (12 Νοεμβρίου)


θαύμα Αγίου Σπυρίδωνος του Θαυματουργού που αποτρέπει παπικούς να στίσουν παπικό αλτάριο στον Ναό Του.

Το 1716 οι Τούρκοι πολιορκήσανε στενά την Κέρκυρα. Πενήντα χιλ.


 στρατός και αρκετά καράβια κυκλώσανε το νησί και το απειλούσανε από στεριά και θάλασσα. Τα βαρβαρικά στρατεύματα είχαν συγκεντρωθεί στο ακρότειχος της πόλεως. Ο Πιζιάνης, πού ήταν αρχηγός κατά την πολιορκία εκείνη των δυνάμεων της Ενετικής Δημοκρατίας, περίμενε την μεγάλη επίθεση των έχθρων.

Τα ξημερώματα όμως της ημέρας εκείνης , παρουσιάζεται στα βαρβαρικά στίφη ο Άγιος Σπυρίδων. Στο δεξί χέρι κρατούσε αστραφτερό ξίφος. Με θυμό τους έδιωξε και τους τρομοκράτησε. Τα χάσανε οι Αγαρηνοί από την επιβλιτική εκείνη παρουσία και ορμή του Αγίου. Αφήσανε όπλα και ζώα και φύγανε πανικόβλητοι. Σε λίγο μάθανε όλοι, ότι είχε συμβεί το μεγάλο θαύμα. Πήγανε ακολούθως στο στρατόπεδο των Αγαρηνών και είδανε, ότι εκείνοι από βιασύνη της φυγής των, τα είχανε εγκαταλείψει όλα. Βρήκανε 120 κανόνια, άφθονα ζώα, αρκετό οπλισμό και πολλά πυρομαχικά και τρόφιμα.
Ο αρχιναύαρχος του Ενετικού στόλου και διοικητής της νήσου Κερκύρας, Ανδρέας Πιζάνης, θέλοντας κατά ένα τρόπο πιο φανερό και πιο θεαματικό να εκδηλώσει την ευγνωμοσύνη του στον άγιο για τη σωτηρία, αποφάσισε να στήσει στον ναό ένα θυσιαστήριο ακόμη. Ένα θυσιαστήριο για να γίνεται επάνω σ’ αυτό το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας κατά το Λατινικό δόγμα. Το θυσιαστήριο, αλτάριο κατά τους Λατίνους, θα κτιζόταν δίπλα στην Αγία Τράπεζα των Ορθοδόξων κι εκεί θα γινόταν από Λατίνο ιερέα η θεία Λειτουργία. Στη σκέψη του αυτή πολύ ενισχύθηκε ο Ενετός διοικητής και από ένα θεολόγο Λατίνο σύμβουλο του, κάποιο Φραγκίσκο Φραγγιπάνη. Ο τελευταίος θεώρησε την ευκαιρία μοναδική για να τοποθετήσει στο ναό του αγίου αλτάριο, δηλαδή αγία Τράπεζα φράγκικη και να τελείται μέσα στον ορθόδοξο ναό του αγίου η θεία Λειτουργία με άζυμα, κατά το δικό τους το δόγμα.

Μετά τη γνωμοδότηση, που πήρε από τον σύμβουλο του ο διοικητής Ανδρέας Πιζάνης, κάλεσε τους ιερείς του Ναού και τους ανακοίνωσε τον σκοπό του και ζήτησε κατά κάποιο τρόπο από αυτούς και τη συγκατάθεση τους. Εκείνοι, όπως ήτο φυσικό, αρνήθηκαν κι υπέδειξαν, πως αυτό θα ήταν μια καινοτομία ασύγγνωστη και επιζήμια και γι’ αυτό δεν έπρεπε να γίνει. Στην άρνηση των ιερέων να συγκατατεθούν στην τοποθέτηση του αλταρίου, ο διοικητής τους απείλησε κι αποφάσισε να προχωρήσει στην εκτέλεση του σχεδίου του χωρίς την άδεια τους. Οι ιερείς στην επιμονή του κατέφυγαν με δάκρυα στον άγιο τους και ζήτησαν με θερμή προσευχή, τη βοήθεια και την προστασία του.

Ο διοικητής με το δικαίωμα που του έδινε η εξουσία, προσπάθησε
ανεμπόδιστα να προχωρήσει στην εκτέλεση της παράνομης επιθυμίας του. Αλλά και ο άγιος, για να προλάβει μια τέτοια απαράδεκτη πράξη, παρουσιάστηκε δύο κατά συνέχεια νύκτες στον ύπνο του με το ένδυμα ορθόδοξου μονάχου και του συνέστησε να παραιτηθεί από την απόφαση του, διαφορετικά θα το μετάνοιωνε πολύ πικρά. Τρομαγμένος ο διοικητής κάλεσε τον σύμβουλο του και του φανέρωσε και τις δύο φορές την απειλή του αγίου. Ο θεολόγος σύμβουλος γέλασε και τις δύο φορές κι υπέδειξε πώς δεν έπρεπε αυτός ένας μορφωμένος άρχοντας να βασισθεί στα όνειρα, που είναι έργο, όπως του είπε, του διαβόλου και που σκοπό έχουν να παρεμποδίσουν και να ματαιώσουν ένα καλό και θεάρεστο έργο.

Τα λόγια του συμβούλου διασκέδασαν τον φόβο του διοικητού, ο οποίος μάλιστα την επομένη ήμερα 11 Νοεμβρίου 1718 μ.Χ. ακολουθούμενος από τη συνοδεία του πρωί-πρωί ξεκίνησε για την εκκλησία του αγίου για να προσκυνήσει τάχατες το λείψανο και να ανάψει το καντήλι του. Ουσιαστικά όμως πήγε εκεί για να καταμετρήσει το μέρος που θα κτιζόταν το αλτάριο και να καθορίσει και τις διαστάσεις του, μήκος, πλάτος και ύψος.

Εκεί στον ναό για μια ακόμη φορά αγωνίστηκαν οι ιερείς με κάθε τρόπο, να τον αποτρέψουν από του να εκτελέσει το σχέδιο του. Άδικα, όμως. Ο άρχοντας, όχι μόνο δεν μεταπείσθηκε, αλλά και με σκληρό και βάναυσο τρόπο τους απείλησε πώς, αν του ξαναμιλούσαν γι’ αυτό το θέμα, θα τους έστελλε φυλακή στη Βενετία.

Έφυγε ο διοικητής με τη συνοδεία του, με την απόφαση την επομένη το πρωί, δηλαδή στις 12 του Νοέμβρη, οι άνθρωποι του να ερχόντουσαν να. αρχίσουν το έργο. Οι ιερείς κι ένας αριθμός πιστών έμειναν εκεί, συνεχίζοντας με δάκρυα τις παρακλήσεις τους μπροστά στην ανοικτή λάρνακα, που περιείχε το σεπτό λείψανο.

Πέρασε η μέρα. Νύχτωσε. Κοντά στα μεσάνυχτα, όπως μας διηγείται ο υπέροχος χρονικογράφος Αθανάσιος ο Πάριος, στο βιβλίο του «ΟΥΡΑΝΟΥ ΚΡΙΣΙΣ», βροντές και κεραυνοί συνταράζουν την πόλη. Ο σκοπός, που βρισκόταν στην είσοδο του φρουρίου κοντά στην πυριτιδαποθήκη βλέπει κάποιο μοναχό να προχωρεί μ’ ένα δαυλό αναμμένο στο χέρι και να μπαίνει στο Φρούριο. Πρόφτασε και του φώναξε: «Ποιός είσαι; Πού πάς»; Μια φωνή του απήντησε. «Είμαι ο Σπυρίδων».
Την ίδια ώρα τρείς φλόγες βγήκαν από το καμπαναριό της εκκλησίας ενώ ένα χέρι άρπαξε τον σκοπό και τον πέταξε στην άλλη μεριά του κάστρου. Ο σκοπός έπεσε όρθιος χωρίς να πάθει τίποτα. Ταυτόχρονα μια δυνατή, εκκωφαντική έκρηξη ακούστηκε. Και το φρούριο τινάχτηκε στον αέρα με όλα τα γύρω σπίτια. Η καταστροφή υπήρξε τρομερή. Χίλια περίπου πρόσωπα σκοτώθηκαν.

Ο διοικητής Ανδρέας Πιζάνης βρέθηκε νεκρός με τον τράχηλο ανάμεσα σε δύο δοκάρια. Και ο θεολόγος σύμβουλος του, νεκρός έξω από το τειχόκαστρο μέσα σε ένα χαντάκι, στο οποίο έτρεχαν τα ακάθαρτα νερά των αποχωρητηρίων της πόλεως. Το ασημένιο πολύφωτο κανδήλι, που έκανε δώρο ο άρχοντας στην εκκλησία του αγίου, κατέπεσε με αποτέλεσμα να καταστραφεί η βάση του. Το κανδήλι κρεμάστηκε πάλι στο ίδιο μέρος, όπου βρέθηκε πεσμένο. Έτσι με αλάλητη φωνή μαρτυρεί ως σήμερα τη συμφορά, που έγινε. Και στη Βενετία, εκεί μακρυά στη Βενετία, την ίδια στιγμή έπεσε κεραυνός στο μέγαρο του Ανδρέα Πιζάνη, τρύπησε τον τοίχο κι έκαψε το πορτραίτο του άρχοντα. Την εικόνα του. Μόνο την εικόνα του.

Η τιμωρία παραδειγματική. Και το δίδαγμα από το περιστατικό μοναδικό. Η Ορθοδοξία δεν μπορεί να συγχέεται με τον παπισμό. Η Ορθοδοξία είναι φως, αλήθεια, ζωή. Ο παπισμός σκοτάδι, αίρεση, πλάνη.
Την άλλη μέρα, μετά από αυτά που συνέβησαν, ο Λατίνος επίσκοπος διέταξε να σηκώσουν τα υλικά, που μετέφεραν από μπροστά στην εκκλησία και να ματαιώσουν το έργο που σκέφθηκαν να εκτελέσουν. Την ίδια μέρα ο λαός της Κέρκυρας, μαζεμένος στον ιερό ναό του αγίου ψάλλει με αγαλλίαση και χαρά στον ακοίμητο προστάτη της νήσου:

«Ως των Ορθοδόξων υπέρμαχον, και των κακοδόξων αντίπαλον, Παμμακάριστε Σπυρίδων, ευφημούμεν oι πιστοί και υμνούμέν σε, και δυσωπούμέν σε, φυλάττειν τον λαόν και την πάλιν σου, πάσης κακοδοξίας και επιδρομής βαρβάρων απρόσβλητον».



Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος α´. Tῆς ἐρήµου πολίτης.
Τῆς Συνόδου τῆς πρώτης, ὥσπερ πάλαι ὑπέρµαχος, 

οὕτω νῦν ὑψῶν ἀνεφάνης τὴν ᾿Eκκλησίαν Xριστοῦ· 
καὶ γὰρ Nαοῦ Σου ἐξέωσας µακράν, καὶ ἄρδην ἐν πυρὶ ἀπέπεµψας, 
καὶ ἐξ αὐτοῦ ἀπήλασας σαφῶς, Λατίνων γόνους, ὡς στρεβλοῦντας τὴν θεολογίαν Σου. 
∆όξα τῷ Σὲ βραβεύσαντι ἡµῖν, δόξα τῷ Σὲ δοξάσαντι, 
δόξα τῷ διὰ Σοῦ ὑψώσαντι ἡµᾶς, Σπυρίδων µέγιστε.

Κοντάκιον 
Ἦχος γ´. Ἡ Παρθένος σήµερον.
Ἐκκλησία σήµερον, λαµπρῶς ἑόρταζε πᾶσα,
τῶν ἐχθρῶν τὴν ἔπαρσιν, κατερραγµένην ὁρῶσα·
ἄνωθεν τὸ πῦρ κατέρχεταιφλέγον·
κάτω δὲ ἡ γῆ τινάσσεται στρεφοµένη·
καὶ καλύπτειτοὺς τοῦ ψεύδους,
προστάτας χάος, ταῖς τοῦ Σπυρίδωνος λιταῖς.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.

Ὡς τῶν ὁρθοδόξων ὑπέρμαχος, καὶ πάντων τῶν ἀπίστων ἀντίπαλον, παμμακάριστε Σπυρίδων ὑμνοῦμέν σε, καὶ δυσωποῦμέν σε, φυλάττειν τὴν πόλιν σου, πάσης ὁρμῆς βαρβάρων ἀμέτοχον.


Οἶκος.
Χρεωστικῶς οἱ πιστοὶ πάντες,τὸν µέγαν ἐν ἱεράρχαις ὑµνήσωµεν Σπυρίδωνα·
ἡ γὰρ Aὐτοῦ παραδόξως ἐν τῇ Kερκύρᾳ γενοµένη θαυµατουργία,
δόξα τῶν εὐσεβούντων Γραικῶν ὑπάρχει καὶ σέµνωµα·
διὰ γὰρ ταύτης, σαφῶς,λαµπρῶς, καὶ ἀναµφιβόλως,
ἡµεῖς µὲν ἐξ ὧν καὶ µεθ᾿ ὧν τυγχάνει διαµένων, εὐσεβοῦντες ἀνεδείχθηµεν·
οἱ δὲ τοῖς τοῦ Πάπα ληρήµασιν ἑπόµενοι, αἱρετικοί τε καὶ κακόδοξοι, καὶ Θεῷ ἱερᾶσθαι ἀπόστοργοι δι᾿ ὃ καὶτοὺς τοῦτο ποιεῖν ἐν τῷ πανσέπτῳ αὐτοῦ Nαῷ διανοηθέντας, ἐν δίκῃ κατεχάωσεν ὡς ποτὲ ὁ Mωϋσῆς τὸν ∆αθὰν καὶτὸν ᾿Aβειρών.

Μεγαλυνάριον
Ἦχος πλ. δ´.
Θαῦµα τὸ ἐξαίσιον καὶ φρικτόν, Kέρκυρα κηρύττει, τοῦ Σπυρίδωνος ζηλωτοῦ,
δι᾿ οὗ τὰς αἱρέσεις, τῆς ∆ύσεως ἐλαύνει, ἐν Kρίσει Oὐρανίῳ, θυµῷ θεόφρονι.

Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2018

Ἅγιος Μηνᾶς ὁ Μεγαλομάρτυρας «ὁ ἐν τῷ Κοτυαείῳ» (11 Νοεμβρίου)

Σχετική εικόνα

Ὁ Ἅγιος Μηνᾶς γεννήθηκε στὴν Αἴγυπτο στὰ μέσα περίπου τοῦ 3ου αἰώνα μ.Χ. ἀπὸ γονεῖς εἰδωλολάτρες. Ὡστόσο, τὸ εἰδωλολατρικὸ περιβάλλον στὸ ὁποῖο μεγάλωνε, δὲν κατάφερε νὰ σκληρύνει τὴν καρδιά του ἡ ὁποία, ὅταν ἦλθε ἡ στιγμή, σκίρτησε ἀκούγοντας τὴν φωνὴ τοῦ «ἐτάζοντος καρδίας καὶ νεφρούς» (Ψαλμ.7, 10) Θεοῦ καὶ ἔτσι ὁ ἔφηβος ἀκόμη, Μηνᾶς, ἔγινε χριστιανός.
Μεγαλώνοντας, ἐπέλεξε νὰ σταδιοδρομήσει στὸν Ρωμαϊκὸ στρατό, στὸ ἱππικὸ τάγμα τῶν Ρουταλικῶν, ὑπὸ τὴν διοίκηση τοῦ Ἀργυρίσκου. Ἡ ἕδρα τῆς μονάδας του ἦταν στὸ Κοτυάειον (σημερινὴ Κιουτάχεια) τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Ἐκεῖ ὁ Μηνὰς διακρίθηκε καὶ γιὰ τὴν φρόνησή του ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸ ἀνδρεῖο του φρόνημα καὶ γι’ αὐτὸ ἔχαιρε ἐκτιμήσεως στὸ κύκλο τῶν στρατιωτικῶν.
Δυστυχῶς ὅμως, τρεῖς αἰῶνες μετὰ τὴν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ καὶ ὁ παλαιὸς κόσμος ἀκόμη δὲν ἤθελε νὰ δεχθεῖ τὸ λυτρωτικὸ μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως, παραμένοντας αὐτάρεσκα, ἐγωιστικὰ καὶ αὐτοκαταστροφικὰ προσκολλημένος στὴν φθορὰ καὶ τὸ σκοτάδι. Οἱ αὐτοκράτορες τῆς Ρώμης ἄρχισαν καὶ πάλι «πρὸς κέντρα λακτίζειν» (Πράξεις 26, 14). Ὁ Διοκλητιανὸς καὶ ὁ Μαξιμιανὸς διέταξαν διωγμὸ ἐναντίον τῶν λογικῶν προβάτων τοῦ Χριστοῦ, διωγμὸ ὁ ὁποῖος κράτησε ἀπὸ τὸ 303 ἕως τὸ 311 μ.Χ. Ἔτσι, οἱ Ρωμαῖοι στρατιῶτες διατάχθηκαν νὰ συλλαμβάνουν καὶ νὰ τυραννοῦν τοὺς χριστιανοὺς προσπαθώντας νὰ τοὺς κάνουν νὰ ἀλλαξοπιστήσουν. Αὐτὴ ἦταν καὶ ἡ πρώτη κρίσιμη στιγμὴ κατὰ τὴν ὁποία ὁ Μηνᾶς κλήθηκε νὰ πεῖ «τὸ μεγάλο ναὶ ἢ τὸ μεγάλο ὄχι». Ἡ πίστη του στὸν Χριστὸ νίκησε τὴν κοσμικὴ «σύνεση» καὶ λογική.
Ὁ Ἅγιος δὲν ἄντεξε, πέταξε στὴν γῆ τὴν στρατιωτική του ζώνη ἀπεκδυόμενος μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο τὴν ἰδιότητα τοῦ στρατιώτη – διώκτη τῶν χριστιανῶν, καὶ διέφυγε στὸ παρακείμενο ὄρος. Ἐκεῖ ἀσκήτευε, προτιμώντας τὴν συντροφιὰ τῶν θηρίων τῆς φύσης ἀπὸ τὴν συντροφιὰ τῶν ἀποθηριωμένων εἰδωλολατρῶν. Ἐκεῖ, «ἐν ἐρημίαις πλανώμενος καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς» (Ἑβρ. 11, 38), ἔζησε ἐπὶ ἀρκετὸ διάστημα μὲ νηστεία, ἀγρυπνία καὶ προσευχή. Ἡ ἀσκητικὴ ζωὴ καὶ ἡ ἡσυχία ἐθέρμαναν τὴν καρδιά του ἀνάβοντας τὸν θεῖο ἔρωτα καὶ τὸν πόθο τοῦ μαρτυρίου.
Ἔτσι, σὲ ἡλικία πενήντα περίπου ἐτῶν, μετὰ ἀπὸ θεία ἀποκάλυψη ὅτι εἶχε φτάσει ἡ ὥρα τοῦ μαρτυρίου, κατέβηκε στὴν πόλη, σὲ μέρα εἰδωλολατρικοῦ πανηγυριοῦ καὶ μὲ παρρησία, ἐν μέσῳ τῶν μαινομένων εἰδωλολατρῶν, ὁμολόγησε τὸν Χριστὸ ὡς τὸν ἕνα καὶ ἀληθινὸ Θεό, μυκτηρίζοντας τὰ κωφὰ καὶ ἀναίσθητα εἴδωλα.
Συνελήφθη καὶ σύρθηκε δερόμενος μπροστὰ στὸν Πύρρο, τὸν διοικητὴ τῆς πόλεως. Ἐκεῖ, μιλώντας μὲ θάρρος, ἀποκάλυψε τὸ ὄνομά του, τὴν καταγωγή του, τὸ στρατιωτικό του παρελθὸν καί, φυσικά, διεκήρυξε μὲ τόλμη καὶ ἀταλάντευτη ἐπιμονὴ τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Ὁδηγήθηκε στὴν φυλακὴ καὶ τὸ πρωὶ τῆς ἑπομένης ἡμέρας, μετὰ τὸ πέρας τοῦ εἰδωλολατρικοῦ πανηγυριοῦ, τὸν παρουσίασαν καὶ πάλι ἐνώπιον τοῦ ἡγεμόνος ὁ ὁποῖος τὸν κατηγόρησε ὅτι ἐξύβρισε τοὺς θεοὺς καὶ μάλιστα μπροστά του καὶ ὅτι λιποτάκτησε ἀπὸ τὸν στρατό. Ὁ Ἅγιος ἀποδέχθηκε τὶς κατηγορίες χωρὶς δισταγμό.
Ὁ Πύρρος, εὐλαβούμενος στὴν ἀρχὴ τὴν ἡλικία καὶ τὴν εὐκοσμία του, προσπάθησε μὲ λόγια καὶ ὑποσχέσεις ἀλλὰ καὶ μὲ ἀπειλὲς στὴν συνέχεια, νὰ τὸν ἀποσπάσει ἀπὸ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν οἱ προσπάθειές του προσέκρουσαν στὴν σταθερὴ ἄρνηση τοῦ Ἁγίου, διέταξε νὰ τὸν ὑποβάλουν σὲ ἀνυπόφορα βασανιστήρια. Οἱ δήμιοι τὸν μαστίγωσαν τόσο πολὺ ὥστε ἄλλαξαν δυὸ καὶ τρεῖς φορὲς οἱ μαστιγωτές του. Τὸν κρέμασαν καὶ τὸν ἔγδερναν μέχρι ποὺ ἄρχισαν νὰ φαίνονται τὰ ἐσωτερικὰ ὄργανα τοῦ Ἁγίου. Ἔπειτα, σὰν νὰ μὴν ἔφθαναν αὐτά, ἔτριβαν τὸ καταπληγωμένο του σῶμα μὲ τρίχινο ὕφασμα καὶ στὸ τέλος τὸν ἔσερναν γυμνὸ καὶ κατακρεουργημένο πάνω σὲ μεταλλικὰ ἀγκάθια. Ὅλα τὰ ὑπέμενε μὲ γενναιότητα καὶ καρτεροψυχία ὁ Μάρτυς τοῦ Χριστοῦ, ἐφαρμόζοντας τὸ Εὐαγγελικὸ «καὶ μὴ φοβηθῆτε ἀπὸ τῶν ἀποκτεννόντων τὸ σῶμα, τὴν δὲ ψυχὴν μὴ δυναμένων ἀποκτεῖναι» (Ματθαῖος 10, 28).
Μάλιστα, τὴν ὥρα τοῦ μαρτυρίου, κάποιοι παλιοὶ συστρατιῶτες του τὸν προέτρεπαν νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα λέγοντας ὅτι ὁ Θεός του θὰ τὸν δικαιολογήσει βλέποντας τὰ βασανιστήρια στὰ ὁποῖα τὸν ὑπέβαλλαν. Ὁ Ἅγιος ἀρνήθηκε ἀποφασιστικὰ καὶ τοὺς ἀπάντησε ὅτι προσφέρει θυσία ἀκόμη καὶ τὸν ἑαυτό του στὸν Χριστό, ὁ ὁποῖος τὸν ἐνδυναμώνει γιὰ νὰ ὑπομένει τὶς πληγές.
Ὁ ἡγεμόνας, θαυμάζοντας τὴν εὐστοχία καὶ τὴν σοφία τῶν ἀπαντήσεων τοῦ Μάρτυρα, τὸν ρώτησε ἀπορρημένος πὼς εἶναι δυνατὸν ἕνας τραχὺς στρατιώτης σὰν αὐτὸν νὰ μπορεῖ νὰ ἀπαντᾶ κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο. Καὶ ὁ Ἅγιος, μὲ τὴ φώτιση τοῦ Θεοῦ, τοῦ ἀποκρίθηκε ὅτι αὐτὴ τὴν ἱκανότητα τὴν χαρίζει στοὺς μάρτυρές του ὁ Χριστός, ὅπως ἔχει ὑποσχεθεῖ στὸ Εὐαγγέλιο: «ὅταν δὲ προσφέρωσιν ὑμᾶς ἐπὶ τὰς συναγωγὰς καὶ τὰς ἀρχὰς καὶ τὰς ἐξουσίας, μὴ μεριμνᾶτε πὼς ἢ τί ἀπολογήσησθε ἢ τί εἴπητε. Τὸ γὰρ Ἅγιον Πνεῦμα διδάξει ὑμᾶς ἐν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ ἃ δεῖ εἰπεῖν» (Λουκᾶ ιβ’ 11 – 12).
Τότε, ἀπελπισμένος ὁ τύραννος, διέταξε νὰ τὸν ἀποκεφαλίσουν. Βαδίζοντας πρὸς τὸν τόπο τῆς ἐκτέλεσης ὁ Ἅγιος πρόλαβε νὰ ζητήσει ἀπὸ κάποιους κρυπτοχριστιανοὺς νὰ μεταφέρουν τὸ λείψανό του στὴν Αἴγυπτο.
Ὁ ἀποκεφαλισμός του ἔγινε τὴν 11η Νοεμβρίου στὶς ἀρχὲς τοῦ 4ου αἰ. μ.Χ. καὶ ἔτσι ἡ ψυχή του πέταξε χαρούμενη πρὸς τὸν Σωτῆρα Χριστὸ τὸν ὁποῖο τόσο ἐπόθησε ὁ Ἅγιος καὶ γιὰ τὸν ὁποῖο θυσιάσθηκε. Οἱ δήμιοι ἄναψαν φωτιὰ γιὰ νὰ κάψουν τὸ σῶμα του.
Ὅτι κατάφεραν οἱ χριστιανοὶ νὰ περισώσουν ἀπὸ τὴν πυρὰ τὸ μετέφεραν στὴν Αἴγυπτο καὶ τὸ ἔθαψαν κοντὰ στὴν Μαρεώτιδα λίμνη, νοτιοδυτικὰ τῆς Ἀλεξάνδρειας.
Στὸ σημεῖο ἐκεῖνο σταμάτησε, κατὰ τὴν παράδοση, ἡ καμήλα ποὺ μετέφερε τὰ λείψανα ἀρνούμενη πεισματικὰ νὰ προχωρήσει. Ἔτσι οἱ χριστιανοὶ κατάλαβαν ὅτι ἦταν θέλημα Θεοῦ νὰ ἐνταφιασθοῦν ἐκεῖ τὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου.
Ἡ περιοχὴ τοῦ τάφου πολὺ σύντομα ἐξελίχθηκε σὲ προσκυνηματικὸ – λατρευτικὸ κέντρο.
Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος, ὅταν ἦταν Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ἀνήγειρε ναὸ πάνω στὸν τάφο τοῦ Ἁγίου. Σὲ λίγα χρόνια δημιουργήθηκε ἐκεῖ ἐκτεταμένο κτιριακὸ συγκρότημα τὸ ὁποῖο περιελάμβανε δύο ναούς, μοναστῆρι, ξενῶνες καὶ ἄλλες ἐγκαταστάσεις.
ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΗΝΑ
Κάποιος χριστιανὸς ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, ὁδεύοντας γιὰ τὸ πανηγύρι τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ καὶ ἔχοντας μαζί του ἀρκετὰ χρήματα, κατέλυσε σὲ ἕνα ξενοδοχεῖο. Ὁ ξενοδόχος εἶδε τὰ ξένα χρήματα καί, κυριευμένος ἀπὸ ἀπληστία, σκότωσε τὸν προσκυνητή, τὸν διεμέλισε καὶ ἔβαλε τὰ κομμάτια του σὲ μία σπυρίδα (ζεμπίλι). AgiosMinas_2Ἐνῶ σκεφτόταν ποὺ νὰ θάψει τὰ μέλη τοῦ θύματός του γιὰ νὰ μὴν ἀποκαλυφθεῖ τὸ ἔγκλημα, καταφθάνει στὸ ξενοδοχεῖο ἕνας ἔφιππος στρατιώτης, ὁ Ἅγιος Μηνᾶς, καὶ τὸν ρωτάει ἐπίμονα ποὺ βρίσκεται ὁ προσκυνητής. Ὁ ξενοδόχος τὸν διαβεβαιώνει ὅτι δὲν γνωρίζει τίποτε ἀλλὰ ὁ Ἅγιος ξεπεζεύει, εἰσέρχεται στὰ ἐνδότερά του ξενώνα, βρίσκει τὴν σπυρίδα, τὴν φέρνει μπροστά του καὶ τὸν ρωτάει μὲ φοβερὸ καὶ ἄγριο βλέμμα νὰ τοῦ πεῖ ποιὸς εἶναι ὁ νεκρός.
Τότε ὁ φονιὰς ἔφριξε, πέφτοντας ἄφωνος καὶ τρέμων στὰ πόδια τοῦ ἄγνωστου ἱππέα. Ὁ Ἅγιος συνάρμοσε τὰ μέλη τοῦ θύματος, προσευχήθηκε καὶ ἀνέστησε τὸ νεκρὸ προσκυνητὴ παραγγέλνοντάς του νὰ δοξάζει τὸν Θεό. Ὁ ἀναστημένος, σὰν νὰ εἶχε ἐγερθεῖ ἀπὸ τὸν ὕπνο, κατάλαβε ὅσα ἔπαθε, ἐδόξασε τὸν Θεὸ καὶ προσκύνησε τὸν Ἅγιο.
Μόλις ὁ φονιὰς συνῆλθε ἀπὸ τὸν τρόμο του καὶ σηκώθηκε, τοῦ πῆρε ὁ Ἅγιος τὰ κλεμμένα χρήματα καὶ τὰ ἐπέστρεψε στὸν προσκυνητὴ λέγοντάς του νὰ συνεχίσει τὸν δρόμο του.
Ἔπειτα, γιὰ νὰ ὁλοκληρώσει τὴν εὐεργεσία τοῦ Θεοῦ, στράφηκε πρὸς τὸν ξενοδόχο, τὸν ἔδειρε ὅπως τοῦ ἄξιζε, τὸν ἐνουθέτησε, τοῦ ἔδωσε συγχώρηση γιὰ τὸ ἔγκλημά του προσευχόμενος γι’ αὐτόν, καβάλησε τὸ ἄλογό του καὶ ἔγινε ἄφαντος. Τότε μόνο κατάλαβε ὁ ξενοδόχος ὅτι ὁ στρατιώτης αὐτὸς ἦταν ὁ Ἅγιος Μηνᾶς, γεγονὸς ποὺ θυμίζει τὴν ἐμπειρία τῶν δυὸ Ἀποστόλων κατὰ τὴν πορεία τους πρὸς Ἐμμαούς, μὲ τὴν συντροφιὰ τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ. (Λουκᾶ κδ’ 31).
Κάποιος πλούσιος χριστιανὸς ἔταξε στὸν Ἅγιο Μηνᾶ νὰ προσφέρει ἕναν ἀσημένιο δίσκο στὸ ναό του. Παρήγγειλε λοιπὸν στὸν ἀργυροχόο δύο δίσκους καὶ τοῦ ζήτησε στὸν μὲν ἕνα νὰ γράψει τὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου στὸν δὲ ἄλλον τὸ ὄνομα τὸ δικό του. Ἐπειδὴ ὅμως ὁ δίσκος ὁ προορισμένος γιὰ τὸν Ἅγιο ἔγινε λαμπρότερος καὶ ὡραιότερος, ὁ χριστιανός, ἀπὸ ἀπληστία κινούμενος, δίχως νὰ ντραπεῖ τὸν κράτησε γιὰ τὸν ἑαυτό του.
Ταξιδεύοντας λοιπὸν στὴ θάλασσα, δείπνησε στὸ πλοῖο χρησιμοποιώντας ἀσυλλόγιστα καὶ χωρὶς εὐλάβεια τὸν δίσκο τοῦ Ἁγίου. Μετὰ τὸ δεῖπνο ὁ ὑπηρέτης τοῦ ἀνευλαβοῦς χριστιανοῦ προσπάθησε νὰ πλύνει τὸν δίσκο στὴ θάλασσα μὲ ἀποτέλεσμα νὰ τοῦ πέσει στὸ νερὸ καὶ νὰ βυθισθεῖ. Τότε ὁ νεαρὸς ὑπηρέτης φοβήθηκε πολύ, σάστισε καί, προσπαθώντας νὰ πιάσει τὸν δίσκο, ἔπεσε καὶ αὐτὸς στὴ θάλασσα. 
AgiosMinas_3Ὅταν ὁ κύριός του ἀντελήφθη τὸ συμβάν, συναισθάνθηκε ὅτι πλήρωνε τὰ ἐπίχειρα τῆς ἀπληστίας του καὶ τυπτόμενος ἀπὸ τὴν συνείδησή του, παρακαλοῦσε τὸν Θεὸ νὰ βρεῖ ἔστω τὸ λείψανο τοῦ μικροῦ ὑπηρέτη του, τάζοντας νὰ δώσει στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ καὶ τὸν δεύτερο δίσκο, καὶ τὰ χρήματα ποὺ ἄξιζε ὁ χαμένος στὴ θάλασσα δίσκος. Ἀφοῦ βγῆκε στὴ στεριὰ περίμενε μὲ ἀγωνία στὴν ἀκρογιαλιὰ μήπως καὶ ἐκβρασθεῖ τὸ πτῶμα τοῦ ὑπηρέτη. Καὶ ἐνῶ παρατηροῦσε τὴν θάλασσα, βλέπει τὸν μικρὸ νὰ βγαίνει ζωντανὸς ἀπὸ τὸ νερὸ κρατώντας στὰ χέρια του καὶ τὸν ἀσημένιο δίσκο τοῦ Ἁγίου!
Ὁ πλούσιος ἔφριξε ἀπὸ τὸ θαῦμα καὶ ἔβγαλε φωνὴ μεγάλη τὴν ὁποία ἀκούγοντας οἱ ἐπιβάτες τοῦ πλοίου βγῆκαν ὅλοι ἔξω καί, βλέποντας τὸ συμβάν, ρωτοῦσαν τὸν ὑπηρέτη, ποὺ τοὺς διηγήθηκε τὰ ἑξῆς: «Μόλις ἔπεσα στὴ θάλασσα, παρουσιάσθηκαν μπροστά μου τρεῖς ἄνθρωποι. Ὁ μεγαλύτερος ἀπὸ αὐτοὺς φοροῦσε στρατιωτικὴ στολή, ὁ ἄλλος ἦταν νεαρὸς καὶ ὁ τρίτος ἦταν Διάκονος. Αὐτοὶ οἱ τρεῖς μὲ πῆραν μαζί τους ἀπὸ τὸν βυθὸ καὶ περπατώντας χθὲς καὶ σήμερα, μὲ ἔφεραν μέχρι ἐδῶ».
Ὁ κύριος του παιδιοῦ καὶ οἱ ἐπιβάτες τοῦ πλοίου, ἀκούγοντας τὸ ἐξαίσιο θαῦμα, ἐδόξαζαν τὸν Θεὸ καὶ ἐθαύμαζαν γιὰ τοὺς τρόπους ποὺ χρησιμοποιεῖ προκειμένου οἱ ἄνθρωποι «εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθείν» (Β’ Τιμοθ. γ’ 7).
Οἱ τρεῖς ποὺ ἔσωσαν τὸν ὑπηρέτη ἦταν ὁ Ἅγιος Μηνᾶς (ὁ στρατιωτικός), ὁ Ἅγιος Βίκτωρ (ὁ νεαρός) καὶ ὁ Ἅγιος Βικέντιος (ὁ Διάκονος).
Οἱ δυὸ τελευταῖοι Ἅγιοι ἐμαρτύρησαν τὴν ἴδια ἡμέρα μὲ τὸν Ἅγιο Μηνᾶ. Τὸν 2ο αἰώνα μ.Χ. ὁ Ἅγιος Βίκτωρ γδάρθηκε ζωντανὸς ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ τὸν 3ο αἰώνα μ.Χ. ὁ Ἅγιος Βικέντιος πέθανε ἔπειτα ἀπὸ σταύρωση καὶ ἐξάρθρωση τῶν μελῶν στὴν ὁποία τὸν ὑπέβαλαν οἱ βασανιστές του. Τιμῶνται μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Μηνᾶ τὴν 11η Νοεμβρίου.

AgiosMinas_4
Ἀκόμη ἕνα θαῦμα τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ ἔλαβε χώρα τὸ 1826 στὸ Ἡράκλειο τῆς Κρήτης, πόλη στὴν ὁποία ἰδιαιτέρως τιμᾶται ὁ Ἅγιος. Τὸ 1821, μετὰ τὴν ἔκρηξη τῆς μεγάλης Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης ἐναντίον τῶν Τούρκων, οἱ κατακτητὲς προχώρησαν σὲ σφαγὲς χιλιάδων ἀμάχων σὲ πολλὲς περιοχές. Ἀπὸ τοὺς πρώτους ποὺ πλήρωσαν μὲ τὸ αἷμά τους τὴν ἐπανάσταση ἦταν καὶ οἱ κάτοικοι τῆς Κρήτης. Μεταξὺ τῶν χιλιάδων θυμάτων ἦταν ὁ Μητροπολίτης Κρήτης, οἱ Ἐπίσκοποι Χανίων, Κνωσοῦ, Χερσοννήσου, Λάμπης, Σητείας κ.ἄ. οἱ ὁποῖοι ἐσφάγησαν, τὴν 24η Ἰουνίου 1821, στὸν περίβολο τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ τοῦ Ἡρακλείου. Μάλιστα, ὁ ἱερουργῶν ἱερέας ἐσφάγη πάνω στὴν Ἁγία Τράπεζα!
Πέντε χρόνια ἀργότερα, τὸ 1826, οἱ Τοῦρκοι τοῦ Ἡρακλείου σχεδίαζαν νὰ προβοῦν σὲ σφαγὴ τῶν Χριστιανῶν, καὶ πάλι στὸν Μητροπολιτικὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ, στὶς 18 Ἀπριλίου, ἡμέρα τοῦ Πάσχα, τὴν ὥρα τῆς Ἀναστάσιμης Θείας Λειτουργίας γιὰ νὰ πιάσουν τοὺς Χριστιανοὺς ἀπροετοίμαστους. Γιὰ ἀντιπερισπασμὸ ἔβαλαν φωτιὰ σὲ διάφορα ἀπομακρυσμένα σημεῖα τῆς πόλης, ἐνῶ ὁπλισμένα στίφη εἶχαν συγκεντρωθεῖ ἔξω ἀπὸ τὸ ναό, περιμένοντας τὴν ὥρα τῆς ἀναγνώσεως τοῦ Εὐαγγελίου γιὰ νὰ εἰσβάλουν καὶ νὰ ἀρχίσουν τὴν σφαγή.
AgiosMinas_5Μόλις ὅμως ἄρχισε ἡ ἀνάγνωση ἐμφανίσθηκε ἕνας ἀσπρομάλλης ἡλικιωμένος ἱππέας ποὺ ἔτρεχε γύρω ἀπὸ τὸ ναὸ κραδαίνοντας τὸ ξίφος του καὶ κυνηγώντας τοὺς ἐπίδοξους σφαγεῖς οἱ ὁποῖοι τράπηκαν πανικόβλητοι σὲ φυγή. Ἔτσι σώθηκαν οἱ πολύπαθοι Χριστιανοὶ τοῦ Ἡρακλείου ἀπὸ τὸν φοβερὸ κίνδυνο.
Οἱ Τοῦρκοι νόμισαν ὅτι ὁ καβαλάρης ἦταν μουσουλμάνος πρόκριτος ἀπεσταλμένος ἀπὸ τὸν Διοικητὴ τῆς πόλης γιὰ νὰ ματαιώσει τὴν σφαγή. Ὅταν διαμαρτυρήθηκαν στὸν Διοικητή, αὐτὸς τοὺς διαβεβαίωσε ὅτι δὲν γνώριζε τίποτε καὶ μάλιστα διαπιστώθηκε ὅτι ὁ συγκεκριμένος πρόκριτος δὲν εἶχε βγεῖ καθόλου ἀπὸ τὸ σπίτι του.
Κατάλαβαν τότε οἱ Τοῦρκοι ὅτι ἐπρόκειτο γιὰ θαῦμα τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ, κοινοποίησαν τὸ γεγονὸς στοὺς Ἕλληνες καὶ ἀπὸ τότε οἱ Μουσουλμάνοι ηὐλαβοῦντο πολὺ τὸν Ἅγιο, προσφέροντας μάλιστα καὶ δῶρα στὸ ναό του. Τὸ θαῦμα αὐτὸ τοὺ Ἁγίου Μηνᾶ καθιερώθηκε νὰ τιμᾶται στὸ Ἡράκλειο τὴν Τρίτη της Διακαινησίμου, ὁπότε καὶ ἐκτίθεται σὲ προσκύνηση, κατὰ τὸν ἑσπερινό, λείψανο τοῦ Ἁγίου, ὁ ὁποίος θεωρείται έκτοτε προστάτης της πόλης.
«Μεταξὺ τῶν ἀδικημένων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι καὶ ὁ Ὁσιώτατος πατὴρ Γεώργιος, ὁ Χατζή – Γεώργης, ὁ ὁποῖος εἶναι ἕνας σύγχρονος Ἅγιος τῆς ἐποχῆς μας, ἀλλά, μποροῦμε νὰ ποῦμε, καὶ μεγάλος Ἅγιος, ἀνάλογα μὲ τὴν ἐποχή μας», γράφει ὁ Γέρων Παϊσιος ὁ Ἁγιορείτης.
Ὁ Γέρων Χατζή – Γεώργης (1809 – 1886), «ὁ μέγας καὶ περιβόητος ἀσκητής», ἀσκήτευσε στὸ Ἅγιον Ὄρος ἐπὶ μακρὸ χρονικὸ διάστημα. Ἐπὶ ἀρκετὰ χρόνια ἔμενε στὴν Κερασιά, στὸ μεγάλο Κελὶ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου καὶ Ἁγίου Μηνᾶ, ὡς ὑποτακτικός του Πάπα – Νεόφυτου στὴν ἀρχὴ καὶ ὡς Γέρων τῆς Συνοδείας ἀπὸ τὸ 1848 καὶ ἔπειτα. «Κάποτε, ἐνῶ ὁ Γέροντας ἠσχολεῖτο μὲ τὸ ἐργόχειρο, κατὰ λάθος κατάπιε μεγάλη βελόνα καὶ προσευχήθηκε πρὸς τὸν μεγαλομάρτυρα Μηνᾶ.
Στάθηκε τότε ὁ Ἅγιος ἐνώπιόν του, ἔβαλε τὸ χέρι στὸν λαιμό του καὶ ἔβγαλε τὴν βελόνα».
AgiosMinas_6Τὸ 1942, κατὰ τὸν Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οἱ ὑπὸ τὸν Ρόμμελ δυνάμεις τοῦ Ἄξονα στὴν Ἀφρικὴ εἶχαν καταφέρει νὰ προελάσουν τόσο ὥστε νὰ εἶναι ὁρατὸς ὁ κίνδυνος νὰ φθάσουν στὴν Διώρυγα τοῦ Σουέζ. Στὴν περιοχὴ τοῦ Ἐλ Ἀλαμέϊν (ἀραβικὴ παραφθορὰ τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ), ὅπου βρίσκονταν τὰ ἐρείπια ναοῦ τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ καὶ ἴσως καὶ ὁ τάφος του, οἱ ἀντίπαλες δυνάμεις προετοιμάζονταν γιὰ τὴν ἀποφασιστικὴ σύγκρουση ἡ ὁποία θὰ ἔκρινε τὸ ἂν οἱ σύμμαχοι θὰ κατάφερναν νὰ παραμείνουν στὴν Ἀφρική.
Μεταξὺ τῶν συμμαχικῶν στρατευμάτων βρισκόταν καὶ ἑλληνικὴ στρατιωτικὴ δύναμη, ἡ ὁποία πῆρε μέρος στὴ μάχη. Ἕνα ἀπὸ τὰ βράδια ἐκεῖνα, πολλοὶ στρατιῶτες εἶδαν τὸν Ἅγιο Μηνᾶ νὰ βγαίνει ἀπὸ τὰ ἐρείπια τοῦ ναοῦ του ὁδηγώντας ἕνα καραβάνι μὲ καμῆλες, ὅπως ἀπεικονίζεται σὲ μία ἀπὸ τὶς παλαιὲς ἁγιογραφίες τοῦ ναοῦ του, καὶ νὰ μπαίνει μέσα στὸ στρατόπεδο τῶν ἐχθρικῶν δυνάμεων.
Ἡ ἐμφάνιση αὐτὴ κατατρόμαξε τοὺς Γερμανοὺς καὶ ὑπονόμευσε καίρια τὸ ἠθικό τους, πράγμα ποὺ συνέβαλε καθοριστικὰ στὴ νίκη τῶν συμμαχικῶν δυνάμεων.
Σὲ ἀνταπόδοση τῆς εὐεργεσίας αὐτῆς τοῦ Ἁγίου παραχωρήθηκε στὸ Πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας ὁ τόπος ἐκεῖνος καὶ ξανακτίσθηκε ὁ ναὸς καθὼς καὶ μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Στρατείαν κατέλιπες τὴν κοσμικήν, ἀθλητά, οὐράνιον εἴληφας τὴν κληρουχίαν, σοφέ, καὶ στέφος ἀμάραντον, δόξαν ἀποδιώξας βασιλέως γηϊνου, ἄθλους δὲ διανύσας μαρτυρίου γενναίου. Διό, μεγαλομάρτυς Μηνᾷ, πρέσβευε σωθήναι ἠμᾶς.


Ἕτερον Ἀπολυτίκιον  
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Tρισάριθμον σύνταγμα τῶν ἀθλητῶν τοῦ Χριστοῦ συμφώνως τιμήσωμεν ὡς καθαιρέτας ἐχθροῦ, Μηνᾶν τὸν ἀοίδημον, Βίκτωρα τὸν γενναῖον καὶ Βικέντιον ἅμα, τούτοις συνευφημοῦντες στεφανίδα τὴν θείαν. Αὐτῶν, Χριστέ, ἱκεσίαις πάντας ἐλέησον.


Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ήχος πλ. α'. Τον συνάναρχον Λόγον.
Τους μεγίστους αγώνας του μαρτυρίου σου, καρτεροψύχως ανύσας Μεγαλομάρτυς Μηνά, ουρανίων δωρεών λαμπρώς ηξίωσαι, και θαυμάτων αυτουργός, εκ Θεού αναδειχθείς, προστάτης ημίν εδόθης, και βοηθός εν ανάγκαις, και αντιλήπτωρ εναργέστατος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ήχος δ'. Ταχύ προκατάλαβε.
Τρισάριθμον σύνθημα, των αθλοφόρων Χριστού, υμνήσωμεν άσμασι, χαριστηρίοις πιστοί, Μηνάν τον αοίδιμον, Βίκτωρα τον γενναίον, και Βικέντιον θείον, πλάνην την των ειδώλων, καταργήσαντας πίστει. Αυτών ταις ικεσίαις, Χριστέ ο Θεός, σώσον τας ψυχάς ημών.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τῆς στρατειᾶς ἥρπασε, τῆς ἐπικήρου, καὶ ἀφθάρτου ἔδειξε, σὲ Ἀθλοφόρε κοινωνόν, Μηνᾶ Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ τῶν Μαρτύρων ἀκήρατος στέφανος.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν.
Ἡ τὸ πρὶν ἀγνωσίας σκότει δεινῷ, κρατουμένη θεόφρον, Μάρτυς Μηνᾶ, Αἴγυπτος ἀνέτειλε, σὲ φωστῆρα παγκόσμιον, ἀθεΐας νύκτα, συντόνως ἐλαύνοντα, ταῖς βολίσι Μάκαρ, τῶν θείων ἀγώνων σου· ὅθεν τὴν φωσφόρον, καὶ σεπτήν σου ἡμέραν, φαιδρῶς ἑορτάζοντες, ἐκτενῶς σοι κραυγάζομεν, Ἀθλητῶν ἐγκαλλώπισμα, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Ὁ Οἶκος
Μεγάλης πρόξενος ἡμῖν, ὑπάρχει θυμηδίας, ἡ μνήμη τῶν Μαρτύρων, κατὰ παθῶν ἀνδρείαν, καὶ ἀριστείαν κατ' ἐχθρῶν ἐπιδεικνυμένη, ἐν φαιδρᾷ καὶ προσηνεῖ ὁμολογίας χάριτι· Δεῦτε οὖν ἐν ταύτῃ, φιλέορτοι πάντες εὐφρανθῶμεν, τῆς προσκαίρου εὐφροσύνης τὴν κρείτονα καὶ τελεωτέραν, Μηνᾶ τοῦ Ἀθλητοῦ τὴν μνήμην τελοῦντες, καὶ λαμβάνοντες παθῶν δῶρον τὴν λύσιν, τούτων δὲ δοτήρ, Χριστὸς ὁ Θεὸς ὑπάρχει, ὁ τῶν Μαρτύρων ἀκήρατος στέφανος.

Μεγαλυνάριον.
Φύλαξ καὶ θερμότατος ἀρωγός, πέλων Ἀθλοφόρε, τῶν καλούντων σε ἐν παντί, πλήρου τὰς αἰτήσεις, Μηνᾶ θαυματοβρύτα, τῶν πόθῳ ἐκζητούντων, τὴν σὴν ἀντίληψιν.


Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2018

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ (Ἃγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος)

Ὅποιος γνωρίζει τήν ἀρρώστια του βρίσκεται στήν ἀρχή τῆς ταπεινώσεως. Ὁ Θεός ὑποφέρει ὅλες τίς ἀσθένειες τῶν ἀνθρώπων. Δέν ὑποφέρει ὅμως ἐκεῖνον πού γογγύζει. Αὐτός πού εὐχαριστεῖ πάντοτε τόν Θεό γιά τ’ ἀγαθά καί τίς εὐεργεσίες πού τοῦ χαρίζει, δέχεται τίς εὐλογίες τοῦ Θεοῦ καί στήν καρδιά του κατοικεῖ ἡ χάρη Του.

Ὅποιος ὑπερηφανεύεται, παραχωρεῖ ὁ Θεός καί πέφτει στή βλασφημία. Ὅποιος κομπάζει γιά τίς ἀρετές του, πάλι κατά παραχωρήση Θεοῦ πέφτει στήν πορνεία. Ὁ ἐγωιστής μπορεῖ νά πέσει σέ πολλές ἀκόμη σκοτεινές παγίδες τοῦ πονηροῦ.
Αὐτός πού δέν θυμᾶται καί δέν σκέφτεται τόν Θεό, κρατάει μίσος κατά τοῦ πλησίον. Ἀντίθετα ὅποιος θυμᾶται τόν Θεό, δέν μνησικακεῖ καί ἀγαπάει κάθε ἄνθρωπο. Ὅποιος βοηθάει τόν ἀδικούμενο ἔχει σύμμαχο τόν Θεό. Ὅποιος βοηθάει τόν πλησίον, τόν βοηθάει ὁ Θεός. Ὅποιον κατηγορεῖ τόν ἀδελφό του, τόν ἀποστρέφεται ὁ Θεός. Ἐκεῖνος πού ἐλεεῖ τόν ἀδελφό του κρυφά, δείχνει φανερά στόν Θεό τή δύναμη τῆς ἀγάπης του. Αὐτός πού κάνει παρατηρήσεις στόν ἀδελφό του μπροστά σε ἄλλους, πραγματικά τόν ἐξουθενώνει καί τόν ἐμπαίζει. Ὅποιος ἐνδιαφέρεται γιά τήν ψυχική ὑγεία τοῦ ἄλλου, φροντίζει πάντοτε νά γίνεται αὐτό μέ ἀγάπη. Τό ἴδιο κάνει καί ὁ Θεός. Δοκιμάζει τόν ἄνθρωπο πάντοτε μέ ἀγάπη, προκειμένου νά θεραπευθεῖ ἡ ἔμψυχη εἰκόνα Του. Γιατί δέν παιδεύει τόν ἄνθρωπο γιά νά τόν ἐκδικηθεῖ γιά τίς ἁμαρτίες του, ἀλλά γιά νά τόν γιατρέψει.
Ὅσο ὁ ἄνθρωπος τελειοποιεῖται στήν ἀρετή, τόσο περισσότερο πλησιάζει τόν Θεό καί Τόν ἀκολουθεῖ. Ὅπως ὅταν ρίχνει κανείς ξερά ξύλα στή φωτιά, αὐτή δύσκολα σβήνει, ἔτσι κι αὐτός πού ἀγαπάει ἀληθινά τόν Θεό· ἡ ἀγάπη τοῦ ὅλο καί αὐξάνει, ὅσο προοδεύει στήν ἀρετή.
Ὅπως ὁ ἔμπορος ὅταν πουλήσει τό ἐμπόρευμά του θέλει νά γυρίσει στό σπίτι του, ἔτσι καί ὁ χριστιανός, ὅταν τελειώσει τήν ἐργασία του, θέλει ν’ ἀσχοληθεῖ μέ τόν Θεό καί τήν ψυχή του. Καί ὅπως ὁ ἔμπορος, ὅταν βρίσκεται στή θάλασσα, φοβᾶται μήπως ἔρθει τρικυμία καί βυθισθεῖ ἡ ἐλπίδα τῆς ἐργασίας του, ἔτσι καί ὁ χριστιανός, ὅσο βρίσκεται στόν κόσμο αὐτό, φοβᾶται μήπως ἔρθει ὁ χειμώνας τῶν παθῶν καί χάσει τόν καρπό τοῦ ἀγώνα του.
Ὅπως ὁ ναύτης ὅταν πλέει στή θάλασσα βλέπει τή θέση τῶν ἀστεριῶν καί ἀνάλογα διευθύνει τό πλοῖο, ἔτσι καί ὁ χριστιανός μέ τήν προσευχή προχωράει στόν δρόμο τῆς ζωῆς του, ἕως ὅτου φτάσει στό λιμάνι τῆς αἰωνιότητος. Ἐκεῖ οἱ ἄνθρωποι δέν τρέχουν καί δέν ἐμπορεύονται, ὅπως στή ζωή αὐτή, ἀλλ’ ἀναπαύονται στόν πλοῦτο τῶν ἀρετῶν πού ἀπέκτησαν μέ τόν ἀγώνα τούς ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας. Μακάριος ἐκεῖνος τοῦ ὁποίου ἡ πραμάτεια δέν χάθηκε στή θάλασσα τοῦ μάταιου αὐτοῦ κόσμου. Μακάριος ἐκεῖνος τοῦ ὁποίου τό πλοῖο δέν βυθίστηκε, ἀλλ’ ἀξιώθηκε νά φτάσει μέ χαρά στό ἀχείμαστο λιμάνι τῆς αἰωνιότητος.
Ὅποιος θέλει νά βρεῖ τόν πολύτιμο μαργαρίτη μπαίνει γυμνός στή θάλασσα. Ἔτσι καί ὁ συνετός ἄνθρωπος περνᾶ ἀπ’ τή ζωή αὐτή χωρίς πολλά χρήματα καί περιουσίες, μέχρις ὅτου βρεῖ τόν πολύτιμο μαργαρίτη, πού εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Καί ὅταν τόν βρεῖ δέν ἀγαπάει τίποτε ἄλλο στόν κόσμο αὐτό.
Ὅπως τό φίδι σέ κάθε κίνδυνο φυλάει τό κεφάλι του, ἔτσι κι ὁ σοφός χριστιανός, σέ κάθε δύσκολη περίπτωση, φυλάει τήν πίστη του, πού ἀποτελεῖ τό θεμέλιό της ζωῆς του.
Ὅπως τό δέντρο, ἄν δέν πετάξει τά παλιά του φύλλα δέν βγάζει νέα, ἔτσι κι ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ δέν θά ἔχει καρπό πνευματικό, ἄν δέν βγάλει ἀπό μέσα του τή θύμηση τῶν κακιῶν καί τῶν παθῶν του.
Ὁ ἄνεμος τρέφει τούς καρπούς τῆς γῆς καί ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ τούς καρπούς τῆς ψυχῆς.
Ὁ σκύλος, ὅταν γλείφει τή λίμα, ματώνει τή γλώσσα του, πίνει τό ἴδιο του τό αἷμα καί χωρίς νά τό αἰσθάνεται προξενεῖ βλάβη στόν ἑαυτό του. Ἔτσι κι ὁ περήφανος, αἰσθάνεται γιά λίγο γλυκύτητα, ἀλλά μετά νοιώθει τά ἀποτελέσματα τῆς ψυχικῆς φθορᾶς.
Ἡ κοσμική δόξα μοιάζει σάν τήν πέτρα πού εἶναι σκεπασμένη ἀπό τά νερά μέσα στή θάλασσα, κι ἔτσι δέν τήν βλέπει ὁ κυβερνήτης καί χτυπάει πάνω της τό πλοῖο. Ἡ ὑπερηφάνεια καί ἡ κενοδοξία εἶναι κρυμμένες κι αὐτές μέσα στήν ψυχή καί τῆς προξενοῦν κακό.
Μή ζητήσεις πότε νά καταλάβεις τούς λόγους τῶν θείων μυστηρίων, πού περιέχονται στίς Ἅγιες Γραφές, χωρίς προηγουμένως νά προσευχηθεῖς θερμά στόν Θεό. Τό κλειδί πού θά καταλάβουμε τά θεία νοήματα εἶναι ἡ προσευχή.
Πρέπει νά γνωρίζεις ὅτι χωρίς κόπο σωματικό δέν πλησιάζεται ὁ Θεός. Ὅλοι οἱ Πατέρες κόπιασαν πολύ γιά νά κατοικήσει μέσα τους τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. Μόλις τό Ἅγιο Πνεῦμα κατοικήσει στήν ψυχή, ὁ ἄνθρωπος ἀποκτάει πραότητα καί εἰρήνη, καί φεύγει κάθε σκέψη ἀκολασίας. Μή νομίσεις ὅτι μπορεῖς μέ τήν προσευχή νά πλησιάσεις τόν Θεό, ἄν προηγουμένως δέν καθαρίσεις τήν καρδιά σου ἀπό τά πάθη τῆς ἀτιμίας πού τή μολύνουν.
Ὅπως τό λάδι τρέφει τό φῶς τοῦ λυχναριοῦ, ἔτσι καί ἡ ἐλεημοσύνη τρέφει τήν ψυχή. Δέν ὑπάρχει ὡραιότερη πράξη μπροστά στά μάτια τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπο. Πόσο γλυκειά εἶναι ἡ συναναστροφή μέ πνευματικούς ἀδελφούς, ἄν ὑπάρχει ἡ ἀγάπη! Ἀγάπη στόν Θεό καί στούς ἀδελφούς. Ἀγάπη στούς ἀδελφούς καί στόν Θεό. Αὐτά εἶναι δεμένα μαζί καί δέν μπορεῖς νά τά ξεχωρίσεις.
Αὐτός πού θέλει νά τρυγήσει χαρά καί καρπό πνευματικό πρέπει νά δουλέψει στήν προσευχή. Ὅπως ἡ ψυχή εἶναι ἀνώτερη ἀπό τό σῶμα, ἔτσι καί ἡ προσευχή εἶναι ἀνώτερη ἀπό κάθε ἄλλη πνευματική ἐργασία.
Μεγάλη δύναμη παίρνει κανείς ἀπό τίς μικρές πνευματικές ἀσκήσεις, ὅταν γίνονται τακτικά καί σταθερά, ὅπως ἀκριβῶς οἱ σταγόνες τοῦ ἁπαλοῦ νεροῦ μποροῦν νά βαθουλώσουν τή σκληρή πέτρα.
Ὅταν νεκρωθοῦν τά πάθη, τότε ἡ ψυχή θερμαίνεται ἀπό τή γλυκύτητα τῆς πνευματικῆς χαρᾶς, καί ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ στήν ψυχή εἶναι ἔντονη. Χρειάζεται μεγάλος ἀγώνας καί πολλή ὑπομονή γιά νά λάβει ὁ ἄνθρωπος τή χάρη τῆς παρηγοριᾶς ἀπό τόν Θεό. Ὅταν ὁ Θεός μπεῖ στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, τότε τά πάθη ὑποχωροῦν.
Καταστροφή τῆς ψυχῆς εἶναι ἡ ἀργία καί ἡ ἀπραξία. Ἡ χειρότερη κακία εἶναι ἡ ἀκηδία. Ἀκηδία σημαίνει νά μή φροντίζουμε γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς μας μέ τήν προσευχή, τή νηστεία καί τ’ ἀλλά ἁγιαστικά μέσα της Ἐκκλησίας μας. Μήν ὑπολογίσεις τό σῶμα στήν ἄσκηση τῆς ἀρετῆς, γιατί θ’ ἀντιδράσει ὁπωσδήποτε. Ὁ σατανᾶς κάνει τό πᾶν, ὥστε νά μᾶς ἀπομακρύνει ἀπό τά ἔργα τοῦ Θεοῦ.
Ἡ πνευματική ἐργασία ἀπαιτεῖ προσοχή καί ἡσυχία τῆς καρδιᾶς. Δέν μπορεῖ νά καθαρισθεῖ κανείς μόνο μέ τά καλά πού κάνει γιά τόν ἄλλο. Πρέπει νά δουλέψει καί μέσα στήν ψυχή του, γιά ν’ ἀπαλλαγεῖ ἀπό τά πάθη τῆς σάρκας καί τῶν αἰσχρῶν καί ρυπαρῶν λογισμῶν. Γιατί εἶναι εὔκολο νά κάνει κανείς ἐλεημοσύνη, δύσκολο ὅμως νά κόψει τά πάθη του καί τίς κακές του συνήθειες.
Τήν ἐλεημοσύνη τή δέχεται ὁ Θεός ὅταν συνοδεύεται ἀπό καθαρή καρδιά.Δέν μποροῦμε νά ἐνδιαφερθοῦμε γιά τό πρῶτο καί νά ἐγκαταλείψουμε τό δεύτερο. Ἀλλιώτικα ξεπέφτουμε στά μάτια τοῦ Θεοῦ.
Στά πνευματικά ἔργα νά προχωρᾶς σιγά-σιγά, γιατί τά μεγάλα καί ἀπότομα ἅλματα εἶναι ἐπικίνδυνα. Ὅταν ἡ ψυχή γλυκαθεῖ ἀπό τήν πνευματική χαρά, αὐτό θά τήν κάνει νά προχωρήσει περισσότερο, ὅπως συμβαίνει μ’ αὐτόν πού πίνει λίγο κρασί, καί ἀφοῦ τοῦ ἀρέσει, πίνει περισσότερο, ἕως ὅτου μεθύσει. Οἱ θλίψεις καί οἱ στενοχώριες ἀντιμετωπίζονται μέ ὑπομονή καί ἐλπίδα στόν Θεό.
Δέν εἶναι εὔκολο πράγμα νά ἔρθει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο μέσα στήν ψυχή μας. Πρέπει προηγουμένως νά τήν καθαρίσουμε ἀπό κάθε σαρκικό μολυσμό καί νά γίνει δοχεῖο καθαρό. Ἔτσι θά ἔρθει νά κατοικήσει ὁ Θεός. Ἀλλά δέν φτάνει αὐτό. Γιά νά πάρουμε τό θεϊκό δῶρο πρέπει νά λυγίσουν πολλές φορές τά γόνατά μας στήν προσευχή. Καί ἡ προσευχή μας θά πρέπει νά συνοδεύεται ἀπό τήν ταπείνωση γιά νά γίνει δεκτή ἀπό τόν Θεό.
Νά φυλᾶς τή γλώσσα σου νά μή λέει ἀπρόσεκτα καί περιττά λόγια. Γιατί ἀπό τήν πολυλογία προέρχεται ἡ ἁμαρτία. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἀσκοῦσαν πολύ τή σιωπή, γιά νά μπορέσουν νά πλησιάσουν τόν Θεό καί νά ἑνωθοῦν μαζί Του. Μόνο ὅταν προσέχουμε τή γλώσσα, εἶναι δυνατό νά ἔρθει στήν ψυχή μας ἡ κατάνυξη. Ὁ μακάριος ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος εἶπε, ὅτι τό καθαρό στόμα καθαρίζει καί τήν καρδιά. Καί στήν καθαρή καρδιά κατοικεῖ ὁ ἅγιος Θεός. Ἄν ὅμως σέ νικήσει ἡ γλώσσα σου, πίστεψέ με, δέν πρόκειται νά προκόψεις ποτέ στήν ἀρετή καί ἡ ψυχή σου θά εἶναι ἄδεια, σάν τό στάχυ πού δέν ἔχει καρπό.
Ὅταν θέλεις νά συμβουλέψεις κάποιον στό καλό, πρῶτα νά τοῦ δείξεις τήν ἀγάπη σου καί μετά μέ λεπτότητα καί προσοχή νά τοῦ κάνεις τήν παρατήρηση, προσέχοντας νά μήν τόν πληγώσεις. Γιατί αὐτός θά παρατηρήσει πρῶτα τήν ἀγάπη πού θά τοῦ δείξεις, κι ὕστερα θά προσέξει τήν παρατήρηση πού θά τοῦ κάνεις. Ἔτσι θά τόν ὠφελήσεις χωρίς νά βλαφτεῖ ἡ ψυχή του.
Ὅσο ὁ ἄνθρωπος ἀποτραβιέται ἀπό τά πράγματα τοῦ κόσμου τόσο περισσότερο πλησιάζει τόν Θεό.
Νά μή λυπᾶσαι ὅταν συναντᾶς στενοχώριες καί δυσκολίες στή ζωή σου, γιατί ὀλ’ αὐτά γίνονται κατά παραχώρηση Θεοῦ, γιά τήν ψυχική σου ὠφέλεια. Ἀκόμη οὔτε τόν θάνατο νά φοβᾶσαι. Γιατί βλέποντας ὁ Θεός τήν ὑπομονή σου, θά σέ βοηθήσει νά φτάσεις στή νίκη, ἐκεῖ ὅπου θ’ ἀπολαύσεις τά αἰώνια ἀγαθά, πού ἑτοίμασε γιά ἐκείνους πού τόν ἀγαποῦν ἀληθινά.
Πηγή: alopsis.gr

Παρασκευή 2 Νοεμβρίου 2018

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΜΦΙΛΟΧΙΟΥ ΤΟΥ ΧΟΖΕΒΙΤΟΥ (+1986)



Ιερά και Σεβασμία Μονή Αγίου Γεωργίου του Χοζεβίτου παρά την βαθυτάτην Έρημον του Ιορδάνου τη 2/02/61

Ευλαβέστατε εν Χριστώ αδελφέ Χατζή-Αθανάσιε, έλαβα το γράμμα σας ως και τις 20 δρχ. για μνημόσυνον σας ευχαριστούμε παρά πολύ, δεν φαντάζεσθε την χαρά μας όταν διαβάσαμε την επιστολήν σας και είδαμε ότι εορτάσατε με το παλαιόν ημερολόγιον. Αυτό είναι το ορθόν, το τέλειον και το άγιον, όπου οι Άγιοι Πατέρες εθέσπισαν με την χάριν του Αγίου Πνεύματος και βγάλανε αφορισμούς όποιος θα θελήσει να διαταράξει τα νομοθετηθέντα της Εκκλησίας του Χριστού. 
Σήμερον οι άνθρωποι, λαϊκοί και κληρικοί για να μην πιστεύουνε Θεόν αναποδογύρισαν τα πάντα, αυτά δεν καταστρέφονται γιατί έχουνε θεμελιωτήν τον Χριστόν. Χριστός δε πάντων η αλήθεια… Μόνον τη συμπράξει του σατανά διότι και αυτοί είναι σατανάδες, επιφέρουνε τον σάλον και την διχόνοιαν εις τους πιστούς ευσεβείς. 
Αλλά και μετά ταύτα πάνε κατά κράτος με τον διάβολον και αιωνίως αναθεματίζονται και τα ονόματα αυτών με το μνημόσυνον Ιούδα του προδότου. Και η πίστις του Χριστού λάμπη και θα δοξάζεται από τους γνησίους πιστούς του και χωρίς αμφιβολία οι πραγματικοί αυτοί πιστοί θα λάβουνε τον στέφανον της νίκης και θα γίνουν κληρονόμοι της Ουρανίου Βασιλείας.
Αδελφοί κρατήτε τας παραδόσεις των Πατέρων και της Εκκλησίας και μη φοβείσθε πόνον και θλίψιν και διωγμόν, διότι ας πάρωμε παράδειγμα από αυτόν τον ίδιον τον Χριστόν για την αλήθεια και την δικαιοσύνην, καταδιώχθη, υβρίσθη, εμαστιγώθη και τελευταία υπέστη τον μαρτυρικόν θάνατον επί του Σταυρού για την αγάπη των πιστών. Βεβαίως εμείς δεν μπορούμε να ακολουθήσουμε αυτό το φοβερό μαρτύριο που υπέστη ο Κύριος διότι ως άνθρωποι είμεθα αδύνατοι, αλλά όχι και σε μικρούς πειρασμούς να δειλιάζουμε, να μην φοβούμεθα διότι όταν μαχώμεθα για την αγάπη του Θεού, ο Θεός μας ενδυναμώνει, μας δίδει νουν, σοφία και γλώσσα και παρρησία δια να ελέγξωμε σοφούς, απίστους και τυράννους. 
Πρέπει να προσέχουμε καλά και μετά φόβου, όπως ο Κύριος μας παράδωσε την πίστην μας αμόλυντον και εμείς έτσι πρέπει να την παραδώσουμε καθαρά, για να μην βρεθούμε ένοχοι θανάτου εν ημέρα κρίσεως και να μην προφασιζόμεθα ότι φταίει ο ένας και ο άλλος, ο κάθε χριστιανός είναι οίκος Θεού και όταν θέλει προσέχει καλά και μένει ο οίκος του Θεού καθαρός και δεν περιμένει από τον γείτονά του, μάλιστα όταν ξέρει ότι ο γείτονάς του είναι ακάθαρτος και βρωμερός. Ο Θεός να σας φυλάττη από κάθε κακό, να σας δίδει πίστιν ακράδαντον, υγείαν και παν αγαθόν Αμήν. 
Ευχώμεθα από τα βάθη της ερήμου δια το συμφέρον της ψυχής σας. Αμήν. Χαιρετισμούς στην κυρίαν σας και εις τον πιστόν λευίτην σας Ιερέαν.

Ευχέτης προς Κύριον 
Καθηγούμενος Ιεράς Μονής Χοζεβά και Ερημιτών Πατέρων Αρχιμανδρίτης Αμφιλόχιος Πνευματικός

(Την επιστολή αυτή ανήρτησε στο facebook ο Πανοσιολογιώτατος Γέροντας Ευθύμιος Μπαρδάκας, εκ των παλαιοτέρων κληρικών της Εκκλησίας μας με πολλές ιστορικές γνώσεις [ζώσα πηγή της Εκκλησιαστικής μας Ιστορίας!]. Ο αναφερόμενος παραλήπτης, Χατζή-Αθανάσιος, εκ Δομοκού Φθιώτιδος, υπήρξε ενορίτης του π. Ευθυμίου).


Παρακάτω και μία σπάνια ομιλία του Γέροντος Αμφιλοχίου (για τον Άγιο Ιωάννη τον Χοζεβίτη) ως καλεσμένου του διαπρεπούς ιεροκήρυκος αειμνήστου Δημητρίου Παναγοπούλου:



Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2018

ΑΓΙΟΣ ΑΡΤΕΜΙΟΣ Ο ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΑΣ (20 Ὀκτωβρίου)

Σχετική εικόνα


Ο Άγιος Αρτέμιος ήταν διακεκριμένος πολιτικός του Βυζαντίου και ευσεβέστατος χριστιανός. Ο Μέγας Κωνσταντίνος, εκτιμώντας τα ηθικά και πολιτικά του χαρίσματα, του έδωσε το αξίωμα του πατρικίου και τον διόρισε Δούκα και Αυγουστάλιο της Αλεξανδρείας.


Το 357 μ.Χ. πηγαίνει στην Πάτρα, κατ' εντολή του Αυτοκράτορα Κωνσταντίου, γιου του Μεγάλου Κωνσταντίνου, για να παραλάβει τα σεπτά λείψανα του Αγίου Ανδρέα και να τα ανακομίσει στον νεόκτιστο Ναό των Αγίων αποστόλων στην Κωνσταντινούπολη (3 Μαρτίου 357 μ.Χ.).

Κατά την διαμονή του στην Πάτρα και με την επίβλεψη του κατασκεύασε υδραγωγείο. Στρατοπεδευμένος στην περιοχή της Μονής Γηροκομείου ελεούσε και βοηθούσε πλήθος αναξιοπαθούντων και κυρίως γερόντων, γεγονός που δικαιολογεί την τοπωνυμία Γηροκομείο.

Όταν, το 363 μ.Χ., ο Αρτέμιος άκουσε ότι ο Ιουλιανός ο Παραβάτης βασάνιζε τους χριστιανούς στην Αντιόχεια, ήλθαν στα χείλη του τα λόγια του ψαλμωδού Δαβίδ προς το Θεό: «Κύριε, πνεύματι ἡγεμονικῷ στήριξόν με» (Ψαλμός Ν' (50), στ. 14). Κύριε, στήριξε με με σκέψεις σταθερές και θέληση ισχυρή, που να κυριαρχεί μέσα μου και να με κατευθύνει στην υπεράσπιση του αγαθού με θάρρος.

Πράγματι, ο Αρτέμιος, με τη δύναμη που του έδωσε ο Θεός, πήγε αμέσως στην Αντιόχεια και με παρρησία ήλεγξε ευθέως τον Ιουλιανό για τις παρανομίες του κατά των χριστιανών. Ο Ιουλιανός, που δεν περίμενε τέτοια στάση από αξιωματούχο, τον συνέλαβε και τον μαστίγωσε αλύπητα. Έπειτα του έσπασε τα κόκαλα με πέτρες, και τελικά τον αποκεφάλισε. Το Ιερό λείψανο του Αρτεμίου παρέλαβε κάποια διακόνισσα, η Αρίστη, που το μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη, στο ναό του προφήτου Προδρόμου.



Ἀπολυτίκιον

Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Εὐσέβειας τοῖς τρόποις καλλωπιζόμενος, ἀθλητικῆς ἀγλαΐας ὤφθης σοφὲ κοινωνός, πρὸς ἀγῶνας ἀνδρικοὺς παραταξάμενος· ὅθεν ὡς λύχνος φωταυγής, τῶν θαυμάτων τὰς βολάς, ἐκλάμπεις τῇ οἰκουμένῃ, Ἀρτέμιε Ἀθλοφόρε, πρὸς σωτηρίαν τῶν ψυχῶν ἡμῶν.



Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον λόγον.

Εὐσεβείας ἐμπρέπων τοῖς κατορθώμασι, τῆς τῶν Μαρτύρων εὐκλείας ὤφθης σοφὲ κοινωνός, ἐναθλήσας ἀνδρικῶς Μάρτυς Ἀρτέμιε· ὅθεν πηγάζων δαψιλῶς, ἰαμάτων δωρεάς, τὸ πάθος ἐντεροκήλης, ὡς συμπαθὴς θεραπεύεις, τῶν προστρεχόντων τῇ πρεσβείᾳ σου.


Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ὡς ἀριστέα τοῦ Σωτῆρος πολυθαύμαστον Καὶ παροχέα ἰαμάτων πλουσιόδωρον Ἀνυμνοῦμέν σε προφρόνως Μεγαλομάρτυς. Ἀλλ’ ὡς πέλων ἰατὴρ τῆς κήλης ἄριστος, Ἀσινῆ με ἐκ τῆς βλάβης ταύτης φύλαττε, Ἵνα κράζω σοι, χαίροις Μάρτυς Ἀρτέμιε.


Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος β΄. Τοὺς ἀσφαλεῖς.

Τὸν εὐσεβῆ καὶ στεφηφόροv Μάρτυρα, τὸν κατ' ἐχθρῶν νίκης ἀράμενον τρόπαια, συvελθόντες ἐπαξίως vῦν, ἐν ὑμνωδίαις εὐφημήσωμεv, Ἀρτέμιον τὸν μέγιστον ἐν Μάρτυσι, θαυμάτων τε δοτῆρα πλουσιώτατον, πρεσβεύει γὰρ Κυρίῳ ὑπὲρ πάντων ἡμῶν. 


Κάθισμα
Ἦχος δ'. Ὁ ὑψωθεὶς.

Τὸν στρατιώτην τοῦ Χριστοῦ τὸν ἀήττητον, καὶ καθαιρέτην τοῦ ἐχθροῦ γενναιότατον, τὸν ἐν μεγίστοις τέρασιν ἐκλάμψαντα, ἅπαντες Ἀρτέμιον, εὐφημήσωμεν πίστει· βρύει γὰρ ἰάματα, τοῖς προστρέχουσι πόθῳ, καὶ καταπαύει πάθη χαλεπά, καὶ τῶν ἐν θλίψει ἀνθρώπων προΐσταται.


Ὁ Οἶκος

Τὶς τοὺς ἀγῶνας ἐξαρκέσει ἐξειπεῖν Ἀθλοφόρε, ἢ τοὺς πόνους τοὺς σούς, οὓς περ ἀνδρείως ὑπέμεινας, διὰ τῆς πίστεως τοῦ Κυρίου, καὶ τῆς χάριτος ἧς περ κατηξιώθης; οὐκ ἐξαρκεῖ διηγήσασθαι στόμα ἀνθρώπινον· σοφίαν γὰρ ἐνδεδυμένος καὶ ἀνδρείαν, τὸν πλοῦτον ἐμίσησας καὶ τὴν ἀξίαν τὴν πρόσκαιρον, στρατιώτης φανεὶς γνησιώτατος. Καὶ νῦν πρεσβεύεις Κυρίῳ ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.


Μεγαλυνάριον

Δόξαν ὑπατείας ὑπεριδών, τὸ ὕπατον κλέος, ἐπορίσω τῶν ἀρετῶν, ὡς ἀνδραγαθήσας, Ἀρτέμιε ἐνδόξως· διὸ παντοίας βλάβης, ῥύου τοὺς δούλους σου.


Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Τὸν μεγαλομάρτυρα τοῦ Χριστοῦ, καὶ τῶν ἰαμάτων, τὸν πολλύρρυτον ποταμόν, τῆς ἐντεροκήλης, τὸν θεῖον ἰατῆρα, Ἀρτέμιον τὸν μέγαν, ὕμνοις τιμήσωμεν.