Πρὸς τὸ Χριστεπώνυμο Πλήρωμα τῆς καθ΄ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Ἐν Ἀχαρναῖς 16-29/8/2017
Ἡ ἀνάπτυξη, ἡ εὐημερία καὶ ὁ πλοῦτος τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας μὲ κέντρο τὴ «νέα Ρώμη», ἀλλὰ καὶ ἡ βαθιὰ συνοχή, συσπείρωση τοῦ λαοῦ της ἀντίστοιχα ἀποτέλεσαν φαινόμενο χωρὶς προηγούμενο στὴν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας.
Λαοὶ ἐκτὸς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, ὅπως Φράγκοι, Σάξονες, Νορμανδοί, Γότθοι κι ἄλλα βορειότερα γερμανικὰ φύλα ἐπεδίωκαν συστηματικὰ μὲ ἐπιδρομὲς καὶ λεηλασίες νὰ πλήξουν τὴ συγκροτημένη καὶ καλὰ στερεωμένη κυριαρχία τῆς Αὐτοκρατορίας. Οἱ κυριολεκτικὰ βάρβαροι αὐτοὶ λαοὶ θεωροῦσαν μέγιστη δόξα νὰ ρημάζουν τὶς γειτονικὲς περιοχές. Ἐπρόκειτο γιὰ πρωτόγονους λαοὺς μὲ ἰδιαίτερες πολεμικὲς καὶ τεχνικὲς ἱκανότητες, σκληροὺς καὶ ἀδίστακτους, ποὺ συνήθιζαν νὰ καλύπτουν τὶς ἀνάγκες τους μέσα ἀπὸ λεηλασίες καὶ φριχτὲς ἐπιδρομὲς ἐναντίον ἄλλων λαῶν.
Ἡ ἱστορία αὐτὴ κορυφώνεται τὸν 4ο αἰῶνα μ.Χ. στὸν πρόσφορο τότε χῶρο τῆς Δυτικῆς πλευρᾶς τῆς Αὐτοκρατορίας (μὲ πρωτεύουσα τὴ Ρώμη). Ἀπὸ τοὺς πρώτους αἰῶνες τῆς ἐγκαθίδρυσης τῆς Ἀνατολικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας (ὕστερα ἀπὸ τὴ διαίρεση τῆς Αὐτοκρατορίας σὲ δύο τμήματα, Ἀνατολικὸ καὶ Δυτικὸ στὰ τέλη τοῦ 4ου αἰῶνα), οἱ ἐπιδρομὲς στὶς κατὰ τόπους περιοχὲς τῶν Δυτικῶν κυρίως ἐπαρχιῶν τῆς τεράστιας Αὐτοκρατορίας δὲν κατάφεραν νὰ διασπάσουν τὸ συσπειρωμένο σῶμα τοῦ λαοῦ της. Οἱ Φράγκοι ἄρχισαν τότε νὰ διεισδύουν στὴ Ρωμαϊκὴ κοινωνία μὲ διάφορους τρόπους ἐκτὸς ἀπὸ τὶς εἰσβολὲς στὶς Δυτικὲς ἐπαρχίες, εἴτε μὲ τὴ συγχώνευσή τους μὲ τοὺς ρωμαϊκοὺς πληθυσμοὺς εἴτε μέσα ἀπὸ τὴ συμμετοχὴ καὶ σταδιακὴ ἀναρρίχησή τους στὸ Ρωμαϊκὸ στρατὸ σὲ ἀνώτερα καὶ ἀνώτατα ἀξιώματα. Τὸν 5ο αἰῶνα τὸ Δυτικὸ κομμάτι τῆς διαιρεμένης Αὐτοκρατορίας εἶχε ἤδη καταλυθεῖ. Τὴ διοίκηση τῆς Δύσης κατεῖχαν πλέον οἱ Φράγκοι, ποὺ στὸ ἑξῆς κατὰ τὸν 7ο καὶ 8ο αἰῶνα ἐπεδίωκαν τὸν βίαιο ἐκφραγκισμὸ τῶν Χριστιανικῶν πληθυσμῶν ἀλλὰ καὶ τῆς Ἀνατολικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας ἀργότερα.
Ἡ συσπείρωση τοῦ λαοῦ τῆς Ἀνατολῆς καὶ ἡ ἀφοσίωσή του στὴν Αὐτοκρατορία -παρότι ἀποτελοῦνταν ἀπὸ διάφορα Ἔθνη- συνέβαλαν στὴν γιὰ χρόνια διατήρηση τῆς κυριαρχίας της. Ἡ αἰτία ἦταν τὸ κοινὸ σημεῖο ἀναφορᾶς καὶ ὁ ἱερὸς συνδετικὸς κρίκος, ἡ Χριστιανικὴ πίστη ἀφενὸς ,ποὺ εἶχε ἤδη θεμελιωθεῖ ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 4ου αἰῶνα ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Πατέρες μὲ τὴν πρώτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ἀφετέρου ἡ ἐμπιστοσύνη στὸν πρῶτο Αὐτοκράτορα, Μέγα καὶ Ἅγιο Κωνσταντῖνο, ποὺ μὲ διάταγμα εἶχε ἐπιτρέψει τὴν ἀνεξιθρησκία καὶ συνεπῶς τὴν ἐξάπλωση τοῦ Χριστιανισμοῦ σὲ ὅλη τὴν ἐπικράτειά της. Ἡ ἀλλοίωση τῆς μίας καὶ μοναδικῆς ὀρθῆς Χριστιανικῆς πίστης τοῦ λαοῦ τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας ἔγινε ἔκτοτε ὁ στόχος τῶν Φράγκων τῆς Δύσης.
Χρησιμοποιήθηκαν δόλια, πλάγια καὶ πονηρὰ μέσα γιὰ τὴ διάσπαση καὶ ἀλλοίωση τῆς ἱερᾶς πίστης τοῦ λαοῦ τῆς Αὐτοκρατορίας, ποὺ ἀποτελοῦσε πηγὴ δύναμης καὶ ἑνώσεως. Ἡ νόθευση τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως θὰ ὁδηγοῦσε μοιραῖα στὸν διχασμὸ τῶν Χριστιανῶν καὶ ὡς ἐκ τούτου στὴν ἀποδυνάμωση τοῦ ἑνιαίου καὶ ἄρρηκτα συνδεδεμένου ὠς Ἕνα Σώματος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.
Οἱ ἐπιχειρήσεις μὲ τὶς ὁποῖες πολεμήθηκε ἡ ἑνότητα τοῦ Χριστιανισμοῦ ἀπὸ τοὺς Φράγκους εἶναι πολλὲς σὲ ὅλη τὴν ἱστορία, χαρακτηρίζονται δὲ γιὰ τὴ δολιότητα, τὸν κοινό τους παρονομαστὴ καὶ ἀφετηρία. Τὶς περισσότερες φορὲς χρησιμοποιήθηκαν δῆθεν φιλικὰ καὶ διπλωματικὰ μέσα προσέγγισης, ψευδὸ-ἀγαπολογίες, ὑποκριτικὲς ἐνέργειες ὑποστήριξης καὶ βοήθειας καὶ λυκοφιλίες προκειμένου νὰ ἐπιτευχθεῖ ὁ ἐκφραγκισμὸς τῆς Χριστιανοσύνης. Οἱ Φράγκοι, οἱ βάρβαροι αὐτοὶ κατακτητές, βαφτίζονταν καὶ ἀσπάζονταν δῆθεν τὸν Χριστιανισμό, προκειμένου νὰ ἐνταχθοῦν ἀρχικὰ στὶς Χριστιανικὲς κοινωνίες, νὰ διεισδύσουν, νὰ ἀναρριχηθοῦν καὶ νὰ ἀναδειχθοῦν στὰ ἀξιώματα τῆς Ἐκκλησίας. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ εἶχαν τὴ δυνατότητα ὡς ἄλλες «Ἔριδες» νὰ σκορπίσουν ζιζάνια, ἱκανὰ νὰ κλονίσουν τὴν ἑνότητα τῆς Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας, νὰ ἀλλοιώσουν τὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ κλονίσουν τὴν ἐμπιστοσύνη τοῦ Χριστιανικοῦ λαοῦ στὴν Αὐτοκρατορία. Ἡ περίοδος τοῦ δῆθεν ἐκχριστιανισμοῦ τῶν Δυτικῶν, γνωστὴ ὡς Μεσαίωνας, μαρτυρᾶ τὶς ἄθλιες, σκοτεινὲς καὶ ἀπάνθρωπες μεθόδους τῶν Φράγκων Δυτικῶν, ποὺ οὐδεμία σχέση ἔχουν μὲ τὴν ἀληθινὴ διδασκαλία τοῦ Ἰησοῦ. Νὰ σημειωθεῖ ὅτι αὐτοί, οἱ Φράγκοι ρασοφόροι τῆς Δύσης, καταδίκαζαν καὶ ἐξόντωναν Χριστιανούς, πιστοὺς στὴν Αὐτοκρατορία καὶ τὸν Αὐτοκράτορα, μὲ τὴν κατηγορία δῆθεν τῆς μαγείας. Μὲ τὸν τρόπο τῆς διείσδυσης στὰ ἀνώτερα κλιμάκια τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας καλλιεργήθηκε ἡ ἀλλοίωση, δημιουργήθηκε ἡ αἵρεση τοῦ «Filioque» κι ἔτσι ἐπῆλθε ὁ πρῶτος διχασμὸς τῶν Χριστιανῶν, τὸ 1054, τὸ σχίσμα καὶ ἡ διάσπαση ἐπισήμως πλέον τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας ἀνάμεσα σὲ Ἀνατολὴ καὶ Δύση.
Ἡ μέθοδος αὐτή, ὁ διχασμὸς τῶν Χριστιανῶν ἐκ τῶν ἔσω, ὅπως ἔχει ἀποδείξει ἡ ἱστορία, εἶναι ἡ πλέον ἀποτελεσματικὴ καὶ ἐφαρμόζεται ἕως σήμερα ἀπὸ τοὺς Φράγκους, οἱ ὁποῖοι δὲν εἶναι ἄλλοι ἀπὸ τοὺς λεγόμενους Λατίνους τῆς Δύσης καὶ τοὺς ὀπαδοὺς τῆς αἵρεσης τοῦ παπισμοῦ. Ἡ διάσπαση ὡστόσο αὐτὴ δὲν ἐπέφερε τὸν διχασμὸ καὶ τὴ δημιουργία δύο Χριστιανικῶν ὁμάδων μὲ δογματικὲς διαφορές, ἀλλὰ τὸν περιορισμὸ τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν ἀπὸ τὴ μία καὶ τὴ δημιουργία αἱρετικῆς ὁμάδας πλανεμένων ἀπὸ τὴν ἄλλη. Ὁ Χριστιανισμὸς καὶ ἡ διδασκαλία τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐξακολούθησε νὰ ὑφίσταται καὶ μάλιστα ἐνδυναμωμένη καὶ καλὰ ριζωμένη στὶς πεποιθήσεις καὶ στὴν ψυχὴ τοῦ λαοῦ τῆς Ἀνατολικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας καὶ τῶν ἀπογόνων τους, τοῦ ἕως σήμερα Ὀρθόδοξου λαοῦ.
Οἱ προθέσεις τῶν Δυτικῶν εἶχαν πλέον ἀποκαλυφθεῖ· τὰ μέσα παρέμειναν ὅμως πλάγια, δόλια καὶ φθονερά, ὅπως ἄλλωστε συμβαίνει καὶ σήμερα. Ὕστερα ἀπὸ μιὰ ὁλόκληρη χιλιετία οἱ Φράγκοι δὲν παραιτήθηκαν ἀπὸ τὶς ἐπιδιώξεις τους. Περίτρανη ἀπόδειξη στὴν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας ἦταν οἱ Σταυροφορίες ποὺ ὑποκινήθηκαν ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν πάπα, μὲ στόχο τὴ δῆθεν ἀπελευθέρωση τῶν Ἱερῶν Χωμάτων τῆς Ἱερουσαλὴμ ἀπὸ τοὺς Ἄραβες. Ἦταν ἄλλωστε γνωστὴ ἡ παραπλανητικὴ τακτική των Φράγκων νὰ στηρίζουν τοὺς Ρωμιούς,ὅταν αὐτοὶ ἀπειλοῦνταν ἀπὸ Ἄραβες, Σελτζούκους καὶ ἄλλα μουσουλμανικὰ φύλλα τῆς ἐποχῆς. Ἡ ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τοὺς Σταυροφόρους, ποὺ χαρακτηρίζεται ὡς ἡ χυδαιότερη στὴν ἱστορία λεηλασία Ἱερῶν μνημείων καὶ ἀρχαίων μνημείων πολιτισμοῦ, ἀλλὰ καὶ ὁ τραγικὸς θάνατος καὶ τὰ βασανιστήρια ποὺ ὑπέστησαν οἱ Ρωμιοὶ ἀπὸ τοὺς Λατίνους θυμίζουν τὰ πρότερα χρόνια καὶ τὶς βάρβαρες καταβολὲς τῶν Φράγκων, ποὺ θεωροῦσαν πολὺ φυσιολογικὸ τὸ νὰ προβαίνουν σὲ λεηλασίες καὶ καταστροφὲς πρὸς χάριν τέρψης.
Οἱ Φράγκοι στὶς ἀρχὲς τῆς δεύτερης χιλιετίας μ.Χ. εἶχαν ἤδη καταφέρει νὰ περιορίσουν μέσω τῆς ἀλλοίωσης τῆς πίστης τοῦ Δυτικοῦ κόσμου τὸν Χριστιανισμὸ (σχίσμα 1054). Διακόσια χρόνια ἀργότερα κατάφεραν νὰ ἁλώσουν τὴ Βασιλεύουσα (Σταυροφορίες 1204) καὶ νὰ καταλάβουν τὸ Βυζάντιο, ἀλλὰ καὶ περιοχὲς τῆς Ρωμαϊκῆς (Ἑλληνικῆς) Ἀνατολῆς ἕως τὸ 1566 ἢ ἀκόμα τὸ 1669 καὶ τὸ 1797 μὲ τὸ τέλος τῆς Λατινοκρατίας στὴν Ἑλλάδα. Διακόσια περίπου χρόνια μετὰ οἱ Φράγκοι ἐνέπαιξαν τοὺς Ὀρθοδόξους μὲ σκοπὸ νὰ τοὺς παραδώσουν λεία πλέον στὰ ἀνελέητα χέρια τοῦ Μωάμεθ (1453). Νὰ σημειωθεῖ ὅτι κατὰ τὴ διάρκεια τῶν χρόνων αὐτῶν πολλὲς ἦταν οἱ κρίσιμες στιγμές, κατὰ τὶς ὁποῖες ἡ πίστη σωζόταν ἀπὸ λίγους, ἐλαχίστους γενναίους μὲ καθαρὴ σκέψη καὶ φρόνημα πιστούς, τῶν ὁποίων ἡ σταθερὴ θέση ἀποτελοῦσε πηγὴ δύναμης καὶ φώτισης, καθὼς καὶ σημεῖο ἐκκίνησης γιὰ νέους ἀγῶνες ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἂς μὴν ξεχνᾶμε ὅτι στὰ ἐπικίνδυνα γιὰ τὴν πίστη μας ἐκεῖνα χρόνια, λίγο πρὶν τὴν ἅλωση τῆς Πόλης ἀπὸ τὸν Μωάμεθ, οἱ ἐνέργειες ἑνώσεως τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μὲ τοὺς αἱρετικοὺς θὰ εἶχαν ἐνδεχομένως τελεσφορήσει ἐὰν ἕνας μόνον δὲν ἀντιδροῦσε. Ἂς μὴν λησμονοῦμε ὅτι ἡ σχεδὸν εἰλημμένη ἀπὸ τοὺς Ἐκκλησιαστικοὺς Ἱεράρχες ἀπόφαση -ὑπὸ τὸν ἐκβιασμὸ βέβαια τὼν Φράγκων τῆς μὴ παροχῆς βοήθειας γιὰ τὴ σωτηρία τῆς Βασιλεύουσας- ἀνετράπη ὕστερα ἀπὸ τὶς ἀντιδράσεις τοῦ Ὀρθόδοξου κατώτερου κλήρου καὶ λαοῦ.
Ἔκτοτε καὶ γιὰ 400 χρόνια ὁ Ὀρθόδοξος Ρωμαίικος λαὸς ὑπέφερε κάτω ἀπὸ τὴ δυσβάσταχτη μάστιγα τοῦ Ὀθωμανοῦ κατακτητῆ. Ἡ Ὀρθόδοξη πίστη, ταυτισμένη πλέον μὲ τὴ Ρωμιοσύνη, ριζώνει βαθιὰ στὴ συνείδηση τοῦ συρρικνωμένου ἀπὸ τὶς κακουχίες καὶ λεηλασίες Ἑλληνικοῦ λαοῦ. Ἡ ὑποδουλωμένη ὅμως Ἑλλάδα μὲ πνευματικὸ κέντρο τὸ Πατριαρχεῖο τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀκόμη ζεῖ, ἀναπνέει καὶ μαζὶ ζοῦν τὰ τελευταῖα ψήγματα αὐθεντικῆς Ρωμιοσύνης καὶ Ὀρθοδόξου πίστεως. Παρὰ τὴ θέση τῆς Εὐρώπης γιὰ καταστολὴ οἱασδήποτε κοινωνικῆς ἐπαναστατικῆς κίνησης, οἱ Ἕλληνες ξεκινοῦν τὴ δική τους Ἐθνικὴ ἐπανάσταση, Ἐθνικὸ ἀγώνα κατὰ τῶν Ὀθωμανῶν, τὴν ὁποία καὶ τερματίζουν ἐπιτυχῶς χάρη στὴν πίστη τους. Ἡ ἐλεύθερη ἀπὸ τὸν Ὀθωμανικὸ ζυγὸ Ἑλλάδα, ἕνα μικρὸ μέρος τῆς ἄλλοτε κυρίαρχης Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας, προσπαθεῖ νὰ καλύψει τὰ κενὰ τῶν αἰώνων σκλαβιᾶς καὶ νὰ ἀνταποκριθεῖ στὶς ἀνάγκες τῆς νέας γι’ αὐτὴν ἐποχῆς. Ἡ προσπάθεια αὐτή, ἂν καὶ στηρίζεται στὶς καλύτερες δυνατὲς προϋποθέσεις, τὴ διοίκηση τοῦ σπουδαίου πολιτικοῦ, διπλωμάτη καὶ στρατηγιστῆ Ἰωάννη Καποδίστρια, ἀποβαίνει μοιραῖα. Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, ἡ πνευματικὴ καὶ Ἐκκλησιαστικὴ ἡγεσία, τὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως, ἐξακολουθεῖ νὰ ἑδρεύει σὲ ὀθωμανικὰ ἀκόμη ἐδάφη.
Οἱ δόλιες καὶ καταχθόνιες ἐνέργειες τῶν Φράγκων συνεχίστηκαν τόσο κατὰ τὰ χρόνια τῆς τουρκοκρατίας, ὅσο καὶ μετά, τὰ πρῶτα χρόνια τῆς δημιουργίας τοῦ νέου μικροῦ ἐλεύθερου Ἑλληνικοῦ κράτους. Συστηματικά, κατὰ τὰ χρόνια της σκλαβιᾶς, γίνονταν προσπάθειες ἐπιβολῆς τοῦ φράγκικου-Γρηγοριανοῦ (θεσπίστηκε ἀπὸ τὸν Πάπα Γρηγόριο ΙΓ΄, 1582) ἑορτολογίου στὸν ὑπόδουλο Ὀρθόδοξο Ἑλληνισμό. Οἱ Ἕλληνες, μὲ ξεκάθαρη καὶ ἐντονότατη στὴ συνείδησή τους τὴ ρητὴ ἐντολὴ τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας γιὰ τήρηση τῶν πατρίων, ἀλλὰ καὶ μὲ πλήρη γνώση τῶν ἐπιδιώξεων καὶ στόχων τῶν Φράγκων γιὰ ἀλλοίωση τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ ὄχι ἀληθινὴ ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν εἰς Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν, ἀντέδρασαν στὶς συνεχεῖς προσπάθειες τῶν αἱρετικῶν. Μὲ Πανορθόδοξες Συνόδους (1583, 1587, 1593) καταδίκασαν τὶς προθέσεις τῶν Φράγκων καὶ ἀναθεμάτισαν ὅποιον θὰ δεχόταν τὸ φράγκικο -Γρηγοριανὸ- νέο ἡμερολόγιο. Ἀντίστοιχα κατηγορηματικὰ ἀντέδρασαν οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες σὲ ὅλο τὸν κόσμο -πέρα ἀπὸ τὴν ὑπόδουλη Ἑλλάδα- καθὼς βέβαια καὶ τὸ Ἅγιον Ὅρος. Ἦταν ἀπὸ τότε σαφὲς ὅτι ἡ οἱαδήποτε ἀλλαγή, ἀκόμη καὶ ἑορτολογική, θὰ ἐπέφερε στὴ συνέχεια σειρὰ ἀλλαγῶν, καινοτομιῶν καὶ ὡς ἐκ τούτου ἀναπόφευκτων κακοδοξιῶν καὶ τελικὰ πλήρη ἀλλοίωση τῆς ἀληθινῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ. Ἀπὸ τὴν ἄλλη ἡ οἱαδήποτε ἐνέργεια σύγκλισης καὶ ἕνωσης τῆς Ἐκκλησίας μας μὲ τοὺς αἱρετικοὺς δὲν προϋπόθετε ἀπὸ τὴν πλευρά τους καμία πρόθεση καὶ διάθεση μετανοίας καὶ υἱοθέτησης τοῦ Ὀρθοδόξου δόγματος. Ἡ ἀποδοχὴ ἑπομένως τῆς ὅποιας πρότασης προερχόμενης ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς θὰ ἦταν τουλάχιστον ὄχι λογική, κακή, μὲ τραγικὲς συνέπειες γιὰ τὴν πίστη μας, δεδομένου ὅτι ἑνὸς κακοῦ μύρια ἕπονται.
Παράλληλα, τόσο ἡ πίστη στὶς γραφὲς τῶν Ἁγίων Πατέρων τῶν πρώτων Χριστιανικῶν χρόνων, ὅσο καὶ τὰ συνεχόμενα μαρτύρια πρὸς δόξαν Κυρίου, τὰ ὁποῖα ὑφίσταντο οἱ Ἕλληνες ἀπὸ τοὺς Ὀθωμανούς, ἀλλὰ καὶ ἡ φυσικὴ παρουσία, ἐνθάρρυνση καὶ ἐνδυνάμωση τοῦ λαοῦ ἀπὸ φωτισμένους, Ἅγιους ἄνδρες τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ Γένους μας, ὅπως τὸν Πατροκοσμᾶ «…Τὸν Πάπα νὰ καταρᾶσθε διότι αὐτὸς εἶναι ἡ αἰτία τοῦ κακοῦ ….», τὸν Ἅγιο Μακάριο Νοταρᾶ, τὸν Ἅγιο Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη, δὲν θὰ ἐπέτρεπαν μιὰ τέτοια ἐκτροπὴ καὶ παρεκτροπὴ στὰ «πιστεύω» τῶν Ὀρθοδόξων ἐκείνη τὴν περίοδο.
Στὸ τουρκοκρατούμενο ὅμως ἀκόμη Πατριαρχεῖο, οἱ Φράγκοι καὶ ἡ πολιτισμένη Δύση, σὲ ἀντίθεση μὲ τὴ φτωχή, ταλαιπωρημένη καὶ «ἀπολίτιστη» ἀκόμη Ἑλλάδα, ἀσκοῦν ἐπιρροή. Κληρικοὶ ἀπὸ τὴν ὑπόδουλη Κωνσταντινούπολη μεταβαίνουν στὴν πολιτισμένη Δύση, γιὰ νὰ λάβουν μόρφωση ἀντάξια τοῦ ρόλου καὶ τοῦ ἀξιώματός τους. Ὅπως διείσδυσαν οἱ Φράγκοι κάποτε στὴ Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία, μὲ παρόμοιο τρόπο διεισδύουν στὸ ἐσωτερικὸ τῶν κύκλων τῆς πνευματικῆς Ἡγεσίας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Σύντομα, περὶ τὰ τέλη τοῦ 19ου αἰῶνα, διαφαίνονται τὰ πρῶτα φιλοδυτικὰ σημάδια ἀπὸ τὴ στάση καὶ συμπεριφορὰ Οἰκουμενικῶν Πατριαρχῶν (Ἀνθίμου Ζ', Ἰωακεὶμ Γ'). Συγκεκριμένα, τὸ ἀπορριφθὲν ἀπὸ ὅλες τὶς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες φράγκικο-νέο ἡμερολόγιο ἐπανέρχεται στὸ προσκήνιο μὲ ἐρώτηση ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο πρὸς ὅλες τὶς αὐτοκέφαλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες. Ἡ ἀπάντηση ἦταν καὶ πάλι κατηγορηματικὰ ἀντίθετη. Τελικὰ τὸ 1923 μὲ Πανορθόθοξο Συνέδριο στὴν Κωνσταντινούπολη ἀποφασίζεται ἡ ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου καὶ «ὁ ταυτόχρονος συνεορτασμὸς τῶν ἀκινήτων ἑορτῶν μεταξὺ Ἀνατολῆς καὶ Δύσης ποὺ θὰ συντελέσει τὰ μέγιστα εἰς τὴν ἐπίτευξιν τῆς πολυποθήτου ἑνώσεώς των». Ἡ ἕνωση ὅμως αὐτή, γιὰ ἄλλη μιὰ φορά, δὲν προϋποθέτει τὴν παραδοχὴ τῶν ἀστοχιῶν ἐκ μέρους τῶν αἱρετικῶν καὶ τὴν ἐπιστροφὴ τῶν Λατίνων στὶς ρίζες τῆς Χριστιανικῆς πίστης. Ἀντίθετα, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία υἱοθέτησε μία καινοτομία τῶν Φράγκων, ἡ ὁποία ,ὅπως σήμερα διαπιστώνουμε, ἐπέφερε σειρὰ αὐθαιρεσιῶν καὶ στὴν πορεία τὴν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἀπὸ τὴν ὁποία κινδυνεύει σοβαρὰ ἡ Ὀρθοδοξία.
Στὰ τέλη τῆς πρώτης χιλιετίας οἱ Φράγκοι μὲ τὴν αἵρεση τοῦ «Filioque» διεισδύουν στὸ ἐσωτερικὸ τῆς Ἐκκλησίας μεταφέροντας τὴ βαρβαρότητα τῶν καταβολῶν τους, διχάζουν τὸν Χριστιανισμὸ σὲ Ἀνατολὴ καὶ Δύση καὶ σκορπίζουν τὸ σκοτάδι.
Στὰ τέλη τῆς δεύτερης χιλιετίας μὲ τὴν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ οἱ Φράγκοι καὶ πάλι διεισδύουν στὸ ἐσωτερικὸ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἀνατολῆς καὶ ἐπιδιώκουν νὰ «μεταδώσουν» ὡς ἀσθένεια τὴν παραπλανητικὴ καὶ σκοταδιστική τους φιλοσοφία καὶ τὸ πετυχαίνουν.
Τὸ πῶς θεσμοθετήθηκε καὶ υἱοθετήθηκε ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἑλλάδα τὸ φράγκικο ἡμερολόγιο ὕστερα ἀπὸ 20 αἰῶνες Ὀρθοδόξου ἀπαρασαλεύτου πίστεως, ὅταν ἡ Ὀρθοδοξία παγκοσμίως ἀντιδροῦσε ἀρνητικά, ὅταν κλῆρος καὶ λαὸς ἐπαναστατοῦσε καὶ ἔβγαινε στοὺς δρόμους ὀργισμένος ἀπὸ τὴν προδοσία, ὅταν ἀκόμη καὶ τὸ Ἅγιον Ὅρος ἀποδοκίμαζε μὲ τὸν ἐντονότερο τρόπο τὴν ἐνέργεια αὐτή, εἶναι κάτι ποὺ ἀξίζει νὰ μελετήσουμε.
Τὸ πῶς κατορθώθηκε τελικὰ μία σχεδὸν χιλίων ἐτῶν ἐπιδίωξη τῶν Φράγκων ἀμέσως μετὰ τὴ Γενοκτονία καὶ τὸν βίαιο διωγμὸ τῶν τελευταίων γηγενῶν Ρωμιῶν τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας ἀπὸ τὰ πάτρια, εἶναι κάτι ποὺ ἐπίσης ἀξίζει νὰ διερευνήσουμε.
Ἡ ἀπαρχὴ τοῦ ἐκφραγκισμοῦ τῆς Ὀρθοδόξου Ρωμιοσύνης δὲν ἐπετεύχθη ὑπὸ τὴν ἀπειλὴ τῆς ἀπώλειας τῆς Βασιλεύουσας, δὲν ἐπετεύχθη στοὺς αἰῶνες τῆς σκλαβιᾶς, τῆς τουρκοκρατίας.
Ὁ ἐκφραγκισμὸς τῆς Ρωμιοσύνης τείνει σήμερα νὰ ἐπιτευχθεῖ, ἀφοῦ ξεκινώντας ἀπὸ τὸ ἡμερολόγιο συνέχισαν μὲ τοὺς διαλόγους, τὴ συμμετοχὴ στὰ παγκόσμια συμβούλια «ἐκκλησιῶν», τὴν ἀναγνώριση τῶν αἱρετικῶν ὡς ἀδελφῶν «ἐκκλησιῶν», τὰ συλλείτουργα καὶ τὶς ἐκκλησιαστικὲς κοινωνίες καὶ τελικὰ ὑπέκυψαν στὸν ἐπιβαλλόμενο Οἰκουμενισμὸ καὶ τὶς συνέπειές του.
Ἡ κρατοῦσα Ἐκκλησία, ἂς ἀναλογιστεῖ, γιατί στὰ σχολεῖα παύει ἡ διδασκαλία τῆς πίστεως, γιατί κατεβαίνουν οἱ εἰκόνες ἀπὸ τὰ δημόσια κτήρια, γιατί ἀφαιρέθηκε ἀπὸ τὴν ταυτότητά μας τὸ θρήσκευμα, γιατί οἱ πολιτικοὶ ἀρνοῦνται τὶς ρίζες τους, γιατί ἐπιδιώκουν τὸν διαχωρισμὸ Ἐκκλησίας - Κράτους, γιατί τὸν Ὀρθόδοξο λαό μας κυβερνοῦν ἄθεοι, γιατί ὅλα αὐτὰ τὰ παράδοξα, γιατί μεθοδευμένα καὶ στρατηγικὰ ἀλλοιώνεται ἡ ἀλήθεια, γιατί κυριαρχεῖ τὸ ψέμα, ὁ ἐμπαιγμός, γιατί, γιατί, γιατί….
Κάποιοι, ἑξαιρέσεις τῆς κρατούσας Ἐκκλησίας, ἀντιλαμβανόμενοι τὸν κίνδυνο ἀποτοιχίζονται, ἀπομακρύνονται, διακόπτουν τὴν κοινὴ κοινωνία καὶ τὸ μνημόσυνο. Παραδέχονται τὴ μεθοδευμένη προπαγάνδα τῶν Λατίνων καὶ τῶν ἐπηρεασμένων ἀπὸ αὐτοὺς Οἰκουμενικῶν Πατριαρχῶν τῶν τελευταίων ἐτῶν γιὰ τὴν ἐπιβολὴ τοῦ φράγκικου/νέου ἡμερολογίου καὶ τὴ σταδιακὰ ἔμμεση ἐπιβολὴ τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Τί κάνουν ὅμως; Μὲ ποιούς συντάσσονται; Τί πρεσβεύουν; Ποῦ ὁδηγοῦν τὸν κόσμο; Δὲν παραδέχονται ἐξολοκλήρου τὴν ἀστοχία ἀλλὰ μερικῶς. Ἐμπαιγμός, ὀλιγοπιστία, πνευματικὴ ἀνανδρία.
Ἄλλοι τῆς κρατούσας Ἐκκλησίας, στὶς 28 Αὐγούστου 2017, γιόρτασαν γιὰ δεύτερη φορὰ φέτος τὴν Κοίμηση τῆς Παναγίας, τὴν πρώτη μὲ τὸ φράγκικο, τὴ δεύτερη μὲ τὸ Ὀρθόδοξο ἡμερολόγιο. Αὐτοὶ εἶναι ποὺ ἐπέβαλαν στὴν Ἑλλάδα μας τὸ παπικὸ ἡμερολόγιο καὶ κυνήγησαν ἄγρια μὲ διωγμοὺς αὐτοὺς ποὺ ἀγωνίστηκαν γιὰ τὴ διατήρηση τοῦ Ὀρθοδόξου. Τί ἀκριβῶς κάνουν σήμερα; Μὲ ποιούς συντάσσονται; Ποῦ ἀκριβῶς πιστεύουν; Ποῦ ὁδηγοῦν τὸ ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ, σὲ ποιά ἐκκλησία, σὲ ποιά ἀλήθεια; Σίγουρα ὄχι σὲ αὐτὴν ποὺ ἱδρύθηκε διὰ τοῦ κηρύγματος τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῆς Χάριτος τῶν Μυστηρίων, μέσω τῶν ὁποίων μεταδίδεται αἰῶνες τώρα στοὺς πιστοὺς ἡ Θεία ζωὴ τῆς Ἐπουρανίου Βασιλείας. Τί πρεσβεύουν λοιπὸν τόσο ἐκεῖνοι ποὺ διπλοεορτάζουν -ἄκουσον, ἄκουσον- ὅσο καὶ ἐκεῖνοι ποῦ συνεορτάζουν μαζί τους; Ἐμπαιγμός, νοθεία, βλάβη.
Λίγες ἡμέρες πρίν, τὸ περιβόλι τῆς Παναγίας γέμισε μὲ ἀρχιερεῖς τῆς κρατούσας Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι βρέθηκαν ἐκεῖ, γιὰ νὰ ἑορτάσουν ξανὰ τὴν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου. Μάλιστα στὴ Μονὴ Βατοπεδίου προεξῆρχε ὁ Κορίνθου Διονύσιος, ὁ ὁποῖος παρευρέθη τὸ Μάρτιο τοῦ 2013 στὴν «ἐνθρόνιση» τοῦ «Πάπα» Φραγκίσκου! Μὲ ποιούς τελικὰ συντάσσονται ὅλοι αὐτοί; Τὰ πατερικὰ λόγια τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ δίνουν τὴν ἀπάντηση.
Ἐμεῖς ἕναν μόνον λόγο ἔχουμε Ὀρθοδοξία, Ὀρθοδοξία, Ὀρθοδοξία !
+ ὁ Ἀττικῆς & Βοιωτίας Χρυσόστομος