A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΠΟΤΕΙΧΗΣΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΠΟΤΕΙΧΗΣΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 26 Νοεμβρίου 2023

Αποτείχιση μόνο για λόγους αιρέσεως;

 

Αρκετοί νεότεροι συγγραφείς που έχουν ασχοληθεί με το ζήτημα της Αποτειχίσεως (δηλαδή της διακοπής του μνημοσύνου του επισκόπου και της μετ' αυτού κοινωνίας) έχουν ισχυριστεί ότι αυτή επιτρέπεται μόνο σε περίπτωση που ο επίσκοπος κηρύξει δημόσια καταδικασμένη αίρεση. Για να υποστηρίξουν την άποψη αυτή αναφέρουν το σχετικό απόσπασμα από τον ΙΕ΄ Κανόνα της Πρωτοδευτέρας Συνόδου: "Οἱ γὰρ δι' αἱρεσίν τινα, παρὰ τῶν ἁγίων Συνόδων ἢ Πατέρων κατεγνωσμένην, τῆς πρὸς τὸν πρόεδρον κοινωνίας ἑαυτοὺς διαστέλλοντες, ἐκείνου τὴν αἵρεσιν δηλονότι δημοσίᾳ κηρύττοντος καὶ γυμνῇ τῇ κεφαλῇ ἐπ' ἐκκλησίας διδάσκοντος, οἱ τοιοῦτοι οὐ μόνον τῇ κανονικῇ ἐπιτιμήσει οὐχ ὑποκείσονται, πρὸ συνοδικῆς διαγνώσεως ἑαυτοὺς τῆς πρὸς τὸν καλούμενον ἐπίσκοπον κοινωνίας ἀποτειχίζοντες, ἀλλὰ καὶ τῆς πρεπούσης τιμῆς τοῖς ὀρθοδόξοις ἀξιωθήσονται".

Οι υπέρμαχοι αυτής της απόψεως θεωρούν ότι για κανέναν άλλον λόγο δεν επιτρέπεται η Αποτείχιση. Για το ζήτημα όμως αυτό υπάρχει και ο ΛΑ΄ Αποστολικός Κανόνας, τον οποίο είτε αποσιωπούν, είτε παρερμηνεύουν ισχυριζόμενοι ότι τον διασάφησε ο ΙΕ΄ της Πρωτοδευτέρας (εννοώντας ως διασάφηση την ως άνω άποψή τους).

Ας δούμε όμως τί μας λέει το επίμαχο σημείο του ΛΑ΄ Αποστολικού Κανόνος, πώς τον ερμηνεύουν οι έγκριτοι Κανονολόγοι της Εκκλησίας, αλλά και ποια είναι η πατερική διδασκαλία για το ζήτημα αυτό.

"Εἴ τις πρεσβύτερος, καταφρονήσας τοῦ ἰδίου ἐπισκόπου χωρὶς συναγάγῃ καὶ θυσιαστήριον ἕτερον πήξῃ, μηδὲν κατεγνωκὼς τοῦ ἐπισκόπου ἐν εὐσεβείᾳ καὶ δικαιοσύνῃ, καθαιρείσθω ὡς φίλαρχος".

Εδώ βλέπουμε ότι οι θιασώτες της ως άνω απόψεως κάνουν την εξής αυθαίρετη εξίσωση: 

"ζήτημα ευσέβειας και δικαιοσύνης" (ΛΑ΄ Αποστολικός) = 

"ζήτημα αιρέσεως" (ΙΕ΄ Πρωτοδευτέρας).

Με αυτή την ερμηνεία όμως ακυρώνεται ο τρόπος αντιστάσεως των κληρικών και των λαϊκών που αποτειχίζονται από έναν άδικο επίσκοπο, ο οποίος τοιουτοτρόπως λυμαίνεται την Εκκλησία ανενόχλητος!

Όμως ας δώσουμε την σκυτάλη στους Κανονολόγους:

Ο Βαλσαμών: «Εκάστης πόλεως ιερωμένοι και λαϊκοί οφείλουσιν υποκείσθαι τω κατά χώραν επισκόπω, και μετά τούτου συνάγεσθαι και εκκλησιάζειν, ει μη καταγνώσουσι τούτου ως ασεβούς ή αδίκου. Τηνικαύτα γαρ αποδιισταμένοις αυτού, ουκ ευθυνθήσεται. Ο δε παρά ταύτα ποιήσας, και ανευλόγως εκ του ιδίου επισκόπου αποσχισθείς, και ιδία εκκλησιάζων, ει μεν κληρικός εστι, καθαιρεθήσεται, ως φίλαρχος, ει δε λαϊκός, αφορισθήσεται. Πλην ταύτα διορίζεται γενέσθαι ο κανών μετά πρώτην, δευτέραν και τρίτην επιφώνησιν... Σημειώσαι τον παρόντα αποστολικόν κανόνα διοριζόμενον ακινδύνως αποσχίζειν τους κληρικούς από των επισκόπων αυτών, καταγινώσκοντας τούτων ως ασεβούντων και αδικούντων· και εστι καινόν το της αδικίας. Εξ ετέρου δε τρόπου, καν χείριστος πάντων εστίν ο επίσκοπος ή ο ιερεύς, ουκ οφείλει  τις αποσχίζειν εξ αυτών, μάλλον μεν ουν πιστεύειν δι’ αυτούς αγιάζεσθαι· πάντας γαρ, φησίν, Θεός ου χειροτονεί, διά παντών δε ενεργεί» (P. G. 137, 97).

Ο Ζωναράς: «Tάξις συνέχει και τα ουράνια, και τα επίγεια. Δει τοίνυν απανταχού την ευταξίαν φυλάττεσθαι, και μάλλον παρά τοις εκκλησιαστικοίς, και τους πρεσβυτέρους και τους λοιπούς κληρικούς υπείκειν τω επισκόπω. Ει δε τις πρεσβύτερος εν μηδενί κατεγνωκώς του ιδίου αρχιερέως, μήτε ως περί την ευσέβειαν σφαλλομένου, μήτε ως άλλο το ποιούντος παρά το καθήκον και δίκαιον, διά φιλαρχίαν δε παρασυναγωγήν ποιήσει, ιδιαιτάτως εκκλησιάζων, και θυσιαστήριον πήξας εν τούτω ιερουργεί, καθαιρείσθαι διατάττεται ο κανών και αυτόν, και τοις αυτώ συνερχομένους κληρικούς· τους δε λαϊκούς αφορίζεσθαι» (P. G. 137, 100). Ο ίδιος αναφέρεται στον ίδιο Κανόνα και στην ερμηνεία του ΙΕ΄ της Πρωτοδευτέρας: «Καὶ ὁ μὲν παρὼν κανὼν (δηλ. ο ΙΕ΄ της ΑΒ΄) τοὺς διὰ δογματικὴν αἰτίαν ἀποτειχίζοντας οὐ κολάζει· ὁ δὲ ΛΑ΄ Ἀποστολικὸς Κανὼν καὶ τοὺς κατεγνωκότας τῶν οἰκείων ἐπισκόπων ὡς προδήλως άδικούντων  καὶ ἀποσχίσαντας ἐξ αὐτῶν, ἀνευθύνους συντηρεῖ» (P. G. 137, 1069).

Αριστηνός: «Ο εξ αναιτίου σχισθείς επισκόπου, και πηγνύς άλλο θυσιαστήριον, μετά των δεξαμένων έξει το έκπτωτον. Ει τις του ιδίου επισκόπου αναιτίως κατέγνω, ως μήτε προς ευσέβειαν μήτε προς δικαιοσύνην προσκρούσαντος, και συναγωγήν λαού ιδιαιτάτως ποιήσαιτο, και θυσιαστήριον έτερον πήξοι, καθαιρείσθω αυτός τε ως φίλαρχος, και οι συνακολουθήσαντες αυτώ κληρικοί» (P. G. 137, 100).

Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης: «Όποιος Πρεσβύτερος ήθελε καταφρονήση τον ιδικόν του Επίσκοπον, και χωρίς να γνωρίση αυτόν πως σφάλλει φανερά ή εις την ευσέβειαν, ή εις την  δικαιοσύνην· ταυτόν ειπείν, χωρίς να γνωρίση αυτόν πως είναι φανερά, ή αιρετικός, ή άδικος, ήθελε συμμαζώνη κατ’ ιδίαν τους Χριστιανούς, και κτίσας άλλην εκκλησίαν ήθελε λειτουργή εις αυτήν ξεχωριστά, χωρίς την άδειαν και γνώμην του Επισκόπου του, ο τοιούτος ως φίλαρχος, ας καθαίρηται...» (Πηδάλιον, 4η έκδ., 1886, σελ. 40).

Έχουμε δύο περιπτώσεις Αποτειχίσεως· μία αντικανονική και μια Κανονική (δηλαδή βασισμένη στους Κανόνες). Η αντικανονική είναι όταν αυτή γίνεται με πρόφαση κάποια κατηγορία ("αιτίαμα") για αναπόδεικτες παραβάσεις του επισκόπου («εγκληματικά αιτιάματα»), η Κανονική σε δύο περιπτώσεις: α) όταν φανερά κηρύττει αίρεση ή κακοδοξία, δηλαδή παρεκκλίνει από την Ορθόδοξη διδασκαλία και β) όταν είναι άδικος, σφάλλει δηλαδή παρά «το καθήκον και δίκαιον».

Ποια είναι τα «εγκληματικά αιτιάματα» για τα οποία δεν πρέπει να διακόπτουμε την κοινωνία αν δεν είναι αποδεδειγμένα; Κατά τους Κανονολόγους είναι η πορνεία, η ιεροσυλία, η επί χρήμασι χειροθεσία (σιμωνία) και η αθέτηση των κανόνων:

Ο Βαλσαμών: «...όταν προφάσει εγκληματικής τινος ὑποθέσεως καθ' εαυτόν τις τοῦ οἰκείου ποιμένος καταγνώσεται... εγκληματικά δε αιτιάματα εισί πορνεία, ιεροσυλία και των κανόνων αθέτησις» (P. G. 137, 1068-1069).

Ο Ζωναράς: «…προφάσει τινών εγκλημάτων των οικείων αφισταμένων προέδρων, και την ένωσιν διασπώντων της Εκκλησίας, ότε δηλαδή πορνείαν ίσως αιτιωμένω προσάπτουσιν, ιεροσυλίαν, η επί χρήμασι χειροθεσίαν, ή άλλα τοιαύτα τινά». P. G. 137, σελ. 1069

Και δεν πρέπει να υπάρχει διακοπή της κοινωνίας για αυτές τις παραβάσεις, όταν δεν είναι αποδεδειγμένες, διότι αυτές αν ισχύουν έχουν προσωπικές επιπτώσεις στον επίσκοπο και όχι στην Εκκλησία

Αν όμως γίνονται φανερά, είναι δηλαδή αποδεδειγμένες, τότε, επειδή έχουν επιπτώσεις και στην Εκκλησία, πρέπει να αποτειχιζόμαστε από έναν τέτοιον Επίσκοπο, όπως διδάσκει και ο Όσιος Θεόδωρος ο Στουδίτης: «Τό γάρ κοινωνεῖν παρά αἱρετικοῦ ἤ προφανοῦς διαβεβλημένου κατά τόν βίον, ἀλλοτριοῖ Θεοῦ καί προσοικειοῖ τῷ διαβόλῳ» (P.G. 99, 1668). 

Κοντολογίς, αν ακουστεί για κάποιον Επίσκοπο π.χ. ότι είναι πόρνος, τότε απαγορεύεται να διακόψουμε την κοινωνία μαζί του και όποιος κληρικός χρησιμοποιήσει ως πρόφαση αυτήν την φήμη και το πράξει, τότε καθαιρείται από τους Κανόνες ως φίλαρχος. Αν όμως ο Επίσκοπος δημοσίως και ξεδιάντροπα πορνεύει, τότε φυσικά επιβάλλεται η διακοπή κοινωνίας, διότι αφενός μεν πράττει αποδεδειγμένα "παρά το καθήκον και δίκαιον", αφετέρου δε η μετ' αυτού κοινωνία μας αποξενώνει από τον Θεό και μας πηγαίνει κατά διαβόλου! 

Επίσης για τις παραβάσεις των Κανόνων παρατηρεί ορθότατα ο μακαριστός π. Θεοδώρητος ότι, «δέον να νοούνται πάντοτε ως προσωπικαί παραβάσεις και ουχί επ’ Εκκλησίας αθέτησις ή καταφρόνησις των Κανονικών Διατάξεων και Παραδόσεων της Εκκλησίας» (περιοδικό «Εκκλησιαστική Παράδοσις», αρ. φύλ. 117 [2001]). Ερμηνεύοντας δε, ο ίδιος πατήρ, τον ΛΑ΄ Αποστολικό Κανόνα γράφει επίσης τα εξής διαφωτιστικά, τα οποία συνοψίζουν όσα είπαμε παραπάνω: «ὁ Κανὼν ἀναφέρεται εἰς αἵρεσιν καὶ ἀδικίαν, ἤτοι πτώσεις μὴ περιοριζομένας εἰς τὸν ἀμαρτάνοντας ἐπίσκοπον , ἀλλὰ προσβαλλούσας, ἀφ᾿ ἑνὸς μὲν τὴν διδασκαλίαν τῆς Ἐκκλησίας, ἀφ᾿ ἑτέρου δὲ τὸ δίκαιον τοῦ ὑπ᾿  αὐτὸν ποιμαινομένου λαοῦ» (Κανονική θεώρησις του ημερολογιακού σχίσματος, Αθήνα, 1976, σελ. 16).

Αποκαλυπτικότατη είναι και η διδασκαλία του Μεγάλου Αθανασίου επί του θέματος: «Ἐάν οὖν ἴδης ἀδελφέ, ὅτι ἔχει σχῆμα σεμνοπρεπές, μή πρόσχης ὅτι ἐνδέδυται κώδιον προβάτου, ὅτι ὄνομα ἔχει πρεσβυτέρου ἤ ‘Επισκόπου ἤ διακόνου ἤ ἀσκητοῦ, ἀλλά τάς πράξεις αὐτοῦ περιέργασαι΄ εί ἐστί σώφρων, εἰ ἐστί φιλόξενος, ἤ ἐλεήμων, ἤ ἀγαπητικός, ἤ ἐν προσευχαῖς καρτερικός, ἤ ὑπομονητικός. Εἰ ἔχει κοιλίαν θεόν, καί τόν φάρυγγα ἄδην, νοσῶν χρήματα καί καπηλεύων τήν θεοσέβειαν, ἄφες αὐτόν΄ οὐ γάρ ἐστί ποιμήν ἐπιστημονικός, ἀλλά λύκος ἁρπακτικός. Εἰ δέ οἶδας τά δένδρα δοκιμάζειν ἀπό τῶν καρπῶν, ποῖα ἐπί τῆ φύσει, τῆ γεύσει, τῆ ποιότητι, πολλῶ μᾶλλον ἀπό τῶν ἔργων ὀφείλεις δοκιμάζειν τούς Χριστεμπόρους, ὅτι φοροῦντες φημάριον εὐλαβείας, ψυχήν κέκτηνται διαβολικήν. Εἰ δέ καί ἀπό ἀκανθῶν οὐ συλλέγεις σταφυλάς, ἤ ἀπό τριβόλων σῦκα, τί ὑπολαμβάνεις, ὅτι ἀπό παραβατῶν ἔχεις τι ἀγαθόν ἀκοῦσαι, ἤ ἀπό προδοτῶν μαθεῖν τι χρήσιμον; ‘Εκείνους τοίνυν ἀποστρέφου ὡς λύκους Ἀραβικούς, καί ἄκανθας παρακοῆς καί τριβόλους ἀδικημάτων καί δένδρα πονηρά. ‘Εάν ἴδης συνετόν, κατά τήν συμβουλεύουσαν σοφίαν, ὄρθριζε πρός αὐτόν καί σταθμούς θυρῶν αὐτοῦ ἐκτριβέτω ὁ ποῦς σου, ἵνα παρ’ αὐτοῦ διδαχθῆς νόμου σκιαγραφήματα, καί χαρίτων δωρήματα.  Οὔτε δέ λόγος σοφιστικός, ἤ σχῆμα ἐπιθετικόν εἰσάγουσι εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, ἀλλά πίστις τελεία καί ἀπερίεργος μετά τῆς ἐναρέτου καί διαλαμπούσης προνοίας» (P.G. 26, 1253). Και αλλού: «Βαδίζοντες δέ τήν ἀπλανῆ καί ζωηφόρον ὁδόν, ὀφθαλμόν μέν ἐκκόψωμεν σκανδαλίζοντα μή τόν αἰσθητόν, ἀλλά τόν νοητόν΄ οἷον ἐάν ὁ ἐπίσκοπος ἤ ὁ πρεσβύτερος, οἱ ὄντες ὀφθαλμοί τῆς Ἐκκλησίας κακῶς ἀναστρέφονται καί σκανδαλίζουσι τόν λαόν, χρή αὐτούς ἐκβάλλεσθαιΣυμφέρον γάρ ἄνευ αὐτῶν συναθροίζεσθαι εἰς εὐκτήριον οἶκον, ἤ μετ’ αὐτῶν ἐμβληθῆναι ὡς μετά Ἄννα καί Καϊάφα, εἰς τήν γέενναν τοῦ πυρός» (στο ίδιο, 1257).

Κλείνοντας, πρέπει να τονιστεί ότι σκοπός της Αποτειχίσεως πάντοτε είναι να προκληθεί συνοδική κρίση και να αποφανθεί δικαίως. Εάν βεβαίως η Σύνοδος προσπαθήσει να συγκαλύψει τον εκπεσόντα Επίσκοπο τότε απλά αποδεικνύει εαυτήν Ψευδοσύνοδο και η Αποτείχιση συνεχίζεται μέχρι μία μεγαλύτερη Σύνοδος να δώσει την λύση. Σημειωτέον ότι έσχατο κριτήριο για την Ορθόδοξη Εκκλησία αποτελεί η Οικουμενική ή Πανορθόδοξη Σύνοδος.

Κυριακή 29 Οκτωβρίου 2023

Εἶναι προαιρετική ἤ ὑποχρεωτική ἡ ἀποτείχισις ἀπό αἱρετικούς «ποιμένας»;

τοῦ Δημητρίου Χατζηνικολάου, πρ. Ἀν. Καθηγητοῦ τοῦ Πανεπιστημίου Ἰωαννίνων

1. Εἰσαγωγή

Ἀπό τήν ἀποτείχισιν τῶν Ὀρθοδόξων τοῦ πατρίου ἑορτολογίου (π.ἑ., 1924) καί ἐντεῦθεν, τίθεται συχνάκις, ὡς μή ὤφελε, τό ἐρώτημα ἐάν ἡ ἀποτείχισις ἀπό αἱρετικούς «ποιμένας» εἶναι προαιρετική ἤ ὑποχρεωτική. Ἐπειδή ἀπό τήν διδασκαλίαν καί τήν πρᾶξιν τῆς Ἐκκλησίας, προκύπτει σαφῶς καί ἀναμφιβόλως ὅτι ἡ ἀποτείχισις εἶναι ὑποχρεωτική (βλ. κατωτέρω, Τμῆμα 3), διότι δέν δυνάμεθα νά κοινωνῶμεν ταυτοχρόνως καί μέ τόν Χριστόν καί μέ τόν Διάβολον, κατά τό «οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν» (Ματ. 6:24), αὐτοί πού ἰσχυρίζονται ὅτι εἶναι δῆθεν δυνητική, κηρύσσουν αἵρεσιν, ἡ ὁποία εἶναι γνωστή ὡς «Δυνητισμός» καί οἱ ὀπαδοί της «Δυνητισταί». Τήν αἵρεσιν αὐτήν ἐκήρυξεν πρό μερικῶν δεκαετιῶν ὁ ἀείμνηστος ἀρχιμανδρίτης π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος. Τινές τῶν «Δυνητιστῶν» ἔχουν ἐκτραπῆ τόσον πολύ, ὥστε νά κατηγοροῦν τούς ἀποτειχιζομένους ὡς δῆθεν «Πρεσβυτεριανούς» (!), ὡς δῆθεν πιστεύοντας ὅτι δέν ὑπάρχει πλέον ὁρατή Ἐκκλησία μετά τήν «σύνοδον» τοῦ Κολυμβαρίου (2016) καί τήν συμμετοχήν τῆς «Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος» εἰς τό Οὐκρανικόν σχίσμα (2019), καί, ὡς ἐκ τούτου, εὑρίσκουν ἕνα ἀποτειχισμένον ἱερέα καί κοινωνοῦν μόνον μέ αὐτόν. Ἐπειδή τοιαῦται διαστροφαί δέν πρέπει νά μένουν ἀναπάντητοι, τό παρόν ἄρθρον ἔχει ὡς στόχον ν’ ἀποσαφηνίσῃ ὅτι οἱ ἀποτειχιζόμενοι πράττουν ἁπλῶς τό χρέος των, ἐνῷ οἱ ἔχοντες γνῶσιν τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων καί μή ἀποτειχιζόμενοι ἐνισχύουν τά καταχθόνια σχέδια τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.

 

2. Ὁ ΙΕ' Κανών τῆς ΑΒ' Συνόδου

Οἱ «Δυνητισταί» ἑστιάζουν εἰς τόν 15ον Κανόνα τῆς ΑΒ' Συνόδου, ἀλλά παραθεωροῦν σκανδαλωδῶς τήν ρηθεῖσαν διδασκαλίαν καί πρᾶξιν τῆς Ἐκκλησίας! Ἡ ΑΒ' Σύνοδος συνεκροτήθη τό 861 μ.Χ. κατά τῶν λειψάνων τῆς Εἰκονομαχίας (βλ. Πηδάλιον, 11η Ἔκδ., 1993, Ἐκδ. «Ἀστήρ», σελ. 345). Ὁ Κανών ἀσχολεῖται μέ δύο κατηγορίας ἀποτειχιζομένων κληρικῶν ἀπό τούς προϊσταμένους των πρό συνοδικῆς διαγνώσεως: (α) μέ αὐτούς πού ἀποτειχίζονται προφάσει ἐγκλήματός τινος πού φέρεται νά ἔχῃ διαπράξει ὁ προϊστάμενός των, χωρίς ὅμως καί νά κηρύξῃ δημοσίως κάποιαν αἵρεσιν· καί (β) μέ αὐτούς πού ἀποτειχίζονται ἐπειδή ὁ προϊστάμενός των ἐκήρυξε δημοσίως αἵρεσιν κατεγνωσμένην ὑπό Συνόδων ἤ Πατέρων. Ὁ Κανών λέγει ὅτι οἱ μέν πρῶτοι κάμνουν σχίσμα, οἱ δέ δεύτεροι εἶναι ἄξιοι τιμῆς. Δέν ἀσχολεῖται μέ τούς μή ἀποτειχιζομένους. Αὐτοί δέν ἐμπίπτουν εἰς τό θέμα του, τό ὁποῖον δέν εἶναι τί δέον γενέσθαι ἐν καιρῷ κηρυσσομένης αἱρέσεως. Ὅστις νομίζει ὅτι αὐτό εἶναι τό θέμα τοῦ Κανόνος καί προσπαθεῖ νά τόν χαρακτηρίση ὡς δυνητικόν ἤ ὡς ὑποχρεωτικόν, ἐνῷ δέν εἶναι οὔτε τό ἕν οὔτε τό ἄλλο, τόν παρερμηνεύει. Δύναται κάποιος νά ἐπικαλεσθῇ τόν Κανόνα προκειμένου ν’ ἀποτειχισθῇ, ἀλλά δέν δύναται νά τόν ἐπικαλεσθῇ διά νά μή ἀποτειχισθῇ!

 

Εἰς τό γνωστόν βιβλίον του Τά Δύο Ἄκρα: Οἰκουμενισμός καί Ζηλωτισμός, Β' Ἔκδ., 1997, Ἱ. Ἡσυχαστήριον Κεχαριτωμένης Θεοτόκου Τροιζῆνος (σελ. 75-76), ὁ π. Ἐπιφάνιος γράφει: «Ὁ Κανών εἶνε δ υ ν η τ ι κ ό ς καί οὐχί ὑποχρεωτικός. ... Ἀνάγνωτε τόν Κανόνα μετά προσοχῆς καί θά ἴδητε ὅτι δέν νομοθετεῖ ὑ π ο χ ρ έ ω σ ι ν, ἀλλ’ ἁπλῶς παρέχει δικαίωμα. Οὐδαμοῦ λέγει ὅτι ὀ φ ε ί λ ο υ σ ι ν οἱ Κληρικοί νά ἀποχωρίζωνται ἀπό τοιούτου Ἐπισκόπου πρό τῆς καταδίκης αὐτοῦ, οὐδέ ὁμιλεῖ περί τιμωρίας τινός ἤ καί ἁπλῶς ἔστω μέμψεως κατά τῶν μή ἀποχωριζομένων» (ἡ ἔμφασις εἶναι τοῦ π. Ἐπιφανίου). Κατ’ ἀρχάς, ἄς σημειωθῇ ὅτι ἐπιφανεῖς κανονολόγοι θεωροῦν τόν Κανόνα ὑποχρεωτικόν. Χάριν παραδείγματος, ὁ Βαλσαμών γράφει ὅτι ἐάν ὁ αἱρετικός προϊστάμενος ψιθυρίζῃ τά τῆς αἱρέσεώς του κρυφίως καί μετά ὑποστολῆς, τότε «οὐκ ὀ φ ε ί λ ε ι τις ἐξ αὐτοῦ πρό καταδίκης ἀποσχισθῆναι» (βλ. Γ.Α. Ράλλη καί Μ. Ποτλῆ, Σύνταγμα τῶν Θείων καί Ἱερῶν Κανόνων, τ. Β΄, σ. 695, ἡ ἔμφασις προσετέθη ὑπό τοῦ γράφοντος). Ἑρμηνευομένη ἐκ τοῦ ἀντιθέτου, ἡ φράσις αὐτή σημαίνει ὅτι ὅταν ὁ προϊστάμενος κηρύττῃ δημοσίως καί ἀπροκαλύπτως αἵρεσιν, τότε ὁ ὑφιστάμενος ὀ φ ε ί λ ε ι ν’ ἀποσχισθῇ ἀπό τόν αἱρετικόν προϊστάμενον.

Ὡς ἕτερον παράδειγμα, εἰς εἰδικήν μελέτην του ἐπί τοῦ ἐν λόγῳ Κανόνος, ὁ Σέρβος Κανονολόγος, Ἐπίσκοπος Δαλματίας καί Ἰστρίας καί Καθηγητής Νικόδημος Μίλας (1845-1915), γράφει: «Ἐάν ὁ Ἐπίσκοπος ἤ Μητροπολίτης ἤ Πατριάρχης ἄρξηται νά διακηρύττῃ δημοσίᾳ ἐπ’ Ἐκκλησίας αἱρετικήν τινα διδαχήν ἀντικειμένην πρός τήν Ὀρθοδοξίαν, τότε οἱ ὑποτασσόμενοι αὐτῷ κέκτηνται δ ι κ α ί ω μ α ἅμα καί χ ρ έ ο ς νά ἀποσχινισθῶσι π ά ρ α υ τ α ἐκείνου» (βλ. Θεοδωρήτου Ἱερομονάχου Ἁγιορείτου, Τό Ἀντίδοτον: Ἀναίρεσις τῶν κατά τοῦ ζηλωτισμοῦ ἄρθρων τοῦ βιβλίου: ΤΑ ΔΥΟ ΑΚΡΑ τοῦ ἀρχιμ. Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου, 1990, σελ. 54, ἡ ἔμφασις ὑπάρχει εἰς τό πρωτότυπον).

 

3. Ἡ κρυσταλλίνη διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ἐπί τοῦ θέματος

Ὡς προανεφέρθη, ἡ προσέγγισις τοῦ θέματος θά ἦτο σκανδαλωδῶς ἀντιεπιστημονική ἐάν περιωρίζετο εἰς τόν ρηθέντα Κανόνα καί παρέλειπε τά σχετικά ἁγιογραφικά καί ἁγιοπατερικά χωρία, τά ὁποῖα οὐδεμίαν ἀμφιβολίαν ἀφήνουν διά τήν ὑποχρεωτικότητα τῆς ἀποτειχίσεως, ὅπως βεβαίως καί αἱ ὑπόλοιποι εὐαγγελικαί ἐντολαί. Ἰδού μικρόν μόνον δεῖγμα τοιούτων χωρίων:

(i) «Τίς δέ κοινωνία φωτί πρός σκότος; τίς δέ συμφώνησις Χριστῷ πρός Βελίαλ; ἤ τίς μερίς πιστῷ μετά ἀπίστου; ... διό ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καί ἀφορίσθητε, λέγει Κύριος, καί ἀκαθάρτου μή ἅπτεσθε» (Β´ Κορ. 6:14-18).

(ii) «Οἵτινες τήν ὑγιῆ πίστιν προσποιοῦνται ὁμολογεῖν, κοινωνοῦσι δέ τοῖς ἑτερόφροσι, τούς τοιούτους, εἰ μετά παραγγελίαν μή ἀποστῶσι, μή μόνον ἀκοινωνήτους ἔχειν, ἀλλά μηδέ ἀδελφούς ὀνομάζειν» (Μ. Βασίλειος, Patrologia Graeca ἤ ἐν συντομίᾳ P.G., τ. 160, σ. 101). Ἀξίζει νά σημειωθῇ ὅτι ὁ Ἅγιος δέν ὁμιλεῖ διά κεκριμένους αἱρετικούς, ἀλλά διά «ἑτερόφρονας»!

(iii) «Ἅπαντες οἱ τῆς Ἐκκλησίας διδάσκαλοι, πᾶσαι αἱ Σύνοδοι καί πᾶσαι αἱ θεῖαι Γραφαί φεύγειν τούς ἑτερόφρονας παραινοῦσι καί τῆς αὐτῶν κοινωνίας διΐστασθαι» (Ἅγ. Μᾶρκος Εὐγενικός, P.G., τ. 160, σ. 101). Βλέπομεν, λοιπόν, ὅτι ὅλαι αἱ θεῖαι Γραφαί, ὅλαι αἱ Σύνοδοι καί ὅλοι οἱ  Πατέρες προτρέπουν τόν πιστόν νά διακόπτῃ τήν κοινωνίαν ἀκόμη καί μέ τούς «ἑτερόφρονας»!

(iv) «Ἐχθρούς γάρ Θεοῦ ὁ Χρυσόστομος, οὐ μόνον τούς αἱρετικούς, ἀλλά καί τούς τοῖς τοιούτοις κοινωνοῦντας, μεγάλῃ καί πολλῇ τῇ φωνῇ ἀπεφήνατο» (Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, P.G. 99, σ. 1049). Ὥστε, λοιπόν, κατά τούς Ἁγίους Ἰωάννην τόν Χρυσόστομον καί Θεόδωρον τόν Στουδίτην, ἡ (ἐν γνώσει) κοινωνία μέ αἱρετικούς καθιστᾶ τόν πιστόν «ἐχθρόν τοῦ Θεοῦ»!

(v) «Τοῖς κοινωνοῦσιν ἐν γνώσει τοῖς ὑβρίζουσι καί ἀτιμάζουσι τάς σεπτάς Εἰκόνας, ἀνάθεμα» (Ζ’ Οἰκ. Σύνοδος, Πράξεις Α' και Ε', βλ. Πρακτικά τῶν Ἁγίων καί Οἰκουμενικῶν Συνόδων, τόμος Γ', σελ. 230 καί 325, Ἔκδοσις Καλύβης Τιμίου Προδρόμου, Ἱερᾶς Σκήτης Ἁγίας Ἄννης, Ἅγιον Ὄρος, Αὔγουστος 1986, καί  Συνοδικόν τῆς Ὀρθοδοξίας, Τριώδιον, Ἐκδ. «Φῶς», σελ. 161).

            Ὡς γνωστόν, ὑπάρχουν πολλαί ἀκόμη δεκάδες παρομοίων χωρίων, τά ὁποῖα παραλείπομεν διά τήν οἰκονομίαν τοῦ χώρου. Ὑπάρχουν βεβαίως καί πολλά παραδείγματα ἁγίων πού ἐφήρμοσαν εἰς τήν πρᾶξιν αὐτήν τήν διδασκαλίαν. Εἶναι συνεπῶς ἀπορίας ἄξιον πῶς εἶναι δυνατόν θεολόγοι νά διατείνωνται ὅτι ἡ ἀποτείχισις εἶναι προαιρετική καί, ἔτι χειρότερον, νά ἐγκαλοῦν τούς ἀποτειχιζομένους διά Προτεσταντισμόν, ἐνῷ, συμφώνως μέ τόν ρηθέντα Κανόνα, θά ἔπρεπε νά τούς ἐπαινοῦν ὡς προστατεύοντας τήν Ἐκκλησίαν ἀπό μερισμούς πού προκαλεῖ ἡ κηρυσσομένη αἵρεσις.

4. Ἕτεραι ἀντιφάσεις καί παρανοήσεις τῶν «Δυνητιστῶν»

Ὁ π. Ἐπιφάνιος ἀντιφάσκει πρός ἑαυτόν, διότι, ἀφενός μέν ἀναγνωρίζει ὅτι ὁ 15ος Κανών τῆς ΑΒ' Συνόδου δίδει τό δικαίωμα τῆς ἀποτειχίσεως («Τά Δύο Ἄκρα», σ. 75) καί ὅτι ὁ Κανών λέγει σαφῶς ὅτι οἱ ἀποτειχιζόμενοι δέν κάμνουν σχίσμα, ἀλλ’ εἶναι ἄξιοι ἐπαίνου, ἀφετέρου δέ κατακρίνει ὡς σχισματικούς ὅσους κάμνουν χρῆσιν αὐτοῦ τοῦ δικαιώματος! Διότι, κατά τόν π. Ἐπιφάνιον, τήν ἀποτείχισιν πρέπει νά τήν ἀποφασίσουν οἱ «ἀξιωματικοί» καί ὄχι οἱ στρατιῶται! («Τά Δύο Ἄκρα», σ. 59). «Ἀξιωματικούς» δέ ὁ π. Ἐπιφάνιος θεωρεῖ τούς «ἐπισκόπους», οἱ ὁποῖοι, χρώμενοι «οἰκονομίας» εἰς τό διηνεκές (!), κοινωνοῦν ἐπί πολλάς δεκαετίας μέ τήν αἵρεσιν τοῦ Οἰκουμενισμοῦ («Τά Δύο Ἄκρα», σ. 111), ἐνῷ τούς ἀποτειχισθέντας Ἐπισκόπους τοῦ π.ἑ. τούς ἐθεώρει ὡς «ἐκτός Ἐκκλησίας»! Τονίζει ἀκόμη ὁ π. Ἐπιφάνιος ὅτι πρίν ὁ πιστός ἀποκηρύξῃ τούς Οἰκουμενιστάς «ψευδεπισκόπους» (ὅρος τοῦ 15ου Κανόνος τῆς ΑΒ' Συνόδου), θά πρέπῃ ν’ ἀπαντήσῃ θετικῶς εἰς τό ἀκόλουθον ἐρώτημα: «Πιστεύω ὅτι σύμπασα ἡ ἀνά τήν Οἰκουμένην Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία κατεπόθη ὑπό τῆς πλάνης καί μόνον ἐγώ καί ὀλίγοι ἀκόμη ἐμείναμεν διασώζοντες τήν ἀλήθειαν;» (σ. 58). Δηλαδή, κατά τόν π. Ἐπιφάνιον, ἡ ἀποκήρυξις τῶν «ψευδεπισκόπων» δέν ἐπιτρέπεται πρίν αὐτοί προλάβουν νά καταστρέψουν τήν Ἐκκλησίαν!

Ἐάν ὁ π. Ἐπιφάνιος ἁπλῶς ἐδημιούργει μίαν νέαν αἵρεσιν καί, ὅπως ὅλοι οἱ προηγούμενοι αἱρεσιάρχαι, προσηλύτιζεν ὀπαδούς εἰς αὐτήν, ἀποσπῶν αὐτούς ἀπό τήν Ὀρθοδοξίαν, τότε τό κακόν δέν θά ἦτο τόσον μέγα ὅσον εἶναι τώρα, ἔστω καί ἄν ὁ ἀριθμός τῶν ὀπαδῶν του ἦτο μεγάλος. Διότι, ὡς γνωστόν, μέχρι τά τέλη τοῦ 19ου αἰῶνος, πρίν δηλαδή ἀναρριχηθοῦν μασσῶνοι εἰς ἐπισκοπικούς καί πατριαρχικούς θρόνους, ἡ Ἐκκλησία εἶχε τήν δύναμιν νά πολεμῇ καί νά νικᾶ τάς αἱρέσεις. Δυστυχῶς, ὅμως, ἡ αἵρεσις τοῦ π. Ἐπιφανίου προξενεῖ πολύ μεγαλυτέραν ζημίαν ἀπ’ ὅσην προξενοῦν αἱ ἄλλαι αἱρέσεις. Ὁ λόγος εἶναι ὅτι ἔχει ὀρθόδοξον προσωπεῖον καί συνίσταται εἰς τό ν’ ἀποτρέπῃ τόν πόλεμον τῆς Ἐκκλησίας κατά τῶν αἱρέσεων μέ «πραγματικά πυρά», δηλαδή μέ τήν ἀποκήρυξιν τῶν αἱρετικῶν «ἐπισκόπων». Ἐπιτρέπει μόνον φραστικάς καί γραπτάς διαμαρτυρίας («Τά Δύο Ἄκρα», σ. 73-74), δηλαδή μόνον τόν «χαρτοπόλεμον», ὅπως εὐστόχως ἔχει χαρακτηρίσει τάς ἀναποτελεσματικάς αὐτάς ἀντιδράσεις ὁ ἀείμνηστος Καθηγητής Ἰ. Κορναράκης. Ἔτσι, ὅμως, παθαίνουν σύγχυσιν ἀκόμη καί ἀληθινοί στρατιῶται τοῦ Χριστοῦ, οἱ ὁποῖοι ἀφοπλίζονται καί ἀκινητοποιοῦνται, ἀποδυναμώνεται καί παραλύει ὁ ἀντιαιρετικός ἀγών τῆς Ἐκκλησίας, ἐπικρατεῖ ἡ αἵρεσις καί χάνονται πολλαί ἐκλεκταί ψυχαί! Διότι ὅλοι αὐτοί εἴτε δέχονται τόν Οἰκουμενισμόν, ἐξαπατῶντες τήν συνείδησίν των μέ τάς ψευδεῖς ἀγαπολογίας τῶν Οἰκουμενιστῶν, εἴτε διαφωνοῦν μέν, ἀλλά παραμένουν εἰς κοινωνίαν μετ’ αὐτοῦ «ἄχρι καιροῦ» («Τά Δύο Ἄκρα», σ. 59). Παραμένουν «στενάζοντες» («Τά Δύο Ἄκρα», σ. 69), ὑποτασσόμενοι «ἄχρι καιροῦ» εἰς «ψευδεπισκόπους», κατά τήν αἵρεσιν τοῦ «Δυνητισμοῦ», ἡ ὁποία συνεπῶς πλανᾶ ἐκλεκτούς, ἐνῷ αἱ ἄλλαι αἱρέσεις συνήθως προσελκύουν ἀνθρώπους πού διέκειντο μᾶλλον ἀδιαφόρως πρός τήν Ὀρθοδοξίαν καί τήν ὀρθοπραξίαν.

Εἰς τήν ἔγκριτον ἐκκλησιαστικήν ἐφημερίδα Ὀρθόδοξος Τύπος τῆς 20-10-2023, ὁ θεολόγος κ. Π. Τρακάδας τονίζει ὅτι εἶναι ἀνάγκη ν’ ἀπαντήσωμεν ὀρθῶς εἰς τό θεμελιῶδες ἐρώτημα «ποία εἶναι ἡ Κανονική Ἐκκλησία». ΣύμφωνοιἌς λάβωμεν τήν ἀπάντησιν πού δίδουν οἱ ἅγιοι. Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος Στουδίτης λέγει: «μή θῶμεν σκάνδαλον τῇ Ἐκκλησίᾳ τοῦ Χριστοῦ, ἥτις ἐστί καί ἐν τρισίν ὀρθοδόξοις ὁριζομένη κατά τούς ἁγίους· ἵνα μή τῇ ἀποφάσει τοῦ Κυρίου καταδικασθῶμεν» (P.G. 99, σελ. 1049 C). Ὁ δέ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς λέγει: «οἱ τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας τῆς ἀληθείας εἰσί καὶ οἱ μὴ τῆς ἀληθείας ὄντες οὐδὲ τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας εἰσὶ» (Ἀναίρεσις γράμματος Ἰγνατίου Ἀντιοχείας, Ε.Π.Ε. 3). Ὥστε, λοιπόν, ἡ Ἐκκλησία εὑρίσκεται ἐκεῖ πού εὑρίσκονται Ὀρθόδοξοι, ἔστω καί ἄν αὐτοί εἶναι μόνον τρεῖς! Ὁ κ. Τρακάδας, ὅμως, διαπράττων τό γνωστόν λογικόν σφάλμα τῆς «λήψεως τοῦ ζητουμένου», λέγει ὅτι Κανονική Ἐκκλησία εἶναι αὐτή πού «ἀναγνωρίζεται καί εὑρίσκεται εἰς κοινωνία μέ τάς ὑπολοίπους Ἐκκλησίας». Τό ζητούμενον, κ. Τρακάδα, εἶναι ποῖοι εἶναι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί! Διατί ἐσεῖς λαμβάνετε ὡς δεδομένον ὅτι αἱ «ἐκκλησίαι» τῆς «Παγκοσμίου Ὀρθοδοξίας», ὡς λέγεται, εἶναι ὄντως Ὀρθόδοξοι, παραβλέπων τό ἐξώφθαλμον γεγονός ὅτι αὐταί κηρύττουν ἀπροκαλύπτως, ἀνερυθριάστως καί εἰς παγκόσμιον ἐπίπεδον, ἔργοις καί λόγοις, τόν Οἰκουμενισμόν;

 

5. Συμπέρασμα

Ὁ λόγος διά τόν ὁποῖον ἡ Ἐκκλησία μέχρι καί τόν 19ον αἰῶνα ἐνίκα τάς αἱρέσεις εἶναι ὅτι ἔχει ἐνσωματωμένον ἕνα «αὐτόματον διορθωτικόν μηχανισμόν», ὁ ὁποῖος προκαλεῖ ἀποτελεσματικήν ἀντίδρασιν (καί ὄχι «χαρτοπόλεμον»!) τῶν ὑγιῶν μελῶν Της. Ἡ μόνη δέ κανονική καί ἀποτελεσματική ἀντίδρασις σήμερον εἶναι ἡ ἀποτείχισις ἀπό τάς ὀκτώ τοὐλάχιστον αἱρέσεις πού κηρύττουν οἱ «ἐπίσκοποι» τῆς «Παγκοσμίου Ὀρθοδοξίας», ἤτοι: (1) Οἰκουμενισμόν, ὁ ὁποῖος ἀνεθεματίσθη ὑπό τῆς Ρωσσικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς (ΡΟΕΔ) τό 1983, καί ἑπομένως ἔχει ἐφαρμογήν ὁ 15ος Κανών τῆς ΑΒ' Συνόδου· (2) Σεργιανισμόν (πρβλ. τήν σύμπλευσιν «κυβερνήσεως» καί «ἐκκλησίας» εἰς ὅλα τά κακά πού οἱ ἴδιοι ἔχουν ἐπιφέρει εἰς τόν τόπον· (3) Οὐνιτισμόν (ἀπό 7-12-1965, ὅταν ἔγινεν ἐπισήμως «ἄρσις τῆς ἀκοινωνησίας» μέ τόν «πάπαν», ὁ ὁποῖος ἔκτοτε μνημονεύεται εἰς τά δίπτυχα τοῦ Πατρ/χείου Κων-λεως, ὅπως κατήγγειλε τό 1969 ὁ Μητροπολίτης Φιλάρετος τῆς Ρωσσικῆς Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς εἰς τήν ἀνοικτήν του ἐπιστολήν πρός τόν «ἀρχιεπίσκοπον Ἀμερικῆς» Ἰάκωβον καί οὐδέποτε διεψεύσθη, βλ. http://orthodoxinfo.com/ecumenism/philaret_iakovos.aspx)· (4) Νεο-εικονομαχίαν (πρβλτήν ἀπαγόρευσιν τῆς θεἰας κοινωνίαςτῆς προσκυνήσεως τῶν ἱερῶν εἰκόνων κ.λπκατά τήν διάρκειαν τῆς «πανδημίας»)· (5) Νεο-αρειανισμόν (πρβλτήν νέαν αἵρεσινὅτι ὁ Πατριάρχης Κων-λεως εἶναι δῆθεν «πρῶτος ἄνευ ἴσων», ὅπως εἶναι δῆθεν ὁ Πατήρ εἰς τήν Ἁγίαν Τριάδαπού εἶναι βλάσφημος ἀντιτριαδική διδασκαλία)· (6) τήν αἵρεσιν «ὁ θάνατός σου ἡ ζωή μου», μέ τά «ἐμβόλια», τά ὁποῖα παρεσκευάσθησαν μέ κυτταρικάς σειράς φονευθέντων ἐπί τῷ σκοπῷ αὐτῷ ἐμβρύων· (7) ὅτι δῆθεν «ἡ ὁμοφυλοφιλία εἶναι θεόσδοτος» καί ἄρα δέν δυνάμεθα νά τήν καταδικάσωμεν (πρβλτήν δήλωσιν τοῦ «ΝἸωνίας» Γαβριήλτόν ὁποῖον ὄχι μόνον δέν καθῄρεσανἀλλά κοινωνοῦν καί μετ’ αὐτοῦ)· καί (8) τόν «Δυνητισμόν», ὁ ὁποῖος ἀπετέλεσε τόν ἀντικείμενον τοῦ παρόντος ἄρθρουΟ «ἐπίσκοποι» τῆς «Παγκοσμίου Ὀρθοδοξίας» συμμετέχουν ἐπίσης εἰς πολλά σχίσματα, ἤτοι: (1) Ἑορτολογικόν· (2) Αὐστραλιανόν· (3) Οὐκρανικόν· (4) «ἐμβολιαστικόν» (πρβλ. τάς ἀνοήτους φωνασκίας «ψευδεπισκόπων» τινων, ὅτι ὅσοι ἀρνοῦνται τό «ἐμβόλιον» εἶναι δῆθεν «ἐκτός Ἐκκλησίας», «Ναζί» κ.λπ.)· κ.ἄ. Ἡ ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τοιούτους λύκους μέ δοράν προβάτου εἶναι θανάσιμος ἁμαρτία, ἀλλ’ ἡ αἵρεσις τοῦ «Δυνητισμοῦ» ἀκινητοποιεῖ καί ἀκυρώνει τόν ρηθέντα «αὐτόματον διορθωτικόν μηχανισμόν». Ἑπομένωςἀντιστρέφοντες τήν βαρεῖαν κατηγορίαν πού ἀποδίδει ὁ κΤρακάδας εἰς τούς ἀποτειχιζομένους (Ὀρθόδοξος Τύπος, 20-10-2023, ἀρφ. 2467, σελ. 1), συμπεραίνομεν ὅτι μή χωριζόμενοι ἀπό τούς αἱρετικούς Οἰκουμενιστάς ἐξυπηρετοῦμεν τοῦ Οἰκουμενισμοῦ τά καταχθόνια σχέδια.

Δευτέρα 6 Φεβρουαρίου 2023

ΕΙΣ ΑΥΤΟΝ ΕΙΣ ΤΟΝ ΛΑΟΝ ΚΑΙ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΠΟΙΜΕΝΑΣ (Άγιος Γρηγόριος ο θεολόγος)


Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος ανήκει στον Θεοφόρο χορό των Αγίων αντιαιρετικών Πατέρων που πολέμησε σφόδρα τον Αρειανισμό, που τα χρόνια εκείνα είχε καταλάβει σχεδόν εξ' ολοκλήρου την Εκκλησία μας, τον 4ο ήδη αιώνα μ. Χ. Όταν ήρθε από την Καππαδοκία στην Κωνσταντινούπολη δεν βρήκε ούτε έναν Ορθόδοξο πιστό, καθώς όλοι είχαν υποταχθεί στις δαιμονοκρατούμενες διαβολές του Αρείου. 


Ήταν δε, τόσο το μίσος των αιρετικών, που μέχρι και πέτρες εκτόξευαν εναντίον του, όταν κήρυττε τον ορθό λόγο του Χριστού μας και μετέφερε πιστά τις ιερές παραδόσεις αυτής της Εκκλησίας. Τότε συγγράφει και τον Λόγο ΚΣΤ', όπου φέρεται -φιλοθέως και αγιοπνευματικώς- συγκινητικά, ως υπέρμαχος της πατρώας ευσεβείας των προγόνων μας! Μέρος αυτού του Λόγου είναι ο ακόλουθος, ο οποίος δείτε πόσο διαχρονικά επίκαιρος είναι, όχι μόνο για τους σημερινούς -θλιβερά- αμετανόητους Οικουμενιστές, αλλά και για τους ''βασιλικά'' κοινωνούντες με αυτούς, ''επιφανικούς'' αντιοικουμενιστές, όταν ο ίδιος ο Άγιος είχε κόψει κάθε επαφή μαζί τους, δεν συλλειτουργούσε, δεν συμπροσευχόταν, αλλά, ούτε και κοινωνικός ήταν με αυτούς. 


Ο Άγιος κοιμήθηκε στο χωριό Γκέλβερι (Καρβάλη) της Καππαδοκίας, στο οποίο 14 αιώνες μετά είδε το φως του κόσμου τούτου, ένας άξιος απόγονος του κινήματος των Κολλυβάδων και συνομολογητής του, ο σύγχρονος Άγιος Ομολογητής Ιερώνυμος της Αίγινας! Να έχουμε τις ευλογίες τους και τις ευχές τους. Γ. Δ.


Ας ίδωμεν όσα δύναται να αδικηθή από ανθρώπους, άνθρωπος. Θα με ονομάσουν απαίδευτον; Μίαν σοφίαν γνωρίζω, το να φοβούμαι τον Θεόν, διότι «αρχή σοφίας είναι ο φόβος Κυρίου», και «τέλος λόγου είναι, να ακούεις το παν, να φοβήσαι τον Θεόν».

Αυτά λέγει ο σοφώτατος Σολομών. Ας με δείξουν λοιπόν ως στερούμενον φόβου, και ας νικήσουν.Της δε άλλης σοφίας μέρος μεν παρεμέρισα, μέρος δε εύχομαι και ελπίζω να προσλάβω με την χάριν του Πνεύματος.

 Θα με κατηγορήσουν δια πτωχείαν, η οποία είναι η περιουσία μου; Είθε να απέβαλλα αυτά τα ράκια, δια να διέλθω γυμνός τας άκανθας του βίου· είθε επίσης να αποβάλω και τον βαρύν τούτον χιτώνα, όσον το δυνατόν γρηγορότερον, δια να λάβω ελαφρότερον. 

Θα με αποκαλέσουν φιλόπατριν; Πόσον μικρά σκέπτονται περί ημών, πραγματικοί υβρισταί και μισόξενοι! Υπάρχει, ω άνθρωποι, πατρίς περιγραπτή εις εμέ, ο οποίος έχω πάσαν πατρίδα και καμμίαν; Συ δε δεν είσαι ξένος και παρεπίδημος; 


Δεν σου επαινώ την κατοικίαν, αν αυτή είναι η περίπτωσίς σου, δια να μη εκπέσης της αληθινής πατρίδος, εις την οποίαν πρέπει να αποθέτωμεν τα πολιτικά μας δικαιώματα. Δεν θα μας ονειδίσης δε δια το γήρας και την φιλασθενικότητα; Δεν ανήκει όλον αυτό εις τον χώρον της ύλης και της φύσεως, δια να μάθης και κάτι από τα απόρρητά μου· εν μέρος το εδαπάνησε και ο λογισμός, δια να καυχηθώ και εγώ ολίγον. Συ δε δεν είσαι σφριγηλός και εύσωμος; Γλυκύ θέαμα! Είθε να είχες και ολίγα άσπρα μαλλιά και κάποιαν ωχρότητα, δια να πιστευθής τότε, ότι είσαι συνετός και φιλόσοφος. Τι άλλο περαιτέρω; Θα με καθαιρέσουν από θρόνους; 


Ποιους όμως; Αυτούς εις τους οποίους ευχαρίστως ανήλθα ή προηγουμένως ή τώρα; Μακαρίζω δε τους επιβαίνοντας θρόνων; Συ δε μου τους καθιστάς γλυκύτερους, επιβαίνων εις τον ιδικόν σου τόσον αναξίως; Ούτε τα προηγουμένως συμβάντα δεν σας εφανέρωσαν την γνώμην μου; Ή ήσαν και εκείνα κάποια απόλαυσις και δοκιμασία του πόθου; Πράγματι οι επιτήδειοι όλα τα ιδικά των τα αποδίδουν εις άλλους, άλλα μεν καθ' υποψίαν άλλα δε ρητώς. Τί είναι τάχα η συντριβή; Τί τάχα αι αραί, τας οποίας εκάμαμεν δημοσία εναντίον μας; Τί τάχα τα δάκρυα και το ότι εγίναμεν εις σας παρ' ολίγον ελεεινοί και μισητοί λόγω της αντιστάσεως; Θα μας αποστερήσουν προεδρίας; Αυτήν πότε και ποίος σώφρων εθαύμασε, ενώ τώρα και το να την αποφεύγη κανείς είναι στοιχειώδες δείγμα συνέσεως, όπως νομίζω εγώ τουλάχιστον; 


Αυτήν δια την οποίαν όλα τα πράγματά μας δονούνται και σείονται· δια την οποίαν τα πέρατα της οικουμένης είναι γεμάτα υποψίαν και πόλεμον κωφόν και ανώνυμον· δια την οποίαν κινδυνεύομεν να είμεθα των ανθρώπων, ενώ εγίναμεν από τον Θεόν, και ν' αποβάλωμεν το μέγα και νέον όνομα του Χριστιανού; Πόσον θα ήθελα να μη υπήρχε προεδρία, ούτε προτίμησις θέσεως και τυραννική προνομία, δια να εγνωριζόμεθα μόνον από την αρετην! Τώρα δε το δεξιόν τούτο και το αριστερόν και το μέσον, το υψηλότερον και το χαμηλότερον, και το προβάδισμα ή συμβάδισμα έχουν προκαλέσει εις ημάς πολλά συντρίμματα χωρίς λόγον, πολλούς ώθησαν εις τον βόθρον και απήγαγαν εις τον χώρον των εριφίων όχι μόνον των κατωτέρων, αλλ' ακόμη και των ποιμένων, οι οποίοι, ενώ είναι διδάσκαλοι του Ιησού, ηγνόησαν ταύτα. Θα με εμποδίσουν από τα θυσιαστήρια; 


Αλλά γνωρίζω και άλλο θυσιαστήριον, του οποίου τύποι είναι τα τώρα βλεπόμενα· θυσιαστήριον εις το οποίον δεν ήγγισε λαξευτήριον ούτε χειρ, ούτε ηκούσθη σίδηρος ή κάτι άλλο των τεχνικών και διακοσμητών, αλλ' είναι ολόκληρον έργον του νου και η ανάβασις εις αυτό γίνεται δια θεωρίας. Εις αυτό θα παραστώ, εις αυτό θα θυσιάσω ευπρόσδεκτα θύματα, θυσίαν και προσφοράν και ολοκαυτώματα, ανώτερα των προσφερομένων τώρα όσον ανωτέρα είναι η αλήθεια της σκιάς. Περί αυτού νομίζω ότι φιλοσοφεί και ο μέγας Δαυίδ λέγων, «και θα εισέλθω προς το θυσιαστήριον του Θεού, του ευφραίνοντος την πνευματικήν μου νεότητα». Από αυτό το θυσιαστήριον δεν θα με απομακρύνη όποιος το θέλει. Θα με απελάσουν από την πόλιν; Αλλ' όχι και από την ευρισκομένην εις τους ουρανούς. 


Ας καταφέρουν τούτο όσοι με πολεμούν! Και πράγματι το επεχείρησαν, αλλ' έως ότου δεν δύνανται να το επιτύχουν, μας ρίπτουν ρανίδες ύδατος ή μας κτυπούν με αύρας ή παίζουν με όνειρα· ούτω βλέπω εγώ τον πόλεμον αυτών, θα μου πάρουν τα αγαθά; Ποία; Αν πρόκειται περί των ιδικών μου, ας μου περικόψουν και τας πτέρυγας, τας οποίας δεν έχω περιβληθή· αν δε πρόκειται περί των της Εκκλησίας, τούτο είναι το αντικείμενον περί του οποίου γίνεται όλος ο πόλεμος· αυτά είναι δια τα οποία ο κλέπτης ζηλοφθονεί το ταμείον και προδίδει τον Θεόν δια τριάκοντα αργύρια, το χειρότερον όλων. Τόση δε είναι η τιμή όχι του προδιδομένου, αλλά του προδίδοντος. Θα μου κλείσουν τας οικίας των; Θα μου περικόψουν τας ανέσεις; Θα με αποξενώσουν από φίλους; 


Διότι, βλέπεις, πολύ φορτικοί εγίναμεν εις πολλούς, αν και μας προσεκάλουν - δεν θα φανώμεν αχάριστοι  εάν δε εγίναμεν φορτικοί, τούτο συνέβη δια την επιφυλακτικότητα μάλλον παρά δια την αποδοχήν. Το δε αίτιον είναι ότι μας ανέπαυσεν κάποιος ευσεβής και φιλόθεος οίκος, όπως τον Ελισσαίον ο της Σουναμίτιδος, συγγενών κατά το σώμα, συγγενών κατά το Πνεύμα, καθ' όλα φιλότιμων· πλησίον των οποίων συνεπήχθη ο λαός ούτος, διατηρών κρυφίως την διωκομένην ευσέβειαν, όχι αφόβως ούτε ακινδύνως. Είθε να τον αμείψη ο Κύριος δικαίως κατά την ημέραν της ανταποδόσεως! Αν δε επιδιώκωμεν τρυφήν, είθε να εντρυφήσουν εναντίον ημών οι μισηταί ημών διότι δεν θα καταρασθώ εις βάρος μου τίποτε χειρότερον. 


Από τους φίλους δε, άλλοι μεν δεν θα φύγουν από κοντά μας, γνωρίζω καλώς, ούτε αν κακοποιηθούν, διότι το γεγονός ότι αδικούνται μαζί με ημάς τους έκανε να πονούν μαζί μας· των δε άλλων έχομεν ήδη γυμνασθή να υπομένωμεν την υπεροψίαν, όταν μας περιφρονούν. Διότι εκ των φίλων και των πλησίον μου άλλοι μεν και φανερώς «επλησίασαν και εστάθησαν εις την αντίπαλον παράταξιν·», άλλοι δε, φιλανθρωπότεροι, «εστάθησαν από μακράν» και αυτήν την νύκτα «εσκανδαλίσθησαν όλοι». Σχεδόν και ο Πέτρος με απηρνήθη, και ίσως ούτε καν κλαίει πικρώς, δια να θεραπεύση την αμαρτίαν». Φαίνεται ότι εγώ είμαι ο μόνος γεμάτος τόλμην και θράσος· ο μόνος αισιόδοξος εις τα φοβερά, ο μόνος καρτερικός, και όταν δημοσία επαινούμαι και ιδιαιτέρως καταφρονούμαι, και όταν γνωρίζωμαι εις Ανατολήν και Δύσιν με το να πολεμούμαι. 


Ποία παραφροσύνη! «Αν παραταχθή εν στρατόπεδον εναντίον μου, δεν θα φοβηθή η καρδιά μου· εάν εγερθή εναντίον μου πόλεμος, εις αυτήν ελπίζω εγώ». Τόσον πολύ δεν θεωρώ φοβερόν κάτι από τα παρόντα, ώστε αφήνων τον εαυτόν μου, θρηνώ τους λυπήσαντάς με. Σεις, μέλη του Χριστού κάποτε, μέλη αξιότιμα δι' εμέ, αν και τώρα διεφθαρμένα, μέλη αυτής της ποίμνης, την οποίαν επροδώσατε σχεδόν πριν συναχθήτε, πώς διεσπάσθητε και διεσπάσατε ως βοΐδια, απολυμένα από τον ζυγόν; Πώς ηγείρατε εναντίον του θυσιαστηρίου θυσιαστήριον; Πώς κατεστράφητε αιφνιδίως; 


Πώς και οι ίδιοι ενεκρώθητε με την αποκοπήν και ημάς εκάματε να πονούμεν; Πώς κατεχράσθητε την απλότητα των ποιμένων προς διάλυσιν της ποίμνης; Διότι δεν θα μεμφθώ εκείνους δια την απειρίαν, αλλά θα κατηγορήσω σάς δια την κακίαν. «Ποίος θα σε βοηθήση εις την διαφθοράν σου, Ισραήλ;». Ποίον φάρμακον θα εύρω επουλωτικόν; Ποίον επίδεσμον; Πώς να συνάψω τα διεστώτα; Με ποία δάκρυα, ποίους λόγους, ποίας εύχάς, να θεραπεύσω το σύντριμμα; Ή ίσως με τον κατωτέρω τρόπον;


Τριάς αγία και προσκυνητή και τελεία, καλώς συναπτόμενη και προσκυνουμένη από ημάς, ιδικόν σου είναι το έργον τούτο, ιδικόν σου το κατόρθωμα. Συ δύνασαι ν' αποκαταστήσης τούτους πάλιν εις ημάς,αφού απεμακρύνθησαν τόσον, ώστε να παιδευθούν δια του χωρισμού προς ομόνοιαν, και ν' αντιδώσης εις ημάς δια τους εδώ μόχθους τα επουράνια και αστασίαστα. 
Το πρώτον δε και μέγιστον από αυτά είναι να φωτισθώμεν από σε τελειότερα και καθαρώτερα,πώς η ιδία και ως Μονάς νοείσαι και ως Τριάς ευρίσκεσαι; 
Πώς το αγέννητον και το γεννητόν και το εκπορευτόν είναι μία φύσις, τρεις ιδιαιτερότητες, 
«εις Θεός ο επί πάντων και δια πάντων και εν πάσιν», 
ούτε μετατιθέμενος ούτε μειούμενος ούτε τεμνόμενος, 
τώρα κατά μέρος μεν καταλαμβανόμενος, κατά μέρος δε ζητούμενος, κάποτε δε καταληφθησόμενος ίσως εις όλον σου το είναι από τους εδώ καλώς ζήσαντας δια βίου και θεωρίας; 
Εις αυτόν πρέπει πάσα δόξα, τιμή, κράτος, εις τους αιώνας. 
Γένοιτο!


Άγιος Γρηγόριος ο θεολόγος

Πηγή

ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ: «Ἔχουσιν οὗτοι τοὺς οἴκους, ἡμεῖς τὸν ἔνοικον·»

Τετάρτη 1 Φεβρουαρίου 2023

Ο ΜΕΓΑΣ ΕΥΘΥΜΙΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΓΩΝΑΣ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΜΟΝΟΦΥΣΙΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΩΝ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ


"τῇ σῇ γὰρ γεννὴσει 
πάσας αἱρετικῶν τὰς ὁρμάς, 
ἐκ Θεοῦ προνοίας ἀπεκρούσατο" 
(Ἀπόστιχο Κ΄ Ἰανουαρίου)

Απέναντι στην σκανδαλώδη αίρεση του Νεστοριανισμού [1] αντιτάχθηκε το σύνολο του ορθοδόξου κόσμου και ιδίως οι μοναχοί. Πολλοί όμως εκ των πολεμίων της διδασκαλίας του Νεστορίου από υπερβάλλοντα ζήλο έφθασαν στο άλλο άκρο, ισχυριζόμενοι ότι η θεία φύση απορρόφησε την ανθρώπινη φύση του Χριστού. Η αίρεση αυτή, την οποία συστηματοποίησαν και διέδωσαν ο αρχιμανδρίτης Ευτυχής και ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Διόσκορος, ονομάστηκε Μονοφυσιτισμός και καταδικάστηκε από την Εκκλησία με την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο (451) που έγινε στην Χαλκηδόνα.
Σε αυτήν παραβρισκόταν ο γεραρός υπερασπιστής της Ορθοδοξίας Πατριάρχης Ιεροσολύμων [2] Ιουβενάλιος, ο οποίος είχε συμμετάσχει και στην Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο. Πριν όμως ο Ιουβενάλιος επιστρέψει στην Αγία Πόλη, έφθασε σε αυτήν ένας μοναχός ονόματι Θεοδόσιος, ο οποίος και διέδωσε ότι στην Χαλκηδόνα ουσιαστικά προδόθηκε η Ορθοδοξία και έγινε αποδοχή της διδασκαλίας του Νεστοριανισμού. Ο Θεοδόσιος κατάφερε να παρασύρει όχι μόνο το μεγαλύτερο μέρος των πιστών, και μάλιστα των μοναχών, αλλά ακόμη και αυτήν την σεβαστή αυτοκράτειρα Ευδοκία, που παρεπιδημούσε στα Ιεροσόλυμα. Ο Πατριάρχης Ιουβενάλιος θεωρήθηκε αιρετικός και στον πατριαρχικό θρόνο τοποθετήθηκε ο Θεοδόσιος, ο οποίος έσπευσε να αντικαταστήσει σε όλες τις επαρχίες τους ορθοδόξους επισκόπους με μονοφυσίτες! Πολλές ταραχές (ακόμη και φόνοι) έγιναν για να στερεοποιηθεί στον θρόνο του, αφού οι πιστοί πιέζονταν να αποκηρύξουν τον Ιουβενάλιο και την Σύνοδο της Χαλκηδόνας. 
Η μεγάλη πλειοψηφία τελικά τάχθηκε με τον Θεοδόσιο, εξαιτίας της υποστήριξής του από την Ευδοκία, που την σεβόντουσαν και την θαύμαζαν όλοι για την σοφία και την αρετή της. Όλοι σχεδόν οι ναοί και όλα τα μοναστήρια μνημόνευαν τον Θεοδόσιο και όλοι οι μοναχοί, ακόμη και οι ενάρετοι, όπως ο Γεράσιμος ο Ιορδανίτης, ο μετέπειτα γνωστός Άγιος. Ο αυτοκράτορας Μαρκιανός έστειλε επιστολή στους μοναχούς να αποδεχθούν τον Ιουβενάλιο και την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο, αλλά αυτοί "νομίζοντες ὅτι ἠμύνοντο τῆς ὀρθοδοξίας δὲν ὑπήκουον" [3].
Η Εκκλησία των Ιεροσολύμων κινδύνευε να πέσει εντελώς στην αίρεση του Μονοφυσιτισμού. Μόνο δυο-τρεις ασκητές [4] και ένα μοναστήρι αντιδρούσαν. Το μοναστήρι αυτό ήταν το Κοινόβιο του Μεγάλου Ευθυμίου, ο οποίος εκείνη την περίοδο ήταν περίπου 75 ετών. Όπως γράφει ο βιογράφος του Αγίου, Κύριλλος Σκυθοπολίτης "πάντων τοίνυν τότε σχεδὸν τῶν τε πολιτῶν καὶ τῆς ἐρήμου μοναχῶν τῇ τούτου (σ. ημ. του Θεοδοσίου) ἀποστασίᾳ ἐπακολουθησάντων, μόνοι οἱ περὶ τὸν μέγαν Εὐθύμιον ἐκ πάσης τῆς ἐρήμου τούτῳ κοινωνήσαι οὐκ ἠνέσχοντο" [5].
Ο Θεοδόσιος έστειλε στον Μέγα Ευθύμιο αντιπροσωπεία, αποτελούμενη από τους αρχιμανδρίτες Ελπίδιο και Γερόντιο. με σκοπό να τον πείσουν να ενωθεί με αυτόν. Ο δε Μέγας Ευθύμιος απάντησε: "μή μοι γένοιτο ταῖς μιαιφονίαις κοινωνῆσαι Θεοδοσίου, ἢ τῇ αὐτοῦ ὑπαχθῆναι κακοδοξίᾳ" [6]. Οι αρχιμανδρίτες του είπαν: "μα είναι δυνατόν Γέροντα, να κοινωνήσουμε με το δόγμα του Νεστορίου το οποίο επικύρωσε η Σύνοδος της Χαλκηδόνας; Που ακούσαμε στην Γραφή ή στους Αγίους Πατέρες για δύο φύσεις του Χριστού;". Ο Μέγας Ευθύμιος όμως τους εξήγησε τον Όρο της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου και την ορθόδοξη διδασκαλία περί της Χριστολογίας, ότι δηλαδή ο Χριστός μας είναι τέλειος Θεός και τέλειος Άνθρωπος και πως η ένωση των δύο φύσεων (θείας και ανθρώπινης) τελέσθη αδιαιρέτως και αχωρίστως (αναίρεση του Νεστοριανισμού), ασυγχύτως και ατρέπτως (αναίρεση του Μονοφυσιτισμού) σε μία υπόσταση [7]. Από τους δύο αρχιμανδρίτες, ο Ελπίδιος συντάχθηκε με τον Άγιο (αν και δεν διέκοψε κοινωνία αμέσως με τον Θεοδόσιο [8]), ενώ ο Γερόντιος επέμεινε στην αίρεση και έτσι "ἀσύμφωνοι ἀπολυθέντες ἦλθον πρὸς τὸν ἀποστείλαντα αὐτούς" [9]. 
Ο Θεοδόσιος φοβούμενος ότι ο Μέγας Ευθύμιος ίσως μεταστρέψει και άλλους έσπευσε να σβήσει τον "ζωτικὸν σπινθῆρα τῆς εὐσεβείας" [10], στέλνοντας και άλλες αντιπροσωπείες. Βλέποντας την πίεση αυτή ο Άγιος αναχώρησε πιο βαθιά στην έρημο παραγγέλνοντας όμως στους μοναχούς του "τῇ ἀποστασίᾳ μὴ κοινωνῆσαι". 
Αυτό που φοβόταν ο Θεοδόσιος όμως έγινε. Αρχικά ο Μέγας Ευθύμιος μετέστρεψε στην γνήσια Ορθοδοξία τον Άγιο Γεράσιμο τον Ιορδανίτη. Ο Άγιος Γεράσιμος είχε και αυτός παραπλανηθεί αρχικά, αλλά επειδή είχε αγνή ψυχή έβαλε λογισμό να πάει να συναντήσει τον διάσημο για την αρετή του Ευθύμιο για να συζητήσει το θέμα αυτό. Μένοντας χρόνο μαζί του πείσθηκε ότι ο Όρος της Συνόδου της Χαλκηδόνας είναι ορθόδοξος και διέκοψε την κοινωνία με τον Θεοδόσιο ("ἀποστῆναι τῆς πρὸς Θεοδόσιον κοινωνίας μετὰ καὶ ἄλλων ἀναχωρητῶν, Πέτρου τε τοῦ ἐπίκλην, Γουρνίτου καὶ Μάρκου καὶ Ἰούλωνος καὶ Σιλουανοῦ" [11]).
Τελικά ο αυτοκράτορας Μαρκιανός, που ήταν ορθόδοξος, έστειλε στρατό για να επιβάλλει την τάξη και να απαλλάξει την Ιερουσαλήμ από τους ταραξίες Μονοφυσίτες. Όμως, αν και τελικά ο Πατριάρχης Ιουβενάλιος αποκαταστάθηκε και ο Θεοδόσιος εγκατέλειψε την πόλη, η Ευδοκία παρέμενε στην πλάνη της και δεν αναγνώριζε τον Ιουβενάλιο και την Σύνοδο της Χαλκηδόνας. Κατά παραχώρηση Θεού, επειδή η Ευδοκία ήταν αγνή ψυχή, συνέβησαν κάποια άσχημα περιστατικά, τα οποία την οδήγησαν να σκεφτεί μήπως σφάλλει. Έστειλε έτσι αντιπροσώπους στον περίφημο Άγιο Συμεών τον Στυλίτη, ο οποίος της συνέστησε τα εξής: "ἔχεις τοίνυν αὐτόθεν τὸν Θεοφόρον Εὐθύμιον, ἕπου ταῖς αὐτοῦ διδασκαλίαις καὶ νουθεσίαις καὶ σώζῃ" [12].
Πράγματι η Ευδοκία συναντήθηκε με τον Μέγα Ευθύμιο ο οποίος την προέτρεψε: "ἀφισταμένη τῆς Διοσκόρου κοινωνίας, Ἰουβεναλίῳ ἐπισκόπῳ Ἱεροσολύμων κοινώνησον" [13]. Η πανηγυρική επανένταξη της Ευδοκίας στην Ορθοδοξία [14] οδήγησε και πολλούς που την εμπιστεύονταν στην κρίση της, στην κοινωνία με την Εκκλησία. Ανάμεσα σε αυτούς και ο προαναφερθείς αρχιμανδρίτης Ελπίδιος.
Ελαττώθηκε έτσι κατά πολύ η ισχύς του Μονοφυσιτικού σχίσματος στην Ιεροσολυμιτική Εκκλησία, χάρις στο ανάστημα και το πατερικό φρόνημα του Μεγάλου Ευθυμίου, του οποίου τις πρεσβείες επικαλούμαστε όλοι οι Ορθόδοξοι, που τιμήσαμε την μνήμη του σήμερα, ώστε να στερεωνόμαστε στον υπέρ της Πίστεως Ιερό Αγώνα!

Νικόλαος Μάννης

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Αιρετική διδασκαλία του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Νεστορίου (αρχές Δ΄ αι.), σύμφωνα με την οποία η Παναγία μας (την οποία αποκαλούσε όχι Θεοτόκο, αλλά Χριστοτόκο) δεν γέννησε τον Θεό Λόγο, αλλά τον άνθρωπο Χριστό, στον οποίο μετά ήλθε και κατοίκησε ο Θεός Λόγος. Καταδικάστηκε από την Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο.
[2]  Ήταν ο πρώτος από τους Επισκόπους των Ιεροσολύμων ο οποίος έλαβε τον τίτλο "Πατριάρχης", μιας και στην Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο η Εκκλησία των Ιεροσολύμων ανυψώθηκε σε Πατριαρχείο.
[3] Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, Ιστορία της Εκκλησίας Ιεροσολύμων, Ιεροσόλυμα/Αλεξάνδρεια, 1910, σελ. 172.
[4] Έναν από αυτούς, τον Αββά Γελάσιο προσέγγισε ο Θεοδόσιος και του ζήτησε να αναθεματίσει τον Ιουβενάλιο. Ο Άγιος Γελάσιος απάντησε ότι άλλον επίσκοπο δεν αναγνωρίζει, παρά μόνο τον Ιουβενάλιο. Τότε οι οπαδοί του Θεοδοσίου τον έπιασαν έξω από τον ναό και έβαλαν γύρω του ξύλα απειλώντας ότι θα τον κάψουν ζωντανό. Ο Άγιος παρέμεινε ακίνητος και ατάραχος, χωρίς να πει τίποτα και τελικά, για τον φόβο του κόσμου ο οποίος τον είχε σε μεγάλη ευλάβεια, τον άφησαν να φύγει! 
[5] Αυγουστίνου μοναχού Ιορδανίτου, Βίος Μεγάλου Ευθυμίου υπό Κυρίλλου Σκυθοπολίτου, Ιεροσόλυμα, 1913, σελ. 45.
[6] Αυτόθι.
[7] Αντιμαχόμενη τα δύο άκρα του Νεστροριανισμού και του Μονοφυσιτισμού η Εκκλησία διά της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου αναθεμάτισε και τους πρωτεργάτες των αιρέσεων αυτών: "τοὺς αἱρετικοὺς ὑμεῖς ἐξεβάλετε· Νεστορίῳ καὶ Εὐτυχεῖ καὶ Διοσκόρῳ ἀνάθεμα. Ἡ Τριὰς τοὺς τρεῖς καθεῖλεν. Ἡ Τριὰς τοὺς τρεῖς ἐξέβαλε" (ACO II, 1, 2, 156).
[8] "Εἰ καὶ μὴ πάραυτα τῆς Θεοδοσίου ἀπέστη κοινωνίας" (Αυγουστίνου μοναχού, ό.π., σελ 47).
[9] Αυτ.
[10] Αυτ.
[11] Αυτ., σελ. 49.
[12] Αυτ., σελ. 52.
[13] Αυτ., σελ. 53.
[14] Η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά τη μνήμη της στις 13 Αυγούστου. 

ΚΥΡΙΕΣ ΠΗΓΕΣ
1. Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, Ιστορία της Εκκλησίας Ιεροσολύμων, Ιεροσόλυμα/Αλεξάνδρεια, 1910
2. Αυγουστίνου μοναχού Ιορδανίτου, Βίος Μεγάλου Ευθυμίου υπό Κυρίλλου Σκυθοπολίτου, Ιεροσόλυμα, 1913
3. Θεοδωρήτου Ιερομονάχου, Μοναχισμός και αίρεσις, Αθήνα, 1977

Τρίτη 6 Δεκεμβρίου 2022

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΗ;

 

Τί σημαίνει αποτείχιση;

Αποτείχιση είναι η απομάκρυνση (χωρισμός) από κάτι νόθο, επιβλαβές και ξένο προς την υγιή Πίστη της Εκκλησίας. Είναι το τείχος που σηκώνει ο πιστός ώστε να περιφρουρήσει την Ορθόδοξη Πίστη και να προφυλαχθεί ο ίδιος από την πλάνη των αιρετικών παραμένοντας μέσα στην διαχρονική αποστολική Εκκλησία και ταυτόχρονα το μέσο πίεσης που χρησιμοποιεί ώστε να δρομολογηθεί σύνοδος που θα καταδικάσει τους αιρετικούς. Η αποτείχιση επιτελείται δια της διακοπής μνημονεύσεως του αιρετικού επισκόπου (δεν είναι δυνατόν ο αιρετικός επίσκοπος να ορθοτομεί τον λόγο της αληθείας) και της διακοπής κάθε εκκλησιαστικής κοινωνίας και επικοινωνίας μαζί του. Είναι, τέλος, η αποτείχιση η ενδεδειγμένη και υγιής συμπεριφορά του πιστού σε καιρό αιρέσεως ώστε να αποφευχθεί η εγκατάσταση της αίρεσης. Γι αυτόν τον λόγο, όσοι προχώρησαν σε αποτείχιση είναι άξιοι τιμής και επαίνου.  

Πότε επιτρέπεται η αποτείχιση;

Σε περιπτώσεις προσωπικών αμαρτιών των επισκόπων, οι ΙΓ΄, ΙΔ΄και ΙΕ΄Ιεροί Κανόνες απαγορεύουν την απόσχιση δια της διακοπής της μνημονεύσεως προ συνοδικής κρίσης και όσοι προχωρούν σε αποτείχιση θεωρούνται υπεύθυνοι σχίσματος. Επιβάλλεται η αποτείχιση, σε περιπτώσεις αιρετικώς φρονούντων επισκόπων ώστε εκείνος που αιρετικά φρονεί και κηρύττει να αποκόπτεται από το Σώμα του Χριστού, ενώ αυτός που κάνει αποτείχιση να παραμένει ενσωματωμένος δια της αληθινής πίστης στην Εκκλησία. 

Τί σημαίνει κατεγνωσμένη αίρεση;

Κατεγνωσμένη σημαίνει γνωστή αίρεση η οποία έχει καταδικασθεί από Σύνοδο ή από Αγίους της Εκκλησίας. Ο Οικουμενισμός περικλείει αιρέσεις οι οποίες ήδη έχουν καταδικασθεί από Συνόδους και είναι αίρεση κατεγνωσμένη και από τον Άγιο Ιουστίνο Πόποβιτς. Ο Οικουμενισμός είναι γνωστικισμός,ο οποίος υφίσταται από τον 1ο μ.Χ. αιώνα και έχει καταδικαστεί π.χ. από την 6η Οικουμενική Σύνοδο (καταδίκη Παυλικιανών).Οι Άγιοι Πατέρες που συμμετείχαν στην Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης το 879-880 διακήρυξαν με παρρησία ότι κάθε παρέμβαση στα παραδοθέντα από τις προηγούμενες θεόπνευστες 7 Οικουμενικές Συνόδους καθιστά αίρεση και ύβρη.

Μνημόνευση κατά την Θεία Λειτουργία

Η μνημόνευση του επισκόπου κατά την Θεία Λειτουργία δηλώνει την ταυτότητα πίστεως επισκόπου και λαού, άρα σε καιρό αιρέσεως δηλώνει συμμετοχή στην αίρεση. Δεν είναι δυνατόν να μνημονεύεται εκείνος που είναι εχθρός προς τον Θεό. Δεν είναι δυνατό να ομολογείται δημόσια ότι ο αιρετικός ορθοτομεί τον λόγο της Αληθείας. Οι λαϊκοί, όταν κινδυνεύει η Πίστη, πρέπει να φεύγουν από ιερέα που μνημονεύει αιρετικό επίσκοπο και να αγωνισθούν για την Ορθοδοξία.Κατά τον Άγιο Γενάδιο Σχολάριο, η πνευματική κοινωνία των ομοδόξων και η τέλεια υποταγή στους γνήσιους ποιμένες εκφράζεται με το μνημόσυνο (μνημόνευση).Κατά τον Άγιο Θεόδωρο Στουδίτη, και μόνον η αναφορά ονόματος επισκόπου που δεν έχει ορθόδοξη πίστη, μολύνει τη Θεία Λειτουργία, έστω και αν ο τελών την Θεία Λειτουργία φρονεί ορθά. 

Ποιοί είναι οι ψευδοδιδάσκαλοι;

Ψευδοδιδάσκαλοι κατά της ευσεβείας, ψευδοαπόστολοι και ψευδοπροφήτες, κατά τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, είναι οι αιρετικοί τους οποίους εξέλεξε ο διάβολος ώστε να πολεμηθεί ο παλαιός Νόμος και ο Ευαγγελικός. Γι αυτό, συνεχίζει ο Άγιος, όποιος τους δέχεται, δέχεται τον διάβολο. Ο Κύριος, στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, μας λέει: «προσέχετε από των ψευδοπροφητών οίτινες έρχονται προς υμάς εν ενδύματι προβάτου, ένδοθεν δε εισί λύκοι άρπαγες. από των καρπών αυτών επιγνώσεσθε αυτούς». (κατά Ματθαίον κεφ.ζ' στ 15) 

Τί σημαίνει δημοσία και γυμνή τη κεφαλή;

Δημοσία και γυμνή τη κεφαλή σημαίνει ότι ο επίσκοπος κηρύττει τις αιρετικές του απόψεις δημόσια και απροκάλυπτα, με λόγια και με έργα ώστε να τις διαδώσει και να τις καταστήσει γραμμή της Εκκλησίας χρησιμοποιώντας την θέση του. Επισφράγιση των κακόδοξων λόγων και των έργων ήταν η σύνοδος στην Κρήτη τον Ιούνιο του 2016. Επειδή το σύστημα της Ορθοδοξίας είναι συνοδικό, η προσπάθεια των αιρετικών επικεντρωνόταν στο να «νομιμοποιηθεί» συνοδικά η αίρεση, πράγμα που επιτεύχθηκε με την ψευδοσύνοδο στην Κρήτη.