A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Τετάρτη 1 Φεβρουαρίου 2023

Ο ΜΕΓΑΣ ΕΥΘΥΜΙΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΓΩΝΑΣ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΜΟΝΟΦΥΣΙΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΩΝ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ


"τῇ σῇ γὰρ γεννὴσει 
πάσας αἱρετικῶν τὰς ὁρμάς, 
ἐκ Θεοῦ προνοίας ἀπεκρούσατο" 
(Ἀπόστιχο Κ΄ Ἰανουαρίου)

Απέναντι στην σκανδαλώδη αίρεση του Νεστοριανισμού [1] αντιτάχθηκε το σύνολο του ορθοδόξου κόσμου και ιδίως οι μοναχοί. Πολλοί όμως εκ των πολεμίων της διδασκαλίας του Νεστορίου από υπερβάλλοντα ζήλο έφθασαν στο άλλο άκρο, ισχυριζόμενοι ότι η θεία φύση απορρόφησε την ανθρώπινη φύση του Χριστού. Η αίρεση αυτή, την οποία συστηματοποίησαν και διέδωσαν ο αρχιμανδρίτης Ευτυχής και ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Διόσκορος, ονομάστηκε Μονοφυσιτισμός και καταδικάστηκε από την Εκκλησία με την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο (451) που έγινε στην Χαλκηδόνα.
Σε αυτήν παραβρισκόταν ο γεραρός υπερασπιστής της Ορθοδοξίας Πατριάρχης Ιεροσολύμων [2] Ιουβενάλιος, ο οποίος είχε συμμετάσχει και στην Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο. Πριν όμως ο Ιουβενάλιος επιστρέψει στην Αγία Πόλη, έφθασε σε αυτήν ένας μοναχός ονόματι Θεοδόσιος, ο οποίος και διέδωσε ότι στην Χαλκηδόνα ουσιαστικά προδόθηκε η Ορθοδοξία και έγινε αποδοχή της διδασκαλίας του Νεστοριανισμού. Ο Θεοδόσιος κατάφερε να παρασύρει όχι μόνο το μεγαλύτερο μέρος των πιστών, και μάλιστα των μοναχών, αλλά ακόμη και αυτήν την σεβαστή αυτοκράτειρα Ευδοκία, που παρεπιδημούσε στα Ιεροσόλυμα. Ο Πατριάρχης Ιουβενάλιος θεωρήθηκε αιρετικός και στον πατριαρχικό θρόνο τοποθετήθηκε ο Θεοδόσιος, ο οποίος έσπευσε να αντικαταστήσει σε όλες τις επαρχίες τους ορθοδόξους επισκόπους με μονοφυσίτες! Πολλές ταραχές (ακόμη και φόνοι) έγιναν για να στερεοποιηθεί στον θρόνο του, αφού οι πιστοί πιέζονταν να αποκηρύξουν τον Ιουβενάλιο και την Σύνοδο της Χαλκηδόνας. 
Η μεγάλη πλειοψηφία τελικά τάχθηκε με τον Θεοδόσιο, εξαιτίας της υποστήριξής του από την Ευδοκία, που την σεβόντουσαν και την θαύμαζαν όλοι για την σοφία και την αρετή της. Όλοι σχεδόν οι ναοί και όλα τα μοναστήρια μνημόνευαν τον Θεοδόσιο και όλοι οι μοναχοί, ακόμη και οι ενάρετοι, όπως ο Γεράσιμος ο Ιορδανίτης, ο μετέπειτα γνωστός Άγιος. Ο αυτοκράτορας Μαρκιανός έστειλε επιστολή στους μοναχούς να αποδεχθούν τον Ιουβενάλιο και την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο, αλλά αυτοί "νομίζοντες ὅτι ἠμύνοντο τῆς ὀρθοδοξίας δὲν ὑπήκουον" [3].
Η Εκκλησία των Ιεροσολύμων κινδύνευε να πέσει εντελώς στην αίρεση του Μονοφυσιτισμού. Μόνο δυο-τρεις ασκητές [4] και ένα μοναστήρι αντιδρούσαν. Το μοναστήρι αυτό ήταν το Κοινόβιο του Μεγάλου Ευθυμίου, ο οποίος εκείνη την περίοδο ήταν περίπου 75 ετών. Όπως γράφει ο βιογράφος του Αγίου, Κύριλλος Σκυθοπολίτης "πάντων τοίνυν τότε σχεδὸν τῶν τε πολιτῶν καὶ τῆς ἐρήμου μοναχῶν τῇ τούτου (σ. ημ. του Θεοδοσίου) ἀποστασίᾳ ἐπακολουθησάντων, μόνοι οἱ περὶ τὸν μέγαν Εὐθύμιον ἐκ πάσης τῆς ἐρήμου τούτῳ κοινωνήσαι οὐκ ἠνέσχοντο" [5].
Ο Θεοδόσιος έστειλε στον Μέγα Ευθύμιο αντιπροσωπεία, αποτελούμενη από τους αρχιμανδρίτες Ελπίδιο και Γερόντιο. με σκοπό να τον πείσουν να ενωθεί με αυτόν. Ο δε Μέγας Ευθύμιος απάντησε: "μή μοι γένοιτο ταῖς μιαιφονίαις κοινωνῆσαι Θεοδοσίου, ἢ τῇ αὐτοῦ ὑπαχθῆναι κακοδοξίᾳ" [6]. Οι αρχιμανδρίτες του είπαν: "μα είναι δυνατόν Γέροντα, να κοινωνήσουμε με το δόγμα του Νεστορίου το οποίο επικύρωσε η Σύνοδος της Χαλκηδόνας; Που ακούσαμε στην Γραφή ή στους Αγίους Πατέρες για δύο φύσεις του Χριστού;". Ο Μέγας Ευθύμιος όμως τους εξήγησε τον Όρο της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου και την ορθόδοξη διδασκαλία περί της Χριστολογίας, ότι δηλαδή ο Χριστός μας είναι τέλειος Θεός και τέλειος Άνθρωπος και πως η ένωση των δύο φύσεων (θείας και ανθρώπινης) τελέσθη αδιαιρέτως και αχωρίστως (αναίρεση του Νεστοριανισμού), ασυγχύτως και ατρέπτως (αναίρεση του Μονοφυσιτισμού) σε μία υπόσταση [7]. Από τους δύο αρχιμανδρίτες, ο Ελπίδιος συντάχθηκε με τον Άγιο (αν και δεν διέκοψε κοινωνία αμέσως με τον Θεοδόσιο [8]), ενώ ο Γερόντιος επέμεινε στην αίρεση και έτσι "ἀσύμφωνοι ἀπολυθέντες ἦλθον πρὸς τὸν ἀποστείλαντα αὐτούς" [9]. 
Ο Θεοδόσιος φοβούμενος ότι ο Μέγας Ευθύμιος ίσως μεταστρέψει και άλλους έσπευσε να σβήσει τον "ζωτικὸν σπινθῆρα τῆς εὐσεβείας" [10], στέλνοντας και άλλες αντιπροσωπείες. Βλέποντας την πίεση αυτή ο Άγιος αναχώρησε πιο βαθιά στην έρημο παραγγέλνοντας όμως στους μοναχούς του "τῇ ἀποστασίᾳ μὴ κοινωνῆσαι". 
Αυτό που φοβόταν ο Θεοδόσιος όμως έγινε. Αρχικά ο Μέγας Ευθύμιος μετέστρεψε στην γνήσια Ορθοδοξία τον Άγιο Γεράσιμο τον Ιορδανίτη. Ο Άγιος Γεράσιμος είχε και αυτός παραπλανηθεί αρχικά, αλλά επειδή είχε αγνή ψυχή έβαλε λογισμό να πάει να συναντήσει τον διάσημο για την αρετή του Ευθύμιο για να συζητήσει το θέμα αυτό. Μένοντας χρόνο μαζί του πείσθηκε ότι ο Όρος της Συνόδου της Χαλκηδόνας είναι ορθόδοξος και διέκοψε την κοινωνία με τον Θεοδόσιο ("ἀποστῆναι τῆς πρὸς Θεοδόσιον κοινωνίας μετὰ καὶ ἄλλων ἀναχωρητῶν, Πέτρου τε τοῦ ἐπίκλην, Γουρνίτου καὶ Μάρκου καὶ Ἰούλωνος καὶ Σιλουανοῦ" [11]).
Τελικά ο αυτοκράτορας Μαρκιανός, που ήταν ορθόδοξος, έστειλε στρατό για να επιβάλλει την τάξη και να απαλλάξει την Ιερουσαλήμ από τους ταραξίες Μονοφυσίτες. Όμως, αν και τελικά ο Πατριάρχης Ιουβενάλιος αποκαταστάθηκε και ο Θεοδόσιος εγκατέλειψε την πόλη, η Ευδοκία παρέμενε στην πλάνη της και δεν αναγνώριζε τον Ιουβενάλιο και την Σύνοδο της Χαλκηδόνας. Κατά παραχώρηση Θεού, επειδή η Ευδοκία ήταν αγνή ψυχή, συνέβησαν κάποια άσχημα περιστατικά, τα οποία την οδήγησαν να σκεφτεί μήπως σφάλλει. Έστειλε έτσι αντιπροσώπους στον περίφημο Άγιο Συμεών τον Στυλίτη, ο οποίος της συνέστησε τα εξής: "ἔχεις τοίνυν αὐτόθεν τὸν Θεοφόρον Εὐθύμιον, ἕπου ταῖς αὐτοῦ διδασκαλίαις καὶ νουθεσίαις καὶ σώζῃ" [12].
Πράγματι η Ευδοκία συναντήθηκε με τον Μέγα Ευθύμιο ο οποίος την προέτρεψε: "ἀφισταμένη τῆς Διοσκόρου κοινωνίας, Ἰουβεναλίῳ ἐπισκόπῳ Ἱεροσολύμων κοινώνησον" [13]. Η πανηγυρική επανένταξη της Ευδοκίας στην Ορθοδοξία [14] οδήγησε και πολλούς που την εμπιστεύονταν στην κρίση της, στην κοινωνία με την Εκκλησία. Ανάμεσα σε αυτούς και ο προαναφερθείς αρχιμανδρίτης Ελπίδιος.
Ελαττώθηκε έτσι κατά πολύ η ισχύς του Μονοφυσιτικού σχίσματος στην Ιεροσολυμιτική Εκκλησία, χάρις στο ανάστημα και το πατερικό φρόνημα του Μεγάλου Ευθυμίου, του οποίου τις πρεσβείες επικαλούμαστε όλοι οι Ορθόδοξοι, που τιμήσαμε την μνήμη του σήμερα, ώστε να στερεωνόμαστε στον υπέρ της Πίστεως Ιερό Αγώνα!

Νικόλαος Μάννης

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Αιρετική διδασκαλία του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Νεστορίου (αρχές Δ΄ αι.), σύμφωνα με την οποία η Παναγία μας (την οποία αποκαλούσε όχι Θεοτόκο, αλλά Χριστοτόκο) δεν γέννησε τον Θεό Λόγο, αλλά τον άνθρωπο Χριστό, στον οποίο μετά ήλθε και κατοίκησε ο Θεός Λόγος. Καταδικάστηκε από την Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο.
[2]  Ήταν ο πρώτος από τους Επισκόπους των Ιεροσολύμων ο οποίος έλαβε τον τίτλο "Πατριάρχης", μιας και στην Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο η Εκκλησία των Ιεροσολύμων ανυψώθηκε σε Πατριαρχείο.
[3] Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, Ιστορία της Εκκλησίας Ιεροσολύμων, Ιεροσόλυμα/Αλεξάνδρεια, 1910, σελ. 172.
[4] Έναν από αυτούς, τον Αββά Γελάσιο προσέγγισε ο Θεοδόσιος και του ζήτησε να αναθεματίσει τον Ιουβενάλιο. Ο Άγιος Γελάσιος απάντησε ότι άλλον επίσκοπο δεν αναγνωρίζει, παρά μόνο τον Ιουβενάλιο. Τότε οι οπαδοί του Θεοδοσίου τον έπιασαν έξω από τον ναό και έβαλαν γύρω του ξύλα απειλώντας ότι θα τον κάψουν ζωντανό. Ο Άγιος παρέμεινε ακίνητος και ατάραχος, χωρίς να πει τίποτα και τελικά, για τον φόβο του κόσμου ο οποίος τον είχε σε μεγάλη ευλάβεια, τον άφησαν να φύγει! 
[5] Αυγουστίνου μοναχού Ιορδανίτου, Βίος Μεγάλου Ευθυμίου υπό Κυρίλλου Σκυθοπολίτου, Ιεροσόλυμα, 1913, σελ. 45.
[6] Αυτόθι.
[7] Αντιμαχόμενη τα δύο άκρα του Νεστροριανισμού και του Μονοφυσιτισμού η Εκκλησία διά της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου αναθεμάτισε και τους πρωτεργάτες των αιρέσεων αυτών: "τοὺς αἱρετικοὺς ὑμεῖς ἐξεβάλετε· Νεστορίῳ καὶ Εὐτυχεῖ καὶ Διοσκόρῳ ἀνάθεμα. Ἡ Τριὰς τοὺς τρεῖς καθεῖλεν. Ἡ Τριὰς τοὺς τρεῖς ἐξέβαλε" (ACO II, 1, 2, 156).
[8] "Εἰ καὶ μὴ πάραυτα τῆς Θεοδοσίου ἀπέστη κοινωνίας" (Αυγουστίνου μοναχού, ό.π., σελ 47).
[9] Αυτ.
[10] Αυτ.
[11] Αυτ., σελ. 49.
[12] Αυτ., σελ. 52.
[13] Αυτ., σελ. 53.
[14] Η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά τη μνήμη της στις 13 Αυγούστου. 

ΚΥΡΙΕΣ ΠΗΓΕΣ
1. Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, Ιστορία της Εκκλησίας Ιεροσολύμων, Ιεροσόλυμα/Αλεξάνδρεια, 1910
2. Αυγουστίνου μοναχού Ιορδανίτου, Βίος Μεγάλου Ευθυμίου υπό Κυρίλλου Σκυθοπολίτου, Ιεροσόλυμα, 1913
3. Θεοδωρήτου Ιερομονάχου, Μοναχισμός και αίρεσις, Αθήνα, 1977