A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞

Παρασκευή 12 Αυγούστου 2022

Ὁ ἐλευσόμενος στά ἔσχατα Ἀντίχριστος, Ἄνθρωπος καί ὄχι ἐνσάρκωση τοῦ Σατανᾶ ἤ πονηρό σύστημα

 τοῦ π. Νικηφόρου Νάσσου

ΠΡΟΟΙΜΙΟ

Ἡ Ἁγία Γραφή, ἡ ὁποία εἶναι γιά μᾶς τούς Ὀρθοδόξους τό «Βιβλίον τῆς Ζωῆς», ἀποκαλύπτει-προφητεύει τήν ἔλευση τοῦ Ἀντιχρίστου στό τέλος τοῦ ἑβδοματικοῦ χωροχρόνου. Ὁ Ἀντίχριστος θά ἔρθει στόν κόσμο ὡς Μεσσίας, με ἑωσφορικό ἐγωϊσμό καί θά αὐτοανακηρυχθεῖ θεός. Τά Ἀποστολικά κείμενα καί τό τελευταῖο Βιβλίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἡ Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννου, μαρτυροῦν ἀρίδηλα αὐτήν τήν πραγματικότητα τῆς ἐμφανίσεως τοῦ Ἀντιχρίστου[1]. Ἐπιπλέον, καί ἀπό τήν Παράδοσή μας ἔχουμε τίς σχετικές μαρτυρίες περί τοῦ ἐλευσομένου στά ἔσχατα τυράννου τῆς ἀνθρωπότητος. Καί θά πρέπει νά εἶναι γνωστόν ὅτι Παράδοση γιά τούς Ὀρθοδόξους εἶναι ἡ διαχρονική Ἁγιοπνευματική ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας, «ὅ,τι πάντοτε, πανταχοῦ καί ὑπό πάντων πιστεύεται», κατά ἕνα χαρακτηριστικό ὁρισμό[2]. Ἀπό πλευρᾶς Δογματικῆς σημειώνουμε, ὅτι τό περί Ἀντιχρίστου ζήτημα ἐντάσσεται στήν Ὀρθόδοξη Ἐσχατολογία, ἡ ὁποία εἶναι ὁ περί ἐσχάτων λόγος, συγκεκριμένα ὁ λόγος πού ἀρχίζει μέ τήν ἀρχή τῶν ἐσχάτων γεγονότων καί περατώνει μέ τό τέλος τους. Ἡ Ἐσχατολογία ἀποτελεῖ τμῆμα τῆς Δογματικῆς Διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας μας.

Α) Η ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΚΑΙ Η ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΠΕΡΙ ΕΛΕΥΣΟΜΕΝΟΥ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ ΩΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

Στήν Ὀρθόδοξη Ἐσχατολογία[3], ἀπό τά Βιβλικά καί Πατερικά κείμενα γίνεται λόγος περί τῆς ἐλεύσεως στά τελευταῖα χρόνια τῆς ἀνθρωπότητος, τοῦ «ἀνόμου», τοῦ «υἱοῦ τῆς ἀπωλείας», πού εἶναι ἀναμφιβόλως ὁ Ἀντίχριστος[4]. Γίνεται λόγος γιά τήν ἔλευσή του, τή μιαρά δράση του, τό ἄδοξο τέλος του, ὅπως καί τό χάραγμά του, τό ὁποῖο, κατά τή χαρακτηριστική ἔφραση τοῦ Εὐαγγελιστοῦ  Ἰωάννου θά εἶναι, «τό ὄνομα τοῦ θηρίου, ἤ ὁ ἀριθμός τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ»[5]. Παρεπιμπτόντως νά σημειωθεῖ, ὅτι κάποιοι σήμερα προσδίδουν μεταφυσικές διαστάσεις σέ γεγονότα καί καταστάσεις, διαδίδοντας ὅτι ἤδη ἔχουμε σφραγισθεῖ. Ὅμως τό ἐσχατολογικό σφράγισμα τοῦ Ἀντιχρίστου προϋποθέτει τήν συνειδητή ἄρνηση τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, κάτι πού ἐπί τοῦ παρόντος δέν μᾶς ἔχει ζητηθεῖ, παρά τήν ἐπικρατοῦσα διάχυτη ἀντίληψη, ὅτι βρισκόμαστε κοντά στά λεγόμενα «σημεῖα τοῦ τέλους».

Ἐπιπλέον, στά κείμενα-μνημεῖα τῆς Ἁγιοπατερικῆς Παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας γίνεται λόγος καί γιά τούς δύο Προφῆτες, πού κατά τήν Ἁγία Γραφή καί τήν Πατερική Παράδοση θά εἶναι ὁ Ἠλίας καί ὁ Ἐνώχ, οἱ ὁποῖοι, μή γευθέντες εἰσέτι θάνατο, θά ἐμφανισθοῦν ἀπό τόν Κύριο στά ἔσχατα, γιά νά κηρύξουν ἐναντίον τοῦ ἀντιθέου ἔργου τοῦ «Θηρίου» καί τέλος θά θανατωθοῦν ἀπό αὐτόν[6]. Ὅλα αὐτά τά θέματα ἀναλύονται ἐν ἐκτάσει μέσα στήν Πατερική Γραμματεία μας. Στό παρόν κείμενο θά ἐξετάσουμε μία πτυχή τοῦ ζητήματος περί τοῦ Ἀντιχρίστου, αὐτήν πού ἀφορᾶ στήν ἀμφισβήτησή του ὡς ἀνθρώπου ἀπό κάποιους συγγραφεῖς στίς ἡμέρες μας.

Εἶναι γνωστόν, ὅτι μέσα στήν Ἱστορία τῆς θείας Οἰκονομίας ὑπάρχει σύγκρουση μεταξύ τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τοῦ ἀκαθάρτου πνεύματος, τοῦ Διαβόλου. Ἡ σύγκρουση εἶναι διαχρονική καί σέ διάφορες και ἀλλεπάλληλες φάσεις πραγματοποιούμενη. Πρόκειται για μιά συνεχῆ πάλι μεταξύ φωτός καί σκότους, μεταξύ κτιστοῦ πλάσματος (ἀποστατημένου) και Ἀκτίστου Θεοῦ. Ὅμως, κατά τούς ἐσχάτους χρόνους τοῦ ἑβδοματικοῦ χωροχρόνου, θά λάβει χώρα μία γενικευμένη ἐπίθεση τοῦ Διαβόλου ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ καί αὐτή θά ἐκδηλωθεῖ (πέραν τῆς γενικῆς Ἀποστασίας τῶν καιρῶν) καί διά μέσου ἑνός ἀνθρώπου, πού θά ἔχει μέσα του τή μεγαλύτερη ἐνέργεια τοῦ Διαβόλου. Αὐτόν τόν συγκεκριμένο ἄνθρωπο ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὀνομάζει «Ἀντίχριστο». Γράφει ὁ ἠγαπημένος Μαθητής στήν πρώτη Καθολική του Ἐπιστολή: «Παιδία…καί καθώς ἠκούσατε ὅτι ὁ Ἀντίχριστος ἔρχεται, καί νῦν ἀντίχριστοι πολλοί γεγόνασιν…»[7]. Ἐδῶ σαφέστατα ὁ Ἰωάννης προφητεύει τήν μελλοντική ἔλευση τοῦ μεγάλου Ἀντιχρίστου, τόν ὁποῖο διακρίνει ἀπό τούς μικρούς ἀντιχρίστους. Ὅπως οἱ μικροί ἀντίχριστοι εἶναι ἄνθρωποι, ἔτσι ἄνθρωπος θά εἶναι καί ὁ μέγας Ἀντίχριστος! Ἐπίσης ὁ Ἰωάννης δέν λέγει: «θά ἔρθει ὁ Διάβολος», ἀφοῦ ὁ Διάβολος εἶναι πάντοτε παρών στόν κόσμο, ὡς «κοσμοκράτωρ».

Στή συνέχεια, ὁ Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν Παῦλος κάνει λόγο καί αὐτός περί ἀνθρώπου – Ἀντιχρίστου καί τόν ἀποκαλεῖ «ἄνθρωπον τῆς ἁμαρτίας» καί «υἱόν ἀπωλείας». Γράφει τό σκεῦος τῆς ἐκλογῆς τοῦ Θεοῦ στήν Β΄ πρός Θεσσαλονικεῖς Ἐπιστολή του: «Ὁ ἄνθρωπος τῆς ἁμαρτίας, ὁ υἱός τῆς ἀπωλείας, ὁ ἀντικείμενος καί ὑπεραιρόμενος ἐπί πάντα λεγόμενον Θεόν ἤ σέβασμα, ὥστε αὐτόν εἰς τόν ναόν τοῦ Θεοῦ, ὡς Θεόν καθίσαι, ἀποδεικνύντα ἑαυτόν ὅτι ἐστί Θεός»[8].

Κατά ταῦτα, ὁ ἐλευσόμενος στά ἔσχατα Ἀντίχριστος θά εἶναι ἕνας συγκεκριμένος ἄνθρωπος, ὑπαρκτό καί ἱστορικό ἀνθρώπινο πρόσωπο καί ὄχι πνεῦμα. Ὁ Ἀντίχριστος, ὅπως ὀρθά ἔχει παρατηρηθεῖ, «δέν θά εἶναι μία ἐνσάρκωση τοῦ διαβόλου, κατά τό πρότυπο τῆς ἐνσαρκώσεως τοῦ Χριστοῦ. Οἱ ἅγιοι Πατέρες, μάλιστα, διευκρινίζουν ὅτι δέν μπορεῖ ὁ ἀντίχριστος νά εἶναι ἐνσάρκωση τοῦ διαβόλου σέ ἕνα συγκεκριμένο ἀνθρώπινο πρόσωπο, διότι αὐτή καθεαυτή ἡ <ἐνσάρκωση> εἶναι μία διαδικασία ἀγάπης πρός τόν ἄνθρωπο… Ὁ ἀντίχριστος, ἑπομένως, δέν μπορεῖ να εἶναι ἐνσάρκωση τοῦ διαβόλου, διότι ὁ διάβολος δέν μπορεῖ νά ἀγαπήσει τον ἄνθρωπο, τοῦ ὁποίου μάλιστα εἶναι προαιώνιος ἀντίπαλος καί θανάσιμος ἐχθρός του»[9].

Τά Πατερικά κείμενα τῶν Ἁγίων μας, στοιχούμενα πρός τή Βιβλική Διδασκαλία, κάνουν λόγο καί αὐτά περί ἀνθρώπου – Ἀντιχρίστου. Θά εἶναι ἐκεῖνος ὁ μιαρός ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος θά ἔχει μέσα του ὅλη τή σατανική δύναμη καί ἐνέργεια. Ἡ Πατερική, διαχρονική συμφωνία, ὅπως τήν κωδικοποιεῖ τόν 8ο αἰῶνα ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, μαρτυρεῖ σαφέστατα, ὅτι ὁ ἐλευσόμενος τύραννος τῆς ἀνθρωπότητος στά ἔσχατα,  θά εἶναι ἄνθρωπος καί ὄχι ἰδέα, ἤ πνεῦμα, ἤ σύστημα. Πολλοί εἶναι οἱ ἀντίχριστοι πού θά ὑπάρξουν στήν ἱστορία σέ κάθε ἐποχή. Ὅμως, ἕνας θά εἶναι ὁ Ἀντίχριστος τῶν ἐσχάτων. «Ἰδιοτρόπως καί ἐξαιρέτως Ἀντίχριστος λέγεται ὁ ἐπί τῇ συντελείᾳ τοῦ αἰῶνος ἐρχόμενος», γράφει ὁ ἱερός Δαμασκηνός[10]. Καί δέν ἀμφιβάλλει γιά τήν ἔλευσή του, ἀλλά ρωμαλέα καί ἀποφαντικά γράφει: «Χρή γινώσκειν, ὅτι δεῖ τόν ἀντίχριστον ἐλθεῖν»[11].

Αἰῶνες πρίν τόν ἅγιο Δαμασκηνό, ὁ χρυσορρόας Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, στήν Ὁμιλία του στήν Β΄ πρός Θεσσαλονικεῖς Ἐπιστολή τοῦ Παύλου, διερωτᾶται καί ἀπαντᾶ διαυγῶς ἐπί τοῦ θέματος: «Τίς δέ οὗτός ἐστιν; ἄρα ὁ σατανᾶς; οὐδαμῶς. Ἀλλ᾿ ὡς ἄνθρωπός τις πᾶσαν αὐτοῦ δεχόμενος τήν ἐνέργειαν»[12].

Ὁ μιαρός Ἀντίχριστος θά προσπαθήσει νά μιμηθεῖ τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό καί θά ἀποτελέσει ἕνα κακέκτυπο μιμήσεως τοῦ Θεανθρώπου. Θά ἔρθει «ἐν σχήματι ἀνθρώπου», ὅπως ὁ Χριστός, ἀλλά θά γεννηθεῖ «ἐκ πορνείας», κατά τή μαρτυρία τῶν Ἁγίων[13].

Ἄς δοῦμε, ὅμως, κάποιους χαρακτηρισμούς, πού ἀποδίδονται ἀπό τούς Ἁγίους Πατέρες στό μιαρό πρόσωπο τοῦ Ἀντιχρίστου. Μέσα ἀπό αὐτούς ἀποδεικνύεται ἡ διαχρονική συμφωνία περί ἐλεύσεως τοῦ Ἀντιχρίστου ὡς ἀνθρώπου, στά ἔσχατα τοῦ ἑβδοματικοῦ χωροχρόνου. Ὁ Ἀντίχριστος, ὁ ὁποῖος ἤδη στά Βιβλικά κείμενα ἀποκαλεῖται ὡς τό «βδέλυγμα τῆς ἐρημώσεως»[14], ἀπό Ἁγίους Πατέρες ἀποκαλεῖται ὡς: «κοσμοπλανής»[15]«ἄνομος»«ἀποστάτης»,«φονεύς»«ληστής»«ἀνακεφαλαίωσις πάσης ἀδικίας καί παντός δόλου»[16], «θεομάχος»«παμμίαρος»«τύραννος»«μιαρός»[17]. Ὁ Μέγας Φώτιος, σέ Ὁμιλία του Εἰς τό κατά Ἰωάννην, ἀποκαλεῖ τόν Ἀντίχριστο «τρισάθλιον ἄνθρωπον» (ἄρα ἄνθρωπο)[18].

Β) ΛΟΓΟΙ ΕΛΕΥΣΕΩΣ ΤΟΥ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ

Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι οἱ Πατέρες ὁμιλοῦν καί γιά τούς λόγους, ἕνεκα τῶν  ὁποίων θά ἔρθει ὁ Ἀντιχριστος στά τέλη τῆς Ἱστορίας. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἐξηγεῖ γενικά σέ μία θαυμάσια Ὁμιλία του γιατί ὁ Θεός ἐπιτρέπει νά ὑπάρχουν αἱρέσεις, γιά ποιό λόγο ὑπάρχει ὁ Διάβολος καί οἱ πονηροί ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι ὑποσκελίζουν πολλούς. Μέσα σέ ὅλα αὐτά ἐντάσσει καί τό ζήτημα τῆς παραχωρήσει Θεοῦ ἐλεύσεως τοῦ Ἀντιχρίστου, θεωρῶντας το μᾶλλον ὡς κορυφαῖο γεγονός τῶν παραχωρουμένων κακῶν, μέ τή σχετική ἐρώτηση: «τίνος ἕνεκεν ὁ Ἀντίχριστος παραγίνεται». Τό παράθεμα ἐν προκειμένῳ εἶναι λίαν σημαντικό: «Εἰ δέ ζητοίης τίνος ἕνεκεν ταῦτα συνεχωρήθη (ἔχει παραχωρηθεῖ) καί μή τοῖς ἀρρήτοις τῶν οἰκονομιῶν αὐτοῦ λόγους παραχωροίης, ἀλλά ἐμελέτησας ἀεί πάντα περιεργάζεσθαι, ὁδῷ προβαίνων καί ἄλλα πολλά διαπορήσεις, οἷον, τίνος ἕνεκεν ἀφείθησαν αἱ αἱρέσεις, τίνος ἕνεκεν διάβολος… τίνος ἕνεκεν οἱ πονηροί τῶν ἀνθρώπων καί πολλούς ὑποσκελίζοντες· καί τό δή κεφάλαιον ἁπάντων τούτων, τίνος ἕνεκεν ὁ ἀντίχριστος παραγίνεται, ὁ τοσαύτην ἔχων δύναμιν πρός ἀπάτην»[19].

Στή συνέχεια ὁ ἱ. Χρυσόστομος διακρίνει δύο κατηγορίες λόγων/αἰτίων, ἕνεκα τῶν ὁποίων παραχωρεῖ ὁ Θεός τήν ἔλευση τοῦ «ἀνόμου» στόν κόσμο, κατά τή ζοφερά ἐποχή τῶν ἐσχάτων. Στήν πρώτη κατηγορία ἀνήκουν οἱ λόγοι ἐκεῖνοι, πού εἶναι φανεροί μόνο στόν Θεό, ὁ Ὁποῖος οἰκονομεῖ μέ διαφόρους τρόπους τά καθ᾿ ἡμᾶς. Αὐτοί οἱ λόγοι εἶναι οἱ περισσότεροι. Στή δεύτερη κατηγορία ἀνήκουν οἱ λόγοι, πού εἶναι γνωστοί καί σέ μᾶς τούς ἀνθρώπους[20]. Οἱ γνωστοί λόγοι ἐλεύσεως τοῦ Ἀντιχρίστου, κατά τόν ἱ. Χρυσόστομο εἶναι οἱ ἑξῆς, τούς ὁποίους ἀναφέρουμε ἐπιγραμματικά: Α) Ἡ πλήθυνση τῆς ἀνομίας καί ἀσεβείας τοῦ κόσμου, Β) Ἡ ἀνάδειξη τῆς ἀρετῆς τῶν δικαίων καί Γ) Ὁ ἔλεγχος τῆς μοχθηρίας τῶν Ἰουδαίων καί τοῦ Ἀντιχρίστου[21].

Σχετικά μέ τόν τρίτο λόγο θά σημειώσουμε, ὅτι ὁ Ἴδιος ὁ Θεάνθρωπος Κύριος ἀναφέρει τήν μελλοντική πίστη τῶν Ἰουδαίων στόν ἐλευσόμενο Ἀντίχριστο, ὡς ἀπόδειξη τῆς ἀγνωμοσύνης καί μισοθεΐας τῶν Θεοκτόνων. Τό ἀκοῦμε στήν Εὐαγγελική περικοπή τοῦ Ἰωάννου. Ἦλθα, λέγει ὁ Κύριος, ἐγώ, στό ὄνομα τοῦ Πατέρα μου καί δέν μέ δεχθήκατε. Ὅταν θά ἔρθει ἄλλος στό ὄνομα τοῦ ἑαυτοῦ του, αὐτόν θά τόν δεχθεῖτε. «Ἐγώ ἦλθον ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ Πατρός μου καί οὐ λαμβάνετέ με·ἐάν ἄλλος ἔλθῃ ἐν τῷ ὀνόματι τῷ ἰδίῳ, ἐκεῖνον λήψεσθε»[22]. Καί ἐρωτᾷ ἐπ᾿ αὐτοῦ ὁ Χρυσόστομος: «Ποῖον ἐννοεῖ δέ, ὅτι θά ἔλθῃ ἐξ᾿ ὀνόματος τοῦ ἑαυτοῦ του; Ἐδῶ ὑπαινίσσεται τόν Ἀντίχριστον καί παρουσιάζει ἀναμφισβήτητον ἀπόδειξιν τῆς ἀσεβείας των (Ἰουδαίων)»[23]. Πόσο σαφέστερα νά διατυπώσουν οἱ πεφωτισμένοι Πατέρες μας τήν ἀλήθεια τῶν Εὐαγγελικῶν λόγων!;

Τελικῶς, τό συμπέρασμα πού ἐξάγεται ἀβιάστως ἐκ τῶν ἀνωτέρω, εἶναι ὅτι Πρῶτος ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, τό ἀψευδές στόμα, ἐλέγχοντας τήν ἀγνωμοσύνη τῶν Ἰουδαίων, διεκήρυξε ὅτι θά ἔρθει στόν κόσμο ὡς ἄνθρωπος ὁ Ἀντίχριστος. Ἔπειτα οἱ Ἅγιοι συγγραφεῖς καί ἑρμηνευτές ἀνέπτυξαν καί διεσάφησαν τά Κυριακά, ἀλλά καί τά Ἀποστολικά λόγια, τά ἀφορῶντα στήν ἐμφάνιση τοῦ «υἱοῦ τῆς ἀπωλείας». Πρόκειται, ἑπομένως, γιά ζήτημα πίστεως, στό ὁποῖο ἰσχύει ἡ διαχρονική συμφωνία τῶν Πατέρων (τό λεγόμενο consensus patrum)[24], θέμα Δογματικό καί ὄχι θεολογούμενο, ἤ ἀμφιβαλλόμενο!

Γ) ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ ΤΟΥ ΕΛΕΥΣΟΜΕΝΟΥ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ ΩΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

Δυστυχῶς, πρέπει νά ὁμολογήσουμε, ὅτι στήν παροῦσα ἐποχή τῆς γενικευμένης Ἀποστασίας, παραθεωρεῖται ἡ ὀρθή Διδασκαλία, «καταπεφρόνηται τά τῶν Πατέρων δόγματα», ὅπως θά ἔλεγε ὁ Μ. Βασίλειος[25]. Καί ἀντί τούτων, εἰσάγονται διάφορες θεωρίες καί φιλοσοφίες, κατά τό δοκοῦν ἑρμηνεῖες, ἀρεστές πάντως στή «Νέα Ἐποχή»….

Κατά καιρούς, λοιπόν, διάφοροι θεολόγοι καί θεολογοῦντες, κληρικοί καί λαϊκοί ἀποφαίνονται λίαν σφαλερῶς, ὅτι ὁ Ἀντίχριστος δέν θά εἶναι ἄνθρωπος, ἀλλά ἰδέα, τό κακό, ἡ ἐξαπλωμένη ἁμαρτία στόν κόσμο κ.λπ. Τώρα πλέον βλέπουμε τίς ἀπόψεις αὐτές νά διατυπώνονται καί σέ Ἀκαδημαϊκό ἐπίπεδο. Συγκεκριμένα, στή νέα ἔκδοση τῆς Καινῆς Διαθήκης ἀπό τήν Ἀποστολική Διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὁ ἐπιμελητής τῆς ἀποδόσεως τοῦ κειμένου στή νεοελληνική, καθηγητής (ὁμότιμος) Χρ. Βούλγαρης προβαίνει σέ αὐθαίρετη ἑρμηνεία τῶν περί τοῦ Ἀντιχρίστου ἀπό την Β΄ Πρός Θεσσαλονικεῖς καί στό Γλωσσάριο πού παραθέτει στό τέλος μεταφράζει τό «Ἀντίχριστος» σέ «σατανᾶς». Γράφει συγκεκριμένα: «Ἀντίχριστος. Ὁ σατανᾶς, ὁ ὁποῖος στίς ἔσχατες ἡμέρες θά προηγηθεῖ τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ γιά νά παραπλανήσει τούς ἀνθρώπους»[26]. Ὅμως, ὁ σατανᾶς προηγεῖται καί τῆς Πρώτης Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ ὡς πνεῦμα ἀκάθαρτο ὑπάρχει καί δρᾶ αἰῶνες τώρα μέσα στήν Ἱστορία! Πόθεν, ἄραγε, ἀρύεται ὁ κ. καθηγητής αὐτές τίς ἑρμηνεῖες; Τό σημαντικό εἶναι ὅτι και μέσα στό κείμενο, κατά τήν ἀπόδοση στή νεοελληνική, λανθάνει ὁ ἐν λόγῳ καθηγητής. Στό δεύτερο Κεφάλαιο τῆς Β΄ πρός Θεσσαλονικεῖς Ἐπιστολῆς τοῦ ἀπ. Παύλου, στίχ. 3, τό πρωτότυπο κείμενο λέγει: «Μή τις ὑμᾶς ἐξαπατήσῃ κατά μηδένα τρόπον· ὅτι ἐάν μή ἔλθῃ ἡ ἀποστασία πρῶτον καί ἀποκαλυφθῇ ὁ ἄνθρωπος τῆς ἁμαρτίας, ὁ υἱός τῆς ἀπωλείας». Ὁ θεορρήμων Παῦλος ὁμιλεῖ σαφέστατα περί ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος θά ἀποκαλυφθεῖ, ἀφοῦ ἐπικρατήσει ἡ ἀποστασία στόν κόσμο.

Ὁ καθηγητής Χρ. Βούλγαρης, ὅμως, μεταφράζει τό «ἄνθρωπος» σέ «σατανᾶς». Γράφει στήν ἀπόδοση τοῦ κειμένου: «Προσέξτε νά μή σᾶς ξεγελάσει κανείς κατά κανένα τρόπο. Ἡ ἡμέρα τοῦ Χριστοῦ δέν θά ἔρθει, ἄν προηγουμένως δέν ἔρθει ἡ ἀποστασία καί δέν φανερωθεῖ ὁ ἄνθρωπος τῆς ἁμαρτίας, ὁ υἱός τῆς ἀπωλείας (ὁ σατανᾶς)»[27]. Ἄλλο ὅμως ἄνθρωπος, καί ἄλλο σατανᾶς. Πρός τί, ἄραγε, αὐτή ἡ αὐθαίρετη ἑρμηνεία; (Σέ ἀντίθεση μέ τήν ὀρθόδοξη ἑρμηνεία τοῦ Ν. Σωτηροπούλου, ὁ ὁποῖος στόν στίχ. 3 τοῦ ἐν λόγῳ Κεφαλαίου, γράφει: «ὁ ἄνθρωπος τῆς ἁμαρτίας, ὁ υἱός τῆς ἀπωλείας (ὁ Ἀντίχριστος)»[28].

Ἐπιπλέον, ἡ παροῦσα θέση τοῦ καθηγητοῦ ἔρχεται σέ ἀντίφαση μέ τήν (ὀρθή) ἑρμηνεία του στόν στίχ. 9 τοῦ ἰδίου Κεφαλαίου. Τό πρωτότυπο κείμενο ἔχει ὡς ἑξῆς: «Οὗ ἐστιν ἡ παρουσία κατ᾿ ἐνέργειαν τοῦ σατανᾶ ἐν πάσῃ δυνάμει καί σημείοις καί τέρασι ψεύδους». Ἡ ἀπόδοση τοῦ καθηγητοῦ εἶναι ἡ ἑξῆς: «Ἡ ἔλευση τοῦ ἀνόμου θά συντελεστεῖ μέ τήν ἐνέργεια τοῦ σατανᾶ μέ ὅλη τή δύναμη καί μέ ψευδῆ σημεῖα καί τέρατα»[29]. Ἡ ἀπόδοση αὐτή εἶναι ὀρθή, ἀλλά ἐκθέτει τόν καθηγητή, διότι στά προλεχθέντα ἑρμηνεύει τόν «ἄνθρωπο» καί «ἄνομο» τῆς Β΄ πρός Θεσσαλονικεῖς ὡς τόν «σατανᾶ», ἐνῶ ἐδῶ λέγει ὅτι ἡ ἔλευση τοῦ ἀνόμου θά συντελεστεῖ μέ τή δύναμη τοῦ σατανᾶ. Πῶς, ὅμως, ὁ σατανᾶς θά ἔχει ὡς σύμμαχό του τόν… ἑαυτό του; Εἶναι καταφανής ἡ ἀντίφαση. Τό συμπέρασμα πού ἀβιάστως ἐξάγεται εἶναι ὅτι ὁ ἐλευσόμενος «ἄνομος», σύμφωνα μέ τά Βιβλικά καί Πατερικά κείμενα θά εἶναι ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος θά ἔχει τή δύναμη καί ἐνέργεια τοῦ σατανᾶ καί θά στηριχθεῖ ἀπό αὐτόν μέ ψευδῆ σημεῖα καί τέρατα. Διαφορετικά, οὔτε κἄν στοιχειώδης λογική δέν μπορεῖ νά δεχθεῖ ἔλευση σατανᾶ, μέ τήν ἐνέργεια καί βοήθεια τοῦ σατανᾶ!…

Εἶναι, ὅμως, ἀπορίας ἄξιον τό γεγονός, ὅτι ἡ Ἀποστολική Διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἀφενός μέν ἐκδίδει τήν πολύ ἀξιόλογη μελέτη τοῦ Μητροπολίτου Ἀχελώου Εὐθυμίου Στυλίου, μέ τίτλο: Τό μυστήριο τῆς 8ης ἡμέρας, ὅπου ὁ συγγραφεύς κάνει εἰδική ἀναφορά στό ζήτημα τῆς ἐλεύσεως τοῦ Ἀντιχρίστου καί μέ ἀδιάσειστα ἐπιχειρήματα ἀποδεικνύει ὅτι αὐτός θά εἶναι ἄνθρωπος, ἀφετέρου δέ, ἐκδίδει τήν Καινή Διαθήκη μέ νεοελληνική ἀπόδοση τοῦ κειμένου ἀπό τόν καθηγητή Χρ. Βούλγαρη, ὁ ὁποῖος γράφει σαφῶς ὅτι ὁ ἐλευσόμενος Ἀντίχριστος θά εἶναι, ὄχι ἄνθρωπος, ἀλλά πνεῦμα, δηλ. ὁ διάβολος!

Τήν ἀντορθόδοξη θεωρία περί Ἀντιχρίστου ὡς τοῦ σατανᾶ, ἤ ἰδέας, ἤ συστήματος, ἤ ὡς τῆς ἀποστασίας γενικά ἔχουν ἐγκολπωθεῖ καί ἄλλοι καθηγητές Ἀκαδημαϊκοί, ὅπως λ.χ. ὁ Γ. Πατρῶνος. Ὁ συγκεκεριμένος καθηγητής, στό βιβλίο του Θεολογία καί ὀρθόδοξο βίωμα, ἀφοῦ προβαίνει σέ δικές του ἑρμηνεῖες, μή ἐρειδόμενες στήν Πατερική Παράδοση, γράφει ὅτι «ἡ λέξη ἀντίχριστος εἶναι ἕνας τεχνικός ὅρος, πού φανερώνει τό καταστροφικό ἔργο τοῦ δαίμονα, ἕνα φριχτό ἔργο ἀνομίας, ἀπάτης, ἐρημώσεως και ἀπωλείας»[30].

Βλέπουμε δυστυχῶς στίς ἡμέρες μας τή θεολογική αὐθαιρεσία νά ἐπιπολάζει. Βλέπουμε νά διαδίδονται ἀπόψεις καί ἑρμηνεῖες περί τά ἐσχατολογικά (ὅπως καί σέ ἄλλα σοβαρά θεολογικά ζητήματα), οἱ ὁποῖες δέν συνάδουν μέ τήν ὀρθόδοξη Θεολογία καί Παράδοση, ἀλλά μέ τίς διάφορες ἀκαδημαϊκές εἰκοτολογίες, πού κάποιοι Ἕλληνες καθηγητές διδάχθηκαν στά Πανεπιστήμια τῆς Δύσεως καί κατόπιν τίς μετέφεραν στίς ἐνταῦθα Σχολές μέσῳ τῶν κειμένων καί μελετῶν τους. Ὅμως, ὀφείλουμε οἱ Ὀρθόδοξοι νά μήν εὑρεσιολογοῦμε, ἀλλά νά στηριζόμαστε στίς Ἅγιες Γραφές, σύμφωνα βεβαίως μέ τήν Πατερική ἑρμηνεία καί κατανόησή τους, ὅπως μᾶς λέγει ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων. «Ταῦτα δέ διδάσκομεν οὐχ εὑρεσιολογοῦντες, ἀλλ᾿ ἐκ τῶν θείων ἐκκλησιαζομένων Γραφῶν…»[31].

Δ) ΧΙΛΙΑΣΤΙΚΗ ΠΛΑΝΗ ΠΕΡΙ ΜΗ ΕΛΕΥΣΕΩΣ ΤΟΥ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ

ΩΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

Εἶναι σημαντικό, γιά τό θέμα πού ἐξετάζουμε, νά τονισθεῖ ὄτι ἡ ἀμφισβήτηση τοῦ Ἀντιχρίστου ὡς ἀνθρώπου ἀποτελεῖ ἐσχατολογικό δόγμα τῶν Χιλιαστῶν – (ψευδο)μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ.

Ὁ φιλόλογος καί ἀντιαιρετικός συγγραφεύς, Θεόδωρος Ζιώγας, στό βιβλίο του μέ τίτλο: «Μετάφραση Νέου κόσμου» – Ἡ Διαστρεβλωμένη «Ἁγία Γραφή» τῶν «Μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ» (Ἀθήνα 2010), παρέχει ἀρκετά στοιχεῖα περί τοῦ θέματος, ἐκ τῶν ὁποίων ἀρυόμαστε ἕνα σημαντικό, δηλωτικό τῆς πλάνης καί διαστροφῆς τῶν Ἰεχωβιτῶν. Παραθέτουμε ἀπό τό βιβλίο τοῦ ἐν λόγῳ συγγραφέως τά ἀκόλουθα:

«Ἰωάν. Ε΄, 43. Ἐκκλ. Κείμενο. «Ἐγώ ἦλθον ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ Πατρός μου καί οὐ λαμβάνετέ με· ἐάν ἄλλος ἔλθῃ ἐν τῷ ὀνόματι τῷ ἰδίῳ, ἐκεῖνον λήψεσθε». Ὁ Ἰησοῦς ἀπευθύνεται στούς Ἰουδαίους, στίχ. 17-42, καί τούς ἀποκαλύπτει ὕψιστες ἀλήθειες γιά τό Πρόσωπό του καί τή σχέση του μέ τόν Θεό Πατέρα. Στό στίχ. 43 τούς λέγει. Ἐγώ ἦρθα στό ὄνομα τοῦ Πατέρα μου καί δέν μέ δέχεσθε… Ὁ Ἰησοῦς ἀποκαλύπτει-προφητεύει γιά τήν ἔλευση τοῦ μεγάλου Ἀντιχρίστου. Ὁ Ἀντίχριστος θά ἔρθει ὡς Μεσσίας-Χριστός, μέ ἑωσφορικό ἐγωϊσμό καί θ᾿ ἀνακηρυχθεῖ Θεός. Β΄ Θεσ. Β΄4-6, Α΄ Ἰωάν. Β΄18, Ἀποκ. ΙΓ΄Κεφάλαιο. Βλ. κείμενο. Τό «ἐάν» στήν ἀρχή τοῦ στίχ. 43 ἔχει τήν ἔννοια τοῦ «ὅταν». Αὐτό εὔκολα γίνεται κατανοητό ἀπό τή συνέχεια τοῦ λόγου, ἀφοῦ ὁ Ἰησοῦς χρησιμοποιεῖ χρόνο μέλλοντα, «λήψεσθε», θά τόν δεχθεῖτε… Οἱ Ἑβραῖοι μετά τήν ἐπανίδρυση τοῦ κράτους τοῦ Ἰσραήλ καί τήν ἐπανάκτηση τῆς Ἱερουσαλήμ, ἐναγώνια προσδοκοῦν τήν ἔλευση τοῦ «Μεσσία» τους, τοῦ Ἀντιχρίστου δηλαδή. Ἰωάν. 5: 43. Ἡ «Σκοπιά» μετέφρασε στή ΜΝΚ, σελ. 1328, ὡς ἑξῆς: «Ἐγώ ἔχω ἔρθει στό ὄνομα τοῦ Πατέρα μου, ἀλλά δέν μέ δέχεστε· ἄν κάποιος ἄλλος ἐρχόταν ἐξ᾿ ὀνόματος τοῦ ἑαυτοῦ του, ἐκεῖνον θά τόν δεχόσασταν». Ἡ «Σκοπιά» μετέφρασε τό «ἐάν» τοῦ κειμένου ὡς «ἄν». Στή συνέχεια διέστρεψαν τό νόημα τῶν λόγων τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μετέφρασαν τό ρῆμα τοῦ κειμένου «ἔλθῃ» ἀπό ἀόριστο χρόνο σέ χρόνο παρατατικό «ἐρχόταν» καί τό ρῆμα τοῦ κειμένου «λήψεσθε» ἀπό μέλλοντα σέ χρόνο παρατατικό, θά τόν «δεχόσασταν»… Μέ τήν ἀλλαγή τῶν χρόνων τῶν δύο ρημάτων ἀλλοιώνεται τελείως τό νόημα τοῦ ἐδαφίου. Σύμφωνα μέ τό κείμενο, ὁ Ἰησοῦς σαφέστατα προφητεύει τήν μελλοντική ἔλευση τοῦ Ἀντιχρίστου καί τήν ἀποδοχή του ἀπό τούς Ἰουδαίους. Τό νόημα στή ΜΝΚ εἶναι ὅτι ὁ Ἰησοῦς μίλησε καθαρά ὑποθετικά γιά ἔλευση ἄλλου Μεσσία. Ὁ ἀναγνώστης-ὀπαδός-θῦμα τῆς «Σκοπιά», ὅταν διαβάζει τό ἐδάφιο, ὅπως εἶναι στή ΜΝΚ, παραπλανᾶται καί ὁδηγεῖται στήν ἑρμηνεία ὅτι δέν θά ἔρθει ὁ Ἀντίχριστος ὡς πρόσωπο! Οἱ «ἅγιοι» τῆς «Σκοπιά» μέ τήν ἀνωτέρω διαστροφή «προσάρμοσαν» καί αὐτό τό ἐδάφιο στήν πλάνη-κακοδοξία τους ὅτι δέν θά ἔρθει ὁ Ἀντίχριστος ὡς πρόσωπο, ἀλλά εἶναι τό Θρησκευτικό-πολιτικό καί οἰκονομικό σύστημα»[32].

Ἰδού λοιπόν, ἔχουμε καί ταύτιση τῶν σημερινῶν θεωριῶν μέ τήν πλάνη τῶν (ψευδο)μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ, ὅτι ὁ Ἀντίχριστος δέν θά εἶναι ἄνθρωπος.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Η ΕΝΑΣΧΟΛΗΣΗ ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΜΕ ΤΑ ΠΕΡΙ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ

Μέ τήν εὐκαιρία τῆς ἀναφορᾶς στό ζήτημα τοῦ ἐλευσομένου «ἀνόμου» ὡς ἀνθρώπου, μπορεῖ νά παρασχεθεῖ μία σύντομη ἀπάντηση σέ κάποιες ἄλλες θεωρίες (μᾶλλον ἀμπελοφιλοσοφίες) πού κυκλοφοροῦνται κατά καιρούς, περί τοῦ ὅτι δῆθεν οἱ Ἅγιοι Πατέρες δέν ἀσχολήθηκαν μέ τό ζήτημα τοῦ Ἀντιχρίστου, ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι ἀσχολοῦνται μόνο μέ τόν Χριστό κ.ἄ. παρόμοια.

Ἀποστομωτική στίς ἀνωτέρω θεωρίες εἶναι ἡ ΙΕ΄ Μυσταγωγική Κατήχηση τοῦ ἁγίου Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, ὁ ὁποῖος, ὡς Ἅγιος Πατήρ, ἠσχολεῖτο μέ τά τοῦ Χριστοῦ, πολύ περισσότερο ἀπό ὅσο οἱ σημερινοί εὑρεσιολόγοι. Ἀσχολήθηκε ὅμως καί μέ τά περί τοῦ Ἀντιχρίστου.

Ἐκτός ἀπό τόν ἅγιο Κύριλλο Ἱεροσολύμων, ἕνας ἱκανός ἀριθμός Ἁγίων Πατέρων, ἀσχολήθηκαν μέ τό ζήτημα τοῦ Ἀντιχρίστου καί ἐνδεικτικά ἀναφέρουμε τούς Ἁγίους: Ἱππόλυτο Ρώμης, Ἀνδρέα Καισαρείας, Ἀρέθα Καισαρείας, Αὐγουστῖνο Ἱππῶνος, Ἱερώνυμο, Εἰρηναῖο Λουγδούνου, Ἐφραίμ τόν Σύρο, Οἰκουμένιο, Νεόφυτο πρεσβύτερο, Ἰωάννη Δαμασκηνό, Μ. Φώτιο, Νικόδημο Ἁγιορείτη, Κοσμᾶ Αἰτωλό. Ὅλοι αὐτοί συνέγραψαν, ἑρμήνευσαν, διεσάφησαν ἀρκετά περί τῆς ἐλεύσεως τοῦ ἀνόμου, τοῦ «υἱοῦ τῆς ἀπωλείας», ὁ δέ μνημονευόμενος μεγάλος Δογματολόγος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, συγκεφαλαιώνοντας στήν ἐποχή του, ὅπως ἐλέχθη, ὅλη τήν πρό αὐτοῦ ἁγιοπατερική Παράδοση στό κλασικό ἔργο του Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, καταγράφει πεφωτισμένα τά περί τοῦ θέματος τοῦ Ἀντιχρίστου, τήν ὁποία καταγραφή ἀποδέχεται ἡ Ἐκκλησία ὡς θέσφατη καί ἀσφαλῆ.

Καί ἐμεῖς, ἄν θέλουμε νά εἴμαστε «ἑπόμενοι τοῖς Ἁγίοις Πατράσι», θά πρέπει νά μιμούμαστε καί τήν πορεία τους. Ἐν προκειμένῳ, ἐννοεῖται πώς ἀσχολούμαστε μέ τά τοῦ Χριστοῦ, πού ἔχουν σωτηριολογική σημασία γιά ὅλους μας καί δέν τά ἀντικαθιστοῦμε μέ τά τοῦ Ἀντιχρίστου. Ὅμως, ἄν ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανός δέν ἀσχολεῖται (μετρίως καί ὑγιῶς) καί δέν ἐνημερώνεται ἐπαρκῶς καί περί τῶν ἐσχατολογικῶν ζητημάτων, πῶς θά διαγνώσει πλάνες καί κακοδοξίες, πού κυκλοφοροῦνται στό χῶρο τῆς Ὀρθοδοξίας καί πῶς θά διακρίνει τό ἀληθές ἀπό τό ψευδές, ὅταν τό καλέσει τό καιρός;

Σφάλλουν, ἐν προκειμένῳ, ὅσοι κληρικοί παντός βαθμοῦ διακηρύσσουν ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι δέν θά πρέπει νά «καταγινόμαστε» μέ τά τοῦ Ἀντιχρίστου. Σφάλλουν, διότι κατά τόν ἱερό Χρυσόστομο, «χρή καί τά τῶν ἐχθρῶν εἰδέναι». Ὁμιλῶντας ὁ Ἅγιος Ἱεράρχης κάποτε ἐκτεταμένα στό ποίμνιό του σχετικά μέ τόν διάβολο, ἐπισήμανε ὅτι δέν εἶναι μέν τοῦτο εὐχάριστο, ἀλλά εἶναι ἀπαραίτητο νά ἀσχολούμαστε καί μέ τόν ἐχθρό, διότι εἶναι ἀσφαλές νά γνωρίζουμε σαφῶς τά πράγματα, τίς τέχνες καί τίς μεθοδεῖες του. «Ποιοῦμεν δέ τοῦτο, οὐκ ἐπειδή ἡδύς ἡμῖν ὁ περί τοῦ διαβόλου λόγος, ἀλλ᾿ ἐπειδή ἀσφαλής ἡμῖν ἡ περί τούτου διδασκαλία· ἐχθρός γάρ ἐστι καί πολέμιος· μεγάλη δέ ἀσφάλεια τά τῶν ἐχθρῶν εἰδέναι σαφῶς»[33].

Κατά ταῦτα, ὀφείλουμε νά γνωρίζουμε καί τά ἐσχατολογικά, ὥστε νά εἴμεθα πάντοτε ἕτοιμοι γιά ὅλα, ὅταν τό καλέσει ὁ καιρός.

Τέλος, ἀξίζει νά παρουσιάσουμε τήν πολύ σπουδαία προτροπή τοῦ προαναφερομένου ἁγίου Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, πού τεκμηριώνει τά ἀνωτέρω πειστικότατα. Ὁ Ἅγιος, στίς περίφημες Κατηχήσεις του, ἐπισημαίνοντας τήν ἀνάγκη γνώσεως τῶν σημείων τῆς συντελείας ἀπό πλευρᾶς τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, γράφει: «Βλέπε τοίνυν σεαυτόν, ἄνθρωπε καί ἀσφαλίζουν τήν ψυχήν. Διαμαρτύρεταί σου ἡ Ἐκκλησία (σέ διαβεβαιώνει ἡ Ἐκκλησία) νῦν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, προδιαλέγεταί σοι τά περί τοῦ Ἀντιχρίστου πρίν παραγενέσθαι. Καί εἴτε ἐπί σοῦ γίνεται οὐκ οἴδαμεν, εἴτε μετά σέ γίνεται οὐκ οἴδαμεν. Καλόν δέ ἐστι ταῦτα εἰδότα σε προασφαλίσασθαι»[34].

Συνεπῶς, οὔτε ἀσχολούμαστε ἡμερονυκτίως μέ τόν Ἀντίχριστο, ἀλλά οὔτε παραθωροῦμε αὐτή τή σημαντική πτυχή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐσχατολογίας, πού ἐμφαίνει τά πρό τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Κυρίου «σημεῖα τοῦ τέλους», ὅπως ὁρίζονται ἀπό τήν Ἁγιογραφική καί Ἁγιοπατερική Παράδοσή μας. Τό πότε θα ἔρθει ὁ Ἀντίχριστος δέν γνωρίζουμε. Μήν τολμήσεις ἄνθρωπε νά ἀποφανθεῖς πότε θά γίνουν ὅλα αὐτά, συμβουλεύει πάλι ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων, ἀλλά οὔτε πάλι νά κοιμηθεῖς, δηλ. νά ἐπαναπαυθεῖς! «Καί μή τολμήσῃς ἀποφήνασθαι τό πότε ταῦτα γίνεται. Μήτε πάλιν ὑπτίως κοιμηθῇς»[35].

Ὁ πιστός εἶναι πάντοτε ἕτοιμος, ἀναμένοντας τήν προσδοκωμένη Ὀγδόη, μεταϊστορική καί μεταχρονική Ἡμέρα…

ΙΟΥΛΙΟΣ 2022


[1]Ἰω. Ε΄ 43, Β΄ Θεσ. Β΄ 4-6, Α΄ Ἰω. Β΄ 18, Ἀπ. ΙΓ΄ Κεφ.

[2]Βικεντίου Λειρίνου, Commonitorium 2, P.L. 50, 640.

[3]Τό 2017 εἴχαμε ἐκπονήσει μία σχετική μελέτη με τίτλο: Ψηλαφώντας τήν Ὀρθόδοξη Ἐσχατολογία (ἐκδ. Ἑπτάλοφος, σελ. 312), ὅπου κατατίθεται ἡ Ὀρθόδοξη Δογματική Διδασκαλία περί τῶν Ἐσχάτων. Ἐκεῖ ὑπάρχει ἀρκετό ὑλικό γύρω ἀπό τό ζήτημα τοῦ Ἀντιχρίστου.

[4]Τό 2013 ἔχει κυκλοφορηθεῖ καί εἰδική μελέτη – Διδ. Δατριβή ἀπό τόν Β. Ταμιωλάκη μέ θέμα: Ἡ Διδασκαλία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας γιά τόν Ἀντίχριστο. Θεωροῦμε ὅτι ἡ ἐν λόγῳ Διατριβή εἶναι πληρέστατη καί διεξοδικώτατη, μέ ἕνα μεγάλο πλῆθος παραπομπῶν στούς Ἁγίους Πατέρες καί ἑρμηνευτές τοῦ Βιβλίου τῆς Ἀποκαλύψεως, ἀλλά καί τῶν Ἀποστολικῶν κειμένων, γύρω ἀπό τό ζήτημα τοῦ ἐλευσομένου Ἀντιχρίστου.

[5]Ἀπ. ΙΓ, 17.

[6]Γέν. Ε΄, 21-24 σέ συνδυσμό Ἑβρ. ΙΑ΄, 5, Β΄ Βασιλέων Β΄, 1, 11-12 (Ἑβρ.), Δ΄ Βασιλειῶν Β΄, 1, 11-12 (Ο΄), Μαλ. Δ΄, 5-6, Μτθ. ΙΖ΄, 11, Μρκ. Θ΄, 11, Ἀποκ. ΙΑ΄ 3-13.

[7]Α΄ Ἰω., Β, 18.

[8]Β΄ Θεσ. Β΄, 3-4.

[9]Μητροπολ. Ἀχελώου Εὐθυμίου Στυλίου, Τό μυστήριο τῆς 8ης ἡμέρας, Ὀρθόδοξη Χριστιανική Ἐσχατολογία, ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 2015, σελ. 112-113.

[10]Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, Περί Ἀντιχρίστου, Ἔκδοσις ἀκριβής…, σελ. 440.

[11]ὅ.π.

[12]Δογματική Π. Τρεμπέλα, Τόμ. Γ΄, σελ. 447, Μητρ. Εὐ. Στυλίου, ὅ.π. Τό μυστήριο τῆς 8ης ἡμέρας, σελ. 233.

[13]Ἰω. Δαμασκηνοῦ, Περί Ἀντιχρίστου, βλ. Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, Εἰσαγωγή, Μετάφραση, Σχόλια Ν. Ματσούκα, ἐκδ. Πουρναρᾶ Θεσσαλονίκη, 1989, σελ. 442: «…ἀλλ᾿ ἄνθρωπος ἐκ πορνείας τίκτεται».

[14]Δαν. 9, 27, Μτθ. 24, 15 καί τά παράλληλα αὐτοῦ. Βλ. Β. Ταμιωλάκη, Ἡ Διδασκαλία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας γιά τόν Ἀντίχριστο (Διδ. Διατριβή), Θεσσαλονίκη 2012, σελ. 334.

[15]Διδαχή τῶν Δώδεκα Ἀποστόλων, XVI4.

[16]Οἱ παρόντες χαρακτηρισμοί ἀποδίδονται ἀπό τόν ἅγιο Εἰρηναῖο στό ἔργο του, Ἔλεγχος…, βλ. παραπομπές στήν ἀνωτέρω Διατριβή, σελ. 334-335.

[17]Οἱ ἀνωτέρω χαρακτηρισμοί τοῦ Ἀντιχρίστου εἶναι τοῦ Ὁσίου Ἐφραίμ τοῦ Σύρου ἀπό τόν γνωστό Λόγο του, Εἰς τήν Παρουσίαν τοῦ Κυρίου, καί περί συντελείας τοῦ κόσμου, καί εἰς τήν παρουσίαν τοῦ Ἀντιχρίστου, βλ. Ἅπαντα Ἐφραίμ τοῦ Σύρου, ἐκδ. «Τό περιβόλι τῆς Παναγίας», Θεσσαλονίκη 1992, τόμ. Δ΄, Ὅ.π. Β. Ταμιωλάκη μνημ. ἔργ., σελ. 335-336.

[18]ὅ.π.

[19]Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Πρός τούς σκανδαλισθέντας, ΙΒ΄, PG 52, 508, ΕΠΕ 33, σελ. 570.

[20]Ὅ.π. ΕΠΕ 33, 570: «Εἰ δέ καί λόγον τινά ἐπιζητεῖς μαθεῖν, ἄκουε τόν ἡμῖν γνώριμον. Εἰσί μεν γάρ καί ἕτεροι πολλοί τῷ διαφόρως καί ποικίλως τά καθ᾿ ἡμᾶς πάντα οἰκονομοῦντι δῆλοι· ὅν δέ ἡμεῖς ἴσμεν οὗτός ἐστι τέως».

[21]Βλ. Β. Ταμιωλάκη, Ἡ Διδασκαλία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας γιά τόν Ἀντίχριστο, σσ. 133-135.

[22]Ἰω. 5, 43.

[23]Ἰω. Χρυσοστόμου, Εἰς τό Κατά Ἰωάννην, Ὁμιλία ΜΑ΄, ΕΠΕ 13, 477 (μτφρ.).

[24]Πρέπει ἐδῶ νά σημειώσουμε, ὅτι στά κύρια θεολογικά ζητήματα ὐπάρχει συμφωνία στούς Ἁγίους Πατέρες, τούς «ἐξ᾿ ἑνός καί τοῦ αὐτοῦ Πνεύματος αὐγασθέντας», ἐνῶ σέ ἐπιμέρους, δευτερεύοντα θέματα ἐκφράζεται ἀπό μέρους των μία ἐλεύθερη, θά λέγαμε, προσωπική γνώμη.

[25]Βλ. Ἐπιστολή 90, ΕΠΕ 2, σελ. 20.

[26]Ἡ Καινή Διαθήκη, ἐκδ.Ἀποστολική Διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Τό πρωτότυπο κείμενο κατά τήν ἔκδοση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, μέ νεοελληνική ἀπόδοση ὑπό τοῦ Χρήστου Βούλγαρη, Ἄρχοντος Διδασκάλου τοῦ Εὐαγγελίου, Ὁμοτίμου καθηγητοῦ καί τ. Κοσμήτορος τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, σελ. 1334.

[27]ὅ.π. Ἡ Καινή Διαθήκη, ἀπόδοση στή νεολληνική ὑπό Χρ. Βούλγαρη, σελ. 1057.

[28]Βλ. Ἡ Καινή Διαθήκη μέ μετάφραση Ν. Σωτηροπούλου, θεολόγου-φιλολόγου, Ἀθήνα 2012, σελ. 929.

[29]ὅ. π. σελ. 1059.

[30]Βλ. Γ. Πατρώνου, Θεολογία καί ὀρθόδοξο βίωμα, ἐκδ. Δόμος, Ἀθήνα 1994, σελ. 174.

[31]Κατήχησις ΙΕ΄, ΙΓ΄, ΕΠΕ 2, 138-139.

[32]Θ. Ζιώγα, «Μετάφραση Νέου κόσμου» – Ἡ Διαστρεβλωμένη «Ἁγία Γραφή» τῶν «Μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ» (Ἀθήνα 2010), σελ. 327-328.

[33]ΕΠΕ 31, 76.

[34]Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Κατήχησις ΙΕ, ΙΗ΄, PG 896 καί ΕΠΕ 2, 146. Βλ. Β. Ταμιωλάκη, Ἡ Διδασκαλία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκλησίας γιά τόν Ἀντίχριστο, Συμβολή στήν Ὀρθόδοξη Ἐσχατολογία, Θεσσαλονίκη 2012, σελ. 160.

[35] Κατήχησις ΙΕ΄, Δ΄, PG 33, 876, ΕΠΕ 2, 126.

Πέμπτη 11 Αυγούστου 2022

ΠΕΡΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΦΡΟΝΗΣΕΩΣ ΚΑΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΣ (τοῦ Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ.Κλήμεντος)



Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς ἀπευθυνόμενος στοὺς Γραμματεῖς καὶ Φαρισαίους τῆς ἐποχῆς του, στοὺς «ὁδηγοὺς» τοῦ λαοῦ, οἱ ὁποῖοι ἔδιναν σημασία σὲ ἐπουσιώδεις διατάξεις τοῦ Νόμου καὶ παρέβλεπαν τὰ κύρια σημεῖα του, ἔψεξε αὐτοὺς δεόντως:

«Οὐαὶ ὑμῖν γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι ἀποδεκατοῦτε τὸ ἡδύοσμον καὶ τὸ ἄνιθον καὶ τὸ κύμινον, καὶ ἀφήκατε τὰ βαρύτερα τοῦ νόμου, τὴν κρίσιν (δικαιοσύνη) καὶ τὸ ἔλεον (εὐσπλαγχνία/ἀγάπη) καὶ τὴν πίστιν· ταῦτα ἔδει ποιῆσαι, κἀκεῖνα μὴ ἀφιέναι» (Ματθ. κγ΄ 23).

Οἱ ἄνθρωποι στὴν μεταπτωτικὴ κατάστασή τους εἶναι ψυχικὰ διασπασμένοι καὶ συνήθως στεροῦνται ὀρθότητος στὶς κρίσεις τους, καθαρότητος καὶ ἀγάπης. Γι’ αὐτὸ καὶ στὰ ἀνθρώπινα δεδομένα ἡ δικαιοσύνη καὶ ἡ ἀγάπη (τὸ ἔλεος) συνήθως ἀλληλο-αποκλείονται. Ἀντίθετα, στὴν θεία τάξη πραγμάτων, στὸν Νόμο τοῦ Θεοῦ, ὅπου δικαιοσύνη καὶ ἀγάπη νοοῦνται σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα καὶ τὴν σοφία τοῦ Θεοῦ, αὐτὲς παραμένουν συνενωμένες μὲ θαυμαστὸ τρόπο: «Ἔλεος καὶ κρίσιν ἄσομαί σοι, Κύριε, ψαλῶ καὶ συνήσω ἐν ὁδῷ ἀμώμῳ (θὰ κατανοήσω τὴν ἄμεμπτη ὁδό σου)» (Ψαλμ. ρ΄ 1-2).

Ἡ θεμελιώδης ἀρετὴ τῆς πίστεως διδάσκει στὸν ἄνθρωπο τὴν ζωὴ σύμφωνα μὲ τὶς θεῖες ἐντολὲς καὶ ὄχι σύμφωνα μὲ τὴν μεταπτωτικὴ λογική. Ἡ τήρηση τῶν θείων ἐντολῶν ἀπαλλάσσει τὸν πιστὸ ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν κυριαρχία τῶν παθῶν, καὶ τὸν ὁδηγεῖ στὴν εἰρήνη τῆς ψυχῆς καὶ στὴν ἀπόκτηση τῆς θείας Χάριτος. Σὲ αὐτὴ τὴν εὐλογημένη κατάσταση ὁ ἄνθρωπος δὲν διαταράσσεται εὔκολα ἀπὸ τὴν μανιώδη ὀργὴ ἤ ἀπὸ τὶς ἐφάμαρτες ἐπιθυμίες. Βαδίζοντας ἐν Χάριτι, λαμβάνει τὴν θεία δωρεὰ τῆς πνευματικῆς φρονήσεως.

Ἀντίθετα, ὅποιος ὑποδουλώνεται στὰ πάθη, δὲν ἐπιδέχεται τὴν θεία φρόνηση καὶ ξεφεύγει εὔκολα ἀπὸ τὴν ὄντως δικαιοσύνη πρὸς τὸ μέρος τοῦ θυμοῦ καὶ γενικὰ τῶν ἐφαμάρτων ἐπιθυμιῶν. Παραπλανᾶται ἀπὸ τὸ ψεῦδος τῆς κενοδοξίας καὶ τὶς ὑπερβολὲς τῆς ὑψηλοφροσύνης καὶ τῆς ὑπερηφανείας, ρέπει πρὸς τὴν σαρκικὴ ἱκανοποίηση, ἐξαπατᾶται ἀπὸ τὴν πλεονεξία καὶ τὴν φιλοχρηματία καὶ περιπίπτει στὴν λύπη καὶ τὴν ἀκηδία.

Ἡ ἐπάνοδος τοῦ ἀνθρώπου στὴν θεία ὁδὸ ἐπιτυγχάνεται μὲ τὴν συνεχῆ μελέτη τῶν θείων Γραφῶν καὶ μάλιστα τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ἡ ψυχὴ καθαίρεται καὶ φωτίζεται, ὁ δὲ ἄνθρωπος γνωρίζει καλῶς τὸν ἑαυτό του, καὶ συνακόλουθα ἀποκτᾶ ὀρθὴ θεώρηση καὶ τῶν ἄλλων ἀνθρώπων καὶ τῆς ἀνθρωπότητος γενικά.

Ὁ Θεάνθρωπος Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ἦταν, εἶναι καὶ θὰ εἶναι τὸ παντοτινὸ τέλειο ὑπόδειγμα συνδυασμοῦ δικαιοσύνης καὶ ἐλέους/εὐσπλαγχνίας. Τὸ αὐτὸ συνέβη μὲ τοὺς Ἁγίους Μαθητὲς καὶ Ἀποστόλους Του μετὰ τὴν Πεντηκοστή, ὅπως καὶ μὲ ὅλους τοὺς Ἁγίους στὴν δισχιλιετῆ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας.

Ὅσοι πιστοὶ βαδίζουν μὲ αὐτὰ τὰ πρότυπα, διατελοῦν σὲ ἀσφάλεια καὶ καλὴ ἐλπίδα προόδου καὶ πνευματικῆς αὐξήσεως. Ἄν ὅμως γιὰ ὁποιονδήποτε λόγο μετριάσουν καὶ ἐλαττώσουν τὸν πνευματικὸ ἀγῶνα καὶ στραφοῦν καὶ πάλι στὴν ἱκανοποίηση τῶν παθῶν, καὶ δὴ τοῦ θυμοῦ καὶ τῆς ἐπιθυμίας, τότε διαταράσσεται ἐντός τους ἡ εὐλογημένη κατάσταση εἰρήνης καὶ φρονήσεως· ἡ ὀρθὴ κρίση περιορίζεται καὶ ὁ πνευματικὸς τρόπος σκέψεως ἀτονεῖ καὶ ὑποχωρεῖ.

Ἡ μετάνοια καὶ ἡ σταθερὴ καὶ ἀμετάτρεπτη ἐπάνοδος στὴν ὁδὸ τῆς πίστεως, ἐπαναφέρει τὸν ἄνθρωπο στὴν ὀρθὴ ὁδό, ἡ ὁποία διακρίνεται κατὰ τὸν Ἀπόστολο γιὰ «σπλάγχνα οἰκτιρμοῦ, χρηστότητα, ταπεινοφροσύνη, πραότητα, μακροθυμία» (Κολ. γ΄ 12).

Εἶναι γενονὸς ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἔχουν τὴν φυσικὴ γνώση καὶ μάλιστα κάποιοι εἶναι προικισμένοι μὲ ξεχωριστὴ φυσικὴ φρόνηση· ὅμως ἡ φρόνηση ποὺ γεννιέται ἀπὸ τὴν πίστη καὶ τὴν πνευματικὴ ζωὴ εἶναι καὶ λέγεται γνώση καὶ φρόνηση πνευματικὴ (βλ. Ἀσκητικοὺς Λόγους Ἁγίου Ἰσαὰκ Σύρου, ΙΗ΄, 1), μὲ τὴν ὁποίαν ἦσαν καὶ εἶναι στολισμένοι ὅλοι οἱ πραγματικοὶ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ.


Αὐτὲς τὶς πρωταρχικὲς καὶ σωτήριες ἀρετὲς τῆς δικαιοσύνης, τοῦ ἐλέους καὶ τῆς πίστεως πρέπει νὰ ἔχουν μάλιστα ὅσοι ἐπιφορτίζονται μὲ τὸ δυσχερὲς ἔργο διοικήσεως καὶ καθοδηγήσεως ἄλλων ἀνθρώπων. Ἄν δὲν ἐμφοροῦνται ἀπὸ αὐτὲς τότε κινδυνεύουν καὶ τὸν ἑαυτό τους νὰ βλάψουν ἀνεπανόρθωτα, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἄλλους νὰ ὁδηγήσουν σὲ σοβαρὴ ἐκτροπή.

Ἐπίσης, ἕνας πολὺ σοβαρὸς κίνδυνος γιὰ ὅποιον κατέχει ὑπεροχικὴ θέση σὲ ὁποιονδήποτε τομέα τῆς ζωῆς, καὶ μάλιστα στὴν Ἐκκλησία, εἶναι νὰ περιέλθει ἀνεπαίσθητα στὸν ἐπηρεασμὸ προσώπων ποὺ τὸν περιβάλλουν καὶ τὰ ὁποῖα χαίρουν τῆς πλήρους ἐμπιστοσύνης του. Ἄν ὅμως αὐτὰ τὰ πρόσωπα δὲν ἐμφοροῦνται ἐπίσης ἀπὸ τὶς ὡς ἄνω κύριες ἀρετές, τότε τὸ βέβαιον εἶναι ὅτι θὰ παρασύρουν τὸν ἐπὶ κεφαλῆς σὲ λάθος συμπεράσματα καὶ λάθος ἀποφάσεις, μὲ σοβαρὰ ἕως ὀλέθρια ἀποτελέσματα. Πρόκειται γιὰ θέμα τεραστίας σημασίας, τὸ ὁποῖον ὡς γνωστὸν ταλάνισε πολλοὺς χώρους, ἀκόμη καὶ ἐκκλησιαστικούς, καὶ πιθανὸν νὰ συνεχίζει νὰ ταλανίζει αὐτούς. Γι’ αὐτὸ καὶ στὶς ἡμέρες μας συμβαίνουν τόσα παράδοξα καὶ ἀπίστευτα πράγματα, ἀκόμη καὶ ἐκεῖ ποὺ δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ συμβαίνουν.

Εἰδικῶς στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ὅσοι ἀξιώθηκαν ποιμαντικῆς εὐθύνης εἶναι ἄκρως ἀναγκαῖο νὰ διοικοῦν καλῶς πρῶτα τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό τους, διακρινόμενοι ἀπὸ ἰσχυρὴ αὐτοκυριαρχία. Διαφορετικά, θὰ προξενοῦνται σοβαρὲς ἀναταράξεις. Μόνον μὲ διαρκῆ ἐγρήγορση δὲν θὰ παρασύρονται ἀπὸ πάθη ποὺ ἐμφανίζονται μέσα τους. Χρειάζεται ἐπίσης μεγάλη προσοχὴ στὸν περίγυρο ποὺ σχηματίζεται γύρω τους, στὶς κολακεῖες οἱ ὁποῖες δυστυχῶς ζημιώνουν σοβαρὰ τὴν ψυχὴ καὶ ὅσων τὶς ἀπευθύνουν καὶ ὅσων τὶς δέχονται, ὅπως καὶ στὶς πρόχειρες συκοφαντίες σχετικὰ μὲ πρόσωπα καὶ πράγματα οἱ ὁποῖες συνήθως γίνονται ἄκριτα ἀποδεκτές. Ἀλλὰ ὁ πιὸ σοβαρὸς κίνδυνος εἶναι ἡ τάση ὑποκύψεως στὴν γυμνὴ ἀνθρώπινη λογική, τὴν μεταπτωτική, τὴν ἀχαρίτωτη, τὴν στερημένη τοῦ φωτὸς τῆς πνευματικῆς φρονήσεως καὶ διακρίσεως. Αὐτὸ συνιστᾶ καθαρὴ ἐκκοσμίκευση.

Πρέπει νὰ τονισθεῖ ὅτι ἡ εὐαγγελικὴ εὐσπλαγχνία ποτὲ δὲν εἶναι μόνη· συνοδεύεται πάντοτε ἀπὸ τὴν εὐαγγελικὴ δικαιοσύνη. Δὲν ὑπάρχει θεάρεστη καὶ γνήσια εὐσπλαγχνία χωρὶς ὀρθὴ κρίση, χωρὶς ἀληθινὴ δικαιοσύνη, ὡς ἀξιολογικὸ κριτήριο λόγων καὶ ἔργων.

Ἡ δικαιοκρισία ποὺ ἀπορρέει ἀπὸ τὴν πνευματικὴ φρόνηση, εἶναι σοφή, εἰρηνικὴ καὶ ἀγαθή, ἐπ’ οὐδενὶ δὲ λόγῳ σκληρὴ καὶ ἄτεγκτη. Διορθώνει μὲ πόνο τὶς ἐκτροπές, ἀλλὰ καὶ μὲ ἀποφασιστικότητα, χωρὶς νὰ χαρίζεται σὲ συναισθηματισμοὺς καὶ χωρὶς νὰ ἀφήνει χῶρο γιὰ τὴν καλλιέργεια ὁποιασδήποτε ἐμπαθοῦς καταστάσεως.

Οὐσιαστικά, ἡ διάκριση εἶναι θεῖο δῶρο. Γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ τὴν ζητοῦμε ἐναγωνίως καὶ ἐμπόνως. Ἡ ἀληθινὴ κρίση/δικαιοσύνη εὐεργετεῖ, περιορίζει τὸ κακό, ἐκτιμᾶ τὸ πραγματικὰ ὀρθὸ καὶ ἀποφεύγει πάσῃ θυσίᾳ τὴν διάπραξη τοῦ μεγίστου πνευματικοῦ ἀτοπήματος: τῆς ἐπιδοκιμασίας καὶ ὑποστηρίξεως ἤ καὶ ἀνοχῆς τῶν ἐχθρῶν τῆς ἀληθείας, εἴτε ἀπὸ ἀδικαιολόγητη ἄγνοια, εἴτε ἀπὸ ἐξαπάτηση, εἴτε ἀκόμη καὶ ἀπὸ πίεση ἤ φόβο, ὅπως καὶ τῶν ἐξοντωτικῶν καὶ ἀπανθρώπων μέτρων τους, τὰ ὁποῖα δὲν ἀποσκοποῦν στὸ καλὸ τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ στὴν ἀποδεδειγμένη βλάβη τους.


Ὅλα τὰ ἀνωτέρω ἔχουν -ὅπως γίνεται κατανοητὸ- κεφαλαιώδη σημασία καὶ ἐπικαιρότητα σὲ αὐτὰ ποὺ ζοῦμε στὶς ἡμέρες μας: στὴν ἐκβιαστικὴ ἐπιβολὴ ἄκρως ἐπικινδύνων πειραματικῶν ἰατρικῶν πράξεων, γιὰ τὴν δῆθεν προστασία τῆς ὑγείας ἀπὸ κατασκευασμένα ἰογενῆ βιολογικὰ ὅπλα· ὅπως καὶ στὴν πυρετώδη προετοιμασία ψηφιακῆς ταυτοποιήσεως γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, μὲ σκοπὸ τὴν δῆθεν διευκόλυνση τῆς ζωῆς τους μέσα στὴν διαμορφούμενη ψηφιακὴ φυλακή τους. Ὑπενθυμίζουμε ἐνδεικτικὰ καὶ τὴν προσπάθεια ἐπιβολῆς ὡς φυσικῆς καταστάσεως τῆς χειρότερης ἠθικῆς διαστροφῆς, ἤτοι τῶν παρὰ φύσιν σχέσεων!…    

Τὰ ὅσα συνέβησαν τὰ τελευταῖα ἔτη μὲ τὴν ἐπικράτηση ἑνὸς καθαρὰ κοσμικοῦ πνεύματος, μιᾶς καὶ μοναδικῆς ἀπόψεως ὡς δῆθεν ἀποδεκτῆς ἐπιστημονικῆς ἀλήθειας ἀπὸ τὶς κυβερνήσεις, ἐνῶ ἡ ἴδια ἡ ἐπιστημονικὴ κοινότητα παραμένει βαθιὰ διχασμένη καὶ διηρημένη, τῆς κυριαρχίας τῶν δῆθεν εἰδικῶν μὲ τὰ παράλογα μέτρα γιὰ τὴν δῆθεν ἀσφάλεια καὶ προστασία τῶν ἀνθρώπων σὲ παγκόσμιο ἐπίπεδο, ἀπαιτοῦσαν καὶ ἀπαιτοῦν ἰδιαίτερα φωτισμένη πνευματικὴ φρόνηση καὶ κρίση. Ἰδοὺ τὸ ζητούμενο σήμερα καὶ στὸ ἄμεσο μέλλον γιὰ ὅλους μας!

Σημειωτέον ὅτι σὲ θέματα ποὺ ἐμφανίζονται ὡς ἐπιστημονικά, ἀλλὰ ἔχουν σαφῶς καὶ πνευματικὴ διάσταση, ἀφοῦ ὅ,τι ἀφορᾶ στὸν ἄνθρωπο ὅπως καὶ στὰ θέσμια τῆς Ἐκκλησίας ἔχει καὶ θεολογικὴ σημασία, δὲν ἔχει καθοριστικὴ βαρύτητα ὁ ποσοτικὸς συσχετισμὸς πλειοψηφίας-μειοψηφίας. Δὲν ἔχουν ὁπωσδήποτε τὸ δίκαιο μὲ τὸ μέρος τους οἱ πολλοὶ καὶ τὸ ἄδικο οἱ λίγοι. Διότι ἄν συνέβαινε ἔτσι, ἐμεῖς οἱ μειοψηφικοὶ Ἀντι-οικουμενιστὲς τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου θὰ ἔπρεπε νὰ μὴν ὑπάρχουμε ἐδῶ καὶ ἕναν αἰῶνα!

Κατακλείουμε μὲ τὴν διαπίστωση ὅτι δοκιμαζόμαστε καὶ θὰ δοκιμασθοῦμε σκληρά, γιὰ νὰ ἀποδείξουμε ἄν κατέχουμε αὐτὰ τὰ ὁποῖα ἀποτελοῦν τὰ κύρια γνωρίσματά μας ὡς ἀληθινῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν. Ὁ μέχρι στιγμῆς ἀπολογισμὸς δὲν μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι μᾶς ἐγκαρδιώνει, ἄν καὶ ἔχουμε εὐτυχῶς πολλὰ καὶ σημαντικὰ παραδείγματα ἡρωϊσμοῦ καὶ πνευματικῆς ἀνδρείας ὡς ἀπαυγάσματα ὀρθῆς φρονήσεως.

Ἡ προτροπὴ τοῦ Κυρίου μας εἶναι σαφής: «μὴ κρίνετε κατ’ ὄψιν (ἐπιφανειακά, λογικά, κοσμικά), ἀλλὰ τὴν δικαίαν κρίσιν κρίνατε!» (Ἰω. ζ΄ 24).

+Ὁ Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος Κλήμης

Λάρισα, 27-7 / 9-8-2022

Κύριο βοήθημα γιὰ τὸ κείμενό μας αὐτὸ ἀποτέλεσε ἡ «Διδαχὴ τὴν Τρίτη, τῆς ΙΑ΄ ἑβδομάδος τοῦ Ματθαίου», τοῦ Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσανίνωφ, Ἐπισκόπου Καυκάσου καὶ Μαύρης Θαλάσσης (Ἔργα 7, Ἀσκητικὲς Ὁμιλίες Α΄, ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου, Ὠρωπὸς Ἀττικῆς, 2015, σελ. 313-323).

Κυριακή 7 Αυγούστου 2022

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Η' ΜΑΤΘΑΙΟΥ 2022 (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

IMG 5740

Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

   Ἤδη ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, χίλια χρόνια πρὶν τὸν Χριστό, ὁ Προφήτης Δαβὶδ ἔψαλλε: «Πλούσιοι ἐπτώχευσαν καὶ ἐπείνασαν, οἱ δὲ ἐκζητοῦντες τὸν Κύριον οὐκ ἐλλατωθήσονται παντὸς ἀγαθοῦ». Τὸ ἴδιο μποροῦμε καὶ ἑμεῖς νὰ ψάλλουμε μετὰ βεβαιότητος, παίρνοντας ὡς ἀφορμὴ τὸ σημερινὸ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα. 

   Ὁ Χριστός, μόνος μὲ τοὺς Μαθητές Του σὲ ἔρημο τόπο, εἶδε πολὺ κόσμο νὰ ἔρχεται πρὸς Αὐτόν. (Κὶ ὅμως, ἀγαπητοί, ἐκείνη τὴν ἐποχή, δίχως τὰ ὀχήματα ποὺ ἐξυπηρετοῦν ὅλους ἑμᾶς σήμερα, χιλιάδες ἄνθρωποι μὲ πολλὴ δίψα γιὰ τὸν Θεῖο Λόγο, διένυαν δεκάδες χιλιόμετρα γιὰ νὰ ἀκούσουν τὸν Κύριό μας, νὰ λάβουν ἀπαντήσεις στὰ ἐρωτήματά τους καὶ νὰ Τοῦ παρουσιάσουν τοὺς ἀρρώστους αὐτῶν γιὰ νὰ τοὺς θεραπεύσει. Σήμερα, μὲ ὅλα τὰ ὀχήματα, μὲ ὅλη τὴν πρόοδο τῆς τεχνολογίας, ἀντὶ ἡ ἀνθρωπότητα νὰ τρέχει μὲ ὁρμὴ πρὸς τὸν Θεό, διακρίνουμε, δυστυχῶς, τὸ ἄκρως ἀντίθετο. Πολλοί, μάλιστα, ἐκ τῶν Χριστιανῶν θεωροῦν ὅτι μὲ μόνο τὸν ἐκκλησιασμὸ τῆς Κυριακῆς ἐκπληρώνουν τὰ καθήκοντά τους πρὸς τὸν Θεὸ καὶ δὲν ἔχουν ἄλλη ἐπαφὴ μαζί Του) Βλέποντας, λοιπόν, ὁ Κύριος τὸ πλῆθος τῶν ἀνθρώπων, τοὺς σπλαχνίσθηκε καὶ παρ’ ὅλη τὴν κόπωση, θεράπευσε τοὺς ἀρρώστους καὶ ξεκίνησε τὴν διδασκαλία. Καίτοι χιλιάδες οἱ ἄνθρωποι, Τὸν ἄκουγαν ὅλοι μὲ εὐλαβικὴ σιωπή. Ἡ ἡμέρα πέρασε καὶ ὁ ἥλιος ἔφθασε στὴ δύση του. Οἱ Ἀπόστολοι ἀνήσυχοι πλησίασαν τὸν Ἰησοῦ καὶ Τὸν παρακάλεσαν νὰ ἀπολύσει τοὺς ὄχλους γιὰ νὰ καταφύγουν στὶς πόλεις καὶ νὰ ἀγοράσουν τροφές, διότι ἦταν ὅλοι πολλὲς ὥρες νηστικοί. 

   Μήπως ὁ Χριστὸς δὲν ἤξερε ὅτι τὰ πλήθη ἄρχισαν νὰ πεινοῦν καὶ ὅτι ἔπρεπε νὰ πάνε ἐγκαίρως νὰ ἀγοράσουν τροφές; Σίγουρα γνώριζε. Εἶχε, ὅμως, τὸ σχέδιό Του, μέσω τοῦ ὁποίου θὰ ὠφελοῦσε καὶ τὶς ψυχὲς καὶ τὰ σώματα τῶν ἀνθρώπων.

   Μήπως, πάλι, περίμενε τοὺς Ἀποστόλους νὰ Τοῦ ποῦν γιὰ τὴν τροφή; Πράγματι, ἴσως καὶ νὰ τοὺς περίμενε μέχρι νὰ ἐπιδείξουν οἱ ἴδιοι τὸ ἀπαραίτητο ἐνδιαφέρον γιὰ τοὺς συνανθρώπους τους, ὅπως ἐπιβάλλεται νὰ κάνουμε ἑμεῖς οἱ Χριστιανοί. Ζοῦμε, ξέρετε, ὄχι μόνο γιὰ νὰ παίρνουμε, ἀλλὰ καὶ νὰ δίνουμε. Καί, μάλιστα, μὲ τὸ νὰ δίνουμε ἀποταμιεύουμε μεγαλύτερο θησαυρὸ τόσο στὴ γῆ ὅσο καὶ στὸν οὐρανό. 

   Λέει, λοιπόν, ὁ Κύριος στοὺς Ἀποστόλους: «δὲν χρειάζεται νὰ φύγει ὁ κόσμος. Φέρτε ἑσεῖς σὲ αὐτοὺς νὰ φᾶνε». Οἱ Ἀπόστολοι ἀπαντοῦν: «Κύριε, ἔχουμε ἐδὼ μόνο πέντε ἄρτους καὶ δύο ψάρια, ἀλλὰ αὐτὰ εἶναι πολὺ λίγα γιὰ τόσο κόσμο». «Φέρτε τὰ σὲ ἐμένα», τοὺς λέει Ἐκεῖνος. Παρουσίασαν, τότε, οἱ Μαθητὲς τὶς τροφές, ὁ Κύριος ἔστρεψε τὸ βλέμμα στὸν οὐρανό, εὐλόγησε, ἔκοψε τοὺς ἄρτους καὶ τὰ ψάρια καὶ διέταξε τοὺς Ἀποστόλους νὰ μοιράσουν τὰ κομμάτια στοὺς ἀνθρώπους. Τί συνέβη στὴ συνέχεια; Ὄχι μόνο ἔφαγαν καὶ οἱ πέντε χιλιάδες ἄνδρες μαζὶ μὲ τὶς γυναῖκες καὶ τὰ παιδιά, ἀλλὰ καὶ χόρτασαν καὶ γέμισαν μὲ τὰ περισσεύματα δώδεκα γεμάτα κωφίνια, εἰς δόξαν τοῦ Μεγάλου Θεοῦ μας. Νὰ σημειωθεῖ στὸ σημεῖο αὐτὸ ὅτι τὰ δώδεκα κωφίνια ἀντιστοιχοῦν στοὺς Δώδεκα Ἀποστόλους. Ἕκαστος ἔλαβε ἀπὸ τὸν Κύριο τὴν ἐντολὴ νὰ μεριμνᾶ τόσο γιὰ τὶς ψυχὲς ὅσο καὶ γιὰ τὰ σώματα τοῦ ποιμνίου, μὲ ἀποτέλεσμα τὸ κοινωνικὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας νὰ εἶναι πολλὲς φορὲς ἀνώτερο ἀπὸ αὐτὸ ποὺ ἐπιτελεῖ ἡ κοσμικὴ ἐξουσία.

   Πρὶν λίγες ἑβδομάδες, εἴχαμε ἀκούσει τὸν Χριστὸ νὰ λέει: «ζητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα (τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ) προστεθήσεται ὑμῖν». Αὐτὰ τὰ λόγια ἐπιβεβαιώνονται μὲ τὸ σημερινὸ θαῦμα τοῦ Κυρίου. 

   Ὅσο παράξενο καὶ ἄν φαίνεται, εἶναι γεγονός, ἀδελφοί, ὅτι ἄν ἔχουμε ὡς προτεραιότητα στὴ ζωή μας τὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἄν ἐπιμένουμε μὲ εὐλάβεια στὸν τακτικὸ ἐκκλησιασμό, ἄν θυσιάζουμε, ἄν ὄχι ὅλο τὸν ἑαυτό μας, ἔστω ἕνα κομμάτι τοῦ ἑαυτοῦ μας γιὰ τὸν Θεό, πάντοτε θὰ φροντίζει καὶ γιὰ τὴν ψυχή, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸ σῶμα μας. Μπορεῖ ὁ ἑνωμένος μὲ τὸν Θεὸ ἄνθρωπος νὰ μὴν ἔχει τὰ ἀκριβὰ σπίτια ἤ τὰ πολυτελὴ φαγητά, ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα αἰσθάνεται ὅτι ἔχει τὰ πάντα καὶ δὲν τοῦ λείπει τίποτα, καθὼς πιστεύει σὲ Ἐκεῖνον ποὺ εἶναι «ὁ θησαυρὸς τῶν (πνευματικῶν καὶ ὑλικῶν) ἀγαθῶν».  Ἑμεῖς οἱ Χριστιανοὶ εἴμαστε, ὅπως λέει ὀ Ἀπόστολος Παῦλος «μηδὲν ἔχοντες καὶ τὰ πάντα κατέχοντες». Μπορεῖ οἱ πλούσιοι τῆς γῆς νὰ φτάσουν στὸ σημεῖο νὰ πεινάσουν, ὁ ἄνθρωπος, ὅμως, ποὺ ἔχει Θεὸ μέσα του ἔχει ὅλη τὴν εὐλογία, ὑλικὴ καὶ πνευματική. 

   Πρὸς ἐνίσχυση ὅλων τῶν ἀνωτέρω, βλέπουμε σήμερα, σὲ δυσχερεῖς οἰκονομικὰ συνθῆκες νὰ χτίζονται ἀπὸ τὸ τίποτα Ναοί, Μοναστήρια, εὐαγῆ ἱδρύματα καὶ ἄλλα κοινωνικὰ ἔργα μὲ μόνη τὴν πίστη κάποιων ἀνθρώπων καὶ τὴν δυσερμήνευτη εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Εἶναι, ἄλλωστε, γραμμένο ὅτι «Ὅπου γὰρ βούλεται Θεός, νικᾶται φύσεως τάξις».

   Αὐτὸς ὁ Θεὸς διαχρονικὰ μᾶς προτρέπει: «αἰτεῖτε καὶ δοθήσεται, κρούετε καὶ ἀνοιγήσεται». Στὸ σημερινὸ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα οἱ Ἀπόστολοι δὲν ζήτησαν τροφὴ ἀπὸ τὸν Χριστό. Τοῦ ζήτησαν ἀπλῶς νὰ ἀπολύσει τοὺς ὄχλους. Παρὰ ταῦτα, Ἐκεῖνος ἔκανε μεγαλύτερη ἀγαθοεργία μέσα ἀπὸ τὸ θαῦμα. Ἄν δίχως νὰ Τοῦ ζητηθεῖ, χόρτασε πάνω ἀπὸ πέντε χιλάδες ἀνθρώπους, πόσο μάλλον θὰ μᾶς προσφέρει τὰ ἀγαθά Του, ἄν μὲ πίστη Τοῦ τὸ ζητήσουμε; 

   Πρέπει νὰ συνειδητοποιήσουμε ὅτι ἄν ζοῦμε γιὰ τὸν Θεό, τίποτα δὲν θὰ μᾶς λείψει, ὥστε μὲ περισσότερη προθυμία νὰ συνεχίσουμε τοὺς πνευματικούς μας ἀγῶνες. 

   Βεβαίως, αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι θὰ τὰ περιμένουμε ὅλα ἀπὸ τὸν Θεὸ ἐγωκεντρικά. Ἔχουμε καθῆκον νὰ κουνήσουμε καὶ ἑμεῖς τὴν χεῖρα μὲ τὴν τίμια ἐργασία μας. Τονίζω αὐτὸ τὸ «τίμια ἐργασία», διότι μόνο αὐτὴ εἶναι ἀρεστὴ στὸν Θεό. Ἡ ἄτιμη καὶ παράνομη ἐργασία ὅσα πλούτη καὶ ἄν ἀποφέρει, ὅλα εἶναι ἐκτεθειμένα στὸν ἄνεμο. Δὲν ἔχουν τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ καὶ ἀνὰ πάσα ὥρα καὶ στιγμὴ δύνανται νὰ γίνουν καπνός. 

   Ὡς Χριστιανοὶ δὲν ἔχουμε σχέση μὲ αὐτά. Ἐργαζόμαστε τίμια καὶ πάνω ἀπὸ ὅλα ἀποβλέπουμε στὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ μας. Τὸ σημερινὸ θαῦμα μᾶς γεμίζει μὲ θάρρος καὶ μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι ὁ Θεὸς ποὺ πιστεύουμε δὲν θὰ μᾶς ἐγκαταλείψει, ἀρκεῖ κὶ ἑμεῖς νὰ μὴν Τὸν ἐγκαταλείψουμε. Εἴμαστε κοντά Του; Εἶναι καὶ Ἐκεῖνος. Φροντίζουμε τὸ σπίτι Του ποὺ εἶναι ἡ Ἐκκλησία; Θὰ φροντίσει τὸ σπίτι μας. Ἀκοῦμε τὸν λόγο Του; Θὰ ἀκούσει τὰ αἰτήματά μας. Εἴμαστε φίλοι Του; Εἶναι δικός μας. Τί περισσότερο μπορεῖ νὰ θέλει κανείς; 

Μετ’ εὐχῶν,

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

†  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Κυριακή 31 Ιουλίου 2022

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Δ' ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ 2022 (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

77897 2

«Φωστῆρες ὑπέρλαμπροι τῆς ἀληθείας Χριστοῦ τῷ κόσμῳ ἐδείχθητε ἐπὶ τῆς γῆς ἀληθῶς, Πατέρες μακάριοι»

Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            Φαντασθεῖτε πόσο μεγάλη καταστροφὴ θὰ γνώριζε τὸ σύμπαν ἐὰν ἔσβηνε ὁ ἥλιος, μαύριζε ἡ σελήνη καὶ τὰ ἀστέρια ἔπαυαν νὰ μοιράζονται μὲ ἑμᾶς τὸ φῶς τους. Ἀνυπολόγιστο τὸ μέγεθος τοῦ κακοῦ. Ὡστόσο, μία μεγαλύτερη συμφορὰ θὰ συνέβαινε ἐὰν ἔσβηναν οἱ νοητοὶ ἀστέρες, δηλαδή, οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Διότι ἡ πρώτη καταστροφὴ θὰ θανάτωνε τὸ σῶμα καὶ τὸν αἰσθητὸ κόσμο μὲ τὸν παγετό, παραδείγματος χάριν, ἡ δεύτερη, ὅμως, τὴν ἀθάνατη ψυχὴ μὲ τὴν κυριαρχία τῆς ἁμαρτίας καὶ τῶν αἱρέσεων. 

            Σήμερα τιμοῦμε εὐγνωμόνως τὴν μνήμη τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Τοὺς τιμοῦμε διότι ἔζησαν ἑνωμένοι μὲ τὸ Φῶς τοῦ Χριστοῦ, τὸ ὁποῖο διέδωσαν στοὺς συνανθρώπους τους τόσο μὲ τὴν διδασκαλία, ὅσο καὶ μὲ τὸ παράδειγμά τους. Ἀγάπησαν καὶ σεβάσθηκαν τὴν Ὀρθοδοξία καὶ τὴν Ὀρθοπραξία. Ἔζησαν ὡς γνήσιοι, ἡρωϊκοὶ ποιμένες καθοδηγῶντας τὸ ὀρθόδοξο ποίμνιο στὸν ὑψηλὸ προορισμὸ τῆς αἰώνιας ζωῆς, μέσα ἀπὸ τὴν βασιλικὴ ὁδὸ τῆς διάκρισης. Ἡ ὁδὸς αὐτὴ ἀποστρέφεται ἀφενὸς τὴν αἵρεση καὶ τὴν καινοτομία, ἀφετέρου τὸν «οὐ κατ’ ἐπίγνωσιν ζῆλο» τῶν δῆθεν ὁμολογητῶν.  

            Οἱ ὑπέρλαμπροι φωστῆρες τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου διασφάλισαν ἀνόθευτη τὴν Πίστη μας ἀντιμετωπίζοντας τὸν Εὐτυχή, τὸν Διόσκορο καὶ τὸν Σεβῆρο, τοὺς κληρικοὺς ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἀπὸ τὴν ἀλαζονεία τους κήρυτταν τὴν αἵρεση τοῦ μονοφυσιτισμοῦ. Ὅπως ὅλες οἱ αἱρέσεις, καὶ αὐτὴ ἀφαιρεῖ ἀπὸ τὸ ἀνθρώπινο γένος τὴν δυνατότητα τῆς σωτηρίας. Ἔτσι λοιπόν, προκειμένου νὰ πάψουν τὴν διάδοση τῆς πλάνης καὶ νὰ ὁδηγήσουν σὲ μετάνοια τοὺς αἱρετικούς, κινούμενοι στὸ πνεῦμα τῆς ἀγάπης οἱ Ἅγιοι Πατέρες τοὺς ἀπέκοψαν ἀπὸ τὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. 

            Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ ὅτι στὴν βεβαίωση τῆς ὀρθῆς πίστης συνέβαλε τὰ μέγιστα τὸ θαῦμα τῆς Ἁγίας Μεγαλομάρτυρος Εὐφημίας ποὺ ἑορτάσαμε τὴν προηγούμενη Κυριακή. Ὀρθόδοξοι καὶ μονοφυσίτες τοποθέτησαν στὴν λάρνακα τῆς Ἁγίας τοὺς ἀντίστοιχους τόμους καὶ ὅταν ἀργότερα ἄνοιξαν ξανὰ τὴν λάρνακα, εἶδαν τὸν τόμο τῶν αἱρετικῶν στὰ πόδια τῆς Ἁγίας, τὸν δὲ τόμο τῶν Ὀρθοδόξων στὸν θώρακα. 

            Ἡ Ἐκκλησία μας, τιμῶντας τοὺς Ἁγίους Πατέρες ἀνταποκρίνεται στὸν λόγο τοῦ Κυρίου ποὺ λέει ὅτι τὸν ἀναμμένο, φωτεινὸ λύχνο, τὸν τοποθετοῦμε στὸν λυχνοστάτη γιὰ  νὰ φωτίζεται ὅλος ὁ οἶκος. Δὲν τὸν κρύβουμε, διότι ἄν τὸν κρύψουμε, χάνουμε τὴν ὠφέλεια ἀπὸ τὴν παρουσία του. Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο, δὲν ἐπιτρέπεται τοὺς ἀνθρώπους, τοὺς προικισμένους μὲ πολλὰ χαρίσματα ἀπὸ τὸν Θεό, τοὺς φωτεινοὺς ὁδοδεῖκτες, νὰ τοὺς ἀπαξιώνουμε, διότι ἔτσι μόνο ζημιωμένοι βγαίνουμε καὶ ἐπιβεβαιώνουμε τὴν πνευματικὴ τύφλωσή μας. Τὰ φῶτα αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων, τῶν Ἁγίων, τῶν χαριτωμένων ἀπὸ τὸν Θεό, πρέπει νὰ φροντίζουμε νὰ διαχέονται σὲ ὅλο τὸν οἶκο, ὥστε κὶ ἑμεῖς καὶ ὅσοι θὰ εἰσέρχονται, νὰ βλέπουμε τὸ φῶς, νὰ φωτιζόμαστε καὶ νὰ ὁδηγούμαστε στὴ Θέωση τῆς ψυχῆς. Τὸ ποιός εἶναι τὸ Φῶς καὶ ποιός τὸ σκότος, αὐτὸ γίνεται ἀντιληπτὸ ἀπὸ τὰ ἔργα τοῦ καθενός.

            Πάντως, κάθε Ὀρθόδοξος Χριστιανὸς ἔχει καθῆκον νὰ εἶναι τὸ Φῶς γιὰ τὸν κόσμο, διότι πάλι λέει ὁ Κύριος: «με τέτοιο τρόπο νὰ λάμψει τὸ φῶς σας μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους ὥστε νὰ δοῦν τὰ καλά σας ἔργα καὶ νὰ δοξάσουν τὸν Οὐράνιο Πατέρα». Ἄν πρῶτα δὲν φωτισθοῦμε οἱ ἴδιοι καὶ ἔπειτα δὲν φωτίσουμε τοὺς συνανθρώπους μας, δὲν εἴμαστε αὐτὸ ποὺ θέλει ὁ Χριστὸς καὶ σίγουρα ὁ Χριστὸς δὲν θὰ ζητοῦσε ἀπὸ ἑμᾶς κάτι στὸ ὁποῖο νὰ μὴν μποροῦμε νὰ ἀνταποκριθοῦμε. Ἄν τόσο καιρὸ ἔχουμε μάθει νὰ ζοῦμε στὸ σκοτάδι, ὥρα νὰ τὸ ἀφήσουμε καὶ νὰ ἀκολουθήσουμε τὸ Φῶς, διότι πιστεύουμε σὲ Ἐκεῖνον ποὺ εἶναι τὸ «Φῶς τοῦ κόσμου».

            Αὐτὸς ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, ἐρχόμενος στὴ γῆ μετέδωσε τὸ Φῶς Του καὶ μείωσε τὸ σκοτάδι. Σὲ καμία περίπτωση δὲν ἐπέτρεψε τὴν ἀνάμειξή τους. Ὡς πρὸς τὸν νόμο, μᾶς βεβαιώνει ὅτι δὲν ἦρθε νὰ τὸν καταλύσει, ἀλλὰ νὰ τὸν ὁλοκληρώσει καὶ τόνισε ὅτι ὅποιος προσθέσει ἤ ἀφαιρέσει ἕνα γιώτα ἀπὸ τὸν ὁλοκληρωμένο θεϊκὸ νόμο, αὐτὸς θὰ εἶναι ἐλάχιστος γιὰ τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Εὔκολα ἀπὸ τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Κυρίου μποροῦμε νὰ διαπιστώσουμε τὴν πλάνη ὁρισμένων ἀποκαλουμένων χριστιανῶν, τῶν Λατίνων. Αὐτοί, ὄχι ἁπλῶς ἀφαίρεσαν ἕνα γιώτα, ἀλλὰ ἀκύρωσαν ὁλόκληρη τὴν ἐντολὴ τοῦ Βαπτίσματος. «Βαπτίζω» σημαίνει «βυθίζω κάτι μέσα στο νερό». Καὶ μάλιστα ὁ ὀρθὸς τύπος τοῦ Βαπτίσματος ἀπαιτεῖ τριπλὴ κατάδυση στὸ ἁγιασμένο νερό, ποὺ συμβολίζει τὴν τριήμερη ταφὴ καὶ τὴν ἔνδοξη Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου, μαζὶ μὲ τὴν ἐπίκληση τῶν τριῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ἀντιθέτως, ἐκεῖνοι ἔχουν θεσπίσει τὴν ἐπίχυση λίγου νεροῦ στὴν κεφαλή, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ εἶναι ἀβάπτιστοι σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Γιατί, λοιπόν, κάποιοι ἐπιμένουν νὰ διατηροῦν σχέσεις μετ’ αὐτῶν, ἀναμειγνύοντας τὴν ἀλήθεια μὲ τὴν πλάνη; Ἄς σκεφθοῦν οἱ ἴδιοι τὴν ἀπάντηση. Πάντως, ἡ Ὀρθοδοξία δὲν εἶναι παιχνίδι ποὺ μεταχειριζόμαστε κατὰ τὸ δοκοῦν. 

             Ἡ γραμμὴ τῶν Ἁγίων Πατέρων χαράχθηκε μὲ σαφήνεια. Ὅστις θέλει τὴν ἀκολουθεῖ. Ὅστις δὲν θέλει ἐπειδὴ ἔχει κενὰ στὴν ψυχή του, καλὸ θὰ εἶναι νὰ μὴν μεταφέρει τὰ κενὰ καὶ τὰ πάθη του μέσα στὴν Ἐκκλησία. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες δὲν ἔζησαν γιὰ τὰ μάτια τοῦ κόσμου. Πίστευαν αὐτὸ ποὺ ἔκαναν. Δὲν σκόρπισαν στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων οὔτε πλάνες καὶ καινοτομίες, οὔτε τρόμο καὶ ἀπελπισία. Μόνο τὴν Ὀρθοδοξία μετέφεραν, μόνο Φῶς, Ἐλπίδα καὶ Παρηγοριά, φυλάσσοντας πάντοτε τὴν ὁδὸ πρὸς τὴν Θέωση. Σὲ αὐτὴ τὴν ὁδὸ ἔχουμε καθῆκον νὰ ἀκολουθοῦμε τὸ ὑπόδειγμα τῶν Ἁγίων, ὄχι τῶν δυτικῶν ἀκαδημιῶν, οὔτε τῆς ἀδιακρισίας ποὺ ὁδηγεῖ στὸν φανατισμό.

   Βοήθειά μας οἱ Ἅγιοι Πατέρες!

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Κυριακή 24 Ιουλίου 2022

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΤ' ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΑΤΘΑΙΟΥ 2022 (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

IMG 5740

«καὶ ἰδοὺ τινες τῶν γραμματέων εἶπον ἐν ἑαυτοῖς· Οὗτος βλασφημεῖ»

Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

   Φαινόμενο διαχρονικὸ ἡ συμπεριφορὰ τῶν εὐσεβιστῶν. Ἴδια ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῶν Δικαίων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἴδια καὶ μέχρι τῆς συντελείας. 

   Τί εἶναι αὐτοὶ οἱ εὐσεβιστές; 

   Εὐσεβιστὲς εἶναι οἱ γραμματεῖς τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου. Πίστευαν μὲν στὸν ἀληθινὸ Θεό, ἀλλὰ πίστευαν μόνο μὲ τὰ χείλη. Ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ εἶχαν δεῖ ὄχι ἕνα, ἀλλὰ δεκάδες θαύματα καὶ ἔβλεπαν ὅτι ὁ λαὸς Τὸν εἶχε ἀποδεχθεῖ ὡς τουλάχιστον Προφήτη. Παρὰ ταῦτα, σκοτισμένοι ἀπὸ τὰ πολλά τους πάθη, δὲν ἦθελαν νὰ δοῦν τὸ Φῶς τοῦ Χριστοῦ. 

   Ἔτσι, σήμερα ἀκούγοντας τὸν Χριστὸ νὰ λέει: «σοῦ συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες» στὸν παραλυτικό, ποὺ μὲ πολλὴ πίστη κάποιοι ἄνθρωποι Τοῦ παρουσίασαν γιὰ νὰ τὸν θεραπεύσει, ἀμέσως οἱ γραμματεῖς, οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, οἱ ὁποῖοι τηροῦσαν κατὰ γράμμα τὸν Νόμο, σκανδαλίσθηκαν καὶ σκέφθηκαν ὅτι «οὗτος βλασφημεῖ». 

   Καὶ γιατί σκέφθηκαν ὅτι βλασφημεῖ; Διότι ἁμαρτίες, πολὺ σωστά, μόνο ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ συγχωρέσει. Ὁ Ἰησοῦς, ὅμως, εἶναι ὁ Θεός, ἑπομένως ἔχει κάθε ἐξουσία νὰ συγχωρεῖ ἁμαρτίες. Καὶ πῶς καταλαβαίνουμε ὅτι εἶναι ὁ Θεός; Ἄν ἐξαιρέσουμε ὅλα τὰ θαύματα ποὺ ἔχει κάνει, ὅλη τὴν διδασκαλία Του καὶ τὸν τρόπο ζωῆς Του, καὶ ἀρκεσθοῦμε μόνο στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα, θὰ καταλάβουμε. 

   Πρῶτον, γνωρίζει τὰ μυστικὰ τῆς καρδιᾶς. Πολλὲς φορὲς σκεφτόμαστε ἤ κάνουμε κάτι καὶ νομίζουμε ὅτι εἶναι κρυφό. Ὁ Θεός, ὅμως γνωρίζει καὶ τὰ κρυπτά, καὶ τὰ πεπραγμένα καὶ αὐτὰ ποὺ ἀκόμη δὲν ἔχουν γίνει πράξη. Γνωρίζει, λοιπόν, ὅτι οἱ γραμματεῖς σκέφτονται πονηρὰ στὴν καρδιά τους, γιὰ αὐτὸ καὶ τοὺς λέει: «Ἵνα τί ὑμεῖς ἐνθυμεῖσθε πονηρὰ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν;». Καὶ βέβαια, κανένας δὲν Τὸν διέψευσε, διότι πράγματι σκέφτονταν πονηρά.

   Καὶ δεύτερον, εἶναι Ἰατρὸς ψυχῶν καὶ σωμάτων, καθὼς εἶναι Αὐτὸς ὁ Πλάστης ψυχῶν καὶ σωμάτων. Θεράπευσε τὴν ψυχὴ τοῦ παραλύτου μέσα ἀπὸ τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν. Οἱ γραμματεῖς, ὅμως, Τὸν ἀμφισβήτησαν. Γιὰ νὰ ἀποδείξει, τότε, ὅτι πράγματι συγχωρεῖ ἁμαρτίες, ἔδωσε τὴν ἐντολή: «σήκω, πάρε τὸ κρεβάτι σου καὶ πήγαινε στὸ σπίτι σου». Μὲ μία Του προσταγὴ τὰ ἐπὶ χρόνια ἀσθενὴ μέλη τοῦ παραλύτου ζωογονήθηκαν καὶ ἄρχισε νὰ περπατᾶ. 

   Γιατί, ὅμως, ὁ Χριστὸς νὰ φτάσει στὸ σημεῖο νὰ ἀποδείξει ποιός εἶναι; Σίγουρα ἀπὸ τὴν πολλή Του φιλανθρωπία, μήπως καὶ συνειδητοποιήσουν οἱ πορωμένοι γραμματεῖς ὅτι Αὐτὸς ποὺ πολεμοῦν εἶναι ὁ Θεός. 

   Εἶναι κρίμα, πάντως, μέσα στὴν Ἐκκλησία, στὸ θεραπευτήριο ψυχῶν καὶ σωμάτων, ἐδὼ ὅπου ὅλοι ἐρχόμαστε μὲ τὴ θέλησή μας νὰ θεραπευθοῦμε διότι εἴμαστε ἀσθενεῖς, ἐδὼ ὅπου ἄπειρες φορὲς ἔχουμε ἀκούσει αὐτὰ ποὺ ἔκαναν οἱ γραμματεῖς στὸν Κύριο, νὰ ὐπάρχουν ἀνάλογες συμπεριφορές. 

   Θέλει ὁ Ἐπίσκοπος –παραδείγματος χάριν- νὰ κάνει τὸ ἔργο ποὺ ὁ Θεὸς τοῦ ἐμπιστεύθηκε, νὰ ποιμάνει ψυχὲς μὲ προοπτικὴ σωτηρίας, καὶ κάποιοι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ τὸν ἐμποδίζουν. Σὲ ὅ,τι κάνει σκέφτονται: Βλασφημεῖ. Δὲν κάνει ὁμολογία. Δὲν ὑπερασπίζεται τὴν Ὀρθοδοξία. Μᾶς κουράζει. Μᾶς λέει ψέμματα.

   Καὶ ἐρωτῶ: «Ἵνα τί ὑμεῖς ἐνθυμεῖσθε πονηρὰ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν»; Θέλουμε, ἤ δὲν θέλουμε νὰ εἴμαστε μὲ τὸν Χριστό; Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἔχουμε λύσει ὅλα μας τὰ προβλήματα γιὰ νὰ στραφοῦμε νὰ λύσουμε καὶ τὰ τῶν ὑπολοίπων;

   Εἶναι αὐτὸ Ὀρθοδοξία; Εἶναι δυνατὸν μέσα στὴν Ὀρθοδοξία, ἀντὶ νὰ κοιτάει ὁ καθένας πῶς νὰ ἀνταποκριθεῖ στὴν ἰδιότητά του καὶ πῶς νὰ θεραπεύσει τὰ πάθη του, νὰ ἀσχολεῖται μὲ τὸ τί κάνει ὁ κάθε Ἐπίσκοπος; Τὰ λόγια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου δὲν μποροῦμε νὰ τὰ δεχόμαστε κατὰ προτίμηση. Τὰ δεχόμαστε ὅλα. Ἔτσι  καὶ τὸ «Πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑπείκετε, αὐτοὶ γὰρ ἀγρυπνοῦσιν ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν ὡς λόγον ἀποδώσοντες». Το ἴδιο καὶ οἱ κληρικοὶ ποὺ ζητοῦν ὑπακοὴ ἀπὸ τὸ ποίμνιο.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί,

   Ὁ Χριστὸς μᾶς κάλεσε ὅλους στὴν Ἐκκλησία, λέγοντας: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς». Ὅλοι εἴμαστε κουρασμένοι ἀπὸ τὰ προβλήματα τῆς καθημερινότητας, ἀπὸ τὶς προσωπικὲς ἀδυναμίες, ἀπὸ τὰ ὅσα ἀκούγονται γιὰ τὸ αὔριο. Μὴν φορτωνόμαστε, ὅπως οἱ γραμματεῖς καὶ μὲ τὴν κρίση καὶ τὴν ἀμφισβήτηση. Μὴν πάμε μὲ το μέρος τους. Ἄς πάμε μὲ το μέρος ἐκείνων ποὺ ζήτησαν τὴν θεραπεία ἀπὸ τὸν Κύριο, τὴν ἔλαβαν καὶ μὲ εὐγνωμοσύνη καὶ πίστη Τὸν δοξολόγησαν.

Μετ’ εὐχῶν,

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Τετάρτη 20 Ιουλίου 2022

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΝΟΜΟΥ (ὑπό Ἀρχιμανδρίτου Νικηφόρου Νάσσου)


Περί τοῦ Πνευματικού Νόμου

ὑπό Ἀρχιμανδρίτου Νικηφόρου Νάσσου

 

Τό παρόν κείμενο ἐντάσσεται μαζί μέ ἄλλα ὁμοειδή σέ μία (ἀνέκδοτη ἐπί τοῦ παρόντος) μελέτη μας, σχετικά μέ τήν παιδαγωγική ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ στήν Ἱστορία, πρός ἐξάλειψη τῆς ἁμαρτίας, τῆς γενεσιουργοῦ αἰτίας τῶν κακῶν. Καί εἶναι γεγονός, σύμφωνα μέ τόν ἱερό Χρυσόστομο, ὅτι «οὐδέν κακόν, ἁμαρτία μόνον» .

 

Στήν ἐν λόγῳ μελέτη γίνεται ἀναφορά στήν προπτωτική, ὑγιῆ κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου, στήν μετά τήν πτώση ἐπελθοῦσα φθορά καί θνητότητα τῆς φύσεως, στόν πνευματικό νόμο πού λειτουργεῖ θεραπευτικά καί σωτηριολογικά, στήν ἀγαπητική παρέμβαση τοῦ Θεοῦ πρός ἐπαναφορά τῶν κτιστῶν – τρεπτῶν λογικῶν ὄντων στήν ὀντολογική τους βάση (θεοεΐδεια) καί στά εὐεργετικά ἀποτελέσματα τῆς μετανοίας, ὡς ἀναιρέσεως τῆς αἰτίας τῶν παραχωρουμένων δεινῶν.
Στήν παρούσα δημοσίευση παραθέτουμε τό σχετικό Κεφάλαιο περί τοῦ πνευματικοῦ νόμου, ὅπου γίνεται προσέγγιση τοῦ θέματος μέσα ἀπό τήν Πατερική ἑρμηνευτική τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας.


Στά κείμενα τῶν Ἁγίων Πατέρων γίνεται λόγος περί τοῦ λεγομένου «πνευματικοῦ νόμου», ὁ ὁποῖος συχνά ἀντιπαραβάλλεται μέ τόν φυσικό νόμο, ἀλλά καί μέ τόν Μωσαϊκό. Τονίζεται δέ ὅτι αὐτούς τούς τρεῖς νόμους ἔδωσε ὁ Θεός στούς ἀνθρώπους σέ διαφορετικά χρονικά διαστήματα, ὡς χειραγωγούς πρός τή σωτηρία τους . Σύμφωνα μέ τήν Πατερική Θεολογία, ὁ πνευματικός νόμος ἀποτελεῖ τό νόμο ἐκεῖνο, στόν ὁποῖο ζοῦσαν οἱ πρωτόπλαστοι στόν ἐπίγειο Παράδεισο πρίν τήν Πτώση. Αὐτή ἡ ζωή στόν πνευματικό νόμο χαρακτηριζόταν ἀπό τήν ἀπάθεια, τή συναναστροφή μέ τούς Ἀγγέλους, τή νοερά θεωρία καί τήν παραμονή στή θεία Χάρη. Ἡ ἔκπτωση τῶν πρωτοπλάστων ἀπό τόν Παράδεισο συνδέεται μέ τήν ἔκπτωσή τους ἀπό τόν πνευματικό νόμο καί τήν ὑπαγωγή τους στά πλαίσια τοῦ φυσικοῦ νόμου. Οἱ ἄνθρωποι, μέ τή βοήθεια τοῦ ἐμφύτου νόμου μποροῦσαν νά ξεχωρίζουν τό ἀγαθό ἀπό τό κακό ἀπό τήν ἀρχή τῆς δημιουργίας τους . Μετά τήν προπατορική Πτώση, αὐτή ἡ διάκριση τοῦ ἀγαθοῦ ἀπό τό κακό διατηρήθηκε στούς ἀνθρώπους, ἀλλά ἀμαυρωμένη καί ἐξασθενημένη . Αὐτό μποροῦμε νά τό ἀντιληφθοῦμε ἀπό τό γεγονός ὅτι ἡ ἀντίληψη γιά τό καλό καί τό κακό δέν εἶναι ταυτόσημη σέ διαφορετικούς ἀνθρώπους καί κοινωνίες. Σύμφωνα μέ τούς Ἁγίους Πατέρες, ἡ ζωή στό φυσικό νόμο χαρακτηρίζεται ἀπό τή διαμονή ἀνάμεσα στά πάθη καί τούς δαίμονες, οἱ ὁποῖοι τά ἀνακινοῦν, τή φυσική κατανόηση τῶν φαινομένων μέ τίς αἰσθήσεις καί τήν ἐπίπονη πράξη τῆς ἀρετῆς . Ὁ Ὅσιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής θά γράψει ὅτι ὅσοι τηροῦν τό φυσικό νόμο ὁδηγοῦνται στήν ἀλάθητη ἐνέργεια τῶν φυσικῶν παθῶν .


Εἶναι γνωστό ὅστι στόν λαό τοῦ Ἰσραήλ ὁ Θεός παρεῖχε τόν Μωσαϊκό νόμο, ὡς βοηθό τοῦ φυσικοῦ. Σύμφωνα μέ τόν ἱερό Χρυσόστομο, ὁ Μωσαϊκός νόμος βοηθοῦσε στήν πραγματοποίηση τοῦ ἀγαθοῦ καί τή νίκη ἐναντίον τοῦ κακοῦ, ἀφοῦ ἐπαινεῖ τό ἀγαθό καί κατακρίνει τό κακό. Γράφει μάλιστα, ὁ χρυσορρήμων Πατήρ κάτι πολύ σημαντικό, μεταξύ ἄλλων, σχετικά μέ τόν φυσικό καί τόν Μωσαϊκό νόμο: «Ὁρᾷς πῶς δείκνυσι τήν μέν τῶν καλῶν καί τῶν μή τοιούτων γνῶσιν ἐξαρχῆς ἡμῖν καταβεβλημένην, τόν δέ νόμον Μωϋσέως ἐπαινοῦντα αὐτήν, καί ἐπαινούμενον παρ᾿ αὐτῆς» ;


Μετά ἀπό τή γενική αὐτή ἀναφορά στά εἴδη τοῦ Νόμου, θά γίνει λόγος εἰδικά περί τοῦ «πνευματικοῦ νόμου», σύμφωνα μέ τούς πνευματοφόρους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Πρωτίστως θά θυμηθοῦμε ὅτι, σύμφωνα τήν Ἁγία Γραφή, ἡ διαπρατόμενη ἁμαρτία λαμβάνει τήν «ἀντιμισθία» της, τήν «ἔνδικον μισθαποδοσίαν», κατά τή γνωστή ρῆση τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν Παύλου .


Πολλές φορές βλέπουμε ὅτι οἱ θλίψεις καί οἱ ποικίλες δοκιμασίες συνδέονται μέ τίς ἁμαρτίες, ὡς ἀπότοκά τους. Ἡ ἀνταπόδοση δέν πραγματοποιεῖται μόνο μετά θάνατον, ἀλλά καί στή ζωή αὐτή, ὅπου ἐμφανίζεται ἡ ἐκδίπλωση τῶν ἀποτελεσμάτων τῆς ἁμαρτίας, ἀφοῦ αὐτό ζητεῖ ἡ ἀνθρώπινη συνείδηση, ὡς ἀπονομή τῆς δικαιοσύνης στόν κόσμο. Σύμφωνα μέ τή Γραφή, ὁ Δίκαιος Θεός ἀνταποδίδει τό καλό, ἀλλά καί τό κακό. Ἔτσι, ἐμφανίζεται νά ἐνισχύει καί ἐπιβραβεύει τούς δικαίους, ἀλλά καί νά παιδαγωγεῖ κολαστικά αὐτούς πού παραβαίνουν τό Νόμο Του. Πῶς ὅμως μπορεῖ νά συμβιβασθεῖ ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ μέ τήν ἀγάπη Του καί τό ἄτρεπτο τῆς ἀγαθῆς διαθέσεώς Του πρός τούς ἀνθρώπους; Γνωρίζουμε ἀπό τήν Πατερική Θεολογία ὅτι ὁ Θεός δέν ὀργίζεται, «οὐκ ὀργίζεται τό θεῖον». Ὁ Θεός εἶναι ἀπαθής, ἄτρεπτος, ἀμετάβλητος, ἀναλλοίωτος καί δέν ἀλλάζει διαθέσεις ἔναντι τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεός ἀγαπᾶ τόν μεγαλύτερο ἁμαρτωλό, ὅπως ἀγαπᾶ τόν μεγαλύτερο Ἅγιο . Πῶς, ὅμως, τότε, λέγεται ὅτι τιμωρεῖ τόν ἁμαρτωλό; Ἀλλάζει ἄραγε διαθέσεις ἔναντι τοῦ ἀνθρωπου ὁ ἄτρεπτος Θεός; Μεταβάλλεται ὁ ἀναλλοίωτος καί τάσσεται ἐναντίον τοῦ πλάσματός του;


Τήν ἀπάντηση στό ἐρώτημα αὐτό, δηλ. τό πῶς συμβιβάζεται ἡ θεία δικαιοσύνη μέ τή θεία ἀγάπη καί τό ἄτρεπτο τῆς ἀγαθῆς διαθέσεως τοῦ Θεοῦ πρός τούς ἀνθρώπους, ἀφοῦ ὑπάρχουν οἱ τιμωρίες τῶν ἁμαρτωλῶν, δίνει ἕνας Ἅγιος ἀσκητής τόν 5ο αἰ., ὁ ἅγιος Μᾶρκος ὁ Ἐρημίτης. Εἶναι ὁ συγγραφέας τοῦ λίαν ψυχοφελοῦς βιβλίου περί τοῦ λεγομένου πνευματικοῦ νόμου. Εἶναι τόσο μεγάλη ἡ πνευματική ἀξία αὐτοῦ τοῦ συγγράμματος, ὥστε οἱ Βυζαντινοί -σύγχρονοι τοῦ Ὁσίου- νά λέγουν χαρακτηριστικά : «πάντα πώλησον, Μᾶρκον ἀγόρασον». Νά πουλήσεις ὅ,τι ἔχεις, προκειμένου νά προμηθευτεῖς αὐτό τό βιβλίο.

 ἅγιος Μᾶρκος ὁ Ἐρημίτης γράφει ὅτι ὁ Θεός δέν δημιούργησε τόν θάνατο (σύμφωνα, βεβαίως, μέ τό ἁγιογραφικό: «ὁ Θεός θάνατον οὐκ ἐποίησεν» ), οὔτε τέρπεται μέ τήν ἀπώλεια ζωντανῶν ὑπάρξεων, οὔτε ἐνεργεῖ ὑποκινούμενος ἀπό τό πάθος τῆς ὀργῆς, οὔτε ἐπινοεῖ πρᾶγμα πρός ἀνταπόδοση, οὔτε μεταβάλλει τή διάθεσή του ἀνάλογα μέ τήν ἀξία τοῦ καθενός. Ἀλλά ὁ Θεός, λέγει ὁ ἅγιος Μᾶρκος, δημιούργησε τά πάντα μέ σοφία καί προόρισε νά κρίνονται ἀπό τόν πνευματικό νόμο. «Θεός γάρ θάνατον οὐ ἐποίησεν, οὐδέ τέρπεται ἐπ ἀπωλείᾳ ζώντων, οὔτε κινεῖται πάθει ὀργῆς, οὔτε ἐπινοεῖ πρᾶγμα εἰς ἄμυναν, οὔτε ἀλλοιοῦται πρός τήν ἑκάστου ἀξίαν· ἀλλά πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησεν, ὑπό νόμῳ πνευματικῷ κρίνεσθαι προορίσας» . Κατά ταῦτα, λοιπόν, ἡ ἀνταπόδοση στήν κάθε πράξη ἐξαρτᾶται ἀπό τόν πνευματικό νόμο καί ὄχι ἀπό κάποια ἀλλαγή στόν Θεό. Εἶναι πολύ σημαντικό νά γνωρίζουμε ὅτι ἡ δίκαιη κρίση τοῦ Θεοῦ γιά κάθε ἀνθρώπινη πράξη δέν ἔχει ὡς αἰτία της τή μεταβολή τῆς διαθέσεως τοῦ Θεοῦ πρός τά πλάσματά του. Αὐτή ἡ πάντοτε δίκαιη κρίση τοῦ Δικαίου Θεοῦ ἐκδηλώνεται μέσα ἀπό τή λειτουργία τοῦ πνευματικοῦ νόμου, ἀνάλογα μέ τήν κάθε περίπτωση . Γι᾿ αὐτό σέ κάθε πρᾶγμα, ἐπακολουθεῖ ἡ πρέπουσα ἀνταπόδοση καί αὐτή, σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Μᾶρκο, γίνεται κατά τρόπο φυσικό καί ὄχι ἐπινοητικό .


Πρέπει ὡστόσο νά ὑπογραμμισθεῖ ὅτι γενικά, τό ζήτημα τοῦ πνευματικοῦ νόμου, ἄν δέν ἑρμηνευθεῖ σωστά, μπορεῖ νά δημιουργήσει ἐσφαλμένες καί ἀντορθόδοξες θέσεις καί θεωρίες. Μπορεῖ λ.χ. κάποιος νά ἐκλάβει τή λειτουργία τοῦ πνευματικοῦ νόμου δικανικά, ὡς μία ἀποκατάσταση τῆς διασαλευθείσης ἁρμονίας διά τῆς ἁμαρτίας, ὁπότε θά ταυτισθεῖ μέ τή γνωστή δυτική κακοδοξία τοῦ Ἀνσέλμου Κατεμβουρίας, περί ἱκανοποιήσεως τῆς θείας Δικαιοσύνης. Ὅμως, ὁ πνευματικός νόμος ἑρμηνεύεται πάντοτε μέ βάση τίς ὀντολογικές προϋποθέσεις καί ὄχι αὐτονομημένα, χωρίς αὐτές. Κατά τοῦτο, ὁ πνευματικός νόμος δέν εἶναι μιά ἀποκατάσταση τῆς διασάλευσης κάποιας δικαιϊκῆς τάξεως, ἀλλά ἀποτελεῖ μιά ὑπενθύμιση τῆς ἐπαναγωγῆς τοῦ ἀνθρώπου στό «κατ᾿ εἰκόνα» καί πορείας πρός τό «καθ᾿ ὁμοίωσιν». Εἶναι δηλαδή μέσον πρός τήν ἐπαναγωγή τοῦ ἀνθρώπου στήν ὀντολογία του, στή θεοεΐδειά του, μέ ἄλλα λόγια ἀποτελεῖ μέσον πού ὁδηγεῖ στή σωτηρία του.

Εἶναι νόμος, ὅπως γράφει ἡ Σοφία Σολομῶντος, ὅτι «δι᾿ ὧν τις ἁμαρτάνει, διά τούτων κολάζεται» . Οἱ ἐπιφορές ἀκολουθοῦν τίς ἁμαρτίες, πλήν ὅμως, ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος, κατά τή διάρκεια τῆς ζωῆς του διαπράττει πλῆθος καλῶν καί κακῶν πράξεων, ἀλλά καί λογισμῶν, οἱ ἐπιφορές δέν φαίνονται νά εἶναι ἴδιες μέ τίς αἰτίες τους. Ἀπό πνευματικῆς ἀπόψεως βεβαίως, οἱ ἐπιφορές ἐφαρμόζουν τή δικαιοσύνη, ὅπως καί πάλι ὑπογραμμίζει ὁ Ὅσιος Μᾶρκος ὁ Ἐρημίτης . Αὐτό ἀνιχνεύεται στά κείμενα τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Βλέπουμε λ.χ. τήν ἀναφερόμενη ἀπό τόν Κύριο ἐκείνη περίπτωση τῶν ἀνθρώπων, πάνω στούς ὁποίους ἔπεσε ὁ πύργος τοῦ Σιλωάμ. Αὐτοί, ὅμως, δέν εἶχαν ρίξει κάποιο πύργο ἐπάνω σέ ἄλλους ἀνθρώπους. Ἐπίσης, ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι αἰχμαλωτίσθηκαν στή Βαβυλώνα, δέν εἶχαν διαπράξει τό ἴδιο σέ ἄλλους συνανθρώπους τους.


Τά ἀνωτέρω περιστατικά, πού δέν εἶναι τά μοναδικά, καταδεικνύουν ὅτι οἱ ἁμαρτάνοντες κατά ποικίλους τρόπους, τιμωροῦνται, σύμφωνα μέ τόν πνευματικό νόμο, στόν κατάλληλο καιρό καί μέ τόν ἁρμόδιο τρόπο. Ὅμως, ὁ τρόπος τῆς τιμωρίας δέν εἶναι σέ ὅλους ὁ ἴδιος, οὔτε ὁ καιρός, οὔτε ἐπίσης τιμωροῦνται μέ τά ἴδια μέσα, μέ τά ὁποῖα αὐτοί οἱ ἴδιοι ἁμάρτησαν. Τήν κατάλληλη ἀνταπόδοση, τόν τρόπο, τόν χρόνο καί τό μέσο τῆς ἀνταποδόσεως, γνωρίζει μόνο ὁ Θεός. Ἀκόμη, σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Μᾶρκο τόν Ἐρημίτη, «πάσης συμβάσεως αἰτία ἐστίν οἱ ἑκάστου λογισμοί». Κάθε τι πού συμβαίνει ὡς ἀνταπόδοση στόν ἄνθρωπο ἔχει ὡς αἰτία ὄχι μόνο τίς πράξεις του, ἀλλά καί τίς βαθύτερες σκέψεις του, ἀφοῦ ὁ Παντογνώστης Θεός, ὁ «πάντων ἐπιστάμενος», γνωρίζει καί τούς λογισμούς τῶν ἀνθρώπων. Δέν μποροῦν νά πραγματοποιηθοῦν λόγοι καί πράξεις, ἄν δέν ἔχουν προηγηθεῖ οἱ λογισμοί. Πέραν αὐτῶν, ἐξετάζεται ἡ πρόθεση τῶν ἀνθρώπων. Κατά ταῦτα, ὅποιος ἔχει τήν πρόθεση νά πράξει κάτι, εἴτε καλό, εἴτε κακό, ἤδη τό ἔχει ἐκτελέσει μέ τό νοῦ του. Γι᾿ αὐτό καί λαμβάνει ἀπό τόν πνευματικό νόμο τήν ἐπάξια ἀνταπόδοση .


Λεκτέον ἀκόμη, ὅτι «οἱ πνευματικοί νόμοι πού ἔθεσε ὁ Θεός νά διέπουν τόν πνευματικό κόσμο, δέν ἔχουν σκοπό νά ἐμποδίζουν τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν ἐπιλογή τῆς ἁμαρτίας ἤ μέ τήν βία νά τόν ἐπαναφέρουν στήν εὐθεῖα ὁδό κάθε φορά πού ἐκκλίνει ἀπό αυτήν. Λειτουργοῦν κατά τέτοιο τρόπο, ὥστε νά διατηροῦν καί περιφρουροῦν τό αὐτεξούσιό του καί νά τόν παιδεύουν πρός τό καλό χωρίς νά προσβάλουν καθόλου τήν ἐλευθερία του. Συγκεκριμένα, κάθε καλή πράξη που ἐπιλέγει ὁ ἄνθρωπος τοῦ ἀποδίδει τόν δικό της καρπό. Κάθε φορά πού ὁ ἄνθρωπος ἀπομακρύνεται ἀπό τόν Θεό, ἐντελῶς φυσικά παραδίδεται στόν πνευματικό θάνατο , ὁ ὁποῖος χαρακτηρίζεται ἀπό τήν ὀδύνη καί τήν ἐξουθένωση. Βλέπει κανείς ἐδῶ ὅτι οἱ πνευματικοί νόμοι διαφυλάττουν τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου μέ τό νά τοῦ προσφέρουν αὐτό ἀκριβῶς πού ἐπιλέγει. Ἡ ὀδύνη καί ἡ ἐξουθένωση ἀποτελοῦν τήν φυσική ἀπόληξη τῆς ἁμαρτίας καί ὄχι τιμωρία, πού κατά δικανικό τρόπο κολάζει τήν κακή προαίρεση τοῦ ἀνθρώπου. Ταυτόχρονα ἀποτελοῦν ἔμμεση προτροπή πρός μετάνοια, χωρίς νά ἀφαιροῦν ἀπό τόν ἄνθρωπο τό αὐτεξούσιο» . Εἶναι σημαντικό νά τονισθεῖ ὅτι οἱ πνευματικοί νόμοι εἶναι παιδωγία πρός σωτηρίαν καί λειτουργοῦν ἐν ἐλευθερίᾳ, δηλαδή μέ τήν ἐκούσια ἀποδοχή τους ἀπό μέρους τῶν πιστῶν ἀνθρώπων, μέ ταπεινοφροσύνη καί μετάνοια. Αὐτοί φυσικά σώζονται, ἀφοῦ δέχθηκαν τή λειτουργία τοῦ πνευματικοῦ νόμου στή ζωή τους. Γνωρίζουμε ὅμως ὅτι ὑπάρχουν καί ἄνθρωποι, πού ἁμαρτάνουν βαρέως καί κατά συνείδησιν, καί παρόλο πού δέχονται τήν παιδαγωγία τοῦ πνευματικοῦ νόμου μέ κάποια δοκιμασία, ἐπιφορά, ἀσθένεια κ.λπ. δέν μετανοοῦν, ἀλλά φυσιοῦνται, ἀλαζονεύονται καί τελικά χάνουν τή σωτηρία τους.


Συνοπτικά θά μποροῦσε νά κατατεθεῖ, ὅτι ὁ ὅρος «πνευματικός νόμος» δηλώνει ἀφ᾿ ἑνός μέν τόν Εὐαγγελικό νόμο καί τίς ἐντολές του, ἐπί τῇ βάσῃ τῶν ὁποίων κρίνεται κάθε ἀνθρώπινη πράξη καί λαμβάνει τήν δέουσα ἀνταπόδοση, ἀφ᾿ ἑτέρου, ὁ ὅρος «πνευματικός νόμος» δηλώνει τά πνευματικά ἐκεῖνα φαινόμενα, τά πάντοτε σχεδόν ἐπαναλαμβανόμενα, πού συμβαίνουν ἀνάλογα με τη στάση κάθε ἀνθρώπου πρός τίς ἐντολές. Ἔτσι, «ἀνάλογα μέ τήν ἐντολή πού τηρεῖται ἤ παραβαίνεται, παρατηρεῖται καί τό ἀντίστοιχο πνευματικό φαινόμενο. Τά φαινόμενα αὐτά ἀποτελοῦν τίς γενικές ἀρχές πού διέπουν τήν πνευματική ζωή. Μποροῦν νά παραλληλιστοῦν μέ τούς νόμους πού διέπουν τό φυσικό κόσμο. Ὅπως δηλαδή ἡ φύση διέπεται ἀπό φυσικούς νόμους, ἔτσι καί ὁ πνευματικός κόσμος διέπεται ἀπό πνευματικούς νόμους» . Ἔτσι, γίνεται κατανοητό ὅτι ἡ λειτουργία τοῦ πνευματικοῦ νόμου δέν σημαίνει κατάργηση τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως ἤδη ἐλέχθη. Ὅταν λ.χ. ἕνας ἄνθρωπος περιπατεῖ δίπλα στόν γκρεμό, ἄν δέν προσέξει θά βρεθεῖ κάτω, μέ κίνδυνο νά χάσει τή ζωή του. Αὐτό θά εἶναι ἡ συνέπεια παραβιάσεως τοῦ φυσικοῦ νόμου. Τό αὐτό λαμβάνει χώρα καί στό πεδίο τοῦ πνευματικοῦ νόμου, ἀλλά μέ μία διαφορά. Ἡ πτώση στό γκρεμό ἤ ἀπό κάποιο ὕψος, κατά τό νόμο τῆς βαρύτητος, εἶναι ἀναπόφευκτη ὡς συνέπεια παραβιάσεως τοῦ φυσικοῦ νόμου, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀπρόσωπος καί, θά λέγαμε, ἄκαμπτος. Οἱ πνευματικοί νόμοι, ὅμως, ἔχουν εὔσπλαγχνο καί φιλάνθρωπο χαρακτῆρα καί λειτουργοῦν κατά τό θέλημα τοῦ Ἁγίου Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος «πάντας θέλει σωθῆναι». Ἔτσι, ἡ τιμωρία πού ἀκολουθεῖ τήν πτώση στήν ἁμαρτία, ἀπό τόν πνευματικό νόμο (ὅπως λ.χ. μιά ἀκούσια θλίψη) μπορεῖ νά προληφθεῖ, ὅταν ὁ ἄνθρωπος σπεύσει σέ μετάνοια, ὁπότε αἴρεται καί ἡ ἐπιφορά.


Σύμφωνα μέ τά ἀνωτέρω ἐκτεθέντα, δέν θά πρέπει νά μᾶς ἐκπλήσσουν οἱ διάφορες καί μέ ποικίλους τρόπους ἐκδηλούμενες ἐπιφορές, δοκιμασίες κ.ἄ. πού λαμβάνουν χώρα μέσα στό πλαίσιο τῆς λειτουργίας τοῦ πνευματικοῦ νόμου (μέ τήν ἀνταπόδοση, θετικά ἤ ἀρνητικά), ὁ ὁποῖος παραβιάζεται ἀσυστόλως κατά τήν ζοφερά ἐποχή μας, ὅπου ἡ πολυσχιδής ἁμαρτία ἐξαπλώνεται ὡς λοιμική νόσος καί ἀφανίζει τά πάντα σέ ὅλα τά ἐπίπεδα.

________________________________________________

1.Ὁμιλία, εἰς Ματθ. 59, 3, PG 58, 1193.
2.Bλ. ἐνδεικτικά, Μάρκου τοῦ Ἐρημίτου, Περί νόμου πνευματικοῦ, PG 65, 905 Α, Ἰω. Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως 4, 23, PG 94, 1204, Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, Πρός Θαλάσσιον 19, PG 90, 308B, Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Ὀμιλία 3, PG 151, 36BC. Βλ. Ἀρχιμ. Παντελεήμωνος Καραλάζου, Ἡ λειτουργία τῶν πνευματικῶν νόμων στήν ἀσκητική γραμματεία τῆς Ἐκκλησίας (Διδακτορική Διατριβή), Θεσσαλονίκη 1999, σελ. 8.
3.Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Εἰς τήν πρός Ρωμαίους ἐπιστολήν 13, 2-3, PG 60, 510-511.
4.Ἀρχιμ. Π. Καραλάζου, ὅ.π. Ἡ λειτουγία τῶν πνευματικῶν νόμων, σελ. 9.
5.Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, Πρός Θαλάσσιον 26, PG 90, 348B-D.
6.ὅ. π. 39, PG 90 393 A, Ἀρχιμ. Π. Καραλάζου ὅ.π. σελ. 9.
7.Eἰς τήν πρός Ρωμαίους ἐπιστολήν, 13, 2, PG 60, 510
8.Ἐβρ. Β΄, 2.
9.Ὁ καθηγητής π. Γεώργιος Μεταλληνός σέ ὁμιλίες του ἔλεγε κάτι τό χαρακτηριστικό: «Ὁ Θεός ἀγαπᾶ ἀκόμη καί τόν διάβολο· ὁ διάβολος δέν ἀγαπᾶ τόν Θεό»!
10.Σοφ. Σολ. 1, 13.
11.Συμβουλία νοός πρός τήν ἑαυτοῦ ψυχήν, PG 65, 1105 C.
12.Ἀρχιμ. Παντελεήμωνος Καραλάζου, Ἡ λειτουργία τῶν πνευματικῶν νόμων στήν ἀσκητική γραμματεία τῆς Ἐκκλησίας, σελ. 10.
13.ὅ. π., 1105 D.
14.Σοφ. Σολ. 11, 16.
15.Ἀντιβολή πρός Σχολαστικόν, PG 65, 1096 B.
16.Περί τῶν οἰομένων ἐξ ἔργων δικαιοῦσθαι, PG 65, 932D, 957Β, Βλ. Ἀρχιμ. Παντελεήμωνος Καραλάζου, μνημ. ἔργ. σελ. 59.
17.Μάρκου τοῦ Ἐρημίτου, Συμβουλία νοός πρός τήν ἑαυτοῦ ψυχήν, PG 65, 1105 D.
18.ὅ.π. Ἡ λειτουργία τῶν πνευματικῶν νόμων, σσ. 41-42.
19.ὅ.π. σελ. 19.