A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Πέμπτη 17 Νοεμβρίου 2022

ΓΙΑΤΙ ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΒΟΗΘΟΥΝ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΜΑΣ (Ὅσιος Μακάριος τῆς Ὄπτινα)

 

Γιατί τὰ κείμενα τῶν ἁγίων Πατέρων βοηθοῦν τὸν ἀγῶνα μας

Ὅσιος Μακάριος τῆς Ὄπτινα

Ἐπιστολὴ 7η 

Μοῦ γράφεις πὼς ἐνῶ διαβάζεις πνευματικὰ βιβλία σὲ πιάνει ἀπελπισία. Βιάζεις τὸν ἑαυτό σου νὰ νηστεύει, νὰ ἀγρυπνεῖ, νὰ προσεύχεται καὶ δὲν ξέρεις γιατί τὰ κάνεις ὅλ’ αὐτά. Γνωρίζεις πὼς πρέπει νὰ τὰ κάνεις γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τὴν ἀγάπη αὐτὴ ὅμως δὲν τὴ νιώθεις μέσα σου. Ἕνας λογισμὸς φεύγει κι ἄλλος ἔρχεται στὴ θέση του, τὰ πάθη παρελαύνουν τὸ ἕνα μετὰ τὸ ἄλλο ἀπὸ τὴν καρδιά σου καὶ ζητᾶς τὴ συμβουλή μου.

Ἀπαντῶ: Ἡ ἀνάγνωση τῶν πατερικῶν βιβλίων εἶναι ὠφέλιμη κι ἀπαραίτητη γιὰ νὰ γνωρίσεις τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Οἱ Πατέρες τήρησαν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ ποὺ μᾶς παραδόθηκε μὲ τὶς Γραφές. Βίωσαν τὴν ἀλήθεια καὶ μᾶς ἔδωσαν τὸ καλλίτερο παράδειγμα μὲ τὴ ζωή τους καὶ τὴ διδασκαλία τους.

Ἂν μελετᾶς μόνο τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ δὲ διαβάζεις τοὺς Πατέρες δὲν θὰ μάθεις τὸν τρόπο ζωῆς τους, πῶς διεξάγουν τὸν πνευματικὸ πόλεμο. Θὰ πιστέψεις πὼς μπορεῖς μόνος σου νὰ τὰ βγάλεις πέρα καὶ δὲν θὰ ταπεινωθεῖς.

Ὅταν διαβάζεις τὰ κείμενα τῶν ἁγίων Πατέρων πρέπει νὰ προσπαθεῖς νὰ ἐφαρμόζεις αὐτὰ ποὺ σὲ διδάσκουν. Ἂν δὲν φτάσεις τὰ μέτρα τους θὰ πρέπει νὰ ὁμολογήσεις τὴν ἀδυναμία σου καὶ νὰ ταπεινώνεσαι γιὰ ν’ ἀξιωθεῖς νὰ λάβεις τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ ποὺ προσφέρεται πλούσια στοὺς ταπεινούς.

Στὸ Γεροντικὸ διαβάζουμε τὰ παρακάτω:

«Ἕνας ἀδελφὸς ρώτησε τὸν Γέροντα:

— Τί νὰ κάνω ποὺ διαβάζω τὰ κείμενα τῶν ἁγίων Πατέρων καὶ δὲν κάνω αὐτὰ πού λένε;

— Αν διαβάζεις τὰ λόγια τῶν ἁγίων Πατέρων καὶ δὲν τὰ ἐφαρμόζεις, ἀπάντησε ὁ Γέροντας, νὰ ταπεινωθεῖς καὶ θὰ σ’ ἐλεήσει ὁ Θεός. Ἂν ὅμως δὲν τὰ διαβάζεις δὲν θὰ ταπεινωθεῖς, οὔτε καὶ θὰ σ’ ἐλεήσει ὁ Θεός».

Ἔτσι εἶναι. Ἡ ἀνάγνωση διδακτικῶν κειμένων μὲ πρακτικὲς συμβουλὲς ὠφελεῖ πολύ.

Λὲς ὅτι ἀσκεῖσαι στὶς σωματικὲς ἀρετὲς καὶ δὲν ξέρεις γιατί τὸ κάνεις. Αὐτὸ δὲν εἶναι ἀλήθεια. Ἀσκεῖσαι σ’ αὐτὲς ἀπὸ τὴν ἀγάπη σου γιὰ τὸ Θεό. Μπορεῖ οἱ πράξεις σου νὰ ’ναι ἀτελεῖς, μέσα σου ὅμως ἔχεις ἔστω κι ἕνα μικρὸ σπόρο ἀγάπης γιὰ τὸν Θεό, ποὺ τὸν ἔβαλε ἐκεῖ ἡ πίστη σου.

Ἂν διαβάζουμε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ τοὺς βίους τῶν ἁγίων, ποὺ νίκησαν τὰ πάθη τους κι ἀπόκτησαν τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἂς βιάσουμε τὸν ἑαυτό μας νὰ κάνουμε πρῶτα καλὲς πράξεις καὶ νὰ δείξουμε στὸν πλησίον μας τὴν ἀγάπη μὲ τὰ ἔργα μας.

Ὅταν τὸ κάνουμε αὐτὸ σωστά, τότε θὰ περάσουμε στὴν θεωρία, θὰ βρεῖ ἡ ψυχή μας παρηγοριὰ καὶ θ’ ἀποκτήσει τὴν ἀληθινὴ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.

Τετάρτη 16 Νοεμβρίου 2022

Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ - ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΕΣ ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ (Σημεία και Θαύματα υπέρ του Πατρίου Ημερολογίου)

  

ΤΗΝ δεκαετία του ’90, o Γέροντας Θεολόγος ερχόταν και εκκλησιαζόταν στον Ναό μας, του Ευαγγελισμού στον Κολωνό Αθηνών (Πατρών 12), ένα γεροντάκι ήταν, που είχε χάσει και το φως του. Η Μοναχή Ξένη τον περιποιόταν και τον κρατούσε από το χέρι. Πρόκειται για τη μελλοντική Γερόντισσα Ξένη, η οποία σήμερα είναι Ηγουμένη στην Ιερά Μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στους Θρακομακεδόνες Αττικής, όπου βρίσκονται και τα ιερά λείψανα του Αγίου πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου. Αυτός λοιπόν, ο Γέροντας Θεολόγος έχει μια εκπληκτική ιστορία που είχε τυπωθεί σε πρόχειρο βιβλιαράκι (το 2009), τα αντίτυπα του οποίου όμως έχουν εξαντληθεί. Θα σας πω λοιπόν, δυο λόγια τώρα, χωρίς πολλές λεπτομέρειες, για τον Γέροντα Θεολόγο, τον κατά κόσμον Νικόλαο Χατζηγιαννάκη, ο οποίος εκοιμήθη εν Κυρίω το έτος 2005.

     Ενώ ήταν Κρητικής καταγωγής, ο Γέροντας Θεολόγος ήταν γέννημα – θρέμμα της περιοχής του Κολωνού, στην Αθήνα. Γεννήθηκε γύρω στο 1913-14 από ευσεβείς γονείς.  Η οικογένεια του ήταν υπερπολύτεκνη· οι γονείς του είχαν δεκαεπτά παιδιά, κι αυτός ήταν ο μικρότερος, ο δέκατος έβδομος. Ο Νικόλαος ήταν πολύ φωτισμένο παιδί, είχε εκ Θεού φώτιση. Όταν έγινε η αλλαγή του ημερολογίου το 1924, ήταν ήδη δέκα ετών. Αυτός, οι γονείς και τα αδέρφια του, η οικογένεια ολόκληρη παρέμεινε στο Πάτριο εορτολόγιο, όπως άλλωστε και πάρα πολλοί άλλοι άνθρωποι που δεν ακολούθησαν τον νεοτερισμό. Από ποια αιτία ορμώμενοι δεν ακολούθησαν; Από διαίσθηση Ορθόδοξη. Μήπως τους δίδαξε κανείς; Στα πρώτα χρόνια, αυτοί που κράτησαν το παλαιό δεν είχαν Ποιμένες. Δεν παρέμειναν από την αρχή -οργανωμένα- Αρχιερείς και Ιερείς στο Πάτριο. Μετά, σιγά-σιγά μερικοί προσχώρησαν. Ο κόσμος κράτησε μόνος του. Ποιος το δίδαξε αυτό στον κόσμο; Ο Θεός, που μίλησε στις ψυχές των ανθρώπων, σε αυτούς που ήταν καθαροί τῇ καρδίᾳ.

     Ο Νικόλαος έμεινε από μικρό παιδί στο Πάτριο, τηρώντας επιμελώς όλα τα της Εκκλησίας, ακολουθίες, προσευχή, νηστείες. Δούλευε δε από μικρός. Τον έβαλαν σε ένα εργοστάσιο και εκεί, στη δουλειά, παρατηρούσαν οι μεγαλύτεροι πως ο Νικόλαος τηρούσε -έφηβος ακόμη- με ακρίβεια όλες τις νηστείες με το Πάτριο, και όχι με το νέο. Μια μέρα λοιπόν, ήρθε ο αδερφός του Διευθυντού του εργοστασίου, που ήταν Καθηγητής θεολόγος στο επάγγελμα, σαν επισκέπτης στο εργοστάσιο, και ο Διευθυντής του είπε: «Έχουμε εδώ κι ένα παιδί που είναι με το παλιό, λέει… τι είναι αυτό, παλιό-καινούριο;». Ο αδερφός του ο Καθηγητής τού είπε τότε: «Ε, ας έρθει αυτός ο νεαρός εδώ, να τον διαφωτίσουμε λίγο τον καημένο, να μη μείνει καθυστερημένος…». Τον ειδοποίησαν λοιπόν τον  Νικόλαο, ότι τον ζητά ο Διευθυντής, διότι έχει έρθει ο αδερφός του, ο Καθηγητής της θεολογίας, και θα του κάνει «κατήχηση». Ο νεαρός Νικόλαος έκανε το Σταυρό του και χωρίς να ταραχθεί, παρουσιάστηκε στον Διευθυντή. Τους χαιρέτησε, εφόσον ήταν όλοι συγκεντρωμένοι, και εκεί που κάθισαν στο γραφείο του εργοστασίου, παρατήρησε ο Νικόλαος πως, ενώ ήταν ημέρα νηστείας, Τετάρτη ή Παρασκευή, μπροστά στον Καθηγητή υπήρχε ένα πιάτο με αρτύσιμα μεζεδάκια. «Συγνώμη, κ. Καθηγητά», του είπε ο Νικόλαος, «αν με φωνάξατε για να με διαφωτίσετε στα περί της Πίστεως, τη στιγμή που εσείς σήμερα, έχετε μπροστά σας φαγητό και τρώτε αρτύσιμα, δεν χρειάζεται να μου πείτε τίποτα, ευχαριστώ. Την θεολογία σας κρατήστε την για το εαυτό σας. Δεν την έχω ανάγκη». Ο Καθηγητής πειράχτηκε, φυσικά, και άρχισε να ειρωνεύεται, ως συνήθως, λέγοντας του: «Εσείς δίνετε σημασία στον τύπο, εμείς πάμε στην ουσία!». Μα χωρίς να διανύσεις τα αρχικά βήματα, γίνεται να προχωρήσεις στα επόμενα; Χωρίς τον τύπο, μπορείς να φτάσεις στην ουσία; Μα δεν μπορείς να προσεγγίσεις στην ουσία, αγνοώντας τον τύπο. Τέλος πάντων, ο Νικόλαος τον ντρόπιασε και αυτός έφυγε διότι απεδείχθη παραβάτης βασικών εντολών του Θεού.

     Ο Νικόλαος από την αρχή συμμετείχε και στον ομολογιακό αγώνα του Πατρίου, εναντίον του οποίου ο διωγμός ήταν ιδιαιτέρως σκληρός. Δριμύ διωγμό υφίσταντο οι ομολογητές προς το τέλος της δεκαετίας του ’20, καθώς και κατά τη δεκαετία του ’30. Ο Νικόλαος πρωτοστατούσε πάντοτε σε ό,τι  γινόταν: συλλαλητήρια, εκδηλώσεις κ.α. Αυτό δε σημαίνει πως οι δικοί μας άνθρωποι δημιουργούσαν ταραχές∙ απλώς, όταν τα όργανα της Πολιτείας συλλαμβάνανε Ιερείς και τους αποσχημάτιζαν, ή όταν γινόντουσαν άδικα δικαστήρια εναντίον μας, τότε πήγαιναν για να διαμαρτυρηθούν. Ήταν, λοιπόν ο Νικόλαος ένας από τους μπροστάρηδες ανθρώπους του αγώνα, και συχνά ξυλοκοπείτο από τα εν λόγω όργανα. Τότε φανταστείτε, προπολεμικά, η αστυνομία είχε μεγάλη εξουσία. Τα όργανα της Τάξεως κρατούσαν ρόπαλα (γκλομπς), και ξυλοκοπούσαν… Αυτούς τους διωγμούς πραγματικά τους βιώσαμε τότε. Ο Νικόλαος ξυλοκοπήθηκε τόσο πολύ από παιδί, κατά τους διωγμούς αυτούς, που κι ο ίδιος απορούσε πώς επέζησε, κι έλεγε: «Έπρεπε να φύγω ως μάρτυρας, αλλά φαίνεται ότι ο Θεός είχε κάποιο σχέδιο για μένα και με κράτησε…».

     Μια φορά, λίγο πριν τα Εισόδια της Θεοτόκου με το παλαιό, το 1935, οι αστυφύλακες με τα ρόπαλα τους τον είχαν κάνει κατάμαυρο από το ξύλο. Δεν είχε μείνει πάνω του τίποτα που να μην ήταν μελανιασμένο. Είχε πρηστεί ολόκληρος και όταν επέστρεψε στο σπίτι του ήταν εντελώς μελανός. Το ίδιο βράδυ, γινόταν Αγρυπνία στο Μοναστήρι της Παναγίας, και επέμενε να παραβρεθεί, ακόμη και τραυματισμένος, όπως ήταν. «Μα έτσι θα σε πάμε στην Αγρυπνία; Με το φορείο;», του έλεγαν οι δικοί του, αλλά επέμενε ο Νικόλαος. «Ναι, ακόμη, και με φορείο, στην Αγρυπνία θα πάω και θα παρακαλέσω την Παναγία, επειδή ξυλοκοπήθηκα για την Δόξα Του Υιού Της, να με κάνει καλά». Παρ’ ότι η οικογένεια του ήταν πιστοί άνθρωποι, ούτε εκείνοι τον πίστεψαν, και τον κορόιδευαν. Κι όμως! Μέχρι το πρωί, η υγεία του είχε αποκατασταθεί πλήρως, είχε ξαναβρεί το χρώμα του! Οι μελανιές, τα οιδήματα, τα πάντα είχαν εξαφανιστεί! Επέστρεψε λοιπόν πίσω, καμαρωτός και ένδοξος, λέγοντας στα αδέρφια του: «Ακουμπήστε με, εξετάστε με! Θυμάστε πώς ήμουν το βράδυ; Ε, δείτε λοιπόν πως είμαι τώρα!». Σε όποιον έχει, βλέπετε, ζήλο ισχυρό, πόσο μεγάλα θαύματα παρουσιάζει ο Θεός! Εμείς δεν έχουμε τόση πίστη, κι έτσι δεν βλέπουμε τέτοια θαύματα.

     Αν και ο Νικόλαος ήταν φιλομόναχος, οι γονείς του -την εποχή εκείνη οι γονείς τα αποφάσιζαν αυτά- τού βρήκαν μια καλή κοπέλα από το Μενίδι (Αχαρναί Αττικής), το όνομα της οποίας ήταν Κωνσταντίνα. Αφού την γνώρισε ο Νικόλαος, της είπε: «Εγώ είχα άλλες βλέψεις, ήμουν δοσμένος στον Θεό και ήθελα να Του αφιερωθώ. Θα προχωρήσουμε ωστόσο σε γάμο, εφόσον οι γονείς μου τα κανόνισαν έτσι, αλλά έχω τους όρους μου. Πρώτον και κύριον: Ακολουθούμε η οικογένεια μου κι εγώ, το λεγόμενο παλαιό ημερολόγιο. Και εσύ, αν θέλεις, είσαι με το παλαιό από σήμερα. Αν δεν θέλεις, να εξηγούμαστε εξ αρχής ώστε να μην ταλαιπωρούμαστε». Και συνέχισε ο Νικόλαος, περιγράφοντας της και τα ακόλουθα: «Θα κάνουμε χριστιανική ζωή, πνευματική, θα εκκλησιαζόμαστε κάθε Κυριακή και γιορτή, θα τηρούμε τις νηστείες όλες απαρεγκλίτως, θα ζούμε γενικά σε μια σεμνοπρεπή κατάσταση, χριστιανική κι ωραία. Θέλεις;». Η κοπέλα κοντοστάθηκε με όλα αυτά. Ο κόσμος τότε δεν είχε εκτροχιαστεί ακόμη στο βαθμό που συμβαίνει σήμερα – μιλάμε για το 1940. Εντούτοις, της κοπέλας της φάνηκαν λίγο δύσκολα όλα αυτά. «Παλαιό; Εκκλησιασμούς; Τι έχει σκοπό να με κάνει αυτός; Καλόγρια;», σκέφτηκε η Κωνσταντίνα. «Θα το σκεφτώ», του απάντησε. Επειδή όμως ήταν καλοπροαίρετη κι αυτή, ο Θεός της φανέρωσε σημείο. Τι σημείο; Να λοιπόν, τι της έδειξε ο Θεός για να την στερεώσει:

     Στον ύπνο της εκείνη τη βραδιά, ενώ σκεφτόταν τι απάντηση θα έδινε, είδε ότι ήταν η οικογένεια της, οι ευρύτεροι συγγενείς της και αυτή, σε έναν χώρο σκοτεινό όπου αμυδρά έβλεπε ο ένας τον άλλον, θολά και μετά βίας. Λίγο πιο πάνω, όμως, σαν να μην είχε οροφή το σπίτι εκείνο, σε ένα υψηλότερο επίπεδο, είδε τον Νικόλαο με τη δική του οικογένεια κι άλλους γνωστούς, να είναι μέσα σε ένα άπλετο φως, να έχουν χαρά και ευλογία. Τότε, άκουσε μια φωνή να της λέει: «Αν θέλεις να βρεθείς κι εσύ, εκεί όπου βρίσκεται ο Νικόλαος, να αποδεχθείς όλα όσα σου προτείνει. Αν τα αποδεχθείς, θα βρεθείς εκεί, μαζί του. Αλλιώς, θα μείνεις εδώ που είσαι. Διάλεξε». Ήταν τόσο ζωντανό το όνειρο, που η Κωνσταντίνα ξύπνησε, πετάχτηκε, έκανε αμέσως τον Σταυρό της και είπε αποφασισμένη: «Πάω να βρω τον Νικόλαο!». Τον συνάντησε λοιπόν και του είπε: «Δέχομαι, διότι θέλω να έρθω κι εγώ στο φως, κι όχι να παραμείνω με αυτούς μέσα στο σκοτάδι!».

Δείτε τι θαύματα φανερώνει ο Κύριος! Τον καιρό εκείνο ο Θεός φανέρωνε πολλά θαυμαστά περιστατικά τα οποία γνωρίζουμε σήμερα από τους γέροντες. Μας φανέρωσε ότι όσοι παρέμειναν στο Πάτριο ζούσαν μέσα στο φως του Θεού, ασχέτως με το αν είχαν κι αυτοί τα λάθη τους και τα πάθη τους. Κράτησαν ωστόσο, ομολογία. Οι άλλοι, δεν μπορούμε να πούμε πως πέρασαν στο ζοφερό σκότος της κολάσεως, ζούσαν όμως στα θαμπά, κι όλο και σκοτείνιαζε… Και φανταστείτε ότι αυτό συνέβαινε το 1940… Έκτοτε, ολοένα και σκοτεινιάζει περισσότερο ο ορίζοντας.

Όσο για την Κωνσταντίνα, έγινε τόσο ζηλώτρια, που όχι μόνον εφάρμοζε όσα της υποδείκνυε ο Νικόλαος, αλλά και περισσότερα. Αυτή πρώτη παρότρυνε τον Νικόλαο να κάνουν τα πνευματικά τους καθήκοντα, τις καθημερινές τους προσευχές και μετάνοιες. Και πραγματικά, ζούσαν μια έγγαμη ζωή, σεμνοπρεπή και χριστιανική.

     Ο Νικόλαος και η Κωνσταντίνα ήθελαν να αποκτήσουν και ένα παιδί, αλλά -δοκιμασία Θεού- πέρασαν πάνω από δέκα χρόνια γάμου, και δεν τα κατάφερναν. Αυτός ήταν ο καημός της Κωνσταντίνας, γεγονός για το οποίο ακατάπαυστα προσευχόταν. Τι άλλο θα μπορούσε να κάνει; Να απευθυνόταν στους γιατρούς για εξωσωματική γονιμοποίηση;! Μα δεν είναι ευλογημένα αυτά τα πράγματα. Βιάζεις τη φύση. Αν θέλει ο Θεός, δίνει∙ αν δεν θέλει -για τους λόγους που Εκείνος γνωρίζει- δεν δίνει. Δεν θα υπερβούμε εμείς τους νόμους της φύσεως και τον Θεό.

Λοιπόν, μια φορά που έκανε θερμή προσευχή στην Αγία Άννα, την μητέρα της Παναγίας, που είναι προστάτις των ατέκνων, την πήρε ο ύπνος και της φάνηκε πως βρισκόταν στο παρεκκλήσι του Αγίου Μηνά που είναι έξω από την Μονή της Παναγίας στους Θρακομακεδόνες. Της εμφανίστηκε τότε μία Μοναχή με το όνομα Άννα η οποία της είπε: «Κωνσταντίνα, εισακούστηκε η προσευχή σου. Θα κάνεις ένα παιδί, που θα είναι κοριτσάκι. Θα το ονομάσεις Ευαγγελία». Χάρηκε η Κωνσταντίνα, μα έφερε αντίρρηση στο θέμα του ονόματος. «Το παιδάκι το περιμένω και ευχαριστώ, αλλά εγώ δεν θέλω να το βγάλω Ευαγγελία, δεν μου αρέσει αυτό το όνομα. Θέλω να το ονομάσω Αικατερίνη, το όνομα της πεθεράς μου». Η Αγία Άννα όμως της απάντησε: «Είπαμε, θα κάνεις κοριτσάκι και θα πάρει το όνομα Ευαγγελία, γιατί πρέπει να πάρει το όνομα της Κόρης μου!… εὐαγγελίζου, γῆ, χαρὰν μεγάλην!…». Κατόπιν όμως, της είπε και κάτι παράξενο: «…Δεν θα το χαρείς για πολύ!», κι έγινε άφαντη. Ξύπνησε η Κωνσταντίνα αισθανόμενη μεγάλη αγαλλίαση από την μία, γιατί εισακούστηκε η προσευχή της, αλλά και λύπη από την άλλη που «δεν θα το χαρεί για πολύ».

     Πράγματι, μετά από λίγο καιρό, το έτος 1951, η Κωνσταντίνα κατάλαβε πως ήταν έγκυος. Δυστυχώς, η χρονιά αυτή ήταν που βιώσαμε τον μεγάλο διωγμό του Πατρίου. Από το χειμώνα ήδη, τον Ιανουάριο που οι δικοί μας άνθρωποι γιόρταζαν τα Θεοφάνια, αμέσως μετά άρχισε ένας σφοδρός διωγμός, απίστευτος! Κλείνανε τις εκκλησίες, κλείδωναν τα πάντα, συλλαμβάνανε τους Ιερείς, τους ξύριζαν, τους χτυπούσαν, τι συνέβη… δεν λέγεται! Όμως, έτσι έπρεπε να γίνει, να περάσουμε δια πυρός και σιδήρου.

Στην εποχή του διωγμού, πραγματοποιούνταν συλλαλητήρια στην πλατεία Μητροπόλεως, στην Αρχιεπισκοπή από τους δικούς μας ανθρώπους, τους λαϊκούς, οι οποίοι τα οργάνωναν προκειμένου να διαμαρτυρηθούν ειρηνικά, για να σταματήσει ο φρικτός διωγμός και να επιτραπεί ελευθερία πνευματική. Όλοι οι αιρετικοί έχουν ελευθερία, μόνο εμείς να μην έχουμε;! Το ξυλοκόπημα που υπέστησαν όσοι διαμαρτύρονταν τότε εκεί, δεν περιγράφεται. Το τραγικότερο δε όλων, ήταν ότι δεν σεβόντουσαν τίποτα… ούτε τον Νικόλαο με την έγκυο γυναίκα του. Ακόμη και κατά την εγκυμοσύνη, η Κωνσταντίνα ήταν τόσο θερμή, που δεν το έβαζε κάτω. Ήταν στην πρώτη γραμμή του συλλαλητηρίου!…

Τους επιτέθηκε ένας αστυνομικός με ρόπαλο και χτύπησε τον Νικόλαο που σωριάστηκε αιμόφυρτος. Επιτέθηκε τότε και στην έγκυο Κωνσταντίνα, χωρίς να σεβαστεί την κατάσταση της, και την κλώτσησε τόσο δυνατά που την άφησε στον τόπο. Όλοι πίστεψαν ότι πάει, το διέλυσε το βρέφος. Το χτύπημα επιτάχυνε την γέννηση του παιδιού, και ώσπου να μεταφέρουν την τραυματισμένη Κωνσταντίνα στο νοσοκομείο, το βρέφος είχε ήδη γεννηθεί. Ήθελε ο Θεός και έζησε το κοριτσάκι. Μα η κλωτσιά που είχε δεχτεί η έγκυος γυναίκα από τη βάρβαρη επίθεση ήταν τόσο δυνατή, που το βρέφος γεννήθηκε με κακώσεις στο κεφάλι! Οι γονείς της ωστόσο, δεν θρηνούσαν γι’ αυτό, απεναντίας καυχιόντουσαν που το παιδί τους, η μικρή Ευαγγελία, έφερε «στίγματα ομολογίας» από βρέφος! Μάλιστα, ο π. Παρθένιος [μετέπειτα Επίσκοπος Κυκλάδων +1962], ο τότε Γέροντας της προαναφερθείσας Ιεράς Μονής της Παναγίας των Θρακομακεδόνων, όταν την έβλεπε, μικρό παιδάκι, της έλεγε: «Καλώς την ομολογήτρια!». 

     Όταν μεγάλωσε η μικρή Ευαγγελία έγινε Μοναχή παίρνοντας κατά την κουρά το όνομα «Ξένη». Πρόκειται για τη σημερινή Γερόντισσα Ξένη, την Ηγουμένη της Ιεράς Μονής της Παναγίας των Θρακομακεδόνων, όπου είναι και τα λείψανα του Αγίου Χρυσοστόμου του Νέου Ομολογητού, όπως αναφέραμε παραπάνω. Πριν γίνει Ηγουμένη, η Μητέρα Ξένη φρόντιζε τον τυφλό πλέον γέροντα, τον π. Θεολόγο, ο οποίος ήταν ο κατά σάρκα πατέρας της, ο κατά κόσμον Νικόλαος.

     Το πώς μεγάλωσε η Ευαγγελία μέσα στους διωγμούς, και το τι πέρασε η οικογένεια της είναι μια ολόκληρη ιστορία. Πώς έγινε η βάπτιση της Ευαγγελίτσας; Αφού δεν είχαμε Ναούς, τους είχαν σφραγίσει. Πού γινόντουσαν τότε οι βαπτίσεις; Μετά τα μεσάνυχτα, στα σκοτεινά, σε υπόγεια σπιτιών! Πήγαιναν οι Ιερείς εκεί μεταμφιεσμένοι -διότι δεν μπορούσαν να κυκλοφορήσουν τότε με ράσα- και έτσι γίνονταν οι βαπτίσεις, με το φόβο μην κλάψουν τα παιδιά και μας αντιληφθούν οι αρχές. Το πώς βαπτίστηκε η Ευαγγελία το 1952, σε ένα υπόγειο στον Πειραιά, είναι επίσης μια ολόκληρη ιστορία…

Ας προχωρήσουμε όμως, για να μην καθυστερούμε -αν και αυτά είναι πράγματα φοβερά, τα οποία οφείλουμε να τα γνωρίζουμε, και να τα εκτιμήσουμε όπως πρέπει. Δεν τα εξιστορώ για κανέναν άλλον λόγο, παρά για να εκτιμήσουμε αυτό που κουβαλούμε! Ποιοι πέρασαν και τι πέρασαν! Εμείς, τα βρήκαμε όλα έτοιμα, και λέμε σήμερα: «Ωραία, μια χαρά δεν είμαστε;». Όντως. Για να είσαι εσύ όμως εδώ σήμερα, και για να είμαι κι εγώ, κάποιοι μαρτύρησαν. Κανείς δεν θα ήταν σήμερα εδώ, αν δεν είχαν προηγηθεί οι θυσίες κάποιων. Κάποιοι μαρτύρησαν κι αυτό πρέπει να το σεβαστούμε, και να αγωνιστούμε κι εμείς, ώστε να αναδειχθούμε άξιοι του θησαυρού της Αληθείας που αυτοί μας κληροδότησαν με το αίμα τους.

     Σε ένα άλλο περιστατικό, στον διωγμό του 1953, τους επιτέθηκε η αστυνομία όταν έβγαλαν προς περιφοράν έναν Επιτάφιο στον Πειραιά. Απαγορευόταν να περιφέρουμε εμείς Επιτάφιο, εμείς δεν έπρεπε να υπάρχουμε… Ο Νικόλαος, θαρραλέος και τολμηρότερος καθώς ήταν, πιάστηκε με τους αστυνομικούς στα χέρια, προασπιζόμενος το Σώμα Του Χριστού. Οι αστυνομικοί ήθελαν να αρπάξουν το Σώμα από τον Επιτάφιο, αλλά παράλληλα όρμησε και ο Νικόλαος να το πάρει. Αφού μάδησε ο Επιτάφιος από την αναστάτωση, τράβηξε ο Νικόλαος το Σώμα του Κυρίου από τους αστυνομικούς. Ήρθε τότε, και ένας άλλος πιστός νεαρός να τον ενισχύσει, και κατάφεραν τελικά, να πάρουν το Σώμα από τα χέρια των αστυνομικών! Έτρεχαν τα δύο παλληκάρια για να το γλυτώσουν, όμως τούς κυνήγησαν δύο αστυνομικοί μανιασμένοι. Ενώ έτρεχαν για αρκετή ώρα, έπεσε ο ένας αστυνομικός χάμω στις λάσπες, κι έτσι του ξέφυγαν. Πιο κάτω, οι δυο νέοι έστριψαν αιφνιδιαστικά σε κάποιο σκοτεινό στενό, μπερδεύτηκε και ο δεύτερος αστυνομικός σε ένα αδιέξοδο, κι έτσι τον έχασαν κι αυτόν.

Μόλις αντιλήφθηκαν οι δυό τους πως είχαν ξεφύγει από τους αστυνομικούς, ήταν τόσος μεγάλος ο ενθουσιασμός τους, που σταματώντας τελικά σε κάποια οικοδομή, απίθωσαν το Σώμα του Κυρίου σε ένα καθαρό σημείο και άρχισαν να χοροπηδούν από την χαρά τους, που γλύτωσαν τον Χριστό από τους αστυνομικούς. Ξαφνικά όμως, εκεί που πανηγύριζαν, συνειδητοποίησε ο Νικόλαος πως ο άλλος νέος άρχισε να αλλάζει μορφή, να γίνεται πύρινος, αστραφτερός, και σιγά-σιγά να ανεβαίνει προς τον ουρανό! Ο Νικόλαος τον κοίταζε σαστισμένος, χωρίς να πιστεύει στα μάτια του. Ήταν Άγγελος Κυρίου, ο οποίος καθώς ανέβαινε, τον κοιτούσε χαμογελαστός. Τόσο φοβερά σημεία φανέρωνε ο Χριστός! Φανταστείτε, τι ευλογία! Τα έζησαν οι παλιοί αυτά. Δεν πρόκειται για παραμύθια. Ο Νικόλαος ήταν άνθρωπος σοβαρός και αξιοπρεπής, δεν έλεγε ψέματα, ούτε ήταν ονειροπαρμένος. Ήταν πνευματικός άνθρωπος από παιδί, άφοβος, θαρραλέος, με ζήλο. Γι’ αυτό ο Θεός παρουσίαζε σε αυτούς τους ανθρώπους τέτοια θαύματα, για να τους στερεώσει σε χρόνια φρικτού διωγμού. Θέλει ο Θεός ζήλο, όχι φανατισμό -να ξεφωνίζουμε και να κάνουμε έκτροπα, αλλά ζήλο ψυχής, θέρμη, και σταθερότητα.

     Όταν λοιπόν το κοριτσάκι, η Ευαγγελία έγινε δύο περίπου ετών, η μητέρα της, η Κωνσταντίνα, αρρώστησε βαριά, οδεύοντας προς τον θάνατο. Παρακάλεσε τότε θερμά η Κωνσταντίνα, την Αγία Ειρήνη την Χρυσοβαλάντου, μια άλλη εξαιρετικά θαυματουργή Αγία, η οποία, αφού της εμφανίστηκε της έδωσε μια μικρή παράταση χρόνου διότι το παιδί ήταν ακόμη πολύ μικρό. Είπε η Αγία στην Κωνσταντίνα, πως αφού μεγαλώσει λίγο το παιδί, τότε ο Θεός θα την πάρει κοντά Του. Η Αγία Ειρήνη δεν διευκρίνισε πόσα χρόνια θα της έδινε ο Θεός, αλλά τελικά έζησε άλλα έξι περίπου ακόμη χρόνια από τότε που αρρώστησε. Όταν η Ευαγγελία έγινε περίπου εφτά-οχτώ ετών, κατά το 1960, η Κωνσταντίνα κοιμήθηκε. Το δε τέλος της, ήταν τόσο οσιακό και ειρηνικό! Ακόμα κι Αγγέλους της επέτρεψε ο Θεός να δει πριν κοιμηθεί, που είχαν έρθει να την πάρουν. «Γέμισε ο τόπος παλληκάρια, λευκοντυμένους νεαρούς! Κεράστε τους!», έλεγε η ασθενούσα στους γύρω της, οι οποίοι φυσικά δεν τους έβλεπαν…

     Μετά από περίπου μια δεκαετία από την κοίμηση της γυναίκας του, ο Νικόλαος, κι αφού μεγάλωσε την Ευαγγελία, πλησίαζε ο καιρός κατά τον οποίο θα γινόταν Μοναχός, εκπληρώνοντας έτσι το τάμα του, αλλά και την επιθυμία που έτρεφε από παιδί. Πριν την Μοναχική κουρά του, όμως, ο Νικόλαος πήγε προσκυνητής στους Αγίους Τόπους. Και τι σημεία του φανέρωσε ο Θεός εκεί! Μπήκε στον Πανάγιο Τάφο να προσκυνήσει, και εκεί του φάνηκε ότι δεν υπήρχε στέγη, και ξαφνικά λούστηκε στο άγιο Φως του Θεού! Δεν ήξερε πού βρισκόταν επί πολύ ώρα! Και όταν αποτράβηξε ο Θεός το Φως, τότε είδε πάλι την στέγη του Παναγίου Τάφου και όλα τα πράγματα όπως όντως ήταν. Ρώτησε τότε ο Νικόλαος τους γύρω του, στον Πανάγιο Τάφο, αν είχαν δει ή αντιληφθεί κάτι, αλλά κανείς δεν είχε δει, ούτε καταλάβει τίποτε. Το θαύμα ήταν προφανώς μόνο γι’ αυτόν.

     Την επόμενη χρονιά, το 1970, σε ταξίδι πηγαίνοντας στο προσκύνημα της Πάτμου, ο Νικόλαος υπέστη έμφραγμα του μυοκαρδίου. Παρακάλεσε τότε, τον Άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο, που είναι προστάτης των καρδιακών, διότι ο Απόστολος Ιωάννης έπεσε στο στήθος του Κυρίου στον Μυστικό Δείπνο, να τον αξιώσει να καταφέρει να προσκυνήσει και κατόπιν, να γίνει Μοναχός. Πράγματι, του εμφανίστηκε ο άγιος Ευαγγελιστής, και του είπε να πάει να προσκυνήσει χωρίς φόβο. «Και τι όνομα θα πάρω στην κουρά, Άγιε μου;», ρώτησε ο Νικόλαος τον Άγιο Ιωάννη. «Θα σε βγάλω» του είπε ο Ευαγγελιστής, «Θεολόγο». Χάρηκε ο Νικόλαος και σαν μικρό παιδάκι άρχισε να φωνάζει: «Σ’ ευχαριστώ, Άγιε μου, να μου ζήσεις! Είσαι η χαρά μου!».

     Το 1973 έγινε τελικά η κουρά του Μοναχού πλέον, πατρός Θεολόγου. Τη βραδιά κατά την οποία πραγματοποιήθηκε η κουρά, εμφανίστηκε από τον ουρανό η γυναίκα του, η Κωνσταντίνα, σε μια γνωστή τους Μοναχή, σ ’ένα μονύδριο στην Ηλιούπολη. Ήταν πολύ χαρούμενη, και έφερε στην κεφαλή στεφάνι δόξης. Έλεγε δε: «Αυτό που κάνει σήμερα ο Νικόλαος στη γη, μου δίνει απέραντη χαρά και ευτυχία!». Η Μοναχή, στην οποίαν εμφανίστηκε η Κωνσταντίνα, δεν γνώριζε πως κάπου αλλού εκείνο το βράδυ, γινόταν η Μοναχική κουρά του π. Θεολόγου, κι αναρωτήθηκε, τι άραγε να έκανε ο Νικόλαος και εμφανίστηκε η Κωνσταντίνα σε τόση τιμή και δόξα… και σημείωσε την ημερομηνία. Μετά από ένα χρονικό διάστημα, όταν συναντήθηκαν οι δυο Μοναχοί, το αίνιγμα λύθηκε, και κατάλαβαν ποιο ήταν το γεγονός που είχε δώσει τόση χαρά στην Κωνσταντίνα. Βλέπετε πώς τιμάει ο Θεός αυτούς που τον τιμούν;

     Με την πάροδο του χρόνου, ο γέρων Θεολόγος έχασε και το φως του. Ωστόσο, παρέμεινε ακέραιος, απαρέγκλιτος στην προσευχή του, στη νηστεία του, και στην πνευματική του ζωή, πάντοτε ήρεμος και πράος.

Σας διηγήθηκα λοιπόν μόλις, περιληπτικά, την ιστορία του π. Θεολόγου και της οικογενείας του, ανθρώπων συγχρόνων με εμάς, που τους προλάβαμε και που τους γνωρίσαμε καλά. Τέτοιοι άνθρωποι υπήρξαν ανάμεσα μας, και αναφερόμαστε σε αυτούς, αν μη τι άλλο, για να ενδυναμωθούμε, να παραδειγματιστούμε, και να προσπαθήσουμε λίγο περισσότερο να φανούμε αντάξιοι των κόπων και των μαρτυρίων τους. Είναι Οδός ένδοξη αυτή, Οδός καθαρά, Οδός αγία, Οδός υψηλή!

     Εύχομαι ο Θεός να μας αξιώσει έως τέλους να παραμείνουμε σ’ αυτήν την Οδό. Κι αν δεν έχουμε να παρουσιάσουμε πολλά στον Θεό από πλευράς έργων, ας κρατήσουμε έστω την Πίστη, και να μπορούμε να πούμε στον Θεό: «Δεν έχω τίποτα να Σου δείξω, Θεέ μου, αλλά, μέσα σ’ έναν κόσμο με τόση σύγχυση, τόσο μπέρδεμα, τόσες κατηγορίες, τόσες συκοφαντίες και τόσο κακό, κράτησα την Πίστη την αγία…». Θα είναι μέγα αυτό! Και ο Θεός θα ελεήσει και θα παραβλέψει τυχόν λάθη και αδυναμίες μας.

Οι ημέρες που έρχονται θα είναι πιθανόν πιο δύσκολες, και γι’ αυτό πρέπει να γίνει έκδηλη η δύναμη μας. Γι’ αυτό τα λέμε αυτά, για να προετοιμαζόμαστε. Ο στρατιώτης ο καλός πού φαίνεται; Στην μάχη. Αν τον καιρό της ειρήνης, πριν την μάχη, δεν έχει ασκηθεί, πώς μπορεί να αποδώσει στην μάχη; Αν είσαι νωθρός, δεν θα έχεις ευλογία και δεν θα έχεις δύναμη ομολογίας από τον Θεό. Διότι η ομολογία συνιστά χάρισμα για όσους προετοιμάζονται. Αν πάλι δεν είναι κάποιοι δεινοί και ικανοί ομολογητές, ο Θεός θα τους φυλάξει, αρκεί να έχουν καλή πρόθεση, να μην προδώσουν την Πίστη, να μην υποχωρήσουν, να μην υποκύψουν, και να μην καταισχυνθούν. Αμήν!

● Από διήγηση του Σεβ/του Μητροπολίτου Λαρίσης και Πλαταμώνος κ. Κλήμεντος σε σύναξη με πιστούς στην Ελευσίνα Αττικής (Ιερός Ναός Αγίων Αναργύρων) το έτος 2018.

Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΛΟΥΚΑ 2022 (Ομιλία π.Ευθυμίου Μπαρδάκα)

 

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΛΟΥΚΑ 2022 (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

 

77897 2

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, 

            Μὲ ὅλη μας τὴν ψυχὴ πρέπει νὰ δοξάζουμε τὸν Θεό, καθώς, σὺν τοῖς ἄλλοις, μᾶς ἀξίωσε καὶ μᾶς ἀξιώνει νὰ ἀκοῦμε αὐτὰ ποὺ πολλοὶ προφῆτες, βασιλιάδες καὶ δίκαιοι ἤθελαν νὰ ἀκούσουν στὴν πρὸ Χριστοῦ ἐποχή, ἀλλὰ δὲν ἄκουσαν. Καὶ τί ἀκοῦμε; Ἀκοῦμε τὴν ἴδια τὴν πηγὴ τῆς σοφίας νὰ μᾶς διδάσκει τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ καλύπτει μὲ τὴν ἐξουσία τὴν ὁποία μόνο Ἐκεῖνος διαθέτει, τὰ λεγόμενα «ὑπαρξιακὰ ἐρωτήματα», ἤ τὶς ἀπορίες μας γιὰ τὴν μετὰ θάνατον ζωή. Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ, ὡστόσο, ὅτι ὁ Κύριός μας σὲ ὅλο τὸ Εὐαγγέλιο ἀναφέρθηκε στὴν μετὰ θάνατον ζωὴ ἐλάχιστες φορές. Στὸ μεγαλύτερο τμῆμα τοῦ Εὐαγγελίου ὁ Χριστὸς μᾶς διδάσκει πὼς πρέπει νὰ ζήσουμε σὲ αὐτὴ τὴν ζωὴ γιὰ νὰ μὴν πεθάνουμε ὅταν πεθάνουμε. 

            Μία ἀπὸ τὶς ἐλάχιστες ἀναφορὲς τοῦ Χριστοῦ στὴν μέλλουσα ζωὴ γίνεται στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ διήγηση τοῦ φτωχοῦ Λαζάρου καὶ τοῦ πλουσίου. Ἡ διήγηση αὐτὴ ἀπὸ ἄλλους θεωρεῖται παραβολή, καθὼς μοιάζει μὲ τὶς ὑπόλοιπες εὐαγγελικὲς παραβολές, ἐνῶ ἀπὸ ἄλλους ὄχι, διότι σὲ ὅλες τὶς ἄλλες παραβολὲς προηγεῖται τὸ «εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην», ἐνῶ ἐδὼ ἀπουσιάζει ἡ φράση αὐτή. Ἐπίσης, ἡ σημερινὴ διήγηση ἀναφέρεται σὲ κάποιο πρόσωπο μὲ τὸ ὄνομα Λάζαρος καὶ εἶναι σὰν μία προοικονομία τῆς ἀναστάσεως τοῦ Δικαίου Λαζάρου ποὺ συνέβη λίγο καιρὸ ἀργότερα. 

            ναφέρει λοιπόν, ὁ Κύριος ὅτι κάποιος πλούσιος ἄνθρωπος φοροῦσε πολύτιμα ἐνδύματα καὶ κάθε μέρα «εὐφραινόταν λαμπρῶς».Ἦταν κοντὰ στὸν πλούσιο καὶ ἕνας φτωχὸς μὲ τὸ ὄνομα Λάζαρος, ὁ ὁποῖος θρεφόταν μὲ τὰ ἀποφάγια ποὺ ἔπεφταν ἀπὸ τὸ τραπέζι τοῦ πλουσίου καὶ τὰ σκυλιὰ ἔγλιφαν τὶς πληγές του. Πέθαναν κάποτε οἱ δύο ἄνθρωποι καὶ ὁ μὲν Λάζαρος πήγε στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Πατριάρχη Ἀβραάμ, ὁ δὲ πλούσιος στὸν Ἅδη. Καθὼς βασανιζόταν στὸν Ἅδη, σήκωσε τὰ μάτια του καὶ εἶδε τὸν φτωχὸ στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Πατριάρχη καὶ εἶπε «πάτερ Ἀβραάμ, στεῖλε τὸν Λάζαρο νὰ βάλει τὴν ἄκρη τοῦ δαχτύλου του στὸ νερὸ καὶ νὰ βρέξει τὰ χείλη μου, γιατὶ αἰσθάνομαι ὀδύνη μέσα σὲ αὐτὴ τὴν φλόγα». Καὶ ὁ Ἀβραὰμ ἀπάντησε «θυμήσου, παιδί μου, ὅτι ἐσὺ ἀπόλαυσες τὰ ἀγαθὰ ὅσο ζοῦσες καὶ ὁ Λάζαρος ὁμοίως τὰ κακά. Τώρα, λοιπόν, ἐκεῖνος παρηγορεῖται καὶ ἐσὺ βασανίζεσαι. Ἄλλωστε, ὑπάρχει μεγάλο χάσμα μεταξύ μας, ὥστε νὰ μὴν μποροῦν οἱ ἀπὸ ἐδὼ νὰ πάνε ἐκεί, οὔτε οἱ ἀπὸ ἐκεὶ νὰ ἔρθουν ἐδώ». Εἶπε πάλι ὁ πλούσιος «σὲ παρακαλῶ, πάτερ, στεῖλε τὸν Λάζαρο στὸ σπίτι τοῦ πατέρα μου γιατὶ ἔχω πέντε ἀδελφούς. Νὰ τοὺς μαρτυρήσει τὴν μεταθανάτια κατάσταση γιὰ νὰ μὴν ἔλθουν καὶ αὐτοὶ στὸν τόπο τῆς βασάνου». Ὁ Ἀβραὰμ ἀπάντησε: «ἔχουν τὰ βιβλία τοῦ Μωϋσῆ καὶ τῶν προφητῶν, ἀς ἀκούσουν αὐτούς». «Ὄχι πάτερ Ἀβραάμ, ἀλλὰ ἄν κάποιος ἀναστηθεῖ ἀπὸ τοὺς νεκρούς, θὰ μετανοήσουν». Εἶπε, κλείνοντας ὁ Ἀβραάμ: «ἄν δὲν ἀκοῦνε τὸν Μωϋσῆ καὶ τοὺς προφῆτες, οὔτε ἄν κάποιος ἀναστηθεῖ ἀπὸ τοὺς νεκροὺς θὰ πεισθοῦν».

            χοντας ἀκούσει ἀπὸ τὸν Εὐαγγελιστὴ τὰ παραπάνω, θὰ ἤθελα νὰ ἐκφράσω μία ἀπορία: «Ποιά ἁμαρτία, τελικά, ἔκανε ὁ πλούσιος γιὰ νὰ κολαστεῖ στὸν τόπο τῆς βασάνου;». Στὸ Εὐαγγέλιο δὲν ἀναφέρεται ὅτι ἔκανε κάποια ἁμαρτία, οὔτε ὅτι ἀπέκτησε παράνομα τὴν περιουσία του. Ἀναφέρεται μόνο ὅτι εὐφραινόταν κάθε μέρα λαμπρῶς. Μήπως καταδικάσθηκε ἐπειδὴ ἦταν πλούσιος καὶ ἀπολάμβανε τὶς ἀνέσεις ποὺ ἀναλογοῦσαν στὴν οἰκονομική του κατάσταση; Μὰ καὶ ὁ Πατριάρχης Ἀβραὰμ ἦταν ἀπὸ τοὺς πλουσιωτέρους ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς του, ὡστόσο ἡ ἀγκαλιά του ἔγινε ὁ τόπος ἀνάπαυσης τῶν Δικαίων, σύμφωνα μὲ τὴν εὐαγγελικὴ διήγηση. Ἑπομένως, ἡ κόλαση ἤ ὁ παράδεισος δὲν ἐξαρτῶνται ἀπὸ τὰ πλούτη. Ὁ πλούσιος τῆς περικοπῆς κολάσθηκε διότι τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔστεκε πεσμένος στὴν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ του καὶ χόρταινε ἀπὸ τὰ ἀποφάγια του, τὴν πονεμένη εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, τὸν ταλαιπωρημένο Λάζαρο, ποτὲ δὲν τοῦ ἔδωσε σημασία, ποτὲ δὲν γύρισε νὰ τὸν κοιτάξει καὶ ἄν ὄχι νὰ τὸν ταΐσει, τουλάχιστον νὰ τοῦ πεῖ ἕναν συμπονετικὸ λόγο. Μάλλον σὲ αὐτὴ τὴν σκληροκαρδία ὀφείλονται οἱ ὑπέρμετρες ἐπίγειες ἠδονὲς τὶς ὁποῖες ἀπολάμβανε. Ἡ πρόσκαιρη ἠδονὴ ἔφερε τὴν σκληροκαρδία καὶ αὐτὴ μὲ τὴ σειρά της τὴν αἰώνια ὀδύνη.

            σον ἀφορᾶ τὸν Λάζαρο, αὐτὸς δὲν σώθηκε ἐπειδὴ ἦταν φτωχὸς καὶ ἐπειδὴ ταλαιπωρήθηκε. Ἡ ἔλλειψη τῶν χρημάτων δὲν συνεπάγεται τὴν σωτηρία μας. Αὐτὸ ποὺ ὁδήγησε τὸν Λάζαρο στὸν κόλπο τοῦ Ἀβραάμ, ἦταν ἡ ἀγόγγυση ὑπομονή του. Ποτέ του δὲν κίνησε ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, οὔτε σκέφθηκε νὰ διαπράξει κάποια παρανομία, οὔτε ἀκόμη κακολόγησε ποτὲ τὸν πλούσιο ἐπειδὴ ἐκεῖνος ἦταν εὐκατάστατος ἐνῶ ὁ Λάζαρος ὄχι. Ἀντιθέτως, δόξαζε τὸν Θεὸ καὶ παρέμενε πράος καὶ ἀνεξίκακος. Κατ’ἀντιστοιχία μὲ ὅσα ἀναφέρθηκαν πιὸ πάνω, θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι ἡ ἐν Χριστῷ ἀντιμετώπιση τῆς πρόσκαιρης ὀδύνης ἐξασφαλίζει τὴν αἰώνια ἠδονή. 

            Σημαντικὴ εἶναι ἡ ἀναφορὰ τοῦ Πατριάρχη Ἀβρρὰμ στὸ μεγάλο χάσμα ποὺ χωρίζει τὴν κόλαση ἀπὸ τὸν Παράδεισο. Πρέπει νὰ γνωρίζουμε ὅτι κόλαση καὶ παράδεισος εἶναι, ἀντιστοίχως, κατάσταση σκότους καὶ κατάσταση φωτός, κατάσταση λύπης καὶ κατάσταση χαρᾶς. Καὶ οἱ καταστάσεις αὐτὲς εἶναι αἰώνιες, δηλαδὴ δὲν ἔχουν τέλος. Γιὰ νὰ καταλάβουμε κάπως τὴν αἰωνιότητα, ἀρκεῖ νὰ φαντασθοῦμε ἕνα μικρὸ πουλάκι νὰ χτυπάει μὲ τὸ ράμφος του μία φορὰ στὰ δέκα χιλιάδες χρόνια τὸ ὄρος Ἔβερεστ. Ἀλλὰ ἀκόμη καὶ αὐτὸ κάποια στιγμὴ θὰ γίνει θρίψαλα. Ὁ Παράδεισος, ὅμως, καὶ ἡ κόλαση δὲν θὰ τελειώσουν ποτὲ καὶ κανεὶς δὲν θὰ μπορεῖ νὰ μεταβεῖ οὔτε γιὰ λίγο ἀπὸ τὴν μία κατάσταση στὴν ἄλλη. Τὰ γήινα χρόνια ποὺ μᾶς δίνει ὁ Κύριος εἶναι ὑπεραρκετὰ γιὰ νὰ ἐξασφαλίσουμε τὸν Παράδεισο ἤ τὸν Ἅδη. 

            Γιὰ αὐτὲς τὶς ἀλήθειες παρακαλεῖ ὁ βασανισμένος πλούσιος τὸν Ἀβραὰμ νὰ στείλει τὸν Λάζαρο πίσω στὴ γῆ. Γιὰ νὰ τὶς μαρτυρήσει στοὺς ἀδελφούς του ποὺ ζοῦν στὴν ἁμαρτία, ὥστε νὰ μετανιώσουν καὶ νὰ μὴν ἔλθουν καὶ ἐκεῖνοι στὰ βάσανα. Ὁ Ἀβραάμ, ὅμως, ἀρνεῖται καὶ λέει ὅτι ἐφόσον ἔχουν τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν τὸν τηροῦν, οὔτε ὁ ἀναστημένος θὰ μπορέσει νὰ τοὺς ὁδηγήσει σὲ μετάνοια. Οἱ ἀδελφοὶ τοῦ πλουσίου πάσχουν ἀπὸ τὸ μεγαλύτερο κακό, τὴν ψυχικὴ πόρωση. Οἱ ἁμαρτίες τοὺς ἔχουν καταστήσει τυφλοὺς καὶ ἐνῶ βλέπουν, δὲν βλέπουν. Ἔχουν πνίξει κάθε ἔλεγχο τῆς συνείδησης, ἔχουν τόσο ἐθιστεῖ στὰ πάθη, ποὺ ἀκόμη καὶ ἡ θέα ἑνὸς ἀναστημένου δὲν μπορεῖ νὰ τοὺς διορθώσει.

             Ἀβραὰμ μίλησε ἀπόλυτα ὅταν εἶπε ὅτι οὔτε ὁ ἀναστημένος δὲν μπορεῖ νὰ διορθώσει τοὺς ἀδελφοὺς τοῦ πλουσίου. Ναί, ὅμως, δὲν θὰ ἦταν καλὸ νὰ ἔστελνε ὁ Θεὸς πίσω τὸν Λάζαρο νὰ κηρύξει μετάνοια ὡς μία δεύτερη εὐκαιρία;  Κι ὅμως, τὸ ἔκανε λίγο καιρὸ ἀργότερα. Ἀνέστησε τὸν τετραήμερο Λάζαρο, ὁ ὁποῖος μίλησε γιὰ ὅσα βίωσε μετὰ θάνατον. Ὡστόσο, οἱ Ἰσραηλίτες δὲν ἄλλαξαν ριζικά. Μετὰ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου σκέφτηκαν νὰ φονεύσουν καὶ τὸν Χριστὸ (τὸ ὁποῖο ἔκαναν) καὶ τὸν Λάζαρο. Παρέμειναν, δηλαδή, ἴδιοι. 

            ν κατακλείδι, ἡ ἰδιότητα τοῦ Χριστιανοῦ ποὺ φέρουμε μὲ τὸ Ἅγιο Βάπτισμα, μᾶς ἐπιφορτίζει μὲ τὸ καθῆκον νὰ μὴν παραβλέπουμε τοὺς ἀδελφούς μας ποὺ ἔχουν ἀνάγκη, ἀλλὰ νὰ εἴμαστε πρὸς ὅλους «οἰκτίρμονες (δηλαδὴ ἐλεήμονες), ὅπως καὶ ὁ Οὐράνιος Πατέρας μας οἰκτίρμων ἐστί».  Ἐλεημοσύνη δὲν εἶναι μόνο τὸ νὰ δίνουμε χρήματα. Ἐλεημοσύνη εἶναι, ἐπίσης, τὸ νὰ ποῦμε τὸν καλὸ λόγο, νὰ προσευχηθοῦμε γιὰ τὸν ἀδελφό μας, νὰ τὸν παρηγορήσουμε, νὰ τὸν ἐπισκεφθοῦμε στὴν ἀσθένειά του, ἤ ἀκόμα καὶ νὰ τὸν ἐλέγξουμε, ἄν χρειαστεῖ, πρὸς ὄφελος τῆς ψυχῆς του. Ἄν ἔτσι ζήσουμε, θὰ χαιρόμαστε ἀκούοντας τὸ «μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται». Ἀμήν.

Μετ’ εὐχῶν, 

ὁ Ἐπίσκοπός σας

 ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2022

Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΣΤΩΡ Ο ΜΑΡΤΥΡΑΣ (27 Οκτωβρίου)

 

Ο Νέστορας ήταν πολύ νέος στην ηλικία, ωραίος στην όψη και γνώριμος του Αγίου και ενδόξου Δημητρίου.

Ο Νέστορας, λοιπόν, βλέποντας ότι ο αυτοκράτωρ Διοκλητιανός
χαιρόταν για τις νίκες κάποιου σωματώδους βαρβάρου, ονομαζόμενου Λυαίου, μίσησε την υπερηφάνεια του. Βλέποντας όμως και τα θαύματα του Αγίου Δημητρίου, πήρε θάρρος. Πήγε λοιπόν στη φυλακή, όπου ήταν κλεισμένος ο Μεγαλομάρτυρας, και έπεσε στα πόδια του. Δούλε του Θεού Δημήτριε, είπε, εγώ είμαι πρόθυμος να μονομαχήσω με το Λυαίο, γι' αυτό προσευχήσου για μένα στο όνομα του Χριστού. Ο Άγιος, αφού τον σφράγισε με το σημείο του τιμίου Σταυρού, του είπε ότι και το Λυαίο θα νικήσει και για το Χριστό θα μαρτυρήσει. Τότε, λοιπόν, ο Νέστορας μπήκε στο στάδιο χωρίς φόβο και ανεφώνησε: «Θεὲ τοῦ Δημητρίου, βοήθει μοί». Και αφού πολέμησε με το Λυαίο, του κατάφερε δυνατό χτύπημα με το μαχαίρι του στην καρδιά και τον θανάτωσε.


Εξοργισμένος τότε ο Διοκλητιανός, διέταξε και σκότωσαν με λόγχη
το Νέστορα, αλλά και το Δημήτριο. Έτσι, μ' αυτή του την ενέργεια ο Νέστορας δίδαξε ότι σε κάθε ανθρώπινη πρόκληση πρέπει να αναφωνούμε: «Κύριος ἐμοὶ βοηθός, καὶ οὐ φοβηθήσομαι τί ποιήσει μοι ἄνθρωπος;» (Ψαλμός νε' 5). Ο Κύριος είναι βοηθός μου και δε θα φοβηθώ. Τι θα μου κάνει οποιοσδήποτε άνθρωπος;

Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Ἀθλητὴς εὐσεβείας ἀκαταγώνιστος, ὡς κοινωνὸς καὶ συνήθης τοῦ Δημητρίου ὀφθεῖς, ἠγωνίσω ἀνδρικῶς Νέστωρ μακάριε, τὴ θεϊκὴ γὰρ ἀρωγή, τὸν Λυαῖον καθελῶν, ὡς ἄμωμον ἱερεῖον, σφαγιασθεὶς προσηνέχθης, τῷ Ἀθλοθέτῃ καὶ Θεῶ ἠμῶν.



Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.

Ἀθλήσας καλῶς, ἀθάνατον τὴν εὔκλειαν, κεκλήρωσαι νῦν· καὶ στρατιώτης ἄριστος, τοῦ Δεσπότου γέγονας, ταῖς εὐχαῖς Δημητρίου τοῦ Μάρτυρος. Σὺν αὐτῷ οὖν Νέστορ σοφέ, πρεσβεύων μὴ παύσῃ ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Ὁ Οἶκος

Ῥώμῃ Θεοῦ ἀθλήσας, παμμάκαρ, νικηφόρος ἐδείχθης, τὸν ἐχθρὸν τοῖς ποσὶ καταπατήσας, δεδόξασαι, στεφανίτης σὺν ταῖς χορείαις τῶν σεπτῶν Ἀθλοφόρων Νέστορ ἐφάνης, καὶ Ἀαρὼν ὑπερήρθης Χριστοῦ Ἀθλητά, σὺν Ἄβελ αἷμα τὸ θεῖον σου προσενέγκας, καὶ θρόνῳ θείῳ τοῦ κτίσαντος παρεστώς, σὺν Ἀγγέλων τοῖς τάγμασι, πρεσβεύων μὴ παύσῃ ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Κυριακή 6 Νοεμβρίου 2022

Η ΑΓΙΑ ΤΑΒΙΘΑ Η ΕΛΕΗΜΩΝ (25 Ὀκτωβρίου)


 «Αὐτὴ ἦν πλήρης ἀγαθῶν ἔργων καὶ ἐλεημοσυνῶν, ὧν ἐποίει». Έτσι πλέκει το εγκώμιο της Αγίας Ταβιθά ο ευαγγελιστής Λουκάς. Η λέξη Ταβιθά είναι συριακή και ερμηνεύεται Δορκάς (ζαρκάδι). Το όνομα αυτό έφερε ή ευσεβέστατη αυτή και φιλάνθρωπη χριστιανή, που κατοικούσε στην Ιόππη.


Από τίς Πράξεις των Αποστόλων (θ' 36-40) πληροφορούμαστε ότι η Δορκάς, ήταν εξειδικευμένη υφάντρια πού κατασκεύαζε χιτώνες και ιμάτια, τα όποια πωλούσε και από τα έσοδα συντηρούσε φτωχούς, χήρες και ορφανά. Όταν ο απόστολος Πέτρος, στα πλαίσια της διάδοσης του Ευαγγελίου, έφτασε στη Λύδδα της Παλαιστίνης, συνέβη ν' ασθενήσει η Δορκάς και να πεθάνει. Και ενώ είχαν ετοιμαστεί όλα για την κηδεία της, έγινε γνωστό ότι ο Πέτρος ήταν στη Λύδδα. Τότε δύο απεσταλμένοι, παρακάλεσαν τον Πέτρο να έλθει στην Ιόππη. Όταν έφτασε, τον ανέβασαν στο υπερώο, όπου ήταν νεκρή η Δορκάς. Συγκινημένος ο Πέτρος, χωρίς να πει τίποτα, έβγαλε όλους έξω, γονάτισε και προσευχήθηκε θερμά. Έπειτα είπε: «Ταβιθᾶ ἀνάστηθι». Και πράγματι η νεκρή αναστήθηκε! Αυτό χαροποίησε αφάνταστα τους παρευρισκόμενους, και το γεγονός διαδόθηκε σ' όλη την Ιόππη με αποτέλεσμα να πιστέψουν πολλοί στον Χριστό.

Από τότε η Ταβιθά έζησε αρκετά χρόνια, γεμάτα
αγαθά έργα και ελεημοσύνες. Ο θάνατος τη βρήκε σε βαθιά γεράματα. Και έτσι η φιλάγαθη αυτή γυναίκα, έφυγε ειρηνικά και με αγαλλίαση διότι την αξίωσε ο Θεός να περάσει τη ζωή της ωφέλιμα γεμάτη πνευματικούς καρπούς.

Πηγή: saint.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε. Μαθήτρια ἔνθεος, ἐν τῇ Ἰόππῃ σεμνή, Χριστοῦ ἐχρημάτισας, καὶ ἐν πολλοῖς οἰκτιρμοῖς, αὐτὸν ἐθεράπευσας· ὅθεν ὑπὸ τοῦ Πέτρου, ὡς ἠγέρθης θανοῦσα, ἐδειξας τοῦ σοῦ βίου, Ταβιθᾶ μακαρία, πᾶσι τὴν κεκρυμμένην, θείαν λαμπρότητα.

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ' ΛΟΥΚΑ 2022 (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

 

DSC 77790717

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, 

            Βασικὴ θέση στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ ἰστορία, τὴν ὁποία ἀκούσαμε καὶ ἀπὸ τὸν Εὐαγγελιστὴ Ματθαῖο τὴν Ε΄ Κυριακὴ μετὰ τὴν Πεντηκοστή, κατέχει ἡ ἔννοια τῆς παρανομίας. Ὅλοι κατανοοῦμε καὶ γνωρίζουμε ὅτι παρανομία εἶναι ἡ ἀπείθεια πρὸς τοὺς νόμους, εἴτε τοὺς θείους, εἴτε τοὺς κοσμικούς, ἡ ὁποία δέχεται κατὰ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο «τὴν ἔνδικον μισθαποδοσίαν». Ἀνὰ τοὺς αἰῶνες πολλὰ συστήματα ἀπονομῆς τῆς δικαιοσύνης θέσπισαν μέτρα κατὰ τῆς παρανομίας γιὰ νὰ ἐπιβάλουν τὴν τάξη. Γιατί, ὅμως ἡ παρανομία συνεχίζει νὰ ὑφίσταται; Δὲν ἀντιλαμβάνονται οἱ ἄνθρωποι τὰ δυσάρεστα ἀποτελέσματά της;

            Μέσα ἀπὸ τὸ παράδειγμα τῶν Γαδαρηνῶν λαμβάνουμε τὶς κατάλληλες ἀπαντήσεις. Μᾶς ἐξιστορεῖ ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς ὅτι ὁ Χριστὸς ἐπισκέφθηκε τὴν χώρα τῶν Γαδαρηνῶν καὶ συνάντησε ἕναν ἄνθρωπο πολὺ ταλαιπωρημένο ἀπὸ τὰ ἀκάθαρτα πνεύματα.  Ὁ Κύριός μας τὸν σπλαχνίσθηκε καὶ  ἔβγαλε ἀπὸ αὐτὸν τὴν λεγεώνα τῶν δαιμονίων, στὰ ὁποία ἐπέτρεψε νὰ εἰσέλθουν στὸ κοπάδι τῶν χοίρων ποὺ ἔβοσκε στὴν περιοχή. Στὴ συνέχεια, μπροστὰ στὰ μάτια τῶν βοσκῶν, οἱ χοῖροι ὄρμησαν στὸν γκρεμὸ καὶ πνίγηκαν στὴν θάλασσα. Οἱ βοσκοὶ τότε, ἔτρεξαν ἀμέσως νὰ κάνουν γνωστὸ τὸ γεγονός. Μαζεύτηκε, ἔπειτα, πλῆθος κόσμου ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ, ὅπου εἶδαν τὸν πρώην δαιμονισμένο ἤρεμο, ντυμένο καὶ κόσμιο. Καὶ τί εἶπαν στὸν Χριστό; «Σὲ εὐχαριστοῦμε πολὺ ποὺ εὐεργέτησες τὸν πάσχοντα συνάνθρωπό μας»; «Εὐχαριστοῦμε ποὺ λύτρωσες τὴν πόλη μας ἀπὸ τὶς ζημιὲς τῶν πονηρῶν πνευμάτων»; «Σὲ παρακαλοῦμε, μεῖνε κοντά μας νὰ μᾶς διδάξεις καὶ νὰ θεραπεύσεις καὶ τοὺς ὑπόλοιπους ἀρρώστους»; Ὄχι. Τίποτα ἀπὸ αὐτὰ δὲν εἶπαν. Καὶ τί εἶπαν; «Φύγε ἀπὸ τὴν πόλη μας», διότι φοβήθηκαν ὅτι ὁ Ἰησοῦς θὰ ἔβλαπτε τὰ  συμφέροντά τους, τὰ ὁποῖα βασίζονταν στὴν παρανομία, καθὼς ἦταν παράνομη, σύμφωνα μὲ τὸν μωσαϊκὸ νόμο, ἡ ἐκτροφὴ καὶ ἡ βρώση χοιρινοῦ κρέατος.

             ἄνθρωπος ὁδηγεῖται στὴν παρανομία γιὰ διάφορους λόγους. Ὁ εὔκολος πλουτισμὸς εἶναι ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς ὅπως εἴδαμε ἀπὸ τοὺς Γαδαρηνούς. Βέβαια, γιὰ τὸν εὔκολο πλουτισμὸ κάποιοι προβαίνουν καὶ σὲ ληστεῖες, σκεπτόμενοι: «Γιατὶ νὰ χρειαστεῖ νὰ καταβάλω τίμια καὶ κοπιαστικὴ ἐργασία προκειμένου νὰ βγάλω τὰ πρὸς τὸ ζῆν, ὅταν μία ληστεία μερικῶν ὡρῶν μπορεῖ νὰ μὲ κάνει πλούσιο;». Ἄλλος λόγος εἶναι οἱ κακὲς ἐπιθυμίες, αὐτὰ τὰ ἀνεξέλεγκτα «θέλω»  ποὺ πολλὲς φορὲς κατευθύνουν τὴ ζωή μας, ἐνῶ θὰ ἔπρεπε νὰ τὴν κατευθύνει ὁ στόχος μας νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Θεό. Τέλος, στὴν παρανομία ὁδηγοῦν οἱ κακὲς συνήθειες καὶ ἡ προβληματικὴ ἀγωγή. Ὅταν ἕνας ἄνθρωπος ἔχει μεγαλώσει μὲ τὸ ἐλεύθερο ἀπὸ τοὺς γονεῖς του νὰ κάνει παρανομίες, ἤ ὅταν ἔχει μάθει νὰ ζεῖ κάνοντας παράνομες πράξεις, τότε, καθὼς δὲν ὑπάρχει πιὰ γιὰ ἐκεῖνον οὔτε ὁ ἔλεγχος τῆς συνείδησης, μὲ μεγάλη δυσκολία θὰ κατάφέρει νὰ ζήσει σύμφωνα πρὸς τοὺς νόμους. 

             ἔννομη ζωὴ εἶναι γιὰ τοὺς παράνομους «ἀνοησία». Σίγουρα, ὅμως, θὰ ἄλλαζαν γνώμη ἄν λάμβαναν σοβαρὰ ὑπ΄ ὄψιν τὶς συνέπειες τῆς παρανομίας, πρωτίστως στὸν ἴδιο τους τὸν ἑαυτό. Τὸ μεγαλύτερο κακὸ ποὺ μπορεῖ νὰ ἐξασφαλίσει ὁ παράνομος δὲν εἶναι ἄλλο ἀπὸ τὴν ἐγκατάλειψη τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ ἄλλωστε μᾶς δίδαξε καὶ ὁ Χριστὸς σήμερα, φεύγοντας ἀπὸ τοὺς Γαδαρηνοὺς καὶ ἀφήνοντάς τους στὸ πνευματικὸ σκοτάδι καὶ στὸν ψυχικὸ θάνατο. Καὶ ἄν δὲν ὑπάρχει ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή μας, ἄν δὲν εἶναι δίπλα μας ὁ Θεὸς νὰ μᾶς κατευθύνει, τότε ἀναμφίβολα, ὅσο ψηλὰ καὶ νὰ φτάσουμε στὰ μάτια τοῦ κόσμου, στὴν πραγματικότητα ὁδηγούμαστε στὴν καταστροφή. Ἄν λάβουμε ὑπ’ ὄψιν τὰ λόγια τοῦ Εὐαγγελιστῆ Ἰωάννη ὅτι «ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν φόβον», καὶ ὅτι «ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστίν», τότε διαπιστώνουμε ὅτι ἡ ἀπουσία τοῦ Θεοῦ αὐτομάτως φέρνει τὸν φόβο στὴ ζωὴ τοῦ παρανόμου. Πράγματι, ὁ παράνομος ἀκόμη καὶ ἄν τὸ κρύβει καλά, διακατέχεται ἀπὸ τὸ αἴσθημα τοῦ φόβου, διότι ἀνὰ πάσα ὥρα καὶ στιγμὴ ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ ἤ τοῦ κράτους μποροῦν νὰ ἀνατρέψουν τὴν κατάσταση τῆς ζωῆς του. Ποιός, θὰ ἤθελε μία ζωὴ μέσα στὸν φόβο; Κανείς; Κι ὅμως, οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἐπιλέγουν νὰ κάνουν τὴν παρανομία, ἐπιλέγουν νὰ ζήσουν μὲ φόβο τὸ ὑπόλοιπο τῆς σύντομης ζωῆς τους. Συγγενικὸ αἴσθημα μὲ αὐτὸ τοῦ φόβου εἶναι καὶ ὁ ἔλεγχος τῆς συνείδησης. Ὁ ἔλεγχος τῆς συνείδησης γιὰ νὰ τὸ ποῦμε μὲ ἁπλὰ λόγια, εἶναι ἡ καλὴ φωνὴ μέσα μας ποὺ μᾶς ἐμποδίζει νὰ κάνουμε τὸ κακό, ἐνῶ ἄν δὲν τὴν ἀκούσουμε καὶ τὸ κάνουμε, μᾶς ἐλέγχει καὶ τραυματίζει τὴν καλὴ ψυχική μας διάθεση. Ἀπὸ τὸν ἔλεγχο τῆς συνείδησης γλιτώνει αὐτὸς ποὺ ἔχει φόβο Θεοῦ, ἐνῶ τραυματίζει τὸν ἔλεγχο τῆς συνείδησης αὐτὸς ποὺ ἔχει ἀποβάλει τελείως τὸν Θεὸ ἀπὸ τὴ ζωή του καὶ ἔχει καταντήσει «κτηνώδης ἤ δαιμωνιώδης». Ὡστόσο, γιὰ νὰ μὴν μακρυγοροῦμε, ἀρκεῖ νὰ ἀναφέρουμε τὰ λόγια τοῦ προφήτη Δαυίδ: «οἱ […] παράνομοι ἐξολοθρευθήσονται ἐπὶ τὸ αὐτό».

            Αὐτὰ ἰσχύουν γιὰ τοὺς παρανόμους. Οἱ συνέπειες, ὅμως, τῆς παρανομίας, ἔχουν ἀντίκτυπο καὶ στὴν κοινωνία. Ἡ διαταραχὴ τῆς τάξης καὶ τῆς ἀσφάλειας εἶναι τὸ πρῶτο καὶ ἄν σκεφτοῦμε ὅτι τὰ δύο αὐτὰ ὁδηγοῦν στὴν πρόοδο καὶ τὴν εἰρηνικὴ ζωή, τότε κατανοοῦμε ὅτι ἡ παρανομία τραυματίζει τὴν ἴδια τὴν πρόοδο καὶ τὴν εἰρήνη τῆς κοινωνίας. Καὶ σὰν νὰ μὴν ἔφτανε αὐτό, ἡ παρανομία ὁδηγεῖ σὲ περισσότερη παρανομία. Αὐτὸ συμβαίνει πρῶτον διότι ὁ παράνομος γίνεται τὸ κακὸ παράδειγμα, τὸ ὁποῖο, δυστυχῶς κάποιοι ποὺ δὲν ἔχουν ἰσχυρὰ ψυχικὰ ἀποθέματα, σπεύδουν νὰ μιμηθοῦν. Καὶ δεύτερον, διότι ὅταν ὑπάρχουν πολλὰ φαινόμενα παρανομίας σὲ μία κοινωνία, κάποιοι ἄνθρωποι ποὺ ἔχουν τὴν προδιάθεση καὶ τὴν ροπὴ στὴν παρανομία, αἰσθάνονται πιὸ ἄνετα νὰ παρανομήσουν καὶ οἱ ἴδιοι, ὅπως ὅταν σὲ μία μαζικὴ πορεία ὁ ἕνας βλέπει τὸν ἄλλο νὰ βανδαλίζει σπίτια ἤ καταστήματα καὶ παίρνει θάρρος νὰ κάνει τὸ ἴδιο. 

            κούοντας ὅλα τὰ ἀνωτέρω, οἱ περισσότεροι σκεφτόμαστε: «γνωστὰ ὅλα αὐτά, ἀλλὰ ἑμεῖς τί σχέση ἔχουμε μὲ τὴν παρανομία, μιᾶς ποὺ εἴμαστε νομοταγεῖς πολίτες καὶ καλοὶ Χριστιανοί;». Κι ὅμως, ἄν κοιτάξουμε καλὰ μέσα μας, ἴσως διαπιστώσουμε ὅτι κι ἑμεῖς συχνὰ παραβαίνουμε τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ. Μᾶς κάνει μία παρατήρηση ὁ ἀδερφὸς καὶ ἀμέσως ἀπαντοῦμε εἰρωνικὰ ἤ σκεφτόμαστε πὼς θὰ τὸν μειώσουμε. Κοιτᾶμε πὼς θὰ ἐκδικηθοῦμε γιὰ κάποια ἀδικία ποὺ μᾶς ἔγινε. Κρίνουμε τὸν ἕναν ἤ τὸν ἄλλο. Εἶναι ὅλα αὐτὰ καὶ ἄλλα πολλὰ σύμφωνα μὲ τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ; Ὄχι. Ἄρα εἴμαστε παράνομοι ἐνώπιόν Του. Εἴμαστε παράνομοι ἐνώπιον Ἐκείνου ποὺ ἔγινε Ἄνθρωπος γιὰ ἑμᾶς, ἔπαθε γιὰ ἑμᾶς καὶ σταυρώθηκε. Ἄρα, κρύβεται ἴσως καὶ λίγη ἀγνωμοσύνη ἐνώπιόν Του. Ἑπομένως, ἄν θέλουμε καρδιακὰ νὰ πάψουν οἱ παρανομίες ποὺ συμβαίνουν στὴν κοινωνία καὶ διαταράζουν τὴν ἡρεμία μας, ἄν θέλουμε ἀκόμα τὰ παιδιὰ νὰ ὑπακοῦν τοὺς γονεῖς, καὶ γενικότερα νὰ ὑπάρχει ἡ εὐταξία καὶ ἡ πρόοδος, τότε πρέπει πρῶτα ἑμεῖς νὰ φροντίσουμε νὰ εἴμαστε ὑπάκουοι στοὺς νόμους τοῦ Θεοῦ. Σημειωτέον ὅτι ὅπως διδάσκει ὁ Ἀποστολο-ἐπίσκοπος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος, «ἄν κάποιος τηρήσει ὅλον τὸν νόμο, ἀλλὰ παραβεῖ μία ἐντολή, θεωρεῖται παραβάτης ὅλου τοῦ νόμου». Θέλουμε νὰ ἀφήσουμε πίσω κάθε παράβαση καὶ νὰ ἀσκήσουμε τὴν ἀρετή; Ἔχουμε τὴν δυνατότητα μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Μᾶς φαίνεται δύσκολο νὰ ἐφαρμόσουμε τέλεια τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ; Τουλάχιστον ἄς ταπεινωθοῦμε ἐνώπιόν Του, καὶ ἄς μὴν κρίνουμε κανένα, διότι ἐκεῖνος ποὺ δὲν κρίνει, δὲν θὰ κριθεῖ. Καὶ ὅταν ἑμεῖς κάνουμε αὐτὴ τὴ μικρὴ θυσία στὸν Θεό, Ἐκεῖνος θὰ μᾶς εὐλογήσει γιὰ νὰ γίνουμε καὶ στὰ ὑπόλοιπα ὅπως πρέπει.

Ὁ Θεὸς μαζί μας! 

Μετ’ εὐχῶν,

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

†  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Τετάρτη 2 Νοεμβρίου 2022

Ὅσιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος: Μελέτημα

  

1. Μὲ τὴ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὁ καθένας μας κερδίζει τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς του. Χρειάζεται ὅμως νὰ συνεισφέρει καὶ τοὺς δικούς του κόπους. Ὅπως λέει καὶ ὁ ψαλμωδός: «ἄν ὁ Κύριος δὲν οἰκοδομήσει τὸ σπίτι ἤ δὲν φυλάξει τὴν πόλη, μάταια ἀγρυπνοῦν οἱ φύλακες καὶ μάταια κοπιάζουν οἱ οἰκοδόμοι».

2. Ἐρώτηση: Ποιό εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, στὸ ὁποῖο καλεῖ ὁ Ἀπόστολος τὸν καθένα νὰ φτάσει;

Ἀπάντηση: Ἡ τέλεια κάθαρση ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ἡ ἐλευθερία ἀπὸ τὰ πάθη τῆς ἀτιμίας καὶ ἡ ἀπόκτηση τῆς ἀρετῆς. Δηλαδὴ ὁ καθαρισμὸς καὶ ὁ ἁγιασμὸς τῆς καρδιᾶς, ποὺ γίνεται μὲ τὴ μετοχὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ τὸ νιώθουμε μέσα μας. «Μακάριοι ὅσοι ἔχουν καθαρὴ καρδιά, γιατί αὐτοὶ θὰ δοῦν τὸ Θεό», εἶπε ὁ Κύριος. Καὶ ὁ Δαβὶδ λέει· «Ποιός εἶναι ἄξιος ν’ ἀνέβει στὸ ὄρος τοῦ Κυρίου καὶ νὰ σταθεῖ στὸν ἅγιο τόπο Του;»· καὶ ἀπαντᾶ: « Αὐτὸς ποὺ ἔχει ἀθῶα χέρια καὶ καθαρὴ καρδιά».

3. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, γνωρίζοντας ὅτι τὰ κρυφὰ πάθη μας εἶναι βαθιά ριζωμένα στὴν ψυχὴ καὶ δύσκολα φεύγουν, μᾶς παρακινεῖ, μαζὶ μὲ τὴν ἀντίστασή μας πρὸς αὐτά, νὰ προσευχόμαστε θερμὰ πρὸς τὸν Κύριο, λέγοντας: «ἐκ τῶν κρυφίων μου καθάρισόν με».

4. Καὶ ὁ Μωϋσῆς, θέλοντας μὲ παραδείγματα νὰ μᾶς δείξει ὅτι ἡ ψυχὴ δὲν πρέπει ν’ ἀκολουθεῖ πότε τὸ καλό καὶ πότε τὸ κακό, ἀλλὰ μόνο τὸ καλό, λέει «στὸ ἁλώνι σου δὲν θὰ ζέψεις βόδι μὲ γαϊδούρι ν’ ἁλωνίσεις τὰ σπαρτά σου», δηλαδὴ στὸ ἁλώνι τῆς καρδιᾶς μας νὰ μὴ ἁλωνίζουν μαζὶ ἀρετὴ καὶ κακία -καθαροὶ καὶ ἀκάθαρτοι λογισμοί- ἀλλὰ μόνον ἡ ἀρετή. «Δὲν θὰ καλλιεργήσεις στὸ χωράφι σου μαζὶ δύο εἴδη καρπῶν καὶ δὲν θὰ διασταυρώσεις (=σμίξεις) ζῶα διαφορετικοῦ γένους». Μ’ ἄλλα λόγια νὰ μὴ μετέχει ἡ ψυχὴ σέ δύο πνεύματα, στὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καὶ στὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου, ἀλλὰ μόνο στὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, καὶ νὰ καρποφορεῖ μόνο τοὺς καρποὺς τοῦ Πνεύματος (ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη κ.λπ.). Καὶ ὁ ψαλμωδός· «Συμμορφωνόμουνα σ’ ὅλες τὶς ἐντολές σου καὶ μίσησα κάθε δρόμο ἀδικίας».

(Orthodox Fathers – Λόγοι καὶ ἔργα τῶν Πατέρων τῆς Ὀρθοδοξίας)