A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Δευτέρα 7 Μαρτίου 2022

ΕΠΙ ΤΗ ΕΝΑΡΞΕΙ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ 2022 (Μητροπολίτης Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμης)

 

Ἐπὶ τῇ ἐνάρξει τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς 2022

Ἀγαπητοὶ Πατέρες καὶ Ἀδελφοί·

Μὲ τὴν Χάρη τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, φθάσαμε γιὰ ἄλλη μία χρονιὰ στὸ κατώφλι τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Δόξα καὶ εὐχαριστία πρέπει στὴν θεία Μεγαλωσύνη γιὰ τὴν εὐλογημένη αὐτὴ δωρεά!

Σὰν νέος Ἐπίσκοπος καὶ Πνευματικὸς πατέρας σας, αἰσθάνομαι τὴν ἀνάγκη νὰ ὑπενθυμίσω ἐπὶ τῇ εὐκαιρίᾳ αὐτῇ, ὅτι ἀνοίγεται ἐνώπιόν μας τὸ στάδιον τῶν ἀρετῶν καὶ ξεκινοῦμε τὸν ἀγῶνα τῆς θεοφιλοῦς καὶ θεοδιδάκτου Νηστείας. Εἶναι ἀνάγκη νὰ εἰσέλθουμε στὴν ἄθληση αὐτὴ μὲ διάθεση χαρωπὴ καὶ ἀγωνιστική, γεμᾶτοι καλὲς ἐλπίδες καὶ ἀγαθὲς προσδοκίες. Ἡ ἁγία αὐτὴ περίοδος τοῦ ἔτους προσφέρεται γιὰ κάθαρση, χαλιναγώγηση καὶ ταπείνωση τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς μας, ὥστε νὰ κυριαρχήσουμε στὰ πάθη καὶ τὶς ἡδονές, ποὺ πολλὲς φορὲς μᾶς ἐξαπάτησαν καὶ μᾶς αἰχμαλώτισαν.

Εἶναι λοιπὸν περίοδος ἀπελευθερωτικὴ καὶ ἀποσκοπεῖ στὴν ὑποβοήθηση καὶ ἐνίσχυση τῆς ἀρετῆς καὶ μάλιστα τῆς ἐγκρατείας, στὴν βελτίωση καὶ σταθεροποίηση τῆς μετανοίας, στὴν ἀναπτέρωση τῆς προσευχῆς, στὴν αὔξηση τῆς ἐλεημοσύνης καὶ τῆς φιλαδελφίας, στὴν βαθύτερη συγχώρηση τῶν ἄλλων ἀπὸ καρδίας, στὴν πιὸ ἐπιμελημένη μεριμνα γιὰ πνευματικὴ ἀνακαίνιση, στὸ καλύτερο πλησίασμα τοῦ Θεοῦ.

Πρόκειται γιὰ θεία ἐντολή, γιὰ Ἀποστολικὸ παράγγελμα ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι. Ὁ 69ος Ἀποστολικὸς Κανόνας προβλέπει ὅτι ὅποιος Κληρικὸς δὲν νηστεύει τὴν Τεσσαρακοστὴ πρέπει νὰ καθαιρεῖται, καὶ ὅποιος λαϊκὸς δὲν νηστεύει πρέπει νὰ ἀφορίζεται, ἐκτὸς καὶ ἄν ὑπάρχει σοβαρὸ πρόβλημα ὑγείας. Ἄρα, πρόκειται γιὰ ἐντολὴ τῆς ἁγίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, ἡ ὁποία ὡς φιλόστοργη Μητέρα ἀπευθύνεται στὰ τέκνα της γιὰ κάτι τὸ ἰδιαίτερα σοβαρὸ καὶ σημαντικό, καὶ ὄχι βέβαια γιὰ κάτι δευτερεῦον καὶ μικρό. Ἐμεῖς, σὰν τέκνα ὑπακοῆς ὀφείλουμε νὰ δεχόμαστε τὶς ὑποδείξεις τῆς Ἐκκλησίας μας μὲ σεβασμὸ καὶ νὰ τὶς τηροῦμε μὲ εὐλάβεια, ὅπως ἄλλωστε ἔκαναν ὅλοι οἱ Ἅγιοι τῆς Πίστεώς μας, ὅλοι οἱ πρόγονοί μας πνευματικοὶ καὶ σαρκικοί, ὅλοι οἱ κατὰ Χριστὸν πατέρες καὶ μητέρες μας. Μόνον ἔτσι θὰ ἔχουμε ἐλπίδα νὰ ἀξιωθοῦμε ἐλέους Θεοῦ καὶ αἰωνίου σωτηρίας. Διαφορετικά, θὰ ἀπορριφθοῦμε ὡς αὐθάδεις καὶ ἀσεβεῖς, ὡς ἄνθρωποι ποὺ ἀγάπησαν περισσότερο τὸ σῶμα ἀπὸ τὸ πνεῦμα, τὴν γῆ ἀπὸ τὸν Οὐρανό, τὰ ἐφήμερα ἀπὸ τὸ αἰώνια. Ὁ Μέγας Βασίλειος ὅμως μᾶς ὑπενθυμίζει ἄριστα: «Ἐπειδὴ οὐκ ἐνηστεύσαμεν, ἐξεπέσαμεν τοῦ Παρα-δείσου· νηστεύσωμεν τοίνυν ἵνα πρὸς αὐτὸν ἐπανέλθωμεν» (Λόγος Α’ Περὶ Νηστείας, § 4).    

Ἡ παροῦσα Νηστεία εἶναι βέβαια αὐστηρὴ καὶ πρέπει νὰ τὴν τηροῦμε μὲ ἀκρίβεια, παρὰ τὴν δυσχέρεια, γιὰ νὰ λάβουμε θεία ἀντιμισθία· ὅπως καὶ μὲ διάκριση, σύμφωνα μὲ τὴν σωματικὴ ἀντοχὴ ἑκάστου, διότι ὡς γνωστὸν δὲν εἴμαστε «σωματοκτόνοι», ἀλλὰ «παθοκτόνοι». Ὅπου ὑπάρχει σοβαρὴ ἀδυναμία καὶ ἀσθένεια, ἐκεῖ ἡ νηστεία μετριάζεται καὶ προσαρμόζεται στὶς ἀνάγκες τοῦ καθενός, ὄχι ὅμως αὐθαίρετα, ἀλλὰ κατόπιν συμβουλῆς εὐλαβοῦς ἰατροῦ, καὶ κυρίως μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Πνευματικοῦ πατρός.

Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ ἀγαποῦσαν καὶ ἀγαποῦν τὴν Νηστεία, καὶ μᾶς τὴν συνιστοῦν σὰν ἰδιαίτερα βοηθητικὴ στὸν πνευματικό μας ἀγῶνα. Κατὰ τὴν περίοδο τῆς Νηστείας ἀπαιτεῖται ἀποκοπὴ ἐκείνων τῶν κακῶν συνηθειῶν, οἱ ὁποῖες μᾶς ὑποσκελίζουν, διαφορετικὰ χάνει τὴν ἀξία καὶ τὸ νόημά της. Ἀπέχουμε ἀπὸ τὶς καλὲς καὶ θρεπτικὲς τροφές, ἀπὸ τὴν γαστριμαργία, τὴν πολυποσία καὶ τὴν ἡδυπάθεια, ἀλλὰ προσέχουμε παράλληλα νὰ μὴν ἱκανοποιοῦμε ἄλλες μορφὲς τροφοδοσίας παθῶν.

Γιὰ παράδειγμα, ἄν κάποιος ἔχει τὴν ἐπιβλαβῆ ἀπὸ κάθε ἄποψη συνήθεια τοῦ καπνίσματος, πρέπει νὰ κόψει αὐτὴν διότι ἡ Νηστεία του ἀμαυρώνεται. Τὸ ἴδιο ἰσχύει γιὰ τὴν κατάκριση, πολυλογία, ἀργολογία, ἀστειολογία, περιττολογία, δικαιολογία, ὑβρεολογία, κακολογία, ψευδολογία, συκοφαντία κλπ.· τὸ αὐτὸ ἰσχύει γιὰ τὴν παρακολούθηση ἐμπαθῶν καὶ ἀπρεπῶν θεαμάτων, ἀκουσμάτων καὶ δραστηριοτήτων· ἐπίσης, τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ τὴν πλεονεξία, τὴν σκληρότητα, τὸν θυμό, τὴν ὀργή, τὴν ραθυμία, τὴν κάθε εἴδους ἐκτροπή.

Ἐξ ἀντιθέτου δέ, πρέπει νὰ ἐνισχυθεῖ καὶ νὰ αὐξηθεῖ ἡ προσευχή, ἡ ὑπομονή, ἡ συγχώρηση, ἡ εἰρήνη, ἡ ἀγάπη, ἡ καλύτερη προετοιμασία γιὰ μετάνοια καὶ εἰλικρινῆ Ἐξομολόγηση, ἡ πιὸ συχνὴ συμμετοχὴ στὰ ἅγια Μυστήρια. Οἱ λογισμοὶ εἶναι ἀνάγκη νὰ περιορισθοῦν, νὰ κατευνασθοῦν καὶ νὰ ἐλεγχθοῦν, τὰ πάθη νὰ ἀποδυναμωθοῦν, τὰ νεῦρα νὰ περιορισθοῦν, ὁ θυμὸς νὰ δεθεῖ, ἡ πολυλογία νὰ σταματήσει, ὁ πολὺς θόρυβος νὰ καταπαύσει.

Μόνον ἔτσι θὰ καλλιεργηθοῦν ἡ φιλοθεΐα καὶ ἡ φιλανθρωπία, ἡ ἀγαθοσύνη καὶ ἡ πραότητα, ἡ καλοσύνη καὶ ἡ ἀνεξικακία.

Ὁ ἐχθρὸς διάβολος, ὡς γνωστόν, ἀποστρέφεται τὴν Νηστεία διότι ἐνοχλεῖται ἀπὸ αὐτὴν ἀφάνταστα. Γι’ αὐτὸ καὶ συχνὰ ἐγείρει κατὰ τὴν περίοδο τῆς Νηστείας πιὸ δυνατοὺς πειρασμούς, παραχωρήσει Θεοῦ, γιὰ νὰ μᾶς κάνει νὰ ἀδημονήσουμε καὶ νὰ χάσουμε τὸν μισθὸ τοῦ καλοῦ ἀγῶνος μας. Μὴν ὑποκύψουμε στὶς ἄνομες ὑποδείξεις του! Αὐτὸς -ὁ ἀντάρτης καὶ φθονερὸς- ἀκόμη καὶ τὸν Θεάνθρωπο Κύριό μας τόλμησε νὰ «πειράξει» στὴν ἔρημο, ὅταν εἶχε ὁλοκληρώσει τὴν Τεσσαρακονθήμερη Νηστεία Του, ποὺ ἐπιτέλεσε χάριν ἡμῶν, στὸ ἀποκληθὲν ἔκτοτε Σαραντάριον ὄρος. Τὸν «προκάλεσε» σὲ γαστριμαργία, ὑπερηφάνεια καὶ πλεονεξία, ἀλλὰ ἐπιτιμήθηκε καὶ ἐκδιώθηκε πρεπόντως (βλ. Ματθ. 4:10, Λουκ. 4:13) καὶ ἔτσι λάβαμε ὑπόδειγμα Νηστείας καὶ Προσευχῆς γιὰ τὴν νίκη κατὰ τοῦ διαβόλου (βλ. Ματθ. 17:21, Μάρκ. 9:29).

Μόνον ἔτσι νικοῦμε κι ἐμεῖς τὸν πειρασμὸ καὶ τὸν ἐκδιώκουμε μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, διὰ Νηστείας καὶ Προσευχῆς. Ὑπάρχει βαθιὰ συσχέτιση καὶ ἀλληλεξάρτηση μεταξύ τους. Ἡ Νηστεία ἀποδεικνύει τὴν εἰλικρίνειά της μὲ τὴν κατανυκτικὴ Προσευχή, ἀλλιὼς χάνει τὴν ἀξία της. Καὶ ἡ Προσευχὴ ἐπίσης σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν Νηστεία ἀποκτᾶ «φτερὰ» καὶ λαμβάνει δύναμη νὰ ἀνέλθει στὸν Οὐρανὸ καὶ νὰ κρούσει τὶς θῦρες του, ὥστε οἱ Ἅγιοι Ἄγγελοι νὰ σπεύσουν νὰ τῆς ἀνοίξουν καὶ ὁ Κύριός μας νὰ τὴν ἀκούσει εὐμενῶς. Χωρὶς Νηστεία, ἀκόμη καὶ ἡ Προσευχὴ μόνη της ἀποδυναμώνεται καὶ σκορπίζεται εὔκολα.

Τὸ Παντοδύναμο Ὄνομα τοῦ Κυρίου εἴθε νὰ μᾶς συντροφεύει σὲ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς Νηστείας, ὅπως καὶ ἡ γλυκύτατη ἐπίκληση τῆς Παναγίας Μητρός μας. Μὲ αὐτὰ τὰ ἅγια Ὀνόματα στὰ χείλη, στὸν νοῦ καὶ στὴν καρδιὰ νὰ κοιμόμαστε καὶ μὲ αὐτὰ νὰ ἐγειρόμαστε, αὐτὰ νὰ κρατοῦμε κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἡμέρας καὶ ποτὲ νὰ μὴν τὰ ἀφήνουμε καὶ λησμονοῦμε, γιὰ νὰ μὴν εἰσέλθουμε σὲ πειρασμό.

Πολλοὶ σήμερα, ἀκόμη καὶ Χριστιανοί, προφασίζονται ὅτι τὰ χρόνια μας εἶναι δύσκολα καὶ ἡ Νηστεία φαίνεται ἀσυμβίβαστη μὲ τὴν σύχρονη ἐποχή. Ὅποιοι λέγουν αὐτά, ἀποδεικνύουν τὴν ἐξαπάτησή τους ἀπὸ τὸν πονηρὸ καὶ τὴν ὑποδούλωσή τους στὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου καὶ τῆς σαρκός. Ὅμως, ὅταν παύει ἡ Νηστεία, ἔρχονται συμφορές. Ὅπου ἡ Νηστεία ἐγκαταλείπεται καὶ περιφρονεῖται, ἐκεῖ ἐπέρχεται ἡ «ὀργὴ τοῦ Θεοῦ». Ἡ Μετάνοια παύεται, ἡ ἐν Χριστῷ ζωὴ χάνεται καὶ ἡ Ἀποστασία ἐξα-πλώνεται. Γι’ αὐτὸ καὶ βλέπουμε στὶς ἡμέρες μας τόσα δεινὰ στὴν χώρα μας καὶ στὴν ἀνθρωπότητα ὁλόκληρη: ἐπιδημίες, πόλεμοι, ἀκρίβεια, ἀνασφάλεια, ἀπειλὲς ἀπὸ παντοῦ, καὶ γενικὰ φόβος καὶ ἀδιέξοδο…

Εἴθε νὰ ἐγκολπωθοῦμε τὴν Νηστεία! Εἴθε ἡ Νηστεία μας νὰ εἶναι ἐνσυνείδητη, καρποφόρα καὶ ὠφέλιμη! Οἱ ψυχές μας νὰ ἐνδυναμωθοῦν καὶ τὰ σώματά μας νὰ ἐλαφρύνουν! Νὰ γίνουμε ἀληθινοὶ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, πιστοὶ καὶ ἐκλεκτοί, καὶ νὰ φθάσουμε στὸ ἅγιον Πάσχα μὲ ἀνάσταση ψυχῆς. Ἀμήν!

Μὲ πατρικὲς εὐχὲς καὶ εὐλογίες
Ὁ Ἐπίσκοπός σας
+Ὁ Μητροπολίτης Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος ΚΛΗΜΗΣ

Λάρισα, Ἑβδομάδα τῆς Τυρινῆς 2022

Πηγή

Παρασκευή 4 Μαρτίου 2022

ΕΚΑΘΙΣΕΝ ΑΔΑΜ, ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΥ (Δοξαστικόν Ἑσπερινοῦ Σαββάτου τῆς Τυρινῆς)


Δοξαστικόν Ἑσπερινοῦ Σαββάτου τῆς Τυρινῆς. Ἦχ. πλ. β’.

«Ἐκάθισεν Ἀδάμ, ἀπέναντι τοῦ Παραδείσου, καί τήν ἰδίαν γύμνωσιν θρηνῶν ὠδύρετο. Οἴμοι, τόν ἀπάτῃ πονηρᾷ πεισθέντα καί κλαπέντα καί δόξης μακρυθέντα! Οἴμοι, τόν ἁπλότητι γυμνόν, νῦν δέ ἠπορημένον! Ἀλλ᾽ ὦ Παράδεισε, οὐκέτι σου τῆς τρυφῆς ἀπολαύσω, οὐκέτι ὄψομαι τόν Κύριον καί Θεόν μου καί Πλάστην· εἰς γῆν γάρ ἀπελεύσομαι ἐξ ἧς καί προσελήφθην. Ἐλεῆμον, Οἰκτίρμον, βοῶ Σοι· Ἐλέησόν με τόν παραπεσόντα.»

Ἑρμηνεία

Kάθισε ὁ Ἀδάμ ἀπέναντι στόν Παράδεισο καί θρηνώντας τή γύμνωσή του ἔκλαιγε καί ὠδυρόταν. Ἀλίμονο σε μένα πού μ᾽ ἔπεισε μέ ἀπάτη καί ὑπόσχεση ὁ πονηρός καί μέ ᾽κλεψε στερῶντας μου τή πρωτόπλαστη δόξα. Ἀλίμονο σέ μένα, γιατί ἐνῶ ἀπό τήν ἁπλότητα καί ἀκακία μου μποροῦσα νά ᾽μαι γυμνός, τώρα ἀπ᾽ ὅλα εἶμαι στερημένος. Παράδεισε, Παράδεισε, δέν θ᾽ ἀπολαύσω τώρα πλέον τήν τρυφή σου, δέν θά ξαναδῶ πιά τόν Πλάστη, τόν Κύριο καί Θεό μου. Τώρα θά ξαναγυρίσω στή γῆ, στό χῶμα ἀπ᾽ ὅπου εἶμαι πλασμένος. Ἐλεήμονα καί Οἰκτήρμονα Κύριε, σέ Σένα κραυγάζω: Ἐλέησέ με, τόν ταλαίπωρο καί πεσμένο.”

Τετάρτη 2 Μαρτίου 2022

ΠΟΙΑ ΝΗΣΤΕΙΑ ΜΙΣΕΙ Ο ΘΕΟΣ!


«Βρωμάτων νηστεύουσα ψυχή μου, καί παθῶν μή καθαρεύουσα, μάτην ἐπαγάλλῃ τῇ ἀτροφίᾳ∙ εἰ μή γάρ ἀφορμή σοι γένηται πρός διόρθωσιν, ὡς ψευδής μισεῖται παρά Θεοῦ, καί τοῖς κακίστοις δαίμοσιν ὁμοιοῦσαι, τοῖς μηδέποτε σιτουμένοις∙ μή οὖν ἁμαρτάνουσα, τήν νηστείαν ἀχρειώσῃς, ἀλλ’ ἀκίνητος, πρός ὁρμάς ἀτόπους μένε, δοκοῦσα παρεστάναι ἐσταυρωμένῳ τῷ Σωτῆρι, μᾶλλον δέ συσταυροῦσθαι, τῷ διά σέ σταυρωθέντι, ἐκβοῶσα πρός αὐτόν∙ Μνήσθητί μου Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Ἀπόστιχα τῶν Αἴνων, Ἰδιόμελον, ἦχος α΄).


(Ψυχή μου, μέ τό νά νηστεύεις ἀπό φαγητά, ἀλλά νά μή καθαρίζεσαι ἀπό τά πάθη σου, μάταια χαίρεσαι πού δέν τρῶς. Διότι ἄν ἡ νηστεία δέν σοῦ γίνεται ἀφορμή γιά διόρθωσή σου, προκαλεῖ τήν ἀποστροφή τοῦ Θεοῦ ὡς ψεύτικη, κι ἐσύ γίνεσαι ὅμοιος μέ τούς δαίμονες, οἱ ὁποῖοι δέν σιτίζονται καθόλου. Μήν ἐξαχρειώσεις λοιπόν τή νηστεία μέ τίς ἁμαρτίες σου, ἀλλά μένε ἀκίνητος, χωρίς να στρέφεσαι πρός τίς ἄτοπες ὁρμές. (Κι αὐτό θά τό καταφέρεις) μέ τή σκέψη ὅτι βρίσκεσαι μπροστά στόν Ἐσταυρωμένο Σωτήρα Χριστό, ἤ μᾶλλον ὅτι εἶσαι σταυρωμένος μαζί μ’ Ἐκεῖνον πού σταυρώθηκε γιά σένα, φωνάζοντας δυνατά πρός Αὐτόν: Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ Βασιλείᾳ Σου).

Τό συγκεκριμένο τροπάριο εἶναι ἀπό τά πιό συγκλονιστικά ὅλου τοῦ Τριωδίου. Ὁ ὑμνογράφος μέ κρυστάλλινη διαύγεια καί ἀμεσότητα, μέ προφητική δύναμη πού θυμίζει τούς παλαιούς μεγάλους Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τονίζει τόν ἀληθινό χαρακτήρα τῆς νηστείας, ἡ ὁποία ὄχι μόνον δεν ἐξαντλεῖται στόν περιορισμό τῶν τροφῶν ἤ και στήν ἀποχή ἀπό αὐτές, ἀλλά γίνεται ἀποδεκτή ἀκριβῶς στόν βαθμό πού ὁδηγεῖ στή διόρθωση τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, ὡς ἀπομάκρυνση  καί κάθαρσή του ἀπό τά ψεκτά πάθη τοῦ ἐγωισμοῦ καί τῆς φιλαυτίας∙ πού θα πεῖ ὅτι, ἀφοῦ διορθώνει τον ἄνθρωπο, γίνεται τό μέσον γιά στροφή του πρός τόν Θεό, ἄρα πρός ἀπόκτηση περισσότερης ἀγάπης. Ἄν δέν κατανοηθεῖ ἔτσι ἡ νηστεία τοῦ πιστοῦ, τότε ἀφενός προκαλεῖ την ἀποστροφή τοῦ Θεοῦ ὡς ψεύτικη και φαρισαϊκή, ἀφετέρου ἐξομοιώνει τόν ἄνθρωπο μέ τούς ἴδιους τούς δαίμονες, ἀφοῦ κι ἐκεῖνοι ἀπέχουν ὁλιωσδόλου ἀπό φαγητά. Τί προτείνει λοιπόν ὁ ὑμνογράφος ὡς στόμα τῆς Ἐκκλησίας; Νά κρατάει ὁ πιστός τήν ἀληθινή νηστεία, ἀποφεύγοντας τίς ἁμαρτίες καί μένοντας σταθερός σ’ αὐτό πού ἔχει κληθεῖ ὡς μέλος Χριστοῦ: νά εἶναι πάντα ἐνώπιον τοῦ Ἐσταυρωμένου, πού σημαίνει νά βλέπει τόν ἑαυτό του συσταυρωμένο μέ Ἐκεῖνον. Στήν πνευματική αὐτή κατάσταση τό μόνο πού ἀπαιτεῖται εἶναι νά φωνάζει κι αὐτός σάν τόν ληστή πάνω στόν Σταυρό: «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθεις στή Βασιλεία Σου». Εἶναι περιττό βεβαίως νά σημειώσουμε ὅτι ὁ ὑμνογράφος, μολονότι μᾶς διδάσκει καί μᾶς καθοδηγεῖ, δέν γίνεται καθόλου ἀπόμακρος ἤ ἀποκρουστικός, γιατί ἀπευθύνεται πρωτίστως στόν ἑαυτό του καί τήν ψυχή του, ὁπότε ὁ λόγος του ἀποκτᾶ τή δραματική ἔνταση τοῦ πιστοῦ πού πάσχει κι ἀγωνίζεται κατά τῆς ἁμαρτίας καί τῶν διαστροφῶν της.

Δευτέρα 28 Φεβρουαρίου 2022

ΟΥΡΑΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΛΙΜΑΞ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ: Περὶ δειλίας

ΛΟΓΟΣ ΕΙΚΟΣΤΟΣ

Περὶ δειλίας

(Διὰ τὴν ἄνανδρον δειλίαν)

ΟΠΟΙΟΣ ἐργάζεται τὴν ἀρετὴ σὲ Κοινόβιο ἢ σὲ συνοδία, δὲν εἶναι συνηθισμένο νὰ πολεμῆται ἀπὸ τὴν δειλία. Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ εὑρίσκεται σὲ ἡσυχαστικώτερους τόπους, ἂς ἀγωνίζεται μήπως καὶ τὸν κυριεύσῃ τὸ γέννημα τῆς κενοδοξίας καὶ ἡ θυγατέρα τῆς ἀπιστίας, δηλαδὴ ἡ δειλία.

2. Ἡ δειλία εἶναι νηπιακὴ συμπεριφορὰ μιᾶς ψυχῆς ποὺ ἐγήρασε στὴν κενοδοξία. Ἡ δειλία εἶναι ἀπομάκρυνσις τῆς πίστεως, μὲ τὴν ἰδέα ὅτι ἀναμένονται ἀπροσδόκητα κακά.

3. Ὁ φόβος εἶναι κίνδυνος ποὺ προμελετᾶται. Ἢ διαφορετικά, ὁ φόβος εἶναι μία ἔντρομη καρδιακὴ αἴσθησις, ποὺ συγκλονίζεται καὶ ἀγωνιᾶ ἀπὸ ἀναμονὴ ἀπροβλέπτων συμφορῶν. Ὁ φόβος εἶναι μία στέρησις τῆς ἐσωτερικῆς πληροφορίας. Ἡ ὑπερήφανη ψυχὴ εἶναι δούλη τῆς δειλίας· ἔχοντας πεποίθησι στὸν ἑαυτόν της καὶ ὄχι στὸν Θεόν, φοβεῖται τοὺς κρότους τῶν κτισμάτων καὶ τὶς σκιές.

4. Ὅσοι πενθοῦν καὶ ὅσοι καταπονοῦνται χωρὶς νὰ ὑπολογίζουν κόπους καὶ πόνους, δὲν ἀποκτοῦν δειλία. Πολλὲς φορὲς ὅσοι ὑποκύπτουν στὴν δειλία χάνουν τὸ μυαλό τους. Καὶ εἶναι φυσικὸ αὐτό, διότι εἶναι δίκαιος Ἐκεῖνος ποὺ ἐγκαταλείπει τοὺς ὑπερηφάνους, ὥστε καὶ οἱ ὑπόλοιποι νὰ μάθωμε νὰ μὴ ὑψηλοφρονοῦμε.

5. Ὅλοι ὅσοι φοβοῦνται εἶναι κενόδοξοι, ἀλλ᾿ ὅμως ὅλοι ὅσοι δὲν φοβοῦνται δὲν σημαίνει ὅτι εἶναι ταπεινόφρονες, ἀφοῦ καὶ οἱ λησταὶ καὶ οἱ τυμβωρύχοι δὲν ὑποκύπτουν εὔκολα στὴν δειλία.

6. Σὲ ὅποιους τόπους συνηθίζεις νὰ φοβῆσαι, μὴ διστάζῃς νὰ πηγαίνῃς, ὅταν ἀκόμη δὲν ἔχῃ ξημερώσει. Ἐὰν δείξεις κάποια χαλαρότητα στὸ σημεῖο αὐτό, τότε θὰ γηράσῃ μαζί σου τὸ νηπιακὸ καὶ ἀξιογέλαστο τοῦτο πάθος. Ἐνῷ βαδίζεις πρὸς τὰ ἐκεῖ ὁπλίζου μὲ τὴν προσευχή. Μόλις φθάσης σ᾿ ἐκείνους τοὺς τόπους, ἀνύψωσε τὰ χέρια σου. Μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ μάστιζε τοὺς ἐχθρούς, διότι δὲν ὑπάρχει οὔτε στὸν οὐρανὸ οὔτε στὴν γῆ ἰσχυρότερο ὅπλο. Ἀφοῦ ἀπαλλαγῆς ἀπὸ τὴν ἀρρώστεια αὐτή, ἂς ἀνυμνήσης τὸν Λυτρωτή σου· διότι ἐὰν τὸν εὐγνωμονῇς, θὰ σὲ σκεπάζῃ παντοτινά.

7. Ποτὲ δὲν μπορεῖς διὰ μιᾶς νὰ γεμίσῃς τὴν κοιλία. Παρόμοια βέβαια δὲν μπορεῖς διὰ μιᾶς νὰ νικήσῃς τὴν δειλία. Ὅταν ἔχωμε πολὺ πένθος, θὰ ὑποχωρήσῃ πιὸ γρήγορα· ὅταν ὅμως αὐτὸ μᾶς λείπῃ, θὰ παραμένουμε συνεχῶς δειλοί. «Ἔφριξάν μου τρίχες καὶ σάρκες» εἶπε ὁ Ἐλιφὰζ (Ἰὼβ δ´ 15), περιγράφοντας τὴν πανουργία τούτου τοῦ δαίμονος.

8. Ἄλλωτε ἐδειλίασε πρῶτα ἡ ψυχὴ καὶ ἄλλοτε τὸ σῶμα, καὶ ἐν συνεχείᾳ μεταβίβασε τὸ ἕνα στὸ ἄλλο τὸ πάθος. Ἂν συμβῆ νὰ φοβηθῇ τὸ σῶμα, χωρὶς ὅμως νὰ εἰσδύση ὁ ἄκαιρος φόβος στὴν ψυχή, εὑρισκόμεθα πλησίον στὴν θεραπεία. Ὅταν δὲ ὅλα τὰ δυσάρεστα καὶ ἀπροσδόκητα τὰ δεχώμεθα πρόθυμα, μὲ συντριμμένη καρδιά, τότε ἐλευθερωθήκαμε πραγματικὰ ἀπὸ τὴν δειλία.

9. Δὲν ἐνισχύει τοὺς δαίμονας ἐναντίον μας τὸ σκότος καὶ ἡ ἐρημία τῶν τόπων, ἀλλὰ ἡ ἀκαρπία τῆς ψυχῆς μας. Μερικὲς φορὲς ὅμως πρόκειται γιὰ οἰκονομικὴ παίδευσι ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ.

10. Ἐκεῖνος ποὺ ἔγινε δοῦλος τοῦ Κυρίου, θὰ φοβηθῇ μόνο τὸν ἰδικό του Δεσπότη. Καὶ ἐκεῖνος ποὺ δὲν φοβεῖται ἀκόμη Αὐτόν, φοβεῖται πολλὲς φορὲς τὴν σκιά του.

11. Ὅταν πλησιάση ἀοράτως ἕνα πονηρὸ πνεῦμα, φοβεῖται τὸ σῶμα. Ὅταν ὅμως πλησιάση κάποιος Ἄγγελος, ἀγάλλεται ἡ ψυχὴ τῶν ταπεινῶν. Γι᾿ αὐτό, μόλις ἀπὸ τὴν ἐνέργεια αὐτὴ ἀντιληφθοῦμε τὴν παρουσία του, ἂς τρέξουμε γρήγορα στὴν προσευχή, διότι ἦλθε νὰ προσευχηθῇ μαζί μας ὁ ἀγαθός μας φύλαξ.

ποιος ἐνίκησε τὴν δειλία, εἶναι φανερὸ ὅτι ἀνέθεσε στὸν Θεὸν καὶ τὴν ζωὴ καὶ τὴν ψυχή του.

Δείτε σχετικά: ΕΔΩ

Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΉ ΤΩΝ ΑΠΟΚΡΕΩ 2022 (Ομιλία π.Ευθύμιου Μπαρδάκα)

Η ΜΕΛΛΟΥΣΑ ΚΡΙΣΗ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΙ Η ΕΙΡΗΝΗ (Άρθρο του Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης κ. Γρηγορίου)



 Ἡ Μέλλουσα Κρίση ὁ πόλεμος καὶ ἡ Εἰρήνη.

 Μέλλουσα Κρίση, ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου ὅπως διατυπώνεται στὴν Εὐαγγελική Περικοπὴ τῆς Κυριακῆς τῆς Ἀπόκρεω δὲν καθορίζεται μὲ τὴν ἔννοια τῆς τιμωρίας ἀλλὰ ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ σχετίζεται ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸν συνάνθρωπο του. Δηλαδὴ στὸ ποσοστὸ ποὺ ὁ ἄνθρωπος καταλάβει σὲ αὐτὴν τὴν ζωὴ τὴν παρουσία τοῦ συνανθρώπου του στὴν προσωπικὴ του ζωὴ καὶ συμβάλει θετικὰ στὴν ζωὴ τοῦ ἄλλου, ἄλλο τόσο θὰ ὑπάρχει καὶ ἡ ἀνάλογη Παρουσία τοῦ Θεοῦ στὴν αἰώνια ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου. Δηλαδὴ θὰ βλέπει τὸν Θεὸ εἴτε ὡς φῶς, εἴτε ὡς σκότος. Ὄχι ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι σκότος, ἀλλὰ τὰ αἰσθητήρια τοῦ ἀνθρώπου θὰ εἶναι τέτοια ποὺ θὰ ἀντιλαμβάνονται τὸν Θεὸ ὡς σκότος, τὸ φῶς ὡς σκοτάδι. 

Εἶναι γνωστὴ ἡ περικοπὴ μὲ πλούσιες εἰκόνες, ὅπου τὰ ἔθνη χωρίζονται  σὲ δύο ὁμάδες οἱ ἐκ δεξιῶν καὶ οἱ ἐξ εὐωνύμων. Στὴν μία ὁμάδα λέγει ὁ Θεός <<δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου>>, ἐνῶ στὴν ἄλλη λέγει <<πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ>>. Ἐξηγεῖ ὁ Θεὸς εὐθὺς ἀμέσως καὶ στὶς δύο ὁμάδες τὸν λόγο ποὺ τοὺς κατατάσσει καὶ στὴν μὲν πρώτη ὁμάδα λέγει <<ἐφόσον ἐποιήσατε ἐνί τούτων τῶν ἐλαχίστων ἐμοὶ ἐποιήσατε>> καὶ στὴν ἄλλη << ἐφόσον οὐκ ἐποιήσατε ἐνί τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε>>.

Πολλὰ θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε. Θὰ σταθῶ ὅμως σὲ ἕνα σημεῖο. Ὅτι καὶ οἱ δύο ὁμάδες ρώτησαν τὸν Κύριο ἀκριβῶς τὸν ἴδιο <<πότε σὲ εἴδωμεν Κύριε πεινῶντα, ἤ διψῶντα, κ.λ.π. . . .>. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι καὶ οἱ δύο ὁμάδες δὲν βλέπουν τὸν Θεὸ καὶ ἔχουν δίκιο. Ὡστόσο ὅμως ὅταν ὁ Θεὸς παρομοιάζει τὸν ἑαυτὸ του μὲ τὸν συνάνθρωπο τότε τὰ πάντα ἀλλάζουν. Τότε παρατηροῦμε και οἱ δύο ὁμάδες νὰ βλέπουν τὸν συνάνθρωπο διαφορετικὰ. Ἡ πρώτη ὁμάδα βλέπει τὸν συνάνθρωπο καὶ συμβάλει θετικὰ πρὸς αὐτὸν στὴν ζωὴ του καὶ ἡ δεύτερη ὁμάδα βλέπει τὸν συνάνθρωπο, ἀλλὰ εἶναι παγερὰ ἀδιάφορη, δὲν βλέπει καθόλου τὸν συνάνθρωπο. Ἐπομένως καὶ οἱ δύο ὁμάδες βλέπουν τὸ ἴδιο δηλαδὴ τὸν συνάνθρωπο, ἀλλὰ ὅμως μὲ διαφορετικὰ αἰσθητήρια. Οἱ δύο ὁμάδες ἀντιλαμβάνονται τὴν πραγματικότητα μὲ τὸν δικὸ τους τρόπο καὶ αὐτὸ σήμερα εἶναι καὶ τὸ δράμα ὅλης τῆς ἀνθρωπότητας. 

 κάθε πόλεμος ποὺ γίνεται σήμερα περιγράφει τὸ δράμα τοῦ ἀνθρώπου ἀμέσως μετὰ τὴν πτώση τῶν πρωτοπλάστων. Ἐσωτερικὸ πόλεμο εἶχαν ὁ Ἀδάμ καὶ ἡ Εὔα διότι μέσα τους διεσπάσθησαν, ἄλλα θέλει ἡ ψυχὴ καὶ ἄλλα τὸ σῶμα. Ἐξωτερικὸ πόλεμο εἶχαν μεταξὺ τοῦ Ἀδὰμ καὶ τῆς Εὔας διότι ἄλλα θέλει ὁ ἕνας καὶ ἄλλα θέλει ἡ ἄλλη καὶ αὐτὸ νὰ διευρύνεται σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Ὁ παράδεισος μετετράπη ὡς μεταπτωτικὸς. Ὁ Παράδεισος δὲν εἶναι αὐτὸς ποὺ γνώριζε κάποτε ὁ Πρωτόπλαστος. Τὰ ζώα ἀντὶ νὰ ὑπηρετοῦν τὸν ἄνθρωπο εἶναι πλέον ἀπειλὴ γιὰ τὸν ἑαυτὸ του καὶ πλὲον ὁ ἴδιος μὲ ἰδρώτα καὶ κόπο θὰ παράξει τὰ ἀγαθὰ τῆς ἐπιβίωσης. Παντοῦ φαίνεται πόλεμος. Πόλεμος ἐσωτερικὸς μὲ τὸν ἑαυτὸ του ἀνθρώπου, πόλεμος μὲ τὸν συνάνθρωπο καὶ πόλεμος μὲ τὸ ἴδιο τὸ περιβάλλον. 

 κάθε πόλεμος κρύβει μέσα του τὸν φόβο τοῦ θανάτου, τὸν φόβο τῆς ἐπιβίωσης, τὸν φόβο τοῦ ἀνασφαλοῦς περιβάλλοντος. Εὔκολα μπορεῖ κάποιος νὰ διαπιστώσει ὅτι ὁ ἀναμενόμενος πόλεμος στὴν Οὐκρανία εἶναι πόλεμος ποὺ ἔχει σκορπίσει φόβο. Ὁ ἀδύναμος φοβάται τὸν ἰσχυρό ὅπως καὶ ἀντίστροφα ὁ ἰσχυρὸς φοβάται τὸν ἀδύναμο. Ἰσχυρὸς ἤ ἀδύναμος ποὺ φοβάται δὲν εἶναι μόνον αὐτὸς ποὺ πρωταγωνιστεῖ στὸν πόλεμο. Εἶναι καὶ αὐτὸς ποὺ παρατηρεῖ τὰ γεγονότα μὲ ψυχραιμία.

 πόλεμος εἶναι μία κατάσταση ποὺ ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος οὐσιαστικὰ ζεῖ τὸ δράμα τῆς μεταπτωτικῆς του πορείας. Εἶναι αὐτὸ ποὺ χτίζει ὁ ἄνθρωπος ἀσυνείδητα στην κοινωνία που ζεῖ. Ὁ ἄνθρωπος χωρισμένος ἀπὸ τὸν Θεὸ εἶναι καταδικασμένος νὰ συγκρούεται καὶ νὰ διαβάζει τὸν ἐξωτερικὸ του περιβάλλον ἐχθρικό. Ὅμως ἡ Παρουσία τοῦ Θεοῦ στὴν ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου διώχνει κάθε φόβο καὶ ἀνασφάλεια ἀπὸ τὴν καρδιὰ του ἀνθρώπου. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἐπιδιώκει νὰ βάλει στὴν καθημερινότητα του τὴν Παρουσία του τοῦ Θεοῦ, τότε μόνον θὰ ἀρχίσει νὰ διαβάζει ἕνα ἐξωτερικὸ περιβάλλον διαφορετικό, πιό φιλικὸ καὶ οἰκεῖο μὲ τὴν φύση του, θὰ ἀρχίσει νὰ βλέπει τὸν συνάνθρωπο περισσότερο ὡς φίλο παρά ὡς ἀπειλὴ καὶ ἐχθρό. Θὰ ἀρχίσει νὰ βλέπει τὸν ἴδιο τὸν Θεὸ μέσα ἀπὸ τὰ μάτια τοῦ συνανθρώπου του. Αὐτὸ ὅμως δὲν εἶναι ἰδεατὸ καὶ φιλοσοφικὴ ἀντίληψη. Αὐτὸ εἶναι βίωμα τὸ ὁποῖο γίνεται τώρα αὐτὴ τὴν στιγμή στὴν Ἐκκλησία καὶ στοὺς φίλους τοῦ Ἀληθινοῦ Θεοῦ. 

γαπητοὶ μου ἀδελφοὶ προσπαθῶ καὶ ἐγὼ μαζί μὲ ἐσᾶς νὰ βλέπω τὸν Θεὸ μέσα ἀπὸ τὰ δικὰ σας μάτια. Να βρίσκομαι δίπλα στὴν πραγματικὴ σας ἀνάγκη καὶ ὄχι σὲ τεχνητές. Ὅσο ὅμως καταλαβαίνω ὅτι φοβάμαι τὸν πόλεμο, καὶ ὅσο αἰσθάνομαι ὅτι κάτι παρόμοιο σύντομα μπορεῖ νὰ συμβεῖ στὴν ἀγαπημένη μας πατρίδα, ἄλλο τόσο κάτι δὲν κάνω καλὰ ἐγὼ μὲ τὸν συνάνθρωπο μου. Ὁ φόβος ἀπὸ τὴν μία εἶναι κάτι φυσιολογικό, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἄλλη λειτουργεῖ καὶ ὡς αἰσθητήριο ὅτι κάτι δὲν κάνω καλὰ καὶ ἐγὼ καὶ αὐτὸ μὲ κάνει νὰ προσεύχομαι ἀκόμα περισσότερο. 

Σᾶς παρακαλῶ ὅλους ἀδελφοὶ μου νὰ ἐνώσουμε τὶς προσευχὲς μας ὁ Θεὸς νὰ μην παραχωρήσει ἄλλο τὸ κακὸ καὶ νὰ φέρει τὴν εἰρήνη. Νὰ φωτίσει ὅλο τὸν κόσμο καὶ εἰδικὰ ἐκείνους ποὺ μᾶς διοικοῦν, ἔτσι ὥστε νὰ κάνουν τὸ καλύτερο γιὰ τὴν πατρίδα μας. Ἡ Εἰρήνη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἐφηπλωμένη σὲ ὅλη τὴν κτίστη καὶ αὐτὸ εἶναι ἀλήθεια. Αὐτὴν νὰ ἐπιζητοῦμε. Ὁ συνάνθρωπος μας σύμφωνα μὲ τὴν παραβολὴ τῆς Κρίσεως εἶναι εὐκαιρία προσωπικῆς μας σωτηρίας, δὲν εἶναι ἀπειλή. Ἄς δείξουμε ἐνδιαφέρον γιὰ τὸν ἄλλο καὶ εἰλικρινὴ ἀγάπη καὶ τότε τὸ μυστήριο τῆς Θεϊκῆς Εἰρήνης θὰ λειτουργήσει, θὰ ἀγκαλιάσει ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα. Αὐτὸ δὲν εἶναι ἠθικὴ ἐπιταγὴ, ἀλλὰ ἐμπειρία ζωῆς. Ὁ Θεὸς ποὺ πιστεύουμε εἶναι ζωντανὸς στὶς καρδιὲς ποὺ ἀγαπᾶνε εἰλικρινά καὶ μόνον ἐκεῖ βιώνεται αὐθεντικὰ ἡ Παρουσία Του. Συνεχίστε νὰ ἀγαπᾶτε, συνεχίστε νὰ προσεύχεστε ἀπὸ καρδίας μὲ εἰλικρινὴ μετάνοια καὶ ὁ Θεὸς δὲν θὰ μᾶς ἐγκαταλείψει, θὰ εἶναι κοντὰ μας καὶ θὰ δείξει τὸ καλύτερο γιὰ τὴν σωτηρία μας.  

Εὐχέτης πρὸς Κύριον

ὁ πνευματικὸς σας πατέρας

† ὁ Θεσσαλονίκης Γρηγόριος.

Παρασκευή 25 Φεβρουαρίου 2022

ΕΝΝΟΩ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑΝ ΕΚΕΙΝΗΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΩΡΑΝ (Στιχηρό τῶν Αἴνων Κυριακῆς Ἀπόκρεω)



 Στιχηρό τῶν Αἴνων Κυριακῆς Ἀπόκρεω

Ἦχος πλ. β’ «Ἐννοῶ τήν ἡμέραν ἐκείνην καί τήν ὥραν, ὅταν μέλλομεν πάντες, γυμνοί καί ὡς κατάκριτοι, τῷ ἀδεκάστῳ Κριτῇ παρίστασθαι· τότε σάλπιγξ ἠχήσει μέγα, καί τά θεμέλια τῆς γῆς σεισθήσονται, καί οἱ νεκροί ἐκ τῶν μνημάτων ἐξαναστήσονται, καί ἡλικία μία πάντες γενήσονται· καί πάντων τά κρυπτά φανερά παρίστανται ἐνώπιόν σου·καί κόψονται, καί κλαύσονται, καί εἰς τό πῦρ τό ἐξώτερον ἀπελεύσονται, οἱ μηδέποτε μετανοήσαντες·καί ἐν χαρᾷ καί ἀγαλλιάσει, ὁ τῶν δικαίων κλῆρος, εἰσελεύσεται εἰς παστάδα οὐράνιον». Ἑρμηνεία «Συλλογίζομαι τήν ἡμέρα ἐκείνη καί τήν ὥρα, ὅταν πρόκειται ὅλοι μας, γυμνοί καί ἀξιοκατάκριτοι νά παρασταθοῦμε μπροστά στόν Κριτή. Τότε θά ἠχήσει βροντερά ἡ σάλπιγγα καί θά σεισθεῖ συθέμελα ἡ γῆ. Οἱ νεκροί θά ἀνασηκωθοῦν ἀπό τούς τάφους τους καί θά ἐμφανιστοῦν ἔχοντας ὅλοι τήν ἴδια ἡλικία. Τά ἀπόκρυφα μέ μιᾶς ἐκείνη τήν ὥρα θά γίνουν φανερά ἐνώπιόν Σου. Τότε εἶναι πού θά κλάψουν γοερά καθώς θά φεύγουν γιά τή φωτιά τήν ἄσβεστη, ὅλοι ὅσοι ποτέ τους στή ζωή αὐτή δέν μετανόησαν. Ἀντίθετα οἱ δίκαιοι γεμάτοι χαρά καί ἀγαλ λίαση θά εἰσέλθουν στό αἰώνιο, τό οὐράνιο νυφικό πανηγύρι.»



Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 2022

ΟΥΡΑΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΛΙΜΑΞ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ: Περὶ ἀγρυπνίας


ΛΟΓΟΣ ΔΕΚΑΤΟΣ ΕΝΑΤΟΣ

Περὶ ἀγρυπνίας

(Διὰ τὴν σωματικὴν ἀγρυπνίαν, καὶ διὰ
τὸ πῶς πρέπει νὰ ἐπιτελῶμεν αὐτήν)


ΣΤΟΥΣ ΕΠΙΓΕΙΟΥΣ βασιλεῖς, ἄλλοι παρίστανται ἄοπλοι καὶ γυμνοί, ἄλλοι μὲ ράβδους, ἄλλοι μὲ ἀσπίδες καὶ ἄλλοι μὲ ξίφη. Εἶναι δὲ μεγάλη καὶ ἀσύγκριτη ἡ διαφορὰ ἀνάμεσα στοὺς πρώτους καὶ στοὺς τελευταίους. Διότι οἱ πρῶτοι εἶναι συνήθως συγγενεῖς καὶ οἰκειακοὶ τοῦ βασιλέως. Καὶ αὐτὰ μὲν συμβαίνουν σ᾿ αὐτούς.

μπρὸς λοιπὸν καὶ ἐμεῖς νὰ ἐξετάσωμε πῶς παριστάμεθα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ Βασιλέως μας στὶς ἑσπερινές, τὶς νυκτερινὲς καὶ τὶς λοιπὲς παραστάσεις καὶ προσευχές.

Στὴν βραδυνὴ ἀγρυπνία μερικοὶ ὑψώνουν τὰ χέρια τους σὲ προσευχή, ἄϋλοι καὶ ἀπηλλαγμένοι ἀπὸ κάθε φροντίδα. Ἄλλοι τὴν ἐπιτελοῦν μὲ ψαλμῳδία. Ἄλλοι ἐπιμένουν ἰδιαιτέρως στὴν ἀνάγνωσι. Ἄλλοι ἀπὸ ἀδυναμία πολεμοῦν ἀνδρείως τὸν ὕπνο μὲ τὸ ἐργόχειρο. Καὶ ἄλλοι ἀπασχολοῦνται μὲ τὴν σκέψι τοῦ θανάτου, θέλοντας ἔτσι νὰ αἰσθανθοῦν κατάνυξι. Ἐξ ὅλων αὐτῶν οἱ πρῶτοι καὶ οἱ τελευταῖοι κάνουν θεάρεστη ἀγρυπνία. Οἱ δεύτεροι μοναχική. Οἱ τρίτοι βαδίζουν σὲ κατώτερη ὁδό. Πάντως ἀναλόγως πρὸς τὴν προαίρεσι καὶ τὴν δύναμι τοῦ καθενός, δέχεται καὶ ἀξιολογεῖ τὰ δῶρα ὁ Θεός.

2. Ὁ ἄγρυπνος ὀφθαλμὸς ἐξήγνισε τὸν νοῦ, ἐνῷ ὁ πολὺς ὕπνος ἐπώρωσε τὴν ψυχή. Ὁ ἄγρυπνος μοναχὸς εἶναι ἐχθρὸς τῆς πορνείας, ἐνῷ ὁ ὑπνώδης εἶναι σύζυγός της.

3. Ἡ ἀγρυπνία εἶναι θραῦσις τῆς σαρκικῆς πυρώσεως, λύτρωσις ἀπὸ τοὺς μολυσμοὺς τῶν ἐνυπνιασμῶν, δακρύβρεκτος ὀφθαλμός, ἁπαλὴ καρδία, προφύλαξις ἀπὸ τοὺς λογισμούς, χωνευτήριο τῶν φαγητῶν, δαμαστήριο τῶν παθῶν, κολαστήριο τῆς γλώσσης, φυγαδευτήριο τῶν αἰσχρῶν φαντασιῶν.

4. Ὁ ἄγρυπνος μοναχὸς εἶναι ἁλιεὺς τῶν λογισμῶν, ἱκανὸς νὰ τοὺς ἀντιλαμβάνεται καὶ νὰ τοὺς συλλαμβάνη μὲ εὐχέρεια μέσα στὴν νυκτερινὴ γαλήνη. Ὁ φιλόθεος μοναχός, ὅταν σημαίνη ἡ σάλπιγγα τῆς προσευχῆς, ἀναφωνεῖ: Εὖγε! Εὖγε! (πρβλ. Ἰὼβ λα´ 29), ἐνῷ ὁ ρᾴθυμος ὀδύρεται: Ἀλλοίμονο! Ἀλλοίμονο!

5. Ἡ προετοιμασία τῆς τραπέζης ἐδοκίμασε τοὺς γαστριμάργους καὶ ἡ ἐργασία τῆς προσευχῆς ἐδοκίμασε τοὺς φιλοθέους. Ὁ πρῶτος μόλις ἀντικρύση τὴν τράπεζα σκιρτᾶ, ἐνῷ ὁ δεύτερος σκυθρωπάζει.

6. Ὁ πολὺς ὕπνος εἶναι πρόξενος τῆς λήθης, ἐνῷ ἡ ἀγρυπνία καθαρίζει τὴν μνήμη.

7. Ὁ πλοῦτος τῶν γεωργῶν συναθροίζεται στὸ ἁλώνι καὶ στὸ πατητήρι, ἐνῷ ὁ πλοῦτος καὶ ἡ γνῶσις τῶν μοναχῶν, στὶς ἑσπερινὲς καὶ νυκτερινὲς προσευχὲς καὶ στὴν νοερὰ ἐργασία.

8. Ὁ πολὺς ὕπνος εἶναι σύζυγος ἄδικος, ποὺ ἀφαρπάζει τὸ ἥμισυ ἢ καὶ περισσότερο ἀκόμη ἀπὸ τὴν ζωὴ τοῦ ρᾳθύμου.

9. Ὁ ἀδόκιμος μοναχὸς εἶναι ἄγρυπνος στὶς συζητήσεις. Ὅταν ὅμως ἦλθε ἡ ὥρα τῆς προσευχῆς, ἐβάρυναν τὰ μάτια του. Ὁ ἀποχαυνωμένος μοναχὸς εἶναι ἱκανὸς γιὰ πολυλογίες. Ὅταν ὅμως ἀρχίση ἡ ἀνάγνωσις, δὲν μπορεῖ οὔτε νὰ κοιτάξη ἀπὸ τὴν νύστα.

ταν θὰ ἠχήση ἡ ἐσχάτη σάλπιγγα, θὰ συμβῆ ἡ ἀνάστασις τῶν νεκρῶν. Κατὰ παρόμοιο τρόπο μολὶς ἀρχίση ἡ ἀργολογία, θὰ συμβῆ ἡ ἀνάνηψις τῶν κοιμωμένων. Εἶναι ὕπουλος φίλος ὁ τύραννος ποὺ λέγεται ὕπνος. Πολλὲς φορές, ὅταν εἴμαστε χορτασμένοι ἀπὸ φαγητὰ ὑποχωρεῖ, ἐνῷ ὅταν πεινοῦμε καὶ διψοῦμε μᾶς πολεμεῖ δυνατά. Στὴν προσευχὴ προτρέπει νὰ κρατοῦμε ἐργόχειρο, διότι μὲ ἄλλον τρόπο δὲν μπορῆ νὰ χαλάση τὴν προσευχὴ αὐτῶν, οἱ ὁποῖοι ἀσκοῦν ἀγρυπνία.

Στοὺς ἀρχαρίους αὐτὸς εἶναι ὁ πρῶτος πόλεμος ποὺ ἀντιμετωπίζουν· μὲ τὸν σκοπὸ νὰ τοὺς κάνη ἐξ ἀρχῆς ρᾳθύμους ἢ νὰ προετοιμάση τὸν δρόμο γιὰ τὸν δαίμονα τῆς πορνείας. Ἕως ὅτου ἐλευθερωθοῦμε ἀπὸ αὐτόν, ἂς μὴν ἀφίνουμε τὴν κοινὴ ψαλμῳδία μὲ τὸ πλῆθος τῶν ἀδελφῶν· διότι ἔτσι πολλὲς φορὲς αἰσθανόμεθα ἐντροπὴ καὶ δὲν νυστάζομε.

10. Ὁ σκύλος εἶναι ἐχθρὸς τῶν λαγῶν· ὁμοίως καὶ ὁ δαίμων τῆς κενοδοξίας εἶναι ἐχθρός του ὕπνου.

11. Ὁ ἔμπορος μετρᾶ τὸ κέρδος, ὅταν τελειώση ἡ ἡμέρα, καὶ ὁ ἀγωνιστὴς μοναχός, ὅταν τελειώση ἡ ψαλμῳδία.

12. Περίμενε καὶ πρόσεχε καὶ θὰ ἰδῆς μετὰ ἀπὸ τὴν προσευχὴ στίφη δαιμόνων, οἱ ὁποῖοι ἐπειδὴ πολεμήθηκαν ἐκ μέρους μας προσπαθοῦν νὰ μᾶς τραυματίσουν μὲ τὶς ἀπρεπεῖς φαντασίες. Κάθησε καὶ παρατήρει, καὶ θὰ ἰδῆς αὐτοὺς ποὺ συνηθίζουν νὰ ἀφαρπάζουν τοὺς πρώτους καρποὺς τῆς ψυχῆς.

13. Συμβαίνει μερικὲς φορὲς ἐνῷ κοιμόμαστε, νὰ μελετοῦμε τοὺς στίχους τῶν Ψαλμῶν. Τοῦτο συμβαίνει, διότι προηγήθηκε αὐτὴ ἡ μελέτη. Μερικὲς ὅμως φορὲς μᾶς τὰ προκαλοῦν αὐτὰ οἱ δαίμονες, γιὰ νὰ μᾶς δημιουργήσουν ἔπαρσι ὑπερηφανείας. Ὑπάρχει καὶ τρίτη περίπτωσις ποὺ δὲν ἤθελα νὰ ἀναφέρω, ἀλλὰ κάποιος μὲ ἐξηνάγκασε: Ἡ ψυχὴ ποὺ μελετᾶ ἀκατάπαυστα κάθε ἡμέρα τὸν λόγο τοῦ Κυρίου, συνηθίζει καὶ στὸν ὕπνο νὰ προσκολλᾶται σ᾿ αὐτὰ τὰ νοήματα. Τὸ δεύτερο αὐτὸ εἶναι κυρίως ἡ ἀνταμοιβὴ τοῦ πρώτου, γιὰ νὰ ἀπομακρύνωνται ἀπὸ τὴν ψυχὴ ἁμαρτίες καὶ νυκτερινὲς φαντασίες!

Δεκάτη ἐνάτη βαθμίδα! Ὅποιος τὴν ἀνέβηκε, ἐδέχθηκε φῶς στὴν καρδιά του.

Δείτε σχετικά: ΕΔΩ

Τρίτη 22 Φεβρουαρίου 2022

ΒΗΜΑΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΘΕΟ


Μια νύχτα κάποιος άνθρωπος είδε ένα όνειρο. Ονειρεύτηκε πως περπατούσε στην ακρογιαλιά με τον Θεό.

Στον ουρανό άστραψαν σκηνές από τη ζωή του. Σε κάθε σκηνή έβλεπε δύο ζευγάρια πατημασιές πάνω στην άμμο.

Το ένα άνηκε σε αυτόν και το άλλο στον Θεό. Όταν και η τελευταία σκηνή της ζωής του έλαμψε μπροστά του, κοίταξε πίσω στις πατημασιές στην άμμο.

Παρατήρησε πως πολλές φορές στο δρόμο της ζωής του, υπήρχε μόνο ένα ζευγάρι πατημασιές. Ακόμη πως αυτό κι αν συνέβαινε στις πιο δύσκολες και θλιμμένες του στιγμές.

Αυτό πραγματικά τον πείραξε και ρώτησε τον Θεό: Θεέ μου, όταν αποφάσισα να σε ακολουθήσω, είπες πως θα βαδίζουμε μαζί αυτόν τον δρόμο, αλλά παρατήρησα πως στις πιο δύσκολες στιγμές της ζωής μου, υπάρχει μόνο ένα ζευγάρι πατημασιές…;

Δεν καταλαβαίνω! Γιατί όταν σε χρειαζόμουν πολύ, εσύ με άφηνες; Και ο Θεός απάντησε: «Πολυάκριβό μου παιδί, σε αγαπώ και δεν σε άφησα ποτέ! Στις στιγμές της δοκιμασίας και του πόνου, που βλέπεις ένα μόνο ζευγάρι πατημασιές, σε κρατούσα στην αγκαλιά μου».

Κυριακή 20 Φεβρουαρίου 2022

Ο ΑΔΕΛΦΟΣ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ


   Η παραβολή του ασώτου υιού είναι αρκετή από μόνη της να μας διδάξει όλο το μυστήριο της πατρικής θεϊκής αγάπης και του τρόπου σωτηρίας και επιστροφής των ανθρώπων στον Θεό. Έτσι, συνήθως, δίνεται μεγαλύτερη σημασία στον άσωτο υιό και στον τρόπο σωτηρίας του, αλλά και στην παρουσία του πατέρα, ο οποίος με την άφατη πατρική αγάπη του δέχεται πίσω τον άσωτο γιο του. Ο άλλος γιος όμως, ο αδελφός του ασώτου, μένει στο περιθώριο, χωρίς να ασχοληθεί κανείς μ’ αυτόν. Όμως, όταν ακούω την παραβολή αυτή, το μυαλό μου μένει σ’ αυτόν τον τύπο του ανθρώπου, γιατί αισθάνομαι ότι εμείς οι «θρήσκοι» μοιάζουμε μ᾽ αυτόν οι περισσότεροι.

   Κινδυνεύουμε από το σύνδρομο αυτού του ανθρώπου. Είναι ένας μεγάλος κίνδυνος, που παραμονεύει όλους μας. Στο Ευαγγέλιο γίνεται αναφορά για τον μεγαλύτερο γιο με λίγα λόγια. 
  Όταν επέστρεψε ο άσωτος υιός και έγινε η υποδοχή του από τον πατέρα και διέταξε να φέρουν την πρώτη στολή για να τον ντύσουν, και να θυσιάσουν το μοσχάρι το σιτευτό και να γίνει χαρά και ευφροσύνη στο σπίτι, γιατί ο άσωτος ήταν σαν νεκρός που επέζησε, και χαμένος και βρέθηκε, λέει η παραβολή στη συνέχεια: «Ην δε ο υιός αυτού ο πρεσβύτερος εν αγρώ».

 Ο μεγαλύτερος υιός ήταν στον αγρό εργαζόμενος στην εργασία του πατέρα του. «Και ως ερχόμενος ήγγισε τη οικία ήκουσε συμφωνίας και χορών», και όταν έφτασε στο σπίτι άκουσε όλη αυτή την ιστορία. Αυτό που μας παραπέμπει στην πιο πάνω στιγμή, που γράφει για τον άσωτο υιό, είναι όταν στράφηκε πίσω και πλησίασε στο σπίτι, και ενώ ήταν ακόμη μακριά, ο πατέρας του έτρεξε και τον αγκάλιασε και τον καταφίλησε και «επέπεσε επί τον τράχηλον αυτού». «Και ιδών αυτόν ο πατήρ εσπλαχνίσθη». Λέει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος έναν ωραίο λόγο: «πώς τον είδε ο πατέρας, αφού ήταν μακριά;» Οι οφθαλμοί του πατέρα έχουν μεγάλο βλέμμα και μεγάλη δύναμη. Τον είδε με τα μάτια της ψυχής του, με την αγάπη του και την ευσπλαγχνία του.

  Έτσι βλέπουμε δύο σκηνές: ο ένας πηγαίνει και όταν πλησιάζει τον δέχεται ο πατέρας του και τον καταφιλεί και τον παρηγορεί και τον ενδύει με τη στολή την πρώτη, ενώ ο άλλος πηγαίνει και μόλις ακούει τους χορούς και τα τραγούδια μέσα στο σπίτι, φωνάζει έναν δούλο του και θέλει να μάθει τι συμβαίνει. Ταράχτηκε, δεν του άρεσε. Ο δούλος τού είπε ότι επέστρεψε ο αδελφός του και ότι ο πατέρας του θυσίασε τον μόσχο τον σιτευτόν, γιατί τον παρέλαβε και τον εδέχθη ζωντανό και υγιή. Τότε ο αδελφός «ωργίσθη και ουκ ήθελεν εισελθείν», οργίστηκε τόσο πολύ, που δεν ήθελε να μπει στο σπίτι. «Ο ουν πατήρ αυτού εξελθών παρεκάλει αυτόν». Τότε βγήκε πάλι ο πατέρας, όπως και προηγουμένως να υποδεχθεί τον άσωτο, και τον παρακαλεί και τον ικετεύει να περάσει στο σπίτι. 

 Αυτός όμως είπε στον πατέρα: «ιδού τοσαύτα έτη δουλεύω σοι και ουδέποτε εντολήν σου παρήλθον, και εμοί ουδέπωτε έδωκας ερίφον ίνα μετά των φίλων μου ευφρανθώ». Έχει τόσα χρόνια που σου δουλεύω και ποτέ δεν παρέβηκα καμμία εντολή σου και σε μένα ποτέ δεν έδωκες ούτε ένα ερίφιο, ώστε να χαρώ με τους φίλους μου. «Οτε δε ο υιός σου ούτος ο καταφαγών σου τον βίον μετά πορνών, ήλθεν, έθυσας αυτώ τον μόσχον τον σιτευτόν».
 Όταν ήρθε ο υιός σου αυτός που σου κατέφαγε την περιουσία, θυσίασες το μοσχάρι το σιτευτόν. Τότε του είπε ο πατέρας: «τέκνον, συ πάντοτε μετ΄εμού ει, και πάντα τα εμά σα εστίν». Παιδί μου, εσύ ήσουν πάντοτε μαζί μου και όλα τα δικά μου ήταν και δικά σου. 
«Ευφρανθήναι δε και χαρήναι έδει, ότι ο αδελφός σου ούτος νεκρός ην και ανέζησε, και απολωλώς ην και ευρέθη». 
Έπρεπε να χαρείς και να ευφρανθείς, διότι ο αδελφός σου αυτός ήταν νεκρός και αναστήθηκε και ανέζησε, ήταν χαμένος και βρέθηκε. Αυτό είναι το κείμενο της περικοπής που αναφέρεται στον δεύτερο υιό. 

  Πράγματι, νομίζω ότι, αν κανείς θέλει να λυπηθεί κάποιον σ’ αυτή την ιστορία, αναπόφευκτα και άξιος πολλών δακρύων είναι ο άλλος υιός, ο μεγάλος αδελφός. Είναι άξιος δακρύων, γιατί τελικά αυτός δεν έζησε πραγματικά μαζί με τον πατέρα, δεν κοινώνησε με τον πατέρα, ούτε χάρηκε, ούτε κατάλαβε τον πατέρα του. Εδώ είναι και η μεγάλη τραγωδία, το ότι δηλαδή αυτό το παιδί συμπεριφέρθηκε έτσι. Γιατί ουσιαστικά ποτέ δεν κατάλαβε τον πατέρα του. 
Ήταν τόσα χρόνια μαζί του, όπως ο ίδιος εκαυχάτο ««ιδού τοσαύτα έτη δουλεύω σοι και ουδέποτε εντολήν σου παρήλθον». Τόσα χρόνια σου δουλεύω, και ακολουθούσα πάντα την εντολή σου, αλλά ποτέ δεν μου έδωσες ούτε ένα κατσίκι, για να φάω με τους φίλους μου. Η τραγωδία βρίσκεται σ’ αυτό το σημείο. Στο ότι δηλαδή τόσα χρόνια δεν κατάλαβε ποιο πατέρα είχε δίπλα του. Ο άσωτος ενώ έκανε τόσες αμαρτίες, φαίνεται ότι κάποια στιγμή ανακάλυψε τον πατέρα του μέσα στην καρδιά του. Όταν όμως κακοπαθούσε και πεινούσε και έβοσκε τους χοίρους και έτρωγε από την τροφή τους, τον είχαν εγκαταλείψει όλοι και κανένας δεν του έδινε σημασία. Ευρισκόμενος μέσα σ’ αυτή την τελεία εξαθλίωση και απόρριψη και εγκατάλειψη, εκεί θυμήθηκε το σπίτι του πατέρα του. Βρήκε τον εαυτό του και αποφάσισε να πάει πίσω στο σπίτι του. Αυτό το έκανε, γιατί ήξερε ποιος είναι ο πατέρας του. Ήταν βέβαιος ότι, αν θα πήγαινε πίσω, ο πατέρας θα τον δεχόταν, και αυτός θα του έλεγε: «πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιον σου, και ουκέτι ειμί άξιος κληθήναι υιός σου». Δεν είμαι άξιος να ονομάζομαι γιος σου, αλλά κάνε με σαν έναν από τους δούλους σου.

   Αυτό ήταν το κλειδί που άνοιξε την καρδιά του πατέρα. Αλλά ήξερε τον πατέρα και τον τρόπο που θα μιλήσει σ᾽ αυτόν. Ο μεγάλος δυστυχώς δεν το ήξερε αυτό. Δεν κατάλαβε ποτέ τον πατέρα του.
  Πράγματι, νομίζω ότι, αν κανείς θέλει να λυπηθεί κάποιον σ’ αυτή την ιστορία, αναπόφευκτα και άξιος πολλών δακρύων είναι ο άλλος υιός, ο μεγάλος αδελφός. Είναι άξιος δακρύων, γιατί τελικά αυτός δεν έζησε πραγματικά μαζί με τον πατέρα, δεν κοινώνησε με τον πατέρα, ούτε χάρηκε, ούτε κατάλαβε τον πατέρα του

   Και για τα δικά μας δεδομένα είναι τραγωδία, όταν βλέπουμε ανθρώπους μέσα στην Εκκλησία που εργάζονται, όπως όλοι μας, την πνευματική εργασία, να αγωνίζονται πνευματικά, να διαβάζουν, να νηστεύουν, να προσεύχονται και να κάνουν όλα αυτά τα πράγματα, αλλά να έχουν μία συμπεριφορά ακατανόητη: σαν να μην άκουσαν και δεν είδαν ποτέ τον Θεό μπροστά τους και δεν κατάλαβαν ποτέ το Ευαγγέλιο, σαν να ήταν κάτι άγνωστο γι’ αυτούς. 

Και λέει κανείς, πώς είναι δυνατόν ένας άνθρωπος να είναι τόσα χρόνια μέσα στην Εκκλησία, να κοινωνεί, να προσεύχεται και να έχει σκληρότητα και μία κατάσταση μες στην ψυχή του, που δεν έχει καμιά σχέση με τον Χριστό; Γιατί το παθαίνουμε αυτό; Γιατί παθαίνουμε ό,τι έπαθε και ο μεγάλος υιός. Μας μπαίνει η ιδέα ότι ««ιδού τοσαύτα έτη δουλεύω σοι και ουδέποτε εντολήν σου παρήλθον». Εγώ είμαι τόσα χρόνια δούλος του Θεού, ποτέ δεν παράκουσα μία εντολή. Αυτή η ικανοποίηση του εαυτού μας ότι κάνουμε πράγματα τα οποία είναι ευάρεστα στον Θεό, αυτή η πεποίθηση ότι τηρούμε τις εντολές του Θεού, και πράγματι τις κάνουμε όπως το παιδί της παραβολής, που ήταν τόσα χρόνια στη δούλεψη του πατέρα του, αυτή η πεποίθηση είναι και η αιτία να έχουμε μία εικόνα του εαυτού μας εντελώς λανθασμένη. 

Όταν θα έρθει η ώρα που θα φανεί τι έχουμε μέσα στην ψυχή μας, τότε βγαίνει προς τα έξω ένας εαυτός και ένας άνθρωπος τελείως παράξενος, αλλότριος του Θεού, μάλιστα μ’ ένα πρόσχημα δικαιοσύνης, όπως είχε αυτός ο μεγάλος υιός. Λέει ο μεγαλύτερος υιός προς τον πατέρα του: «ο υιός σου, δεν τον είπε καν αδελφό του, ενώ κατέφαγε την περιουσία σου όλη, και τη ζωή του την πέρασε μέσα στην πορνεία και την ακαθαρσία, ήρθε τώρα πίσω και απολαμβάνει ό,τι είχε προηγουμένως και ακόμα περισσότερα, ενώ αυτός δεν απόλαυσε αυτή την περιποίηση από τον πατέρα. Γιατί λοιπόν αυτό; Διότι ακριβώς δεν αισθάνθηκε ποτέ του την ανάγκη να γνωρίσει τον πατέρα του.

Λέει κάπου ο Χριστός: «αύτη εστίν η αιώνιος ζωή, ίνα γινώσκωσι σε τον μόνο αληθινόν Θεόν και ον απέστειλας Ιησούν Χριστόν». Η αιώνιος ζωή είναι η γνώση του Θεού. Και τι σημαίνει γνώση του Θεού; Αυτό που λέει ο Χριστός: «μάθετε απ’ εμού ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία». Τελικά η σχέση μας με τον Θεό δεν είναι σχέση οπαδού. Ο Θεός δεν είναι κάτι που μας αρέσει, και τον πιστεύουμε αλλά είναι κάτι πολύ περισσότερο, γιατί μας αποκαλύπτει τον ίδιο τον εαυτό του. Γι’ αυτό και η δημιουργία μας είναι κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση του Θεού, πρέπει να γίνουμε όμοιοι με τον Θεό Πατέρα μας. Πώς μπορούμε διαφορετικά να είμαστε πραγματικά παιδιά του; Αν δεν έχουμε ίχνη που να μοιάζουν μαζί Του, πώς θα του μοιάσουμε; Και για να μην νομίζουμε ότι θα του μοιάσουμε εξωτερικά και έτσι θα γίνουμε όμοιοι με Αυτόν, μας αποκάλυψε ο ίδιος τον εαυτό Του, λέγοντάς μας: «μάθετε απ’ εμού ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών». Με έναν λόγο ο Θεός μας αποκάλυψε τον εαυτό Του ολόκληρο. Για να μην πλανώμεθα και να μη βρίσκουμε δικαιολογία ότι δεν ξέραμε ή δεν καταλάβαμε ότι έτσι είναι. Για να το καταλάβουμε όμως πρέπει να συντρίψουμε το είδωλό μας. Αν δεν συντριβεί αυτό το είδωλο του καλού ανθρώπου, του φρόνιμου, του ηθικού, του καθώς πρέπει, του συνετού, του δουλευτή στον Θεό και μάλιστα του «τοσαύτα έτη» εργαζομένου, δεν πρόκειται να τον καταλάβουμε.

Έλεγαν κάποιοι τύποι, λίγο περίεργοι, στον Γέροντα Παΐσιο: «Γέροντα, έχετε πολλά χρόνια στο Άγιον Όρος»; Αυτός τους έλεγε πως ήρθε την ίδια χρονιά με το μουλάρι του γείτονα. Τη χρονιά που έφερε αυτός το μουλάρι του στο Άγιον Όρος, μπήκε κι αυτός. Ήθελε να τους πει ότι και το μουλάρι είναι στο Άγιον Όρος, όμως δεν έγινε και κανένα άγιο μουλάρι, μουλάρι ήταν, μουλάρι έμεινε. Βέβαια, το έλεγε από ταπείνωση για τον εαυτό του, και δεν είχε μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του. Οι άνθρωποι του Θεού πέρασαν μέσα από την κάμινο των πειρασμών και των θλίψεων και απέκτησαν την ταπείνωση. Και όταν λέμε πειρασμό μην πηγαίνει το μυαλό μας μόνο σε πειρασμούς, που παθαίνει κανείς για την αγάπη του Χριστού και διώκεται, γιατί είναι ευσεβής και αγαπά τον Χριστό. Έχει πειρασμούς αμαρτίας και παθών που μας εξευτελίζουν, αλλά και πειρασμούς αθεΐας και άλλους πολλούς.

 Υπάρχουν άνθρωποι που δοκιμάζουν φοβερούς πειρασμούς. Αν διαβάσουμε τον βίο του Αγίου Νήφωνος επισκόπου Κωνσταντιανής, θα δούμε τι φοβερούς πειρασμούς πέρασε. Για αρκετά χρόνια, ενώ ήταν φοβερός αγωνιστής, πολεμείτο από τον πειρασμό της αθεΐας. Του έλεγε ο διάβολος ότι δεν υπάρχει Θεός. Αυτός έλεγε: «Κύριε, βοήθά με». Ήταν τόσο ισχυρός ο πόλεμος, που θα τρελαινόταν. Του έλεγε ότι εσύ είσαι πόρνος, μοιχός και τον πολεμούσε συνεχώς. Τότε ο Άγιος απαντούσε στον διάβολο «εγώ καν πορνεύσω καν μοιχεύσω καν φονεύσω καν οτιδήποτε πράξω, των ποδών του Ιησού Χριστού ουκ αφίσταμαι» . Έβαλε τον εαυτό του εκεί κάτω, συνέτριψε το είδωλό του, έφυγε την εικόνα του καλού παιδιού, του καλού ανθρώπου, του καθώς πρέπει, του ηθικού που έχει «καθαρό το μέτωπό του και τα χέρια του». Έφυγαν όλες αυτές οι εικόνες και συνετρίβη.

 Θεωρώ ότι ο Άσωτος ευρισκόμενος σε χώρα μακρινή και ζώντας ασώτως και περνώντας όλη αυτή την καταστροφική ταλαιπωρία, αφού κατέστρεψε τα πάντα, συνέτριψε τον εαυτό του αλλά όχι ζωηφόρα. Παρόλο που διαλύθηκε κυριολεκτικά όταν έβοσκε τους χοίρους, και πεινούσε και όλοι τον εγκατέλειψαν και έφτασε στον άδη της απόρριψης και της εγκατάλειψης, εκεί θυμήθηκε τον πατέρα του. Εκεί που ήταν σκοτάδι, άδης, απελπισία. Εκεί που λες όλα τελείωσαν και ο θάνατος σου φαίνεται λύτρωση. Εκεί βρήκε τον εαυτό του. Τον πατέρα του τον συνάντησε εκείνη τη συγκεκριμένη στιγμή, που είπε: «Αναστάς πορεύσομαι προς τον πατέρα». Αυτό το πράγμα τον βοήθησε να συνέλθει. 

 Ο άλλος δεν είχε καμία τέτοια εμπειρία. Όχι, γιατί του την στέρησε ο Θεός, όχι γιατί του την στέρησε ο πατέρας του, αλλά γιατί η ιδέα περί του εαυτού του, ότι τόσα χρόνια αυτός δεν παρέβηκε καμία εντολή και ήταν καλός υιός και ποτέ δεν τον εγκατέλειψε, του δημιούργησε την αυτοπεποίθηση, την καλή εικόνα για τον εαυτό του, η οποία δεν τον άφησε να ανακαλύψει τον Θεό πατέρα του. Αυτή είναι η τραγωδία του ανθρώπου αυτού, αλλά και η τραγωδία που πολλές φορές κυριεύει κι εμάς, τους «θρήσκους» ανθρώπους. Επειδή δεν κάνουμε και μεγάλα κακά ή τα κάνουμε κρυφά ή τα δικαιολογούμε κιόλας και δεν βιώνουμε αυτή την κατάσταση και δεν την καταλαβαίνουμε. Δεν μπορούμε να λειτουργήσουμε όπως είναι ο Θεός, γιατί δεν βιώσαμε ποτέ την πραγματικότητα του Θεού μέσα στην καρδιά μας, αφού ποτέ δεν τον μάθαμε.

 Εγώ λυπάμαι πολλές φορές και πρώτα τον εαυτό μου, όταν βλέπω και ακούω ανθρώπους της Εκκλησίας, που εκφράζονται απαξιωτικά για άνθρωπο αμαρτωλό, πλανεμένο, άσωτο, κακοποιό. «Μην τον συναναστρέφεσαι, μην του μιλάς, γιατί είναι χαμένος». Ένας άνθρωπος του Θεού δεν μπορεί να κάνει διακρίσεις. Το Ευαγγέλιο δεν μας διδάσκει να βλέπουμε τους άλλους υποτιμητικά. Πώς μπορούμε να λειτουργήσουμε με αυτό τον τρόπο; Σημαίνει ότι δεν καταλάβαμε ποτέ μας τι σημαίνει Ευαγγέλιο, Θεός. Δεν καταλάβαμε ότι «ο Θεός αγάπη εστι και ο έχων την αγάπη εν τω Θεώ μένει». Δεν μπορεί να λειτουργήσουμε διαφορετικά, δεν μπορούμε να υπάρξουμε.

 Κριτήριο της παρουσίας του Θεού είναι το να αγαπήσεις τον αδελφό σου. Αυτή είναι η κρίση του Θεού. Όλα όσα κάνουμε μέσα στην Εκκλησία πρέπει να καταλήγουν στην αγάπη, και η νηστεία, και η προσευχή και οι μετάνοιες. Αν δεν καταλήγουν εκεί στην αγάπη και όλα τρέφουν τον εγωισμό και την αυτοπεποίθησή μας, τότε αντί οι αρετές να γίνονται χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, γίνονται φαρμάκια, που δεν μας αφήνουν να γνωρίσουμε τον Θεό. Αυτό πράγματι είναι πολύ θλιβερό, γιατί θα έρθει ώρα κάποια στιγμή στη ζωή μας αναπόφευκτα που είτε ένας πειρασμός, είτε μία θλίψη ή μία δοκιμασία και καταστροφή, ένας θάνατος, μία αρρώστια, κατάρρευση οικονομική ή οτιδήποτε άλλο, που αμέσως θα μας αναστατώσουν. Έτσι λέμε, γιατί ο Θεός δεν με προστάτευσε, γιατί σε μένα, που είναι ο Θεός, γιατί ο άλλος ο κακός άνθρωπος που δεν πάει εκκλησία, που δεν νηστεύει, που δεν προσεύχεται, όλα του πάνε καλά κι εμένα από το κακό στο χειρότερο;

  Αρχίζουν όλα αυτά που δείχνουν ότι η πνευματική μας ζωή δεν είναι υγιής. Σίγουρα ο Θεός δεν παραβλέπει τίποτε. Ό,τι του δώσουμε θα το πάρει και θα μας οικονομήσει, δεν θα μας απορρίψει, εάν κάνουμε ό,τι μπορούμε. Όμως αυτή η κρίση είναι σημαντική και απαραίτητη στη ζωή μας, για να δούμε τι γίνεται με μας. Τι γίνεται με την ποιότητα του εαυτού μας. Και για να μην πλανόμαστε, ο Θεός διά του Αποστόλου Παύλου, διά Πνεύματος Αγίου μας αποκάλυψε τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος. Και μας λέει να μην πλανόμαστε και να νομίζουμε ότι είμαστε κάτι. Μας έβαλε έναν κατάλογο πραγμάτων, για να βάλουμε τον εαυτό μας μπροστά και να τον κρίνουμε. Και λέει: «ο καρπός του Πνεύματος εστίν αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, πραότης, αγαθωσύνη, πίστις, εγκράτεια» και άλλα άμετρα χαρίσματα.

 Ας τα πάρουμε ένα ένα και να δούμε ποιο απ’ όλα αυτά ακολουθούμε, να δούμε πώς λειτουργεί ο εαυτός μας. Έχω χαρά στην ψυχή μου ή έχω μόνο όταν γίνονται τα θελήματά μου, και όλα μου πάνε καλά; Όλα αυτά αν δεν τα έχω, τι πρέπει να κάνω; Να κλάψω, και να διερωτηθώ πού είναι όλα αυτά; Αυτή η απόσταση από τον Θεό να συντρίψει την καρδία μου επιτέλους και να καταλάβω ότι κάτι δεν πάει καλά. Και όταν δω εκείνες τις συμπεριφορές τις υπερφίαλες, τις εγωιστικές και απορριπτικές προς τους άλλους ανθρώπους, να τις αρνηθώ. Τουλάχιστον, ας γίνουμε ειλικρινείς και ας βρούμε κι εμείς αυτό το κλειδί του Θεού. Το κλειδί του Θεού είναι αυτό που βρήκε και ο Τελώνης: «ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ». Ούτε τα μάτια του δεν σήκωσε στον ουρανό. Κτυπούσε το στήθος του και ζητούσε από τον Θεό να τον λυπηθεί. Ο άλλος έλεγε μεν «ευχαριστώ», αλλά δεν ήταν, όπως πίστευε, «σαν τους άλλους ανθρώπους», ή όπως τον Τελώνη. Έκανε ελεημοσύνες, νήστευε και ήταν καλός!

Το ίδιο και ο άσωτος, πώς κέρδισε τον Θεό; Με τον ίδιο τρόπο. Είπε: «πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιοόν σου». Αμέσως έγινε δεχτός από τον πατέρα. Ο άλλος πήγε «δικαιωματικά»: «εγώ είμαι τόσα χρόνια και σου δουλεύω και ποτέ δεν παρήλθα καμία εντολή σου». Όλα, βέβαια, αυτά που είπε ο αδελφός του ασώτου ήταν αληθινά και ανθρωπίνως ίσως να είχε και δίκαιο. Όμως δεν ήξερε τον πατέρα του, δεν μπορούσε να τον πλησιάσει, δεν τον έμαθε ποτέ, ήταν ξένος προς αυτόν.

Λέει τη Μεγάλη Παρασκευή για τον ληστή: «κλείδα βαλών το μνήσθητί μου εν τη Βασιλεία σου» και αμέσως άνοιξε την πόρτα του Παραδείσου και μπήκε μέσα. Το Ευαγγέλιο τελικά έλεγαν οι Πατέρες είναι τόσο εύκολο αλλά και τόσο δύσκολο. Όποιος δεν βρει το κλειδί, κτυπάει πάνω στην πόρτα. Αυτό το κλειδί του Θεού πρέπει να βρούμε. Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή και όλη η ευλογημένη περίοδος του Τριωδίου συνεχώς μας το έχει μπροστά μας. Την ταπείνωση, τη μετάνοια, τη μίμηση του Θεού. Πώς θα μιμηθούμε τον Θεό; Έγινε άνθρωπος, για να τον δούμε και να μάθουμε πώς θα τον μιμηθούμε. Ποιοι τον μιμούνται; Αυτοί που τον ακολουθούν παντού: στο Πάθος, στον Σταυρό και σε όλα εκείνα τα οποία χαρακτήρισαν τη ζωή Του, για να μπορέσουμε να δούμε και τη δική μας Ανάσταση.

Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Λεμεσού (απόσπασμα μαγνητοφωνημένης ομιλίας που πραγματοποιήθηκε στο ησυχαστήριο της Αγίας Τριάδος, μετόχι της Μονής Μαχαιρά.)