A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Παρασκευή 16 Απριλίου 2021

ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΑ ΟΠΛΑ ΜΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ (Ομιλία Επισκόπου Γαρδικίου κ.Κλήμεντος)

Δ' ΚΥΡΙΑΚΉ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ 2021 (Ομιλία π.Ευθυμίου Μπαρδάκα)

ΚΛΙΝΟΝ ΤΟ ΟΥΣ ΣΟΥ ΑΓΝΗ, ΚΑΙ ΣΩΣΟΝ ΤΟΥΣ ΘΛΙΨΕΣΙ ΒΥΘΙΖΟΜΕΝΟΥΣ ΗΜΑΣ (Επίκαιρο Άρθρο του π.Ευθυμίου Μπαρδάκα)

  


Μπροστά στίς μεγάλες θλίψεις καί δοκιμασίες οι Χριστιανοί, ιερός κλήρος καί πιστός λαός, στήν Θεοτόκον καταφεύγουμε καί προσευχόμενοι παρακαλούμε : "Κλίνον τό ούς Σου Αγνή, καί σώσον τούς θλίψεσι βυθιζομένους ημάς".
Πλησίασε τά ώτα Σου γιά νά ακούσεις τήν δέησή μας Αγνή Υπεραγία Θεοτόκε, καί σώσε μας, καθώς βυθιζόμαστε μέσα στό πέλαγος τών δοκιμασιών καί των θλίψεων.
Με τά ίδια λόγια του Κανόνος του Ακαθίστου Ύμνου προσευχήθηκαν αμέτρητες χιλιάδες πονεμένων Χριστιανών στήν Παναγία.
Καί εμείς ως άνθρωποι θλιμμένοι καί πονεμένοι μέ τά ίδια λόγια προσευχόμαστε, ιδίως κατά τήν περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, πρός τήν Δέσποινά μας Θεοτόκον καί της λέμε : "Κλίνον τό ούς Σου Αγνή καί σώσον τούς θλίψεσι βυθιζομένους ημάς".
Μέ πέλαγος φουρτουνιασμένο μοιάζει η ζωή μας καί είμαστε όλοι θαλασσοδαρμένοι.
Ερχεται ο θάνατος καί αρπάζει ξαφνικά χωρίς διακρίσεις πολυαγαπημένα πρόσωπα.
Ερχεται η ασθένεια, μάς προσβάλλει καί μάς ρίχνει στό κρεββάτι του πόνου, για λίγες ημέρες, για πολλούς μήνες, πολλές φορές γιά πολλά χρόνια, ίσως καί ισόβια.
Καί άλλα κύματα μάς δέρνουν καί τραντάζουν τήν οικογενειακή μας ζωή, όπως οικονομικές δυσχέρειες, αδικίες,συκοφαντίες, ανεργεία.
Τί νά πούμε γιά τό ηθικό ναυάγιο τών παιδιών μας πάλι γιά τά κύματα των πειρασμών της αμαρτίας, πού μέ λύσα μάς κτυπούν για νά μάς βυθίσουν μέσα στό ηθικό σκοτάδι, τήν πλάνη, τό έλος της διεφθαρμένης ζωής.
Όλα αυτά καί τόσα άλλα είναι κύματα δυνατά καί μεγάλα. Μάς ταλαιπωρούν, μάς κάνουν νά κλαίμε νά τά χάνουμε. Όμως γιά νά αποφύγουμε τόν κίνδυνο του καταποντισμού, νά στρέψουμε τό βλέμμα πρός τήν Μεγάλη Μητέρα τήν Παναγία καί νά ζητήσουμε τή βοήθειά Της, τήν προστασία Της : "Κλίνον τό ούς Σου Αγνή καί σώσον τους θλίψεσι βυθιζομένους ημάς".
ΓΙΑΤΙ ΠΡΟΣ ΑΥΤΗ?
Γιατί είναι η θλιμμένη Μητέρα του Κυρίου μας. Είναι η Βασίλισσα του πόνου. Θλίβεται η Παναγία από τά παιδικά Της χρόνια. Μόλις γέννησε τόν Μονογενή Της, αναγκάζεται να φύγει σέ χώρα μακρινή. Αργότερα όταν ο Υιός Της διδάσκει τά πλήθη, βλέπει τίς δολοπλοκίες των Γραμματέων καί Φαρισαίων. Τήν θλίβει η μοχθηρία καί τό μίσος των Ιουδαίων εναντίον Του. Ακούει νά τόν κατηγορούν καί νά τόν βλασφημούν.
Τέλος βλέπει τόν Υιόν του Θεού καί Παιδί Της, Σταυρωμένο στό Γολγοθά. Τόν βλέπει αιμόφυρτο μεταξύ δύο ληστών.
Πονάει η Παναγία τόσο πολύ στή ζωή της, όσο καμία άλλη μάννα, καί γνωρίζει όσο κανείς άλλος τί σημαίνει πόνος, θλίψει, δοκιμασία.
Γι΄αυτό σπεύδει νά βοηθήσει μέ τίς πρεσβείες Της αυτούς, πού την επικαλούνται.
Σ΄αυτή καταφεύγουμε, γιατί είναι καί δική μας Μητέρα. Είναι κάθε Χριστιανός αδελφός τού Χριστού καί παιδί κατά χάριν της Θεοτόκου η οποία ως Μητέρα υπερβαίνει "κατά τήν φιλοστοργίαν καί σπλάχνα, όλας τάς φυσικάς μητέρας" κατά τόν Αγιο Νικόδημο τόν Αγιορείτη.
Μητέρα μας η Παναγία!
Τιμή καί καύχημα γιά εμάς! Έτσι μπορούμε νά της ανοίγουμε τήν καρδιά μας νά τής λέμε τίς δοκιμασίες μας καί νά της ζητάμε βοήθεια καί προστασία. Καί εκείνη θά μάς κοιτάζει μέ στοργή. Δέν θά περιφρονεί τήν παράκλησή μας σε ώρες αγωνίας καί πόνου. Θα μάς ακούει καί άς είμαστε αμαρτωλοί, καί θά μεσιτεύει στόν Κύριο υπέρ ημών.
Τότε η θλιμμένη μας ψυχή θα γαληνεύει, θα παρηγοριέται, θά παίρνει δύναμη στίς δύσκολες περιστάσεις, όπως συνέβη σέ άπειρες ψυχές μέχρι τώρα.
Αυτή ως πνευματική Μητέρα μέ χαρά μάς περιμένει....!!!

OΙ ΕΠΤΑ ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ ΕΓΩΙΣΜΟΥ ΜΑΣ


Εγωισμός: Μήπως είμαστε Εγωιστές και δεν το ξέρουμε ή ίσως δεν θέλουμε να το παραδεχτούμε;

Διάβασε παρακάτω τις 7 μορφές του Εγωισμού, μήπως κάτι από αυτά ή όλα μας χαρακτηρίζουν;

ΘΕΛΕΙ ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΣΟΧΗ!

1. ΕΠΙΔΕΙΚΤΙΚΟΤΗΤΑ, (το πνεύμα της επίδειξης).

2. ΠΕΡΙΑΥΤΟΛΟΓΙΑ, (ο άμεσος έπαινος του εαυτού μου).

3. ΕΠΑΙΝΟΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, (έμμεσος έπαινος του εαυτού μου).

4. ΕΥΘΥΞΙΑ, (να θίγομαι με το παραμικρό).

5. ΠΑΡΑΠΟΝΟ, (καθώς με πονηρό τρόπο επιδιώκω τη συμπόνια των άλλων, ώστε να γίνομαι συνεχώς το επίκεντρο της προσοχής τους).

6. ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΙΑ.

7. ΠΡΟΠΕΤΕΙΑ, (να διακόπτω τους άλλους, να απαντώ χωρίς να με ρωτούν και γενικότερα να απορρίπτω χωρίς προσεκτική εξέταση).

Πέμπτη 15 Απριλίου 2021

Ο ΜΕΓΑΣ ΚΑΝΩΝ: Κείμενο με μετάφραση, μουσικά

    

 Ὁ Μέγας Κανών, ποὺ συνέθεσε ὁ ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Ἱεροσολυμίτης, ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης κι ἕνας ἀπ᾿ τοὺς πιὸ ἐξέχοντες ἐκπροσώπους τῆς ἐκκλησιαστικῆς ποιήσεώς μας, εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ ὑπέροχους καὶ περισσότερο γνωστοὺς ὕμνους στὸ ἐκκλησιαστικὸ πλήρωμα. Ψάλλεται τμηματικὰ τὶς τέσσερις πρῶτες ἡμέρες τῆς Καθαρῆς Ἑβδομάδας καὶ ὁλόκληρος τὴν Πέμπτη τῆς ε´ ἑβδομάδας τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Ἀποτελεῖ ἕνα ἐγερτήριο σάλπισμα ποὺ ἀποβλέπει στὸ νὰ φέρει τὸν ἄνθρωπο σὲ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς του καὶ νὰ τὸν ὁδηγήσει μέσα ἀπὸ τὴ συντριβὴ καὶ τὴ μετάνοια κοντὰ στὸν Θεό.

Ὁ Μέγας Κανὼν εἶναι ὕμνος βαθιᾶς συντριβῆς καὶ συγκλονιστικῆς μετανοίας. Ὁ ἄνθρωπος, ποὺ αἰσθάνεται τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας· ποὺ γεύεται τὴν πικρία τῆς μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεὸ ζωῆς· ποὺ κατανοεῖ τὶς τραγικὲς διαστάσεις τῆς ἀλλοτριώσεως τῆς ἀνθρώπινης φύσεως στὴν πτώση καὶ τὴν ἀποστασία της ἀπὸ τὸν Θεό, συντρίβεται. Κατανύσσεται. Ἀναστενάζει βαθιὰ καὶ ξεσπᾶ σὲ θρῆνο γοερό. Ἕναν θρῆνο ὅμως ποὺ σώζει, διότι ἀνοίγει τὸν δρόμο τῆς μετανοίας. Τὸν δρόμο ποὺ ἐπαναφέρει τὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη κοντὰ στὸν Θεό, τὴν πηγὴ τῆς ἀληθινῆς ζωῆς καὶ τὸ πλήρωμα τῆς ἄρρητης χαρᾶς καὶ εὐφροσύνης.


Πατήστε για τον Μεγάλο Κανόνα με μετάφραση, με μουσικά ή ακούστε τον σε βίντεο:

 
 

Πέμπτη 8 Απριλίου 2021

ΟΥΡΑΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΛΙΜΑΞ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ: Περὶ ἀοργησίας καὶ πραότητος

 

ΛΟΓΟΣ ΟΓΔΟΟΣ

Περὶ ἀοργησίας καὶ πραότητος


ΟΠΩΣ ΤΟ νερό, ποὺ χύνεται λίγο-λίγο στὴν φωτιά, τὴν σβήνει τελείως, ἔτσι καὶ τὸ δάκρυ τοῦ ἀληθινοῦ πένθους σβήνει ὅλη τὴν φλόγα τοῦ θυμοῦ καὶ τῆς ἐξημμένης ὀργῆς.

Γι᾿ αὐτὸ καὶ τὰ ἐτοποθετήσαμε, στὴν σειρὰ τοῦ λόγου, τὸ ἕνα πρὶν καὶ τὸ ἄλλο μετά.

2. Ἀοργησία σημαίνει ἀκόρεστη ἐπιθυμία γιὰ ἀτιμία, ὅμοια μὲ τὴν ἀπέραντη ἐπιθυμία τῶν κενοδόξων γιὰ ἔπαινο. Ἀοργησία σημαίνει νίκη κατὰ τῆς ἀνθρώπινης φύσεως, ποὺ φαίνεται μὲ τὴν ἀναισθησία ἀπέναντι στὶς ὕβρεις καὶ ποὺ ἀποκτᾶται μὲ ἀγώνας καὶ ἱδρώτας.

3. Πραότης σημαίνει νὰ παραμένη ἀκίνητη καὶ ἀτάραχη ἡ ψυχή, τόσο στὶς ἀτιμίες ὅσο καὶ στοὺς ἐπαίνους.

4. Ἡ ἀρχὴ τῆς ἀοργησίας εἶναι νὰ σιωποῦν τὰ χείλη, ἐνῷ ἡ καρδιὰ εὑρίσκεται σὲ ταραχή. Τὸ μέσον εἶναι νὰ σιωποῦν οἱ λογισμοί, ἐνῷ ἡ ψυχὴ εὑρίσκεται σὲ ὀλίγη ταραχή. Καὶ τὸ τέλος, νὰ ἐπικρατῆ στὴν θάλασσα τῆς ψυχῆς μόνιμη καὶ σταθερὰ γαλήνη, ὅσο καὶ ἂν φυσοῦν οἱ ἀκάθαρτοι ἄνεμοι.

5. Ὀργὴ σημαίνει νὰ διατηρῆς συνεχῶς μέσα σου κάποιο μίσος, νὰ ἐνθυμῆσαι δηλαδὴ τὸ κακὸ ποὺ σοῦ ἔγινε. Ὀργὴ σημαίνει νὰ ἐπιθυμῆς νὰ ἐκδικηθῆς αὐτὸν ποὺ σὲ παρώξυνε.

6. Ὀξυχολία σημαίνει ἔξαψις τῆς καρδιᾶς ποὺ γίνεται παρευθὺς καὶ διὰ μιᾶς. Πικρία σημαίνει μία ἐσωτερικὴ κίνησις ἐστερημένη ἀπὸ κάθε εὐχαρίστησι καὶ ἑδραιωμένη μέσα στὴν ψυχή.

7. Θυμὸς σημαίνει εὐμετάβλητη καὶ εὐέξαπτη συμπεριφορὰ καὶ ἀσχημοσύνη τῆς ψυχῆς.

8. Μόλις φανῇ τὸ φῶς, ὑποχωρεῖ τὸ σκότος. Ὁμοίως μόλις «μυρίσῃ» ἡ ταπείνωσις, ἐξαφανίζεται κάθε πικρία καὶ θυμός. Μερικοὶ ἐνῷ εἶναι εὐμετάβλητοι στὴν συμπεριφορά τους ἐξ αἰτίας τοῦ θυμοῦ, ἐν τούτοις ἀμελοῦν νὰ φροντίσουν γιὰ τὴν θεραπεία τους. Καὶ δὲν ἀκούουν οἱ ταλαίπωροι αὐτὸν ποὺ εἶπε: «Ἡ ὁρμὴ τοῦ θυμοῦ ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο στὴν πτώση» (Σοφ. Σειρὰχ α´ 22).

9. Μία ἀπότομη κίνησις ἑνὸς μύλου (1) μπορεῖ σὲ μία στιγμὴ νὰ συντρίψῃ περισσότερο καρπὸ καὶ σιτάρι τῆς ψυχῆς ἀπ᾿ ὅ,τι ἡ σιγανὴ κίνησις ἑνὸς ἄλλου μύλου μία ὁλόκληρη ἡμέρα.

10. Ἕνα ἀπότομο φούντωμα τῆς φωτιᾶς ἀπὸ σφοδρὸ ἄνεμο μπορεῖ νὰ κάψῃ καὶ νὰ ἀφανίση τὸν ἀγρὸ τῆς καρδιᾶς περισσότερο ἀπ᾿ ὅ,τι ἡ μικρὴ φωτιὰ ποὺ καίει ἀργά.

11. Δὲν πρέπει νὰ μᾶς διαφεύγη, ἀγαπητοί μου, ὅτι γιὰ ὡρισμένον καιρὸ οἱ πονηροὶ δαίμονες κρύπτονται ὀλίγον καὶ δὲν μᾶς πολεμοῦν. Καὶ αὐτό, γιὰ νὰ πέσωμε σὲ ἀμέλεια θεωρώντας ὡς μικρὰ τὰ μεγάλα πάθη, καὶ ἔτσι νὰ πέσωμε σὲ ἀθεράπευτη ἀσθένεια.

12. Μία πέτρα μὲ πολλὲς αἰχμὲς καὶ ἀνωμαλίες, ὅταν συγκρούεται καὶ κτυπᾶται μὲ ἄλλες πέτρες, συντρίβει ὅλα τὰ ἀπότομα καὶ σκληρὰ σημεῖα της καὶ γίνεται στρογγυλή. Ὁμοίως καὶ μία θυμώδης καὶ ἀπότομη ψυχή, ὅταν συναναστρέφεται καὶ συζῆ μὲ σκληροὺς καὶ θυμώδεις ἀνθρώπους, ὑφίσταται ἕνα ἐκ τῶν δυό: Ἢ ὑπομένει καὶ θεραπεύει τὸ τραῦμα της. Ἢ ἀναχωρεῖ καὶ γνωρίζει τὴν ἀδυναμία της, τὴν ἀδυναμία της, ποὺ σὰν σὲ καθρέπτη τῆς τὴν ἔδειξε καθαρὰ ἡ ἄνανδρος φυγή της.

13. Θυμώδης σημαίνει νὰ γίνεσαι θεληματικὰ ἐπιληπτικός, καὶ ἀπὸ ἀθέλητη κακὴ συνήθεια νὰ πέφτης κάτω καὶ νὰ συντρίβεσαι ὁλοσχερῶς.

14. Σὲ ὅσους μετανοοῦν τίποτε δὲν εἶναι πιὸ ἀταίριαστο ἀπὸ τὴν ταραχὴ τοῦ θυμοῦ. Διότι ἡ μετάνοια καὶ ἡ ἐπιστροφὴ χρειάζονται πολλὴ ταπείνωσι, ἐνῷ ὁ θυμὸς δείχνει ἄνθρωπο γεμάτο ἀπὸ ὑπερηφάνεια.

15. Ἐὰν τὸ ὅριο τῆς πιὸ τελείας πραότητος εἶναι, ἐνῷ εὑρίσκεται ἐμπρός σου αὐτὸς ποὺ σὲ παροξύνει, νὰ τὸν ἀντιμετωπίζης μὲ ἐσωτερικὴ γαλήνη καὶ ἀγάπη, τότε ὁπωσδήποτε τὸ ἔσχατο ὅριο τοῦ θυμοῦ εἶναι, ἐνῷ ἀπουσιάζει αὐτὸς ποὺ σὲ ἐλύπησε, νὰ κάνης ὅτι συγκρούεσαι μαζί του μὲ διάφορα λόγια καὶ κινήματα θηριώδη.

16. Ἐὰν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ὀνομάζεται καὶ εἶναι «εἰρήνη ψυχῆς», ἐνῷ ἡ ὀργὴ «ταραχὴ καρδίας», τότε ὁπωσδήποτε τίποτε ἄλλο δὲν ἐμποδίζει τὴν παρουσία Του μέσα μας ὅσο ὁ θυμός.

17. Γνωρίζομε πὼς εἶναι πάμπολλα τὰ τέκνα τοῦ θυμοῦ. Καὶ ὅλα εἶναι φοβερά. Ἕνα ὅμως τέκνο του ποὺ τὸ γεννᾶ χωρὶς νὰ τὸ θέλη, ἂν καὶ νόθο, εἶναι ὠφέλιμο: Εἶδα ἀνθρώπους ποὺ ἄναψαν ἀπὸ τὴν μανία τοῦ θυμοῦ καὶ ἔβγαλαν ἀπὸ μέσα τους σὰν ἔμετο τὴν μακροχρόνιο μνησικακία τους. Ἔτσι μὲ τὸ ἕνα πάθος ἀπηλλάγησαν ἀπὸ τὸ ἄλλο! Καὶ ἡ μακροχρόνια λύπη τους διελύθη! Διότι ἐκεῖνος ποὺ τοὺς ἐλύπησε ἢ ἐζήτησε συγχώρησι ἢ ἔδωσε τὶς ἀπαιτούμενες ἐξηγήσεις.

Ἀντιθέτως εἶδα ἄλλους ποὺ κατὰ τρόπο ἀπαράδεκτο ἔδειξαν ὅτι ἦσαν δῆθεν μακρόθυμοι. Ἔτσι μὲ τὴν σιωπὴ ἐναποθήκευσαν μέσα τους τὴν μνησικακία. Αὐτοὺς τοὺς ἐλεεινολόγησα περισσότερο ἀπὸ τοὺς πρώτους, διότι μὲ τὸ μελάνι (τῆς μνησικακίας) ἔδιωξαν ἀπὸ τὴν ψυχή τους τὸ περιστέρι, (τὴν εἰρήνη δηλαδὴ καὶ τὴν χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος).

18. Χρειάζεται νὰ προσέξωμε πολὺ αὐτὸν τὸν ὄφι (τοῦ θυμοῦ). Διότι τὸν βοηθεῖ καὶ ἡ ἴδια ἡ φύσις μας, ὅπως ἀκριβῶς καὶ τὸν ὄφι τοῦ σαρκικοῦ πάθους. Εἶδα μερικοὺς ποὺ ὠργίσθηκαν καὶ ἀπὸ τὴν πικρία τους ἀρνήθηκαν νὰ φάγουν. Μὲ τὴν ἀπαράδεκτη αὐτὴ ἐγκράτειά τους ἐπῆραν ἐπάνω στὸ πρῶτο δηλητήριο καὶ δεύτερο.

Ἀντιθέτως εἶδα ἄλλους ποὺ ἐπιάσθηκαν ἀπὸ εὔλογη δῆθεν ἀφορμὴ τοῦ θυμοῦ κι ἐξέσπασαν στὴν γαστριμαργία. Ἔτσι ἀπὸ τὸν λάκκο ἔπεσαν στὸν γκρεμό. Εἶδα ὅμως καὶ ἄλλους συνετοὺς ποὺ σὰν καλοὶ ἰατροὶ ἐκράτησαν τὴν μεσαία ὁδό, καὶ μὲ τὴν κανονικὴ λῆψι τῆς τροφῆς παρηγορήθηκαν καὶ ὠφελήθηκαν ὑπερβολικά.

19. Μερικὲς φορὲς ἡ ψαλμῳδία, ὅταν εἶναι μετρία, καταπραΰνει ἄριστα τὸν θυμό. Καὶ μερικὲς φορές, ὅταν εἶναι ἄμετρη καὶ ἄκαιρη, δημιουργεῖ φιληδονία. Γι᾿ αὐτὸ ἂς τὴν χρησιμοποιοῦμε διακριτικὰ ἀνάλογά μὲ τὶς περιστάσεις.

20. Εὑρέθηκα κάποτε ἐξ αἰτίας μιᾶς ἀνάγκης ἔξω ἀπὸ ἕνα κελλὶ ἐρημιτῶν. Ἐνῷ ἐκαθόμουν ἐκεῖ, τοὺς ἄκουσα νὰ μάχωνται γεμάτοι πικρία καὶ θυμὸ ἐναντίον κάποιου ὁ ὁποῖος ἀπουσίαζε -αὐτὸς τοὺς εἶχε λυπήσει σὲ κάτι- καὶ σὰν πέρδικες μέσα σὲ κλουβὶ νὰ ὁρμοῦν ἐπάνω στὸ πρόσωπό του σὰν νὰ ἦταν παρών. Ἐκεῖνο ποὺ τοὺς συμβούλευσα ἀπὸ πνευματικὸ ἐνδιαφέρον ἦταν νὰ ἐγκαταλείψουν τὴν ἐρημικὴ ζωή, γιὰ νὰ μὴ καταντήσουν ἀπὸ ἄνθρωποι δαίμονες.

Εἶδα ἐπίσης καὶ μερικοὺς ἄλλους μὲ καρδιὰ ὑποδουλωμένη στὴν λαγνεία καὶ στὴν γαστριμαργία. Αὐτοὶ φαίνονταν γεμάτοι πραότητα καὶ κολακευτικὴ εὐγένεια καὶ φιλαδελφία καὶ εὐπροσηγορία. Ἐκεῖνο ποὺ τοὺς συμβούλευσα ἦταν νὰ ἀσπασθοῦν τὴν ἐρημικὴ ζωὴ -τὸ ξυράφι κατὰ τῆς λαγνείας καὶ τῆς γαστριμαργίας- γιὰ νὰ μὴ καταντήσουν ἐλεεινὰ ἀπὸ λογικοὶ ἄνθρωποι ἄλογα ζῷα.

Μερικοὶ ὅμως μοῦ ἔλεγαν ὅτι παρασύρονται ἀξιοθρήνητα καὶ στὰ δυὸ κακά, (καὶ στὸν θυμὸ καὶ στὴν φιληδονία). Αὐτοὺς τοὺς ἐμπόδισα αὐστηρὰ ἀπὸ τὸ νὰ ἔχουν ἰδικό τους πρόγραμμα. Καὶ συνέστησα φιλικὰ στοὺς Γέροντές τους νὰ τοὺς ὁρίζουν ἄλλοτε τὴν μία (τὴν κοινοβιακή) καὶ ἄλλοτε τὴν ἄλλη (τὴν ἐρημιτική) ζωή. Καὶ σὲ ὅλα νὰ κλίνουν τὸν αὐχένα καὶ νὰ ὑποτάσσωνται στὸν πνευματικό τους ἐπιστάτη.

21. Ὁ φιλήδονος βλάπτει καὶ ἀτιμάζει τὸν ἑαυτό του μόνο. Ἴσως καὶ τὸν συνένοχό του. Ἐνῷ ὁ θυμώδης πολλὲς φορὲς σὰν λύκος ἀναστατώνει ὅλη τὴν ποίμνη καὶ τραυματίζει πολλὲς ταπεινὲς ψυχές.

22. Εἶναι βαρὺ νὰ ταραχθῇ ἀπὸ τὸν θυμὸ ὁ ὀφθαλμὸς τῆς καρδίας, νὰ συμβῆ δηλαδὴ ἐκεῖνο ποὺ εἶπε ὁ Ψαλμῳδός: «Ἐταράχθη ἀπὸ θυμοῦ ὁ ὀφθαλμός μου» (Ψαλμ. στ´ 8). Εἶναι ὅμως πιὸ βαρὺ νὰ ἐκδηλωθῇ μὲ τὰ χείλη ἡ ἐσωτερικὴ ὁρμὴ τοῦ θυμοῦ. Τὸ νὰ ἐκδηλωθῇ ὅμως καὶ μὲ χειροδικία εἶναι πράγμα ὁλωσδιόλου ἐχθρικὸ καὶ ξένο πρὸς τὴν μοναχικὴ καὶ ἀγγελικὴ καὶ θεϊκὴ ζωή.

23. Ἐὰν θέλης ἢ μᾶλλον νομίζης ὅτι πρέπει νὰ ἀφαιρέσης τὸ κάρφος ἀπὸ τὸν ὀφθαλμὸ τοῦ ἄλλου, πρόσεξε μήπως ἀντὶ ἰατρικῆς σμίλης χρησιμοποιήσης κανένα δοκάρι, ὁπότε θὰ ἀνοίξης ἢ θὰ καταστρέψης ἐντελῶς τὸν ὀφθαλμό. Δοκάρι εἶναι ὁ βαρὺς λόγος καὶ οἱ ἀπρεπεῖς ἐξωτερικοὶ τρόποι. Ἐνῷ τὸ ἄλλο, (ἡ ἰατρικὴ σμίλη), εἶναι ἡ μὲ ἐπιείκεια διδασκαλία καὶ ὁ μὲ μακροθυμία καὶ καλωσύνη ἔλεγχος. Ὁ Ἀπόστολος λέγει «ἔλεγξον, ἐπιτίμησον, παρακάλεσον» (Β´ Τιμ. δ´ 2), ὄχι ὅμως καὶ «τύψον» (κτύπα). Ἐὰν ὅμως σπανίως χρειασθῇ καὶ αὐτό, ἂς γίνη, ὄχι ὅμως ἀπὸ σένα.

24. Ἂς ἐξετάσωμε καὶ θὰ διαπιστώσωμε ὅτι πολλοὶ θυμώδεις ἐκτελοῦν μὲ προθυμία τὴν νηστεία καὶ τὴν ἀγρυπνία καὶ τὴν ἡσυχαστικὴ ζωή. Καὶ τοῦτο, διότι ὁ δαίμων τοὺς σπρώχνει μὲ τὴν πρόφασι τῆς μετανοίας καὶ τοῦ πένθους σὲ ἐκεῖνα ποὺ αὐξάνουν καὶ ἐρεθίζουν τὸ πάθος τους.

25. Ἐὰν ἕνας λύκος, (ἕνας δηλαδὴ ἄγριος καὶ θυμώδης μοναχός), μὲ τὴν βοήθεια ἑνὸς δαίμονος μπορῆ νὰ ἀναστατώση τὴν ποίμνη, ὁπωσδήποτε καὶ ἕνα ἀδελφὸς γεμάτος ἀπὸ θεϊκὴ σοφία, σὰν ἐκλεκτὸς ἀσκὸς γεμάτος ἀπὸ λάδι, μὲ τὴν βοήθεια ἑνὸς Ἀγγέλου μπορεῖ νὰ ἀποτρέψῃ τὸ κύμα καὶ νὰ γαληνεύσῃ τὸ πλοῖο. Ὁ ἀδελφὸς αὐτὸς θὰ λάβη ἀπὸ τὸν Θεὸ τόσο μισθό, ὅση καταδίκη ὁ πρῶτος, καὶ θὰ γίνη σὲ ὅλους καλὸ παράδειγμα καὶ αἰτία ὠφελείας.

26. Ἡ ἀρχὴ τῆς μακαρίας ἀνεξικακίας εἶναι τὸ νὰ γίνωνται δεκτὲς οἱ ἀτιμίες μὲ ἐσωτερικὴ πικρία καὶ ὀδύνη. Τὸ μέσον, νὰ ἀντιμετωπίζονται χωρὶς λύπη. Καὶ τὸ τέλος, ἐὰν ὑπάρχη τέλος, νὰ θεωροῦνται ὡς ἔπαινοι. Χαῖρε ὁ πρῶτος. Ἐνδυναμώσου ὁ δεύτερος. Ὁ τρίτος ὅμως εἶσαι μακάριος, διότι ἀγάλλεσαι ἐν Κυρίῳ.

27. Παρετήρησα ἕνα ἄθλιο θέαμα ἀνάμεσα σὲ ὀργίλους ἀνθρώπους, ποὺ συνέβαινε ἐξ αἰτίας τοῦ ἐγωϊσμοῦ τους χωρὶς νὰ τὸ ἀντιλαμβάνονται. Τί συνέβαινε; Ἔπεφταν στὸ πλῆθος τῆς ὀργῆς καὶ γιὰ τὴν ἥττα τους αὐτὴ πάλι ὠργίζονταν. Βλέποντάς τους νὰ τιμωροῦν τὴν πρώτη πτῶσι μὲ δευτέρα, ἐθαύμαζα. Παρατηρώντας τους νὰ ἐκδικοῦνται τὴν μία ἁμαρτία μὲ τὴν ἄλλη, τοὺς ἐλυπόμουν. Καὶ κατάπληκτος ἀπὸ τὴν πανουργία τῶν δαιμόνων, παρ᾿ ὀλίγο νὰ πέσω σὲ ἀπόγνωσι γιὰ τὴν ζωή μου.

28. Ἐὰν κάποιος βλέπη ὅτι νικᾶται εὔκολα ἀπὸ τὸν ἐγωϊσμό, τὸν θυμό, τὴν πονηρία καὶ τὴν ὑποκρισία, καὶ ἐὰν ἐξ αἰτίας αὐτοῦ ἀπεφάσισε νὰ σύρη ἐναντίον τους τὴν δίστομο μάχαιρα τῆς πραότητος καὶ ἀνεξικακίας, πρέπει νὰ πάη σὲ ἕνα σωτήριο «κναφεῖον», δηλαδὴ σὲ ἕνα Κοινόβιο ποὺ νὰ ἔχη πολὺ σκληροὺς ἀδελφοὺς -ἐὰν βέβαια ἐπιθυμεῖ νὰ πετάξη ἀπὸ ἐπάνω του αὐτὰ τὰ πάθη. Καὶ ἐκεῖ, μὲ τὶς ὕβρεις καὶ τὶς ἀτιμίες καὶ τὶς ταραχὲς καὶ τὶς τρικυμίες τῶν ἀδελφῶν θὰ τεντώνεται καὶ θὰ δέχεται κτυπήματα νοητὰ -ἴσως καὶ αἰσθητά- καὶ θὰ ξύνεται καὶ θὰ δέχεται λακτίσματα καὶ θὰ ποδοπατῆται. Ἔτσι θὰ μπορέση νὰ πλύνη καὶ νὰ ἐξαφανίση τὴν ἀκαθαρσία ποὺ ὑπάρχει στὸ ἔνδυμα τῆς ψυχῆς του.

Οἱ ὀνειδισμοὶ ἀποπλύνουν τὴν ψυχὴ ἀπὸ τὰ πάθη. Σὲ αὐτὸ ἂς σὲ πείση καὶ ἡ φράσις ποὺ χρησιμοποιεῖ ὁ λαός. Μερικοὶ κοσμικοὶ δηλαδή, ὅταν ἐξυβρίσουν κάποιον κατὰ πρόσωπον, λέγουν μὲ καύχησι: «Τὸν τάδε τὸν ἔλουσα»! Καὶ αὐτὸ ἀποτελεῖ πραγματικότητα.

29. Ἄλλη εἶναι ἡ ἀοργησία ποὺ παρατηρεῖται στοὺς ἀρχαρίους ἐξ αἰτίας τοῦ πένθους, καὶ ἄλλη εἶναι ἡ ἀκινησία (καὶ νέκρωσις) τῆς ὀργῆς ποὺ παρατηρεῖται στοὺς τελείους. Στὴν πρώτη περίπτωσι, ἡ ἀοργησία συγκρατεῖται σὰν μὲ χαλινάρι ἀπὸ τὸ δάκρυ, ἐνῷ στὴν δευτέρα ἡ ὀργὴ ὁμοιάζει μὲ ὄφι ποὺ τὸν ἐθανάτωσε τὸ μαχαίρι τῆς ἀπαθείας.

Εἶδα τρεῖς μοναχοὺς ποὺ ἐξυβρίσθηκαν συγχρόνως. Ὁ πρῶτος ἀπ᾿ αὐτοὺς δαγκώθηκε καὶ ταράχθηκε, ἀλλὰ δὲν ὡμίλησε. Ὁ δεύτερος χάρηκε γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ λυπήθηκε γιὰ τὸν ὑβριστή. Καὶ ὁ τρίτος ἀφοῦ ἀναλογίσθηκε τὴν ψυχικὴ βλάβη τοῦ ὑβριστοῦ ἔχυσε θερμὰ δάκρυα. Ἔτσι ἔχεις ἐμπρός σου τὸν ἐργάτη τοῦ φόβου, τὸν μισθωτὸ καὶ τὸν ἐργάτη τῆς ἀγάπης.

30. Ὅπως ὁ πυρετὸς τοῦ σώματος εἶναι μὲν ἕνας κατ᾿ οὐσίαν, ἀλλὰ ἔχει πολλὲς ἀφορμὲς ποὺ τὸν δημιουργοῦν, ἔτσι καὶ ἡ ἐμφάνισις καὶ ἡ ἔξαψις τοῦ θυμοῦ, καθὼς βέβαια καὶ τῶν ἄλλων παθῶν μας, ὀφείλονται σὲ πολλὲς καὶ διάφορες αἰτίες. Γι᾿ αὐτὸ καὶ εἶναι ἀδύνατο νὰ ὁρίσωμε τὸν ἴδιο τρόπο ἀντιμετωπίσεώς των. Ἔχω δὲ τὴν γνώμη ὅτι ὁ τρόπος τῆς θεραπείας πρέπει νὰ ἐπαφίεται περισσότερο στὴν ἐπιμέλεια καὶ στὴν φροντίδα τῶν ἰδίων τῶν ἀσθενῶν. Ἡ δὲ ἀρχὴ τῆς θεραπείας θὰ εἶναι νὰ γνωρίση ὁ ἀσθενὴς τὴν αἰτία τοῦ πόνου καὶ ὀδύνης του. Καὶ ἐφ᾿ ὅσον εὑρεθῇ ἡ αἰτία, τότε ἐμεῖς ποὺ ἀσθενοῦμε θὰ πάρωμε τὴν κατάλληλη ἀλοιφὴ ἀπὸ τὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ καὶ τοὺς πνευματικοὺς ἰατρούς μας.

31. Ἂς στήσωμε κατὰ κάποιο τρόπο ἕνα φανταστικὸ δικαστήριο. Ὅσοι θέλουν νὰ μᾶς ἀκολουθήσουν μὲ τὴν χάρι τοῦ Κυρίου, ἂς εἰσέλθουν σ᾿ αὐτὸ τὸ δικαστήριο καὶ ἂς ἐξετάσουν κάπως μαζί μας τὰ προηγούμενα πάθη καὶ τὶς αἰτίες των. Ἂς δεθῇ λοιπὸν ὁ θυμὸς ὁ τύραννος μὲ τὰ δεσμὰ τῆς πραότητος. Ἂς κτυπηθῇ ἀπὸ τὴν μακροθυμία, ἂς συρθῇ ἀπὸ τὴν ἁγία ἀγάπη, ἂς παρουσιασθῇ στὸ δικαστικὸ τοῦτο βῆμα τοῦ λόγου καὶ ἂς ἀνακριθῇ καταλλήλως:

«Λέγε μας, ὦ παράφρον καὶ ἄσεμνε, τὰ ὀνόματα τοῦ πατέρα σου καὶ τῆς μητέρας ποὺ κακῶς σὲ ἐγέννησαν, καθὼς καὶ τῶν υἱῶν σου καὶ τῶν βδελυκτῶν θυγατέρων σου. Καὶ ὄχι μόνο αὐτά, ἀλλὰ νὰ μᾶς ἐξηγήσης ἐπὶ πλέον, ποιοὶ εἶναι αὐτοὶ ποὺ σὲ πολεμοῦν καὶ σὲ φονεύουν».

Καὶ αὐτός, ὁ θυμὸς δηλαδή, ἀπαντώντας θὰ μᾶς εἰπῆ περίπου τὰ ἑξῆς:

«Οἱ αἰτίες ποὺ μὲ γεννοῦν εἶναι πολλές. Καὶ ὁ πατέρας μου δὲν εἶναι ἕνας. Μητέρες μου εἶναι ἡ κενοδοξία, ἡ φιλαργυρία καὶ ἡ γαστριμαργία, μερικὲς φορὲς καὶ ἡ πορνεία. Ἐκεῖνος ποὺ μὲ ἐγέννησε ὀνομάζεται τύφος, δηλαδὴ ἔπαρσις. Οἱ δὲ θυγατέρες μου ὀνομάζονται μνησικακία, ἔχθρα, δικαιολογία καὶ μίσος. Οἱ ἐχθροί μου ἀπὸ τοὺς ὁποίους τώρα κρατοῦμαι δεμένος εἶναι οἱ ἀντίπαλοι τῶν θυγατέρων μου, ἡ ἀοργησία δηλαδὴ καὶ ἡ πραότης. Αὐτὴ ποὺ μὲ ἐπιβουλεύεται ὀνομάζεται ταπεινοφροσύνη. Γιὰ τὸ ποιὸς τὴν ἐγέννησε, ἂς ἐρωτήσετε τὴν ἴδια στὸ ἰδικό της κεφάλαιο.

Στὴν ὀγδόη βαθμίδα ἔχει τοποθετηθῆ ὁ στέφανος τῆς ἀοργησίας. Ὅποιος τὸν ἐφόρεσε λόγω τοῦ ἠπίου χαρακτῆρος του, ἴσως δὲν φορεῖ ἄλλον. Ὅποιος ὅμως τὸν ἐφόρεσε κατόπιν ἱδρώτων, αὐτὸς ὑπερέβη ἐντελῶς τὶς ὀκτὼ κατηγορίες τῆς κακίας (2).

----------

1. Ἐδῶ παρουσιάζεται μὲ μύλο τὸ πάθος τοῦ θυμοῦ. Ὅπως ὁ μύλος συντρίβει τὸ σιτάρι, ἔτσι καὶ ὁ θυμὸς καταστρέφει τὶς ἀρετὲς καὶ τὴν πνευματικὴ πρόοδο τῆς ψυχῆς.

2. Ἐννοεῖ τὰ ὀκτὼ πρωταρχικὰ πάθη, δηλαδὴ τὴν γαστριμαργία, τὴν πορνεία, τὴν φιλαργυρία, τὸν θυμό, τὴν λύπη, τὴν ἀκηδία, τὴν κενοδοξία καὶ τὴν ὑπερηφάνεια, περὶ τῶν ὁποίων γίνεται συχνὸς λόγος στὰ ἀσκητικὰ κείμενα.

Δευτέρα 29 Μαρτίου 2021

Ο ΕΥΛΑΒΕΣΤΑΤΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ, Από τον Ευεργετινό



Κάποιος Κωνσταντίνος, άνθρωπος εξαιρετικά ευλαβής, κατοικούσε κοντά στην πόλη Αγκόνα και υπηρετούσε στον ναό του πρωτομάρτυρος Στεφάνου. Κάποτε που του τελείωσε το λάδι και δεν είχε τι να βάλει στις καντήλες, τις γέμισε με νερό, έβαλε ως συνήθως σε καθεμιά το φυτίλι, το άναψε, και έτσι το νερό έκαψε στις καντήλες όπως το λάδι.

Άκουσε και τι ταπείνωση είχε ο άνθρωπος αυτός. Επειδή η φήμη του είχε φτάσει πολύ μακριά εξαιτίας των θαυμάτων που μέσω αυτού έκανε ο Θεός, και πολλοί από διάφορα μέρη έτρεχαν για να τον δουν, ήρθε και κάποιος γεωργός από μακριά με σκοπό να τον δει.

Ο άγιος έτυχε τότε να πατά επάνω σε ξύλινο σκαμνί και να ετοιμάζει τις καντήλες· ήταν μάλιστα πολύ κοντός, αδύνατος και άσχημος. Καθώς λοιπόν ο γεωργός ζητούσε επίμονα να του δείξουν ποιος είναι ο ευλαβέστατος Κωνσταντίνος, οι παρόντες του τον έδειξαν.

Ο γεωργός, σαν να έκρινε την αρετή από την κατασκευή του σώματος, όταν τον είδε έτσι κοντό και αδύνατο, σκέφτηκε ότι δεν θα είναι αυτός, για τον οποίο είχε ακούσει ότι είναι μέγας. Όταν όμως άκουσε από πολλούς ότι στ’ αλήθεια αυτός είναι ο ευλαβής Κωνσταντίνος και όχι άλλος, τον σιχάθηκε για την εμφάνιση και τη σωματική του διάπλαση και είπε ειρωνικά: «Εγώ περίμενα να δω άνθρωπο, αυτός όμως τίποτε ανθρώπινο δεν έχει».

Όταν το άκουσε αυτό ο άνθρωπος του Θεού, παράτησε τις καντήλες και έτρεξε να φιλήσει τον γεωργό. Τον αγκάλιασε και άρχισε να τον φιλά με αγάπη και να λέει ότι του οφείλει πολλή ευγνωμοσύνη που έτσι μίλησε γι’ αυτόν. Του έλεγε δηλαδή: «Μόνο εσύ με βλέπεις με μάτια ανοιχτά».

Σκέψου λοιπόν, Πέτρε, πόση ταπείνωση είχε αυτός ο αξιοθαύμαστος άνθρωπος, ώστε τον γεωργό, ο οποίος τον σιχαινόταν, να τον αγαπήσει πιο πολύ. Γιατί τη διάθεση που κρύβει καθένας μέσα του, τη φανερώνει η προσβολή που του γίνεται εξωτερικά. Όπως οι υπερήφανοι χαίρονται με τις τιμές, έτσι και οι ταπεινόφρονες με τις προσβολές και τις καταφρονήσεις· και περισσότερο χαίρονται αν οι προσβολές τους συμβαίνουν μπροστά στα μάτια πολλών. Καθώς δηλαδή καταφρονούνται, βεβαιώνονται ότι είναι σωστή η γνώμη που είχαν οι ίδιοι για τον εαυτό τους, αφού και οι άνθρωποι τους θεώρησαν τέτοιους που και αυτοί θεωρούσαν τον εαυτό τους.

Από το βιβλίο: ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ, τόμος Β’, Υπόθεση Β’, σελ. 33. Εκδόσεις Το Περιβόλι της Παναγίας, Θεσσαλονίκη 2003.


Τρίτη 23 Μαρτίου 2021

"ΥΠΟΜΟΝΗ" Άρθρο του Σεβ. Μητροπολίτη Αττικής και Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου

DSC 0717


   «Τοιγάρουν καὶ ἡμεῖς, τοσοῦτον ἔχοντες περικείμενον ἡμῖν νέφος μαρτύρων, ὄγκον ἀποθέμενοι πάντα καὶ τὴν εὐπερίστατον ἁμαρτίαν, δι' ὑπομονῆς τρέχωμεν τὸν προκείμενον ἡμῖν ἀγῶνα, ἀφορῶντες εἰς τὸν τῆς πίστεως ἀρχηγὸν καὶ τελειωτὴν Ἰησοῦν, ὃς ἀντὶ τῆς προκειμένης αὐτῷ χαρᾶς ὑπέμεινε σταυρόν, αἰσχύνης καταφρονήσας, ἐν δεξιᾷ τε τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ κεκάθικεν.»

   Υπομονή∙ μία λέξη βαρύνουσας σημασίας η οποία εισήχθη στο λεξιλόγιο της ανθρωπότητας μετά την εξορία του πρωτοπλάστου Αδάμ. Όταν για πρώτη φορά ο άνθρωπος βίωσε τον πόνο, την λύπη, τον στεναγμό, η υπομονή ήταν το δραστικό βάλσαμο που επέφερε την ψυχική ηρεμία. Σύμφωνα με την ως άνω συγκλονιστική προτροπή του Εθναποστόλου Παύλου, η υπομονή αποτελεί για όλους μας το αναγκαίο εφόδιο στον στίβο της στενής και τεθλιμμένης οδού, διότι δίχως αυτή οδηγούμαστε αναμφίβολα στο αδιέξοδο.

   Είναι κοινά αποδεκτό ότι οι θλίψεις που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε, συμβαίνουν -όπως και τα αγαθά άλλωστε- κατά παραχώρησιν Θεού, καθώς ομολόγησε ο Πολύαθλος Ιώβ, όταν σε μικρό χρονικό διάστημα έχασε την περιουσία και τα παιδιά του, λέγοντας: «ὁ Κύριος ἔδωκεν, ὁ Κύριος ἀφείλετο· ὡς τῷ Κυρίῳ ἔδοξεν, οὕτω καὶ ἐγένετο». Ο Κύριος, λοιπόν, ο Οποίος επιθυμεί μέσω της υπομονής στις θλίψεις να μας αναδείξει «ως χρυσόν εν χωνευτηρίω», λόγω του μεγέθους της Φιλανθρωπίας Του, δεν μας άφησε έρημους παραδειγμάτων, αλλά αποτέλεσε ο Ίδιος υπόδειγμα υπομονής∙ ενώ είχε την εξουσία «πλείους, ἢ δώδεκα λεγεῶνας, παραστῆσαι Ἀγγέλων», μακροθύμησε, υπέμεινε, για να μας δείξει τον θυσιαστικό δρόμο της Σωτηρίας. Πέραν αυτού, για να νικήσει τις ράθυμες δικαιολογίες μας, ο Εύσπλαχνος Θεός ανέδειξε πλήθος Μαρτύρων, ανθρώπων ομοιοπαθών ημίν, οι οποίοι υπέμειναν τον θάνατο για την Βασιλεία των Ουρανών. Αν, λοιπόν, με την βοήθεια του Θεού, κατάφεραν εκείνοι να υπομείνουν τον θάνατο, πολύ περισσότερο κι εμείς μπορούμε να υπομείνουμε τις δυσχέρειες της καθημερινότητας.

    Εμείς, αδελφοί, δεν κληθήκαμε να θανατωθούμε για το όνομα του Κυρίου, δεν μας έσκισαν την σάρκα, δεν μας αφαίρεσαν την γλώσσα, δεν μας έριξαν στη φωτιά, ούτε σε παγωμένη λίμνη, όπως τους σήμερα τιμωμένους Αγίους Τεσσαράκοντα Μάρτυρες. Ο Αγωνοθέτης Θεός έχει επιτρέψει για εμάς άλλου είδους δοκιμασίες. Καλούμαστε να υπομείνουμε την απότομη συμπεριφορά των συνανθρώπων μας, τον έλεγχο προς βελτίωση μας, τα παράπονα και τις αδυναμίες των συνεργατών ή των οικείων μας. Να υπομείνουμε εκείνους που μας φθονούν, μας ζηλεύουν,μας αδικούν μας συκοφαντούν. Καλούμαστε, επίσης, να υπομείνουμε τα ενδοοικογενειακά προβλήματα, την οικονομική στενότητα, την ασθένεια, ακόμη και την απώλεια που προξενεί ο θάνατος. Ατενίζοντας ταπεινά στη θυσία του Σωτήρος και των Μαρτύρων Του, λαμβάνουμε την αναγκαία δύναμη για να υπομείνουμε τον Σταυρό που έχει οικονομήσει για εμάς ο Θεός. Και τότε αισθανόμαστε να μας πλημμυρίζει η Χάρις Του.

   Οι Άγιοι Μάρτυρες -εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις- δεν οδηγήθηκαν στο Μαρτύριο από τη μιά στιγμή στην άλλη, ούτε είχαν ως εφόδιο έναν ου κατ' επίγνωσιν και ενθουσιώδη ζήλο. Αντιθέτως, ήταν δοκιμασμένοι στην αρετή την οποία καλλιέργησαν με το άροτρο της υπομονής στις μικρές και μεγάλες θλίψεις της καθημερινότητας. Την δε υπομονή την καλλιέργησαν μέσω της ελπίδος προς τον Θεό, και έχοντας χαραγμένο στο ενδόμυχο της ψυχής τους ότι ο παρών βίος είναι βραχύς και πρόσκαιρος, ασήμαντος, ουσιαστικά, απέναντι στην αιωνιότητα και το μεγαλείο του Παραδείσου. Για τον λόγο αυτό, όταν οδηγούνταν στο τυραννικό βήμα, με πολύ θάρρος διεκήρυτταν ότι «δριμὺς ὁ χειμών, ἀλλὰ γλυκὺς ὁ Παράδεισος».

   Αυτή είναι η δύναμη της μακαρίας υπομονής∙ τους μικρούς τους καθιστά μεγάλους, τους φοβισμένους, ανδρείους, τους αμαρτωλούς, Αγίους, τους ασήμαντους, Μάρτυρες!

   Βλέποντας τα οφέλη της ειρηνοποιού υπομονής, βλέπουμε να επιβεβαιώνεται ότι «τά καλά ἔργα κόπῳ κτῶνται καί πόνῳ κατορθοῦνται». Μπορεί το φάρμακο να είναι πικρό, αλλά η θεραπεία είναι οπωσδήποτε ευχάριστη. Γιατί λοιπόν να επιμένουμε στην ανυπομονησία; Μήπως είναι τάχα η εύκολη λύση;

   Ο ανυπόμονος άνθρωπος σαλπίζει το μέγεθος της απιστίας του, διότι δεν αποδέχεται ότι οι θλίψεις προέρχονται από την πρόνοια του Θεού. Ακόμα κι αν το αποδέχεται, ματαιοπονώντας στρέφεται επιθετικά έναντι του Θεού με ύβρεις και βλασφημίες, με οδυνηρό αποτέλεσμα, όχι μόνο να μην βρίσκει λύση στο πρόβλημα που τον στενοχωρεί, αλλά να αφαιρεί από το σκοτάδι του οποιαδήποτε αχτίδα ψυχικής ηρεμίας.

   Ας μην ομοιάσουμε με εκείνον, αδελφοί, αλλά ας τείνουμε τα ώτα της ψυχής μας στα λόγια του Κυρίου: «Ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν κτήσασθε τάς ψυχάς ὑμῶν […] ὁ ὑπομείνας εἰς τέλος οὗτος σωθήσεται».

Τρίτη 16 Μαρτίου 2021

ΦΘΟΝΟΣ (Άρθρο του Σεβ. Μητροπολίτη Αττικής και Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

     fth copy

   Για άλλη μια φορά αξιωθήκαμε, Χάριτι Θεού, να εισέλθουμε στο κατανυκτικό στάδιο της Αγίας και Μεγάλης Σαρακοστής, το οποίο καλεί τους προθύμους αθλητές να εντείνουν την προσωπική πάλη με τα πάθη και τις αδυναμίες τους. Η εγκράτεια, η ολιγολογία, η φυλακή των αισθήσεων αποτελούν το μέσο για την κατάκτηση του πνευματικού αυτού άθλου, του σταδίου της Μεγάλης Σαρακοστής. Έπαθλο ανεκτίμητης αξίας για τους νικητές, είναι η βίωση της Αναστάσεως του Κυρίου.

   Εισοδεύσαμε, λοιπόν, στο στάδιο των αρετών, διαβαίνοντας αρχικά την Καθαρά Δευτέρα. Ο ιδανικός αυτός χαρακτηρισμός που προσέδωσε στην Δευτέρα της Α΄ εβδομάδος των Νηστειών η σοφία της Εκκλησίας, συνάδει απόλυτα με τα ιερά γράμματα της πρωινής Ακολουθίας της ημέρας. Συγκεκριμένα, η Ακολουθία της Έκτης Ώρας εμπεριέχει την εισαγωγή των προφητειών του Ησαΐα, όπου ο Κύριος με πικρία τονίζει στον κάποτε εκλεκτό λαό του Ισραήλ: «Γιατί εξακολουθείτε να πληγώνεστε προσθέτοντας αμαρτία στην αμαρτία; [...] Λουσθείτε πνευματικά και γίνετε καθαροί [...] και τότε ελάτε να συζητήσουμε». Πώς, όμως, θα μπορέσουμε να καθαρισθούμε για να νηστέψουμε αποτελεσματικά και να προσεγγίσουμε τον Κύριο;

   Την απάντηση μας την έχει δώσει Εκείνος∙ με την αγάπη και την συγχώρεση. Τα δύο αυτά χαρακτηριστικά γνωρίσματα του Χριστιανού προάγουν την ειρήνη και ανοίγουν διάπλατα την θύρα για να αναπαυθεί η Χάρις του Θεού. Τα χαρακτηριστικά αυτά, αγωνίσθηκαν οι Απόστολοι να μιμηθούν, έχοντας ως πρότυπο τον Γλυκύ Διδάσκαλό τους∙ όλοι εκτός από έναν, τον Ιούδα. Εκείνος, έχοντας μια αδυναμία, την φιλαργυρία, αντί να ζητήσει με καρδιά συντετριμμένη την βοήθεια από τον Άρχοντα της Ζωής (που τον ανέδειξε μέτοχο του Αποστολικού Αξιώματος), πρόσθεσε αμαρτία στην αμαρτία. Πρόσθεσε στην φιλαργυρία του, τον θεομίσητο φθόνο, δηλαδή την ζήλεια για την χαρά και την πρόοδο των άλλων. Φθόνησε την πρόοδο του θεϊκού έργου του Χριστού και των Μαθητών οι οποίοι στόχευαν στην δημιουργία μιας ευλογημένης κοινωνίας ανθρώπων που με δεσμούς αγάπης θα πορεύονταν ενωμένοι στην Βασιλεία των Ουρανών. Το αποτέλεσμα της επιλογής του γνωστό∙  έχασε τα λογικά του και επάξια κέρδισε την μαρτυρία του Χριστού: «καλὸν ἦν αὐτῷ εἰ οὐκ ἐγεννήθη ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος». Επομένως, ο φθόνος του αποτέλεσε την ίδια του την τιμωρία, καθώς έστρεψε το μαχαίρι -ή μάλλον την αγχόνη- εναντίον των αδελφών του, αλλά τελικώς το χρησιμοποίησε κατά του εαυτού του.

   Ιδίως στις δυσχερείς καταστάσεις που βιώνουμε εξαιτίας των αμαρτιών μας, έχουμε καθήκον να φυλασσόμαστε τόσο από τον φθόνο, όσο και από το γέννημά του, την καταλαλιά, που οδηγούν με ακρίβεια στην πώρωση της ψυχής.

    Ο φθόνος καθιστά τον άνθρωπο πολέμιο του καλού. Η πρόοδος ή η εν γένει καλή κατάσταση του πλησίον, είναι για τον φθονερό άνθρωπο, καρφί που τραυματίζει τον εγωισμό του. Παυσίπονο του φθονερού είναι ο ψόγος του πλησίον και η εφήμερη, απατηλή αίσθηση της δικής του δήθεν υπεροχής. Για να καταπραΰνει λοιπόν ο φθονερός την εσωτερική του μανία, πασχίζει να βρει κάποιο λάθος και να επιτεθεί στον αδερφό του. Τότε, ο φθόνος λαμβάνει σάρκα και εκδηλώνεται με την καταλαλιά, την κατηγόρια, την συκοφαντία, τη χαιρεκακία κι άλλες τέτοιες δόλιες πανουργίες, που ξεδιψούν τη λύσσα της ψυχής του φθονερού.

    Τα παραπάνω δυστυχώς δεν αφορούν μόνον στους εκτός Εκκλησίας ανθρώπους, τους άθεους και τους αιρετικούς. Ο φθόνος ως φαινόμενο κι ανθρώπινη συμπεριφορά, ήταν ανέκαθεν έντονος και στους κόλπους της Εκκλησίας, καθιστώντας τους εκφραστές της «δις» και «τρις» τραγικούς. Κι αυτό εξαιτίας του ίδιου του φθόνου, της υποκρισίας τους, αλλά και του ασυμβίβαστου χαρακτήρα αυτής της στάσης, σε μια κοινωνία όπου κυριαρχεί ο Ευαγγελικός λόγος. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που «ἔξωθεν μὲν φαίνονται ὡραῖοι, ἔσωθεν δὲ γέμουσιν ὀστέων νεκρῶν καὶ πάσης ἀκαθαρσίας». Σύμφωνα, με τον Άγιο Ιωάννη της Κλίμακος «υπάρχουν κόρες που διαπράττουν αίσχη χωρίς να κοκκινίζουν. Υπάρχουν κι άλλες οι οποίες φαίνονται ντροπαλές, κι όμως, διαπράττουν χειρότερα αίσχη από τις προηγούμενες», επιβαρυμένες, μάλιστα, με το αμάρτημα της απάτης των συνανθρώπων τους. Η φθονερή στάση από ανθρώπους, μέλη της Εκκλησίας είναι διπλά και τριπλά ζημιογόνα. 

   Ο Θεός, δεν έχει ανάγκη από τις μετάνοιες, τα πολλά κομποσκοίνια και την πολυήμερη αφαγία, όταν αυτά δεν συνοδεύονται από καθαρή, καρδιακή επιθυμία μετανοίας. Ο Θεός ζητά την Αγάπη μας προς όλους, πονηρούς και αγαθούς, φίλους κι εχθρούς. Αν επιμείνουμε στα πνευματικά καθήκοντα επιφανειακά, παραμένοντας βυθισμένοι στον φθόνο, τότε η πώρωση θα μας πλησιάσει απειλητικά κατά παραχώρηση Κυρίου. Ο πωρωμένος άνθρωπος είναι ο στατικός άνθρωπος, ή, ακόμη χειρότερα, ο συνεχώς παρακμάζων. Είναι ο ασυγκίνητος, εκείνος που λέει ότι πιστεύει στον Θεό, αλλά τελικά χωρίς να το συνειδητοποιεί, πιστεύει μόνο στον εαυτό του. Με πολύ άνεση παρατηρεί την αγκίδα στα μάτια των άλλων, δίχως να νοιάζεται για το δοκάρι που υπάρχει στα δικά του μάτια. Το δοκάρι αυτό του πληγώνει την όραση, τον καθιστά τυφλό. Τότε, ακόμη κι αν ο Ίδιος ο Θεός αποκαλυφθεί ενώπιον του, εκείνος θα ενοχληθεί από την θεϊκή παρουσία Του. Ποιο το όφελος μιας τέτοιας ζωής, μιας ζωής αποξενωμένης, έρημης από κάθε χαρά;

    Ας προσέξουμε αδελφοί!

    Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο πειρασμός μάς θέλει υποχείριούς του, και ο Θεός παιδιά Του. Ειδικά μέσα στην ατμόσφαιρα της Μεγάλης Σαρακοστής δίνεται η ευκαιρία οι μεν προχωρημένοι στην αρετή να κάνουν ένα ακόμη βήμα προς τον Θεό, οι δε ταλαιπωρημένοι διαβάτες της κοσμικής συγχύσεως να συνειδητοποιήσουν την ανάγκη τους για Θεό και να εισέλθουν στην οδό Του. Αυτό που πρέπει να κυριαρχεί στις σκέψεις μας, είναι η μέχρι σταυρικού θανάτου φιλανθρωπία του Θεού, το πένθος για τις αμαρτίες με τις οποίες σαν αχάριστοι Τον πληγώσαμε, αμαρτίες που έχουν δημιουργήσει τις τραγικές συνθήκες ζωής που τελευταία βιώνουμε.

    Πιστεύουμε ότι για να επέλθει η λύση στην απειλή του κορωνοϊού πρέπει να υπάρξει συνειδητή αποχή από την κακία. Για αυτό, άλλωστε, επέτρεψε την απειλή αυτή ο Θεός. Πώς, όμως, θα αποτινάξει την κακία του ο φθονερός «χριστιανός», όταν ο ίδιος μάλλον χαίρεται με αυτή την κατάσταση που επικρατεί; Για τον ζηλόφθονα και χαιρέκακο ο κορωνοϊός είναι μια ευκαιρία να φανεί ανώτερος, περισσότερο ορθόδοξος από τους υπόλοιπους ορθοδόξους οι οποίοι επιθυμούν να ακολουθούν προσεκτικά τα μέτρα υγιεινής, από ενδιαφέρον προς τον συνάνθρωπο αλλά και τον εαυτό τους. Είναι, επίσης, μια ανακούφιση, διότι βλέπει το έργο του Θεού να «εμποδίζεται». Ταλαίπωρος, πράγματι... Το έργο του Θεού δεν μπορεί να εμποδιστεί. Όσος πόλεμος και να εξαπολυθεί κατά της Εκκλησίας, Εκείνη πάντοτε θα θριαμβεύει, σε αντίθεση με τα έργα του φθονερού, τα οποία θα διασκορπίσει ο αέρας.

    Ίσως για αυτό να ταλαιπωρούμαστε ακόμη, ύστερα από ένα έτος∙ επειδή ακόμη δεν μάθαμε να συμπονούμε, αλλά εμμένουμε στο να φθονούμε. Άνθρωποι δικοί μας, κληρικοί της Εκκλησίας, αγαθοί εργάτες του Ευαγγελίου ταλαιπωρούνται μέρα με τη μέρα, υποφέρουν από τον ιό και εισάγονται εκτάκτως σε νοσοκομεία. Άλλοι, μάλιστα, δεν άντεξαν την αρρώστια κι έφυγαν. Πολλοί από εμάς, όμως, παραμένουμε άσπλαχνοι. Από τη μια η ιατρική κοινότητα και η πολιτεία που προκαλούν τόση σύγχυση δίχως σεβασμό προς τις ανησυχίες του κόσμου, κι από την άλλη οι δήθεν υπηρέτες του Θεού που φθάνουν σε σημείο να αμφισβητούν τους ίδιους τους ασθενείς, τους συνανθρώπους τους, τους συνενορίτες τους. Δεν είναι της παρούσης η αναφορά στους πρώτους. Εκείνοι δεν είναι Χριστιανοί, αλλά τουλάχιστον δεν είναι υποκριτές. Μας έχουν κάνει σαφή την εικόνα τους. Προβληματιζόμαστε, ωστόσο, για εκείνους που υποστηρίζουν ότι είναι Χριστιανοί.

    Μεγαλώσαμε μαθαίνοντας τις αναφορές του Ευαγγελίου στην θεραπεία της κόρης της Χαναναίας, στην πρόσκληση των Τελωνών Ματθαίου και Ζακχαίου, στην αγάπη του Καλού Σαμαρείτη, τέλος δε, στην σωτηρία του Μακαρίου Ληστού. Με δέος παρατηρούμε ότι στο Ευαγγέλιο δεσπόζει η ευσπλαχνία και το έλεος του Θεού για τους αμαρτωλούς, για όλους εμάς. Από ό,τι φαίνεται, όμως, τα έχουμε καταλάβει μάλλον «στραβά», καθώς υπάρχουν Χριστιανοί που εφαρμόζουν το Ευαγγέλιο «απ' την ανάποδη». Θεωρούμε ότι στους ασθενείς επιβάλλεται η εκ μέρους μας συμπόνοια και κατανόηση, βλέπουμε όμως να επιδεικνύεται το αντίθετο. Ποιοι, άραγε, είμαστε εμείς να κρίνουμε την ασθένεια ως μηδαμινή, ως ανάξια λόγου και σημασίας; Ο μόνος ο οποίος στην δισχιλιετή πορεία του Χριστιανισμού είπε κάτι τέτοιο, διότι είχε την απόλυτη εξουσία, ήταν ο Ιατρός των ψυχών και των σωμάτων, Χριστός.Βέβαια, αυτή η συμπεριφορά δεν είναι καθόλου παράξενη από ανθρώπους οι οποίοι αυθαίρετα άρπαξαν όλη την κρίση από τον Δίκαιο Κριτή και την έχουν λάβει στα χέρια τους. Αυτά είναι τα γεννήματα του φθόνου, της πωρώσεως, της καταλαλιάς, εν γένει δε, της οιήσεως, της μεγάλης ιδέας που έχουμε για τον εαυτό μας. Αυτά δεν ωφέλησαν ποτέ κανένα.

   Ας ακούσουμε, επιτέλους, την φωνή του Μακαρίου Παύλου: «μὴ γινώμεθα κενόδοξοι, ἀλλήλους προκαλούμενοι, ἀλλήλοις φθονοῦντες»! Τότε θα δείξουμε το μέγεθος της σοφίας μας, τότε θα μπορούμε να ελπίζουμε για λύτρωση σώματος και ψυχής. Μέχρι τότε, και παλάτια ακόμη να χτίζουμε, «εἰς μάτην ἐκοπίασαν οἱ οἰκοδομοῦντες».

    Είθε το στάδιο των αρετών να μείνει χαραγμένο στη μνήμη μας ως η εποχή που απαλλαχθήκαμε από την νόσο του κορωνοϊού, που μάθαμε να μην κατακρίνουμε τον αδελφό μας, αλλά να τον συμπονούμε. Ως η εποχή κατά την οποία λυτρωθήκαμε από το σαράκι του φθόνου.

Καλή Σαρακοστή!