A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Κυριακή 1 Δεκεμβρίου 2019

Γέρων Εὐθύμιος, καθηγούμενος Ἱερὰς Μονῆς Ἐσφιγμένου, ὁ Κύπριος (+1999)




ΣΗΜΕΙΩΣΗ "ΚΡΥΦΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ":
Μέσα στη χορεία των μεγάλων ομολογητών του Κ΄ αιώνος δεν θα μπορούσαμε να μην συμπεριλάβουμε τον αγιώτατο Γέροντα Ευθύμιο (+1999) της Ι. Μ. Εσφιγμένου Αγίου Όρους. Για τη μεγάλη αυτή μορφή, που αξιωθήκαμε να γνωρίσουμε και να ωφεληθούμε τα μάλα, παραθέτουμε ένα άρθρο του κ. Μάριου Πηλαβάκη, που δημοιεύθηκε προ εξαμήνου περίπου στην ιστοσελίδα του 
http://www.markoseugenikos.gr/


Εἰς τοὺς ἀποκαλυπτικοὺς καιρούς πού ζοῦμε, ὅπου ὁ διάβολος ὡς λέων ὠρυόμενος προσπαθεῖ, ὁ ταλαίπωρος, να διαλύσῃ τὴν Ἐκκλησία μας καὶ ὁ κόσμος μένει ἐμβρόντητος βλέποντας εἰς τάς ὀθόνας τῆς τηλεοράσεως τὸν ὑπερφίαλον Κύπριον ἡγούμενον νά ὁδηγῆται ἀπό πραιτωριανούς ὡς κοινὸς κακοῦργος εἰς τὸν Κορυδαλλόν, τολμῶμεν νά προβάλωμεν, ἐξαιτούμενοι τάς εὐχὰς του, ἕναν ἄλλον, διαφορετικὸν Κύπριον ἡγούμενον: ἁπλόν, ὀλιγογράμματον, μειλίχιον θερμώτατον παρακλήτορα τῆς Γεροντίσσης τοῦ Ἁγίου Ὅρους καὶ παρηγορητὴν ὅσων τὸν ἐπλησίαζαν, νεοημερολογητῶν καὶ παλαιοημερολογητῶν. Ἡ μεγάλη καρδία τοῦ γέροντος χωροῦσεν ὅλους ἀδιακρίτως.
Ἄλλωστε ἡ Παναγία Μητέρα τοῦ Θεοῦ μας τὸν εἶχεν ὑπὸ τὴν προστασίαν της παιδιόθεν. Καὶ ἀπὸ τὸν καιρό πού ἔχασε τὴν ἀγαπημένην μητέρα του εἰς ἡλικίαν ἕνδεκα ἐτῶν ἔλεγεν εἰς τὸν ἑαυτὸν του: «Τώρα δεν ἔχεις μητέρα ὅπως τὰ ἄλλα παιδάκια, ἀλλὰ ἔχεις μεγάλην Μητέρα εἰς τοὺς οὐρανούς, τὴν Παναγίαν! Προσευχήσου νά σὲ ἀξιώσῃ νά γίνης Μοναχὸς» (Ἀναμνήσεις Γέροντος Εὐθυμίου, ἡγουμένου Ἱερᾶς Μονῆς Ἐσφιγμένου, 1975-1999, Ἔκδοσις Ι.Μ.Ἐσφιγμένου, Ἅγιον Ὅρος, 2001, σ. 8).
Ὁ μακαριστὸς γέροντας Παΐσιος, παλαιὸς Ἐσφιγμενίτης μοναχός, ἐκτιμοῦσε πολὺ τὸν γέροντα Εὐθύμιον, καὶ αὐτὸ φαίνεται ἀπὸ τὰ δύο περιστατικά πού θὰ ἀναφερθοῦν ἐν συνεχείᾳ.
Πρῶτον, τὴν δεκαετίαν τοῦ 1980, Ὀρθόδοξος Ἀμερικανὸς ἐπισκεπτόμενος τὸ Ἅγιον Ὅρος καὶ συναντήσας τὸν π. Παΐσιον τὸν ἠρώτησεν τί γνώμην εἶχε διὰ τὸν π. Εὐθύμιον καὶ ὁ γέρων Παΐσιος τοῦ ἀπήντησεν ὅτι ἦτο ἕνας ἅγιος γέροντας.
Δεύτερον, τὴν δεκαετίαν τοῦ 1990 μαθηταὶ τῆς Ἀθωνιάδος ἐπεσκέφθησαν, ὡς ἐσυνήθιζαν, τὸν π. Παΐσιον εἰς τὸ κελλίον του καὶ μεταξὺ ἄλλων τοῦ εἶπαν ὅτι τοὺς ἀπηγορεύθη νά ἐπισκεφθοῦν τὴν Ι.Μ.Ἐσφιγμένου διότι ἦτο «σχισματική». Ὁ μακαριστὸς γέροντας τοὺς διέκοψεν λέγοντάς τους ὅτι κάποτε ὁ π. Εὐθύμιος εἶχε κατεβεῖ εἰς τὸ λιμανάκι κάνοντας κομβοσχοίνι καὶ ξαφνικὰ οἱ μοναχοὶ τὸν ἔχασαν. Ἐνεφανίσθη δὲ τὴν ἄλλην ἡμέραν καὶ ἔμαθαν ὅτι ἄγγελοι τὸν ἔπηραν εἰς τὸν Ἄθωνα καὶ ἐσυνάντησε τοὺς ἀοράτους ἀσκητάς. Καὶ ἐτελείωσεν ὁ γέρων Παΐσιος λέγοντάς τους ὅτι καὶ ὁ ἴδιος προσεπάθησεν μίαν φορὰν νά τοὺς συναντήση καὶ ὅταν εἶδεν ἕνα ἀπὸ αὐτοὺς καὶ προσεπάθησεν να τὸν πλησιάση προσποιούμενος ὅτι εἶχε χάσει τὸν δρόμον του, ἐκεῖνος ἐξηφανίσθη, λέγοντάς του: «Ἄστα αὐτὰ Παΐσιε» (προσωπικὴ μαρτυρία τοῦ θεολόγου Κ.Α.Γ. εἰς τὸν γράφοντα).
Ἀλλὰ καὶ ἡ ὁμολογία τοῦ στρατηγοῦ Ο.Γ., ἐνθέρμου ὑποστηρικτοῦ τοῦ Οἰκ. Πατριαρχείου, εἶναι θαυμαστή. Τοῦ εἶχα τηλεφωνήσει πρὶν ἕνα περίπου χρόνο διὰ νά διαμαρτυρηθῶ διὰ τὴν σκανδαλώδη ἀνοχή που ἔδειχνε τὸ Πατριαρχεῖον ἔναντι τοῦ ἥδη ἐν Κορυδαλλῶ προφυλακισθέντος Κυπρίου ἡγουμένου. Ἀφοῦ ὁ στρατηγὸς παρεδέχθη ὅτι τὸ Πατριαρχεῖον δέν μπορεῖ νά τὸν ἐλέγξῃ, ἐσυνέχισε λέγοντας ὅτι ἀπ’ὅλους τοὺς ἁγιορείτας ἡγουμένους πού ἐγνώρισε μόνον ὁ γέροντας Εὐθύμιος τῆς Ἐσφιγμένου ἦτο ὄντως ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ.
Τελειώνοντας τὸ λιτὸν αὐτὸ ἀφιέρωμα εἰς τὸν μακαριστὸν γέροντα συμπατριώτην καὶ κοντοχωριανόν μου, θὰ ἀναφέρω καὶ μίαν προσωπικήν μου ἐμπειρίαν. Τὸ 1990 φίλος δικηγόρος τῶν Ἀθηνῶν μοῦ ἐτηλεφώνησεν ἀνήσυχος παρακαλώντας μὲ να ἐπικοινωνήσω ἐπειγόντως μὲ τὴν Ι.Μ.Ἐσφιγμένου καὶ νά ἀναφέρω εἰς τὸν ἡγούμενον π. Εὐθύμιον ὅτι τὸ Ὑπουργεῖον τῶν Ἐξωτερικῶν ἐσχεδίασεν νά ἀπελάσῃ συντόμως ὅλους τοὺς Ἐσφιγμενίτας. Πράγματι ἐπεκοινώνησα ἀμέσως μὲ τὸν γέροντα ὁ ὁποῖος, ἀτάραχος, ἀφοῦ ἤκουσε αὐτά πού τοῦ εἶπα, μοῦ εἶπε ὅτι ἡ Παναγία μας προστατεύει. Ὄντως ἡ Παναγία προστατεύει τὴν κοσμικῶς ἀδύνατον καὶ «καταφρονημένην» μαρτυρικὴν Μονὴν Ἐσφιγμένου. Καὶ ὅσο καιρὸν ὀρθοτομεῖ, θὰ ἔχῃ αὐτὴν τὴν προστασίαν, οἱ δὲ ἅγιοι ἡγούμενοι τῆς Μονῆς, ὁ μέγας Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς καὶ ὁ γέρων Εὐθύμιος θὰ εἴναι οἱ οὐράνιοι πρεσβευταὶ της!
Γέροντα Εὐθύμιε πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν!
Μ.Π
28 Δεκεμβρίου 2011
Τῶν ἁγίων Δισμυρίων
τῶν ἐν Νικομηδεία καέντων
μαρτύρων. Γλυκερίου μάρτυρος.
ΥΓ. Τὴν 19ην Νοεμβρίου 1951 ὁ γέροντας, νεαρὸς τότε μοναχός, ἀπηλάθη ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὅρος ὡς σκανδαλοποιός. Ἀναφέρει ὅτι ἐκείνη τὴν ὥρα διέκρινε εἰς τὸ λιμανάκι τῆς Σκήτης τῆς Ἁγίας Ἄννης τὸν μακαριστὸν Ὑμνογράφον π. Γεράσιμον καὶ ἔτρεξε κοντὰ του καὶ τοῦ εἶπε: «Πάτερ Γεράσιμε μὲ διώχνουν γιατὶ ἔγινα Μοναχός. Καὶ τὶ ἄλλο ἤθελαν νά γίνω ἀπὸ Μοναχός;»
«Ἄφησε αὐτοὺς τοὺς ἀθλίους, τοῦ ἀπήντησεν, δέν ἠξεύρουν τί κάνουν» (Ἀναμνήσεις, ο.π. σ.39).

Μάριος Ι. Πηλαβάκης

("Ρόδον το Αμάραντον" - έργον του αειμνήστου Γέροντος Ευθυμίου)

ΚΥΡΙΑΚΗ Θ' ΛΟΥΚΑ (Ὁμιλία π.Εὐθυμίου Μπαρδάκα)

Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2019

ΟΙ ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΕΝΤΟΛΕΣ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ (Ἃγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης)

Σχετική εικόνα



1. Κάθε χριστιανός οφείλει ν’ αγαπά το Θεό.

Οφείλεις ν’ αγαπάς τον Κύριο και Θεό σου μ’ όλη σου την καρδιά και μ’ όλη σου την ψυχή και μ’ όλο σου το νου. Αυτή είναι η πρώτη και μεγάλη εντολή (Ματθ. 22:37).
Αν μ’ αγαπάτε, τηρήστε τις εντολές μου (Ιω. 14:15).
Όποιος εγκολπώθηκε τις εντολές μου και τις εκτελεί, εκείνος είναι που μ’ αγαπά. Και όποιος αγαπά εμένα, ϑ’ αγαπηθεί από τον Πατέρα μου και θα τον αγαπήσω κι εγώ και θα φανερώσω μέσα του μυστικά τον εαυτό μου (Ιω. 14:21).
Όποιος δεν μ’ αγαπά, δεν τηρεί τις εντολές μου (Ιω. 14:24).
Αγαπάτε το Χριστό, αν και δεν τον έχετε γνωρίσει (Α΄ Πετρ. 1:8).
Όποιος αγαπά τον Πατέρα, αγαπά και τον Υιό, που γεννήθηκε από τον Πατέρα (Α΄ Ιω. 5:1).
2. Κάθε χριστιανός οφείλει ν’ αγαπά τον αδελφό του (το συνάνθρωπό του).
Δεύτερη εντολή, όμοια με την πρώτη, είναι το ν’ αγαπήσεις τον συνάνθρωπο σου όπως αγαπάς τον εαυτό σου (Ματθ. 22:39).
Σας δίνω μια νέα εντολή: Ν’ αγαπάτε ο ένας τον άλλον. Όπως σας αγάπησα εγώ, έτσι ν’ αγαπάτε κι εσείς ο ένας τον άλλον (Ιω. 13:34).
Απ’ αυτό το γνώρισμα θα μάθουν όλοι οι άπιστοι πως είστε μαθητές μου, αν δηλαδή έχετε αγάπη μεταξύ σας (Ιω. 13:35).
Χρέος άλλο να μην αφήνετε σε κανέναν εκτός από την αγάπη που οφείλετε ο ένας στον άλλον. Επειδή εκείνος που αγαπά τον αδελφό του, έχει εκπληρώσει όλο το νόμο του Θεού. Κι αυτό, γιατί το «μη μοιχεύσεις», «μη φονεύσεις», «μην κλέψεις», «μην ψευδομαρτυρήσεις», «μην επιθυμήσεις», κι όλες οι άλλες εντολές, σ’ αυτή την εντολή συνοψίζονται και περιλαμβάνονται: Στο ν’ αγαπήσεις το συνάνθρωπό σου σαν τον εαυτό σου (Ρωμ. 13:8-9).
Αγαπήστε με καθαρή καρδιά ο ένας τον άλλον (Α΄ Πετρ. 1:22).
Ν’ αγαπάτε τους αδελφούς σας (Α΄ Πετρ. 2:17).
Αν τόσο πολύ μας αγάπησε ο Θεός, οφείλουμε κι εμείς ν’ αγαπάμε ο ένας τον άλλον (Α΄ Ιω.4:11).
Όποιος δεν αγαπά τον αδελφό του, αυτός βρίσκεται σε κατάσταση πνευματικού θανάτου (Α΄ Ιω. 3:14).
Να πώς μάθαμε τι είναι αγάπη: “Όπως ο Χριστός πρόσφερε τη ζωή Του στο θάνατο για χάρη μας, έτσι κι εμείς οφείλουμε να προσφέρουμε και τη ζωή μας ακόμα για τους αδελφούς μας (Α΄ Ιω. 3:16).
Παιδιά μου, ας μην αγαπάμε με τα λόγια μόνο και με τη γλώσσα, αλλά έμπρακτα και αληθινά (Α΄ Ιω. 3:18).
Όποιος αγαπά το Θεό, αυτός αγαπά και τον αδελφό του (Α΄ Ιω. 4:21).

3. Οι χριστιανοί οφείλουν να μην έχουν διαμάχες ούτε να νιώθουν μνησικακία και μίσος κατά των αδελφών τους, αλλά κι αν ακόμα παρεξηγηθούν μεταξύ τους, οφείλουν γρήγορα να συμφιλιωθούν.
Όποιος χριστιανός οργίζεται εναντίον του αδελφού του χωρίς εύλογη αφορμή, είναι υπόδικος στο τοπικό δικαστήριο. Και όποιος πει τον αδελφό του «ρακά», δηλαδή «ανόητε», είναι υπόδικος στο ανώτατο δικαστήριο. Και όποιος πει τον αδελφό του «βλάκα», αυτός θα καταδικαστεί στη φωτιά της κολάσεως (Ματθ. 5:22).
Αν πας στην εκκλησία για να δώσεις κάποια προσφορά, και εκεί θυμηθείς ότι ο αδελφός σου είναι λυπημένος μαζί σου, άφησε εκεί, μπροστά στην εκκλησία, την προσφορά σου, πήγαινε να συμφιλιωθείς πρώτα με τον αδελφό σου και ύστερα έλα να προσφέρεις το δώρο σου (Ματθ. 5:23-24).
Κοίταξε να συμφιλιωθείς γρήγορα με τον αδελφό σου με τον οποίο βρίσκεσαι σε αντιδικία, όσο ακόμα είστε στη στράτα της εδώ ζωής (Ματθ. 5:25).
Όποιος νομίζει ότι μπορεί να είναι φιλόνικος, ας ξέρει πως ούτε εγώ ούτε οι Εκκλησίες του Θεού έχουμε τέτοια συνήθεια, δηλαδή να φιλονικούμε (Α΄ Κορ. 11:16).
Ο δούλος του Θεού δεν πρέπει να φιλονικεί, αλλά πρέπει να είναι ήπιος απέναντι σε όλους, διδακτικός, ανεξίκακος (Β΄ Τιμ. 2:24).
Η δύση του ηλίου να μη σας βρίσκει ποτέ οργισμένους (Εφ. 4:26).
Όποιος μισεί τον αδελφό του, βρίσκεται στο σκοτάδι και πορεύεται μέσα στο σκοτάδι και πού πάει δεν ξέρει, γιατί το σκοτάδι έχει τυφλώσει τα μάτια του (Α΄ Ιω. 2:11).
Καθένας που μισεί τον αδελφό του είναι φονιάς. Και ξέρετε πως κανένας φονιάς δεν έχει συμμετοχή στην αιώνια ζωή (Α΄ Ιω. 3:15). 
4. Οι χριστιανοί οφείλουν να μη βλέπουν με περιέργεια και επιθυμία.
Εγώ σας λέω ότι κάθε άνθρωπος που βλέπει γυναίκα με πονηρή επιθυμία, έχει ήδη σχεδόν διαπράξει μοιχεία μ’ αυτή μέσα στην καρδιά του (Ματθ. 5:28).
Όλα όσα ανήκουν στον κόσμο -οι αμαρτωλές εγωιστικές επιθυμίες, η λαχτάρα ν’ αποκτήσουμε ό,τι βλέπουν τα μάτια μας και η υπεροψία από την κατοχή του πλούτου- δεν προέρχονται από το Θεό Πατέρα, αλλ’ από τον αμαρτωλό κόσμο. Ο κόσμος όμως περνά και χάνεται. Και μαζί του χάνονται όλα όσα επιθυμούν να κατέχουν οι άνθρωποι. Εκείνος όμως που εκτελεί το θέλημα του Θεού, θα ζήσει αιώνια (Α΄ Ιω. 2:16-17).
5. Οι χριστιανοί οφείλουν να μην ορκίζονται, ούτε αληθινά ούτε ψέματα.
Εγώ σας λέω να μην ορκίζεστε καθόλου. Ούτε στον ουρανό, γιατί είναι ο θρόνος του Θεού. Ούτε στη γη, γιατί είναι το σκαμνί όπου πατούν τα πόδια Του. Ούτε στα Ιεροσόλυμα, γιατί είναι η πόλη του Θεού, του μεγάλου βασιλιά. Ούτε στο κεφάλι σας να ορκιστείτε, γιατί δεν μπορείτε να κάνετε ούτε μια τρίχα του άσπρη ή μαύρη. Ο λόγος σας ας είναι απλά «ναι» και «όχι». Ό,τι περισσότερο πείτε από το «ναι» και το «όχι», προέρχεται από τον πονηρό διάβολο (Ματθ. 5:34-37).
Προπαντός, αδελφοί μου, να μην ορκίζεστε ούτε στον ουρανό ούτε στη γη ούτε πουθενά αλλού. Ας είναι το «ναι» σας πραγματικό «ναι» και το «όχι» σας πραγματικό «όχι», για να μη βρεθείτε κατηγορούμενοι στην τελική κρίση (ή και για να μην πέσετε σε υποκρισία και ψευδολογία) (Ιακ. 5:12).

6. Οι χριστιανοί οφείλουν να μην είναι εκδικητικοί, ούτε ν’ ανταποδίδουν κακό στο κακό.
Εγώ σας λέω να μην αντιστέκεστε στον κακό άνθρωπο. Αλλ’ αν κάποιος σε χτυπήσει στο ένα μάγουλο, εσύ γύρισέ του και το άλλο για να σου το χτυπήσει κι αυτό (Ματθ. 5:39).
Αν κάποιος θελήσει να σε πάρει αγγαρεία για ένα χιλιόμετρο, εσύ πήγαινε μαζί του δύο (Ματθ. 5:41).
Να προσεύχεστε για κείνους που σας καταριούνται, να ευεργετείτε εκείνους που σας μισούν και να παρακαλείτε το Θεό για κείνους που σας πειράζουν και σας καταδιώκουν (Ματθ. 5:44).
Αν κάποιος σας κάνει κακό, μην του το ανταποδίδετε (Ρωμ. 12:17).
Μη ζητάτε, αδελφοί, να υπερασπίζετε με εκδικήσεις τον εαυτό σας, αλλά δώστε τόπο στην οργή του Θεού, που θα έρθει και θα πάρει εκδίκηση στην ώρα της κρίσεως (Ρωμ. 12:19).
Αν πεινά ο εχθρός σου, δίνε του να τρώει. Αν διψά, δίνε του να πίνει (Ρωμ. 12:20).
Μην αφήνεις να σε νικήσει το κακό, αλλά να νικάς το κακό με την καλή σου διαγωγή (Ρωμ. 12:21).
Να μην αντιδράτε στο κακό με κακό και στη βρισιά με βρισιά, αλλά το αντίθετο. Στις βρισιές δηλαδή ν’ αντιδράτε με ευλογίες (Α΄ Πετρ. 3:9).
Αγαπητέ, μην παίρνεις για πρότυπο το κακό, αλλά το καλό. Όποιος κάνει το καλό, είναι παιδί του Θεού. Όποιος κάνει το κακό, δεν έχει γνωρίσει το Θεό (Γ΄ Ιω. 11).

7. Οι χριστιανοί οφείλουν να μην πηγαίνουν διόλου σε δικαστήρια για την επίλυση των διαφορών τους. Αν όμως κάποτε παραστεί σχετική ανάγκη, ας προτιμήσουν να βάλουν κριτή στη διαφορά τους έναν άνθρωπο της Εκκλησίας, παρά να καταφύγουν στα κοσμικά δικαστήρια.
Αν κάποιος θέλει να σε πάει στο δικαστήριο για να σου πάρει το πουκάμισο, άφησέ του και το πανωφόρι (Ματθ. 5:40).
Και μόνο το γεγονός, αδελφοί, ότι έχετε δίκες μεταξύ σας, αποτελεί ήδη πλήρη αποτυχία σας. Ας προτιμάτε να είστε οι αδικημένοι και ζημιωμένοι, παρά ν’ αδικείτε και να ζημιώνετε τους άλλους, και μάλιστα τους αδελφούς σας χριστιανούς. Ή μήπως δεν ξέρετε ότι άνθρωποι άδικοι δεν θα κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού; Μην έχετε αυταπάτες: Στη βασιλεία του Θεού δεν έχουν θέση ούτε πόρνοι ούτε φιλάργυροι ούτε μοιχοί ούτε θηλυπρεπείς ούτε σοδομίτες ούτε κλέφτες ούτε πλεονέκτες ούτε μέθυσοι ούτε κατήγοροι ούτε άρπαγες (Α΄ Κορ. 6:7-9).
Όταν κάποιος έχει μια διαφορά μ’ έναν άλλο χριστιανό, πώς τολμά να καταφεύγει στην κρίση των άδικων κοσμικών δικαστών και όχι στην κρίση και τη διαιτησία των μελών της εκκλησιαστικής μας κοινότητος; (Α΄ Κορ. 6:1).

8. Οι χριστιανοί οφείλουν να μην κατακρίνουν.
Μην κατακρίνετε τους άλλους, για να μην κατακριθείτε κι εσείς από το Θεό. Με το κριτήριο που κρίνετε θα κριθείτε, και με το μέτρο που μετράτε θα μετρηθείτε. Γιατί βλέπεις το σκουπιδάκι, που είναι στο μάτι του αδελφού σου, και δεν νιώθεις ολόκληρο δοκάρι, του είναι στο δικό σου μάτι; (Ματθ. 7:1-3).
Ένοχος και αναπολόγητος είσαι, άνθρωπέ μου, εσύ που γίνεσαι κριτής των άλλων. Γιατί, κρίνοντας τον άλλο, καταδικάζεις τον ίδιο τον εαυτό σου, αφού κι εσύ κάνεις τα ίδια κακά που κάνει εκείνος (Ρωμ. 2:1).
Μην κάνετε, αδελφοί, καμιά κρίση πριν από τον καιρό της δευτέρας παρουσίας του Κυρίου. Εκείνος θα ρίξει τότε φως σε όσα έργα είναι τώρα κρυμμένα στο σκοτάδι, και θα φανερώσει τους κρυφούς λογισμούς των καρδιών των ανθρώπων (Α΄ Κορ. 4:5).
Μην κακολογείτε και κατηγορείτε ο ένας τον άλλον αδελφοί. Όποιος κατηγορεί ή κατακρίνει τον αδελφό του, κατηγορεί και κατακρίνει τον ίδιο το νόμο του Θεού. Κι όταν κρίνεις το νόμο του Θεού, δεν είσαι τηρητής του νόμου και υποκείμενός του, αλλά κριτής και ανώτερός του. Ένας είναι ο νομοθέτης και ο κριτής, ο Χριστός, που έχει τη δύναμη να σώσει τον άνθρωπο ή να τον κολάσει. Ενώ εσύ ποιος είσαι που κρίνεις τον άλλον; (Ιακ. 4:11-12).

9. Αν οι χριστιανοί δεν συγχωρούν τα σφάλματα των αδελφών τους, ούτε ο Θεός θα συγχωρήσει τα δικά τους σφάλματα.
Αν εσείς συγχωρήσετε τα σφάλματα των άλλων ανθρώπων θα συγχωρήσει και τα δικά σας σφάλματα ο επουράνιος Πατέρας σας. Αν όμως δεν συγχωρήσετε τα σφάλματα των άλλων ούτε τα δικά σας σφάλματα θα συγχωρήσει ο επουράνιος Πατέρας (Ματθ. 6:14-15).
Ουράνιε Πατέρα, χάρισέ μας τα χρέη των αμαρτιών μας, καθώς κι εμείς τα χαρίζουμε στους δικούς μας οφειλέτες (δηλ. όσους μας έχουν αδικήσει) (Ματθ. 6:12).
«Κακέ δούλε, σου χάρισα όλο σου το χρέος (το υπέρογκο ποσό) των δέκα χιλιάδων ταλάντων επειδή με παρακάλεσες. Δεν έπρεπε κι εσύ να σπλαχνιστείς το σύνδουλό σου, όπως εγώ σπλαχνίστηκα εσένα, και να του χαρίσεις το (ασήμαντο) ποσό των εκατό δηναρίων που σου χρωστούσε;». Και οργίστηκε ο κύριός του και παρέδωσε το δούλο εκείνο στους βασανιστές, ώσπου να ξεπληρώσει όλο του το χρέος. Έτσι θα κάνει και σ’ εσάς ο ουράνιος Πατέρας μου, αν δεν συγχωρήσετε μ’ όλη σας την καρδιά τα σφάλματα των αδελφών σας (Ματθ. 18:32-35).
Όταν στέκεστε να προσευχηθείτε, να συγχωρείτε όποιο παράπονο ή λύπη έχετε εναντίον κάποιου αδελφού σας, για να συγχωρήσει και ο ουράνιος Πατέρος σας τα δικά σας σφάλματα (Μαρκ. 11:25).
Αν ο αδελφός σου σου κάνει κακό, επιτίμησέ τον. Κι αν μετανοήσει, συγχώρησέ τον. Αλλά κι αν επτά φορές τη μέρα σου κάνει κακό, κι έρθει άλλες τόσες και σου πει «μετανοώ», συγχώρησέ τον (Λουκ. 17:3-4).

10. Οι χριστιανοί οφείλουν να κάνουν ελεημοσύνες, αλλά και να προσεύχονται και να νηστεύουν, όχι όμως υποκριτικά, για να τους δοξάσουν δηλαδή και να τους επαινέσουν οι άνθρωποι, αλλά μόνο για το Θεό.
Προσέχετε να μην κάνετε την ελεημοσύνη σας μπροστά στους ανθρώπους, για να σας βλέπουν και να σας θαυμάζουν. Αλλιώς, μην περιμένετε ανταμοιβή από τον ουράνιο Πατέρα σας. Όταν λοιπόν εσύ κάνεις ελεημοσύνη, κάνε την τόσο κρυφά, που το αριστερό σου χέρι να μην ξέρει τι κάνει το δεξί (Ματθ. 6:1 και 3).
Όταν προσεύχεσαι, χριστιανέ, να μην είσαι σαν τους υποκριτές, που τους αρέσει να στέκονται και να προσεύχονται επιδεικτικά στις εκκλησίες και στα σταυροδρόμια, για να δείξουν στους ανθρώπους ότι προσεύχονται. Σας βεβαιώνω πως αυτή είναι όλη κι όλη η ανταμοιβή τους. Εσύ, αντίθετα, όταν προσεύχεσαι, μπες μέσα στον πιο απόκρυφο χώρο σου (δηλαδή στην καρδιά), κλείσε την πόρτα (δηλαδή τις αισθήσεις) και προσευχήσου μυστικά στον κρυμμένο και αόρατο Πατέρα σου. Κι Εκείνος, που βλέπει τις κρυφές πράξεις, θα σε ανταμείψει φανερά (Ματθ. 6:5-6).
Όταν νηστεύετε,, να μη γίνεστε σκυθρωποί, όπως οι υποκριτές, που αλλοιώνουν κατάλληλα την όψη τους, για να δείξουν στους ανθρώπους ότι νηστεύουν. Σας βεβαιώνω πως αυτοί παίρνουν εδώ μόνο την αμοιβή τους, από τον έπαινο των ανθρώπων. Εσύ αντίθετα, όταν νηστεύεις, περιποιήσου τα μαλλιά σου και νίψε το πρόσωπό σου, για να μη δείξεις στους ανθρώπους τη νηστεία σου, αλλά μόνο στο Θεό και Πατέρα σου, που βλέπει τις κρυφές πράξεις. Και ο Πατέρας σου, που βλέπει τις κρυφές πράξεις, θα σου το ανταποδώσει φανερά (Ματθ. 6:16-18).

11. Οι χριστιανοί οφείλουν να φροντίζουν για την απόκτηση όχι επίγειων αλλά ουράνιων θησαυρών. Και οι πλούσιοι οφείλουν να κλαίνε και να θρηνούν για τα πλούτη τους, παρά να υπολογίζουν σ’ αυτά.
Μη μαζεύετε πλούτη πάνω στη γη, όπου τα αφανίζουν ο σκόρος και η σκουριά, κι όπου οι κλέφτες κάνουν διαρρήξεις και τα κλέβουν. Να μαζεύετε θησαυρούς ουράνιους, που δεν τους αφανίζουν ούτε ο σκόρος ούτε η σκουριά, και που οι κλέφτες δεν μπορούν να κάνουν διάρρηξη και να τους κλέψουν. Γιατί όπου είναι τα πλούτη σας, εκεί θα είναι προσκολλημένη και η καρδιά σας (Ματθ. 6:19-21).
Αλίμονο σ’ εσάς τους πλουσίους, γιατί έχετε στον κόσμο τούτο την παρηγοριά σας από τον πλούτο, και γι’ αυτό δεν σας μένει ν’ απολαύσετε τίποτα στην άλλη ζωή (Λουκ. 6:24).
Σας βεβαιώνω ότι δύσκολα θα μπει πλούσιος στη βασιλεία των ουρανών (Ματθ. 19:23).
Πουλήστε τα υπάρχοντά σας και δώστε ελεημοσύνη στους φτωχούς. Αποκτήστε πορτοφόλια που δεν παλιώνουν, και πλούτη στον ουρανό που δεν σώνονται ποτέ, και που ούτε κλέφτης τα αγγίζει ούτε σκόρος τα καταστρέφει (Λουκ. 12:33).
Ο καθένας από σας που δεν απαρνιέται ό,τι έχει στη ζωή αυτή, δεν μπορεί να είναι μαθητής μου (Λουκ. 14:33).
Στους πλουσίους αυτού εδώ του κόσμου να παραγγέλλεις να μην υπερηφανεύονται ούτε να στηρίζουν τις ελπίδες τους σε κάτι αβέβαιο, όπως είναι ο πλούτος, αλλά στον ζωντανό Θεό, που μας δίνει πλουσιοπάροχα όλα τ’ αγαθά, για να τ’ απολαμβάνουμε (Α΄ Τιμ. 6:17).
Ακούστε με κι εσείς οι πλούσιοι. Κλάψτε και θρηνήστε για τις συμφορές που σας περιμένουν. Ο πλούτος σας σάπισε και τα ρούχα σας τα ‘φαγε ο σκόρος. Το χρυσάφι και το ασήμι σας κατασκούριασαν και η σκουριά τους θα είναι μάρτυρας εναντίον σας και θα καταφάει τις σάρκες σας σαν τη φωτιά. Κι ενώ πλησιάζει η κρίση, εσείς μαζεύετε θησαυρούς (Ιακ. 5:1-3).
Να, κραυγάζει ο μισθός των εργατών που θέρισαν τα χωράφια σας, κι εσείς τους τον στερήσατε. Και οι κραυγές των αδικημένων θεριστών έφτασαν ως τ’ αυτιά του παντοδύναμου Κυρίου (Ιακ. 5:4).

12. Οι χριστιανοί οφείλουν να μη μεριμνούν για τ’ αγαθά της γης, ούτε ν’ αγαπούν τον κόσμο και τα κοσμικά πράγματα, αλλά να επιζητούν τα αιώνια και ουράνια αγαθά.
Μην έχετε άγχος και μην αρχίσετε να λέτε «τι θα φάμε;» ή «τι θα πιούμε;» ή «τι θα φορέσουμε;», επειδή για ολ’ αυτά αγωνιούν οι άπιστοι μόνο (Ματθ. 6:31-32).
Να ζητάτε πρώτα απ’ όλα τη βασιλεία του Θεού και την επικράτηση του θελήματός Του, και ολ’ αυτά θα σας δοθούν από το Θεό σαν χάρισμα, χωρίς να τα ζητάτε (Ματθ. 6:33).
Τούτο σας λέω, αδελφοί, ότι ο καιρός της επίγειας ζωής είναι λιγοστός, έτσι ώστε και όσοι έχουν γυναίκες να ζουν σαν να μην έχουν, να μην είναι δηλαδή προσκολλημένοι σ’ αυτές. Κι εκείνοι που κλαίνε και θλίβονται για πράγματα του παρόντος κόσμου, να ζουν σαν να μην έχει συμβεί κάτι θλιβερό. Και όσοι δοκιμάζουν χαρές, να ζουν σαν να μην έχουν λόγο να χαίρονται. Και όσοι αγοράζουν υλικά πράγματα, ν’ αντιμετωπίζουν τα αγορασμένα σαν να μην πρόκειται να τ’ απολαύσουν. Και όσοι ασχολούνται με τ’ αγαθά του κόσμου τούτου, ν’ αποφεύγουν κάθε υπέρμετρη απόλαυσή τους και μόνο στ’ αναγκαία να αρκούνται. Γιατί η σημερινή μορφή αυτού εδώ του κόσμου δεν θα κρατήσει πολύ, αλλά περνά και φεύγει συνεχώς (Α΄ Κορ. 7:29-31).
Εμείς οι χριστιανοί δεν στοχεύουμε σ’ αυτά που βλέπονται αλλά σ’ αυτά που δεν βλέπονται με τα σωματικά μάτια. Γιατί όσα βλέπονται είναι προσωρινά, ενώ όσα δεν βλέπονται είναι αιώνια (Β΄ Κορ. 4:18).
Εμείς είμαστε πολίτες τ’ ουρανού, απ’ όπου περιμένουμε να έρθει και να μας λυτρώσει ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός (Φιλιπ. 3:20).
Εμείς οι χριστιανοί δεν έχουμε σ’ αυτόν τον κόσμο τη μόνιμη πατρίδα μας, αλλά λαχταρούμε τη μελλοντική ουράνια πατρίδα (Εβρ. 13:14).
Προδότες της αγάπης του Θεού! Δεν ξέρετε ότι η αγάπη για τον αμαρτωλό κόσμο είναι έχθρα εναντίον του Θεού; Όποιος λοιπόν θέλει να είναι φίλος του κόσμου, γίνεται εχθρός του Θεού (Ιακ. 4:4).
Αγαπητοί, μην αγαπάτε τον κόσμο μήτε όσα είναι του κόσμου. Αν κάποιος αγαπά τον κόσμο, δεν έχει μέσα του την αγάπη για τον ουράνιο Πατέρα (Α΄ Ιω. 2:15).

13. Οι χριστιανοί οφείλουν να μην είναι υπερήφανοι, αλλά να είναι ταπεινοί και ν’ αγαπούν ταπεινά.
Όποιος ταπεινώσει τον εαυτό του σαν το παιδάκι τούτο, αυτός είναι μεγαλύτερος απ’ όλους στη βασιλεία των ουρανών (Ματθ. 18:4).
Όποιος υψώσει τον εαυτό του, θα ταπεινωθεί. Και όποιος ταπεινώσει τον εαυτό του, θα υψωθεί (Ματθ. 23:12).
Αδελφοί, να μην είστε φαντασμένοι, αλλά να συγκαταβαίνετε στους απλοϊκούς και ταπεινούς χριστιανούς και να τους συναναστρέφεστε, συμμεριζόμενοι την ασημότητά τους (Ρωμ. 12:16).
Με ταπεινοφροσύνη ας θεωρεί ο καθένας τον άλλον ανώτερό του (Φιλιπ. 2:3).
Ταπεινωθείτε μπροστά στον Κύριο, κι Εκείνος θα σας υψώσει (Ιακ. 4:10).
Οι νεότεροι να υποτάσσεστε στους πρεσβυτέρους. Κι όλοι μαζί,, υποτασσόμενοι ο ένας στον άλλο, ζωστείτε την ταπεινοφροσύνη. Γιατί ο Θεός εναντιώνεται στους υπερήφανους, στους ταπεινούς όμως δίνει τη χάρη Του. Ταπεινώστε λοιπόν τους εαυτούς σας κάτω από τη δύναμη του Θεού, για να σας υψώσει την ώρα της κρίσεως (Α΄ Πετρ. 5:5-6).

14. Οι χριστιανοί οφείλουν ν’ αντιμετωπίζουν με υπομονή όλες τις θλίψεις που τους βρίσκουν.
Εκείνος που θα υπομείνει ως το τέλος τις δοκιμασίες, αυτός μόνο θα σωθεί (Ματθ. 24:13).
Με την υπομονή σας θα σώσετε τις ψυχές σας (Λουκ. 21:19).
Η θλίψη φέρνει σιγά-σιγά την υπομονή, η υπομονή τη σταθερότητα στην αρετή, και η σταθερότητα στην αρετή την ελπίδα στο Θεό (Ρωμ. 5:3-4).
Να έχετε υπομονή στις δοκιμασίες (Ρωμ. 12:11).
Αν δείχνουμε υπομονή στις θλίψεις, θα βασιλεύσουμε μαζί με το Χριστό στη μέλλουσα ζωή (Β΄ Τιμ. 2:12).
Να επιδιώκεις την υπομονή (Α΄ Τιμ. 6-11).
Αδελφοί, να υπομένετε με καρτερία κάθε παιδαγωγία του Θεού, γνωρίζοντας πως ο Θεός σας μεταχειρίζεται σαν παιδιά Του (Εβρ. 12:7).
Σας χρειάζεται υπομονή, για να κάνετε σταθερά το θέλημα του Θεού και να πάρετε την αμοιβή που σας υποσχέθηκε (Εβρ. 10:36).
Με υπομονή ας τρέχουμε τον αγώνα που έχουμε μπροστά μας (Εβρ. 12:1).
Καλότυχος είναι ο χριστιανός που σηκώνει με υπομονή τις δοκιμασίες, γιατί, αφού υποστεί με επιτυχία τις δοκιμασίες, θα κερδίσει το βραβείο της αιώνιας ζωής, που υποσχέθηκε ο Θεός σ’ όσους Τον αγαπούν (Ιακ. 1:12).
Η υπομονή σας ας είναι ακλόνητη και διαρκής, για να γίνετε τέλειοι και ολοκληρωμένοι και να μην υστερείτε σε τίποτα (Ιακ. 1:4).
Κάνετε ό,τι μπορείτε, αδελφοί, για να προσθέσετε πάνω στην αυτοκυριαρχία την υπομονή, και πάνω στην υπομονή την ευσέβεια (Β΄ Πετρ. 1:6).
Εδώ θα φανεί η υπομονή όσων ανήκουν στο λαό του Θεού (Αποκ. 14:12).

15. Οι χριστιανοί οφείλουν να μην παραδίδονται στις κοσμικές φροντίδες και τις υλικές απολαύσεις, ούτε να ζουν με αμέλεια και πνευματική ραθυμία, αλλά να βρίσκονται πάντοτε σε πνευματική εγρήγορση και ετοιμότητα, περιμένοντας την ώρα του θανάτου και της κρίσεως του Θεού.
Να αγρυπνείτε, γιατί δεν ξέρετε ποια ώρα θα έρθει ο Κύριός σας. Και να ξέρετε τούτο: Αν γνώριζε ο ιδιοκτήτης ενός σπιτιού ποια ώρα της νύχτας θα ‘ρϑει ο κλέφτης, θα ξαγρυπνούσε και δεν θ’ άφηνε να διαρρήξουν το σπίτι του. Γι’ αυτό κι εσείς να είστε πάντοτε έτοιμοι, γιατί ο Υιός του Ανθρώπου θα έρθει την ώρα που δεν Τον περιμένετε (Ματθ. 24:42-44).
Σε όλους σας το λέω: Αγρυπνείτε! (Μαρκ. 13:37).
Αγρυπνείτε και προσεύχεστε, για να μη σας νικήσει ο πειρασμός. Το πνεύμα σας είναι πρόθυμο, η σάρκα σας όμως αδύναμη (Μαρκ. 14:38).
Η μέση σας ας είναι ζωσμένη καλά (δηλαδή να είστε έτοιμοι) και τα λυχνάρια σας ας είναι πάντα αναμμένα (δηλαδή ο νους και η καρδιά σας πάντα να βρίσκονται σε προσοχή και εγρήγορση). Να μοιάσετε στους υπηρέτες εκείνους που περιμένουν πότε ο Κύριός τους θα γυρίσει από το γάμο, ώστε, μόλις έρθει και χτυπήσει την πόρτα, αμέσως να του ανοίξουν. Μακάριοι είναι οι υπηρέτες εκείνοι, που, όταν έρθει ο κύριός τους, θα τους βρει ν’ αγρυπνούν και να τον περιμένουν (Λουκ. 12:35-37).
Προσέχετε καλά τους εαυτούς σας. Προσέχετε μην παραδοθείτε στην κραιπάλη και στο μεθύσι και στην αγωνία για τις καθημερινές ανάγκες, γιατί θα γίνουν βαριές και κοιμισμένες απ’ αυτά οι καρδιές σας, και θα σας αιφνιδιάσει έτσι η ημέρα της κρίσεως. Γιατί θα ‘ρϑει σαν παγίδα σ’ όλους τους ανθρώπους του κατοικούν στη γη. Να είστε λοιπόν άγρυπνοι και προσεκτικοί, παρακαλώντας κάθε ώρα και στιγμή το Θεό να σας αξιώσει να γλυτώσετε απ’ όλα τα φοβερά που μέλλουν να συμβούν και να παρουσιαστείτε έτοιμοι μπροστά στον Υιό του ανθρώπου (Λουκ. 21:34-36).
Ήρθε πια η ώρα να σηκωθούμε από τον ύπνο της αμέλειας, αδελφοί. Γιατί τώρα η τελική σωτηρία βρίσκεται πιο κοντά μας παρά τότε που πιστέψαμε. Η νύχτα της επίγειας ζωής όπου να ‘ναι φεύγει, και η μέρα της μελλοντικής αιώνιας ζωής κοντεύει να έρθει (Ρωμ. 13:11-12).
Σήκω πάνω εσύ, που κοιμάσαι τον ύπνο της αμαρτίας, και αναστήσου από την πνευματική νέκρα, και θα σε φωτίσει ο Χριστός (Εφ. 5:14).
Ας μην κοιμόμαστε, καθώς οι άλλοι, αλλ’ ας είμαστε άγρυπνοι και προσεκτικοί. Όσοι κοιμούνται, τη νύχτα κοιμούνται. Και όσοι μεθούν τη νύχτα μεθούν. Εμείς οι χριστιανοί όμως, ως άνθρωποι της ημέρας, ας είμαστε προσεκτικοί (Α΄ Θεσ. 5:6-8).
Μη σβήνετε με την αμέλεια τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος που έχετε (Α΄ Θεσ. 5:19).
Μην είστε οκνηροί σ’ ό,τι πρέπει να δείχνετε προθυμία και ζήλο. Να έχετε φλογερό πνευματικό ενθουσιασμό, να υπηρετείτε μ’ αφοσίωση τον Κύριο (Ρωμ. 12:11).
Ζήσατε πάνω στη γη με απολαύσεις και σπατάλες. Παχύνατε τις καρδιές σας σαν τα θρεφτάρια, που τα ετοιμάζουν για σφάξιμο. (Έτσι θα είναι και για σας η μέρα της κρίσεως, μέρα σφαγής σας) (Ιακ. 5:5).
Να είστε προσεκτικοί και άγρυπνοι. Ο αντίπαλός σας διάβολος περιφέρεται σαν το λιοντάρι που βρυχιέται, ζητώντας να καταβροχθίσει κάποιον από σας, που στέκεστε στερεοί στην πίστη (Α΄ Πετρ. 5:8).
Αγρύπνα!… Γιατί, αν δεν αγρυπνάς, θα ’ρϑω σαν τον κλέφτη, και δεν θα ξέρεις ποια ώρα θα ’ρϑω να σε κρίνω (Αποκ. 3: 2 και 3).

16. Οι χριστιανοί οφείλουν να μετανοούν διαρκώς από τα βάθη της ψυχής τους.
Εκείνο τον καιρό εμφανίστηκε στην έρημο της Ιουδαίας ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, κηρύσσοντος και λέγοντας: «Μετανοείτε, γιατί έφτασε η βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. 3:1-2).
Από τότε άρχισε ο Ιησούς να κηρύσσει και να λέει:
«Μετανοείτε, γιατί έφθασε η βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. 4:17).
Αν δεν μετανοήσετε, ϑα χαϑείτε όλοι σας (Λουκ. 13:3).
Μετανοήστε, αδελφοί, και επιστρέψτε στο Θεό, για να εξαλειφθούν οι αμαρτίες σας και να βρείτε ανακούφιση από τον Κύριο (Πραξ. 3:19).
Μετανόησε και κάνε πάλι τα προηγούμενα καλά έργα, που έκανες. Αλλιώς, αν δεν μετανοήσεις, έρχομαι γρήγορα καταπάνω σου και μετακινώ το λυχνοστάτη σου, δηλαδή την Εκκλησία σου, από τον τόπο του (Αποκ. 2:5).

17. Οι χριστιανοί, αν δεν ξεπεράσουν στα καλά έργα τους δικαίους της Παλαιάς Διαθήκης, δεν μπαίνουν στη βασιλεία των ουρανών. Και αν αμαρτάνουν θα κολαστούν βαρύτερα από τους απίστους.
Αν η ευσέβειά σας δεν ξεπεράσει την ευσέβεια των γραμματέων και των Φαρισαίων δεν θα μπείτε στη βασιλεία των ουρανών (Ματθ. 5:20).
Εκείνος ο δούλος που ξέρει ποιο είναι το θέλημα του κυρίου του, δεν ετοιμάζει όμως ούτε κάνει ό,τι θέλει εκείνος, θα τιμωρηθεί αυστηρά. Αντίθετα, εκείνος που δεν ξέρει το θέλημα του κυρίου του και κάνει κάτι αξιόποινο, θα τιμωρηθεί πιο ελαφρά. Γιατί σ’ όποιον δόθηκαν πολλά, πολλά θα του ζητηθούν. Και σ’ όποιον δόθηκαν περισσότερα, περισσότερα θα του ζητηθούν (Λουκ. 12:47-.48).
Όσοι αμάρτησαν χωρίς να ξέρουν το νόμο του Θεού, θα καταδικαστούν όχι με κριτήριο το νόμο (δηλαδή ελαφρότερα). Όσοι όμως αμάρτησαν γνωρίζοντας το νόμο, θα δικαστούν με κριτήριο το νόμο (δηλαδή βαρύτερα) (Ρωμ. 2:12).
Θα ήταν καλύτερα γι’ αυτούς να μην είχαν γνωρίσει το δρόμο της αρετής και της ευσέβειας, παρά, αφού τον γνωρίσουν να εγκαταλείψουν την αγία εντολή που τους παραδόθηκε (Β΄ Πετρ. 2:21).

(Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, “Οι κυριότερες εντολές του Ευαγγελίου”
Πηγή: alopsis.gr/

Παρασκευή 1 Νοεμβρίου 2019

ΑΓΑΠΗΣΕ ΤΗΝ ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ (Ἁββάς Ησαΐας)

Όποιος έχει την ταπεινοφροσύνη, δεν έχει γλώσσα να κάνει παρατήρηση σε κάποιον που δείχνει αμέλεια ή σε άλλον που ζει με αδιαφορία. Ούτε μάτια έχει να κοιτάζει ελαττώματα άλλου, ούτε αυτιά έχει να ακούσει αυτά που δεν ωφελούν την ψυχή του. Δεν ασχολείται με κανέναν, παρά μόνο με τις αμαρτίες του, αλλά είναι ειρηνικός προς όλους τους ανθρώπους, για χάρη της εντολής του Θεού και όχι για λόγους φιλίας. Αν τώρα κάποιος νηστεύει όλη την εβδομάδα και επιδίδεται σε μεγάλους κόπους έξω από αυτόν τον δρόμο, όλοι οι κόποι του πηγαίνουν χαμένοι. 

Αδελφέ, συνήθισε τη γλώσσα σου να λέει το «συγχώρησέ με», και θα έρθει μέσα σου η ταπείνωση. Αγάπησε την ταπείνωση, και αυτή θα σε σκεπάσει από τις αμαρτίες σου.
Ποτέ μη βαρεθείς εξαιτίας κάποιου κόπου, γιατί ο κόπος, η φτώχεια, η ξενιτεία, η κακοπάθεια και η σιωπή γεννούν την ταπείνωση, και η ταπείνωση συγχωρεί κάθε αμαρτία. Να ξέρεις μάλιστα τούτο: όσο ο άνθρωπος ζει με αμέλεια, νομίζει μέσα του ότι είναι φίλος του Θεού. Αν όμως ελευθερωθεί από τα πάθη, ντρέπεται να σηκώσει τα μάτια του στον ουρανό μπροστά στον Θεό· γιατί τότε βλέπει τον εαυτό του πολύ απομακρυσμένο από τον Θεό.
Κάποιος άνθρωπος είχε δύο δούλους και τους έστειλε στο χωράφι του να θερίσουν ορισμένη έκταση την ημέρα ο καθένας. Ο ένας από αυτούς έβαλε τα δυνατά του να κάνει όλο όσο τον πρόσταξε ο κύριός του, αλλά δεν μπόρεσε να το τελειώσει, γιατί η δουλειά ξεπερνούσε τις δυνάμεις του. Ο άλλος βαρέθηκε και είπε μέσα του: «Ποιος μπορεί να κάνει τόση δουλειά σε μια μέρα;» Αδιαφόρησε λοιπόν και δεν φρόντισε, αλλά έπεσε για ύπνο· τη μια ώρα κοιμόταν, την άλλη χασμουριόταν, την άλλη στριφογύριζε σαν την πόρτα γύρω από τον άξονά της (Παροιμ. 26:14), και πέρασε όλη τη μέρα στα χαμένα.
Όταν ήρθε το βράδυ, πήγαν και οι δύο στον κύριό τους. Αυτός τους εξέτασε και, αφού έμαθε τη δουλειά τού πρόθυμου, έστω και αν δεν πρόλαβε να κάνει όσο προστάχτηκε, εκτίμησε την προθυμία του και τον τίμησε. Τον τεμπέλη όμως, επειδή φάνηκε αδιάφορος, τον έδιωξε από το σπίτι του.
Και εμείς λοιπόν ας μην αποθαρρυνθούμε μπροστά σε οποιονδήποτε κόπο και δυσκολία, αλλά ας βάλουμε τα δυνατά μας με όλη μας την ψυχή να εργαζόμαστε με ταπείνωση, και πιστεύω ότι ο Θεός θα μας δεχτεί μαζί με τους αγίους του που κοπίασαν πάρα πολύ.
Το να μην πληγώσεις τη συνείδηση του συνανθρώπου γεννά την ταπεινοφροσύνη· η ταπείνωση γεννά τη διάκριση, και η διάκριση εξουδετερώνει όλα τα πάθη, χωρίζοντάς τα το ένα από το άλλο. Είναι λοιπόν αδύνατο να σου έρθει η διάκριση, αν προηγουμένως δεν κάνεις σαν τον γεωργό την απαραίτητη εργασία. Πρώτα πρώτα να ησυχάσεις από όσα είναι αλλότρια των μοναχών, πράγμα που γεννά την άσκηση. Η άσκηση γεννά το κλάμα· το κλάμα γεννά τον φόβο του Θεού· ο φόβος γεννά την ταπείνωση· η ταπείνωση γεννά τη διάκριση. Αυτή γεννά την προόραση, και η προόραση την αγάπη, ενώ η αγάπη θεραπεύει την ψυχή από νόσους και πάθη. Τότε –μετά από όλα αυτά– καταλαβαίνει ο άνθρωπος ότι είναι μακριά από τον Θεό.
Το να μην πιστεύεις ότι ο κόπος σου είναι αρεστός στον Θεό κάνει τη βοήθεια του Θεού να σε φυλάει. Γιατί εκείνος που έδωσε την καρδιά του στον Θεό με ευσέβεια και ειλικρίνεια, δεν μπορεί να έχει την ιδέα ότι άρεσε στον Θεό. Όσο δηλαδή τον ελέγχει η συνείδηση για κάποιες εκδηλώσεις της αμαρτίας, είναι ξένος προς την ελευθερία. Γιατί όσο υπάρχει αυτός που ελέγχει, υπάρχει και αυτός που κατηγορεί· και όσο υπάρχει κατηγορία, δεν υπάρχει ελευθερία.

(Από το βιβλίο: ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ, τόμος Α’, Υπόθεση ΜΕ’ (45), σελ. 450. Εκδόσεις Το Περιβόλι της Παναγίας, Θεσσαλονίκη 2001)
Πηγή: alopsis.gr

Πέμπτη 17 Οκτωβρίου 2019

ΠΕΡΙ ΚΑΤΑΚΡΙΣΕΩΣ (Ἀποσπάσματα ἀπό τό Μέγα Γεροντικόν)

Σχετική εικόνα

Εἶναι ἀνάγκη νὰ ἐπαγρυπνοῦμε ὥστε νὰ μὴ κρίνουμε κανένα

1. Σὲ κάποιον ἀδελφὸ ποὺ ἔμενε στὸ κοινόβιο τοῦ ἀββᾶ Ἠλία, συνέβη κάποτε ἕνας πειρασμός. Γι᾿ αὐτὸ τὸν ἔδιωξαν ἀπὸ κεῖ καὶ πῆγε κοντὰ στὸν ἀββᾶ Ἀντώνιο, στὸ ὄρος. Ἀφοῦ ἔμεινε ὁ ἀδελφὸς κοντά του κάποιο χρονικὸ διάστημα, τὸν ἔστειλε ὁ ἀββᾶς στὸ κοινόβιο ἀπ᾿ ὅπου εἶχε φύγει. Ἐκεῖνοι ὅμως μόλις τὸν εἶδαν, τὸν ξανάδιωξαν καὶ ὁ ἀδελφὸς γύρισε πάλι στὸν ἀββᾶ Ἀντώνιο καὶ τοῦ εἶπε:
«Δὲν θέλησαν νὰ μὲ δεχθοῦν, πάτερ».
Τὸν ἔστειλε πάλι ὁ Γέροντας καὶ τοὺς μήνυσε τὸ ἑξῆς:
«Ἕνα καράβι ναυάγησε μέσα στὸ πέλαγος, ἔχασε τὸ φορτίο του καὶ μὲ κόπο πολὺ ἔφθασε στὴ στεριά. Καὶ ἐσεῖς ὅ,τι σώθηκε καὶ ἔφθασε στὴ στεριά, θέλετε νὰ τὸ καταποντίσετε;»
Κι ἐκεῖνοι ὅταν ἄκουσαν ὅτι ὁ ἀββᾶς Ἀντώνιος τὸν ἔστειλε, εὐθὺς τὸν δέχθηκαν.

8. Εἶπε ὁ ἀββᾶς Ἡσαΐας:
«Ἐὰν σοῦ ἔρθει λογισμὸς νὰ κατακρίνεις τὸν πλησίον γιὰ κάποιο ἁμάρτημά του, πρῶτα νὰ σκεφθεῖς ὅτι ἐσὺ εἶσαι περισσότερο ἁμαρτωλὸς ἀπ᾿ αὐτὸν καὶ ἐκεῖνα ποὺ νομίζεις ὅτι σωστὰ τὰ κάνεις, μὴν πιστέψεις ὅτι ἦσαν ἀρεστὰ στὸν Θεό. Καὶ ἔτσι δὲν θὰ τολμήσεις νὰ καταδικάσεις τὸν πλησίον».

9. Εἶπε ἐπίσης:
«Ἐὰν δὲν κατακρίνεις τὸν πλησίον ἀλλὰ ἐξουθενώνεις τὸν ἑαυτό σου, παρέχεις ἀνάπαυση στὴ συνείδηση σου».

9. Πῆγε κάποτε ὁ ἀββᾶς Ἰσαὰκ ὁ Θηβαῖος σε κάποιο κοινόβιο καὶ εἶδε ἕναν ἀδελφὸ νὰ σφάλλει καὶ τὸν κατέκρινε.
Ὅταν ἐπέστρεψε στὴν ἔρημο, ἦλθε ἄγγελος Κυρίου καὶ στάθηκε μπροστὰ στὴν πόρτα τοῦ κελιοῦ του καὶ τοῦ εἶπε:
«Δὲν σοῦ ἐπιτρέπω νὰ μπεῖς».
Κι ἐκεῖνος παρακαλοῦσε κι ἔλεγε:
«Τί συμβαίνει;»
Ἀποκρίθηκε ὁ ἄγγελος καὶ τοῦ εἶπε:
«Ὁ Θεὸς μὲ ἔστειλε λέγοντας: Πές του, ποῦ προστάζεις νὰ βάλω τὸν ἀδελφὸ ποὺ ἔσφαλε καὶ τὸν καταδίκασες».
Εὐθὺς μετανόησε ὁ ἀββᾶς καὶ εἶπε:
«Ἁμάρτησα, συγχώρεσέ με».
Καὶ ὁ ἄγγελος τοῦ εἶπε:
«Σήκω, σὲ συγχώρεσε ὁ Θεός. Καὶ στὸ ἑξῆς νὰ προσέχεις νὰ μὴν κρίνεις κανέναν, προτοῦ τὸν κρίνει ὁ Θεός».

10. Ἔλεγε ὁ ἀββᾶς Παφνούτιος, ὁ μαθητὴς τοῦ ἀββᾶ Μακαρίου:
«Παρακάλεσα τὸν Γέροντά μου λέγοντας: Πές μου κάποιον λόγο».
Κι ἐκεῖνος εἶπε: «Νὰ μὴν κακομεταχειριστεῖς κανέναν οὔτε νὰ τὸν κατακρίνεις. Αὐτὰ νὰ κάνεις καὶ σώζεσαι».

11. Ἔλεγαν γιὰ τὸν ἀββᾶ Μακάριο τὸν μεγάλο ὅτι εἶχε γίνει, ὅπως λέει ἡ Γραφή, θεὸς ἐπίγειος. Γιατὶ ὅπως ἀκριβῶς ὁ Θεὸς σκεπάζει τὸν κόσμο, ἔτσι καὶ ὁ ἀββᾶς Μακάριος σκέπαζε τὰ ἐλαττώματα ποὺ ἔβλεπε στοὺς ἄλλους, σὰν νὰ μὴ τὰ ἔβλεπε, καὶ ἐκεῖνα ποὺ ἄκουε σὰν νὰ μὴ τὰ ἄκουε.

12. Κάποιος ἀδελφὸς τῆς Σκήτης κάποτε ἔσφαλε. Ἔγινε συγκέντρωση στὴν ὁποία κάλεσαν τὸν ἀββᾶ Μωυσῆ ἀλλ᾿ αὐτὸς δὲν θέλησε νὰ πάει.
Τοῦ παρήγγειλε τότε ὁ πρεσβύτερος: «Ἔλα, γιατὶ σὲ περιμένουν ὅλοι».
Κι ἐκεῖνος σηκώθηκε καὶ πῆγε κρατώντας στὴν πλάτη ἕνα καλάθι τρύπιο ποὺ τὸ γέμισε ἄμμο.
Οἱ Πατέρες ποὺ βγῆκαν νὰ τὸν προϋπαντήσουν τοῦ λένε: «Τί εἶναι αὐτό, πάτερ;»
«Οι ἁμαρτίες μου -ἀπαντᾷ ὁ Γέροντας- ποὺ κυλοῦν καὶ πέφτουν πίσω μου καὶ δὲν τὶς βλέπω. Καὶ ἦλθα ἐγὼ σήμερα νὰ κρίνω τὰ σφάλματα ἄλλου».
Ὅταν τ᾿ ἄκουσαν αὐτὰ οἱ Πατέρες, δὲν εἶπαν τίποτε ἐναντίον τοῦ ἀδελφοῦ ἀλλὰ τὸν συγχώρεσαν.

18. Κάποιος ἀδελφὸς ρώτησε τὸν ἀββᾶ Ποιμένα:
«Πές μου, πῶς θὰ γίνω μοναχός;»
Καὶ ὁ Γέροντας εἶπε: «Ἐὰν θέλεις νὰ βρεῖς ἀνάπαυση καὶ σ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο καὶ στὴ μέλλουσα ζωή, νὰ λὲς σὲ κάθε περίπτωση: Ποιὸς εἶμαι ἐγώ; Καὶ νὰ μὴν κατακρίνεις κανένα».

20. Εἶπε ἐπίσης:
«Μπορεῖ ἕνας ἄνθρωπος νὰ φαίνεται ὅτι σιωπᾷ ἐνῷ ἡ καρδιά του κατακρίνει τοὺς ἄλλους, ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος πάντοτε λαλεῖ.
Καὶ μπορεῖ ἕνας ἄλλος νὰ μιλάει ἀπὸ τὸ πρωὶ ὡς τὸ βράδυ καὶ ὅμως κρατάει σιωπὴ γιατὶ δὲν λέει τίποτε περισσότερο ἀπ᾿ ὅσα ὠφελοῦν».

21. Ρώτησε ἕνας ἀδελφὸς τὸν ἀββᾶ Ποιμένα:
«Ἐὰν δῶ κάποιο σφάλμα τοῦ ἀδελφοῦ μου, εἶναι καλὸ νὰ τὸ σκεπάσω;»
Κι ὁ Γέροντας ἀπάντησε:
«Ὅποια ὥρα σκεπάσουμε τὸ σφάλμα τοῦ ἀδελφοῦ μας, σκεπάζει καὶ ὁ Θεὸς τὸ δικό μας. Καὶ ὅποια ὥρα θὰ φανερώσουμε τοῦ ἀδελφοῦ τὸ σφάλμα, θὰ φανερώσει καὶ ὁ Θεὸς τὸ δικό μας».

28. Ρώτησε ἕνας ἀδελφὸς τὸν ἀββᾶ Ποιμένα:
«Τί νὰ κάνω ποὺ ὅταν πάω νὰ κάνω τὴν πνευματική μου ἐργασία μὲ κυριεύει ἡ ἀμέλεια;»
Κι ὁ Γέροντας τοῦ εἶπε:
«Νὰ μὴν ἐξευτελίσεις κανέναν οὔτε νὰ τὸν κατακρίνεις. Κανέναν νὰ μὴν κατηγορήσεις καὶ ὁ Θεὸς θὰ σοῦ δώσει ἀνάπαυση καὶ ἡ πνευματική σου ἐργασία θὰ γίνεται ἤρεμα».

29. Ἕνας ἀδελφὸς ρώτησε τὸν ἀββᾶ Ποιμένα:
«Τί νὰ κάνω;»
Κι ὁ Γέροντας τοῦ εἶπε:
«Εἶναι γραμμένο: Τὴν ἀνομία μου ἐγὼ θὰ τὴν ἐξαγγείλω καὶ θὰ φροντίσω νὰ ἀπαλλαγῶ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία μου».

40. Κάποιος ἀδελφὸς ἔκανε μία ἐρώτηση σ᾿ ἕναν ἅγιο Γέροντα γιὰ νὰ ἔχει μία βάση, ὥστε νὰ μὴν ἁμαρτάνει μὲ τὸν λογισμό.
«Ἂς ὑποθέσουμε -εἶπε- ὅτι βλέπω κάποιον νὰ κάνει κάτι καὶ τὸ λέω αὐτὸ σὲ κάποιον ἄλλο, καὶ βλέπω ὅτι δὲν τὸν κατακρίνω, ἀλλὰ ἁπλῶς τὸ συζητοῦμε. Αὐτὸ παύει νὰ εἶναι κατάκριση;»
Ὁ Γέροντας εἶπε: «Ἐὰν μιλᾷς μὲ ἐμπάθεια ἔχοντας κάτι ἐναντίον του, εἶναι κατάκριση, ἂν ὅμως εἶσαι ἐλεύθερος ἀπὸ πάθος, δὲν εἶναι κατάκριση. Ἀλλὰ γιὰ νὰ μὴ μεγαλώνει τὸ κακό, ἡ σιωπὴ εἶναι προτιμότερη».

42. Ἄκουσε κάποιος ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρες ὅτι ἕνας ἀδελφὸς ἔπεσε στὸ ἁμάρτημα τῆς πορνείας. Καὶ εἶπε:
«Ὤ, ἄσχημα ἔκανε».
Μετὰ ἀπὸ λίγες μέρες πεθαίνει ὁ ἀδελφός. Καὶ πάει ἄγγελος τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν ψυχὴ τοῦ ἀδελφοῦ στὸν Γέροντα καὶ τοῦ λέει:
«Δὲς αὐτὸν ποὺ κατέκρινες, πέθανε. Ποῦ παραγγέλλεις νὰ τὸν βάλω, στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἢ στὴν κόλαση;»
Μετὰ ἀπ᾿ αὐτό, μέχρι τὴν ὥρα τοῦ θανάτου του ὁ Γέροντας ζητοῦσε ἀσταμάτητα ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ δάκρυα καὶ πόνο πολὺ νὰ τὸν συγχωρήσει.

49. Εἶπε κάποιος Γέροντας:
«Ἐὰν δεῖς ἀδελφὸ νὰ ἁμαρτάνει, μὴ ρίξεις τὴν αἰτία σ᾿ αὐτὸν ἀλλὰ στὸν πολέμιό του, καὶ πές: Ὅπως αὐτὸς νικήθηκε, ἔτσι κι ἐγώ.
Κλαῖε καὶ ζῆτα τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ καὶ δεῖχνε συμπόνια σ᾿ αὐτὸν ποὺ ἄθελά του πάσχει. Γιατὶ κανεὶς δὲν θέλει νὰ ἁμαρτήσει στὸν Θεό, ἀλλὰ ὅλοι σφάλλουμε».

54. Εἶπε ἕνας Γέροντας:
«Τίποτε δὲν παροργίζει τόσο τὸν Θεὸ καὶ τίποτε δὲν ἀπογυμνώνει τόσο τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴ χάρη, ὥστε νὰ φτάσει καὶ σὲ ἐγκατάλειψη ἀπὸ μέρους τοῦ Θεοῦ, ὅσο τὸ νὰ κατηγορεῖ τὸν πλησίον του ἢ νὰ τὸν κατακρίνει ἢ νὰ τὸν ἐξουθενώνει. Καὶ εἶναι τόσο βαρύτερη ἡ κατάκριση ἀπὸ κάθε ἄλλη ἁμαρτία, ὥστε ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς λέει:
«Ὑποκριτή, βγάλε πρῶτα τὸ δοκάρι ποὺ ἔχεις στὸ μάτι σου καὶ τότε θὰ δεῖς καθαρὰ γιὰ νὰ βγάλεις τὸ σκουπιδάκι ποὺ βρίσκεται στὸ μάτι τοῦ ἀδελφοῦ σου».
Παρομοίασε δηλαδὴ τὸ ἁμάρτημα τοῦ πλησίον μὲ τὸ σκουπιδάκι, ἐνῷ τὴν κατάκριση μὲ τὸ δοκάρι.
Εἶναι τόσο κακὸ τὸ νὰ κατακρίνει κανείς, σχεδὸν ξεπερνᾷ κάθε ἁμαρτία.
Ἑπομένως τίποτε δὲν εἶναι βαρύτερο, ἀδελφοί μου, οὔτε χειρότερο ἀπὸ τὸ νὰ καταδικάσουμε ἢ νὰ ἐξουθενώσουμε τὸν πλησίον.
Γιατί νὰ μὴν προτιμοῦμε νὰ κατακρίνουμε τὸν ἑαυτό μας;
Καὶ ἐννοῶ τὰ κακὰ τὰ δικά μας ποὺ καλὰ τὰ γνωρίζουμε καὶ γιὰ τὰ ὁποῖα πρόκειται νὰ δώσουμε λόγο στὸν Θεό.
Γιατί ἁρπάζουμε τὸ δικαίωμα τῆς κρίσης τοῦ Θεοῦ;
Τί θέλουμε ἀπὸ τὸ πλάσμα του, τί θέλουμε ἀπὸ τὸν πλησίον;
Τί ζητᾶμε ἀπὸ τὰ βάρη τοῦ ἄλλου;
Ἔχουμε, ἀδελφοί, τί νὰ φροντίσουμε. Ὁ καθεὶς ἂς προσέχει τὸν ἑαυτό του καὶ τὶς δικές του κακίες.
Ἡ ἐξουσία νὰ δικαιώνει καὶ νὰ καταδικάζει, ἀνήκει μόνο στὸν Θεό, ποὺ γνωρίζει καὶ τὴν κατάσταση τοῦ καθενὸς καὶ τὴ δύναμη, τὸν τρόπο τῆς ζωῆς καὶ τὰ χαρίσματά του, τὴν ἰδιοσυγκρασία καὶ τὶς ἱκανότητές του, ἀνήκει στὸν Θεὸ ποὺ κρίνει ἀνάλογα μὲ τὸ καθένα ἀπ᾿ αὐτά, ὅπως ὁ ἴδιος μόνος τὰ γνωρίζει».