A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞

Τρίτη 22 Φεβρουαρίου 2022

ΒΗΜΑΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΘΕΟ


Μια νύχτα κάποιος άνθρωπος είδε ένα όνειρο. Ονειρεύτηκε πως περπατούσε στην ακρογιαλιά με τον Θεό.

Στον ουρανό άστραψαν σκηνές από τη ζωή του. Σε κάθε σκηνή έβλεπε δύο ζευγάρια πατημασιές πάνω στην άμμο.

Το ένα άνηκε σε αυτόν και το άλλο στον Θεό. Όταν και η τελευταία σκηνή της ζωής του έλαμψε μπροστά του, κοίταξε πίσω στις πατημασιές στην άμμο.

Παρατήρησε πως πολλές φορές στο δρόμο της ζωής του, υπήρχε μόνο ένα ζευγάρι πατημασιές. Ακόμη πως αυτό κι αν συνέβαινε στις πιο δύσκολες και θλιμμένες του στιγμές.

Αυτό πραγματικά τον πείραξε και ρώτησε τον Θεό: Θεέ μου, όταν αποφάσισα να σε ακολουθήσω, είπες πως θα βαδίζουμε μαζί αυτόν τον δρόμο, αλλά παρατήρησα πως στις πιο δύσκολες στιγμές της ζωής μου, υπάρχει μόνο ένα ζευγάρι πατημασιές…;

Δεν καταλαβαίνω! Γιατί όταν σε χρειαζόμουν πολύ, εσύ με άφηνες; Και ο Θεός απάντησε: «Πολυάκριβό μου παιδί, σε αγαπώ και δεν σε άφησα ποτέ! Στις στιγμές της δοκιμασίας και του πόνου, που βλέπεις ένα μόνο ζευγάρι πατημασιές, σε κρατούσα στην αγκαλιά μου».

Κυριακή 20 Φεβρουαρίου 2022

Ο ΑΔΕΛΦΟΣ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ


   Η παραβολή του ασώτου υιού είναι αρκετή από μόνη της να μας διδάξει όλο το μυστήριο της πατρικής θεϊκής αγάπης και του τρόπου σωτηρίας και επιστροφής των ανθρώπων στον Θεό. Έτσι, συνήθως, δίνεται μεγαλύτερη σημασία στον άσωτο υιό και στον τρόπο σωτηρίας του, αλλά και στην παρουσία του πατέρα, ο οποίος με την άφατη πατρική αγάπη του δέχεται πίσω τον άσωτο γιο του. Ο άλλος γιος όμως, ο αδελφός του ασώτου, μένει στο περιθώριο, χωρίς να ασχοληθεί κανείς μ’ αυτόν. Όμως, όταν ακούω την παραβολή αυτή, το μυαλό μου μένει σ’ αυτόν τον τύπο του ανθρώπου, γιατί αισθάνομαι ότι εμείς οι «θρήσκοι» μοιάζουμε μ᾽ αυτόν οι περισσότεροι.

   Κινδυνεύουμε από το σύνδρομο αυτού του ανθρώπου. Είναι ένας μεγάλος κίνδυνος, που παραμονεύει όλους μας. Στο Ευαγγέλιο γίνεται αναφορά για τον μεγαλύτερο γιο με λίγα λόγια. 
  Όταν επέστρεψε ο άσωτος υιός και έγινε η υποδοχή του από τον πατέρα και διέταξε να φέρουν την πρώτη στολή για να τον ντύσουν, και να θυσιάσουν το μοσχάρι το σιτευτό και να γίνει χαρά και ευφροσύνη στο σπίτι, γιατί ο άσωτος ήταν σαν νεκρός που επέζησε, και χαμένος και βρέθηκε, λέει η παραβολή στη συνέχεια: «Ην δε ο υιός αυτού ο πρεσβύτερος εν αγρώ».

 Ο μεγαλύτερος υιός ήταν στον αγρό εργαζόμενος στην εργασία του πατέρα του. «Και ως ερχόμενος ήγγισε τη οικία ήκουσε συμφωνίας και χορών», και όταν έφτασε στο σπίτι άκουσε όλη αυτή την ιστορία. Αυτό που μας παραπέμπει στην πιο πάνω στιγμή, που γράφει για τον άσωτο υιό, είναι όταν στράφηκε πίσω και πλησίασε στο σπίτι, και ενώ ήταν ακόμη μακριά, ο πατέρας του έτρεξε και τον αγκάλιασε και τον καταφίλησε και «επέπεσε επί τον τράχηλον αυτού». «Και ιδών αυτόν ο πατήρ εσπλαχνίσθη». Λέει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος έναν ωραίο λόγο: «πώς τον είδε ο πατέρας, αφού ήταν μακριά;» Οι οφθαλμοί του πατέρα έχουν μεγάλο βλέμμα και μεγάλη δύναμη. Τον είδε με τα μάτια της ψυχής του, με την αγάπη του και την ευσπλαγχνία του.

  Έτσι βλέπουμε δύο σκηνές: ο ένας πηγαίνει και όταν πλησιάζει τον δέχεται ο πατέρας του και τον καταφιλεί και τον παρηγορεί και τον ενδύει με τη στολή την πρώτη, ενώ ο άλλος πηγαίνει και μόλις ακούει τους χορούς και τα τραγούδια μέσα στο σπίτι, φωνάζει έναν δούλο του και θέλει να μάθει τι συμβαίνει. Ταράχτηκε, δεν του άρεσε. Ο δούλος τού είπε ότι επέστρεψε ο αδελφός του και ότι ο πατέρας του θυσίασε τον μόσχο τον σιτευτόν, γιατί τον παρέλαβε και τον εδέχθη ζωντανό και υγιή. Τότε ο αδελφός «ωργίσθη και ουκ ήθελεν εισελθείν», οργίστηκε τόσο πολύ, που δεν ήθελε να μπει στο σπίτι. «Ο ουν πατήρ αυτού εξελθών παρεκάλει αυτόν». Τότε βγήκε πάλι ο πατέρας, όπως και προηγουμένως να υποδεχθεί τον άσωτο, και τον παρακαλεί και τον ικετεύει να περάσει στο σπίτι. 

 Αυτός όμως είπε στον πατέρα: «ιδού τοσαύτα έτη δουλεύω σοι και ουδέποτε εντολήν σου παρήλθον, και εμοί ουδέπωτε έδωκας ερίφον ίνα μετά των φίλων μου ευφρανθώ». Έχει τόσα χρόνια που σου δουλεύω και ποτέ δεν παρέβηκα καμμία εντολή σου και σε μένα ποτέ δεν έδωκες ούτε ένα ερίφιο, ώστε να χαρώ με τους φίλους μου. «Οτε δε ο υιός σου ούτος ο καταφαγών σου τον βίον μετά πορνών, ήλθεν, έθυσας αυτώ τον μόσχον τον σιτευτόν».
 Όταν ήρθε ο υιός σου αυτός που σου κατέφαγε την περιουσία, θυσίασες το μοσχάρι το σιτευτόν. Τότε του είπε ο πατέρας: «τέκνον, συ πάντοτε μετ΄εμού ει, και πάντα τα εμά σα εστίν». Παιδί μου, εσύ ήσουν πάντοτε μαζί μου και όλα τα δικά μου ήταν και δικά σου. 
«Ευφρανθήναι δε και χαρήναι έδει, ότι ο αδελφός σου ούτος νεκρός ην και ανέζησε, και απολωλώς ην και ευρέθη». 
Έπρεπε να χαρείς και να ευφρανθείς, διότι ο αδελφός σου αυτός ήταν νεκρός και αναστήθηκε και ανέζησε, ήταν χαμένος και βρέθηκε. Αυτό είναι το κείμενο της περικοπής που αναφέρεται στον δεύτερο υιό. 

  Πράγματι, νομίζω ότι, αν κανείς θέλει να λυπηθεί κάποιον σ’ αυτή την ιστορία, αναπόφευκτα και άξιος πολλών δακρύων είναι ο άλλος υιός, ο μεγάλος αδελφός. Είναι άξιος δακρύων, γιατί τελικά αυτός δεν έζησε πραγματικά μαζί με τον πατέρα, δεν κοινώνησε με τον πατέρα, ούτε χάρηκε, ούτε κατάλαβε τον πατέρα του. Εδώ είναι και η μεγάλη τραγωδία, το ότι δηλαδή αυτό το παιδί συμπεριφέρθηκε έτσι. Γιατί ουσιαστικά ποτέ δεν κατάλαβε τον πατέρα του. 
Ήταν τόσα χρόνια μαζί του, όπως ο ίδιος εκαυχάτο ««ιδού τοσαύτα έτη δουλεύω σοι και ουδέποτε εντολήν σου παρήλθον». Τόσα χρόνια σου δουλεύω, και ακολουθούσα πάντα την εντολή σου, αλλά ποτέ δεν μου έδωσες ούτε ένα κατσίκι, για να φάω με τους φίλους μου. Η τραγωδία βρίσκεται σ’ αυτό το σημείο. Στο ότι δηλαδή τόσα χρόνια δεν κατάλαβε ποιο πατέρα είχε δίπλα του. Ο άσωτος ενώ έκανε τόσες αμαρτίες, φαίνεται ότι κάποια στιγμή ανακάλυψε τον πατέρα του μέσα στην καρδιά του. Όταν όμως κακοπαθούσε και πεινούσε και έβοσκε τους χοίρους και έτρωγε από την τροφή τους, τον είχαν εγκαταλείψει όλοι και κανένας δεν του έδινε σημασία. Ευρισκόμενος μέσα σ’ αυτή την τελεία εξαθλίωση και απόρριψη και εγκατάλειψη, εκεί θυμήθηκε το σπίτι του πατέρα του. Βρήκε τον εαυτό του και αποφάσισε να πάει πίσω στο σπίτι του. Αυτό το έκανε, γιατί ήξερε ποιος είναι ο πατέρας του. Ήταν βέβαιος ότι, αν θα πήγαινε πίσω, ο πατέρας θα τον δεχόταν, και αυτός θα του έλεγε: «πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιον σου, και ουκέτι ειμί άξιος κληθήναι υιός σου». Δεν είμαι άξιος να ονομάζομαι γιος σου, αλλά κάνε με σαν έναν από τους δούλους σου.

   Αυτό ήταν το κλειδί που άνοιξε την καρδιά του πατέρα. Αλλά ήξερε τον πατέρα και τον τρόπο που θα μιλήσει σ᾽ αυτόν. Ο μεγάλος δυστυχώς δεν το ήξερε αυτό. Δεν κατάλαβε ποτέ τον πατέρα του.
  Πράγματι, νομίζω ότι, αν κανείς θέλει να λυπηθεί κάποιον σ’ αυτή την ιστορία, αναπόφευκτα και άξιος πολλών δακρύων είναι ο άλλος υιός, ο μεγάλος αδελφός. Είναι άξιος δακρύων, γιατί τελικά αυτός δεν έζησε πραγματικά μαζί με τον πατέρα, δεν κοινώνησε με τον πατέρα, ούτε χάρηκε, ούτε κατάλαβε τον πατέρα του

   Και για τα δικά μας δεδομένα είναι τραγωδία, όταν βλέπουμε ανθρώπους μέσα στην Εκκλησία που εργάζονται, όπως όλοι μας, την πνευματική εργασία, να αγωνίζονται πνευματικά, να διαβάζουν, να νηστεύουν, να προσεύχονται και να κάνουν όλα αυτά τα πράγματα, αλλά να έχουν μία συμπεριφορά ακατανόητη: σαν να μην άκουσαν και δεν είδαν ποτέ τον Θεό μπροστά τους και δεν κατάλαβαν ποτέ το Ευαγγέλιο, σαν να ήταν κάτι άγνωστο γι’ αυτούς. 

Και λέει κανείς, πώς είναι δυνατόν ένας άνθρωπος να είναι τόσα χρόνια μέσα στην Εκκλησία, να κοινωνεί, να προσεύχεται και να έχει σκληρότητα και μία κατάσταση μες στην ψυχή του, που δεν έχει καμιά σχέση με τον Χριστό; Γιατί το παθαίνουμε αυτό; Γιατί παθαίνουμε ό,τι έπαθε και ο μεγάλος υιός. Μας μπαίνει η ιδέα ότι ««ιδού τοσαύτα έτη δουλεύω σοι και ουδέποτε εντολήν σου παρήλθον». Εγώ είμαι τόσα χρόνια δούλος του Θεού, ποτέ δεν παράκουσα μία εντολή. Αυτή η ικανοποίηση του εαυτού μας ότι κάνουμε πράγματα τα οποία είναι ευάρεστα στον Θεό, αυτή η πεποίθηση ότι τηρούμε τις εντολές του Θεού, και πράγματι τις κάνουμε όπως το παιδί της παραβολής, που ήταν τόσα χρόνια στη δούλεψη του πατέρα του, αυτή η πεποίθηση είναι και η αιτία να έχουμε μία εικόνα του εαυτού μας εντελώς λανθασμένη. 

Όταν θα έρθει η ώρα που θα φανεί τι έχουμε μέσα στην ψυχή μας, τότε βγαίνει προς τα έξω ένας εαυτός και ένας άνθρωπος τελείως παράξενος, αλλότριος του Θεού, μάλιστα μ’ ένα πρόσχημα δικαιοσύνης, όπως είχε αυτός ο μεγάλος υιός. Λέει ο μεγαλύτερος υιός προς τον πατέρα του: «ο υιός σου, δεν τον είπε καν αδελφό του, ενώ κατέφαγε την περιουσία σου όλη, και τη ζωή του την πέρασε μέσα στην πορνεία και την ακαθαρσία, ήρθε τώρα πίσω και απολαμβάνει ό,τι είχε προηγουμένως και ακόμα περισσότερα, ενώ αυτός δεν απόλαυσε αυτή την περιποίηση από τον πατέρα. Γιατί λοιπόν αυτό; Διότι ακριβώς δεν αισθάνθηκε ποτέ του την ανάγκη να γνωρίσει τον πατέρα του.

Λέει κάπου ο Χριστός: «αύτη εστίν η αιώνιος ζωή, ίνα γινώσκωσι σε τον μόνο αληθινόν Θεόν και ον απέστειλας Ιησούν Χριστόν». Η αιώνιος ζωή είναι η γνώση του Θεού. Και τι σημαίνει γνώση του Θεού; Αυτό που λέει ο Χριστός: «μάθετε απ’ εμού ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία». Τελικά η σχέση μας με τον Θεό δεν είναι σχέση οπαδού. Ο Θεός δεν είναι κάτι που μας αρέσει, και τον πιστεύουμε αλλά είναι κάτι πολύ περισσότερο, γιατί μας αποκαλύπτει τον ίδιο τον εαυτό του. Γι’ αυτό και η δημιουργία μας είναι κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση του Θεού, πρέπει να γίνουμε όμοιοι με τον Θεό Πατέρα μας. Πώς μπορούμε διαφορετικά να είμαστε πραγματικά παιδιά του; Αν δεν έχουμε ίχνη που να μοιάζουν μαζί Του, πώς θα του μοιάσουμε; Και για να μην νομίζουμε ότι θα του μοιάσουμε εξωτερικά και έτσι θα γίνουμε όμοιοι με Αυτόν, μας αποκάλυψε ο ίδιος τον εαυτό Του, λέγοντάς μας: «μάθετε απ’ εμού ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών». Με έναν λόγο ο Θεός μας αποκάλυψε τον εαυτό Του ολόκληρο. Για να μην πλανώμεθα και να μη βρίσκουμε δικαιολογία ότι δεν ξέραμε ή δεν καταλάβαμε ότι έτσι είναι. Για να το καταλάβουμε όμως πρέπει να συντρίψουμε το είδωλό μας. Αν δεν συντριβεί αυτό το είδωλο του καλού ανθρώπου, του φρόνιμου, του ηθικού, του καθώς πρέπει, του συνετού, του δουλευτή στον Θεό και μάλιστα του «τοσαύτα έτη» εργαζομένου, δεν πρόκειται να τον καταλάβουμε.

Έλεγαν κάποιοι τύποι, λίγο περίεργοι, στον Γέροντα Παΐσιο: «Γέροντα, έχετε πολλά χρόνια στο Άγιον Όρος»; Αυτός τους έλεγε πως ήρθε την ίδια χρονιά με το μουλάρι του γείτονα. Τη χρονιά που έφερε αυτός το μουλάρι του στο Άγιον Όρος, μπήκε κι αυτός. Ήθελε να τους πει ότι και το μουλάρι είναι στο Άγιον Όρος, όμως δεν έγινε και κανένα άγιο μουλάρι, μουλάρι ήταν, μουλάρι έμεινε. Βέβαια, το έλεγε από ταπείνωση για τον εαυτό του, και δεν είχε μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του. Οι άνθρωποι του Θεού πέρασαν μέσα από την κάμινο των πειρασμών και των θλίψεων και απέκτησαν την ταπείνωση. Και όταν λέμε πειρασμό μην πηγαίνει το μυαλό μας μόνο σε πειρασμούς, που παθαίνει κανείς για την αγάπη του Χριστού και διώκεται, γιατί είναι ευσεβής και αγαπά τον Χριστό. Έχει πειρασμούς αμαρτίας και παθών που μας εξευτελίζουν, αλλά και πειρασμούς αθεΐας και άλλους πολλούς.

 Υπάρχουν άνθρωποι που δοκιμάζουν φοβερούς πειρασμούς. Αν διαβάσουμε τον βίο του Αγίου Νήφωνος επισκόπου Κωνσταντιανής, θα δούμε τι φοβερούς πειρασμούς πέρασε. Για αρκετά χρόνια, ενώ ήταν φοβερός αγωνιστής, πολεμείτο από τον πειρασμό της αθεΐας. Του έλεγε ο διάβολος ότι δεν υπάρχει Θεός. Αυτός έλεγε: «Κύριε, βοήθά με». Ήταν τόσο ισχυρός ο πόλεμος, που θα τρελαινόταν. Του έλεγε ότι εσύ είσαι πόρνος, μοιχός και τον πολεμούσε συνεχώς. Τότε ο Άγιος απαντούσε στον διάβολο «εγώ καν πορνεύσω καν μοιχεύσω καν φονεύσω καν οτιδήποτε πράξω, των ποδών του Ιησού Χριστού ουκ αφίσταμαι» . Έβαλε τον εαυτό του εκεί κάτω, συνέτριψε το είδωλό του, έφυγε την εικόνα του καλού παιδιού, του καλού ανθρώπου, του καθώς πρέπει, του ηθικού που έχει «καθαρό το μέτωπό του και τα χέρια του». Έφυγαν όλες αυτές οι εικόνες και συνετρίβη.

 Θεωρώ ότι ο Άσωτος ευρισκόμενος σε χώρα μακρινή και ζώντας ασώτως και περνώντας όλη αυτή την καταστροφική ταλαιπωρία, αφού κατέστρεψε τα πάντα, συνέτριψε τον εαυτό του αλλά όχι ζωηφόρα. Παρόλο που διαλύθηκε κυριολεκτικά όταν έβοσκε τους χοίρους, και πεινούσε και όλοι τον εγκατέλειψαν και έφτασε στον άδη της απόρριψης και της εγκατάλειψης, εκεί θυμήθηκε τον πατέρα του. Εκεί που ήταν σκοτάδι, άδης, απελπισία. Εκεί που λες όλα τελείωσαν και ο θάνατος σου φαίνεται λύτρωση. Εκεί βρήκε τον εαυτό του. Τον πατέρα του τον συνάντησε εκείνη τη συγκεκριμένη στιγμή, που είπε: «Αναστάς πορεύσομαι προς τον πατέρα». Αυτό το πράγμα τον βοήθησε να συνέλθει. 

 Ο άλλος δεν είχε καμία τέτοια εμπειρία. Όχι, γιατί του την στέρησε ο Θεός, όχι γιατί του την στέρησε ο πατέρας του, αλλά γιατί η ιδέα περί του εαυτού του, ότι τόσα χρόνια αυτός δεν παρέβηκε καμία εντολή και ήταν καλός υιός και ποτέ δεν τον εγκατέλειψε, του δημιούργησε την αυτοπεποίθηση, την καλή εικόνα για τον εαυτό του, η οποία δεν τον άφησε να ανακαλύψει τον Θεό πατέρα του. Αυτή είναι η τραγωδία του ανθρώπου αυτού, αλλά και η τραγωδία που πολλές φορές κυριεύει κι εμάς, τους «θρήσκους» ανθρώπους. Επειδή δεν κάνουμε και μεγάλα κακά ή τα κάνουμε κρυφά ή τα δικαιολογούμε κιόλας και δεν βιώνουμε αυτή την κατάσταση και δεν την καταλαβαίνουμε. Δεν μπορούμε να λειτουργήσουμε όπως είναι ο Θεός, γιατί δεν βιώσαμε ποτέ την πραγματικότητα του Θεού μέσα στην καρδιά μας, αφού ποτέ δεν τον μάθαμε.

 Εγώ λυπάμαι πολλές φορές και πρώτα τον εαυτό μου, όταν βλέπω και ακούω ανθρώπους της Εκκλησίας, που εκφράζονται απαξιωτικά για άνθρωπο αμαρτωλό, πλανεμένο, άσωτο, κακοποιό. «Μην τον συναναστρέφεσαι, μην του μιλάς, γιατί είναι χαμένος». Ένας άνθρωπος του Θεού δεν μπορεί να κάνει διακρίσεις. Το Ευαγγέλιο δεν μας διδάσκει να βλέπουμε τους άλλους υποτιμητικά. Πώς μπορούμε να λειτουργήσουμε με αυτό τον τρόπο; Σημαίνει ότι δεν καταλάβαμε ποτέ μας τι σημαίνει Ευαγγέλιο, Θεός. Δεν καταλάβαμε ότι «ο Θεός αγάπη εστι και ο έχων την αγάπη εν τω Θεώ μένει». Δεν μπορεί να λειτουργήσουμε διαφορετικά, δεν μπορούμε να υπάρξουμε.

 Κριτήριο της παρουσίας του Θεού είναι το να αγαπήσεις τον αδελφό σου. Αυτή είναι η κρίση του Θεού. Όλα όσα κάνουμε μέσα στην Εκκλησία πρέπει να καταλήγουν στην αγάπη, και η νηστεία, και η προσευχή και οι μετάνοιες. Αν δεν καταλήγουν εκεί στην αγάπη και όλα τρέφουν τον εγωισμό και την αυτοπεποίθησή μας, τότε αντί οι αρετές να γίνονται χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, γίνονται φαρμάκια, που δεν μας αφήνουν να γνωρίσουμε τον Θεό. Αυτό πράγματι είναι πολύ θλιβερό, γιατί θα έρθει ώρα κάποια στιγμή στη ζωή μας αναπόφευκτα που είτε ένας πειρασμός, είτε μία θλίψη ή μία δοκιμασία και καταστροφή, ένας θάνατος, μία αρρώστια, κατάρρευση οικονομική ή οτιδήποτε άλλο, που αμέσως θα μας αναστατώσουν. Έτσι λέμε, γιατί ο Θεός δεν με προστάτευσε, γιατί σε μένα, που είναι ο Θεός, γιατί ο άλλος ο κακός άνθρωπος που δεν πάει εκκλησία, που δεν νηστεύει, που δεν προσεύχεται, όλα του πάνε καλά κι εμένα από το κακό στο χειρότερο;

  Αρχίζουν όλα αυτά που δείχνουν ότι η πνευματική μας ζωή δεν είναι υγιής. Σίγουρα ο Θεός δεν παραβλέπει τίποτε. Ό,τι του δώσουμε θα το πάρει και θα μας οικονομήσει, δεν θα μας απορρίψει, εάν κάνουμε ό,τι μπορούμε. Όμως αυτή η κρίση είναι σημαντική και απαραίτητη στη ζωή μας, για να δούμε τι γίνεται με μας. Τι γίνεται με την ποιότητα του εαυτού μας. Και για να μην πλανόμαστε, ο Θεός διά του Αποστόλου Παύλου, διά Πνεύματος Αγίου μας αποκάλυψε τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος. Και μας λέει να μην πλανόμαστε και να νομίζουμε ότι είμαστε κάτι. Μας έβαλε έναν κατάλογο πραγμάτων, για να βάλουμε τον εαυτό μας μπροστά και να τον κρίνουμε. Και λέει: «ο καρπός του Πνεύματος εστίν αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, πραότης, αγαθωσύνη, πίστις, εγκράτεια» και άλλα άμετρα χαρίσματα.

 Ας τα πάρουμε ένα ένα και να δούμε ποιο απ’ όλα αυτά ακολουθούμε, να δούμε πώς λειτουργεί ο εαυτός μας. Έχω χαρά στην ψυχή μου ή έχω μόνο όταν γίνονται τα θελήματά μου, και όλα μου πάνε καλά; Όλα αυτά αν δεν τα έχω, τι πρέπει να κάνω; Να κλάψω, και να διερωτηθώ πού είναι όλα αυτά; Αυτή η απόσταση από τον Θεό να συντρίψει την καρδία μου επιτέλους και να καταλάβω ότι κάτι δεν πάει καλά. Και όταν δω εκείνες τις συμπεριφορές τις υπερφίαλες, τις εγωιστικές και απορριπτικές προς τους άλλους ανθρώπους, να τις αρνηθώ. Τουλάχιστον, ας γίνουμε ειλικρινείς και ας βρούμε κι εμείς αυτό το κλειδί του Θεού. Το κλειδί του Θεού είναι αυτό που βρήκε και ο Τελώνης: «ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ». Ούτε τα μάτια του δεν σήκωσε στον ουρανό. Κτυπούσε το στήθος του και ζητούσε από τον Θεό να τον λυπηθεί. Ο άλλος έλεγε μεν «ευχαριστώ», αλλά δεν ήταν, όπως πίστευε, «σαν τους άλλους ανθρώπους», ή όπως τον Τελώνη. Έκανε ελεημοσύνες, νήστευε και ήταν καλός!

Το ίδιο και ο άσωτος, πώς κέρδισε τον Θεό; Με τον ίδιο τρόπο. Είπε: «πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιοόν σου». Αμέσως έγινε δεχτός από τον πατέρα. Ο άλλος πήγε «δικαιωματικά»: «εγώ είμαι τόσα χρόνια και σου δουλεύω και ποτέ δεν παρήλθα καμία εντολή σου». Όλα, βέβαια, αυτά που είπε ο αδελφός του ασώτου ήταν αληθινά και ανθρωπίνως ίσως να είχε και δίκαιο. Όμως δεν ήξερε τον πατέρα του, δεν μπορούσε να τον πλησιάσει, δεν τον έμαθε ποτέ, ήταν ξένος προς αυτόν.

Λέει τη Μεγάλη Παρασκευή για τον ληστή: «κλείδα βαλών το μνήσθητί μου εν τη Βασιλεία σου» και αμέσως άνοιξε την πόρτα του Παραδείσου και μπήκε μέσα. Το Ευαγγέλιο τελικά έλεγαν οι Πατέρες είναι τόσο εύκολο αλλά και τόσο δύσκολο. Όποιος δεν βρει το κλειδί, κτυπάει πάνω στην πόρτα. Αυτό το κλειδί του Θεού πρέπει να βρούμε. Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή και όλη η ευλογημένη περίοδος του Τριωδίου συνεχώς μας το έχει μπροστά μας. Την ταπείνωση, τη μετάνοια, τη μίμηση του Θεού. Πώς θα μιμηθούμε τον Θεό; Έγινε άνθρωπος, για να τον δούμε και να μάθουμε πώς θα τον μιμηθούμε. Ποιοι τον μιμούνται; Αυτοί που τον ακολουθούν παντού: στο Πάθος, στον Σταυρό και σε όλα εκείνα τα οποία χαρακτήρισαν τη ζωή Του, για να μπορέσουμε να δούμε και τη δική μας Ανάσταση.

Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Λεμεσού (απόσπασμα μαγνητοφωνημένης ομιλίας που πραγματοποιήθηκε στο ησυχαστήριο της Αγίας Τριάδος, μετόχι της Μονής Μαχαιρά.)

«ΜΗΝ ΑΜΕΛΟΥΜΕ ΤΗΝ ΣΩΤΗΡΙΑ ΜΑΣ» Ἄρθρο τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου

77897 2

   γαπητοί ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, 

   Μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ ἀξιωθήκαμε γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ νὰ εἰσέλθουμε στὸ κατανυκτικὸ Τριώδιο. Ἡ στοργική μας μητέρα, ἡ Ἐκκλησία, καλεῖ ὅσους ἐπιθυμοῦν τὴν σωτηρία καὶ τὴν ἀνακούφιση τῆς ψυχῆς νὰ προετοιμασθοῦν γιὰ τὸ ἐπερχόμενο «στάδιον τῶν ἀρετῶν» τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς. Μπροστά μας ξετυλίγεται μία ὄμορφη καὶ ξεχωριστὴ περίοδος τοῦ ἔτους, κατὰ τὴν ὁποία κάθε λόγος τῆς Ἐκκλησίας, κάθε τροπάριο ὠθεῖ τὸν καθένα μας σὲ πνευματικὴ ἐγρήγορση, σὲ συντριβὴ τῆς καρδιᾶς, σὲ αὐτοκριτική, σὲ μετάνοια, σὲ ἁγιασμό. Αὐτὰ ὅλα πρωτίστως ὑποδηλώνουν ὅτι τὸ Τριώδιο δὲν ἔχει καμία σχέση μὲ τὰ μασκαρέματα. Ἀντιθέτως, καλούμαστε νὰ ἀποτινάξουμε τὶς νοητὲς μάσκες τῆς ὑποκρισίας καὶ νὰ ἐκφράσουμε μὲ εἰλικρίνεια αἰσθήματα εὐσέβειας πρὸς τὸν Γλυκύτατο Χριστό μας, ὁ Ὁποῖος δὲν ζητάει πολλὰ ἀπὸ ἑμᾶς. 

    περασμένη Κυριακή, ἀλλὰ καὶ ἡ παροῦσα, αὐτὸ ἀκριβῶς μᾶς διδάσκει∙ τὴν προηγούμενη ἐβδομάδα ὁ ἁμαρτωλὸς τελώνης μὲ μόνο λίγες λέξεις καρδιακῆς προσευχῆς ἔφυγε δικαιωμένος ἀπὸ τὸν Ναό, ἐνῶ τὴν παροῦσα ἡμέρα ὁ ἐπίσης ἁμαρτωλός, ὁ ἄσωτος ὑιός, μὲ μόνο λίγο θάρρος καὶ λίγες λέξεις καρδιακῆς μετανοίας ἐπιστρέφει στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπὸ ἄσωτος γίνεται σεσωσμένος καὶ διαχρονικὸ παράδειγμα γιὰ τὸν καθένα μας. 

   λήθεια, μέσα ἀπὸ τὴν σημερινὴ παραβολὴ τοῦ ἀσώτου ὁ καθένας μπορεῖ νὰ δεῖ τὸν ἴδιο του τὸν ἑαυτό, διότι κανείς μας δὲν εἶναι ἀναμάρτητος. Τὸ μεγαλύτερο δῶρο τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο, τὴν ἐλευθερία, κάποτε τὴν χρησιμοποιοῦμε λανθασμένα. Ἐπιλέγουμε πολλὲς φορές τὴν ἁμαρτία, ἀλλὰ αὐτὴ ἡ ἁμαρτία, ἐνῶ ἀρχικὰ μπορεῖ νὰ μᾶς γοητεύει, τελικὰ μᾶς βγάζει σὲ ἀδιέξοδο. Καὶ ἐκεὶ ποὺ νομίζουμε ὅτι ἔχουμε καλύψει τὰ κενά μας, τελικὰ εἴμαστε ἄδειοι. Ὁ δρόμος τῆς ἁμαρτίας ποὺ τραβήξαμε μὲ αὐτοπεποίθηση, τελικὰ ἀποδεικνύεται λανθασμένος. Ὅλα, ὅμως, μποροῦν νὰ ἀνατραποῦν, ἀρκεῖ νὰ συνειδητοποιήσουμε τὴν πτώση μας καὶ νὰ θέλουμε νὰ ἐπιστρέψουμε στὴν πρώτη μας κατάσταση. Ἡ εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄπειρη καὶ ἡ ἀγκαλιὰ Του χωράει τοὺς πάντες. Χωράει τοὺς Ἁγίους, ἀλλὰ καὶ τὸν κάθε πεπτωκότα, τὸν κάθε ἐξόριστο. Αὐτὴ ἡ ἀγκαλιὰ χωράει ὅσους θέλουν νὰ ἀνήκουν σὲ αὐτήν. 

   χουμε τὸ θάρρος νὰ τρέξουμε πίσω σὲ αὐτὴν τὴν ἀγκαλιά; Νὰ παραβλέψουμε τὰ γύρω, νὰ φορέσουμε τὸ δαχτυλίδι καὶ νὰ ποῦμε «Κύριε σὲ Ἐσένα ἀνήκω»; Ὁ Θεὸς δὲν ζητάει πολλά. Ἕνα βῆμα νὰ κάνουμε πρὸς Ἐκεῖνον μὲ καρδιακὴ μετάνοια, ὁ Ἴδιος, ὥς Φιλόστοργος Πατέρας, θὰ τρέξει νὰ μᾶς προϋπαντήσει, νὰ μᾶς ζεστάνει, νὰ μᾶς χαρίσει αὐτὸ ποὺ στερηθήκαμε μὲ τὴν ἁμαρτία, τὴν ἀληθινὴ Ζωή.

   Γιὰ αὐτὸ ἦρθε ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο∙ γιὰ νὰ σώσει τὸ πλανώμενο πρόβατο. Κὶ ὅταν ἕνα πλανώμενο πρόβατο σώζεται, ὅταν ἕνας ἀπὸ ἑμᾶς συνειδητοποιεῖ τὸν ἀληθινό προορισμὸ τῆς ζωῆς του, χαρὰ γίνεται στὸν Οὐρανὸ μεγαλύτερη ἀπὸ ὅταν σώζονται ἐνενήκοντα ἐννέα δίκαιοι. Τότε, ὁ μόνος ποὺ δὲν χαίρεται εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἀκόμη φορᾶ τὴ μάσκα τοῦ εὐσεβισμοῦ, ἐκεῖνος ποὺ ἡ τυπολατρικὴ τήρηση τῶν νόμων ποτὲ δὲν τοῦ ἐπέτρεψε νὰ ἀσκήσει αὐτοκριτικὴ καὶ νὰ δεῖ μὲ εἰλικρίνεια τὴν εἰκόνα τῆς ψυχῆς του. Καὶ γιὰ αὐτὸν, ὅμως, ἡ ἀγκαλιὰ τοῦ Πατέρα παραμένει ὑπομονετικά ἀνοιχτή, ἄν ποτὲ θελήσει. 

   Καλὸ Τριώδιο, ἀδελφοί μου, μὲ καρδιακὴ μετάνοια καὶ καρδιακὴ προσευχή.

Μὴν ἀμελοῦμε τὴν σωτηρία μας.

Μὴν παραβλέψουμε τὴν νέα εὐκαιρία ποὺ μᾶς δίνει ὁ Θεός. 

+ ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου 2022

ΕΠΙΓΝΩΜΕΝ ΑΔΕΛΦΟΙ (Στιχηρό Ἰδιόμελον Ἑσπερινοῦ Σαββάτου Ἀσώτου)



Στιχηρό Ἰδιόμελον Ἑσπερινοῦ Σαββάτου Ἀσώτου
Ἦχος α΄
«Ἐπιγνῶμεν ἀδελφοί, τοῦ μυστηρίου τήν δύναμιν, τόν γάρ ἐκ τῆς ἁμαρτίας, πρός τήν πατρικήν ἑστίαν ἀναδραμόντα Ἄσωτον Υἱόν ὁ πανάγαθος Πατήρ, προϋπαντήσας ἀσπάζεται, καί πάλιν τῆς οἰκείας δόξης, χαρίζεται, τά γνωρίσματα, καί μυστικήν τοῖς ἄνω ἐπιτελεῖ εὐφροσύνην, θύων τόν μόσχον τόν σιτευτόν, ἵνα ἡμεῖς ἀξίως πολιτευσώμεθα, τῷ τε θύσαντι φιλανθρώπῳ Πατρί, καί τῷ ἐνδόξῳ θύματι, τῷ Σωτήρι τῶν ψυχῶν ἡμῶν.» Ἑρμηνευτική ἀπόδοση “Ἄς κατανοήσουμε ἀδελφοί μου, τό πνευματικό βάθος καί τή δύναμη πού ἔχει τοῦτο τό μυστήριο. Ἐκεῖνον τόν Ἄσωτο γυιό πού ξέφυγε ἀπό τήν χώρα τῆς ἁμαρτίας καί ξαναγύρισε στό πατρικό του σπίτι, ὁ πανάγαθος Θεός Πατέρας τόν προϋπάντησε γλυκοφιλώντάς τον. Τοῦ χάρισε ὅλα τά πρῶτα του ἔνδοξα χαρίσματα πού εἶχε ὡς παιδί του. Τοῦ ἑτοίμασε ἀκόμα οὐράνια εὐφρόσυνη πανήγυρη κι ἔστρωσε γιορτινό τράπεζι σφάζοντας τό ὀμορφότερο καί πιό καλοθρεμένο μοσχαράκι. Γι᾽ αὐτό καί ἐμεῖς ἄς ζήσουμε ὅπως ἁρμόζει σέ παιδιά τέτοιου Πατέρα καί τέτοιου ἔνδοξου θύματος, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού θυσιάσθηκε γιά μᾶς καί εἶναι ὁ Σωτήρας τῶν ψυχῶν μας.”

Τετάρτη 16 Φεβρουαρίου 2022

ΟΥΡΑΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΛΙΜΑΞ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ: Περὶ ὕπνου καὶ προσευχῆς

ΛΟΓΟΣ ΔΕΚΑΤΟΣ ΟΓΔΟΟΣ

Περὶ ὕπνου καὶ προσευχῆς

(Καθὼς καὶ περὶ τῆς ψαλμῳδίας εἰς συνοδίαν μοναχῶν)

 ΥΠΝΟΣ εἶναι σπουδαῖο συστατικὸ τῆς φύσεώς μας, ἀπεικόνισις τοῦ θανάτου, ἀργία τῶν αἰσθήσεων. Εἶναι μὲν ἕνας, ἀλλὰ ὅπως καὶ ἡ ἐπιθυμία, ἔχει πλεῖστες αἰτίες καὶ ἀφορμές. Δηλαδὴ προέρχεται ἄλλοτε ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη φύσι, ἄλλοτε ἀπὸ τὰ φαγητὰ καὶ ἄλλοτε ἀπὸ τοὺς δαίμονες. Μερικὲς φορὲς ἴσως καὶ ἀπὸ πολὺ ὑπερβολικὴ νηστεία, ἀπὸ τὴν ὁποία ἐξασθενημένη ἡ σάρκα, ζητεῖ νὰ αὐτοπαρηγορηθῇ μὲ τὸν ὕπνο.

2. Ὅπως ἡ πολυποσία ἐξαρτᾶται καὶ ἐνισχύεται ἀπὸ τὴν κακὴ συνήθεια, ἔτσι καὶ ἡ πολυυπνία. Γι᾿ αὐτὸ ἰδιαιτέρως στὶς ἀρχὲς τῆς ἀποταγῆς ἂς ἀγωνισθοῦμε ἐναντίον της. Διότι εἶναι πολὺ δύσκολο νὰ θεραπεύσῃ κανεὶς μία μακροχρόνια συνήθεια.

3. Ἂς παρακολουθήσωμε καὶ θὰ ἰδοῦμε πὼς ἐνῷ σημαίνει ἡ πνευματικὴ σάλπιγξ, δηλαδὴ τὸ σήμαντρο, ὀρατῶς μὲν συναθροίζονται οἱ ἀδελφοί, ἀοράτως δὲ συνάγονται οἱ ἐχθροί. Ἔτσι ἄλλοι δαίμονες ἔρχονται στὸ κρεββάτι, μόλις σηκωθοῦμε, καὶ μᾶς πιέζουν νὰ ἀνακλιθοῦμε πάλι. «Μεῖνε, μᾶς λέγουν, ἕως ὅτου συμπληρωθοῦν οἱ προοιμιακοὶ ὕμνοι, καὶ ἔπειτα πηγαίνεις στὴν Ἐκκλησία». Ἄλλοι, ἐνῷ παριστάμεθα στὴν προσευχή, ἔρχονται καὶ μᾶς βυθίζουν στὸν ὕπνο. Ἄλλοι προξενοῦν ἔντονη καὶ ἀπροσδόκητη κοιλιακὴ ἐνόχλησι. Ἄλλοι μᾶς προτρέπουν νὰ ἀνοίγωμε συζητήσεις μέσα στὸ Κυριακό. Ἄλλοι παρασύρουν τὸν νοῦ μας σὲ αἰσχροὺς λογισμούς. Ἄλλοι μᾶς κάνουν νὰ ἀκουμποῦμε σὰν κουρασμένοι στὸν τοῖχο. Ἐνίοτε μάλιστα συμβαίνει νὰ μᾶς προκαλοῦν καὶ πάρα πολλὰ χασμουρητά.

Μερικοὶ ἀπὸ αὐτοὺς ἐπροκάλεσαν πολλὲς φορὲς γέλωτα τὸν καιρὸ τῆς προσευχῆς, ὥστε νὰ κάνουν τὸν Θεὸν νὰ ἀγανακτήσῃ ἐναντίον μας. Ἄλλοι μᾶς βιάζουν νὰ διαβάζωμε γρήγορα τὸ Ψαλτήριο ἀπὸ ῥᾳθυμία, καὶ ἄλλοι μᾶς προτρέπουν νὰ ψάλλωμε ἀργὰ ἀπὸ φιληδονία. Μερικὲς μάλιστα φορὲς κάθονται καὶ στὸ στόμα μας καὶ τὸ καθιστοῦν κλειστὸ καὶ δυσκολοάνοικτο.

4. Ἐκεῖνος ποὺ ἀναλογίζεται ὅτι προσευχόμενος ἵσταται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ αἰσθάνεται αὐτὸ στὴν καρδιά του, θὰ εἶναι στύλος ἀκλόνητος καὶ δὲν θὰ ἐμπαίζεται ἀπὸ κανένα δαίμονα ἀπὸ ὅσους προανέφερα.

 πραγματικὸς ὑποτακτικός, πολλὲς φορὲς μόλις σταθῇ στὴν προσευχή, γίνεται ὅλος φωτεινὸς καὶ πασίχαρος· διότι εἶναι ὁ πύκτης παρασκευασμένος καὶ φλογισμένος ἀπὸ πρὶν μὲ τὴν ἀνόθευτη διακονία καὶ ὑπακοή.

5. Σὲ ὅλους εἶναι δυνατὸν νὰ προσεύχωνται μαζὶ μὲ τὸ πλῆθος τῶν ἀδελφῶν, σὲ πολλοὺς ὅμως εἶναι πιὸ ταιριαχτὸ μόνο μὲ ἕναν ὁμόψυχο. Ὅταν ὑμνῆς τὸν Θεὸν μὲ τὸ πλῆθος, δὲν μπορεῖς νὰ κάνης ἄϋλη προσευχή. Ἂς ἔχῃς ὅμως τότε ὡς νοερὰ ἐργασία τὴν θεωρία τῶν ψαλλομένων ἢ πάλι κάποια ὡρισμένη προσευχή, ἕως ὅτου τελειώση ὁ στίχος τοῦ πλησίον σου.

6. Δὲν ἐπιτρέπεται νὰ ἀσκῆς τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς κάποιο πάρεργο, γιὰ νὰ μὴν εἰπῶ κάτεργο. Αὐτὸ ἄλλωστε τὸ ἐδίδαξε σαφῶς ὁ Ἄγγελος ποὺ ἐμφανίσθηκε στὸν Μέγαν Ἀντώνιο.

7. Ἡ κάμινος δοκιμάζει τὸν χρυσό· ἡ δὲ παράστασις στὴν προσευχή, τὸν ζῆλο καὶ τὴν ἀγάπη τῶν μοναχῶν πρὸς τὸν Θεόν.

ργασία ἐπαινετή! Ὅποιος τὴν κατέκτησε, καὶ τὸν Θεὸν πλησιάζει καὶ τοὺς δαίμονες ἐκδιώκει.

Δείτε σχετικά:ΕΔΩ

Πέμπτη 10 Φεβρουαρίου 2022

Μη κλαις! Και εμένα με έδιωξαν...


«Εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν καὶ ὑμᾶς διώξουσιν» ('Ιω. ιε΄ 20)
 

Κάποιος, σαν ήταν ακόμη παιδί, άκουγε συχνά τη γιαγιά του να του λέει: «Παιδάκι μου, όταν μεγαλώσεις και κάποια στιγμή νιώσεις άσχημα, να πας στην εκκλησία· εκεί θα αισθανθείς καλύτερα».

Τα χρόνια πέρασαν, το παιδί μεγάλωσε και ακολούθησε άσχημο δρόμο. 

Κάποια στιγμή, έφθασε σε αδιέξοδο και κατάλαβε ότι τα πράγματα δεν πάνε καλά για αυτόν. Θυμήθηκε όμως τη συμβουλή της γιαγιάς του και πήγε σε ένα ναό. 

Μπήκε σε αυτόν και σε λίγη ώρα κάποιος τον πλησίασε και του είπε: «Δεν σταυρώνεις σωστά τα χέρια σου!». 

Ένας άλλος έσπευσε: «Τα ρούχα σου δεν είναι κατάλληλα...». 

Ένας τρίτος γκρίνιαξε: «Κανονικά δεν καθόμαστε αυτή τη στιγμή!». 

Από πίσω ακούστηκε μια φωνή: «Και ούτε μάσκα φοράς... Αν μας κολλήσεις κάτι;». 

Τότε μια γυναίκα ήρθε και του είπε:

«Καλύτερα να φύγεις. Πήγαινε να αγοράσεις ένα βιβλίο για το πώς πρέπει να στεκόμαστε στο ναό και έλα μετά».

Φεύγοντας του φώναξε κάποιος: «Φέρε μας και βίντεο ή φωτογραφίες από τη βάπτισή σου για να δούμε αν σε έχουν βαπτίσει σωστά!». 

Ο άνδρας βγήκε από τον ναό λυπημένος, κάθισε σε ένα παγκάκι και άρχισε να κλαίει πικρά. 

Ξαφνικά άκουσε μια φωνή:

- Γιατί κλαις, παιδί μου;

Ο άνθρωπος σήκωσε το δακρυσμένο του πρόσωπο και είδε τον Χριστό. 

Του είπε:

- Θεέ μου! Δεν μου επιτρέπουν να μείνω στο ναό!

Ο Ιησούς τον αγκάλιασε:

η κλαις! Και εμένα με έδιωξαν...

(διασκευή εκ του ρωσσικού)

Πηγή: https://krufo-sxoleio.blogspot.com/

Τετάρτη 9 Φεβρουαρίου 2022

ΟΥΡΑΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΛΙΜΑΞ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ: Περὶ ἀναισθησίας

 

ΛΟΓΟΣ ΔΕΚΑΤΟΣ ΕΒΔΟΜΟΣ

Περὶ ἀναισθησίας

(Διὰ τὴν νέκρωσιν τῆς ψυχῆς καὶ διὰ τὸν
θάνατον τοῦ νοῦ, πρὸ τοῦ σωματικοῦ θανάτου)


ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΑ καὶ στὰ σώματα καὶ στὶς ψυχὲς εἶναι ἀπονεκρωμένη αἴσθησις, ἡ ὁποία ἀπὸ χρονία ἀσθένεια καὶ ἀμέλεια κατέληξε νὰ ἀναισθητοποιηθῇ.

2. Ἡ ἀναλγησία εἶναι πολυκαιρισμένη καὶ μονιμοποιημένη ἀμέλεια, ναρκωμένη σκέψις, γέννημα τῶν «προλήψεων». Εἶναι παγίδα τῆς πνευματικῆς προθυμίας, βρόχος τῆς ἀνδρείας, ἄγνοια τῆς κατανύξεως, θύρα τῆς ἀπογνώσεως. Εἶναι μητέρα τῆς λήθης, (λησμοσύνης τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἐντολῶν του), καὶ ἐν συνεχείᾳ θυγατέρα τῆς ἰδικῆς της θυγατέρας (1). Εἶναι ἀκόμη ἀπόκρουσις ἀπὸ τὴν ψυχὴ τοῦ φόβου τοῦ Θεοῦ.

3. Ὁ ἀνάλγητος εἶναι ἄφρων φιλόσοφος. Εἶναι αὐτὸς ποὺ ἐξηγεῖ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ στοὺς ἄλλους πρὸς ἰδική του κατάκρισι. Αὐτὸς ποὺ φιλολογεῖ εἰς βάρος τοῦ ἑαυτοῦ του. Αὐτὸς ποὺ εἶναι τυφλός, καὶ διδάσκει τοὺς ἄλλους πῶς νὰ βλέπουν. Ὁμιλεῖ στοὺς ἄλλους γιὰ τὴν θεραπεία τοῦ τραύματός των, ἐνῷ συνεχῶς ἐρεθίζει καὶ χειροτερεύει τὸ ἰδικό του. Ὁμιλεῖ ἐναντίον τοῦ πάθους, καὶ συνεχῶς τρέφεται μὲ ὅσα τὸ προκαλοῦν. Ἐναντίον τοῦ πάθους προσεύχεται, καὶ ἀμέσως σπεύδει νὰ τὸ ἱκανοποιήση. Ἱκανοποιώντας το ἐξοργίζεται κατὰ τοῦ ἑαυτοῦ του καὶ δὲν ἐντρέπεται τὰ λόγια του ὁ ταλαίπωρος.

«Ἄσχημα κάνω» φωνάζει, καὶ μὲ εὐχαρίστησι ἐπιμένει στὴν ἁμαρτία. Τὸ στόμα προσεύχεται ἐναντίον τοῦ πάθους, ἀλλὰ τὸ σῶμα ὑπὲρ αὐτοῦ ἀγωνίζεται. Περὶ θανάτου φιλοσοφεῖ, καὶ συμπεριφέρεται σὰν ἀθάνατος. Γιὰ τὸν χωρισμὸ στενάζει, καὶ σὰν νὰ εἶναι αἰώνιος ἀμελεῖ καὶ νυστάζει. Ὁμιλεῖ γιὰ τὴν ἐγκράτεια, καὶ δίνει ἀγῶνες γιὰ τὴν γαστριμαργία. Μακαρίζει τὴν ὑπακοή, καὶ πρῶτος αὐτὸς παρακούει.

παινεῖ τοὺς ἀπροσπαθεῖς καὶ δὲν ἐντρέπεται νὰ μνησικακῆ καὶ νὰ φιλονεικῆ γιὰ ἕνα κουρέλι. Παρασυρόμενος στὴν ὀργὴ πικραίνεται, καὶ ἐν συνεχείᾳ ὀργίζεται πάλι ἐπειδὴ πικράθηκε. Καὶ ἔτσι προσθέτει ἥττα στὴν ἥττα χωρὶς νὰ τὸ αἰσθάνεται.

Διαβάζει γιὰ τὴν Κρίσι, καὶ ἀρχίζει νὰ χαμογελᾶ. Γιὰ τὴν κενοδοξία, καὶ κενοδοξεῖ τὴν ὥρα τῆς ἀναγνώσεως. Ἀποστηθίζει λόγους περὶ ἀγρυπνίας, καὶ παρευθὺς καταβυθίζεται στὸν ὕπνο. Ἐγκωμιάζει τὴν προσευχή, καὶ τὴν ἀποφεύγει σὰν μαστίγιο. Μόλις χορτάσει φαγητὸ μετανοεῖ, καὶ ὕστερα ἀπὸ λίγο τρώει καὶ χορταίνει περισσότερο. Μακαρίζει τὴν σιωπή, καὶ τὴν ἐγκωμιάζει μὲ πολυλογία. Διδάσκει περὶ πραότητος, καὶ πολλὲς φορὲς ὀργίζεται τὴν ὥρα τῆς διδασκαλίας. Μόλις συνῆλθε ἀπὸ τὸ σφάλμα του ἐστέναξε, καὶ ἀφοῦ κούνησε τὸ κεφάλι πάλι ὑπέκυψε στὸ πάθος του.

Κατηγορεῖ τὸ γέλιο καὶ χαμογελαστὸς διδάσκει περὶ πένθους. Κατηγορεῖ πολὺ ἐμπρὸς σὲ ἄλλους τὸν ἑαυτόν του ὡς κενόδοξο, καὶ μὲ τὴν κατηγορία αὐτὴ κοιτάζει νὰ προσπορίση στὸν ἑαυτόν του δόξα. Μὲ ἐμπάθεια ἀτενίζει στὰ εὐειδῆ πρόσωπα, καὶ ὁμιλεῖ περὶ σωφροσύνης καὶ ἁγνότητος. Ἐπαινεῖ τοὺς ἐρημίτας καὶ τοὺς ἡσυχαστάς, ἐνῷ περνᾶ τὸν καιρό του στὸν κόσμο, καὶ δὲν ἀντιλαμβάνεται ὅτι ἔτσι ἐξευτελίζει τὸν ἑαυτό του. Ἐπαινεῖ καὶ δοξάζει τοὺς ἐλεήμονας, ἀλλὰ ὑβρίζει τοὺς πτωχούς. Πάντοτε γίνεται κατήγορος τοῦ ἑαυτοῦ του, ἀλλὰ νὰ συνέλθη δὲν θέλει, γιὰ νὰ μὴν εἰπῶ δὲν μπορεῖ.

4. Ἔτυχε νὰ ἰδῶ πολλοὺς τέτοιους ποὺ ἐδάκρυζαν ἀκούοντας περὶ θανάτου καὶ περὶ τῆς φοβερᾶς κρίσεως, καὶ μὲ τὰ δάκρυα ἀκόμη στὰ μάτια ἔτρεχαν γρήγορα στὴν τράπεζα. Καὶ ἐδοκίμασα θαυμασμό, πῶς κατώρθωσε ἡ δέσποινα αὐτὴ καὶ ὀζοθήκη, δηλαδὴ ἡ κοιλία, δυναμωμένη ἀπὸ τὴν πολλὴ ἀναλγησία, νὰ κατατροπώση καὶ τὸ πένθος ἀκόμη.

5. Μὲ τὴν μικρὴ γνῶσι καὶ τὴν ἱκανότητα ποὺ διαθέτω, ἀπεγύμνωσα τὶς δολιότητες καὶ τὶς πληγὲς τῆς πετρώδους αὐτῆς καὶ ἀποκρήμνου καὶ μανιώδους καὶ ἀνοήτου ἀναισθησίας. Δὲν ἔχω διάθεσι νὰ φιλολογῶ περισσότερο εἰς βάρος της. Ὅποιος ὅμως δύναται μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Κυρίου νὰ παρουσιάση ἀπὸ πείρα καὶ δοκιμασία κατάλληλα φάρμακα γιὰ τὶς πληγὲς αὐτές, ἂς μὴ διστάξη νὰ τὸ κάνη. Ἐγὼ δὲν τὸ θεωρῶ ἐντροπὴ νὰ προβάλω ἀδυναμία, ἀφοῦ εἶμαι τόσο πολὺ αἰχμαλωτισμένος ἀπὸ αὐτή. Ἀλλ᾿ οὔτε καὶ τὶς δολιότητές της καὶ τὰ τεχνάσματά της κατώρθωσα νὰ καταλάβω μόνος μου· παρὰ μόνο ἀφοῦ κάπου τὴν συνέλαβα καὶ τὴν ἐκράτησα διὰ τῆς βίας καὶ τὴν ἐβασάνισα καὶ τὴν ἐμαστίγωσα μὲ τὸ μαστίγιο τοῦ θείου φόβου καὶ τῆς ἀδιαλείπτου προσευχῆς, τὴν ἀνάγκασα νὰ ὁμολογήση ὅσα προανέφερα.

Μοῦ φαινόταν δὲ ὅτι ἔλεγε ἡ τυραννικὴ καὶ κακοῦργος: «Οἱ ἰδικοί μου σύντροφοι ἐνῷ βλέπουν νεκρούς, γελοῦν. Ἐνῷ παρίστανται στὴν προσευχή, εἶναι ἐξ ὁλοκλήρου πετρώδεις καὶ σκληροὶ καὶ σκοτεινοί. Ἐνῷ ἀντικρύζουν τὴν ἁγία Τράπεζα, μένουν ἀναίσθητοι. Ἐνῷ μεταλαμβάνουν ἀπὸ τὰ ἅγια Δῶρα, εἶναι σὰν νὰ ἐγεύθησαν ἁπλῶς ψωμί. Ἐγώ, ὅταν τοὺς βλέπω νὰ κατανύσσωνται, τοὺς καταγελῶ. Ἐγὼ ἔχω μάθει ἀπὸ τὸν πατέρα ποὺ μὲ ἐγέννησε, νὰ φονεύω ὅ,τι καλὸ γεννᾶται ἀπὸ τὴν ἀνδρεία τῆς ψυχῆς καὶ τὸν εὐσεβῆ πόθο. Ἐγὼ εἶμαι μητέρα τοῦ γέλωτος, ἐγὼ τροφὸς τοῦ ὕπνου, ἐγὼ φίλη του χορτασμοῦ. Ἐγώ, ὅταν ἐλέγχωμαι δὲν πονῶ. Ἐγὼ εἶμαι σφικτὰ ἀγκαλιασμένη μὲ τὴν ψευτοευλάβεια».

Κατάπληκτος δὲ ἐγὼ ἀπὸ τὰ λόγια αὐτῆς τῆς παράφρονος, ἐρωτοῦσα τὸ ὄνομα αὐτοῦ ποὺ τὴν ἐγέννησε. Καὶ ἐκείνη μοῦ ἀπήντησε:

«Ἐγὼ δὲν ἔχω μία μόνο γέννησι. Ἡ δὲ κυοφόρησίς μου εἶναι κάπως ποικίλη καὶ ἄστατη. Ἐμένα μὲ ἐνδυναμώνει ὁ χορτασμὸς τῆς κοιλίας. Ἐμένα μὲ αὔξησε ἡ πολυκαιρία. Ἐμένα μὲ ἔχει παγιώσει ἡ κακὴ συνήθεια· καὶ ὅποιος τὴν ἀπέκτησε, ποτὲ δὲν πρόκειται νὰ ἀπαλλαγῆ ἀπὸ ἐμένα. Ἐὰν μελετᾶς ἐπίμονα καὶ μὲ πολλὴ ἀγρυπνία τὴν αἰωνία Κρίσι, ἴσως μὲ κάνης νὰ χαλαρώσω ὀλίγο. Κοίταξε ἀπὸ ποιὰ αἰτία γεννῶμαι σ᾿ ἐσένα -δὲν ἔχω σὲ ὅλους τὴν ἴδια αἰτία-, καὶ ἀγωνίζου ἐναντίον τῆς μητέρας μου αὐτῆς. Νὰ προσεύχεσαι συχνὰ στοὺς τάφους, ζωγραφίζοντας ἀνεξίτηλα τὴν εἰκόνα τους στὴ καρδιά σου. Ἐὰν μάλιστα αὐτὴ δὲν ζωγραφισθῇ μὲ τὸν χρωστήρα τῆς νηστείας, δὲν πρόκειται νὰ μὲ νικήσης εἰς τὸν αἰώνα».

----------

1. Ἀπὸ τὴν ἀναλγησία δηλαδὴ γεννᾶται ἡ λήθη καὶ ἀπὸ τὴν λήθη γεννᾶται πάλι ἡ ἀναλγησία.

Δείτε σχετικά:ΕΔΩ

Παρασκευή 4 Φεβρουαρίου 2022

ΟΥΡΑΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΛΙΜΑΞ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ: Περὶ φιλαργυρίας



ΛΟΓΟΣ ΔΕΚΑΤΟΣ ΕΚΤΟΣ

Περὶ φιλαργυρίας

(Καθὼς καὶ περὶ ἀκτημοσύνης)

ΠΟΛΛΟΙ ΑΠΟ τοὺς σοφοὺς διδασκάλους μετὰ ἀπὸ τὸν προηγούμενο τύραννο συνηθίζουν νὰ τοποθετοῦν τὸν παρόντα μυριοκέφαλο δαίμονα τῆς φιλαργυρίας. Καὶ γιὰ νὰ μὴ μεταβάλωμε τὴν σειρὰ τῶν σοφῶν ἐμεῖς οἱ ἄσοφοι, ἀκολουθήσαμε τὸν ἴδιο κανόνα καὶ τὴν ἴδια ἀπόφασι. Ἔτσι ἀφοῦ ὁμιλήσωμε ὀλίγο μὲ τὴν ἀρρώστεια, θὰ ὁμιλήσωμε ἔπειτα ἐν συντομίᾳ καὶ γιὰ τὴν κατάστασι τῆς ὑγείας.

2. Ἡ φιλαργυρία εἶναι προσκύνησις τῶν εἰδώλων, θυγατέρα τῆς ἀπιστίας, προφασίστρια νόσων, μάντις γηρατειῶν, ὑποβολεὺς ἀνομβρίας, προμηνυτὴς λιμῶν.

3. Φιλάργυρος εἶναι ἐκεῖνος ποὺ καταφρονεῖ τὶς εὐαγγελικὲς ἐντολὲς καὶ τὶς παραβαίνει ἐνσυνείδητα. Ὅποιος ἀπέκτησε ἀγάπη διεσκόρπισε χρήματα. Ὅποιος ὅμως ἰσχυρίζεται πὼς συμβιβάζει στὴν ζωή του καὶ τὰ δυό, αὐτοαπατήθηκε.

4. Ὅποιος πενθεῖ γιὰ τὶς ἁμαρτίες του, ἀπαρνήθηκε καὶ τὸ σῶμα του. Διότι ὅταν τὸ ἐκάλεσε ἡ περίστασις, οὔτε αὐτὸ τὸ λυπήθηκε.

5. Μὴ ἰσχυρίζεσαι ὅτι μαζεύεις χρήματα γιὰ τοὺς πτωχούς. Διότι δυὸ μόνο λεπτὰ ἀγόρασαν τὴν οὐράνιο βασιλεία (πρβλ. Λουκ. κα´ 2).

6. Ὁ φιλόξενος καὶ ὁ φιλάργυρος συναντήθηκαν. Καὶ ὁ δεύτερος ἀποκαλοῦσε τὸν πρῶτο ἀδιάκριτο καὶ ἀσύνετο.

7. Ὅποιος ἐνίκησε τὸ πάθος αὐτό, ἔπαυσε νὰ ἔχῃ μέριμνες. Ὅποιος εἶναι δεμένος μαζί του, ποτὲ δὲν θὰ κάνη καθαρὰ προσευχή.

8. Ἀρχὴ τῆς φιλαργυρίας, ἡ πρόφασις τῆς ἐλεημοσύνης. Τέλος δὲ αὐτῆς, τὸ μίσος πρὸς τοὺς πτωχούς. Ἕως ὅτου κάποιος συγκεντρώση τὰ χρήματα, κάνει ἐλεημοσύνες. Ὅταν ὅμως τὰ συγκεντρώση, σφίγγουν τὰ χέρια του.

9. Εἶδα ἀνθρώπους πτωχοὺς ὡς πρὸς τὰ χρήματα, οἱ ὁποῖοι ἐπλούτησαν στὴν ζωὴ τῶν «πτωχῶν τῷ πνεύματι»· δηλαδὴ ἐπλούτησαν στὴν μοναχικὴ ζωή. Καὶ ἔπαυσαν πλέον νὰ ἐνθυμοῦνται τὴν προηγουμένη πτωχεία τους.

10. Ὁ φιλοχρήματος μοναχὸς εἶναι ξένος πρὸς τὴν ἀκηδία(!), ἐνθυμούμενος κάθε ὥρα τὸν ἀποστολικὸ λόγο «Ὁ ἀργὸς μηδὲ ἐσθιέτω» (Β´ Θέσ. γ´ 10), καθὼς καὶ τό: «Αἱ χεῖρες αὗται διηκόνησαν ἐμοὶ καὶ τοῖς σὺν ἐμοί»! (Πράξ. κ´ 34).

* * *

11. Ἡ ἀκτημοσύνη εἶναι ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὶς φροντίδες, ἀμεριμνία βίου, ὁδοιπορία ἀνεμπόδιστη, ἀποξένωσις ἀπὸ τὴν λύπη, πίστις στὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ.

12. Ὁ ἀκτήμων μοναχὸς εἶναι κύριος ὅλου τοῦ κόσμου. Ἔχει ἀναθέσει στὸν Θεὸν τὴν φροντίδα του, καὶ μὲ τὴν πίστι του αὐτὴ τοὺς ἔχει ὅλους δούλους του. Δὲν θὰ ὁμιλήση σὲ ἄνθρωπο γιὰ ἀνάγκες του. Ὅλα δὲ ὅσα τοῦ προσφέρονται, τὰ δέχεται σὰν ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ Κυρίου. Ὁ ἀκτήμων ἐργάτης τῆς ἀρετῆς εἶναι υἱὸς τῆς ἀπροσπαθείας, καὶ αὐτὰ ποὺ ἔχει θεωρεῖ σὰν νὰ μὴ τὰ ἔχῃ. Ὅταν ἦλθε ἡ ὥρα τῆς ἀναχωρήσεως γιὰ τὴν ἄσκησι, τὰ ἐθεώρησε ὅλα σὰν σκύβαλα. Ἐὰν ὅμως λυπῆται γιὰ κάποιο πράγμα, σημαίνει ὅτι δὲν ἔγινε ἀκόμα ἀκτήμων. Ὁ ἀκτήμων ἄνθρωπος ἔχει καθαρὰ προσευχή, ἐνῷ ὁ φιλοκτήμων προσεύχεται ἔχοντας τὸν νοῦ του σὲ ὑλικὰ πράγματα.

13. Ὅσοι ζοῦν ὡς ὑποτακτικοί, εἶναι ξένοι πρὸς τὴν φιλαργυρία. Διότι ἐκεῖνοι ποὺ καὶ τὸ σῶμα ἀκόμη παρέδωσαν, τί κρατοῦν λοιπὸν ὡς ἰδικό τους; Αὐτοὶ σὲ ἕνα μόνο σημεῖο συνήθως ὑστεροῦν: Παρουσιάζονται εὔκολοι καὶ ἕτοιμοι σὲ τοπικὲς μετακινήσεις.

14. Εἶδα ὑλικὴ περιουσία ποὺ ἔκανε μερικοὺς μοναχοὺς νὰ παραμένουν ὑπομονητικὰ στὸν τόπο τους. Ἐγὼ δὲ περισσότερο ἀπ᾿ αὐτοὺς ἐμακάρισα ἐκείνους ποὺ περιπλανῶνται γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Κυρίου.

15. Ὅποιος ἐγεύθηκε τὰ οὐράνια, εὔκολα καταφρονεῖ τὰ ἐπίγεια. Ὁ ἄγευστος ὅμως ἐκείνων ἀγάλλεται μὲ τὰ γήϊνα ὑπάρχοντά του.

16. Ὅποιος ἀσκεῖ τὴν ἀκτημοσύνη χωρὶς λόγο καὶ πνευματικὴ βάσι, ὑφίσταται δυὸ ἀδικίες: καὶ ἀπὸ τὰ παρόντα ἀπέχει καὶ τὰ μέλλοντα στερεῖται.

ς μὴ φανοῦμε λοιπόν, ὦ μοναχοί, πιὸ ἄπιστοι ἀπὸ τὰ πτηνά, ποὺ οὔτε μεριμνοῦν οὔτε συγκεντρώνουν τροφὲς (πρβλ. Ματθ. ς´ 26).

17. Μέγας εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἀπαρνεῖται κατὰ τρόπον θεάρεστο τὰ χρήματα. Ἅγιος ὅμως εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἀπαρνεῖται τὸ ἰδικό του θέλημα. Ὁ μὲν πρῶτος θὰ λάβη ἑκατονταπλάσια εἴτε μὲ χρήματα εἴτε μὲ χαρίσματα. Ὁ δὲ δεύτερος θὰ κληρονομήση ζωὴν αἰώνιον.

18. Δὲν θὰ λείψουν τὰ κύματα ἀπὸ τὴν θάλασσα. Οὔτε ἀπὸ τὸν φιλάργυρο ἡ ὀργὴ καὶ ἡ λύπη.

19. Ὅποιος καταφρονεῖ τὰ ὑλικά, ἀπηλλάγη ἀπὸ τὶς δικαιολογίες καὶ τὶς ἀντιλογίες, ἐνῷ ὁ φιλοκτήμων καὶ γιὰ μία βελόνα ἀκόμη ἀγωνίζεται μέχρι θανάτου.

20. Ἡ ἀκλόνητη πίστις θὰ περιορίση τὶς μέριμνες, ἐνῷ μὲ τὴν μνήμη τοῦ θανάτου κατορθώνεται ἀκόμη καὶ ἡ ἀπάρνησις τοῦ σώματος.

21. Στὸν Ἰὼβ δὲν ὑπῆρχε ἴχνος φιλαργυρίας· γι᾿ αὐτὸ καὶ ὅταν τὰ στερήθηκε ὅλα, ἔμεινε ἀτάραχος.

22. «Ρίζα πάντων τῶν κακῶν, καὶ εἶναι καὶ λέγεται ἡ φιλαργυρία» (Α´ Τιμ. ς´ 10). Διότι αὐτὴ εἶναι ποὺ δημιούργησε μίση καὶ κλοπὲς καὶ φθόνους καὶ χωρισμοὺς καὶ ἔχθρες καὶ ζάλες καὶ μνησικακίες καὶ ἀσπλαγχνίες καὶ φόνους.

23. Μὲ ὀλίγη φωτιὰ μερικοὶ ἔκαψαν μεγάλο δάσος. Ἀντιθέτως μὲ μία ἀρετὴ ἄλλοι ἐσώθηκαν ἀπὸ ὅλα τὰ τωρινὰ καὶ προηγούμενα πάθη. Αὐτὴ ὀνομάζεται ἀπροσπάθεια. Τὴν ἐγέννησε δὲ ἡ πείρα καὶ ἡ γεῦσις τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ φροντίδα γιὰ τὴν μεταθανάτιο ἀπολογία.

24. Δὲν ξεχάσθηκε ἀπὸ τὸν πολὺ προσεκτικὸ ἀναγνώστη ὁ λόγος τῆς μητροκάκου, δηλαδὴ τῆς μητέρας ὅλων τῶν κακῶν γαστριμαργίας.

ναφέρει ἡ ἴδια σὰν δεύτερο ἀπόγονό της στὴν κακὴ καὶ ἐπάρατη τεκνογονία της τὸν λίθο τῆς ἀναισθησίας, δηλαδὴ τὴν σκληρότητα τῆς καρδίας. Ἀλλὰ μὲ ἐμπόδισε νὰ τὴν τοποθετήσω (τὴν ἀναισθησία) στὴν θέσι της ὁ πολυκέφαλος ὄφις τῆς εἰδωλολατρείας, (ἡ φιλαργυρία), ἡ ὁποία, χωρὶς νὰ ξέρω πῶς, ἀριθμεῖται τρίτη στὴν ἁλυσίδα τῶν ὀκτὼ παθῶν ἀπὸ τοὺς διακριτικοὺς Πατέρας.

φοῦ λοιπὸν χωρὶς πολλὰ λόγια ἐτελειώσαμε τὸν λόγο περὶ φιλαργυρίας, ἐπιθυμοῦμε νὰ ὁμιλήσωμε τώρα περὶ ἀναισθησίας, ἐξετάζοντας τὴν τρίτη στὴν σειρά, ἂν καὶ στὴν τάξι τῆς γεννήσεώς της εἶναι δεύτερη. Ἔπειτα ἀπ᾿ αὐτὴν θὰ εἰποῦμε ὀλίγα λόγια περὶ ὕπνου καὶ ἀγρυπνίας, καθὼς ἐπίσης καὶ περὶ τῆς νηπιώδους καὶ ἀνάνδρου δειλίας. Διότι αὐτὰ τὰ νοσήματα εἶναι τῶν ἀρχαρίων.

να βραβεῖο ἀκόμη! Ὅποιος τὸ κατέκτησε προχωρεῖ σὰν ἄϋλος πρὸς τὸν οὐρανό.

Δεκάτη ἕκτη πάλη! Ὅποιος ἐνίκησε σ᾿ αὐτήν, ἢ ἔχει ἀποκτήσει ἀγάπη ἢ ἔπαυσε νὰ ἔχῃ μέριμνες.

Δείτε σχετικά:ΕΔΩ