A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞

Τετάρτη 20 Οκτωβρίου 2021

Ὁ Ἅγιος Πολυχρόνιος ὁ Ἱερομάρτυρας, Δυναμικὸς κληρικὸς ποὺ θυσιάστηκε γιὰ τὰ ὀρθόδοξα δόγματα τῆς Ἐκκλησίας μας (7 Οκτωβρίου)

  



Δυναμικὸς κληρικὸς τοῦ 4ου μ.Χ. αἰῶνα, ἐκ τῆς ἐπαρχίας Γαμφανήτιδος, ποὺ θυσιάστηκε γιὰ τὰ ὀρθόδοξα δόγματα τῆς Ἐκκλησίας μας.

Ὁ πατέρας του Βαρδάνιος ἦταν γεωργὸς στὸ ἐπάγγελμα, καὶ φρόντισε ὁ γιὸς του νὰ ἀνατραφεῖ ὄχι μόνο μὲ τὰ διδάγματα τῆς πίστης, ἀλλὰ τοῦ παρεῖχε ἀρκετὴ καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη μόρφωση. Ἔτσι ἐνῷ ὁ πατέρας καλλιεργοῦσε τὶς ἀμπελοφυτεῖες του, ὁ γιὸς μὲ ζῆλο καὶ θέρμη καλλιεργοῦσε τὸν ἀμπελῶνα τοῦ Κυρίου, διδάσκοντας τὰ θεία λόγια καὶ ἀγωνιζόμενος στὸν πολλαπλασιασμὸ τῆς καρποφορίας τοῦ θείου σπόρου.

Ἦταν μάλιστα ἰκανότατος συζητητὴς καὶ πολλὲς φορὲς εἶχε καταντροπιάσει σοφοὺς τῶν εἰδωλολατρῶν σὲ συζητήσεις φιλοσοφικὲς γιὰ τὴν ἀλήθεια καὶ τὴ θρησκεία.

Κατόπιν ὁ Πολυχρόνιος πῆγε στὴν ἕδρα τῆς σοφίας καὶ τῶν γραμμάτων, τὴν Κωνσταντινούπολη. Ἐκεῖ ἔγινε διάκονος καὶ ἔπειτα πρεσβύτερος. Ἀπὸ τὸ ἀξίωμα αὐτὸ δὲν ἔπαψε νὰ διδάσκει καὶ μὲ πολλοὺς τρόπους μοχθοῦσε γιὰ τὴ χριστιανικὴ ἀνατροφὴ τῶν ἐνοριτῶν του.

Ὅταν ὅμως ἔγινε αὐτοκράτορας ὁ ἀρειανόφιλος γιὸς τοῦ Μ. Κωνσταντίνου, Κωνστάντιος, ὁ Πολυχρόνιος ἔμεινε στὴ μερίδα τῶν κληρικῶν ἐκείνων, ποὺ γιὰ τὸ ὀρθὸ δόγμα ἔμειναν ἀπτόητοι μπροστὰ στοὺς διωγμοὺς καὶ τὶς ἐξορίες ποὺ ἐπέβαλε ὁ αἱρετικὸς αὐτοκράτορας.
Ἔτσι οἱ Ἀρειανοί, ἀνέλαβαν αὐτοὶ οἱ ἴδιοι νὰ ἀπαλλαγοῦν μία κι ἔξω ἀπὸ αὐτόν. Κάποια μέρα λοιπὸν ποὺ ὁ Πολυχρόνιος Ἱερουργοῦσε, μιὰ ὁμάδα ἀπὸ Ἀρειανοὺς εἰσέβαλε στὸ ναὸ καὶ τὸν ἔσφαξαν πάνω στὴ Ἁγία Τράπεζα, καὶ ἔτσι ἔγινε τίμιο ὁλοκαύτωμα γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, ποὺ μὲ τὴ δική Του θυσία σήκωσε τὴ δική μας σωτηρία.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Ἐργάτης γενόμενος, τῆς ἀρετῆς ἐκ παιδός, θαυμάτων ἐπλούτησας, τὴν δωρεὰν ἐκ Χριστοῦ, σοφὲ Πολυχρόνιε· ὅθεν ἱερατεύσας, τῷ Θεῷ θεοφρόνως, ἤθλησας καὶ καθεῖλες, τοῦ Ἀρείου τὴν πλάνην· διὸ Ἱερομάρτυς, ἀξίως δεδόξασαι.


Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.

Ἱερεὺς θεόληπτος Πάτερ ἐδείχθης, καὶ στερρῶς ἐνήθλησας, ὑπὲρ τῆς δόξης τοῦ Χριστοῦ· διὸ ἀξίως δεδόξασαι, Ἱερομάρτυς σοφὲ Πολυχρόνιε.


Μεγαλυνάριον.

Ἀρετῆς ἐργάτης ὢν ἐκ παιδός, τῆς ἱερωσύνης, ἀνεδείχθης στήλη λαμπρά, καὶ ὑπὲρ τῆς δόξης, Χριστοῦ ἤθλησας χαίρων, ἐκχέας σου τὸ αἷμα, ὦ Πολυχρόνιε.


Τρίτη 12 Οκτωβρίου 2021

Η ΛΥΠΗ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ

 

 

 

Ἡ Λύπη στήν εὑρύτερη σκέψη

τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας

 

Ἡ φύση τῆς λύπης

 λύπη, κατά τούς ἁγίους Πατέρες, εἶναι δύναμη τῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία ἐνυπάρχει στή φύση τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέει χαρακτηριστκά ὅτι τή λύπη τήν ἔβαλε ὁ Θεός στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, ὥστε, χρησιμοποιώντας την κανείς σωστά, νά λάβει μεγάλο κέρδος.
Σέ ἕνα ἄλλο ἐπίσης σημεῖο ὁ ἴδιος Πατέρας συμπληρώνει, λέγοντας ὅτι, ὁ ἄνθρωπος χρειάζεται νά ἐπιδείξει πολλή ἀνδρεία, ὥστε νά ἀντιμετωπίσει αὐτή τή δύναμη τῆς ψυχῆς μέ γενναιότητα καί νά καρπωθεῖ τό χρήσιμο στοιχεῖο πού αὐτό ἐνέχει, ἀπορρίπτοντας ὅ,τι περιττό. Ὡς χρήσιμο θεωρεῖ τό νά λυπᾶται κανείς ὅταν ὁ ἴδιος ἤ κάποιος ἄλλος ἄνθρωπος ἔχει πέσει σέ ἁμαρτίες· ἐνῶ ὡς ἄχρηστο θεωρεῖ τό νά διακατέχεται ἡ ψυχή ἀπό τό πάθος τῆς λύπης, ἐξαιτίας διαφόρων ἀντίξοων καταστάσεων καί πειρασμῶν τῆς παρούσας ζωῆς.
Στό ἴδιο ἀκριβῶς ἐπίπεδο σκέψεως κινοῦνται ὅλοι οἱ νηπτικοί Πατέρες ἐπισημαίνοντας ὅτι δέν ἐπιτρέπεται νά λυπᾶται κανείς γιά τά πράγματα αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ἀλλά μόνο γιά ἐκεῖνα πού γίνονται ἀντίθετα πρός τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.

Τά εἴδη τῆς λύπης

Ἡ φυσική ὅμως αὐτή δύναμη τῆς ψυχῆς, μετά τήν πτώση τοῦ Προπάτορα, διαστράφηκε. Ἡ λύπη ἀπό δύναμη τῆς ψυχῆς ἔγινε «τυραννίς», πάθος δριμύ πού συνακολούθησε τόν ἐκπεσόντα σέ ὅλες τίς φάσεις τῆς μετέπειτα ζωῆς αὐτοῦ τοῦ ἴδιου, ἀλλά καί τῶν ἀπογόνων του.
Ἡ λύπη, ὡς δύναμη τῆς ψυχῆς, δέν εἶναι, ἀσφαλῶς, διαφορετικῆς φύσεως ἀπό τήν ἐκφυλισμένη μορφή της, δηλαδή ἀπό τή λύπη-πάθος, ὅπως αὐτή βιώνεται ἀπό τό μεταπτωτικό ἄνθρωπο. Ἀλλά τά δύο αὐτά εἴδη διαφέρουν, κατά τούς Πατέρες, ὡς πρός τό στόχο στόν ὁποῖο ἐπικεντρώνονται καί ὡς πρός τόν σκοπό τόν ὁποῖο ἐξυπηρετοῦν.
Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής διακρίνει τή λύπη σέ δύο εἴδη:
α) Αὐτή πού ἀφορᾶ στίς αἰσθήσεις, τῆς ὁποίας αἰτία εἶναι ἡ στέρηση τῶν ἡδονῶν καί,
β) Αὐτή πού ἔχει ἐπιπτώσεις στό νοῦ, τῆς ὁποίας γεννήτορας καί τροφός εἶναι ἡ στέρηση τῶν πνευματικῶν ἀγαθῶν.
Ὁ ἅγιος Πατέρας σημειώνει μέ ἰδιαίτερη ἔμφαση, λέγοντας ὅτι τά θλιβερά συμβάντα τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἀνάλογα τῶν λογισμῶν καί τήν ἐν γένει πολιτεία του. Καί, ἄν αὐτά ἀξιοιποιηθοῦν σύμφωνα μέ τίς Εὐαγγελικές ἐντολές, μέ μετάνοια δηλαδή καί προσευχή, αὐτά λειτουργοῦν θεραπευτικά καί ἐλευθερώνουν ἀπό τά πάθη τήν ψυχή του. Ἄν πάλι δέν δεχθεῖ ὁ ἄνθρωπος τίς διάφορες θλίψεις ὡς φάρμακα πνευματικά καί ἀδιαφορήσει –πολύ περισσότερο, ἄν θεωρήσει ὡς αἴτιους τῶν κακῶν τούς συνανθρώπους του ἤ καί τόν ἴδιο τόν Θεό καί παραμείνει ἀναπηρέαστος καί ἀθεράπευτος ἀπό τό καυστικό καί ἰαματικό φάρμακο τῶν θλίψεων– τότε δίκαια χάνει τή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί παραδίδεται στή σύγχυση τῶν παθῶν καί ἐνδίδει στή δαιμονική ἐπιρροή. Γι’ αὐτό οἱ Πατέρες μᾶς συστήνουν τήν ὑπομονή καί τήν προσευχή, ὡς τόν ἐπιτυχέστερο τρόπο καί ὡς τή μόνη θεάρεστη ὁδό γιά τήν ἀντιμετώπιση τῶν ἑκάστοτε πειρασμῶν καί τῶν θλίψεων.

Ὁ ἀββάς Κασσιανός, καταγράφοντας τά ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά τῆς κάθε μορφῆς λύπης, λέει ὅτι ἡ λύπη-πάθος εἶναι ὀξεία, ἀνυπόμονη, δύσκολη στήν ἀντιμετώπιση, γεμάτη μνησικακία, πικρία, καί συχνά, ἀπελπισία. Αὐτή παραλύει τή δύναμη τοῦ ἀνθρώπου γιά ζωή καί δράση καί τοῦ κρύβει τήν ἐλπίδα. Κι αὐτό γιατί αὐτή τοῦ ἐμπνέει τήν ἐγωκεντρική ἀντίδραση καί ἐν πολλοῖς τόν παραλογισμό. Ἀντίθετα, «ἡ κατά Θεόν» λύπη, ὅπως σημειώνει χαρακτηριστικά ὁ ἀπόστολος Παῦλος «φέρνει τόν ἄνθρωπο σέ μετάνοια καί τοῦ ἐξασφαλίζει τήν αἰώνια σωτηρία».
Ἡ σωτήρια αὐτή λύπη εἶναι ἐπιπλέον ὑπάκουη, εὐγενική, ταπεινή, πραεῖα καί ὑπομονετική. Κι αὐτό, γιατί ἡ κατά Θεόν λύπη πηγάζει ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί εἶναι δωρεά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Ἡ «κατά Θεόν» λύπη, εἶναι εὐλογημένη ἐπιδίωξη κάθε πιστοῦ καί ἐργαλεῖο πρόσφορο γιά τήν ἄσκηση καί τήν πνευματική προκοπή του. Παρόλα αὐτά, αὐτή ἡ μορφή τῆς λύπης πρέπει νά λειτουργεῖ ὡς πένθος, ὄχι γιά συγκεκριμένα ἁμαρτήματα, ἀλλά ὡς αἴσθηση τῆς διακοπῆς τῆς κοινωνίας τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό, πράγμα πού τόν καθιστᾶ «κατάχρεον» ἐνώπιόν Του.
Οἱ Πατέρες μάλιστα θεωροῦν ὅτι, ἐκτός ἀπό τήν «κατά Θεόν», εὐλογημένη λύπη καί τήν ἄλλη, τή διεστραμμένη καί ἐμπαθή μορφή της, ὑπάρχει καί ἓνα τρίτο εἶδος λύπης, τήν ὁποία χαρακτηρίζουν ὡς ἀναιτιολόγητη ἤ καλύτερα ὡς ἀνοημάτιστη σπατάλη δυνάμεων τῆς ψυχῆς. Αὐτό τό εἶδος τῆς λύπης τό ἀνάγουν στό ἐπίπεδο τῆς ζηλόφθονης δαιμονικῆς παρέμβασης στό ἔργο τῆς οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ ἀναιτιολόγητη λύπη συχνά ὑποθάλπει, κατά τή γνώμη τῶν Πατέρων, δαιμονική παρέμβαση ἤ ἀκόμα καί κυριαρχία. Ὁ δαίμονας δηλαδή ἔχει –ὄχι βέβαια πάντα, ἀλλά τουλάχιστον περιπτωσιακά καί ἐν μέρει– τήν εὐθύνη τῆς ὕπαρξης καί τῆς λειτουργίας τοῦ πάθους τῆς λύπης. Θεωροῦν μάλιστα τήν ὕπαρξη τῆς λύπης, σέ ὅλες τίς μορφές καί τίς ἐκφάνσεις της, ὡς ἀπόδειξη τῆς ἄμεσης ἤ ἔμμεσης δαιμονικῆς ἐνέργειας.

Τό πάθος τῆς λύπης, ἐν τέλει, εἶναι ἀπό τά βασικότερα ὅπλα τοῦ δαίμονα ἐναντίον τοῦ ἀνθρώπου καί συχνά ἡ ὕπαρξή της εἶναι ἐνδεικτικό στοιχεῖο τῆς δικῆς του ἐνέργειας, ἡ ὁποία συντελεῖ τόσο στή γέννηση, ὅσο καί στήν ἀνάπτυξη καί τή μόνιμη ἐγκατάστασή της στήν ψυχή.
Δέν εἶναι ὅμως ἀπολύτως ὑπεύθυνος ὁ Πονηρός γιά τίς ἐπιπτώσεις πού θά ἔχουν στόν ἄνθρωπο τά βέλη πού ἐξαπολύει ἐναντίον του. Ἀλλά συχνά, συμβαίνει νά προϋπάρχει, τῆς δαιμονικῆς ἐπέμβασης στήν ψυχή, ἡ λύπη. Αὐτό λοιπόν πού κάνει τότε ὁ δαίμονας εἶναι νά ἐκμεταλλεύεται τήν ὑπάρχουσα ἀνειρήνευτη κατάσταση τῆς ψυχῆς καί μάλιστα, μέ τέτοιο δόλιο τρόπο, ὥστε ἡ ἐπέμβασή του νά εἶναι δύσκολα ἀντιληπτή καί ἔτσι νά συντελεῖ στήν ἀνάπτυξη τοῦ πάθους καί τήν ἐγκατάστασή του, κυριαρχικά πλέον, στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου.

Ἡ λύπη, σέ γενικές γραμμές, εἶναι ἀπεγνωσμένη προσπάθεια ἔκφρασης τοῦ αἰσθήματος τῆς ἀποτυχίας, τῆς μειωμένης αὐτοεκτίμησης καί τῆς ἀδυναμίας τοῦ ἀνθρώπου γιά αὐτοπραγμάτωση.
Ἡ Πατερική σκέψη καί σοφία ἐπιμένει στό ὅτι δέν μπορεῖ νά θεωρηθεῖ ὡς πηγή τῆς λύπης κάποιο ἐξωτερικό συμβάν. Ἡ ἀπώλεια πολύτιμων ἀγαθῶν ἤ ἡ ἀνεκπλήρωτη ἐπιθυμία δέν μποροῦν νά δικαιολογήσουν τή γέννηση καί κυρίως τήν ἐμμονή της στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου καί μάλιστα τοῦ πιστοῦ.
Ὅλα αὐτά ἀσφαλῶς, εἶναι οἱ ἀφορμές, οἱ ὁποῖες, πράγματι, ἐπιδροῦν ποικιλότροπα καί ἐπηρεάζουν, κατά τόν ἕνα ἤ τόν ἄλλο τρόπο, τόν ἄνθρωπο καί τή ζωή του. Μποροῦν ὅμως, ὁπωσδήποτε, νά ἀναχαιτισθοῦν ἐπιτυχῶς ἀπό αὐτόν καί νά παραμείνουν μόνο μέχρι τό στάδιο τῆς προσβολῆς τοῦ λογισμοῦ.
Ἀλλά ὁ ἄνθρωπος, μή ὄντας σέ κατάσταση νήψης καί προσευχῆς, δέν ἀντιδρᾶ πάντα ἔγκαιρα καί κατάλληλα. Ἔτσι παραδίδεται ἀμαχητί στό δαίμονα τῆς λύπης, ὁ ὁποῖος, στή συνέχεια, φροντίζει νά ἀποκρύψει ὕπουλα, ἀπό τά πνευματικά αἰσθητήρια τοῦ θύματός του, τήν ἀλήθεια. Παρουσιάζει λοιπόν ἔντεχνα, ὡς ἀπολύτως δικαιολογημένη τήν κατάσταση τῆς ἀθυμίας καί τῆς λύπης του, ὑποβάλλοντάς του τό λογισμό ὅτι δῆθεν αἰτία ὅλων τῶν κακῶν πού τοῦ συμβαίνουν εἶναι ἕνα συγκεκριμμένο συμβάν ἤ κάποιες ἀτυχεῖς συγκυρίες.
Ἐπιπλέον ὁ Πονηρός, ὅταν ἐπιτύχει καί καταλάβει τό λογισμό τοῦ ἀνθρώπου, τότε ἐμφανίζει ὡς ὑπεύθυνο γιά ὅλα, ὄχι ἀσφαλῶς τόν ἴδιο τόν ἄνθρωπο καί τήν ἀδυναμία του, ἀλλά τίς ἀντίξοες περιστάσεις τῆς ζωῆς, τίς ἄστοχες καί κακόβουλες ἐνέργειες τῶν συνανθρώπων του, τίς στερήσεις καί τίς ἀνεκπλήρωτες ἐπιθυμίες του ἤ ἀκόμα καί τόν Ἴδιο τόν Θεό, τόν Ὁποῖο μάλιστα χαρακτηρίζει, ὡς ἄδικο καί ἀνελεήμονα.
Συνεπῶς, γιά τήν ἀναιτιολόγητη λύπη δέν εὐθύνεται ἀποκλειστικά ὁ διάβολος. Δέν τή γεννάει δηλαδή ὁ Πονηρός «ἐκ τοῦ μή ὄντος». Ἀλλά τό στοιχεῖο αὐτό τοῦ πάθους ἐνυπάρχει ὡς δύναμη στή φύση τοῦ ἀνθρώπου καί τό ἐκμεταλλεύεται ὁ Πονηρός, προκειμένου νά ὁδηγήσει τόν ἄνθρωπο,πού ἔχει πέσει στά δίχτυα τῆς λύπης, στήν ἀπόγνωση καί τήν καταστροφή.
Ὡς αἴτια τῆς ἐμπαθοῦς λύπης, οἱ Πατέρες καταγράφουν ἐνδεικτικά:

α) Τήν ματαίωση ἐπιθυμίας ἡδονῆς ἤ τήν ἀπώλεια κάποιου ἀγαθοῦ.

β) Τήν κενοδοξία

γ) Τό θυμό, τήν ὀργή καί τή μνησικακία

α) Ἡ ματαίωση ἐπιθυμίας ἡδονῆς ἤ ἡ ἀπώλεια κάποιου ἀγαθοῦ.

Οἱ ἐπιδιώξεις καί οἱ ἐπιθυμίες τοῦ μεταπτωτικοῦ ἀνθρώπου εἶναι συνήθως ἀντίστοιχες τῆς ἐμπάθειας πού τόν διακατέχει. Γι’ αὐτό συχνά, προσπαθεῖ κανείς νά στηριχθεῖ σέ ἐπίγεια καί φθαρτά πράγματα, οἰκοδομώντας τά ὄνειρα καί τίς ἐλπίδες του «στήν ἄμμο». Ἔτσι, ὅταν ἔρχεται ἡ θύελλα τῶν πειρασμῶν, οἱ καταιγίδες τῆς «κατά κόσμον» ἀποτυχίας του, ἡ στέρηση τῆς τρυφῆς καί τῆς ἀνάπαυσης, ταράζεται καί θλίβεται, ἀνάλογα μέ τόν βαθμό πού εἶναι κανείς στηριγμένος σ’ αὐτά.
Συνιστοῦν λοιπόν, οἱ ἅγιοι Πατέρες μας νά μή στηρίζεται ὁ ἄνθρωπος σέ τίποτα φθαρτό καί ἐφήμερο, οὔτε νά ψάχνει τή χαρά καί τήν εἰρήνη τῆς ψυχῆς του στίς ἡδονές καί τίς ἐπιθυμίες τῆς ἀπόλαυσης τοῦ κόσμου τούτου. Γιατί οἱ ἐπιθυμίες τῆς σαρκός μόνο φθορά μποροῦν νά προσπορίσουν στόν ἄνθρωπο, ἀφοῦ κατά τό Εὐαγγελικό εἶναι ἀπατηλές καί μάταιες.

β) Ἡ κενοδοξία

Ἡ ἀναζήτηση ἀναγνώρισης, τιμῆς καί δόξας καί ἡ ἀποτυχία τῆς προσπάθειας γιά τήν ἀπόκτησή τους εἶναι, κατά τούς Πατέρες, τά βασικότερα αἴτια τῆς ἐμπαθοῦς λύπης, πού συντελοῦν στό νά παραμένει ἀνοιχτή καί ἀνικανοποίητη ἡ ἄβυσσος τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς. Κι αὐτό, γιατί αὐτά παράγουν ἄφθονη τροφή στούς ἀνέλπιδους καί θλιβερούς λογισμούς τοῦ φιλόϋλου καί κενόδοξου ἀνθρώπου.
Ἡ ἐπίδειξη τῶν χαρισμάτων, «ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου», ἡ ἐπίδειξη τῶν ἀγαθῶν ἤ καί τῶν ἀρε- τῶν, καθώς καί οἱ ποικίλες ἄλλες ἐμπαθεῖς ἐπινοήσεις τοῦ ἀνθρώπου γιά τήν ἀνάδειξή του, εἶναι μερικοί ἀπό τούς πλέον συνήθεις τρόπους τοῦ ἐγώ, ὥστε νά ἐπιπλεύσει καί νά ἐπιδειχθεῖ. Γιατί ὅλα αὐτά προσπορίζουν στόν ἄνθρωπο τόν ἀντίστοιχο θαυμασμό καί τήν ἀναγνώρισή του ἐκ μέρους τοῦ στενοῦ καί τοῦ εὑρύτερου περιβάλλοντός του.
Οἱ βαθιές καί θεμελειώδεις ἀναζητήσεις καί τά ὑπαρξιακά ἐρωτηματικά ξεπροβάλλουν τότε ἐντονότερα καί ἡ στιγμή τῆς ἀποτυχίας εἶναι γιά τόν κενόδοξο ἄνθρωπο βαριά καί καταλυτική. Γιατί ὁ μή ἀναγεννημένος ἄνθρωπος δέν εἶναι σέ θέση, –ἔχοντας ὡς βάση τή λογική «τοῦ αἰῶνος τούτου»– νά ἀποκρυπτογραφήσει τό μήνυμα τῆς ἀδοξίας πού ἐνέχει ὁ σταυρός τῆς ἀποτυχίας, τόν ὁποῖο καλεῖται στό ἑξῆς νά σηκώσει. Ἡ αὐτοεκτίμησή του ἐξαντλεῖται, τό αὐτοείδωλό του πέφτει καί ἄν δέν βρεθεῖ στό δρόμο του ἄνθρωπος «Κυρηναῖος», βοηθός διακριτικός καί φιλάδελφος, γιά νά τόν συνδράμει καί νά τόν καθοδηγήσει στήν «ὁδό τοῦ Μαρτυρίου» του, τότε ἀποδομεῖται ἤ καί πολλές φορές, συντρίβεται ἀνεπανόρθωτα.
Ἐπιπλέον, ἡ κενοδοξία εἶναι περιεκτική κακία, ρίζα καί μητέρα πολλῶν ἄλλων παθῶν, ὅπως γιά παράδειγμα τῆς φιλαρχίας καί τῆς φιλαργυρίας. Ὁ ἅγιος Κασσιανός παρομοιάζει πολύ εὔστοχα τήν κενοδοξία μέ τό κρεμμύδι. «Ὅταν βγάζουμε», λέει, «ἀπό τό κρεμμύδι μιά φλούδα, βρίσκουμε ἀμέσως ἀπό κάτω μιά ἄλλη. Καί ὅσο βγάζουμε φλοῦδες, τόσο βρίσκουμε ἄλλες ἀπό κάτω».
Σέ κάθε περίπτωση, ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος βρίσκεται ὑπό τό κράτος τῆς λύπης, ἐμφανίζεται νά ἔχει πληγωμένο ἤ μειονεκτικό «ἐγώ» καί ὑπερβολική φιλαυτία.
Ἡ λύπη λοιπόν, εἶναι τό ἀναπόφευκτο ἀποτέλεσμα τοῦ πάθους τῆς κενοδοξίας καί τῶν ποικίλων ἐκφάνσεών της καί προδίδει ἀνειρήνευτη ἐσωτερική κατάσταση καί ἀνέλπιδο βίο.

γ) Ὁ θυμός, ἡ ὀργή καί ἡ μνησικακία

Ἡ ὑποδούλωση τοῦ ἀνθρώπου στά πάθη γενικά, ἀλλά καί εἰδικώτερα στά πάθη τοῦ θυμοῦ, τῆς ὀργῆς καί τῆς μνησικακίας εἶναι πηγή λύπης. Ἐπιπλέον, αὐτά εἶναι ἐνδεικτικά τῆς ματαίωσης κάποιας ἐπιθυμίας ἡδονῆς ἤ τῆς ἀπώλειας ὑλικῶν ἀγαθῶν ἤ ἀκόμη καί μείωσης τῆς ἐκτίμησης καί ἀμαύρωση τῆς ἰδέας πού ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος τρέφει γιά τόν ἑαυτό του.
Στίς περιπτώσεις αὐτές ἡ ὀργή καταλαμβάνει τόν ἄνθρωπο καί γεμίζει τήν ψυχή του λύπη καί ἀθυμία, ἐξαιτίας τῆς ἀδυναμίας του νά ἀπολαύσει τό ἀντικείμενο τῆς ἐπιθυμίας του. Κι’ αὐτό γιατί, καθώς λέει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, βαθιά μέσα στήν ἐπιθυμία τῆς ἡδονιστικῆς ἀπόλαυσης κρύβεται ὁ πόνος καί ἡ ὀδύνη.
Λυπᾶται ἐπίσης ὁ ἄνθρωπος καί θρηνεῖ, ὅταν ἀντιληφθεῖ ὅτι κάποιος τόν προσέβαλε καί σπίλωσε τήν τιμή καί τήν ἀξιοπρέπειά του. Αὐτή τή λύπη οἱ Πατέρες τή θεωροῦν ὡς σύμπτωμα τῆς νόσου τῆς ὑπερηφάνειας, στήν ὁποία τό πάθος στηρίζεται, ἀπό τήν ὁποία ζωοποιεῖται, τρέφεται καί μεγαλώνει τόσο, ὥστε νά φθάνει νά παραμένει ἰσχυρό, κυρίαρχο, καί συχνά, ἀθεράπευτο.
Ἡ ὀργή στρέφεται, συχνά, εὐθέως κατά τοῦ ἀνθρώπου πού, διά τῆς προσβολῆς, ἐπέφερε τό κτύπημα καί εἶναι ἐνδεχόμενο νά ἐκφρασθεῖ ἀκόμα καί μέ βίαιες ἐξωτερικές ἐκδηλώσεις. Ὁ ἄλλος τότε γίνεται ἀποδέκτης σκληρῶν λόγων ἤ ἀκόμη καί χειροδικίας, ἐφόσον, στή συνείδηση τοῦ ὀργισμένου, αὐτός ἔχει χάσει πλέον τή θέση τοῦ ἀδελφοῦ.
Αὐτή ἀκριβῶς εἶναι καί ἡ ἑρμηνεία πού δίνει ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος, ὁ ὁποῖος στήν Καθολική Ἐπιστολή του ἀναφέρεται σ’ αὐτό τό θέμα, λέγοντας ὅτι ὅλοι οἱ πόλεμοι καί οἱ ἀντιδικίες μεταξύ τῶν ἀνθρώπων προέρχονται ἀπό τή στέρηση τῆς ἐπιθυμίας τῶν ἡδονῶν, οἱ ὁποῖες ἀσφαλῶς εἶναι ταυτόχρονα πολέμιοι καί φονεῖς τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό Ὁποῖο ἔχει λάβει ὁ πιστός καί πού συνοδεύουν τή ζωή του σέ ὅλη τήν ἐπίγεια πορεία του.
Στήν ἴδια βάση κινεῖται καί ἡ σκέψη ὅλων γενικά τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ ὁμολογητής θεωρεῖ μάλιστα, ὅτι τό φιλόυλο καί φιλήδονο πνεῦμα πού κυβερνάει τόν ἄνθρωπο, τόν ἐξαγριώνει, τοῦ στερεῖ τήν ἀγάπη τοῦ ἀδελφοῦ καί τόν κάνει σκληρό, δύσθυμο καί συχνά, ἀδελφοκτόνο. Ἀλλά, καθώς λέει ὁ Μέγας Βασίλειος, τά ἄπρεπα ἤ προσβλητικά, ἐνδεχομένως, λόγια κάποιου συνανθρώπου, δέν εἶναι ἀσφαλῶς, ὁ πραγματικός λόγος καί ἡ αἰτία τῆς ὀργῆς τοῦ θιγμένου, Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι αὐτά ἀπευνθύνθηκαν σέ ἄνθρωπο πού ἡ ὀργή του τόν πρόδωσε καί τόν ἀποκάλυψε, ὡς ὑπερόπτη καί λάτρη τῆς ἰδεατῆς εἰκόνας του.

Ἡ ὀργή, καί κυρίως, ἡ μνησικακία, φωλιάζουν καί χρονίζουν στήν ψυχή γιατί ὁδηγοῦν τόν ἄνθρωπο στό νά μηρυκάζει τά λόγια καί τά γεγονότα πού τόν ἔχουν προσβάλει καί νά ἐπανακαθορίζει τή στάση του ἐναντίον τοῦ συνανθρώπου του· καί μάλιστα, μέ περισσότερο μένος καί συγχυσμένη διάνοια. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης θεωρεῖ τήν κατάσταση αὐτή ὡς σκουλήκι πού κατατρώει τόν νοῦ καί τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου μέ μάταιη καί ἀδικαιολόγητη λύπη.
Ὡς ἀπόδειξη τοῦ ὅτι τό σκουλήκι τῆς ὀργῆς καί τῆς μνησικακίας, εἶναι αὐτό πού κατατρώει τό νοῦ καί γεμίζει τήν ψυχή μέ ἀφόρητη θλίψη, φέρεται τό γεγονός ὅτι, αὐτός πού πάσχει ἐξαιτίας τους, φέρνει στό νοῦ του τόν ἀδελφό του μέ ἀπέχθεια καί τόν θεωρεῖ ὡς πηγή πειρασμῶν καί λύπης.

Τό πάθος τῆς ὀργῆς φθείρει τό «κατ’ εἰκόνα» τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ στερεῖ τή δωρεά τῶν καρπῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, οἱ ὁποῖοι εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ χαρά, ἡ εἰρήνη, ἡ μακροθυμία, ἡ χρηστότητα, ἡ ἀγαθωσύνη, ἡ πίστη, ἡ πραότητα καί ἡ ἐγκράτεια, καταστάσεις πού εἶναι ἀκριβῶς ἀντίθετες τῆς λύπης καί τῆς ἀθυμίας. Ὅταν λοιπόν, λείψουν ἀπό τόν ἄνθρωπο αὐτές οἱ ἀρετές καί ἐπικρατήσει στήν ψυχή ἡ ὀργή καί ἡ μνησικακία, τότε ὁ ἄνθρωπος ἐρημώνεται, φτωχαίνει καί καταλαμβάνεται ἀπό τό δαιμονικό πνεῦμα διχοστασίας, σύγχυσης, φόβου καί λύπης. Ἐνδέχεται μάλιστα, αὐτός νά ὁδηγηθεῖ μέχρις μίσους τοῦ συνανθρώπου του· ὁπότε, εἴτε τό πάθος τῆς ὀργῆς ἐκδηλωθεῖ ἔμπρακτα, εἴτε παραμείνει φωλιασμένο καί ἀνενέργητο στά ἐνδότερα τῆς ψυχῆς, κατατάσσει τόν πάσχοντα ἀπό αὐτό στό ἐπίπεδο τοῦ μισάδελφου καί ἀδελφοκτόνου.
Γι’ αὐτό οἱ ἅγιοι Πατέρες συστήνουν στόν ἄνθρωπο, πού κατατρώγεται ἀπό τό πάθος τῆς ὀργῆς καί τῆς μνησικακίας ἐναντίον τοῦ συνανθρώπου του, νά ἀποδιώκει τή λύπη πού αἰσθάνεται, ἀπό τήν προσβολή πού τοῦ ἔχει γίνει, μέ προσευχή καί μέ εἰλικρινή καί ἀμέριστη φιλανθρωπία. Ἔτσι, καί ὁ ἴδιος θά λυτρωθεῖ ἀπό τό σκουλήκι τῆς λύπης καί τῆς ἀθυμίας πού τόν κατατρώει, ἀλλά καί τόν συνάνθρωπό του θά ἐλεήσει. Γιατί, μέ τήν ἐλεήμονα, διαλακτική, φιλάδελφη καί φιλήσυχη στάση του, θά συντελέσει στή μετάνοια καί τή σωτηρία του.

Ἡ ἀντιμετώπιση τῆς ἐμπαθοῦς λύπης:
Προϋποθέσεις καί τρόποι

Καταστάσεις αἰτιολογημένης ἤ ἀναιτιολόγητης λύπης, ἀντιμετωπίζει συχνά ὁ μεταπτωτικός καί «ὑπό ἀναγέννησιν» ἄνθρωπος. Ἡ πείρα τῶν ἁγίων Πατέρων μᾶς ἀνοίγει καί ἐδῶ δρόμους, ὑποδεικνύοντάς μας ὁρισμένα κομβικά σημεῖα-στόχους, πρός τούς ὁποίους θά πρέπει νά ἐπικεντρώσουμε ἰδιαίτερα τήν προσοχή μας καί νά δώσουμε τήν πνευματική μάχη κατά τοῦ τροφοδότη καί δημιουργοῦ τῆς ἀνέλπιδης καί φθοροπιοιοῦ αὐτῆς κατάστασης.
Ὡς βασική προϋπόθεση γιά τήν ἀντιμετώπιση τῆς ἐμπαθοῦς λύπης, θεωρεῖται:

α) Ἡ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητας καί ἡ ἐξ αὐτῆς γόνιμη αὐτομεμψία.

Τό Ψαλμικό «Τήν ἀνομίαν μου ἐγώ γινώσκω καί ἡ ἁμαρτία μου ἐνώπιόν μού ἐστί διαπαντός», εἶναι ἀκριβῶς, τό ὁρμητήριο καί τό ἐπιθυμητό βίωμα, τό ὁποῖο μπορεῖ νά ἀποτελέσει τή βάση ἐκκινήσεως γιά τή μεταποίηση τῆς ἐμπαθοῦς λύπης σέ εἰλικρινή μετάνοια καί στόν ἐξ αὐτῆς καρπό, τό «χαροποιόν πένθος».
Τό νά μεμφόμαστε τόν ἑαυτό μας καί νά ἀναθέτουμε τά πάντα στόν Θεό, εἶναι κατά τόν ὅσιο Ἡσύχιο, πηγή ἀνακούφισης, χαρᾶς καί ἀφανισμοῦ τῶν «ἀλόγων» λογισμῶν , οἱ ὁποῖοι πολεμοῦν σκληρά τόν ἄνθρωπο.
Ὁ ἅγιος Μάρκος ὁ ἐρημίτης, ἐπίσης λέει ὅτι ἡ ἄγνοια τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ καί ἡ λήθη τῆς ἁμαρτίας, εἶναι ἐκεῖνα πού βαρύνουν τό νοῦ καί κάνουν τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου νά σκεπάζεται καί νά τυραννιέται κάτω ἀπό τό νέφος τῆς ἀθυμίας. Αὐτός λοιπόν, λέει ὁ ὅσιος, πού γνώρισε τήν ἀλήθεια δέν ἀντιδρᾶ ἀρνητικά καί δύσθυμα στίς ἐμπαθεῖς ἐπιθέσεις καί τίς ποικίλες θλίψεις πού τόν βρίσκουν. Κι’ αὐτό γιατί γνωρίζει καλά ὅτι οἱ πειρασμοί καί οἱ θλίψεις, ἄν ἀντιμετωπισθοῦν «ἐν Χριστῷ», ὁδηγοῦν τόν ἄνθρωπο στό φόβο τοῦ Θεοῦ. Συστήνει, ἐπίσης, ὁ Ὅσιος σ’ αὐτόν πού ἔχει ἐπίγνωση τῆς ἀδυναμίας του, νά μήν ἐπαναφέρει στό νοῦ του τίς συγκεκριμένες ἁμαρτίες του. Γιατί ἡ μνήμη τους, καί μάλιστα χωρίς τήν ἀπαιτούμενη μετάνοια καί τόν πόνο, μπορεῖ νά ἀφαιρέσουν ἀπό τήν ψυχή του τήν ἐλπίδα· καί πολύ περισσότερο, νά τόν ὁδηγήσουν στήν ἐπανάληψη τοῦ παλαιοῦ μολυσμοῦ.
Θεωρεῖ, ἐπιπλέον, ὁ ὅσιος Πατέρας, ὅτι εἶναι προϋπόθεση τό νά γνωρίσει ὁ πιστός ὄχι μόνο δογματικά ἀλλά καί ἔμπρακτα τήν ἀλήθεια, ὥστε νά ἐξομολογεῖται στόν Θεό, ὄχι μέ τό νά φέρει στό νοῦ του μιά-μιά τίς συγκεκριμένες ἁμαρτίες του, ἀλλά μέ τό νά δείχνει ὑπομονή καί καρτερία στίς ἀκούσιες θλίψεις καί τούς πειρασμούς πού τόν βρίσκουν.
Ἄν λοιπόν ἀντιμετωπίζει κανείς τίς θλίψεις, προσδοκώντας τά μέλλοντα ἀγαθά, ἔχει ἤδη βρεῖ τήν ἐπίγνωση τῆς Ἀλήθειας καί θά ἀπαλλαγεῖ γρήγορα ἀπό τήν ὀργή καί τή λύπη. Ἔτσι, ἔχοντας συναίσθηση τῆς ἀδυναμίας του, θά λειτουργεῖ πλέον τή γόνιμη καί ψυχωφελή αὐτομεμψία, καθώς καί τήν καθαρτική ἐξομολόγηση.

β) Νήψη καί ἡ προσευχή

Ἡ πνευματική ἐγρήγορση καί ἡ προσευχή εἶναι τό ἀσφαλές φυλακτήριο τῶν λογισμῶν τοῦ πάθους τῆς ἀθυμίας καί τῆς λύπης. Ὁ δαίμονας πού σχετίζεται μέ αὐτά τά πάθη, λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες, καιροφυλακτεῖ γιά νά βρεῖ τόν ἄνθρωπο ἀφύλακτο, σέ πνευματική νωθρότητα καί ραθυμία, ὥστε νά τόν παρασύρει διά τῆς φαντασίας καί νά καταλάβει ἀνενόχλητος τό λογισμό καί τήν καρδιά του. Μᾶς συμβουλεύουν, λοιπόν, νά ἐλέγχουμε τή φαντασία μας, ὥστε νά σταματήσουμε, εἰ δυνατόν, τήν ἔφοδο τοῦ πάθους στό στάδιο τῆς προσβολῆς. Γιατί, χωρίς τό πέρασμα ἀπό τήν κερκόπορτα τῆς φαντασίας, ὁ διάβολος δέν μπορεῖ νά καταλάβει τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ προσευχή βέβαια, πρέπει νά εἶναι διαρκής καί καθαρή, καί μάλιστα τόν καιρό τῆς ἀθυμίας καί τῆς λύπης, ἐντονότερη, πιό ἐπίμονη καί ἀπαλλαγμένη ἀπό λογισμούς μνησικακίας. Διαφορετικά θά μοιάζει κανείς μέ ἄνθρωπο πού προσπαθεῖ νά βγάλει νερό ἀπό τό πηγάδι, κρατώντας τρύπιο κουβά.
Ὁ σωστός τρόπος καί οἱ προϋποθέσεις γιά νά προσευχηθεῖ κανείς εἶναι τό νά ἔχει φόβο Θεοῦ, νά καταβάλει κόπο, νά ἔχει εἰρηνική καί νηφάλια σκέψη καί νά τηρεῖ τούς λογισμούς ἄγρυπνα, μήπως, διά τῆς φαντασίας, χάσει τόν καρπό τῆς προσευχῆς του.
Νά, λοιπόν, λέει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος, ὁ οὐρανός βρίσκεται μέσα σου. Κι’ ἄν ἔχεις καθαρή καρδιά, θά δεῖς ἐκεῖ τούς φωτεινούς Ἀγγέλους.

γ) Ἡ πνευματική μελέτη

Ὡς πνευματικό λειμώνα καί πηγή γνήσιας χαρᾶς χαρακτηρίζουν οἱ ἅγιοι Πατέρες τίς θεῖες Γραφές. Τίς συγκρίνουν, συχνά, μέ τά ἀγαθά τοῦ Παραδείσου καί μάλιστα τίς βρίσκουν ἀκόμα πιό εὐφρόσυνες καί καρποφόρες.
Πράγματι ἡ πνευματική μελέτη παρηγορεῖ τήν ψυχή καί συνεργεῖ στό ἔργο καί τήν καρποφορία τῆς προσευχῆς. Γιατί, μελετώντας κανείς τό λόγο τοῦ Θεοῦ ξεφεύγει ἀπό τήν τυραννία τῆς ἐφήμερης ἀνάπαυσης καί διατηρεῖ τήν ἐλπίδα γιά τά μέλλοντα καί αἰώνια.
Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, εἶναι ζωντανός, δραστικός καί πιό κοφτερός ἀπό δίκοπο μαχαίρι, λέει ὁ Ἀπόστολος, καί μπαίνει βαθιά μέχρι τό μεδούλι τοῦ ἀνθρώπου. Ἔτσι, λειτουργεῖ θεραπευτικά γιά τήν ψυχή. Κι αὐτό γιατί, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἔχει ἀναγεννητική δύναμη καί Χάρη. Γι’ αὐτό μπορεῖ νά ἐπαναφέρει τό σκοτισμένο λογισμό καί νά τόν ἀπαλλάξει ἀπό τά βέλη τῶν δαιμονικῶν προσβολῶν καί τῆς ἄκαιρης φαντασίας. Τότε, ἐπανέρχεται ἡ δύναμη τῆς ψυχῆς καί ἡ θέληση γίνεται ἀποφασιστικότερη, στήν ἀντίστασή της κατά τοῦ πάθους τῆς λύπης καί τῆς ἀθυμίας. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος προσπαθεῖ νά ἀνορθωθεῖ καί νά κερδίσει πάλι ὅ,τι ἔχει ἤδη χάσει, ὄντας κάτω ἀπό τήν κυριαρχία τῆς λύπης.
Μέ τό λόγο τοῦ Θεοῦ πληροφορεῖται ἐπίσης ὁ ἄνθρωπος ἐναργέστερα γιά τήν αἰτία τῆς πτώσεώς του, ὥστε νά μπορεῖ πλέον νά ἐπιλέγει τήν καλύτερη καί ἀσφαλέστερη ὁδό, γιά τήν ἐπιστροφή του στόν «οἶκο τοῦ Πατρός». Γι’ αὐτό, μᾶς παροτρύνει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, νά συγκεντρώνουμε βιβλία πνευματικά. Γιατί ὅπου βρίσκονται τέτοια βιβλία, ἀπό ἐκεῖ φεύγει κάθε δαιμονική ἐνέργεια καί ὁ ἄνθρωπος βρίσκει εἰρήνη καί παρηγοριά.

δ) Ἡ μνήμη τοῦ Θεοῦ, τοῦ θανάτου καί τῆς μέλλουσας Κρίσης

Ἡ μνήμη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ σωτηριώδης αὐτή κατάσταση πού ἀναγεννᾶ τήν ψυχή καί τήν ζωογονεῖ, γιατί βγάζει ἀπό τό σκοτάδι τῆς λήθης στή χαρά τῆς ἀγάπης καί τῆς ἐλευθερίας «τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ».
Ὁ ὅσιος Νεῖλος παροτρύνει τόν πιστό νά διατηρεῖ διά τῆς εὐχῆς καί τῆς πνευματικῆς γενικά ἄσκησης, τή μνήμη τοῦ Θεοῦ. Ὅπως, λέει ὁ Ὅσιος, ἀναπνέουμε ἀδιάκοπα, ἔτσι πρέπει νά κρατᾶμε τή μνήμη τοῦ Θεοῦ καί νά μελετοῦμε τήν ὥρα τοῦ θανάτου μας καί τῆς παράστασής μας ἐνώπιόν Του, κατά τήν ὁποία θά ἀποδώσουμε λόγο, ὡς οἰκονόμοι καί διαχειριστές τῶν χαρισμάτων καί τῶν δωρεῶν Του πρός ἐμᾶς.
Ἡ μελέτη τοῦ θανάτου μπορεῖ ἐνδεχομένως νά φέρνει λύπη στήν ψυχή, λέει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, ἀλλά αὐτή ἡ λύπη εἶναι θεόσδοτη καί σωτηριώδης γιά τόν ἄνθρωπο. Ἡ μνήμη τοῦ Θεοῦ ἐξάλλου, πάντα συνοδεύει τή μνήμη τοῦ θανάτου καί γι’ αὐτό ἡ λύπη αὐτή εἶναι «λύπη θεοφιλής» «χαροποιός» καί γεμάτη πνευματική εὐφροσύνη.

ε) Ἡ «κατά Θεόν πτωχεία», ἡ σιωπή καί ἡ ἡσυχία

Ἡ κατά Θεόν πτωχεία εἶναι ἡ ἑκούσια ἀποποίηση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν καί ὅλων γενικά τῶν κτήσεων, τῶν δικαιωμάτων καί τῶν σχέσεων τοῦ ἀνθρώπου μέ αὐτά. Κι’ αὐτό γιατί, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀπορρίψει κάθε σχέση μέ τά ὑλικά ἀγαθά καί μέ τό κοσμικό, γενικά, φρόνημα, «τό φρόνημα τῆς σαρκός», ὅπως τό ἀποκαλεῖ χαρακτηριστικά ὁ Ἀπόστολος, τότε ἐλαχιστοποιοῦνται ἤ καί συχνά, μηδενίζονται τά αἴτια τῆς λύπης.
Ὁ Μέγας Βασίλειος λέει ξεκάθαρα ὅτι ἡ σιωπή, ἡ «κατά Θεόν πτωχεία» καί ἡ ἡσυχία εἶναι παράγοντες δημιουργίας τῆς «πτωχείας τοῦ πνεύματος». Γιατί ὁ ἄνθρωπος, σβήνοντας κάθε σχέση του μέ τά ἀγαθά καί τό φρόνημα τοῦ κόσμου τούτου, ἐλαφρύνεται καί καθαρίζεται ἀπό τά πάθη καί μοιάζει μέ ἄγραφη πλάκα πού εἶναι καλυμμένη μέ κέρινη ἐπιφάνεια. Σ’ αὐτή λοιπόν λέει, τήν ἰσόπεδη πλάκα ὑπάρχει δυνατότητα νά ἐγγραφοῦν καθαρά καί νά παραμείνουν ἀνόθευτα τά Θεῖα δόγματα, ἀπαλλαγμένα ἀπό τίς ἐμπαθεῖς ἐπηρροές καί τίς διαστρεβλωμένες ἁμαρτωλές προσμίξεις τους.
Παρομοιάζει μάλιστα ὅ ἅγιος Ἱεράρχης τή λύπη καί τά ἄλλα πάθη μέ ἄγρια θηρία. Καί, ὅπως λέει, τά θηρία, ὅταν παγώσουν, ἀδυνατοῦν πλέον νά ἔχουν τήν ἐπιθετική δύναμή τους ἐνεργή, ἔτσι καί ἡ λύπη χάνει τή σφοδρότητα καί τήν καυστικότητά της, ὅταν αὐτή δέν συντηρηθεῖ μέ τό αἴ-σθημα ἀσφάλειας πού πηγάζει ἀπό τήν κτήση τῶν ἀγαθῶν. Ἔτσι, μπορεῖ κανείς νά τήν ὑπεβεῖ πιό εὔκολα, γιατί αὐτή χάνει τή βαρύτητα καί τή σημασία της καί γίνεται πλέον «εὐκαταγώνιστη».
Οἱ ἅγιοι Πατέρες σημειώνουν ἰδιαίτερα τό θέμα τῆς «κατά Θεόν» σιωπῆς καί ἡσυχίας, ὡς παράγοντα ἰσχυρό καί ὡς προϋπόθεση γιά τήν ἀπόκτηση τῆς πνευματικῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τά πάθη, καθώς καί γιά τήν ἑτοιμασία τῆς ψυχῆς νά δεχθεῖ τό μήνυμα τῆς Εὐαγγελικῆς εἰρήνης καί τῆς χαρᾶς.
Ἡ πτωχεία καί ἡ ἀκτημοσύνη εἶναι ἐπίσης ὁδοί πού διευκολύνουν τή μετάνοια τῆς ψυχῆς καί τήν ἐλευθερία της ἀπό τήν «προσπάθεια» πού ἔχει πρός τήν κτίση καί τά ἐφήμερα ἀγαθά της. Κι αὐτό, γιατί δέν εἶναι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι σέ θέση νά διαχειρίζονται τά ἀγαθά, τίς σχέσεις καί τά χαρίσματά τους ἀπαθῶς, πράγμα πού σημαίνει ὅτι ἡ στέρησή τους ἀποτελεῖ πηγή καί τροφοδότιδα τῆς λύπης καί τῆς ἀθυμίας.
Ἡ ἀντίδραση πού ἐπέδειξε ὁ πλούσιος νέος τοῦ Εὐαγγελίου στήν ὑπόδειξη πού τοῦ ἔγινε ἀπό τόν Ἰησοῦ Χριστό, ἐπιβεβαιώνει τήν ἀλήθεια τοῦ πράγματος. Ὁ νέος αὐτός εἶχε ἑλκυσθεῖ ἀπό τό Πρόσωπο τοῦ Κυρίου καί τό κήρυγμά Του γιά τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὥστε ἐπιθύμησε νά ἀποκτήσει τήν τελειότητα τῶν «τέκνων τοῦ Θεοῦ». Ὅταν ὅμως ἄκουσε ὅτι, ἡ ἀποποίηση τῶν ἀγαθῶν του ἦταν προϋπόθεση τῆς ἀποκτήσεως τῆς ἐλευθερίας του, ὥστε νά μπορέσει ἀπρόσκοπτα νά ἀκολουθήσει τόν Χριστό, «ἔφυγε σκυθρωπός». Καί ἑρμηνεύοντας ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής τήν περίεργη αὐτή στάση τοῦ νέου, λέει: Συμπεριφέρθηκε ἔτσι, «γιατί εἶχε κτήματα πολλά».

ζ) Ἡ ἐξαγόρευση τῶν λογισμῶν

Ὁ πόλεμος μέ τούς λογισμούς εἶναι ἀφανής καί ἐπώδυνη μορφή τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, ἀλλά καί ἡ πλέον σημαντική καί ἀποφασιστική κίνηση γιά τήν ἀπαλλαγή τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τά πάθη καί τήν ἀποφυγή τῆς ἁμαρτίας.
Τό πεδίο μάχης μέ τούς λογισμούς, ἀλλά καί τό ἔδαφος στό ὁποῖο αὐτοί γεννιοῦνται καί ἀναπτύσσονται εἶναι ἡ καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Οἱ ἅγιοι Πατέρες μας διδάσκουν ὅτι οἱ ἐπιθέσεις τῶν λογισμῶν μποροῦν εὔκολα νά ἀναχαιτισθοῦν, παραμένοντας μόνο στό στάδιο τῆς προσβολῆς, ἄν ὁ ἀγωνιστής τοῦ πνεύματος δέν τούς δεχθεῖ καί, πολύ περισσότερο, ἄν, μέ σθένος, τούς ἀντικρούσει.
Αὐτό ὅμως ἀπαιτεῖ μεγάλη πείρα καί ἰσχυρή θέληση. Ἀλλά, ἐπειδή ἡ ἀντίδραση ἐκ μέρους ἐκείνου πού πλήττεται ἀπό αὐτούς, δέν εἶναι σθεναρή καί ἔγκαιρη, οἱ λογισμοί εἰσέρχονται στήν ψυχή, βρίσκοντας πρόσφορο ἔδαφος καί ἐκλεκτούς συνεργούς, τά πάθη τοῦ ἀνθρώπου καί μάλιστα, τήν ὑπερηφάνεια. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος στερεῖται τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, βυθίζεται στό σκοτάδι τῆς λύπης καί συχνά, καταλαμβάνεται καί ἀπό τόν βρόγχο τῆς ἀπελπισίας. Γιατί, καθώς λέει ὁ ἅγιος Σιλουανός, μπορεῖ κανείς νά χάσει τή Χάρη καί ἀπό ἕναν κακό λογισμό. Γιατί, μέ τόν κακό λογισμό εἰσέρχεται στήν ψυχή μιά ἐχθρική δύναμη καί τότε ὁ νοῦς σκοτίζεται καί βασανίζεται ἀπό κακές σκέψεις. Γι’ αὐτό, μάθε, λέει, νά σταματᾶς ἀμέσως τούς λογισμούς. Ἄν, ὅμως, ξεχάσεις καί δέν τούς διώξεις ἀμέσως, τότε πρόσφερε μετάνοια.
Οἱ λογισμοί μπορεῖ νά εἶναι πονηροί, βλάσφημοι καί νά ὑποκινοῦν τό ἄνθρωπο σέ ἀπιστία πρός τόν Θεό καί ἰδιαίτερα, πρός τό Πρόσωπο τοῦ Σαρκωθέντος Θεοῦ-Λόγου, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἀπό αὐτούς, συνεχίζει ὁ ἅγιος Σιλουανός, οἱ πονηροί κυρίως, λογισμοί γεννιοῦνται ἀπό τήν ὑπερηφάνεια τῆς ψυχῆς καί πλήττουν ἰδιαίτερα αὐτόν, ὁ ὁποῖος ἀσχολεῖται μέ τή ζωή τοῦ ἄλλου.
Ὁ ἄνθρωπος ὅμως, ἐνῶ, πολλές φορές, δέν φαίνεται νά ἐνοχλεῖται ἀπό τούς κακούς λογισμούς, νά ἀδιαφορεῖ –ἀντίθετα, συλλαμβάνεται συχνά νά ἀνοίγει διάλογο ἄνισο καί ἐπιζήμιο μαζί τους– ἐντούτοις, αἰσθάνεται μεγάλη δυσκολία νά τούς ἀποκαλύψει καί νά τούς ἐκθέσει σέ κάποιον μεγαλύτερο καί ἐμπειρότερο στόν πνευματικό ἀγώνα, ἄνθρωπο.
Ἀλλά κάνοντας ἔτσι, παραμένοντας δηλαδή, κανείς ἀνενεργός, σέ ράθυμη καί ἀναποφάσιστη κατάσταση, χάνει τή δύναμη καί, κατά συνέπεια, τή δυνατότητα νά τούς ἀντικρούσει εὔστοχα, ὥστε νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τή θανατηφόρα ἐπίδραση καί φορτικότητά τους.
Ἡ ἐμπειρία τῶν ἁγίων Πατέρων ὅμως, καί μάλιστα τῶν Νηπτικῶν, μᾶς ὑπογραμμίζει ὅτι ἡ ἀποκάλυψη «τῶν κρυφίων» τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἀπαραίτητη προϋπόθεση τῆς ἐλευθερίας του καί μάλιστα, γιά τόν εὔχαρη καί εἰρηνικό βίο, καί τήν ἄσκηση τῆς προσευχῆς.
Ὁ ἀββᾶς Ἡσαΐας ἐπιμένει ὅτι πρέπει κανείς νά ἀναφέρει στούς ἐμπειρότερους περί τά πνευματικά, ὄχι μόνο τούς κακούς, ἀλλά καί τούς καλούς λογισμούς. Κι’ αὐτό, γιατί πολλές φορές, οἱ καλοί λογισμοί εἶναι «προβατόσχημοι». Κρύβουν δηλαδή, μέσα τους ὑπερήφανα βιώματα, καλλιεργοῦν «ὑπερόπτη νοῦ» καί τελικά ὁδηγοῦν τόν ἄνθρωπο σέ πλῆθος ἀδιεξόδων καί ἄβυσσο ἀπελπισίας.
Ὁ ἄνθρωπος, βέβαια, μπροστά στή δυσκολία του νά ἀποκαλύψει τούς λογισμούς του, προφασίζεται, συχνά, ὅτι ὁ ἴδιος ἔχει τή δύναμη καί τήν ἀπαιτούμενη γνώση καί ἐμπειρία, ὥστε νά τούς ἀντιμετωπίσει μόνος του, χωρίς ἄλλη βοήθεια καί συμπαράσταση. Ἄλλοτε πάλι, ἰσχυρίζεται ὅτι δέν ἔχει συναντήσει κάποιον ἐμπειρότερο καί παλαίμαχο στόν πνευματικό ἀγώνα, κατά τῶν πονηρῶν λογισμῶν, ἄνθρωπο, ὥστε νά τόν ἐμπιστευθεῖ καί νά ἀκολουθήσει μέ σιγουριά τίς συμβουλές του.
Ὁ ἀββᾶς Δωρόθεος, συμβουλεύοντας τά πνευματικά του παιδιά, σχετικά μέ αὐτό τό θέμα, λέει χαρακτηριστικά ὅτι δέν πρέπει κανείς νά βασίζεται ποτέ στό λογισμό του οὔτε νά διστάζει, σέ περίπτωση πραγματικῆς ἔλλειψης ὁδηγοῦ, νά συμβουλεύεται, ἀκόμα καί ἕνα μικρό παιδί. Γιατί, ὁ Πανάγαθος Θεός, βλέποντας τήν ταπείνωσή του, θά φωτίσει ἀκόμα καί ἕνα μικρό παιδί, ὥστε νά τοῦ ἀπαντήσει θεοδίδακτα καί νά τόν κατευθύνει μέ γεροντική σωφροσύνη.

η) Ἡ ἀποδοχή τῶν ἀκουσίων θλίψεων ὡς παιδείας τοῦ Κυρίου καί ἡ μεταποίησή τους σέ ἑκούσιες.

Ὁ κύριος παράγοντας πού προκαλεῖ στόν ἄνθρωπο τή λύπη εἶναι τά διάφορα ἐξωτερικά συμβάντα πού συντελοῦνται χωρίς τή δική του θέληση –καί ἐνδεχομένως τή συμμετοχή– καί τά ὁποῖα ἔχουν δυσάρεστες ἐπιπτώσεις σ’ αὐτόν καί στό περιβάλλον του.
Γενεσιουργός αἰτία τῆς λύπης εἶναι ἐπίσης καί ὅσα πλήττουν τόν ἄνθρωπο ὡς πρόσωπο, εἴτε αὐτά ἀναφέρονται στή σωματική του ὑπόσταση καί ἀκεραιότητα (ἀσθένειες, πτωχεία κτλ.), εἴτε αὐτά θίγουν τήν εἰκόνα καί τήν ἰδέα πού ὁ ἴδιος τρέφει γιά τόν ἑαυτό του.
Ὅταν λοιπόν, βρεθεῖ κανείς στό μάτι τοῦ κυκλώνα τῆς λύπης, τότε συνήθως κατευθύνει τά βέλη τῶν ἀντιδράσεών του πρός τούς ἐκτός τοῦ ἑαυτοῦ του συντελεστές τῆς δημιουργίας τῶν ἀδοκήτων πειρασμῶν του. Οἱ ἅγιοι Πατέρες μας ὅμως, οἱ ὁποῖοι γνώρισαν, μέ τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τά ἐνδότερα τοῦ ἀνθρώπινου εἶναι καί τῶν κινήσεών του, μᾶς βοηθοῦν, μέ τήν ἐμπειρία καί τό θεοφώτιστο λόγο τους, νά ἀλλάξουμε ὀπτική γωνία. Μᾶς συνιστοῦν δηλαδή, νά στρέψουμε τόν προβολέα μας πρός τόν «ἔσω ἄνθρωπο», ὁ ὁποῖος, ὄντας δέσμιος τῶν παθῶν του, δέν ὑποψιάζεται ὅτι πάσχει. «Πάσχει», καθώς λέει ὁ ἅγιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης, «ἕως ὅτου αὐτός ταπεινωθεῖ».
Ὁ ἅγιος Μάρκος ὁ ἐρημίτης μιλώντας πάνω στό ἴδιο θέμα εἶναι ἀκριβέστερος καί ἀποκαλυπτικότερος: «Οἱ διάφορες θλίψεις, λέει, πού βρίσκουν τόν ἄνθρωπο εἶναι γεννήματα τῆς κακίας πού ὁ ἴδιος ἔχει μέσα του».
Γι’ αὐτό μᾶς συνιστᾶ, ὅταν βρισκόμαστε κάτω ἀπό λυπηρές καί δυσάρεστες καταστάσεις, νά μή θεωροῦμε τούς συνανθρώπους μας ὡς αἴτιους τῶν συμφορῶν μας, ἀλλά νά ὑπομένουμε. Γιατί αὐτός ὁ τρόπος τῆς ἀντιμετώπισης φανερώνει γνωστικό ἄνθρωπο καί γίνεται αἰτία καθαρισμοῦ του ἀπό τήν ἁμαρτία. Ἔτσι ἐπίσης, ἐπαναφέρει κανείς τή «μνήμη τοῦ Θεοῦ» στήν καρδιά του. Κι’ αὐτό γιατί, καθετί δυσάρεστο θλίβει τήν ψυχή «κατά ἀναλογίαν» τῆς λήθης τοῦ Θεοῦ, τῆς διάσπασης τοῦ νοῦ καί τοῦ διασκορπισμοῦ του εἰς «χώραν μακράν.
Εἶναι μοναδικῆς σημασίας ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Μάρκου, ὁ ὁποῖος, ὡς ἔμπειρος καί γνωστικός πνευματικός ὁδηγός, ἀποφθέγγεται, λέγοντας ὅτι κάθε ἀκούσια θλίψη ἔχει τήν αἰτία της σέ κάποια ἄλλη, ἑκούσια πτώση. Γιατί, σύμφωνα μέ τό λόγο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, συνεχίζει ὁ Ὅσιος, κανένας δέν εἶναι ἐχθρός τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως εἶναι αὐτός ὁ ἴδιος γιά τόν ἑαυτό του.
Ὡς ἑκούσιο θεωρεῖ ἡ Ἁγία Γραφή τό λογισμό καί ὡς ἀκούσιο τό δυσάρεστο γεγονός πού ἐπακολούθησε. Γιατί, ὁ Θεός ἐπιτρέπει ὥστε νά πλήξουν τόν ἄνθρωπο οἱ ἀκούσιες θλίψεις, μέ τή μορφή ἀκούσιων συμβάντων. Κι αὐτό τοῦ συμβαίνει ἐξαιτίας τῆς παράβασης τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, τίς ὁποῖες ὁ ἄνθρωπος ἑκουσίως καταπάτησε.
Αὐτός, συμπληρώνει ὁ Ὅσιος, εἶναι ὁ πνευματικός νόμος. Ἀνάλογα μέ τό βαθμό τῆς ἑκούσιας κακίας εἶναι καί τό μέγεθος τῆς ἀκούσιας καρποφορίας. Αὐτή, βέβαια, τήν ὀδυνηρή συνέπεια δέν μπορεῖ κανένας νά τήν ἀποφύγει, παρά μονάχα, μέ τή βοήθεια τῆς προσευχῆς καί τῆς μετάνοιας.
Ἄν ἀντικρούσει ὁ ἄνθρωπος τά θλιβερά καί τούς πειρασμούς πού τόν βρίσκουν, ἐκτός προσευχῆς καί ὑπομονῆς, τότε ὄχι μόνο αὐτά δέν ὑποχωροῦν, ἀλλά ἐπιτίθενται σφοδρότερα καί ὀδυνηρότερα. Ὁ πιστός, λοιπόν, κάνοντας τόν πνευματικό ἀγώνα του, θά πρέπει πάντα νά θυμᾶται ὅτι μέσα στίς ἀκούσιες θλίψεις πού δέχεται, βρίσκεται κρυμμένο μέ τρόπο ἄδηλο καί θαυμαστό τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Αὐτό ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο σέ μετάνοια καί «εἰς νομάς αἰωνίους».
Μεταξύ ἀκουσίων καί ἑκουσίων θλίψεων, δέν ὑπάρχει ἀσφαλῶς, καμιά σύνδεση καί ἀλληλουχία, ὡς πρός τό εἶδος καί τό χρόνο πού αὐτές συντελέσθηκαν, ἀλλά συμβαίνουν σύμφωνα μέ τή φιλάνθρωπη λειτουργία τοῦ νόμου τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ.
Ἄν λοιπόν μέ αὐτά τά δεδομένα σκέπτεται καί λειτουργεῖ ὁ ἄνθρωπος, δέν θά τρέφει βιώματα ἀναξιοπαθοῦντα, οὔτε θά πέφτει στούς βρόγχους τῆς λύπης, ἀλλά θά ἀξιοποιεῖ προσευχητικά τά ἀκούσια θλιβερά γεγονότα τῆς ζωῆς του κατά τρόπο θετικό, δηλαδή, μέ ταπείνωση, αὐτογνωσία καί ὑπομονή.
Ἐνεργώντας ἔτσι, δέν θά ἐκτεθεῖ στόν κίνδυνο τῆς κατάρρευσης, ἀλλά θά ἀποδέχεται καθετί εὐχαριστιακά. Καί αὐτό σημαίνει ὅτι καθετί λυπηρό θά γίνεται σ’ αὐτόν δάσκαλος Θεογνωσίας καί ἔναυσμα γιά τήν προσπάθεια τῆς κάθαρσής του ἀπό τίς «ἐν ἐπιγνώσει» ἤ «ἐν ἁγνοίᾳ» ἁμαρτίες του.
Οἱ ἀκούσιες θλίψεις, τελικά, δέν παράγουν τό δηλητήριο τῆς λύπης καί τῆς ἀθυμίας, ἀλλά εἶναι εὐεργέτιδες καί διάκονοι στήν ἐργασία τοῦ ἀνθρώπου γιά τήν κάθαρση τῆς ψυχῆς ἀπό τά τερατώδη πάθη. Γιατί ἡ ὁδός πού ὑποδεικνύουν οἱ ἀκούσιες θλίψεις διασώζει, διά τῆς συνεχοῦς μετανοίας, τή σωστή σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό καί τόν ἀδελφό, τόν ὁποῖο δέν δακτυλοδεικτοῦν ὡς ὑπεύθυνο τῶν συμφορῶν του, ἀλλά τόν ἀποδέχονται, ὡς καθρέπτη τῆς ἁμαρτωλότητας καί τῆς δικῆς του ἐμπάθειας.
Τότε μόνο δέν θά δεχόμαστε τούς κεραυνούς τῆς ἀκούσιας λύπης, ὅταν μέ τή ζωή καί τά βιώματά μας δέν θλίβουμε κανένα, δηλαδή ὅταν δέν λυποῦμε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, μέ τό Ὁποῖο ἔχουμε σφραγισθεῖ, γιά νά ὁδηγηθοῦμε στή σωτηρία.

Ἀπό τό βιβλίο:

” Ὠδή στό ἐφήμερο”, Ἡ λύπη κατά τούς Πατέρες

Ἐκδόσεις “ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ”- Ἱερᾶς Μονῆς Τιμίου Προδρόμου Καρέα

Πηγή

Δευτέρα 11 Οκτωβρίου 2021

Ὁμιλία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου στὴν μνήμη τοῦ μακαρίου Ἰωάννου Καποδίστρια Κυβερνήτου τῆς Ἑλλάδος (1827-1831)

Kapodostrias Shmaia copy

DSC 2693


Ὁμιλία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου στὴν μνήμη τοῦ μακαρίου Ἰωάννου Καποδίστρια Κυβερνήτου τῆς Ἑλλάδος (1827-1831)
Κυριακὴ 27 Σεπτεμβρίου 1831 - Κυριακὴ 27 Σεπτεμβρίου
2021

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

   Οἱ βασικὲς ἀρετὲς τῆς ψυχῆς ποὺ καθιστοῦν τὸν ἄνθρωπο δοχεῖο τὴς Χάριτος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ φρόνηση, ἡ σωφροσύνη, ἡ ἀνδρεία καὶ ἡ δικαιοσύνη. Τὶς ἀρετὲς αὐτὲς ἔφερε πάνω του ἐκεῖνος ποὺ πρὶν ἀπὸ 190 ἀκριβῶς χρόνια ἔπεσε θῦμα τῆς ἀνθρώπινης ἐμπάθειας. Πρόκειται γιὰ ἑναν ἀπὸ τοὺς Μεγαλύτερους Ἕλληνες, τὸν Κυβερνήτη μας, τὸν Άγιο τῆς πολιτικῆς, Ἰωάννη Καποδίστρια. 

   Μὲ βαθειὰ αἰσθήματα εὐγνωμοσύνης καὶ καθήκοντος, ἀποφασίσαμε νὰ τελεσθεῖ Τρισάγιο ὑπὲρ ἀναπαύσεως τῆς ψυχῆς του καῖ νὰ ἐκφωνηθεῖ ἡ παρούσα ὁμιλία σὲ ὅλες τῆς ἐνορίες τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως μας. Ἰδίως στὴν ἐπέτειο τῶν 200 ἐτῶν ἀπὸ τὴν ἐθνική μας παλιγγενεσία, αὐτὴ ἡ πράξη εἶναι τὸ λιγότερο ποὺ θὰ μπορούσαμε νὰ κάνουμε γιὰ ἐκεῖνον. Μπορεῖ νὰ μὴν συμμετεῖχε στο πεδίο τῆς μάχης τοῦ ἐπαναστατικοῦ ἀγώνα, ἀλλὰ ἡ Ἐπανάσταση, ποὺ φέτος τιμοῦμε ἰδιαιτέρως, κατέστη δυνατὴ χάρη στὶς διπλωματικὲς μάχες ποὺ ἔδωσε στὴν Εὐρώπη, ὅπου ἀγωνίσθηκε μὲ ἀξιοθαύμαστη αὐτοθυσία. Ἀν δὲν ἦταν ἐκεῖνος, ἴσως ἀκόμη νὰ κινδυνεύαμε νὰ κάνουμε τὸν Σταυρό μας.

  πειδὴ εἶναι ἀνθρωπίνως ἀδύνατον κάποιος νὰ σκιαγραφήσει ἐπαρκῶς τὸν πλοῦτο τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ ἔργου του, θὰ ἀρκεσθῶ μόνο σὲ ὁρισμένα σημεῖα.

   Ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας τῶν ἀριστοκρατῶν Ἀντωνίου καὶ Ἀδαμαντίας γεννήθηκε στὴν Κέρκυρα τὸ 1776 καὶ ἦταν τὸ ἕκτο ἀπὸ τὰ δέκα παιδιὰ τῆς οἰκογένειας. Οἱ γονεῖς του, εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεοι, φρόντισαν νὰ διδάξουν στὸν Ἰωάννη καὶ στὰ ὑπόλοιπα τέκνα τους τὴν εὐλάβεια πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὴν ἔμπρακτη ἀγάπη πρὸς τὸν συνάνθρωπο. Ἡ ὀρθόδοξη αὐτὴ ἀνατροφή του, σὲ συνδυασμὸ μὲ ἕνα θαῦμα ποὺ ἔζησε στὰ 16 του, ἔπαιξαν καθοριστικὸ ρόλο γιὰ ὅλη τὴν μετέπειτα πορεία του. 

   Στὴν Ἰταλία σπούδασε Ἰατρικὴ καὶ Νομικὴ, ἐνῶ ἀμέσως μετὰ ἐπέστρεψε στὴν ἰδιαίτερη πατρίδα του καὶ ἔκανε βίωμα τὸ παράδειγμα τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων. Παρέδωσε τὸν ἑαυτὸ του στὴν ὑπηρεσία τῶν ἀσθενῶν. Ὄχι μόνο ἄσκησε δωρεὰν τὸ ἐπάγγελμα του, ἀλλά ἐπίσης ἔβαζε χρήματα κάτω ἀπὸ τὸ μαξιλάρι τῶν ἀσθενῶν γιὰ νὰ ἀγοράσουν τὰ φάρμακα τους, ἀνταποκρινόμενος στὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου: «μὴ γνώτω ἡ ἀριστερά σου τί ποιεῖ ἡ δεξιά σου». Δὲν μποροῦσε νὰ κάνει φανερὰ ἐλεημοσύνη, διότι ὅπως ὁ ἵδιος εἶπε κάποτε στὸν πατέρα του: «ὁ Θεὸς δὲν ἀναπαύεται στὴν ματαιοδοξία».

    πολιτικὴ σταδιοδρομία του ἄρχισε τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 1801, ὄταν ὡς ἐπίτροπος τοῦ κράτους τῶν Ἑπτανήσων κλήθηκε νὰ ἀποκαταστήσει τὴν τάξη στὴν Κεφαλλονιά. Ἡ πρώτη του ἀποστολὴ στέφθηκε μὲ ἐπιτυχία καὶ ἔδειξε σὲ ὅλους ὅτι ὁ Ἰωάννης εἶναι ἕνας πολλὰ ὑποσχόμενος νέος. Λίγα χρόνια ἀργότερα, τέλη του 1806, ὅταν ὁ Ἀλὴ Πασάς θὰ εἰσέβαλλε στὴν Λευκάδα, ὁ Ἰωάννης στάλθηκε γιὰ νὰ ὀργανώσει τὴν ἄμυνα τοῦ νησιοῦ. Γιὰ τὸν σκοπὸ αὺτὸ κάλεσε πολλοὺς ὀπλαρχηγοὺς ἀπὸ τὴν τουρκοκρατούμενη Ἑλλάδα, ὀργάνωσε τὸν στρατό, καὶ παράλληλα ἐφάρμοσε τὴν κατασκευὴ ὀχυρωματικῶν ἔργων. Στὰ ἔργα αὐτὰ δούλεψε σκληρὰ καὶ ὁ ἴδιος, σκάβοντας στὰ χαρακώματα. Τὸ ἀποτέλεσμα τῆς δράσης τοῦ τριαντάχρονου πολιτικοῦ ἦταν διπλό∙ ἀφενός ὁ Ἀλὴ Πασὰς δὲν τόλμησε νὰ εἰσβάλει στὸ νησί, ἀφετέρου, οἱ ὀπλαρχηγοὶ ἀντάμωσαν καὶ ἑνώθηκαν ὑπὸ τὸ σύνθημα «Ἐλευθερία ἤ Θάνατος». Μετὰ τὴν ἀποχώρηση τοῦ Ἀλὴ Πασὰ, ὁ Ἰωάννης εἶπε μὲ ταπείνωση στοὺς συνέλληνες του: «ἡ πατρίς θὰ μᾶς χρειαστεῖ ὅλους γιὰ ἕναν πολὺ σοβαρώτερο σκοπό». Οὐσιαστικὰ, ὁ Καποδίστριας εἶχε θέσει τὶς βάσεις γιὰ τὴν ἐπιτυχημένη ἐπανάσταση ποὺ θὰ ἀκολουθοῦσε 14 χρόνια ἀργότερα, το 1821.

    πολιτικὴ δράση τοῦ Ἰωάννη δὲν διέφυγε τῆς προσοχῆς τοῦ Τσάρου Ἀλεξάνδρου τοῦ Α΄, ὁ ὁποῖος τὸν κάλεσε νὰ ἐργαστεῖ ὡς διπλωμάτης στὸ τμήμα τῶν ἐξωτερικῶν ὑποθέσεων τῆς Ρωσίας. Ἡ διορατικότητα καὶ ἡ συνέπεια του ὤθησαν τὸν Τσάρο νὰ ἀναθέσει στὸν Καποδίστρια τὴν ὀργάνωση τοῦ διαμελισμένου κράτους τῆς Ἐλβετίας, τὸ ὁποῖο ἔπραξε μὲ ἀπόλυτη ἐπιτυχία. Ὡς ἀποτέλεσμα; Ἡ Ἐλβετία μέχρι σήμερα εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ πλουσιώτερα καὶ πιὸ καλὰ ὀργανωμένα  κράτη στὸν κόσμο, τὸ ὁποῖο ἐξακολουθεῖ νὰ τιμᾶ τὸν ἄνδρα ποὺ συνέβαλε καθοριστικὰ στὴν ἀνεξαρτησία της καὶ στὴ διαμόρφωση τοῦ συντάγματος τοῦ νέου τότε κράτους. 

   Μετὰ τὴν ἤττα τοῦ Ναπολέοντα, πραγματοποιήθηκε τὸ συνέδριο τῆς Βιέννης τὰ ἔτη 1814-1815. Ἐκεὶ ὁ Καποδίστριας, ὡς σύμβουλος τοῦ ὑπουργοῦ ἐξωτερικῶν τῆς Ρωσίας ἐπέδειξε τόση σύνεση, εὐφυία καὶ τόλμη, ὥστε νὰ διορισθεῖ ἀπὸ τὸν Τσάρο ἀντιπρόσωπος τῆς Ρωσίας στὴν ἐπιτροπὴ τῶν πέντε, ἡ ὁποία οὐσιαστικὰ ἀποφάσιζε τὶς τύχες τῆς Εὐρώπης. Ὁ Ἕλληνας Καποδίστριας κράτησε στὰ χέρια του τὸ μέλλον τῆς Εὐρώπης! 

   στόσο, παρὰ τὸ μεγάλο ἀξίωμα, παρέμεινε ταπεινός καὶ δίκαιος. Ἀπό τὴν νέα θέση του ἔσωσε τὰ γερμανικὰ κρατίδια ἀπὸ τὸν διαμοιρασμό τους στὶς Μεγάλες Δυνάμεις, συμβάλλοντας στὴν δημιουργία τῆς Γερμανικῆς Συμπολιτείας. Ἐπίσης, ἴδρυσε τὴν Φιλόμουσο Ἐταιρεία, ἕνα φιλελληνικό κίνημα μὲ σκοπὸ νὰ φωτίσει τὴν κοινὴ γνώμη γιὰ τὰ δεινὰ ποὺ ὑπέφεραν οἱ Ἕλληνες ἀπὸ τὸν Ὁθωμανὸ Τύραννο καὶ νὰ προσφέρει τὰ μέγιστα στὴν παιδεία τῶν Ἑλληνοπαίδων μέσα ἀπό ὑποτροφίες γιὰ σπουδές στὰ πανεπιστήμια τῆς Εὐρώπης. Νὰ σημειωθεῖ στὸ σημεῖο αὐτὸ ὅτι ἕνα ἀπὸ τὰ παιδιὰ ποὺ σπούδασε μὲ χρήματα του Καποδίστρια στὸ Παρίσι, ἴδρυσε λίγα χρόνια ἀργότερα ἐφημερίδα μὲ σκοπὸ τὴν ἀνατροπὴ του.

   Στὸ Συνέδριο τοῦ Παρισιοῦ ὁ Ἕλληνας διπλωμάτης ἔσωσε τὸ κράτος τῆς Γαλλίας ἀπὸ τὸν διαμοιρασμό στὶς Μεγάλες Δυνάμεις, ἐνῶ στὴν ἐπιθυμία τοῦ Γάλλου Βασιλιᾶ νὰ δίνει πάγιο μισθὸ στὸν Ἰωάννη μέχρι τὸν θάνατο του, ὁ ἀφιλάργυρος Ἰωάννης ἀρνήθηκε καὶ τὸν παρακάλεσε νὰ στέλνει κάθε χρόνο δύο ἀντίτυπα ἀπό τὰ ἐκδιδόμενα βιβλία τῆς Γαλλίας στὴν βιβλιοθήκη τῆς Κέρκυρας γιὰ νὰ μορφώνονται οἱ νέοι. Κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ Συνεδρίου ὁ Τσάρος διόρισε τὸν Ἰωάννη ὑπουργό ἐξωτερικῶν τῆς Ρωσίας. Ἡ πρώτη ἐπιτυχία ποὺ σημείωσε ἀπὸ τὴν νέα του θέση ἦταν ἡ τοποθέτηση τοῦ κράτους τῶν Ἰονίων Νήσων ὑπό τὴν προστασία τῆς Ἀγγλίας.

   Τὸ 1821 ἐξαιτίας τεσσάρων ἐξεγέρσεων ποὺ εἴχαν ἐκδηλωθεῖ σὲ διάφορες χῶρες τῆς Εὐρώπης, οἱ Μεγάλες Δυνάμεις συνεδρίασαν γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσουν τὸ φλέγον ζήτημα ποὺ ἀπειλοῦσε τὴν ἀκεραιότητα τους. Παράλληλα, ὅμως, ὁ Ἀλέξανδρος Ὑψηλάντης κήρυξε τὴν Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση στὴν Μολδοβλαχία. Τὸ γεγονός συντάραξε τὶς Μεγάλες Δυνάμεις μὲ τὸν Καγκελάριο τῆς Αὐστρίας καὶ ὁρκισμένο μισέλληνα Μέττερνιχ νὰ ὑποστηρίζει ὅτι πρέπει νὰ καταπνιγεῖ ἐπειγόντως ἡ ἐπανάσταση τῶν Ἑλλήνων, ἔλκοντας με τὸ μέρος του τὸν Τσάρο Ἀλέξανδρο. Μετὰ τὴ σφαγὴ Ἑλλήνων τῆς Κωνσταντινούπολης, ὁ Καποδίστριας κατορθώνει, τελικὰ, νὰ σώσει τὴν Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση.

   να χρόνο ἀργότερα, παραιτεῖται ἀπὸ τὴν θέση τοῦ ὑπουργοῦ καὶ καταφεύγει στὴ Λωζάννη, ὅπου διαμένει σὲ μία εὐτελέστατη κατοικία δύο δωματίων ζώντας ὡς κοσμοκαλόγερος. Ἀπὸ τὴ Λωζάννη ξεκίνησε δυναμικὸ ἀγώνα νὰ συγκινήσει τοὺς Εὐρωπαίους διανοούμενους γιὰ τὸ Ἑλληνικό ζήτημα. Ἔγινε ζητιάνος σὲ αὐτούς γιὰ νὰ ἐνισχύσουν τὸν ἀγώνα. Εἶχε ὅμως κάθε δικαίωμα νὰ τὸ κάνει, διότι πρῶτος αὐτὸς διέθεσε ὅλη του τὴν περιουσία γιὰ τὴν ἐλευθερία τῆς πατρίδος.

    Ἐθνοσυνέλευση τῆς Τροιζήνας τὸν Μάρτιο τοῦ 1827 κλήθηκε νὰ ἐκλέξει Κυβερνήτη τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους. Ὁ Γέρος τοῦ Μοριᾶ ἔλαβε τὸν λόγο καὶ εἴπε«θὰ καλέσουμε τὸν σπουδαιότερο Ἕλληνα ποὺ ὑπάρχει, τὸν Ἰωάννη Καποδίστρια»Ὅλοι ἀνεξαιρέτως, ἀκόμη καὶ ὅσοι ζήλευαν τὸν Ἰωάννη, παραδέχθηκαν ὅτι αὐτὴ ἦταν ἡ καλύτερη ἐπιλογή.

   Ὁ Ἰωάννης ἔρχεται στὴν Ἑλλάδα γιὰ νὰ ἀναλάβει τὴν δυσκολώτερη ἀποστολὴ τῆς ζωῆς του, τὴν ὀργάνωση τοῦ ἀνύπαρκτου Ἑλληνικοῦ Κράτους. Στὴν ἐπίσημη δοξολογία γιὰ τὴν ἀνάληψη τῆς νέας θέσης του, ἀρνεῖται νὰ καθίσει στὸν στολισμένο θρόνο, προτιμώντας νὰ παρακολουθήσει σεμνὰ καὶ προσευχητικὰ τὴν τελετή.

 Σχετικὰ μὲ τὸν μισθὸ του, τὰ λόγια του εἶναι ἀπόλυτα: 

«ἐφ´ ὅσον τὰ ἰδιαίτερα εἰσοδήματά μου ἀρκοῦν διὰ νὰ ζήσω, ὰρνοῦμαι νὰ ἐγγίσω μέχρι καὶ τοῦ ὀβολού τὰ δημόσια χρήματα, ἐνῶ εὑρισκόμεθα εἰς τὸ μέσον ἐρειπίων καὶ ἀνθρώπων βυθισμένων εἰς ἐσχάτην πενίαν»

   Δὲν λάμβανε μισθό ὁ Κυβερνήτης τῆς Ἑλλάδος. Ἔδωσε τὰ πάντα γιὰ τὴν Ἑλλάδα καὶ ἤθελε τὸ ἴδιο νὰ κάνουν καὶ οἱ ἄλλοι πολιτικοί, γεγονός ὅμως ποὺ τοῦ ἐπιφύλασσε τὴν μεγαλύτερη ἀπογοήτευση. Οἱ ἐκλεκτοὶ συνεργάτες του ἤταν ὅλοι ἄμισθοι. Ὄταν ἀντιλαμβανόταν ὅτι κάποιος εἶχε ἰδιοτέλεια, τὸν ἀπομάκρυνε ἀπὸ θέσεις εὐθύνης, διότι θεωροῦσε ἀνήθικο νὰ παίζει κανεὶς μὲ τὸν πόνο τοῦ λαοῦ. Εἶχε γράψει ἄλλωστε ὅτι «ἡ φωνὴ τοῦ λαοῦ μου ἔσκιζε τὴν καρδιά μου».

   Εἶναι ἀσύλληπτο τὸ πλῆθος τῶν ἀγαθοεργιῶν ποὺ μέσα σὲ τρισήμισυ χρόνια ἐπέδειξε ὁ Κυβερνήτης στὴν Μητέρα Ἑλλάδα. Σὰν νὰ γνώριζε ὅτι θὰ φύγει καὶ ἔπρεπε νὰ δράσει βιαστικά γιὰ νὰ θεμελιώσει τὸ νέο κράτος...

   Ὁ Καποδίστριας ἔχτισε δημοτικὰ σχολεῖα καὶ σχολεῖα γιὰ δασκάλους, ἴδρυσε τὴν στρατιωτικὴ σχολὴ Εὐελπίδων γιὰ νὰ διασφαλίσει τὴν ἀσφάλεια τῆς πατρίδας, ἴδρυσε γεωργικὴ σχολὴ στὴν Τίρυνθα, ἴδρυσε ὀρφανοτροφεῖο, ἐργάσθηκε γιὰ τὴν  αὔξηση τῶν ὁρίων τῆς Ἑλλάδας, ἔκοψε δικό του νόμισμα καὶ ἔκανε πολλὰ ἀκόμη ποὺ ὁ χρόνος δὲν ἐπιτρέπει νὰ ἀναλυθοῦν. 

   Ἡ ἀνιδιοτέλεια του καὶ ἡ συγκέντρωση τῶν ἐξουσιῶν στὰ χέρια του γιὰ λίγα χρόνια, μὰ πάνω ἀπ' ὅλα ἡ ἐπιθυμία του νὰ ἀναστήσει ἕνα κράτος δικαίου κίνησαν θύελλα ἀντιδράσεων ἀπὸ ἄνδρες ἐμπαθεῖς, οἱ ὁποῖοι ἀδυνατούσαν νὰ κοιτάξουν πιὸ μακριὰ ἀπὸ τὴν ἰδιοτέλεια τους. Ἐκείνοι ἤθελαν τὴν ἐξουσία γιὰ νὰ ἰκανοποιήσουν τὴν ματαιοδοξία τους. Ὁ Καποδίστριας ὅμως, δὲν ἦταν τέτοιος. Βρισκόμενος στὸ ἀπόγειο τῆς ἀνθρώπινης δόξας ὡς ὑπουργός τοῦ Τσάρου, τοῦ προσφέρθηκαν πλούτη, χλιδή καὶ ὁτιδήποτε ἄλλο θὰ ἐπιθυμοῦσε ἡ πλειοψηφία τῶν ἀριστοκρατῶν τῆς ἐποχῆς του, γιὰ νὰ τὸν ἐλκύσουν στὸ σαθρό τρόπο ζωῆς τους. Ἐκεῖνος, ὅμως, προτίμησε νᾶ παραμείνει ἔντιμος καὶ νὰ ἐργάζεται ἀπὸ τὴν περίοπτη θέση του γιὰ τὰ δίκαια τοῦ ὑπόδουλου Γένους μας. Ἕνας Ὀρθόδοξος Χριστιανὸς δροῦσε στὶς αὐλὲς τῆς Εὐρώπης δίχως νᾶ ντρέπεται γιὰ τὴν ταυτότητα του, γιὰ τὸν τόπο του, γιὰ τὴν πίστη του. Ἀντίθετα, ἀπὸ αὺτὰ ἀντλοῦσε τὴν δύναμη νὰ παραμένει ἀγνός καὶ ἀκέραιος. Ὁποιαδήποτε ὁμιλία γιὰ τὸν Μεγάλο Ἕλληνα δὲν μπορεῖ νὰ μὴν περιλαμβάνει τὴν ὁμολογία τοῦ θανάσιμου ἐχθροῦ του, τοῦ Μέττερνιχ ὅτι: «Ὁ μόνος ἀντίπαλος ποὺ δύσκολα ἠττᾶται εἶναι ὁ ἀπόλυτα ἔντιμος ἄνθρωπος, καὶ ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος είναι ο Καποδίστριας»

   ρθε σὲ ἐπαφὴ μὲ ὅλες τὶς ἰδεολογίες ποὺ δέσποζαν στὴν Εὐρώπη. Ἐκεῖνος, ὅμως, προτίμησε νὰ ζεῖ ὡς κοσμοκαλόγερος, σύμφωνα με τὸν ὀρθόδοξο τρόπο ζωῆς, διότι μόνο αὐτὸς ὁδηγεῖ στὴν αἰωνιότητα. Στὸ ἀπόγειο τῆς ἀνθρώπινης δόξας ἐκεῖνος σκεφτόταν τὸν θάνατο. Ἦταν συμφιλιωμένος μὲ αὐτόν.

   Κυριακὴ 20 Σεπτεμβρίου 1831. Ὁ Αὐγουστίνος Καποδίστριας ἐμποδίζει τὸν ἀδερφό του νὰ πάει στὴν Ἐκκλησία, διότι οἱ πάντες γνώριζαν ὅτι τὸν Κυβερνήτη θὰ τὸν σκοτώσουν. Ἐκεῖνος πείθεται. Τὴν ἐπόμενη Κυριακὴ, ὡστόσο, 27 Σεπτεμβρίου 1831, δὲν μπορεῖ νὰ ἀπουσιάσει ξανά. Φεύγει γιὰ τὴν Ἐκκλησία πρὶν χαράξει, «ὡς πρόβατον ἐπὶ σφαγήν». Δὲν ἔκανε προεκλογικὸ ἀγώνα. Πῆγε στὴν Ἐκκλησία μὲ σκοπὸ να διαβάσει -ὅπως συνήθιζε- τὸν Ἐξάψαλμο καὶ νὰ κοινωνήσει. Δὲν πρόλαβε ὅμως. Στὸν δρόμο συναντᾶ τοὺς μέλλοντες φονεῖς του. Τοὺς χαιρετᾶ. Ἐκείνοι γρήγορα κατευθύνονται πρὸς τὴν Ἐκκλησία. Ἔξω ἀπὸ τὴ θύρα διαπράττουν τὸ μοιραῖο. Ὁ Κυβερνήτης ποὺ ἀγαπήθηκε ἀπὸ τὸν λαὸ ὅσο κανείς ἄλλος, «τὸ εὐγενέστερο πλάσμα τῆς Γῆς, δὲν ὑπάρχει πιά» (Ρωξάνδρα). «Ὁ κακοῦργος ὅστις ἐδολοφόνησε τὸν Καποδίστρια, ἐδολοφόνησε τὴν πατρίδα του» (Ἐϋνάρδος).
   «Φθόνος γὰρ οὐ προτιμᾶ τὸ συμφέρον»... πόσο διαφορετικὴ θὰ ἦταν ἡ πατρίδα μας καὶ ὅλη ἡ Εὐρώπη ἄν ὁ φθόνος δὲν ὀδηγοῦσε στὸν φόνο.

γαπητοὶ ἀδελφοί,

   Κάθε κοινωνία, καὶ ἰδιαίτερα ἡ σημερινὴ ἑλληνικὴ κοινωνία χρειάζεται στὸ τιμόνι της ἕναν ἀληθινό Κυβερνήτη μὲ πίστη στὸν Θεό. Δίχως συμπλέγματα κατωτερότητας. Μὲ φιλοπατρία. Μὲ παρρησία. Μὲ ἐντιμότητα ἡ ὁποῖα τὸν καθιστὰ ἰσχυρό. Μὲ δικαιοσύνη. Μὲ ἀγάπη γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Μὲ ἀνιδιοτέλεια. Μὲ σωφροσύνη. Μὲ διορατικότητα. Μὲ μνήμη θανάτου. Μὲ θυσιαστικὸ πνεῦμα. Μὲ ἐπιμονή στὸ στόχο. Μὲ εὐθύνη ἀπέναντι στὸ καθήκον. Μὲ ταπείνωση. Κάθε κοινωνία χρειάζεται ἕναν Καποδίστρια. Κὶ ἄν τὸν ἀποκτήσει, πρέπει νὰ τὸν φυλάξει καλά, καὶ νὰ τὸν ἀφήσει νὰ ἐργαστεῖ ὅπως ἐκεῖνος ξέρει γιὰ τὸ κοινὸ καλό. Ἡ Ἐλβετία, τουλάχιστον, αὐτὸ ἔκανε.

   Μέσα στὴν ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη γιὰ ἕναν ἄξιο Κυβερνήτη, δὲν πρέπει νὰ λησμονοῦμε ὅτι «κατὰ τὸν λαὸ καὶ οἱ ἄρχοντες». Δὲν πρέπει νὰ τὰ περιμένουμε ὅλα ἀπὸ ἕναν Καποδίστρια. Πρώτοι ἑμεῖς ὀφείλουμε νὰ μιμηθοῦμε τὴν ἁγία βιοτή του καὶ ἄν τὸ καταφέρουμε, ὁ Θεὸς θὰ ἀναστήσει γιὰ τὴν πατρίδα μας πολλοὺς Καποδίστριες.

   Εἴθε ἡ μνήμη του νὰ εἶναι αἰωνία καὶ ἀπὸ ἐκεὶ ποὺ ἀναπαύεται, πλάι στοὺς Ἁγίους, νὰ πρεσβεύει γιὰ τὸ ἔθνος ποὺ ἀγάπησε καὶ γιὰ τὸ ὁποῖο ἔχυσε τὸ αἶμα του.

† ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Σάββατο 9 Οκτωβρίου 2021

Η ΜΕΤΑΒΛΗΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΜΑΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ (Άγιος Θεοφάνης ο Έγκλειστος)

 



Παραπονιέστε γιὰ τὴ μεταβλητότητα τῆς ἐσωτερικῆς σας καταστάσεως -ἄλλοτε εἶναι καλὴ καὶ ἄλλοτε κακή. Δὲν γίνεται ἀλλιῶς.

«Ἔχω δοκιμάσει καὶ δοκιμάζω δυσάρεστες ψυχικὲς καταστάσεις μὲ διάφορες μορφές». Δὲν ἔχουμε παρὰ νὰ τὶς ὑπομένουμε μὲ ταπείνωση καὶ γενναιοψυχία, χωρὶς νὰ χαλαρώνουμε τὸν πνευματικό μας ἀγώνα, χωρὶς νὰ παραμελοῦμε τὴν ἐκπλήρωση τῶν θείων ἐντολῶν -αὐτὸ ἀκριβῶς ποὺ κάνετε..

Ἔρχεται μία καλὴ πνευματικὴ κατάσταση. Φεύγει. Ἔρχεται μία κακή. Φεύγει κι αὐτή. Ἡ ἐναλλαγὴ τους εἶναι συνεχὴς καὶ ἀναπότρεπτη. Τὸ μόνο ποὺ μπορεῖτε καὶ πρέπει νὰ κάνετε, εἶναι νὰ ἐπιθυμεῖτε καὶ νὰ ἐπιδιώκετε πάντα τὸ καλό.

Ἂν δὲν ἀντιμετωπίζαμε ποτὲ καμιὰ δυσκολία, τότε θὰ εἴχαμε πέσει σὲ πνευματικὴ νάρκη.

 

Ψυχικὲς μεταπτώσεις

Οἱ ψυχικὲς μεταπτώσεις συμβαίνουν σὲ ὅλους. Δὲν ἔχετε, λοιπόν, παρὰ νὰ τὶς ὑπομένετε ἤρεμα, ἀφήνοντας τὸν ἑαυτό σας στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ. Μὴ νοιάζεστε γιὰ τίποτ’ ἄλλο, παρὰ μόνο γιὰ τοῦτο: Νὰ εἶστε πάντα μαζὶ μὲ τὸν Κύριο. Ὅ,τι κι ἄν σᾶς συμβαίνει, σ’ Αὐτὸν νὰ καταφεύγετε, σ’ Αὐτὸν ν’ ἀποκαλύπτετε τὴν ψυχὴ σας, σ’ Αὐτὸν ν’ ἀκουμπᾶτε τὰ βάρη σας, σ’ Αὐτὸν νὰ λέτε τὸν πόνο σας… Καὶ νὰ προσεύχεστε, παρακαλώντας Τὸν νὰ σᾶς ἀπαλλάξει ἀπὸ πειρασμοὺς καὶ θλίψεις, ἂν εἶναι θέλημά Του..

Ἡ ψυχικὴ εὐφορία καὶ εὐδιαθεσία, ἡ ἀναψυχὴ καὶ ἡ παρηγοριὰ δὲν εἶναι πάντα γνωρίσματα καλῆς πνευματικῆς καταστάσεως, ἡ ὁποία ἔχει τρία ἄλλα βασικὰ χαρακτηριστικά: ἅ) ζῆλο γιὰ τὴν εὐαρέστηση τοῦ Θεοῦ, β) φρόνημα ταπεινὸ καὶ καρδιὰ συντριμμένη, γ) παράδοση στὸ θεῖο θέλημα. Ὑπάρχουν αὐτὰ μέσα σας; Ἂν ναί, εἶστε σὲ καλὸ δρόμο.

 

Οἱ πνευματικὲς παρηγοριὲς στὴν κατὰ Θεὸν ζωή

Λυπηθήκατε, ἐπειδὴ χάσατε πολὺ γρήγορα τὴν παρήγορη ἐκείνη ἐσωτερικὴ κατάσταση, στὴν ὁποία βρισκόσασταν μετὰ τὴ θεία Μετάληψη. Ἀλλὰ πρέπει νὰ ξέρετε, πὼς μία πνευματικὴ παρηγοριά, μία «παράκληση», μ’ ὅποια μορφὴ κι ἄν μᾶς ἐπισκέπτεται -ὡς ἀπέραντη ψυχικὴ εἰρήνη, ὡς ἀπερίγραπτη χαρά, ὡς ἱερὸς ἐνθουσιασμός, ὡς γλυκεία κατάνυξη ἢ ὡς ὁτιδήποτε ἄλλο-, δὲν εἶναι τὸ κύριο ζητούμενο στὴν κατὰ Θεὸν ζωή. Ἡ πρωταρχικὴ ἐπιδίωξη καὶ τὸ βασικὸ μέλημά μας εἶναι ὄχι οἱ παρηγοριές, ἀλλὰ ἡ ἀποφασιστικὴ καὶ δυναμικὴ διατήρηση τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἐσωτερικὰ καὶ ἐξωτερικά, σὲ κατάσταση καλὴ, εὐάρεστη στὸν Κύριο. Ἡ ὅποια παρηγοριὰ δίνεται ἀπὸ τὸ Θεὸ σὰν «δόλωμα», πρόκληση καὶ προτροπή.

«Νὰ τί θ’ ἀπολαύσεις! Ἀγωνίσου, λοιπόν!». Ἑπομένως, ὅταν τὴ στερούμαστε, δὲν πρέπει ν’ ἀπελπιζόμαστε, ἀλλὰ μὲ μεγαλύτερο ζῆλο, μὲ σταθερότητα καὶ ἐπιμονὴ ν’ ἀγωνιζόμαστε «τὸν καλὸν ἀγώνα τῆς πίστεως» (Ἀ’ Τίμ. 6:12).

 

Οἱ πνευματικὲς ἡδονὲς δὲν εἶναι πάντα ὠφέλιμες

Σᾶς ἀρέσει νὰ βυθίζεστε μέσα στὶς πνευματικὲς ἡδονές, νὰ νιώθετε πάντα ἱκανοποίηση καὶ εὐφροσύνη ἀπὸ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν κοινωνία σας μὲ τὸν Κύριο. Αὐτό, ὅμως, εἶναι καὶ ἀδύνατο καὶ ἀνώφελο. Ἀδύνατο, γιατί κάθε μορφὴ πνευματικῆς ἀναψυχῆς δὲν εἶναι καρπὸς δίκης μας προσπάθειας, ἀλλὰ δῶρο τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ, δῶρο ποὺ προσφέρεται σ’ ὁποῖον, ὅποτε καὶ γιὰ ὅσο Ἐκεῖνος θέλει. Ἀδύνατο εἶναι, ἐπίσης, γιατί, ὅσο ζοῦν καὶ ἐνεργοῦν μέσα μας τὰ πάθη, καμιὰ πνευματικὴ ἡδονὴ δὲν μπορεῖ νὰ παραμείνει σταθερὴ στὴν ψυχή.

Ἄλλωστε, ἡ ἄκαιρη καὶ ἄλογη ἐπιδίωξη τέτοιων ἡδονῶν εἶναι, ὅπως εἶπα, καὶ ἀνώφελη, γιατί ὁδηγεῖ σὲ ψυχικὴ παραλυσία καὶ μαλθακότηταἘμεῖς ὀφείλουμε μόνο ν’ ἀγωνιζόμαστε μὲ τρόπο εὐάρεστο στὸν Κύριο, μὲ ζῆλο καὶ ἀνδρεία, μὲ νήψη καὶ αὐτοέλεγχο, μὲ ταπείνωση καὶ συντριβή. Γιὰ τὸ Θεὸ πρέπει νὰ κυριαρχοῦν στὴ καρδιά μας δυὸ αἰσθήματα: ἀγάπη καὶ φόβος… Οἱ ἄγγελοι στέκονται μπροστὰ Τοῦ μὲ φόβο καὶ τρόμο… Ζῆστε, ἐπαναλαμβάνω, μὲ νήψη, μὲ πνευματικὴ ἐπαγρύπνηση, μὲ φρόνημα ταπεινό…

 

(“Ὁ δρόμος τῆς ζωῆς”-ἐπιλογές-, Ἱ. Μ. Παρακλήτου)

Πηγή: alopsis.gr

Τρίτη 5 Οκτωβρίου 2021

Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΕΒΡΑΙΩΝ ΣΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΣΥΝΤΕΛΕΙΑΣ (τοῦ πατρός Νικολάου Δημαρᾶ)

 

Ἡ ἐπιστροφή τῶν Ἑβραίων στήν Πίστη πρό τῆς συντελείας

τοῦ πατρός Νικολάου Δημαρᾶ
Ἡ καλλιέλαιος καί ἡ ἀγριέλαιος
Ἐπισυνάπτω τά γραφόμενα σέ ἕνα βιβλίο πού ἔγραψα πρίν τριάντα χρόνια, (πού εἶναι πλέον δυσεύρετο), συμπληρωμένα μέ τήν διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Παύλου, ὅπως τόν ἑρμηνεύουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Πρόκειται γιά θέσεις πού στηρίζονται κυρίως στήν διδασκαλίαν τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, ὁ ὁποῖος συνοψίζει τήν διδασκαλίαν ὅλων τῶν Πατέρων.
Τί θά συμβεῖ, λοιπόν, μέ τούς Ἑβραίους στούς ἔσχατους καιρούς;
Θά ἐπιστρέψουν καρδίας πατέρων ἐπί τά τέκνα ὁ Ἐνώχ καί ὁ Ἠλίας, δηλ. τήν συναγωγήν ἐπί τόν Κύριον , ἀφοῦ πρῶτα οἱ Ἰουδαῖοι δεχθοῦν τόν πλάνον "ἄνθ΄ ὧν τήν ἀγάπην τῆς ἀληθείας οὐκ ἐδέξαντο εἰς τό σωθῆναι αὐτούς, καί διά τοῦτο πέμψει αὐτοῖς ὁ Θεός ἐνέργειαν πλάνης εἰς τό πιστεῦσαι αὐτούς τῷ ψεύδει, ἵνα κριθῶσι πάντες οἱ μή πιστεύσαντες τῇ ἀληθείᾳ, ἄλλ' εὐδοκήσαντες ἐν τῇ ἀδικίᾳ"!
Οἱ Ἰουδαῖοι, λοιπόν, ἄν καί εἶναι ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός Υἱός τοῦ Θεοῦ καί Θεός, δέν Τόν ἐδέχθησαν, ἀπεναντίας θά δεχθοῦν τόν πλάνον.
Ἑπομένως φαίνεται, ὅτι οἱ Ἑβραίοι δέν θά γίνουν Χριστιανοί πρό τοῦ Ἀντιχρίστου.
Γιατί ἄν γίνουν Χριστιανοί, πῶς θά τόν δεχθοῦν;
Αὐτά παραπέμπω καί στό σχετικό βιβλίο πού εἶχα γράψει τό 1992.
Διάβασε τό σχετικό κεφάλαιο."Θά γίνουν οἱ Ἑβραῖοι Χριστιανοί πρό τοῦ Ἀντιχρίστου;"
Ὅταν ὅμως ἀποκαλυφθεῖ ἡ μοχθηρότητά του καί τό σατανικό του πρόσωπον, τότε θά ἐπιστρέψουν καί οἱ Ἑβραῖοι ἐπί τόν ἀληθινόν Θεόν, λίγο πρό τῆς Β΄ Παρουσίας τοῦ Κυρίου μας, μέ τό κήρυγμα τῶν Προφητῶν, τοῦ Ἠλία καί τοῦ Ἐνώχ.
Ὁ Κύριός μας, μοναδικός κυρίαρχος τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς, θά ἐκμηδενίσει τόν Ἄνομον μέ τό ρῆμα Του καί τήν ἔνδοξη Ἐπιφάνειά Του καί θά τόν ἀφανίσει μέ τήν πνοήν τοῦ στόματός Του!
Αὐτά συνάδουν καί μέ τό παράδειγμα τῆς καλλιελαίου, (ὁ ἐκλεκτός λαός Του, οἱ Ἰουδαῖοι), ἀπό τήν ὁποίαν ἐκκεντρίσθηκαν τά ἔθνη, ἐμεῖς, (δηλ. ἡ ἀγριέλαιος), κατά τόν λόγον τοῦ Κυρίου μας πού εἶπε:
"Ἰδού ἀφίεται ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος! Ἀρθήσεται ἡ βασιλεία ἀφ' ὑμῶν καί δοθήσεται ἐτέρῳ ἔθνει ποιοῦντι τούς καρπούς αὐτῆς"!
Σέ μᾶς, δηλαδή στούς Ἕλληνες δόθηκε ἡ βασιλεία!
Μᾶς συμβουλεύει, ὅμως, ὁ Μέγας Παῦλος, νά μήν ὑπεραιρόμαστε, γιά νά μήν πάθουμε τά ἴδια μέ τούς Ἑβραίους!
Δηλαδή, ἄν ὁ Κύριος δέν λυπήθηκε τούς κλάδους τῆς καλλιελαίου, τούς Ἰουδαίους, πού ἦταν συνδεδεμένοι μέ τήν ρίζα, πόσο μᾶλλον δέν θά λυπηθεῖ τούς κλάδους τῆς ἀγριελαίου, (δηλ. ἐμᾶς).
Στό τέλος διδάσκει ξεκάθαρα ὁ Μέγας Παῦλος, ὅτι θά ξαναενωθοῦν τά κομμένα κλαδιά, οἱ Ἑβραῖοι μέ τήν καλλιέλαιο, καί ἐκείνη θά ξανανθίσει!
Θά ἐπιστραφεῖ δηλ. ἡ συναγωγή ἐπί τόν Κύριον μέ τό κήρυγμα τῶν Προφητῶν!
Γιατί ὁ Κύριος εἶπεν ἀκόμη, ὅτι οἱ Ἑβραῖοι θά μετανοήσουν καί θά Τόν ζητήσουν πάλι, ἀφοῦ πρῶτα πλανηθοῦν καί δεχθοῦν τόν Ἄνομον ὡς μεσσία τους.
Εἶπε:
"οὐ μή μέ εἴδητε"
μέχρι πότε;
"ἕως ἄν εἴπητε Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου".
Αὐτό θά γίνει λίγο πρό τῆς Δευτέρας Του Παρουσίας!
Ὅταν θά ἔχει ἐλευθερωθεῖ ἡ Ἱερουσαλήμ.
"Ἱερουσαλήμ ἔσται πατουμένη ὑπό Ἐθνῶν, ἄχρις οὐ πληρωθῶσι καιροί ἐθνῶν" -(ὁ τῆς συντελείας χρόνος ἐννοεῖται, κατά τόν Εὐσέβιον Καισαρείας)- καί τότε, πᾶς Ἰσραήλ σωθήσεται, ἀφοῦ οἱ Ἑβραῖοι μετανοήσουν μέ τό κήρυγμα τῶν δύο προφητῶν, τοῦ Ἐνώχ καί τοῦ Ἠλία.
Ἐρώτημα:
Τό χάραγμα θά προορίζεται μόνον γιά τούς μή Ἑβραίους;
Ἀφοῦ, ὅποιος τό λάβει, δέν θά ἔχει δυνατότητα μετανοίας καί ἐπιστροφῆς;
Πῶς συμβιβάζεται μέ τήν ἄποψη αὐτή, ὅτι δηλ. δέν θά χαραχθοῦν οἱ Ἑβραῖοι, μέ τό ποιεῖ πάντας καί τούς μικρούς καί τούς μεγάλους καί τούς ἐλευθέρους καί τούς δούλους καί τούς πλουσίους καί τούς πτωχούς, ἵνα δώσωσιν χάραγμα ἐπί τῆς δεξιᾶς αὐτῶν χειρός ἤ ἐπί τῶν μετώπων;
Οἱ Ἑβραῖοι θά μείνουν ἀσφράγιστοι;
Ἤ θά ἀνήκουν σέ 'κείνους πού θά ἔχουν τόν ἀριθμόν τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ, (δηλ. κάποια κάρτα συναλλαγῆς), πού θά μποροῦν νά τήν πετάξουν ἀνά πᾶσα στιγμή καί ἄρα δέν θά ἔχει δεσμευθεῖ ἡ διάνοια καί ἡ ψυχή τους, ὅπως θά δεσμευθεῖ ὅλων ἐκείνων πού θά λάβουν καί σωματικό χάραγμα. Τό σωματικό χάραγμα σέ συνδυασμό μέ τήν ἄρνηση τῆς πίστεως στόν Χριστό μας καί σύνταξη καί προσκύνηση συνειδητή του Ἀντιχρίστου ὡς θεοῦ, θά ἀποξενώσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὅσοι τό πάρουν γιά νά μποροῦν νά τρῶνε καί νά πίνουν καί γενικά νά συναλλάσσονται μέ τίς τράπεζες, νά νοσηλεύονται καί νά ἔχουν πρόσβαση σέ ὅλες τίς ὑπηρεσίες, σχολεῖα, πανεπιστήμια κλπ. θά ἀρνηθοῦν τόν ποιητή τοῦ Οὐρανοῦ καί τῆς γῆς καί τό βάπτισμά τους, κατά τόν ἅγιον Ἱππόλυτον.
Ἀπομένουν, λοιπόν, νά γίνουν ἀρκετά ἀκόμη:
1. Χτίσιμο τοῦ Ναοῦ. Γίνονται πολλές ἑτοιμασίες. Ἐξαιρετικό, σχετικά, ντοκυμαντέρ γύρισε παλαιότερα ἡ ΕΤ 3, τό μόνο ἴσως ἀξιόλογο κανάλι στήν Ἑλλάδα.
2. Ἐρχομός τῶν δύο προφητῶν. Μερικοί Πατέρες θεωροῦν, ὅτι ὁ δεύτερος προφήτης θά εἶναι ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, ὅπως, γιά παράδειγμα, εἴδαμε στήν προηγούμενη μελέτη μας, πώς ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης θέτει τό σχετικό ἐρώτημα. Γιά τόν προφήτη Ἠλία ὅλοι συμφωνοῦν!
3. "Θλίψις οἵα οὐ γέγονεν ἐπί τῆς γῆς ἀπ' ἀρχῆς κόσμου καί οὐ μή γενήσεται", κατά τόν Κύριόν μας, (Κδ΄ Ματθ.) Κατά τόν καιρόν τοῦ Ἀντιχρίστου θά ἐκπληρωθεῖ ἡ προφητεία αὐτή τοῦ Κυρίου μας, ὅπως ἐξηγοῦν οἱ Πατέρες.
4. Ἐπιστροφή τῶν Ἑβραίων στήν ἀληθινή Πίστη τοῦ Χριστοῦ μας, στήν Ὀρθοδοξία, ὅπως ἀναπτύσσεται στό παρόν ὑπόμνημα!
Ἡ Ἱερουσαλήμ ἐλευθερώθηκε τό 1967 στόν πόλεμο τῶν ἕξι ἡμερῶν.
Μέσα στήν γενιά αὐτή θά γίνουν ὅλα, καί τά βλέπουμε νά γίνονται στίς μέρες μας, ὅσα ὁ Κύριος,- καί ὄχι ἡ δυσερμήνευτη καί "ποιητική" ἀποκάλυψη, - μᾶς εἶπε, ὅπως καί πράγματι ἔγιναν, ὅσα δηλ. μᾶς προεῖπε στό Κδ΄ Ματθ., γιά τήν καταστροφήν τῆς Ἱερουσαλήμ.
Ἡ καταστροφή τῆς Ἱερουσαλήμ τό 70 μ.Χ. προεικονίζει καί τό τέλος τοῦ κόσμου. Οὐ μή παρέλθει ἡ γενεά αὕτη, μᾶς προειδοποίησεν ὁ Κύριος, καί πάντα ταῦτα τελεσθήσονται!
Καί τότε ὄψεσθε τόν Υἱόν τοῦ ἀνθρώπου ἐρχόμενον καί καθήμενον ἐπί θρόνου δόξης...
Τά γεγονότα ἐξελίσσονται σέ παγκόσμια κλίμακα μέ γεωμετρική ταχύτητα.
Στημένα καί ἐπεξεργασμένα σενάρια ἐφαρμόζονται παγκοσμίως, ὅπως
-τό ρίξιμο τῶν δίδυμων πύργων,
οἱ διάφορες νόσοι
-τῶν χοίρων,
-τῶν πτηνῶν,
-τῶν τρελλῶν ἀγελάδων,
-τό φονικό τσουνάμι στήν Ἰαπωνία. Βλέπουμε καί ἀκοῦμε νά γίνονται οἱ σεισμοί καί οἱ κατά τόπους πόλεμοι, καί παλιότερα (1986), ἔγινε ἡ ἔκρηξη τοῦ Τσέρνομπιλ (ἄψινθος), καί ὁ μολυσμός τῶν ὑδάτων τῶν θαλασσῶν, τῶν ποταμῶν καί τῶν λιμνῶν.
Εἶχαν προηγηθεῖ οἱ καταστροφικοί δύο παγκόσμιοι πόλεμοι, μέ τίς ἀσθένειες, τήν ἀνέχεια καί τήν ἐξαθλίωση ἑκατοντάδων ἑκατομμυρίων ἀνθρώπων κλπ.
Θά γίνει ἄραγε καί τρομοκρατικό χτύπημα στό Λονδίνο (😉 ἤ στή Νέα Ὑόρκη (😉 ἤ σέ κάποια ἀπό τίς παγκόσμιες πρωτεύουσες, γιά νά ξεκινήσει ὁ ἑτοιμαζόμενος πόλεμος κατά τοῦ Ἰράν;
Οἱ Ἰσραηλινοί δήλωσαν, ὅτι στόν ἐπερχόμενο πόλεμο θά χρησιμοποιήσουν καί περιορισμένης κλίμακας πυρηνικά ὅπλα, οἱ δέ Σύριοι χημικά, ἄν δεχθοῦν ἐπίθεση (!).
Ἐμεῖς, τί θά κάνουμε ἐνώπιον τῶν παγκοσμίων γεγονότων πού θά λάβουν χώρα στό ἐγγύς μέλλον;
Συνεχίζουμε τήν πνευματική μας προετοιμασία, τήν φτωχή μας διακονία, τήν φιλανθρωπική καί ἱεραποστολική μας ὑπηρεσία, τίς ἀκολουθίες μας καί τόν ἀγῶνα τόν καλόν, ὅσον μπορεῖ ὁ καθένας μας, στίς ἔσχατες αὐτές μέρες, ποῦ μᾶς κάλεσε ὁ Κύριος, νά δώσουμε τήν μαρτυρίαν τῆς ἀθάνατης Ὀρθοδοξίας μας.
Τά ἔσχατα γεγονότα
Κοινὸ πλέον μυστικὸ εἶναι, ὅτι ἡ ραγδαία παγκοσμιοποίηση καὶ ἡ πανθρησκεία δροῦν ὑπογείως, καὶ ἑκόντες ἄκοντες ἑτοιμάζουν τὴν ἐμφάνιση τοῦ Ἀνόμου.
Παράλληλα «εἰ ὁ ἀντίχριστος ἔρχεται, καὶ ὁ Ἐνὼχ καὶ ὁ Ἠλίας ἔρχεται» Ἐνῶ, δικαίως, τὰ ἀναφερόμενα στὴν ἐμφάνιση τοῦ ἀντιχρίστου φοβίζουν, γιὰ τὴν παρουσίαν τοῦ Ἠλιοῦ τοῦ Θεσβίτου τὴν τόσο θετικὴν ἐκεῖνα τὰ τρισήμισυ χρόνια ὑπὲρ τῶν Χριστιανῶν, ἀφοῦ θὰ εἶναι στόμα Χριστοῦ, ἐνισχύοντας αὐτούς, δὲν γίνεται συνήθως λόγος στὸν καιρόν μας.
Συνήθως κάποια θέματα ἀναπαράγονται τὰ ἴδια καὶ τὰ ἴδια, λόγῳ προφανῶς ἀγνοίας καὶ μὴ ἐμβαθύνσεως, ὁπότε εἶναι λειψὴ ἡ προσφορά, μάλιστα σήμερα ποὺ τὰ γεγονότα τρέχουν.
Δεδομένος, πάντως, Γραφικὰ καὶ Πατερικὰ εἶναι ὁ ἐρχομὸς τοῦ ζηλωτοῦ, ἀσυμβίβαστου σὲ θέματα πίστεως καὶ ὄχι μόνον, Προφήτου Ἡλιοῦ τοῦ Θεσβίτου, συνδέεται δέ μὲ μεγάλα ἀναμενόμενα ἐσχατολογικὰ γεγονότα.
Ἀπὸ τὰ γραφόμενα στὴν Καινὴν Διαθήκην γιὰ τὸν Προφήτη Ἠλία νά ἀναφέρουμε μόνον τό: «Ἠλίας μὲν ἔρχεται πρῶτον καὶ ἀποκαταστήσει πάντα» (Ματθ. ιζ΄ 12).
Αὐτὸ τὸ «πάντα» ἀφήνει περιθώρια ὡς πρὸς τὴν πολύπτυχη ἀποστολή του, ὅτι πέραν τῆς ὑπὲρ τῶν πιστῶν προσφορᾶς του, θὰ εἶναι καὶ τιμωρὸς τῶν τόσων κακῶς κειμένων στὸν σημερινὸν ταραγμένον κόσμον καὶ γιατί ὄχι καὶ στὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, ποὺ γιὰ ὅλα Θεόθεν εἶναι ἐνήμερος. Καὶ, ὅμως, τὸ χριστεπώνυμον πλήρωμα ἀγνοεῖ σχεδὸν τελείως τὰ περὶ τοῦ Ἠλιοῦ στὸ μέλλον, καὶ σ' αὐτὸ δὲν παύει νὰ ἔχει τὴν εὐθύνη της ἡ Ἐκκλησία .
Ἐδῶ, κυρίως, θὰ ἀσχοληθοῦμε μὲ μία πτυχή τῆς τότε δράσεώς του καὶ τῶν ἀναμενομένων γεγονότων, ἄγνωστης στούς πολλούς, καὶ ἀφοῦ ὁ χρόνος φαίνεται πὼς συντομεύει πρὸς πραγμάτωση.
Ἡ ἐπιστροφή τῶν Ἰσραηλιτῶν
Τοῦτο φαίνεται θὰ πραγματοποιήσουν «αἱ δύο ἐλαῖαι καὶ αἱ δύο λυχνίαι αἱ ἐνώπιον τοῦ Κυρίου τῆς γῆς ἐστῶσαι» (Ἀποκ. ια΄, 4), τὴν στροφὴν δηλ. τοῦ Ἰσραὴλ στὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ.
Ἀφοῦ στά ἔσχατα χρόνια θά γίνει ἐφαρμογὴ – ἐκπλήρωση τῆς προφητείας – ρήσεως τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Παύλου, «πᾶς Ἰσραὴλ σωθήσεται».
Γιὰ τοὺς ἐμβαθύνοντες στά λόγια τῆς Γραφῆς, γιὰ τὸν Θεολογικὸν κόσμον, εἶναι ἕνα βασικὸν ζητούμενον. Καὶ ἐφ' ὅσον πρόκειται νὰ γίνει καὶ θὰ χαροποιήσει ὑπερβαλλόντως, τὸ ἐρώτημα εἶναι, κάτω ἀπὸ ποιὲς συνθῆκες θὰ γίνει ἕνα τόσο δύσκολο πρᾶγμα, πού λογικὰ μέχρι σήμερα θεωρεῖται ἀδιανόητο;
Ὄντως, μὲ τὴν στάση καὶ τὸ φέρσιμο τῶν Ἑβραίων ἔναντι τῶν Χριστιανῶν θεωρεῖται αὐτό σήμερα ἀδύνατο.
Στὸ σύνολο σήμερα τοῦ ἑβραϊκοῦ λαοῦ, εἶναι γνωστὸν, ὅτι εἶναι δεμένο μὲ τὸν ἐθνισμό μου, τὴν τόση ὑπεροχή του στὴν Μέση Ἀνατολή, τὴν ὅλη οἰκονομικὴ ἐξέλιξή του καὶ παράλληλα τὴν λίγο ἤ πολὺ πάγια προσήλωσή του εἰς τὰ τῆς Ἰουδαϊκῆς θρησκείας του.
Ἐμᾶς δὲ τοὺς Χριστιανοὺς μᾶς βλέπουν ὑπεροπτικά καί ἀπαξιωτικὰ, ἂν ὄχι εἰρωνικά.
Μεγάλη, ἀστρονομικὴ, ἡ ἀπόσταση ποὺ μᾶς χωρίζει μὲ ἐπίκεντρο πάντα τὸν Μεσσία Θεάνθρωπο καὶ Σωτῆρα μας Χριστόν. Ὄντως «χάσμα μέγα», ἀγεφύρωτο μᾶς χωρίζει.
Φαίνεται ξεκάθαρα, ὅτι ἐποφθαλμιοῦν τοὺς πιστεύοντες σὲ Κάποιον, ποὺ σταύρωσαν οἱ πρόγονοί τους ὡς κακοῦργον.
Πῶς θά γίνει δηλαδή νά δεχθοῦν ὡς Θεόν τὸν μεγάλον μέχρι χθές ἐχθρόν τους;
Ὄντως ὁ λόγος εἶναι γιὰ τὴν μείζονα ὑπέρβαση τῶν αἰώνων.
Ἂν καὶ ὑπάρχουν χριστιανοὶ Ἑβραῖοι στὸν κόσμον, ἀκόμη καὶ στὸ σημερινὸ Ἰσραὴλ -πάντα μᾶλλον ὀλίγοι- κρυφοὶ ὅμως «διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων». Ἀλλά δέν γίνεται περὶ αὐτοῦ λόγος ἐδῶ, ἀλλὰ περὶ μιᾶς γενικῆς στροφῆς τῶν Ἑβραίων στὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ.
Ἄς ἔλθουμε τώρα στὸν οὐρανοβάμονα Μέγαν Παῦλον.
Ἀρχίζει ἀλληγορικά, προπαρασκευαστικὰ καὶ διευκρινιστικὰ, μέχρι νὰ φθάσει στὸν κύριον στόχον του. Ὅλο τὸ ἑνδέκατον κεφάλαιον τῆς πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολῆς του ἔχει σχέση μὲ τὴν μέλλουσαν στροφὴν τῶν Ἑβραίων.
Περιοριζόμαστε ἐδῶ μόνο στὸ κύριον θέμα τοῦ ζητήματος περὶ τὸ τέλος τοῦ κεφαλαίου αὐτοῦ.
"Οὐ γὰρ θέλω ὑμᾶς ἁγνοεῖν, ἀδελφοί, τὸ μυστήριον τοῦτο, ἵνα μὴ ἦτε πάρ' ἐαυτοῖς φρόνιμοι, ὅτι πώρωσις ἀπὸ μέρους τῷ Ἰσραὴλ γέγονεν ἄχρις οὗ τὸ πλήρωμα τῶν ἐθνῶν εἰσέλθη καὶ οὕτω πᾶς Ἰσραὴλ σωθήσεται, καθὼς γέγραπται· ἤξει ἐκ Σιών ὁ ρυόμενος καὶ ἀποστρέψει ἀσεβείας ἀπὸ Ἰακώβ· καὶ αὕτη αὐτοῖς ἡ πάρ' ἐμοῦ διαθήκη, ὅταν ἀφέλωμαι τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν. Ὦ βάθος πλούτου καὶ σοφίας καὶ γνώσεως Θεοῦ· ὡς ἀνεξερεύνητα τὰ κρίματα αὐτοῦ καὶ ἀνεξιχνίαστοι αἱ ὁδοὶ Αὐτοῦ» (Ρωμ. ια΄ 25–27, 33).
Αὐτά καὶ ἄλλα πολλά ἔγραψεν ὁ Μέγας Παῦλος πρὸς τοὺς τότε πιστούς τῆς Ρώμης.
Προφανῶς θὰ ἀνῆκαν σὲ πανσπερμίαν ἐθνῶν, ἀσφαλῶς θὰ ὑπῆρχαν καὶ Ἑβραῖοι ἀνάμεσά τους.
Ὡς ἑξῆς ἑρμηνεύει τὸ κείμενον αὐτὸ ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης:
«Μυστήριον ὀνομάζει ὁ Παῦλος τὸ ἄγνωστον καὶ ἀπόρρητον· δηλαδὴ ἡ ἀπιστία τῶν Ἑβραίων, δὲν θέλει εἶναι κοινὴ ὅλων τῶν Ἑβραίων ἐξ ὁλοκλήρου, ἡ πώρωσις καὶ ἀναισθησία, ἤτοι ἡ ἀπιστία αὐτῶν ἔγινε μερική, διότι οἱ πολλοὶ μὲν Ἑβραῖοι δὲν ἐπίστευσαν εἰς τοὺς πρὸ καιρούς, πολλοὶ δὲ πάλιν ἀπὸ αὐτούς, μέλλουσι νὰ πιστεύσουν ὕστερον, διὰ τί ἐπωρώθησαν ναί, καὶ ἀπίστησαν οἱ Ἰσραηλίται, ἀλλ' οὐχὶ ὅλοι, οὐδὲ ἕως τέλους, ἀλλ' ἕως οὗ νὰ σωθῶσιν ὅλοι οἱ προεγνωσμένοι, (αὐτοὶ ποὺ θέλησαν), Ἐθνικοί· καὶ ἀφοῦ ἐκεῖνοι σωθῶσι, τότε καὶ κάθε Ἰσραηλίτης, (ὁ ἄξιος δηλαδή), θέλει σωθῆ μὲ τὸ νὰ πιστεύση εἰς τὸν Χριστόν».
Ἀμέσως ὁ Μέγας Παῦλος παραθέτει προφητείαν τοῦ προφήτου Ἠσαΐου, ἀρχίζοντας μὲ τὴ φράση:
"Καθὼς γέγραπται" "ὅταν ἀφέλωμαι τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν" (Ἡσ. νθ΄ 20–21).
Ἑρμηνεύει καί τὰ τοῦ προφήτου Ἠσαΐου ὁ Ἅγιος Νικόδημος:
«Μάρτυρα φέρει εἰς τὰ ἀνωτέρω, ὁπού εἶπεν ὁ Ἀπόστολος, τὸν Προφήτην Ἠσαΐαν, βοῶντα καὶ λέγοντα· ὅτι θέλει ἔλθη ἀπὸ τὴν Σιῶν ἐκεῖνος ὁπού δύναται νὰ σώση καὶ θέλει καθαρίση τὰς ἁμαρτίας τῶν Ἰσραηλιτῶν. Πότε δὲ αὐτὰ θέλουν γένουν; Ὅταν ἀφέλωμαι λέγει Κύριος τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν, ἤτοι, ὅταν ἀξιώσω αὐτοὺς τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν τους διὰ μέσου τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος· Ὥστε, ἐπειδὴ τὴν ἄφεσιν ταύτην τῶν ἁμαρτιῶν ἀκόμη οἱ Ἰουδαῖοι δὲν ἠξιώθησαν, (διατὶ ἐπωρώθησαν, καὶ ἀπίστησαν), λοιπὸν, ὕστερον τοῦτο μέλλει νὰ γένη».
Ἀμέσως ὁ Ἅγιος Νικόδημος προσθέτει:
«Λέγει, δὲ καὶ ὁ Κορέσιος, ὅτι τοῦτο πέρας λήψεται διὰ τοῦ κηρύγματος τοῦ Προφήτου Ἠλιοῦ, ὡς λέγει ὁ Προφήτης Μαλαχίας (κεφ. δ΄, 6), "τότε γὰρ θέλει λάβη τέλος καὶ ἡ ἁμαρτία των».
Πρὶν σχολιάσουμε πῶς τὰ τοῦ προφήτου Ἠσαΐου δύο ἑρμηνευτικὰ λόγια στὸν 33 στίχο, "Ὦ βάθος πλούτου αἱ ὁδοὶ Αὐτοῦ»,
ἑρμηνεύει ὁ Ἅγιος:
"συλλογισθείς ὁ θεῖος Ἀπόστολος τὰς ποικιλοτρόπους οἰκονομίας, ὁπού μεταχειρίζεται ὁ πάνσοφος Θεός, διὰ τὴν σωτηρίαν τῶν ἀνθρώπων, πῶς δηλ. οἰκονομεῖ νὰ γίνωνται τὰ ἐναντία διὰ μέσου ἄλλων ἐναντίων, καὶ διὰ μέσου ἄλλων ἀπειθῶν ἀνθρώπων κάμνει ἄλλους εὐπειθεῖς, ἐξεπλάγη καὶ ἐθαύμασε· καὶ μὲ τὸν θαυμασμὸν αὐτόν, ἐβεβαίωσεν, ὅτι ὁ Θεός, ὁπού τοσοῦτον πανσόφως καὶ βαθέως καὶ μὲ ἀκαταλήπτους τρόπους οἰκονομεῖ τῶν ἀνθρώπων τὴν σωτηρίαν, αὐτὸς βέβαια θέλει οἰκονομήσει καὶ διὰ τὴν μέλλουσαν σωτηρίαν τῶν Ἰουδαίων. Πλοῦτον ὀνομάζει ὁ Παῦλος τὴν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ, τῆς ὁποίας τὸ βάθος θαυμάζει μόνον, πόσον δὲ εἶναι αὐτὸ δὲν ἠξεύρει ἀλλὰ πὼς εἶναι ἀνεξερεύνητα τὰ κρίματα, οὐδὲ ἔρευναν ὅλως δέχονται».
Πῶς ἑρμηνεύονται τὰ τοῦ προφήτου Ἠσαΐου:
«Ὅταν ἀφέλωμαι τὰ ἁμαρτίας αὐτῶν».
Δὲν εἶναι εὔκολη αὐτή ἡ φράση.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἄμεσα τὴν συνδέει μὲ τὰ γραφόμενά του περὶ ἐπιστροφῆς τῶν Ἑβραίων. Καίρια «ἐπιστράτευσε» τὸν Προφήτην Ἠσαΐαν, τοῦ ὁποίου εἶναι γνώστης καὶ ὅτι ἐκεῖνα κάποτε θὰ ἔχουν τὴν πρέπουσαν ἐφαρμογήν.
Φανερὸν εἶναι, ὅτι τοῦτο θὰ γίνει μὲ ἐκκλησιαστικὴν ἀντιμετώπιση. Ὅμως γιὰ νὰ ἔχουμε ἄφεση ἁμαρτιῶν μ.Χ. ἀπαιτεῖται ἀπόρριψη τοῦ ὅποιου πιστεύω καὶ ἄμεση ἀποδοχή τῆς Χριστιανικῆς πίστεως καὶ τοῦ Μεσσίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, συναίσθηση τῶν ἁμαρτιῶν, καὶ ἐφόσον πρόκειται γιὰ ἑβραϊκὸ στοιχεῖο, πρὸς εἴσοδο στὴν Ἐκκλησίαν, ἀναγκαῖον τὸ μυστήριον τοῦ Βαπτίσματος, ὡς τονίσθηκε.
Γιὰ «βαθειὰ νερὰ», ὡς πρὸς τὴν στροφὴν τοῦ Ἰσραὴλ, κάνει λόγον ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Τοῦτο προϋποθέτει συνειδητοποίηση τῆς παρερμηνείας τῶν Γραφῶν, τῆς πολεμικῆς καὶ τόσης ἐχθρότητος κατὰ τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδὴ βαθειὰ μετάνοια καὶ Βάπτισμα. Μόνον κάτω ἀπὸ τὴν οὐσιώδη αὐτὴ ἔννοια νοεῖται τὸ «σωθήσεται».
Καὶ ἀφοῦ τὸ ἔγραψε γιὰ τοὺς ὁμοεθνεῖς του ὁ Μέγας Παῦλος, θὰ γίνει. Εἶναι καὶ παραμένει ἕνας πόθος νὰ ἐπιστρέψουν «τὰ ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραήλ».
Ἕνα τέτοιο συμβὰν καλῶς νὰ ἔλθει, θὰ χαροποιήσει ἀσυγκράτητα τὴν Χριστιανοσύνην.
Ἡ τοῦ Παυλείου λόγου σύνδεση μὲ ἐμφάνιση καὶ ἐκπλήρωση διὰ τοῦ Ἠλιοῦ, μᾶλλον γιὰ πρώτην φορὰν λαμβάνει τόσο μεγάλην δημοσιότητα.
Πῶς, ὅμως, θὰ γίνει ἡ μεγάλη ὑπέρβαση, ἡ στροφὴ τῶν Ἑβραίων στὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ;
Πέραν ὅσων εἰπώθησαν, τὸν λόγον ἐδῶ δίνουμε στὸν Ἅγιον Ἰωάννην τὸν Χρυσόστομον:
«Τὴν αἰτίαν δὲ ὁμού, διδάσκει τῆς παρουσίας αὐτοῦ. Τὶς δὲ ἡ αἰτία; Ἵνα ἐλθών (ὁ Ἠλίας) πείσῃ πιστεῦσαι τοὺς Ἰουδαίους τῷ Χριστῷ καὶ μὴ πάντες ἄρδην ἀπόλλωνται παραγενομένου. Διό δὴ καὶ αὐτός, εἰς ἐκείνην αὐτοὺς παραπέμπω τὴν μνήμην φησί, “καὶ ἀποκαταστήσει πάντα”, τουτέστι διορθώσεται τὴν ἀπιστίαν τῶν Ἰουδαίων τῶν τότε εὑρισκομένων».
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς ἀναφέρει γιὰ τὸ θέμα: "Ἀποσταλήσεται δὲ Ἐνὼχ καὶ Ἠλίας ὁ Θεσβίτης, καὶ ἐπιστρέψουσι τὰς καρδίας Πατέρων ἐπὶ τέκνα, τουτέστι τὴν Συναγωγὴν ἐπὶ τὸν Κύριον ἠμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ τὸ τῶν Ἀποστόλων κήρυγμα, καὶ ὑπ' αὐτοῦ ἀνερεθήσονται."
Καὶ κατὰ τὸν Ἅγιον Δαμασκηνὸν θὰ γίνει αἰτία ἡ παρουσία τους νὰ λυγίσουν ψυχικὰ Ἑβραῖοι πρὸς τὴν Ἐκκλησίαν. Καὶ ἀπὸ τὸν Ἄνομον θὰ πάρει τέλος ἡ ζωή τους. Ὁ Θεοδώρητος Κύρου, ἀπευθυνόμενος γενικὰ πρὸς τοὺς Ἑβραίους ἀναφέρει διὰ στόματος Χριστοῦ.
«Ἴνα γὰρ μὴ εὐρών ὑμᾶς πάντας ἐν ἀπιστίᾳ ἅπαντας ὑμᾶς εἰς τὴν ἀτελεύτητον κόλασιν παραπέμψω, ἥξει πρότερος Ἠλίας καὶ τὴν ἐμὴν ὑμᾶς παρουσίαν διδάξει καὶ πείσει ὑμᾶς ὦ Ἰουδαῖοι, τοῖς ἐξ Ἐθνῶν εἰς ἐμὲ πεπιστεύκασιν ἀνενδοιάστως ἐνωθῆναι καὶ μίαν ἀποφῆναι τὴν ἐμὴν Ἐκκλησίαν».
Ἀπὸ τούς σύγχρονους συγγραφεῖς ποὺ ἀσχολήθηκαν μὲ τὴν παρουσίαν τοῦ προφήτου Ἠλιοῦ πρὸς πίστωση ἀναφέρουμε, ἐν πρώτοις τὸν π. Ἰωὴλ Γιαννακόπουλο:
«Ἠλίας δὲν ἀπέθανε. Θὰ ἔλθη ὀλίγον πρὸ τῆς Δευτέρας Παρουσίας, ἵνα πολεμήση κατὰ τοῦ Ἀντιχρίστου καὶ ἐπαναφέρη πολλοὺς πεπλανημένους Ἰουδαίους εἰς τὴν εὐθεῖαν ὁδόν».
Ταῦτα ἀναφέρει ἑρμηνεύων, ἤ καὶ σχολιάζων τὰ τοῦ Προφήτου Μαλαχίου δ΄ 4–5: «Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστελῶ ὑμῖν Ἠλίαν τὸν Θεσβίτην, πρὶν ἤ ἐλθεῖν τὴν ἡμέραν Κυρίου τὴν μεγάλην καὶ ἐπιφανῆ».
Ξεκάθαρος ὁ προφητικὸς λόγος γιὰ τὸν ἐρχομὸ Ἠλιοῦ τοῦ Θεσβίτου πρὶν τὴν Δευτέραν Παρουσία.
Τονίζει καὶ τοῦτο ὁ π. Ἰωήλ. Γιαννακόπουλος:
«Ἀξιοσημείωτον τυγχάνει, ὅτι αἱ τελευταῖαι γραμμαὶ τοῦ τελευταίου προφητικοῦ βιβλίου τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀναφέρονται εἰς προφητείαν σχετικὴν μὲ τὸν Μεσσίαν καὶ τὸν Πρόδρομον».
Ὁ μακαριστὸς καθηγητὴς τῆς Θεολογικῆς μας Σχολῆς τῆς Ἀθήνας Ἀνδρέας Θεοδώρου ἀναφέρει σχετικά:
«Τοῦ Ἀντιχρίστου θὰ προηγηθῆ ἡ ἔλευση τῶν δύο μαρτύρων τοῦ Θεοῦ τοῦ Ἐνὼχ καὶ τοῦ Ἠλία, ὡς καὶ ἡ ἀποδοχὴ τοῦ Χριστιανικοῦ Εὐαγγελίου ἐκ μέρους τοῦ Ἑβραϊκοῦ λαοῦ».
Ἐπίσης ἀναφέρει:
«Οἱ λίγοι πιστοὶ τῶν ἐσχάτων, μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τοὺς δούλους τοῦ Θεοῦ Ἐνὼχ καὶ Ἠλία θὰ δείξουν ἀσυνήθη ἀντίσταση στὸ μεγάλο πειρασμὸ καὶ τὴ μεγάλη θλίψη τῆς περιόδου ἐκείνης. Οἱ δύο Μάρτυρες ἐφοδιασμένοι μὲ δύναμη θεϊκὴ καὶ ἐξουσία πάνω στὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως (Ἀποκ. ια΄, 5), θὰ κηρύξουν μετάνοια σὰν σέ τελευταία προειδοποίηση τοῦ Θεοῦ, ἐν ὄψει τῆς ἐπερχομένης κρίσεως τοῦ κόσμου ὑπὸ τοῦ Χριστοῦ».
Καὶ κάτι γιὰ τὸν καθαυτὸ Ἀντίχριστο ἀπὸ τὸν μακαριστὸ πανεπιστημιακό καθηγητή μας Ἀνδρέαν Θεοδώρου:
«Στὸ φυσικὸ πρόσωπο τοῦ Ἀντιχρίστου θὰ πραγματοποιηθῆ ἡ πλήρης καὶ τελεία ἠθικὴ ἐνσάρκωση τοῦ Σατανᾶ. Στὸν θλιβερὸ αὐτὸ ἄνθρωπο θὰ κατοικήση τὸ ἀποστατικὸ πνεῦμα τῆς κολάσεως. Ἀποτρόπαιο καὶ φρικτὸ δίπτυχο! Ἀδιανόητο νὰ σκεφθῆ κανεὶς πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ φθάση στὴν ἠθικὴ αὐτὴ συνουσίωση, στὴν τελεία σατανοποίηση, πλάσμα ἀνθρώπινο φέρον σῶμα καὶ ψυχή, πλασμένο κατ' εἰκόνα Θεοῦ!»
Πρὸς ἔτι ἐπίρρωσιν ὅλων αὐτῶν ὁ λόγος σὲ ἕνα δύο συγγραφεῖς, ποὺ ἔχουν ἐμβαθύνει στὸ θέμα, σημειώνει καί ὁ π. Νεκτάριος Ζιόμπολας:
Ὁ Δρ. π. Ν. Δημαρᾶς, στὸ ἔργο του «Πρὶν ἀπὸ τὸ μεγάλο διωγμὸ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ», μὲ ὑπότιτλο, «τὸ χάραγμα, ὁ Ἀντίχριστος καὶ τὸ τέλος» γράφει:
«Ἐπειδὴ ἡ παρουσία τοῦ Ἀντιχρίστου θὰ εἶναι φοβερὴ καὶ παραπλανητική, γί' αὐτὸ θὰ ἀποσταλῆ στὸν κόσμο ὁ Ἐνὼχ καὶ ὁ Ἠλίας ὁ Θεσβίτης, τοὺς ὁποίους φυλάει ὁ Θεὸς γιὰ τοὺς ἐσχάτους χρόνους, γιὰ νὰ φανερώσουν στοὺς ἀνθρώπους τὴν ἀλήθεια, ποὺ θὰ σκοτίσει ὁ Ἀντίχριστος. Οἱ δύο θὰ παρακινήσουν στὴν εὐσέβεια καὶ θὰ κηρύξουν μὲ παρρησία τὴν Θεογνωσία, γιὰ νὰ μὴ πιστέψουν στὸν τύραννο ἐξ αἰτίας τοῦ φόβου».
Ἀξιοπρόσεκτα εἶναι καὶ τὰ ἑξῆς τούτου τοῦ συγγραφέως:
«Εἶναι γνωστὸ, ποιοὶ ἐλέγχουν τὴν παγκόσμια οἰκονομία καὶ τὸ παγκόσμιο τραπεζικὸ σύστημα. Εἶναι οἱ ἴδιοι, ποὺ δὲν πίστεψαν στὴν ἔλευσι τοῦ Χριστοῦ καὶ τώρα ἑτοιμάζονται νὰ προϋπαντήσουν τὸ “Μεσσία” τους, ἀφοῦ πρῶτα συνειδητο-ποιήσουν, ὅτι “ΟΛΑ” εἶναι κάτω ἀπὸ τὸν ἔλεγχό τους.
Εἶναι, ὡστόσο, γεγονὸς, ὅτι ζοῦμε σὲ ἀποκαλυπτικὰ χρόνια.
Μπορεῖ ἐντελῶς ξαφνικὰ ἕνας πόλεμος ἡ ἕνα οἰκονομικὸ κρὰχ νὰ ἐπιταχύνη ἐξελίξεις. Καὶ μέσα σὲ μία παγκόσμια σύγχιση νὰ προωθήσουν τὰ σχέδια τῶν ἀρχόντων τοῦ κόσμου τούτου. Μπορεῖ, ὅμως, ἡ ἐξέλιξη νὰ προχωρήσει ὕπουλα, ἀργὰ καὶ σταθερὰ ὅπως μέχρι σήμερα (1992). Ὁ Χριστὸς προτρέπει: “Γίνεσθε ἔτοιμοι”, “ἀγρυπνεῖτε”, μάθετε νὰ διακρίνετε τὰ σημεῖα τῶν καιρῶν. (Ματθ. ἰστ΄, 3).
Τὰ τελευταία ἀπαιτοῦν μία ἐξήγηση. Ταῦτα ἔγραψε τὸ 1992. Ἀπὸ τότε λίγο ἡ πολὺ κάτι ἔχει ἀλλάξει. Τὸ πλέον τραντακτὸ εἶναι ἡ παροῦσα οἰκονομικὴ κρίση, καὶ ἂν εἶναι τυχαῖο, ὅτι ἐπικεφαλῆς τοῦ ΔΝΤ στὶς ΗΠΑ εἶναι Ἑβραῖος, καὶ φαίνεται νὰ μᾶς ἔχει ὡς Ἕλληνες “στὸ χέρι” ἀπὸ οἰκονομικῆς ἐδῶ πλευρᾶς».
Κάτι ἀκόμη ἀπὸ τὸ ἔργο τοῦ Δρος π. Ν. Δημαρᾶ:
«Ὅταν θὰ ἔλθη ἐπὶ σκηνῆς ὁ Ἠλίας, θὰ ἐπισκεφθῆ Πατριάρχας, ἡ ἄλλους Ἀρχιερεῖς; Ἄραγε, πῶς θὰ διάκεινται ἀπέναντί του; Ἐὰν τοὺς ἐλέγξη μὲ προδρομικὴ γλῶσσα γιὰ κακὴ ζωὴ καὶ χλιδὴ καὶ πολυτέλεια, γιὰ τυχὸν μὴ ὀρθόδοξα φρονήματά τους, γιὰ τὶς ὕποπτες κινήσεις μερικῶν γύρω ἀπὸ Μασωνικὲς στοές, θὰ τὸν πιστέψουν;».
Ὡς πρὸς τὴν στάση του σὲ ἐκκλησιαστικοὺς ταγούς, προφανῶς ἀπ' αὐτοὺς θὰ ἀρχίσει.
Ὡς τηρητὴς τῆς πίστεως θὰ ἐλέγξει, θὰ πατάξει, μὲ τὸ δεδομένο, ὅτι μέρος αὐτῶν δροῦν ἀνεξέλεγκτα καὶ κατασκανδαλίζουν. Ὡς πρὸς τοὺς αἱρετικούς, ἀδύνατο νὰ φανεῖ εὐχάριστος.
Μεταξὺ ἄλλων ἀνέφερε ὁ ἀνωτέρω συγγραφεύς καὶ τὸ χτίσιμο τοῦ Ναοῦ στὰ Ἱεροσόλυμα. Καὶ ναὶ μὲν ὡς φαίνεται θὰ δροῦν μὲ ἕδρα τὴν Ἱερουσαλήμ, ὡς καὶ ὁ Ἀντίχριστος, σύμφωνα μὲ γραφόμενα τῶν Πατέρων, ὁ ἀντίκτυπος ὅμως τῆς δράσεως τους θὰ εἶναι παγκόσμιος μὲ τὰ σημερινὰ ΜΜΕ.
Ὁ προφήτης Ἠλίας θὰ δεσπόζει εἰδησεογραφικῶς.
Κάτι τέλος, ἀπὸ τὸν κ. Δημ. Σκαρτσιούνη θεολόγο-οἰκονομολόγο, ἀπὸ τὸ ἔργο του, «Οἱ Προφῆτες προειδοποιοῦν». «Οἱ δύο Προφῆτες Ἠλίας καὶ Ἐνὼχ θὰ ἔλθουν πρὸς ἐνίσχυση τῶν πιστῶν καὶ θὰ πολεμήσουν μὲ φλογερὸ κήρυγμα καὶ μὲ θαύματα τὸν ἴδιο τὸν Ἀντίχριστο καὶ θὰ καλοῦν εἰς μετάνοιαν καὶ θὰ προλέγουν τὴν Δευτέραν Παρουσίαν, πολλοὶ θὰ μετανοήσουν, ἀκόμη καὶ Ἰουδαῖοι».
Ἐπανερχόμεθα στὸ πῶς θὰ συμβεῖ, ὥστε οἱ σημερινοὶ Ἑβραῖοι νὰ γίνουν ὄντως Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, Αὐτὸν ποὺ ἕως τώρα μισοῦσαν, νὰ Τὸν ἀγαπήσουν ἀπόλυτα. Καὶ αὐτὸ φαίνεται θὰ συμβεῖ μὲ τὴν δυναμικὴ παρουσία τοῦ ζηλωτῆ Ἠλία, ὁ ὁποῖος μὲ στεντόρειο κήρυγμα καὶ σημεῖα, τὰ ὁποῖα θὰ μεταδίδονται μὲ τὰ σημερινὰ μέσα σὲ πλανητικὸ ἐπίπεδο, θὰ ἔχουν διεθνῆ ἀπήχηση καὶ ἀνάλογο ἐπηρεασμό. Σύμφωνα μὲ τὴν Ἀποκάλυψη, ἄνευ στρατιωτικῆς θωρακίσεως θὰ εἶναι ἀπυρόβλητοι τὰ 3 1/2 ἐκεῖνα χρόνια.
Ἐπειδὴ δὲ ὁ δικός τους Ἠλίας θὰ εὑρίσκεται ἐπὶ τῆς μοναδικῆς παγκόσμιας σκηνῆς ὡς κύριος ἐκπρόσωπος τοῦ Μεσσίου Χριστοῦ, Τὸν ὁποῖον θὰ προβάλει ὡς τὸν ὄντως Μεσσία τῶν Γραφῶν, ποὺ ἦλθε καὶ ἔρχεται, καὶ παράλληλα καυστικὰ θὰ στιγματίζει τὸν ψευδομεσσία-Ἀντίχριστο.
Ἐκεῖ πάνω στὴν φάση αὐτή, Ἑβραῖοι θὰ κάμψουν τὸν αὐχένα!
Θὰ εἶναι τόσο τραντακτὴ ἡ συγκυρία, ὥστε οἱ καλοπροαίρετοι, οἱ μὴ σφόδρα φανατικοί, καὶ πρὸ τοῦ δικοῦ τους πατριώτου θὰ ὑποκύψουν ψυχικά, ἀφοῦ ἐκ τῶν πραγμάτων τόσον ἄμεσα θὰ ἔχουν διευκολυνθεῖ, ὥστε ἐπὶ τέλους μεγάλο μέρος τοῦ Ἑβραϊκοῦ λαοῦ (πᾶς Ἰσραήλ!!!), νὰ δεχθεῖ τόν Ἰησοῦν Χριστόν.
Στὴν φάση αὐτὴ φαίνεται, ὅτι θὰ συμβεῖ ἀπὸ μιᾶς πλευρᾶς ὅ,τι καὶ μετὰ τὸ «τετέλεσται» στὸν Γολγοθὰ, μὲ τὸ σκότος καὶ τὸν σεισμὸ, ὅπου ἔντρομοι, (ἄγνωστον πόσοι), «τύπτοντες ἑαυτῶν τὰ στήθη ὑπέστρεφον» (Λουκ. κγ΄, 49), δηλ. μετενόησαν γιὰ ὅ,τι ἔγινε στὸν Δίκαιο.
Θὰ πιέζονται ἐσωτερικὰ χωρὶς νὰ ἐκβιάζονται πρὸς μεταστροφή. Ἐφόσον ἡ χριστιανικὴ παρουσία καὶ τὸ κήρυγμα τοῦ Ἠλιοῦ θὰ ἔχει ἕνα τέτοιο ἀποτέλεσμα, ὥστε καὶ Ἑβραῖοι νὰ γίνουν Χριστιανοί, κατανοητὸ εἶναι, τὸ πόσο μεγαλύτερη ἐπίδραση θὰ ἔχει σὲ τόσους χλιαροὺς κατ' ὄνομα Χριστιανούς, ὥστε νὰ θερμανθοῦν στὴν πίστη.
Καὶ ἐν τούτοις, αὐτὸ τὸ ἀσύλληπτο ὄντως ἔργον τοῦ Προφήτου Ἠλιοῦ, ὁ ὁποῖος ἔρχεται, εἶναι ἄγνωστον ἀκόμη καὶ σὲ πιστοὺς Ὀρθοδόξους Ἕλληνες, πρῶτα δηλ. ὁ ἐρχομός του καὶ τὸ τόσο θετικὸν του ἔργο σὲ ἀμέτρητες ψυχές, ἀφοῦ ὁ λόγος του θὰ συγκρατήσει πολλοὺς, παρὰ τὰ δεινά, ποὺ σ' αὐτοὺς τοὺς πιστοὺς ποὺ θὰ μένουν ἑδραῖοι, κατ' ἐξοχὴν θὰ ἐπιβάλει ὁ Ἄνομος.
Ὡς ἀπὸ ληθάργου θὰ ἀφυπνισθοῦν πρωτίστως γιὰ ὅ,τι ἔκαναν οἱ προπάτορες των σὲ βάρος τοῦ Ἀθώου, θὰ ὑπάρξει δηλ. ἕνα κῦμα πρὸς τὴν Ἐκκλησίαν καὶ ἔντονη ἡ ἐνοχὴ γιὰ τὴν πολεμικὴν στάση τους καὶ μὲ μία μυριόστομη κραυγὴ κάποιοι θὰ μιμηθοῦν τὸν Ἑκατόνταρχον μὲ τὴν θαρραλέαν ὁμολογία του, «ἀληθῶς Θεοῦ Υἱὸς ἦν οὗτος», γιὰ τὸ ἔγκλημα τοῦ Γολγοθᾶ.
Ἐμπρὸς σ' αὐτὸ τὸ ὅποιο κῦμα μεταστροφῆς πρὸς τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἄλλη πλευρὰ τῶν Ἑβραίων, ποὺ θὰ παραμένει προσηλωμένη σὲ ὅλα τὰ δικά τους καὶ στὸ ψευδομεσσία τους, (γιὰ ἐμᾶς Ἀντίχριστον), ὁ ὁποῖος θὰ ἔχει κάνει πλέον τὴν ἐμφάνισή του καὶ ἀρχικὰ θὰ σκορπίζει ἀγαθὰ, γιὰ νὰ δελεάσει ψυχικά, οἱ ἀκούοντες τότε τὸν Προφήτην Ἠλίαν, καὶ μάλιστα οἱ μεταστραφέντες, φυσικὰ θὰ εὑρεθοῦν ἀντιμέτωποι μὲ τοὺς δικούς τους Ἑβραίους, ἂν ὄχι στὰ «μαχαίρια», γιὰ τὴν τόσην προδοσίαν γι' αὐτούς, ἀφοῦ θὰ ἔχουν δεχθεῖ νὰ λατρεύσουν τὸν ἀποδιοπομπαῖον τοῦ ἔθνους των, τὸν Ἐσταυρωμένον Ἰησοῦν Χριστόν, τόν μόνον ἀληθινόν Κύριον τοῦ Οὐρανοῦ καί τῆς γῆς. Καὶ λογικὰ πλέον ἡ παρουσία καὶ ἐπίδραση τοῦ Ἐνὼχ καὶ τοῦ Ἠλία μὲ βάση τοὺς μετανοοῦντες, (ἄγνωστος ὁ ἀριθμός τους), θὰ ἐπιφέρει στὸν χῶρον τοῦ Ἰσραὴλ ἀναστάτωση.
Μόνο ποὺ δὲν θὰ ἀγγίζονται οἱ Προφῆτες ἀρχικὰ πρὸς τιμωρίαν, καθότι, «εἴ τις θέλει αὐτοὺς ἀδικῆσαι, οὕτω δεῖ αὐτὸν ἀποκτανθῆναι» (Ἀποκ. ια΄, 5).
Αὐτὴ ἡ ἐκ τῶν πραγμάτων στροφὴ τῶν Ἑβραίων θὰ ἔχει ὡς συνέχειαν νὰ βγάλει τὸ προσωπεῖον ὁ Ἀντίχριστος καὶ ἀργὰ ἤ γρήγορα νὰ ἀρχίσουν τὰ δεινὰ ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς δικούς του, ποὺ τοὺς ἔχασε ψυχικά. Αὐτὸ τὸ γεγονὸς θὰ τὸν κάνει θηριώδη. Θὰ ἔχει φέρει τὰ κάτω ἄνω, ὁπότε ἀναμενόμενες, οἱ ὅποιες ἀντιδράσεις καὶ τιμωρίες γιὰ τὴν τόσην «προδοσίαν» εἰς μέρος τῶν «ὀρθοδόξων» Ἑβραίων.
Καθόλου ἀπίθανο καὶ ἄτομα -στελέχη Συναγωγῶν στὸ Ἰσραὴλ καὶ ἀλλοῦ-, δηλ. ραββίνοι καὶ ἀρχιραββίνοι νὰ ξαφνιάσουν μὲ τὴν ἀναγνώριση τοῦ Χριστοῦ ὡς τοῦ ὄντως Μεσσίου, ποὺ ἦλθεν καὶ ἔρχεται.
Εἶναι δὲ γνωστὸν, ὅτι ὅπου Ἑβραῖοι γίνονται Χριστιανοί, ποὺ σημαίνει ξετυφλώνονται ὡς πρὸς τὶς προφητεῖες στὸ Πρόσωπον τοῦ Χριστοῦ μας κυρίως, βιώνουν στὴ συνέχεια πολύ πιό ἔντονα τὴν πίστη ἀπ' ὅ,τι ἀρκετοὶ νηπιοβαπτισθέντες.
Ἔντονο παράδειγμα μεταστραφέντος ραββίνου προσφάτως στὴν Ἑλλάδα, ὁ ὁποῖος πολεμήθηκε ἀπὸ τὸ ἑβραϊκὸ στοιχεῖο, τοῦ στοίχισε ἡ συνειδητὴ ἐπιλογὴ του (βαπτίστηκε οἰκογενιακῶς), ἤδη μακαριστός, γνωστὸς καὶ στὸν γράφοντα, τὸ Χριστιανικὸ του ὄνομα, Παῦλος Φωτίου. Ὥστε στὶς τρομερὲς ἐκεῖνες ἡμέρες καὶ πρὶν τὰ μεγάλα δεινά, (τὰ ὁποῖα ἀκριβῶς ἀγνοοῦμε, πέραν τῶν στερήσεων τῶν ἀγαθῶν), θὰ συμβεῖ πανευφρόσυνον γεγονὸς γιὰ τοὺς πιστούς τῆς γῆς, πιὸ σπουδαῖο δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ὑπάρξει, μὲ τὴν γνωστὴν στροφὴν τῶν Ἑβραίων στὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ!
Τοῦτο δὲ τὸ γεγονὸς παράλληλα, τὰ μέγιστα θὰ ἐνισχύσει ἠθικά καί ψυχικά τούς πιστούς τῆς γῆς, γιὰ νὰ ἀνθέξουν κατὰ τὸ δυνατὸν σὲ ὅ,τι θὰ ἐπακολουθήσει ἀπὸ τὸν Ἄνομον καὶ τὰ ὄργανά του. Τὰ ὄντως ζοφερὰ γεγονότα γιὰ τὴν ἀνθρωπότητα τά 3 1/2 χρόνια, πού θά συμβοῦν ἀπό τὸν Ἄνομον, ἀπόντων πλέον τῶν μεγάλων Προφῆτῶν Ἡλιοῦ καὶ Ἐνώχ.
Θὰ συμβεῖ τότε ἡ ἀπόλυτη ἔξαψη τῆς κακίας τοῦ σατανοκίνητου Ἀντιχρίστου, καὶ πάνω στὴν φαινομενική του ἐπιτυχίαν, ἀφοῦ πάμπολλοι κάτοικοι τῆς γῆς θὰ ἔχουν ὑποκύψει ὑπέρ του, ἀφοῦ στὸ βάθος ὁ στόχος του θὰ εἶναι οἱ ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων.
«Καὶ τότε ἀποκαλυφθήσεται ὁ ἄνομος, ὅν ὁ Κύριος ἀναλώσει τῷ πνεὺματι τοῦ στόματος αὐτοῦ καὶ καταργήσει τῇ ἐπιφανείᾳ τῆς παρουσίας αὐτοῦ» (Β΄ Θέσ. β΄, 😎.
Τὸ τέλος τοῦ Ἀντιχρίστου διὰ Ἰησοῦ Χριστού, ἀφοῦ καὶ οἱ πάμπολλοι δικοί του θὰ τιμωρηθοῦν αἰωνίως.
Τηρουμένων πάντως κάποιων ἀναλογιῶν, θὰ συμβεῖ ὡς πρὸς τοὺς Ἑβραίους στὸ Ἰσραὴλ καὶ ὄχι μόνον, ὅ,τι μετὰ τὸ «καρποφόρον» ἐκεῖνο πρῶτον ἐπίσημον κήρυγμα τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου στὰ Ἱεροσόλυμα, τὴν ἡμέραν τῆς Πεντηκοστῆς.
Ὅταν τελείωσε ὁ Πρωτοκορυφαῖος Πέτρος, «κατενύγησαν τῇ καρδίᾳ, εἶπόν τε πρὸς τὸν Πέτρον καὶ τοὺς λοιποὺς Ἀποστόλους· τί ποιήσομεν ἄνδρες ἀδελφοί; Πέτρος δὲ ἔφη· μετανοήσατε, καὶ βαπτισθήτω ἕκαστος ὑμῶν ἐπὶ τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοὺ εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν, σώθητε ἀπὸ τῆς γενεᾶς τῆς σκολιᾶς ταύτης. Οἱ μὲν οὒν ἀσμένως ὑποδεξάμενοι τὸν λόγον αὐτοῦ ἐβαπτίσθησαν καὶ προσετέθησαν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ψυχαὶ ὡσεὶ τρισχίλιαι» (Πράξ. β΄ 37–41).
Γεννέθλια ἡμέρα τῆς Ἐκκλησίας ἡ Πεντηκοστή τότε ἀπὸ Ἑβραίους τῆς πόλεως τῆς Ἱερουσαλήμ καὶ τῆς ἑβραϊκῆς διασπορᾶς.
Καὶ ἐπὶ Ἠλιοῦ, στὸν ἴδιο περίπου χῶρον, μὲ ἀπογόνους τοῦ ἰδίου ἔθνους, θὰ ἔχουμε μίαν νέαν Πεντηκοστήν. Κάτι τέτοιο προφήτεψε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν ἔγραψε τὴν ἐπιστολήν πού ἑρμηνεύουμε.
Πάρ' ὅτι ἡ Ἐκκλησία ξεκίνησε μὲ ἑβραϊκὸ λαό, στὴ συνέχεια κυριάρχησαν οἱ ἀντίθετες δυνάμεις μὲ ἐμμονὴ καὶ στὴν ἀναμονὴ τοῦ δικοῦ τους Μεσσία, καὶ συνεχίστηκε ἡ ἐχθρικὴ στάση σὲ ὅ,τι πλέον θύμιζε Χριστὸν καὶ τό Εὐαγγέλιόν του.
Ἔγινε γνώστης ὁ Μέγας Παῦλος τοῦ διαχωρισμοῦ καὶ γιὰ τὴν πάγια θέση τοῦ ἑβραϊκοῦ ἔθνους κατὰ τοῦ Ἐσταυρωμένου, ἀρχῆς γενομένης ἀπὸ τὸν λιθοβολισμὸ τοῦ Πρωτομάρτυρα Στεφάνου. Μὲ βάση αὐτὸ ἔγραψε γιά τὴν, στά ἔσχατα χρόνια, στροφή τους στήν πίστη καί στόν Σωτῆρα μας Χριστόν. Ἀμήν.