A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Κυριακή 29 Ιουνίου 2025

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Γ´ ΜΑΤΘΑΙΟΥ 2025 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

DSC 8970


γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            Ὁ Θεός μας εἶναι πολὺ ἁπλὸς καὶ ἁπλοὶ θέλει νὰ εἴμαστε καὶ ἐμεῖς. Ἔχει δημιουργήσει γιὰ ἐμᾶς ἕναν κόσμο πολὺ ὄμορφο. Αὐτό, ὅμως, τὸ διακρίνουμε ἂν βλέπουμε τὰ πάντα γύρω μας μὲ ἁπλότητα. Ἂν βλέπουμε τὰ πάντα μὲ καχυποψία καὶ πονηρία, δημιουργοῦμε μία ἄσχημη εἰκόνα γιὰ τὸν κόσμο, μόνοι μας κάνουμε τὰ πράγματα περίπλοκα καὶ τὴ ζωή μας δύσκολη. 

               Εἴδαμε τὴν περασμένη ἑβδομάδα ἕνα μεγάλο παράδειγμα ἁπλότητας, αὐτὸ τῶν Ἀποστόλων. Οἱ μακάριοι Ἀπόστολοι,  ὅταν τοὺς κάλεσε ὁ Χριστός, ἀνταποκρίθηκαν αὐθόρμητα ἀκολουθώντας Τον, ἀφοῦ πρῶτα ἄφησαν τὰ πάντα πίσω τους. Εἶχαν καταλάβει ὅτι πρόκειται περὶ ἑνὸς Ἱεροῦ Προσώπου, καὶ ἐπέλεξαν νὰ μείνουν γιὰ πάντα δίπλα Του, ἐπειδὴ λάμβαναν Φῶς ἀπὸ τὴν παρουσία Του.  

               Σὲ κάτι ἀνάλογο μᾶς προτρέπει σήμερα ὁ Κύριος μέσα ἀπὸ τὴν περίφημη «ἐπὶ τοῦ ὄρους» ὁμιλία Του. Μᾶς λέει: παιδιά μου, θέλετε τὸ Φῶς νὰ κυριαρχεῖ στὴ ζωή σας; Νὰ βλέπετε τὰ πράγματα ἁπλὰ καὶ νὰ ἐπιλέξετε τὸν Θεὸ ὡς προτεραιότητά σας. Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς πορείας σας πρὸς τὸν Θεό, μὴν βασανίζεστε ἀπὸ τὶς ἐπίγειες μέριμνες, διότι αὐτὲς πάντοτε θὰ ὑπάρχουν. Νὰ ἀναζητεῖτε καὶ νὰ ἀγωνίζεστε πρῶτα γιὰ τὴν ἕνωσή σας μὲ τὸν Θεό, καὶ ὕστερα, ὅλα ὅσα ἔχετε ἀνάγκη, ὁ Θεὸς θὰ σᾶς τὰ ἀνταποδώσει καὶ μὲ τὸ παραπάνω. 

               Μέσα ἀπὸ τὴν εὐαγγελικὴ διήγηση, προκύπτει μία εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ὡς στοργικοῦ Πατέρα, καὶ μία εἰκόνα τῶν ἀληθινῶν Χριστιανῶν ὡς παιδιῶν. 

               Ἔχετε δεῖ πολλὰ παιδιὰ ποὺ ἔχουν γονεῖς καλοὺς καὶ στοργικοὺς νὰ εἶναι λυπημένα; Πάντα χαρούμενα εἶναι καὶ τὰ βλέπουν ὅλα ἅγια, μὲ ἁπλότητα. Σὲ αὐτὸ ὀφείλουμε νὰ τὰ μιμηθοῦμε. Τί σημαίνει, ὅμως, τὸ νὰ βλέπω τὰ πάντα ἅγια καὶ ἁπλά; Σημαίνει ὅτι βλέπω τὸν συνάνθρωπό μου ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ὡς δῶρο Θεοῦ στὴ ζωή μου, ἢ στὴν χειρότερη περίπτωση, ὡς εὐπρόσδκετη δοκιμασία ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ τὸ καλό μου, καὶ ὄχι ὡς βάρος ἢ ὡς ἀπειλή. Βλέπω μὲ ἁπλότητα, σημαίνει ὅτι βλέπω τὸν ἁμαρτωλὸ καὶ δὲν τὸν κρίνω, σκεπτόμενος τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ ὅταν τὸν προέτρεψαν νὰ λιθοβολήσει τὴν μοιχαλίδα: «ὁ ἀναμάρτητος, πρῶτος ἂς ρίξει τὸν λίθο». Βλέπω μὲ ἁπλότητα σημαίνει ὅτι βλέπω τὸν ἀδελφό μου νὰ πετυχαίνει στὴ ζωή του, νὰ χτίζει τὸ σπιτικό του ἢ νὰ κατορθώνει τὸ ἀκατόρθωτο καὶ δὲν σκέφτομαι: «πῶς πέτυχε ἢ πῶς ἔβγαλε τόσα χρήματα; Ἄ αὐτὸς ἔχει». Αὐτὰ εἶναι πράγματα τελείως ξένα γιὰ τὸν Χριστιανό, πράγματα -ἂς μοῦ ἐπιτραπεῖ ἡ ἔκφραση- μίζερα καὶ πολὺ χαμηλοῦ ἐπιπέδου. Ὁ Χριστιανός, ὁ ἀληθινὸς καὶ ἁπλός, τὰ βλέπει ὅλα αὐτὰ καὶ χαίρεται ποὺ ὁ ἀδελφός του τὰ καταφέρνει καὶ μὲ αὐτὸ τὸ σκεπτικὸ γεμίζει Φῶς καὶ πετυχαίνει καὶ ὁ ἴδιος. Τέλος, βλέπω ἁπλὰ σημαίνει ὅτι σὲ βλέπω στὸ πρόσωπο, καθαρὰ καὶ ἔντιμα καὶ ὅταν μὲ πλησιάζεις δὲν σκέφτομαι: «Κάποιο σκοπὸ θὰ ἔχει αὐτὸς γιὰ νὰ μὲ πλησιάσει». 

               Μὲ τὰ παιδιὰ ποὺ μόλις ἀνέφερα ἔχουμε ἕνα πολὺ βασικὸ κοινό, τὸν στοργικὸ Πατέρα, τὸν Θεό. Ὅταν τὸ παιδὶ δὲν φεύγει μακριὰ ἀπὸ τὸν καλό του πατέρα, ὑπάρχει περίπτωση νὰ μείνει πεινασμένο; Ὄχι. Ὁ πατέρας ἐκεῖνος θὰ φέρει τὰ πάνω κάτω γιὰ νὰ βρεῖ νὰ θρέψει τὸ παιδί του, νὰ τὸ ντύσει καὶ νὰ τοῦ προσφέρει ὅ,τι ἔχει ἀνάγκη. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ στὴ σχέση μας μὲ τὸν Θεό. Πολλοὶ διαταράσσουν αὐτὴ τὴ σχέση, βάζοντας μπροστὰ τὶς βιοτικὲς μέριμνες τῆς αὐτοσυντήρησης. Καὶ ὄσο πιὸ μπροστὰ βάζουν αὐτὲς τὶς μέριμνες, τόσο περισσότερες ἀνάγκες ἀποκτοῦν, διότι ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὸν Πατέρα. Ὁ Χριστιανὸς ποὺ μένει κοντὰ στὸν Θεό, ἔχει στραμμένο τὸ βλέμμα καὶ τὴ σκέψη του στὸν Θεὸ καὶ ἐργάζεται γιὰ τὸν Θεό, δὲν ὑπάρχει περίπτωση νὰ πεινάσει, ὅπως ἄλλωστε ἀναφέρει καὶ ὁ Δαυὶδ χίλια χρόνια πρὶν τὴν γέννηση τοῦ Χριστοῦ: «πλούσιοι ἐπτώχευσαν καὶ ἐπείνασαν, οἱ δὲ ἐκζητοῦντες τὸν Κύριον, οὐκ ἐλαττωθήσονται παντὸς ἀγαθοῦ». 

               Βεβαίως, ὁ Χριστὸς δὲν μᾶς λέει νὰ μὴν ἐργαζόμαστε. Ἀντιθέτως, ἡ τίμια ἐργασία εἶναι καθῆκον μας καὶ εὐλογημένη ἀπὸ τὸν Θεό, σὲ σημεῖο ποὺ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος διδάσκει: «αὐτὸς ποὺ δὲν ἐργάζεται, οὔτε νὰ τρώει». Αὐτὸ ποὺ σὲ κάθε περίπτωση ἀποστρέφεται ὁ Θεὸς εἶναι ἡ αἰσχροκέρδεια καὶ ἡ πλεονεξία, τὰ ὁποῖα χαρακτηρίζονται ὡς «μαμωνάς». Δὲν γίνεται, λέει ὁ Κύριος, ἀπὸ τὴ μία νὰ ἐργαζόμαστε γιὰ τὸν Θεὸ καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη νὰ εἴμαστε δοῦλοι τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, διότι τὰ δύο αὐτὰ εἶναι τελείως ἀντίθετα μεταξύ τους καὶ κάποια στιγμὴ ὁ ἄνθρωπος θὰ παραδοθεῖ τελείως ἢ στὸ ἕνα ἢ στὸ ἄλλο. 

               Ἐν κατακλείδι, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, κέντρο τῆς ζωῆς μας ἂς ἔχουμε τὸν Θεό. Μὴν εἴμαστε μόνο στὰ λόγια Χριστιανοί. Ὅπως, γιὰ νὰ γίνουμε δάσκαλοι, γιατροί, οἰκοδόμοι, μάγειρες καὶ ὁτιδήποτε ἄλλο, φροντίζουμε νὰ μάθουμε καλὰ τὸ ἀντικείμενο, ἔτσι πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζουμε καὶ τὴν χριστιανική μας ἰδιότητα. Νὰ μαθαίνουμε συνεχῶς μέσα ἀπὸ τὸ βίωμα πῶς νὰ ἀνταποκριθοῦμε καλύτερα στὶς ἀπαιτήσεις τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Καὶ ἂν στὴν πορεία οἱ βιοτικὲς ἀνάγκες μᾶς πιέζουν, δὲν χρειάζεται οὔτε νὰ ἐγκαταλείψουμε τὸν ἀγώνα μας, οὔτε νὰ βυθιστοῦμε στὴν θλίψη, παρὰ μόνο νὰ στραφοῦμε στὸν Πατέρα μας καὶ νὰ Τοῦ ζητήσουμε. Ἐκεῖνος εἶπε «αἰτεῖτε καὶ δοθήσεται». Ἐκεῖνος εἶπε, πάλι, «αὐτὸς ποὺ ἔχει ὦτα καὶ ἀκούει, ἂς ἀκούσει». Ἀμήν!

Μετ᾽ εὐχῶν,

Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

†  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Πέμπτη 26 Ιουνίου 2025

ΕΥΑΡΕΣΤΗΣΕ ΤΟΝ ΘΕΟ ΜΕ ΤΟΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΑΓΩΝΑ ΣΟΥ (Άγιος Δημήτριος του Ροστώφ)

 

 

Μη λυπάσαι να δουλαγωγείς τη σάρκα σου για χάρη του Χριστού, γιατί Εκείνος την έπλασε. Μην τρομάζεις μπροστά στους πόνους, γιατί Εκείνος έχει τη δύναμη κάθε πληγή να θεραπεύσει. Μη λυπάσαι να Του προσφέρεις ολόκληρη την ύπαρξή σου, γιατί Εκείνος θα την ανακαινίσει, θα την δοξάσει και θα σου την προσφέρει πάλι «εν κροσσωτοίς χρυσοίς περιβεβλημένην πεποικιλμένην» (Ψαλμ. 44:14) στη βασιλεία των ουρανών. Όπως ο Χριστός υπέφερε για χάρη σου, υπόφερε κι εσύ για χάρη του Χριστού.

Ρίξε ένα βλέμμα γύρω σου και δες πόσος πόνος, πόση δυστυχία, πόσες θλίψεις υπάρχουν στους ανθρώπους. Όσο κι αν πονάς, υπάρχουν άλλοι που πονούν περισσότερο. Όσο κι αν δυστυχείς, υπάρχουν άλλοι που δυστυχούν περισσότερο. Δόξασε κι ευχαρίστησε τον Θεό που δεν σου στέλνει πιο μεγάλες συμφορές. Πάρε θάρρος, βάλε αρχή και ευαρέστησέ Τον με τον πνευματικό αγώνα σου. Με λίγο προσωρινό κόπο θ’ απολαύσεις αιώνια και ατελεύτητα αγαθά, «α οφθαλμός ουκ είδε και ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη» (Α’ Κορ. 2:9).

Ξέρεις γιατί κυριεύεσαι από πνευματική ραθυμία και ακηδία; Επειδή δεν αγαπάς μ’ όλη σου την καρδιά τον Κύριο. Και όποιος δεν αγαπά τον Κύριο μ’ όλη τη δύναμη της ψυχής του, βλέπει την οδό που οδηγεί στη ζωή πολύ στενή και τεθλιμμένη, αισθάνεται τον ζυγό του Κυρίου ασήκωτο και τον νόμο Του ακατόρθωτο. Αγάπησε τον Κύριο «εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου και εξ όλης της δυνάμεώς σου» (Δευτ. 6:5), και τότε θα βαδίζεις στον δρόμο Του με χαρά και προθυμία, «ηγούμενος πάντα σκύβαλα είναι ίνα Χριστόν κερδήσης» (Φιλιπ. 3:8).

Οι άγιοι της Εκκλησίας μας, που βαθιά αγάπησαν τον Θεό, κάθε κόπο για χάρη Του τον θεωρούσαν άκοπο, κάθε πόνο άπονο, κάθε θλίψη ευεργεσία. Μερικοί μάλιστα, φλεγόμενοι από θείο έρωτα, δεν άντεχαν ούτε για λίγο ν’ αναχαιτίζουν τον χειμαρρώδη εκείνο πόθο που τους ωθούσε στην ένωση με τον Θεό. Περιφρονούσαν ακόμη και τις πιο βασικές ανθρώπινες ανάγκες, την τροφή και τον ύπνο, για να μη στερηθούν την απόλυτη και απρόσκοπτη επικοινωνία τους με τον εκλεκτό Νυμφίο της ψυχής τους. Τόσο φλογισμένες και συνεπαρμένες ήταν οι ψυχές των αγίων από τη θεία αγάπη. Με χαρά, σαν ασώματοι άγγελοι, παραδίδονταν σε υπεράνθρωπες νηστείες, ατελεύτητες αγρυπνίες, αδιάλειπτες προσευχές και δοξολογίες προς τον αγαπώμενο Κύριο, κι έφθαναν για χάρη Του μέχρι τον θάνατο, αντιμετωπίζοντάς τον όχι σαν κακό μα σαν λύτρωση και δυνατότητα απόλυτης και αιωνίας ενώσεως μαζί Του.

Όλα αυτά βέβαια που κατόρθωσαν θα ήταν απραγματοποίητα, αν στην αγάπη τους προς τον Θεό δεν προσετίθετο και η θεία χάρις, «η πάντοτε τα ασθενή θεραπεύουσα και τα ελλείποντα αναπληρούσα», που ενδυναμώνει όσους δείχνουν έμπρακτη αγάπη στον Κύριο. Έτσι, «τοις αγαπώσι τον Θεόν πάντα συνεργεί εις αγαθόν» (Ρωμ. 8:28), ώστε να επαληθεύεται πάντοτε η αψευδής ρήση Εκείνου: «Ο ζυγός μου χρηστός και το φορτίον μου ελαφρόν εστι» (Ματθ. 11:30).

Ετοιμάσου λοιπόν, αδελφέ μου, ετοιμάσου για την υποδοχή του ουρανίου Νυμφίου, του υπερένδοξου Κυρίου Ιησού Χριστού. Ιδού, «έρχεται εν τω μέσω της νυκτός, και μακάριος ο δούλος ον ευρήσει γρηγορούντα, ανάξιος δε πάλιν ον ευρήσει ραθυμούντα». Ξύπνα, ετοίμασε τη λαμπάδα της καρδιάς σου. «Ανάστα, τι καθεύδεις; το τέλος εγγίζει και μέλλεις θορυβείσθαι».

Έρχεται Εκείνος που μαζί Του θα ζεις και θα συνευφραίνεσαι αιωνίως. Πρόσεξε να μη σβήσει η λαμπάδα σου. Πρόσεξε να μη νυστάξει η ψυχή σου από τη ραθυμία και την ακηδία. Ετοιμάσου να δεχθείς μέσα σου τον Κύριο της δόξης. Ήρθε και χτυπά κιόλας τη θύρα της καρδιάς σου. Άκουσέ Τον: «Ιδού έστηκα επί την θύραν και κρούω· εάν τις ακούση της φωνής μου και ανοίξη την θύραν, και εισελεύσομαι προς αυτόν και δειπνήσω μετ’ αυτού και αυτός μετ’ εμού. Ο νικών, δώσω αυτώ καθίσαι μετ’ εμού εν τω θρόνω μου… Ο έχων ους ακουσάτω…» (Αποκ. 3:20-22).

Από το βιβλίο: Αγίου Δημητρίου του Ροστώφ, ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΑΛΦΑΒΗΤΟ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2013, σελ. 79.

Τετάρτη 25 Ιουνίου 2025

Ἰουδαϊκὴ ἀντίδραση στὴν Κόρινθο ἔναντι τοῦ Ἀποστόλου Παύλου

 

+Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος Κλήμεντος

            Ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος, Κήρυκας καὶ Φωτιστὴς τῆς Πατρίδος μας καὶ τῶν Ἐθνῶν στὴν σωτήρια Χριστιανικὴ πίστη, ἔφθασε στὴν Κόρινθο τὸ 50 μὲ 51 μ.Χ. ἐρχόμενος ἀπὸ τὴν Ἀθήνα, κατὰ τὴν δεύτερη Ἀποστολικὴ Περιοδεία του. Κατ’ αὐτήν, γνωρίζουμε ὅτι νωρίτερα μὲ θεῖο Ὅραμα πέρασε ἀπὸ τὴν Τρωάδα τῆς Μικρᾶς Ἀσίας στὴν Μακεδονία, ἐπὶ εὐρωπαϊκοῦ ἐδάφους, γιὰ νὰ βοηθήσει τοὺς καλοπροαιρέτους στὴν ἀποδοχὴ τῆς ἀληθινῆς πίστεως.

            Ἡ δράση του στοὺς Φιλίππους, τὴν Θεσσαλονίκη καὶ τὴν Βέροια εἶναι ἐπίσης γνωστή. Αὐτοὶ ποὺ ἀντιδροῦσαν στὸ Κήρυγμα τῆς Ἀληθείας ἦταν κυρίως οἱ ὁμοπάτριοί του Ἰουδαῖοι, οἱ ὁποῖοι ἀντιτάσσονταν μὲ σφοδρότητα στὴν κλήση τοῦ Θεοῦ γιὰ εἴσοδό τους στὴν θεία Ζωὴ τῆς Χάριτος ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.

            Τὰ ὅσα συνέβησαν στὴν Κόρινθο, ἀποτελοῦν πολὺ χαρακτηριστικὰ στοιχεῖα, τὰ ὁποῖα εἶναι ἰδιαίτερα διδακτικά.

            Ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρωτεύουσα τῆς Ἐπαρχίας τῆς Ἀχαΐας Κόρινθο συναντήθηκε καὶ συνδέθηκε πρωτίστως μὲ τὸν ἑλληνόφωνο Ἰουδαῖο Ἀκύλα ἀπὸ τὸν Πόντο καὶ μὲ τὴν γυναῖκα του Πρίσκιλλα, προφανῶς Χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὴν Ρώμη κατόπιν σχετικοῦ διατάγματος τοῦ Αὐτοκράτορος Κλαυδίου κατὰ τὸ προηγούμενο ἔτος. Μὲ τὸ ζεῦγος αὐτὸ ὁ Ἅγιος συνεργάσθηκε καὶ γιὰ τὸ ὁμότεχνον: ἦταν σκηνοποιοὶ (βλ. Πράξ., κεφ. 18).

            Κατὰ δὲ τὴν πάγια τακτική του, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μετέβαινε κάθε Σάββατο στὴν Συναγωγὴ τῶν Ἰουδαίων, ὅπου προσπαθοῦσε νὰ τοὺς πείσει διὰ τῆς διδασκαλίας του, ὅπως καὶ τοὺς Ἕλληνες προσηλύτους βασικῶς ἀλλὰ καὶ τοὺς Ἐθνικούς, περὶ τῆς Μεσσιανικῆς ἰδιότητος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἐν τούτοις, τὸ ἱερὸ ἔργο πρέπει νὰ συναντοῦσε δυσχέρειες, πρᾶγμα ποὺ δημιουργοῦσε στενοχώρια στὸν φλογερὸ Ἱεραπόστολο. Διότι οἱ μὲν Ἰουδαῖοι ἦταν ἀπρόθυμοι στὴν ἀποδοχὴ τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου, ὁ δὲ πολυπληθὴς Κορινθιακὸς λαὸς παραδομένος στὶς βιοτικὲς ἐνασχολήσεις, στὰ θεαματικὰ ἐνδιαφέροντα (διεξήγοντο τότε οἱ ἀθλητικοὶ ἀγῶνες τῶν Ἰσθμίων) καὶ προσκολλημένος στὴν ἐμπαθῆ εἰδωλολατρία του, ἔδειχνε ἀδιαφορία ἀπέναντι στὸ σωστικὸ μήνυμα τοῦ Χριστοῦ.

            Τότε ἦταν ποὺ κατέφθασαν ἀπὸ τὴν Μακεδονία οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι καὶ Μαθητὲς τοῦ Ἁγίου Παύλου Σίλας καὶ Τιμόθεος, πρᾶγμα ποὺ τοῦ ἔδωσε νέα ὤθηση, ὥστε νὰ διαβεβαιώνει τοὺς Ἰουδαίους μὲ ἔμφαση ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ ἀναμενόμενος Σωτῆρας τοῦ κόσμου.

            Ὅμως οἱ Ἰουδαῖοι συνέχιζαν τὴν πεισματώδη ἀντίδρασή τους στὸ θεῖο Κήρυγμα καὶ μάλιστα ξεστόμισαν ἀκόμη καὶ βλασφημίες κατὰ τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Τότε, ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος τίναξε τὰ ἐνδύματά του σὲ ἔνδειξη διαμαρτυρίας, ὅπως καὶ διακοπῆς κάθε σχέσεως μαζί τους, λέγοντας ὅτι ἡ εὐθύνη γιὰ τὸν πνευματικὸ ὄλεθρό τους εἶναι ἐπὶ τῶν κεφαλῶν τους. Αὐτὸς πλέον θὰ διδάσκει στοὺς Ἐθνικούς.

            Ἔτσι, ἡ ἐχθρικὴ στάση τῶν Ἰουδαίων ἀναγκάζει τὸν Ἀπόστολο Παῦλο νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ αὐτοὺς καὶ νὰ δηλώσει ὅτι δὲν εὐθύνεται γιὰ τὶς ὀδυνηρὲς συνέπειες τῆς ἀπιστίας τους. Θὰ ἔφεραν ἀκέραιη τὴν εὐθύνη: «Τὸ αἷμα ὑμῶν ἐπὶ τῶν κεφαλῶν ὑμῶν» (στ. 6)! Αὐτὸς ποὺ δὲν δέχεται τὴν προσφερόμενη σωτηρία ἐνῶ τοῦ δίδεται ἁπλόχερα, εἶναι οὐσιαστικὰ πνευματικὸς αὐτόχειρας· αὐτοκτονεῖ πνευματικά! Πρόκειται γιὰ φοβερὴ τραγωδία καὶ καταστροφὴ [βλ. Ἀρχιμ. Χαραλάμπους Δ. Βασιλοπούλου, Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, ἐκδ. «Ὀρθοδόξου Τύπου», Ἀθήνα 1981, σελ. 383].

            Κατόπιν τούτου, ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος συνέχισε τὴν ἱεραποστολικὴ δράση του εὐρύτερα, ἐγκατασταθεὶς στὴν οἰκία κάποιου [Τίτιου] Ἰούστου, ποὺ γειτόνευε μὲ τὴν Συναγωγή. Τότε ὅμως ἦταν ποὺ συνέβη κάτι τὸ ἀπρόσμενα ἐντυπωσιακό. Πίστεψε στὸν Χριστὸ ὁ Ἀρχισυνάγωγος τῶν Ἰουδαίων στὴν Κόριθνο Κρίσπος μὲ ὅλη τὴν οἰκογένειά του καὶ ἀποσπάσθηκε ἀπὸ τὴν Συναγωγή, αὐτὸς ποὺ ἦταν ὁ κατ’ ἐξοχὴν διδάσκαλος τῶν Γραφῶν. Ἐν τούτοις, οἱ λοιποὶ Ἰουδαῖοι παρέμειναν ἀμετακίνητοι στὴν ἀπιστία τους. Τὸν Κρίσπο βάπτισε ὁ ἴδιος ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅπως ὁμολογεῖ (Α΄ Κορ. 1, 14), ἄν καὶ δὲν τὸ συνήθιζε, ἀπὸ μεγάλη προφανῶς χαρὰ καὶ συγκίνηση γιὰ τὴν σημαντικὴ καὶ θαυμαστὴ ἐκείνη μεταστροφή. Μεταξὺ δὲ τῶν Ἐθνικῶν τὸ Κήρυγμα τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου ἐπίσης καρποφόρησε καὶ πολλοὶ ἦταν αὐτοὶ ποὺ πίστευαν καὶ βαπτίζονταν.

            Ἐν τούτοις, ἐμφανίσθηκε καὶ πάλι δισταγμὸς στὸν Ἀπόστολο Παῦλο, διότι ἀντιμετώπιζε προφανῶς συνεχόμενη ἀντίδραση, ὅπως καὶ ἀπειλές. Ὅπως γράφει ὁ ἴδιος στοὺς Κορινθίους, βρέθηκε κοντά τους: «ἐν ἀσθενείᾳ καὶ ἐν φόβῳ καὶ ἐν τρόμῳ πολλῷ» (Α΄ Κορ. 2, 3). Τὸ πιὸ πιθανὸν εἶναι οἱ Ἰουδαῖοι, ἰδιαίτερα ἐνοχλημένοι ἀπὸ τὴν μεταστροφὴ τοῦ Ἀρχισυναγώγου τους Κρίσπου, νὰ δημιουργοῦσαν σοβαρὰ ἐμπόδια καὶ προβλήματα στὴν διακονία του.

            Γι’ αὐτὸ καὶ ὑπῆρξε θεῖο Ὅραμα τὴν νύκτα ἐνθαρρυντικὸ καὶ ἐνισχυτικὸ ἀπὸ μέρους τοῦ Σωτῆρος μας Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος βεβαίωσε τὸν Ἀπόστολό Του: «Μὴ φοβοῦ, ἀλλὰ λάλει καὶ μὴ σιωπήσῃς, διότι ἐγώ εἰμι μετὰ σοῦ, καὶ οὐδεὶς ἐπιθήσεταί σοι τοῦ κακῶσαι σε, διότι λαὸς ἐστί μοι πολὺς ἐν τῇ πόλει ταύτῃ» (στ. 9-10). Μὴ φοβᾶσαι τὶς ἀπειλές, τονίζει ὁ Κύριος, ἀπὸ ὅπου κι ἄν προέρχονται, ἀλλὰ δίδασκε τὸν θεῖο λόγο καὶ μὴ σιωπήσεις! Εἶσαι κάτω ἀπὸ τὴν ἀκαταμάχητη προστασία μου καὶ κανείς, καμιὰ κοσμικὴ δύναμη καὶ ἐξουσία, κανένας ἐχθρὸς ἐμφανὴς ἤ ἀφανής, δὲν μπορεῖ νὰ πράξει κάτι φοβερὸ ἐναντίον σου, γι’ αὐτὸ κήρυττε μὲ θάρρος χωρὶς δειλία καὶ δισταγμό, ἐφ’ ὅσον ὑπάρχει πολὺς λαὸς στὴν πόλη ποὺ εἶναι δικός μου καὶ ἀναμένει τὴν διδαχή σου γιὰ νὰ πιστεύσει!

            Εἶναι σημαντικὸ νὰ προσέξουμε ὅτι ἡ θεία διαβεβαίωση δὲν ἀποκλείει τὴν ἐπιβουλὴ κατὰ τοῦ Ἀποστόλου, ἀλλὰ ἀποκλείει τὴν κάκωση. Οἱ ἐχθροὶ τῆς Ἀληθείας θὰ προσπαθήσουν νὰ τὸν πλήξουν, ἀλλὰ δὲν θὰ ἐπιτύχουν στὸν στόχο τους. Πολλὲς ψυχὲς ἐκεῖ, στὴν ἁμαρτωλὴ καὶ ἀσεβὴ Κόρινθο, ἦταν ἕτοιμες νὰ δεχθοῦν τὸν λόγο τῆς σωτηρίας καὶ πολὺς λαὸς ἀνέμενε τὴν θεία διδαχὴ γιὰ νὰ ἀποδεχθεῖ τὴν λύτρωση.

            Γιὰ τὸν λόγο τοῦτο, ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος ἔμεινε στὴν Κόρινθο ἑνάμιση χρόνο κηρύττοντας ἀκατάπαυστα τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ.


            Ἡ ἐπιμονὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου γιὰ μεταστροφὴ πρωτίστως τῶν Ἰουδαίων καὶ ὁ ἀνέκφραστος πόνος του ἀπὸ τὴν ἄρνησή τους δὲν ἦταν τόσο θέμα κοινῆς καταγωγῆς ἐξ αἵματος, ὅσο κοινῶν πνευματικῶν ἀπαρχῶν. Ὁ Θεὸς τῶν Πατέρων, Προπατόρων, Πατριαρχῶν καὶ Προφητῶν, ἦταν ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεὸς Γιαχβέ, ὁ Κύριος τῆς Δόξης, ὁ Ὁποῖος ἀπεκάλυπτε τὶς δημιουργικὲς καὶ σωστικὲς Ἐνέργειές Του στὸν λαό Του κατὰ τὴν περίοδο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Αὐτὸς μέσῳ τῆς ἀκτίστου Δόξης καὶ Ἐνεργείας Του καὶ ὄχι τῆς ἀπροσίτου Οὐσίας Του, ἀπεκαλύπτετο καὶ συνομιλοῦσε μὲ τοὺς Δικαίους τοῦ λαοῦ Του, δίδοντας θεῖα προστάγματα καὶ προδεικνύοντας τὸ Μυστήριο τῆς θείας Ἐνανθρωπήσεώς Του [βλ. Τὸ Μυστήριον τοῦ Χριστοῦ, Ἅγιον Ὄρος 2022, σελ. 55-243].

            Αὐτὸς ἦταν ποὺ συνομιλοῦσε μὲ τὸν Μωυσῆ καὶ τοὺς Προφῆτες, Αὐτὸς ἦταν ποὺ μετέστρεψε τὸν ἕως τότε διώκτη Σαῦλο στὸν δρόμο πρὸς τὴν Δαμασκό, ὅπου πήγαινε μὲ ὁρμὴ καὶ μανία νὰ διώξει τοὺς Χριστιανοὺς (Πράξ. 9, 1-18). Τότε ἄκουσε τὸν Κύριο τῆς Δόξης, τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ἀλλὰ δὲν μποροῦσε νὰ δεῖ «ἀπὸ τῆς δόξης τοῦ φωτὸς ἐκείνου» (Πράξ. 22, 11). Τότε τυφλώθηκε κι ἔτσι κατενόησε ὅτι πολεμοῦσε ἐναντίον Αὐτοῦ ποὺ ἐμφανίσθηκε στὸν Μωυσῆ. Καὶ γιὰ νὰ δεῖ καὶ πάλι ἦταν ἀνάγκη νὰ πιστεύσει καὶ νὰ βαπτισθεῖ, ὅπως καὶ ἔγινε ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Ἀνανία (Πράξ. 9, 18).

            Γι’ αὐτὸ καὶ ὑπέφερε ἔκτοτε πάρα πολὺ γιὰ τὴν ἀπιστία τῶν ὁμοεθνῶν του Ἑβραίων, οἱ ὁποῖοι δὲν μποροῦσαν νὰ ἀποδεχθοῦν τὴν πίστη στὸν Χριστό, ἐφ’ ὅσον δὲν ζητοῦσαν οὐσιαστικὰ «τὴν δόξαν τὴν παρὰ τοῦ μόνου Θεοῦ», παρὰ ἐπεδίωκαν τὴν μεταξύ τους ἀνθρώπινη δόξα. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἦταν αὐτοκατάκριτοι. Κατήγορός τους ἦταν καὶ εἶναι ὁ Μωυσῆς! Ὁ Κύριός μας εἶναι σαφὴς ἔναντί τους: «Εἰ γὰρ ἐπιστεύετε Μωϋσεῖ, ἐπιστεύετε ἄν ἐμοί· περὶ γὰρ ἐμοῦ ἐκεῖνος ἔγραψε· εἰ δὲ τοῖς ἐκείνου γράμμασιν οὐ πιστεύετε, πῶς τοῖς ἐμοῖς ῥήμασι πιστεύσετε;» (Ἰω. 5, 44-47) [βλ. Πρωτ. Ἰωάννου Σ. Ρωμανίδου, Θεολογικὲς Μελέτες, ἐκδ. Ἱ. Μονῆς Πελαγίας 2024, σελ. 218-220].

            Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος γράφει μὲ τόση σαφήνεια ὡς πρὸς τοὺς Ἰουδαίους: «Ἀλλ’ ἐπωρώθη τὰ νοήματα αὐτῶν. ἄχρι γὰρ τῆς σήμερον τὸ αὐτὸ κάλυμμα ἐπὶ τῇ ἀναγνώσει τῆς παλαιᾶς διαθήκης μένει, μὴ ἀποκαλυπτόμενον ὅτι ἐν Χριστῷ καταργεῖται, ἀλλ’ ἕως σήμερον ἡνίκα (ὅποτε) ἀναγινώσκεται Μωϋσῆς, κάλυμμα ἐπὶ τὴν καρδίαν αὐτῶν κεῖται· ἡνίκα δ’ ἄν ἐπιστρέψῃ πρὸς Κύριον, περιαιρεῖται (ἀφαιρεῖται) τὸ κάλυμμα. ὁ δὲ Κύριος τὸ Πνεῦμά ἐστιν· οὗ δὲ τὸ Πνεῦμα Κυρίου, ἐκεῖ ἐλευθερία. ἡμεῖς (ἐμεῖς οἱ πιστοὶ) δὲ πάντες ἀνακεκαλυμμένῳ προσώπῳ (μὲ ἀκάλυπτο πρόσωπο) τὴν δόξαν Κυρίου κατοπτριζόμενοι (ἀντανακλοῦμε τὴν λαμπρότητα τοῦ Κυρίου) τὴν αὐτὴν εἰκόνα μεταμορφούμεθα ἀπὸ δόξης εἰς δόξαν, καθάπερ ἀπὸ Κυρίου Πνεύματος» (Β΄ Κορ. 3, 14-18).

            Ἡ ἀποδοχὴ τῆς πίστεως στὸν Χριστὸ ὁδηγεῖ στὴν ἀληθινὴ κατανόηση καὶ ἐλευθερία, στὴν βίωση τῆς μεταμορφωτικῆς ἐμπειρίας τῆς Χάριτος. Ἡ πίστη στὸν Χριστὸ στὴν ἐφαρμογή της καθαίρει, φωτίζει καὶ ζωοποιεῖ πνευματικὰ τὸν ἄνθρωπο, τὸν ὁποῖο καθιστᾶ οἰκεῖο καὶ φίλο Θεοῦ, κοινωνὸ τῆς δόξης καὶ βασιλείας Του ἀπὸ τὴν ζωὴ αὐτή, ἐσωτερικὰ/καρδιακά, ὡς ἀρραβῶνα τῆς μελλούσης δόξης καὶ κληρονομίας.  


            Ἐπιστρέφοντας στὴν διήγησή μας, λέγουμε ὅτι ἕνα περίπου ἔτος μετὰ τὸν ἐρχομὸ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στὴν Κόρινθο, τοποθετήθηκε στὴν πόλη ὡς κυβερνήτης τῆς Ἐπαρχίας Ἀχαΐας ὁ Ρωμαῖος Ἀνθύπατος Γαλλίων, ποὺ ἦταν ἀδελφὸς τοῦ γνωστοῦ φιλοσόφου Σενέκα. Τότε ἦταν ποὺ οἱ Ἰουδαῖοι ἐξαπέλυσαν νέο πλῆγμα ἐναντίον τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου, ἀλλὰ ἀπέτυχαν στὴν προσπάθειά τους (Πράξ. 18, 12-17).

            Γιὰ νὰ ἐκδικηθοῦν τὸν Ἀπόστολο καὶ γιὰ νὰ τὸν καταστήσουν ὑπόδικο, τὸν ὁδήγησαν ἐνώπιον τοῦ δικαστικοῦ βήματος τοῦ Γαλλίωνος. Μάλιστα, ἔκαναν βίαιη καὶ αἰφνίδια ἐξέγερση, γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὴν καταδίκη του ἀπὸ τὴν Ρωμαϊκὴ διοίκηση καὶ ἐν συνεχείᾳ νὰ τὸν ἐκδιώξουν ἀπὸ τὴν πόλη καὶ τὴν περιοχή. Τὸ κατηγορητήριό τους ἦταν ὅτι δῆθεν ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος παρασύρει τοὺς ἀνθρώπους νὰ λατρεύουν τὸν Θεὸ μὲ διαφορετικὸ τρόπο ἀπὸ αὐτὸν ποὺ λέγει ὁ νόμος τοῦ Μωυσέως. Ἡ κατηγορία δὲν ἦταν πολιτική, ὅπως συνέβη ἄλλοτε στοὺς Φιλίππους καὶ στὴν Θεσσαλονίκη, ἀλλὰ διατυπώθηκε γιὰ θρησκευτικὸ ζήτημα. Οἱ κατήγοροι πίστευαν ὅτι θὰ μποροῦσαν νὰ ἀποσπάσουν καταδίκη εἰς βάρος του, διότι τοὺς εἶχε παραχωρηθεῖ ἀπὸ τοὺς Ρωμαίους νὰ λατρεύουν τὸν Θεὸ κατὰ τὸν Μωσαϊκὸ Νόμο.

            Ὅμως ὁ Γαλλίων, ὡς ἔμπειρος καὶ συνετὸς κυβερνήτης, ἔκρινε ὅτι δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ ἀκούσει τὴν ἀπολογία τοῦ κατηγορουμένου Ἁγίου Ἀποστόλου. Κατενόησε ὅτι δὲν ὑφίσταται κατηγορία γιὰ παράβαση νόμου τοῦ κράτους ἤ γιὰ ἐγκληματικὴ πράξη καὶ ἀδίκημα. Ἀλλὰ ὅτι πρόκειται γιὰ ζήτημα σχετικὰ μὲ διατάξεις τοῦ θρησκευτικοῦ τους νόμου, δηλαδὴ γιὰ ἐσωτερικό τους θέμα, στὸ ὁποῖο δὲν εἶχε καμιὰ διάθεση ἐμπλοκῆς [βλ. Σωκράτης Σ. Κουρσούμης, Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴ Ρωμαϊκὴ Κόρινθο, ἐκδ. τοῦ Φοίνικα, Ἀθήνα, ἄ.χ., σελ. 42].

            Ὁπότε, κρίνοντας τὸν ἑαυτό του ἀναρμόδιο καὶ διατάσσοντας τὴν φρουρὰ νὰ ἀπομακρύνει τοὺς Ἰουδαίους καταγγελεῖς ἀπὸ τὸν χῶρο τοῦ δικαστικοῦ βήματος, οἱ Ἕλληνες ποὺ εἶχαν συγκεντρωθεῖ ἐπιτέθηκαν ἐναντίον τοῦ Ἀρχισυναγώγου τῶν Ἑβραίων Σωσθένη καὶ τὸν ξυλοφόρτωσαν δεόντως! Ὁ δὲ Ἀνθύπατος Γαλλίων δὲν ἐπέδειξε κανένα ἐνδιαφέρον γιὰ τὸ γεγονὸς αὐτὸ ποὺ διεξήγετο ἐνώπιόν του. Ἐπρόκειτο προφανῶς ὄχι γιὰ κάποια πρώϊμη ἀντισημιτικὴ ἐκδήλωση, ἀλλὰ γιὰ μιὰ αὐθόρμητη κίνηση ἀγανακτήσεως ἐξ αἰτίας τῆς δολιότητος τῶν κατηγόρων τῆς Ἰουδαϊκῆς Κοινότητος, γι’ αὐτὸ καὶ ἡ πολιτικὴ ἐξουσία παρέμεινε ἀδιάφορη. Οἱ Ἰουδαῖοι ἔλαβαν τὰ ἐπίχειρα τῆς ἀδίκου πράξεώς τους ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ δὲν τὸ περίμεναν, ἀπὸ τοὺς Ἐθνικούς, οἱ ὁποῖοι ὅμως εἶχαν εὐαισθησία ὡς πρὸς τὸ δίκαιο. Διότι ἀπὸ τὸν Ἅγιο Ἀπόστολο καὶ τοὺς ἀμνησικάκους πιστοὺς ὀπαδοὺς τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ δὲν ἐπρόκειτο νὰ λάβουν τέτοιου εἴδους ἀνταμοιβὴ γιὰ τὴν διωκτικὴ συμπεριφορά τους. Οἱ Ἕλληνες θὰ ἀντιδροῦσαν κατ’ αὐτὸ τὸν τρόπο ἐναντίον καθενὸς ποὺ θὰ συμπεριφερόταν ὅμοια, ἀνεξαρτήτως καταγωγῆς.

            Μετὰ ἀπὸ κάποιο διάστημα χρόνου, ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος ἔπαυσε πλέον τὴν μεγάλη παραμονή του στὴν Κόρινθο καὶ ἀποφάσισε νὰ μεταβεῖ σὲ ἄλλες περιοχές. Μέσῳ τοῦ λιμανιοῦ τῆς Κορίνθου στὸν Σαρωνικό, τὶς Κεχριές, εἰσῆλθε σὲ πλοῖο μὲ κατεύθυνση τὴν Συρία, ἄν καὶ τελικὰ ἀποβιβάσθηκε στὴν Ἔφεσο. Αὐτὴ ἦταν ἡ περιπέτεια τῆς παραμονῆς του στὴν Κόρινθο κατὰ τὴν πρώτη Ἀποστολική του Περιοδεία, ἡ ὁποία μᾶς ἀπασχόλησε ἐν συντομίᾳ ἐνταῦθα.


            Θεωροῦμε καλὸ νὰ θυμίσουμε, πρὶν νὰ κλείσουμε, ὅτι ἡ ἁγία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας γιὰ νὰ θέσει σὲ ὀρθὸ πλαίσιο τὸ θέμα τῆς σχέσεως μὲ τὸν θρησκευτικὸ Ἰουδαϊσμό, ἔλαβε Κανονικὲς ἀποφάσεις διὰ τῶν Ἁγίων καὶ Ἱερῶν Συνόδων της, οἱ ὁποῖες διατηροῦν ὅλο τὸ κῦρος, τὴν αὐθεντία καὶ τὴν ἰσχύ τους καὶ παλαιά, καὶ σήμερα καὶ πάντοτε.

            Ἔτσι, διὰ τοῦ ΞΕ΄ (65ου) Ἀποστολικοῦ Κανόνος διακηρύσσει: «Εἴ τις Κληρικὸς ἤ Λαϊκὸς εἰσέλθει εἰς συναγωγὴν Ἰουδαίων ἤ αἱρετικῶν προσεύξασθαι, καὶ καθαιρείσθω καὶ ἀφοριζέσθω».

            Ὑπάρχουν Ἱεροὶ Κανόνες, οἱ ὁποῖοι ἀπαγορεύουν κάθε εἴδους θρησκευτικὸ συγχρωτισμὸ μὲ τοὺς Ἰουδαίους (Ο΄ καὶ ΟΑ΄ Ἀποστολικοί, ΙΔ΄ τῆς ΣΤ΄ Οἰκ. Συνόδου, ΛΖ΄ καὶ ΛΗ΄ Λαοδικείας), καὶ μάλιστα τὸν συνεορτασμὸ τοῦ Νομικοῦ Φάσκα μὲ τὸ Χριστιανικὸ Πάσχα (Ζ΄ Ἀποστολικός, Α΄ Ἀντιοχείας).

            Ὅποιοι παραβιάζουν αὐτοὺς χάριν τῶν νέων συγχρόνων κοινωνικῶν συνθηκῶν, αὐτοὶ εἶναι ὑπόδικοι στὰ ἐπιτίμια τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ φυσικὰ δὲν βαδίζουν κατὰ Θεόν, ὡς παραβάτες τῶν θείων Ἐντολῶν. Εἶναι φευκτέοι καὶ ἀκοινώνητοι καὶ ὅσοι τοὺς ἀκολουθοῦν ὑπέχουν τὶς αὐτὲς εὐθῦνες.

            Σημειωτέον ὅτι σὰν ἀνθρώπους ὅλους τοὺς ἀγαποῦμε καὶ τιμοῦμε, ἀνεξαρτήτως ἐθνικότητος, καταγωγῆς ἤ καὶ θρησκεύματος, γιὰ ὅλους εὐχόμαστε, ὅλων τὸ καλὸ ἐπιθυμοῦμε, ὅλους συντρέχουμε στὴν ἀνάγκη τους, κανένα διαχωρισμὸ δὲν βάζουμε ὡς πρὸς τὴν ἀνθρωπιστική μας σχέση καὶ τὸ εὖρος τῆς φιλανθρωπίας καὶ φιλαλληλίας μας, καμιὰ πράξη βιαιότητος δὲν δικαιολογοῦμε ἐναντίον τους, ἀλλὰ τὴν καταδικάζουμε πλήρως. Μόνον σὲ περίπτωση κακοπραγίας τους ἐναντίον μας, εἴμαστε ὑποχρεωμένοι συλλογικὰ νὰ ἀμυνθοῦμε γιὰ τὴν διάσωση τῶν ἱερῶν καὶ ὁσίων μας.

            Ὡς πρὸς τὶς ἀρχὲς ὅμως τῆς ἁγίας καὶ μόνης σωτηρίου καὶ ἀληθινῆς Πίστεώς μας, ὅπως αὐτὲς διατυπώθηκαν καὶ βιώθηκαν ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ, οὐδεμία παραχώρηση ἤ παρέκκλιση κάνουμε, προκειμένου νὰ φανοῦμε τέκνα ὑπακοῆς καὶ νὰ διαφυλαχθοῦμε ἀπὸ τὶς δυσάρεστες καὶ μοιραῖες ψυχικὲς καὶ πνευματικὲς συνέπειες, καθότι: «πᾶσα παράβασις καὶ παρακοὴ ἔλαβεν ἔνδικον μισθαποδοσίαν» (Ἑβρ. 2, 2).

            Ὁ Φιλάνθρωπος Κύριος, ὁ Ὁποῖος θέλει «πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α΄ Τιμ. 2, 4), Αὐτὸς ὡς Καλὸς Ποιμὴν ποὺ καλεῖ πάντας στὴν θεία Μάνδρα τῆς Ἐκκλησίας, εἴθε καὶ ἐμᾶς νὰ ἀξιώσει τῆς μετὰ τῶν ἐκλεκτῶν μερίδος καὶ ὅλους νὰ ἐλεήσει διὰ τῆς Μετανοίας, καὶ μάλιστα τὸν Ἰουδαϊκὸ λαό, τὸν ὁποῖον ἀναμένει νὰ σώσει στὰ ἔσχατα χρόνια (Ρωμ. 11, 26) καὶ ἔχει τὸ Πρόνοια νὰ ἐπιτελέσει τοῦτο κατὰ τὶς ἀνεξιχνίαστες Βουλὲς τῶν θείων Κριμάτων Του!

Λάρισα, Ἰούνιος 2025

Πηγή

Κυριακή 22 Ιουνίου 2025

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Β´ ΜΑΤΘΑΙΟΥ 2025 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

 

DSC 8970

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            Μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ φτάσαμε ἤδη ἀπὸ τὴν Δευτέρα στὴ νηστεία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων. Ἡ νηστεία αὐτή, ἐξίσου σημαντικὴ μὲ τὶς ἄλλες τρεῖς τοῦ ἔτους, κάθε χρόνο ἔχει διαφορετικὴ διάρκεια διότι ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν κινητὴ ἑορτὴ τοῦ Πάσχα καὶ ξεκινᾶ μία ἡμέρα μετὰ τὴν Κυριακὴ τῶν Ἁγίων Πάντων. Ἔχει τιμητικὴ ἀναφορὰ στὰ πρόσωπα τὰ ὁποῖα ἦταν διαρκῶς δίπλα στὸν Χριστό μας καθ’ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς μετὰ σώματος ἐπὶ γῆς παρουσίας Του καὶ μετὰ τὴν Ἀνάληψή Του ἔγιναν κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου σὲ ὅλο τὸν γνωστὸ κόσμο. Ἡ δράση αὐτῶν τῶν ἀνδρῶν ὑπῆρξε ἀνατρεπτικὴ γιὰ τὸ μέλλον τῆς ἀνθρωπότητας, δεδομένου ὅτι μὲ τὸν φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐπέκτειναν τὸ κήρυγμα τῆς Ἀναστάσεως καὶ τῆς ἀγάπης, ἐλαττώνοντας τὴν πλάνη τῆς εἰδωλολατρείας καὶ μεταμορφώνοντας ὁλόκληρες κοινωνίες. Τὴν κλήση τῶν τεσσάρων πρώτων Ἀποστόλων μᾶς ἀφηγήθηκε ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή. 

               Καθὼς ὁ Χριστὸς περπατοῦσε κοντὰ στὴν θάλασσα τῆς Γαλιλαίας, εἶδε διαδοχικὰ δύο καὶ δύο ψαράδες, τοὺς μὲν νὰ ρίχτουν δίχτυ, τοὺς δὲ νὰ τακτοποιοῦν τὰ δίχτυα τους μαζὶ μὲ τὸν πατέρα τους. Ἦταν τὰ ἀδέλφια Πέτρος καὶ Ἀνδρέας καὶ Ἰάκωβος καὶ Ἰωάννης. Ἦταν ἄνθρωποι ἁπλοὶ ἀλλὰ καὶ ἔξυπνοι, ἀγράμματοι ἀλλὰ ἐργατικοὶ καὶ καλόκαρδοι. Μὲ τὴν τίμια ἐργασία τους συντηροῦνταν οἱ ἴδιοι καὶ συντηροῦσαν τὶς οἰκογένειές τους. Ὁ Κύριός μας, γιὰ τὸ σημαντικότερο στὴν παγκόσμια ἱστορία ἔργο τῆς διάδοσης τοῦ Εὐαγγελίου, αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους ἐπέλεξε, ἀνθρώπους τῶν κατώτερων κοινωνικῶν στρωμάτων. (Ἂν αὐτὸ δὲν τὸ γνωρίζουν, καλὸ εἶναι νὰ τὸ μάθουν ὅσοι ὑπερασπιζόμενοι τὰ κατώτερα κοινωνικὰ στρώματα ἔχουν θέσει τὸν Θεὸ «στὴν ἄκρη».) 

               Βλέποντας, λοιπόν, ὁ Κύριος τοὺς ψαράδες, μόνο λίγες λέξεις τοὺς εἶπε: «Ἀκολουθῆστε με καὶ θὰ σᾶς κάνω ψαράδες ἀνθρώπων». Οἱ περισσότεροι θὰ σκέπτονταν: «Γίνεται νὰ παρατήσω τὴ δουλειά μου; Καὶ θὰ ἀφήσω τὸν πατέρα μου, τὸν Ζεββεδαῖο, μόνο του; Καὶ ἂν Τὸν ἀκολουθήσω, πῶς θὰ βγάζω τὰ πρὸς τὸ ζῆν; Τί θὰ μοῦ προσφέρει τὸ νὰ Τὸν ἀκολουθήσω; Μήπως ἀργότερα θὰ τὸ μετανιώσω;» καὶ διάφορα τέτοια. Οἱ τέσσερεις ψαράδες τί σκέφτηκαν; Τίποτα. Ἁπλὰ Τὸν ἀκολούθησαν δίχως δεύτερη σκέψη.  Τὸν ἀκολούθησαν «ἀφέντες ἅπαντα», ὄχι μόνο δίχτυα καὶ ἐπάγγελμα, ὄχι μόνο γονεῖς, ἀλλὰ καὶ γυναῖκες καὶ παιδιὰ καὶ σπίτια. Κάποιος ἂν τὰ ἄφηνε ὅλα αὐτά, ἐνδεχομένως νὰ θεωροῦσε πὼς θὰ ἀπολάμβανε κάποια δικαιώματα καὶ προνόμια. Οἱ Ἀπόστολοι δὲν θεώρησαν τίποτα. Στὸ «ἀφέντες ἅπαντα» συγκαταλέγεται καὶ τὸ προσωπικό τους «θέλω», ἀλλὰ καὶ ὁ ἴδιος τους ὁ παλαιὸς ἑαυτός. Εἶναι δυνατὸν μετὰ ἀπὸ τὴν ἔνδειξη τέτοιας αὐταπάρνησης καὶ ἀνιδιοτέλειας νὰ μὴν ἔλθει πλούσια ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ; Τοὺς ἔλειψε, μήπως, κάτι στὴν μετέπειτα ζωή τους; Τίποτα! Κάποτε ποὺ μερικοὶ Ἰουδαῖοι εἶχαν σκανδαλισθεῖ μὲ τὰ θεϊκὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ καὶ ἔφυγαν ἀπὸ κοντά Του, Ἐκεῖνος στράφηκε στοὺς Ἀποστόλους καὶ τοὺς ρώτησε: «μήπως καὶ ἐσεῖς θέλετε νὰ φύγετε;», γιὰ νὰ λάβει τὴν ἀπάντηση ἀπὸ τὸν Πέτρο: «Κύριε, σὲ ποιόν νὰ καταφύγουμε; Ἐσένα τὰ λόγια Σου σκορπίζουν τὴν αἰώνια ζωή». 

               Τὸ νὰ ἀκοῦμε, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, τὰ κηρύγματα καὶ τὸ Εὐαγγέλιο δὲν ἔχει καμία σημασία ἂν μέσα ἀπὸ αὐτὰ δὲν ἀντλοῦμε τρόπους γιὰ να βελτιωθοῦμε ὡς ἄνθρωποι, νὰ ὁδηγηθοῦμε σὲ μετάνοια καὶ νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Θεό. 

               σως τὸ σημαντικότερο ποὺ ἔχει νὰ μᾶς διδάξει ἡ σημερινὴ περικοπή, εἶναι ἡ αὐταπάρνηση καὶ ἡ ἀνιδιοτέλεια. Αὐταπάρνηση σημαίνει «ἀρνοῦμαι τὸν ἑαυτό μου, ἢ καλύτερα, ἀρνοῦμαι τὸ νὰ εἶναι καλὰ ὁ ἑαυτός μου εἰς βάρος τῶν ἄλλων, ἀρνοῦμαι νὰ κοιτάξω τὸν ἑαυτό μου καὶ τὴν ἡσυχία μου ὅταν κάποιος μὲ χρειάζεται». Ἀνιδιοτέλεια σημαίνει «δὲν ἔχω ἀτομικές, ἐγωιστικὲς ἐπιδιώξεις, δὲν  κάνω καλὸ μόνο καὶ μόνο ἐπειδὴ μέσα ἀπὸ αὐτὸ ἐργάζομαι γιὰ τὸ ἀτομικὸ συμφέρον μου». 

               Οἱ δύο αὐτὲς ἀρετὲς χτίζουν εὐλογημένες κοινωνίες ἀνθρώπων, γιὰ αὐτὸ καὶ στὴ σημερινὴ κοινωνία, ἡ ὁποία χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὴν διαφθορὰ τῶν ἠθῶν, τὴν ἀποστασία ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ἀπὸ τὸν συνάνθρωπο, εἶναι πολὺ σημαντικές. Πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς Χριστιανοὺς διαβάζουμε νυχθημερὸν γιὰ τὰ ὅσα σκοτεινὰ σχέδια προκαλοῦν αὐτὴν τὴν συνεχιζόμενη πνευματικὴ κατάπτωση τῆς κοινωνίας, παραπονιόμαστε, ἀλλὰ ὅταν μᾶς ζητοῦν οἱ ἀδελφοί μας νὰ τοὺς δώσουμε μία χείρα βοηθείας γιὰ κάποιο καλὸ ἔργο ἀγάπης καὶ ἐλεημοσύνης, δὲν ἔχουμε χρόνο. Ὡς ἀποτέλεσμα, δὲν δημιουργοῦνται σχέσεις ἀλληλοβοήθειας καὶ ὁ ἄνθρωπος μένει ἐγκλωβισμένος μόνο νὰ βλέπει τοὺς συσπειρωμένους νὰ καταστρέφουν τὴν κοινωνία. 

               ν θέλουμε ἡ κοινωνία μας νὰ μεταμορφωθεῖ, πρέπει νὰ πάψουμε νὰ θέτουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ τὸ ἐγώ μας στὸ κέντρο τῆς ζωῆς. Νὰ βάλουμε στὸ κέντρο τὸν Θεάνθρωπο καὶ νὰ συσπειρωθοῦμε μὲ τοὺς συνανθρώπους μας γύρω ἀπὸ Αὐτόν. Καὶ ὅσο οἱ ἄλλοι συσπειρώνονται γιὰ τὸ κακό, ἐμεῖς νὰ συσπειρωνόμαστε γιὰ νὰ κάνουμε καλὰ ἔργα. Διαφορετικά, δὲν ἀλλάζει ἡ κατάσταση. 

               Οἱ Ἀπόστολοι, χάρη στὴν αὐταπάρνηση καὶ ἀνιδιοτέλεια ποὺ ἔδειξαν, ἀξιώθηκαν νὰ γίνουν κοινωνοὶ τῆς Ἀναστάσεως, νὰ δοῦν, νὰ συνομιλήσουν καὶ νὰ φᾶνε μὲ τὸν Ἀναστημένο Χριστό, ἀξιώθηκαν νὰ Τὸν δοῦν νὰ ἀναλαμβάνεται στὸν Οὐρανό, νὰ φωτισθοῦν ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, νὰ θεραπεύουν ἀρρώστους μόνο μὲ ἕνα λόγο, νὰ ἀνασταίνουν νεκρούς. Αὐτὰ δὲν ἀνήκουν στὴ σφαίρα τῆς φαντασίας. Γιὰ ὅσους ζοῦν τὴ ζωὴ τῆς αὐταπάρνησης, εἶναι γνωστὲς ἐμπειρίες. 

Καλὸ ὑπόλοιπο τῆς νηστείας!

Οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι νὰ πρεσβεύουν ὑπὲρ ἡμῶν!

Χρόνια πολλὰ κὶ εὐλογημένα!

Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος