Πέμπτη 4 Ιουλίου 2024

ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (Μέρος 29ο)

 Αγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου της Ρωσικής Διασποράς (+1985)

29. Η Προσευχή του Κυρίου

Η προσευχή του Κυρίου («Πάτερ ἡμῶν») ως πρότυπο χριστιανικής προσευχής.
Τα τρία κύρια μέρη αυτής. Ο ευχαριστιανός και ο δοξαστικός χαρακτήρας
της χριστιανικής προσευχής (ιδιαίτερα στην Θεία Λειτουργία)

Το πρότυπο της προσευχής για μάς τους Χριστιανούς είναι φυσικά η προσευχή του Κυρίου («Κυριακή προσευχή»). Λαμβάνοντας υπόψη την σύνθεση και το περιεχόμενό της, βλέπουμε ότι εξωτερικά στην σύνθεσή της χωρίζεται σε τρία μέρη: α) επίκληση, β) αιτήσεις και γ) δοξολογία. Σύμφωνα με το εσωτερικό της περιεχόμενο, μπορεί επίσης να χωριστεί σε τρία γενικά μέρη. Το πρώτο και κυριότερο, περιλαμβάνει την επίκληση και τα τρία πρώτα αιτήματα. Ακολουθεί η τέταρτη αίτηση για το καθημερινό μας ψωμί και τέλος άλλα τρία αιτήματα για τις προσωπικές μας αμαρτίες.

Ποιό είναι το πρώτο και σημαντικότερο πράγμα για το οποίο πρέπει να προσευχηθεί ένας Χριστιανός; Για ποιό πρέπει να αγωνίζεται περισσότερο από όλα: «ζητεῖτε πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ»[1]. Αυτό βλέπουμε στο πρώτο μέρος της προσευχής. Απευθυνόμενος στον Θεό ως Επουράνιο Πατέρα, ο Χριστιανός μαρτυρεί έτσι ότι η αληθινή μας πατρίδα δεν είναι στην γη, αλλά στον ουρανό. «Ἡμῶν γὰρ τὸ πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει»[2], έγραψε ο Απόστολος Παύλος ξεκάθαρα. Και σ’ αυτή την έκκληση προς τον Πατέρα, ο Χριστιανός προσεύχεται να αγιαστεί το Όνομα του Θεού, τόσο στην προσωπική ζωή του καθενός μας όσο και στην ανθρώπινη ιστορία. Είναι ιερό πράγμα ειδικά όταν εμείς, οι Χριστιανοί, μέσω της επιτέλεσης καλών πράξεων οδηγούμε τους μη πιστούς να «δοξάσωσι τὸν Πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς»[3].

Στην συνέχεια, ο Χριστιανός προσεύχεται για να εδραιωθεί η Βασιλεία του Θεού στην γη. Κοιτάζοντας την ζωή, βλέπει σ’ αυτήν μια διαρκή πάλη ανάμεσα σε δύο αρχές: το φως και το σκοτάδι, την αλήθεια και το ψέμα, το καλό και το κακό. Και βλέποντας αυτό, δεν μπορεί παρά να προσευχηθεί ώστε στην ζωή μας να εμφανιστεί η νίκη του φωτός επί του σκότους και να θριαμβεύσει η Βασιλεία του Θεού, η Βασιλεία της Αλήθειας και της Καλοσύνης.

Στην τρίτη αίτηση της προσευχής του Κυρίου προσευχόμαστε γι’ αυτό, ώστε το θέλημα του Θεού να εκπληρωθεί στην ανθρώπινη ζωή, όπως εκπληρώνεται και στον ουράνιο κόσμο. Η χριστιανική συνείδηση λέει με σιγουριά και σταθερότητα στον άνθρωπο ότι το να βασιζόμαστε στο θέλημα του Θεού δεν είναι μόνο καθήκον μας, αλλά και πραγματική σοφία, η αλήθεια της ζωής. Ο Επουράνιος Πατέρας γνωρίζει τι είναι χρήσιμο και απαραίτητο για τον καθένα μας, και από την απέραντη αγάπη και καλοσύνη Του μας εύχεται καλό και σωτηρία περισσότερο απ’ ότι εμείς για τον εαυτό μας. Γι’ αυτό ο Απόστολος Πέτρος λέει: «Ρίξτε όλες τις φροντίδες σας πάνω Του, γιατί Αυτός φροντίζει για σας»[4].

Η τέταρτη αίτηση της προσευχής του Κυρίου είναι η μόνη που δεν μιλάει για τις πνευματικές, αλλά για τις σωματικές μας ανάγκες. Πρέπει να ζητάμε τον «ἐπιούσιον ἄρτον» (=το καθημερινό μας ψωμί), δηλαδή ό,τι είναι απαραίτητο για την ύπαρξή μας, για την διατήρηση της σωματικής ζωής. Και πέρα απ’ αυτό, «αν δοθεί, δόξα τω Θεώ, αλλά αν δεν δοθεί, μη σε νοιάζει» (έκφραση από την Kατήχηση[5]). Φυσικά, η έκφραση «ἐπιούσιος ἄρτος» περιλαμβάνει όλα όσα μας είναι απαραίτητα: φαγητό, ρούχα, στέγαση κ.λπ. Και αυτή η τέταρτη αίτηση υποδεικνύει στον άνθρωπο ότι η επίγεια ζωή μας με τα καθημερινά προβλήματά της είναι επίσης θέμα το οποίο εμπίπτει στην φροντίδα του Επουράνιου Πατέρα για μάς. Ο Απόστολος Παύλος λέει: «Να έχετε αφιλάργυρη διάθεση, μένοντας ικανοποιημένοι με αυτά που έχετε, διότι ο ίδιος ο Κύριος είπε: δεν θα σε αφήσω ποτέ, ούτε θα σε εγκαταλείψω…»[6].

Η πέμπτη αίτηση της προσευχής του Κυρίου αναφέρεται στην συγχώρεση των αμαρτιών. Όχι μόνο σε αυτήν την αίτηση, αλλά και σε άλλα σημεία της διδασκαλίας Του, ο Κύριος έδειξε ξεκάθαρα ότι απαραίτητη προϋπόθεση για να λάβουμε άφεση αμαρτιών από τον Θεό είναι η συγχώρεση των συνανθρώπων μας. Αλλά πόσο συχνά αυτό το αίτημα είναι αναληθές στα μάτια του Θεού, στον Οποίο προσευχόμαστε!… Διαβάζουμε «ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν», αλλά στην πραγματικότητα δεν συγχωρούμε και δεν αφήνουμε, αλλά είμαστε προσβεβλημένοι και για πολύ καιρό τρέφουμε ενόχληση στις καρδιές μας και επιθυμία να ανταποδώσουμε. Επομένως, κάθε φορά που ο κάθε Χριστιανός κάνει αυτήν την αίτηση, πρέπει να αναλογίζεται αν έχει συγχωρήσει τους εχθρούς του και όσους τον έβλαψαν. Και αν αυτό δεν συμβαίνει, αν δεν έχει συγχωρήσει, τότε δεν μπορεί να περιμένει συγχώρεση από τον Θεό για τον εαυτό του.

Οι δύο τελευταίες αιτήσεις, η έκτη και η έβδομη, μιλούν για ένα πράγμα: για τα αίτια της αμαρτίας. Πρώτα, ζητάμε να αφαιρεθεί από εμάς το μικρόβιο του πειρασμού και των σκανδάλων, και έπειτα να ελευθερωθούμε από το κακό, δηλαδή από τον ιδρυτή όλων των αμαρτιών, τον διάβολο. Οι άνθρωποι συνήθως φοβούνται τις εξωτερικές κακοτυχίες: τις αποτυχίες, τις ασθένειες, την φτώχεια κ.λπ. Ο Χριστιανισμός μάς διδάσκει να φοβόμαστε περισσότερο απ’ όλα για την αθάνατη ψυχή μας. Ο Κύριος είπε: «Μὴ φοβηθῆτε ἀπὸ τῶν ἀποκτεννόντων τὸ σῶμα, τὴν δὲ ψυχὴν μὴ δυναμένων ἀποκτεῖναι· φοβήθητε δὲ μᾶλλον τὸν δυνάμενον καὶ ψυχὴν καὶ σῶμα ἀπολέσαι ἐν γεέννῃ»[7]. Και σε άλλο σημείο, σχετικά με τις εξωτερικές καταστροφές, ο Κύριος, αφού απαρίθμησε εξωτερικές δοκιμασίες και διωγμούς για την πίστη, είπε ευθέως: «χαίρετε καὶ ἀγαλλιᾶσθε, ὅτι ὁ μισθὸς ὑμῶν πολὺς ἐν τοῖς οὐρανοῖς»[8].

Όχι, ο Χριστιανός δεν πρέπει να φοβάται τις εξωτερικές κακοτυχίες και προβλήματα, αλλά τις αμαρτίες και τις πτώσεις του. Όλοι γνωρίζουν πόσο συνηθίζουμε να παρανομούμε, αμαρτάνοντας κυριολεκτικά σε κάθε βήμα και σε κάθε στιγμή της ζωής μας. Αλλά η αμαρτία είναι ανομία, παραβίαση του Νόμου της Αλήθειας του Θεού, και επομένως το αποτέλεσμά της είναι μαρτύριο και θλίψη, «ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων…»[9]. Και έτσι, η προσευχή «Πάτερ ἡμῶν» κρατά την καρδιά μας σε βαθιά αποστροφή απ’ αυτά τα πνευματικά κακά, κι εμείς, ομολογώντας ταπεινά την αδυναμία και την κλίση μας στην αμαρτία, ζητάμε από τον Θεό να μας σώσει από την πτώση στις αμαρτίες που μας βάζουν σε πειρασμό και να μας ελευθερώσει από τον κακό καθοδηγητή της αμαρτίας, τον διάβολο.

Αυτές οι επτά αιτήσεις, ως γνωστόν, συνοδεύονται από μια επίσημη δοξολογία της δύναμης, της εξουσίας και της δόξας του Θεού[10]. Σε αυτή τη δόξα του μεγαλείου του Θεού βρίσκεται η υιική έκφραση της ακλόνητης και ξεκάθαρης σιγουριάς πως ό,τι ζητάμε θα μας δοθεί από την αγάπη του Επουράνιου Πατέρα, γιατί δική Του είναι «η βασιλεία και η δύναμη και η δόξα για πάντα».

Αλλά όχι μόνο η προσευχή του Κυρίου αποτελείται από τέτοια δοξολογία. Προσευχές δοξολογίας σε ξεκάθαρη μορφή (όπως για παράδειγμα το «Αἰνεῖτε τὸ ὄνομα Κυρίου» ή το «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος» κ.λπ.) δεν χρησιμοποιούνται τόσο συχνά από εμάς[11]. Συνήθως όμως αντιπροσωπεύουν το τέλος των προσευχών μας (ιδιαίτερα των λειτουργικών) και έχουν πάντα έναν ιδιαίτερα επίσημο και ιερό χαρακτήρα. Επομένως, προφέρονται πάντα από Κληρικό – Επίσκοπο ή Ιερέα. Οι πιο σημαντικές και χαρακτηριστικές προσευχές δοξολογίας είναι οι ψαλμωδίες «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ» (Μεγάλη Δοξολογία) και «Εσέ, Θεέ, δοξάζουμε»[12]. Οι προσευχές της δοξολογίας, πρωτίστως, θα πρέπει να χαρακτηρίζονται ανυπέρβλητες χριστιανικές προσευχές, επειδή κυρίως εκφράζουν την αγάπη του Χριστιανού για τον Θεό και την λατρεία για τις υψηλότερες τελειότητές Του.

Άρρηκτα συνδεδεμένο με την προσευχή της δοξολογίας στις ιερές Ακολουθίες είναι το τρίτο είδος προσευχής, η ευχαριστία. Είναι αυτονόητο ότι ένας Χριστιανός που αγαπά τον Θεό και γνωρίζει την αγάπη, το έλεος και τα οφέλη Του δεν μπορεί παρά να αισθάνεται ευγνωμοσύνη προς Αυτόν στην καρδιά του. Η πιο σημαντική ευχαριστήρια προσευχή είναι η πιο σημαντική Ακολουθία μας: η Θεία Λειτουργία. Το κύριο μέρος της, ο λεγόμενος «ευχαριστιακός κανόνας», αρχίζει με τις λέξεις «Εὐχαριστήσωμεν τῷ Κυρίω». Και αυτή η πιο αγνή αναίμακτη θυσία, η θυσία της αλήθειας, η θυσία του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, που προσφέρεται κατά την Λειτουργία στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, αν και ορατά προσφέρεται από τους ανθρώπους, επιτελείται αόρατα από τον ίδιο τον Σωτήρα Χριστό, με την Χάρη και την πανσθενουργό δύναμή Του, και από εμάς τους ανθρώπους τούτο γίνεται δεκτό μόνο με ευλάβεια και ευγνωμοσύνη. Γι’ αυτό, την πιο σημαντική στιγμή της Λειτουργίας, ο ιερέας διακηρύττει πανηγυρικά: «Τὰ σὰ ἐκ τῶν σῶν Σοὶ προσφέρομεν κατὰ πάντα καὶ διὰ πάντα», και οι προσευχόμενοι (οι ψάλτες για λογαριασμό τους) απαντούν με τον ευχαριστήριο ύμνο: «Σὲ ὑμνοῦμεν, σὲ εὐλογοῦμεν, σοὶ εὐχαριστοῦμεν, Κύριε, καὶ δεόμεθά σου, ὁ Θεὸς ἡμῶν…».


(συνεχίζεται)


[1] Ματθ. ϛ΄ 33.
[2] Φιλιπ. γ΄ 20.
[3] Ματθ. ε΄ 16.
[4] «Πᾶσαν τὴν μέριμναν ὑμῶν ἐπιῤῥίψαντες ἐπ᾿ αὐτόν, ὅτι αὐτῷ μέλει περὶ ὑμῶν» (Α΄ Πέτρ. ε΄ 7).
[5] Αναφέρεται στην περίφημη Κατήχηση του Αγίου Φιλαρέτου Μόσχας (+1867).
[6] «Ἀφιλάργυρος ὁ τρόπος, ἀρκούμενοι τοῖς παροῦσιν· αὐτὸς γὰρ εἴρηκεν· οὐ μή σε ἀνῶ οὐδ᾿ οὐ μή σε ἐγκαταλίπω» (Ἑβρ.  ιγ΄ 5).
[7] Ματθ. ι΄ 28.
[8] Ματθ. ε΄ 12.
[9] Ματθ. κβ΄ 13.
[10] «Ὅτι σοῦ ἐστιν ἡ βασιλεία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα, τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἀγίου Πνεύματος, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».
[11] Αναφέρεται στο ρωσικό τυπικό.
[12] Βλ. υποσ. 1, στο 11ο Κεφάλαιο του παρόντος έργου.


Τετάρτη 3 Ιουλίου 2024

ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (Μέρος 28ο)

 Αγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου της Ρωσικής Διασποράς (+1985)

28. Προσευχή

Η ανάγκη για προσευχή.
Τί σημαίνει να προσευχόμαστε «ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ».
Είδη προσευχής ανάλογα με το περιεχόμενό της.

Στην θρησκευτική ζωή ενός ανθρώπου, η γνώση του Θεού για την οποία μιλήσαμε παραπάνω βασίζεται προφανώς στην πίστη. Αυτή η πίστη είναι η πρώτη απάντηση της ανθρώπινης καρδιάς στο περιεχόμενο αυτών των θρησκευτικών αληθειών, η συμφωνία μαζί τους και η αποδοχή τους. Στην συνέχεια, αυτή η πίστη, που ενισχύεται και εμβαθύνει, οδηγεί την καρδιά του ανθρώπου να αναπαυθεί στον Θεό, στην χριστιανική ελπίδα στον Θεό. Από την άλλη, όλος ο Χριστιανισμός μάς διδάσκει ότι η χριστιανική πίστη είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την αγάπη για τον Θεό. Και η αγάπη απαιτεί πάντα μια ζωντανή, προσωπική σχέση με αυτόν που αγαπάμε. Και σε σχέση με τον Θεό, αυτή η αγάπη φανερώνεται πρώτα και κύρια στην προσευχή.

Όποιος δεν προσεύχεται στον Θεό δεν είναι Χριστιανός… Η προσευχή είναι το πρώτο και πλέον απαραίτητο στοιχείο της πνευματικής μας ζωής. Είναι η αναπνοή του πνεύματός μας, και χωρίς αυτήν πεθαίνει, όπως πεθαίνει το ανθρώπινο σώμα χωρίς αέρα. Όλη η ζωή του σώματος εξαρτάται από την αναπνοή του, από το αν ένα άτομο αναπνέει ή δεν αναπνέει. Ομοίως, στην πνευματική ζωή όλα εξαρτώνται από την προσευχή, και ένας άνθρωπος που δεν προσεύχεται στον Θεό είναι πνευματικά νεκρός…

Η προσευχή είναι μια συνομιλία μεταξύ του ανθρώπου και του Θεού. Αυτός που σκέπτεται, γνωρίζει, αγαπά τον Θεό, σίγουρα θα στραφεί σε Αυτόν και αυτή η στροφή είναι προσευχή. Αλλά η άποψη περί προσευχής που είναι τόσο διαδεδομένη τώρα (ιδιαίτερα στους νέους) είναι βαθιά λανθασμένη. Οι άνθρωποι συχνά λένε: «Αν θέλω να προσευχηθώ, θα προσευχηθώ. Δεν χρειάζεται πίεση, δεν χρειάζεται επιβολή, δεν πρέπει να υπάρχει καταναγκασμός στην προσευχή…». Πλήρης παρανόηση του θέματος! Τί θα προέκυπτε από την γήινη δραστηριότητα του ανθρώπου αν ο ίδιος δεν ανάγκαζε τον εαυτό του να κάνει ο,τιδήποτε, αλλά έκανε μόνο αυτό που ήθελε;! Επιπλέον, αυτό αφορά στην πνευματική ζωή. Σε αυτήν, ό,τι πολύτιμο και βιώσιμο αποκτάται μόνο μέσα από προσπάθεια, με το κατόρθωμα να εργάζεται κάποιος πάνω στον εαυτό του.

Ας θυμηθούμε για άλλη μια φορά: «Η Βασιλεία του Θεού (και ό,τι σχετίζεται με αυτήν) επιτυγχάνεται με την βία (με προσπάθεια)»[1]. Όχι, ένας Χριστιανός πρέπει να έχει μια για πάντα στην καρδιά του το γεγονός ότι πρέπει να προσεύχεται πάση θυσία, ανεξάρτητα από την όποια επιθυμία ή απροθυμία του. Αν έχεις καλή επιθυμία να προσευχηθείς, ευχαρίστησε τον Θεό, από τον Οποίο προέρχονται όλα τα καλά, και μη χάσεις την ευκαιρία να προσευχηθείς μέσα από την καρδιά σου. Εάν δεν έχεις αυτή την επιθυμία και έχει έρθει η ώρα για προσευχή (το πρωί, το βράδυ, στην εκκλησία), πρέπει να αναγκάσεις τον εαυτό σου, ενθαρρύνοντας το θαμπό και τεμπέλικο πνεύμα σου με το γεγονός ότι η προσευχή (όπως κάθε καλή πράξη) είναι πιο πολύτιμη στα μάτια του Θεού, όσο δυσκολότερα γίνεται. Ο Κύριος δεν περιφρονεί καμιά προσευχή αν κάποιος προσεύχεται ειλικρινά, όσο καλύτερα μπορεί, έστω κι αν δεν έχει ακόμη την ικανότητα να προσεύχεται με πλήρη συγκέντρωση και με αδιάκοπο ζήλο.

Και όποιος ζει μια πνευματική χριστιανική ζωή σε οποιοδήποτε βαθμό, θα βρίσκει πάντα κάτι για να προσευχηθεί. Άλλωστε, γι’ αυτόν ο Θεός είναι και στοργικός Πατέρας κι ένας ισχυρός Προστάτης, και μια ανεξάντλητη Πηγή βοήθειας και δύναμης﮲ κι έτσι ο Χριστιανός σπεύδει κοντά Του σε ανάγκη και σε θλίψη όπως ένα παιδί στον πατέρα του. Απλώς πρέπει να αναγνωρίσουμε την αδυναμία και την ανικανότητά μας και να παραδώσουμε εντελώς «ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ», γιατί σε Αυτόν είναι η πίστη, η ελπίδα και η αγάπη μας.

Στην συνομιλία του με την Σαμαρείτιδα ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός επεσήμανε ότι «οἱ ἀληθινοὶ προσκυνηταὶ προσκυνήσουσι τῷ Πατρὶ ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ»[2]. Αυτή είναι η βασική αρχή της χριστιανικής προσευχής. Πρέπει να επιτευχθεί με πνεύμα και αλήθεια, και γι’ αυτό ο Χριστιανός, όταν προσεύχεται, πρέπει να συγκεντρώσει όλες τις πνευματικές του δυνάμεις μαζί, και να συγκεντρωθεί βαθιά μέσα του, στην ψυχή του, συλλογιζόμενος τα λόγια της προσευχής. Είναι αυτονόητο ότι με μια τόσο σωστή άποψη για την προσευχή, δεν μπορεί κανείς να ονομάσει «προσευχή» εκείνη την ενέργεια του ανθρώπου που είναι παρών μόνο στην προσευχή ή διαβάζει με τη γλώσσα του, αλλά οι σκέψεις του απέχουν πολύ απ’ αυτήν.

Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει για τέτοιους που τους αποκαλεί …«προσευχητάρια»: «Το σώμα σου ήταν μέσα στην εκκλησία, αλλά ο νους σου πετούσε κάπου αλλού. Τα χείλη σου είπαν μια προσευχή, και το μυαλό σου υπολόγιζε το εισόδημα, τα χωράφια, τα υπάρχοντα, τους φίλους… Εσύ ο ίδιος δεν ακούς την προσευχή σου, πώς θέλεις να την ακούσει ο Θεός;». Όχι, δεν πρέπει να είναι έτσι η προσευχή του Χριστιανού. Πρέπει να προσεύχεται «ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ». Να προσεύχεται με το πνεύμα: συγκεντρωμένος στα βάθη του «εγώ» του, με βαθιά εγκάρδια συναισθήματα. Να προσεύχεται με την αλήθεια: όχι υποκριτικά, αλλά με την αλήθεια της διάθεσής του, με μια αληθινή έκκληση προς την Ενσαρκωμένη Αλήθεια -τον Σωτήρα Χριστό.

Αυτό βέβαια δεν απορρίπτει (σε αντίθεση με τις σεχταριστικές παρερμηνείες) την αναγκαιότητα για έναν άνθρωπο της εξωτερικής προσευχής, αλλά μόνο όταν συνδυάζεται με την εσωτερική προσευχή. Ο άνθρωπος δεν είναι άγγελος, η ψυχή του δεν ζει χωρίς σώμα, όπως δεν ζει το σώμα χωρίς ψυχή. Ο Απόστολος Παύλος λέει: «δοξάσατε δὴ τὸν Θεὸν ἐν τῷ σώματι ὑμῶν καὶ ἐν τῷ πνεύματι ὑμῶν, ἅτινά ἐστι τοῦ Θεοῦ»[3]. Και επομένως, ο πιο βασικός και ολοκληρωμένος τύπος προσευχής είναι εκείνη η προσευχή στην οποία υπάρχει τόσο εσωτερική όσο και εξωτερική πλευρά. Συνδέονται στενά μεταξύ τους, τόσο οι εσωτερικές εμπειρίες και η στροφή του ανθρώπου προς τον Θεό, όσο και οι εξωτερικές πράξεις, δηλαδή οι υποκλίσεις, η ορθή στάση στην προσευχή, το σημείο του σταυρού και οι διάφορες ενέργειες προσευχής.

Υπάρχουν συνήθως τρεις τύποι προσευχής: παράκληση, δοξολογία και ευχαριστία. Και στις προσευχές και στην Λατρεία μας χρησιμοποιούνται εναλλάξ και οι τρεις αυτοί τύποι.

Ο πρώτος τύπος -η ικεσία- φαίνεται ότι είναι ο πιο φυσικός και διαδεδομένος. Και ο Κύριος όχι μόνο δεν απαγόρευσε αυτόν το τύπο προσευχής, αλλά μας τον πρόσταξε ευθέως: «αἰτεῖτε, καὶ δοθήσεται ὑμῖν, ζητεῖτε, καὶ εὑρήσετε, κρούετε, καὶ ἀνοιγήσεται ὑμῖν· πᾶς γὰρ ὁ αἰτῶν λαμβάνει καὶ ὁ ζητῶν εὑρίσκει καὶ τῷ κρούοντι ἀνοιχθήσεται»[4]. Και στην αποχαιρετιστήρια συνομιλία του είπε: «ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ὅσα ἂν αἰτήσητε τὸν Πατέρα ἐν τῷ ὀνόματί μου, δώσει ὑμῖν. Ἔως ἄρτι οὐκ ᾐτήσατε οὐδὲν ἐν τῷ ὀνόματί μου· αἰτεῖτε καὶ λήψεσθε, ἵνα ἡ χαρὰ ὑμῶν ᾖ πεπληρωμένη…»[5].

Ο άνθρωπος που προσεύχεται στον Θεό πρέπει να θυμάται ότι η προσευχή δεν ενεργείται και δεν εισακούεται αν δεν είναι ειλικρινής και δεν αποπνέει ζωντανή πίστη. Ο ίδιος ο Κύριος είπε: «πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι»[6]. Και ο Απόστολος Ιάκωβος εξηγεί πόσο καταστροφική είναι η αμφιβολία στην προσευχή: «Αυτός που αμφιβάλλει είναι σαν το κύμα της θάλασσας, που το σηκώνει και το πετάει ο άνεμος. Ας μη σκεφτεί ένας τέτοιος άνθρωπος ότι θα λάβει κάτι από τον Κύριο»[7]. Και στο Άγιο Ευαγγέλιο διαβάζουμε πολλές φορές πως ο Κύριος, θεραπεύοντας όσους Του ζητούσαν θεραπεία, τους έλεγε: «κατὰ τὴν πίστιν ὑμῶν γενηθήτω ὑμῖν[8]… ἡ πίστις σου σέσωκέ σε[9]…».

Αλλά, πιστεύοντας ακράδαντα στη δύναμη, το έλεος και τη βοήθεια του Θεού, ο Χριστιανός δεν πρέπει να ξεχνά ότι πρέπει να υποβάλλει κάθε αίτημα για τις ανάγκες του στο πανάγαθο θέλημα του Επουράνιου Πατέρα, ο Οποίος γνωρίζει τι χρειαζόμαστε. Μια τέτοια πίστη και αφοσίωση στο θέλημα του Θεού, θα Τον ευχαριστήσει οπωσδήποτε, είτε τελικά ο Κύριος εκπληρώσει είτε όχι την προσευχή του. Και αυτό είναι απολύτως φυσικό, αφού ο Χριστιανός είναι απολύτως βέβαιος ότι η σοφία και η αγάπη του Θεού κατευθύνει τα πάντα προς όφελος και καλό του ανθρώπου. Δεν είναι παράξενο που ψάλλεται στην εκκλησιαστική προσευχή ότι ο Κύριος «με το βάθος της σοφίας οικοδομεί με φιλανθρωπία τα πάντα και δίνει τα χρήσιμα σε όλους…»[10].

(συνεχίζεται)


[1] «Ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν βιάζεται» (Ματθ. ια΄ 12).
[2] Ιω. δ΄ 23.
[3] Α΄ Κορ. ϛ΄ 20.
[4] Λουκ. ια΄ 9-10.
[5] Ιω. ιϛ΄  23-24.
[6] Μαρκ. θ΄ 23.
[7] «Ὁ γὰρ διακρινόμενος ἔοικε κλύδωνι θαλάσσης ἀνεμιζομένῳ καὶ ῥιπιζομένῳ. Μὴ γὰρ οἰέσθω ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος ὅτι λήψεταί τι παρὰ τοῦ Κυρίου» (Ιακ. α΄ 6-7).
[8] Ματθ. θ΄ 29.
[9] Ματθ. θ΄ 22.
[10] «Ὁ βάθει σοφίας φιλανθρώπως πάντα οἰκονομῶν, καὶ τὸ συμφέρον πᾶσιν ἀπονέμων…» (από το Απολυτίκιο των Κεκοιμημένων που ψάλλεται σε ήχο πλάγιο του δ΄, τα δύο Ψυχοσάββατα· προ της Απόκρεω και προ της Πεντηκοστής).

Δευτέρα 1 Ιουλίου 2024

Ο ΓΕΡΩΝ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΗΣ ΝΗΣΤΕΙΑΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

 Παραθέτουμε μια σημαντική επιστολή του αειμνήστου Γέροντος Φιλοθέου σχετικά με την κατάργηση της νηστείας των Αγίων Αποστόλων, που παρατηρείται ορισμένες χρονιές (όπως και φέτος) μετά την αλλαγή του ημερολογίου. Δημοσιεύθηκε στο ιστορικό περιοδικό "Αγιορείτικη Βιβλιοθήκη" το 1959, που και τότε έπεφτε αργά το Πάσχα (τότε 3 Μαΐου, φέτος 5 Μαΐου με το νέο ημερολόγιο). Οι υπογραμμίσεις δικές μας, τα συμπεράσματα δικά σας.