A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου 2016

Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ (Φώτης Κόντογλου)


Εἴπαμε πώς, ἐδῶ στὴν Ἑλλάδα, ὄχι μοναχὰ δὲν διαβάζουμε, ἀλλὰ κἄν δὲν ξέρουμε ἂν ὑπάρχουνε οἱ μυστικοὶ Πατέρες ποὺ φωτίσανε τὴν Ὀρθοδοξία. Γιὰ τοὺς θεολόγους ἡ Ὀρθοδοξία κατάντησε μιὰ κούφια λέξη, ἀφοῦ ἡ μυστικὴ οὐσία της τοὺς εἶναι ἄγνωστη, ὅπως κι’ ἡ παράδοσή τους. Οἱ δικοί μας θεολόγοι παίρνουνε τὰ φῶτα ἀπὸ τὴ Δύση, γιατί ἐκεῖ ἡ θεολογία ἔχει γίνει ἐπιστήμη, κ’ ἡ ματαιοδοξία τους κολακεύεται ἀπ’ αὐτὸ τὸ πρᾶγμα. Ἡ πίστη, γι’ αὐτούς, δὲν ἔχει καμμιὰ σημασία. Θὰ μοῦ πῆτε, “θεολογία χωρὶς πίστη, γίνεται;” Μὰ κ’ ἐγὼ σᾶς ρωτῶ, μὲ τὴν ἴδια ἀπορία, “γίνεται θεολογία χωρὶς πίστη;”

Ὡστόσο, στὶς Δυτικὲς χῶρες καὶ στὴν Ἀμερική, πολὺς κόσμος ἔχει στραφεῖ πρὸς τὴν Ὀρθοδοξία, ἀπὸ τὴ δίψα τῆς ἀληθείας. Στὴν Ἑλλάδα, μοναχὰ λιγοστοὶ ἄνθρωποι καὶ κάποιοι παλιοημερολογίτες διαβάζουνε τὰ βιβλία τῶν Πατέρων, ἐκτός τοῦ Βασιλείου καὶ τοῦ Χρυσοστόμου, ποὺ τοὺς παίρνουνε οἱ θεολόγοι γιὰ ρήτορας καὶ γιὰ φιλολόγους τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσας. Τὰ βιβλία τῶν μυστικῶν Πατέρων δὲν ξανατυπώνουνται πιὰ καὶ καταντήσανε σπάνια. Ἡ ἐπίσημη Ἐκκλησία τυπώνει προχειρολογήματα διάφορων νεωτεριστῶν θεολόγων, χωρὶς καμμιὰ οὐσία, ποὺ φανερώνουνε μοναχὰ τὴν ἀπίστευτη γύμνια ἐκείνων ποὺ τὰ γράφουνε. Μοναχὰ τώρα τελευταῖα ἄρχισε νὰ τυπώνει ἡ Ἀποστολικὴ Διακονία τὴν Πατρολογία τοῦ Migne. Μὰ κι’ αὐτὴ ἡ ἔκδοση εἶναι γιὰ τοὺς θεολόγους, κι’ ὄχι γιὰ τοὺς πιστούς, ἀφοῦ εἶναι τυπωμένη στὴν ἀρχαία γλῶσσα.

Ἐκτὸς ἀπ’ αὐτό, ἡ ἔκδοση τῆς Πατρολογίας δὲν ἔχει καμμιὰ βαθύτερη δικαίωση, μὲ τὸ δυτικὸ χαρακτῆρα ποὺ ἔχει ἡ γενικὴ μόρφωση τῶν θεολόγων μας, ποὺ δὲν ἔχουνε καμμιὰ βαθύτερη γνώση τῆς οὐσίας τῆς Ὀρθοδοξίας, οὔτε καὶ τῆς παράδοσής μας. Ἔτσι κι’ αὐτὴ ἡ ἔκδοση καταντᾶ ἕνα γεγονὸς χωρὶς βαθύτερη σημασία, ἀφοῦ δὲν ὑπάρχει τὸ κατάλληλο ὀρθόδοξο χῶμα γιὰ νὰ ριζοβολήσει.

Στὸ νὰ στραφοῦνε οἱ Δυτικοὶ κι’ οἱ Προτεστάντες στοὺς Πατέρες τῆς Ὀρθοδοξίας, συντελέσανε πολὺ οἱ Λευκορῶσοι θεολόγοι, ποὺ σκορπίσανε στὶς διάφορες χῶρες καὶ φωτίσανε τὶς ψυχὲς μὲ τὰ σοφὰ κηρύγματά τους, μὲ τὴν ἀρετὴ τῆς ζωῆς τους, καὶ μὲ τὴν τυπικὴ εὐσέβειά τους. Ἐνῷ οἱ κληρικοὶ ποὺ στέλνουμε ἐμεῖς στὶς διάφορες παροικίες, εἶναι οἱ πιὸ ἀνίδεοι στὸ τί θὰ πεῖ Ὀρθοδοξία, κι’ οἱ ἐκκλησίες μας στὸ ἐξωτερικὸ δὲν ἔχουνε κανέναν θρησκευτικὸ προορισμό, ἀλλὰ ἔχουνε καταντήσει κέντρα κοινωνικῆς συγκεντρώσεως τῶν ὁμογενῶν κάθε Κυριακή.

Ἔτσι, ἡ Ὀρθοδοξία, δηλαδὴ ἡ πρώτη κι’ ἀπαραμόρφωτη μορφὴ τῆς Ἐκκλησίας, ἔγινε πάλι τὸ στήριγμα ὅλων τῶν ἀνθρώπων ποὺ ζητᾶνε λιμάνι σωτηρίας κι’ ὁ κανόνας τῆς χριστιανικῆς πίστης.

Στὴν Εὐρώπη καὶ στὴν Ἀμερικὴ ἔχουνε μεταφρασθεῖ, ἕως τώρα, σὲ διάφορες γλῶσσες ἡ Φιλοκαλία, τὸ μέγα καὶ θαυμαστὸ αὐτὸ βιβλίο, ποὺ στὴν Ἀθήνα τὸ βρίσκει κανένας μοναχὰ στὶς συλλογὲς τῶν βιβλιοφίλων νὰ κάθεται στὸ ράφι ἄχρηστο, σὰν κανένα ἀρχαιολογικὸ ἀντικείμενο, ὁ Εὐεργετινός, οἱ ἐπιστολὲς τοῦ ἁγίου Βασιλείου καὶ κάποιων ἄλλων Πατέρων, οἱ λόγοι Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου, μερικὰ ἀπὸ τὰ ἔργα τοῦ μαθητοῦ του Νικήτα Στηθάτου, καὶ κάποια ἄλλα. Ἐμεῖς, ἀλλοίμονο, τυρβάζομεν περὶ τοῦ πῶς θὰ φανοῦμε ἐπιστημονικοὶ καὶ εὐρωπαϊκότεροι ἀπὸ τοὺς Εὐρωπαίους. Μοναχὰ κανένας “θρησκόληπτος”, καθυστερημένος κατὰ τοὺς νεωτεριστὰς αὐτοὺς παπαγάλους, διαβάζει τέτοια βιβλία.

Οἱ λόγοι τοῦ ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου εἶναι μεταφρασμένοι στὰ Γαλλικά, στὰ Γερμανικά, στὰ Ἐγγλέζικα, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ Ρωσικά, ποὺ ἔχουνε μεταφρασθεῖ ἀπὸ τὸν καιρὸ ποὺ πρωτοτυπωθήκανε στὰ Ἑλληνικὰ ἀπὸ τ’ ἀρχαῖα χειρόγραφα. Στὴν ἁπλὴ ἑλληνικὴ γλῶσσα ὑπάρχει μία θαυμάσια μετάφραση καμωμένη μὲ εὐλάβεια “παρὰ τοῦ πανοσιολογιωτάτου Διονυσίου Ζαγοραίου, τοῦ ἐνασκήσαντος ἐν τῇ ἐρημονήςῳ τῇ καλουμένῃ Πιπέρι, ἀπέναντι τοῦ Ἁγίου Ὄρους”, τυπωμένη στὴ Σύρα στὰ 1886. Ποῦ νὰ καταδεχτοῦμε, ἐμεῖς, νὰ διαβάσουμε τέτοια πράγματα, μεταφρασμένα μάλιστα ἀπὸ ἕναν ἀγράμματο καλόγερο, ποὺ καθότανε κ’ ἔγραφε ἀπάνω σὲ κάποιον βράχο, στὸ ρημονήσι Πιπέρι, μαζὶ μὲ τοὺς γλάρους; Ἐμεῖς διαβάζουμε τοὺς σοφοὺς καὶ ἀξιοπρεπεῖς καθηγητάδες ποὺ γράφουνε καθισμένοι στὶς πολυθρόνες, στὰ Παρίσια καὶ στὰ Βερολίνα! Δὲν ἀκοῦμε τί λέγει ὁ Θεὸς μὲ τὸ στόμα τοῦ Προφήτη “Ἐπὶ τίνα ἐπιβλέψω, ἀλλ’ ἐπὶ τὸν ταπεινὸν καὶ ἡσύχιον καὶ τρέμοντά μου τοὺς λόγους;” Ποῦ νὰ ὑποπτευθοῦμε τὸ μυστικὸ πλοῦτο ποὺ κρύβεται μέσα σὲ τέτοιες ἁγίες ψυχές;

Λοιπόν, αὐτὴ ἡ μετάφραση δὲν ξανατυπώθηκε ἀπὸ τότε στὴν Ἑλλάδα, ποὺ τυπώνεται κάθε λογῆς ἀνοησία, πρᾶγμα ποὺ φανερώνει σὲ τί πνευματικὸ σκοτάδι βρισκόμαστε, κληρικοὶ καὶ λαϊκοί. Ἀπὸ τὴν προκοπὴ ποὺ ἔχουμε, βάλαμε “τὸν λύχνον ὑπὸ τὸν μόδιον”, κι’ ἀπάνω στὸ λυχνοστάτη βάζουμε τὶς τυπωμένες βαθυστόχαστες ἀνοησίες ποὺ ἀνάφερα, καὶ περιμένουμε νὰ μᾶς φωτίσουνε. Τοὺς βαθύτερους μυσταγωγούς, ποὺ φανήκανε στὸν κόσμο, τοὺς ἔχουμε ἄξιους νὰ τοὺς διαβάζει μοναχὰ κανένας ἀγράμματος παλιοημερολογίτης. Ἡμεῖς, οἱ ἔξυπνοι κι’ οἱ συγχρονισμένοι, βάλαμε τὴν ἐξυπνάδα μας καὶ μέσα στὰ μυστήρια τῆς θρησκείας, κι’ ἀγαπᾶμε τὰ μεγάλα λόγια καὶ τὰ ἐπιστημονικά, τί λέγει ὁ τάδε ἄθεος γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ γιὰ τὴ θρησκεία του, ἢ κανένας καμουφλαρισμένος θεομπαίχτης, ἐπειδὴ αὐτὰ δίνουνε τροφὴ στὸν ἐγωισμό μας. Καὶ βουλώνουμε τ’ αὐτιά μας γιὰ νὰ μὴν ἀκούσουμε τὸν ἀπόστολο Παῦλο ποὺ φωνάζει “Οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου;”

Ἀλλά, κοντὰ στοὺς χαλασμένους αὐτοὺς ποὺ λέγω, ὑπάρχουνε καὶ πλῆθος ἄνθρωποι ποὺ νοιώθουνε βαθειὰ τὴν οὐσία τῆς θρησκείας μας, τὴ μεγάλη σημασία τῆς λατρείας καὶ τῆς ἱερῆς παράδοσής μας. Γιὰ ὅσους ἀπ’ αὐτοὺς δὲν ἔχουνε πατερικὰ βιβλία, σὰν αὐτὰ ποὺ εἴπαμε παραπάνω, κ’ εἶναι σχεδὸν ὅλοι οἱ Ἕλληνες, γιατί ἡ ἀδιαφορία ἐκείνων ποὺ εἶναι βαλμένοι γι’ αὐτὴ τὴ δουλειά, στέρησε τὸν κόσμο ἀπὸ τέτοια ἄφθαρτη κι’ ἅγια θροφή, θὰ προσπαθήσω μὲ τὶς μικρὲς δυνάμεις μου νὰ τοὺς μεταδώσω ὅ,τι μπορέσω ἀπὸ τοὺς περιφρονημένους αὐτοὺς προγονικούς μας θησαυρούς. Ἀφοῦ οἱ θεολόγοι γινήκανε φιλόσοφοι κ’ ἐπιστήμονες, ἂς γίνουμε θεολόγοι ἡμεῖς, δίχως ἄλλο ἐφόδιο, παρὰ μοναχὰ τὴν πίστη μας, κατὰ τὰ βαθυστόχαστα λόγια του ἁγίου Νείλου, ποὺ λέγει “Εἰ ἀληθῶς προσεύχῃ, θεολόγος εἶ”. “Ἂν προσεύχεσαι ἀληθινά, εἶσαι θεολόγος”.

Πηγή: imaik.gr

Πέμπτη 15 Σεπτεμβρίου 2016

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ’ ΜΑΤΘΑΙΟΥ: Εὐαγγέλιο - Ὁμιλία εἰς τήν παραβολήν τοῦ ἀμπελῶνος καί εἰς τήν ξηρανθείσαν συκῆν (Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Δαμασκηνοῦ)

Η εικόνα ίσως περιέχει: 1 άτομο



33 Ἄλλην παραβολὴν ἀκούσατε. ἄνθρωπος τις ἦν οἰκοδεσπότης, ὅστις ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα καὶ φραγμὸν αὐτῷ περιέθηκε καὶ ὤρυξεν ἐν αὐτῷ ληνὸν καὶ ᾠκοδόμησεν πύργον, καὶ ἐξέδοτο αὐτὸν γεωργοῖς, καὶ ἀπεδήμησεν.

34 ὅτε δὲ ἤγγισεν ὁ καιρὸς τῶν καρπῶν, ἀπέστειλε τοὺς δούλους αὐτοῦ πρὸς τοὺς γεωργοὺς λαβεῖν τοὺς καρποὺς αὐτοῦ. 35 καὶ λαβόντες οἱ γεωργοὶ τοὺς δούλους αὐτοῦ ὃν μὲν ἔδειραν, ὃν δὲ ἀπέκτειναν, ὃν δὲ ἐλιθοβόλησαν.

36 πάλιν ἀπέστειλεν ἄλλους δούλους πλείονας τῶν πρώτων, καὶ ἐποίησαν αὐτοῖς ὡσαύτως. 37 ὕστερον δὲ ἀπέστειλε πρὸς αὐτοὺς τὸν υἱὸν αὐτοῦ λέγων· ἐντραπήσονται τὸν υἱόν μου.38 οἱ δὲ γεωργοὶ ἰδόντες τὸν υἱὸν εἶπον ἐν ἑαυτοῖς· οὗτός ἐστιν ὁ κληρονόμος· δεῦτε ἀποκτείνωμεν αὐτὸν καὶ κατάσχωμεν τὴν κληρονομίαν αὐτοῦ.
39 καὶ λαβόντες αὐτὸν ἐξέβαλον ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος καὶ ἀπέκτειναν. 40 ὅταν οὖν ἔλθῃ ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος, τί ποιήσει τοῖς γεωργοῖς ἐκείνοις;
41 λέγουσιν αὐτῷ· Κακοὺς κακῶς ἀπολέσει αὐτούς, καὶ τὸν ἀμπελῶνα ἐκδώσεται ἄλλοις γεωργοῖς, οἵτινες ἀποδώσουσιν αὐτῷ τοὺς καρποὺς ἐν τοῖς καιροῖς αὐτῶν.
42 λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Οὐδέποτε ἀνέγνωτε ἐν ταῖς γραφαῖς, λίθον ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας· παρὰ Κυρίου ἐγένετο αὕτη, καὶ ἔστι θαυμαστὴ ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν; 

ΑΠΟΔΟΣΗ

33 Ακούστε και άλλην παραβολήν· ένας άνθρωπος οικοδεσπότης εφύτευσε αμπέλι και ύψωσε γύρω από αυτό φράκτην και έσκαψε μέσα εις αυτό πατητήρι και δεξαμένην και έκτισε πύργον, δια να μένουν οι εργάται και οι φύλακες· ενοικίασε αυτό εις γεωργούς και ανεχώρησε εις άλλην χώραν.
34 Οταν δε επλησίασε ο καιρός του τρυγητού, έστειλε τους δούλους του στους γεωργούς, δια να πάρουν τους καρπούς που εδικαιούτο.
35 Οι δε γεωργοί, μοχθηροί και άπληστοι, συνέλαβαν τους δούλους και άλλον μεν έδειραν, άλλον δε εφόνευσαν, άλλον δε ελιθοβόλησαν.
36 Παλιν ο οικοδεσπότης έστειλε άλλους δούλους περισσοτέρους από τους πρώτους και έκαμαν εις αυτούς τα ίδια. 37 Υστερα δε έστειλε προς αυτούς τον υιόν του λέγων· Οι άνθρωποι αυτοί θα εντραπούν τουλάχιστον το παιδί μου. 38 Οι γεωργοί όμως, όταν είδαν τον υιόν, είπαν μεταξύ των· Αυτός είναι ο κληρονόμος· ελάτε, ας τον φονεύσωμεν και ας καταλάβωμεν οριστικά πλέον ημείς την κληρονομίαν του.
39 Και αφού τον συνέλαβαν, τον έβγαλαν έξω από το αμπέλι και εκεί τον εφόνευσαν”.(Κακοί γεωργοί, οι πνευματικοί άρχοντες του Ισραήλ, ασεβείς και αχάριστοι προς τον οικοδεσπότην, εξεμεταλλεύοντο την άμπελον, δηλαδή τον Ιουδαϊκόν λαόν, εκακοποιούσαν και εφόνευον τους προφήτας, που έστελλε ο Θεός, και τέλος θα εφόνευαν με σταυρικόν θάνατον τον υιόν του Θεού, τον Χριστόν, έξω από την Ιερουσαλήμ, δια να μείνουν ανενόχλητοι εκμεταλλευταί της αμπέλου του Θεού).
 40 Μετά την διήγησιν της παραβολής ηρώτησε τους αρχιερείς και πρεσβυτέρους του λαού ο Χριστός· “όταν λοιπόν έλθη ο κύριος του αμπελώνος, τι θα κάμη στους γεωργούς εκείνους;” 41 Και αυτοί του απήντησαν· “τόσον κακοί που υπήρξαν, κακώς θα τους εξολοθρεύση και θα εμπιστευθή εις άλλους γεωργούς τον αμπελώνα, οι οποίοι θα δώσουν εις αυτόν τους καρπούς εις τας καταλλήλους εποχάς”.
42 Λεγει εις αυτούς ο Ιησούς· “ουδέποτε λοιπόν εδιαβάσατε εις τας Γραφάς· λίθον, δηλαδή εμέ, τον οποίον απέρριψαν ως ακατάλληλον οι κτίσται, σεις οι οικοδόμοι του λαού, έγινε ακρογωνιαίος λίθος εις την πνευματικήν οικοδομήν του Θεού, δηλαδή εις την Εκκλησίαν, η οποία έγινε παρά του Θεού και είναι αξιοθαύμαστη στους οφθαλμούς μας;
Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα


Ὁμιλία εἰς τήν παραβολήν τοῦ ἀμπελῶνος καί εἰς τήν ξηρανθείσαν συκῆν 
Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Δαμασκηνοῦ

Με παρακινεί προς λόγον ο ενυπόστατος Λόγος του Θεού και Πατρός, ο οποίος δεν απεχωρίσθη από τους κόλπους τού Πατρός και με τρόπον ανέκφραστον εκυοφορήθη στην μήτραν της Παρθένου΄ αυτός μολονότι έγινε προς χάριν μου ωσάν εμένα, είναι απαθής ως προς την Θεότητα, και περιεβλήθη σώμα ομοιοπαθές με το ιδικόν μου΄ αυτός που επιβαίνει σε άρματα Χερουβικά και ανέβη σε πώλον όνου, ο βασιλεύς της δόξης, αυτός που επευφημείται από τα Σεραφίμ ως άγιος μαζί με τον Πατέρα και το Πνεύμα, αποδέχεται τα ψελλίσματα των παιδιών από την άκακο γλώσσα τους. Αυτός, ενώ είναι Θεός, έλαβε την μορφή του δούλου και διατηρεί αυτήν την μορφή του δούλου στο διηνεκές΄ ως Θεός είναι άϋλος και αόρατος, αλλά εδέχθη να λάβη σώμα ορατόν και ψηλαφητόν΄ ήλθεν εκουσίως προς το Πάθος, για να μας χαρίση την απάθειαν. Διότι επειδή είδε το πλάσμα των χειρών του, τον άνθρωπο, τον οποίον έπλασε κατ’ εικόνα και ομοίωσί του, να έχη δελεασθή από την απάτη του όφεως, να έχη παραβή την εντολήν του, να είναι υποδουλωμένος στην φθορά και υπεύθυνος για τον θάνατο, δεν άντεξε ο φύσει συμπαθής την στέρησι του ποθουμένου, αλλά με πολλούς τρόπους τον εκάλεσε προς επιστροφήν και μετάνοιαν. Τον επαίδευσε ως δούλον αχάριστον, ως νηπιόφρονα «πολυμερώς και πολυτρόπως» και εμηχανεύθη κάθε τρόπον, ώστε να αποτινάξη την δουλείαν τού τυράννου και να επανέλθη στον Πλαστουργόν του. Αλλ’ ήταν αδύνατον να επιστρέψη, αφού μια για πάντα είχεν υποδουλωθή πλήρως στην αμαρτία και την είχε συζευχθή με την προαίρεσί του. Γι’ αυτό ακριβώς ο υπεράγαθος Δεσπότης, αναλαμβάνει την φύσι μας, επειδή είδεν ότι είχεν εξασθενήσει.

Βλέποντας δηλαδή τον άνθρωπο να απειθή στις εντολές και τα σωτήρια προστάγματα, τί λέγει; Πρέπει να παιδαγωγήση με έργα αυτόν που ευρίσκεται σε άγνοια. Πρέπει να τον χειραγωγήση στις αρετές, ώστε να τις συνηθίση και να τις επιτελή μόνος του. Πρέπει να γίνω ορατός και έτσι να θεραπεύσω τον ασθενή. Πρέπει να επαναφέρω κοντά μου το πλανώμενον πρόβατον και να το οδηγήσω προς την αρχικήν του διαμονή στον Παράδεισο. Πώς όμως θα τον επιστρέψω αν δεν με ιδή; Πώς θα οδηγήσω αυτό που δεν παρακολουθεί τα βήματά μου;

Γι’ αυτό έγινεν άνθρωπος, για να διδάξη εμπράκτως με αυτά που έπραξε και έπαθε αυτόν που το αγνοούσε, με ποίον τρόπον να εργάζεται την αρετήν΄ ώστε βλέποντάς τον να κατεβαίνη κατ’ οικονομίαν προς χάριν μας από τις πατρικές αγκάλες στην γη, να έλθωμε και εμείς με την προαίρεσί μας από την μητέρα μας γη προς αυτόν΄ εφανέρωσε έτσι τον υπερβολικόν πλούτον της προς εμάς αγάπης του. Διότι κανείς δεν ημπορεί να δείξη μεγαλυτέραν αγάπην από αυτόν που θυσιάζει «την ψυχήν του υπέρ των φίλων αυτού». Πώς όμως θα δείξη την αγάπη του, αυτός που δεν έχει ψυχή; Γι’ αυτό αναλαμβάνει σάρκα, για να «οφθή επί γης και τοις ανθρώποις συναναστραφή». Γι’ αυτό αναλαμβάνει ψυχή, για να την θυσιάση υπέρ των φίλων του. Και φίλους εννοώ όχι αυτούς που τον αγαπούν, αλλά αυτούς που εκείνος ποθεί. Διότι εμείς τον εμισήσαμε, τον απαρνηθήκαμε και γίναμε δούλοι σε άλλον. Αυτός όμως έμεινε σταθερός, έχοντας αμετάβλητον την προς ημάς αγάπην του. Γι’ αυτό και έτρεξε κοντά μας. Ήλθε σ’ αυτούς που τον εμισούσαν. Κατεδίωξε αυτούς που απεμακρύνοντο, και όταν τους έφθασε δεν τους ήλεγξε με σκληρότητα, δεν τους επανέφερε κοντά του με μαστίγιον, αλλά έπραξε σαν ένας άριστος ιατρός που ενώ υβρίζεται, εμπτύεται και ραπίζεται από κάποιον μανιακόν, του προσφέρει τις θεραπευτικές του υπηρεσίες. Προσέφερε στην φύσι της ανθρωπότητος την πλέον αποτελεσματικήν θεραπεία, το δραστικώτερον και παντοδύναμον φάρμακο, την ιδία την θεότητά του. Αυτή ανέδειξε το ασθενικόν μας σαρκίον δυνατώτερον από τις αόρατες δυνάμεις. Όπως δηλαδή ο σίδηρος είναι απλησίαστος όταν ενωθή με την φωτιάν, έτσι και το χόρτο της ιδικής μας φύσεως επειδή ηνώθη με το πυρ της θεότητος έγινε απλησίαστον από τον διάβολο. Και επειδή «τα εναντία των εναντίων ιάματα», κάθε πάθος δηλαδή θεραπεύεται με το αντίθετό του, καθώς λέγουν οι μαθηταί των ιατρών, καταβάλλει και ο Θεός «τα ενάντια δια των εναντίων»: Την ηδονή με τις οδύνες, την υπερηφάνεια με την ταπείνωσι. Διότι όχι μόνον εταπείνωσε τον εαυτό του με το να γίνη άνθρωπος ενώ κατείχε τον πλούτον της Θεότητος, αλλά και ως άνθρωπος έζησε με ταπείνωσι.

Πράγματι: ποίος από τους ανθρώπους υπήρξε τόσον ταπεινός; Διότι «ούκ έχει πού τήν κεφαλήν κλίναι». Δεν είχεν υποζύγιον, ούτε δεύτερον υποκάμισον, ούτε άλλον χιτώνα. «Λοιδορούμενος ούκ αντελοιδόρει, πάσχων ούκ ηπείλει». «Ως αρνίον άκακον ήγετο (ωδηγείτο) του θύεσθαι, ούκ ερίζων, ουδέ κραυγάζων»΄ τον ερράπιζαν και έδιδε προθύμως την σιαγόνα σ’ αυτόν που τον εκτυπούσε΄ «ούκ απέστρεφε το πρόσωπόν του από αισχύνης εμπτυσμάτων». Ενώ τον αποκαλούσαν Σαμαρείτη και δαιμονισμένον και τον κατεδίωκαν, αυτός τα υπέμενε, ώστε να ακολουθήσωμε κι εμείς τα βήματά του. Όλα αυτά τα επιτελούσε με την ευδοκίαν τού Πατρός. Επειδή δηλαδή είναι Υιός ιδικός του μονογενής και ομοούσιος, μας εγνώρισε την αγάπην του Πατρός. Διότι τόσον πολύ μας ηγάπησεν ο Θεός και Πατήρ, ώστε έδωσε τον μονογενή Υιόν του ως λύτρον υπέρ ημών. Ω αγάπη ανυπέρβλητος! Τον Υιόν του τον μονογενή έδωσε, τον συμβασιλέα του, προς χάριν δούλων παρηκόων, προς χάριν των εχθρών που τον εβλασφημούσαν, ελάτρευαν τον νοητόν εχθρό και αυτόν ανεκήρυτταν Θεόν. Ω βάθος πλούτου της αγαθότητος του Θεού! Δεν προέβαλε αντίστασιν όμως ο μονογενής Υιός, δεν ηθέτησε την πατρικήν βουλή. Διότι αυτός ο ίδιος ήταν η βουλή και η θέλησις του Πατρός. Γι’ αυτό λοιπόν, επειδή ήταν κοινωνός και μέτοχος της φύσεως εκείνου (μία είναι η φύσις του Πατρός και του Υιού), υπηρετεί το θέλημα του Πατρός σαν ιδικό του και γίνεται άνθρωπος, και γίνεται υπήκοος στον Πατέρα μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού, θεραπεύοντας έτσι την ιδική μας παρακοήν. Επείγεται λοιπόν προς το Πάθος και βιάζεται να πιή το ποτήριον του θανάτου, το σωτήριον για όλον τον κόσμο. Έρχεται πεινασμένος για την σωτηρίαν της ανθρωπίνης φύσεως και δεν ευρίσκει σ’ αυτήν καρπόν΄ διότι αυτήν υποδηλώνει παραβολικώς το δένδρον της συκής… Σ’ αυτήν την συκήν, την φύσι της ανθρωπότητος, ήλθεν ο Σωτήρ οδηγούμενος από την πείνα του΄ και ζητούσε από αυτήν τον γλυκύτατον καρπόν, δηλαδή την γλυκυτάτη για τον Θεόν αρετήν, που είναι η προϋπόθεσις της σωτηρίας. Δεν ευρήκε όμως καρπόν, αλλά μόνον φύλλα, την τραχυτάτην και μοχθηροτάτην αμαρτίαν και τα κακά που φυτρώνουν από αυτήν. Γι’ αυτό την επιτιμά λέγοντας «ούκ έτι εκ σου καρπός ελεύσεται». Διότι η σωτηρία δεν θα προέλθη από άνθρωπον, ούτε η αρετή προέρχεται από ανθρωπίνην δύναμι. Εγώ θα πραγματοποιήσω την σωτηρίαν, χαρίζοντας δια του πάθους μου την ανάστασι΄ σας απαλλάσω δωρεάν από την τόσο σκληρά ζωήν. Πράγμα που βεβαίως έκαμε.

Έπειτα, ολοκληρώνοντας εμπράκτως την παραβολήν, εισέρχεται στον ναόν, επισκεπτόμενος τον πατρικόν οίκον, και ευρίσκει εκεί τους κακούς γεωργούς, τους αρχιερείς, οι οποίοι εκάθισαν μεν στον θρόνον του Μωϋσέως, απεδείχθησαν όμως λύκοι με ένδυμα προβάτου΄ αυτοί ομοιάζουν με την άκαρπον συκήν, επειδή δεν έχουν τον γλυκύτατον καρπόν, αλλά μόνο την τραχύτητα των φύλλων. Πρόσεχε λοιπόν την τραχύτητα της γλώσσης τους: «Εν ποία εξουσία ταύτα ποιείς; Και τις σοι έδωκε την εξουσίαν ταύτην»; Βλέπεις ακαρπίαν ψυχής και απιστίας; Αντί να ειπούν «εύγε, διδάσκαλε αγαθέ, που ανέστησες τον Λάζαρο νεκρόν τετραήμερον, που εδίδαξες τους χωλούς να βαδίζουν σωστά, που εδώρησες στους τυφλούς την δύναμη της οράσεως, που εθεράπευσες τους παραλυτικούς και μας απήλλαξες από όλες τις ασθένειες, που εξεδίωξες τους δαίμονες, που διδάσκεις την οδό τής σωτηρίας, αυτοί λέγουν «εν ποία εξουσία ταύτα ποιείς;» Ω αχάριστοι! Και αν σας ειπή θα πιστεύσετε; Αφού στον Ιωάννην, προς τον οποίον ετρέχατε σαν ρεύμα ποταμού και εξομολογούμενοι τις αμαρτίες σας εθεωρούσατε ότι ελαμβάνατε το βάπτισμα, δεν επιστεύσατε, θα πιστεύσετε τώρα αν σας ειπώ εγώ;

Ω γενεά πονηρά και άπιστος! Σεις είσθε οι πονηροί γεωργοί, οι οποίοι κατατρώγετε τον αμπελώνα του Κυρίου Σαβαώθ. Ποίον από τους Προφήτες δεν εφονεύσατε; Σας έστειλεν ο Πατήρ τους δούλους μου τους Προφήτες, για να σας ζητήσουν τον καρπόν του αμπελώνος. Εξερρίζωσα τον αμπελώνα μου από την Αίγυπτο, χρησιμοποιώντας τον Μωϋσή, και τον εφύτευσα σε γόνιμον γην, αφού εξέβαλα τα έθνη που την εκατοικούσαν και σας την εκληροδότησα, συμφώνως με τους κανόνες της κληροδοσίας. Εφύτευσα τις ρίζες του με τον νόμο και τον λόγο των Προφητών και γέμισε όλη την γη΄ τα κλήματά του έφθασαν έως την θάλασσαν και οι παραφυάδες του κατέλαβαν τους ποταμούς των εθνών. Εσείς όμως κατηδαφίσατε τον φράκτη του, την βοήθεια του νόμου, και τώρα τον τριγούν οι δαίμονες που βαδίζουν στην οδό της ζωής, αφού τον ευρίσκουν αφύλακτον΄ ο ληστής, ο αγροιόχοιρος του δάσους τον ελεηλάτησε και τον κατέφαγε το άγριο μοναχικό θηρίο.

Αυτού του καλού αμπελώνος που είχα φυτεύσει, του καρποφόρου και αληθινού, σας εζητήθη ο καρπός από τους δούλους μου, τους Προφήτες, και σεις άλλον τον ερραπίσατε, άλλον τον κατεδικάσατε σε λάκκο γεμάτο βούρκο, και άλλον τον ελιθοβολήσατε. Ιδού λοιπόν, ήλθα εγώ ο Ίδιος ο Υιός και κληρονόμος: σεβασθήτε την ιδιότητα του Υιού, εντραπήτε το αξίωμά μου, το ότι έχω μίαν και την αυτήν φύσι με τον Πατέρα. «Εγώ εν τω Πατρί και ο Πατήρ εν εμοί» και όμως κατήλθα κοντά σας. Ευσπλαγχνίζομαι τον αμπελώνα μου. Αν και κατέβηκα στη γην, ωστόσο παραμένω στην αυλή του Πατρός μου. Αποδώσετέ μου τον καρπόν του αμπελώνος μου. Αλλά όντως, εσείς σαν κακοί γεωργοί θα ολοκληρώσετε το έργο των πατέρων σας. Εκείνοι έγιναν προφητοκτόνοι, σεις θα γίνετε θεοκτόνοι. Διότι στην κακίαν είσθε γενναιόδωροι. Εγώ είμαι ο κληρονόμος, ο λίθος ο ακρωγωνιαίος΄ αν και σεις θα με απορρίψετε, θα συντριβήτε, ενώ εγώ θα συνενώσω τους δύο λαούς, τα διεστώτα, τα επίγεια με τα επουράνια. Με εμένα οι άγγελοι και οι άνθρωποι θα γίνουν μία Εκκλησία, και ενώ είσθε εχθροί με τον Πατέρα μου, θα συμφιλιωθήτε μαζί του. Θα σας ειρηνεύσω και θα κάμω σπονδές ειρήνης το αίμα μου, που θα χυθή για την σωτηρίαν του κόσμου.

Ενώ υπαινίσσετο αυτά με παραβολές, δεν τους έπειθε. Διότι προετίμησαν να κλείσουν τους οφθαλμούς τους, ώστε να μη βλέπουν και τα ώτα τους, ώστε να μην ακούν. Γι’ αυτό δεν ανέτειλε γι’ αυτούς το φως του Ευαγγελίου. Ω παράλογος πώρωσις των ανιέρων ιερέων! Οι ίδιοι κατεδίκαζαν τους εαυτούς των, μη γνωρίζοντας τι λέγουν. Πράγματι οι ίδιοι υπέγραψαν την καταδίκη τους. Διότι όταν ηρωτήθησαν «τί ποιήσει τοις γεωργοίς εκείνοις», χωρίς να το θέλουν απεκρίθησαν αληθώς: «Κακούς, κακώς απολέσει αυτούς». Είναι όντως δίκαιον να πάσχη όποιος έγινε κακός με την ιδική του προαίρεσι. «Τον δε αμπελώνα εκδώσεται άλλοις γεωργοίς, οίτινες αποδώσουσι τον καρπόν εν καιρώ». Ως ιερείς που ήσαν και είχαν το αξίωμα της ιερωσύνης, προφητεύουν και χωρίς να γνωρίζουν τα αληθινά. Πράγματι ο αμπελώνας, ο λαός του Κυρίου, παρεχωρήθη στους γεωργούς εκείνους, οι οποίοι απέδωσαν στον Δεσπότην άφθονον και πλούσιον καρπόν. «Εις γαρ πάσαν την γην εξήλθεν ο φθόγγος αυτών, και εις τα πέρατα της οικουμένης τα ρήματα αυτών». «Ως ωραίοι οι πόδες των ευαγγελιζομένων τα αγαθά». Αυτοί επήγαιναν ως πρόβατα μεταξύ των λύκων και μετέβαλαν τους λύκους σε πρόβατα΄ τους εθνικούς δηλαδή οι οποίοι στην αρχή τους κατεδίωκαν, τους μετέτρεψαν σε πρόβατα Χριστού και εδημιούργησαν «τω Κυρίω λαόν περιούσιον (εκλεκτόν), ζηλωτήν καλών έργων».

Ελάτε λοιπόν, αδελφοί, όσοι ελάβαμε το όνομα της πίστεως, όσοι έχουμε αξιωθή να ονομαζώμεθα λαός του Χριστού, ας μην αθετήσωμε την κλήσι μας, ας μη καταρυπώσωμε την πίστι με άτοπα έργα. Δεν αρκεί μόνο να ονομαζώμεθα πιστοί, αλλά ας δείξωμε την πίστι μας με έργα. Ένας πατέρας είχε, λέγει, δύο υιούς, και είπε στον ένα «πορεύου, εργάζου εις τον αμπελώνα» και εκείνος υπεσχέθη μεν, αλλά δεν εξεπλήρωσε την υπόσχεσι. Έπειτα λέγει και προς τον άλλον το ίδιο. Εκείνος ηρνήθη μεν με τα λόγια, εξετέλεσε όμως την προσταγή. Και έτσι ο μεν πρώτος κατηγορείτε, ενώ ο δεύτερος επαινείται. Και εμείς λοιπόν ας ενθυμηθούμε ποίον αποτασσόμεθα και με ποίον συντασσόμεθα στο βάπτισμα. Αποταχθήκαμε τον διάβολον και τους αγγέλους αυτού και κάθε τρόπον προσκυνήσεώς του΄ ας τηρήσωμε την αποταγήν αυτήν, ας μη επιστρέψωμεν όπως ο σκύλος στον εμετόν μας. Έργα του διαβόλου είναι: μοιχείες, πορνείες, ακαθαρσίες, φθόνοι, έριδες, φιλονεικίες, υποκρίσεις, υποκρισίες, καταλαλιές, ειρωνείες, θυμοί, μνησικακίες, κατακρίσεις, βλασφημίες, επωδές, επιλαλιές. Τα σημάδια της απιστίας είναι: ασπλαγχνίες, προσκολλήσεις στα κτίσματα, φιληδονίες, φιλαργυρίες, διασκεδάσεις και μέθες. Η πομπή του διαβόλου είναι: υπερηφάνειες, κενοδοξίες, η οίησις, έπαρσις, αλαζονεία, επίδειξις, ο καλλωπισμός του σώματος. Αφού αρνηθούμε κάθε σχέσι με όλα αυτά, σύμφώνα με την υπόσχεσι που εδώσαμε στον Χριστόν, ας ποθήσωμε τις αντίθετες προς αυτά αρετές΄ την αγνείαν, την σωφροσύνην, την πτωχείαν, την υπομονήν, την ειρήνην, την αγάπην, την συμπάθειαν, την ελεημοσύνην, την προσφορά σ’ αυτούς που έχουν ανάγκην, την σεμνήν εμφάνισι, την συστολή και το κόσμιον βάδισμα, τον αληθινόν λόγον, την ταπείνωσι και επάνω απ’ όλα τον ονειδισμόν του Χριστού, ώστε γινόμενοι κοινωνοί των παθημάτων του, να συμμετάσχωμε και στην δόξαν του, προσφερόμενοι στον Θεόν και Πατέρα θυσία ζωντανή και άμωμο, στην Εκκλησίαν των πρωτοτόκων, όπου είναι η κατοικία των ευφραινομένων.

Θα στρέψω τώρα προς εσένα τον λόγον μου, νύμφη του Χριστού ψυχή, που σε έχει από παλαιά ποθήσει ο Χριστός: πόθησε αξίως αυτόν που σε επόθησε΄ άνοιξε διάπλατα σ’ αυτόν τα βάθη της καρδίας σου για να κατοικήση μέσα σου ο Χριστός, μαζί με τον Πατέρα και το Πνεύμα. Απομάκρυνε από αυτήν ο,τιδήποτε χοϊκόν και γήϊνο για να εύρη χώρον ο Θεός να έλθη μέσα της. Διότι ένας οίκος δεν ημπορεί να υποδεχθή συγχρώνως χώμα και πνοή του αέρος. Όσον χώμα βάζεις μέσα, τόσον αέρα απομακρύνεις΄ και όσον επιτρέπεις στα γήϊνα να κατοικήσουν στην καρδιά σου, τόσον εκδιώκεις το Πνεύμα το Αγιον. Από πού προέρχονται οι πορνείες; από πού οι μοιχείες; από πού οι έριδες, οι φιλονεικίες, οι φθόνοι, οι φόνοι και όλο το πλήθος των κακών; όχι από την επιθυμίαν των γηΐνων; Απομάκρυνε εντελώς την κενοδοξίαν, την μητέρα της απιστίας. Ο Χριστός λέγει «ου δύνασθε πιστεύειν εις εμέ, δόξαν παρά ανθρώπων λαμβάνοντες». Εξόρισε από την καρδιά σου κάθε οίησιν, υπερηφάνειαν, έπαρσιν. Διότι «ακάθαρτος παρά Κυρίω πας υψηλοκάρδιος». «Υπερηφάνοις αντιτάσσεται Κύριος, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν».

Απαρνήσου κάθε αυθάδειαν και αυταρέσκειαν για να υποτάσσεσαι στον νόμον του Θεού, και αυτός θα σε οδηγήση στον λιμένα του θελήματός του. Μη βάλης άλλον νυμφίον στον νυμφικόν θάλαμον της καρδίας σου. Διότι ο νυμφίος σου Χριστός, αν εύρη μέσα κάποιον άλλον, τον ζηλεύει, ο γλυκύτατος, ο μόνος ποθητός, που είναι όλος γλυκασμός, όλος επιθυμία. Μόνον σ’ αυτόν άνοιξε την καρδία σου και βόησέ του: «τετρωμένης καρδίας ειμι εγώ», με εξέβαλε ο πόθος σου από τα λογικά μου, Δέσποτα. Είμαι αιχμάλωτος στον έρωτά σου. Είσελθε στον θάλαμόν σου΄ θα φιλήσω τα ίχνη των ποδών σου. Διότι δεν είμαι άξιος να ειπώ «φίλησόν με από φιλημάτων στόματός σου». Κατοίκησε και περιπάτησε μέσα μου, σύμφωνα με την αψευδή σου επαγγελίαν και κάνε με ναόν του Παναγίου Πνεύματος. Κατακυρίευσε την καρδία μου, Δέσποτα, γίνε συ ο μοναδικός κληρονόμος της και «μονήν παρ’ εμοί ποίησαι, άμα συν τω Πατρί και τω Πνεύματι». Πλάτυνε το μερίδιόν σου μέσα μου, τις ενέργειες του Παναγίου Πνεύματος. «Συ γαρ Θεός μου και δοξάζω σε, συν τω ανάρχω σου Πατρί, άμα τω αγαθώ και ζωοποιώ σου Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν .

(8ος αιών- ΕΠΕ Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, τομ. 9, σελ. 59. Από το βιβλίο «Πατερικόν Κυριακοδρόμιον». Σελ. 257 – 264. Επιμέλεια κειμένου: Σοφία Μερκούρη)


www.alopsis.gr



Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 2016

Η ΚΑΘΑΡΟΤΗΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ (Ἃγιος Φώτιος ὁ Μέγας)

Φώτιος ὁ Μέγας

Ἐπιστολὴ πρὸς Βούλγαρον Ἡγεμόνα 

Αὐτὴ εἶναι ἡ καθαρὴ καὶ γνήσια ὁμολογία τῆς πίστεως ἡμῶν τῶν Χριστιανῶν· αὐτὴ εἶναι ἡ θεόσοφη μυσταγωγία τῆς ἄχραντης καὶ ἀληθινῆς θρησκείας μας καὶ τῶν σεπτῶν μυστηρίων της· ἔχοντας φρόνημα, πίστι καὶ διαγωγὴ σύμφωνα μὲ αὐτὴν τὴν ὁμολογία ἕως τὴν δύσι τοῦ βίου, βαδίζομε γρήγορα πρὸς τὴν ἀνατολὴ τοῦ νοητοῦ ἡλίου, γιὰ ν’ ἀπολαύσωμε δυνατώτερα καὶ τελειότερα τὴν ἀπὸ ἐκεῖ ἐρχόμενη ἀνέσπερη αὐγὴ καὶ λαμπρότητα.

Αὐτὴν ταιριάζει ν’ ἀποδέχεται καὶ νὰ τιμᾶ καὶ ἡ θεοφρούρητη σύνεσίς σας, ποὺ ἤδη ἀτενίζει πρὸς τὴν ἰδική μας θρησκευτικὴ κληρονομιά, μὲ εἰλικρινῆ διάθεσι, εὐθύτητα γνώσεως καὶ ἀδίστακτη πίστι, καὶ νὰ μὴ ἀποκλίνη ἀπ’ αὐτὴν οὔτε στὸ ἐλάχιστο οὔτε πρὸς τὰ δεξιὰ οὔτε πρὸς τ’ ἀριστερά· διότι τοῦτο εἶναι τῶν ἀποστόλων τὸ κήρυγμα, τοῦτο εἶναι τὸ δίδαγμα τῶν πατέρων, τοῦτο εἶναι τὸ φρόνημα, τῶν οἰκουμενικῶν συνόδων.

Γι’ αὐτὸ ὄχι μόνο ἐσὺ ὁ ἴδιος πρέπει νὰ φρονῆς καὶ νὰ πιστεύης κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἀλλὰ νὰ καθοδηγῆς στὸ ἲδιο φρόνημα τῆς ἀληθείας καὶ τοὺς ὑπηκόους σου καὶ νὰ τοὺς καταρτίζης στὴν ἴδια πίστι, καὶ τίποτε ἄλλο νὰ μὴ θεωρῆς πολυτιμότερο ἀπὸ τέτοια σπουδὴ καὶ ἐπιμέλεια. Διότι τοῦ ἀληθινοῦ ἄρχοντος καθῆκον εἶναι νὰ μὴ φροντίζη μόνο γιὰ τὴ δική του σωτηρία, ἀλλὰ ν’ ἀξιώνη παρόμοιας προνοίας καὶ τὸν λαὸ ποὺ τοῦ ἔχει ἀνατεθῆ, νὰ τὸν χειραγωγῆ καὶ νὰ τὸν προσκαλῆ στὴν ἴδια τελειότητα τῆς θεογνωσίας.

Μὴ λοιπὸν κάμης νὰ διαψευσθοῦν οἱ ἐλπίδες μας, τὶς ὁποῖες ἐπέτρεψε νὰ σχηματίσωμε ἡ πρὸς τὰ καλὰ ροπὴ καὶ προσοχή σου, μήτε νὰ καταστήσης ματαίους τοὺς κόπους καὶ ἀγῶνες, ποὺ μὲ χαρὰ ἀναλάβαμε χάριν τῆς σωτηρίας σας, μήτε νὰ δεχθῆς ὅτι ἄρχισες μὲν μὲ προθυμία νὰ δέχεσαι τοῦ θείου κηρύγματος τοὺς λόγους, μετέβαλες δὲ τὴν προθυμία σὲ ραθυμία· ἀλλὰ διατήρει ἀνεξάλειπτη τὴν χαρὰ κι εὐφροσύνη μου γιὰ σένα, παρέχοντας ὅμοιο μὲ τὴν ἀρχὴ τὸ τέλος, σύμφωνο τὸν βίο μὲ τὴν πίστι, καὶ τὴν ἐξουσία σου νὰ φαίνεται καὶ νὰ ὀνομάζεται κοινὸ ἀγαθό τοῦ γένους καὶ τῆς πατρίδος.

Ἀλλὰ τώρα πρόσεξε, σὲ παρακαλῶ, φιλόχριστε καὶ πνευματικὲ υἱέ μας, καὶ ὅ,τι ἄλλο ἔνδοξο καὶ καλὸ καὶ ἄξιο στοργῆς ὄνομα ὑπάρχει γιὰ σένα·  πρόσεξε, πόσες ἐπιθέσεις ὠργάνωσε ὁ Πονηρὸς ἐναντίον τῆς εὐσεβοῦς καὶ μόνης ἀληθινῆς θρησκείας τῶν Χριστιανῶν, ἐπινοώντας διάφορες αἱρέσεις καὶ στάσεις, μάχες καὶ πολέμους. Πρόσεξε ἐπίσης καὶ τοῦτο, πῶς αὐτὴ τὶς ἀντέκρουσε ὅλες καὶ ἔστησε λαμπρὰ τρόπαια ἐναντίον ὅλων τῶν ἀντιπάλων. Καὶ μὴ ἀπορήσης, καθὼς θ’ ἀναλογίζεσαι τὶς ἐναντίον της ἐπινοήσεις καὶ ἐπιβουλές. Διότι, πρῶτα, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ γίνη τόσο περίοπτη καὶ δυνατὴ καὶ ἐπίσημη διὰ τῆς νίκης, ἂν δὲν συγκρουόταν μαζί της κανένας ἐχθρός· κι’ ἔπειτα εἶναι εὔκολο νὰ ἀντιληφθοῦμε κι ἐκεῖνο, ὅτι ὅπου ὁ Πονηρὸς πολεμεῖται σφοδρότερα, ἐκεῖ στέλλει κι αὐτὸς μεθοδικώτερα τὰ βέλη τῆς κακίας του καὶ στήνει τὰ πολεμικὰ μηχανήματά του. Πράγματι στὰ ἄλλα γένη, ἐπειδὴ δὲν ὑφίσταται ἐναντίον του κανένας δυνατὸς πόλεμος, γι’ αὐτὸ δὲν ἐξοπλίζεται οὔτε αὐτὸς ἐναντίον ἐκείνων στὸ Χριστώνυμο ὅμως λαὸ τοῦ Θεοῦ, τὸ ἅγιο ἔθνος, τὸ βασίλειο ἱεράτευμα, ἐπειδὴ ξεσηκώνονται ἀνδρείως καθημερινὰ δυναμωμένοι μὲ τὴν πίστι κατὰ τῶν πονηρῶν πράξεων καὶ μηχανευμάτων του, γι’ αὐτὸ κι ἐκεῖνος καταφέρνει μὲ μύριες ἐπιβουλὲς καὶ μὲ ὅλες τὶς μεθόδους νὰ ὑποτάξη μερικοὺς ἀπ’ αὐτοὺς καὶ ἀγωνίζεται νὰ θλίψη τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἂν καὶ οἱ ἀγῶνες καὶ τὰ πονηρεύματά του καταλήγουν σὲ καταισχύνη.

Ἄλλωστε τὰ ἄλλα ἔθνη ἔχουν ἀδιάκριτα καὶ συγκεχυμένα τὰ δογματικὰ φρονήματα, δὲν ἔχουν τίποτε καθαρὸ καὶ δοκιμασμένο σὲ ἀκρίβεια· γι’ αὐτὸ δὲν φαίνεται σ’ ἐκεῖνα οὔτε ἡ ὀρθοδοξία οὔτε ἡ διαστροφή. Στὴν καθαρώτατη ὅμως καὶ ἁγιώτατη πίστι τῶν Χριστιανῶν ποὺ ἔχει μεγάλη ἀκρίβεια, λόγω τῆς εἰλικρίνειας καὶ τῆς εὐθύτητος, τῆς ἐξάρσεως καὶ τῆς ἀκεραιότητος, ὅταν ἐπιχειρήση κανεὶς νὰ εἰσφέρη καὶ μικρὸ δεῖγμα διαστροφῆς ἢ καινοτομίας, ἀμέσως καταφαίνεται καὶ διακρίνεται ἡ διαστροφὴ καὶ νοθεία μὲ τὴν παράθεσι τῆς ἀληθείας καὶ τοῦ ὀρθοῦ λόγου, καὶ ἡ εὐγένεια τῶν εὐσεβῶν δογμάτων δὲν ἀνέχεται καθόλου οὔτε γιὰ λίγο τὸ νόθο γέννημα, οὔτε κάτω ἀπὸ τὴν ἴδια ὀνομασία μάλιστα. Πράγματι, ὅπως στὴν περίπτωσι τῶν διακρινομένων γιὰ τὴν ὠμορφιά τους σωμάτων καὶ μία μικρὴ κηλίδα ποὺ θὰ σχηματισθῆ διακρίνεται καὶ παρατηρεῖται γρήγορα κατόπιν τῆς συγκρίσεως μὲ τὴν ἄλλη ὠμορφιά τοῦ σώματος, ἐνῶ στὴν περίπτωσι τῶν ἀσχημοπροσώπων ἀνθρώπων δὲν μποροῦν νὰ διακριθοῦν εὔκολα τὰ ἐπισυναπτόμενα σημεῖα τῆς ἀσχημοσύνης (διότι κρύβονται στὰ συγγενῆ καὶ ὅμοια στοιχεῖα τῆς ἀμορφίας), ἔτσι καὶ στὴν περίπτωσι τῆς πραγματικὰ ὡραιοτάτης καὶ ὑπέρλαμπρης θρησκείας καὶ πίστεως τῶν Χριστιανῶν, ἀκόμα καὶ τὸ μικρότερο στοιχεῖο της ἂν ἐκτρέψη κανείς, προκαλεῖ μεγάλη ἀσχημοσύνη κι’ αὐτὸ δέχεται ἀμέσως τὸν ἔλεγχο· τὰ ἄλλα δὲ δόγματα τῶν ἐθνῶν, ἐπειδὴ εἶναι γεμάτα ἀκοσμία καὶ ἀσχήμια, δὲν ἐπιτρέπουν στοὺς ὀπαδοὺς των νὰ λάβουν καμμιὰ συναίσθησι τῆς πρόσθετης ἄσχημοσυνης.

Ὄχι δὲ σ’ αὐτὰ μόνο, ἀλλὰ καὶ στὴν περίπτωσι ὅλων τῶν ἄλλων τεχνῶν καὶ ἐπιστημῶν εἶναι δυνατὸ νὰ παρατηρήσωμε τὸ ἲδιο. Στὶς ἀκριβέστατες, εὔκολα γίνεται φανερὸ καὶ τὸ μικρότερο ψεγάδι· στὶς προστυχότερες ὅμως, πολλὰ παραβλέπονται καὶ δὲν θεωροῦνται κἂν ἐλάττωμα. Κι’ ἂν θέλης, στοὺς ἄρχοντες καὶ γενικὰ τοὺς εὑρισκομένους σὲ κάποια ἐξουσία, καὶ μάλιστα σ’ ἐκείνους ποὺ ἀσκοῦν σὲ περισσοτέρους τὴν ἐξουσία τους, καὶ τὸ παραμικρότερο ἐλάττωμα ἐξογκώνεται, διαδίδεται παντοῦ καὶ γίνεται περιβόητο σὲ ὅλους· ἐνῶ στοὺς ἀρχομένους καὶ ταπεινοτέρους πολλὰ παρόμοια πταίσματα δὲν γίνεται γνωστὸ οὔτε ὅτι ἐπράχθηκαν, κρύβονται καὶ διαφεύγουν, ἀφοῦ σβήνονται ἀπὸ τὴν μικρότητα καὶ εὐτέλεια τοῦ ἁμαρτήσαντος.

Ὅσο λοιπὸν ἡ πίστις καὶ λατρεία τῶν Χριστιανῶν, κατὰ τὸ μέγεθος καὶ τὴ δύναμι, τὸ κάλλος καὶ τὴν ἀκρίβειά της, τὴν καθαρότητα καὶ κάθε ἄλλη τελειότητα εἶναι ὑψηλότερα ἀπὸ τὰ θρησκεύματα τῶν ἐθνῶν, τόσο ἐρεθίζεται ὁ Πονηρὸς στὸν ἐναντίον της πόλεμο καὶ τόσο ἐπίσης καταφαίνονται ἀμέσως τὰ ἁμαρτήματα τῶν ἀφρόνων καὶ κακοβούλων ἀνθρώπων καὶ οὔτε μποροῦν ν’ ἀποκρυβοῦν ἔστω καὶ γιὰ λίγον καιρὸ οὔτε νὰ εὕρουν ὑπεκφυγή. Ἀλλ’ ὅμως ἡ καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ, ὅπως εἴπαμε πρὸ ὀλίγου, καθιστᾶ σαθρὰ καὶ ἄπρακτα ὅλα τὰ μηχανήματα τοῦ Πονηροῦ, ἢ μᾶλλον τὰ ἐπαναφέρει ἐναντίον ἐκείνου ποὺ τὰ κατασκευάζει καὶ εὔκολα καταρρίπτει τὴν βλασφημία καὶ καταισχύνει τὴν ἀναισχυντία τῶν αἱρεσιαρχῶν· διατηρεῖ ἀκαταμάχητη καὶ ἀήττητη τὴν δύναμί της καὶ στολίζεται διαπαντὸς μὲ θριάμβους καλοὺς καὶ σωστικοὺς γιὰ τὸν κόσμο.·

Ἃγιος Φώτιος ὁ Μέγας


Περιοδικό Ἐποπτεία, Φεβρουάριος 1992, Ἀθήνα.

Πηγή: imaik.gr

ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΑΠΟΚΕΦΑΛΗΣΤΟΥ 2016 (Ὁμιλία π.Εὐθυμίου Μπαρδάκα)

Αποτέλεσμα εικόνας για ΕΥΘΥΜΙΟΣ ΜΠΑΡΔΑΚΑΣ


Δευτέρα 5 Σεπτεμβρίου 2016

Περί τῆς σημασίας τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἡμερολογίου (π. Σεραφείμ Ρόουζ +20/8-2/9-1982)

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΞΟΔΙΟ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΑΕΙΜΝΗΣΤΟΥ π. ΣΕΡΑΦΕΙΜ


ΣΗΜΕΙΩΣΗ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ: Τὸ παρακάτω κείμενο συντάχθηκε ἀπὸ τὸν μακαριστὸ π. Σεραφεὶμ Ρόουζ ὡς προλογικὸ στὴν ἔκδοση τοῦ ἡμερολογίου τοῦ 1972, τὸ ὁποῖο ἐξέδωσε τὸ περιοδικό "The Orthodox Word". Ἡ μετάφραση ἔγινε, κατὰ παράκλησή μας, ἀπὸ τὸν Ἀναπληρωτὴ Καθηγητὴ τοῦ Πανεπιστημίου Ἰωαννίνων κ. Δημήτριο Χατζηνικολάου, τὸν ὁποῖο εὐχαριστοῦμε θερμῶς (ὑπογραμμίσεις ἡμέτερες).

"Ὁ γνήσιος Χριστιανός εἶναι πολεμιστής πού ἀγωνίζεται ν’ ἀνοίξῃ τόν δρόμον του διά νά ἐξέλθῃ ἀπό τά συντάγματα τοῦ ἀοράτου ἐχθροῦ, μέ στόχον τήν οὐράνιον πατρίδα," ἐδίδαξεν ὁ Ἅγιος Γερμανός τῆς Ἀλάσκας. Τό Ὀρθόδοξον Ἡμερολόγιον εἶναι ἡ καταχώρησις τῶν πηγῶν ἀπό τάς ὁποίας ὁ Χριστιανός πολεμιστής πρέπει ν’ ἀντλῇ δύναμιν διά ν’ ἀγωνίζεται εἰς τόν ἐν λόγῳ πνευματικόν  πόλεμον• τοιαύτη πηγή ἐμπνεύσεως  εἶναι! Ἑκάστην ἡμέραν μνημονεύονται ἀγωνισταί πού ἔζησαν πρίν ἀπό  ἡμᾶς καί εὐηρέστησαν τόν Θεόν: προφῆται, ἀπόστολοι, μάρτυρες,  ἱεράρχαι, ἀσκηταί καί μοναχοί, διά Χριστόν σαλοί, ὥστε τό ὄνομα καί τό παράδειγμά των νά δίδῃ εἰς ἡμᾶς θάρρος εἰς τόν ἀγῶνα καί ζῆλον εἰς τήν Ὀρθόδοξον ὁμολογίαν μας καί ζωήν• διότι, ὅπως λέγει ὁ Ἅγιος Μητροπολίτης Φιλάρετος τῆς Μόσχας, κατά τήν ἡμέραν τῆς μνήμης των εἰς τό Ἡμερολόγιον, πλησιάζουν τήν γῆν καί ἀκούουν καλλίτερα τάς προσευχάς μας. Δι’ ἑκάστην ἡμέραν ὁρίζονται (εἰς τό Ἡμερολόγιον) ἀναγνώσματα ἀπό τήν Ἁγίαν Γραφήν ὡς ὅπλα διά τόν ἀγῶνα,  ὥστε  ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανός νά μανθάνῃ καθημερινῶς νά προετοιμάζῃ τόν ἑαυτόν του καθοδηγούμενος ἀπό τόν λόγον τοῦ Θεοῦ, συμφώνως μέ τά διδάγματα μέ τά ὁποῖα ἡ Ἐκκλησία ἐπιθυμεῖ νά μᾶς διαφωτίσῃ καί νά μᾶς ἐμπνεύσῃ. Παρομοίως, παρουσιάζονται (εἰς τό Ἡμερολόγιον) οἱ προκαθωρισμένοι κύκλοι ἑορτῶν καί νηστειῶν, ἔτσι ὥστε ὁ κάθε Χριστιανός νά δύναται νά ἑνώσῃ τήν ζωήν του μέ τό ὅλον σχέδιον καί τήν ἱστορίαν τοῦ ἀγῶνος εἰς τόν ὁποῖον μᾶς καλεῖ ἡ Ἐκκλησία.


Τόἱερόν Ἡμερολόγιον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἶναι πολύ διαφορετικόν ἀπό τό πολιτικόν (ἀρχικῶς παπικόν) ἡμερολόγιον τῶν Δυτικῶν χωρῶν, ἐφόσον ἡ πολιτική ἡμερομηνία εἶναι ἐνωρίτερα κατά δεκατρεῖς ἡμέρας καί σχεδόν πάντοτε αἱ ἑορταί πού ἐξαρτῶνται ἀπό τήν ἡμερομηνίαν τοῦ Πάσχα ἀπέχουν μεταξύ των τοὐλάχιστον κατά μίαν  ἑβδομάδα. Εἰς τοῦτο δύναταί τις νά διακρίνῃ μίαν ἰδιαιτέραν πρόνοιαν τοῦ Θεοῦ δι’ ἡμᾶς τούς Χριστιανούς τῶν ἐσχάτων χρόνων. Εἰς ἕνα εἰδωλολατρικόν κόσμον πού ἁπλῶς διατηρεῖ ἐξωτερικά τινα γνωρίσματα τοῦ Χριστιανισμοῦ, εἶναι συχνάκις δύσκολον δι’ ἕνα Ὀρθόδοξον Χριστιανόν νά πείσῃ ἄλλους – ἐνίοτε δέ καί αὐτόν τόν ἑαυτόν του – ὅτι εἰς τήν πραγματικότητα δέν εἶναι ἴδιος μέ ἐκείνους τούς ἄλλους πού χρησιμοποιοῦν τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ἀπό συνήθειαν, ἀλλ’ οὔτε ὀρθῶς πιστεύουν εἰς Αὐτόν οὔτε ἀποδέχονται τήν Ἐκκλησίαν Του.  Ἀλλ’  ὁ  Θεός  ἔχει δώσει εἰς ἡμᾶς τούς ἀσθενεῖς τήν εἰδικήν χάριν νά μένωμεν μακράν τοῦ κόσμου καί τῶν ἐκπαγανισθεισῶν «Χριστιανικῶν» ἑορτῶν τῆς σήμερον. Χάριν παραδείγματος, ποῖος Ὀρθόδοξος Ἀμερικανός δέν εὐφραίνεται πού δύναται νά ἑορτάσῃ τήν ἑορτήν τῆς Γεννήσεως τοῦ  Χριστοῦ μέ τήν δέουσαν ἡσυχίαν καί ἱεροπρέπειαν, ἀρκετόν χρόνον  ἀφότου παρέλθῃ τό μάταιον καί βραχνόν πνεῦμα τοῦ «Ἀη Βασίλη» (σ.σ. τοῦ "Santa Claus" τῶν Δυτικῶν, πού ἑορτάζεται τήν 25ην Δεκεμβρίου καί πού οὐδεμίαν σχέσιν ἔχει μέ τόν Μέγαν Βασίλειον); Ἤ πού, οὐχ ἧττον, κατά τήν πολιτικήν ἀργίαν τῆς 25ης Δεκεμβρίου εἶναι ἐλεύθερος νά παρίσταται εἰς τήν ἀκολουθίαν πρός τιμήν τοῦ πρώτου Ἁγίου τῆς  Ἀμερικανικῆς γῆς, τοῦ Ἁγίου Γερμανοῦ τῆς Ἀλάσκας (σ.σ. κατά μίαν ἐκδοχὴν, ὁ Ἅγιος ἐκοιμήθη τήν 13ην Δεκεμβρίου 1836,  κατά τό Ἰουλιανόν Ἡμερολόγιον, δηλαδή τὴν ἡμέραν τῶν Χριστουγέννων μέ τό Γρηγοριανόν, ἐφόσον τότε ἡ διαφορά μεταξύ τῶν δύο ἡμερολογίων ἦτο 12 ἡμέραι); Ἤ πού δι' αὐτόν τό Πάσχα παραμένει ἡμέρα ξεχωριστή καί δέν συγχέεται μέ τήν εἰδωλολατρικήν ἑορτήν τῶν «Πασχαλινῶν Κουνελιῶν»;  Ἤ πού δι' αὐτόν ἀκόμη καί ὁ διαβολικός ἐμπαιγμός τῶν καρναβαλίων (Halloween) ἔχει ἀντικατασταθῆ ἀπό τήν νέαν ἑορτήν τοῦ ἐνδόξου θαυματουργοῦ τῆς ἰδικῆς μας πατρίδος, τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κροστάνδης;
Ὁ μακαρίας μνήμης ἀείμνηστος Ἀρχιεπίσκοπος Ἰωάννης Μαξίμοβιτς,  ἕν ἔξοχον φῶς ἐμπνεύσεως διά τούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς τῶν ἡμερῶν μας, πάντοτε ἐπέμενεν ὥστε οἱ μαθηταί τῶν ὑπό τήν εὐθύνην του  ἐκκλησιαστικῶν σχολείων νά μανθάνουν νά τηροῦν τάς ἑορτάς τοῦ  Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου, ἀπουσιάζοντες ἀπό τό σχολεῖον καθ’ ὅλας  ἀνεξαιρέτως τάς μεγάλας ἑορτάς, καθώς καί κατά τήν ἑορτήν τοῦ ἠγαπημένου των ἁγίου, ἀφιεροῦντες τήν ἡμέραν εἰς τήν παρακολούθησιν τῆς Θείας Λειτουργίας καί εἰς τόν πρέποντα ἑορτασμόν τῆς ἑορτῆς. Ἄν καί δέν ἐθεώρει τήν τήρησιν τοῦ  παραδοσιακοῦ  Ἡμερολογίου δογματικόν ζήτημα, παρά ταῦτα ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἰωάννης  ἐτόνιζε τήν σπουδαιότητά του – ἐκτός ἀπό τά προφανῆ θέματα τῆς λειτουργικῆς ἀνεπαρκείας τοῦ "νέου" ἡμερολογίου καί τόν ἀντικανονικόν καί ἀναρχικόν τρόπον μέ τόν ὁποῖον ἐπεβλήθη – τόσον ὡς ζήτημα ἐμπιστοσύνης πρός τήν παράδοσιν τῆς Ἐκκλησίας ὅσον καί ὡς ἔκφρασιν  ἀλληλεγγύης πρός ὅσους εἰς τήν Ἑλλάδα, εἰς τήν μονήν τοῦ Βαλαάμ τοῦ Ἁγίου Γερμανοῦ, καί ἀλλαχοῦ, οἱ ὁποῖοι κατά τόν αἰῶνα πού διανύομεν (σ.σ. τόν 20όν, καθότι τό κείμενον ἐγράφη κατά τό ἔτος 1972), ἔχουν ὑποφέρει καί ἔχουν δώσει ἀκόμη καί τήν ζωήν των δι' αὐτήν τήν ἐμπιστοσύνην.
Οἱ Γνήσιοι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί τῆς Ἑλλάδος, οἱ ὁποῖοι κατά τήν δεκαετίαν τοῦ 1920 ἠγωνίσθησαν διά τό Ὀρθόδοξον Ἡμερολόγιον,  ἐπεβεβαίωσαν ὅτι ἡ βιαία ἐπιβολή τοῦ "νέου" ἡμερολογίου εἰς τόν πιστόν λαόν τῆς Ἑλλάδος ἦτο τό πρῶτον μόνον βῆμα ἑνός ὁλοκλήρου προγράμματος ἐκκλησιαστικῆς ἀνακαινίσεως καί συνθηκολογήσεως μέ τό πνεῦμα αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ὁ ὁποῖος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται (σ.σ. Α' Ἰω. 5:19). Ἡ Ἱστορία ἔχει ἤδη ἀποδείξει ὅτι ὀρθῶς ἔπραξαν. Συνεπῶς, εἶναι  ἐξαιρετικῶς σημαντικόν ὅτι ἡμεῖς πού εἴμεθα ἐλεύθεροι νά πράξωμεν τό αὐτό πρέπει νά παραμείνωμεν εἰς τήν παράδοσιν πού ἐκληρονομήσαμεν  ἀπό τούς Ἁγίους Πατέρας, χωρίς νά κρίνωμεν ἐκείνους πού ἀκουσίως εὑρίσκονται ὑπό τόν ζυγόν τοῦ "νέου" ἡμερολογίου. Εἰς τήν Ἀμερικήν, εἰδικώτερον, ὅπου δέν ὑπάρχει πολιτική πίεσις ν’ ἀλλάξῃ τό  Ἡμερολόγιον, ἡ διατήρησις τοῦ παραδοσιακοῦ ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου καθίσταται ταχέως ἕν ἀπό τά διακριτικά στοιχεῖα πού διαχωρίζουν τόν γνήσιον ἀπό τόν μή γνήσιον Ὀρθόδοξον.
Τούτων οὕτως ἐχόντων, εἰς τό ὄνομα τοῦ Ἁγίου Γερμανοῦ τῆς Ἀλάσκας, προστάτου τῶν γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν αὐτῆς τῆς χώρας, παρουσιάζομεν διά πρώτην φοράν εἰς τόν ἀγγλόφωνον Ὀρθόδοξον λαόν, τό πλῆρες Ἡμερολόγιον τῆς Ἐκκλησίας διά τό ἔτος 1972. Ἕκαστος μήν κοσμεῖται ἀπό μίαν μονήν ἤ ἄλλην ἱστορικήν τοποθεσίαν τῆς Ἀμερικῆς. Διότι ὁ λαός αὐτός εἶναι ἐκεῖνος πού, ἀκόμη καί σήμερον, κρατεῖ ζωντανόν τό ἰδανικόν τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνος πού ἔφερεν εἰς τήν Ἀμερικήν ὁ Ἅγιος Γερμανός τῆς Ἀλάσκας καί πού ἀποτελεῖ τήν βάσιν καί δίδει νόημα εἰς τό ὅλον Ὀρθόδοξον Ἡμερολόγιον. Εἴθε αὐτό τό Ἡμερολόγιον νά χρησιμεύσῃ διά τήν διδασκαλίαν, τόν φωτισμόν καί τήν ἔμπνευσιν τοῦ «μικροῦ ποιμνίου» τοῦ Κυρίου καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἰς τόν Ὁποῖον ἁρμόζει πᾶσα δόξα νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

ΚΑΙ ΟΜΩΣ...!! ΤΑ «ΟΠΛΑ» ΥΠΑΡΧΟΥΝ...! - π.Εὐθυμίου Μπαρδάκα

Αποτέλεσμα εικόνας για ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


Μᾶς περιμένουν χρόνια πολύ δύσκολα καί οἱ ἀγῶνες πού πρέπει νά δώσωμε, θά εἶναι πολύ σκληροί ἀλλά καί ἀπολύτως ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΗΣ σημασίας

Ἡ ἐποχή μας, ἒχει τό «θλιβερό προνόμιο» νά ἐντάσσεται ἀνάμεσα στίς περιόδους τῶν, καλά ὀργανωμένων, ἐπιθέσεων ἐναντίον τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου καί ΚΥΡΙΩΣ ἐναντίον τῆς ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ, οἱ ὁποῖες, βεβαίως ΟΥΔΕΠΟΤΕ σταματοῦν, ἒστω καί σέ πιό μικρή κλίμακα...!
Οἱ ὀπαδοί τῶν σκοτεινῶν δυνάμεων, κάθε φορά πού χάνουν τίς «μάχες» τους κατά τῆς Πίστεώς μας, ἀνασυντάσσονται, σχεδιάζουν καλά τίς νέες των ἐπιθέσεις καί κτυποῦν μέ κάθε τρόπο τήν Ἁγίαν μας Πίστη...!

Δέν ἀντιλαμβάνονται ὃμως, πώς ἒτσι δημιουργοῦν νέες στρατιές νεομαρτύρων, ἀγωνιστῶν ὁμολογητῶν τῆς Πίστεώς μας, καί τελικῶς, ἀντί τῆς ἀναμενομένης ἐκ μέρους των καταστροφῆς καί ἀφανισμοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁδηγοῦν κατά τρόπο θαυματουργικό, σέ νέους ΘΡΙΑΜΒΟΥΣ τῆς Πίστεώς μας...!
Χάνονται βεβαίως στούς ΔΙΩΓΜΟΥΣ αὐτούς, πολλές ψυχές. Εἶναι κυρίως οἱ ψυχές αὐτῶν πού λυγίζουν κάτω ἀπό τό βάρος τῶν πιέσεων, τοῦ φόβου, τῶν ἀναγκῶν καί τῆς άδυναμίας πού τούς δημιουργεῖ ἡ ΜΗ ὓπαρξις ζεούσης πίστεως καί ἀδιαπραγματεύτου ἀποφασιστικότητος μέσα τους..

Ἒχομε ξαναπεῖ, πώς ἡ ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΒΟΥΛΗΣΙΣ τήν ὁποίαν μᾶς ἒχει χαρίσει Ὁ Πανάγαθος Πλάστης μας, πρέπει νά «κατατεθῆ» πρό τὼν ποδῶν Του, μέ τήν διαβεβαίωσιν ἐκ μέρους μας πώς «δέν μᾶς χρειάζεται, διότι ἡ ἐπιλογή μας εἶναι ΜΙΑ καί ΜΟΝΑΔΙΚΗ, καί αὐτή εἶναι ἡ ἐπιθυμία μας νά ἐνταχθοῦμε στούς συνειδητούς δούλους Τοῦ Κυρίου μας καί πώς ΜΟΝΗ μας λαχτάρα εἶναι τό νά ἀποκτήσωμε, μέ τήν προσήλωσή μας στόν ὀρθόν, κατά Χριστόν, τρόπο ζωῆς, τό κατάλληλο ἒνδυμα προκειμένου νά γίνωμε δεκτοί στόν Νυμφῶνα Του...!»
Παρά τήν ἀπώλεια, ὃμως, μεγάλου ἀριθμοῦ «χλιαρῶν» ψυχῶν, κατά τρόπο ἀνεξήγητον γιά τούς ἐχθρούς μας, προστίθενται στό ποίμνιό μας, ἂνθρωποι πολύ περισσότεροι ἀπό αὐτούς πού χάνονται στίς δίνες τοῦ σκότους.

Βλέπομε σήμερα, ΟΛΕΣ τίς μορφές τῶν ἀνά τόν κόσμο ἐξουσιῶν, νά προβαίνουν σέ ἐνέργειες καί νά ΝΟΜΟΘΕΤΟΥΝ ἀποφάσεις των, πού κάνουν τίς καρδιές τῶν ἐχόντων στοιχειώδη ἐπαφή μέ τόν Θεῖον Νόμον, νά ... ἀνατριχιάζουν ΚΥΡΙΟΛΕΚΤΙΚΩΣ.

Σατανισμός, σαρκολατρεία, χρυσολαγνεία, παιδοφιλία, ὁμοφυλλοφιλία καί κάθε μορφῆς διστροφή ἢ ἐκτροπή ἀπό τίς Ἠθικές Ἀξίες πού πρέπει νά διέπουν ἓναν ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΝ ἂνθρωπον καί ὂχι ἓνα ...«ἀνθρωποειδές», ἒχουν κατακυριεύσει τίς σύγχρονες κοινωνίες, καί οἱ ΥΠΗΡΕΤΕΣ τοῦ σκότους πού ἐξουσιάζουν τίς τύχες τῶν Λαῶν, παρέχουν ..«νομική κάλυψη» σέ κάθε εἲδους ἐκτροπή καί ἀπομάκρυνση ἀπό ἰδανικά, ἀξίες καί γνήσια Θρησκευτική συνείδηση..!

Ἒχομε τονίσει πάμπολλες φορές, ἀλλά τό ἐπαναλαμβάνομε πρός ἀποφυγήν ΠΑΣΗΣ παρεξηγήσεως, πώς ἡ Πολιτική, οἱ Πολιτικοί καί τά τέτοιου εἲδους, «μαγειρεῖα», ΟΥΔΕΠΟΤΕ ἒγιναν ὁδηγοί μας ἢ ποδηγέτες μας καί πώς «ἀφεντικά» μας δέν εἶναι αὐτοί (καί ΟΥΔΕΠΟΤΕ θά γίνουν) άλλἀ ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ μας ὁδηγός καί ΦΑΡΟΣ, εἶναι Ὁ Κύριός μας καί Θεός μας, Ὁ γλυκύτατος Ἰησοῦς, καί πώς ΜΟΝΟΝ ἡ Θεία Του διδασκαλία, μᾶς ὁδηγεῖ ..!
ΠΑΝΤΟΤΕ, ἀνεξαρτήτως Πολιτικῶν... «χρωμάτων» ἢ σχηματισμῶν, στηρίζαμε τίς ὀρθές ἐπιλογές καί ΚΑΥΤΗΡΙΑΖΑΜΕ πᾶσαν ἐκτροπήν, μη φοβούμενοι συνέπειες κ.λπ...!
Ὃλα αὐτά, βγαίνουν αὐθορμήτως ἀπό τήν καρδιά μου, βλέποντας τό ΚΑΤΑΝΤΗΜΑ τῆς «πάλαι ποτέ» Ὀρθοδόξου Ἑλλάδος...!

Τά ἐξελισσόμενα πρό τῶν ὀφθαλμῶν μας γεγονότα, μᾶς ὁδηγοῦν μέ βεβαιότητα, στό ἀσφαλέστατο συμπέρασμα, πώς ἡ Ὀρθόδοξος Ἑλλάς, ἡ Πίστις μας, οἱ παρακαταθῆκες μας καί ἡ Παράδοσίς μας, ἒχουν μπεῖ στό στόχαστρο ἐχθρῶν μας, εὑρισκομένων ακόμα καί «ἐντός τῶν τειχῶν»....!
Ἡ ὁλομέτωπος ἐπίθεσις κατά τῶν δομῶν πού αἰῶνες τώρα ἀπετέλεσαν τά «μετερίζια» ἀπό τά ὁποῖα ἡ Πατρίδα μας παρέμεινε ὂρθια σέ τόσους καί τόσους ἀγῶνες της, ἡ ἐπιχειρουμένη «εἰσαγωγή» καί στήν Ἃγια μας Χώρα δραστηριοτήτων καί ...«θεσμῶν» παντελῶς ξένων πρός τήν φυσιογνωμία, τήν ἰδιοσυγκρασίαν καί τόν ψυχισμό τοῦ Λαοῦ μας, εὑρίσκεται σήμερα σέ ἓνα πολύ «προχωρημένο» καί ἐπικίνδυνο σημεῖο.

Μᾶς περιμένουν χρόνια πολύ δύσκολα καί οἱ ἀγῶνες πού πρέπει νά δώσωμε, θά εἶναι πολύ σκληροί ἀλλά καί ἀπολύτως ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΗΣ σημασίας.
Κὐρια προσπάθεια τῶν ὀρατῶν καί μή κρυπτομένων πλέον ἐχθρῶν μας, ἐκτός ἀλλά καί ἐντός Ἑλλάδος, εἶναι τό νά μᾶς δημιουργήσουν «ψυχολογία ἡττοπαθοῦς», ἀπελπισίαν, φόβον καί νά μᾶς ἐξαναγκάσουν σέ ὑποχωρήσεις, «συμβιβασμούς», παραχωρήσεις, καί νά μᾶς κάνουν νά πιστέψωμε πώς «κάθε ἀντίστασίς μας θά εἶναι ματαία καί χωρίς ἐπιτυχίαν»..!
Θέλουν νά μᾶς κάνουν νά πιστέψωμε πώς «τό πᾶν ἐχάθη» καί πώς ἐνῶ αὐτοἰ ἒχουν πλῆρες καί ἀποτελεσματικό «ὁπλοστάσιο», (Νομοθετική καί ἐκτελεστική ἐξουσία στά χέρια τους) ἐμεῖς εἲμεθα ἀδύναμοι καί ΑΟΠΛΟΙ...!
ΟΙ ΔΥΣΜΟΙΡΟΙ...!

Ἀγνοοῦν ἢ ὑποκρίνονται πώς ἀγνοοῦν, πώς τό δικό μας «ὁπλοστάσιο», εἶναι ΑΠΕΙΡΩΣ πιό ἰσχυρό καί πώς ἂν ἐμεῖς συνειδητοποιήσωμε τήν ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗΝ μας δύναμιν, δέν μποροῦν νά σταθοῦν ἀπέναντί μας ὡς ἀντίπαλοι...!
Ξέροντας πολύ καλά πώς ἂν ἐμεῖς ΠΙΣΤΕΨΩΜΕ στίς πραγματικές μας δυνάμεις καί πώς ἂν ζητήσωμε τήν συνδρομή τοῦ μεγάλου μας ...«συμ μάχου» πού δέν εἶναι ἂλλος ἀπό Τόν Κύριο καί Θεό μας, προσπαθοῦν οἱ Δοῦλοι τῶν σκοτεινῶν δυνάμεων πού παριστάνουν τούς.. «ταγούς λαῶν»..! νά μᾶς ἀποτρέψουν ἀπό τοῦ νά ΕΛΠΙΖΩΜΕ, καλλιεργῶντας ἐντέχνως κλίμα ἀπελπισίας...!
ΤΟΝΙΖΩ, γιά μιά ἀκόμα φορά, πώς τό ΑΝΙΚΗΤΟ «ὃπλο» πού δέν εἶναι ἂλλο ἀπό τήν ΠΡΟΣΕΥΧΗ ἑνός ἑκάστου, τό ΤΡΕΜΟΥΝ ΚΥΡΙΟΛΕΚΤΙΚΩΣ ὃλοι οἱ δαίμονες τῆς κολάσεως ἀλλά καί οἱ ἐργαζόμενοι γιά λογαριασμό των ἐπί τῆς γῆς...!

Δέν θέλω νά μακρυγορήσω.
Κλείνω αὐτό μου τό σημείωμα, μέ μιά παραίνεση, μιά προτροπή..!
Καθημερινή ΠΡΟΣΕΥΧΗ, μέ Πίστη, μέ καθαρή καρδιά, μέ δάκρυα καί νηστεία, εἶναι τό ΑΝΙΚΗΤΟ ΟΠΛΟ μας...!
Ἡ τεράστια δύναμις τῆς Προσευχῆς, καί τοῦ ΕΝΟΣ ακόμα Πιστοῦ, ὃταν γίνεται συνειδητά, χωρίς ὑποκρισία καί μέ πραγματική συντριβή, εἶναι ΑΝΥΠΟΛΟΓΙΣΤΗ.
Σκεφθεῖτε τήν δύναμη ἐκατοντάδων χιλιάδων Προσευχῶν...!

Ἡ Μεγαλόχαρη Παναγία μας, δέν θά ἐπιτρέψη τήν καταστροφή καί διάλυση τοῦ Λαοῦ πού τήν λατρεύει, ἂν καί μεγάλο μέρος του, παρασυρμένο ἀπό τίς δυνάμεις τοῦ σκότους, ἒχει ἀποκοπεῖ ἀπό τήν Λατρεία Της.
Πάλι θά ἀνοίξη τήν Ἁγίαν Της Σκέπη καί θά δεχθῆ στήν μεγάλη ἀγκαλιά της τόν Λαό μας, ὃταν ἀπό τά στόματα ΟΛΩΝ μας, ἀναπέμπεται μέσα στήν Προσευχή μας καί τό:
« Οὐ σιωπήσωμεν ποτέ, Θεοτόκε, τάς δυναστείας σου λαλεῖν οἱ ἀνάξιοι. Εἰ μή γάρ σύ προΐστασο πρεσβεύουσα, τίς ἡμᾶς ἐρρὐσατο ἐκ τοσούτων κινδύνων; Τίς δέ διεφύλαξεν, ἓως νῦν ἐλευθέρους; Οὐκ ἀποστῶμεν, Δέσποινα, ἐκ σοῦ· σούς γάρ δούλους σῴζεις ἀεί, ἐκ παντοίων δεινῶν»...!

Καί πρέπει πάντοτε νά ἐνθυμῆστε, πώς τό κομποσχοίνι, ἒχει τόση δύναμη, ὃση δέν φαντάζεστε. Ἡ ἐπίκλησις «Ὑπεραγία Θεοτόκε, συγχώρησέ με καί ἐλέησέ τόν ἁμαρτωλό», ἐπαναλαμβανομένη μέ τό κομποσχοίνι στό χέρι, πρέπει νά εἶναι συχνή προσευχή γιά ὃλους..!

ΟΥΔΕΝ ΑΠΩΛΕΣΘΗ
Μή φοβᾶστε καί κυρίως, ΜΗΝ ΑΠΕΛΠΙΖΕΣΤΕ.
Ὃσο καί ἂν δείχνουν ...«ἰσχυροί», εἲμαστε ΠΙΟ ΔΥΝΑΤΟΙ καί στό τέλος, Ὀρθοδοξία καί Ἑλληνισμός θά ξεπηδήσουν καί πάλι πολύ πιό ΘΡΙΑΜΒΕΥΤΙΚΑ.
Προσευχή μέ ζέουσα Πίστη καί ΟΛΑ τά «φαντάσματα τοῦ σκότους» θά ἐξαφανισθοῦν.

Π.Ευθύμιος Μπαρδάκας 

ΔΑΚΡΥΑ ΚΑΤΑΝΥΞΕΩΣ (Ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος)

Αποτέλεσμα εικόνας για Όσιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος)
Μέσα στά θεόπνευστα κείμενα τοῦ ὁσίου Συμεών τοῦ Στουδίτη, ἀνάμεσα στίς ἄλλες θαυμάσιες διδαχές του, βρέθηκε γραμμένο καί τοῦτο: «Ἀδελφέ, νά μήν κοινωνήσεις ποτέ σου τά Ἄχραντα Μυστήρια χωρίς δάκρυα». Αὐτό τό φύλαξε ὁ ἴδιος σ᾿ ὅλη του τή ζωή, γι᾿ αὐτό τό δίδαξε καί σέ μᾶς. Ἀλλά μόλις τ᾿ ἄκουσαν μερικοί, ὄχι μόνο λαϊκοί ἀλλά καί μοναχοί ὀνομαστοί στήν ἀρετή, παραξενεύτηκαν καί εἶπαν: “Ἐμεῖς λοιπόν πρέπει νά μένουμε σχεδόν πάντα ἀκοινώνητοι, γιατί εἶν᾿ ἀδύνατο νά κοινωνοῦμε κάθε φορά μέ δάκρυα”. 


Ἀκούγοντας τους ἐγώ ὁ ἄθλιος, ἀποτραβήχθηκα κι ἔκλαψα πικρά. Ἀλλοίμονο στή τύφλωση καί τήν ἀναισθησία τους! Ἄν φρόντιζαν νά ἔχουν ἀδιάλειπτη μετάνοια, δέν θά τό ἔλεγαν ἀδύνατο. Ἄν εἶχαν καρπούς πνευματικούς, δέν θά ἦταν ἀμέτοχοι σ᾿ αὐτό τό θεῖο χάρισμα. Ἄν ἀποκτοῦσαν γνήσιο φόβο Θεοῦ, θά παραδέχονταν πώς μπορεῖ κανείς νά κλαίει ὄχι μόνο ὅταν κοινωνεῖ, ἀλλά πάντα.
“Καί ὅμως”, λένε ἐκεῖνοι, “δέν εἶναι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εὐκολοκατάνυκτοι. Ὑπάρχουν πολλοί, πού ἔχουν μιά φυσική σκληρότητα. Αὐτοί δέν κλαῖνε οὔτε ὅταν τούς δέρνουν. Πῶς λοιπόν μποροῦν νά μεταλαβαίνουν πάντα μέ δάκρυα;”.
Ἀλλά, ρωτάω κι ἐγώ, πῶς συμβαίνει νά εἶναι ἄλλος δυσκολοκατάνυκτος καί ἄλλος εὐκολοκατάνυκτος; Πῶς ἔγινε ἔτσι ὁ πρῶτος καί ἀλλιῶς ὁ δεύτερος; Ἀκοῦστε: Ὁ δυσκολοκατάνυκτος ἔγινε τέτοιος ἀπό προαίρεση κακή, ἀπό λογισμούς πονηρούς καί ἀπό ἔργα ἁμαρτωλά. Ὁ Εὐκολοκατάνυκτος, ἀντίθετα, ἀπό προαίρεση καλή, ἀπό λογισμούς ἀγαθούς καί ἀπό ἔργα ἀρετῆς. Σκέψου καί θά δεῖς, ὅτι πολλοί ἄνθρωποι πού ἦταν καλοί, ἔγιναν κακοί διαμέσου αὐτῶν τῶν τριῶν: τῆς προαιρέσεως, τῶν λογισμῶν καί τῶν ἔργων. Καί ἄλλοι, πού ἦταν κακοί, ἔγιναν καλοί πάλι μ᾿ αὐτά. Ὁ Ἑωσφόρος ἀπό ποῦ ἔπεσε; Δέν ἔπεσε ἀπό προαίρεση καί λογισμό πονηρό; Ὁ Καίν ἀπό ποῦ ἔγινε ἀδελφοκτόνος, ἄν ὄχι ἀπό κακή προαίρεση καί πονηρούς λογισμούς φθόνου κατά τοῦ Ἄβελ; Καί ὁ Σαούλ ἀπό ποῦ παρακινήθηκε νά σκοτώσει τό Δαβίδ, πού τιμοῦσε καί ἀγαποῦσε πρωτύτερα; Ἀπό τή φύση του ἤ ἀπό τήν κακή του προαίρεση; Ἀσφαλῶς ἀπό τή δεύτερη, γιατί κανένας δέν ἔγινε ἀπό τό Θεό πονηρός. Ἀλλά τί θά ποῦμε καί γιά τούς ληστές, πού σταυρώθηκαν μαζί μέ τό Χριστό; Ὁ ἕνας, πού εἶχε ἀγαθή προαίρεση, πίστεψε καί παρακαλοῦσε μετανοημένος τόν Κύριο νά τόν πάρει μαζί Του στή βασιλεία Του. Καί ὁ ἄλλος, πού εἶχε πονηρή προαίρεση, ἀπιστοῦσε καί Τόν ὀνείδιζε.
Ἑπομένως ὁ καθένας γίνεται εἴτε εὐκολοκατάνυκτος καί ταπεινός εἴτε δυσκολοκατάνυκτος καί ὑπερήφανος ἀπό τήν αὐτεξουσιότητα τῆς προαιρέσεώς του. Γιά νά τό καταλάβετε ὅμως καλύτερα, ἀκοῦστε καί τό παρακάτω παράδειγμα.
Δύο ἄνθρωποι, ἴσως καί σαρκικοί ἀδελφοί, εἶναι συνομήλικοι, ὁμότεχνοι, ὁμόγνωμοι, ὅμοιοι σέ ὅλα. Συμβαίνει μάλιστα νά εἶναι καί οἱ δύο κακοί, ἄσπλαχνοι, φιλάργυροι, ἀκόλαστοι – μέ δυό λόγια, βουτηγμένοι μέσα στό βοῦρκο τῆς ἁμαρτίας. Αὐτοί λοιπόν οἱ δύο ἀδελφοί πᾶνε σέ μοναστήρι καί γίνονται μοναχοί. Ὁ ἕνας ἀπέχει ἀπ᾿ ὅλα τά κακά, καί μέ πολύ κόπο κατορθώνει νά γίνει ἐνάρετος. Ὁ ἄλλος, ἀντίθετα, δέν κάνει τίποτα γιά νά βελτιωθεῖ. Γίνεται μάλιστα χειρότερος ἀπό πρίν. Γιατί λοιπόν δέν κατόρθωσαν καί οἱ δύο τήν ἀρετή ἤ δέν κυλίστηκαν καί οἱ δύο ὅμοια στήν κακία; Ἐπειδή ὁ πρῶτος, μόλις μπῆκε στό μοναστήρι, ἄρχισε νά μιμεῖται τούς ἐναρέτους Πατέρες, νά προσέχει τήν ἀνάγνωση τῶν θείων Γραφῶν καί νά συναγωνίζεται τούς ἄλλους στή νηστεία, στίς προσευχές, στή σιωπή, στήν κατάνυξη, στήν πραότητα. Ὑπέμεινε ἀκόμα μέ προθυμία καί καρτερία τίς ταπεινώσεις, τίς θλίψεις καί τούς κόπους τῆς ἀσκήσεως χωρίς γογγυσμό, ἔκανε ὅ,τι τόν πρόσταζαν χωρίς ἀντιλογία κι ἔτρεχε πρῶτος στίς πιό εὐτελεῖς ἐργασίες. Κοντολογῆς, ἔκανε μ᾿ ἐπίγνωση ὅλα ὅσα μᾶς διδάσκουν οἱ ἱερές Γραφές, γιά νά βρεῖ ἔλεος ἀπό τό Θεό καί νά συγχωρεθοῦν οἱ ἁμαρτίες του. Ὁ ἄλλος ὅμως δέν ἔκανε τίποτε ἀπ᾿ αὐτά, καί ἔμεινε ἀδιόρθωτος, ὅπως ἦταν καί πρίν γίνει μοναχός, γιά νά μήν πῶ πώς ἔγινε καί χειρότερος. Πῶς λοιπόν αὐτοί οἱ δυό τόσο ὅμοιοι ἄνθρωποι ἀκολούθησαν τόσο διαφορετικό δρόμο; Ἀσφαλῶς ἀπό τήν καλή του προαίρεση ὁ ἕνας καί ἀπό τήν κακή ὁ ἄλλος.
Ἔτσι καί κάθε ἄνθρωπος δέν γίνεται εὐκολοκατάνυκτος ἤ σκληρόκαρδος παρά ἀπό τήν προαίρεσή του, καθώς καί ἀπό τήν ἐσωτερική τοποθέτηση καί τήν πολιτεία του. Γιατί πῶς εἶναι δυνατό νά ἔχει δάκρυα κατανύξεως, ἐκεῖνος πού συνεχῶς διασπᾶται σέ χίλιες δυό μάταιες μέριμνες, καί δέν ἔχει νοῦ γιά προσευχή, γιά σιωπή, γιά ἡσυχία, γιά ἀνάγνωση τῶν ἱερῶν βιβλίων;Πῶς μπορεῖ ν᾿ ἀποκτήσει κατάνυξη, ἐκεῖνος πού περιεργάζεται «τούς πάντας καί τά πάντα», καί θέλει νά μαθαίνει τό καθετί καί ν᾿ ἀνακατεύεται στίς ὑποθέσεις τῶν ἄλλων; Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος πότε θά βρεῖ χρόνο ν᾿ ἀναλογισθεῖ τίς ἁμαρτίες του, νά συντριβεῖ καί νά κλαψεῖ γιά τίς πτώσεις του, νά σκεφτεῖ καί νά μελετήσει τά σφάλματά του;
Ὅποιος δέν κλείνει τό στόμα του γιά νά μήν πεῖ ἄπρεπες ἤ περιττές κουβέντες, ὅποιος δέν κλείνει τ᾿ αὐτιά του γιά νά μήν ἀκούει μάταια κι ἀνώφελα λόγια, αὐτός δέν θυμᾶται τή φοβερή ἡμέρα τῆς Κρίσεως. Δέν σκέφτεται ὅτι θά σταθεῖ μπροστά στό φοβερό κριτήριο τοῦ Χριστοῦ γυμνός κι ἀνυπεράσπιστος, καί θά δώσει ἀπολογία γιά κεῖνα πού ἔκανε στή ζωή του. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι δυνατό ν᾿ ἀποκτήσει δάκρυα καί νά κλάψει ἀπό μετάνοια καί κατάνυξη, ἔστω κι ἄν ζήσει ἑκατό χρόνια. Καί μπορεῖ νά πηγαίνει στήν ἐκκλησία καί νά συμμετέχει στίς ἱερές ἀκολουθίες μαζί μέ τούς εὐσεβεῖς πιστούς, ἀλλά τό κάνει ἀπό συνήθεια, σάν μιά ρουτίνα, μέ ἀμέλεια καί ὀκνηρία. Γι᾿ αὐτό βγαίνει ἀπό τό ναό τοῦ Θεοῦ χωρίς ὠφέλεια, καί δέν αἰσθάνεται καμιά ἀλλοίωση πρός τό καλύτερο στήν ψυχή του.
Ἄν λοιπόν θέλουμε δάκρυα, πρέπει νά βιάσουμε τόν ἑαυτό μας καί νά ὑπομένουμε τίς θλίψεις, τίς ταπεινώσεις καί τούς πειρασμούς, θεωρώντας τόν ἑαυτό μας χειρότερο ἀπ᾿ ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ἄν θέλουμε κατάνυξη, πρέπει νά δουλέψουμε πρῶτα σ᾿ ὅλες τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ. Ἡ κατάνυξη εἶναι μιά θεία φωτιά, πού διαλύει τά πάθη. Τά δάκρυά της πλένουν καί καθαρίζουν τή λερωμένη ἀπό τήν ἁμαρτία ψυχή μας. Κανένας ἄνθρωπος δέν ἁγιάσθηκε, δέν ἔλαβε Πνεῦμα Ἅγιο καί δέν ἔγινε κατοικητήριο τοῦ Θεοῦ, χωρίς νά καθαριστεῖ πρῶτα μέσα στά δάκρυα τῆς κατανύξεως, τῆς μετάνοιας καί τῆς συντριβῆς.
Ἐκεῖνοι μάλιστα πού ἰσχυρίζονται ὅτι δέν μπορεῖ νά κλαίει κανείς κάθε μέρα, φανερώνουν ἔτσι πώς εἶναι γυμνοί ἀπό ἀρετή. Οἱ ἅγιοι Πατέρες μᾶς τό λένε καθαρά: Ἐκεῖνος πού θέλει νά κόψει τά πάθη του, μόνο μέ τά δάκρυα θά τά κόψει. Κι ἐκεῖνος πού θέλει ν᾿ ἀποκτήσει ἀρετές, μόνο μέ πένθος θά τό κατορθώσει. Ἀλήθεια, σέ τί χρησιμεύουν τά ἐργαλεῖα μιᾶς τέχνης, ὅταν λείπει ὁ τεχνίτης, πού γνωρίζει νά τά μεταχειριστεῖ καί νά φτιάξει ὅ,τι θέλει; Δέν χρησιμεύουν σέ τίποτα. Σέ τί ὠφελεῖ τόν κηπουρό νά σκάψει ὅλο του τόν κῆπο καί νά φυτέψει κάθε λογῆς λαχανικά, ἄν δέν κατεβεῖ βροχή νά τά ποτίσει; Δέν τόν ὠφελεῖ σέ τίποτα. Ἔτσι κι ἐκεῖνος πού μεταχειρίζεται τίς ἄλλες ἀρετές καί κοπιάζει νά τίς ἀποκτήσει, δέν ὠφελεῖται καθόλου χωρίς τήν ἁγία κατάνυξη, τήν ἀπαραίτητη προϋπόθεση ὅλων τῶν ἀρετῶν.
Λοιπόν, ἀδελφοί μου, πρίν καί πάνω ἀπ᾿ ὅλες τίς ἀρετές εἶναι ἡ μετάνοια, τόπένθος καί τά δάκρυα, πού ἀκολουθοῦν τό πένθος. Οὔτε πένθος γίνεται χωρίς μετάνοια, οὔτε δάκρυα χωρίς πένθος. Καί τά τρία εἶναι ἀλληλένδετα, καί δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει τό ἕνα χωρίς τά ἄλλα. Ἄς μή λέμε λοιπόν ὅτι εἶναι ἀδύνατο νά κλαῖμε κάθε μέρα, γιατί ἐρχόμαστε σέ ἀντίθεση μέ τόν Κύριο, πού μακάρισε ὅσους κλαῖνε, καί ὑποσχέθηκε ὅτι θά γελάσουν ἀπό χαρά καί ἀγαλλίαση στήν οὐράνια βασιλεία Του: «Μακάριοι οἱ κλαίοντες νῦν, ὅτι γελάσετε».
Γιά νά ἔρθει ὅμως καί σέ μᾶς ἡ χάρη τῶν δακρύων, πρέπει, ὅπως εἴπαμε, νά διαβάζουμε ἀδιάκοπα τά ἱερά βιβλία, νά ὑπομένουμε καρτερικά τίς θλίψεις, τούς ἐμπαιγμούς, τίς κατηγορίες καί τίς διαβολές, νά προσευχόμαστε στό Θεό γι᾿ αὐτούς πού μᾶς κάνουν κακό, νά ταπεινώνουμε τόν ἑαυτό μας σέ κάθε εὐκαιρία, ν᾿ ἀποφεύγουμε τή φλυαρία καί νά μήν ἀσχολούμαστε μέ τούς ἄλλους, ἀλλά νά σκεφτόμαστε μόνο τίς δικές μας ἁμαρτίες καί νά μετανοοῦμε βαθιά γι᾿ αὐτές. Κι ἄν δέν ἔχουμε δάκρυα, τουλάχιστο νά τά ζητᾶμε ἀπό τό Θεό. Ἡ αὐτομεμψία καί τό πένθος, πάντως, βοηθοῦν τήν ψυχή νά βρεῖ τήν κατάνυξη. Πρῶτος καρπός τοῦ πένθους γιά τίς ἁμαρτίες μας εἶναι τά δάκρυα, πού προσφέρονται στό Θεό σάν θυσία εὐπρόσδεκτη καί καθαρίζουν τό ρύπο τῆς ψυχῆς. Κι ὅταν ἡ ψυχή ἔρθει σέ κατάσταση μετάνοιας κι ἀληθινοῦ πένθους, δέν περνάει οὔτε μιά μέρα δίχως δάκρυα, ὅπως ὁ προφήτης Δαβίδ, πού ἔλεγε: «Λούσω καθ᾿ ἑκάστην νύκτα τήν κλίνην μου, ἐν δάκρυσί μου τήν στρωμνήν μου βρέξω».
Ἄς ἀγωνιστοῦμε λοιπόν κι ἐμεῖς νά μετανοήσουμε ἀληθινά, ν᾿ ἀποκτήσουμε ἐπίγνωση τῶν πολλῶν καί μεγάλων ἁμαρτημάτων μας καί νά καθαριστοῦμε ἀπ᾿ αὐτά, ἀκούγοντας τήν προτροπή τοῦ ἁγίου ἀδελφοθέου Ἰακώβου: «Καθαρίσατε χεῖρας ἁμαρτωλοί καί ἁγνίσατε καί κλαύσατε· ὁ γέλως ὑμῶν εἰς πένθος μεταστραφήτω καί ἡ χαρά εἰς κατήφειαν. Ταπεινώθητε ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, καί ὑψώσει ὑμᾶς».
Ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος

(Ἀπό τό βιβλίο: “ΑΠΟΣΤΑΓΜΑ ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΣΟΦΙΑΣ”, Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου, Ὠρωπός Ἀττική)
Πηγή: alopsis.gr

Τρίτη 30 Αυγούστου 2016

ΠΕΡΙ "ΠΑΡΑΛΛΗΛΩΝ" ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΟΔΩΝ (απαντήσεις σε ενστάσεις νεοαποτειχισμένων)



Τόσο οι νεοημερολογίτες (υπό τον π. Ευθύμιο Τρικαμηνά), όσο και οι παλαιοημερολογίτες νεοαποτειχισμένοι, κακίζουν τους Γνησίους Ορθοδόξους επειδή είχαν δημιουργήσει "παράλληλη" (προς την αναγνωρισμένη από το Κράτος) Σύνοδο το 1935 και επειδή μετά τοποθετούσαν "παράλληλους" Επισκόπους, στις μητροπόλεις που υπήρχαν ήδη νεοημερολογίτες Επίσκοποι.

Γράφουν:
"Ἄν δημιουργηθῆ κάποια Σύνοδος παράλληλος πρός τήν αἱρετική ἤ τοποθετηθῆ κάποιος Ἐπίσκοπος σέ κάποια Ἐπισκοπή, χωρίς προηγουμένως νά καταδικασθῆ ὁ ὑπάρχων αἱρετικός, τότε σταματᾶ ἡ ἀποτείχισις, ἀφοῦ δημιουργεῖται μιά ἄλλη νέα «Ἐκκλησία»" [1].
"Δέν νομίζω ὅτι θά εὕρη κανείς παράδειγμα στήν Ὀρθοδοξία κατά τό ὁποῖο νά ὑπάρχουν σέ μία ἐκκλησιαστική ἐπαρχία καί νά ἀσκοῦν τά καθήκοντά των συγχρόνως δύο Ἐπίσκοποι, ὀρθόδοξος καί αἱρετικός καί δύο ἀντίστοιχα Σύνοδοι, οἱ ὁποῖες νά λειτουργοῦν συγχρόνως καί παραλλήλως, χωρίς δηλαδή νά ἔχη καταδικασθῆ ἡ αἵρεσις ἀπό ὀρθόδοξο Σύνοδο. Καί μάλιστα παράδειγμα, πού νά μᾶς τό ἐδίδαξαν μέ τά ἔργα των οἱ ἅγιοι ὡς κανονική ὁδό ἀγῶνος καί ὁμολογίας ἐν καιρῷ αἱρέσεως" [2].
"Δέν ἔχομε ὅμως εἰς τήν ἐκκλησιαστική ἱστορία παράδειγμα κατά τό ὁποῖο εἰς τόν καιρό τῆς αἱρέσεως νά ὑπάρχουν εἰς ἕνα καί τόν αὐτόν τόπο καί νά λειτουργοῦν παράλληλα δύο Σύνοδοι, τῶν Ὀρθοδόξων δηλαδή καί τῶν αἱρετικῶν, ὑπό τήν ἔννοια ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι ἀποτειχίστηκαν ἀπό τούς αἱρετικούς καί ἐτοποθέτησαν σέ ἄλλες παράλληλες θέσεις Ἐπισκόπους, χωρίς φυσικά νά καταδικασθῆ ἡ αἵρεσις καί συνοδικῶς νά τοποθετηθοῦν αὐτοί οἱ Ἐπίσκοποι" [3].
"Τα πράγματα διατηρήθηκαν με τις δύο παρατάξεις νεωτεροποιούς "νεοημερολογίτες" και παραδοσιακούς "παλαιοημερολογίτες" έως και το 1935, έτος κατά το οποίο τρεις μητροπολίτες της Εκκλησίας της Ελλάδος διέκοψαν κοινωνία με τη νεωτεριστική ιεραρχία και αποκατέστησαν εκκλησιαστική κοινωνία με την αγωνιζόμενη και κανονικώς ενιστάμενη μερίδα των ορθοδόξων. Αντί όμως η ευλογημένη απόφαση των τριών να καταστεί η απαρχή και ο καλός θεμέλιος λίθος, για τη θεραπεία του de facto σχίσματος, και τη συνολική αποκατάσταση της υγιούς ορθοδοξίας, έγινε δυστυχώς η απαρχή μεγάλων κακών. Το τεράστιο λάθος των τριών δεν ήταν άλλο από την επισκοποποίηση τεσσάρων ιερομονάχων και έτσι την σύμπηξη "ιεράς συνόδου" παράλληλα μ' αυτήν των νεωτεριστών του νέου ημερολογίου!" [4].
"Η σύνοδος είναι το μόνο αρμόδιο όργανο που μπορεί να καταδικάσει τον αιρετικό και να προβιβάσει έναν νέο, ορθόδοξο επίσκοπο στον επισκοπικό θρόνο· επ' ουδενί λόγω δεν επιτρέπεται η επισκοπή αυτή να έχει πάνω από έναν κάτοχο την φορά. Την παράδοση αυτήν την σεβάστηκαν και οι Ορθόδοξοι και οι αιρετικοί, γι' αυτό πάντοτε η κάθε μερίδα αγωνιζόταν να αναβιβάσει στο επισκοπικό αξίωμα ομόφρονές της. Όταν λοιπόν οι Γ.Ο.Χ. έφτασαν στο σημείο της αποτείχισης, έπρεπε να αγωνιστούν για να διώξουν τους αιρετικούς επισκόπους και να αναβιβάσουν στις έδρες τους Ορθοδόξους. Αντ' αυτού δημιούργησαν νέες επισκοπικές έδρες, παράλληλα με τις προηγούμενες!" [5].

Ας δούμε όμως μία προς μία τις ενστάσεις των νεοαποτειχισμένων:

α. Δεν υπάρχει στην Εκκλησιαστική Ιστορία παράδειγμα στο οποίο να υπάρχει στην ίδια επισκοπή ορθόδοξος και αιρετικός επίσκοπος, προ της καταδίκης του δευτέρου.

Η ένσταση αυτή διατυπώθηκε από τον π. Ευθύμιο Τρικαμηνά, ενώ ο κ. Τσάλλος συμπληρώνει πως αυτήν την "παράδοση" την σεβάστηκαν δήθεν και οι αιρετικοί και οι ορθόδοξοι.
Στην ένσταση αυτή έχει απαντήσει ο π. Ιωσήφ με κείμενά του [6], στα οποία αποδεικνύει ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει και καταγράφει μερικά ιστορικά παραδείγματα. Ενώ όμως φανερώνεται ότι αυτήν την υποτιθέμενη "παράδοση" δεν την "σεβάστηκαν" ούτε αιρετικοί, ούτε ορθόδοξοι, ο π. Ευθύμιος με ανταπαντήσεις του [7] και ευρισκόμενος σε δύσκολη θέση (μιας και αποδείχθηκε περίτρανα η ταυτόχρονος ύπαρξη αιρετικού και ορθοδόξου επισκόπου στην ίδια επισκοπή), ισχυρίστηκε πως δεν εννοούσε ότι δεν υπήρχαν τέτοια παραδείγματα, αλλά πως δεν υπήρχαν από αγίους, ως παραδείγματα κανονικού αγώνος και προς μίμηση! Έτσι ερχόμαστε να εξετάσουμε την δεύτερη ένσταση.

β. Δεν υπάρχει στην Εκκλησιαστική Ιστορία παράδειγμα στο οποίο οι ορθόδοξοι να χειροτονούσαν "παράλληλο" προς τον αιρετικό επίσκοπο, προ της καταδίκης αυτού, και μάλιστα να θεωρήθηκε αυτό από αγίους ως παράδειγμα κανονικού αγώνος. 

Κι όμως υπάρχουν. Ας δούμε χαρακτηριστικά τρία τέτοια παραδείγματα:

β1. Ο Άγιος Ευστάθιος Αντιοχείας χειροτονεί τον Ευάγριο στην Κωνσταντινούπολη.
Βρισκόμαστε στην Κωνσταντινούπολη κατά το έτος 370. Το ορθόδοξο ποίμνιο βρίσκεται υπό διωγμό από τον αρειανόφρονα αυτοκράτορα Ουάλη και είναι ανεπίσκοπο. Το έτος εκείνο πεθαίνει ο επίσημος (δηλαδή ο αναγνωρισμένος από την Πολιτεία) αρειανόφρονας επίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως Ευδόξιος και εκλέγεται ως διάδοχος ο επίσης αρειανόφρονας Δημόφιλος. Οι ορθόδοξοι αντέδρασαν [8] και εκμεταλλευόμενοι την παρουσία του Αγίου Ευσταθίου Αντιοχείας στην Πόλη (ο οποίος, μετά από την εκεί επάνοδο εκ της εξορίας του, κρυβόταν λόγω της ανόδου στον αυτοκρατορικό θρόνο του Ουάλεντος) εκλέγουν ως ορθόδοξο επίσκοπο της Πόλης τον Ευάγριο, τον οποίο χειροτονεί ο Άγιος Ευστάθιος. Το γεγονός αυτό εξοργίζει τον Ουάλη, ο οποίος συλλαμβάνει και εξορίζει και τους δύο (χειροτονηθέντα και χειροτονήσαντα). Μάλιστα στην Κωνσταντινούπολη υπήρχε εκείνη την εποχή και άλλος επίσκοπος, που είχαν εκλέξει οι Ανόμοιοι (η μερίδα των ακραίων αρειανών), ονόματι Φλωρέντιος [9]. Σημειωτέον πως όλοι αυτοί οι αιρετικοί (Όμοιοι, Ανόμοιοι, Μακεδονιανοί κλπ.) ήταν ακόμη άκριτοι, ο Άγιος Ευστάθιος δηλαδή τοποθέτησε ορθόδοξο επίσκοπο ΠΡΟ ΣΥΝΟΔΙΚΗΣ ΚΡΙΣΕΩΣ και καθαιρέσεως των αιρετικών αυτών, η οποία έγινε το 380 με την Β΄ Οικουμενική Σύνοδο [10].


β2. Ο Λουκίφερος Καλλάρεως χειροτονεί τον Παυλίνο στην Αντιόχεια.
Λίγα χρόνια πριν και συγκεκριμένα το 362 φθάνει στην Αντιόχεια ο επίσκοπος Καλλάρεως Λουκίφερος ο οποίος βρισκόταν στα μέρη της Μέσης Ανατολής εξόριστος από τους αρειανόφρονες.  Σκοπός της επίσκεψής του στην Αντιόχεια ήταν να βοηθήσει στην εξάλειψη του Αντιοχειανού Σχίσματος, μιας και το υγιαίνον μέρος (των ορθοδόξων) είχε χωριστεί σε δύο παρατάξεις τους "Ευσταθιανούς" (αποσχίστηκαν από την "επίσημη Εκκλησία" μετά την άδικη καθαίρεση του Αγίου Ευσταθίου Αντιοχείας) και τους "Μελετιανούς" (αποσχίστηκαν από την "επίσημη Εκκλησία" μετά την άδικη καθαίρεση του Αγίου Μελετίου Αντιοχείας). Εκεί ήλθε σε εκκλησιαστική κοινωνία με τους "Ευσταθιανούς", και επειδή συμφώνησε μαζί τους στο ζήτημα των εννοιών «ουσία» και «υπόσταση» (λόγω γλώσσας, αφού η στενότητα της λατινικής γλώσσας, απέδιδε και τις δύο έννοιες με το «substantiae»), θεώρησε τους "Μελετιανούς" ως τριθεΐτες και τον Άγιο Μελέτιο ως αιρετικό, επομένως χειροτόνησε και τοποθέτησε ως ορθόδοξο επίσκοπο της πόλης, τον ηγέτη των "Ευσταθιανών" Παυλίνο. Σημειωτέον ότι στην Αντιόχεια υπήρχε και ο "επίσημος" επίσκοπος, ο αρειανόφρονας Ευζώιος, ενώ αργότερα προστέθηκε και τέταρτος επίσκοπος ο απολλιναριστής Βιτάλιος. Βλέπουμε δηλαδή πως ο Λουκίφερος θεωρώντας ότι δεν υπάρχει ορθόδοξος επίσκοπος, χειροτονεί και αυτός ΠΡΟ ΣΥΝΟΔΙΚΗΣ ΚΡΙΣΕΩΣ και καθαιρέσεως των αιρετικών, επίσκοπο για τους ορθοδόξους. Η πράξη του αυτή θεωρήθηκε ορθή τόσο από τον Μέγα Αθανάσιο και την Εκκλησία της Αλεξανδρείας, όσο και από την Εκκλησία της Ρώμης, ενώ και οι Εκκλησίες της Μικράς Ασίας θα την θεωρούσαν σωστή, ΑΝ ΔΕΝ ΗΞΕΡΑΝ ότι ο Άγιος Μελέτιος ήταν ορθόδοξος στο φρόνημα (ο Μέγας Βασίλειος έκανε μεγάλο αγώνα για να πείσει τον Μέγα Αθανάσιο για αυτό και τα κατάφερε μόλις λίγο πριν την κοίμηση του τελευταίου)[11].


β3. Τοποθέτηση "παράλληλης" Ιεραρχίας στην Πολωνο-Λιθουανική Κοινοπολιτεία από τον Ιεροσολύμων Θεοφάνη.
Το έτος 1596 οι πέντε από τους επτά ορθοδόξους επισκόπους του Πολωνο-Λιθουανικού Κράτους [12], και συγκεκριμένα οι Κιέβου Μιχαήλ, Βλαδιμηρ Υπάτιος, Λουτσκ Κύριλλος, Πολοτσκ Γρηγόριος, Πινσκ Ιωνάς και Χελμ Διονύσιος, αναγνωρίζουν τον Πάπα ως πρώτο επίσκοπο, χωρίς να μεταβάλλουν κανένα άλλο δόγμα ή παράδοση (Ουνία της Βρέστης). Οι μόνοι που δεν αναγνώρισαν τον Πάπα και διέκοψαν κοινωνία με τους υπολοίπους ήταν οι Λεοντοπόλεως Γεδεών και Περεμυσλ Μιχαήλ και μαζί με άλλους ορθοδόξους στην Τοπική Σύνοδο της Βρέστης αναθεμάτισαν την Ουνία και αποκήρυξαν τους αποστάτες.
Το επόμενο έτος ο Άγιος Μελέτιος Πηγάς, Πατριάρχης Αλεξανδρείας, στέλνει επιστολή στον Λεοντοπόλεως Γεδεών και του συστήνει να προσπαθήσουν να συστήσουν Σύνοδο τουλάχιστον τριών επισκόπων με σκοπό την ανάδειξη νέου Μητροπολίτου [13] και χειροτονία νέων επισκόπων, ώστε να γίνει ανασύσταση της Ιεραρχίας [14]. Αυτό δεν κατέστη δυνατόν και μετά από λίγα έτη κοιμήθηκαν και οι δύο εναπομείναντες επίσκοποι Γεδεών και Μιχαήλ, αφήνοντας το ποίμνιο ανεπίσκοπο.
Η ανασύσταση της Ιεραρχίας και η τοποθέτηση "παράλληλης" (με την επισήμως αναγνωρισμένη από το Κράτος ουνιτική) Συνόδου έγινε τελικώς το 1620. Ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Θεοφάνης μετά από περιοδεία του στην Ρωσία επισκέφθηκε το Κίεβο. Στις 15 Αυγούστου τέλεσε πανηγυρική λειτουργία στην εκεί Λαύρα του Αγίου Θεοδοσίου στην οποία συνέρρευσε μέγα πλήθος ορθοδόξων, οι οποίοι του υπέβαλαν θερμή παράκληση να χειροτονήσει Αρχιερείς για την Τοπική Εκκλησία ξεκινώντας από τον Μητροπολίτη Κιέβου. Την παράκληση αυτή ενίσχυσαν οι Κοζάκοι, βεβαιώνοντας τον Πατριάρχη πως σε περίπτωση που το Κράτος θα επιχειρούσε να τον κακοποιήσει για την πράξη του θα τον υπεράσπιζαν με τα όπλα. Παρατίθεται εν συνεχεία η συγκινητική περιγραφή της πρώτης χειροτονίας [15]: "Ο Θεοφάνης καλώς το πράγμα σταθμήσας και αναμετρήσας την υπέροχον σημασίαν της πράξεως αυτού, δι' ης έμελλε να καταστραφή ο ουνιτισμός και να θριαμβεύση η ορθοδοξία, απεφάσισε μετά της χαρακτηριζούσης αυτόν ευψυχίας να εκπληρώση των ορθοδόξων την βαρυσήμαντον αίτησιν. Όθεν παρήγγειλεν αυτοίς μετά πάσης προφυλάξεως και μυστικότητος να υποδείξωσι τους υποψηφίους. Τούτου γενομένου η χειροτονία του πρώτου επισκόπου ετελέσθη την νύκτα της 6 Οκτωβρίου εν τη παρά την ελληνοσλαυϊκήν Σχολήν Μονή, ης τα παράθυρα εκαλύφθησαν διά πυκνών παραπετασμάτων, η λειτουργία δε και η όλη τέλεση της χειροτονίας διεξήχθησαν μυστικώς, χαμηλοφώνως υποψάλλοντος του εκ των πατριαρχικών ακολούθων έλληνος μοναχού Γαβριήλ" [16].
Κατά θεϊκή συγκυρία βρίσκονταν στην περιοχή και δύο ακόμη Αρχιερείς ο Σόφιας Νεόφυτος και ο Σταγών Αβραάμιος και έτσι έγινε η πρώτη χειροτονία. Σταδιακά χειροτονήθηκαν επτά Αρχιερείς, ο Μητροπολίτης Κιέβου και οι επίσκοποι των άλλων έξι επισκοπών του Κράτους. Δηλαδή είχαμε όχι απλά τοποθέτηση "παραλλήλων" Επισκόπων, αλλά "παράλληλης" Συνόδου [17]!
Το Κράτος δεν αναγνώρισε την Ιεραρχία των Ορθοδόξων επειδή, όπως γράφει ο καθηγητής Βάσιος Φειδάς, ισχυρίστηκαν πως ζούσαν ακόμη οι επίσκοποι των επισκοπών αυτών (ουνίτες) [18], ότι δηλαδή ισχυρίζονται σήμερα οι νεοαποτειχισμένοι. Βλέπουμε μάλιστα να χρησιμοποιείται, εκτός των ίδιων επιχειρημάτων, ακόμη και η ίδια φρασεολογία ("παράλληλη Σύνοδος"). Ιδού τί γράφει επικριτικά ο σύγχρονος ουνίτης ιστορικός John-Paul Himka: "Με την βοήθεια των τελευταίων (μοναχών και Κοζάκων) και χωρίς κρατική έγκριση, μια ορθόδοξη ιεραρχία, παράλληλη (σ. ημ. parallel στο πρωτότυπο) στην ουνίτικη ιεραρχία αποκαταστάθηκε το 1620. Το Ποστοκ είχε τώρα δύο Ρουθήνους (Ουκρανούς) επισκόπους: τον Ιωσαφάτ Κούνσεβιτς για τους ουνίτες και τον Μελέτιο Σμοτρίνσκι για τους ορθοδόξους" [19].
Το Πολωνο-Λιθουανικό Κράτος όχι απλά δεν αναγνώρισε την Ιεραρχία των ορθοδόξων, αλλά τους εδίωξε με μένος [20], ενώ το 1632, μετά από μια δωδεκαετία φρικτών διωγμών, αναγκάστηκε (λόγω της ισχυρής παρουσίας ορθοδόξων βουλευτών) να αναγνωρίσει υπό όρους την Μητρόπολη Κιέβου (επί Πέτρου Μογίλα) και άλλων τεσσάρων μόνο επισκοπών [21].


Εικόνα του Ιεροσολύμων Θεοφάνους που τυπώθηκε το 1622 από τον ορθόδοξο Ευστράτιο Ζηλόβσκη και μοιράστηκε ως ευλογία στους πιστούς. Άνωθεν του Πατριάρχου η εικόνα της Αναστάσεως, ώστε να γίνει συνειρμός με την ανάσταση της Τοπικής Εκκλησίας που πέτυχε με τις χειροτονίες ο Θεοφάνης.


γ. Οι τρεις Αρχιερείς που αποτειχίστηκαν το 1935 από την καινοτομήσασα Ιεραρχία και ανέλαβαν την ποιμαντορία των Γνησίων Ορθοδόξων (Παλαιοημερολογιτών) δεν έπρεπε να συμπήξουν "παράλληλη" Σύνοδο και να χειροτονήσουν "παράλληλους" Επισκόπους. 

Όπως είδαμε παραπάνω εν καιρώ γενικευμένης αιρέσεως οι αποτειχισθέντες ορθόδοξοι έχουν δικαίωμα όχι μόνο να έχουν τους δικούς τους επισκόπους, αλλά και να μεταχειρίζονται κάθε θεμιτό μέσο για την καταπολέμηση της.
Για μια τέτοια περίοδο αιρέσεως, πρέπει να έχουμε υπόψιν ότι ισχύει το "εξ ανάγκης και νόμου μετάθεσις γίνεται". Η ανάγκη, δηλαδή η ανωτέρα βία, δικαιολογεί την παράβαση του νόμου. Αυτό είναι βασική αρχή του Δικαίου, και του Εκκλησιαστικού. Για να γίνει αυτό κατανοητό πρέπει να δοθεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Η παραβίαση του φωτεινού σηματοδότη και η υπερβολική ταχύτητα είναι αδικήματα που τιμωρούνται με βάση τον Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας. Όταν όμως ένα πυροσβεστικό όχημα ή ένα ασθενοφόρο ή ένα περιπολικό κληθούν σε μια περίπτωση ανάγκης μπορούν να αναπτύξουν υπερβολική ταχύτητα, προβαίνοντας και σε παραβίαση του φωτεινού σηματοδότη, μιας και δεν υποχρεούνται σε τήρηση των σχετικών διατάξεων του Κ.Ο.Κ. Οπότε το ερώτημα που πρέπει να γίνει είναι το εξής: "Υπήρχε ανάγκη για την δημιουργία "παράλληλης" Συνόδου των Παλαιοημερολογιτών ή όχι;".
Όπως φαίνεται μέσα από τα κείμενα του Ηγέτη του Αγώνος των Παλαιοημερολογιτών, Αγίου πρ. Φλωρίνης Χρυσοστόμου, βεβαίως και υπήρχε ανάγκη για την δημιουργία Συνόδου, η οποία όμως δεν θεωρήθηκε ως "άλλη", "νέα", "παράλληλη" ή "δεύτερη" Εκκλησία, ενώ το βλέμμα του πρ. Φλωρίνης ήταν στραμμένο πάντοτε προς την σύγκληση Πανορθοδόξου Συνόδου στην οποία αποσκοπούσε ο Αγώνας:
"Τὰς τοιαύτας ἀδικίας καὶ παρανομίας τῆς Ἐκκλησίας βλέποντες ἡμεῖς καὶ μὴ ἐπιθυμοῦντες νὰ ἔχωμεν δι’ αὐτὰς βεβαρυμένην τὴν συνείδησιν ἡμῶν, ἀφοῦ μάτην πολλάκις εἰς τὴν Σύνοδον τῆς Ἱεραρχίας παρεκαλέσαμεν αὐτήν, ὅπως ἐπανέλθῃ εἰς τὸ πάτριον ἑορτολόγιον καὶ ἐνώσῃ τοὺς Χριστιανοὺς διὰ τῆς ἄρσεως τοῦ προξενηθέντος σκανδάλου, ἤχθημεν μετὰ πολλῆς θλίψεως καὶ συνοχῆς καρδίας εἰς τὴν ἀπόφασιν νὰ κηρύξωμεν δι’ ἐγγράφου ἡμᾶς αὐτοὺς ἐν Ἐκκλησιαστικῇ ἀκοινωνησίᾳ μετὰ τῆς Διοικούσης Ἐκκλησίας καὶ να δώσωμεν μίαν ποιμαντορικὴν προστασίαν πρὸς τὴν μερίδαν τῶν ἀκολουθούντων τὸ πάτριον ἑορτολόγιον, ὅπερ ἐθέσπισεν ἡ Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος... Ἡμεῖς ἔχοντες ὑπόψιν τοὺς Κανόνας καὶ τὸ Καταστατικὸν ἐκ τῆς κηρύξεως ἡμῶν ὡς ἐκπτώτων ἄνευ διαδικασίας τινός, ἤχθημεν εἰς τὸ συμπέρασμα ὅτι ἡ Διοικοῦσα Σύνοδος ἐνέκρινεν τὸ ἀποκοινωνητικὸν ἡμῶν ἔγγραφον, ὁπότε ἔδει νὰ μεριμνήσωμεν καὶ ἡμεῖς  ὡς προσωρινὴ πλέον Ἐκκλησιαστικὴ Ἀρχὴ τῶν παλαιοημερολογιτῶν διὰ τὰς θρησκευτικὰς ἀνάγκας αὐτῶν, πρώτη ἐκ τῶν ὁποίων ἦτο καὶ ἡ ἀνάδειξις Ἐπισκόπων εἰς τὰ ἐπαρχιακὰ τμήματα, ὅπου ὑπῆρχον συμπαγεῖς μᾶζαι παλαιοεορτολογιτῶν. Ἰδοὺ διατὶ προέβημεν εἰς χειροτονίαν τεσσάρων Ἐπισκόπων, καθ’ ὃ εἴχομεν δικαίωμα ἐκ τῶν θείων καὶ ἱερῶν Κανόνων. Εἰς τὴν χειροτονίαν ταύτην τῶν Ἐπισκόπων προέβημεν καὶ διὰ τὰς θρησκευτικὰς ἀνάγκας τῶν ὀκτακοσίων καὶ πλέον Παραρτημάτων τῶν παλαιοημερολογιτῶν ἐν ταῖς διαφόροις ἐπαρχίαις, ἀλλὰ καὶ ἵνα δώσωμεν εἰς τὴν Διοικοῦσαν Ἐκκλησίαν καὶ τὴν Κυβέρνησιν νὰ ἐννοήσῃ καὶ ἐκτιμήσῃ δεόντως τὴν σοβαρότητα τοῦ ἐγχειρήματος ἡμῶν, ἀποσκοποῦντος τὴν ἄρσιν τοῦ σκανδάλου καὶ τὴν ἕνωσιν τῶν Χριστιανῶν, διὰ τῆς ἀναστηλώσεως τῆς Ὀρθοδόξου καὶ αἰωνοβίου ἑορτολογικὴς παραδόσεως" (Τὸ ἡμερολόγιον ἐν σχέσει πρὸς τὴν Ὀρθόδοξον Ἀνατολικὴν Ἐκκλησίαν  – 31/3/1938).
"Οὐδεὶς ποτὲ τῶν ἐγκρατῶν τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου, καὶ τῶν ἐχόντων ὀρθόδοξον παλμὸν δύναται  νὰ διϊσχυρισθῇ σοβαρῶς, ὅτι οἱ Παλαιοημερολογῖται ἀποτελοῦν δευτέραν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν ἐν τῷ Κράτει, ἀλλὰ τὴν πατροπαράδοτον καὶ Ἀκαινοτόμητον Αὐτοκέφαλον Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τῆς Ἐλλάδος. Διότι, ὅσῳ καὶ ἂν παρουσιάζωνται κατὰ τὸ φαινόμενον καὶ τὴν ἐξωτερικὴν ἐκδήλωσιν τῆς πίστεως, ὡς ἔχοντες ἰδίαν λατρείαν, ἰδίους εὐκτηρίους οἴκους, καὶ ἰδίους Λειτουργοὺς, οὐχ ἧττον ὅμως οὕτοι, καίτοι διατελοῦν ἐν ἀκοινωνησίᾳ πρὸς τὴν καινοτομήσασαν Ἱεραρχίαν, ὡς ἐχόμενοι στεῤῥῶς τῶν Παραδόσεων καὶ τῶν Θείων καὶ Ἱερῶν Κανόνων, ἀποτελοῦν ἐν τῇ Κανονικότητι, οὐχὶ ἰδιαιτέραν Ἐκκλησίαν ἐκείνης μεθ’ ἧς διέκοψαν προσωρινῶς διὰ λόγους Κανονικοὺς τὴν Ἐκκλησιαστικὴν ἐπικοινωνίαν, ἀλλὰ τὴν ἀνύστακτον φρουρὰν, τὴν ἀγρύπνως φρυκτωρούσαν ἐπὶ τῶν ἀδαμαντίνων ἐπάλξεων τῆς Μιᾶς Ὀρθοδόξου Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας... ἡ μερὶς τῶν Παλαιοημερολογιτῶν, μὴ συσταθεῖσα καὶ ἀναγνωρισθεῖσα ὡς ἰδία Ἐκκλησία ὑπὸ μιᾶς Πανορθοδόξου Συνόδου, δὲν δύναται νὰ ἀποτελῇ ἰδιαιτέραν Ἐκκλησίαν ἐκείνης, ἐξ ᾖς προσωρινῶς ἀπέσχισεν ἑαυτήν, ἵνα μὴ καταστῇ συνένοχος μὲ τὴν Ἱεραρχίαν διὰ τὴν μονομερῆ καινοτομίαν. Καὶ οὐ μόνον ἡ μερὶς αὕτη δὲν διχάζει τὴν Ἐκκλησίαν, ἀλλὰ ἀποτελεῖ ἐν τῷ πλαισίῳ τῆς Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἐλλάδος τὴν φαεινὴν καὶ ἀλύμαντον πλευρὰν τῆς Ὀρθοδόξου ἐννοίας Αὐτῆς. Ὥστε ἡμεῖς, οἱ ἀκολουθοῦντες τὸ ἐκ παραδόσεως ἑορτολογικὸν καθεστὼς καὶ σεβόμενοι, ὡς ὀφείλομεν, μᾶλλον τὰς Ἀποστολικὰς καὶ Συνοδικὰς Διατάξεις, παρὰ τάς ἀντικανονικὰς τῆς Ἱεραρχίας ἀποφάσεις, οὐ μόνον δὲν ἀποτελοῦμεν ἰδιαιτέραν Σχισματικὴν Ἐκκλησίαν, ἀλλὰ ἐν τῷ πλαισίῳ τῆς Μιᾶς Ἐκκλησίας ἡμεῖς διεσώσαμεν τὰ χρυσόβουλλα τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Παραδόσεων καὶ συνεχίζομεν τὴν Ἵστορίαν καὶ τὸν χαρακτῆρα τῆς Ὀρθοδοξίας τῆς Αὐτοκεφάλου Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας" (Ἀπολογία εἰς τὸ Ἐφετεῖον Ἀθηνῶν – Ἀθῆναι 29/3/1940).
"…Τὸ διάβημα τοῦτο (σ. ημ. οἱ χειροτονίες τοῦ 1935) ὁμολογοῦμεν ὅτι ὑπῆρξεν ἐσπευσμένον καὶ ἀπὸ Κανονικῆς ἀπόψεως παρακεκινδυνευμένον ὡς πρωθύστερον, ἀλλὰ προέβημεν εἰς τοῦτο ἐπ’ ἐλπίδι πάντοτε, ὅτι τὸ Ἀρχιερατικὸν ἡμῶν Συμβούλιον, ὡς ἐχόμενον στεῤῥῶς τῶν ὀρθοδόξων θεσμῶν καὶ τῶν σεπτῶν παραδόσεων, θὰ ἀνεγνωρίζετο, ἔστω καὶ κατ’ Ἐκκλησιαστικὴν οἰκονομίαν, ὑπὸ τῶν λοιπῶν ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, μέχρι τῆς ὑπὸ μιᾶς πανορθοδόξου Συνόδου ἐγκύρου λύσεως τοῦ ἐπιδίκου ἡμερολογιακοῦ ζητήματος…(Ὑπόμνημα ἀπολογητικὸν ὑπὲρ ἀναστηλώσεως τοῦ Πατρίου Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου -  1945).
"Εἰς τὴν παροχὴν δὲ τῆς ἐλευθερίας ταύτης (σ. σ. τῆς ἄσκησης τῶν θρησκευτικῶν καθηκόντων τῶν παλαιοημερολογιτῶν), ἀντιτάσσει ἡ νεοημερολογιτικὴ Ἱεραρχία τὸ veto, ἤτοι τὴν ἄρνησιν, διατεινομένη, ὅτι ἡ Πολιτεία δὲν δύναται νὰ ἔχῃ εἰς τὴν ἐπικράτειαν αὐτῆς δύο Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας, μίαν νεοημερολογητικὴν καὶ μίαν παλαιοημερολογητικήν. Εἰς τοῦτο δὲ διαφωνοῦμεν ἡμεῖς, ὑποστηρίζοντες ὅτι μὲ τὴν κατ’ οἰκονομίαν παροχὴν ἐλευθερίας, εἰς τὴν θρησκευτικὴν ὀργάνωσιν τῶν παλαιοημερολογιτῶν μέχρι τῆς ἐγκύρου καὶ Κανονικῆς διευθετήσεως τοῦ ἡμερολογιακοῦ ζητήματος, ἐπιδίκου ὄντως ὡς ἔφθην εἰπὼν ἐνώπιον τῆς μελλούσης πανορθοδόξου Συνόδου, δὲν δημιουργεῖται Δευτέρα Ἐκκλησία, ἀλλὰ μία μειοψηφία τῆς Ἐκκλησίας διαφωνοῦσα πρὸς τὴν πλειοψηφίαν τῆς Ἱεραρχίας καὶ συνεχίζουσα τὴν ἱστορίαν τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας ὑπὸ τὴν ἄκρατον ὀρθοδοξίαν λυμανθεῖσαν διὰ τῆς ἡμερολογιακῆς καινοτομίας. Ἡ γνώμη τῆς Ἱεραρχίας, ὅτι μὲ τὴν παροχὴ ἐλευθερίας εἰς τοὺς παλαιοημερολογίτας δημιουργεῖται Δευτέρα Ἐκκλησία καὶ κράτος ἐν κράτει, ὡς λέγουν, δὲν εἶνε ἀληθής, διότι αἱ Ἐκκλησίαι, δὲν φυτρώνουν ὡς μύκητες εἰς τὸν περίβολον τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλ’ ἱδρύονται καὶ προικίζονται διὰ τῆς Χάριτος καὶ τῶν Μυστηρίων ὑπὸ τῆς ὅλης Ἐκκλησίας, ὡς Ταμιούχου τῆς Χάριτος καὶ τῆς εὐλογίας. Ἡ γνώμη αὐτὴ τῆς Ἱεραρχίας, καθ΄ ἣν μία μερὶς Κληρικῶν καὶ λαϊκῶν ἀποσπωμένη προσωρινῶς ἀπὸ τῆς Ἐκκλησίας διὰ λόγους διαφωνίας εἴς τι ἐκκλησιαστικὸν ζήτημα ἐπίδικον καὶ ἰάσιμον κατὰ τὸν Μ Βασίλειον, μέχρι τῆς ἄρσεως τῆς διαφωνίας ὑπὸ Κανονικῆς πανορθοδόξου Συνόδου ὄζει προτεσταντισμοῦ, παρέχοντος εἰς μεμονωμένα ἄτομα τὸ δικαίωμα νὰ ἰδρύουν ἰδίαν Ἐκκλησίαν ἄνευ τῆς γνώμης καὶ τῆς εὐλογίας τῆς ὅλης Ἐκκλησίας. Καὶ τοῦτο, διότι οἱ προτεστάνται φρονοῦν καὶ πιστεύουν ὅτι ἡ ἔμπνευσις καὶ ἡ θέλησις τοῦ Παναγίου Πνεύματος εἰς τὰ ζητήματα τῆς πίστεως καὶ τοῦ ἁγιασμοῦ ἐμφαίνεται καὶ ἐκδηλοῦνται καὶ διὰ τῶν μεμονωμένων ἀτόμων ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὴν γνώμην τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, φρονούσης καὶ πιστευούσης, ὅτι ἡ ἔμπνευσις καὶ ἡ ἐνέργεια τοῦ Παναγίου Πνεύματος ἐκδηλοῦται ὑπὸ τῆς ὅλης Ἐκκλησίας τῆς ἑρμηνευούσης καὶ ὀρθοτομούσης τὸν λόγον τῆς θείας ἀληθείας… Ἡμεῖς ὅμως οἱ ποιμένες τῶν παλαιοημερολογιτῶν, γνῶσται τοῦ Κανονικοῦ δικαίου καὶ μὲ ὀρθόδοξον παλμόν, διϊσχυριζόμεθα ὅτι δὲν ἀποτελοῦμεν δευτέραν Ἐκκλησίαν ἐν τῷ Κράτει, ἀλλὰ στεντορείᾳ τῇ φωνῇ διακηρύττομεν, ὅτι ἡμεῖς μένοντες πιστοὶ εἰς τὰ δεδογμένα καὶ ἡμῖν παραδεδομένα ὑπὸ τῶν 7 Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἀποτελοῦμεν, καίπερ μειοψηφία, τὴν πατροπαράδοτον καὶ ἀκαινοτόμητον Ἑλληνικὴν Ἐκκλησίαν, ἧς τὴν ἱστορία συνεχίζομεν ὑπὸ τὴν ἄκρατον ἔννοιαν τῆς ὀρθοδοξίας. Ἀληθῶς, ὅσῳ καὶ ἂν παρουσιαζώμεθα κατὰ τὸ φαινόμενον εἰς τὴν λατρείαν ἡμῶν μὲ ἰδίους εὐκτηρίους οἴκους καὶ μὲ ἰδίους λειτουργούς, οὐχ ἧττον ὅμως καίπερ διατελοῦντες ἐν ἀκοινωνησίᾳ μετὰ τῆς καινοτομησάσης Ἱεραρχίας ἡμεῖς ἀποτελοῦμεν δυνάμει οὐχὶ δευτέραν Ἐκκλησίαν, ἀλλὰ τῇ ἁγνὴν καὶ ἀλύμαντον ἔννοιαν Αὐτῆς καὶ τὴν ἀνύστακτον φρουρὰν τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας, τὴν ἀγρύπνως φρυκτωρούσαν ἐπὶ τῶν θεοδμήτων καὶ ἀκαταλύτων ἐπάλξεων τῆς περιπύστου καὶ περιμαχήτου Ὀρθοδοξίας" (Ἀναίρεσις τῆς ἡμερολογιακῆς πραγματείας τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου κ. Δωροθέου Κοτταρᾶ – Δεκέμβριος 1947).
"…ἡ Διοικοῦσα Ἱεραρχία διὰ τῆς ἡμερολογιακῆς καινοτομίας ἔπαυσε νὰ ἀντιπροσωπεύῃ τὴν ὀρθόδοξον ἔννοιαν τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας. Συνεπῶς Αὕτη χωρισθεῖσα ἀπὸ τὸν κορμὸν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἀπετέλεσεν ἰδιαιτέραν Ἐκκλησίαν, διάφορον τῆς ἀρχαίας κατὰ τὸ ἀκραιφνὲς καὶ ἀκαινοτόμητον πνεῦμα τῆς Ὀρθοδοξίας καταστᾶσα οὕτως ὑπόδικος ἐνώπιον τῆς καθόλου ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Κατὰ ταῦτα ἡ Δ. Ἱεραρχία ἐκκλίνασα ἐκ τοῦ θριγγοῦ τῆς ἀκριβοῦς ὀρθοδοξίας παρ’ ὅλον τὸν ἐξωτερικὸν τύπον καὶ τὸν ἀριθμὸν αὐτῆς, ἔπαυσεν ὡς ἀνωτέρω ἐλέχθη, νὰ ἐκπροσωπῇ τὴν ὀρθόδοξον ἔννοιαν τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας. Ταύτης τὴν ὀρθόδοξον ἔννοιαν καὶ σημασίαν ἐκπροσωποῦσιν οἱ Ἱεράρχαι, ὁ Κλῆρος καὶ ὁ λαὸς οἱ ἀκολουθοῦντες τὴν πολιὰν ἡμερολογιακὴν παράδοσιν, τὴν καθιερωθεῖσαν ὑπὸ Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ κυρωθεῖσαν ὑπὸ τῆς αἰωνοβίου πράξεως τῆς ὅλης Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ὥστε ἐν τῷ Κράτει δὲν ὑπάρχουσι δύο ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι ἀλλὰ μία, ἧς τὸν μὲν τύπον καὶ τὸν ῥυθμὸν ἐκπροσωπεῖ ἡ πλειοψηφία τῆς Ἱεραρχίας, τὸ πνεῦμα ὅμως καὶ τὴν ἔννοιαν τῆς ὀρθοδοξίας ἐκπροσωπεῖ ἡ μειοψηφία τῆς παλαιοημερολογιτικῆς Ἱεραρχίας καὶ κοινωνίας" (Διαφωτιστικὴ Ἀπάντησις εἰς τὸ ὑπόμνημα τῆς Ἱεραρχίας τῆς κρατούσης Ἐκκλησίας τῆς Ἐλλάδος ἐν σχέσει μὲ τὸ Ἡμερολογιακὸν Ζήτημα – Ἀθῆναι, 1948).
"Δι’ ὃ καὶ ἐφ’ ὅσον οἱ παλαιοημερολογῖται ὀρθῶς κατ’ αὐτοὺς καὶ πάντας τοὺς σεβομένους τοὺς θείους καὶ ἱεροὺς κανόνας θεωροῦν τὴν κρατούσαν Ἐκκλησίαν ὡς ἐκκλίνασαν τοῦ θριγγοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας συνεπείᾳ τῆς ἡμερολογιακῆς καινοτομίας τῆς ἀντιστρατευομένης πρὸς τοὺς ἱεροὺς κανόνας καὶ θιγούσης τὸ Δόγμα τῆς Ἐξωτερικῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας, ἐπὶ τοσούτον οὕτοι δικαιοῦνται κατὰ τὸν ΙΕ΄ κανόνα ΑΒας Συνόδου καὶ πρὸ συνοδικῆς διαγνώμης νὰ διακόψωσι τὴν πνευματικὴν ἐπικοινωνίαν μετὰ τῆς Ἐπισήμου Ἐκκλησίας καὶ νὰ πήξωσιν ἴδιον θυσιαστήριον πρὸς ἐπιτέλεσιν τῶν τῆς λατρείας αὐτῶν δι’ ἰδίων ὁμοφρόνων λειτουργῶν, παρ’ ὧν καὶ μόνον δέχονται τὴν χάριν καὶ τὸν ἁγιασμὸν πρὸς ἰκανοποίησιν τῆς συνειδήσεως αὐτῶν" (Ὑπόμνημα τῆς Ἱεραρχίας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν πρὸς τὴν Α. Ἐξοχότητα τὸν κ. Ὑπουργὸν τῶν Θρησκευμάτων καὶ τῆς Ἐθνικῆς Παιδείας, Ἀθῆναι  1949).
"Ὑπῆρχεν ἐν τῷ παρελθόντι ἐποχή, καθ’ ἣν ἡ παμψηφία σχεδὸν τῆς Ἱεραρχίας ἐν τῷ Βυζαντινῷ Κράτει παρεσύρθη εἰς τὴν αἵρεσιν τοῦ ἐναγοῦς Ἀρείου μετὰ τῆς Βυζαντινῆς πολιτείας, καθ’ ἣν τὴν ἔννοιαν τῆς Ὀρθοδοξίας τῆς Ἐπισήμου Ἐκκλησίας ἀντιπροσώπευεν μία ὀλιγάριθμος μερὶς ὀρθοδόξων ἐν Κων/πόλει μὴ μολυνθεῖσα ὑπὸ τῆς λύμης τοῦ Ἀρειανισμοῦ. Ἡ μερὶς αὕτη διετέλει ὑπὸ τὴν ποιμαντορίαν Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, ὅστις ἐν τῷ παρεκκλησίῳ τῆς Ἀγ. Ἀναστασίας  διὰ κηρυγμάτων ἀποπνεόντων τὸ θυμῆρες καὶ θεῖον ἄρωμα τῆς Ὀρθοδοξίας κατεκεραύνου τὴν κακόδοξον καὶ ψυχοφθόρον αἵρεσιν τοῦ Ἀρείου. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καὶ ἡ μερὶς αὐτοῦ, οὐ μόνον δὲν ἀπετέλεσαν ἰδίαν Ἐκκλησίαν διακόψαντες τὴν Ἐκκλησιαστικὴν ἐπικοινωνίαν μετὰ τῆς Ἀρειανιζούσης Ἱεραρχίας, ἀλλὰ καὶ ὡς ὀρθοδοξοῦντες ἐχρησίμευσαν μετέπειτα ὡς ἀρραβὼν διὰ τὴν ἐπιστροφὴν τῆς ὅλης Ἐκκλησίας ἐν τῷ περιβόλῳ τῆς Ὀρθοδοξίας, διὰ τῆς ἀποπτύσεως τῆς Ἀρειανῆς αἱρέσεως καὶ μιαρὰς κακοδοξίας. Ὥστε δεδομένου, ὅτι τὴν ὑπόστασιν τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ τὸ Ὀρθόδοξον πνεῦμα καὶ ὄχι ὁ τύπος καὶ ὁ ἀριθμός, οἴκοθεν ἐννοεῖται ὅτι τὴν ἀρχαίαν καὶ ἀκαινοτόμητον Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος ἀποτελοῦμεν καὶ ἐκπροσωποῦμεν ἡμεῖς ὡς συνεχισταὶ τῶν πατρῴων παραδόσεων καὶ τῶν Ὀρθοδόξων θεσμῶν καὶ ὄχι οἱ καινοτόμοι Ἀρχιερεῖς, οἵτινες ἀποτελοῦν τὸν τύπον καὶ τὸν ἀριθμόν" (Κρίσεις ἐπὶ τῶν τροπολογιῶν ἐπὶ τοῦ ἄρθρου 1 καὶ 2 τοῦ Σχεδίου Συντάγματος τῆς Ἐπιτροπῆς ἐπὶ τῆς ἀναθεωρήσεως τοῦ Συντάγματος τοῦ κ. Κ. Τσάτσου Βουλευτοῦ Ἀθηνῶν, Ἀθῆναι 1949).

Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι από μόνη της η αποτείχιση ή η χειροτονία "παραλλήλων" επισκόπων δεν είναι κάτι θετικό ή αρνητικό για την Εκκλησία [22]. Αν οι παραπάνω τρόποι αντίδρασης στην αίρεση στοχεύουν στην επανάπαυση είναι απορριπτέοι. Αν στοχεύουν στην επαγρύπνηση και στην λύτρωση από την αίρεση, διά του ορθοδόξου αντιαιρετικού αγώνος, τότε είναι επαινετοί.
Έτσι αν θεωρήσουμε αυτοσκοπό είτε την αποτείχιση ("αποτειχιζόμαστε και αφού λυτρωθήκαμε από την κοινωνία με την αίρεση δεν μας μέλλει για το τί θα γίνει"), είτε την "παράλληλη" Σύνοδο ("έχουμε τους επισκόπους μας και αφού λυτρωθήκαμε από την κοινωνία με την αίρεση δεν μας μέλλει για το τί θα γίνει") βρισκόμαστε σε πλάνη. Αντιθέτως αν θεωρήσουμε μέσο την αποτείχιση και προσωρινή κατάσταση την "παράλληλη" Σύνοδο, και θεωρήσουμε ότι είναι "καιρός ομολογίας, καιρός ενστάσεως, καιρός αθλήσεως" [23] και συνεχίσουμε επομένως ακατάπαυστα τον Ιερό Αγώνα για την συντριβή της αιρέσεως και τον θρίαμβο της Ορθοδοξίας, διά συγκλήσεως Μεγάλης Συνόδου Ορθοδόξων, τότε καλώς βαδίζουμε!
Διαβάζουμε σε περισπούδαστο βιβλίο του Αγίου Γέροντος Χρυσοστόμου των Σπετσών τα εξής σημαντικά: "Η έννοια της Ορθοδόξου Ενστάσεως περιλαμβάνει την "Αποτείχισι" αλλά δεν εξαντλείται σε αυτήν. Απαιτείται ένας συνεχής αγών, μία κατά τον Μέγαν Βασίλειο "καρτερά και ανένδοτος ένστασις" "υπέρ της Αληθείας", η οποία αρχίζει πρακτικώς με την "Αποτείχισι",συνεχίζεται με την διακήρυξι της Αληθείας και την αναίρεσι της πλάνης, ολοκληρώνεται δε με την κατάκρισι της αιρέσεως και των αμετανοήτων αιρετικών υπό Ορθοδόξου Συνόδου" [24].
Ο σκοπός λοιπόν του Αγώνα είναι η σύγκληση Ορθοδόξου Συνόδου. Εκεί αποσκοπούσε και η Αποτείχιση, αλλά και η δημιουργία της Ιεραρχίας των Παλαιοημερολογιτών το 1935, όπως είδαμε παραπάνω. Και τότε υπήρχε κυρίως ο νεωτερισμός του ημερολογίου. Με τα χρόνια, που ολοένα και περισσότερο αποκαλυπτόταν ολόκληρο το οικουμενιστικό σχέδιο, η ανάγκη για ορθοδόξους επισκόπους έγινε μεγαλύτερη, μιας και βιώνουμε την Οικουμενιστική Αποστασία,παρόμοια με την αποστασία της Ουνίας της Βρέστης, αλλά σε παγκόσμιο επίπεδο! Πλέον η συντριπτική πλειοψηφία των επισκόπων των "επισήμων ορθοδόξων Εκκλησιών" θεωρεί τον Πάπα ως πρώτο αρχιερέα, ενώ αναγνωρίζει (και συνοδικώς διά της εν Κολυμπαρίω Ψευδοσυνόδου) την εκκλησιαστικότητα των αιρετικών της Δύσεως. Έχουν ή δεν έχουν λοιπόν δικαίωμα οι Ορθόδοξοι να έχουν Επισκόπους και να συγκροτούν κατά τόπους Συνόδους; Βεβαίως και έχουν! Αυτό που δεν έχουν δικαίωμα είναι να επαναπαυθούν στο ότι αυτοί αποτελούν την Εκκλησία και να θεωρήσουν ότι δεν απαιτείται Αγώνας για Μεγάλη Σύνοδο Ορθοδόξων, που θα ενώσει όλους τους αληθινά ορθοδόξους και θα καταδικάσει την αίρεση. Όσοι μάλιστα εκ των ορθοδόξων υιοθετούν τέτοιες απόψεις και πρακτικές [25], στέκονται εμπόδιο στον Αγώνα και υπηρετούν - έστω και ανεπιγνώστως -  την αίρεση!
Ουδείς δεν αμφιβάλει ότι στον σχεδόν εκατονταετή Αγώνα των Παλαιοημερολογιτών δεν έγιναν λάθη και διασπάσεις άνευ ουσιαστικού λόγου. Σήμερα όμως υπάρχει ελπίδα. Το 2014 έγινε η ένωση των δύο μεγαλυτέρων Συνόδων των Παλαιοημερολογιτών με βάση ένα σημαντικό Εκκλησιολογικό Κείμενο. Σε αυτό (συγκεκριμένα στο Ζ΄ μέρος αυτού) διακηρύσσεται, η αναγκαιότητα της Μεγάλης Συνόδου των πραγματικά Ορθοδόξων, ως εξής:
"Τὸ ἀναγκαῖον σήμερον εἶναι, ἐπὶ τῇ βάσει τῆς κοινῆς καὶ Ὀρθῆς Ὁμολογίας τῆς Πίστεως, ἡ ἕνωσις εἰς ἕν κοινὸν Σῶμα πασῶν τῶν Τοπικῶν Ἐκκλησιῶν τῆς Γνησίας Όρθοδοξίας, προκειμένου νὰ δηµιουργηθοῦν αἱ προϋποθέσεις πρὸς συγκρότησιν/σύγκλησιν Μείζονος Γενικῆς Συνόδου Αὐτῶν, πανορθοδόξου ἐμβελείας καὶ κύρους, διὰ τὴν δραστικὴν ἀντιμετώπισιν τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουµενισµοῦ, ὡς καὶ τοῦ ποικιλομόρφου Συγκρητισμοῦ, ἐπίσης δὲ καὶ διὰ τὴν ἐπίλυσιν ποικίλων προβλημάτων καὶ ζητημάτων πρακτικῆς καὶ ποιμαντικῆς φύσεως, ἅτινα ἀπορρέουν ἐκ τούτων καὶ ἀπασχολοῦν τὴν ζωὴν τῆς Ἐκκλησίας γενικῶς, ἀλλὰ καὶ τῶν πιστῶν εἰδικῶς, ὥστε νὰ διασφαλισθῆ ὁ σύνδεσμος τῆς ἐν Χριστῷ Εἰρήνης καὶ Ἀγάπης. Ἡ ἀνάγκη αὕτη καθίσταται κατανοητὴ ἐκ τοῦ ὅτι ἡ ἀληθὴς Ἐκκλησία, ὡς τὸ πραγματικὸν Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ὡς ἐκ τῆς φύσεως Αὐτῆς Καθολικὴ ἐν τῇ πληρότητι τῆς Ἀληθείας, τῆς Χάριτος καὶ τῆς Σωτηρίας, ἀποφαίνεται δὲ Συνοδικῶς διὰ τῶν Ἐπισκόπων Αὐτῆς ἔναντι ἑτεροδιδασκαλιῶν καὶ τοῦ ἐξ αὐτῶν παγκοσμίου σκανδάλου· ὡς ἐκ τούτου, ὀφείλει νὰ ἐπιδιώκῃ ἀφ’ ἑνὸς μὲν τὴν διατύπωσιν τῶν Ἀληθειῶν τῆς Πίστεως, πρὸς ὁριοθέτησιν τῆς Ἀληθείας ἔναντι τοῦ ψεύδους, ἀφ’ ἑτέρου δὲ τὴν στηλίτευσιν καὶ καταδίκην τῆς πλάνης καὶ τῆς φθορᾶς ἐκ  τῆς αἱρέσεως καὶ τῶν αἱρετικῶν, διὰ τὴν προστασίαν τοῦ Ποιμνίου, διαπιστώνουσα καὶ διακηρύττουσα τὴν ἤδη ὑφισταμένην ἔκπτωσιν τῶν αἱρετικῶν. Οὕτως, ἐν Συνόδῳ Μεγάλῃ καὶ Γενικῇ τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, δέον ὅπως διακηρυχθῇ πάσῃ τῇ κτίσει, ἀφ’ ἑνὸς μὲν ἡ ἐν ἡμῖν Μοναδικὴ Ἐλπὶς, ὡς μόνη διέξοδος ἐξ ὅλων τῶν ἀδιεξόδων «διὰ τοὺς μέλλοντας κληρονομεῖν σωτηρίαν», ἀφ’ ἑτέρου δὲ ἡ πλήρης καὶ ὁριστικὴ ἀντίθεσις, ὡς ἀλληλοαποκλειομένων, Ὀρθοδοξίας καὶ Συγκρητισμοῦ,οἰκουμενιστικῆς καὶ σεργιανιστικῆς κατευθύνσεως, πρὸς δόξαν τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, Θεομητορικαῖς,  Ἀποστολικαῖς, καὶ Πατερικαῖς πρεσβείαις" [26].

Γι' αυτό και από το 2014 και μετά ακολουθούμε συνειδητά και αποκλειστικά την Σύνοδο των Παλαιοημερολογιτών (διαδόχων του φρονήματος του πρ. Φλωρίνης, που έχουν Αποστολική Διαδοχή από την Εκκλησία της Ρωσικής Διασποράς)  υπό τον Αρχιεπίσκοπο αυτής κ. Καλλίνικο, επειδή αγωνίζεται για την Ορθοδοξία διά συγκλήσεως Μεγάλης Συνόδου Ορθοδόξων.
Καλούμε δε κάθε καλοπροαίρετο πιστό, κληρικό ή λαϊκό, να πλαισιώσει τις τάξεις του Ιερού Αγώνος, εγκαταλείποντας τους οικουμενιστές λυκοποιμένες και τους κοινωνούντες με αυτούς, και απορρίπτοντας τις εσωστρεφείς τακτικές και τους μοναχικούς δρόμους που υποκρύπτουν υπερηφάνεια και αδιαφορία για την Εκκλησία.
Όσοι πιστοί προσέλθετε!  


Νικόλαος Μάννης


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] π. Ευθυμίου Τρικαμηνά, Η διαχρονική συμφωνία των Αγίων Πατέρων..., Τρίκαλα, 2012, σελ. 245. 
[2] Στο ίδιο, σελ. 248.
[3] Στο ίδιο, σελ. 314.
[5] Παναγιώτου Τσάλλου, Τί εστιν Αλήθεια;
[6] Ιωσήφ Μοναχού, Απάντηση (1η) (2012), Απάντηση (1η) επηυξημένη (2012) καιΑπάντηση 2η (2014) στον π. Ευθύμιο Τρικαμηνά.
[7] π. Ευθυμίου Τρικαμηνά, Ανταπάντηση 1η και Ανταπάντηση 2η στον μ. Ιωσήφ. 
[8] "Καὶ μετάγεται Δημόφιλος ἀπὸ Βεῤῥοίας ἐν Κωνσταντινουπόλει, Οὐάλεντος τοῦ βασιλέως συνοδικὴν ὑποκριναμένου ψῆφον... ἐγκαθίσταται τῇ Κωνσταντινουπόλει ὑπὸ Θεοδώρου μάλιστα τοῦ Ἡρακλείας ἐπισκόπου. Ἐδόκει γὰρ τὸ προνόμιον οὖτος ἔχειν τῆς τοιαύτης ἱερουργικῆς ἐνεργείας. Πολλοὶ δὲ τοῦ παρόντος ὄχλου, ἐν τῇ τοῦ Δημοφίλου καθιδρύσει, ἀντὶ τοῦ ἄξιος, ἀνεβόων τὸ ἀνάξιος" (P.G. 65, 576).
[9] P.G. 65, 556 και 569.
[10] Για την χειροτονία του Ευαγρίου από τον Άγιο Ευστάθιο βλέπε στους Σωκράτη Σχολαστικό (P.G. 67, 497-500) και Ερμεία Σωζομενό (P.G. 67, 1328).
[11] Για την χειροτονία του Παυλίνου από τον Λουκίφερο βλέπε στους Σωκράτη (P. G. 67, 388-389) και Σωζομενό (P. G. 67, 1249-1252).
[12] https://en.wikipedia.org/wiki/Polish%E2%80%93Lithuanian_Commonwealth
[13] Ο Μητροπολίτης εκεί σήμαινε τον "πρώτο" της Τοπικής Εκκλησίας. Στην δική μας αντιστοιχία δηλαδή "Αρχιεπίσκοπος-Μητροπολίτες", εκεί ήταν "Μητροπολίτης-Επίσκοποι".
[14] Ολόκληρη η επιστολή στο Εκκλησιαστικός Φάρος, ΝΣΤ΄ (1974), σελ. 536-541. Το επίμαχο σημείο στην σελ. 538.
[15] Ω, να ζούσε τότε ο "Ιαβέρης του Κανονικού Δικαίου" - και διδάσκαλος των νεοαποτειχισμένων - Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος τί θα έλεγε για την "παρανομία" αυτήν.
[16] Χρυσοστόμου Παπαδόπουλου, Οι πατριάρχαι Ιεροσολύμων ως πνευματικοί χειραγωγοί της Ρωσίας κατά τον ΙΖ΄ αιώνα, Ιεροσόλυμα, 1907, σελ. 60.
[17] Οι χειροτονηθέντες ήταν ο Κιέβου Ιώβ, ο Βλαδιμηρ Ιωσήφ, ο Λουτσκ Ισαάκιος, Πολοτσκ Μελέτιος, Πινσκ Αβράμιος (από Σταγών), Χελμ Παΐσιος και Περεμυσλ Ησαΐας.
[18] Οι πιο γνωστοί ουνίτες επίσκοποι ήταν ο Κιέβου Ιωσήφ και ο Πολοτσκ Ιωσαφάτ, ένας στυγνός εγκληματίας τον οποίο σκότωσαν ζηλωτές ορθόδοξοι που δεν άντεξαν άλλο τα φρικτά του εγκλήματα (ένα από τα πολλά, ήταν ο βανδαλισμός των ορθοδόξων νεκροταφείων, μιας και διέταζε να ξεθάβονται οι σοροί των ορθοδόξων και να γίνονται τροφή των αδέσποτων σκυλιών). Τον αγιοποίησαν οι παπικοί και τον τιμούν ως μάρτυρα...
[19] John-Paul Himka, Religion and Nationality in Western Ukraine, Montreal and Kingston: McGill-Queen's University Press, 1999, σελ. 28 (μετάφρ. ημετ.).
[20] Σε μελλοντικό άρθρο θα γίνει λόγος για τις διώξεις αυτές και την τραγική ομοιότητά τους με τις διώξεις των νεοημερολογιτών κατά των παλαιοημερολογιτών στην Ελλάδα.
[21] Για την ανασύσταση της Ιεραρχίας στην Ουκρανία από τον Ιεροσολύμων Θεοφάνη βλέπε στα α) Andrzej Borkowski,  Αγώνας των Ορθοδόξων Πατριαρχείων κατά της Ουνίας, Αθήνα, 2008, σελ. 235, β) Χρυσοστόμου Παπαδόπουλου, ό.π., σελ. 60, γ) Θεοδώρου Βαλλιάνου, Ιστορίας της Ρωσσικής Εκκλησίας, Αθήνα, 1851, σελ. 196, δ) Βλασίου Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία της Ρωσίας, εκδ. ε΄ Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα, 2005, σελ. 290, ε) π. Γεωργίου Φλωρόφκσυ, Σταθμοί της Ρωσικής Θεολογίας, μέρος α΄, εκδ, Πουρναρά, Θεσσαλονίκη, 1986, σελ. 95.
[22] Η αποτείχιση από τους αιρετικούς είναι βεβαίως σωτήρια, επί προσωπικού επιπέδου, μιας και με την απομάκρυνση από τους αιρετικούς, λυτρώνεται ο αποτειχιζόμενος από την ψυχοκτόνο κοινωνία με την αίρεση.
[23] Αγ. Θεοδώρου Στουδίτου, P.G. 99, 1013.
[24] Αρχιμ. Χρυσοστόμου Σπύρου, Η αποτείχισίς μου, Σπέτσες, 2008, σελ. 32-33.
[25] Την άρνηση αναγκαιότητας της  Μεγάλης Συνόδου Ορθοδόξων υιοθετούν οι Ματθαιϊκοί , λόγω των γνωστών εκκλησιολογικών θέσεών τους. Αλλά και οι νεοημερολογίτες νεοαποτειχισμένοι , οι οποίοι "προφητεύοντας" πως η "εσχάτη αίρεση δεν θα καταδικαστεί από εκκλησιαστική Σύνοδο" ουσιαστικά κρατούν μια εσωστρεφή και μοιρολατρική στάση (που περιορίζεται μόνο στην Αποτείχιση), επηρεασμένη από την αιρετική εκκλησιολογία του Επιφανίου Θεοδωρόπουλου, η οποία ταυτίζει την Εκκλησία του Χριστού με τους εκάστοτε διοικούντες Αυτήν (βλέπε σχετικά εδώ: https://paterikiparadosi.blogspot.gr/2016/08/blog-post_40.html ).
[26] Ἡ Γνησία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἔναντι τῆς Αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, Θέματα Δογματικὰ καὶ Κανονικὰ ( http://www.ecclesiagoc.gr/index.php/ekklisiologika/384-i-gnisia-or8odoksi-ekklisia-enanti-tisairesews-tou-oikoymenismou-8emata-dogmatika-kanonika ).