A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Τετάρτη 11 Νοεμβρίου 2015

Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΗΣ ΦΘΟΡΑΣ ΚΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΦΘΑΡΣΙΑΣ (Φώτης Κόντογλου)

Βαθειά μελαγχολία αισθάνεται κανένας, βλέποντας με πόση αγάπη και με τι ζήλο καταγίνονται οι άνθρωποι να χτίσουνε τα σπίτια τους και τα εξοχικά τους, να τα στολίσουνε απ’ έξω κι από μέσα, να βάλουνε έμορφα έπιπλα, ακριβά χαλιά, βιβλιοθήκες, έργα της τέχνης, πολυέλαια και πολύφωτα, να φυλάξουνε στα ντουλάπια τα καλά τα ρούχα τους, τα δικά τους και των παιδιών τους, να στολίσουνε τις κάμαρες μ’ ένα σωρό αγαπημένα πράγματα, που τα ξεσκονίζουνε με προσοχή μην τύχει και πάθουνε τίπο­τα, να περιποιηθούνε τους κήπους τους, μ’ έναν λόγο να είναι α­φοσιωμένοι, οι καημένοι, μ’ όλη την ψυχή τους στο να κάνουνε την κατοικία τους ευχάριστη, για να περάσουνε καλή ζωή με την οικογένειά τους και με τους φίλους τους. Σαν καθήσουνε στο τραπέζι με τα καλά τα φαγητά και με τα πιοτά, λάμπουνε τα πρόσωπά τους, τα στόματά τους δεν σωπαίνουνε από τη χαρά που νοιώθουνε, και σαν αποφάνε, πιάνουνε τα τραγούδια και τα αστεία. Πολλοί παίζουνε χαρτιά όλη τη νύ­χτα, και το πρωί είναι σαν άρρωστοι. Αλλοι έχουνε μανία με τις πίπες, άλλοι με τ’ αυτοκίνητα, άλλοι με το ψάρεμα, άλλοι με το κυνήγι, άλλοι με τα θέατρα, άλλοι με τα αθλητικά κι άλλοι με άλλα.

Στη συνοικία που κάθουμαι, το κάθε σπίτι έχει κι έναν κή­πο, μικρόν ή μεγαλύτερον. Καμμιά φορά κάνω έναν μικρόν περί­πατο κι εκεί που σιγοπερπατώ, κυττάζω τα διάφορα σπίτια. Το καθένα έχει τη φυσιογνωμία του. Τα περισσότερα είναι περιποιη­μένα, βαμμένα με έμορφα χρώματα, με καλοκαμωμένες πόρτες και παράθυρα, με αερικές βεράντες, κι αν είναι κανένα παράθυ­ρο ανοιχτό, βλέπεις από μέσα, σε κάποια απ’ αυτά, κανένα συμ­παθητικό έπιπλο, καμμιά παλιά βιβλιοθήκη, δυο τρία κάντρα κα­λά, που ανάμεσά τους βρίσκεται και καμμιά προσωπογραφία. Κι απ’ όλα τούτα νοιώθεις πως εκεί μέσα υπάρχει οικογενειακή ιστο­ρία, πως περάσανε κάποιοι άνθρωποι που δεν ζούνε, αυτοί που φτιάξανε εκείνη τη ζεστή φωλιά με τα καθέκαστά της, που τ’ αγαπήσανε πολύ, μα που μ’ όλη την αγάπη τους και την ευτυχία που τους δίνανε, ήρθε μια μέρα που τ’ αφήσανε και φύγανε βια­στικά, δίχως να κυττάξουνε πίσω τους.

Σαν αρχίζει η άνοιξη ξώλαμπρα κι η καρδιά μας καταλα­βαίνει πιο γλυκά τη ζωή, στέκουμαι για μια στιγμή κοντά στον τοίχο του κήπου κανενός σπιτιού, που έχει πολλά λουλούδια που μοσχοβολάνε. Αν είναι Κυριακή ή γιορτή, ο σπιτονοικοκύρης σκά­βει, κλαδεύει, ποτίζει, περιποιέται τα λουλούδια, αφωσιωμένος στη δουλειά του, ευτυχισμένος. Πολλές φορές τον βοηθά η γυναίκα του, ο γυιός του ή η κόρη του. Βλέπεις και χαίρεσαι την ειρηνι­κή ζωή εκείνων των ανθρώπων κι από μέσα σου παρακαλείς τον Θεό να τους αφήσει να τη χαρούνε.

Μα, την ίδια στιγμή, έρχεται στον νου σου η σκέψη πως όλα αυτά στέκουνται στον αγέρα, και φτάνει ένα φύσημα για να εξα­φανισθούνε όλα και τ’ αναπαυτικά σπίτια κι οι ωραίοι κήποι και οι χαρούμενες συναναστροφές και τα πλούτη, μαζί με τους αν­θρώπους που τάχουνε. Μια μαύρη αντάρα σκεπάζει την καρδιά μου, η σκέψη της φθοράς και του θανάτου, και θολώνει τα μάτια μου και με δακρυσμένα μάτια κυττάζω ανάμεσα από τα λουλούδια του μαντρότοιχου εκείνους τους ευτυχισμένους ανθρώπους, που εί­ναι αφωσιωμένοι στην ευτυχία τους, ανύποπτοι απ’ ό,τι συλλογίζουμαι κι απ’ ό,τι γίνεται γύρω τους. Μπορεί να περάσω από δω ύστερ’ από λίγες μέρες και να δω κολλημένο δίπλα στην πόρτα ε­κείνο το χαρτί με τη μαύρη κορνίζα.

Λοιπόν, πώς να μην αναστενάξεις, πώς να ψευτογελάσεις τον εαυτό σου, αφού ο άνθρωπος κι όλα όσα κάνει κι όσα αγαπά σε τούτον τον κόσμο είναι κρεμασμένα απάνω σ’ ένα ανεμοδαρμένο κα­λάμι με μια τρίχα της αράχνης; Αλλοίμονο! Δεν υπάρχει τίπο­τα σίγουρο σε τούτον τον ψεύτικο τον κόσμο! Καλά τα είπανε όλα ίσκιους, όνειρα, φαντασίες, ξεγελάσματα. Τη ματαιότητά τους την παράστησε καλά ο προφήτης Δαυίδ και πιο καλά ακόμα ο γυιός του ο Σολομώντας. «Εγώ, λέγει, έγινα βασιλιάς του Ισ­ραήλ κι έδωσα την καρδιά μου στο να ερευνήσω και να εξετάσω με σοφία όλα όσα γίνουνται κάτω από τον ουρανό. Γιατί ο Θεός έδωσε μια πικρή συλλογή που τρώγει τους ανθρώπους. Είδα λοι­πόν όλα τα χτίσματα που έγιναν κάτω από τον ήλιο και να, όλα ή­τανε ματαιότητα και πόθος της ψυχής… Κι εγώ έχτισα παλάτια, φύτεψα αμπέλια, έκανα κήπους και περιβόλια και έβαλα μέσα κάθε λογής δέντρο. Έκανα βρύσες, συντριβάνια, απόχτησα υπη­ρέτες και υπηρέτριες και κοπάδια ζώα τόσα πολλά και μεγάλα, που δεν τα είχε κανένας άνθρωπος πριν από μένα. Μάζεψα χρυσάφι κι ασήμι, πλούτη πολλών βασιλιάδων. Είχα τραγουδιστάδες και τραγουδίστριες που ευφραίνουνε τους ανθρώπους, κεραστές και κεράστριες που κερνούσανε τα πιοτά. Έγινα μεγάλος βασιλιάς και μεγάλωσα παραπάνω απ’ όσους σταθήκανε πριν από μένα στην Ιερουσαλήμ κι απόχτησα και σοφία. Κι ό,τι ζητήξανε τα μάτια μου δεν τους το στέρησα και την καρδιά μου δεν την μπόδισα από καμμιά ευχαρίστηση κι απόλαψη. Και γύρισα και κύτταξα ε­γώ απάνω σε όλα όσα έκανα και να, όλα ήτανε ματαιότητα».

Ναι. Όλα χάνουνται, όλα τρίβουνται, όλα γίνουνται σκόνη. Όλα τα καταπίνει ο θάνατος. Τίποτα δε μπορεί να γλυτώσει από τα δόντια αυτής της ρόδας που γυρίζει βουβά κι αλέθει τα πάντα.
Καλά για τούτα τα σπίτια και για τα χειροπιαστά υπάρχοντά μας, που χάνουνται και σβήνουνε σ’ ένα ανοιγοκλείσιμο του μα­τιού. Μα σάμπως αντέχουνε περισσότερο στο φύσημα του θανά­του τα λεγόμενα πνευματικά έργα μας, που θέλουμε να βρούμε σ’ αυτά αποκούμπι και παρηγοριά, απελπισμένοι από τα άλλα, τα υ­λικά, τα χεροπιαστά; Ωστόσο, καμμία διαφορά δεν υπάρχει ανά­μεσα σε τούτα και σε κείνα! Τα πάντα ματαιότης! Τίποτα δεν θα γλυτώσει από την καταβόθρα. Μήτε οι φιλοσοφίες, μήτε τα ποιήματα, μήτε τα σοφά βιβλία, μήτε τα θαυμαστά χτίρια, μήτε τα εξαίσια αγάλματα, μήτε οι λαμπρές ζωγραφιές, όλα τούτα που τα λέμε αθάνατα, μήτε οι εξουσίες κι οι άρχοντες, μήτε η δόξα και τα φημισμένα ονόματα, που θαρρούνε όσοι τ’ αποχτήσανε πως γινήκανε αθάνατοι, πως γλυτώσανε από την εξαφάνιση! Ξεγελάσματα και ψευτοπαρηγοριές. Μέσα στην καταβόθρα που τα ρου­φά όλα, θα χαθούνε μια μέρα κι οι Μεγάλοι Αλέξανδροι κι οι Όμηροι κι οι Αισχύλοι κι οι Ευριπίδηδες κι οι Φειδίες κι οι Πολύκλειτοι και μαζί τους θα εξαφανιστούνε κι οι Παρθενώνες κι οι αγιές Σοφιές κι οι Ιλιάδες κι οι Οδύσσειες, μ’ έναν λόγο ό,τι βρίσκεται στον κόσμο και στη θύμηση των ανθρώπων. Αβυσ­σο βουβή κι άσπλαχνη θα τα καταπιεί και μην περιμένεις καμμιά παρηγοριά. Εμείς οι άνθρωποι πασκίζουμε να σώσουμε κάτι από τη φοβερή καταδίκη, για να το έχουμε για παρηγοριά, όπως κά­νουμε με τα λεγόμενα μεγάλα έργα της τέχνης μας, και τα λέμε, οι δυστυχείς, αθάνατα, γιατί τα διατηρούμε στην ύπαρξη ή στη μνήμη μας χίλια είτε δυο χιλιάδες χρόνια, που είναι σαν τις λίγες μέρες που παίρνει χάρη ο κατάδικος, ως που να έρθει η ώρα του.

Ο κακόμοιρος ο άνθρωπος φράζει τα μάτια του για να μη δει τι τον περιμένει. Δεν υπάρχει πιο θλιβερό πράγμα από τον θάνα­το ενός ανθρώπου που τον θεωρούνε μεγάλον και απέθαντον και του ψέλνουνε «Αιωνία η μνήμη!». Αυτό το «Αιωνία η μνήμη» το ακού­με σαν να λέγει: «Αιωνία η λήθη και η εξαφάνισις».

Βλέποντας λοιπόν πρώτα τον εαυτό μου κι ύστερα τους άλ­λους ανθρώπους, να καταγινόμαστε όλοι με πρόσκαιρα και ψεύτι­κα πράγματα και μάλιστα με τέτοιον ζήλο σαν να έχουμε να ζή­σουμε αιώνια, κάθουμαι και συλλογίζουμαι: Αραγε, μοναχά αυτά τα ψεύτικα και τα πρόσκαιρα πράγματα υπάρχουνε στον κόσμο ή υ­πάρχουνε και κάποια αληθινά και σίγουρα; Τόση αγάπη, τόση αφο­σίωση να δίνεται από τον κακόμοιρον τον άνθρωπο σε κάποια πρά­γματα που είναι έτοιμα να χαθούνε σε κάθε στιγμή, δεν είναι κρί­μα; Αν ήξερε λοιπόν πως υπάρχουνε και κάποια αληθινά και σί­γουρα πράγματα, πόση θα ήτανε η ευτυχία του και τότε η αγά­πη του σε κείνα τα αληθινά δεν θάτανε ακόμα πιο μεγάλη;
Ναι, αλλά οι πολλοί οι άνθρωποι δεν πιστεύουνε πως υπάρ­χουνε αλλά από τούτα τα προσωρινά, κάποια που βρίσκουνται σε έναν άλλον αληθινόν κόσμο, που τον νομίζουνε για ψεύτικον οι δυστυχισμένοι που είναι γαντζωμένοι στους ίσκιους, γιατί δεν πι­στεύουνε πως υπάρχει κάτι που είναι πιο σίγουρο από τους ίσκιους.

Ω! Πόσο αξιολύπητοι είναι οι τέτοιοι άνθρωποι, που δίνου­νε όλη τη φροντίδα τους στο τίποτα! Αυτοί είναι «οι μη έχοντες ελπίδα», που λέγει ο Απόστολος Παύλος, και που δεν τον πιστέψανε, ακούγοντάς τον να λέγει: «Ουκ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν», «Δεν έχουμε, εδώ, σε τού­τη τη ζωή, πολιτεία που να μείνει, να βαστάξει επί πολύν καιρό, αλλά ζητούμε εκείνη που βρίσκεται στην άλλη ζωή». Δεν υπάρ­χουνε εδώ, σε τούτον τον κόσμο, μήτε πολιτείες, μήτε παλάτια, μήτε σπίτια, μήτε άλλα χτίρια, μήτε χτήματα, μήτε παπόρια, μή­τε πλούτη, μήτε τίποτα, που να μην είναι πρόσκαιρο, έτοιμο να χαθεί σε μια στιγμή. Υπάρχει όμως ένας άλλος κόσμος που όλα σ’ αυτόν είναι αληθινά, σίγουρα, αιώνια, γιατί αντέχουνε στη φθο­ρά, επειδή εκεί δεν υπάρχει μήτε καιρός, μήτε η κόρη του η φθο­ρά, αλλά όλα εκεί είναι άφθαρτα, ακατάλυτα, αιώνια, παντοτινά καινούρια, παντοτινά νέα.

Και ποια είναι αυτά; Είναι εκείνα που «μάτι δεν τα είδε κι αυτί δεν τα άκουσε και που δεν τα ένοιωσε η καρδιά κανενός αν­θρώπου, εκείνα που ετοίμασε ο Θεός για τους ανθρώπους που πιστέψανε στα λόγια του και τον αγαπήσανε». Αυτοί δεν καταγίνουνται με «μάταια και ψευδή», με ίσκιους και με ξεγελάσματα, αλλά χτίζουνε από τούτον τον κόσμο σε κείνον τον άλλον άλλος σπίτι, άλλος παλάτι, άλλος πολιτεία, άλλος φυτεύει αμπέλι, άλ­λος περιβόλι, άλλος κήπο, που δεν χάνεται ποτέ. Αυτοί είναι «οι έχοντες ελπίδα», για τούτο ο ίδιος ο Απόστολος Παύλος τη λέ­γει «μακαρίαν ελπίδα», επειδή, αληθινά, όποιος την έχει αυτήν την ελπίδα, είναι μακάριος. Αυτός πατεί απάνω στη στερεή πέ­τρα που δεν θα σαλευθεί στον αιώνα.

Ωστόσο, όσοι καταγίνουνται μοναχά με τα πρόσκαιρα τού­της της ζωής και δεν πιστεύουνε στα αιώνια της άλλης της ζω­ής, σαν πεθάνει κανένας χριστιανός που δεν έδωσε πολλή σημα­σία σ’ εκείνα που αφωσιωθήκανε αυτοί οι άπιστοι, αλλά προσπά­θησε ν’ αποχτήσει τα αληθινά και τα σίγουρα, ζώντας με την ελ­πίδα τους, σαν αποθάνει λοιπόν ένας τέτοιος άνθρωπος, τον περιπαίζουνε και λένε πως δεν χάρηκε τούτον τον κόσμο, επειδή εί­χε γυρισμένα τα μάτια του στον άλλον, που είναι ανύπαρχτος για εκείνους οπού τον περιπαίζουνε. Μα πολλές φορές ο χριστιανός που πέθανε με την ελπίδα του Χριστού, αγιάζει και φανερώ­νεται στους άπιστους, ή στ’ όνειρό τους ή στον ξύπνο τους, ερχό­μενος από τον άλλον κόσμο και τότε καταλαβαίνουνε οι έξυπνοι πως η εξυπνάδα τους ήτανε ανοησία και πως ο περιγελασμένος ή­ξερε καλά που βρίσκεται η αλήθεια. Σ’ αυτά απάνω, λέγει ο Σολομώντας τα παρακάτω λόγια:
«Τότε θα σταθεί ο δίκαιος με πολλή παρρησία μπροστά σ’ εκείνους που τον πικράνανε και που λέγανε πως κοπίαζε μάταια. Σαν τον δούνε, θα ταραχθούνε και θα φοβηθούνε πολύ και θ’ απορήσουνε πως γλύτωσε. Τότε θα πούνε στον εαυτό τους, μετανοιώνοντας κι αναστενάζοντας: Τούτος δεν ήτανε που κάποτε τον είχα­με για να γελούμε και που τον περιπαίζαμε εμείς οι άμυαλοι; Τη ζωή του τη θεωρήσαμε για τρέλλα και το τέλος του για άτιμο; Πώς λοιπόν λογαριάσθηκε ανάμεσα στα τέκνα του Θεού κι η κληρονομιά του με τους άγιους; Ώστε πλανηθήκαμε από το δρόμο της αλήθειας και το φως της δικαιοσύνης δεν έλαμψε απάνω μας κι ο ήλιος δεν ανάτειλε για μας. Γεμίσαμε αμαρτίες, περπατήσαμε στους δρόμους του χαμού και πορευθήκαμε σε ερημιές απάτητες, αλλά τον δρόμο του Κυρίου δεν τον γνωρίσαμε. Σε τί μας ωφέλησε η περηφάνεια; Και τί κερδίσαμε από τα πλούτη κι από την αλαζονεία μας; Όλα εκείνα περάσανε σαν ίσκιος και σαν τη φωνή που σβήνει και χάνεται. Σαν το καράβι που σκίζει το κυματιστό νερό και που σαν περά­σει, δεν μπορεί κανένας να βρει κανένα σημάδι του, μήτε το αυλάκι της καρίνας του μέσα στα κύματα. Ή σαν το όρνιο που πέτα στον α­γέρα και δεν αφήνει πίσω του κανένα σημάδι από το πέρασμά του, παρά χτυπά δυνατά τον αγέρα με τις φτερούγες του και τον σκίζει με βουητό και πίσω του δεν φαίνεται κανένα χνάρι από το πέρασμά του. Έτσι κι εμείς, γεννηθήκαμε και σβήσαμε και κανένα σημάδι από καλή πράξη δεν είχαμε να δείξουμε, αλλά ξοδέψαμε τη ζωή μας μέσα στην κακία μας. Γιατί η ελπίδα που έχει ο ασεβής είναι σαν το χνούδι που το παίρνει ο άνεμος και σαν την πάχνη που τη σκορπά η ανεμοζάλη».
Αλλά μ’ όλα αυτά που μας λέγει η Αγία Γραφή για τη μαται­ότητα τούτης της ζωής, εμείς δεν τα πιστεύουμε, και πάμε, αληθι­νά, σαν τους στραβούς στον Αδη. Ας φωνάζει η πονετικιά φωνή του Χριστού που ακούγεται από τη μια άκρη του κόσμου ως την άλ­λη: «Μη θησαυρίζετε υμίν θησαυρούς επί της γης, όπου σης και βρώσις αφανίζει και όπου κλέπται διορύσσουσι και κλέπτουσιν. Θη­σαυρίζετε δε υμίν θησαυρούς εν ουρανώ, όπου ούτε σης ούτε βρώσις αφανίζει και όπου κλέπται ου διορύσσουσιν ουδέ κλέπτουσιν. Όπου γαρ εστιν ο θησαυρός υμών, εκεί έσται και η καρδία υμών». (Ματθ. στ’, 19). «Όπου, λέγει, βρίσκεται ο θησαυρός σας, δηλαδή τα πρά­γματα που είναι για σας πολύτιμα και τ’ αγαπάτε, εκεί θα βρίσκε­ται κι η καρδιά σας».

***
Πιο καθαρά και πιο απλά δεν μπορούσε να παρασταθή η μαται­ότητα τούτου του κόσμου, απ’ όσο την παρέστησε ο Κύριος με την παραβολή του πλούσιου που καρπίσανε τα χτήματά του και που έλεγε στον εαυτό του: «ψυχή μου, έχεις πολλά αγαθά για πολλά χρό­νια, αναπαύου, φάγε, πιες, ευφραίνου». Μα μια νύχτα, αναπάντε­χα, του είπε ο Θεός, που δεν τον λογάριαζε ολότελα ο πλούσιος: «Αυτή τη νύχτα ζητούνε την ψυχή σου από σένα. Κι εκείνα που ετοί­μασες, ποιός θα τα χαρεί;». Και λέγει έπειτα ο Κύριος: «Αυτά θα πάθει όποιος θησαυρίζει για τον εαυτό του σε τούτον τον κόσμο, και δεν φροντίζει ν’ αποχτήσει τον άφθαρτο πλούτο του Θεού», δηλαδή καλά έργα και πίστη σε όσα λέγει ο Κύριος.
Κι ακόμα πιο ζωηρά και καταλεπτώς μίλησε ο Χριστός με την παραβολή του πλούσιου και του φτωχού Λαζάρου. Ένας πλούσιος, είπε, ντυνότανε μ’ ακριβά και με λαμπρά φορέματα και διασκέδαζε κάθε μέρα. Ήτανε κι ένας φτωχός λεγόμενος Λάζαρος, που κειτό­τανε πεταγμένος κοντά στην πόρτα τ’ αρχοντικού, πληγιασμένος και πολεμούσε να χορτάσει από τα ψίχουλα που πέφτανε από το τραπέ­ζι του πλουσίου. Όπως βλέπεις, τον πλούσιο δεν τον λέγει ο Κύριος με τ’ όνομά του, αλλά λέγει «ένας πλούσιος», ένας από τους πολλούς όμοιούς του, ενώ το φτωχό τον τιμά και τον λέγει με τ’ όνομά του, και τ’ όνομά του είναι Λάζαρος, δηλαδή τ’ όνομα τ’ αγαπημένου φί­λου του που τον ανάστησε από τους νεκρούς, για να δείξει την ιδι­αίτερη αγάπη του σ’ αυτόν.
Και δεν έφθανε πως ήτανε πεινασμένος ο δυστυχισμένος ο Λά­ζαρος, αλλά είχε και τους σκύλους που γλείφανε τις πληγές του.

Το λοιπόν, πέθανε ο φτωχός ο Λάζαρος και τον πήγανε οι άγ­γελοι στην αγκάλη του πατριάρχη Αβραάμ. Πέθανε κι ο πλούσιος και θάφτηκε. (Ο Κύριος λέγει απότομα και μ’ έναν λόγο πως θά­φτηκε και τούτο, γιατί ήτανε άνθρωπος σαρκικός κι η σάρκα θάβε­ται). Και κει που βρισκότανε στον Αδη και βασανιζότανε, σήκωσε τα μάτια του και βλέπει από μακρυά τον Αβραάμ και τον Λάζαρο στην αγκάλη του. Και τότε φώναξε: «Πάτερ Αβραάμ, ελέησέ με και στείλε τον Λάζαρο να βουτήξει το δάχτυλό του στο νερό και να δροσίσει τη γλώσσα μου, γιατί βασανίζομαι σε τούτη τη φλόγα». Του αποκρίθηκε ο Αβραάμ: «Τέκνο μου, θυμήσου πως εσύ απόλαψες τα καλά στη ζωή σου κι ο Λάζαρος τα κακά. Τώρα, τούτος παρηγοριέται κι εσύ βασανίζεσαι. Αλλά, παρεκτός απ’ αυτό, ανάμεσα σ’ εμάς και σ’ εσάς υπάρχει ένα μεγάλο χάσμα κι έτσι όσοι θέλουνε να έρθουνε από δω σε σας δε μπορούνε, μήτε όσοι θέλουνε να περά­σουνε από κει σε μας δεν είναι μπορετό να το κάνουνε». Τότε είπε ο πλούσιος: «Σε παρακαλώ, να στείλεις τον Λάζαρο στο σπίτι του πατέρα μου, επειδή έχω πέντ’ αδέρφια, να τους πει τι τραβώ εδώ χάμω, για να μην έρθουνε και κείνοι σε τούτον τον τόπο με τα βα­σανιστήρια». Του λέγει ο Αβραάμ: «Έχουνε τον Μωϋσή και τους προφήτες. Ας ακούσουνε τι λένε». «Όχι, πάτερ Αβραάμ, μα αν κανένας από τους νεκρούς παρουσιασθεί σ’ αυτούς, θα μετανοήσουνε». Τότε ο Αβραάμ του είπε: «Αν δεν ακούνε τι λένε ο Μωϋσής κι οι προφήτες, μήτε αν αναστηθεί κανένας από τους νεκρούς, θα πιστέψουνε».

Πόσο καθαρά, με πόση απλότητα μιλά το γλυκύτατο στόμα του Χριστού μας, ώστε να τον καταλαβαίνει ο κάθε άνθρωπος! Και είδες πως στο τέλος λέγει ο δίκαιος Αβραάμ στον πλούσιο πως: «αφού τ’ αδέρφια σου δεν πιστεύουνε σε όσα είπανε ο Μωυσής κι οι προφήτες, μήτε κι αν σηκωθεί κανένας πεθαμένος και τους πει για άλλη ζωή και για κόλαση και για παράδεισο, μήτε τότε θα πιστέψουνε». Ο Κύριος ο παντογνώστης ήξερε καλά τι σκληρό πρά­γμα είναι η απιστία και πως απ’ αυτή χάνουνται οι ψυχές των αν­θρώπων. Για τούτο, τότε που μίλησε στους Αποστόλους πριν ν’ α­ναληφθεί, στέλνοντάς τους να κηρύξουνε το Ευαγγέλιο, είπε: «Ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται, ο δε απιστήσας κατακριθήσεται». Όποιος πιστέψει στον Θεό και στα λόγια του, θα σωθεί, γιατί θα κάνει αυτά που παραγγέλνει ο Κύριος, ενώ όποιος απιστήσει, θα κατακριθεί, θα κολασθεί, γιατί, αφού δεν πιστεύει, θα κάνει ό,τι ευχαριστά το σώμα του και τη σαρκική όρεξή του, όπως έκανε ο πλούσιος της παραβολής.

Μα ο άπιστος έχει τα αυτιά της ψυχής του βουλωμένα και δεν ακούει αυτά που λέγονται για τη σωτηρία της. Για τούτο ο Χριστός συχνοέλεγε: «Ο έχων ώτα ακούειν, ακουέτω». Κι ο Από­στολος Παύλος έλεγε: «Τί σημασία έχει λοιπόν το ότι δεν πιστέψανε κάποιοι; Μήπως η απιστία τους θα καταργήσει την πίστη του Θεού; Ο Θεός θα βγει αληθινός, ενώ ο κάθε άνθρωπος είναι ψεύτης, κατά το γεγραμμένο: «Όπως αν δικαιωθής εν τοις λόγοις σου και νικήσης εν τω κρίνεσθαί σε», (Ρωμ. γ’, 3), που είναι λό­για του προφήτη Δαυίδ, όπου λέγει στον Θεό πως: «Εσύ Κύριε, θα δικαιωθείς για τα λόγια που είπες, και θα νικήσεις σαν κριθείς μαζί με τον άνθρωπο, που θα βγει ψεύτης». Κι αλλού λέγει ο αγγελόγλωσσος Παύλος: «Οι γαρ κατά σάρκα όντες τα της σαρκός φρονούσιν, οι δε κατά πνεύμα τα του πνεύματος. Το γαρ φρόνημα της σαρκός θάνατος, το δε φρόνημα του πνεύματος ζωή και ειρή­νη. Διότι το φρόνημα της σαρκός έχθρα εις Θεόν. Τω γαρ νόμω του Θεού ουχ υποτάσσεται». (Ρωμ. ζ’, 5). Και πάλι ο ίδιος Από­στολος λέγει: «Ο λόγος του Σταυρού τοις μεν απολλυμένοις μω­ρία εστί, τοις δε σωζομένοις ημίν δύναμις Θεού εστιν». (Α’ Κορινθ. α’, 18). Μωρία, ανοησία, λέγει, είναι ο λόγος του Χριστού για όσους πηγαίνουνε στον χαμό τους, γιατί, αν ήτανε αλλοιώς, θα πι­στεύανε σ’ αυτόν και θα προσπαθούσανε να σωθούνε.

Και παρακάτω πάλι λέγει το ίδιο: «Ψυχικός (σαρκικός) άν­θρωπος ου δέχεται τα του Πνεύματος του Θεού. Μωρία γαρ αυτώ εστιν». (Α’ Κορινθ. β’, 14). Και σε άλλο μέρος λέγει: «Ει δε και έστι κεκαλυμμένον το Ευαγγέλιον ημών, εν τοις απολλυμένοις εστί κεκαλυμμένον» (Β’ Κορινθ. δ’, 13). Δηλαδή: Το Ευαγγέλιο, η διδασκαλία του Χριστού, είναι καθαρή και απλή και μοναχά για όσους είναι άπιστοι (χαμένοι), γι’ αυτούς είναι σκεπασμένη και σκο­τεινή. Παρακάτω λέγει: «Τα βλεπόμενα πρόσκαιρα, τα δε μη βλεπόμενα αιώνια». (Β’ Κορινθ. δ’, 18). «Η γαρ σαρξ επιθυμεί κατά του Πνεύματος, το δε Πνεύμα κατά της σαρκός. Ταύτα δε αντίκειται αλλήλοις, ίνα μη α αν θέλητε, ταύτα ποιήτε». (Γαλάτ. ε’, 17). «Ο σπείρων εις την σάρκα εαυτού εκ της σαρκός θερίσει φθοράν, ο δε σπείρων εις το πνεύμα εκ του πνεύματος θερίσει ζωήν αιώνιον». (Γαλάτ. στ’, 8). «Ελπίδα μη έχοντες και άθεοι εν τω κόσμω», λέ­γει στους Εφεσίους, «πως έναν καιρό ήσαστε χωρίς Χριστό, ξένοι των διαθηκών της επαγγελίας, μην έχοντας ελπίδα και άθεοι στον κόσμο». (Εφεσ. β’, 11). Στον Τίτο γράφει: «Επεφάνη γαρ η χά­ρις του Θεού η σωτήριος πάσιν ανθρώποις, παιδεύουσα ημάς, ίνα, αρνησάμενοι την ασέβειαν και τας κοσμικάς επιθυμίας, σωφρόνως και δικαίως και ευσεβώς ζήσωμεν εν τω νυν αιώνι, προσδεχόμενοι την μακαρίαν ελπίδα και επιφάνειαν της δόξης του μεγάλου Θεού και σωτήρος ημών». (Τίτ. β’, 11). «Απόκειται τοις ανθρώποις άπαξ αποθανείν, μετά δε τούτο κρίσις». (Εβρ. θ’, 27).

Κι ο άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος λέγει: «Αγε νυν οι πλού­σιοι, κλαύσατε ολολύζοντες επί ταις ταλαιπωρίαις υμών ταις επερχομέναις. Ο πλούτος υμών σέσηπε και τα ιμάτια υμών σητόβρωτα γέγονεν, ο χρυσός υμών και ο άργυρος κατίωται και ο ιός αυτών εις μαρτύριον υμίν έσται και φάγεται τας σάρκας υμών ως πυρ». (Ιακώβου ε’, 1).
Κι ο Απόστολος Πέτρος γράφει: «Ήξει δε η ημέρα Κυρίου ως κλέπτης εν νυκτί». (Β’ Πέτρου γ’, 10).
Τέλος, ο Απόστολος Ιωάννης γράφει: «Ημείς οίδαμεν ότι μεταβεβήκαμεν εκ του θανάτου εις την ζωήν». (Α’ Ιω. γ’, 14).

Βλέπετε, αγαπητοί, πόσα είναι γραμμένα στα άγια βιβλία της θρησκείας μας, αυτά κι άλλα πολλά, για να πιστέψουμε στη μέλλουσα αιώνια ζωή και να μην είμαστε προσκολλημένοι σε τού­τη την πρόσκαιρη; Πώς, λοιπόν, θα βρούμε απολογία στην απι­στία μας; Ο Χριστός είπε: «Ει μη ήλθον και ελάλησα αυτοίς, αμαρτίαν ουκ είχον. Νυν δε πρόφασιν ουκ έχουσι περί της αμαρτί­ας αυτών». (Ιω. ιε’, 22). «Αν δεν ερχόμουνα, λέγει, και δεν μιλούσα, αμαρτία δεν θα είχανε οι άνθρωποι. Αλλά τώρα δεν έχου­νε πρόφαση για την αμαρτία τους».

Μαθαίνουμε τόσα και τόσα μάταια πράγματα, η περιέργειά μας δεν αφήνει τίποτα χωρίς να το εξετάσει και μόνο τι λέγει το Ευαγγέλιο για τη σωτηρία μας δεν βρίσκουμε καιρό να το διαβά­σουμε και να το μάθουμε. Για να γιατρέψουμε την πιο παραμικρή αρρώστεια του κορμιού μας, ψάχνουμε και βρίσκουμε τον γιατρό και το γιατρικό, μα για το τι θα γίνει η ψυχή μας σαν πεθάνουμε και με τι τρόπο θα τη γλυτώσουμε από την καταδίκη, δεν δίνου­με καμμιά προσοχή κι ούτε νοιαζόμαστε καθόλου. Καταγινόμαστε με ψευτιές, ενώ την αλήθεια που μας φανέρωσε ο Χριστός και που πρέπει να ζητούμε να τη μάθουμε όπως τρέχαι να βρει το νερό ο διψασμένος, δεν έχουμε καιρό να τη γυρέψουμε! Για τούτο είμαστε άξιοι να καταδικαστούμε πολλές φορές και σαν θα παρουσιαστού­με μπροστά στον Κύριο, τρέμοντας, κατά τη Δευτέρα Παρουσία και μας ρωτήσει αν τον ξέρουμε, θα πούμε τότε με κλάμματα: «Πό­τε σε είδαμε, Κύριε;». Κι Εκείνος θα μας πει: «Καγώ, ουκ οίδα υ­μάς», «Κι εγώ, δεν σας γνωρίζω».

«Ζητήσατε τον Κύριον, ω κατάδικοι και κραταιώθητε τη ελπίδι, ζητήσατε το πρόσωπον αυτού δια μετανοίας και αγιασθήσεσθε τω αγιασμώ του προσώπου αυτού και των αμαρτιών υμών αποκαθαρισθήσεσθε. Δράμετε προς Κύριον όσοι εν αμαρτίαις υπεύθυνοι, τον δυνάμενον συγχωρείν αμαρτήματα. Μεθ’ όρκου γαρ είρηκε δια του προφύτου λέγων: Ζω εγώ, λέγει Κύριος. Ου βούλομαι τον θάνατον του αμαρτωλού, ως το επιστρέψαι και ζην αυτόν. Και πάλιν: Όλην την ημέραν διεπέτασα τας χείρας μου προς λαόν απειθούντα και αντιλέγοντα. Όλη τη μέρα άπλωνα τα χέρια μου στους ανθρώπους που δεν θέλανε να ακούσουνε τα λόγια μου».

(Απόσπασμα από το βιβλίο «Μυστικά Ανθη», Εκδόσεις Παπαδημητρίου)


Δευτέρα 9 Νοεμβρίου 2015

Η ΔΙΨΑ ΤΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ ΚΑΙ Ο ΤΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΜΠΟΜΠΑΣ (Φώτης Κόντογλου)

Ο κακόμοιρος ο κόσμος διψά ειρήνη. Μα χωρίς την απομέσα ειρήνη, δεν μπορεί να γίνη ειρήνη εξωτερική. Χωρίς την ψυχική ειρήνη, η πολιτική και κοινωνική ειρήνη είναι ψεύτικη. «Ειρήνη αφίημι υμίν, είπε ο Χριστός στους μαθητές Του κατά το Μυστικό Δείπνο, ειρή­νην την εμήν δίδωμι υμίν. Ου καθώς ο κόσμος δίδωσι, εγώ δίδωμι υμίν». Πρόσεξες για να δης καλά τί λέγει ο Χριστός; «Ου καθώς ο κόσμος δίδωσι, εγώ δίδωμι υμίν». «Δεν σας δίνω, λέγει, εγώ την ειρήνη που δίνει ο κόσμος», την ψεύτικη, την οργισμένη ειρήνη, την ανειρή­νευτη ειρήνη, την ειρήνη που στ’ αληθινά δεν έχει ολότελα ειρήνη και ησυχία. 

Τέτοια είναι η ειρήνη που μπορεί να κάνη ο κόσμος, οι άνθρωποι, που τρώγονται με τα πάθη τους και που τους κατατρώγει η περηφάνεια, η ματαιοδοξία-φιλαργυρία, η σκληροκαρδία και η απονιά στους άλλους, η μανία της ακολασίας και η επιθυμία της καλοπέρασης. Όλα τούτα τα πάθη είναι οργισμένα και όχι ειρηνικά. Αυτά κάνουνε τους ανθρώπους να μαλώνουνε, να εχθρεύονται ο ένας τον άλλον, αυτά λιγοστεύουνε την αγάπη, που είναι δα πολύ λίγη ανάμεσά τους, και φέρνουνε την παραζάλη, την έχθρα, «την έριδα» που λέγανε οι αρχαίοι. Με άλλα λόγια, φέρνουνε τη βασιλεία του διαβόλου επί της γης, και όχι τη βασιλεία του Θεού, που είναι η ειρήνη.

Ο Χριστός μας δίδαξε να λέμε στο «Πάτερ ημών» «ελθέτω η βασιλεία Σου». Μα ποιος πιστεύει στη βασιλεία του Θεού, παρεκτός από κάποιους λίγους, που τους έχει ο κόσμος για τρελούς; Ωστόσο, αυτός ο παραζαλισμένος κόσμος, ο βουτηγμένος στην αμαρτία, στις ηδονές, και στην ακολασία, αυτός ο κόσμος που πιστεύει μοναχά στον εαυτό του, και που δεν λογαριάζει καθόλου τον Θεό και τον νόμο του, αποζητά την ειρήνη, θέλει να μείνη ήσυχος για να χαρή τις αμαρτωλές επιθυμίες του, για να βουτηχθή ως τον λαιμό μέσα στον μαύρο βούρκο. Δεν πιστεύει στα λόγια του Θεού που λέγεται «Άρχων ειρήνης», και που είπε με το στόμα του προφήτη «Αν ακούσετε τα λόγια μου, θα ήσαστε βλογημένοι και θα ζήσετε καλά. Μα αν δεν τ’ ακούσετε αλλά πορευθήτε κατά τα πονηρά θελήματα της καρδιάς σας, θα σας καταφάγη η μάχαιρα». Αυτά τα κοροϊδεύει ο κόσμος, και τα λέγει παραμύθια.

       Και να, που ήρθε ο κόμπος στο χτένι. Η παραζάλη, γίνεται μέρα με τη μέρα χειρότερη. Ο πόθος της απόλαυσης έγινε μιαν άγρια τρέλα στους ανθρώπους, που τσαλαπατάνε ο ένας τον άλλον για να μη χάσουνε τις διάφορες φαρμακερές ηδονές, που ολοένα τις πληθαίνει ο σατανάς με τα πολύπλοκα μηχανήματά του, σαν τον ψαρά που βάζει στ’ αγκίστρι του όλο και πιο ορεχτικό δόλωμα, για να τραβήξη τα λαίμαργα τα ψάρια και να τα ψήση στη φωτιά να τα φάγη. Ο μαμωνάς σκέπασε με τις σκοτεινές φτερούγες του τον κόσμο, και τον κουνά σαν νάναι κανένα κόσκινο, και όπως αναταράζεται το σιτάρι, χοροπηδάνε οι άνθρωποι μέσα στο κόσκινό του και δαγκάνει ο ένας τον άλλον, και εξοντώνει ο αδελφός τον αδελφό, λέγοντας: «Ο θάνατός σου, ζωή μου!». Το ίδιο και τα μεγάλα κοπάδια των ανθρώπων, τα λεγόμενα έθνη, βλέπουνε τόνα τάλλο όπως βλέπει ο λύκος το πρόβατο, και λογαριάζει πότε θα μπόρεση να το πνίξη, να πιή το αίμα του, το μεγάλο να φάη το μικρό και τα μεγάλα να φάνε τόνα τάλλο. Να, λοιπόν, που αντί να έλθη η βασιλεία του Θεού, που μας είπε ο Χριστός να παρακαλούμε, ήρθε η βασιλεία του σατανά, του όφεως του αρχαίου, που ήτανε πάντα ανθρωποκτόνος, όπως λέγει το Ευαγγέλιο.

       Ο διάβολος είναι ο εξουσιαστής απάνω στη διάνοια και στην καρδιά μας, και αυτός χαίρεται για τα έργα που κάνουμε, θέλοντας να βγάλουμε ο ένας το μάτι τ’ αλλου­νού. Ανάμεσα στα δολώματα που μας έβαλε, εκείνο που μας τραβά περισσότερο η μυρουδιά του, είναι το πετρέλαιο, αυτό το βρωμόνερο που βγαίνει από την πίσσα της κόλασης, που είναι μαύρο κατοικητήριό του. Και γύρω σ’ αυτό το σιχαμερό δόλωμα μαζευτήκανε τα έθνη, μικρά και μεγάλα, και δαγκώνουνται, και σφάζουνται γι’ αυτό δίχως έλεος. Και οι άνθρωποι γινήκανε τρελοί από κακία, γεμάτοι υποκρισία, μεγαλομανία, φιληδονία, πιστοί στρατιώτες του διαβόλου. Και μέσα σ’ αυτή τη λύσσα που τους έπιασε, θέλουνε ν’ απολάψουνε, οι ανόητοι, την Ειρήνη, που είναι δώρο του Θεού, και όχι του διαβόλου.

       Ο Θεός λείπει από τον κόσμο. Πουθενά δεν γίνεται το θέλημά Του. Ο Χριστός, πριν σταυρωθή, γύρισε και είδε την Ιερουσαλήμ, δηλαδή τον κόσμο, δακρυσμένος, και είπε: «Πόσες φορές θέλησα να μαζέψω τα τέκνα σου, σαν την όρνιθα που σκεπάζει με τις φτερούγες της, τα πουλιά της, και δεν θελήσατε: Ιδού αφίεται ο οίκος υμών έρημος». Έρημος οίκος είναι: ο κόσμος σήμερα. Έρημος από ειρήνη. Μέρα-νύχτα στέκεται ανύσταχτο το μάτι της πονηρής ανθρωπότητας. Μέρα-νύχτα δουλεύου­νε οι εφευρέσεις της καταστροφής, τα συμβούλια του θανάτου. Και από τ’ άλλο μέρος, οι καταδικασμένοι γλε­ντοκοπούνε, κυλιούνται στην ακολασία, κόλακες και δολοφόνοι, βλάκες και πονηρότατοι, χωρίς καρδιά, χωρίς ψυχή, χωρίς τίποτα από την εικόνα του Θεού. Όλοι παίρνουνε, κανένας δεν θέλει να δώση. Και όποιος δίνει, δίνει τον θάνατο. Σε κανένα καλό δεν συμφωνούνε, μα στο κακό, είναι όλοι θερμοί συνεργάτες.

       Η κυρά Επιστήμη, δηλαδή η ανθρώπινη γνώση, αυτή είναι το καινούριο είδωλο που λατρεύουνε οι άνθρωποι. Με τόνα χέρι προσφέρνει τα γιατρικά για να μη πεθαίνουμε οι άνθρωποι, και με τάλλο βαστά τη μπόμπα και τους φοβερίζει, μέρα-νύχτα. Αυτή η μπόμπα, ο καρπός του δέντρου της Γνώσεως, μόλεψε τον αγέρα, τα νερά, το αίμα των ίδιων των ανθρώπων που την εφεύρανε. Και αφού πρώτα, με πείσμα δαιμονικό, φαρμακώσανε την έμορφη πλάση του Θεού, τώρα φωνάζουνε κείνοι που κατασκευάσανε αυτή την καταραμένη μπόμπα: «Σώσετε την ανθρωπότητα! Σώσετε τον κόσμο! Γενεές γενεών θα πεθαίνουνε από κακές αρρώστειες!». Υποκριτές! Τώρα φωνάζετε, σαν τον Ιούδα που μετάνοιωσε αφού είχε πια σταυρωθή ο Χριστός, και η μετάνοιά του δεν ωφελούσε πια κανέναν; Καλύτερα να τινάζατε τη γη στον αγέρα μια και καλή, παρά τώρα που φαρμακώσατε τα πάντα, και τα παιδιά μας, και τα εγγόνια μας θα τα θερίζη «σκληρός θάνατος και αργός».

Άνθρωπε! Καμάρωσε τα κατορθώματά σου. Καμάρωσε το τετραπέρατο μυαλό σου, που καυχιότανε πως θάκανε παράδεισο τον κόσμο!


(Από το βιβλίο «Ο Φώτης Κόντογλου στην τρίτη διάστασή του», σελ. 124-127, έκδ. Ιερό Κοινόβιο ΟΣΙΟΥ ΝΙ­ΚΟΔΗΜΟΥ, Γουμένισσα 2003). "Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου"πηγή: alopsis.gr).

Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2015

ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΔΗΜΗΤΡΙΟ (π.Ευθυμίου Μπαρδάκα)




ΕΝΘΡΟΝΙΣΗ ΝΕΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ κ.ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ

11JSRGJIJ

Μὲ ἐκκλησιαστικὴ τάξη καὶ πάνδημο ἐνθουσιασμὸ ἡ ἐνθρόνιση τοῦ νέου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης κ. Γρηγορίου

Μὲ δάκρυα καὶ ἐνθουσιασμὸ ὑποδέχθηκαν καὶ καλωσόρισαν οἱ Θεσσαλονικεῖς τὸ νέο τους Μητροπολίτη, κ. Γρηγόριο, ἀπόψε τὸ ἀπόγευμα  στὴν τελετὴ ἐνθρονίσεώς του ,ἡ ὁποία τελέσθηκε στὸν Καθεδρικὸ Ἱερὸ Ναὸ τῶν τριῶν  Ἱεραρχῶν Θεσσαλονίκης.

   Κλῆρος καὶ λαὸς ὑποδέχθηκαν τὸν Σεβασμιώτατο κ. Γρηγόριο στὸ κεντρικὸ δρόμο πλησίον τοῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ, ὅπου σχηματίστηκε πομπὴ  προπορευμένης τῆς Φιλαρμονικῆς Μπάντας τοῦ Παπαφείου, τῶν ἑξαπτέρυγων, τῶν λαβάρων, νέων ἐνδεδυμένων μὲ παραδοσιακὲς ἐνδυμασίες,τῶν  ἱερέων,τῶν διακόνων, τῶν Ἀρχιερέων Πειραιῶς καὶ Σαλαμίνος κ. Γεροντίου, Ἀττικῆς καί Βοιωτίας κ. Χρυσόστομος ,Ὠρωποῦ καὶ Φυλῆς κ. Κυπριανοῦ, Φιλίππων κ. Ἀμβροσίου, Μεθώνης κ. Ἀμβροσίου, Γαρδικίου κ. Κλήμεντος, καὶ τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου  Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κ. Καλλινίκου....

Ἀμέσως μετὰ ἀκολούθησε ὁ πανηγυρικὸς Ἑσπερινὸς τοῦ Ἁγίου Δημητρίου χοροστατοῦντος τοῦ νέου Μητροπολίτου κ. Γρηγορίου.


9RSGGSRR

15IOXGIO

12JUSGUIO

14OISXFIO

16OSIGOI

17XIOFGIO

19SRGF

24IUSRGGUIY

41DGZSU

30SFGGJ

Περισσότερα: ΕΔΩ

Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 2015

ΔΙΠΛΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ΚΑΙ ΔΙΠΛΗ Η ΠΑΛΗ (Ἃγιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος)





Διπλός εἶναι ὁ πόλεμος τῶν Χριστιανῶν καὶ διπλὴ ἡ πάλη. Ἀπὸ τὴ μιά, μὲ ὅσα βλέπουν τὰ μάτια του, ποὺ ἐρεθίζουν καὶ γαργαλίζουν τὴν ψυχὴ καὶ τὴν προκαλοῦν νὰ δένεται ἐμπαθῶς μαζὶ τους καὶ νὰ εὐχαριστεῖται μ' αὐτά. Καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη, μὲ τὶς ἀρχές καὶ ἐξουσίες τοῦ φοβεροῦ κοσμοκράτορα.


Ἡ λαμπρότητα ποὺ ὑπῆρχε στὸ πρόσωπο τοῦ Μωϋσῆ ἦταν τύπος τῆς ἀληθινῆς λαμπρότητας τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Ὅπως τότε δὲν μποροῦσε νὰ κοιτάξει κανεὶς στὸ πρόσωπο τοῦ Μωϋσῆ, ἔτσι καὶ τώρα, τὴ λαμπρότητα αὐτὴ ποὺ λάμπει στὶς ψυχὲς τῶν Χριστιανῶν δὲν μπορεῖ νὰ τὴν ὑπομείνει τὸ σκοτάδι τῶν παθῶν, ἀλλὰ διώχνεται ἀπὸ τὴν ἀνταύγειά της καὶ φεύγει.

Στὸ Χριστιανὸ ποὺ ἀγαπάει τὴν ἀλήθεια καὶ τὸ Θεό, ποὺ γεύτηκε τὴν ἐπουράνια γλυκύτητα καὶ ἔχει ἑνωμένη μὲ τὴν ψυχή του τὴ Θεία Χάρη καὶ ποὺ παράδωκε ὅλο τὸν ἑαυτό του στὰ θελήματά της, εἶναι μισητὰ ὅλα τὰ πράγματα τοῦ κόσμου τούτου. Γιατὶ αὐτὸς ἔγινε ἀνώτερος ἀπ' ὅλα τὰ πράγματα τοῦ κόσμου. Καὶ δὲν μποροῦν νὰ τὸν κυριέψουν οὔτε τὰ πλούτη, οὔτε οἱ τιμές καὶ οἱ δόξες καὶ τὰ ὅμοια. Γιατὶ αὐτὸς ἔλαβε πείρα ἄλλου πλοῦτου καὶ ἄλλης τιμῆς καὶ δόξης. Καὶ τρέφεται ψυχικά μὲ ἄφθαρτη ἡδονὴ καὶ ἔχει τὴν πληρότητα τῆς κοινωνίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος!

Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἔχει τόση διαφορὰ ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους στὴ σύνεση, στὴ γνώση καὶ διάκριση, ὅση ἔχει ὁ λογικός ποιμένας ἀπὸ τὰ ἄλογα ζῶα ποὺ βόσκει. Γιατὶ μετέχει ἄλλου Πνεύματος καὶ σοφίας, διαφορετικῆς τοῦ κόσμου τούτου. Γι' αὐτὸ καὶ ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς διαφέρει ἀπὸ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἔχουν τὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου καὶ γνωρίζει τὸν καθένα ἀπὸ ποῦ ὁρμώμενος μιλάει, ποῦ στηρίζεται κι' ἀνάμεσα σὲ ποιούς βρίσκεται. Αὐτὸν ὅμως δὲν μπορεῖ νὰ τὸν ἐξετάζει καὶ νὰ τὸν καταλαβαίνει κανεὶς ἀπ' ὅσους ἔχουν τὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου. Μόνον ἀπὸ τοὺς ὁμοίους του, ποὺ ἔχουν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καταλαβαίνεται.

Εἶναι ἀδύνατο νὰ λάβει κανεὶς τὸ Πανάγιο Πνεῦμα μέ ἄλλον τρόπο, ἄν δὲν ἀποξενωθεῖ ὁλότελα ἀπὸ τὰ πράγματα τοῦ κόσμου τούτου καὶ δὲν ἀφιερωθεῖ στὴν ἐπιδίωξη τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ καὶ ἀξιωθεῖ νὰ γίνει ἕνα πνεῦμα μὲ τὸν Κύριο. Ἡ ψυχὴ ποὺ εἶναι δεμένη ἔστω καὶ μὲ κάτι τοῦ κόσμου τούτου καὶ κλίνει πρὸς αὐτό, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ διαφύγει καὶ νὰ περάσει ἀπὸ τὸ σκότος τῶν πονηρῶν δαιμόνων.

Πηγή: orthodoxfathers.com

ΜΑΘΕ ΝΑ ΠΟΛΕΜΑΣ (Ἡ χριστιανικὴ ζωὴ εἶναι ἕνας ἀγώνας)




ΜΑΘΕ ΝΑ ΠΟΛΕΜΑΣ
(Ἡ χριστιανικὴ ζωὴ εἶναι ἕνας ἀγώνας)


Τὸ πρῶτο βῆμα τοῦ χριστιανοῦ εἶναι νὰ μάθει νὰ πολεμᾶ. Ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ ὁ χριστιανὸς θὰ θελήσει νὰ ἀκολουθήσει τὸν Χριστό, ἀρχίζει ἕνας ἄγωνας, ἕνας πόλεμος


Ὁ Ἀπ. Παῦλος γράφει: «οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρὸς αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τούτου, πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις» (Έφες. 6, 12). Καὶ ὁ Κύριος εἶπε: «Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην ἐπὶ τὴν γῆν· οὐκ ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην ἀλλὰ μάχαιραν.» (Ματθ. 10, 34) καί «ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ» (Ματθ. 10, 36).

Εἶναι ἄναγκη ὁ χριστιανὸς νὰ μάθει νὰ πολεμᾶ, νὰ ἀγωνίζεται ἐναντίον τῶν ἔχθρών του.

Ἐχθροὶ τοῦ χριστιανοῦ δὲν εἶναι οἱ ἄνθρωποι ποὺ εἶναι γύρω του. Ἐχθροὶ τοῦ χριστιανοῦ εἶναι ὁ διάβολος, εἶναι ὁ κόσμος μὲ τὸ ἁμαρτωλὸ φρόνημά του. Ἐχθρὸς τοῦ χριστιανοῦ εἶναι ὁ ἑαυτός του μὲ τὶς ἀδυναμίες καὶ τὰ πάθη του.

Δὲν ἔχουμε καταλάβει πὼς μοναδικὸς ἔχθρος καὶ πολέμιος εἶναι ὁ διάβολος. Ὁ Κύριος τὸν ὀνόμασε "ἀνθρωποκτόνο", διότι φθονεῖ καὶ μισεῖ τὸν ἄνθρωπο καὶ θέλει τὴν ἀπώλειά του. Ἐκμεταλλεύεται τὶς ἀδυναμίες καὶ τὰ πάθη ποὺ ἔχουμε καὶ μᾶς πολεμᾶ νύκτα καὶ μέρα. Εἶναι ἔχθρος ὕπουλος καὶ πλάνος. Παρουσιάζεται ἀκόμη ὡς "ἄγγελος φωτός", κατορθώνει νὰ κρύβεται, νὰ καμουφλάρεται ἀπὸ τὰ μάτια τῶν ἄνθρωπων γιὰ νὰ τοὺς πολεμᾶ εὐκολότερα.Χρησιμοποιεῖ μεθόδους καὶ τρόπους γιὰ νὰ μᾶς ἐξαπατήσει.  Εἶναι πνεῦμα πονηρὸ καὶ μᾶς πολεμᾶ μὲ σκέψεις πονηρὲς καὶ ἀπατηλές. Ὑπόσχεται ἡδονές, ἀπολαύσεις, γλέντια, διασκεδάσεις, πλοῦτο καὶ δόξα πολλή. Αὐτὸ ἔκανε καὶ μὲ τὸν Κύριό μας στὸ ὅρος τῶν πειρασμῶν.

Αὐτὸ τὸν ἔχθρο καλούμαστε νὰ πολεμήσουμε μὲ τὴ χάρη καὶ τὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Κύριος εἶπε: «ἰδοὺ δίδωμι ὑμῖν τὴν ἐξουσίαν τοῦ πατεῖν ἐπάνω ὄφεων καὶ σκορπίων καὶ ἐπὶ πᾶσαν τὴν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ, καὶ οὐδὲν ὑμᾶς οὐ μὴ ἀδικήσῃ» (Λουκ. 10,19).

Δεύτερος ἐχθρὸς ἐξίσου ἐπικίνδυνος εἶναι ὁ κόσμος ποὺ μᾶς περιβάλλει, ὄχι βέβαια οἱ ἄνθρωποι, ἀλλὰ τὸ κοσμικὸ φρόνημα ποὺ ἐπικράτει μέσα στὸν κόσμο. Ὁ κόσμος θέλει νὰ ἐπιβάλει τὴ σφραγίδα του ἐπάνω μας. Ὁ κόσμος εἶναι ἐχθρὸς τοῦ Θεοῦ· «ὅς ἄν βουληθῆ φίλος εἶναι τοῦ κόσμου, ἐχθρὸς τοῦ Θεοῦ καθίσταται» (Ίακ. 4,4). Ὁ χριστιανὸς ζεῖ μέσα στὸν κόσμο, ἀλλὰ δὲν εἶναι ἐκ τοῦ κόσμου.

Ἀλλὰ ἐχθρὸς τοῦ χριστιανοῦ εἶναι καὶ ὁ ἴδιος ὁ ἑαυτός του. Εἶναι πιὸ ἐπικίνδυνος ἀπό τοὺς ἄλλους δύο. Τὸν ἑαυτό μας τὸν φέρουμε παντοῦ, στὸ σπίτι, στὸ δρόμο, στὴν ἐργασία μας καὶ στὴν Ἐκκλησία ἀκόμα. Εἶναι ἕνας ἀχώριστος σύντροφος τῆς ζωῆς μας. Ὁ ἑαυτός μας μὲ τὶς ἀδυναμίες του, καὶ τὰ πάθη του, εἶναι ἕνας ἀντίπαλος στὴν πνευματική μας ζωή. Καλούμαστε αὐτὸν τὸν ἑαυτό μας νὰ τὸν ἀπαρνηθοῦμε γιὰ νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπ' αὐτόν. Ὁ Κύριος εἶπε: «Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι» (Ματθ. 16,24).

Ὁ ἐαυτός μας ἔχει ρίζες βαθιὲς καὶ θέλει καλὸ ἄγωνα γιὰ νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπ' αὐτόν. Αὐτοὺς τοὺς τρεῖς ἐχθροὺς καλεῖται ὁ πιστὸς νὰ πολεμήσει χωρὶς συμβιβασμοὺς καὶ ὑποχωρήσεις, χρησιμοποιώντας ὅλα τὰ ὄπλα καὶ τὰ μέσα τῆς χάριτος ποὺ τοῦ δίνει ὁ Θεός, γιὰ νὰ μείνει πιστὸς στὸ θέλημά του.

Π.Π.
Ὀρθόδοξα Μηνύματα Ἀπολύτρωσις

Τετάρτη 4 Νοεμβρίου 2015

Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΕΚΤΟΣ ΤΩΝ ΤΕΙΧΩΝ ΤΗΣ ΑΙΡΕΣΗΣ




...'Ιδε εγώ Μάρκος ο αμαρτωλός,λέγω υμίν,ότι ο μνημονεύων του Πάπα ως Ορθοδόξου αρχιερέως,ένοχος έστι πάντα τον Λατινισμόν εκπληρώσαι,μέχρι και αυτής της κουράς των γενείων,και ο λατινοφρονών μετά των Λατίνων κριθήσεται και ως παραβάτης της Πίστεως λογισθήσεται... 


Επιστολή προς Θεοφάνην εις τον Εύριπον.


Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός



Και να,που το πλήρωμα του χρόνου δικαίωσε απερίφραστα τους αποτειχισμένους Ορθοδόξους του Πατρίου Ημερολογίου,που κόντρα σε παποκαισαρικούς,διαχρονικούς δεσμοφύλακες και σε κυβερνητικούς,χειραγωγίζοντες σωφρονιστές,σε δημοσιουπαλληλικούς και ατσαλάκωτους υπαλλήλους γραφείου και σε κρατικά,εμβληματικούς ασφαλισμένους-με ένσημα δημοσίου-λειτουργούς Θεού,διαφύλαξαν στο ακέραιο τις πνευματικές παρακαταθήκες των Πατέρων τους.Στην αντίχριστη εσχατιά του Χρόνου,όταν οι Πολλοί θα κάνουν σταυρό με το μικροτσίπ στο χέρι,αυτοί οι Λίγοι θα έχουν ήδη κάνει το πρώτο βήμα της αποτείχισής τους κι απ' τον κόσμο...!



Σήμερα,που ο ακοινώνητος Πατριάρχης του εσβησμένου Φαναρίου αποδέχθηκε την πρόταση των Κοπτών για κοινό Πάσχα όλων των αιρετικών παραφυάδων της νοσηρής και πυώδους Πανθρησκείας και,αφού αυτή εκτελεστεί από την επικείμενη ''πανορθόδοξο σύνοδο'' του 2016,τότε τρία τινά θα πρέπει να συμβούν:Πρώτον να αλλάξει το Πασχάλιο,που απαγορεύεται ρητώς από τους Όρους της Α΄Οικουμενικής Συνόδου.Δεύτερον να προσαρμόσουν οι καθολικοί αποστάτες του Pontifex Maximus το δικό τους ημερολόγιο στα ημέτερα ειωθότα.Τρίτον να κατασκευασθεί τεχνιέντως μια προσαρμοστική φόρμουλα για την ημερομηνία του κοινού συνεορτασμού.Και στις τρεις αυτές περιπτώσεις,οι εντόπιοι Οικουμενιστές με το ορθόδοξο,αποστατημένο παρελθόν θα έχουν αλώσει κυρίαρχα και θα έχουν κουρσέψει ολέθρια,καταστρεπτικά,οτιδήποτε έμεινε όρθιο από το 1924 και εντεύθεν.Θα είναι οι Grandi Vincitori ενός ερμαφρόδιτου,τεκτονικού αγώνα,που ξεκίνησε από την δεκαετία του 1920 και-τυχαίο;-θα ολοκληρωθεί την δεκαετία του 2020...!Και επειδή η Ιστορία μας διδάσκει,ας ειπωθεί και τούτο:Ο Μελέτιος Μεταξάκης,που άλλαξε το εκκλησιατικό ημερολόγιο παράνομα και αντικανονικά είχε επιστήθιο και συμπάσχων σύμμαχό του στην Ελλάδα,τον εδώ ''Αρχιεπίσκοπο'' Χρυσόστομο Παπαδόπουλο,που με μία και μόνο εγκύκλιο,μετά από δεκαεννέα ολόκληρους Αιώνες,μετέφερε όλες τις εορτές-πλήν του Πασχαλίου-δεκατρείς ημέρες μπροστά..!Σήμερα,η μεγάλη αυτή Κοσμική Προσωπικότητα του διεθνούς Jet Set,ο κ.Βαρθολομαίος,που ετοιμάζεται να διαμερίσει ακόμη και τα αιματοβαμμένα ιμάτια του προδωμένου Κυρίου του έχει σιωπηρό συμπαραστάτη του,τον εδώ Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο,ο οποίος-φευ-λάμπει παντελώς δια της απουσίας του!...Μέσα στην κολασμένα,καταθλιπτική ατμόσφαιρα της ελληνικής πτωχοποίησης,της ανείπωτης κατοχής της χώρας από το Γερμανικό uber alles και τον-εντυπωσιακά-προδοτικό δοσιλογισμό όλων των κατοχικών κυβερνήσεων,η καινοτόμος Εκκλησία εξασφάλισε τον αποκλεισμό της από τα capital controls,σιώπησε ύποπτα και παραινετικά στον ολέθριο κατακερματισμό της μεσαίας τάξης και συναινεί αθόρυβα και γι' αυτό μειοδοτικά στην απρόσκοπτη παροχή υπηρεσιών στην Κατοχική Κυβέρνηση Τσολάκογλου.Και τότε,όπως και τώρα-τυχαίο-η χώρα ακροβατούσε ανάμεσα στην φτώχεια και στον πόλεμο,ανάμεσα σε τέκτονες,εκκλησιαστικούς ηγήτορες και σε αιφνίδιες,εκκλησιαστικές παρεκτροπές!Οι αδελφοί μας του Νέου ημερολογίου θα θυμηθούν τους αδελφούς τους του Παλαιού,που επί έναν αιώνα σχεδόν τώρα,τους λοιδωρούσαν απερίφραστα,τους απαξίωναν ανείπωτα,τους διαπόμπευαν δημόσια,τους φυλάκιζαν απάνθρωπα,τους εξόριζαν αναίτια και τους σταύρωναν καθημερινά υπερήφανα.Θα θυμηθούν,πως οι Ορθόδοξοι του Πατρίου Ημερολογίου με τα λάθη τους,ακόμα και με τις διαιρέσεις τους διαφύλαξαν απόλυτα και στο ακέραιο και το τελευταίο κόμμα,την ύστατη τελεία από το πνευματικό θρησαυροφυλάκιο της Αγίας Εκκλησίας μας.Πως,όταν μια χούφτα,πνευματικά ευαίσθητων και κοσμικά αγράμματων ανθρώπων στάθηκαν Ομολογιακά αντιμέτωποι με τον Παποκαισαρισμό της καινοτόμου Εκκλησίας και τον κατασταλτικό βαρβαρισμό των αστυνομικών κυβερνήσεων,εκείνοι συνέχισαν με τον ίδιο θείο ζήλο την αποστολικότητα της Εκκλησίας.Αν θα επέλθει και η ''ποθούμενη'' ένωση όλων των αιρετικών παρασυναγωγών του Παγκοσμίου Συμβουλίου του Αντιδίκου στο ''κοινό ποτήριο'',τότε ο καθείς να προετοιμάζεται για ηρωική έξοδο στην ευλογημένη και άκρως πατερική αποτείχιση,που,οι αυτοί,οι Ορθόδοξοι του Πατρίου την αποτόλμησαν έναν αιώνα έμπρακτης,επώδυνης,αιματηρής και σωτήριας Ομολογίας!Εύχεσθε!


Υ.Γ.Αναφέρεται στο Λειµωνάριον το εξής συγκλονιστικὸ γεγονός:''Έλεγε ο Αββάς Ιωάννης ο Κίλικας:''Όταν ησυχάζαµε στο Μοναστήρι του Ενάτου σηµείου της Αλεξανδρείας,µας επισκέφτηκε κάποιος Αιγύπτιος Μοναχὸς και µας διηγήθηκε τα εξής:Ήλθε στην Λαύρα των Κελλίων κάποιος αδελφὸς απὸ τα ξένα,ο οποίος ήθελε να µείνει εκεί.Έβαλε λοιπὸν µετάνοια στον Πρεσβύτερο και παρακαλούσε να µείνει στο κελλὶ του Ευαγρίου.Ο Πρεσβύτερος έλεγε ότι δεν µπορεί να µείνει ςκεί.Ο αδελφὸς όµως έλεγε:Αν δεν µείνω εκεί,αναχωρώ εξάπαντος.Του λέει οΠρεσβύτερος:Ειλικρινά,παιδί µου,εκεί κατοικεί τροµερὸς δαίµων.Διότι εκείνος,ο οποῖος επλάνησε τον Ευάγριο και τον αποµάκρυνε απὸ την Ορθὴ Πίστη και του υπόβαλε τα σιχαµερὰ δόγµατα,δεν αφήνει κανένα να καθίσει εκεί.Ο αδελφὸς όµως επέµενε λέγοντας: Αν µείνω εδώ,εκεί θα καθίσω.Τότε λέει ο Πρεσβύτερος:Τότε,κάνε τον λογισµό σου,πήγαινε και κάθισε.Πράγµατι έφυγεο αδελφός,κάθισε µια εβδοµάδα κι όταν ήλθε η αγία Κυριακή,πήγε στην εκκλησία.Κι όταν τον είδε ο Πρεσβύτερος,παρηγορήθηκε.Την ερχόµενη όµως Κυριακὴ δεν πήγε στην εκκλησία.Καὶ παρακαλεί δυο αδελφοὺς ο Πρεσβύτερος να πάνε να µάθουν,γιατὶ δεν παραβρέθηκε στην εκκλησία.Πήγαν οι αδελφοὶ στο κελλὶ και βρήκαν τον αδελφὸ να έχει βάλει σχοινὶ στο λαιµό του και να έχει απαγχονιστεί...''! 


Γιώργος Δημακόπουλος
Δημοσιογράφος

ΥΠΟΜΟΝΗ ΜΑΣ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ (Αββάς Βενιαμίν)

Η πνευματική λογική μας διδάσκει, πως οι αρρώστειες και γενικά οι θλίψεις, που μας στέλνει ο Θεός, είναι μέσα έκφρασης του ελέους Του και της ευσπλαγχνίας Του για μας. Όπως τα πικρά φάρμακα τους άρρωστους τους ωφελούν πιο πολύ από τα γλυκίσματα, έτσι και αυτές βοηθούν εκείνους που τις υπομένουν στη σωτηρία και στην αιώνια ευτυχία πιο πολύ από τα θαύματα! Συχνά, πολύ συχνά, μια ασθένεια είναι πιο μεγάλη ευεργεσία από ένα θαύμα! Η αρρώστεια είναι τόσο ουσιώδης ευεργεσία, ώστε η απαλλαγή μας από αυτή (έστω και με θαύμα!) να μας βλάπτη, αφού αφαιρεί ένα πιο μεγάλο αγαθό• ένα αγαθό που με κανένα τρόπο δεν μπορεί να συγκριθή με το πρόσκαιρο αγαθό, που μας προσφέρει με θαύμα η θεραπεία μας από κάποια αρρώστεια[79].

1. Ο πτωχός Λάζαρος, για τον οποίο μιλάει το Ευαγγέλιο, δεν εθεραπεύθηκε ποτέ από την βαρειά αρρώστεια του• ούτε απηλλάγη από τη φτώχεια του. Απέθανε στην ταλαίπωρη εκείνη κατάσταση, στην οποία βασανιζόταν τόσα χρόνια. Όμως, λόγω της υπομονής του, οι άγγελοι τον επήραν και τον επήγαν στην αγκαλιά του Αβραάμ[80]. Η αγία Γραφή μας λέγει ολοκάθαρα, πως ο Θεός σε κείνους που αγαπάει στέλνει πολλές πίκρες, και κυρίως αρρώστειες σωματικές[81]. Σε κάθε της σελίδα η αγία Γραφή μας λέγει, ότι όλοι ανεξαιρέτως οι άγιοι επέρασαν την επί γης ζωή τους βαδίζοντες την οδό την στενή και τεθλιμμένη, που είναι γεμάτη θλίψεις, πίκρες, στερήσεις[82].

Με αυτή τη γνώμη για τις θλίψεις, οι αληθινοί δούλοι του Θεού αντιμετώπιζαν τις θλίψεις, που τους συνέβαιναν, με πολύ μεγάλη περίσκεψη• και με αυταπάρνηση. Όποιες και αν ήσαν, τις εδέχοντο σαν να τους έπρεπαν! Γιατί επίστευαν ολόψυχα ότι δεν θα τους συνέβαιναν, αν δεν τις επέτρεπε ο δικαιοκρίτης Θεός θεωρώντας τες κατάλληλες για τις πνευματικές ανάγκες τους. Η πρώτη τους δουλειά, όταν τους συνέβαινε κάποια θλίψη, ήταν να βάλουν βαθειά στο νου τους ότι τους έπρεπε! Αναζητούσαν στον εαυτό τους την αιτία[83]. Και την εύρισκαν. Και μετά, μόνο αν διαπίστωναν, ότι η θλίψη αυτή τους εμπόδιζε στην ευαρέστηση του Κυρίου, μόνο τότε, Τον παρακαλούσαν να τους απαλλάξη από αυτή. Και πάλι όμως αφήνανε την εκπλήρωση ή μη εκπλήρωση του αιτήματός τους, στη διάθεση του Κυρίου. Και ποτέ δεν τολμούσαν να ειπούν, πως ο τρόπος, με τον οποίο αυτοί αντιμετώπιζαν την δοκιμασία τους, ήταν ο σωστός. Γιατί πράγματι, ποτέ δεν είναι δυνατό να είναι ο σωστός. Γιατί η κρίση του χοϊκού ανθρώπου, έστω και αν είναι και άγιος, δεν μπορεί ποτέ να αγκαλιάση και να ιδή τα πράγματα καλλίτερα από το παντέφορο όμμα του Κυρίου. Ο Θεός ξέρει, γιατί στέλνει δοκιμασίες στους εκλεκτούς Του.

2. Ο άγιος Απόστολος Παύλος μας πληροφορεί, ότι τρις παρεκάλεσε τον Κύριο να τον απαλλάξη από ένα άγγελο Σατάν, που τον εμπόδιζε να τρέχη να κηρύττη την χριστιανική πίστη. Μα δεν εισακούσθηκε! Η κρίση του Θεού στο σημείο αυτό ήταν διαφορετική από την κρίση του θεόπνευστου αποστόλου Του[84]!
Πρέπει να αφήνωμε τον εαυτό μας στο θέλημα του Θεού. Γιατί μόνο τότε, μόνον όταν ποθούμε ειλικρινά και με βαθειά ευλάβεια να γίνεται παντού και πάντοτε το θέλημά Του, μπορούμε να εμπιστευώμαστε, ότι έχομε φρόνημα πνευματικά σωστό.

3. Πολλοί άγιοι μοναχοί, όταν αρρωστούσαν, εδέχοντο την αρρώστεια τους σαν την πιο μεγάλη ευεργεσία του Κυρίου. Και αγωνίζονταν να συνεχίσουν ανεπηρέαστοι την δοξολογία του Θεού. Δεν ζητούσαν την θεραπεία, παρ’ ότι οι με θαύμα θεραπείες από σωματικές ασθένειες είναι συνηθισμένες στους άγιους μοναχούς. Προτιμούσαν να ζητούν από τον Θεό δύναμη να τις περάσουν με υπομονή και με ταπείνωση. Γιατί και το πίστευαν και το διεκήρυτταν, ότι αυτό ήταν πιο ψυχωφελές από κάθε είδους άσκηση, που τυχόν θα έκαναν με το δικό τους θέλημα!
Ο άγιος Ποιμήν λέγει:
Οι τρεις αυτές εργασίες του μοναχού είναι μεταξύ τους ίσες• να ησυχάζη στην έρημο• να είναι άρρωστος και να ευχαριστή τον Θεό• να ζη στην υπακοή γέροντος παρ’ ότι έχει καθαρό (δυνατό) μυαλό[85].

4. Οι πιο μεγάλοι άγιοι μοναχοί έζησαν στην Σκήτη της Αιγύπτου. Ένας από αυτούς ήταν ο όσιος Βενιαμίν. Η ζωή του ήταν γεμάτη αρετές. Και γι’ αυτό ο Θεός του έδωσε πλούσια το χάρισμα των ιαμάτων. Και ενώ λοιπόν είχε αυτό το χάρισμα, ο ίδιος είχε μια πολύ βαρειά αρρώστεια: μια χρονίας μορφής υδρωπικία! Μερικές φορές απέπνεε μια φοβερή δυσοσμία. Και τότε οι μοναχοί αναγκάζονταν να τον μεταφέρουν από το κελλί του, σε μέρος μακρινό! Και στο κελλί του να βγάζουν εντελώς τις πόρτες! Και του είχαν φτιάξει ένα ειδικό κάθισμα, γιατί δεν του ήταν δυνατό να ξαπλώση στο κρεβάτι! Μα και στην κατάσταση αυτή ο όσιος συνέχιζε να θεραπεύη τους άλλους! Και εκείνους, που βλέποντας τα παθήματά του τον συμπονούσαν, τους συμβούλευε και τους παρακαλούσε, να προσεύχωνται για την ψυχή του• και να μη νοιάζωνται για το σώμα του. «Όταν το σώμα μου ήταν γερό, τους έλεγε, δεν είχα καμμιά ιδιαίτερη ωφέλεια από αυτό. Τουλάχιστον τώρα που έπεσα σε αρρώστεια δεν μου προξενεί βλάβη!»[86].

5. Ένας άλλος άγιος, ο Αββάς Πέτρος, έλεγε, ότι, κάποιος επεσκέφθη τον όσιο Ησαΐα τον αναχωρητή. Τον ευρήκε να πάσχη από μια βαρειά αρρώστεια. Και του εξέφραζε τη συμπόνια του. Ο όσιος του απάντησε: Παρ’ ότι έχω τόσο πολύ συμφιλιωθή με την σκέψη της αρρώστειας μου, μόλις και μετά βίας κατορθώνω να διατηρώ την μνήμη της φοβεράς εκείνης ώρας (του θανάτου και της κρίσεως)! Αν το σώμα μου ήταν καλά, η μνήμη εκείνη θα είχε σβήση μέσα μου. Όταν το σώμα είναι υγιές, τότε ρέπει πιο πολύ σε πράξεις και ενέργειες επιζήμιες και αντίθετες στο θέλημα του Θεού. Οι δοκιμασίες μας είναι μια μέθοδος, που μας οδηγεί κάπως πιο σίγουρα στην τήρηση των εντολών του Θεού[87].

Οι άγιοι πατέρες το ήξεραν πολύ καλά, ότι στις θλίψεις και δοκιμασίες μας αξία έχει η υπομονή• και ότι η υπομονή είναι κάτι που εξαρτάται από μας τους ίδιους. Για αυτό και κατηγορούσαν μόνο τον εαυτό τους. Εβίαζαν έτσι την καρδιά τους να έχη υπομονή[88]. Έφερναν στη μνήμη τους το θάνατο, το κριτήριο του Θεού, τις αιώνιες τιμωρίες• και με την ανάμνησή τους, οποιαδήποτε και αν είναι η σημασία, η εντύπωση και η αίσθηση των επιγείων θλίψεων, εξασθενίζει[89]. Ανέβαζαν τη σκέψη τους στην πρόνοια του Θεού. Υπενθύμιζαν στον εαυτό τους την επαγγελία του Υιού του Θεού, ότι θα είναι αδιάστατα ενωμένος με εκείνους που Τον ακολουθούν και θα τους φυλάττη[90].

Παρορμούσαν τον εαυτό τους να έχη ευψυχία και ανδρεία. Πίεζαν τον εαυτό τους να δοξάζη και να ευχαριστή τον Θεό για τις θλίψεις. Τον έσπρωχναν στην συνειδητοποίηση της αμαρτωλότητός τους, που τους έκανε άξιους κάθε τιμωρίας. Ενθυμούντο και την ευσπλαγχνία του Κυρίου, αλλά και την δικαιοκρισία του. Και καταβάλλοντας κάθε προσπάθεια, να έχουν υπομονή, ανέπεμπαν εκτενείς προσευχές στο Θεό να τους δίνη αυτό το θείο χάρισμα της ευλογημένης υπομονής, που είναι πάντοτε αχώριστη από το άλλο χάρισμα του πνεύματος, την ευλογημένη ταπείνωση• γιατί οι δύο αυτές αρετές, είναι εγγύηση σωτηρίας και αιώνιας μακαριότητας.

6. Οι μεγάλοι σημειοφόροι άγιοι πατέρες, παρ’ ότι τους ήταν τόσο εύκολο, δεν εθεράπευσαν ποτέ τους μαθητές τους, όταν κατά θέλημα Κυρίου αρρωστούσαν. Αυτό το έκαναν για να μην τους στερήσουν το πνευματικό αγώνισμα και την ωφέλεια, που θα είχαν με την υπομονή, αν περνούσαν την αρρώστεια τους, όπως ορίζει η παράδοση της Εκκλησίας μας.

7. Ο ηγούμενος του κοινοβίου της Γάζας, όσιος Σέριδος, ο μαθητής του μεγάλου εκείνου Βαρσανουφίου, που έζησε με απόλυτη σιωπή στο κοινόβιο αυτό, ήταν για πολλά χρόνια άρρωστος. Μερικοί από τους γέροντες της αδελφότητος παρακαλούσαν τον Μέγαν (Βαρσανούφιον) να θεραπεύση τον ηγούμενο. Ο όσιος Βαρσανούφιος τους απάντησε:
«Μερικοί άγιοι άνθρωποι (που υπάρχουν εδώ) θα μπορούσαν να παρακαλέσουν για την υγεία του τον Θεό, να μη ξαναρρωστήση ούτε μια ημέρα. Και αν Τον παρακαλούσαν, θα γινόταν. Και εγώ του το είπα αυτό. Αν όμως αυτό γινόταν, θα έχανε την ευκαιρία να αποκτήση την μεγάλη καρποφορία της υπομονής. Μα τι λέτε; Δεν ξέρει, πόσο έχω υποφέρει εγώ; Τι αρρώστειες! Τι πυρετούς! Τι θλίψεις; Και να, τώρα ευρίσκομαι στον εύδιο αυτό λιμένα. Και αυτόν πολύ τον ωφελεί η αρρώστεια του. Τον μαθαίνει να έχη υπομονή και να ευχαριστή τον Θεό»[91].


Βιβλιογραφία

[79] Ιακ. 4, 3.
[80] Λουκ. 16, 22.
[81] Εβρ. 12, 6 εξ.
[82] Εβρ. 12, 3.
[83] Μάρκου του Ασκητού, Περί των οιομένων εξ έργων δικαιούσθαι κεφ. 6 «Ο τον δεσπότην τιμών, ποιεί τα κελευόμενα. Σφαλείς δε ή παρακούσας, υπομένει ως ίδια τα επερχόμενα».
[84] Β’ Κορ. 12, 7-10.
[85] Γεροντικό, Ρούφου Β’.
[86] Πατερικόν κατ’ αλφάβητον.
[87] Ησαΐου Αναχωρητού, Λόγος ΚΖ’.
[88] Αββά Δωροθέου, Λόγος Ζ.
[89] Ματθ. 10, 28-31.
[90] Ματθ. 28, 20.
[91] Αββά Βαρσανουφίου, απάντησις 130.


Πηγή: orthodoxfathers.com

Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2015

ΜΥΡΩΜΕΝΑ ΑΝΘΗ ΟΣΙΟΥ ΙΕΡΩΝΥΜΟΥ ΑΙΓΙΝΗΣ




..Ποτέ,το τονίζω,να μη δεχθείς απελπισίαν και δια τίποτε.Και εις τους λογισμούς που από τον πειρασμόν έρχονται,να λέγεις:«Και στη κόλασιν να πάω,σε καλύτερη θέση από σένα θα είμαι!Δεν φοβάμαι,διότι εγώ δύνομαι να μετανοήσω και ο Θεός είναι όλος Αγάπη.Ποτέ,και δια τίποτα απελπισία».Μη δέχεσαι θλίψεις.Μη σκέπτεσαι με λύπην και βαρύνεις τον νουν σου.Να λέγεις μόνον:Χριστέ μου,σε παρακαλώ,μη με εγκαταλείψης,ότι και να σου συμβεί,μη λυπηθείς πολύ,μόνον αυτό να λέγεις:Χριστέ μου,Σύ μη με εγκαταλείψης.Και νάχης ηρεμία,γαλήνη εις την ψυχήν σου...



Aπολαύσετε την πνευματική ζωή.Δεν υπάρχει τίποτε γλυκύτερο απ’ αυτήν.Ό αγών είναι σκληρός,είναι γλυκός,όπως οί στέφανοι.Δριμύς ό χειμών,γλυκύς ό παράδεισος.Στα πνευματικά είναι ανοιχτή ή καρδία:αγάπη,χαρά.Την χαρά πού παίρνουμε εμείς από τα πνευματικά,δε την νοιώθει ο διάβολος,γι’αυτό μας ζηλεύει,μας φθονεί και μας στήνει παγίδες και λυπούμεθα και πέφτουμε.Πρέπει να αγωνισθούμε,γιατί χωρίς αγώνα δεν αποκτούμαι αρετή.Και να ξέρετε,αν εύκολα αποκτήσετε,εύκολα θα χάσετε.Ενώ αν με δυσκολία,με κόπο και αγώνα αποκτήσετε,δύσκολα θα χάσετε.Να προσπαθείς και να προοδεύεις εις τα Πνευματικά.Το Πνεύμα να υψωθεί.Ό νους από όλα τα άλλα,απαρηγόρητος είναι.Τα πνευματικά δίδουν χαρά και δύναμιν.



Και να γνωρίζεις,όλα,απόφασις και ζήλος είναι.Αγάπησε πολύ τον Χριστό μας.Αγάπα και τους ανθρώπους,αλλά με προσοχή,ώστε ή αγάπη αύτη να μη θίξει,να μη λιγοστεύει την αγάπη σου προς τον Θεόν.Είναι όμορφη ή πνευματική ζωή.Όταν λίγο την γευθείς,θα σ’ αρέσει πολύ και τότε δεν βρίσκεις ευχαρίστηση σε άλλα,όπως πριν.Να έχετε χαρά.Ή χαρά και ή λύπη ας σας είναι φιλοξενούμενες,όχι όμως ή απελπισία.Της απελπισίας να της κλείνετε την πόρτα!Ό Χριστιανός δεν πρέπει,ούτε δειλός να είναι,ούτε απελπισία να έχει.Στην εργασία ή στο καθήκον σου,με χαρά να πηγαίνεις,με χαρά να φεύγεις!Προσπάθησε να είσαι απαθής.Κανένα μη λυπήσεις,για τίποτα μη λυπηθείς.Νουν να έχεις και νουν να μη έχεις.Γλώσσα να έχεις και γλώσσα να μη έχεις.Μάτια να έχεις και μάτια να μη έχεις.Αυτιά να έχεις και αυτιά να μη έχεις.Με καταλαβαίνεις;Το σπίτι έχει παράθυρα,πόρτες κλπ.Δια ν’ασφαλισθώμεν,τα κλείνωμεν.Έτσι λοιπόν,δια ν’ ασφαλισθώμεν,δια να διατηρήσωμεν την υγεία της ψυχής,πρέπει να προσέχωμεν τάς αισθήσεις.Ή κάθε ημέρα να προσέχετε πώς θα περάσει.Το μέλλον σας,αναθέσατε το εις την θεία Πρόνοια!θα βοηθήσει ό Θεός!Ότι είναι θέλημα Θεού και δια την σωτηρίαν μας θα γίνει.Μη σκέπτεστε δηλαδή και βάζετε εις τον νουν σας βάρος δια το μέλλον.Είναι σοφός ό άνθρωπος ό οποίος πιστεύει,αγαπά τον Θεόν και υπομένει.Μη ανησυχείτε δια το μέλλον σας.Αναθέσατε το εις την Θείον Πρόνοια.Μη σκέπτεστε και βάζετε βάρος στο κεφάλι σας.Δεσμεύετε την διάνοια σας με την αγάπη του Θεού.Τον Θεόν να θεωρείται πώς είναι εμπρός σας και να του λέτε τα παράπονα σας.Και οι δοκιμασίες κάνουν καλό.Μη φοβηθείς.Ό Χριστός μας σαράντα μέρες αγωνίσθηκε στην ερημον,αλλά έπειτα Άγγελοι τον υπηρετούσαν.Είναι πολύ στοργικός ο Χριστός μας.Συχνά,για ωφέλειά μας,επιτρέπει και δυνατή λύπην.Για λίγο νοιώθουμε πώς μας εγκατέλειψε,αλλά μετά επειδή λυπάται,μας αγαπά,μας πνίγει το έλεος Του η στοργή Του.Μη φοβηθείς ποτέ,μόνον αγάπα τον Χριστό μας.Όταν σου προσφέρουν κάτι,να το παίρνεις γιατί αν αρνείσαι,εμποδίζεις την χάριν από τον δίδοντα και όταν το παίρνεις,ταπείνωσιν δείχνεις.Εκείνος πού δίδει παίρνει χάριν.Μη λες όχι.Και αν σου δίδουν κάτι πού εσύ δεν έχεις,το κρατάς.Αν σου δίδουν κάτι πού το έχεις,δίδεις εις τον μη έχοντα.Μη λέτε πολλά.Κρατήστε την γλώσσαν.Αγαπήστε την σιωπή.Αν την συνηθίσετε,μετά δεν θα θέλετε να ομιλείτε.Τόσον είναι όμορφη ή σιωπή.Να είσθε επιμελείς σε ότι κάνετε.Εγώ αγαπούσα και έδιδα επιμέλεια από μικρός σε όλα.Από ένδεκα χρονών,ακόμα θυμούμαι το μάθημα.Ό «πόλεμος» δεν άρχεται μόνος του,δηλαδή,εάν δεν δώσουμε εμείς αιτία.Φταίνε τα πάθη μας πού τα αφήνουμε και δεν τα πολεμάμε.Αφού δεν αποφεύγουμε τις αιτίες,δεν μπορεί, θά΄ρθη πόλεμος.Πρόσεχε πολύ τον νου σου.Μη τον βαρύνεις με λύπην ή άσκοπα προβλήματα και άλλα πολλά.Το νερό,όταν είναι καθαρό και ήσυχο,βλέπεις μέσα εις τον βυθόν του και την καρφίτσα.Έτσι είναι και ο νους.Πρέπει να μαθαίνεις τις πανουργίες του πειρασμού δια να γλιτώσεις,δια να μη δύναται να σε βλάψει.Και προσοχή:Όταν δεν μπορεί να μας ρίξει στις πράξεις,μας ρίχνει με τους λογισμούς.Προσπαθεί να ρίχνει τον άνθρωπον και μετά του φέρνει ελεγκτικούς λογισμούς,δια να τον ρίξει στην απελπισία.Να τα γνωρίζεις αυτά.Ποτέ,το τονίζω,να μη δεχθείς απελπισίαν και δια τίποτε.Και εις τους λογισμούς που από τον πειρασμόν έρχονται,να λέγεις:«Και στη κόλασιν να πάω,σε καλύτερη θέση από σένα θα είμαι!Δεν φοβάμαι,διότι εγώ δύνομαι να μετανοήσω και ο Θεός είναι όλος Αγάπη.Ποτέ,και δια τίποτα απελπισία».Μη δέχεσαι θλίψεις.Μη σκέπτεσαι με λύπην και βαρύνεις τον νουν σου.Να λέγεις μόνον:Χριστέ μου,σε παρακαλώ,μη με εγκαταλείψης,ότι και να σου συμβεί,μη λυπηθείς πολύ,μόνον αυτό να λέγεις:Χριστέ μου,Σύ μη με εγκαταλείψης.Και νάχης ηρεμία,γαλήνη εις την ψυχήν σου.Ούτε ή χαρά,ούτε ή λύπη να μη σε κυριέψουν.Ό Σολομών ζήτησε από τον Θεόν σοφία και όμως έπεσε.Εσύ μη ζηλέψεις ούτε την σοφία,αλλά ζήλεψε και ζήτησε από τον Χριστό μας,Πίστιν και αγάπην σε εκείνον.Πρόσεχε μην αποκτήσεις συνήθειαν κακήν,διότι ή συνήθεια γίνεται δευτέρα φύσις.Το πείσμα είναι ελάττωμα,αλλά συχνά είναι και άγιο.Είναι και το καλό πείσμα.Αν δε έχει κανείς πείσμα,και οι δυσκολίαι,που θα συναντήσει θα τον κάμψουν,θα του φέρουν φόβον και δειλία.Το πείσμα το καλό,την δυνατή θέλησιν προσπάθησε ν’αποκτήσεις.Από την ζωήν μη περιμένεις όλο χαρές.Είναι περισσότερον ακανθόσπαρτος,παρά ανθόσπαρτος ο βίος του ανθρώπου.Να είμαστε πρόθυμοι να υποφέρουμε.Να αγαπούμε και την κακοπέραση:λίγο φαγητό,λίγο ύπνο κλπ.Εγώ πολλά πέρασα.Και πείνασα και έξω στα δέντρα κοιμήθηκα.Δόξα τω θεώ για όλα αυτά,λύπη δεν είχα.Ό Θεός δεν δείχνει μόνον πολλήν άγάπην,αλλά μεγάλην στοργή.Με λίγη καλήν προαίρεσιν που δεικνύομε,μας συντρέχει,μας βοηθά.Με λίγη μετάνοιαν,συντριβήν κλπ μας συγχωρεί πολλά αμαρτήματα.Ποταμός το έλεός Του.Να λες στον Χριστό μας:Σ’ αγαπώ Κύριε,Σ’ αγαπώ,διότι είσαι Αγάπη.Ποίον είναι πιο δυνατό:το νερό ή η φωτιά;Το νερό Γέροντα.'Οχι.Χίλια κιλά κάρβουνα αναμμένα,τα σβήνει ένας τενεκές νερό;Δυο κιλά κάρβουνα δεν τα σβήνουν δέκα τενεκέδες νερό;Ούτε το ένα λοιπόν,ούτε το άλλο,αλλά ή ποσότης!Ναι,η ποσότης έχει την δύναμιν.


Αύξησε τα πνευματικά δια να νικήσωμεν.Δεν θα σωθούν μόνον όσοι πηγαίνουν εις την Μονήν,άλλα όσοι αγωνίζονται σωστά,Πάντως,υψηλότερο από τον χορόν των παρθένων δεν υπάρχει.Όπου και να πας,υπάρχει και το φως,υπάρχει και το σκότος.Από σένα εξαρτάται τι θα διαλέξης,τι θα ακολουθήσεις.Ότι βλάπτει,μη δίδεις σημασία,ότι ωφελεί πνευματικά,ακολούθησε.Προσπάθησε,επιμέλεια χρειάζεται και ζήλος.Για ότι βλάπτει,αδιάφορος να είσαι!Αν δεν πάρουμε απόφασιν θανάτου,το πνευματικόν μέρος δεν εκτελείται!...


Δημοσίευση από το βιβλίο της Σωτηρίας Νούση:''Ὁ Γέρων Ιερώνυμος της Αίγινας (1883-1966)'', Ζ’έκδοση,Φεβρουάριος 2010,εκδόσεις Ἑπτάλοφος.Τίτλος και επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.

Όσιος Ιερώνυμος Αιγίνης

Παρασκευή 30 Οκτωβρίου 2015

ΓΙΑΤΙ Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΛΛΑΖΕΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ (Ὁσίου Θεοφάνους τοῦ Ἐγκλείστου)

Έφθασε στ' αυτιά μου ότι, καθώς φαίνεται, θεωρείτε τα κηρύγματά μου πολύ αυστηρά και πιστεύετε ότι σήμερα κανένας δεν θα έπρεπε να σκέπτεται έτσι, κανένας δεν θα έπρεπε να ζη έτσι και επομένως κανένας δεν θα έπρεπε να διδάσκη έτσι. Οι καιροί έχουν αλλάξει!

Πόσο χάρηκα που το άκουσα. Αυτό σημαίνει ότι ακούτε προσεκτικά ό,τι λέγω, και όχι μόνο ακούτε, αλλά και είστε διατεθειμένοι να το τηρήσετε. Τι περισσότερο θα μπορούσαμε να επιθυμήσουμε εμείς που κηρύττουμε όπως διαταχθήκαμε και όσα διαταχθήκαμε;
Ανεξάρτητα από όλα αυτά, με κανένα τρόπο δεν μπορώ να συμφωνήσω με την γνώμη σας και το θεωρώ καθήκον μου να την σχολιάσω και να την διορθώσω. Διότι - μολονότι ίσως είναι παρά την θέλησι και την πεποίθησί σας - προέρχεται από αμαρτωλή πηγή, σαν να μπορούσε ο Χριστιανισμός να μεταβάλλη τα δόγματά του, τους κανόνες του, τις αγιαστικές του τελετουργίες, για να ανταποκριθή στο πνεύμα κάθε εποχής και προσαρμοσμένος στα μεταβλητά γούστα των υιών του αιώνος τούτου, να μπορούσε να προσθέση η να αφαιρέση κάτι.


Κι' όμως δεν είναι έτσι. Ο Χριστιανισμός πρέπει να παραμένη αιώνια αμετάβλητος, χωρίς καθόλου να εξαρτάται ή να κατευθύνεται από το πνεύμα της εκάστοτε εποχής.
Αντίθετα ο ίδιος ο Χριστιανισμός είναι διωρισμένος να κυβερνά και να διοική τα πνεύμα του αιώνος για καθένα που υπακούει στις νουθεσίες του. Για να σας πείσω στο εν λόγω ζήτημα, θα σας αναφέρω μερικές σκέψεις για να τις μελετήσετε.

Κάποιοι είπαν πως η διδασκαλία μου είναι αυστηρή. Κατ' αρχήν η διδασκαλία μου δεν είναι δική μου, ούτε θα έπρεπε να είναι. Από αυτή την ιερή θέσι κανείς δεν πρέπει ούτε μπορεί να κηρύττη δικιά του διδασκαλία. Αν λοιπόν εγώ η κάποιος άλλος τολμήσει ποτέ να το κάνη, μπορείτε να μας βγάλετε εκτός Εκκλησίας.

Εμείς κηρύττουμε την διδασκαλία του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, των αγίων Αποστόλων του και της Αγίας Εκκλησίας που κατευθύνεται από το άγιο Πνεύμα. Συνάμα φροντίζουμε με κάθε δυνατό τρόπο να διατηρήσουμε την διδασκαλία αυτή ακεραία και απαραβίαστη στον νου και στην καρδιά σας. Παρουσιάζουμε κάθε σκέψι και χρησιμοποιούμε κάθε λέξι με πολλή προσοχή, για να μη σκιάσουμε με κανένα τρόπο αυτή την λαμπρή και θεία διδασκαλία. Κανείς δεν μπορεί να πράξη διαφορετικά.
Ένας τέτοιος νόμος που καθορίζει το κήρυγμα του καθενός στην Εκκλησία να είναι θεόπεμπτο, καθιερώθηκε από την δημιουργία του κόσμου κι' έτσι πρέπει να παραμείνη ισχύον ως το τέλος του κόσμου. Ο Προφήτης Μωυσής μετά την παράδοσι των εντολών του ίδιου του Θεού στον Ισραηλιτικό λαό, κατέληξε στα εξής: «Ου προσθήσετε προς το ρήμα ο εγώ εντέλλομαι υμίν, και ουκ αφελείτε απ' αυτού, φυλάσσεσθε τας εντολάς Κυρίου του Θεού ημών, όσα εγώ εντέλλομαι υμίν σήμερον» (Δευτ. 4,2).
Αυτός ο νόμος της σταθερότητος είναι τόσο αμετάβλητος, ώστε ο ίδιος ο Κύριος και Σωτήρας μας, όταν δίδασκε το λαό στο όρος είπε: «Μη νομίσητε ότι ήλθον καταλύσαι τον νόμον ή τους προφήτας, ουκ ήλθον καταλύσαι, αλλά πληρώσαι. Αμήν γαρ λέγω υμίν, έως αν παρέλθη ο ουρανός και η γη, ιώτα εν η μία κεραία ου μη παρέλθη από του νόμου, έως αν πάντα γένηται» (Ματθ. 5,17 - 18).
Έπειτα έδωσε το ίδιο κύρος στην δική του διδασκαλία, πριν ερμηνεύση τις εντολές στο πνεύμα του ευαγγελίου, με το να προσθέση: «Ος αν ουν λύση μίαν των εντολών τούτων των ελαχίστων και διδάξη ούτω τους ανθρώπους, ελάχιστος κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. 5,19).

Αυτό σημαίνει πως καθένας που ερμηνεύει λανθασμένα τις εντολές του Θεού και μειώνει το κύρος τους, θα είναι απόκληρος στην μέλλουσα ζωή. Έτσι είπε στην αρχή του κηρύγματός του. Το ίδιο διαβεβαίωσε και στον άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο, τον θεατή των αρρήτων αποκαλύψεων, στον οποίο περιέγραψε την τελική κρίσι του κόσμου και της Εκκλησίας, αναφέροντας στην Αποκάλυψη: «Μαρτυρώ εγώ παντί τω ακούοντι τους λόγους της προφητείας του βιβλίου τούτου. Εάν τις επιθή επί ταύτα, επιθήσει ο Θεός επ' αυτόν τας πληγάς τας γεγραμμένας εν τω βιβλίω τούτω, και εάν τις αφέλη από των λόγων του βιβλίου της προφητείας ταύτης, αφελεί ο Θεός το μέρος αυτού από του ξύλου της ζωής και εκ της πόλεως της αγίας, των γεγραμμένων εν τω βιβλίω τούτω» (Αποκ. 22, 18 - 19).

Για όλο το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την πρώτη παρουσία του στον κόσμο μέχρι την δευτέρα του παρουσία, ο Χριστός έδωσε στους αγίους Αποστόλους και στους διαδόχους τους τον παρακάτω νόμο: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη...διδάσκοντες αυτούς τηρείν πάντα όσα ενετειλάμην υμίν» (Ματθ. 28, 19).
Τούτο σημαίνει να διδάσκετε όχι ό,τι κάποιος άλλος θα ήταν δυνατόν να σκεφθή, αλλά ό,τι εγώ παρήγγειλα, και τούτο μέχρι το τέλος του κόσμου. Και συμπληρώνει: «Και ιδού εγώ μεθ' υμών ειμί πάσας τας ημέρας, έως της συντελείας του αιώνος. Αμήν» (Ματθ. 28, 20).
Οι Απόστολοι έλαβαν αυτόν τον νόμο και θυσίασαν την ζωή τους για να τον τηρήσουν. Και σε αυτούς που ήθελαν να τους υποχρεώσουν να μη κηρύττουν όσα κηρύττουν επ' απειλή τιμωρίας και θανάτου, τους απαντούσαν: «Ει δίκαιόν εστιν ενώπιον του Θεού υμών ακούειν μάλλον η του Θεού, κρίνατε. Ου δυνάμεθα γαρ ημείς α είδομεν και ηκούσαμεν μη λαλείν» (Πραξ. 4, 19 - 20).

Ο σαφής αυτός νόμος παραδόθηκε από τους Αποστόλους στους διαδόχους τους, έγινε αποδεκτός από τους δευτέρους και έχει ισχύ διαχρονική στην Εκκλησία του Θεού. Εξ αιτίας του νόμου τούτου η Εκκλησία είναι ο στύλος και η βάσις της αληθείας.

Βλέπετε λοιπόν τι απαραβίαστη σταθερότητα έχει; Μετά από αυτό, ποιος θα είναι τόσο θρασύς να αγγίξη πεισματικά ή να κουνήση οτιδήποτε στο χριστιανικό δόγμα και νόμο;
Ακολούθως ακούστε τι αναφέρεται στον Προφήτη Ιεζεκιήλ που επί επτά ημέρες βρισκόταν σε έκστασι προσευχής και μετά από επτά ημέρες άκουσε το λόγο του Κυρίου: «Υιέ ανθρώπου, σκοπόν δέδωκά σε τω οίκω Ισραήλ, και ακούση εκ στόματός μου λόγον» (Ιεζ. 3,17), και διακήρυξε στο λαό. Να ο νόμος για σένα! Αν δης έναν άνομο που διαπράττει ανομία και δεν του πης: άφησε την ανομία σου και άλλαξε δρόμο, «ο άνομος εκείνος εν τη αδικία αυτού αποθανείται, και το αίμα αυτού εκ της χειρός σου εκζητήσω» (Ιεζ. 3,18).Αντιθέτως, αν διακηρύξης στον άνομο ότι θα πρέπει να ξεφύγη από την άνομη οδό του και αυτός δεν ξεφύγη, τότε εκείνος ο άνομος θα πεθάνη στην ανομία του, ενώ εσύ θα σώσης την ψυχή σου. Παρόμοια αν δης ένα δίκαιο που αρχίζει να κλονίζεται στην αρετή του και δεν τον στηρίξης και δεν φροντίσης να τον φέρης στον ίσιο δρόμο με τα λόγια σου, τότε εκείνος ο δίκαιος επειδή αμάρτησε, θα πεθάνη στις αμαρτίες του, αλλά την ψυχή του θα ζητήσω από τα χέρια σου που δεν τον στήριξες. Αν όμως προειδοποιήσης τον δίκαιο ότι δεν πρέπει να αμαρτάνη και αυτός παύση να αμαρτάνη, τότε ο δίκαιος θα ζήση κι' εσύ θα σώσης την ψυχή σου (Βλ. Ιεζ. 3, 19 - 21)>

Τι αυστηρός νόμος! Κι' όμως ακούγεται στις συνειδήσεις όλων των ποιμένων κατά την εκλογή και χειροτονία τους, όταν ένας βαρύς ζυγός τίθεται πάνω τους, η διαποίμανσις του ποιμνίου του Χριστού που Εκείνος τους το εμπιστεύθηκε, μικρό ή μεγάλο. όχι μόνο να το διαποιμάνουν, αλλά και να το διατηρήσουν. Πώς θα μπορούσε κανείς να είναι τόσο θρασύς, που να διαστρέψη τα πάντα στο νόμο του Χριστού, όταν αυτό συνεπάγεται καταστροφή και στους δύο, ποιμένες και ποίμνιο;

Αν η σωστική δύναμις της διδασκαλίας εξαρτιόταν από την γνώμη μας πάνω σ' αυτήν και την συναίνεσί μας σ' αυτήν, τότε θα είχε νόημα το να συλλάβη κάποιος άνθρωπος στο νου του να ανοικοδομήση τον Χριστιανισμό σύμφωνα με τις ανθρώπινες αδυναμίες ή τις αξιώσεις της εποχής και να τον προσαρμόση κατά τους πόθους της αμαρτωλής του καρδιάς. Μα η σωστική δύναμις του χριστιανικού νόμου δεν εξαρτάται καθόλου από μας, αλλά από το θέλημα του Θεού, από το γεγονός ότι ο ίδιος ο Θεός καθιέρωσε επακριβώς την ακριβή οδό της σωτηρίας. Έξω από αυτήν δεν υπάρχει άλλη οδός, ούτε θα μπορούσε να υπάρξη. Συνεπώς καθένας που διδάσκει με οποιονδήποτε διαφορετικό τρόπο, σημαίνει πως παρεκκλίνει από την αληθινή οδό και καταστρέφει τον εαυτό του και σας. Τι λογική υπάρχει σ' αυτό;

Προσέξατε πόσο αυστηρή κρίσις ελέχθη, όταν κάτι παρόμοιο συνέβη στο έθνος του Ισραήλ κατά τα δύσκολα χρόνια της αιχμαλωσίας του. Μερικοί Προφήτες από οίκτο για τους βασανισμένους και τους αρρώστους μιλούσαν στο λαό όχι όπως ο Κύριος παρήγγειλε, αλλά όπως η καρδιά τους τους υπαγόρευε. Γι' αυτούς ο Κύριος έδωσε τις εξής διαταγές στον Ιεζεκιήλ: «Και συ, υιέ ανθρώπου, στήριξον το πρόσωπόν σου επί τας θυγατέρας του λαού σου τας προφητευούσας από καρδίας αυτών και προφήτευσον επ' αυτάς και ερείς, τάδε λέγει Κύριος, ουαί ταις συρραπτούσαις προκεφάλαια υπό πάντα αγκώνα χειρός και ποιούσαις επιβόλαια επί πάσαν κεφαλήν πάσης ηλικίας του διαστρέφειν ψυχάς» (Ιεζ. 13. 17 - 18).

Τούτο σημαίνει: Αλλοίμονο σε κείνους που διατάζουν κάθε είδος ιδιαιτέρας μεταχειρήσεως και προτείνουν τέτοια μαλθακή αγωγή , ώστε κανείς να μην αισθάνεται την παραμικρή δυσαρέσκεια, ούτε από τους επάνω ούτε από τους κάτω, αδιαφορώντας εάν τούτο είναι για την σωτηρία ή την καταστροφή, ευάρεστο η αποκρουστικό στο Θεό. Αλλοίμονο σ' αυτούς, διότι «τάδε λέγει Κύριος... τα προσκεφάλαια υμών και επιβόλαια», δηλαδή την μελιστάλακτη και παρήγορη διδασκαλία σας, «εφ α υμείς εκεί συστρέφετε ψυχάς», θα διαρρήξω από τα χέρια σας, θα ελευθερώσω τις διεστραμμένες ψυχές από αυτή την διδασκαλία σας και θα σας εξολοθρεύσω, διαφθορείς (Βλ. Ιεζ. 13, 20 - 21).
Αυτό είναι το όφελος της ιδιαιτέρας μεταχειρίσεως και της επιεικείας, το είδος που θέλετε να ακούτε από τους ιεροκήρυκες! Όταν βάλετε όλα τούτα βαθειά στην καρδιά σας, δεν είναι σωστό να θέλετε να κάνουμε οποιεσδήποτε παραχωρήσεις στο χριστιανικό δόγμα, έχοντας την λανθασμένη επιθυμία να σας ευχαριστήσουμε. Αντίθετα μάλιστα οφείλετε να απαιτήτε επίμονα να παραμένουμε στο δόγμα, όσο το δυνατόν αυστηρά και ακλόνητα.

Έχετε ακούσει ποτέ για τα συγχωροχάρτια του Πάπα της Ρώμης; Να τι είναι αυτά: Ιδιαίτερη μεταχείρισις και επιείκεια, τα οποία δίνει αψηφώντας το νόμο του Χριστού. Και ποιο είναι το αποτέλεσμα; Από αυτά όλη η Δύσις είναι διεφθαρμένη στην πίστι και στον τρόπο ζωής, και τώρα χάνεται στην απιστία και στον αχαλίνωτο βίο με τα συγχωροχάρτια της. 
Ο Πάπας άλλαξε πολλά δόγματα, χάλασε όλα τα Μυστήρια, ακύρωσε τους κανόνες που αφορούσαν την ρύθμισι της Εκκλησίας και την διόρθωσι των ηθών. Όλα πλέον άρχισαν να πηγαίνουν αντίθετα στο θέλημα του Κυρίου, και έγιναν χειρότερα και πιο χειρότερα.
Κατόπιν εμφανίστηκε ο Λούθηρος, ένας έξυπνος άνθρωπος αλλά ισχυρογνώμων. Αυτός λοιπόν είπε: «Ο Πάπας άλλαξε τα πάντα όπως ήθελε, γιατί να μην κάνω κι' εγώ το ίδιο;» Άρχισε λοιπόν να τροποποιή και να ξανατροποποιή τα πάντα με τον τρόπο του, και ίδρυσε κατ' αυτόν τον τρόπο την νέα λουθηρανική πίστι, η οποία ελάχιστα μοιάζει με όσα ο Κύριος παρήγγειλε και οι άγιοι Απόστολοι μας παρέδωσαν.
Μετά το Λούθηρο παρουσιάστηκαν φιλόσοφοι. Κι' αυτοί με την σειρά τους είπαν: «Ο Λούθηρος καθιέρωσε για τον εαυτό του μια νέα πίστι, δήθεν βασισμένη στο Ευαγγέλιο, στην πραγματικότητα όμως στηριγμένη στο δικό του τρόπο σκέψεως. Γιατί λοιπόν κι' εμείς να μη συνθέσουμε δόγματα βασισμένα μόνο στο δικό μας τρόπο σκέψεως, αγνοώντας τελείως το Ευαγγέλιο;» Άρχισαν κι' αυτοί πλέον να σκέπτωνται ορθολογιστικά, και να εικάζουν περί του Θεού, περί του κόσμου, περί του ανθρώπου, καθένας με τον τρόπο του, και ανακάτεψαν τόσα πολλά δόγματα, ώστε μόνο να τα απαριθμήση κανείς, ζαλίζεται ο νους του.

Τώρα οι δυτικοί έχουν τις εξής αντιλήψεις: Πίστευε ό,τι νομίζεις καλύτερο ζήσε όπως σου αρέσει, ικανοποίησε ο,τιδήποτε θέλγει την ψυχή σου. Ως εκ τούτου δεν αναγνωρίζουν κανένα νόμο ή περιορισμό και δεν υποτάσσονται στον Λόγο του Θεού. Η οδός τους είναι ευρεία, όλα τα εμπόδια εκτοπίστηκαν. Μα η ευρεία οδός οδηγεί στην απώλεια, καθώς λέγει ο Κύριος. Εκεί ωδήγησε η χαλαρότης στην διδασκαλία!

Λύτρωσέ μας, Κύριε, από αυτήν την ευρεία οδό! Προτιμότερο όμως να αγαπήσουμε κάθε στενοχωρία που ο Κύριος διώρισε για την σωτηρία μας. Ας αγαπήσουμε τα χριστιανικά δόγματα και ας βιάσουμε το νου μας με αυτά, επιβάλλοντάς του να μη σκέπτεται διαφορετικά. Ας αγαπήσουμε τα χριστιανικά ήθη και ας βιάσουμε την θέλησί μας σ΄αυτά, υποχρεώνοντάς την να σηκώνη τον ελαφρό ζυγό του Κυρίου ταπεινά και υπομονετικά. Ας αγαπήσουμε όλες τις χριστιανικές τελετουργίες και ακολουθίες που μας νουθετούν, μας διορθώνουν, μας αγιάζουν. Ας βιάσουμε την καρδιά μας μ' αυτές, προωθώντας την να μεταφέρη τις προτιμήσεις της από τα γήινα και τα φθαρτά στα ουράνια και άφθαρτα.
Ας περιορίσουμε το εαυτό μας σαν να μπαίναμε σε κλουβί. Η μάλλον ας σύρουμε τον εαυτό μας, σαν να περνούσαμε μέσα από μια στενή διάβασι. Ας είναι αυτή στενή, για να μη μπορή να περεκκλίνη κανείς ούτε δεξιά, ούτε αριστερά. Αναμφίβολα όμως θα λάβουμε δι' αυτής της στενής οδού ως αντάλλαγμα την βασιλεία των ουρανών. Διότι αυτή η βασιλεία, καθώς γνωρίζετε, είναι η βασιλεία του Κυρίου. Ο Κύριος καθώρισε αυτή την στενή οδό και μας είπε: Πηγαίνετε ακριβώς από αυτή την οδό και θα επιτύχετε την βασιλεία των ουρανών."

Θα μπορούσε πλέον κανείς να αμφιβάλλη για το αν ο οδοιπόρος φθάση στο σκοπό του; Και τι μυαλό θα είχε καθένας που αρχίζει να επιθυμεί κάθε είδος ακυρώσεως εντολών, όταν με αυτόν τον τρόπο θα έχανε αμέσως το δρόμο του και θα χανόταν;

Αφού εννοήσατε πλήρως αυτή την επιβεβαίωσι, μη στενοχωρήσθε αν κάτι στην διδασκαλία μας φαίνεται αυστηρό. Το μόνο που να επιζητήτε είναι το να βεβαιωθήτε αν είναι του Κυρίου. Κι εφ' όσον βεβαιωθήκατε πως είναι του Κυρίου, δεχθήτε την ολόψυχα, οσοδήποτε αυστηρή η εξαναγκαστική μπορεί να είναι. Κι όχι μόνο μην επιθυμήτε ιδιαίτερη μεταχείρισι και επιείκεια στο δόγμα και στο ήθος, αλλά φεύγετε από αυτά, σαν να φεύγατε το πυρ της γεένης. Από αυτό δεν μπορούν να ξεφύγουν όσοι επινοούν τέτοια πράγματα και με αυτά παρασύρουν τους ψυχικώς αδυνάτους να τους ακολουθήσουν. Αμήν.

29 Δεκεμβρίου 1863
Κυριακή μετά την Χριστού Γέννησιν


Δευτέρα 26 Οκτωβρίου 2015

Ἡ πίστη τῶν Ἐλλήνων στόν πόλεμο τοῦ 1940

panagia me stratiwth 01



ΕΙΣΑΓΩΓΗ


Κάθε ἐθνική γιορτή μᾶς δίνει τήν εὐκαιρία ὄχι μόνο νά πλουτίσουμε τίς ἱστορικές μας γνώσεις, ἀλλά κυρίως ν᾿ ἀναβαπτιστοῦμε στίς ἀρετές τῶν προγόνων μας, νά συγκινηθοῦμε ἀπό τά κατορθώματα καί τό ἦθος τους, νά διδαχθοῦμε ἀπό τά λάθη τους· καί ἔτσι νά ἐκτιμήσουμε τή μεγάλη καί βαριά κληρονομιά πού μᾶς παρέδωσαν, καί τή δική μας εὐθύνη νά φανοῦμε ἀντάξιοί τους, πιστοί στά ἰδανικά τῆς πίστεως καί τῆς πατρίδας. Tίς ἡμέρες αὐτές γιορτάζουμε τήν ἐπέτειο τοῦ ΟΧΙ.
Στό λίγο χρόνο πού ἔχουμε, ἄς προσπαθήσουμε νά ἐμβαθύνουμε σέ μιά πτυχή τοῦ ᾿40 πού δέν θά ἦταν ὑπερβολή νά ποῦμε ὅτι εἶναι ἡ πιό σημαντική καί ὅτι σ᾿ αὐτήν ὀφείλεται τό θαῦμα πού τότε ἐπιτελέστηκε. Εἶναι ἡ πίστη στόν Θεό, ἡ ζωντανή εὐσέβεια τῶν Ἑλλήνων σ᾿ ἐκεῖνον τόν πόλεμο.



ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ


Τί γνωρίζετε γι᾿ αὐτήν; (…)
Ἄς ἀφήσουμε νά μιλήσουν τά ἴδια τά γεγονότα (ὁ κατηχητής ἄς ἐπιλέξει νά διαβάσει κάποιες ἀπό τίς μαρτυρίες πού παρατίθενται στό τέλος τοῦ θέματος).



ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ


1. Δέν εἶναι ὅλα αὐτά τόσο συγκινητικά καί ἀποκαλυπτικά; Τί σᾶς ἔκανε μεγαλύτερη ἐντύπωση;
(...)


2. Καί πῶς φανερωνόταν αὐτή ἡ ζωντανή καί θερμή πίστη τους σύμφωνα μέ τίς μαρτυρίες; (…)
  • θαρραλέα ὁμολογία θαυμάτων
  • ψαλμωδίες τῶν στρατιωτῶν στό μέτωπο
  • ἀθρόα προσέλευση στήν ἱερά Ἐξομολόγηση καί στή θεία Εὐχαριστία
  • κατακλύζονταν οἱ ναοί στά μετόπισθεν γιά κοινή προσευχή ὑπέρ τοῦ ἀγώνα
  • τύπωση καί διανομή εἰκόνων τῆς Παναγίας
  • ἡ προσφορά τοῦ Ἱδρύματος Εὐαγγελίστριας καί ἡ εὐγενική χειρονομία τῆς Τραπέζης Ἑλλάδος! Πῶς σεβάστηκαν οἱ ἰθύνοντες τά ἀφιερώματα τῆς Μεγαλόχαρης, ἄν καί τούς προσφέρθηκαν γιά τίς ἀνάγκες τοῦ πολέμου!
3. Πρίν ποῦμε ὁτιδήποτε ἄλλο, εἶναι σημαντικό νά συνειδητοποιήσουμε τήν ἀξία τῶν μαρτυριῶν πού ἀναφέραμε. Γιατί εἶναι ἀξιόπιστες; (…)

Πρῶτα-πρῶτα γιά τό μεγάλο πλῆθος τους – ἐδῶ παραθέσαμε ἐλάχιστες· ἔπειτα διότι δέν προέρχονται μόνο ἀπό ἀνθρώπους τῆς Ἐκκλησίας ἀλλά καί ἀπό ἄλλους πού δέν διακρίνονταν γιά τή θρησκευτικότητά τους· τίς μαρτυρίες αὐτές περιέλαβαν ἱστορικοί στά ἱστορικά τους ἔργα, δημοσιογράφοι στά ἄρθρα τους, τίς φιλοξένησαν οἱ κοσμικές (μή θρησκευτικές) ἐφημερίδες στίς στῆλες τους, ξένοι ἀπεσταλμένοι στίς ἀνταποκρίσεις τους! Ἀκόμη τό ὅτι πρώην ἄθεοι ἤ ἀδιάφοροι στρατιῶτες δέν μεταφέρουν ἁπλῶς τήν εὐσέβεια τῶν συναδέλφων τους ἀλλά ὁμολογοῦν εὐθαρσῶς καί κατηγορηματικῶς τόν συγκλονισμό τους ἀπό τήν προσωπική ἐμπειρία θαυμάτων καί τήν ἀπόφασή τους ν᾿ ἀλλάξουν ζωή! Ἐπίσης ἡ ἀξία τῶν μαρτυριῶν τῶν στρατιωτικῶν ἱερέων δέν εἶναι καθόλου εὐκαταφρόνητη, διότι ἦταν ἔμπειροι πνευματικοί, πού δέν θά ἐνθουσιάζονταν ἀπό ἐπιφανειακές θρησκευτικές ἐκδηλώσεις καί τυπική ἐξομολόγηση. Ἀντίθετα μίλησαν γιά «ἐξομολόγησιν εἰλικρινῆ», οὐσιαστική μετάνοια, πόθο γιά τήν προσέλευση στή θεία Εὐχαριστία καί ἀφοσιωμένη συμμετοχή στή λατρεία!

Εἶναι ἀλήθεια ὅτι τό ἔθνος μας σέ κάθε περιπέτειά του κατέφευγε στόν Θεό καί ζητοῦσε τή βοήθειά Του. Καί ἐκτός ἀπό τή μάχη τῶν ὅπλων ἀποδυόταν καί σέ ἀγώνα προσευχῆς, λιτανειῶν κλπ. Εἰδικά ὅμως στόν ἑλληνοϊταλικό πόλεμο τοῦ 1940-1941 παρατηρήθηκε, ὅπως εἴδαμε, μοναδική ἔξαρση θεοσεβείας καί μάλιστα εὐλαβείας πρός τό πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, μία ἔντονη στροφή πρός τόν Θεό ἀκόμη καί ἀνθρώπων πού πρίν ἦταν θρησκευτικά ἀδιάφοροι. Τό ἑλληνικό ἔθνος προχώρησε ἑνωμένο στόν πόλεμο μέ βαθιά τήν πίστη ὅτι ὁ Θεός θά εὐλογήσει τό δίκαιο τοῦ ἀγώνα καί ὅτι ἡ Παναγία, ἡ λαβωμένη τῆς Τήνου, θά χαρίσει πλούσια τήν ἐνίσχυσή της στά ἑλληνικά ὅπλα ὡς ἡ Ὑπέρμαχος Στρατηγός. Ἡ ζωντανή της δέ παρουσία στό μέτωπο καί τά ἀναρίθμητα περιστατικά - φανερώσεις τῆς φοβερᾶς προστασίας της δικαίωναν αὐτήν τήν πίστη τῶν Ἑλλήνων καί ἀναζωπύρωναν ὅλο καί περισσότερο τή φλόγα της στίς ψυχές τους.

4. Πῶς ἐξηγεῖται αὐτή ἡ πίστη τῶν Ἑλλήνων τοῦ ᾿40; (…)

α. Σέ κάθε δύσκολη περίσταση τά μεμονωμένα πρόσωπα καί τά ἔθνη καταφεύγουν στόν Θεό. Αὐτό βέβαια δέν ἀρκεῖ ἀπό μόνο του νά ἐξηγήσει τό πνευματικό θαῦμα τοῦ ᾿40.

β. Τό δίκαιο τοῦ ἀγώνα. Ἡ Ἑλλάδα εἶχε τηρήσει αὐστηρή οὐδετερότητα, δέν εἶχε δώσει καμία λαβή στόν Ἄξονα. Στίς διάφορες ἰταλικές προκλήσεις σιώπησε. Εἰσῆλθε χωρίς τή θέλησή της στόν πόλεμο γιά νά ὑπερασπιστεῖ τήν ἐλευθερία της. Ἦταν εὔλογο λοιπόν οἱ Ἕλληνες, ἐφόσον εἶχαν τό δίκαιο μέ τό μέρος τους, νά πιστεύουν στή βοήθεια τοῦ Θεοῦ.

γ. Εἶχε προηγηθεῖ πολλή πνευματική ἐργασία (κατηχητικά - κήρυγμα), χάρη στήν ὁποία σημαντικό μέρος τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ εἶχε καλλιεργηθεῖ καί διέθετε τίς προϋποθέσεις γιά μιά τέτοια στροφή πρός τόν Θεό.

δ. Ὁ τορπιλισμός τῆς «Ἕλλης», γεγονός πού ἔπαιξε καταλυτικό ρόλο στήν πνευματική ἀντιμετώπιση τοῦ πολέμου. Ἡ «Ἕλλη» εἶχε ἀποσταλεῖ στήν Τῆνο γιά νά τιμήσει τή Μεγαλόχαρη ἐκ μέρους τῆς ἑλληνικῆς πολιτείας τήν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς της. Ἡ παρουσία της στήν Τῆνο ἐκείνη τήν ἡμέρα σήμαινε: Ἡ Ἑλλάδα τιμᾶ τήν Θεοτόκο. Γι᾿ αὐτό καί ὁ τορπιλισμός της δέν ἦταν ἁπλῶς ἡ βύθιση ἑνος πολεμικοῦ πλοίου μας, τελείως ἀπροειδοποίητα καί ἀναίτια. Ἦταν στή συνείδηση τῶν Ἑλλήνων ὄχι μόνο πλῆγμα κατά τῆς Ἑλλάδας ἀλλά καί προσβολή κατά τῆς Θεοτόκου. Θεοτόκος καί Ἑλλάδα ταυτίστηκαν. Καί τήν ἐπίθεση τοῦ ἰταλικοῦ στρατοῦ τῆς 28ης Ὀκτωβρίου τή θεώρησαν ὡς «τὴν συνέχειαν τῆς ἐπιθέσεως ἡ ὁποία ἤρχισεν ἐναντίον τῆς Παναγίας τὴν 15ην Αὐγούστου εἰς τὴν Τῆνον». Γι᾿ αὐτό καί ρίχτηκαν στόν πόλεμο μέ πεποίθηση στερεή περισσότερο ἀπό ὁποτεδήποτε ἄλλοτε ὅτι ἡ Παναγία θά τούς συμπαρασταθεῖ, ὅτι τά ἑλληνικά ὅπλα βρίσκονται κάτω ἀπό τήν ἰδιαίτερη προστασία της.


ΕΦΑΡΜΟΓΗ


Ἀπό τή σημερινή συζήτησή μας τί θά μπορούσαμε νά διδαχθοῦμε; (…)

α. Νά διαβάζουμε ἱστορία. Νά μήν ἀρκούμαστε σέ γενικές ἱστορικές γνώσεις. Ἡ ἱστορία εἶναι τόσο
διδακτική, συγκινητική, ἀποκαλυπτική στίς λεπτομέρειές της! Ἄν μελετοῦμε ἱστορία, τότε χωρίς
ἄλλη προσπάθεια θά ἀγαπήσουμε τήν τόσο πονεμένη ἀλλά καί ἔνδοξη πατρίδα μας καί
αὐθόρμητα θά τιμοῦμε τούς προγόνους μας.

β. Ἡ πίστη θαυματουργεῖ! Σέ κάθε εἴδους ἀγῶνες – ὄχι μόνο στούς ἐθνικούς – νά προχωροῦμε μέ πίστη στόν Θεό, μέ ἐλπίδα στή βοήθειά Του, ὅπως εἶναι καί τό ἐτήσιο σύνθημά μας «ἔλπισον ἐπὶ τὸν Θεόν».

γ. Ἡ Παναγία ἔχει πολύ μεγάλη δύναμη. Νά τήν εὐλαβούμαστε, νά ζητοῦμε τίς πρεσβεῖες της.


ΕΠΙΛΟΓΟΣ


Σήμερα ἡ πατρίδα μας δοκιμάζεται ἀπό οἰκονομική κρίση καί ἀκόμη περισσότερο ἀπό πνευματική, ἀπό τό πνεῦμα τῆς ἀποστασίας, πού εἶναι καί ἡ αἰτία ὅλων τῶν ἄλλων κρίσεων. Στόν ἐφετινό ἑορτασμό τοῦ ΟΧΙ ἄς παρακαλέσουμε τήν Παναγία νά δώσει μέ τίς πρεσβεῖες της νά πνεύσει στό ταλαιπωρημένο ἔθνος μας ἕνας ἄνεμος μετανοίας, ἐπιστροφῆς στόν Θεό, ὅπως τότε. Εἶναι ἡ μόνη λύση στό σημερινό ἀδιέξοδο.

ΣΥΝΘΗΜΑ: «ΟΧΙ», τό θαῦμα τῆς πίστεως!




ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ 1940


Α. Οἱ ἐπίσημες ἀνακοινώσεις τῶν τότε ἀρχόντων
Βασιλέως Γεωργίου Β’: «…Μὲ πίστιν εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τὰ πεπρωμένα τῆς Φυλῆς τὸ Ἔθνος σύσσωμον καὶ πειθαρχοῦν ὡς εἷς ἄνθρωπος θὰ ἀγωνισθῇ ὑπὲρ βωμῶν καὶ ἑστιῶν μέχρι τελικῆς νίκης»1.

Ὁ πρωθυπουργός καί δικτάτορας Ἰωάννης Μεταξᾶς στίς 5:00 π.μ. στό Ὑπουργικό Συμβούλιο πού εἶχε συγκαλέσει «ἐπῆρε ἀπὸ τὰ διατάγματα πρῶτον τὸ τῆς γενικῆς ἐπιστρατεύσεως καὶ εἶπε:
–Θέτω πρὸς ὑπογραφὴν τὰ διατάγματα ταῦτα καὶ ὑπογράφω πρῶτος.
Ἔκαμε τὸ σημεῖον τοῦ σταυροῦ, ὑπέγραψε καὶ προσέθεσε:
–Ὁ Θεὸς σώζοι (=μακάρι νά σώζει) τὴν Ἑλλάδα»
2.

Στήν Ἡμερησία Διαταγή τῆς 23ης Νοεμβρίου ὁ Ἀρχιστράτηγος Ἀλέξανδρος Παπάγος μέ τό ἴδιο πνεῦμα ἀπευθύνεται στούς στρατιῶτες του: «Στρατιῶται, ὁ Θεὸς εἶναι μαζί σας, ἡ πληγωμένη τῆς Τήνου εὐλογεῖ τὸν ἀγῶνα μας καὶ σᾶς ὁδηγεῖ, καὶ αὐτὴ θὰ σᾶς δώσῃ ὅλη τὴ δύναμι γιὰ νὰ συντρίψετε ὁριστικὰ καὶ τελικὰ τὸν ὕπουλο ἐχθρό…»3.

Β. Μαρτυρίες ἀπό τό μέτωπο
  • στρατιωτικῶν ἱερέων:
«Τὸ Μέτωπον ἐδῶ ἐπάνω εἶναι ἡ ἄνοιξις τοῦ θρησκευτικοῦ συναισθήματος. Πάντων ἀξιωματικῶν καὶ ὁπλιτῶν αἱ καρδίαι εἶναι ἐστραμμέναι πρὸς τὸν Κύριον. Ἄπιστοι δὲν ὑπάρχουν. Θρησκευτικῶς ἀδιάφοροι οὔτε. Ἂς ἔχῃ δόξαν ὁ Κύριος, ὅστις δωρίζει εἰς ἡμᾶς καὶ τὰς περιφανεῖς νίκας»4.

Ἄλλοι ἱερεῖς γράφουν: «Ἐκεῖνο ποὺ μοῦ προξενεῖ βαθεῖαν συγκίνησιν καὶ μοῦ δίδει δυνάμεις ὥστε νὰ μὴ αἰσθάνωμαι τὴν παραμικρὰν κόπωσιν εἰς τὴν ἐκτέλεσιν τῶν καθηκόντων μου, εἶναι ὁ πόθος τῶν ἀξιωματικῶν καὶ τῶν ὁπλιτῶν νὰ παρακολουθήσουν τὴν θείαν Λειτουργίαν καὶ νὰ κοινωνήσουν τῶν ἀχράντων Μυστηρίων… Πολλοὶ ἦσαν ἐκ τῶν ἀξιωματικῶν, ἀνωτέρων καὶ κατωτέρων, ποὺ ἄφηναν δάκρυα νὰ κυλοῦν εἰς τὰ μάτια των ἀπὸ συγκίνησιν κατὰ τὴν τέλεσιν τῆς θείας Λειτουργίας… Ἀλλ᾿ ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον μετέδωκεν ἐξαιρετικὴν συγκίνησιν ἀπὸ τὴν ἱεροτελεστίαν ἦτο ἡ προσέλευσις τῶν
περισσοτέρων ἀξιωματικῶν καὶ ὅλων τῶν στρατιωτῶν εἰς τὴν μετάληψιν… μετὰ προετοιμασίαν δι᾿ ἐξομολογήσεως καὶ νηστείας, πολλοὶ τῶν ὁποίων εἶχον 5 καὶ 10 καὶ 20 ἔτη νὰ προσέλθουν. Ἰδοὺ αἱ μεγάλαι ὠφέλειαι αἱ προελθοῦσαι ἀπὸ τὴν πολεμικὴν δοκιμασίαν τὴν ὁποίαν ἐπέτρεψε ὁ Θεός…».

«Ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι κατὰ τὸν καιρὸν τῆς εἰρήνης δὲν ἐπατοῦσαν ποτὲ εἰς τὴν ἐκκλησίαν καὶ ἔμεναν ψυχροὶ καὶ ἀδιάφοροι πρὸ τῆς κλήσεως τοῦ Θεοῦ διὰ τοῦ κηρύγματος, ἐδῶ φαίνονται ὅλως διαφορετικοί… μοὶ ἔκαμεν ἐντύπωσιν ὅτι οἱ ὁπλῖται παρηκολούθησαν προθύμως σειρὰν κηρυγμάτων, καὶ τὸ σπουδαιότερον ὅτι προσήρχοντο ἀθρόοι εἰς τὴν ἱερὰν Ἐξομολόγησιν ἐντὸς παγεροῦ χώρου, ἀπὸ πρωΐας μέχρι βαθείας νυκτός, ἐξομολόγησιν δὲ εἰλικρινῆ».

«Ἀπὸ τοῦ μεγαλυτέρου ἀξιωματικοῦ ἕως τοῦ μικροτέρου στρατιώτου ζῶμεν ὑπὸ τὸ κράτος ζωηρᾶς χριστιανικῆς πίστεως… Ὅλοι ἐξωμολογήθησαν καὶ ὅλοι ἐκοινώνησαν. Τώρα κανεὶς δὲν κουράζεται, ὅταν τρέχῃ νὰ ἀκούσῃ τὴν θείαν Λειτουργίαν, καίτοι γίνεται τὴν νύκτα εἰς τὰς χαράδρας… Τὸν πόλεμον αὐτὸν οἱ ἐδῶ στρατιῶται τὸν ὀνομάζουν εὐλογίαν Θεοῦ»
ἀξιωματικῶν καί ὁπλιτῶν. Εἶναι ἀναρίθμητες οἱ προφορικές καί γραπτές εὐλαβεῖς ἀναφορές καί διηγήσεις θαυμαστῶν γεγονότων ἀπό Ἕλληνες πολεμιστές. Παραθέτουμε ἐλάχιστες:
Ἀπό ἐπιστολή ἀνωτέρου ἀξιωματικοῦ: «Ἀναπέμπονται ὑφ᾿ ἁπάντων… ἱκετήριοι προσευχαὶ πρὸ πάσης μάχης καὶ εὐχαριστήριοι ὕμνοι μετὰ πᾶσαν νίκην…
Ἐπορευόμεθα κάπου εἰς τὸ Μέτωπον… Δίδω τὸ σύνθημα… καὶ ἠρχίσαμεν νὰ ψάλλωμεν τὸν Ἀκάθιστον Ὕμνον. Ὁλόκληρος ἡ φάλαγξ ἐζωογονήθη ἀμέσως καὶ ὁ ὕμνος πρὸς τὴν Ὑπέρμαχον Στρατηγὸν ἀντήχησεν ἐν μέσῳ τῆς νυκτός, μὲ φωνὰς παλλομένας ἀπὸ ἱερὸν ἐνθουσιασμὸν καὶ συγκίνησιν. Εἶναι ὅλως ἐξαιρετικὸς ὁ πρὸς τὴν Θεοτόκον ὑφ᾿ ἁπάντων ἀπονεμόμενος σεβασμός. Ἡ φράσις: “Μᾶς βοηθεῖ ἡ πληγωμένη Παναγία μας” μυριάκις ἔχει λεχθῆ μέχρι σήμερον, καὶ εἰς τὰς ψυχάς μας ἐμφωλεύει ἀκράδαντος ἡ πεποίθησις ὅτι ὁ ἱερόσυλος ἐχθρὸς συντρίβεται καὶ θὰ συντριβῇ τελικῶς, χάρις εἰς τὴν βοήθειαν τῆς Μεγαλόχαρης περισσότερον παρὰ εἰς τὴν ἰδικήν μας ὁρμητικότητα καὶ αὐτοθυσίαν…»6.


  • Ἄλλες: «Γιὰ κρύο καὶ κακουχίες μὴ φοβᾶσθε… νὰ μὴ στενοχωριέσθε. Ἄλλως τε, γιὰ ὅλα τὰ Ἑλληνόπουλα τοῦ μετώπου φροντίζει ἡ Μεγαλόχαρη…».
«Εὐτυχῶς ἡ χειροβομβίδα δὲν ἔσκασε, καὶ ὁ λυτρωμένος πιὰ συνάδελφός μας ἔχει τάξει μιά λαμπάδα σὰν τὸ μπόι του στὴν Παναγία τῆς Τήνου, τὴν ὁποία ἔχουμε ὅλοι γιὰ προστάτιδά μας».
«Ἀδελφούλα μου, νικοῦμε παντοῦ! Ἡ Παναγία ὁλοζώντανη μᾶς ἀκολουθεῖ… Παρακαλεῖτε καὶ σεῖς ὅσο μπορεῖτε γιὰ τὴ σύντομη τελικὴ νίκη!».
Ἀπό ἐπιστολή στρατιώτη πρός τή σύζυγό του: «Δὲν θέλω νὰ μοῦ στείλῃς φανέλλες καὶ κάλτσες.
Προτιμῶ νὰ μοῦ φτιάξῃς καὶ νὰ μοῦ στείλῃς μιὰ σημαία. Στὸ μέσον της θὰ βάλῃς τὸν Ντῖνο νὰ μοῦ ζωγραφίσῃ μιὰ Παναγία τῆς Τήνου. Θέλω νὰ τὴν χαρίσω στὸ λόχο μου. Θὰ παραξενεύεσαι, γιατὶ δὲν μὲ ἤξερες γιὰ θρῆσκο, ἀλλὰ ἀπ᾿ ὅσα βλέπουν τὰ μάτια μου, πιστεύω καὶ ἐγὼ ὅτι μία θεϊκὴ δύναμις συντροφεύει τὸ στρατό μας. Ἄλλως τε, πῶς μποροῦσα νὰ μείνω μόνος ἐγὼ ἀσυγκίνητος μέσα στὸ κῦμα τῆς πίστεως ποὺ ἔχει ὅλος ὁ στρατός μας πρὸς τὴν Παναγία τῆς Τήνου;»7.

Ὁ Ε. Μπάστας ὑπῆρξε αὐτόπτης μάρτυρας τοῦ ἑξῆς περιστατικοῦ: Στό στρατόπεδο τῆς Βεροίας τό Νοέμβριο τοῦ 1940 γνώρισε ἕνα στρατιωτικό πρώην κατάδικο, πού τοῦ εἶχε ἐπιτραπεῖ νά πολεμήσει.
Ἦταν χαρτοπαίκτης καί ναρκομανής. Κάποια νύχτα πάνω στό παιχνίδι κάποιος συμπαίκτης του βλαστήμησε τήν Παναγία. Τότε ἐκεῖνος πέταξε τά χαρτιά, σηκώθηκε ὄρθιος καί χαστούκισε τόν βλάστημο:
–Ρέ, τήν Παναγία μας βλαστήμησες; Τήν Παναγία μας πού τόσο μᾶς προστατεύει; Τήν Παναγία μας πού μᾶς δίνει τή νίκη8;

Γ. Μαρτυρίες ἀπό τά μετόπισθεν
Ὅλοι ἔχουμε ἀκούσει προφορικές μαρτυρίες ὅτι οἱ ναοί τότε κατακλύζονταν ἀπό πλήθη ἀνδρῶν, γυναικῶν καί παιδιῶν γιά νά ψάλουν τήν Παράκληση στήν Παναγία.
Τυπώθηκαν καί κυκλοφόρησαν εὐρέως εὐχετήριες κάρτες καί ἀφίσες μέ τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας νά προστατεύει τούς στρατιῶτες μας9.
Ἀπό ἐπιστολές Ἑλληνίδων πρός τούς στρατευμένους δικούς τους:
«Ὁ Σταβρόσμας καὶ ἡ προσεφχί μας ἡνε διὰ τὴν Νίκη, ἡνε γιασὰς τὸ κανδίλι μου τὸ λιβάνι ὅπου λιβανίζο καὶ προσέφχομε. Κλέο καὶ λέω νὰ σᾶς σόση ὁ Θεός».
«…Στήν καρδιὰ τῆς μάννας δύο αἰσθήματα παλεύουν, τῆς Πατρίδος καὶ τῆς μάννας, ἀλλά, παιδί μου, ὁμολογῶ ὅτι πρῶτα ἀνήκεις εἰς τὴν Πατρίδα σου καὶ ὕστερα εἰς ἐμὲ καὶ γενηθήτω τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου…».
«Βαφτίσαμε τὸ παιδάκι μας καὶ τοῦ δώσαμε τὸ ὄνομα: Στράτος -Νικηφόρος».
«Κοιμᾶμαι, ξυπνῶ κι᾿ ὁ νοῦς μου εἶναι… στὸν πόλεμο. Κι᾿ ἡ προσευχή μου εἶναι πάντα νά νικήσουμε.
Ἔτσι ἀρχίζω κι᾿ ἔτσι τελειώνω μπροστά στό εἰκόνισμα τῆς Μεγαλόχαρης»10.
«Ὁ κ. Τσοῦρνος, τῆς Ἑταιρίας Ἑλληνικοῦ Τύπου, εἶχε προτείνει νὰ ἀποσταλῇ ἡ εἰκὼν τῆς Παναγίας τῆς Τήνου εἰς τὸ μέτωπον… Διότι τὰ ὅπλα τὰ ἑλληνικὰ ἀντιμετωπίζουν τὴν συνέχειαν τῆς ἐπιθέσεως ἡ ὁποία ἤρχισεν ἐναντίον τῆς Παναγίας τὴν 15ην Αὐγούστου εἰς τὴν Τῆνον. Κάποιος ἄλλος εἶχε διατυπώσει ἄλλην ἰδέαν: Νὰ γίνουν ὁμοιότυπα τῆς εἰκόνος τῆς Τήνου ἐν σμικρῷ καὶ νὰ σταλοῦν εἰς ὅλους τοὺς στρατιώτας μας, μὲ χαραγμένην μάλιστα τὴν ἡμερομηνίαν 15 Αὐγούστου 1940… Ἡ ἐθνικὴ ὀργάνωσις νεολαίας συγχωνεύει ἤδη κατὰ τρόπον ἐπιτυχῆ τὰς δύο ἰδέας: Ἡτοίμασε εἰκονίτσεςφυλακτά, πιστὰ ὁμοιώματα τῆς Παναγίας τῆς Τήνου. Τὰ μετέφερεν εἰς τὴν Τῆνον διὰ νὰ εὐλογηθοῦν, καὶ θὰ τὰ στείλῃ εἰς τοὺς στρατιώτας τοῦ μετώπου. Πράγματι δὲν ὑπάρχει καλύτερον φυλακτὸ καὶ ἱερώτερον ἐνθύμιον ἀπὸ αὐτὸ διὰ τοὺς στρατιώτας μας…»11.
Τηλεγράφημα τῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Ἱδρύματος τῆς Εὐαγγελίστριας στήν Τῆνο πρός τόν πρωθυπουργό Ἰω.
Μεταξᾶ: «Σήμερον τὴν ἕκτην Δεκεμβρίου καὶ περὶ ὥραν 3 μ.μ. ὁ λαὸς τῆς πόλεως καὶ τῆς νήσου Τήνου, μὲ ἐπικεφαλῆς τὸν ἱερὸν κλῆρον, προσῆλθεν πλήρως σὺν γυναιξὶ καὶ τέκνοις εἰς τὸν ἱερὸν ναὸν τῆς Εὐαγγελιστρίας καὶ ἐτέλεσε πάνδημον δέησιν ὑπὲρ κατισχύσεως τῶν Ἑλληνικῶν ὅπλων εἰς τὸν ἀναληφθέντα ἱερὸν ἀγῶνα… Ὁ πρόεδρος τῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ ἱεροῦ ἱδρύματος Εὐαγγελιστρίας… ἀνέγνωσεν εἰς ἐπήκοον τοῦ συνηγμένου λαοῦ… ψήφισμα τῆς Διοικούσης Ἐπιτροπῆς τοῦ ἱδρύματος τούτου, ὅπερ ἐγένετο δεκτὸν μὲ ἐπευφημίας καὶ συγκινητικὰς ἐκδηλώσεις καὶ διὰ τοῦ ὁποίου ἐκχωρεῖ, μεταβιβάζει καὶ θέτει εἰς τὴν διάθεσιν τῆς Ὑμετέρας Ἐξοχότητος (=Ἰω. Μεταξᾶ)… ὅλα τὰ ἐν τῷ ἱερῷ ἱδρύματι τῆς Εὐαγγελιστρίας ὑπάρχοντα ἀναθήματα καὶ τιμαλφῆ ἀντικείμενα καὶ κοσμήματα παντὸς εἴδους… πρὸς ἐνίσχυσιν τοῦ ἐθνικοῦ μας ἀγῶνος».
Μερικές μέρες ἀργότερα οἱ ἐφημερίδες ἀνακοινώνουν ὅτι ὁ Διοικητής τῆς Τραπέζης Ἑλλάδος ἐπιστρέφει τά ἀφιερώματα τῆς Τήνου στό ναό καί τά ἀφιερώνει ἐκ νέου. Τό πόσο τῆς ἀξίας τους, 5.000.000 δρχ., θά τό δώσει ἡ Τράπεζα στήν Κυβέρνηση γιά τόν Ἀγώνα12!

Δ. Μαρτυρία ξένου ἀνταποκριτῆ
«…Δυό λόγια γιά τήν ἐπίδραση τῆς θρησκείας σ᾿ αὐτό τόν πόλεμο. Οἱ Ἕλληνες εἶναι λαός θρῆσκος.
Ἔχουν μιά ἰδιαίτερη εὐλάβεια γιά τήν Παναγία. Ἀπό τήν ἀρχή τοῦ ἀγῶνα ἀκούγαμε γιά περίεργα συμβάντα. Ἕνας σκοπός σέ ὑπηρεσία εἶδε μιά γυναῖκα καί τήν ἔδιωξε λέγοντάς της ὅτι δέν ἦταν τόπος αὐτός γιά μιά γυναῖκα. Ὅμως ἡ Παναγία (γιατί ἐκείνη ἦταν) ἀπάντησε πώς ἦταν ἐκεῖ ὁ τόπος της…»13.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1 Πρός τήν Νίκην, τόμ. 1995, «Ἡ πίστη τῶν Ἑλλήνων στόν πόλεμο τοῦ 1940», σελ. 443.
2 Δ. Α. Κοκκίνου, Ἱστορία τῆς Νεωτέρας Ἑλλάδος, ἐκδ. «Μέλισσα», τόμ. Δ’, σελ. 1402. Στό: Ε. Χ. Μπάστα, Ἀναφορά στό 1940, ἐκδ. «Ὁ Σωτήρ», Ἀθῆναι 20064, σελ. 50.
3 Ε. Μπάστα, ὅ.π. 22.
4 Μεταπολεμικά, σελ. 37, ἐκδ. «Ζωή». Στό ΠτΝ, ὅ.π. 443.
5 Ε. Μπάστα, ὅ.π. 45-47. (Ἀντλεῖ ἀπό τό περ. Ζωή, τόμος 1941).
6 ὅ.π. 23.
7 Μαρτυρίες 40-41, σελ. 27, 28.
8 Ε. Μπάστα, ὅ.π. 21.
9 Μαρτυρίες 40-41, σελ. 26, 29, 276· 25, 27.
10 ὅ.π. 268.
11 Νέα Ἑλλὰς 22-12-1940· ὅ.π. 25.
12 Νέα Ἑλλὰς 8-12-1940 καί Ἡ Πρωΐα 11-12-1940· ὅ.π. 24.
13 Μαρτυρίες 40-41, σελ. 29.





«Τῇ ὑπερμάχῳ Στρατηγῷ τὰ νικητήρια,
Ὡς λυτρωθεῖσα τῶν δεινῶν εὐχαριστήρια,
Ἀναγράφω σοι ἡ Πόλις σου Θεοτόκε.
Ἀλλ᾿ ὡς ἔχουσα τὸ κράτος ἀπροσμάχητον,
Ἐκ παντοίων με κινδύνων ἐλευθέρωσον,
Ἵνα κράζω σοι· Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε».