A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2014

ΣΕ ΠΟΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΠΑΡΑΔΙΝΟΜΑΣΤΕ ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ; (Ἃγιος Ἰωάννης τῆς Κρονστάνδης)

puparadin2


Την ζωή μας την έχουμε κάνει παιδικό παιχνίδι· όχι όμως αθώο, αλλά αμαρτωλό. Γιατί, ενώ γνωρίζουμε τον σκοπό της ζωής μας, τον παραμελούμε και ασχολούμαστε με μάταια και άσκοπα ζητήματα.




* Παραδινόμαστε στην απόλαυση των ενδυμάτων, αντί να σκεπάζουμε άνετα και ευπρεπώς το σώμα μας και έτσι να το προστατεύουμε από επιβλαβείς επιδράσεις.

* Παραδινόμαστε στην απόλαυση του χρυσού και του αργύρου, θαυμάζοντάς τα στα θησαυροφυλάκια. Αντί να το χρησιμοποιούμε μόνον για τις πραγματικές μας ανάγκες και να δίνουμε τα τυχόν περισσεύματα σε όσους έχουν ανάγκη.

* Παραδινόμαστε στην απόλαυση των κατοικιών μας. Αντί να έχουμε απλώς ασφαλή, άνετη και ευπρεπή στέγη για την προστασία μας από τα στοιχεία της φύσης.

* Παραδιδόμαστε στην απόλαυση των διανοητικών μας χαρισμάτων, του νου και της φαντασίας και τα μεταχειριζόμαστε για να υπηρετήσουμε απλώς την αμαρτία και την ματαιότητα του κόσμου τούτου. Αντί να χρησιμοποιήσουμε αυτά, προ παντός, για να γνωρίσουμε τον Πάνσοφο Δημιουργό του σύμπαντος κόσμου για προσευχή· για ικεσία για δοξολογία του Θεού· και για να εσωτερικεύσουμε αμοιβαία αγάπη και σεβασμό.


* Παραδινόμαστε στην απόλαυση της γνώσεως της κοσμικής ματαιότητας και για την απόκτηση της γνώσεως αυτής δαπανούμε πολύτιμο καιρό, ο οποίος μας δόθηκε για να ετοιμασθούμε για την αιωνιότητα.

* Παραδινόμαστε στην απόλαυση ωραίων ανθρωπίνων προσώπων και πολλές φορές τα μεταχειριζόμαστε για ικανοποίηση των παθών μας.

* Παραδινόμαστε, τέλος, στην απόλαυση των εαυτών μας, με το να θεωρούμε είδωλα τους εαυτούς μας, ενώπιον των οποίων υποκλινόμαστε (και θαυμάζουμε!). Και, επιπλέον, περιμένουμε (και κάποτε απαιτούμε!) και οι άλλοι να υποκλίνονται).
Ποιός μπορεί, με τρόπο ικανοποιητικό, να περιγράψει και να θρηνήσει τη μεγάλη ματαιότητα και αθλιότητα, στις οποίες εκούσια ρίχνουμε τους εαυτούς μας;


Ποιά απάντηση θα δώσουμε στον αθάνατο Βασιλέα Χριστό, τον Θεό μας, ο Οποίος θα έλθει πάλι για να κρίνει ζώντες και νεκρούς; Και να αποκαλύψει τις κρυμμένες σκέψεις όλων των καρδιών και να λάβει από μας απάντηση και απολογία για κάθε λόγο και έργο μας;

Αλλοίμονο σε μας, οι οποίοι φέρομε το όνομα του Χριστού, δεν ακολουθούμε όμως την διδασκαλία του Ευαγγελίου! Ας είναι ευλογημένο το όνομα του Σωτήρα μας Ιησού Χριστού, ο Οποίος μας προσκαλεί συνεχώς κοντά του και μας ενισχύει ποικιλοτρόπως σε αυτή μας την πορεία.



(Αγ. Ιωάννης της Κρονστάνδης: «Η εν Χριστώ ζωή»)


Πηγή: “ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ”


Τετάρτη 22 Οκτωβρίου 2014

ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ! Ο ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ ΟΜΙΛΕΙ ΣΕ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΩΝ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΩΝ ΤΟ 1967!


ΑΚΟΥΣΤΕ ΤΟΝ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟ ΤΟΥ ΑΕΙΜΝΗΣΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ (ΤΟΤΕ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ) ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΗ ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΠΟΥ ΔΙΟΡΓΑΝΩΣΕ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΩΝ ΓΝΗΣΙΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ ΤΟ 1967! ΚΑΤΑΓΡΑΦΟΥΜΕ ΛΙΓΕΣ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΦΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ:

"ΕΙΜΑΙ ΒΕΒΑΙΟΣ ΟΤΙ Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΜΟΥ, ΚΟΝΤΑ ΣΤΑ ΑΛΛΑ ΠΑΡΑΣΗΜΑ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΜΟΥ ΕΔΩΣΕ Ο ΑΘΕΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΚΑΙ Ο ΚΟΣΜΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ, ΚΟΝΤΑ ΣΤΑ ΑΛΛΑ ΠΑΡΑΣΗΜΑ ΠΟΥ ΕΧΩ ΘΑ ΜΟΥ ΔΩΣΟΥΝ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΡΑΣΗΜΟ ΑΥΤΟ ΟΤΙ ΕΙΜΑΙ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΗΣ".
 
"ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΗΣ; ΕΙΝΑΙ ΣΚΛΗΡΟ ΚΑΡΥΔΙ, ΔΕΝ ΤΟΝ ΣΠΑΝΕ ΤΑ ΣΑΠΙΑ ΔΟΝΤΙΑ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΤΟ ΚΑΡΥΔΙ ΑΥΤΟ!"

"ΕΙΣΘΕ ΤΟ ΦΡΕΝΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ. ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟ ΧΩΡΙΣ ΦΡΕΝΟ ΠΑΕΙ ΣΤΗΝ ΑΒΥΣΣΟ. ΑΝ ΔΕΝ ΕΙΣΤΕ ΕΣΕΙΣ ΟΙ ΔΕΣΠΟΤΑΔΕΣ ΘΑ ΠΑΝΤΡΕΥΟΝΤΟ ΜΕΣ ΣΤΗΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ!"

ΠΗΓΗ ΚΑΙ ΒΙΝΤΕΟ ΕΔΩ

Ὁμιλία διά τήν «κατά Θεόν λύπη» (Τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ)




Όσοι αμαρτήσαμε έχουμε ανάγκη πάλι από τη λύπη και τον πόνο της μετάνοιας για τα αμαρτήματα που έχουμε διαπράξει. Πρέπει να μετανοήσουμε και να πέσουμε στα γόνατα, για να ακούσει καθένας μας μυστικά μέσα στην καρ­διά του, όπως ο Παράλυτος του Ευαγγελίου, «έχε θάρρος, τέκνο». Και έτσι, αφού πληροφορηθεί η καρδιά μας ότι έχουμε λάβει τη συγχώρηση, να με­ταστρέψουμε τη λύπη σε χαρά. Διότι αυτή είναι η λύπη, το μέλι το πνευματικό, που θηλάζουμε εμείς από τη στερεά πέτρα, σύμφωνα με το αποστολικό ρητό: «ΕΘήλασαν μελί από πέτρα» (Δευτ. 32, 13) «η δε πέτρα είναι ο Χριστός» (Α' Κορ. 10, 4).

Να μη σας κάνει όμως εντύπωση που απο­κάλεσα τη λύπη «μέλι». Γιατί αυτή είναι η λύπη για την οποία ο απόστολος Παύλος λέει: «Η κατά Θεόν λύπη προκαλεί αμεταμέλητη μετάνοια για τη σωτηρία» (Β' Κορ. 7, 10). Όπως δηλαδή σ' αυτόν που έχει τραυματισμένη γλώσσα το μέλι θα του φανεί πικρό -αλλά όταν θα θεραπευθεί θα αλλάξει γνώμη,- έτσι και ο φόβος του Θεού προκαλεί λύπη στις ψυχές που είναι δεκτικές του Ευαγγελικού κηρύγματος. Όσο καιρό οι ψυχές αυτές έχουν ανοικτά τα τραύματα των αμαρτιών τους, αισθάνονται λύπη. Όταν όμως ελευθερωθούν απ’ αυτά δια της μετανοίας, νιώθουν εκείνη τη χαρά, την οποία εννοεί ο Κύριος όταν λέει: «η λύπη σας θα μεταβληθεί σε χαρά» (Ιωάν. 16, 20). Ποιά λύπη; Ασφαλώς εκείνη που αισθάνονταν οι Μαθητές στο άκουσμα ότι θα στερούνταν τον Κύριο και Διδά­σκαλό τους. Τη λύπη εκείνη που αισθάνθηκε ο Πέτρος όταν Τον αρνήθηκε. Δηλαδή τη λύπη που αισθάνεται ο κάθε πιστός όταν μετανοεί για τις αμαρτίες, για τις ελλείψεις του στην αρετή, πράγμα που οφείλεται στη ραθυμία του.

Και εμείς λοιπόν, όταν πέφτουμε σε τέτοιου είδους αμαρτίες, να λυπούμαστε και να κατηγορούμε τους εαυτούς μας και όχι κάποιον άλλο. Άλλωστε, ούτε τον Αδάμ, όταν αθέτησε την εντολή του Θεού, τον ωφέλησε η μετάθεση της ευθύνης προς την Εύα, αλλά ούτε και την Εύα τη βοήθησε το ότι επέρριψε την ευθύνη στον αρχέκακο όφι. Κι αυτό, γιατί εμείς έχουμε πλασθεί από τον Θεό ως αυτεξούσιοι· και έχουμε λάβει το ηγεμονικό της ψυχής ως εξουσιαστική δύναμη κατά των παθών. Δεν έχουμε λοιπόν κανέναν που να κυριαρχεί επάνω μας και να μας αναγκάζει σε υποταγή.

Αυτό θεωρείται κατά Θεόν σωτήρια λύπη: Το να κατηγορούμε τους εαυτούς μας, και όχι κάποιον άλλο, για όσα πλημμελήματα διαπράττουμε. Να λυ­πούμαστε για τον εαυτό μας και να ειρηνεύουμε με τον Θεό με την κατάνυξη και την εξομολόγηση. Αυτή την αυτομεμψία και κατάνυξη επέδειξε ο Λάμεχ, ο οποίος εξομολογήθηκε ενώπιον όλων την αμαρ­τία του, κατέκρινε τον εαυτό του και τον θεώρησε περισσότερο ένοχο από τον Κάιν, σύμφωνα με την Αγία Γραφή που λέει: «Για τον Κάιν προβλεπόταν τιμωρία επτά φορές, και για τον Λάμεχ εβδομή­ντα επτά» (Γεν. 4, 24). Έτσι, αφού πένθησε τον εαυτό του ως ένοχο, με την βαθιά του κατάνυξη και την ομο­λογία της αμαρτίας του, διέφυγε από την καταδίκη του Νόμου, όπως είπε αργότερα και ο Προφήτης: «Ομολόγησε εσύ πρώτος τις αμαρτίες σου για να δικαιωθείς» (Ησ. 43, 26). Αυτό επιβεβαίωσε αργότερα και ο Απόστολος, λέγοντας: «Αν εμείς κρίναμε τους εαυτούς μας, δεν θα κρινόμαστε» (Α' Κορ. 11, 31).


Πρώτος λοιπόν ο Λάμεχ αναφέρεται ότι απέ­φυγε την καταδίκη του Νόμου, διότι μετανόησε και λυπήθηκε για την αμαρτία του. Έπειτα από αυτόν, συμπεριφέρθηκαν, κατά τον ίδιο τρόπο, και οι Νινευίτες, λαός πολύς και πόλη μεγάλη. Αυτοί μάλιστα είχαν τη βεβαιότητα ότι θα ξεπεράσουν την καταδίκη τους με τη λύπη και τη μετάνοια, όχι μόνο όταν συνειδητοποίησαν την αμαρτία τους, αλλά και όταν άκουσαν από τον προφήτη Ιωνά την απόφαση του Θεού που έλεγε: «Ακόμα τρεις ημέρες και η Νινευί θα καταστραφεί» (Ιωνά 3, 4). Ακουσαν λοιπόν οι Νινευίτες και πίστευσαν. Δεν έπεσαν στο πονηρό και δαιμο­νικό βάραθρο της απογνώσεως, ούτε φόρτωσαν στις καρδιές τους το λίθο της πωρώσεως. Αλλά είπε ο ένας στον άλλο: «Ποιός ξέρει, μπορεί να αλλάξει απόφαση ο Θεός και να μας ελεήσει, ώστε να μην καταστραφούμε» (Ιωνά 3, 9). Έτσι εγκατέλειψαν την πονηρία και τις αμαρτωλές συνήθειές τους. Κήρυξαν γενική νηστεία, φόρεσαν μικροί και μεγάλοι, ακόμα και ο βασιλιάς τους, σάκκους, έριξαν πάνω τους στάχτη. Έμειναν ακόμα και τα βρέφη χωρίς τροφή, γιατί, όπως φαίνεται, λησμόνησαν από τη λύπη τους οι μητέρες να τα θηλάσουν, σύμφωνα μ’ αυτό που λέει και ο Ψαλμωδός: «Από τη φωνή του στεναγμού μου λησμόνησα να φάω τον άρτο μου» (Ψαλμ. 101,5 και εξ.). Και όχι μόνο οι άνθρωποι, αλλά ακόμα και τα ζώα τα άφησαν, εξαιτίας του πένθους τους, νηστικά και απότιστα, κλεισμένα στα μαντριά τους. Έτσι, ζώντας όλοι στην ατμόσφαιρα της σωτήριας λύπης και του πένθους, απέφυγαν τις ολέθριες συνέπειες της αμαρτίας τους και βρήκαν συγχώρηση και έλεος από τον Θεό.

Επειδή λοιπόν, αδελφοί μου, και η δική μας ζωή περνάει σχεδόν ολόκληρη μέσα στην αμαρτία, οφείλουμε κι εμείς να λειτουργήσουμε τη σωτήρια αυτή λύπη που γεννιέται από τη μετάνοια. Γιατί αν δεν κάνουμε αυτό, τότε, καθώς λέει ο Κύριος, «οι Νινευίτες θα μας κατακρίνουν κατά την ημέρα της κοινής αναστάσεως» (Ματθ. 12, 41). Κι αυτό, γιατί εκείνοι μετανόησαν με το κήρυγμα του Ιωνά, ενώ εμείς δεν μετανοούμε με το λόγο του Κυρίου μας Ιησού Χρι­στού, ο Οποίος είναι και ο Θεός του Ιωνά.

Ο Ιωνάς, επίσης, δεν κήρυττε μόνο μετάνοια, αλλά μιλούσε και για τις βαριές συνέπειες της αμαρ­τίας τους, δηλαδή για καταδίκη και για θάνατο. Ο Χριστός όμως ήλθε για να έχουμε ζωή και κάτι περισσότερο ακόμα: Για να απολαύσουμε τη Θεία Υιοθεσία και την Ουράνια Βασιλεία.

Ο Ιωνάς, με το κήρυγμά του, δεν υποσχόταν Βασιλεία Ουρανών. Ο Χριστός όμως, κηρύττοντας μετάνοια, μας υπόσχεται Βασιλεία Ουράνια. Ταυτό­χρονα, μας προλέγει τη μέλλουσα συντέλεια του κόσμου, λέγοντας: «Όπως οι άνθρωποι της εποχής του Νώε απολάμβαναν τα σωματικά αγαθά με άνεση και χωρίς φόβο, και ξαφνικά ήλθε ο κατακλυσμός και τους αφάνισε όλους, έτσι θα συμβεί και στη συντέλεια, γιατί παρέρχεται το σχήμα αυτού του κόσμου» (Α' Κορ. 7, 31).

Ο Ιωνάς απειλούσε τότε τους Νινευίτες με καταστροφή φθαρτών πραγμάτων, αλλά δεν τους μίλησε για φοβερό βήμα και αδέκαστη Κρίση ούτε βέβαια για το πυρ το άσβεστο ούτε για ακοίμητο σκώληκα ούτε για σκότος εξώτερο ούτε τριγμό των οδόντων ούτε πένθος απαράκλητο. Ο Κύριος όμως, παράλληλα με αυτά, είπε ότι όσοι δεν λυπηθούν για τις αμαρτίες τους εδώ και δεν κλαύσουν, αυτές τις συνέπειες θα τις γευθούν μετά τη συντέλεια του κόσμου, η οποία δεν θα λάβει χώρα σε τρεις ημέρες, όπως κήρυττε τότε ο Ιωνάς, αλλά μετά από πολύ χρόνο. Και αυτό θα γίνει από την απέραντη μακροθυμία του Χριστού.

Η μακροθυμία λοιπόν του Θεού σε οδηγεί, αδελφέ μου, σε μετάνοια και λύπη. Πρόσεχε όμως, μήπως, από τη σκληρότητά σου και την ανάλγητη καρδιά σου, «θησαυρίσεις για τον εαυτό σου οργή κατά την ημέρα της συντέλειας και της δικαιοκρισίας του Θεού» (Ρωμ. 2, 5). Διότι ο Κύριος θα αποδώσει στον καθένα κατά τα έργα του.

Σ' εκείνους που ζητούν, με τη ζωή της μετά­νοιας και της υπομονής, με την οδύνη και συντριβή της καρδιάς, την άφεση των αμαρτιών τους, θα δώ­σει ο Κύριος χαρά και ανάπαυση, ζωή αιώνια και βασιλεία άρρητη. Σε όσους όμως παρέμειναν στην ζωή ανάλγητοι και αμετανόητοι, θα έλθει θλίψη και στενοχώρια αφόρητη και επιπλέον, ατελεύτητη κό­λαση.

Ο προφήτης Δαυίδ επίσης αναδείχθηκε στήλη «της κατά Θεόν λύπης». Και μάλιστα, στήλη που ζει και διακηρύττει την αξία της σωτήριας λύπης και της κατανύξεως. Διότι αυτός κατέγραψε και την αμαρτία που διέπραξε, αλλά και το πένθος προς τον Θεό και τη μετάνοια που ο ίδιος επέδειξε, καθώς και το έλεος που δέχθηκε από τον Θεό. Αυτός λέει στον Ψαλμό: «Είπα, θα εξομολογηθώ ενώπιον του Κυρίου την ανομία μου, και Συ συγχώρεσες την ασέβεια της καρδιάς μου» (Ψαλμ. 31, 5). Εννοούσε βέβαια ως ασέβεια τη ρίζα της κακίας, το ένοικο πάθος και ως ανομία την έμπρακτη αμαρτία. Γι’ αυτήν, αφού την έκανε σε όλους γνωστή, θρήνησε και πένθησε. Έτσι βρήκε όχι μόνο την άφεση, αλλά δέχθηκε στην ψυχή του και τη θεραπεία.

Πώς όμως πενθούσε; Ας ακούσουμε πάλι τον ίδιο να μας λέει: «Με μαστίγωναν οι θλίψεις και οι αδικίες όλη την ημέρα και ήλεγχα τον εαυτό μου συνεχώς μήπως και έχω πέσει σε κάποια αμαρτία» (Ψαλμ. 72, 14) και «όλη την ημέρα πενθούσα και σκυθρώπαζα και ταπείνωνα τον εαυτό μου» (Ψαλμ. 34, 14)...

Εμπρός λοιπόν, αδελφοί μου, ας προσκυνή­σουμε και ας προσπέσουμε και ας κλαύσουμε, -όπως ο ίδιος Προφήτης μας προτρέπει- ενώπιον του Κυ­ρίου που μας έπλασε και μας κάλεσε σε μετάνοια και σ' αυτή τη σωτήρια λύπη, το πένθος και την κατάνυξη. Κι αυτό, γιατί εκείνος που δεν έχει λύπη, δεν έχει υπακούσει σ' Εκείνον που έχει κάνει την κλήση, δεν έχει συναριθμηθεί με τους προσκαλεσμέ­νους Αγίους του Θεού, ούτε, ασφαλώς, θα αξιωθεί να λάβει την παρηγοριά εκείνη που έχει υποσχεθεί ο Κύριος στο Ευαγγέλιο. Γιατί Εκείνος λέει: «Είναι μακάριοι εκείνοι που πενθούν, διότι αυτοί θα βρουν παρηγοριά» (Ματθ. 5, 4).

Υπάρχει κανένας που μπορεί να ισχυρισθεί ότι δεν έχει αμαρτίες και γι' αυτό δεν χρειάζεται το πένθος; Αλλά και αν ακόμα λέγαμε κάτι τέτοιο -πράγμα σχεδόν αδύνατον, αφού και μόνο το να έχει φθάσει κανείς στη μετριοπάθεια είναι μεγάλο κατόρθωμα- όμως στην αρχή του λόγου μας αναφέ­ραμε και μια ακόμα αιτία πένθους. Οι μαθητές του Χριστού λυπούνταν επειδή δεν θα έβλεπαν πλέον τον Μόνο και Αληθινό Αγαθό, Τον Διδάσκαλο και Σωτήρα τους. Εκείνου και εμείς τώρα τη θέα στερού­μαστε. Και όχι μόνο Εκείνον αλλά και την τρυφή του Παραδείσου. Διότι ξεπέσαμε από αυτή και ανταλ­λάξαμε τον απαθή εκείνο τόπο με τον εμπαθή και επίπονο τούτο χώρο που τώρα ζούμε. Στερηθήκαμε την πρόσωπο με Πρόσωπο συνομιλία μας με τον Θεό, την συναναστροφή με τους Αγγέλους Του και την ατελεύτητη ζωή.
Ποιός λοιπόν, γνωρίζοντας το τι έχουμε στερη­θεί, δεν θα πονέσει και δεν θα πενθήσει γι' αυτό; Αν υπάρχει κάποιος που το γνωρίζει και δεν το κάνει, τότε, σίγουρα, αυτός δεν είναι πιστός.

Επομένως, εμείς τώρα που γνωρίζουμε, με τη θεόπνευστη διδασκαλία της Αγίας Γραφής, τι έχει συμβεί, ας πενθήσουμε τους εαυτούς μας, αδελφοί, και ας καθαρίσουμε τους μολυσμούς που έχουμε υποστεί από τις αμαρτίες που έχουμε διαπράξει, με το σωτήριο πένθος. Έτσι και το έλεος του Θεού θα βρούμε και τον Παράδεισο θα ανακτήσουμε και την αιώνια παρηγοριά και ανάπαυση θα απολαύσουμε.
*
Αυτή τη ζωή, μακάρι όλοι να την αποκτήσουμε, με τη Χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον Οποίο πρέπει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση, μαζί με τον Αναρχο Πατέρα και το Πανάγιο και Αγαθό και Ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

Από την ΚΘ’ ομιλία του Αγ. Γρηγορίου (P.G. 151, 364-376) στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου της ΣΤ’ Κυριακής . για την «κατά Θεόν λύπη»


(Πηγή: Απόσπασμα από το βιβλίο «ΩΔΗ ΣΤΟ ΕΦΗΜΕΡΟ: Η Λύπη κατά τους Πατέρες», Εκδόσεις «ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ» Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Καρέα).

Εὐχὴ ἐξομολογητικὴ εἰς τὴν ὑπεραγίαν Θεοτόκον (Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ)







Παρθένε Δέσποινα Θεοτόκε ἐσὺ ποὺ γέννησες κατὰ σάρκα τὸ Θεὸ Λόγο, γνωρίζω ὅτι δὲν εἶναι εὐπρεπές, οὔτε ἄξιο, γιὰ μένα τὸν πανάσωτο, ἔχοντας ἀκόμη μολυσμένα μάτια και ἀκάθαρτα χείλη, νὰ ἴδω τὴν εἰκόνα, σοῦ τῆς Ἁγνῆς, τῆς Ἀειπαρθένου, τῆς ἐχούσης τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχὴν καθαρὰ καὶ ἀμόλυντα, νὰ τὴν προσκυνῶ καὶ νὰ τὴν παρακαλῶ. Πιὸ σωστὸ εἶναι γιὰ μένα τὸν ἄσωτο νὰ μισηθῶ καὶ νὰ ἐπιτιμηθῶ ἀπὸ τὴ δική σου καθαρότητα· ἐπειδὴ ὅμως ὁ Θεὸς τὸν Ὁποῖον γέννησες, ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ νὰ μᾶς καλέσῃ τοὺς ἁμαρτωλοὺς σὲ μετάνοια, παίρνω καὶ ἐγὼ τὸ θάῤῥος καὶ προσέρχομαι κοντά σου καὶ σὲ παρακαλῶ μὲ δάκρυα.

Κάμε δεκτὴ τὴν ἐξαγόρευση τῶν πολλῶν καὶ χαλεπῶν ἁμαρτιῶν μου καὶ φέρε τὴ μετάνοιά μου στὸ μονογενή σου Υἱὸ καὶ Θεό, παρακαλώντάς τον νὰ λυπηθῇ τὴν ἄθλια καὶ ταλαίπωρη ψυχή μου. Γιατὶ ἕνεκα τοῦ πλήθους τῶν ἁμαρτιῶν μου ἐμποδίζομαι νὰ ἀτενίσω πρὸς Αὐτὸν καὶ νὰ ζητήσω συγχώρηση. Γι᾿ αὐτὸ σὲ προβάλλω ὡς πρέσβη καὶ μεσίτρια, γιατί ἐνῶ ἀπόλαυσα πολλῶν καὶ μεγάλων δωρεῶν παρὰ τοῦ δημιουργήσαντός με Θεοῦ, τὶς ξέχασα ὅλες, ὁ ἄθλιος καὶ ἀχάριστος, ὁμοιωθεὶς ἔτσι μὲ τὰ ἀνόητα κτήνη· πτωχεύοντας στὶς ἀρετές, καὶ πλουτώντας στὰ πάθη, γεμάτος ντροπὴ καὶ στερημένος ἀπὸ τὴ θεία παῤῥησία, ἔχω κατακριθεῖ ἀπὸ τὸ Θεό, καὶ γι᾿ αὐτὸ θρηνοῦν γιὰ μένα οἱ Ἄγγέλοι, καὶ χαίρονται οἱ δαίμονες. Μισοῦμαι ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἐλεγχόμενος ὑπὸ τῆς συνειδήσεως, γεμᾶτος ντροπὴ γιὰ τὰ πονηρά μου ἔργα, νεκρὸς πρὶν τὸ θάνατό μου, καὶ πρὶν τὴν κρίση αὐτοκατάκριτος, καὶ πρὶν ἀπὸ τὴν ἀτελεύτητη κόλαση αὐτοτιμωρούμενος ἀπὸ τὴν ἀπόγνωση. Γι᾿ αὐτὸ καταφεύγω μόνο στὴ δική σου καὶ μόνη βοήθεια, Δέσποινα Θεοτόκε, ὁ ὀφειλέτης μυρίων ταλάντων, ἐγὼ ποὺ σπατάλησα τὴν πατρικὴ περιουσία μὲ πόρνες, ποὺ φέρθηκα χειρότερα καὶ ἀπὸ τὴν πόρνη, ποὺ παρανόμησα πιὸ πολὺ ἀπὸ τὸν Μανασσῆ, ποὺ ἔγινα ἄσπλαγχνος περισσότερο καὶ ἀπὸ τὸν πλούσιο, ὁ λαίμαργος δοῦλος, τὸ δοχεῖο τῶν πονηρῶν λογισμῶν, ὁ φύλακας τῶν αἰσχρῶν καὶ ῥυπαρῶν λόγων, ὁ γεμάτος μὲ κάθε ἀκαθαρσία, ὁ ξένος κάθε ἀγαθοῦ ἔργου.

Ἐλεήσέ μου τὴν ταπείνωση καὶ λυπήσου τὴν ἀσθένειά μου. Σὺ μόνο ἔχεις τόσο μεγάλη παῤῥησία πρὸς τὸν ἐκ σοῦ τεχθέντα καὶ κανεὶς ἄλλος. Τὰ πάντα μπορεῖς ὡς Μητέρα τοῦ Θεοῦ. Γιὰ ὅλα ἔχεις τὴν ἰσχὺ ὡς ὑπερέχουσα ὅλων τῶν κτισμάτων. Τίποτα δὲν σοῦ εἶναι ἀδύνατο, ἀρκεῖ νὰ τὸ θελήσεις. Μὴν παραβλέψῃς τὰ δάκρυά μου, μὴν ἀηδιάσῃς τὸ στεναγμό μου, μὴν ἀποστραφῇς τὸν πόνον τῆς καρδιᾶς μου, μὴν ντροπιάσῃς τὴν προσδοκίαν μου σὲ σένα, ἀλλὰ μὲ τὶς μητρικές σου παρακλήσεις ἀπόσπασε γιὰ μένα τὴν εὐσπλαγχνία τοῦ ἀγαθοῦ Υἱοῦ σου καὶ Θεοῦ καὶ ἀξίωσέ με τὸν ταλαίπωρο καὶ ἀνάξιο δοῦλό σου νὰ ξαναβρῶ τὸ ἀρχαῖο προπτωτικὸ κάλλος τῆς ψυχῆς, νὰ ἀποβάλω τὴν ἀσχήμια τῶν παθῶν, νὰ ἀπελευθερωθῶ ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ γίνω ὑπηρέτης τῆς δικαιοσύνης, νὰ ἐκδυθῶ τὸ μόλυσμα τῆς σαρκικῆς ἡδονῆς καὶ νὰ ἐνδυθῶ τὸν ἁγιασμὸ τῆς ψυχικῆς καθαρότητας, νὰ νεκρωθῶ γιὰ τὸν κόσμο καὶ νὰ ζήσω μέσα στὴν ἀρετή. Συνοδοιπόρησε καὶ σύμπλευσε μαζί μου, στὶς ἀγρυπνίες ἐνίσχυσέ με, παρηγόρησέ με στὶς θλίψεις, γιὰ τὶς ὀλιγοψυχίες μου παρακάλεσε, δώρισέ μου τὴν θεραπεία τῶν ἀσθενειῶν, λύτρωσέ με ἀπὸ τὶς ἀδικίες, ἀπὸ τὶς συκοφαντίες ἀθώωσέ με, στὸ θανάσιμο κίνδυνο σπεῦσε σὲ βοήθειά μου. Ἀνάδειξέ με καθημερινὰ ἰσχυρὸ στοὺς ἀόρατους ἐχθρούς μου, γιὰ νὰ μάθουν ὅλοι οι δαίμονες ποὺ ἄδικα μὲ τυραννοῦν ποιανοῦ εἶμαι δοῦλος.

Ναί, ὑπεραγία μου Δέσποινα Θεοτόκε, ἐπάκουσε τὴν οἰκτρὴ δεήσή μου, καὶ μὴ ντροπιάσῃς τὴν προσδοκία μου, σὺ ποὺ (μετά το Θεὸ) εἶσαι ἡ ἐλπίδα πάντων τῶν περάτων τῆς γῆς. Τὸ βρασμὸ τῆς σάρκας μου κατάσβεσε, τὴν ἀγριώτατη ταραχὴ τῇς ψυχῇς μου κατεύνασε, τὸν πικρὸ θυμό μου καταπράϋνε, τὸν τῦφο καὶ τὴν ἀλαζονία τῆς μάταιας οἰήσεως ἀφάνισε ἀπὸ τὸ νοῦ μου. Μείωσε τὶς νυκτερινὲς φαντασιώσεις τῶν πονηρῶν πνευμάτων, καθὼς καὶ τὶς καθημερινὲς τῶν ἀκάθαρτων ἐννοιῶν προσβολὲς ἀπὸ τὴν καρδιά μου. Διαπαιδαγώγησε τὴ γλῶσσα μου γιὰ νὰ λέει τὰ συμφέροντα. Δίδαξε τὰ μάτια μου νὰ βλέπουν σωστὰ τὴν ὁδὸ τῆς ἀρετῆς. Ἐνίσχυσε τὰ πόδια μου γιὰ νὰ βαδίζουν τὴν μακαρία ὁδὸ τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Τὰ χέρια μου ἁγίασε γιὰ νὰ τὰ σηκώνω ἐπάξια στὸν Ὕψιστο. Καθάρισε τὸ στόμα μου, γιὰ νὰ ἐπικαλοῦμαι μὲ παῤῥησία ὡς Πατέρα τὸν πανάγιο καὶ φοβερὸ Θεό. Ἄνοιξε τὰ αὐτιά μου, γιὰ νὰ ἀκούω, καταλαβαίνω καὶ ἐφαρμόζω τὰ λόγια τῶν Ἁγίων Γραφῶν, ποὺ εἶναι πιὸ γλυκὰ ἀπὸ τὸ κερὶ καὶ τὸ μέλι, ἐνισχυόμενος ἀπὸ ἐσέ.

Δῶσε μου καιρὸ μετανοίας, καὶ λογισμὸ ἐπιστροφῆς. Φύλαξέ με ἀπὸ τὸν αἰφνίδιο θάνατο. Ἀπάλλαξέ με ἀπὸ τὴν κατάκριση τῆς συνειδήσεως. Τέλος παραστάσου κοντά μου κατὰ τὸ χωρισμὸ τῆς ψυχῆς μου ἀπὸ τὸ ἄθλιο μου σῶμα, γιὰ νὰ ἐλαφρύνῃς ἔτσι τὴν ἀφόρητη αὐτὴ βία, νὰ ἀνακουφίσῃς τὸν ἀνέκφραστον πόνον, καὶ νὰ παρηγορήσεις τὴν ἀπαραμύθητη στενοχώρια μου. Λύτρωσέ με ἀπὸ τὴ σκοτεινὴ μορφὴ τῶν δαιμόνων, παραμερίζουσα τὸν ἄρχοντα τοῦ σκότους καὶ σχίζουσα τὰ χειρόγραφα τῶν πολλῶν μου ἁμαρτιῶν. Φέρε με σὲ οἰκειότητα μὲ τὸ Θεὸ καὶ ἀξίώσέ με νὰ βρεθῶ στὰ δεξιά Του, κατὰ τὴν ὥρα τῆς φοβερῆς κρίσεως, καὶ νὰ μὲ κάμῃς κληρονόμο τῶν αἰωνίων καὶ ἄφθορων ἀγαθῶν.

Αὐτὴ τὴν ἐξομολόγησή μου ἀπευθύνω σὲ σένα Δέσποινα Θεοτόκε, τὸ φῶς τῶν ἐσκοτισμένων μου ὀφθαλμῶν, ἡ παραμυθία τῆς ψυχῆς μου, ἡ μετὰ τὸν Θεὸν ἐλπὶς καὶ προστασία μου, τὴν ὁποία ἐξομολόγησή μου δέξου εὐμενῶς καὶ καθάρισὲ με ἀπὸ κάθε μολυσμὸ σαρκὸς καὶ πνεύματος. Ἀξίωσέ με ἐν ὅσῳ ζῶ νὰ κοινωνῶ χωρὶς κατάκριση, τὸ πανάγιο καὶ πανάχραντο Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ Υἱοῦ σου καὶ Θεοῦ, καὶ στὸ μέλλον νὰ συμμετάσχω στὴ γλυκυτάτη οὐράνια τροφὴ τοῦ Παραδείσου, ὅπου βρίσκεται ὅλων τῶν εὐφραινομένων ἡ κατοικία. Αὐτῶν τῶν ἀγαθῶν ἐλπίζοντας νὰ τύχω κι ἐγὼ ὁ ἀνάξιος, δοξάζω στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων τὸ πάντιμο καὶ μεγαλοπρεπὲς ὄνομα τοῦ Υἱοῦ καὶ Θεοῦ σου, ποὺ δέχεται ὅλους ὅσους μετανοοῦν εἰλικρινά, χάρις σὲ σένα ποὺ εἶσαι μεσίτρια καὶ ἐγγυήτρια ὅλων τῶν ἁμαρτωλῶν, γιατὶ χάρις σὲ σένα πανύμνητε καὶ ὑπεράγαθε Δέσποινα, σώζεται ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπίνη φύση, ποὺ αἰνεῖ καὶ εὐλογεῖ τὸν Πατέρα τὸν Υἱὸν καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, τὴν Παναγία καὶ ὁμοούσια Τριάδα, τώρα καὶ πάντοτε στοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


Νεοελληνικὴ ἀπόδοσις: Βασίλειος Σκιαδᾶς, θεολόγος


Εὐχετήριο μήνυμα πρός μελλονύμφους καὶ Συμβολισμοὶ Γάμου


 Αποτέλεσμα εικόνας για Συμβολισμοὶ Γάμου


Ἀγαπητοί μου,

Σὲ λίγο θὰ σταθῆτε μπροστὰ στὸ ἱερὸ θυσιαστήριο γιὰ νὰ ἑνώσετε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ τὶς ψυχὲς καὶ τὰ ὄνειρά σας, νὰ ξεκινήσετε μιὰ νέα πορεία, νὰ ἀρχίσετε μιὰ καινούργια ζωή, νὰ θεμελιώσετε μιὰ εὐλογημένη οἰκογένεια. Ἀνθισμένα στεφάνια θὰ στεφανώσουν τὰ μέτωπά σας καὶ θὰ σᾶς συνοδεύσουν σ᾿ αὐτὴ τὴν νέα πορεία σας καὶ τὴν καινούρια ζωή σας οἱ εὐλογίες τῶν λειτουργῶν της Ἐκκλησίας, ἡ ἀγάπη καὶ οἱ εὐχὲς τῶν γονέων σας, τῶν ἀδελφῶν, τῶν συγγενῶν, τῶν φίλων σας ὅλων ἐκείνων ποὺ σᾶς ἀγαποῦν. Ὅλοι θὰ σᾶς καμαρώνουν καὶ θὰ στηρίζουν σὲ σᾶς μεγάλες προσδοκίες καὶ ὄνειρα. Εὐχὴ καὶ προσευχὴ ὅλων θὰ εἶναι ἡ πορεία ποὺ ἀρχίζετε νὰ εἶναι γαλήνια καὶ εἰρηνική. Νὰ σᾶς ὁδηγήσει στὴν ἐπιτυχία. Στὴν ἐκπλήρωση τῶν ὀνείρων σας καὶ στὴν πραγμάτωση τῶν προσδοκιῶν σας.

Ὅμως πρέπει νὰ γνωρίζετε ὅτι στὴ ζωὴ δὲν εἶναι πάντα ὅλα ρόδινα. Ἔρχονται συχνὰ προβλήματα καὶ δυσκολίες. Τὴν θάλασσα τοῦ βίου πολλὲς φορὲς ἀναστατώνουν θύελλες καὶ καταιγίδες. Κάποτε τὰ ὄνειρα σβήνουν καὶ οἱ ἐλπίδες διαψεύδονται. Αὐτὲς τὶς δύσκολες ὧρες γιὰ νὰ σταθῆτε ὄρθιοι καὶ νὰ μὴ λυγίσετε, στηριχθῆτε στὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, ποὺ «τὰ ἀσθενῆ θεραπεύει καὶ τὰ ἐλλείποντα ἀναπληροῖ». Θὰ παίρνετε τότε δύναμη καὶ ὑπομονή. Θὰ διατηρῆτε ἀμείωτη τὴν ἀγάπη σάς, ἀταλάντευτο τὸν ἀλληλοσεβασμό σας, ἀρραγῆ τὴν ἑνότητά σας.

Ὅπως κατὰ τὴν Ἱεροτελεστία τοῦ Γάμου σας πίνετε τὸ ἴδιο κρασὶ ἀπὸ κοινὸ ποτήρι, ἔτσι νὰ μοιράζεσθε ἀπὸ κοινοῦ στὴν ὑπόλοιπη ζωή σας τὶς χαρὲς καὶ τὶς πίκρες τοῦ βίου. Καὶ τότε οἱ λῦπες θὰ μειώνονται καὶ οἱ χαρὲς θὰ πολλαπλασιάζονται. Οἱ καρδιές σας θὰ θερμαίνονται ἀπὸ τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ. Ἑνωμένοι καὶ δυνατοὶ θὰ διασχίζετε τὸ πέλαγος τῆς ζωῆς. Θὰ παλεύετε καὶ θὰ νικᾶτε. Ὁ Θεὸς θὰ σᾶς προστατεύει καὶ ἡ Παναγία θὰ σᾶς σκεπάζει. Κανένας καὶ τίποτα δὲν θὰ μπορεῖ νὰ σᾶς ὁδηγήσει στὸ ναυάγιο. Καὶ νὰ εἶστε σίγουροι ὅτι θὰ φτάσετε ἀσφαλεῖς στῆς χαρᾶς τὸ λιμάνι. Θὰ ζήσετε στερωμένοι καὶ εὐτυχισμένοι καὶ θὰ καμαρώσετε παιδιά, ἐγγόνια καὶ δισέγγονα «ὡς νεόφυτα ἐλαιῶν κύκλῳ τῆς τραπέζης σας». Αὐτὸ σᾶς εὔχομαι ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς μου.
Μὲ ὅλη μου τὴν ἀγάπη


ΟΙ ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΙ


1. Οἱ ἀναμμένες λαμπάδες φέρουν στὴ μνήμη μας τὶς πύρινες φλόγες τῆς Πεντηκοστῆς. Ἔτσι οἱ μελλόνυμφοι προσκαρτεροῦν τὴν κάθοδο τῆς Θείας Χάριτος γιὰ τὴν δική τους Πεντηκοστή. Ἒρχονται σβησμένες στήν Εκκλησία, καί φεῦγουν ἀναμμένες. Βρίσκονται πάντοτε μπροστά ἀπό τό ζευγάρι, συμβολίζοντας τό φῶς τοῦ Χριστοῦ, ποῦ παίρνουν ἀπό τό Μυστήριο ποῦ θά φωτίζει τό δρόμο τους, στήν καινούργια τους ζωῆ.

2. Τὸ δακτυλίδι, συμβολίζει τὸν δεσμὸ τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἑνότητας καθὼς καὶ τὴν εὐλογία ποὺ παίρνει τὸ ζευγάρι ἀπὸ τὸν Θεὸ Πατέρα γιὰ νὰ θεμελιώσει μιὰ νέα οἰκογένεια.

3. Τὸ κοινὸ ποτήριο συμβολίζει τὴν κοινὴ ἀντιμετώπιση τῆς ζωῆς ἀπὸ τὸ ζευγάρι. Θὰ γευθοῦν καὶ θὰ μοιρασθοῦν τὶς ἴδιες χαρὲς καὶ τὶς ἴδιες λῦπες, ποὺ τοὺς ἐπιφυλάσσει ὁ βίος, ἀφοῦ οἱ δρόμοι τους ἑνώθηκαν σὲ ἕνα. - Μετά τό «Πάτερ ἡμῶν» καί τήν εὐχῆ τοῦ κοινοῦ ποτηρίου, ὁ ἰερέας δίδει στοῦς νεόνυμφους νά πιοῦν ἀπό 3 φορές ὁ καθένας ἀπό τό κοινό ποτήριο. Ἡ πράξη αὐτή ἒχει τήν ἒννοια νά μᾶς θυμίζει ὂτι ῶς τήν ἐποχή τῆς Τουρκοκρατίας, ὀ γάμος γινόταν μέσα στῆ Θεία Λειτουργία καί οί νεόνυμφοι κοινωνούσαν. Μέ τήν κρίση πού διέρχεται σῆμερα ὀ γάμος, καθίσταται ἐπιτακτική ἠ ανάγκη νά ξανασυνδεθεί μέ τή Θεία Εὐχαριστία. Ὁ εὐχαριστιακός τρόπος ζωῆς σπάει τό φράγμα τοῦ εγωισμοῦ καί ἐμπνέει τήν ἀγάπη ποῦ ἐνῶνει, καί ἀντί τοῦ Εγῶ τοῦ κάθε συζύγου δημιουργεί τό συζυγικό Ἐμεῖς.

4. Ὁ κυκλικὸς χορός, γύρω ἀπὸ τὸ Ἱερὸ Εὐαγγέλιο ἐκφράζει τὴ χαρὰ τῶν νεόνυμφων καὶ τὴν ὑπόσχεση νὰ περιστρέφεται ἡ ζωή τους γύρω ἀπὸ τὴν Ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἰερέας «εἰσοδεύει» τοῦς νεόνυμφους 3 φορές γύρω ἀπό τό τραπέζι, σέ σχῆμα κύκλου ψάλλοντας μαζί μέ τοῦς ψάλτες 3 τροπάρια: «Ἡσαΐα χόρευε...», «Ἅγιοι μάρτυρες...» καί «Δόξα σοι Χριστέ...». Ὁ παράνυμφος κρατά ἀπό πίσω τά στέφανα. Ὁ κυκλικός χορός συμβολίζει τή νοσταλγία τοῦ παραδείσου καί τήν ἀναζήτηση τῆς αἰωνιότητας. Ἐκφράζει τή φυσική χαρά καί τό πανηγυρικό αἲσθημα. Τό ρύζι ἒχει τήν ἒννοια τῆς εὐχής γιά τό ρίζωμα τῶν νεονήμφων.

5. Οἱ στέφανοι εἶναι τὰ ἔπαθλα τῶν ἀγωνιστῶν τῆς ἁγνότητας ποὺ ἔφτασαν ὡς τὴν κατάκτηση τῆς νίκης.



Δευτέρα 20 Οκτωβρίου 2014

Ἡ Ἁγία Πελαγία ἡ Παρθένος (8 Ὀκτωβρίου) , Λόγος Ἐγκωμιαστικός τοῦ Ἁγίου Ἰωαννοῦ τοῦ Χρυσοστόμου

Η εικόνα ίσως περιέχει: 1 άτομο, κείμενο


Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας καὶ ἀπὸ ἔνδοξο γένος (στὰ χρόνια
του βασιλιὰ Νουμεριανοῦ 282 – 284).

Ὅταν ἔμαθε ὁ ἄρχοντας τῆς Ἀντιόχειας ὅτι ἡ Πελαγία ἦταν χριστιανή,
ἔστειλε στρατιῶτες γιὰ νὰ τὴ συλλάβουν. Αὐτοὶ περικύκλωσαν τὸ σπίτι της
καὶ ἑτοιμάζονταν νὰ τὴν ἁρπάξουν. Ὅταν τὸ ἔμαθε ἡ Ἁγία, ζήτησε ἀπὸ τοὺς
στρατιῶτες νὰ περιμένουν λίγο. Ὅποτε, σήκωσε τὰ χέρια της καὶ τὰ μάτια
της στὸν οὐρανὸ καὶ προσευχήθηκε θερμὰ πρὸς τὸν Θεὸ νὰ μὴ ἐπιτρέψει νὰ
τὴν ἁρπάξουν οἱ στρατιῶτες, ἀλλὰ νὰ φύγει ἀπ’ τὴν ζωὴ αὐτὴ, ἁγνὴ καὶ
παρθένος.

Ἔπειτα ἄνοιξε τὸ παράθυρο καὶ ἔριξε τὸν ἑαυτό της στὸ κενό, μὲ
ἀποτέλεσμα νὰ τραυματιστεῖ θανάσιμα καὶ ἔτσι παρέδωσε τὴν ἁγνὴ ψυχή της
στὸν Θεό, προκειμένου βέβαια νὰ τὴν προφυλάξει ἀπὸ τὸν μολυσμὸ τῶν
ἀγροίκων στρατιωτῶν


Λόγος Ἐγκωμιαστικός εἰς τῆν Ἁγία Πελαγία τῆν Παρθένο τοῦ Ἁγίου Ἰωαννοῦ τοῦ Χρυσοστόμου
Ας είναι ευλογητός ο Θεός· διότι και γυναίκες πλέον περιπαί­ζουν το θάνατο, και κόρες τον περιγελούν, και παρθένες, και μά­λιστα πολύ νέες και που δεν γνώρισαν γάμο, σκιρτούν επάνω στα ίδια τα κεντριά του άδη χωρίς να παθαίνουν τίποτε το φοβερό. Όλα αυτά λοιπόν τα αγαθά μάς δόθηκαν εξαιτίας του Χριστού που γεν­νήθηκε από Παρθένο· διότι μετά τους μακάριους εκείνους ανυπό­φορους πόνους και την φρικωδέστατη γέννηση ατόνησαν τα νεύρα του θανάτου, παρέλυσε η δύναμη του διαβόλου, και όχι μόνο στους άνδρες πλέον, αλλά και στις γυναίκες έγινε ευκαταφρόνητος, και όχι μόνο στις γυναίκες, αλλά και στις κόρες.

Όπως ακριβώς δηλα­δή κάποιος άριστος ποιμένας συλλαμβάνοντας το λιοντάρι που προκαλεί φόβο στα πρόβατα και εξολοθρεύει όλο το κοπάδι, αφού βγάλει τα δόντια του, κόψει τα νύχια του και κουρέψει τα μαλλιά του, το κάνει ευκαταφρόνητο και καταγέλαστο, παραδίνοντάς το έτσι στα αγόρια και τα κορίτσια των βοσκών να το περιπαίζουν, έτσι λοιπόν και ο Χριστός, τον θάνατο, που ήταν φοβερός στη φύση μας και προκαλούσε φόβο σ’ ολόκληρο το γένος μας, αφού τον συνέλαβε και διέλυσε όλο το φόβο που προκαλούσε, τον παρέ­δωσε, ώστε να τον περιπαίζουν και παρθένες.
Γι’ αυτό και η μακαρία Πελαγία έτρεξε προς αυτόν με τόση μεγάλη ευχαρίστηση, ώστε να μη περιμένει ούτε τα χέρια των δημίων, ούτε να οδηγηθεί σε δικαστήριο, αλλά με την υπερβολική προθυμία της να προλάβει την σκληρότητα εκείνων. Διότι είχε προετοιμαστεί και για τα βασανιστήρια και κολαστήρια και για κάθε εί­δος τιμωριών, αλλά φοβόταν μήπως χάσει το στεφάνι της παρθε­νίας. Και για να μάθεις ότι φοβόταν την ασέλγεια των ασεβών, προλαβαίνει και αρπάζει από πριν τον εαυτό της από την αισχρή ατίμωση· εκείνο που κανένας από τους άνδρες δεν επιχείρησε ποτέ να κά­νει, αλλά οδηγήθηκαν όλοι στο δικαστήριο και εκεί επέδειξαν την ανδρεία τους, οι γυναίκες, εξαιτίας της εύκολης επιδράσεως που δέχεται η φύση τους, επινόησαν για τον εαυτό τους αυτόν τον τρόπο θανάτου.

Διότι, εάν ήταν δυνατό και την παρθενία να διαφυλάξει και να επιτύχει τα στεφάνια του μαρτυρίου, δεν θα απέφευγε την ει­σαγωγή της στο δικαστήριο· και επειδή έπρεπε οπωσδήποτε το ένα από τα δύο να το χάσει, θεωρούσε σαν την πιο χειρότερη μορφή παραλογισμού, ενώ μπορούσε να επιτύχει τη νίκη και των δύο, να φύ­γει από τη ζωή λαμβάνοντας το ένα μόνο στεφάνι. Γι’ αυτό δεν θέ­λησε να μεταβεί στο δικαστήριο, ούτε να γίνει θέαμα στα ακόλαστα μάτια, ούτε να επιτρέψει στα ασελγή βλέμματα να νοιώσουν απόλαυση βλέποντας το πρόσωπό της και ν’ ατιμάσουν το άγιο εκείνο σώμα, αλλά από το σπίτι και τον γυναικωνίτη ήλθε σε άλλο σπίτι, τον ουρανό.

Πράγματι είναι μεγάλο πράγμα το να δει κανείς δημίους να στέκονται γύρω-γύρω και να τρυπούν τις πλευρές, δεν είναι όμως καθόλου κατώτερο και αυτό από εκείνο. Διότι σ’ εκείνους, επειδή οι αισθήσεις έχουν ήδη παραλύσει εξαιτίας των ποικίλων βασανι­στηρίων, δεν φαίνεται πλέον ο θάνατος φοβερός, αλλά θεωρείται σαν κάποια απαλλαγή και ανακούφιση από τα μελλοντικά κακά. Αυτή όμως που δεν έπαθε ακόμη τίποτε τέτοιο, αλλ’ είχε ακέραιο ακόμη το σώμα της και δεν αισθανόταν κανένα πόνο μέχρι στιγμής, χρειάζεται κάποιο μεγάλο και γενναίο φρόνημα, εάν πρόκειται με βίαιο θάνατο να στερήσει από τον εαυτό της την παρούσα ζωή.

Ώστε, όταν θαυμάζεις εκείνους για την καρτερία τους, θαύμασε και αυτήν για την ανδρεία της· όταν νοιώσεις έκπληξη για την υπο­μονή εκείνων, νοιώσε έκπληξη και για το γενναίο φρόνημα της, διότι είχε την τόλμη να υποστεί τέτοιο θάνατο. Και μη προσπερά­σεις έτσι απλώς το συμβάν, αλλά σκέψου ποια φυσικό ήταν να είναι η διάθεση μιας απαλής κόρης, που δεν γνώριζε τίποτε επί πλέον από το θάλαμό της, βλέποντας για μια στιγμή να καταφθάνουν στρατιώτες, να στέκονται μπροστά στη πόρτα της και να την καλούν στο δικαστήριο, να την σύρουν στην αγορά για τέτοια και τόσο με­γάλα πράγματα. Δεν υπήρχε μέσα ούτε ο πατέρας της, ούτε η μητέ­ρα της, ούτε η τροφός της, ούτε η υπηρέτρια, ούτε γείτονας, ούτε φίλη, αλλ’ είχε απομείνει μόνη ανάμεσα σ’ εκείνους τους δημίους.

Το ότι λοιπόν μπόρεσε να βγει και ν’ αποκριθεί σ’ εκείνους τους δημίους στρατιώτες, ν’ ανοίξει το στόμα της και να μιλήσει, το να τους δει, το να σταθεί και ν’ αναπνεύσει, πώς δεν είναι άξιο εκπλήξεως και θαυμασμού; Δεν ήταν αυτά γνωρίσματα της ανθρώπι­νης φύσεως. Βέβαια το μεγαλύτερο μέρος το πρόσφερε η βοήθεια του Θεού. Όμως ούτε αυτή στάθηκε τότε αργή, αλλά πρόσφερε όλα όσα εξαρτιόνταν από την ίδια, όπως την προθυμία, το φρόνημα, τη γενναιότητα, τη θέληση, την προαίρεση, την προσέλευση με εν­θουσιασμό και βιασύνη. Το να γίνουν όμως όλα αυτά, αυτό κατορθώθηκε με τη βοήθεια του Θεού και την ουράνια εύνοια. Ώστε αξίζει και να τη θαυμάζει κανείς και να την μακαρίζει· να την μακαρίζει εξαιτίας της συμμαχίας του Θεού, και να την θαυμάζει για τη δική της προθυμία. Διότι ποιος θα ήταν δυνατό να μην εκπλαγεί δίκαια, ακούοντας, ότι μέσα σε μια στιγμή έλαβε μια τόσο μεγά­λη απόφαση, την ενέκρινε με προθυμία και την πραγματοποίησε;

Διότι βέβαια γνωρίζετε όλοι, ότι εκείνα που πολλές φορές με­λετήσαμε επί μακρόν χρόνο, όταν ήρθε ο καιρός που ζητούσε την πραγματοποίησή τους, επειδή ο νους μας κυριεύθηκε από λίγο φόβο, όλες εκείνες τις σκέψεις τις απορρίψαμε και φοβηθήκαμε για μια στιγμή από την αγωνία. Αυτή όμως μπόρεσε μέσα σε μια στιγμή και να δεχθεί και ν’ αποφασίσει και να πραγματοποιήσει μια τόσο φρικτή και φοβερή απόφαση, και ούτε το φοβερό των παρό­ντων εκεί στρατιωτών, ούτε το δύσκολο του καιρού, ούτε η ερημία της επιβουλευόμενης, ούτε το ότι είχε εγκαταλειφτεί μόνη μέσα στο σπίτι, ούτε τίποτε άλλο θορύβησε τη μακαριά εκείνη, αλλά σαν να υπήρχαν εκεί παρόντες κάποιοι φίλοι και γνωστοί, έτσι όλα τα έκαμε χωρίς φόβο, και πολύ σωστά. Διότι δεν ήταν μέσα μόνη, αλλ’ είχε σύμβουλο τον Ιησού· εκείνος τη βοηθούσε, εκείνος άγγι­ζε την καρδιά της, εκείνος έδινε θάρρος στη ψυχή της, εκείνος μόνος απομάκρυνε το φόβο. Και αυτά δεν τα έκανε τυχαία, αλλ’ επει­δή η μάρτυς είχε προετοιμάσει προηγουμένως τον εαυτό της άξιο της βοήθειας εκείνου.

Αφού βγήκε λοιπόν έξω ζήτησε χάρη από τους στρατιώτες, να της επιτραπεί να μπει πάλι μέσα και ν’ αλλάξει ενδύματα’ και αφού μπήκε άλλαξε και φόρεσε αντί της φθοράς την αφθαρσία, αντί του θανάτου την αθανασία, αντί της πρόσκαιρης ζωής την αιώνια ζωή. Εγώ όμως μαζί με τα όσα λέχθηκαν θαυμάζω και αυτό, πώς εξαπάτησε η γυναίκα τους άνδρες, πώς εκείνοι δεν υποπτεύτηκαν τίποτε από εκείνα που επρόκειτο να συμβούν, πώς δεν αντιλήφτηκαν το δόλο; Διότι δεν μπορεί να πει κανείς, ότι κανένας δεν έκανε τίποτε παρόμοιο· πολλές ίσως και να έπεσαν στους γκρεμούς, να ρίχθηκαν στο πέλαγος, και ξίφος να ώθησαν στο στήθος τους, και θηλιά να πέρασαν στο λαιμό τους, και από πολλά τέτοια δράματα ήταν γεμά­τος ο καιρός εκείνος αλλ’ ο Θεός τύφλωσε την καρδιά τους, ώστε να μην αντιληφθούν το δόλο.

Γι’ αυτό και ξέφυγε μέσα από τα δί­χτυα. Και όπως ακριβώς το ελάφι που έπεσε στα ίδια τα χέρια των κυνηγών και έπειτα, αφού διέφυγε, σταματά πλέον το τρέξιμό του στην κορυφή όρους που είναι δύσβατο για τα πόδια των κυνηγών και αδύνατο στο ρίξιμο των βέλων, και από εκεί βλέπει χωρίς φόβο εκείνους που προηγουμένως θέλησαν να του κάνουν κακό, έτσι λοι­πόν και αυτή, αν και έπεσε μέσα στα ίδια τα χέρια των κυνηγών και ήταν κλεισμένη, σαν μέσα σε δίχτυα, μέσα στους τοίχους του σπιτιού της, έτρεξε όχι στην κορυφή όρους, αλλά στην ίδια την κορυ­φή του ουρανού, όπου δεν ήταν πλέον δυνατό να ανεβούν εκείνοι και βλέποντας τους στη συνέχεια ν’ αναχωρούν από εκεί με άδεια χέρια, χαιρόταν, βλέποντας τους άπιστους να περιβάλλονται από πολλή ντροπή.

Σκέψου λοιπόν πόσο μεγάλο πράγμα ήταν να κάθεται ο δικα­στής στην έδρα του, να είναι παρόντες οι δήμιοι, να είναι έτοιμα τα βασανιστήρια, όλο το πλήθος να είναι συγκεντρωμένο, οι στρατιώ­τες να περιμένουν, και όλοι να είναι μεθυσμένοι από την ηδονή με την ελπίδα ότι θα έχουν το θήραμα, και εκείνοι που πήγαν να το συλλάβουν να επιστρέφουν με σκυμμένα τα κεφάλια και να διηγού­νται το δράμα που συνέβηκε. Πόση ντροπή και πόση οδύνη και χλευασμός φυσικό ήταν να διαχυθεί επάνω σ’ όλους τους άπιστους;

Πώς φυσικό ήταν ν’ αναχωρούν σκύβοντας κάτω από ντροπή το κε­φάλι, μαθαίνοντας από τα έργα, ότι ο πόλεμός τους ήταν όχι προς ανθρώπους, αλλά προς το Θεό; Και ο Ιωσήφ βέβαια, όταν επιβουλευόταν από την κυρία του, εξήλθε τότε γυμνός, αφήνοντας το έν­δυμα που είχε κρατηθεί από τα μιαρά χέρια της βάρβαρης γυναίκας, ενώ αυτή δεν άφησε ούτε να πιάσουν το σώμα της τα ακόλαστα χέρια, αλλά αφού ανέβηκε με γυμνή τη ψυχή και άφησε την αγία σάρκα της στους εχθρούς της, τους έβαλε σε πολλή αμηχανία· διότι δεν ήξεραν τι να κάνουν το λείψανό της.

Τέτοια είναι τα κατορθώματα του Θεού· τους δούλους του από δύσκολες καταστάσεις τους οδηγεί σε πολλή ευκολία, ενώ εκείνους που αντιτίθενται προς αυτόν και τον πολεμούν ακόμη και από εκείνα που φαίνονται ότι είναι εύκολα, τους οδηγεί στην πιο μεγάλη αμηχανία. Διότι τι υπήρχε χειρότερο από την αμηχανία εκείνη, στην οποία είχε πέσει τότε η κόρη; Και τι πιο εύκολο από την ευκολία στην οποία βρίσκονταν τότε οι στρατιώτες; Την κρα­τούσαν μόνη, κλεισμένη μέσα στο σπίτι σαν μέσα σε φυλακή, και όμως έφυγαν από εκεί αποτυγχάνοντας να συλλάβουν το θήρα­μα.

Επίσης, ενώ η κόρη ήταν έρημη από συμμάχους και βοηθούς και δεν έβλεπε από πουθενά καμιά διέξοδο από τα δεινά, και τα στόματα των θηρίων εκείνων που βρίσκονταν κοντά της, διέφυγε τις επιβουλές, σαν να την άρπαξαν, θα μπορούσε να πει κάποιος, μέσα από τον φάρυγγα τους, και νίκησε τους στρατιώτες, τους δικαστές και τους άρχοντες. Και όταν βέβαια ζούσε είχαν την ελπίδα όλοι αυτοί ότι θα την νικούσαν, όταν όμως πέθανε, τότε έπεσαν σε μεγαλύτερη αμηχανία, για να μάθουν ότι ο θάνατος των μαρτύ­ρων είναι νίκη των μαρτύρων. Και συνέβαινε το ίδιο, όπως έγινε με ένα πλοίο, που ήταν γεμάτο από πολύτιμα μαργαριτάρια, το οποίο εξαιτίας της εισβολής κάποιου κύματος στην είσοδο ακριβώς του λιμανιού,  κινδύνευσε να βυθιστεί και να βρεθεί κάτω από τα κύματα, αλλά διαφεύγοντας τον κίνδυνο και ωθούμενο από το ρεύμα των υδάτων κατόρθωσε να φθάσει στο λι­μάνι με μεγαλύτερη ταχύτητα.

Έτσι λοιπόν συνέβη και με τη μακαρία Πελαγία. Διότι η έφοδος των στρατιωτών και ο φόβος των αναμενόμενων βασανιστηρίων και η απειλή του δικαστή πέφτοντας επάνω της σφοδρότερα από οποιοδήποτε κύμα, την εξανάγκασαν να πετάξει προς τον ουρανό με μεγαλύτερη ταχύτητα· και το κύμα που επρόκειτο να καταποντίσει το πλοίο, την έστειλε στο γαλήνιο λιμάνι, και έτσι μεταφερό­ταν το σώμα λαμπρότερο από κάθε αστραπή, θαμβώνοντας τα μάτια του διαβόλου. Διότι δεν μας είναι τόσο φοβερός ο κεραυνός που πέφτει από τον ουρανό, όσο φόβιζε το σώμα της μάρτυρος, φο­βερότερα από κάθε κεραυνό, τις φάλαγγες των δαιμόνων.

Και αυτά δεν γίνονταν χωρίς την επέμβαση του Θεού. Αυτό βέβαια γίνεται φανερό κυρίως από το μέγεθος της προθυμίας και από το ότι δεν κατάλαβαν οι στρατιώτες τον δόλο, και από το ότι της έκαναν τη χάρη, και από το ότι η πράξη έφθασε σε τέλος, αυτό μπορεί να το διαπιστώσει κανείς και από τον ίδιο τον τρόπο του θα­νάτου. Πολλοί δηλαδή που έπεσαν από ψηλή στέγη δεν έπαθαν τί­ποτε το κακό· άλλοι πάλι που υπέστησαν αναπηρία σε κάποια μέλη του σώματός τους, έζησαν πολλά χρόνια μετά από την πτώση· στην περίπτωση όμως της μακάριας εκείνης ο Θεός δεν επέτρεψε να συμβεί τίποτε από αυτά, αλλ’ αμέσως πρόσταζε το σώμα ν’ αφήσει ελεύθερη τη ψυχή, και την δεχόταν σαν να είχε αγωνιστεί όσο έπρεπε και να τα εκπλήρωσε όλα.

Διότι ο θάνατός της δεν οφειλόταν στην πτώση του σώματός της, αλλά ήταν αποτέλεσμα της προ­σταγής του Θεού. Και ήταν λοιπόν ξαπλωμένο το σώμα όχι πάνω σε κρεβάτι, αλλά πάνω στο έδαφος· δεν ήταν όμως ξαπλωμένο πά­νω στο έδαφος ατιμασμένο, αλλά το έδαφος ήταν τίμιο, επειδή δέ­χθηκε σώμα ντυμένο με τόση δόξα. Και ακριβώς γι’ αυτό κυρίως το σώμα εκείνο ήταν τιμιότερο με το να βρίσκεται στο έδαφος, διότι οι ατιμώσεις που υπομένουμε για χάρη του Χριστού μάς παρέ­χουν περισσότερη τιμή.

Βρισκόταν λοιπόν ξαπλωμένο πάνω στο έδαφος ενός στενού δρόμου το παρθενικό εκείνο σώμα το καθαρότερο από κάθε χρυσό, και οι άγγελοι το νεκροστόλιζαν, όλοι οι αρχάγγελοι το τιμούσαν, και ο Χριστός ήταν παρών. Διότι, εάν οι οικοδεσπότες τους καλύτε­ρους από τους δούλους τους όταν πεθάνουν τους συνοδεύουν κατά την εκφορά τους και δεν ντρέπονται, πολύ περισσότερο ο Χριστός δεν θα ήταν δυνατό να ντραπεί να τιμήσει με την παρουσία του εκείνην που παρέδωσε τη ψυχή της για χάρη του και δέχθηκε να υποστεί έναν τόσο μεγάλο κίνδυνο. Βρισκόταν λοιπόν στο έδαφος έχοντας μεγάλο εντάφιο το μαρτύριο, καλλωπισμένη με το κόσμημα της ομολογίας, ντυμένη με στολή τιμιότερη από κάθε βασιλικό ένδυμα και από κάθε τίμια πορφύρα, και έχοντας αυτήν διπλή· τη στο­λή της παρθενίας και τη στολή του μαρτυρίου· με αυτά τα εντάφια θα παρουσιαστεί στο βήμα του Χριστού.

Μία τέτοια στολή ας φροντίζομε και εμείς να φορούμε και όσο ζούμε και όταν πεθάνομε, γνωρίζοντας ότι, εάν κάποιος καλ­λωπίσει το σώμα με χρυσά ενδύματα, δεν το ωφέλησε καθόλου, αλλά και έχει πολλούς κατηγόρους, διότι δεν εγκατέλειψε την κενοδοξία ούτε και κατά το θάνατο· εάν όμως ντυθεί την αρετή, θα έχει πολλούς επαίνους και μετά το θάνατο. Διότι ο τάφος εκείνος, στον οποίο βρίσκεται το σώμα που έζησε με αρετή και ευσέβεια, θα εί­ναι λαμπρότερος σ’ όλους κι απ’ αυτές ακόμη τις βασιλικές αυλές. Και αυτού μάρτυρες είμαστε εμείς, οι οποίοι, παραβλέποντας τους τάφους των πλουσίων σαν σπήλαια, αν και έχουν χρυσά ενδύματα, τρέχομε με μεγάλη προθυμία προς την αγία αυτή, επειδή έφυγε η μάρτυς από την εδώ ζωή έχοντας ντυμένο τον εαυτό της με την παρθενία αντί με χρυσά ενδύματα.

Ας την μιμηθούμε, λοιπόν, με όλη τη δύναμή μας. Περιφρό­νησε εκείνη τη ζωή· ας περιφρονήσουμε εμείς την τρυφηλή ζωή, ας περιγελάσουμε την πολυτέλεια, ας απομακρυνθούμε από τη μέθη, ας αποφύγουμε την πολυφαγία. Γι’ αυτό σας ικετεύω και σας παρακαλώ να έχετε πάντοτε στη μνήμη και τη διάνοιά σας την αγία αυτή, και να μη καταντροπιάζετε την πανήγυρη, ούτε να στερήσουμε τον εαυτό μας από την παρρησία που μας παρέχεται από την εορτή αυτή. Διότι δεν νοιώθουμε τυχαία υπερηφάνεια συνομιλώ­ντας με τους ειδωλολάτρες για το πλήθος της εορτής, καταντροπιάζοντάς τους και λέγοντας, ότι μία κόρη πεθαμένη συγκεντρώνει ολόκληρη πόλη και τόσο πλήθος, κάθε χρόνο και μετά από τόσα χρόνια, και κανένας χρόνος δεν διέκοψε τη συνέχεια της τιμής αυτής. Διότι το πλήθος αυτό που συγκεντρώθηκε τώρα αν προσέρχεται με ευταξία θ’ αποτελεί για μας κόσμημα μέγιστο, αν όμως με ραθυμία και αδιαφορία, θ’ αποτελεί ντροπή και κατηγορία.

Για να νοιώθουμε λοιπόν υπερηφάνεια για το πλήθος της αγάπης σας, ας αναχωρούμε από εδώ για το σπίτι μας με την ίδια ευταξία, με όση αρμόζει ν’ αναχωρούν εκείνοι που συγκεντρώθηκαν για μια τέτοια μάρτυρα. Διότι, αν κάποιος δεν αναχωρήσει έτσι για το σπίτι του, όχι μόνο δεν ωφελήθηκε, αλλά και απέσπασε μέγιστο κίνδυνο κατά του εαυτού του. Γνωρίζω ότι σεις είστε καθαροί από τα νοσήματα αυτά, αυτό όμως δεν είναι αρκετό για την απολογία σας, αλλά πρέπει και τους αδελφούς που παρεκτρέπονται να τους επαναφέρετε σε απόλυτη ευταξία και στην πρέπου­σα τάξη. Τίμησες την μάρτυρα με την παρουσία σου;

Τίμησέ την και με τη διόρθωση των δικών σου μελών. Αν δεις γέλιο και βάδισμα άτακτο και εμφάνιση άπρεπή, πλησίασέ τους και κοίταξε με βλέμμα αυστηρό και φοβερό εκείνους που τα κάνουν. Αλλά σε περιφρονούν και σε κοροϊδεύουν περισσότερο; Πάρε μαζί σου δύο-τρεις ή και περισσότερους αδελφούς, ώστε με το πλήθος να γίνετε σεβαστότεροι. Εάν όμως δεν μπορέσεις ούτε έτσι να τους συνετίσεις, τότε φανέρωσέ τους στους ιερείς· μάλλον όμως είναι αδύνατο να φθάσουν αυτοί σε τόση αδιαντροπιά, ώστε, επιτιμώμενοι και παρακαλούμενοι, να μην υποχωρήσουν και να ντραπούν και ν’ απομακρυνθούν από την άτακτη και παιδική συμπεριφορά. Και είτε κερδίσεις δέκα, είτε τρεις, είτε δύο, είτε και έναν μόνο, θα εισέλθεις έχοντας λάβει πολύ κέρδος.

Είναι μεγάλο το μήκος του δρόμου· ας το χρησιμοποιήσομε λοιπόν για την περισυλλογή αυτών που αναφέραμε· ας γεμί­σουμε τη λεωφόρο με θυμιάματα. Διότι δεν θα γίνει ο δρόμος τόσο ευπρεπής, εάν κανείς καθ’ όλο το μήκος του τοποθετήσει θυμια­τήρια και με την ευωδιά τους αλλάξει την μυρωδιά του αέρα, όσο ευ­πρεπής θα γίνει τώρα, εάν όλοι, όσοι τον βαδίζουμε σήμερα, διηγούμενοι αναμεταξύ μας τα κατορθώματα της μάρτυρος, πηγαίνουμε στο σπίτι μας, μετατρέποντας ο καθένας θυμιατήρι τη γλώσσα του. Δεν βλέπετε, όταν εισέρχεται ο βασιλιάς στην πόλη, με πόση ευταξία βαδίζουν οι στρατιώτες και στα δύο μέρη του δρόμου οπλισμένοι και στοιχισμένοι, δίνοντας αναμεταξύ τους χαμηλόφωνα το παράγγελμα και προχωρώντας με πολύ φόβο, ώστε να φαίνονται αξιοθέατοι σ’ εκείνους που τους βλέπουν; Εκείνους λοιπόν ας μιμηθούμε· διότι και εμείς βαδίζομε μπροστά από βασιλιά, από βασιλιά όχι αισθητό, ούτε επίγειο, αλλά από τον Δεσπότη των αγγέλων.

Έτσι λοιπόν ας μπούμε και εμείς με ευταξία και προτρέποντας ο ένας τον άλλο, να βαδίζουμε με ρυθμό και τάξη, ώστε όχι μόνο με το πλήθος, αλλά και με την κοσμιότητά μας να εκπλήξουμε τους θεατές. Βέβαια, κι αν ακόμα δεν παραβρισκόταν κανένας άλ­λος, αλλά βαδίζαμε μόνοι στο δρόμο, ούτε έτσι έπρεπε να κάνουμε ασχημοσύνες, επειδή υπάρχει ο ακοίμητος οφθαλμός που είναι πα­ντού παρών και τα βλέπει όλα. Τώρα όμως σκεφτείτε ότι υπάρχουν πολλοί αιρετικοί ανάμεσά μας, και αν μας δουν να χορεύομε έτσι, να γελούμε, να φωνάζουμε και να μεθούμε, θα φύγουν αφού μας αποδώσουν τις χειρότερες κατηγορίες. Και αν κάποιος που σκαν­δαλίζει έναν υπομένει κατ’ ανάγκη τιμωρία, εμείς που σκανδαλίζο­με τόσους, ποιά τιμωρία θα υποστούμε; Αλλ’ είθε να μη συμβεί μετά τους λόγους αυτούς και την παραίνεση αύτη να βρεθεί κάποιος υπεύθυνος γι’ αυτά που είπαμε. Διότι, εάν αυτά διαπραττόμενα και πριν από αυτά που σας είπα ήταν ασυγχώρητα, μετά τη συμβουλή αυτή και την επίπληξη κάνουν πολύ περισσότερο αναγκαία την τι­μωρία και σ’ εκείνους που τα κάνουν και σ’ εκείνους που τα βλέ­πουν να γίνονται και τα παραβλέπουν.

Για ν’ απαλλάξετε λοιπόν και εκείνους από την τιμωρία και στον εαυτό σας να γίνετε πρόξενοι μεγαλύτερης αμοιβής, να αναλάβετε την κηδεμονία των αδελφών σας, οδηγήστε τους στη συγκέ­ντρωση και τη διήγηση των όσων λέχθηκαν, ώστε, αφού τα μελετή­σουν κατά τη διαδρομή όλου του δρόμου και μεταφέρουν υπολείμματα αυτής της τράπεζας και σ’ εκείνους που έμειναν στο σπίτι και απουσίασαν από εδώ, να κάμετε λαμπρή και εκεί την πνευματι­κή απόλαυση. Διότι έτσι και θα αισθανθούμε περισσότερο την εορτή αυτή, και την αγία μάρτυρα θ’ αποσπάσουμε σε περισσότερη εύνοια, τιμώντας την με την αληθινή τιμή. Διότι από το να έλθετε εδώ και να θορυβήσετε, πολύ πιο μεγαλύτερη ευχαρίστηση θα προσφέ­ρετε σ’ αυτήν με το να φύγετε από εδώ αφού γεμίσετε και απο­κομίσετε κάποια πνευματική ωφέλεια.

Μακάρι λοιπόν με τις ευχές της αγίας αυτής και εκείνων που επέτυχαν τα ίδια κατορθώματα μ’ αυτήν, και αυτά και τα άλλα που λέ­χθηκαν να τα θυμάστε με ακρίβεια και να τα φανερώσετε όλα με τα έργα, και να ζείτε ευαρεστώντας σε όλα το Θεό, στον οποίον ανήκει η δόξα και η δύναμη στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

(Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Ε.Π.Ε τ.37, σ. 83-99)





Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ'. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἐξ ἀκανθῶν καθάπερ ρόδον εὐῶδες, τὴ Ἐκκλησία Πελαγία ἐδείχθης, ταὶς ἐναρέτοις πράξεσιν εὐφραίνουσα ἠμᾶς, ὅθεν καὶ προσήγαγες, ὡς ὀσμὴν εὐωδίας, τῷ σὲ θαυμαστώσαντι, τὸν σὸν βίον Ὁσία. Ὂν ἐκδυσώπει σώζεσθαι ἠμᾶς, παθῶν παντοίων, ψυχῆς τὲ καὶ σώματος.

Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2014

Η ΑΓΙΟΚΑΤΑΤΑΞΙΣ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΙΕΡΩΝΥΜΟΥ ΤΟΥ ΕΝ ΑΙΓΙΝΗ

Untitled-6


 Μετὰ ἀπὸ σχετικὴ εἰσήγηση τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιῶς καὶ Σαλαμῖνος, κ. Γεροντίου, πρὸς τὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν τῆς Ἑλλάδος  πραγματοποιήθηκε ἡ ἐπίσημη Ἁγιοκατάταξη στὸ ἁγιολόγιο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοῦ Ἁγίου Ἱερονύμουκατὰ κόσμον Βασιλείου Ἀποστολίδη ἀπὸ τὴν Καρβάλη τῆς Καππαδοκίας.,

  Στὸν Ἱερὸ Ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων στὴν Αἴγινα, τοῦ ὁποίου κτήτωρ ἦταν ὁ ἴδιος ὁ τιμώμενος Ἅγιος, τελέστηκε ὄρθρος καὶ Πολυαρχιερατικὴ Θεία Λειτουργία προεξάρχοντος τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν, κ. Καλλινίκου, συμπαραστατουμένου ὑπὸ τοῦ οἰκείου Ἱεράρχου Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιῶς καὶ Σαλαμῖνος, κ. Γεροντίου, ὁ ὁποῖος καὶ ἐκφώνησε τὸν πανηγυρικὸ τῆς ἡμέρας, καὶ τῶν Ἐπισκόπων τῆς ἀδελφῆς Ἐκκλησίας τῶν Γ.Ο.Χ. Ρουμανίας, Ἐπισκόπου Σουτσεάβας, κ. Σωφρονίου καὶ Γκαλατσίου, κ. Διονυσίου, δεκάδος ἱερέων καὶ τετράδος Διακόνων. Στὸ ἱερὸ βῆμα παρέστησαν συμπροσευχόμενοι ὁ Σεβασμιώτατος Ποιμενάρχης μας, Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας, κ. Χρυσόστομος, ὁ Σεβασμιώτατος Ὠρωποῦ καὶ Φυλῆς, κ. Κυπριανός, ὁ Θεοφιλέστατος Γαρδικίου, κ. Κλήμης, ὁ Θεοφιλέστατος Φωτικῆς, κ. Αὐξέντιος καὶ ὁ Θεοφιλέστατος Ἀρχιγραμματεὺς τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, Μαραθῶνος, κ. Φώτιος, ὁ ὁποῖος καὶ ἀνέγνωσε στὸ τέλος τῆς πανηγυρικῆς Θείας Λειτουργίας τὴν ἐπίσημη Συνοδικὴ Πράξιν Ἁγιοκατάξεως τοῦ Ἁγίου Ἱερωνύμου.

 Στὸ μέσο τοῦ κατανυκτικοῦ Ἱεροῦ ναοῦ εἶχαν τοποθετηθεῖ τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ὁσίου, τὰ ὁποῖα εἶχαν μεταφερθεῖ χάριν εὐλογίας τοῦ πολυπληθοῦς ἐκκλησιάσματος, ἀπὸ τὸ παρακείμενο Ἡσυχαστήριο τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου, ὅπου καὶ ὁ τάφος τοῦ Ὁσίου. Εὐπρεπισμένο ἐπίσης, πίσω ἀπὸ τὰ ἱερὰ λείψανα, δέσποζε τὸ ἱερὸ εἰκόνισμα τοῦ Ἁγίου, τὸ ὁποῖο φιλοτεχνήθηκε γιὰ αὐτὴ τὴν περίσταση δαπάναις τοῦ οἰκείου Ἱεράρχη.

  Δάκρυα χαρᾶς καὶ συγκίνησης πλημμύρισαν τὰ μάτια τῶν παρευρισκομένων κληρικῶν καὶ λαϊκῶν,ὅταν ὁ Μακαριώτατος ὕψωσε τὴν ἱερὰ λειψανοθήκη τοῦ Ἁγίου, σταυρώνοντας τὰ τέσσερα σημεῖα τοῦ ὁρίζοντα,ἐνῶ ψαλλόταν τὸ «Τίς Θεὸς μέγας» ἀπὸ ὅλο τὸ ἐκκλησίασμα καὶ ὑπὸ τοὺς πανηγυρικοὺς ἤχους τῶν κωδωνοκρουσιῶν.

  Ὅπως εὔστοχα ἐλέχθη ἀπὸ τὸ Σεβασμιώτατο Ποιμενάρχη μας, τέτοιες ἱστορικὲς καὶ ἀνεπανάληπτες στιγμές, ὅπως κι ἄλλες ποὺ μᾶς ἐπιφυλάσσει ὁ Δωρεοδότης Κύριος, ἀποτελοῦν καρποὺς εὐλογίας καὶ χάριτος ἀπὸ τὴν κατὰ Θεὸν Ἕνωσιν τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων στὸ ἕνα καὶ αὐτὸ Συνοδικὸ Σῶμα.

Untitled-2

3QOLGINWRE

9SORIGNIO

19XDTONJK

35ORKHGMETHOK

Untitled-18



Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2014

Ὁμιλία Συνάξεως κατά ἀποχριστιανοποιήσεως τῆς πατρίδος μας

Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΟΥΣΙΩΔΕΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΟ
ΤΟΥ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΜΑΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

EMF


Μακαριώτατε Ἀρχιεπίσκοπε τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γνησίων  Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν κ. Καλλίνικε,
Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς, Τίμιον Πρεσβυτέριον, Ἀγαπητοί ἐν Χριστῶ ἀδελφοί,

Τὴν Μ. Παρασκευὴ ψάλλουμε στὴν Ἐκκλησία: «Δεῦτε χριστοφόροι λαοὶ κατίδωμεν, τὶ συνεβουλεύσατο Ἰούδας ὁ προδότης, σὺν ἱερεῦσιν ἀνόμοις, κατὰ τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν, σήμερον ἔνοχον θανάτου, τὸν ἀθάνατον Λόγον πεποίηκαν, καὶ Πιλάτῳ προδώσαντες, ἐν τόπῳ Κρανίου ἐσταύρωσαν, καὶ ταῦτα πάσχων, ἐβόα ὁ Σωτὴρ ἡμῶν λέγων, Ἄφες αὐτοῖς Πάτερ τὴν ἁμαρτίαν ταύτην, ὅπως γνῶσι τὰ ἔθνη, τὴν ἐκ νεκρῶν μου Ἀνάστασιν.»


Σὲ αὐτὸ τὸ τροπάριο διακρίνουμε τὴν ἀναφορά στοὺς χριστοφόρους λαούς, ποὺ καλοῦνται νὰ στηλιτεύσουν τὸ κακό καὶ ταυτόχρονα διδάσκονται τὴν ἀνεξικακία καὶ τὴν συγχωρητικότητα κατὰ τὸ παράδειγμα τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν. Ἐμεῖς, ὡς Ἕλληνες, ἄραγε ἐξακολουθοῦμε νὰ ἀνήκουμε στοὺς χριστοφόρους λαούς; Ἀποστρεφόμεθα τὴν κακία καὶ διδασκόμεθα τὴν ἀρετή; Διατηροῦμε τὶς ἀξίες τοῦ πολιτισμοῦ μας;


Οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας, ἀναζητοῦσαν τὴν σοφία. Ὅπως λέγει καὶ ἡ Ἁγία Γραφή· οἱ «Ἕλληνες σοφίαν ζητοῦσιν» (A´ Κορινθ. Α´ 22). Ἤταν τὸ ἀνώτερο ἰδανικό γι’ αυτοὺς καὶ αὐτὴν ἀγαποῦσαν ὡς φίλοι τῆς σοφίας – Φιλόσοφοι. Ὅταν ὅμως ἡ Σοφία φανερώθηκε σ’ αὐτοὺς, ἔπαψαν τὶς ἀναζητήσεις καὶ βρῆκαν τὴν Σοφία. Ἢ μᾶλλον ἡ Σοφία βρῆκε αὐτούς, «ὅτι τοὺς ἀξίους αὐτῆς, αὐτὴ περιέρχεται ζητοῦσα» (Σοφ. Σολομ. ΣΤ´ 16), ὅπως λέγει ὁ σοφός Σολομών. Οἱ ἀξίες τοῦ ἀρχαίου Ἑλληνικοῦ πολιστισμοῦ, βρῆκαν τὴν τελείωσή τους στὴν Ὀρθοδοξία, ἡ ὁποία ἐνέπνευσε τὴν ὑπερχιλιετῆ Χριστιανικὴ Αυτοκρατορία τῆς Νέας Ρώμης.


Ὑπὸ τὴν εὐεργετικὴν ἐπίδραση τῆς Ὀρθοδοξίας, οἱ Ρωμαϊκοί θεσμοί ἐκχριστιανίσθηκαν καὶ μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου ἐξαλείφθηκε ὁ θεσμός τῆς δουλείας καὶ ἀναβιβάσθηκε ἡ θέση τῶν γυναικῶν διότι κατὰ τὸ Εὐαγγέλιον «οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γαλ. Γ’ 28). Διάφορα ἔθνη κατηχήθηκαν καὶ ἀσπάσθησαν τὸν Χριστιανισμό ὄχι μὲ ἐπιβολή καὶ βία, ἀλλὰ μὲ τὸν Ἀποστολικό τρόπο: τὸν λόγο καὶ τὴν πειθώ. Μὲ τὴν δύναμη τοῦ λόγου καὶ τοῦ διαλόγου. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ὀρθοδοξίας πάντοτε ἀντιτάχθηκαν μὲ ἐπιτυχία ἀκόμη καὶ στὴν ἐξουσία τοῦ Καίσαρος, ὅταν οἱ Αὐτοκράτορες ἤθελαν εἴτε τὴν ἀνακήρυξη ὡς Ἁγίων ὅσων εὕρισκαν τὸν θάνατο στὸ πεδίο τῆς μάχης, εἴτε τὴν θανάτωση τῶν αἱρετικῶν, σὲ ἀντίθεση μὲ τὰ ὅσα συνέβαιναν στὸν ἀνατολικό καὶ δυτικό περίγυρο τῆς Αὐτοκρατορίας, στὶς χῶρες ποὺ ἐπικρατοῦσε ὁ Παπαισκός καὶ ὁ Μωαμεθανισμός. Γιὰ τὸ δεύτερο, ἀξίζει νὰ ἀναφερθεῖ ἡ στάση ἑνός κατ΄ ἐξοχήν ζηλωτοῦ τῆς Πίστεως (ὄντως κατ’ἐπίγνωσιν Ζηλωτοῦ) τοῦ Ὁσίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου ὁ ὁποῖος σὲ ἐπιστολή του σὲ κάποιον Ἐπίσκοπο ποὺ ὑπεραπιζόταν τὴν τότε πρόταση τοῦ Αὐτοκράτορα περὶ τῆς θανατώσεως τῶν αἱρετικῶν, ἀντικρούει μὲ σφοδρότητα αὐτήν τὴν ἄποψη. Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος λέγει κατὰ τὴν ἐπιχειρηματολογία του, ὅτι ὁ Κύριος ἔχει ἀπαγορεύσει τὸ νὰ θανατώνονται οἱ αἱρετικοί στὸ Εὐαγγέλιο, λέγοντας «ὄχι, μήποτε συλλέγοντες τὰ ζιζάνια ἐκριζώσητε μαζί μὲ αὐτά καὶ τὸν σῖτον· ἀφῆστε νὰ μεγαλώσουν μέχρι τοῦ θερισμοῦ», καθώς καὶ ὅτι ὄχι μόνον δὲν ἐπιτρέπεται νὰ θανατώνωμεν τούς αἱρετικούς, ἀλλ’ οὔτε κἄν νὰ εὐχώμεθα τὴν θανάτωσίν τους, ἀλλά μᾶλλον νὰ προσευχώμεθα γι’ αὐτούς, ὅπως ὁ Κύριός μας προσευχόταν γιὰ τοὺς σταυρωτές Του «λέγων πρὸς τὸν ἑαυτοῦ πατέρα· πάτερ, ἄφες αὐτοῖς τὴν ἁμαρτίαν· οὐ γὰρ οἴδασί τι ποιοῦσιν».


Κατὰ τὶς σύγχρονες περιστάσεις ὅλους τοὺς Ἕλληνες μᾶς ἀπασχολεῖ ἡ ἐπελθοῦσα κρίση καὶ οἱ συνέπειές της στὴν καθημερινή μας ζωή. Καὶ ὅταν ἀναφερόμαστε στὴν κρίση, ἐννοῦμε κυρίως τὴν οἰκονομικὴ κρίση. Ὅμως αὐτὴ δὲν εἶναι παρὰ τὸ σύμπτωμα τῆς πραγματικῆς κρίσεως ποὺ εἶναι κυρίως πνευματικὴ καὶ κρίση ἀξιῶν. Ὡς μεμονωμένα πρόσωπα ἐξεκλίναμε ἀπὸ τὴν ὁδὸ τὴς πνευματικῆς ζωῆς καὶ ὡς κοινωνία ἀρχίσαμε νὰ περιφρονοῦμε τὶς ἀξίες τοῦ πολιτισμοῦ μας. Ἡ οἰκονομική - ὑλικὴ κρίση ἴσως βοηθήσει πνευματικῶς τὸ γένος μας ἐὰν ἐπιστραφεῖ πρὸς τὸν Θεό ἐν μετανοίᾳ. Ὅπως κατ’ ἀντιστροφήν ἡ σχετικῶς ὑλικὴ εὐμάρεια τῆς προηγουμένης περιόδου μᾶς ἐζημίωσε πνευματικῶς, ὅπως κάποτε ὁ παλαιὸς Ἰσραὴλ περὶ τοῦ ὁποῖου ἐγράφη: «καὶ ἔφαγεν ᾿Ιακὼβ καὶ ἐνεπλήσθη, καὶ ἀπελάκτισεν ὁ ἠγαπημένος, ἐλιπάνθη, ἐπαχύνθη, ἐπλατύνθη· καὶ ἐγκατέλιπε τὸν Θεὸν τὸν ποιήσαντα αὐτὸν καὶ ἀπέστη ἀπὸ Θεοῦ σωτῆρος αὐτοῦ» (Δευτερον. ΛΒ’, 15).


Ἀπὸ τὰ προηγούμενα, προκύπτει ὅτι ὁ Νεοελληνικός Πολιτισμός μας ἀπέκτησε δύο βασικά χαρακτηριστικά καὶ διαμόρφωσε ὡς πολύτιμα ἰδανικά κάποιες ἀξίες. Τὰ βασικά αὐτὰ χαρακτηριστικά εἶναι:


α. Ἡ Ὀρθόδοξη Χριστιανική μας πίστη καὶ 

β. Ἡ Ἑλληνική γλῶσσα.
Οἱ διαχρονικές ἀξίες τοῦ πολιτισμοῦ μας μποροῦν νὰ περιγραφοῦν συνοπτικῶς ὡς ἑξῆς:

1. Ἡ Διαλεκτικότητα. Ὁ διάλογος, διὰ λόγου διδασκαλία. Ὁ λόγος καὶ ὄχι τὸ ξίφος ἦταν τὸ ἐργαλεῖο τῆς διαδόσεως τοῦ Χριστιανισμοῦ (τῆς Ὀρθοδοξίας).


2. Ἡ Ἀγάπη (ὄχι ἁπλῶς φιλάνθρωπη διάθεση). Ἀγάπη καἰ τοῦ ἐχθροῦ ἀκόμη. Ἡ Ὀρθοδοξία ποτέ δὲν ἀποδέχθηκε τὸν διωγμὸ τοῦ διαφορετικοῦ, τοῦ αἱρετικοῦ (Ἄγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης).


3. Ἡ Ἰσότητα, λαῶν καὶ φύλων, ἔναντι τοῦ Θεοῦ ἀλλὰ καὶ (κατ’ ἐπέκτασιν) ἔναντι τοῦ νόμου.


4. Ἀπό τό προηγούμενο προέρχεται καί ἡ ἀναβάθμιση τῆς θέσεως τῆς γυναικὸς καὶ ἡ ἱερότητα τοῦ θεσμοῦ τοῦ γάμου καὶ τῆς οἰκογενείας.


5. Ἡ Ἐλευθερία σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν δουλεία. Ὀ Θεός σέβεται τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ἐλευθερία εἶναι χαρακτηριστικό τοῦ κατ΄ εἰκόνα Θεοῦ πλασμένου ἀνθρώπου.


6. Σὲ συνάρτηση μὲ τὸ προηγούμενο εἶναι καὶ ἡ Φιλοπατρία. Ἡ μόνη περίπτωση ποὺ ὁ πόλεμος εἶναι ἀνεκτός εἶναι γιὰ τὴν ἀπώθηση εἰσβολέα καὶ τὴν ἀπόκρουση κατακτητοῦ, δηλαδή γιὰ τὴν ἐλευθερία. Κατ’ ἐξοχὴν τὸ ἰδανικό τῆς Ἐλευθερίας χαρακτηρίζει τὸν Ἑλληνισμό, γι’ αὐτό καί ὁ Ἐθνικός μας ὕμνος εἶναι ὁ «Ὕμνος εἰς τὴν Ἐλευθερίαν».


Σήμερα ὅμως οἱ άξίες αὐτές καὶ τὰ χαρακτηριστικά τοῦ πολιτισμοῦ μας δέχονται καταιγισμό ἐπιθέσεων. Ἡ Παγκοσμιοποίηση καὶ ὁ Οἰκουμενισμός προσπαθοῦν νὰ ἐπιβάλουν τὴ λεγόμενη πολυ-πολιτισμικότητα!


Εἴδαμε ὅτι ὀ Πολιτισμός μας ἤδη διαθέτει τὸ χαρακτηριστικό, ὄχι ἁπλῶς τῆς ἀνοχῆς τοῦ διαφορετικοῦ, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀγάπης καὶ τοῦ ἐχθροῦ ἀκόμη. Ἡ ἔννοια τῆς πολυ- πολιτισμικότητας εἶναι ἀνευ ούσίας, ἄτοπος, διότι ὁ γνήσιος Πολιτισμός δὲν ἔχει ἀνάγκη ἐπιπλέον χαρακτηριστικοῦ γιὰ να τελειοποιηθεῖ, όπως δὲν νοεῖται ἡ πολύ-ἐλευθερία καὶ πολύ-ἀγάπη ὡς ἔννοιες τελειότερες τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἐλευθερίας. Προβάλεται ὅμως σήμερα μὲ σκοπό τὴν ἀλλοίωση τῶν ἀξιῶν τοῦ πολιτισμοῦ μας, διότι δὲν ἀναφέρεται στὴν αὐτονόητη ἁρμονική συνύπαρξη τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ στὴν εἰσαγωγή στὴν ἔννοια τοῦ πολιτισμοῦ ἀντικρουόμενων ἀξιῶν ποὺ τὸ μόνο ποὺ προξενοῦν εἶναι τὸ χάος καὶ τελικῶς τὴν ἀναίρεση τοῦ πολτισμοῦ μας καὶ τῶν παραδοσιακῶν ἀξιῶν του.


Χαρακτηριστικό εῖναι τὸ παράδειγμα τῶν ἐννοιῶν Πίστεως, τῆς Πατρίδος καὶ τῆς Οἰκογενείας στὴ σημερινή Εὐρώπη: οἱ πιστοί Χριστιανοί χαρακτηρίζονται ὡς φονταμενταλιστές, οἱ πατριῶτες ὡς ἐθνικιστές, οἱ προσηλωμένοι στὴν γνήσια καὶ αὐθεντικὴ ἔννοια τῆς οἰκογενείας καὶ τοῦ γάμου ὡς ρατσιστές. Αυτὸ εἶναι γενικό φαινόμενο στὴν Ευρώπη. Πρίν 2 ἔτη ὁ Οὔγγρος Πρωθυπουργός Viktor Orban σὲ μία του ὁμιλία ποὺ δόθηκε στὴν Διάσκεψη «Ἐλπίδα καὶ ἡ Χριστιανική Ἀντιμετώπιση τῆς Κρίσεως», ποὺ ἔλαβε χώρα στὴ Μαδρίτη τῆς Ἰσπανίας εἶπε μεταξὺ τῶν ἄλλων:


«Η κρίση που συμβαίνει στην Ευρώπη είναι το αποτέλεσμα μιας διαδικασίας αποσύνθεσης που έχει παρουσιάσει εδώ και αρκετό καιρό η ήπειρός μας. Πιστεύω ότι πρέπει να μιλήσουμε και να δηλώσουμε ότι στην Ευρώπη σήμερα, αυτές οι μορφές και διαμορφώσεις της ανθρώπινης συμβίωσης, όπως το έθνος και η οικογένεια έχουν πέσει σε μια αμφισβήτηση. Ομοίως, οι αληθινές και αυθεντικές έννοιες της εργασίας και της πίστωσης έχουν γίνει αβέβαιες στην οικονομική ζωή. Αυτό γιατί αυτά τα σημαντικά πράγματα – η εργασία, οι πιστώσεις, η οικογένεια, το έθνος – διαλύονται από τα ηθικά θεμέλια που ο Χριστιανισμός μας παρείχε και έτσι έχουν χάσει το βάρος και τη σημασία τους κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Δεν ξέρω πότε ξεκίνησε η διαδικασία αυτή, ίσως οι ιστορικοί να γνωρίζουν, αλλά αυτό που βλέπω είναι ότι αυτή η κατάσταση έχει αναπτυχθεί στην Ευρώπη σήμερα, η οποία Ευρώπη – στην πολιτική βεβαίως – έχει αρχίσει να αισθάνεται ντροπή για τις ρίζες της. Για το λόγο αυτό το νέο ευρωπαϊκό «Σύνταγμα» δεν περιλαμβάνει καμία αναφορά στις χριστιανικές ρίζες. Όχι ότι το ξέχασαν, αλλά, αντίθετα, υπήρξε μια μεγάλης κλίμακας ευρωπαϊκή συζήτηση η οποία κατέληξε στο ότι δεν πρέπει να περιληφθεί. Ο Schuman, ένας από τους ιδρυτές της ιδέας της Ευρώπης, είπε κάποτε ότι η Ευρώπη είτε θα είναι χριστιανική, είτε δεν θα υπάρχει. Ωστόσο, σήμερα, έχουμε φτάσει στο σημείο όπου η πλειοψηφία των ευρωπαίων πολιτικών εργάζεται και κάνει ό, τι είναι δυνατόν για να εξοριστεί ο Χριστιανισμός και να περιοριστεί μόνο στις εκκλησίες, στην ιδιωτική ζωή των ανθρώπων και στα βιβλία της ιστορίας.»


Καὶ σὲ ἕνα ἄλλο σημεῖο:
«Αν μια ισλαμική χώρα αρχίσει να αισθάνεται ντροπή, λόγω των διδασκαλιών του Κορανίου, θα ξυπνήσει ο θυμός των άλλων ισλαμικών χωρών. Αν κάποιος στην Ινδία αρχίσει να αμφισβητεί τις θεμελιώδεις αρχές του Ινδουισμού, ή κάποιος στην Κίνα, τις θεμελιώδεις αρχές του βουδισμού, τότε πολύ γρήγορα θα θεωρηθεί προβληματικός και ακατανόητος. Αντίθετα, στην Ευρώπη βλέπω κάθε μέρα εκείνους που επιθυμούν να σκέφτονται και να συμπεριφέρονται σύμφωνα με τις αξίες του Χριστιανισμού στην πολιτική και κοινωνική ζωή, να θεωρούνται «προβληματικοί».»


Ἀξίζει κανεὶς νὰ διαβάσει ὁλόκληρη τὴν ὁμιλία του, τὴν ὁποία ὅταν ἀνέγνωσα ἐθλίβην, διότι αὐτός δὲν εἶναι ὁ Πρωθυπουργός τῆς δικιᾶς μας χώρας καὶ μάλιστα δὲν εἶναι κἄν Ὀρθόδοξος. Αὐτὰ ποὺ προανέφερε ὁ Οὖγγρος Πρωθυπουργός τὰ βιώνουμε καθημερινῶς καὶ στὴν Ἑλλάδα.


Ἰδίως ἐμεῖς, οἱ Γνήσιοι Όρθόδοξοι Χριστιανοί «παλιοημερολογῖτες» χαρακτηρίζονται περιφρονητικῶς μὲ μεγάλη εὐκολία ὡς φανατικοί ἢ καὶ σκοταδιστὲς ἀκόμη γιὰ τὴν προσήλωσή τους στὶς Παραδοσιακές ἀξίες τοῦ Πολιτισμοῦ μας καὶ μἀλιστα ἀπὸ κάποιους Προοδευτικοὺς Καινοτόμους. Ἂς μᾶς ποῦν ὅμως, οἱ κατήγοροι, ποῖον νεοημερολογίτη ἐθανάτωσαν οἱ φανατικοί παλαιοημερολογῖτες; Κανέναν, ἀλλὰ τὸ ἀντίθετο συνέβη. Μήπως οἱ παλαιοημερολογῖτες διέλυαν βιαίως τὶς λιτανεῖες τῶν Νεοημερολογιτῶν, μήπως αὐτοί ἔσπασαν ποτέ τοὺς ἐπιταφίους τῶν νεοημερολογιτῶν, μήπως οἱ γνήσιοι Ὀρθόδοξοι εἰσέβαλαν ἐν ὥρα λειτουργίας νεοημερολογιτῶν καὶ ποδοπάτησαν τὸ Ἅγιο Ποτήριο ἀδειάζοντας τὸ περιεχόμενό του; Μήπως οἱ ζηλωτές τῆς πατρῶας πίστεως κατεδάφισαν ποτέ ναοὺς τῶν καινοτόμων; Μήπως σφράφισαν ποτέ καὶ ὅσουν ἄφησαν ὄρθιους; Μήπως οἱ παλαιοημερολογῖτες συνέλαβαν ποτέ νεοημερολογῖτες κληρικούς γιὰ νὰ τοὺς ἀποσχηματίσουν καὶ τοὺς ξυρίσουν βιαίως; Μήπως οἱ γνήσιοι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί ἦταν αὐτοί ποὺ ἔσυραν στὴν ἐξορία γέροντες κληρικούς καὶ Ἐπισκόπους τῶν Νεοημερολογιτῶν; Ὄχι βέβαια, ἀλλὰ ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο. Ἔρχονται ὅμως οἱ έκπρόσωποι αὐτῶν ποὐ ἔπραξαν τὰ ἀνωτέρω καὶ ἀποκαλοῦν μὲ περισσὴ ὑποκρισία τὰ θύματά τους ὡς «φανατικούς», «μισαλόδοξους» καὶ (ἐπὶ τὸ συγχρονώτερον) «φονταμενταλιστές»!


Καὶ ἰδοῦ λοιπόν σήμερα, μὲ τὴν ἐπικράτηση τοῦ πνεύματος τῆς ἀλλοιώσεως τῶν παραδοσιακῶν μας ἀξιῶν, ἔφθασε ἡ κοινωνία μας νὰ νομιμοποιεῖ καὶ νὰ ἐπιδοτεῖ ἀκόμη (μἐσω τῶν ἀσφαλιστικῶν ταμείων) τὴν βρεφοκτονία τῶν ἐκτρώσεων. Μέγα ἔγκλημα στὸ ὁποῖο κατέχουμε τὰ πρωτεῖα στὴν Εὐρώπη ἀναλόγως τοῦ πληθυσμοῦ μας.


Ἀκόμη ἀκούγονται ἐκ τῆς Δύσεως φωνές καὶ γιὰ θεσμοθέτηση «γάμου» μεταξὺ ἀτόμων τοῦ ἰδίου φύλου. Αὔριο ἴσως ἐπιτραπεῖ καὶ «γάμος» καὶ μεταξὺ τριῶν ἢ καὶ περισσοτέρων ἀτόμων, ἢ ἀκόμη καὶ μεταξὺ ἀνθρώπων καὶ ζώων! Κάπου ἀπό τὴν κεντρικὴ Εὐρώπη ἀκούγονται τέτοιες φωνές. Ἐκεῖ λοιπόν θὰ ὁδηγήσει ἡ λεγομένη «Πρόοδος» τῆς Νέας Ἐποχῆς;


Μέτρα ἀποχριστιανοποιήσεως θεσπίζονται σὲ ἀνύποπτο χρόνο, ὅπως ἡ κατάργηση τῆς Κυριακῆς ἀργίας. Ἐφθάσαμε στὸ σημεῖο νὰ γίνωνται συζητήσεις στὴν Πατρίδα μας γιὰ τὴν ἀποβολὴ τῶν εἰκόνων καὶ τῶν χριστιανικῶν συμβόλων ἀπὸ τὰ δημόσια κτίρια. Καὶ αὔριο ἴσως τεθεῖ θέμα ἀφαιρέσεως καὶ τοῦ συμβόλου τοῦ Τ. Σταυροῦ ἀπό τὴν σημαία.


Ἡ ἀνεξέλεγκτη εἴσοδος ἀλλοεθνῶν καὶ ἀλλοθρήσκων καὶ ἡ ἐγκατάστασίς τους στὴν πατρίδα μας, μὲ ταυτόχρονη φυγὴ Ἑλλήνων (κυρίως νέων ἐπιστημόνων) σὲ συνδυασμό μὲ τὴν ὑπογεννητικότητα τῶν Ἑλλήνων, προμηνύει τὴν κατάκτηση τῆς Πατρίδος μας ἄνευ πολέμου. Ἡ Ἐκκλησία μας προσεύχεται γιὰ τὴν ἀποτροπή «λιμοῦ, λοιμοῦ, σεισμοῦ, καταποντισμοῦ, πυρός, μαχαίρας, ἐπιδρομῆς ἀλλοφύλων, ἐμφυλίου πολέμου καί αἰφνιδίου θανάτου». Αὐτὸ ποὺ γίνεται σήμερα εἶναι χειρότερο ὰπὸ ἐπιδρομή ἀλλοφύλων, διότι οἱ ἀλλόφυλοι δέν ἐρχονται, ὅπως παλαιότερα, νὰ σκοτώσουν, λεηλατήσουν καὶ φύγουν, ἀλλ΄ ἐγκαθίστανται ἐδῶ, μεταφέροντας μαζί τους, ἕναν πολιτισμὸ ποὺ βρίσκεται στὸν ἀντίποδα τοῦ Πολιτισμοῦ μας, ὁ ὁποῖος δὲν ἐκδηλώνεται ἄμεσα, ἀλλὰ σὲ μία δεδομένη στιγμή θὰ ἐκκολαφθεῖ, γιὰ νὰ καταστρέψει τὸν δικό μας Πολιτισμό. Καὶ λέγω, ὅτι «βρίσκεται στὸν ἀντίποδα τοῦ Πολιτισμοῦ μας» διότι φέρει ἀρχές καὶ ἀξίες ἀντίθετες τοῦ δικοῦ μας Πολιτισμοῦ, ἀρχές ποὺ εἶναι ἀντίθετες στὴν ἀνεκτικότητα, τόν διάλογο, τὴν ἐλευθερία, τὴν ἰσότητα, τὴν ἀγάπη καὶ τὶς ἀντικαθιστοῦν μὲ τὴν ἐπιβολή, τὸ ξίφος, τὴν ὑποταγὴ στὸν ἄνομο νόμο τους, τὴν κυριαρχία τῶν μωαμεθανῶν ἔναντι τῶν χριστιανῶν καὶ τῶν ἑβραίων (τοὺς ὁποίους μόλις ἀνέχονται ὡς ὑποδουλους ραγιάδες, μόνον ὅσο πληρώνουν τὸν κεφαλικό φόρο) καὶ τὸ μίσος ἔναντι τῶν ἀλλοθρήκων οἱ ὁποῖοι σφαγιάζονται ἀνηλεῶς.


Βλέπετε τὶ γίνεται στὴν γειτονιά μας. Αὐτὸς ὁ «διαφορετικός πολιτισμός» τοῦ λεγομένου Ἰσλαμικοῦ Κράτους ἀποκεφαλίζει δημοσίως ἀκόμη καὶ ἀνθρώπους ποὺ πῆγαν ἐθελοντικῶς νὰ προσφέρουν ἀνθρωπιστικὴ βοήθεια στούς συμπατριῶτες καὶ ὁμοθρήκους τους. Ποία συνύπαρξη μπορεῖ νὰ ὑπάρξει μεταξὺ τῆς ἀξίας ποὺ πρεσβεύει τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν ἐχθρό μὲ τὴν «ἀξία» ποὺ πρεσβεύει τὸ μῖσος ἀκόμη καὶ πρὸς τὸν φίλο καὶ εὐεργέτη! Ἄλλο συνύπαρξη άνθρώπων καὶ ἄλλο συνύπαρξη ἀντιθέτων ἀξιῶν στὰ πλαίσια τοῦ πολιτισμοῦ. Ἐμεῖς, ὅμως, ὡς Ἑλληνικὸ Κράτος, μὲ περισσὴ γενναιοδωρία οἰκοδομοῦμε τεμένη καὶ συνιστοῦμε τμήματα ἰσλαμικῶν σπουδῶν, εὐελπιστοῦντες ὅτι ἐκεῖ θὰ διδάσκεται μία πιὸ «ἐλαφριὰ» ἐκδοχὴ τοῦ ἰσλάμ. Θὰ εἶναι ὄμως ἔτσι;


Ἐμεῖς, ὡς Χριστιανοί Ὀρθόδοξοι ὀφείλουμε νὰ ἀγαποῦμε ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ἀποστρεφόμεθα ὅμως τὶς πεπλανημένες καὶ νοσηρές αὐτές ἀρχές πού μεταφέρουν. Ὅπως ἀκριβῶς ὀφείλουμε νὰ ἀγαποῦμε τοὺς ἁμαρτωλούς, μισῶντας τὴν ἁμαρτία. Νὰ ἀγαποῦμε τὸν αἱρετικό, ἀποστρεφόμενοι τὴν αἵρεση. Ὅπως, ὅμως, οἱ ἰατροί ἀγαποῦν τοὺς ἀσθενεῖς, πολεμοῦν ὅμως τὴν ἀσθένεια, καὶ οἱ ὑγιεῖς δίχως νὰ μισοῦν αὐτοὺς ποὺ ἀσθένησαν, ὀφείλουν νὰ λαμβάνουν μέτρα προφυλάξεως κατὰ τῶν μικροβίων καὶ τῶν θανατηφόρων ἰῶν (βλέπετε τί γίνετε στὶς ἡμέρες μας μὲ τὶς προσπάθειες ἀνασχέσεως τῆς ἐπισημίας τοῦ ἰοῦ ἔμπολα στὴν Ἀφρική). Ἔτσι καὶ ἐμεῖς. Ἐν ὀνόματι τῆς ἀνεκτικότητος δὲν εἶναι φρόνιμο νὰ εὐνοήσουμε νὰ ἀναφυεῖ ἡ ἀναίρεση τῆς ἀνεκτικότητος καὶ ἡ βίαιη ἐπιβολή μία θρησκείας ἢ μιᾶς ἰδέας ἔναντι τῶν ἄλλων. Διότι εἶναι ἀνόητο ἐν ὀνόματι τῆς ἀγάπης νὰ ἀγαπήσουμε καὶ τὸ μῖσος, καθὼς τότε ἡ ἴδια ἡ ἀγάπη ἀναιρεῖται καὶ γίνεται μῖσος. Εἶναι ἁπλὴ λογική: Ἁγάπη τοῦ μίσους ἰσοδυναμεῖ μὲ τὸ μίσος τῆς ἀγάπης δηλαδή τὸ μῖσος. Ἄντίθετα τὸ μῖσος τοῦ μίσους ἰσοδυναμεῖ μὲ τὴν ἀγάπη τῆς ἀγάπης, δηλαδή τὴν ἀγάπη.
Ὅμως ἀγαπητοί μου, ἑμεῖς ἂς μισήσουμε τὸ μίσος καὶ ἄς μείνουμε φανατικά προσκολλημένοι στὴν θρησκεία τῆς ἀγάπης. Ἂς ἐχουμε αὐτόν τὸν «φανατισμό» (ποὺ εἶχε καὶ ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μας) νὰ ἀγαποῦμε καὶ τοὺς ἐχθρούς μας ἀκόμη καὶ ἂς κρατήσουμε ἀπαραχάρακτη τὴν πίστη τῶν Πατέρων μας. Ὡς Ἕλληνες πολίτες ταυτοχρόνως, ἂς περιφρουρήσουμε τὶς αἰώνιες ἀξίες τοῦ πολιτιμοῦ μας ποὺ προαναφέραμε μὲ γνήσιο πατριωτισμό.


Ἂς διαφυλάξουμε τὴν προσήλωσή μας στὸν ἱερό θεσμό τῆς οἰκογενείας.
Ἂς ὑποστηρίξουμε μέσω τῶν δημοκρατικῶν θεσμῶν τῆς κοινωνίας μας αὐτοὺς ποὺ συμμερίζονται αὐτές τὶς ἀξίες.
Ἂς ξεκινήσουμε ὅσο εἶναι καιρός, ἀπό τὸν ἑαυτό του ὁ καθένας, ἐπιστρέφοντας ἐν μετανοίᾳ πρός τὸν Θεόν καὶ πολεμῶντας τὰ πάθη μας καὶ διαφυλάσσοντας τὶς χριστιανικές μας ἀξίες. Μὴ μᾶς διαφεύγει ὅτι ἡ δικὴ μας μετάνοια, ἐνάρετος διαγωγή καὶ εὐσέβεια εἶναι ἰκανή νὰ βοηθήσῃ καί τά πλήθη τῶν συμπολιτῶν ἡμῶν στήν ἀπαλλαγήν τῶν δεινῶν. Ὁ Κύριος ἡμῶν ἄλλωστε ὑποσχέθηκε στόν Ἀβραάμ, στὶς διαδοχικὲς ἐρωτήσεις του ὅτι ἀκόμη καί χάριν δέκα μόνον δικαίων, δέν θὰ κατέστρεφε μία πολυάνθρωπο πόλη ὅπως αὐτὴν τῶν Σοδόμων: «Ἐὰν ὦσι πεντήκοντα δίκαιοι ἐν τῇ πόλει ἀπολεῖς αὐτούς...ἐάν δε εὑρεθῶσν ἐκεῖ δέκα; καὶ εἶπεν, οὐ μὴ ἀπωλέσω, ἕνεκεν τῶν δέκα». (Γένεσις ΙΗ΄ 24-33). Ἡ πόλις κατεστράφη, διότι οὔτε κἄν δέκα δίκαιοι εὑρέθησαν ἐκεῖ τότε ἀλλὰ μόνον ἡ οἰκογένεια τοῦ Λώτ, ἡ ὁποία διέφυγε καὶ διεσώθη.


Ἂς ἀναπέμψουμε σήμερα θερμές ἰκεσίες πρὸς τὸν Θεόν, συνδυάζοντας τὴ νηστεία (καθὼς σήμερα εἶναι Τετάρτη) μὲ τὴν προσευχὴ γιὰ νὰ στείλει τὸ ἔλεός του στὸ γένος μας καὶ νὰ μᾶς λυτρώσει ἀπό κάθε ἐπερχόμενο κίνδυνο. Ἂς μιμηθοῦμε τοὺς Νινευῖτες οἱ ὁποῖοι μετὰ τὸ κήρυγμα τοῦ Ἰωνᾶ πίστευσαν καὶ μετενόησαν ὅπως ἀναφέρει ἡ Ἁγία Γραφή:


«...καὶ ἐπίστευσαν οἱ ἄνδρες Νινευὴ τῷ Θεῷ καὶ ἐκήρυξαν νηστείαν καὶ ἐνεδύσαντο σάκκους ἀπὸ μεγάλου αὐτῶν ἕως μικροῦ αὐτῶν (...) καὶ ἀνεβόησαν πρὸς τὸν Θεὸν ἐκτενῶς· καὶ ἀπέστρεψαν ἕκαστος ἀπὸ τῆς ὁδοῦ αὐτῶν τῆς πονηρᾶς καὶ ἀπὸ τῆς ἀδικίας τῆς ἐν χερσὶν αὐτῶν λέγοντες· τίς οἶδεν εἰ μετανοήσει ὁ Θεὸς καὶ ἀποστρέψει ἐξ ὀργῆς θυμοῦ αὐτοῦ καὶ οὐ μὴ ἀπολώμεθα; καὶ εἶδεν ὁ Θεὸς τὰ ἔργα αὐτῶν, ὅτι ἀπέστρεψαν ἀπὸ τῶν ὁδῶν αὐτῶν τῶν πονηρῶν, καὶ μετενόησεν ὁ Θεὸς ἐπὶ τῇ κακίᾳ, ᾗ ἐλάλησε τοῦ ποιῆσαι αὐτοῖς, καὶ οὐκ ἐποίησε..» (Ἰωνᾶς Γ, 5-10).
Εἴθε καὶ ἐμεῖς νὰ μετανοήσουμε εἰκρινὰ καὶ νὰ λυτρωθοῦμε ἀπὸ τὸν ἐπερχόμενο κίνδυνο. Ἀμὴν.



Παρασκευή 10 Οκτωβρίου 2014

Ἡ αἰτία τῆς ἐσωτερικῆς συγχύσεως καί ταραχῆς. Ἡ θεραπεία τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τίς συνέπειες τοῦ προπατορικοῦ ἀμαρτήματος (Ἁγίου Θεοφάνου τοῦ Ἐγκλείστου)




Σε παρακίνησα να σκεφτείς από που μπορεί να προέρχονται τα σπέρματα της εσωτερικής συγχύσεως και ταραχής, και σου υποσχέθηκα να το συζητήσουμε. Είναι αλήθεια, όμως, πως ήδη γνωρίζεις την προέλευσή τους. Δεν υπάρχει λόγος, λοιπόν να σκεφτείς, αλλά μόνο να θυμηθείς ποιά είναι η σχετική πίστη μας.

Πιστεύουμε πως αυτά τα σπέρματα δεν τα έβαλε ο Δημιουργός μέσα στη φύση του άνθρωπου, όταν τον έπλασε. Μπήκαν αργότερα, μετά την πτώση των προπατόρων μας, που, με την παράβαση της εντολής, διέφθειραν και διέστρεψαν τη φύση μας. Έτσι διεφθαρμένη και διεστραμμένη τη μεταβίβασαν στους απογόνους τους, δηλαδή σ’ ολόκληρο το ανθρώπινο γένος. Έτσι διεφθαρμένη και διεστραμμένη, λοιπόν, έχει φτάσει μέχρι κι εμάς. Η μεταπτωτική αυτή κατάσταση της φύσεως μας αποτελεί την αιτία της εσωτερικής μας συγχύσεως και ταραχής. Απ’ αυτήν, πάλι, προκαλείται όλη η εξωτερική αναταραχή στην προσωπική ζωή κάθε ανθρώπου, στην οικογενειακή ζωή και στην κοινωνική ζωή.
Τα σπέρματα, λοιπόν της συγχύσεως και ταραχής, μολονότι υπάρχουν μέσα μας εκ γενετής, δεν είναι φυσικά. Δεν είναι συστατικά της φύσεως μας. Δεν μπορούμε να πούμε, δηλαδή, ότι ένας άνθρωπος που δεν τα έχει, δεν είναι άνθρωπος. Απεναντίας, δίχως αυτά ο άνθρωπος γίνεται αληθινός άνθρωπος. Η κατάσταση της συγχύσεως και της ταραχής είναι η αρρώστια μας. Και μόνο όταν απαλλαγούμε απ’ αυτήν, γινόμαστε υγιείς, έτσι όπως πρέπει να είμαστε από τη φύση που μας έδωσε ο Δημιουργός. Θυμάμαι την επιθυμία σου να βρεθείς “στο επίπεδο της ανθρώπινης αξίας”. Θεράπευσε την παραπάνω αρρώστια, που έχεις μέσα σου, και θα φτάσεις σ’ αυτό το επίπεδο.
Μην ξεχνάς πως η σύγχυση και η ταραχή είναι έμφυτες, όχι όμως και φυσικές. Δεν αποτελούν ουσιώδες μέρος της φύσεώς μας. Επηρεάζουν, πάντως, τα ουσιώδη μέρη της, προκαλώντας διαταραχή στη λειτουργία του καθενός και στις αμοιβαίες σχέσεις τους. Αν η σύγχυση και η ταραχή ήταν φυσικές, η παρουσία τους δεν θα μας έκανε να υποφέρουμε και να βασανιζόμαστε, όπως συμβαίνει. Φυσικό είναι ό,τι ευφραίνει και αναπαύει τη ψυχή, ενώ αφύσικο ό,τι την καταπιέζει και την κουράζει. Από το άλλο μέρος, αν η σύγχυση και η ταραχή ήταν φυσιολογικές, τότε, όποιος ήταν απαλλαγμένος και καθαρός απ’ αυτές, δεν θα ήταν άνθρωπος. Ξέρουμε, ωστόσο, έναν άνθρωπο, τον Θεάνθρωπο Χριστό, που, μολονότι ήταν ολότελα καθαρός από σύγχυση και ταραχή, είχε τέλεια την ανθρώπινη φύση. Ξέρουμε, επίσης, ότι όποιος ντύνεται το Χριστό, παίρνει απ’ αυτόν τη δύναμη να καθαρίσει τον εαυτό του και να γίνει όμοιός του στη καθαρότητα.

Να θυμάσαι, επαναλαμβάνω, ότι η σύγχυση και η ταραχή είναι εγγενείς, όχι όμως και φυσικές· να το θυμάσαι και να το πιστεύεις ακλόνητα. Έτσι θα επιθυμήσεις σφοδρά και τη θεραπεία σου. Γιατί, αφού αυτή η κατάσταση δεν είναι φυσιολογική, τότε μπορείς να θεραπευθείς, φτάνει να το θέλεις. Και είναι δυνατό να μην το θέλεις; Υγιής και καθαρή η φύση μας είναι υπέροχη. Οι ίδιοι οι άγγελοι την ατενίζουν με αγάπη και δέος. Δεν θα θέλαμε, λοιπόν, να τη δούμε κι εμείς έτσι; Αναμφίβολα, όλη η ευτυχία και η ευδαιμονία μας εξαρτάται από τη θεραπεία μας. Γιατί, όταν θα έχουμε απαλλαγεί πια απ’ αυτή την αρρώστια, τί άλλο θα μας στερήσει τη μακαριότητα;

Είπα πριν, πως, επειδή η κατάσταση της ταραχής και της συγχύσεως δεν είναι φυσική, μπορεί κανείς να θεραπευθεί. Τώρα λέω, υποθετικά, το αντίθετο: Αν ήταν φυσική, δεν θα μπορούσε κανείς να θεραπευθεί, όσο σκληρά κι αν αγωνιζόταν. Πιστεύοντας κάτι τέτοιο, θα έχανες το θάρρος σου. “Έτσι είμαι και δεν μπορώ ν’ αλλάξω”, θα σκεφτόσουνα και θα κυριευόσουν από την ολέθρια απόγνωση. Ολέθρια, ναι! Γιατί, όταν κυριεύσει τους ανθρώπους, τότε αυτοί παραδίνονται στην αμαρτία και εκτελούν κάθε λογής βρώμικη πράξη δίχως φραγμό.

Θα το ξαναπώ: Διατήρησε την πεποίθηση ότι η ταραχή μας δεν είναι φυσική. Μην ακούς εκείνους που λένε, “Είναι ανώφελο να το συζητάμε, γιατί έτσι είμαστε φτιαγμένοι και δεν μπορούμε ν’ αλλάξουμε”. Δεν είμαστε φτιαγμένοι έτσι. Και, αν αγωνιστούμε, μπορούμε ν’ αλλάξουμε.

(Οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου, «Ο δρόμος της ζωής», σ.84-87, εκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου)


Πηγή: www.alopsis.gr

Ἀληθινή καί ὄχι ψεύτικη χαρά (Φώτης Κόντογλου)



Ἀληθινή καί ὄχι ψεύτικη χαρά

Τοῦ Φώτη Κόντογλου

«Ἀληθινὴ κι᾿ ὄχι ψεύτικη χαρὰ νοιώθει μονάχα ὅποιος ἔχει τὸν Χριστὸ μέσα τουκ᾿ εἶναι ταπεινός,πρᾶοςγεμάτος ἀγάπη. Ἀληθινὴ χαρὰ ἔχει μονάχα ἐκεῖνος ποὺ ξαναγεννήθηκε
στὴν ἀληθινὴ ζωὴ τοῦΧριστοῦ. Κι᾿ αὐτὴ ἡ ἀληθινὴ χαρὰ βγαίνει ἀπὸ καρδιὰ ποὺ πονᾶ
καὶ θλίβεται γιὰ τὸν Χριστό, καὶ βρέχεται ἀπὸ τὸ παρηγορητικὸ δάκρυο τὸ ὁποῖο δὲν τὸ
γνωρίζουνε οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι, κατὰ τὸν ἅγιο λόγο ποὺ εἶπε τὸ στόματοῦ Κυρίου: «Μακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοὶ παρακληθήσονται» (Ματθ. ε´ 4), «Καλότυχοι ὅσοι εἶναιλυπημένοι, γιατὶ αὐτοὶ θὰ παρηγορηθοῦνε.» Κι᾿ ἀλλοῦ λέγει:… «Καλότυχοι ὅσοι κλαῖτε τώρα, γιατὶ θὰγελάσετε.» (Λουκ. στ´ 21).

Ὅποιος λυπᾶται καὶ ὑποφέρνει γιὰ τὸν Χριστόπέρνει παρηγοριὰ οὐράνια καὶ εἰρήνη
ἀθόλωτηΠαράκληση δὲν θὰ πεῖ παρακάλεσμα, ἀλλὰ παρηγοριά. Γι᾿ αὐτὸ καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα λέγεται Παράκλητος,δηλαδὴ Παρηγορητής, ἐπειδὴ ὅποιος τὸ πάρει, παρηγοριέται σὲ κάθε θλίψη του καὶ βεβαιώνεται καὶ δὲν φοβᾶται τίποτα. Κι᾿ αὐτὴ ἡ βεβαιότητα ποὺ δέχεται μυστικά, τὸν κάνει νὰ χαίρεται πνευματικά. Καὶ πάλι λέγει ὁ Κύριος παρακάτω στὴν ἐπὶ τοῦ Ὄρους ὁμιλία: «Μακάριοι ἐστὲ ὅταν ὀνειδίσωσιν ὑμᾶς καὶ διώξωσι καὶεἴπωσι πᾶν πονηρὸν ρῆμα
ψευδόμενοι ἕνεκεν ἐμοῦ,» (Ματθ. ε´ 11). 

Καὶ κατὰ τὸν μυστικὸ Δεῖπνο εἶπε στοὺςἉγίους Ἀποστόλους: «Ἀμήν, Ἀμήν λέγω ὑμῖν ὅτι κλαύσετε καὶ θρηνήσετε ὑμεῖς, ὁ δὲ κόσμος χαρήσεται• ὑμεῖςδὲ λυπηθήσεσθε, ἀλλ᾿ ἡ λύπη ὑμῶν εἰς χαρὰν γενήσεται.» (Ἰω.ιστ´ 20).

Ὅλα τὰ ἄλλα ποὺ τὰ λένε χαρὲς οἱ ἄνθρωποιδὲν εἶναι ἀληθινὲς χαρές• μιὰ εἶναι ἡ ἀληθινὴ χαρά,τούτη ἢ ἡ πονεμένη χαρὰ τοῦ Χριστοῦποὺ ξαγοράζεται μὲ τὴ θλίψηγιὰ τοῦτο
κι᾿ ὁ Κύριος τη λέγει«πεπληρωμένη», δηλτέλειαἀληθινήσίγουρη(Ἰω. ιστ´ 25). Κι᾿ ὁ ἅγιος Παῦλος στὶς Ἐπιστολές του λέγειπολλὰ γι᾿ αὐτὴ τὴ βλογημένη θλίψη ποὺ εἶναι συμπλεγμένη μὲ τὴ χαρά: «Ἡ λύπη γιὰ τὸν Θεό, λέγει, φέρνει ἀμετάνοιωτη μετάνοια γιὰ τὴ σωτηρία (δηλ. ἡ λύπη ποὺ νοιώθει ὅποιος πιστεύει στὸν Θεό, κάνει ὥστε ἐκεῖνοςὁ ἄνθρωπος νὰ μετανοιώσει καὶ νὰ σωθεῖ, χωρὶς νὰ ἀλλάξει γνώμη καὶ νὰ γυρίσει πίσω στὴν ἁμαρτία), ἐνῶ ἡλύπη τοῦ κόσμου φέρνει τὸν θάνατο.» (Κορινθ. Β´, ζ´ 10).
Κι᾿ ἀλλοῦ λέγει πὼς οἱ χριστιανοὶ φαίνουνται στοὺς ἀσεβεῖς πὼς εἶναι λυπημένοι,
μὰ στ᾿ ἀληθινὰ χαίρουνται: «ὡς λυπούμενοι ἀεὶ δὲ χαίροντες, ὡς πτωχοὶ πολλοὺς δὲ πλουτίζοντες, ὡς μηδὲν ἔχοντες καὶ πάντα κατέχοντες,» (Κορινθ. Β´, στ´ 10). Ἀπ᾿ αὐτὴ τὴν παντοτινὴ χαρὰ φτερωμένος ὁ ἅγιος Παῦλος, γράφει ὁλοέναστοὺς μαθητάδες του: «Χαίρετε ἐν Κυρίῳ πάντοτε!» (Φιλιπ. δ´ 4). «Πάλιν χαρῆτε.» (Φιλιπ. β´ 28). «Πάντοτε χαίρετε.» (Θεσσαλ. ε´ 16).

«Λοιπόν, ἀδελφοί, χαίρετε.» (Κορινθ. Ζ΄16)

Τετάρτη 8 Οκτωβρίου 2014

ΘΑΥΜΑΣΤΗ ΔΙΗΓΗΣΗ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΕΡΙΟΔΕΙΕΣ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΘΩΜΑ ΣΤΙΣ ΙΝΔΙΕΣ




Ο Απόστολος Θωμάς πωλήθηκε κατά παραχώρηση Κυρίου στον έμπορο Αμβάνη ως δούλος και πολύ ικανός και έμπειρος οικοδόμος. Ο Αμβάνης έφερε τον δούλο στις Ινδίες και τον παρουσίασε στον Βασιλέα ως μέγα αρχιτέκτονα και οικοδόμο. Εκείνος τον δέχθηκε και του πρόσφερε πολλά χρήματα για να του οικοδομήσει καινούργια παλάτια.

Ο Απόστολος του Χριστού μόλις πήρε τα χρήματα τα μοίρασε στους πτωχούς και στους έχοντας ανάγκη.

Μετά από λίγο χρόνο έστειλε ο Βασιλεύς τους αυλικούς του για να δουν πως πηγαίνουν οι νέες οικοδομές. Όταν είδαν κατάπληκτοι ότι ούτε τα θεμέλια δεν έχει τοποθετήσει ο οικοδόμος και μαθαίνοντας ότι τα χρήματα τα μοίρασε στους πτωχούς, έτρεξαν στον βασιλέα και του ανήγγειλαν το γεγονός. Εκείνος διέταξε να δέσουν τον Απόστολο οπισθάγκωνα και να τον φέρουν μπροστά του. Αφού ήλθε, του είπε με οργή:
-Μου έκτισες το παλάτι;
-Ναι, απάντησε με ηρεμία ο Απόστολος και μάλιστα είναι πολύ ωραίο.
-Εμπρός λοιπόν, είπε ο βασιλιάς, πάμε να το δω και εγώ.
-Δεν είναι δυνατόν, βασιλιά να δεις αυτό το ανάκτορο σ' αυτή την ζωή. Μετά την αναχώρηση σου απο τον κόσμο αυτό θα το απολαύσεις και θα αγαλλιασθεί η ψυχή σου.
Τα λόγια αυτά του αληθινού δούλου του Θεού, θεώρησε ο βασιλιάς Γουνδαφόρος, διότι αυτό ήταν το όνομά του, ως εμπαιγμό και χλεύη. Και επειδή έμαθε ότι αυτός ο άνθρωπος είναι πτωχός και δεν έχει τις οικονομικές δυνατότητες να του επιστρέψει τα σπαταληθέντα χρήματα, σκέφθηκε ότι μόνο ο θάνατος του θα ικανοποιήσει κάπως τον θυμό του. Γι' αυτό διέταξε να τον γδάρουν ζωντανό και ύστερα να τον ρίξουν στην φωτιά να καεί.
Τι κάνει όμως ο Παντοδύναμος Θεός; ο αδελφός του βασιλιά οργίστηκε περισσότερο κατά του Αποστόλου και βίαζε τον βασιλιά να τον τιμωρήσει. Ξαφνικά όμως πέθανε και ο θάνατος του αγίου Θωμά ματαιώθηκε. Έτσι όλοι πλέον ασχολούνταν με την εκφορά του νεκρού.
Ο Θεός όμως που δεν επιθυμεί τον θάνατο του αμαρτωλού, επιτέλεσε εδώ καταπληκτικό θαύμα. Μόλις πέθανε ο Γάδ, αυτό ήταν το όνομά του, παρέλαβαν την ψυχή του άγγελοι και της έδειχναν τις αιώνιες κατοικίες των ανθρώπων που σώθηκαν από την αμαρτία ή μετανόησαν.
Η ψυχή του Γάδ κυριεύθηκε από θαυμασμό για το έξοχο κάλλος εκείνης της ουράνιας έπαυλης που ξεχώριζε από τις άλλες και παρακαλούσε τους συνοδούς αγγέλους της να την αφήσουν να κατοικήσει σ' ένα απ' αυτά τα μικρά δωμάτια που έβλεπε. Οι άγγελοι όμως δεν δέχονταν την παράκληση του λέγοντας ότι αυτό το παλάτι ανήκει στον αδελφό του Γουνδαφόρο και το έκτισε ένας ξενόφερτος άνθρωπος ονόματι Θωμάς.
Μόλις πληροφορήθηκε αυτό ο Γάδ παρακαλούσε επίμονα τους αγγέλους να του επιτρέψουν να γυρίσει στον κόσμο για ν' αγοράσει αυτό το λαμπρό παλάτι από τον αδελφό του.
Με το θέλημα λοιπόν του Θεού επανήλθε η ψυχή του Γάδ στο σώμα της για να λυτρωθεί έτσι ο Απόστολος από τον θάνατο και πολλοί άνθρωπο να σωθούν από το θαύμα της αναστάσεως του Γάδ.
Ενώ οι συγγενείς του, ετοίμαζαν το νεκρό σώμα του Γάδ για τον ενταφιασμό, ξαφνικά άρχισε να αναπνέει. Όλοι εξεπλάγησαν και φώναξαν τον βασιλιά στον οποίο είπε ο αναστημένος αδελφός του:
-Αν με αγαπάς, αδελφέ μου, έχω την αξίωση να μου πουλήσεις αυτό το ωραίο παλάτι που σου έκτισε στον ουρανό ο χριστιανό Θωμάς.
Ακούγοντας τα λόγια αυτά ο βασιλιάς φωτίστηκε εκ Πνεύματος Αγίου ότι ο Θωμάς είναι αληθινός Απόστολος του Θεού και φωτισμένος στην ψυχή είπε στον αδελφό του:
-Αδελφέ μου, δεν μπορώ να σου πουλήσω αυτό το παλάτι γιατί η απόκτηση του δεν επιτυγχάνεται εύκολα. Θεωρώ προτιμότερο να συστήσω σε εσένα τον τεχνίτη του, ο οποίος ζει ακόμη, και εκείνος προς χάριν σου θα οικοδομήσει παρόμοιο ανάκτορο.
Αμέσως διέταξε ν' αποφυλακίσουν και φέρουν ενώπιόν του τον Θωμά. Όταν παρουσιάστηκε μπροστά τους, εκείνοι έπεσαν και οι δύο γονατιστοί στα πόδια του ζητώντας συγχώρεση διότι από άγνοια, διέπραξαν το κακό σε βάρος του και τον παρακάλεσαν να κηρύξει στην χώρα τους τον αληθινό Θεό που λατρεύει και την διδασκαλία του, ώστε όλοι οι άνθρωποι να απολαύσουν τα αιώνια και άφθαρτα αγαθά, τα οποία αξιώθηκε να γνωρίσει ο Γάδ.
Με κατάπληξη άκουσε όλα αυτά ο Απόστολος Θωμάς και ευχαρίστησε εκ βάθους καρδίας τον Θεό για τα θαυμάσια Του και την Θεία Πρόνοιά Του. Αμέσως τους κατήχησε και τους βάπτισε όλους και άλλα αναρίθμητα πλήθη ινδών, στο Όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.

Απο το βιβίο "Ψυχωφελείς Οπτασίες και Διηγήσεις"

Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη"


Πηγή: tokandylaki.blogspot.ca