A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Παρασκευή 15 Αυγούστου 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ Ι’ ΜΑΤΘΑΙΟΥ: Εὐαγγέλιον - Ἠ δύναμη τῆς πίστης (Ἁγιόυ Νικολάου Βελιμίροβιτς)




 Εὐαγγέλιο Κυριακῆς: Ματθ (ΙΖ΄ 14-23)

14 Καὶ ἐλθόντων αὐτῶν πρὸς τὸν ὄχλον προσῆλθεν αὐτῷ ἄνθρωπος γονυπετῶν αὐτὸν καὶ λέγων· 15 Κύριε, ἐλέησόν μου τὸν υἱόν, ὅτι σεληνιάζεται καὶ κακῶς πάσχει· πολλάκις γὰρ πίπτει εἰς τὸ πῦρ καὶ πολλάκις εἰς τὸ ὕδωρ. 16καὶ προσήνεγκα αὐτὸν τοῖς μαθηταῖς σου, καὶ οὐκ ἠδυνήθησαν αὐτὸν θεραπεῦσαι.
17 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν· ὦ γενεὰ ἄπιστος καὶ διεστραμμένη! ἕως πότε ἔσομαι μεθ᾿ ὑμῶν; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; φέρετέ μοι αὐτὸν ὧδε. 18 καὶ ἐπετίμησεν αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς, καὶ ἐξῆλθεν ἀπ᾿ αὐτοῦ τὸ δαιμόνιον καὶ ἐθεραπεύθη ὁ παῖς ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης.
19 Τότε προσελθόντες οἱ μαθηταὶ τῷ ᾿Ιησοῦ κατ᾿ ἰδίαν εἶπον· διατί ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό; 20 ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· διὰ τὴν ἀπιστίαν ὑμῶν. ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἐὰν ἔχητε πίστιν ὡς κόκκον σινάπεως, ἐρεῖτε τῷ ὄρει τούτῳ, μετάβηθι ἐντεῦθεν ἐκεῖ, καὶ μεταβήσεται, καὶ οὐδὲν ἀδυνατήσει ὑμῖν. 21 τοῦτο δὲ τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ.
22 ᾿Αναστρεφομένων δὲ αὐτῶν εἰς τὴν Γαλιλαίαν εἶπεν αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς· μέλλει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοσθαι εἰς χεῖρας ἀνθρώπων 23 καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἐγερθήσεται. καὶ ἐλυπήθησαν σφόδρα.


ΑΠΟΔΟΣΗ

Και όταν ήλθαν προς το πλήθος, ένας άνθρωπος πλησίασε τον Χριστό, γονάτισε μπροστά του και είπε· Κύριε, λυπήσου το παιδί μου, πού σεληνιάζεται και βασανίζεται· πολλές φορές πέφτει στη φωτιά και πολλές φορές στο νερό. Και το έφερα στους μαθητές σου και αυτοί δεν μπόρεσαν να το γιατρεύσουν. Και αποκρίθηκε ο Ιησούς και είπε· Ω γενεά άπιστη και αναποδιασμένη.
Ως πότε θα είμαι μαζί σας; Ως πότε θα σας βαστάξω; Φέρτε μου εδώ το παιδί. Και πρόσταξε ο Ιησούς το δαιμόνιο και βγήκε από μέσα του και θεραπεύθηκε το παιδί από εκείνη την ώρα. Τότε πήραν κατά μέρος οι μαθητές τον Ιησού και είπαν γιατί εμείς δεν μπορέσαμε να το βγάλουμε; Και ο Ιησούς είπε· για την απιστία σας.
Στα αλήθεια σας λέγω πώς αν έχετε πίστη ίσα μ' ένα κόκκο σιναπιού, θα πείτε σε τούτο το βουνό πήγαινε από εδώ και θα πάει. Τίποτε δεν θα είναι αδύνατον για σας. Όσο για τα δαιμόνια, αυτά δεν φεύγουν, παρά μόνο με προσευχή και νηστεία.
 Και εκεί πού περιόδευαν στη Γαλιλαία τους είπε ο Ιησούς· πρόκειται ο υιός του ανθρώπου να παραδοθεί σε χέρια ανθρώπων και θα τον σκοτώσουν, άλλα την τρίτη ήμερα θα αναστηθεί.

Από τη δημιουργία του κόσμου και του χρόνου όλοι οι λαοί της γης πίστευαν πως υπάρχει πνευματικός κόσμος, αόρατα πνεύματα. Πολ­λοί άνθρωποι όμως απομακρύνθηκαν από τη θεωρία αυτή κι αποδίδουν μεγαλύτερη δύναμη στα πονηρά πνεύματα, παρά στα αγαθά. Με την πάροδο του χρό­νου θεοποίησαν τα πονηρά πνεύματα, έχτισαν ναούς προς τιμή τους, προσέφεραν θυσίες και προσευχές και κατέφευγαν σ' αυτά για κάθε πρόβλημά τους. Όσο περνούσαν τα χρόνια πολλοί άνθρωποι εγκατέλειψαν τελείως την πίστη τους στα αγαθά πνεύματα κι αφέ­θηκαν να πιστεύουν μόνο στα πονηρά, στους «κακούς θεούς», όπως τα ονόμαζαν. Ο κόσμος αυτός έμοιαζε πια με στάδιο, όπου άνθρωποι και πονηρά πνεύματα ανταγωνίζονταν μεταξύ τους. Τα πονηρά πνεύματα βασάνιζαν τους ανθρώπους όλο και περισσότερο, τους τύφλωναν πνευματικά, μόνο και μόνο για να σβήσουν από τη μνήμη τους την ιδέα του καλού Θεού και της μέγιστης και θεόσδοτης δύναμης των αγαθών πνευ­μάτων.

Στις μέρες μας όλοι οι λαοί της γης πιστεύουν στα πνεύματα. Η πίστη αυτή από μόνη της είναι ορθή. Εκείνοι που απορρίπτουν τον πνευματικό κόσμο, το κάνουν επειδή η όρασή τους είναι μόνο σωματική κι έτσι δεν μπορούν να τον δουν. Ο πνευματικός κό­σμος όμως δε θα ήταν πνευματικός, αν ήταν ορατός στα σωματικά μάτια. Ο άνθρωπος που ο νους του δεν έχει τυφλωθεί και την καρδιά του δεν την έχει κάνει αναίσθητη η αμαρτία, μπορεί κάθε μέρα και κάθε ώρα να νιώσει με όλη του την ύπαρξη, πως στον κόσμο αυτόν δεν είμαστε μόνοι μας. Συντροφιά μας δεν είναι μόνο η βουβή και άλαλη φύση, οι βράχοι, τα φυτά, τα ζώα και τ' άλλα πλάσματα, στοιχεία και φαινόμενα. Οι ψυχές μας βρίσκονται σε συνεχή επαφή με τον αόρατο κόσμο, με αόρατες υπάρξεις. Εκείνοι που από τη μια απορρίπτουν τα αγαθά πνεύματα κι από την άλλη θεοποιούν και προσκυνούν τα πονηρά, είναι πλανεμένοι.

Όταν ο Κύριος Ιησούς εμφανίστηκε στον κόσμο, όλοι σχεδόν οι λαοί πίστευαν πως τα πονηρά πνεύ­ματα ήταν δυνατά και τα αγαθά πνεύματα ανίσχυρα. Οι πονηρές δυνάμεις κυριαρχούσαν πραγματικά στον κόσμο, γι' αυτό και ο Χριστός ονόμασε τον αρχηγό τους άρχοντα αυτού του κόσμου. Δεν είναι τυχαίο που κι οι άρχοντες των Ιουδαίων απέδιδαν όλη τη θεϊκή δύναμη του Χριστού στο διάβολο και τους αγγέλους

Ο Κύριος Ιησούς ήρθε στον κόσμο για να ξεριζώσει την πίστη των ανθρώπων στο πονηρό και να σπείρει στις ψυχές τους την πίστη στο αγαθό, στην παντοδυ­ναμία τού καλού και την ακατανίκητη δύναμή του. Ο Χριστός δεν κατήργησε, αλλ' επιβεβαίωσε την αρχαία και παγκόσμια πίστη στα πνεύματα. Αποκάλυψε όμως τον πνευματικό κόσμο όπως πραγματικά είναι κι όχι όπως φαινόταν στους ανθρώπους με τη φθοροποιό επιρροή των δαιμόνων. Ο ένας, αγαθός, σοφός και πα­ντοδύναμος Θεός, είναι ο Κύριος τόσο του πνευματικού όσο και του φυσικού κόσμου, ορατού και αοράτου. Τα αγαθά πνεύματα είναι οι άγγελοι κι ο αριθμός τους είναι αμέτρητος. Τα αγαθά πνεύματα, οι άγγελοι, είναι απείρως πιο δυνατά από τα πονηρά πνεύματα, που στην πραγματικότητα δεν έχουν εξουσία να κάνουν τίποτα, αν ο παντεπόπτης Θεός δεν το επιτρέψει.

Τα πονηρά πνεύματα είναι πολυάριθμα. Σ' ένα μόνο δαιμονισμένο στα Γάδαρα, που τον θεράπευσε ο Κύριος, κατοικούσε ολόκληρη λεγεώνα, δηλαδή μερικές χιλιάδες δαίμονες. Τα πονηρά αυτά πνεύματα πλα­νούσαν τους ανθρώπους, λαούς ολόκληρους, εκείνο τον καιρό, όπως και σήμερα πλανούν πολλούς αμαρτωλούς,προσπαθούν να τους πείσουν πως είναι παντοδύναμα· πως είναι στην ουσία οι μόνοι θεοί, πως εκτός απ' αυτούς δεν υπάρχουν άλλοι θεοί, αγαθά πνεύματα δεν υπάρχουν. Όπου κι αν εμφανίστηκε ο Κύριος Ιησούς όμως, εκείνα έφευγαν μακριά έντρομα. Αναγνώριζαν πως ο Κύριος είχε εξουσία και δύναμη, πως μπορούσε να τους διώξει απ' αυτόν τον κόσμο και να τους στείλει στην άβυσσο της κόλασης. Προκαλούσαν αναταραχή σ' αυτόν τον κόσμο μόνο με την παραχώρηση του Θεού. Πολεμούσαν το ανθρώπινο γένος με τόση ορμή, όπως τα όρνια πέφτουν στα θνησιμαΐα. Τον κόσμο αυτόν τον λογάριαζαν καταφύγιο, κρησφύγετό τους.

Ξαφνικά ο φορέας του αγαθού, ο Κύριος Ιησούς Χριστός, εμφανίστηκε μπροστά τους. Τρέμοντας από φόβο εκείνοι έκραξαν: «Τί ημίν και σοι, Ιησού υιέ του Θεού; ήλθες ώδε προ καιρού βασανίσαι ημάς;» (Ματθ. η' 29). Κανένας δε φοβάται τόσο πολύ, όσο εκείνος που βασανίζει τους άλλους. Τα πονηρά πνεύ­ματα βασάνιζαν τους ανθρώπους για χιλιάδες χρόνια, έβρισκαν ικανοποίηση στα βασανιστήρια αυτά. Όταν όμως είδαν το Χριστό, τρόμαξαν μπροστά στο μέγι­στο Κριτή τους. Ήταν έτοιμα να εγκαταλείψουν τον άνθρωπο και να μπουν στα γουρούνια ή και σε άλλα πλάσματα, φτάνει να μην τα εξόριζε ο Χριστός απ' αυτόν τον κόσμο. Ο Χριστός όμως δεν είχε τέτοια πρόθεση. Ο κόσμος αυτός είναι γεμάτος με ανάμικτες δυνάμεις. Είναι ένα πεδίο μάχης, όπου οι άνθρωποι έχουν να διαλέξουν εντελώς συνειδητά και ελεύθερα: Ή θ' ακολουθήσουν το Νικητή Χριστό, ή θα πάνε μαζί με τ' ακάθαρτα και νικημένα πνεύματα. Ο Χριστός ήρθε στους ανθρώπους ως Αγάπη, για να δείξει τη δύ­ναμη του καλού πάνω στο κακό και να στερεώσει την πίστη των ανθρώπων στο αγαθό - μόνο στο αγαθό.

***

Το σημερινό ευαγγέλιο περιγράφει ένα μόνο περιστατικό από αναρίθμητα άλλα ανάλογα. Μας λέει πώς ο Κύριος, με την αγάπη Του για τους ανθρώπους, έδειξε για μια ακόμα φορά τη δύναμη του καλού πάνω στο κακό και πώς προσπά­θησε να στερεώσει την πίστη στο παντοδύναμο και νικηφόρο αγαθό.

«Και ελθόντων αυτών προς τον όχλον προσήλθεν αυτώ άνθρωπος γονυπετών αυτόν και λέγων· Κύριε, ελέησόν μου τον υιόν, ότι σεληνιάζεται και κακώς πάσχει· πολλάκις γαρ πίπτει εις το πυρ και πολλάκις εις το ύδωρ» (Ματθ. ιζ' 14-15). Το περιστατικό αυτό το αναφέρουν κι άλλοι δυο ευαγγελιστές: ο Μάρκος (θ’ 9-17) κι ο Λουκάς (θ' 37-42). Κι οι δυό τους αναφέρουν κάποιες λεπτομέρειες για την αρρώστια τού παιδιού. Ήταν ο μοναδικός γιος τού πατέρα και τον κατείχε πνεύμα άλαλο. Όταν το ακάθαρτο πνεύμα έμπαινε μέσα του, «εξαίφνης κράζει και σπαράσσει αυτόν μετά αφρού, και μόλις αποχωρεί απ' αυτού συντρίβων αυτόν» (Λουκ. θ' 39). Το πονηρό πνεύμα κυριεύει το παιδί κι αυτό έξαφνα κραυγάζει, συγκλο­νίζεται με σπασμούς όλο του το σώμα, συντρίβεται και βγάζει αφρούς από το στόμα. Πολύ δύσκολα φεύγει από μέσα του.

Τα βέλη τού πονηρού στόχευαν ταυτόχρονα τρεις στόχους: τον άνθρωπο, την κτίση του Θεού και τον ίδιο το Θεό. Το παιδί «σεληνιαζόταν». Πώς θα μπορούσε να ενοχοποιηθεί η σελήνη για την αρρώστια κάποιου ανθρώπου; Αν η σελήνη έχει τη δύναμη να προκαλέσει σ' έναν άνθρωπο αλαλία ή παραφροσύνη, γιατί δεν το κάνει σε όλους; Το κακό δε βρίσκεται στη σελήνη αλλά στο πονηρό και ακάθαρτο πνεύμα που πλανά τον άνθρωπο, ενώ το ίδιο κρύβεται. Ενοχοποιεί τη σελήνη, ώστε οι άνθρωποι να μη κατηγορήσουν το ίδιο.Μ' αυτόν τον τρόπο θέλει να οδηγήσει τον άνθρωπο στη σκέψη πως όλη η κτίση του Θεού είναι κακή, πως το κακό έρχεται στον άνθρωπο από τη φύση κι όχι από τα πονηρά πνεύματα που εξέπεσαν από το Θεό. Τα θύματά τους ενεργοποιούνται στις αλλαγές φάσης της σελήνης, ώστε οι άνθρωποι να σκεφτούν: «Ορίστε, το κακό αυτό προέρχεται από τη σελήνη!» Κι αφού τη σελήνη τη δημιούργησε ο Θεός, σημαίνει πως το κακό προέρχεται από το Θεό. Έτσι πλανιούνται οι άνθρωποι από τ' άγρια και πανούργα αυτά θηρία.

Όλα όσα έκανε ο Θεός είναι καλά λίαν. Αυτό είναι πέρα για πέρα αληθινό. Όλη η κτίση έγινε για να υπηρετήσει τον άνθρωπο, να τον βοηθήσει, όχι να τον βλάψει. Αν και υπάρχουν πράγματα που εμποδίζουν τη φυσική ικανοποίηση του ανθρώπου, ακόμα κι αυτά λειτουργούν για το καλό της ψυχής του, να την χαρο­ποιούν και να την εμπλουτίζουν. «Σοί εισιν οι ουρανοί και σή εστιν η γη· την οικουμένην και το πλήρωμα αυτής συ εθεμελίωσας» (Ψαλμ. πη' 12), αναφωνεί ο ιερός Ψαλμωδός. Κι ο ίδιος ο Θεός μάς λέει με το στόμα του προφήτη Ησαΐα:«πάντα γάρ ταύτα εποίησεν η χειρ μου» (ξστ’ 2).

Οτιδήποτε λοιπόν είναι του Θεού, είναι καλό. Η πηγή βγάζει μόνο ό,τι περιέχει, όχι ό,τι θέλει. Δεν υπάρχει κακό στο Θεό. Πώς λοιπόν μπορεί να προκύ­ψει κακό από Εκείνον, τη μοναδική πηγή του καλού; Πολλοί αδαείς κι απερίσκεπτοι άνθρωποι ονομάζουν μεγάλο κακό την αρρώστια. Είναι αλήθεια όμως πως δεν είναι κακή κάθε αρρώστια. Μερικές αρρώστιες είναι έργο του πονηρού κι άλλες είναι θεραπεία του κακού. Κακό είναι το πονηρό πνεύμα που ενεργεί σ' έναν παράφρονα ή παρανοϊκό άνθρωπο.

Οι αρρώστιες κι οι δυστυχίες που βρήκαν πολλούς από τους βασιλιάδες του Ισραήλ, επειδή έπραξαν το κακό ενώπιον του Κυρίου (βλ. Α7 Βασ. 25, 30), ήταν συνέπεια της αμαρτίας τους. Οι αρρώστιες κι οι δυστυχίες όμως που επιτρέπει ο Κύριος να επισκεφτούν τους δίκαιους, δεν είναι έργο του πονηρού αλλά φάρμακο, τόσο για τους ίδιους τους δίκαιους όσο και για τους δικούς τους, που κατανοούν πως τα βάσανα τα στέλνει ο Θεός για το καλό τους. Τα βάσανα που έρχονται από τις επιθέσεις των πονηρών πνευμάτων στον άνθρωπο ή είναι συνέπεια της αμαρτίας, είναι κακά. Εκείνα τα βάσανα που επιτρέπει ο Θεός, για να καθαρίσει τελείως τον άνθρωπο από την αμαρτία, να τον ελευθερώσει από την τυραννία του πονηρού και να τον φέρει κοντά Του, είναι καθαρκτικά. Αυτά δεν προέρχονται από το διάβολο ούτε και είναι από μόνα τους κακά. Προέρχονται από το Θεό και λειτουργούν για το καλό τού ανθρώπου.«Αγαθόν μοι ότι εταπείνωσάς με, όπως αν μάθω τα δικαιώματά σου» (Ψαλμ. ριη' 71), λέει ο προφητάνακτας Δαβίδ.

Ο πονηρός είναι κακός. Δρόμος του πονηρού είναι η αμαρτία. Εκτός από τον πονηρό και την αμαρτία, δεν υπάρχει κανένα κακό. Το πονηρό πνεύμα είναι ένοχο για τα βάσανα του παιδιού αυτού, όχι η σελήνη. Αν ο Θεός με την αγάπη Του για τον άνθρωπο δεν περι­όριζε τα πονηρά πνεύματα και δεν προστάτευε τον άνθρωπο απ' αυτά, είτε άμεσα είτε έμμεσα με τους αγγέλους Του, τα πονηρά πνεύματα θα εξολόθρευαν όλους τους ανθρώπους αστραπιαία, σωματικά και ψυχικά, όπως εξολοθρεύουν οι ακρίδες τους σπόρους στους αγρούς.

«Και προσήνεγκα αυτόν τοις μαθηταίς σου και ουκ ηδυνήθησαν αυτόν θεραπεύσαι» (Ματθ. ιζ' 16), είπε στον Κύριο ο πατέρας του άρρωστου παιδιού. Εκείνη τη στιγμή έλειπαν τρεις από τους μαθητές του Κυρίου: ο Πέτρος, ο Ιάκωβος κι ο Ιωάννης, που είχαν ακολουθήσει τον Κύριο στο όρος Θαβώρ, τότε που μεταμορφώθηκεμπροστά τους. Όταν κατέβηκαν από το όρος μαζί με τον Κύριο, βρήκαν εκεί το πλήθος συγκεντρωμένο γύρω από τους άλλους αποστόλους, καθώς και το άρρωστο παιδί. Αφού δε βρήκε το Χρι­στό, ο δύστυχος πατέρας έφερε το παιδί στους μαθητές Του, εκείνοι όμως δεν μπόρεσαν να βοηθήσουν. Δεν είχαν τη δύναμη να το κάνουν αυτό για τρεις λόγους: πρώτο, επειδή οι ίδιοι δεν είχαν αρκετή πίστη· δεύτερο, επειδή κι ο πατέρας του παιδιού δεν είχε πίστη· και τρίτο, επειδή η πίστη έλειπε κι από τους γραμματείς που παρευρίσκονταν εκεί και συζητούσαν με τους μα­θητές, όπως αναφέρει ο Μάρκος (θ' 16). Η απιστία του πατέρα τού παιδιού είναι φανερή από τα λόγια που είπε στο Χριστό. Δε μίλησε όπως ο λεπρός, που είπε: «Κύριε, εάν θέλης δύνασαί με καθαρίσαι» (Ματθ. η' 2).Τότε μίλησε ένας άνθρωπος που είχε δυνατή πίστη. Δε μίλησε όπως ο Ιάειρος, όταν κάλεσε το Χριστό για ν' αναστήσει την κόρη του: «ελθών επίθες επ' αυτήν την χείρά σου και ζήσεται» (Ματθ. θ' 18). Κι εδώ μίλησε ένας άνθρωπος με δυνατή πίστη. Πολύ λιγότερο μίλησε όπως ο εκατόνταρχος στην Καπερναούμ, που ήταν άρρωστος ο δούλος του: «μόνον ειπέ λόγω και ιαθήσεται ο παις μου» (Ματθ. η' 8).Εδώ μίλησε η πολύ μεγάλη πίστη. Εκείνη που είχε τη μεγαλύτερη πίστη όμως, η αιμορροούσα γυναίκα, δεν είπε τίποτα. Σύρθηκε στα πόδια τού Χριστού και άγγιξε το ιμάτιό Του.

Ο πατέρας του παιδιού δε μίλησε σαν κι αυτούς. Αυτός είπε στο Χριστό: «εί τι δύνασαι, βοήθησον ημίν» (Μάρκ. θ' 22). Εί τι δύνασαι! Αν μπορείς, κάνε κάτι. Ταλαίπωρος άνθρωπος! Θα πρέπει να είχε μάθει πολύ λίγα για το Χριστό και τη δύναμή Του για να μιλάει έτσι σ' Εκείνον, που μπορεί να κάνει τα πάντα. Κι η αδύναμη πίστη του εξασθένησε ακόμα περισσότερο τη δύναμη των αποστόλων να τον βοηθή­σουν. Έτσι οι σκόπιμες συκοφαντίες των γραμματέων εναντίον του Χριστού και των μαθητών Του, βοήθησαν για να διατυπώσει με τόση αμφιβολία ο πατέρας του παιδιού την ερώτηση: εί τι δύνασαι. Η ερώτηση αυτή προδίδει μόνο μια αμυδρή ακτίνα πίστης, πολύ πολύ μικρής, έτοιμης να σβήσει.

«Αποκριθείς δε ο Ιησούς είπεν· ω γενεά άπιστος και διεστραμμένη! έως πότε έσομαι μεθ' υμών; έως πότε ανέξομαι υμών;» (Ματθ. ιζ' 17). Ο Κύριος απευ­θύνθηκε επιτιμητικά σ' όλους γενικά: στους άπιστους και τους ολιγόπιστους του Ισραήλ, καθώς και σ' όλους εκείνους που ήταν μπροστά Του: στον πατέρα του άρρωστου παιδιού, στους μαθητές Του και κυρίως στους γραμματείς. Ω, γενεά άπιστος! Γενεά που έχεις υποταχθεί στον πονηρό, στο διάβολο, που πιστεύ­ει σταθερά στη δύναμη του πονηρού, που υπηρετεί δουλικά τον πονηρό και αρνείται το καλό, που αντι­τίθεται στο Θεό· γενεά που έχει λίγη ή και καθόλου πίστη στο καλό, που επαναστατεί στο καλό! Γι' αυτό και πρόσθεσε τη λέξη διεστραμμένη ο Κύριος. Ήθελε μ' αυτόν τον τρόπο να δείξει από πού προέρχεται η απιστία: από τη διαστροφή, τη διαφθορά ή -ακόμα πιο καθαρά- από την αμαρτία. Η απιστία είναι συνέπεια. Αιτία είναι η διαφθορά. Η απιστία είναι κοινωνία με το διάβολο. Η αμαρτία -διαφθορά- είναι ο δρόμος που οδηγεί στην κοινωνία αυτή. Διαφθορά είναι η κατάσταση αποστασίας από το Θεό. Απιστία είναι το σκοτάδι, η αδυναμία κι ο τρόμος όπου βυθίζεται ο άνθρωπος όταν απομακρύνεται από το Θεό.

Αξίζει να επισημάνουμε πόσο προσεχτικές εκφρά­σεις χρησιμοποιεί ο Κύριος. Μιλάει γενικά, δεν κατο­νομάζει κανέναν. Δεν τον ενδιαφέρει να κάνει κριτική στους ανθρώπους, αλλά να τους ευαισθητοποιήσει. Δε θέλει να τους προσβάλει ή να τους ταπεινώσει, αλλά να ξυπνήσει τη συνείδησή τους, να τους βοηθήσει να ξεπε­ράσουν τον εαυτό τους. Πόσο υπέροχη είναι η διδαχή Του για την εποχή μας, για τη γενιά μας, που είναι τόσο πρόθυμη στα λόγια, τόσο γρήγορη να προσβάλει! Αν οι άνθρωποι μπορούσαν σήμερα να περιορίσουν τη γλώσσα τους και να μετρήσουν τα λόγια τους, να σταματήσουν να προσβάλουν ο ένας τον άλλο, τότε το μισό κακό στον κόσμο θα εξαφανιζόταν, τα μισά πονηρά πνεύματα θα εγκατέλειπαν τους ανθρώπους. Ο απόστολος Ιάκωβος, που διδάχτηκε το καλό από το παράδειγμα του Διδασκάλου Του, λέει: «Πολλά γαρ πταίομεν άπαντες. εί τις εν λόγω ου πταίει, ούτος τέλειος ανήρ, δυνατός χαλιναγωγήσαι και όλον το σώμα. ίδε των ίππων τους χαλινούς εις τα στόματα βάλλομεν προς το πείθεσθαι αυτούς ημίν, και όλον το σώμα αυτών μετάγομεν» (Ιάκ. γ' 2-3).

Τί σημαίνουν τα λόγια τού Χριστού, έως πότε έσομαι μεθ' υμών; έως πότε ανέξομαι υμών; Φαντα­στείτε έναν ευγενή και φωτισμένο άνθρωπο, να τον έχουν αναγκάσει να ζήσει ανάμεσα σε αγρίους. Ή ένα βασιλιά που αφήνει το θρόνο του και κατεβαίνει στους αγύρτες κι απατεώνες, όχι μόνο για να ζήσει μαζί τους και να μάθει τον τρόπο ζωής τους, αλλά να τους διδάξει πώς να σκέφτονται, να εργάζονται και να νιώθουν σαν βασιλιάδες, με ευγένεια και μεγαλοκαρδία. Όταν περνούσαν τρεις μέρες, ακόμα κι ένας Βασιλιάς θα φώναζε: «Πόσο καιρό μπορώ να μείνω μαζί σας;». Θα μπούχτιζε από την υπερβολική αγρι­ότητα, την ανοησία, την ακαθαρσία και τη δυσωδία αυτών των τριών ημερών. Ο Κύριος Ιησούς όμως, ο «Βασιλεύς των βασιλέων», εβγάλε τέτοια φωνή μετά από τριάντα τρία ολόκληρα χρόνια που ζούσε ανά­μεσα σε ανθρώπους, που απείχαν από την αρχοντιά Του πολύ περισσότερο απ' όσο απέχουν οι αγριότεροι των ανθρώπων από τον ευγενέστερο ανάμεσά τους, απ' όσο διαφέρει ο πιο βρώμικος αγύρτης από τον μέγιστο των επίγειων βασιλιάδων.

Σίγουρα ο Κύριος δε θα μετρούσε το χρόνο σε μέρες και έτη, αλλά με τα έργα και τα θαύματα που είχε κάνει μπροστά σε χιλιάδες ανθρώπους, με τη δι­δασκαλία Του που είχε διαδοθεί σε πολλές χιλιάδες ανθρώπινες ψυχές. Μετά από τόσα έργα και θαύματα, μετά από τόσες διδαχές και άπειρα θαυμαστά πε­ριστατικά που θα μπορούσαν να καλύψουν χιλιάδες χρόνια, ξαφνικά είδε πως οι μαθητές Του δεν μπο­ρούσαν να θεραπεύσουν έναν επιληπτικό νέο και να βγάλουν ένα δαιμόνιο από τον άνθρωπο, μ' όλο που τους είχε διδάξει με λόγια και με το παράδειγμά Του πώς να εκβάλουν λεγεώνες δαιμόνων. Κι άκουσε έναν αμαρτωλό με πολύ αδύναμη πίστη να του λέει: εί τι δύνασαι, βοήθησον ημίν.

Αφού ο Κύριος επιτίμησε εκείνους που ήταν μπρο­στά για την απιστία τους, μετά τους έδωσε εντολή να φέρουν το άρρωστο παιδί μπροστά Του: φέρετέ μοι αυτόν ώδε. Τότε επιτίμησε το δαιμόνιο κι εκείνο βγήκε αμέσως από το σώμα του παιδιού. Την ίδια στιγμή το παιδί έγινε καλά. Αυτά αναφέρει ο Ματθαίος. Οι άλλοι δύο ευαγγελιστές δίνουν λεπτομέρειες για όσα έγιναν πριν από την πραγματική θεραπεία του παιδιού. Οι τρεις αυτές λεπτομέρειες είναι οι εξής: πρώτη, πως ο Χριστός ρώτησε τον πατέρα από πότε είναι άρρωστο το παιδί· δεύτερη, πως έδωσε έμφαση στην πίστη, ως προϋπόθεση της θεραπείας· και τρίτη, πως την ώρα που οδηγούσαν το παιδί μπροστά στο Χριστό, τρομοκρατη­μένος ο διάβολος εγκατέλειψε το παιδί κι έφυγε.

«Πόσος χρόνος εστίν ως τούτο γέγονεν αυτώ;», ρώτησε ο Ιησούς τον πατέρα του άρρωστου παιδιού (Μάρκ. θ' 21). Και βέβαια δεν έκανε την ερώτηση αυτή για τον εαυτό Του, αλλά για να την ακούσουν οι συγκε­ντρωμένοι άνθρωποι. Ο ίδιος το ήξερε καλά, γνώριζε πως η αρρώστια του παιδιού ήταν μακροχρόνια. Ο πατέρας απάντησε: «παιδιόθεν». Ας αναλογιστεί ο καθένας πόσα τρομερά βάσανα προκαλούνται από τα πονηρά πνεύματα και πόσο μεγάλη είναι η προστασία τού Θεού. Χωρίς την προστασία Του, τα πονηρά πνεύ­ματα σίγουρα θα είχαν κυριολεκτικά αφανίσει τόσο το σώμα όσο και την ψυχή τού παιδιού. Και τελικά ας σκεφτούμε πόσο μεγάλη είναι η δύναμη του Υιού τού Θεού πάνω στα πονηρά πνεύματα. Βοήθησον ημίν, είπε στο Χριστό ο πατέρας τού παιδιού. Δεν ανέφερε μόνο το παιδί, γιατί τα βάσανα του παιδιού ήταν και του πατέρα του βάσανα, όπως και όλης της οικογέ­νειας. Αν το παιδί θεραπευόταν, θα ελευθερώνονταν από το βάρος πολλές ανθρώπινες ψυχές. Κι ο Χριστός τού απάντησε: «ει δύνασαι πιστεύσαι, πάντα δυνατά τω πιστεύοντι» (Μάρκ. θ' 23).

Όπως συνήθιζε να ενεργεί ο Κύριος, ήθελε να κάνει κι εδώ το μέγιστο δυνατό καλό με μια πράξη. Ένα καλό ήταν ν' αποκαταστήσει την υγεία του παιδιού. Αλλά γιατί να μην ωφελήσει και τους άλλους; Γιατί να μην ενισχύσει και να σταθεροποιήσει την πίστη του πατέρα; Γιατί να μην κάνει ταυτόχρονα κι ένα τρίτο καλό, να δείξει δηλαδή τη δύναμή Του όσο πιο καθαρά γινόταν, ώστε να τον πιστέψουν οι άνθρω­ποι; Και γιατί να μην κάνει κι ένα τέταρτο καλό, να καταγγείλει την απιστία και τη διαφθορά, καθώς και τη χαμερπή τάση των ανθρώπων προς το κακό, προς τα πονηρά πνεύματα και την αμαρτία; Και γιατί να μην επιτύχει κι έναν πέμπτο καλό, κι ένα έκτο κι ένα έβδομο κι όλα τα καλά που μπορούν να προκύψουν από μια καλή πράξη; Μια καλή πράξη συνήθως σέρνει μαζί της πολλές άλλες, όπως το τρένο σέρνει πολλά βαγόνια.

Προσέξτε επίσης πως ο Κύριος συνδυάζει με πολλή σοφία την ακρίβεια με τη λεπτότητα. Όταν κατάγ­γειλε αυστηρά την απιστία, μίλησε γενικά, για να διεγείρει όλων την πίστη, χωρίς να ταπεινώσει κα­νέναν προσωπικά. Μετά, όταν στράφηκε σ' εκείνον που τον ικέτευε, δε μίλησε αυστηρά, αλλά με μεγάλη προσοχή και ευγένεια:ει δύνασαι πιστεύσαι... Αυτή η προσεχτική διατύπωση κι η ευγένεια του Χριστού έφερε το επιθυμητό αποτέλεσμα. Ο πατέρας έκραξε με δάκρυα στα μάτια:«πιστεύω, κύριε· βοήθει μου τη απιστία» (Μάρκ. θ' 24).

Δεν υπάρχει τίποτα που να λιώνει ευκολότερα τον πάγο της απιστίας όσο τα δάκρυα. Από τη στιγμή που ο άνθρωπος αυτός έκλαψε μπροστά στον Κύριο καιμετανόησε για την προηγούμενη ζωή του, από μέσα του ξεπήδησε η πίστη όπως το νερό από την πηγή. Και τότε είπε τα λόγια που έμειναν ως ένα δυνατό μήνυμα σε όλες τις γενιές των ανθρώπων: πιστεύω, κύριε· βοήθει μου τη απιστία.

Τα λόγια αυτά δείχνουν πως ο άνθρωπος δεν μπο­ρεί ούτε να πιστέψει χωρίς τη βοήθεια του Θεού. Από μόνος του μπορεί να φτάσει σε μια υποψία πίστης, να πιστεύει δηλαδή στο καλό και στο κακό ή, με άλλα λόγια, ν' αμφιβάλλει για το καλό και το κακό. Ο δρόμος όμως από τη μερική πίστη στην αληθινή είναι πραγματικά μακρύς. Χωρίς το καθοδηγητικό χέρι του Θεού κανένας άνθρωπος δεν μπορεί ν' ακολουθήσει το δρόμο αυτό. Το νόημα των λόγων του πατέρα του παιδιού, πιστεύω, κύριε· βοήθει μου τη απιστία, είναι: «Βοήθησέ με, Κύριε, να πιστέψω σε Σένα! Βοήθησε με να μην πιστέψω στο κακό! Βοήθησε με ν' απαλλαγώ εντελώς από τον πονηρό και να ενωθώ μαζί Σου!»

«Έτι δε προσερχομένου αυτού έρρηξεν αυτόν το δαιμόνιον και συνεσπάραξεν» (Λουκ. θ' 42). Αυτό ήταν το τελευταίο πράγμα που επέτρεψε ο Θεός στο δαίμονα. Κι αυτό ώστε να δουν όλοι οι άνθρωποι το φόβο και τον τρόμο που μπορεί να προκαλέσει ο διάβολος στον άνθρωπο. Να καταλάβουν πόσο ανε­παρκής είναι η δύναμη των ανθρώπων, ακόμα και των καλλίτερων γιατρών του κόσμου, για να γλιτώσουν από το φόβο και τον τρόμο τη ζωή έστω και ενός μόνο άνθρωπου. Έτσι όταν οι άνθρωποι δουν τη δύναμη του διαβόλου και συνειδητοποιήσουν τη δική τους αδυ­ναμία, θα κατανοήσουν πόσο μεγαλειώδης και θεϊκή είναι η δύναμη του Χριστού. Ο ευαγγελιστής Μάρκος καταγράφει τα λόγια που είπε ο Κύριος στο πονηρό πνεύμα: «Το πνεύμα το άλαλον και κωφόν, εγώ σοι επιτάσσω, έξελθε εξ αυτού και μηκέτι εισέλθης εις αυτόν» (Μάρκ. θ' 25). Σοι επιτάσσω, είπε ο Κύριος. Είναι η πηγή της δύναμης και της εξουσίας. Δεν τη δανείζεται από κάποιον άλλο. «Πάντα όσα έχει ο πατήρ εμά εστι» (Ιωάν. ιστ' 15),είχε πει σε άλλη περίπτωση ο Κύριος Ιησούς. Και τώρα βλέπουμε πως το επιβεβαιώνει αυτό στην πράξη. «Σου μιλάω Εγώ· σε διατάζω με την εξουσία που έχω και σε διώχνω από το παιδί με τη δύναμή μου». Ας το καταλάβουν καλά οι άνθρωποι πως ο Χριστός δεν είναι ένας από τους προφήτες, που έκαναν κάποια θαυμαστά πράγ­ματα με τη βοήθεια του Θεού, αλλά είναι ο Υιός του Θεού, Εκείνος που προανήγγειλαν οι προφήτες και ανέμενε ο κόσμος.

Θα πρέπει να προσέξουμε ιδιαίτερα και το δεύτερο σκέλος τής εντολής τού Χριστού προς το διάβολο: και μηκέτι εισέλθης εις αυτόν. Ο Κύριος του έδωσε την εντολή όχι μόνο να φύγει, μα και να μην ξαναγυρίσει στον άνθρωπο που είχε τόσο πολύ ταλαιπωρήσει. Αυτό σημαίνει πως ακόμα κι όταν καθαριστεί και θεραπευ­τεί ο άνθρωπος, μπορεί να προσβληθεί ξανά από τ' ακάθαρτα πνεύματα. Ο διάβολος μπορεί να ξανάρθει στον άνθρωπο από τον οποίο διώχτηκε. Αυτό γίνεται όταν ο αμαρτωλός που μετάνιωσε και συχωρέθηκε από το Θεό, ξαναγυρίσει στην παλιά αμαρτία του. Τότε ο διάβολος βρίσκει ανοιχτή την είσοδο και ξαναμπαίνει στον άνθρωπο.

Ο Κύριος εδώ διατάζει το διάβολο όχι μόνο να ελευθερώσει το παιδί, μα και να μην ξαναγυρίσει ποτέ.

Κι αυτό για δυο λόγους: πρώτο, ώστε το θεϊκό δώρο που του έδωσε να είναι ολοκληρωμένο και τέλειο· και δεύτερο, για να διδαχτούμε πως, αφού λάβουμε την άφεση από το Θεό, δεν πρέπει να ξαναγυρίσουμε στην αμαρτία, «ώσπερ κύων επί το ίδιον εξέραμα» (Β’ Πέτρ. β' 22), για να μην εκτεθούμε στον κίνδυνο κι ανοίξουμε πάλι την πόρτα στο πονηρό πνεύμα για να μπει μέσα μας και να μας κυριεύσει.

Μετά το μεγάλο αυτό θαύμα τού Χριστού, «εξεπλήσσοντο πάντες επί τη μεγαλειότητι του Θεού», γράφει ο ευαγγελιστής Λουκάς (θ' 43). Πόσο καλό θα ήταν να έμενε ο θαυμασμός αυτός διαρκής κι ανεξά-λειπτος από τις ψυχές τών ανθρώπων!Να μην έσβηνε τόσο γρήγορα όσο οι σαπουνόφουσκες στο νερό! Ο Θεός όμως δε σπέρνει μάταια. Αν ο σπόρος που πέ­φτει στο δρόμο, στην πέτρα ή ανάμεσα στα ζιζάνια χάνεται, εκείνος που πέφτει σε καλή γη μένει ζωντανός και αποδίδει καρπούς εκατονταπλάσιους.

Αργότερα που ο Χριστός έμεινε μόνος με τους μα­θητές Του, εκείνοι τον ρώτησαν:«Τότε προσελθόντες οι μαθηταί τω Ιησού κατ' ιδίαν είπον· διατί ημείς ουκ ηδυνήθημεν εκβαλείν αυτό; ο δε Ιησούς είπεν αυτοίς· δια την απιστίαν υμών. αμήν γαρ λέγω υμίν, εάν έχετε πίστιν ως κόκκον σινάπεως, ερείτε τω όρει τούτω μετάβηθι εντεύθεν εκεί, και μεταβήσεται, και ουδέν αδυνατίσει υμίν» (Ματθ. ιζ' 19-20). Η ρίζα της αδυναμίας των αποστόλων επομένως ήταν η απιστία. Όσο μεγαλύτερη είναι η πίστη, τόσο μεγαλύτερη κι η δύναμη. Λιγότερη πίστη, λιγότερη δύναμη. Νωρίτερα ο Κύριος είχε δώσει στους αποστόλους «εξουσίαν πνευμάτων ακαθάρτων, ώστε εκβάλλειν αυτά και θεραπεύειν πάσαν νόσον και μαλακίαν» (Ματθ. ι’ 1). Οι μαθητές έκαναν για κάποιο διάστημα καλή χρήση αυτής της εξουσίας. Στο μέτρο όμως που εξασθένησε η πίστη τους, είτε από το φόβο των ανθρώπων είτε από υπερηφάνεια, εξασθένησε και η δύναμη που τους έδωσε. Στον Αδάμ είχε δοθεί εξουσία πάνω σ' όλα τα πλάσματα. Με την παρακοή, την απληστία και την υπερηφάνειά του όμως, έχασε την εξουσία αυτή. Οι απόστολοι τώρα, από κάποιο δικό τους σφάλμα, είχαν χάσει τη δύναμη και την εξουσία που τους είχε δώσει ο Κύριος. Η χαμένη αυτή δύναμη τώρα μπορεί ν' ανακτηθεί μόνο με πίστη, πίστη και περισσότερη πίστη.

Σ' αυτήν την περίπτωση ο Κύριος έδωσε μεγάλη έμφαση στο θέμα της πίστης. Η πίστη μπορεί να με­τακινήσει και όρη. Δεν αδυνατεί τίποτα μπροστά της. Ο κόκκος του σιναπιού είναι πολύ μικρός, το άρωμά του όμως μπορεί να διαπεράσει ένα μπωλ ολόκληρο με φαγητό. Γράφει ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων στην Κατήχησή του αρ. 5: «Όπως ο κόκκος του σιναπιού, που είναι μικρός σε μέγεθος αλλά μεγάλος σε ενέργεια, όταν σπαρεί σ' έναν τόπο βγάζει πολλούς κλάδους, ώστε σ' αυτούς να κάθονται και πουλιά, έτσι είναι κι η πίστη. Σύντομα κάνει έργα μεγάλα. Γι' αυτό έχετε πίστη σ' Εκείνον, για να σας δώσει πίστη δυνατή, που ενεργεί πέρα από την ανθρώπινη δύναμη». Αν έχετε πίστη έστω όσο ο κόκκος του σιναπιού, τα βουνά θα υποχωρήσουν μπροστά σας και θα μετακινηθούν από το ένα μέρος σε άλλο.

Γιατί ο ίδιος ο Κύριος δε μετακίνησε βουνά; Επειδή δεν του ήταν απαραίτητο να το κάνει. Έκανε εκείνα μόνο τα θαύματα, που χρειάζονταν για να ωφελήσουν τους ανθρώπους, για τη σωτηρία τους. Είναι όμως μεγαλύτερο θαύμα να μετακινήσεις ένα βουνό ή να με­τατρέψεις το νερό σε κρασί, να πολλαπλασιάσεις τους άρτους, να εκβάλεις πονηρά πνεύματα, να θεραπεύσεις όλων των λογιών τις αρρώστιες, να περπατήσεις πάνω στο νερό ή να γαληνέψεις μ' ένα λόγο - ή και μία σκέψη - τις καταιγίδες και τους ανέμους; Δεν απο­κλείεται πιστοί του Χριστού, που είχαν πολύ μεγάλη πίστη και σε ειδικές περιπτώσεις, νά 'καναν και το θαύμα αυτό, να μετακίνησαν δηλαδή όρη. Είναι όμως τα ψηλά βουνά πιο φοβερά φορτία για τον άνθρωπο από τις εγκόσμιες μέριμνες, τους εγκόσμιους δεσμούς και τις αλυσίδες των παθών; Εκείνος που μπορεί να σηκώσει τα βάρη αυτά από την ψυχή του ανθρώπου και να τα ρίξει στη θάλασσα, σίγουρα έχει μετακινήσει το μεγαλύτερο βουνό του κόσμου.

«Τούτο δε το γένος ουκ εκπορεύεται ει μη εν προσευχή και νηστεία» (Ματθ. ιζ' 21).Η νηστεία κι η προσευχή είναι οι δύο πυλώνες της πίστης, δυο δυ­νατές φλόγες που κατακαίουν τα πονηρά πνεύματα. Με τη νηστεία καταπραΰνονται και νεκρώνονται όλα τα σωματικά πάθη, κυρίως τα σαρκικά. Με την προ­σευχή πολεμούνται κι αφανίζονται όλα τ' άλλα πάθη της ψυχής, της καρδιάς και του νου, όπως πονηρές επιθυμίες, κακές πράξεις, φθόνος, εκδίκηση, μίσος, κα­κία, υπερηφάνεια, κενοδοξία και άλλα. Με τη νηστεία καθαρίζονται τα δοχεία τού σώματος και της ψυχής από το ακάθαρτο περιεχόμενο των εγκόσμιων παθών και της κακίας τους. Με την προσευχή έλκεται το Αγιο Πνεύμα στο άδειο και καθαρό δοχείο κι εγκαθίσταται στον άνθρωπο η πληρότητα της πίστης.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει από χρόνια αμνημό­νευτα τονίσει τη δοκιμασμένη συνταγή της νηστεί­ας για όλα τα σωματικά πάθη και σαν ένα δυνατό όπλο εναντίον των πονηρών πνευμάτων. Εκείνοι που υποβαθμίζουν ή απορρίπτουν τη νηστεία, στην ουσία υποβαθμίζουν κι απορρίπτουν μια θεμελιακή εντολή του Κυρίου Ιησού, που αφορά στη σωτηρία του ανθρώ­που. Η προσευχή ενισχύεται με τη νηστεία, η πίστη εδραιώνεται κι από τη μια (την προσευχή) κι από την άλλη (τη νηστεία). Κι η πίστη μετακινεί όρη, εκβάλλει δαιμόνια και κάνει δυνατά τα αδύνατα.

Τα τελευταία λόγια του Χριστού στο σημερινό ευαγ­γέλιο δε φαίνεται να έχουν σχέση με το περιστατικό που προηγήθηκε. Μετά το μεγάλο θαύμα της θερα­πείας του δαιμονισμένου παιδιού κι ενώ οι άνθρω­ποι θαύμαζαν το γεγονός, ο Κύριος άρχισε να μιλάει στους μαθητές για το Πάθος Του. «Μέλλει ο υιός τού ανθρώπου παραδίδοσθαι εις χείρας ανθρώπων, και αποκτενούσιν αυτόν, και τη τρίτη ημέρα εγερθήσεται. και ελυπήθησαν σφόδρα» (Ματθ. ιζ' 22, 23). Γιατί μετά το θαύμα, όπως και μετά από κάποια άλλα από τα θαύματά Του, ο Κύριος μιλούσε στους μαθητές για το Πάθος Του; Το έκανε αυτό ώστε, όταν ερχόταν το πλήρωμα του χρόνου, να μην αποκαρδιωθούν, να μην ολιγοπιστήσουν. Τά 'λεγε αυτά στους μαθητές μετά από τα μεγάλα θαύματα Του, ώστε οι προρρήσεις αυτές, κοντά στα μεγάλα γεγονότα, τη δόξα και τα εγκώμια με τα οποία τον υποδέχονταν, να χαραχτούν καλύτερα στο νου τους. Τά 'λεγε όμως και για να διδάξει, όχι μόνο τους αποστόλους αλλά και μας. Να κατανοήσουμε πως μετά από τόσο μεγάλα έργα δεν πρέπει να ζητούμε και να περιμένουμε ανταμοιβή από τους ανθρώπους, αλλά να είμαστε έτοιμοι για το χειρότερο, για τα σκληρότερα χτυπήματα και τις ταπεινώσεις, ακόμα κι απ' αυτούς που βοηθήσαμε κι ευεργετήσαμε πολύ.

***

Ο Κύριος δεν προείπε μόνο το πάθος και το θά­νατό Του, αλλά και την ένδοξη Ανάστασή Του. Στο τέλος όλων υπάρχει η Ανάσταση, η νίκη κι η αιώνια δόξα. Ο Κύριος προείπε στους μαθητές Του κάτι που φαινόταν αδύνατο. Ήθελε να τονώσει την πίστη τους, για ν' αντιμετωπίσουν όσα θ' ακο­λουθούσαν, να τους διδάξει πως πρέπει να πιστέψουν όσα τους είπε. Πίστη όση ο κόκκος του σιναπιού ή ακόμα λιγότερη, πρέπει νά ‘χει κάθε άνθρωπος για νά 'ναι προετοιμασμένος και να περιμένει κάθε είδος βασάνων σ' αυτόν τον κόσμο. Νά 'ναι σίγουρος όμως πως στο τέλος υπάρχει η ανάσταση. Κάθε επίγεια δόξα και κάθε έπαινο πρέπει να τα λογαριάζουμε σαν μηδέν. Μετά απ' όλους τους θριάμβους που μπορεί να προσφέρει ο κόσμος, πρέπει ν' αναμένουμε τον πειρασμό. Όλα όσα μας στέλνει ο ουράνιος Πατέρας μας, πρέπει να τα δεχόμαστε με ταπείνωση και υπα­κοή. Δεν πρέπει ν' απαριθμούμε τα καλά που έχουμε κάνει για το λαό, την πόλη ή το χωριό, για το έθνος ή για την πατρίδα μας. Δεν πρέπει να επαναστατούμε όταν μας πιέζουν προβλήματα. Αν κάναμε κάτι για τους πλησίον μας, αυτό έγινε με τη βοήθεια του Θεού. Έτσι είναι. Κάθε καλό γίνεται από το Θεό, εμείς είμαστε απλά όργανά Του. Επομένως δεν πρέπει να γογγύζουμε όταν μας στείλει ο Θεός βάσανα μετά την εγκόσμια δόξα, ταπείνωση μετά από επαίνους, φτώχεια μετά τον πλούτο, περιφρόνηση μετά από ματαιοδοξία, αρρώστια μετά την υγεία, μόνωση και εγκατάλειψη μετά από την απόλαυση πολλών φίλων.

Ο Θεός γνωρίζει γιατί μας τα στέλνει όλ' αυτά. Γνωρίζει πως όλα είναι για το καλό μας. Πρώτο, για να μάθουμε να εκτιμούμε τις αιώνιες κι άφθαρτες άξι­ες και να μην οδηγηθούμε στο θάνατο παρασυρμένοι από την ψεύτικη και παροδική λαμπρότητα αυτού του κόσμου. Δεύτερο, πως δεν πρέπει να λάβουμε αντα­πόδοση από τους ανθρώπους για τα καλά που κάναμε σ' αυτόν τον κόσμο, γιατί έτσι δε θα μείνει τίποτα να περιμένουμε για να λάβουμε στη μέλλουσα ζωή. Όταν φτάσουμε στην πύλη της ουράνιας βασιλείας, εύχομαι να μήν ακούσουμε: «Πορεύεσθε απ' εμού, ότι ήδη απέχετε τον μισθόν υμών».

Ελπίζω να μη συμβεί αυτό σε μας. Για να μη χα­θούμε αιώνια όταν έρθει το σίγουρο τέλος αυτού του κόσμου, απ' όπου λάβαμε δόξα και τιμή, ο Κύριος Ιησούς Χριστός,ο μοναδικός μας Φίλος, μας διδάσκει πως μετά τη μέγιστη δόξα, τον έπαινο και την τιμή που μπορεί να μας προσφέρει αυτός ο κόσμος, πρέπει να προετοιμαστούμε για ν' αναλάβουμε το σταυρό μας. Γι' αυτό πρέπει δόξα και ύμνος στον Κύριο Ιησού Χρι­στό, μαζί με τον άναρχο Πατέρα Του και το Πανάγιο Πνεύμα, την ομοούσια και αδιαίρετη Τριάδα, τώρα και πάντα και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.


(Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Ομιλίες Δ’ – Κυριακοδρόμιο, Εκδ. Πέτρου Μπότση, 2012)

Πηγή: www.alopsis.gr

Δευτέρα 11 Αυγούστου 2014

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΑΡΧΙΜ. Π. ΕΥΘΥΜΙΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΔΩΡΟΘΕΟ ΓΙΑ ΠΑΥΣΗ ΜΝΗΜΟΝΕΥΣΗΣ ΤΟΥ



Ἐν Ἄνδρῳ
καὶ ἐν τῇ Ἱερᾷ Μονῇ
Ἁγίου Νικολάου
Ἰούλιος 2014  
   
Σεβασμιώτατε,
Μετὰ λύπης ἐπληροφορήθην καὶ εἶδον στὸ ντοκουμέντο-video τὴν συμμετοχή σας στὴν χειροτονία τοῦ αἱρετικοῦ παπικοῦ Πέτρου Στεφάνου τὴν 2αν Ἰουλίου τοῦ 2014 εἰς τὴν Σύρον, ἐν τῇ ὁποίᾳ ἐκφωνήσατε ἐπαίσχυντον καὶ ἀντορθόδοξον λόγον.
Μεταξὺ ἄλλων ἀναφέρατε ὅτι συμμετείχατε ὡς ἐκπρόσωπος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Σύρου. Εἰλικρινῶς δὲν γνωρίζομε ποῖος σᾶς ἔδωσε αὐτὸ τὸ δικαίωμα νὰ μᾶς ἐκπροσωπεῖτε σὲ χειροτονίες αἱρετικῶν καὶ μάλιστα τῶν μεγαλύτερων καὶ χειρότερων ἀνὰ τοὺς αἰῶνας, τῶν προξενησάντων δὲ τὸ μεγαλύτερο κακὸ εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν.
Ἡ ὅλη προσφώνησίς σας ἦτο ὡς νὰ ἀπευθύνετο εἰς ὀρθόδοξο καὶ ὄχι εἰς αἱρετικὸ ἐπίσκοπο, δι’ αὐτὸ τὸν συνεχάρητε, τὸν ὀνομάσατε ἀδελφό σας, συνοδοιπόρο, τοῦ προσφέρατε ἀρχιερατικὴ μίτρα κι ἀναφωνήσατε πρὸς τιμήν του τὸ «Ἄξιος»!
Ἐπ’ ἀφορμῇ τῶν γεγονότων τούτων θεωροῦμεν ὅτι τόσον τὸ περιεχόμενον τοῦ ὡς ἄνω λόγου ὅσον καὶ μόνον ἡ παρουσία σας ἐκεῖ, πλήττουν τὸ καθαρὸν καὶ ὀρθόδοξον φρόνημα τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας μας καὶ ἐπὶ πλέον θέτουν σὲ κίνδυνο τὴν σωτηρίαν τῶν ψυχῶν μας, καθὼς ἐδιδάχθημεν ἀπὸ τὸ Ἱερὸν Πηδάλιον, τοὺς ἱεροὺς καὶ ἀποστολικοὺς Κανόνας, τοὺς Ἁγίους Θεοφόρους Πατέρας ἡμῶν καὶ τὸν Ὁσιώτατον Γέροντά μου, καθ’ ὅσον μὲ τὴν ὅλη στάση καὶ συμπεριφορά σας ἀναγνωρίζετε τοὺς Παπικοὺς ὡς Ὀρθοδόξους καὶ συμποιμαίνετε μετ’ αὐτῶν τὴν "Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ". Ὡς ἐκ τούτου μεταθέσατε τὸν ἑαυτό σας ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξο παράταξη τοῦ Κυρίου εἰς χῶρον τῶν αἱρετικῶν.
Δι’ αὐτὸ ἔχει ἀπόλυτον ἐφαρμογὴν εἰς ὑμᾶς ὁ λόγος τοῦ Χρυσορρήμονος πατρὸς ἡμῶν «ὁ τοῖς ἐχθροῖς τοῦ βασιλέως συμφιλιάζων, οὐ δύναται τοῦ βασιλέως φίλος εἶναι, ἀλλ’ οὐδὲ ζωῆς ἀξιοῦται, ἀλλὰ σὺν τοῖς ἐχθροῖς ἀπολεῖται». Ἐσεῖς βεβαίως ὑπερβήκατε πολὺ τὸ νὰ συμφιλιάζετε ἁπλῶς καὶ μόνον μετὰ τῶν ἐχθρῶν τοῦ Βασιλέως Χριστοῦ, ἐφ’ ὅσον προβήκατε καὶ εἰς τὴν ἀναγνώρισή των ὡς ἐπισκόπων, ὡς ἀδελφὴ Ἐκκλησία καὶ ἀναφωνήσατε καὶ τὸ «Ἄξιος».
Οὕτως φρονοῦμε ἀπόλυτα ὅτι ζοῦμε σὲ κοσμογονικούς, προδοτικοὺς καὶ ἐσχάτους καιρούς, κατὰ τοὺς ὁποίους ἀναδεικνύονται ἁλωτικὰ σχέδια τῶν Ἑβραίων Σιωνιστῶν καὶ τῆς μασωνίας εἰς βάρος τῆς Ἁγίας καὶ ἀμωμήτου ὀρθοδόξου ἡμῶν Πίστεως καὶ μετὰ μεγίστης λύπης μου, ἡ προδοσία καὶ τὰ σκάνδαλα προέρχονται κυρίως ἀπὸ "ὀρθοδόξους"–λατινόφρονας ἐπισκόπους.
Ἔντιμον εἶναι καὶ πρέπον νὰ πληροφορήσωμεν ὑμᾶς, διὰ τοὺς προαναφερθέντας λόγους, ὅτι ἀπὸ τοῦδε καὶ εἰς τὸ ἑξῆς παύω τὸ μνημόσυνον τοῦ ὀνόματός σας, ἄχρι καιροῦ, ἐφαρμόζοντας τὸν ΙΕ΄ Ἱερὸν Κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου καὶ τὸν ΛΑ΄ τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων καθὼς καὶ ὅλη τὴν ἁγιοπνευματικὴ διδασκαλία, ἡ ὁποία προτρέπει τὴν ἄμεσο ἐκκλησιαστικὴ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς ποιμένας. Θεωρῶ ὅτι μὲ τὴν ὅλη στάση σαςἀκολουθεῖτε τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἡ ὁποία συμπλέει ἄριστα μὲ ὅλα τὰ συστήματα τῆς Ν. Ἐποχῆς καὶ τῆς Παγκοσμιοποιήσεως, ἀμνηστεύει δὲ ὅλες τὶς αἱρέσεις καὶ τοὺς αἱρετικοὺς καὶ τοὺς ἐξισώνει μὲ τὴν Ὀρθοδοξία.
Ἀπαιτεῖται λοιπὸν μεγάλη προσοχὴ καὶ ἐγρήγορση ἀπὸ ὅλους μας. Κλῆρο καὶ λαό. Εἰς τὰ θέματα τῆς Πίστεως, δὲν ἐπιτρέπεται νὰ γίνεται ὁποιαδήποτε ὑποχώρησις ἢ συμβιβασμός. Νὰ μὴν παρεκκλίνουμε ἔστω καὶ κατὰ τὸ ἐλάχιστο ἀπὸ τῆς χρυσῆς τῶν Πατέρων γραμμῆς, ὁμοφώνως βοώντων: «Οὐ χωρεῖ συγκατάβασις εἰς τὰ τῆς Πίστεως».




Γι’ αὐτὸ καὶ εἶναι φανερὸ τὸ χρέος μας. Στὴν περίοδο αὐτή, νὰ μείνουμε πιστοὶ στὴν Ἁγία Ὀρθοδοξία μας. Νὰ μὴν ἐπηρεαζόμαστε ἀπὸ τὶς ἐντυπωσιακὲς ἐκδηλώσεις. Ἐν ὅσῳ οἱ ἑτερόδοξοι δὲν ἀπαρνοῦνται τὶς πλάνες τους, καμμία ἀπολύτως ἐκκλησιαστικὴ ἐπικοινωνία ἢ συνεργασία δὲν μποροῦμε νὰ ἔχουμε μετ’ αὐτῶν.
 

Ἡ προτροπὴ τοῦ Ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ νὰ φεύγουμε μακριὰ ἀπὸ τοὺς προδότες τῆς Πίστεως, ὅπως φεύγουμε μακριὰ ἀπὸ τὰ φίδια, εἶναι περισσότερο ἀπὸ ὁποτεδήποτε ἄλλοτε ἐπίκαιρη: «Φευκτέον αὐτοὺς ὡς φεύγει τις ἀπὸ ὄφεως»  καὶ  «Ἅπαντες οἱ τῆς Ἐκκλησίας διδάσκαλοι, πᾶσαι αἱ σύνοδοι καὶ πᾶσαι αἱ θεῖαι γραφαὶ φεύγειν τοὺς ἑτερόφρονας παραινοῦσι καὶ τῆς αὐτῶν κοινωνίας διΐστασθαι» (Τὰ εὑρισκόμενα ἅπαντα, Τόμ. Α΄. σελ. 424).
Διατελῶν εὐχόμενος ὅπως ἡ Χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος ὁδηγήσῃ ὑμᾶς εἰς ὁδὸν μετανοίας καὶ σωτηρίας, ἐπιστρέψῃ δὲ εἰς τὴν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν.
† Ἀρχιμανδρίτης Εὐθύμιος Χαραλαμπίδης






Σάββατο 9 Αυγούστου 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ Θ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ: Εὐαγγέλιον - Ὁμιλία Μητροπολίτου Γ.Ο.Χ. Δημητριάδος κ.Φωτίου




Εύαγγέλιο Κυριακής (Ματθ. ιδ´ 22-34)


Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἠνάγκασεν ὁ ᾿Ιησοῦς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἐμβῆναι εἰς τὸ πλοῖον καὶ προάγειν αὐτὸν εἰς τὸ πέραν, ἕως οὗ ἀπολύσῃ τοὺς ὄχλους. Καὶ ἀπολύσας τοὺς ὄχλους ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος κατ᾿ ἰδίαν προσεύξασθαι. ᾿Οψίας δὲ γενομένης μόνος ἦν ἐκεῖ. Τὸ δὲ πλοῖον ἤδη μέσον τῆς θαλάσσης ἦν, βασανιζόμενον ὑπὸ τῶν κυμάτων· ἦν γὰρ ἐναντίος ὁ ἄνεμος. Τετάρτῃ δὲ φυλακῇ τῆς νυκτὸς ἀπῆλθε πρὸς αὐτοὺς ὁ ᾿Ιησοῦς περιπατῶν ἐπὶ τῆς θαλάσσης. Καὶ ἰδόντες αὐτὸν οἱ μαθηταὶ ἐπὶ τὴν θάλασσαν περιπατοῦντα ἐταράχθησαν λέγοντες ὅτι φάντασμά ἐστι, καὶ ἀπὸ τοῦ φόβου ἔκραξαν. Εὐθέως δὲ ἐλάλησεν αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς λέγων· Θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμι· μὴ φοβεῖσθε.

Αποκριθεὶς δὲ αὐτῷ ὁ Πέτρος εἶπε· Κύριε, εἰ σὺ εἶ, κέλευσόν με πρός σε ἐλθεῖν ἐπὶ τὰ ὕδατα.῾Ο δὲ εἶπεν, ᾿Ελθέ. Καὶ καταβὰς ἀπὸ τοῦ πλοίου ὁ Πέτρος περιεπάτησεν ἐπὶ τὰ ὕδατα ἐλθεῖν πρὸς τὸν ᾿Ιησοῦν. Βλέπων δὲ τὸν ἄνεμον ἰσχυρὸν ἐφοβήθη, καὶ ἀρξάμενος καταποντίζεσθαι ἔκραξε λέγων· Κύριε, σῶσόν με. Εὐθέως δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς ἐκτείνας τὴν χεῖρα ἐπελάβετο αὐτοῦ καὶ λέγει αὐτῷ· ᾿Ολιγόπιστε! εἰς τί ἐδίστασας; Καὶ ἐμβάντων αὐτῶν εἰς τὸ πλοῖον ἐκόπασεν ὁ ἄνεμος· οἱ δὲ ἐν τῷ πλοίῳ ἐλθόντες προσεκύνησαν αὐτῷ λέγοντες· Αληθῶς Θεοῦ Υἱὸς εἶ. Καὶ διαπεράσαντες ἦλθον εἰς τὴν γῆν Γεννησαρέτ.

 

Κυριακής Θ΄ Ματθαίου: Ὁμιλία τοῦ Μητροπολίτου Γ.Ο.Χ. Δημητριάδος κ.Φωτίου 



Το απόσπασμα του ιερού ευαγγελίου το οποίο ακούσατε σήμερα αναφερόταν σε ένα περιστατικό της ζωής του Χριστού. Μετά το θαύμα του πολλαπλασιασμού των άρτων (που ακούσαμε την προηγούμενη Κυριακή) ο Χριστός, αφού έστειλε του μαθητές Του με ένα πλοίο να διασχίσουν την λίμνη της Τιβεριάδος, ανέβη εις ένα όρος για να προσευχηθεί  μόνος και απερίσπαστος. Όταν νύκτωσε, ο Χριστός προσευχόταν μόνος Του και το πλοίο με τους μαθητές βρισκόταν στο μέσον της λίμνης ταλαιπωρούμενο από τα κύματα, διότι φύσαγε αντίθετος άνεμος.

Αυτό συνέβαινε κατά το μεγαλύτερο μέρος της νυκτός, ενώ προς το ξημέρωμα εμφανίσθηκε ο Χριστός να πλησιάζει το πλοίο, περιπατώντας επάνω στα ύδατα. Βλέποντας τον Χριστό μέσα στο μισοσκόταδο οι Μαθητές, ετρόμαξαν, νομίζοντας ότι ήταν κάποιο φάντασμα και από τον φόβο τους άρχισαν να φωνάζουν. Ο Χριστός όμως τους καθησύχασε λέγοντας: «Θάρρος, εγώ είμαι, μη φοβάσθε». Τότε ο Πέτρος απήντησε: «Κύριε, εάν είσαι εσύ, διάταξέ με να έλθω κοντά Σου βαδίζοντας επάνω εις τα ύδατα». Και ο Χριστός του είπε: «Έλα». Κατέβηκε, λοιπόν, ο Πέτρος από το πλοιάριο και άρχισε να πηγαίνει προς τον Χριστό περπατώντας επάνω στα ύδατα. Βλέποντας όμως την ισχύ του ανέμου, φοβήθηκε και αρχίζοντας να βυθίζεται φώναξε: «Κύριε, σώσε με». Τότε ο Χριστός του άπλωσε το χέρι, το έπιασε και του είπε: «Ολιγόπιστε, γιατί εδίστασες»; Όταν ανέβηκαν και οι δύο στο πλοίο, τότε εκόπασε ο άνεμος και όσοι ήταν μέσα στο σκάφος προσκύνησαν τον Χριστό λέγοντας: «Αληθινά, εσύ είσαι ο Υιός του Θεού». Και διασχίζοντας την λίμνη πήγαν στην περιοχή της Γεννησαρέτ.

Ετσι και εμείς, αγαπητοί μου αδελφοί, όταν ξεκινούμε ένα έργο θεάρεστο, συναντάμε τον πόλεμο και την αντίδραση, όπως ο Πέτρος τον αντίθετο άνεμο και τα κύματα. Και όσο η πίστη μας προς τον Θεό είναι ακλόνητη, τότε βλέπουμε τους εαυτούς μας να κάνουμε πράγματα που, υπό άλλες συνθήκες, θα μας φαίνονταν ακατόρθωτα. Θα μπορούσε ποτέ ο Πετρος να φαντασθεί προτύτερα ότι κάποτε θα περιπατούσε επάνω στα ύδατα; Κι’ όμως το έκανε, με την δύναμη του Χριστού. Γι’ αυτό και δεν ξεκινά από μόνος του το  έργο αυτό, αλλά ζητάει από τον Χριστό να δώσει διαταγή: «Κύριε, ει συ ει, κέλευσόν με προς σε ελθείν επί τα ύδατα», λέγει. Και όταν ο Χριστός τον καλεί, μόνον τότε επιχειρεί το υπεράνθρωπο έργο. Γι’ αυτό κάθε δύσκολο πνευματικό έργο, όταν γίνεται με υπακοή στο θέλημα του Θεού, όσο υπεράνθρωπο και αν μας φαίνεται, γίνεται κατορθωτό.

Κάποτε όμως παρουσιάζεται και η ανθρώπινη αδυναμία. Το βλέπουμε καθαρά στον Πέτρο. Σε κάποια στιγμή εδειλίασε, βλέποντας την ορμή των στοιχείων της φύσεως. Και τότε αρχισε να καταποντίζεται.... Πρόλαβε όμως να φωνάξει το: «Κύριε, σώσόν με». Και αμέσως έρχεται το χέρι του Θεού -κυριολεκτικώς- και τον σώζει. Αυτό το «Κύριε, σώσόν με» πρέπει και εμείς να επαναλαμβάνουμε σε κάθε κίνδυνο. Να ζητούμε την βοήθεια του Θεού. Ο Χριστός μας αποκαλύπτει την αιτία της δοκιμασίας μας. Είναι η ολιγοπιστία μας. Είναι ο δισταγμός της ψυχής μας, που ενώ βλέπουμε τον Θεό ακόμη και να θαυματουργεί για  χάρη μας, όπως έκανε τον Πέτρο να περιπατεί επάνω στα ύδατα, όμως ανησυχούμε και διστάζουμε μήπως παύσει η βοήθεια του Θεού και μας νικήσουν οι δυσκολίες. Αλλά, ακριβώς αυτός ο δισταγμός και αυτή η ολιγοπιστία, προκαλεί τον καταποντισμό μας, μέχρι, φυσικά να μας σώσει πάλι η επέμβαση του Θεού.

Βλέπετε, λοιπόν, ότι η πίστις προξενεί  θαύματα, και η ολιγοπιστία γίνετει αιτία να υποχωρεί η βοήθεια του Θεού.  Και αναφερόμαστε στην ολιγοπιστία και όχι στην απιστία, η οποία δεν έχει σχέση με τους χριστιανούς και όσοι είναι κυριευμένοι από αυτήν είναι μακρυά και από την χάρη του Θεού. Οι Χριστιανοί όμως, όσοι έχουν πίστη στον αληθνό Θεό πολεμούνται από την ολιγοπιστία. Και οι μαθητές του Χριστού πολεμούνταν από αυτό το κακό. Σε μία άλλη περίπτωση όταν οι μαθητές προσπάθησαν να θεραπεύσουν έναν δαιμονιζόμενο και δεν τα κατάφεραν, είπαν προς τον Κύριο: «διατί ημείς ουκ ηδυνήθημεν εκβαλείν αυτό; [το δαιμόνιο]» και ο Χριστός απήντησε «δια την απιστίαν υμών» εννοώντας, όπως λέγουν οι εμηνευτές την ολίγοπιστίαν, διότι οι μαθητές του Χριστού δεν ήταν τελείως άπιστοι. αλλά ο Χριστός συνέχισε τον λόγο και είπε: «Αμήν γαρ λέγω υμίν, εάν έχητε πίστιν ως κόκκον σινάπεως, ερείτε τω όρει τούτω μετάβηθι εντεύθεν εκεί, και μεταβήσεται, και ουδέν αδυνατήσει υμίν»(Ματθ. ιζ  20). Η πίστις λοιπόν θαυματουργεί.

Κάπου αλλού εις το ιερόν Ευαγγέλιον οι Μαθηταί ζητούν από τον Χριστό να προσθέσει πίστη σε αυτούς: «Και είπον οι απόστολοι τω Κυρίω· πρόσθες ημίν πίστιν» (Λουκ. ιζ  5), και ο Χριστός του απήντησε: «είπε δε ο Κύριος· ει έχετε πίστιν ως κόκκον σινάπεως, ελέγετε αν τη συκαμίνω ταύτη, εκριζώθητι και φυτεύθητι εν τη θαλάσση, και υπήκουσεν αν υμίν» (Λουκ. ιζ  6). Έχοντας, λοιπόν, ακλόνητη την πίστη μας στον Θεό μπορούμε να πετύχουμε κάθε θεάρεστο έργο μας. Μακρυά, όμως, από την ολιγοπιστία.

Αλλά, και αν η πίστη μας δεν είναι ισχυρή, ας μη απογοητευόμαστε. Ας επικαλεσθούμε άμεσα την βοήθεια του Θεού, όπως ο Πέτρος καταποντιζόμενος. Η βοήθεια του Θεού θα έλθει πάραυτα. Ας προσευχηθούμε στον Χριστό όπως οι άγιοι απόστολοι και ας ζήτήσουμε να αυξήσει την μικρή μας πίστη. Ας επαναλάβουμε και εμείς τα λόγια του πατέρα εκείνου που αναφέρει το κατά Μάρκον άγιον Ευαγγέλιον, ο οποίος εζήτησε από τον Χριστό να θεραπεύσει το άρρωστο παιδί του. Όταν ο Χριστός του είπε: «ει δύνασαι πιστεύσαι, πάντα δυνατά τω πιστεύοντι» (Μαρκ. θ  23) ο πατέρας αυτός απήντησε μετά δακρύων -όπως διηγείται ο Ευαγγελιστής: «και ευθέως κράξας ο πατήρ του παιδίου μετά δακρύων έλεγε· πιστεύω, κύριε· βοήθει μου τη απιστία». Και ο Χριστός ανταποκρίθηκε άμεσα στο αίτημά του και έκανε το θαύμα, πράγμα που σημαίνει ότι εθεράπευσε και την ολιγοπιστία του πατρός.

Το ότι ο Θεός ανταποκρίνεται άμεσα στην με πίστη προσευχή μας είναι απόδειξη του ότι είναι πραγματικά ο Υιός του Θεού. Τούτο ανεφώνησαν και οι επιβαίνοντες στο πλοίο της σημερινής ευαγγελικής περικοπής. Όταν είδαν όλα αυτά τα θαυμάσια που είχαν γίνει: «οι δε εν τω πλοίω ελθόντες προσεκύνησαν αυτώ λέγοντες· αληθώς Θεού υιός ει». Ας αποστομωθούν, λοιπόν, από αυτόν τον λόγο οι νεο-Αρειανοί ψευδομάρτυρες του Ιεχωβά, οι μασόνοι και οι όλοι όσοι αρνούνται την θεότητα του Χριστού. Ο Υιός του Θεού θαυματουργεί. Τα θαύματα τα επιτελεί η θεϊκή φύση του Χριστού. Και ας κρατύνεται η Ορθόδοξη πίστη του Χριστού που διδάσκει επακριβώς την μόνη αληθινή οδό για την σωτηρία του άνθρώπου.

Ας ξεκινήσει, λοιπόν, ο καθένας από εμάς τον αγώνα του, οπλιζόμενος με την ορθόδοξη πίστη του προς τον Θεό. Ας αναζητήσουμε την σωτηρία της αθανάτου μας ψυχής μέσα στα πλαίσια της αληθινής Εκκλησίας του Χριστού, αυτής που έχει διαφυλαξει ανόθευτη την παραδοθείσα πίστη της γνησίας Ορθοδοξίας. Ας φροντίσουμε να διατηρούμε πάντοτε ζωντανή την πίστη μας, με την θεάρεστη διαγωγή μας, διότι -όπως λέγει ο Άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος: «ώσπερ γαρ το σώμα χωρίς πνεύματος νεκρόν εστιν, ούτω και η πίστις χωρίς των έργων νεκρά εστι.» (Ιακ.β 26). Ας ζητήσουμε από τον Θεό να αυξήση την ασθενική μας πίστη. Και αν τύχει κάποια στιγμή από αδυναμία να δειλιάσουμε, σαν τον Πέτρο, ας μη καθυστερύσουμε να φωνάξουμε και εμείς το «Κύριε, σώσόν με», και τότε το χέρι του Θεού θα μας προστατεύσει.

Τετάρτη 6 Αυγούστου 2014

Σύναξις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Γεροντίσσης (2 Δεκεμβρίου)




H Εικόνα της Παναγίας της Γερόντισσας (που βρίσκεται στην Ιερά Μονή Παντοκράτορος του Αγίου Όρους), είναι θαυματουργή. Tο πρώτο θαύμα που αποδίδεται σε αυτήν αναφέρεται στα χρόνια της βασιλείας του Aλεξίου A' του Kομνηνού.

Όταν κτιζόταν το αρχικό Μονύδριο, 500 περίπου μέτρα μακριά από τα σημερινά κτίρια της Mονής, και ενώ οι εργάτες έκτιζαν, η Εικόνα μαζί με τα εργαλεία των οικοδόμων εξαφανίζονταν μυστηριωδώς και όταν τα αναζητούσαν το πρωί τα ανακάλυπταν στο σημείο που βρίσκεται σήμερα η Mονή. Έτσι κατάλαβαν ότι θέλημα της Παναγίας ήταν να κτιστεί το Μοναστήρι σε αυτό το σημείο, που η ίδια είχε επιλέξει, και όπου τελικά οικοδομήθηκε ο αρχικός πυρήνας τής Mονής.

Tην εποχή που έγινε το θαύμα, ένας πολύ ενάρετος και μεγάλος σε ηλικία Ηγούμενος μετρούσε τις τελευταίες ώρες της επίγειας ζωής του. Kατά Θεία Αποκάλυψη γνώρισε το τέλος του και θέλησε να κοινωνήσει των Aχράντων Mυστηρίων. Γι' αυτό το λόγο παρακάλεσε τον Ιερομόναχο εφημέριο που Ιερουργούσε τη συγκεκριμένη ημέρα να συντομεύσει τη Θεία Λειτουργία, ώστε να προλάβει να κοινωνήσει.

O Ιερομόναχος όμως δεν υπάκουσε και συνέχισε να λειτουργεί με αργό ρυθμό. Ξαφνικά ακούστηκε από την Εικόνα η φωνή της Παναγίας, η οποία πρόσταζε τον Ιερομόναχο να τελειώσει γρήγορα την Θεία Λειτουργία, ώστε να προλάβει να κοινωνήσει ο Ηγούμενος. Έτσι και έγινε. Mόλις ο Γέροντας κοινώνησε, εκοιμήθη, και εξαιτίας αυτού του περιστατικού η Εικόνα απέκτησε την προσωνυμία Γερόντισσα. Kατόπιν η Εικόνα μεταφέρθηκε έξω από το Iερό Bήμα και τοποθετήθηκε στην αριστερή κολόνα του κυρίως Nαού, όπου μέχρι σήμερα βρίσκεται, ώστε να μπορούν να προσκυνούν οι επισκέπτες της Mονής.


Τον 17ο αιώνα μ.Χ. υπήρξε εποχή κατά την οποία στο Μοναστήρι δεν υπήρχε καθόλου λάδι. Η έλλειψη όμως των αναγκαίων ήταν τόσο μεγάλη ώστε οι Πατέρες εγκατέλειπαν την Μονή αναζητώντας αλλού τα απαραίτητα για τη ζωή. Ο Ηγούμενος τους προέτρεπε να πιστεύουν και να ελπίζουν στην «Γερόντισσα», όπως προσευχόταν και εκείνος και είχε την ελπίδα σε Αυτή. Επόμενο ήταν η Παναγία μας να μην διαψεύσει τις προσδοκίες του, και ένα πρωί οι πατέρες είδαν να ξεχειλίζει λάδι από την είσοδο της αποθήκης, όπου φυλάσσονται τα άδεια πιθάρια. Μπήκαν στην αποθήκη και είδαν ότι ένα από τα πιθάρια, που σώζεται μέχρι σήμερα, ξεχείλιζε από λάδι. Αντιλήφθηκαν την επέμβαση της Παναγίας και με αυτό το λάδι γέμισαν όλα τα άδεια δοχεία που βρίσκονταν στο Μοναστήρι. Τότε αυτό σταμάτησε να ξεχειλίζει. Από τότε μέχρι σήμερα το λάδι δεν έχει λείψει ποτέ ξανά από το Μοναστήρι Της.

Σε μία επιδρομή Σαρακηνών στη μονή ένας απ' αυτούς προσπάθησε να σχίσει την εικόνα σε κομμάτια, για να ανάψει μ' αυτά το τσιμπούκι του, αλλά έχασε αμέσως τον όρασή του και οι σύντροφοί του πέταξαν την εικόνα σε ένα κοντινό πηγάδι. Ο τυφλός ιερόσυλος παιδεύτηκε τόσο κατά την ώρα του θανάτου του, ώστε παράγγειλε στους δικούς του ακόμα και μετά το θάνατο του να πάνε στο Άγιον Όρος και να βγάλουν την εικόνα από το πηγάδι, πράγμα το οποίο και έγινε, αφού η εικόνα είχε παραμείνει εκεί ογδόντα χρόνια.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς Μήτηρ φιλεύσπλαγχνος, Χριστοῦ τοῦ πάντων Θεοῦ, Γερόντισσα πέφηνας, ἐν συμπαθείᾳ πολλῇ, ἡμῶν Ἀειπάρθενε. Ὅθεν ὑπὸ τὴν σκέπην τῆς θερμῆς σου πρεσβείας, σπεύδοντες καθ’ ἑκάστην, εὐλαβῶς σοι βοῶμεν· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Ὡς Γεροντίσσῃ ἡμῶν σοι προσπίπτομεν, καὶ ἰσχυρᾷ προστασίᾳ Πανάμωμε. Ἀλλ’ ὦ τοῦ Θεοῦ Μῆτερ Ἄχραντε, μὴ διαλίπῃς ἀεὶ προστατεύουσα, ἡμῶν ἐν κινδύνοις καὶ θλίψεσι.

Μεγαλυνάριον
Χάριν ἀναβλύζει ἡ σὴ Εικών, καὶ παραμυθίας, Θεοτόκε τὸν γλυκασμόν, τοῖς ἐν τῇ πικρίᾳ, παθῶν συνεχομένοις, Γερόντισσα καὶ πόθῳ σὲ μεγαλύνουσι. 

Κυριακή 3 Αυγούστου 2014

«ΛΥΚΟΙ ΦΥΛΑΓΑΝ ΤΑ ΠΡΟΒΑΤΑ…! »

PAPAS-BARRTHOLOMAIOSΔέν εἶναι διόλου τυχαῖο πού ἡ Ἑκκλησία μας, τούς ὀνομάζει «ΠΟΙΜΕΝΑΡΧΕΣ» τούς Ἱερωμένους οἱ ὁποῖοι ἒχουν ὡς ἀποστολή τους τήν καθοδήγηση τῶν Πιστῶν.

Ἐδῶ, πρίν προχωρήσωμε, πρέπει νά τονίσωμε πώς μέ τόν ὃρο «πρόβατα», δέν ἐννοοῦνται «ἂβουλα», χωρίς προσωπικότητα, χωρίς ἐλευθέρα βούληση, χωρίς τήν δυνατότητα ἐπιλογῶν ἂτομα, ἀλλά «μονάδες», γιά κάθε μία τῶν ὁποίων ὁ Πανάγαθος ἒχει τό ἲδιο ἐνδιαφέρον ἀλλά καί οἱ ὁποῖες, ἒχουν τό δικαίωμα τῆς ΠΛΗΡΟΥΣ ἐλευθερίας ὡς πρός τίς ἀποφάσεις των καί τήν ἐπιλογή τοῦ τρόπου ζωῆς των.

Ἁπλῶς, γίνεται μία παρομοίωσις, ἡ ὁποία δίδει ΤΕΡΑΣΤΙΕΣ εὐθῦνες στούς Ἱερωμένους (καί μάλιστα στούς ὑψηλόβαθμους), διότι εἶναι ΥΠΟΧΡΕΩΜΕΝΟΙ νά ἐκτελοῦν τά καθἠκοντά τους μέ θέρμη, μέ ζῆλον, μέ φόβον Θεοῦ καί μέ συνέπειαν λόγων καί πράξεων.
Καί τά καθήκοντα αὐτά, εἶναι τό νά καθοδηγοῦν, νά συμβουλεύουν καί κυρίως νά φυλάττουν ἀπό κάθε κακό, νά ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΥΝ δηλαδή, τά μέλη τοῦ «ποιμνίου» των, δηλαδή τῶν Χριστιανῶν πού τούς ἀκολουθοῦν.

Ἓνας ἁπλός ποιμήν, ἓνας τσοπάνος, ἐάν χάση ἓνα μέλος τοῦ ποιμνίου του, εἶναι ἱκανός νά ψάχνη ἐπί ἡμέρες, γιἀ νά τό ξαναβρῆ, σέ πλαγιές, σέ ρουμάνια, σέ χαράδρες, παντοῦ.
Καί τί χαρές κάνει ἂν τά καταφέρη…! Ἡ φλογέρα του «παίρνει φωτιά» ἀπό χαρούμενες μελωδίες καί ἡ καρδιά του εἶναι γεμάτη χαρά, ἐνὼ, ἂν πεισθῆ πώς τό ἒχασε, εἶναι ἱκανός νά μή ξαναπιάση φλογέρα γιά ἡμέρες, ἢ οἱ σκοποί του νά εἶναι λυπητεροί…!
Φροντίζει γιά τήν τροφή τους ἀλλά καί γιά τήν ἀσφάλειά τους ἀπό τούς πάντοτε καιροφυλακτοῦντες λύκους…!

Καί μή νομίζετε πώς ὃλα αὐτά τά κάνει πάντοτε γιά τό κέρδος…!
Ἡ ἀπώλεια ἑνός καί δύο προβάτων γιά κάποιον πού ἒχει πολλά «κεφάλια», δέν εἶναι δά καί καταστροφή..!
Δίνει ὀνόματα, ξεχωρίζει τίς φωνοῦλες καί κλαίει ὃταν κάποιος λύκος ἁρπάξη κάποιο ἀπό τά ἀγαπημένα του πρόβατα.
Αὐτό θά πῆ «καλός ποιμήν»
Τά ἲδια καθἠκοντα καί μἀλιστα μέ πολύ μεγαλύτερες εὐθῦνες, ἒχει καί ὁ «ποιμήν», ὁ ὁποῖος ἒχει «χρεωθεῖ»,  μέ ἀνθρώπινες ψυχές…!
Πρέπει νά τίς «θρέψη» μέ Πνευματική τροφή, καί ἒχει ΤΡΟΜΑΚΤΙΚΗ εὐθύνη ἒναντι Τοῦ Κυρίου μας, γιά κάθε «ἀπώλεια»…!

Γιατί τά λέμε ὃλα αὐτά;
Μά, διότι, αὐτοί πού ἀρέσκονται νά αὐτοπροβάλλωνται ὡς «ποιμενάρχαι», δηλαδή ὁ Βαρθολομαῖος καί ὁ τρισκατάρατος Πάπας, οὐδεμία σημασία δίδουν γιά τήν τύχη τῶν ἁπλῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι, παγιδευμένοι μέσα στήν ἒλλειψη κάθε ἐπαφῆς τους μέ τήν Πραγματική, τήν ΓΝΗΣΙΑ Ὀρθοδοξία, τούς ἀκολουθοῦν…

Αὐτοί, σέ μία πραγματικά συνεπέστατη συνεργασία, ἀπεργάζονται τήν πλήρη καταστροφή τῆς Ὀρθοδοξίας καί ἒχουν ἐγκαταλείψει κάθε εἲδους προσπάθεια γιά τήν σωτηρία (πνευματική ἀλλά καί σωματική) τῶν, ἀνά τόν κόσμο χριστιανῶν.
Ἀνταλλάσοουν «ἀσπασμούς», συζητοῦν γιά…«οίκολογία», προσπαθοῦν νά ἑδραιώσουν τήν ἐπιβολή τους στήν παγόσμια «σκηνή», παίζοντας καί πολιτικά παιχνίδια, ἐνῶ ἀδιαφοροῦν πλήρως γιά τίς ἀναρίθμητες σφαγές ἀθώων χριστιανῶν ἀπό ἀλλοπίστους μέ αἱματοβαμμένα χέρια…!

Ὃμως, ἀφοῦ «συμπροσεύχονται» μέ τούς σφαγεῖς τῶν χριστιανῶν, πῶς μποροῦν νά ἀντιδράσουν;
Χιλιάδες νεομάρτυρες τῆς Πίστεώς μας ἀναδεικνύονται στίς ἡμέρες μας…!
Ὁ αὐτοαναγορευθείς «ἀντιπρόσωπος τοῦ Θεοῦ στήν Γῆ», ὁ δόλιος καί ὑπηρέτης σκοτεινῶν δυνάμεων Πάπας, ὂχι μόνον δέν ἀρθρώνει κουβέντα γιά τέτοια ζητήματα, ἀλλά προσπαθεῖ νά συγκαλύψη τά ἀναρίθμητα περισταικά παιδοφιλίας πού ταλανίζουν ὃλο τό συγκρότημα τῆς ὀργανώσεώς του (διότι ὀργάνωση εἶναι καί ὂχι Ἐκκλησία) καί νά γίνη ἀρεστός ὑποκρινόμενος τόν καλόκαρδο, τόν φίλο καί προστάτη τῶν ἀδυνάτων κ.λπ., ἐπισκεπτόμενος κάποιους δυστυχεῖς πού, μή γνωρίζοντας μέ ποῖον ἒχουν νά κάνουν, σκύβουν καί τόν προσκυνοῦν …

Ἀπό τήν ἂλλλη, ὁ Βαρθολομαῖος, ὁ ὁποῖος ἒχει ΑΜΕΣΗ γνὠση τῶν σφαγῶν καί τῶν διώξεων χιλιάδων Χριστιανῶν πού γίνονται γύρω του, τό ΜΟΝΟ μέ τό ὁποῖο ἀσχολεῖται, εἶναι τό πῶς θά παραδώση τόν θρόνο τοῦ Πατριαρχείου σέ πρόσωπο τῆς ἐπιλογῆς του, ἀδιαφορῶντας ἂν ἒχη τά πραγματικά πνευματικά καί οὐσιαστικά ἐφόδια, ἂν ἒχη Ἑλληνική συνείδηση καί ἂν ἒχη τήν Ὀρθοδοξία ὡς ὁδηγό του, ἀδιαφορῶντας γιά τό ποίμνιο τό ὁποῖο θά ἒπρεπε νά προστατεύη καί μέ τήν ζωή του ἀκόμα!

Τόν ἒχετε ἀκούσει νά ἀρθρώση, ἒστω μία λέξη, μία διαμαρτυρία, ὃπως ἒχει ΚΑΘΗΚΟΝ ἀπό τήν ὑψηλή θέση τήν ὁποία κατέχει;
Τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο εἶναι ΘΕΣΜΟΣ καί μάλιστα πολύτιμος Θεσμός γιά τήν Ἑλληνορθοδοξία, τόν ὁποῖο σεβόμεθα καί ἐκτιμοῦμε (ὡς Θεσμὀ).
Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης εἶναι πρόσωπο καί ἀπό τήν θέση αὐτή ἒχουν περάσει πραγματικά Ἃγιοι Ἱεράρχες, ἀλλά (δυστυχῶς) καί πολλοί ΑΝΑΞΙΟΙ καί ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΙ…! (Μασσόνοι, πανθρησκειολόγοι, ἀρνηταί τῶν Ἀρχῶν τῆς Ἑλληνορθοδοξίας κ.λπ.)..

Τό μόνο πού απασχολεῖ σήμερα τόν Βαρθολομαῖο, εἶναι τό πῶς θά «κλείση» τήν πραγματική Ἱερά Μονή Ἐσφιγμένου, προκειμένου, μέ τήν «καινούργια» (πλαστή) πού θά δημιουργήση, νά συγκεντρώση τίς ὑπογραφές τοῦ συνόλου τῶν Ἱερῶν Μονῶν τοῦ Ἁγίου Ὂρους, ὤστε νά μπορέση νά εἰσπράξη κάποια ἑκατομμύρια ἀπό τήν Εὐρώπη, ἡ ὁποία ἀποζητᾶ νά ἁλώση τό Περιβόλι τῆς Παναγιᾶς μας, μέ τό χρῆμα (Τά νεώτερα ἀργύρια τοῦ νεωτέρου Ἰούδα…!)

Ὃμως, γιά νά γυρίσωμε στήν σημερινή ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗ πραγματικότητα, οἱ δύο αὐτοί ὑπηρέτες τοῦ ἀντίχριστου καί κάθε ἂλλο, παρά ποιμενάρχαι, οὐδεμία κίνηση ἒκαναν προκειμένου νά διασώσουν τούς χριστιανούς οἱ ὁποῖοι παραμένουν ΠΙΣΤΟΙ στόν Κύριό μας, παρά τό ὃτι γνωρίζουν πώς τούς περιμένουν οἱ σφαγές…!
Αὐτά τά ὁποῖα ἀναφέρονται ἐδῶ, δέν ἀποτελοῦν «κατάκρισιν» ἢ εστω καί «κρίσιν» ἂλλων. Ἀποτελοῦν ΕΛΕΓΧΟΝ τῆς ἐξουσίας, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ ὂχι μόνον ΔΙΚΑΙΩΜΑ ἀλλά καί ΚΑΘΗΚΟΝ μας…!

Τήν ψυχή μας, τήν πλημμυρίζει ἡ Ἱερή ἀγανἀκτησις ἀλλά παραλλήλως, δέν μποροῦμε παρά νά προσευχώμεθα νυχθημερόν τόσον γιά τήν σωτηρίαν τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας τῶν χριστιανῶν, ὑπέρ «τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως» στά πλαίσια τῆς Γνησίας Ὀρθοδοξίας, ἀλλά καί τῆς σωτηρίας τῶν ΑΝΑΞΙΩΝ αὐτῶν καί ἐπικινδύνων ψευδορασοφόρων, οἱ ὁποῖοι, σήμερον, ΑΜΑΥΡΟΝΟΥΝ μέ τήν παρουσίαν των τόν χῶρο τῆς χριστιανωσύνης.

Καί αὐτό, διότι βλέπομε τόν Βορθολομαῖο μέ τόν Πάπα νά  φιλιοῦνται, νά συλλειτουργοῦν, νά  συνπροσεύχωνται νά ἀκυρώνουν τά ἀναθέματα τῶν Ἁγιων Πατέρων, νά παίρνουν κοινωνία ἀπό  «παπαδῖνες», μουσουλμάνοι νά ψέλνουν μπροστά στούς «δικούς μας» κραυγάζοντας « Ἀλλάχ βοήθησέ μας νά σφάξουμε τούς ἀπιστους», καί ἀντί νά διαμαρτύρωνται, ἒχουν καί τό θρᾶσος, αὐτοί οἱ ἲδιοι καί ὃσοι δουλόφρονες τούς ἀκολουθοῦν, νά τἀ βάζουν μέ αὐτούς πού δέν παρασύρονται ἢ δέν τούς μνημονεύουν. Καί δέν κάθονται στήν ἂγνοιά τους ἒστω, ἀλλα πολεμᾶνε καί τήν Ἐκκλησια Τοῦ Κυρίου μας…!

Ἐκεῖ τούς φτάσανε οἱ προδοτες οἱ «ἱεράρχες» τους..! Στήν αἳρεση, νά τυφλωθοῦν νά μή μποροῦν νά καταλαβαίνουν τίποτα πιά..!
Ἒτσι τούς φιλάνε τήν παντὀφλα κυνηγάνε τούς Ὀρθοδόξους καί μετά πᾶνε καί φιλάνε τἠν παντοφλα τοῦ πάπα σάν ὑπάκουα σκυλιά, προδότες πού βάζουν καί καμμιά δεκαριά ἐδῶ νά ἀντιδροῦν τάχα, καί ἒτσι τούς κοιμίζουν παντελῶς καί τούς καθιστοῦν ἓτοιμους νά τούς παραδώσουν στόν ἀντίχριστο.

Ὃμως, ἐπειδή κάποιο ἐνδεχόμενο  μετανοίας καί μεταστροφῆς τῶν ὂφεων πού προαναφέραμε, δέν φαίνεται, πιθανόν, ἀπαιτεῖται μεγάλη προσοχή ἐκ μέρους μας, προκειμένου, παραδειγματιζόμενοι ἀπό τήν άντιχριστιανική συμπεριφορά τῶν δύο αὐτῶν ὂφεων, νά μή παρασυρθοῦμε ἀπό τά νεοεποχήτικα μηνυματα πού σκορποῦν γύρω τους, ἀλλά νά ἀναθερμάνωμε τήν Πίστη μας καί νά προσευχηθοῦμε μέ μεγάλη θέρμη, τόσον διά τήν ἀνάπαυσιν τῶν ψυχῶν τῶν ἀθώων χριστιανῶν πού ἀφανίζονται καθημερινῶς, ὃσον και διά τήν προστασίαν τῶν κινδυνευόντων….

Σάββατο 2 Αυγούστου 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ: Ἀπόστολος (Ἐνότητα μέσα στήν Ἐκκλησία)




Ἀπόστολος Κυριακής Προς Κορινθίους Α΄ Επιστολή Παύλου (α΄ 10 – 17) 


Ἀδελφοί, παρακαλῶ ὑμᾶς, διὰ τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἵνα τὸ αὐτὸ λέγητε πάντες, καὶ μὴ ᾖ ἐν ὑμῖν σχίσματα, ἦτε δὲ κατηρτισμένοι ἐν τῷ αὐτῷ νοῒ καὶ ἐν τῇ αὐτῇ γνώμῃ. Ἐδηλώθη γάρ μοι περὶ ὑμῶν, ἀδελφοί μου, ὑπὸ τῶν Χλόης ὅτι ἔριδες ἐν ὑμῖν εἰσι.
Λέγω δὲ τοῦτο, ὅτι ἕκαστος ὑμῶν λέγει· ἐγὼ μέν εἰμι Παύλου, ἐγὼ δὲ Ἀπολλώ, ἐγὼ δὲ Κηφᾶ, ἐγὼ δὲ Χριστοῦ. Μεμέρισται ὁ Χριστός; Μὴ Παῦλος ἐσταυρώθη ὑπὲρ ὑμῶν; Ἢ εἰς τὸ ὄνομα Παύλου ἐβαπτίσθητε;
Εὐχαριστῶ τῷ Θεῷ ὅτι οὐδένα ὑμῶν ἐβάπτισα εἰ μὴ Κρίσπον καὶ Γάϊον, ἵνα μή τις εἴπῃ ὅτι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα ἐβάπτισα. Ἐβάπτισα δὲ καὶ τὸν Στεφανᾶ οἶκον· λοιπὸν οὐκ οἶδα εἴ τινα ἄλλον ἐβάπτισα. Οὐ γὰρ ἀπέστειλέ με Χριστὸς βαπτίζειν, ἀλλ᾿ εὐαγγελίζεσθαι, οὐκ ἐν σοφίᾳ λόγου, ἵνα μὴ κενωθῇ ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ.


ΕΝΟΤΗΤΑ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ


1. Τὸ κέντρο τῆς ἑνότητος


Στὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀπευθύνεται στοὺς χριστιανοὺς τῆς Κορίνθου, μὲ ἀφορμὴ κάποιες διασπαστικὲς τάσεις ποὺ εἶχαν ἐμφανιστεῖ ἀνάμεσά τους, καὶ τοὺς παρακαλεῖ νὰ διατηρήσουν τὴ μεταξύ τους ἑνότητα: «Παρακαλῶ ὑμᾶς, ἀδελφοί, διὰ τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἵνα τὸ αὐτὸ λέγητε πάντες, καὶ μὴ ᾖ ἐν ὑμῖν σχίσματα, ἦτε δὲ κατηρτισμένοι ἐν τῷ αὐτῷ νοῒ καὶ ἐν τῇ αὐτῇ γνώμῃ». Σᾶς παρακαλῶ, ἀδελφοί, στὸ ὄνομα τοῦ Κυ­­ρίου μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ, νὰ ὁμολογεῖτε ὅλοι τὴν ἴδια πίστη καὶ νὰ μὴν ὑπάρχουν μεταξύ σας δι­αι­ρέσεις, ἀλλὰ νὰ εἶστε ἁρμονικὰ ἑνωμένοι, μὲ τὰ ἴδια φρονήματα καὶ μὲ τὶς ἴδιες γνῶμες καὶ ἀποφάσεις.
Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι ὁ ἅγιος Ἀπόστολος ­κάνει τὴν ἔκκληση αὐτὴ γιὰ ἑνότητα «διὰ τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ». Στὸ ὄ­­νομα τοῦ Κυ­­ρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς, ὁ νομοθέτης τῆς ἀγάπης καὶ ­χορηγὸς τῆς εἰρήνης, εἶναι Αὐτὸς ποὺ ἦλθε γιὰ νὰ μᾶς ἑνώσει σὲ ἕνα σῶμα. Εἶναι Αὐτὸς ποὺ ­παρεκάλεσε τὸν οὐράνιο Πατέρα γιὰ τὴν ἑνότητα τῶν ­μαθητῶν Του, «ἵνα πάντες ἓν ὦσιν» (Ἰω. ιζ΄ 21). Εἶναι Αὐ­τὸς ποὺ ὑπόσχεται ὅτι θὰ εἶναι παρὼν ἐκεῖ ὅ­­­που εἶναι «δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι» στὸ δικό Του ὄνομα (Ματθ. ιη΄ 20). Αὐτὸς εἶναι τὸ κέντρο τῆς ἑνότητος τῶν χριστιανῶν.
Ἂν βλέπουμε λοιπὸν ὅτι στὴν οἰκογένειά μας ἢ στὴ συνεργασία μας μὲ ἄλλα μέλη τῆς Ἐκκλησίας δὲν ὑπάρχει ὁμοψυχία, συμφωνία καὶ ἑνότητα, τότε αὐτὸ σημαίνει ὅτι λείπει ὁ Χριστὸς ἀπὸ τὴ ζωή μας. Μόνο Ἐκεῖνος μπορεῖ νὰ μᾶς δώσει χάρη καὶ δύναμη γιὰ νὰ ὑπερβοῦμε τὶς προσωπικές μας ἀδυναμίες καὶ προσ­κολλήσεις καὶ νὰ ζήσουμε μὲ ἀγάπη καὶ ἑνότητα, ἔχοντας ὡς κοινὸ γνώμονα τὸ ἅγιο θέλημά Του.

2. Ἡ ἀνάγκη γιὰ ἑνότητα


Ἀποτελεῖ πράγματι ὀδυνηρὸ τραῦμα γιὰ τὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας κάθε διαίρε­­­ση μεταξὺ τῶν πιστῶν, διότι αὐτὸ συνι­στᾶ καίριο πλῆγμα καὶ προσβολὴ ἐναν­τίον τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ θεῖος Ἀπόστολος ­διαμαρτύρεται μὲ σθέ­­­νος γιὰ τὶς φατρίες ποὺ εἶχαν δημι­­ουρ­γη­θεῖ:
«Μεμέρισται ὁ Χριστός;»· κομματιάστηκε λοιπὸν ὁ Χριστός;…, ἀνα­ρω­τιέται μὲ θλίψη. Ἡ ­Ἐκκλησία εἶναι τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, κι ὅταν τὰ μέλη της δὲν εἶναι ἑνωμένα, τότε ­παρουσιάζεται ὁ Χριστὸς ­κομματιασμένος! Εἶναι ὅμως δυνατὸν νὰ κοινωνοῦμε ἀπὸ τὸ ἴδιο ἅ­­­γιο Ποτήριο καὶ νὰ μὴ μιλοῦμε ­μεταξύ μας; «Εἷς ἄρτος, ἓν σῶμα οἱ πολλοί ἐ­­σμεν», λέγει σὲ ἄλλο σημεῖο ὁ θεόπνευστος Ἀπό­στολος (Α΄ Κορ. ι΄ 17). Ἐπειδὴ ἀκριβῶς ἕνας εἶναι ὁ οὐράνιος αὐτὸς Ἄρτος, γι’ αὐτὸ ἕνα σῶ­μα εἴμαστε οἱ πολ­λοί.
Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὴ διάσπαση τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, οἱ διαιρέσεις μεταξὺ τῶν χριστιανῶν ἔχουν ἀρνητικὸ ἀντίκτυπο καὶ στοὺς ἀνθρώπους ποὺ βρίσκον­ται μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό. Πῶς νὰ πιστέψει ὁ κόσμος ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη, ὅταν βλέπει τοὺς πιστοὺς νὰ βρίσκονται σὲ διαμάχη; Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς καὶ ὁ Κύριος Ἰησοῦς προέτρεψε τοὺς ­μαθητές Του νὰ διατηρήσουν τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ἑνότητα μεταξύ τους μὲ τοὺς ἑξῆς λόγους: «ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις», δηλαδή, ἀπ’ αὐτὸ θὰ μάθουν ὅλοι ὅτι εἶστε δικοί μου μαθητές, ἀπὸ τὸ ἂν θὰ ἔχετε ἀγάπη μεταξύ σας (Ἰω. Ιγ΄ 35).

3. Ἡ διαφορὰ τῆς χριστιανικῆς πίστεως


Στὴ συνέχεια ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀναφέρει ποιὸ εἶναι τὸ γνήσιο πνεῦμα στὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ Κύριος, λέγει, δὲν μᾶς ἀπέστειλε γιὰ νὰ κηρύττουμε ἀνθρώπινες φιλοσοφίες, ἀλλὰ τὴ δύναμη τοῦ Σταυροῦ Του· «εὐαγγελίζεσθαι, οὐκ ἐν σοφίᾳ λό­γου, ἵνα μὴ κενωθῇ ὁ σταυ­ρὸς τοῦ Χριστοῦ». Ὁ Θεὸς μὲ ἀπέστειλε νὰ κηρύττω τὸ Εὐαγγέλιο ὄχι μὲ ἀνθρώπινη τέχνη καὶ φιλοσοφικὰ ἐπιχειρήματα, γιὰ νὰ παρουσιάζεται ἡ διδασκαλία μου σοφὴ καὶ λαμπρή, ἀλλὰ νὰ τὸ κηρύττω ἔτσι ὥστε νὰ μὴ χά­σει τὴ θεία του δύναμη τὸ κήρυγμα γιὰ τὸν σταυρικὸ θά­νατο τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ χριστιανικὴ πίστη δὲν εἶναι ἕνα σύστημα ἰδεῶν ἢ συλλογὴ λογίων ἑνὸς ­σο­φοῦ διδασκάλου, ἀλλὰ χάρη καὶ δύ­ναμη ποὺ ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία. Αὐτὴ εἶ­ναι ἡ διαφορὰ τῆς χριστιανικῆς ­πίστεως ἀ­­­­­­­πὸ κάθε ἄλλη φιλοσοφία ἢ θρησκεία. Ἡ μυστικὴ ἕλξη τοῦ ­Χριστιανισμοῦ εἶναι ὁ Ἐσταυρωμένος. Αὐτὸς εἶναι τὸ ­θεμέλιο τῆς πίστεως, ἡ πηγὴ τῆς ­δυνάμεως, ἡ δό­ξα καὶ τὸ καύχημά μας. «Χριστὸν ­ἐ­­­­­­­­σταυ­­ρωμένον… Θεοῦ ­δύναμιν καὶ ­Θε­­­­οῦ σοφίαν» (Α΄ Κορ. α΄ 23-24) ­κη­­ρύτ­­τουν ὅλοι οἱ γνήσιοι ἐργάτες τοῦ ­Εὐ­­αγ­γελίου. Ἀπὸ τὸν Σταυρὸ τοῦ ­Κυρίου ­ἐμ­πνέονται καὶ ἀντλοῦν χάρη καὶ ­δύναμη ὅλοι οἱ ­πιστοὶ καὶ ­συνειδητοὶ ­χριστιανοὶ στὸν καθημερινὸ τους ­ἀγώνα, ποὺ ­ἀπο­βλέ­πει στὴν κληρονομία τῆς οὐράνιας Βασιλείας.


Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”

ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ: Εὐαγγέλιο - Ὁ πολλαπλασιασμός τῶν ἄρτων (Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς)




Εὐαγγέλιο Κυριακής κατά Ματθαίον (ιδ´ 14-22).

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἶδεν ὁ ᾿Ιησοῦς πολὺν ὄχλον, καὶ ἐσπλαγχνίσθη ἐπ᾿ αὐτοῖς καὶ ἐθεράπευσε τοὺς ἀρρώστους αὐτῶν. ᾿Οψίας δὲ γενομένης προσῆλθον αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· ῎Ερημός ἐστιν ὁ τόπος καὶ ἡ ὥρα ἤδη παρῆλθεν· ἀπόλυσον τοὺς ὄ-χλους, ἵνα ἀπελθόντες εἰς τὰς κώμας ἀγοράσωσιν ἑαυτοῖς βρώματα. ῾Ο δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Οὐ χρείαν ἔχουσιν ἀπελθεῖν· δότε αὐτοῖς ὑμεῖς φαγεῖν. Οἱ δὲ λέγουσιν αὐτῷ· Οὐκ ἔχομεν ὧδε εἰ μὴ πέντε ἄρτους καὶ δύο ἰχθύας. ῾Ο δὲ εἶπε· Φέρετέ μοι αὐτοὺς ὧδε. Καὶ κελεύσας τοὺς ὄχλους ἀνακλιθῆναι ἐπὶ τοὺς χόρτους, λαβὼν τοὺς πέντε ἄρτους καὶ τοὺς δύο ἰχθύας, ἀναβλέψας εἰς τὸν οὐρανὸν εὐλόγησε, καὶ κλάσας ἔδωκε τοῖς μαθηταῖς τοὺς ἄρτους, οἱ δὲ μαθηταὶ τοῖς ὄχλοις. Καὶ ἔφαγον πάντες καὶ ἐχορτάσθησαν, καὶ ἦραν τὸ περισσεῦον τῶν κλασμάτων δώδεκα κοφίνους πλήρεις. Οἱ δὲ ἐσθίοντες ἦσαν ἄνδρες ὡσεὶ πεντακισχίλιοι χωρὶς γυναικῶν καὶ παιδίων. Καὶ εὐθέως ἠνάγκασεν ὁ ᾿Ιησοῦς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἐμβῆναι εἰς τὸ πλοῖον καὶ προάγειν αὐτὸν εἰς τὸ πέραν, ἕως οὗ ἀπολύσῃ τοὺς ὄχλους.
 
Μετάφραση: 


Εκεῖνο τὸν καιρό, ὁ ᾿Ιησοῦς εἶδε πολὺν κόσμο καὶ τοὺς σπλαχνίστηκε, καὶ γιάτρεψε τοὺς ἀρρώστους των.῞Οταν ἔπεσε τὸ δειλινό, τὸν πλησίασαν οἱ μαθητές του καὶ τοῦ εἶπαν· «῾Ο τόπος εἶναι ἐρημικός, καὶ ἡ ὥρα πιὰ περασμένη. Διῶξε τὸν κόσμο νὰ πᾶνε στὰ χωριὰ γιὰ ν᾿ ἀγοράσουν φαγητὰ νὰ φᾶνε». ῾Ο ᾿Ιησοῦς ὅμως τοὺς εἶπε· «Δὲν ὑπάρχει λόγος νὰ φύγουν, δῶστε τους ἐσεῖς νὰ φᾶνε». «Δὲν ἔχουμε ἐδῶ παρὰ πέντε ψωμιὰ καὶ δύο ψάρια», τοῦ ἀπαντοῦν. «Φέρτε μοῦ τα ἐδῶ», τοὺς λέει. Κι ἀφοῦ πρόσταξε τὸν κόσμο νὰ καθίσει γιὰ φαγητὸ πάνω στὸ χορτάρι, πῆρε τὰ πέντε ψωμιὰ καὶ τὰ δύο ψάρια, ἔστρεψε τὸ βλέμμα του στὸν οὐρανό, τὰ εὐλόγησε, ἔκοψε τὰ ψωμιὰ σὲ κομμάτια καὶ τὰ ἔδωσε στοὺς μαθητές, καὶ οἱ μαθητὲς στὸ πλῆθος. ῎Εφαγαν ὅλοι καὶ χόρτασαν. Καὶ μάζεψαν τὰ περισσεύματα ἀπὸ τὰ κομμάτια, δώδεκα κοφίνια γεμᾶτα. Αὐτοὶ ποὺ ἔφαγαν ἦταν περίπου πέντε χιλιάδες ἄντρες, χωρὶς τὶς γυναῖκες καὶ τὰ παιδιά. ᾿Αμέσως ὕστερα ὁ ᾿Ιησοῦς ὑποχρέωσε τοὺς μαθητές του νὰ μποῦν στὸ καΐκι καὶ νὰ πᾶνε νὰ τὸν περιμένουν στὴν ἀπέναντι ὄχθη, ὡσότου αὐτὸς διαλύσει τὰ πλήθη.


 Ὁ πολλαπλασιασμός τῶν ἄρτων 
(ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ)


Όλα όσα κάνει ο Ύψιστος, είναι απαραίτητα. Δεν κάνει τίποτα άσκοπο, τίποτα υπερβολι­κό, τίποτα που να μη χρειάζεται. Γιατί μερικοί άνθρωποι περιφέρονται τόσο άσκοπα και κάνουν τόσο αδιάφορα πράγματα; Επειδή δεν είναι βέβαιοι για το σκοπό της ζωής τους, για τον προορισμό τού επίγειου ταξιδιού τους. Γιατί μερικοί άνθρωποι υπερ­φορτώνονται με άσκοπες υποχρεώσεις, προβαίνουν σε υπερβολικές ενέργειες, σε σημείο που να μην μπορούν να κινούνται ελεύθερα κάτω από τέτοιο βάρος υποχρεώσεων; Επειδή δε γνωρίζουν το ένα πράγμα, «ού εστι χρεία».


Για να βοηθήσει ο Κύριος τον άνθρωπο να μαζέψει το διασκορπισμένο νου του, να θεραπεύσει τη διχα­σμένη καρδιά του και να συγκροτήσει την ανεξέλεγκτη δύναμή του, αποκάλυψε τον ένα και μοναδικό στόχο που είναι απαραίτητος: τη Βασιλεία του Θεού. Πόσο άσκοπη είναι αλήθεια η ζωή τού ανθρώπου που αγω­νίζεται να επιτύχει διάφορους στόχους! Πόσο αναί­σθητη είναι η διχασμένη καρδιά! Πόσο αδύναμη είναι η θέληση, όταν η δύναμή της κατακερματίζεται!

Ενός εστι χρεία. Μόνο ένα πράγμα μας χρειάζεται: η Βασιλεία τού Θεού. Ο θαυματουργός Χριστός προ­σπάθησε να στρέψει τα μάτια και την προσοχή όλων των ανθρώπων προς αυτόν τον προορισμό. Όποιος σκέφτεται έτσι, έχει ένα μόνο στόχο: το Θεό. Ένα αίσθημα: την αγάπη. Μια νοσταλγία: να πλησιάσει το Θεό. Μακάριος είναι εκείνος που έφτασε σ' αυτό το μέτρο. Ο άνθρωπος αυτός έχει γίνει σαν το φακό που συγκεντρώνει τις ακτίνες τού ήλιου για να δημι­ουργήσει φωτιά.

Τα λόγια που είπε ο Χριστός στη Μάρθα, «Μάρθα, Μάρθα, μεριμνάς και τυρβάζη περί πολλά· ενός δέ εστι χρεία» (Λουκ. ι' 41, 42), ήταν στην πραγματικό­τητα ένας έλεγχος, μια προειδοποίηση στον κόσμο ολόκληρο. Κι αυτό το ένα που έχουμε πραγματική ανάγκη, είναι η Βασιλεία τού Θεού (βλ. Ματθ. στ' 33). Για όλα όσα είπε και έκανε ο Κύριος, είχε στο νου του το στόχο αυτό. Εκεί είχε συγκεντρωθεί όλη η φλόγα που φωτίζει τους ταξιδιώτες εκείνους που περιφέρονται γύρω από τις χαράδρες και τους ανε­μοστρόβιλους της πρόσκαιρης αυτής ζωής.

Όλα όσα κάνει ο Ύψιστος, είναι απαραίτητα. Τα πάντα γίνονται μ' αυτόν τον ύψιστο, το μοναδικό στό­χο. Όλα είναι απαραίτητα, τόσο τα λόγια που λέει όσο και τα έργα που κάνει. Δεν υπάρχει ούτε ένας αργός λόγος, ούτε ένα αχρείαστο έργο. Και πόσο καρποφόρα ήταν τα λόγια και τα έργα Του! Πόσα εκατομμύρια φορές έχει καρποφορήσει κάθε λόγος και κάθε Του πράξη, ως τις μέρες μας! Πόσο γλυκός, ευωδιαστός και ζωογόνος είναι ο καρπός αυτός!

Γιατί ο Κύριος δε μετέτρεψε τις πέτρες σε ψωμιά όταν του το ζήτησε ο σατανάς; Σε δυο μεταγενέστερες περιπτώσεις, όταν γύρω του υπήρχε ένα πεινασμένο πλήθος, πολλαπλασίασε το λίγο ψωμί σε μια τεράστια ποσότητα, ώστε μετά τη διατροφή τού πλήθους, πε­ρίσσεψε περισσότερο ψωμί απ' όσο ήταν αρχικά. Το πρώτο θαύμα όμως (η μετατροπή των λίθων σε ψωμί), ήταν κάτι αδόκιμο, ανάρμοστο, άτοπο. Το δεύτερο θαύμα (ο πολλαπλασιασμός των άρτων) ήταν κατάλ­ληλο, απαραίτητο και ταιριαστό.

Γιατί ο Κύριος δεν έδωσε «σημείον εκ του ουρα­νού» στους Φαρισαίους, όταν του το ζήτησαν; Δεν έδωσε τέτοια σημεία από τον ουρανό σε αμέτρητες περιπτώσεις, όπως σε θαύματα-θεραπείες άρρωστων, λεπρών, δαιμονισμένων, δεν ανέστησε νεκρούς; Κάθε σημείο από τον ουρανό στους φθονερούς Φαρισαίους όμως θα ήταν ανάρμοστο, ακατάλληλο και υπερβο­λικό, ενώ σε άλλες περιπτώσεις θα ήταν κατάλληλο, απαραίτητο και ταιριαστό.

Γιατί ό Κύριος δε μετακίνησε όρη από ένα σημείο σε άλλο ή δεν τα έριξε στη θάλασσα; Θα μπορούσε να το κάνει κι αυτό, δεν υπάρχει αμφιβολία. Γιατί λοιπόν δεν το έκανε; Εκείνος που μπορούσε να διατάξει την τρικυμισμένη θάλασσα και να γαληνέψει, τους ανέμους και να ηρεμήσουν, σίγουρα θα μπορούσε να μετακι­νήσει όρη και να τα ρίξει στη θάλασσα. Ποιό σκοπό όμως θα είχε υπηρετήσει έτσι; Κανέναν. Γι' αυτό κι ο Κύριος δεν έκανε τέτοιο θαύμα. Υπήρχε όμως μεγάλη ανάγκη να γαληνέψει η θάλασσα και να ηρεμήσει ο άνεμος, γιατί υπήρχαν άνθρωποι που έκραζαν για βοήθεια, επειδή κινδύνευαν να πνιγούν.

Μόνο οι δαίμονες κι οι αμαρτωλοί ζητούν από το Χριστό θαύματα που είναι υπερβολικά κι αχρείαστα, όχι απαραίτητα. Προσέξτε τι ανόητα πράγματα ζήτησε ο σατανάς από τον Κύριο: να μετατρέψει τις πέτρες σε ψωμιά στην έρημο, να πηδήσει κάτω από το πτερύγιο του ναού! Κοιτάξτε τώρα και τους σκληροτράχηλους αμαρτωλούς, τους Φαρισαίους. Είχαν δει πολλά θαύ­ματα του Χριστού, που τά 'κανε όλα για να βοηθήσει τους ανθρώπους. Και του ζητούσαν έπειτα να κάνει κάποια άσκοπα κι ανώφελα θαύματα, όπως το να ρίξει κάποιο βουνό στη θάλασσα! Ο Κύριος αρνιόταν να κάνει τέτοια θαύματα, να ικανοποιήσει τέτοιες απαι­τήσεις του διαβόλου και των υποκριτών. Ποτέ όμως δεν αρνήθηκε να κάνει θαύματα που ήταν απαραίτητα, επειδή υπηρετούσαν τη σωτηρία των ανθρώπων.

***

Το σημερινό ευαγγέλιο περιγράφει ένα τέτοιο απαραίτητο και χρήσιμο θαύμα: τον πολλαπλα­σιασμό των άρτων στην έρημο. Αυτή δεν ήταν κάποια ακατοίκητη έρημος, μια έρημος όπου μόνο ο διάβολος κατοικούσε. Ήταν μια έρημος όπου βρέθη­καν πάνω από δέκα χιλιάδες πεινασμένοι άνθρωποι. Το συμπέρασμα για τον αριθμό τους προκύπτει απ' όσα γράφει ο ευαγγελιστής, πως το πλήθος ήταν πέντε χιλιάδες άντρες, χωρίς να συνυπολογίσει τις γυναίκες και τα παιδιά.

«Και εξελθών ο Ιησούς είδε πολύν όχλον, και εσπλαγχνίσθη επ' αυτοίς και εθεράπευσε τους αρρώ­στους αυτών» (Ματθ. ιδ' 14). Αυτό έγινε την εποχή που ο βασιλιάς Ηρώδης είχε αποκεφαλίσει τον Ιωάννη το Βαπτιστή. Κι όταν το άκουσε αυτό ο Ιησούς επιβιβάστηκε σ' ένα πλοίο κι αναχώρησε «εις έρημον τόπον κατ' ιδίαν» (Ματθ. ιδ' 13). Το περιστατικό αυτό το αναφέρουν και οι τέσσερις ευαγγελιστές. Μερικοί αναφέρουν περισσότερες λεπτομέρειες, άλλοι λιγό­τερες. Σύμφωνα με τον Ιωάννη, ο Κύριος μπήκε στο πλοίο κοντά στην Τιβεριάδα και πέρασε στο απέναντι μέρος της θάλασσας τής Γαλιλαίας, που ονομάζεται και θάλασσα της Τιβεριάδας. Ο Λουκάς λέει πως «υπεχώρησε κατ' ιδίαν εις τόπον έρημον πόλεως καλούμενης Βηθσαϊδά» (θ' 10).

Το συνήθιζε ο Κύριος ν' αποσύρεται συχνά στην έρημο, σε ερημικές τοποθεσίες και σε βουνά. Το έκανε αυτό για τρεις λόγους: Πρώτο, για να κάνει σύντομα διαλείμματα από τις εντατικές και πολυσχιδείς δρα­στηριότητές Του, ώστε να χωνέψουν κι οι άνθρωποι τις διδαχές Του και τα θαύματα που είχε κάνει.Δεύτερο, για να δώσει το παράδειγμα στους αποστόλους και σε μας πως είναι απαραίτητο ν' αποσυρόμαστε, να εισερχόμαστε στο ταμιείο μας (Ματθ. στ' 6), για να παραμένουμε στην προσευχή μόνοι μας με το Θεό. Η ησυχία κι η σιωπή καθαρίζουν τον άνθρωπο, τού δι­δάσκουν την υποταγή στο Θεό και τού χαρίζουν πνευ­ματική διαύγεια και δύναμη. Τρίτο, για να μας δείξει πως ο καλός και χρήσιμος άνθρωπος δεν μπορεί να κρυφτεί - «Ου δύναται πόλις κρυβήναι επάνω όρους κειμένη» (Ματθ. ε' 14). Έτσι έδειξε κι επισήμανε ποιος είναι ο πραγματικός τόπος για τους ερημίτες και τους μοναχούς.

Η εκκλησιαστική ιστορία το έχει αποδείξει αυτό χιλιάδες φορές. Δεν υπάρχει ούτε ένας μοναδικός ερη­μίτης, άνθρωπος της προσευχής και θαυματουργός, που να κατόρθωσε να κρυφτεί από τους ανθρώπους. Πολλοί ρωτάνε αναιτιολόγητα:Τί κάνει ο μοναχός στην έρημο; Δε θά 'ταν καλύτερα ο μοναχός να μένει στον κόσμο, ανάμεσα στους ανθρώπους, και να τους υπηρετεί; Πώς όμως μπορεί να φωτίσει ένα κερί που δεν είναι αναμμένο; Ο μοναχός κουβαλάει την ψυχή του στην έρημο σαν κερί άκαφτο. Τη φέρνει στην έρημο για να την ανάψει με προσευχή, με νηστεία, με περισυλλογή και άσκηση. Αν κατορθώσει να την ανάψει, το φως Του θα λάμψει σ' ολόκληρο τον κόσμο. Ο κόσμος θα τον ακολουθήσει και θα τον βρει, ακόμα κι αν αυτός κρυφτεί στην έρημο, σε απομακρυσμένα βουνά ή σε απρόσιτες σπηλιές. Όχι, ο μοναχός δεν είναι άχρηστος. Είναι ικανός να γίνει πολύ πιο χρήσιμος στους άλλους από οποιονδήποτε άλλον. Αυτό φαίνεται πολύ καθαρά σ' αυτήν την περίπτωση από τον Κύριο Ιησού. Μάταια κρυβόταν από τους ανθρώπους στην έρημο, γιατί τα πλήθη τον έβρισκαν και τον ακολουθούσαν.

Ο Κύριος τους κοίταξε και «εσπλαχνίσθη περί αυτών, ότι ήσαν εκλελυμένοι και ερριμένοι ως πρό­βατα μη έχοντα ποιμένα» (Ματθ. θ' 36). Κάτω στις πόλεις οι συναγωγές ήταν γεμάτες από αυτόκλητους ποιμένες, που στην πραγματικότητα ήταν λύκοι με εμφάνιση προβάτων. Οι άνθρωποι το ήξεραν αυτό, το ένιωθαν, όπως ήξεραν κι ένιωθαν την αμέτρητη ευσπλαχνία και αγάπη τού Χριστού γι' αυτούς. Οι άνθρωποι ήξεραν και ένιωθαν πως ο Χριστός ήταν ο μόνος Καλός Ποιμένας, πως η μέριμνά Του γι' αυτούς ήταν γνήσια, στοργική. Γι' αυτό και τον ακολουθούσαν στην έρημο. Κι ο Κύριος εθεράπευσε τους αρρώστους αυτών. Οι άνθρωποι ένιωθαν πως τον χρειάζονταν το Χριστό, δεν του ζητούσαν να θαυματουργήσει από μάταιη περιέργεια, αλλ' από μεγάλη ανάγκη. Κι ο Μάρκος μας λέει πως εκεί άρχισε να τους διδάσκει.

«Οψίας δε γενομένης προσήλθον αυτώ οι μαθηταί αυτού λέγοντες· έρημός εστιν ο τόπος και η ώρα ήδη παρήλθεν απόλυσον τους όχλους, ίνα απελθόντες εις τας κώμας αγοράσωσιν εαυτοίς βρώματα» (Ματθ. ιδ' 15). Ο Ματθαίος δε μας λέει τι τον κρατούσε τόσο πολύ με τους ανθρώπους. Γράφει μόνο πως θεράπευσε τους αρρώστους. Ο Μάρκος το συμπληρώνει αυτό και λέει πως τους δίδασκε πολλά πράγματα. Προσέξτε πόσο όμορφα συμπληρώνουν ο ένας ευαγγελιστής τον άλλο! Ο Κύριος συνέχισε να διδάσκει τους όχλους για πολλές ώρες, ωσότου άρχισε να νυχτώνει. Όλες αυτές τις ώρες ο Κύριος δίδαξε τόσο πολλά στο λαό, που θα μπορούσε να γεμίσει ολόκληρο ευαγγέλιο. Αυτό το είπε ο ευαγγελιστής Ιωάννης, όταν έγραψε πως «ουδέ αυτόν οίμαι τον κόσμον χωρήσαι τα γραφόμενα βι­βλία» (Ιωάν. κα' 25).

Παρατηρούμε όμως και την αγάπη των μαθητών: Έρημός εστιν ο τόπος και η ώρα ήδη παρήλθεν. Το πλήθος πεινάει κι είναι αργά πια για να φύγουν και να πάνε στον τόπο του ο καθένας. Τα σπίτια τους είναι μακριά. Δες, εδώ έχουμε και πολλές γυναίκες, έχουμε και παιδιά. Πρέπει να βρουν τροφή όσο πιο σύντομα γίνεται. Ας τους λοιπόν να πάνε στα γύρω χωριά για να βρουν κάτι να φάνε.

Ο Χριστός σίγουρα είναι πιο εύσπλαχνος και πιο στοργικός από τους μαθητές Του. Μήπως δεν ένιωθε κι ο ίδιος, όπως οι μαθητές Του, πως οι άνθρωποι πει­νούσαν κι η νύχτα ήταν κοντά; Και βέβαια ο Χριστός ήταν περισσότερο ελεήμων και στοργικός από τους μαθητές Του. Τις ανάγκες των ανθρώπων τις ένιωθε πριν από εκείνους. Στην αρχή, όπως λέει ο ευαγγελι­στής Ιωάννης, «επάρας ουν ο Ιησούς τους οφθαλμούς και θεασάμενος ότι πολύς όχλος έρχεται προς αυτόν, λέγει προς τον Φίλιππον πόθεν αγοράσωμεν άρτους ίνα φάγωσιν ούτοι;» (Ιωάν. στ' 5). Η συζήτηση με το Φίλιππο όμως τέλειωσε κι οι άνθρωποι μαζεύτη­καν γύρω από τον Κύριο με τους ασθενείς τους. Ο Κύριος θεράπευσε πρώτα όλους τους αρρώστους κι έπειτα άρχισε να διδάσκει τους όχλους. Η διδασκαλία κράτησε ως το βράδυ. Και τότε μόνο σκέφτηκαν οι απόστολοι πως οι άνθρωποι θα πεινούσαν κι έπρεπε να φάνε.

Ο Κύριος το είχε προβλέψει αυτό από την αρχή. Δε μίλησε όμως, σκόπιμα. Περίμενε τους αποστόλους να θέσουν το πρόβλημα. Κι αυτό το έκανε για δυο λόγους: πρώτα για να τους διεγείρει την ευσπλαχνία και τη συμπάθεια και δεύτερο για ν' αποδείξει πόσο αδύναμοι ήταν χωρίς Εκείνον. Τους είπε ο Χριστός: «ου χρείαν έχουσιν απελθείν· δότε αυτοίς υμείς φαγείν» (Ματθ. ιδ' 16).Γνώριζε πως αυτό δεν μπορούσαν να το κάνουν, ήταν αδύνατο ανθρωπίνως να γίνει. Το είπε όμως για να συνειδητοποιήσουν πλήρως και να ομολογήσουν την αδυναμία τους. Γι' αυτό και του είπαν: «ουκ έχομεν ώδε ει μη πέντε άρτους και δύο ιχθύας» (Ματθ. ιδ' 17). Σύμφωνα με τον ευαγγελιστή Ιωάννη, τα λιγοστά αυτά τρόφιμα δεν ήταν δικά τους, ανήκαν σε κάποιο μικρό παιδί που βρισκόταν εκεί. Γράφει ο ευαγγελιστής: «Έστι παιδάριον εν ώδε, ος έχει πέντε άρτους κριθίνους και δυο όψάρια΄ αλλά ταύτα τί εστιν εις τοσούτους;» (Ιωάν. στ 9). Στον Κύριο αυτό το είπε ο Ανδρέας. Παρά το γεγονός ότι ο πρωτόκλητος των αποστόλων ζούσε τόσο καιρό μαζί Του, ακόμα δεν είχε εδραιωθεί στην πίστη, δεν είχε τελειοποιηθεί. Αυτό είναι φανερό από εκείνο που είπε: αλλά ταύτα τί εστιν εις τοσούτους; Το ψωμί ήταν κρίθινο. Κι αυτό δεν ήταν συμπτωματικό. Σύμφωνα με τον άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο, απ' αυτό μαθαίνουμε πως πρέπει να ικανοποιούμαστε με απλές τροφές, να μην είμαστε απαιτητικοί. «Η λαιμαργία κι η πολυ­φαγία είναι μητέρες της αρρώστιας», συμπληρώνει ο άγιος πατέρας.

«Ο δε είπε· φέρετέ μοι αυτούς ώδε» (Ματθ. ιδ' 18). Τώρα είχε έρθει η δική Του ώρα. Οι όχλοι δεν μπορούσαν να βρουν τρόφιμα για να φάνε. Οι απόστο­λοι ομολόγησαν την αδυναμία τους, δεν μπορούσαν να τους βοηθήσουν. Τότε και μόνο τότε ήρθε η δική Του ώρα. Το κλίμα ήταν ώριμο για να γίνει το θαύμα.

«Και κελεύσας τους όχλους ανακλιθήναι επί τους χόρτους, λαβών τους πέντε άρτους και τους δύο ιχθύας, αναβλέψας εις τον ουρανόν ευλόγησε, και κλάσας έδωκε τοις μαθηταίς τους άρτους, οι δε μαθηταί τοις όχλοις» (Ματθ. ιδ' 19). Γιατί κοίταξε πρώτα στον ουρανό ο Κύριος; Όταν έκανε πολλά από τ' άλλα θαύματά Του δεν το είχε κάνει, δεν είχε ξανακοιτάξει στον ουρανό. Δεν το έκανε όταν άνοιγε τα μάτια των τυφλών, όταν θεράπευε τους λεπρούς, έβγαζε δαιμόνια από τους ανθρώπους, γαλήνευε τη θά­λασσα, έκανε το νερό κρασί κι όταν ακόμα ανάσταινε νεκρούς. Γιατί λοιπόν στη συγκεκριμένη αυτή περί­πτωση έστρεψε τα μάτια Του προς τον ουρανό, προς τον ουράνιο Πατέρα Του; Πρώτο, για να κάνει σαφή στους ανθρώπους την ταυτότητα της θέλησής Του μ' εκείνην του Πατέρα Του, να καταρρίψει την άποψη και κατηγορία των Φαρισαίων, πως τα θαύματα τα έκανε με τη συνεργεία τών δαιμόνων. Δεύτερο, για να δώσει ως άνθρωπος στον κόσμο το παράδειγμα της ταπεί­νωσης ενώπιον του Θεού, καθώς και της ευχαριστίας για κάθε αγαθό που προέρχεται από το Θεό. Ένα παρόμοιο παράδειγμα μας έδωσε και στο Μυστικό Δείπνο: «Λαβών ο Ιησούς τον άρτον και ευχαριστήσας έκλασε...» (Ματθ. κστ' 26). Ευχαρίστησε τον ουράνιο Πατέρα Του κι ύστερα ευλόγησε το ψωμί, ως δώρο Θεού. Κι εμείς πρέπει να ευχαριστούμε και να υμνούμε το Θεό για τα δώρα Του σε κάθε γεύμα, όσο λιτό κι αν είναι. Τρίτο, ως Θεός, με τον πολλαπλασια­σμό των άρτων - μια πράξη που μοιάζει πολύ με νέα δημιουργία - να εκφράσει την ενότητα δύναμης της Αγίας Τριάδας: του Πατέρα, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, της ομοούσιας και αδιαίρετης Τριάδας, του Δημιουργού των πάντων.

Ο Κύριος Ιησούς «έκλασε», έκοψε τον άρτο με τα ίδια Του τα χέρια. Γιατί; Γιατί δεν έδωσε εντολή στους αποστόλους Του να το κάνουν; Για να δείξει πως επιθυμούσε να λογαριάσει τους ανθρώπους ως φιλοξενούμενούς Του, να τονίσει τη μεγάλη αγάπη Του γι' αυτούς και να διδάξει έτσι κι εμάς πως, όταν δίνουμε ελεημοσύνη και δώρα, πρέπει να το κάνουμε με αγάπη και ιλαρότητα, όπως κι Εκείνος.

«Και έφαγον πάντες και εχορτάσθησαν, και ήραν το περισσεύον των κλασμάτων δώδεκα κοφίνους πλή­ρεις· οι δε εσθίοντες ήσαν άνδρες ωσεί πεντακισχίλιοι χωρίς γυναικών και παιδίων» (Ματθ. ιδ' 20,21). Αυτό είναι το θαύμα των θαυμάτων, η δόξα που ξεπερνάει κάθε άλλη δόξα! Για να πάρουν πέντε χιλιάδες άνθρω­ποι (χωρίς να συνυπολογιστούν οι γυναίκες και τα παιδιά) από μια μπουκιά ψωμί, όπως το αντίδωρο που παίρνουμε στην εκκλησία, τα πέντε ψωμιά δε θα έφταναν με τίποτα. Εδώ όμως έφαγον πάντες και εχορτάσθησαν και μάλιστα περίσσεψαν και δώδεκα κοφίνια. Αν αυτή ήταν κάποια οφθαλμαπάτη, δε θα έγραφε ο ευαγγελιστής πως εχορτάσθησαν. Αν κά­ποιος άνθρωπος μπορούσε να εξαπατήσει έναν άλλο ότι έφαγε, δε θα μπορούσε όμως να πείσει έναν πει­νασμένο ότι χόρτασε. Αν πράγματι ήταν αυτό κάποια οφθαλμαπάτη, από πού προέκυψαν τα περισσεύματα, πού γέμισαν δώδεκα κοφίνια ψωμιά;

Όχι! Μόνο άνθρωποι που η καρδιά τους είχε νε­κρωθεί από την αμαρτία μπορούν να το αποκαλέσουν οφθαλμαπάτη αυτό. Ήταν πραγματικό γεγονός, όπως πραγματικός είναι κι ο Θεός. Πρέπει να προσέξετε όμως πως για το θαύμα αυτό δεν ξεσηκώθηκαν φω­νές εναντίον Του, δεν του έδωσαν κάποιες ανόητες ερμηνείες, όπως έκαναν οι Φαρισαίοι σε πολλά άλλα από τα θαύματά Του. Κι όχι μόνο δεν το αμφισβήτη­σε κανένας, αλλά «οι άνθρωποι, ιδόντες ο εποίησε σημείον ο Ιησούς, έλεγον ότι ούτος εστιν αληθώς ο προφήτης ο ερχόμενος εις τον κόσμον (Ιωάν. στ’ 14). Κι οι όχλοι ήθελαν «αρπάζειν αυτόν ίνα ποιήσωσιν αυτόν βασιλέα» (αυτ. στίχ. 15). Τέτοια απήχηση είχε στο λαό το καταπληκτικό αυτό θαύμα!

Πότε προσπάθησε κάποιος να μετατρέψει μια απά­τη σε βασιλιά; Αυτό όμως ήταν πραγματικό γεγονός. Οι άνθρωποι ξεσηκώθηκαν από την αλήθεια και ήθελαν να κάνουν το Χριστό βασιλιά με το ζόρι. Κι αυτό θα είχε γίνει, αν ο Χριστός δεν είχε απομακρυνθεί μόνος Του. Κι έτσι ματαιώθηκε το σχέδιο του πλήθους που ριγούσε από ενθουσιασμό.

«Και ευθέως ηνάγκασεν ο Ιησούς τους μαθητάς αυτού εμβήναι εις το πλοίον και προάγειν αυτόν εις το πέραν, έως ου απολύση τους όχλους» (Ματθ. ιδ' 22). Δεν είναι περίεργο το γεγονός ότι ο Χριστός ανάγκασε τους μαθητές Του να μπουν σε πλοίο και να φύγουν πριν από τον ίδιο; Γιατί το έκανε αυτό; Πρώτο, γι' αυτό που είχε γίνει. Και δεύτερο, γι' αυτό που επρόκειτο να γίνει. Τούς άφησε ν' απομακρυν­θούν από το πλήθος όσο πιο γρήγορα γινόταν, για να συλλογιστούν και να συζητήσουν μεταξύ τους το μεγάλο θαύμα τού πολλαπλασιασμού των άρτων. Τους άφησε να ταξιδέψουν με το πλοίο, όπου ο Κύριος θα τους επισκεπτόταν σύντομα μ' ένα καινούργιο κι ανήκουστο θαύμα: θα τους πλησίαζε περπατώντας πάνω στο νερό, όπως περπατάει κανείς σε στέρεο έδαφος. Ο Κύριος γνώριζε εκείνο που επρόκειτο να γίνει και τι θα έκανε ο ίδιος. Οι μαθητές Του, που δεν έβλεπαν τίποτα, ένιωσαν έκπληξη που ο Χριστός τούς έστειλε πριν απ' Αυτόν. Τον άφησαν όμως μόνο Του με το πλήθος, κατέβηκαν από το όρος στη θάλασσα και ξεκίνησαν το ταξίδι.

Ένας άλλος αναμφισβήτητος λόγος για τη σπουδή που έδειξε ο Κύριος να προπέμψει τους μαθητές Του, να τους απομακρύνει από τα πλήθη των ανθρώπων, ήταν επειδή ο ίδιος ήθελε να τους προφυλάξει από την υπερηφάνεια στα μάτια των ανθρώπων, από τα εγκώμιά τους και την αυτοεκτίμηση που θα ένιωθαν επειδή ήταν μαθητές τέτοιου Θαυματουργού. Ήθελε να τους διδάξει πως πρέπει να είναι ταπεινοί, γι' αυτό και τους είχε πει: «δότε αυτοίς υμείς φαγείν». Και τώρα τους έδιωξε επειδή ήθελε να τους προφυλάξει από την υπερηφάνεια και την υψηλοφροσύνη, επειδή είχαν τέτοια σχέση μαζί Του, με το Διδάσκαλό τους. Και τελικά ήθελε μ' αυτόν τον τρόπο να τούς κάνει να γνωρίσουν την απεριόριστη ταπείνωσή Του ενώπιον του Θεού: μετά από ένα τόσο καταπληκτικό θαύμα, αποσύρθηκε στην ησυχία για να προσευχηθεί.

Οι μαθητές Του ήταν εξοικειωμένοι με τη συνή­θειά Του ν' αποσύρεται συχνά στην έρημο για να προσευχηθεί. Εκείνη την ημέρα όμως μήπως αποσύρ­θηκε σκόπιμα στην έρημο, για να μείνει μόνος Του, μετά τη φοβερή είδηση για το θάνατο του Ιωάννη τού Βαπτιστή; Ας ξεχάσουν οι μαθητές Του για ποιο λόγο πήγε στην έρημο· ας συνειδητοποιήσουν πως το μεγάλο θαύμα που τόσο ξαφνικά έκανε, καθώς κι όλοι οι έπαινοι κι ο θαυμασμός των ανθρώπων, δεν μπορούσαν να καταστρέψουν την εσωτερική γαλήνη και την ταπείνωσή Του, ούτε και να τον κάνουν ν' αλλάξει την απόφασή Του να πάει στην έρημο για να προσευχηθεί.

***

Ολόκληρο το περιστατικό αυτό της διανομής των άρτων και των ψαριών στους ανθρώπους, ο αριθμός των ψαριών και των άρτων, καθώς και ο αριθμός των κοφινιών με τα περισσεύματα, όλα μαζί έχουν κι ένα εσωτερικό, ένα βαθύτερο νόημα. Λίγο πριν από το θάνατό Του ο Κύριος ονόμασε τον άρτο Σώμα Του. Στο συγκεκριμένο περιστατικό είναι αλή­θεια πως δε λέει κάτι τέτοιο με λόγια, το κάνει όμως με τον αριθμό των άρτων. Οι πέντε άρτοι σημαίνουν τις πέντε αισθήσεις· κι οι πέντε αισθήσεις αντιπροσω­πεύουν όλο το σώμα. Το ψάρι σημαίνει τη ζωή. Τους πρώτες αιώνες της χριστιανικής ζωής το Χριστό τον απεικόνιζαν με τη μορφή ψαριού. Το σύμβολο αυτό μπορεί να το δει ακόμα και σήμερα κανείς στις αρχαίες χριστιανικές κατακόμβες. Απ' αυτήν την άποψη, ο Χριστός έδωσε το σώμα και τη ζωή Του στους ανθρώ­πους για να τραφούν. Και γιατί ήταν δύο τα ψάρια; Επειδή ό Κύριος έδωσε και δίνει τον εαυτό Του θυσία τόσο όσο διάστημα κράτησε η επίγεια διαδρομή Του, όσο και στην Εκκλησία μετά την Ανάστασή Του, ως τη σημερινή μέρα. Ποιά σημασία έχει το γεγονός ότι έκοψε μόνος του τους άρτους; Αυτό σημαίνει πως Εκείνος, με την ελεύθερη βούλησή Του, παραδόθηκε να θυσιαστεί για τη σωτηρία των ανθρώπων. Γιατί έδωσε τα ψωμιά και τα ψάρια στους αποστόλους, για να τα μοιράσουν αυτοί μετά στο λαό; Επειδή εκείνοι ήταν που έπρεπε να μεταφέρουν το Χριστό σ' ολό­κληρο τον κόσμο και να τον δώσουν στους ανθρώπους και τα έθνη ως τροφή ζωής. Τί σημαίνουν τα δώδεκα κοφίνια με τα περισσεύματα των άρτων; Την άφθονη καρποφορία τού έργου των αποστόλων. Κάθε θερισμός των αποστόλων θα είναι ασύγκριτα μεγαλύτερος από το σπόρο που έσπειραν, όπως κάθε καλάθι είχε περισσότερο ψωμί από τους άρτους που έφαγαν και χόρτασαν οι πεινασμένοι άνθρωποι. (Το περιστατικό τού θαύματος του πολλαπλασιασμού των άρτων που έγινε με τη δύναμη του Χριστού μνημονεύεται κάθε φορά σε μια ωραία ευχή, στην τελετή της αρτοκλασίας: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ο Θεός, ο ευλογήσας τους πέντε άρτους εν τη ερήμω και εξ αυτών πεντακισχιλίους άνδρας χορτάσας, ευλόγησον και τους άρτους τούτους, τον σίτον, τον οίνον και το έλαιον και τους εξ αυτών μεταλαμβάνοντας πιστούς δούλους Σου αγίασον»).

Όλ' αυτά τα μυστήρια έχουν μεγάλο βάθος, δυσθε­ώρητο. Ποιός τολμά να κοιτάξει τόσο βαθιά, στα απύθ­μενα βάθη τους; Ποιός θα τολμούσε στην πρόσκαιρη ζωή μας να διεισδύσει στα βάθη αυτά; Ίσως πληροφο­ρηθούν αρκετά εκείνοι που τους αρέσει να διαβάζουν και ν' ακούνε το ευαγγέλιο. Οι άγγελοι απολαμβάνουν μέχρι κορεσμού τη γλυκύτητα του ευαγγελίου. Όσο περισσότερο το διαβάζει ο άνθρωπος, τόσο περισσότερο τρέπεται σε σκέψεις πνευματικές και σε προσευχή. Όσο περισσότερο καθοδηγεί τη ζωή του σύμφωνα μ' αυτό, τόσο η ανάγνωση θ' ανοίγει τα βάθη των νοημάτων του και θα τον ικανοποιεί με το άρωμά του. Γι' αυτό πρέπει δόξα και ύμνος στον Κύριο Ιησού Χριστό, μαζί με τον άναρχο Πατέρα Του και το Πανάγιο Πνεύμα, την ομοούσια και αδιαίρετη Τριάδα, τώρα και πάντα και στους αιώνες τών αιώνων. Αμήν.

(Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Ομιλίες Δ’ – Κυριακοδρόμιο, Εκδ. Πέτρου Μπότση, 2012)



Πηγή: www.alopsis.gr