A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Τετάρτη 9 Ιουλίου 2014

Ὁ Ὅσιος Σαμψών ὁ Ξενοδόχος (27 Ἰουνίου)




Ἡ ἀγάπη πρός τόν πλησίον εἶναι  τό μονοπάτι, πού ὁδηγεῖ στήν ἀγάπη πρός τόν Θεό. Συνεπῶς, ἐκεῖνος ποῦ ἀπέκτησε τήν ἀγάπη, αὐτόν τόν Θεό ἀπέκτησε, διότι «ὁ Θεός ἀγάπη ἐστιν» (Α΄ Ἰωάννη δ-8). Αὐτό ὁ ὅσιος Σαμψών, ὁ γνωστός μέ τήν προσωνυμία «Ξενοδόχος» τό ἔδειξε στήν πράξη μέ τήν αγία ζωή του ἁγία του ζωή.


Γεννήθηκε στή Ρώμη στίς ἀρχές τοῦ ΣΤ΄αἰώνα καί ἦταν συγγενής τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου. Οἱ εὐγενεῖς καί πλουσιώτατοι γονεῖς του, τόν ἀνέθρεψαν ἀντάξια τῆς βασιλικῆς του καταγωγῆς καί διέθεσαν ἄφθονο πλοῦτο γιά τήν ἐκπαίδευσή του. Εὐφυής καθώς ἦταν σέ σύντομο χρονικό διάστημα ἔγινε κάτοχος πολλῶν ἐπιστημῶν ὅπως φιλοσοφίας, φιλολογίας, ποίησης κ.ἄ. Παράλληλα, ἐντρυφοῦσε στή μελέτη τῶν Ἁγίων Γραφῶν, μέ ἀποτέλεσμα να προοδεύει συνεχῶς στήν ἀρετή καί στήν πνευματική σοφία. Ὡστόσο, ἔνοιωσε νά θέλγει τή φιλεύσπλαχνη ψυχή του καί νά τή μαγνητίζει δυνατά ἡ Ἰατρική, ὡς ἡ φιλανθρωπότερη καί ψυχωφελέστερη ἐπιστήμη.

Ὁ ὅσιος Σαμψών ὡς ἰατρός πλέον θεώρησε ἀποστολή του, νά διακονεῖ τόν πάσχοντα συνάνθρωπό του καί νά ἀνακουφίζει τόν πόνο καί τή δυστυχία του. Ἔχοντας ἐπιπρόσθετα ἐγκολπωθεῖ τά λόγια τοῦ Χριστοῦ: "Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες, καθώς καί ὁ πατήρ ὑμῶν οἱκτίρμων ἐστι" (Λουκ.στ-36) ἀφιερώθηκε στό ἔργο αὐτό μέ φλογερό ζῆλο καί θαυμαστή αὐταπάρνηση.

Ἐξασκοῦσε δωρεάν τό ἔργο τοῦ γιατροῦ καί βοηθοῦσε μέ κάθε τρόπο ὅλους ὅσοι εἶχαν ἀνάγκη. Εἶναι μάλιστα συγκινητικό τό γεγονός, ὅτι ἀναζητοῦσε σέ ὅλη τήν πόλη τούς ἀσθενεῖς, οἱ ὁποῖοι δέν εἶχαν ποῦ νά κλίνουν τήν κεφαλή καί τούς ὁδηγοῦσε στήν κατοικία του, τήν ὁποία εἶχε μετατρέψει σέ φιλόξενο κατάλυμα. Ἐκεῖ ὁ εὔσπλαχνος Σαμψών, ὁ ἄμισθος ξενοδόχος ὄχι μονάχα τούς περιέθαλπε ἀλλά ἐπιπλέον τούς ἐνίσχυε καί τούς παρηγοροῦσε μέ λόγια ἀγάπης καί παρακλήσεως. Διότι ἡ ἀγάπη του γιά τόν ἀσθενή πήγαζε ἀπό τή βαθιά πίστη του στόν Θεό. Χωρίς ἀμφιβολία, στό πρόσωπό του ὑπῆρχε ὁ τελειότερος συνδυασμός πίστεως καί ἀγάπης, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ τό μεγαλύτερο τεκμήριο τῶν ἀληθινῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ.

Γι’ αὐτό ἀξιώθηκε νά λάβει ἀπό τόν Θεό τό χάρισμα τῆς θαυματουργίας. Ἔτσι μέ τήν δύναμη τοῦ Χριστοῦ θεράπευε ὅλες τίς παθήσεις ἀκόμη καί τίς ἀνίατες, τίς ὁποῖες οἱ ἄλλοι γιατροί δέν μποροῦσαν νά θεραπεύσουν. Προικισμένος ὅμως,  καθώς ἦταν μέ τήν ἀρετή τῆς ταπεινοφροσύνης ἀπέκρυπτε τό χάρισμά του καί ἀπέδιδε τή θεραπεία στά διάφορα βότανα τά ὁποῖα χρησιμοποιοῦσε.

Μετά τό θάνατο τῶν γονέων του ὁ ποταμός τῆς ἀγάπης του κυριολεκτικά πλημμύρισε. Πούλησε τήν τεράστια περιουσία του καί διεμοίρασε τά χρήματα στούς πτωχούς, ὥστε, ὅπως ἀναφέρεται, δέν ἔμεινε κανείς πτωχός στή Ρώμη, ὁ ὁποῖος νά μην ἔλαβε πλούσια ἐλεημοσύνη ἀπό τά χέρια του. Ἐλευθέρωσε μάλιστα τούς πολυάριθμους δούλους του. Ἐπίσης χωρίς νά ὑπολογίζει τούς κόπους, θυσίαζε καθημερινά τόν ἑαυτό του χάριν τοῦ πλησίον. Ὑποδεχόταν ξένους, ἔντυνε γυμνούς, ἔτρεφε πεινασμένους, ἰάτρευε ἀσθενεῖς.
Γι’ αὐτό ὅλοι οἱ θλιμμένοι, οἱ ἀσθενεῖς, οἱ πτωχοί ἔτρεχαν κοντά του καί ὁ ἀνάργυρος ἰατρός Σαμψών, ἦταν πάντοτε πρόθυμος ν’ ἀνοίγει σέ ὅλους τά φιλάνθρωπα σπλάγχνα του καί νά προσφέρει τή θαλπωρή τῆς ἀγάπης του. Θεωροῦσε τό πολύμοχθο αὐτό ἔργο ὡς ἰδιαίτερο εἶδος πνευματικῆς ἄσκησης καί προπάντων ὡς τό μέσον ἀνύψωσης τῆς ψυχῆς του μέχρι τοῦ Πλάστου του.

Ἀπεδείκνυε δέ μέ τόν τρόπο αὐτό, ὅτι ἐκεῖνος πού ἀγαπᾶ πραγματικά τόν Θεό, γνωρίζει νά ἀγαπᾶ καί τόν πλησίον του, σάν τόν ἑαυτό του. Καί ὅπως πολύ παραστατικά ὁ βιογράφος του, ὁ Συμεών ὁ Μεταφραστής γράφει «Ἡ ξενοδοχεία καί ἡ φιλανθρωπία καί ὁ περί τούς ἐνδεεῖς οἶκτος τοῦ ὁσίου» εἶχαν γίνει φυσικές ἰδιότητες τῆς προσωπικότητάς του, ὅπως εἶναι ἡ ἰδιότητα τοῦ ἥλιου νά φωτίζει καί τῆς φωτιᾶς νά καίει. Ἡ ἀγάπη δηλαδή, εἶχε γίνει δεύτερη φύση του.

Ὁ ὅσιος Σαμψών ἀφοῦ ἀπαλλάχθηκε ἀπό τά βάρη καί τίς μέριμνες τοῦ πλούτου, ἀρκούμενος σέ ἕνα μόνο χιτώνα καί ἕναν ὑπηρέτη, ἀνεχώρησε γιά τήν Κωνσταντινούπολη, προκειμένου νά ἀποφύγει τόν ἔπαινο τῶν ἀνθρώπων. Ἐκεί ὁ πρώην βαθύπλουτος Σαμψών ἀλλά τώρα, πάμπτωχος, ἔμενε σέ ἕνα πτωχικό οἴκημα γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, τό ὁποῖο μετέβαλε ὄχι μόνο σέ ἀσκητήριο ἀλλά καί σέ ἄμισθο ἰατρεῖο.

Ἡ φήμη του βέβαια δέν ἄργησε νά διαδοθεῖ σέ ὅλη τήν Κωνσταντινούπολη. Ὁ ἅγιος πατριάρχης Μηνᾶς (535-552 μ.Χ.) ὅταν πληροφορήθηκε τή θεάρεστη πολιτεία του, τόν κάλεσε νά τόν γνωρίσει. Καί τόσο θαύμασε τήν ἀρετή του, ὥστε τόν χειροτόνησε πρεσβύτερο καί τόν κατέταξε στόν κλῆρο τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας. Ὁ ὅσιος Σαμψών δέν ἦταν τότε παραπάνω ἀπό τριάντα ἐτῶν. Ἡ ἰερωσύνη ὡστόσο δέν τόν εμπόδισε, νά συνεχίσει τήν πολύπλευρη φιλανθρωπική ἐργασία του μέ τήν διπλή ἰδιότητα, τοῦ κηρικοῦ καί τοῦ ἰατροῦ.

Αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου ἦταν ἐκείνη τήν ἐποχή ὁ Ἰουστινιανός ὁ Α΄(527-565 μ.Χ.), ὁ ὁποῖος ἀρρώστησε βαριά μέ «οἴδημα στά αἰδοῖα». Ὅλοι οἱ ἐξαίρετοι ἰατροί τῆς Βασιλεύουσας προσπάθησαν νά τόν θεραπεύσουν ἀλλά χωρίς ἀποτέλεσμα. Ἡ κατάσταση τῆς ὑγείας του παρέμενε κρίσιμη. Βασανιζόταν ἀπό ἀφόρητους πόνους, ὥστε εἶχε φθάσει στά πρόθυρα τοῦ θανάτου. Ἀπελπισμένος τότε γιά τή ζωή του ζήτησε μέ δάκρυα τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ.

Ἐκείνη τήν νύκτα εἶδε στόν ὕπνο του πλῆθος ἰατρῶν, οἱ ὁποῖοι ἦταν ντυμένοι μέ ἱερατικές στολές. Ἕνας δέ ἀστραπόμορφος νέος τόν πλησίασε καί ἀφοῦ τοῦ ἔδειξε τόν πιό ταπεινό, τόν πιό κόσμιο καί τόν πιό εὐπρεπή ἰατρό ἀπό ὅλους, εἶπε στόν ἔκπληκτο αὐτοκράτορα: «Κοίταξε καλά νά γνωρίσεις ἐκεῖνον τόν ἄνθρωπο, διότι αὐτός μόνον μπορεῖ νά σέ θεραπεύσει».

Τήν ἑπομένη ἡμέρα, μέ αὐτοκρατορική διαταγή, ὅλοι οἱ ἰατροί τῆς Πόλεως συγκεντρώθηκαν στά ἀνάκτορα. Κανείς ὅμως δέν ἔμοιαζε μέ ἐκεῖνον, τόν ὁποῖον ὁ ἅγιος ἄγγελος εἶχε ὑποδείξει. Τότε κάποιος ἰατρός ἀνέφερε στόν Ἰουστινιανό Α΄ γιά τόν θαυματουργό ἰατρό, τόν ὅσιο Σαμψών.

Χωρίς χρονοτριβή, βασιλικοί ἀπεσταλμένοι ἀναζήτησαν τόν ὅσιο καί τόν ὁδήγησαν μέ τιμές στό παλάτι. Ὁ αὐτοκράτορας ὅταν ἀντίκρυσε τήν ἀσκητική μορφή τοῦ ὁσίου, ἀναγνώρισε ἐκεῖνον, πού ἐπιθυμοῦσε νά ἰδεῖ. Μέ πολλή εὐλάβεια καταφιλοῦσε τόν ὅσιο καί τόν ἱκέτευε νά τόν θεραπεύσει μέ τή χάρη, πού εἶχε ἀπό τόν Θεό.

Πράγματι, ὁ ὅσιος ἀφοῦ προσευχήθηκε στόν Ἰατρό τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων Ἰησοῦ Χριστό γιά τήν ὑγεία τοῦ ἀρρώστου, ἄγγιξε τό σημεῖο τοῦ πόνου καί ἀμέσως τό θεράπευσε. Τό θαῦμα εἶχε γίνει! Γιά νά ἀποφύγει ὅμως τόν ἔπαινο, ἔβαλε καί λίγη ἀλοιφή.
Μετά τή θεραπεία ὁ αὐτοκράτορας γεμᾶτος εὐγνωμοσύνη, θέλοντας νά ἀμείψει τόν εὐεργέτη του, τοῦ πρόσφερε ἀμέτρητο χρυσό. Ὁ ἀκτήμων ὅμως ὅσιος δέν δέχθηκε, αὐτά πού εἶχε ἤδη ἐγκαταλείψει. Φανέρωσε μάλιστα γιά μιά ἀκόμη φορά τό μεγαλεῖο τῆς ψυχῆς του, λέγοντας: «Ἕνα μόνο σᾶς ζητῶ, ἄν θέλετε νά οἰκοδομήσετε κοντά στό φτωχικό μου σπίτι, οἶκο κατάλληλο γιά τούς ἀρρώστους».

Ἡ παράκληση τοῦ ἁγίου ἔγινε εὐπρόσδεκτη. Ὁ Ἰουστινιανός ἀνήγειρε μεγαλοπρεπέστατο Νοσοκομεῖο, σέ κεντρικό σημεῖο τῆς Κωνσταντινουπόλεως κοντά στήν Ἁγία Σοφία, μέ τήν προσωνυμία «Νοσοκομεῖο Σαμψών τοῦ ξενοδόχου». Τό προικοδότησε μάλιστα πλουσιοπάροχα μέ χρηματικές καί κτηματικές δωρεές καί ἀνέθεσε τή διεύθυνσή του στόν ὅσιο. Ἐπιπλέον τόν ἀνέδειξε σκευοφύλακα τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας.

Ὁ ὅσιος Σαμψών ἦταν ἡ ψυχή τοῦ ἱδρύματος, ὁ γεμᾶτος στοργή πατέρας, ὁ ἄγρυπνος προϊστάμενός του, τό ζωντανό ὑπόδειγμα τῆς ἀγάπης. Ἦταν ἐπίσης, ὅπως ὁ ὑμνωδός ψάλλει: «τῶν πτωχῶν συμπαθεστάτη βοήθεια καί ἀσθενούντων ἰατρός ἄριστος καί καταπονουμένων ἀντίληψις».

Ἔμεινε ἰσόβια πιστός στό μεγάλο ἔργο πού ἀνέλαβε καί κυριολεκτικά ἐκδαπανήθηκε στήν περίθαλψη τῶν ἀσθενῶν καί τῶν ξένων, τούς ὁποίους ὑπηρέτησε σάν ἀγγέλους τοῦ Κυρίου. Κοιμήθηκε γαλήνια τόν αἰώνιο ὕπνο σέ βαθειά γεράματα καί ἐνταφιάσθηκε στόν περικαλλή ναό τοῦ ἁγίου Μωκίου, ὁ ὁποῖος, λέγεται, ὅτι ὑπῆρξε συγγενής του. Ἀπό τόν τάφο του ἀνέβλυζε κάθε χρόνο μύρο. Ὁ ὅσιος δέν ἔπαυσε καί μετά τήν κοίμησή του νά βοηθάει τούς ἀνθρώπους καί νά θαυματουργεῖ.

Ἀξίζει νά σημειωθεῖ ὅτι τό περίφημο νοσοκομεῖο τοῦ ὁσίου Σαμψών καταστράφηκε ἀργότερα ἀπό πυρκαγιά. Ἀλλ’ ὁ Ἰουστινιανός τό ἀνακαίνισε, κάνοντάς το πολύ ὡραιότερο καί πολύ μεγαλύτερο. Σώζονται σήμερα μόνο τά ἐρείπιά του.
Ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τήν μνήμη τοῦ ὁσίου Σαμψών τοῦ ξενοδόχου τήν 27η Ἰουνίου.



Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ΄. Ταχύ προκατάλαβε.


Ὁ φέρων τήν μίμησιν, τῶν τοῦ Θεοῦ οἰκτιρμῶν, ἐνθέου χρηστότητας, ἀναβλυστάνεις κρουνούς, Σαμψών ἱερώτατε˙ σύ γάρ θεομιμήτῳ ἐλλαμφθεί συμπαθείᾳ, ὤφθης τῶν τεθλιμμένων, καί πασχόντων ἀκέστωρ, παρέχων ἑνί ἑκάστῳ, ρῶσιν καί ἔλεος.






 Βιβλιογραφικές αναφορές

-MigneP.G. Συμεὠν τοῦ Μεταφραστοῦ
Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Σαμσών βίος καί πολιτεία, Τόμος 115ος   (σελ. 278-307)
-Ἀγαπίου Μοναχοῦ: Βίβλος καλουμένη Καλοκαιρινή
                Ἐνετίησιν 1801, (σελ. 127-133)
-Θρησκευτική καί Ἠθική Ἐγκυκλοπαιδεία: Α. Μαρτίνου
                Τόμος 10ος, Ἀθήνα 1960
                λῆμμα «Σαμψών ὅσιος», στ. 1152
-Ὁ Μέγας Συναξαριστής τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας: Βίκτωρος
Ματθαίου, Τόμος ΣΤ΄, (Ἔκδοσις Δ΄), Ἀθῆναι 1973, (σελ. 394-402)
- Κουκουλέ,Φ. (1948): Βυζαντινῶν βίος καί πολιτισμός , Ἡ εὐποιΐα κατά τούς Βυζαντινούς χρόνους, τά ξενοδοχεῖα, τά νοσοκομεῖα Τόμος Β΄1, ἐν Ἀθήναις (σελ.128-147)
-π. Βασιλείου Ρούσσου Α.Α(1947). Βίοι τῶν ἁγίων Δυτικῆς καί
                Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, Ἰούνιος, Ἐν Ἀθήναις: Καθολική
                Ἔκδοσις, (σελ. 194-196)
- ὁ Ξενών τοῦ Σαμψών .Θρησκευτική Ἐφημερίς "ΖΩΗ"
                ἀριθμός φύλ. 1786, ἔτος 1952,
                ἀριθμός φύλ. 1806, ἔτος 1952, ἑστίαι θερμότητος
- Κατσούλα,Δ.Ι.(2012). Μορφές ἀπό τό Συναξάρι, "ὅσιος  Σαμψών ὁ Ξενοδόχος"Ἀθήνα : ΚΥΠΡΗΣ , (σελ. 187)


Τρίτη 8 Ιουλίου 2014

ΟΙ ΚΥΡΙΩΤΕΡΕΣ ΕΝΤΟΛΕΣ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ τοῦ Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου


1. Κάθε χριστιανὸς ὀφείλει ν᾽ ἀγαπᾶ τὸ Θεό.

Ὀφείλεις ν᾽ ἀγαπᾶς τὸν Κύριο καὶ Θεό σου μ᾽ ὅλη σου τὴν καρδιὰ καὶ μ᾽ ὅλη σου τὴν ψυχὴ καὶ μ᾽ ὅλο σου τὸ νοῦ. Αὐτὴ εἶναι ἡ πρώτη καὶ μεγάλη ἐντολή (Ματθ. 22, 37).
Ἂν μ᾽ ἀγαπᾶτε, τηρῆστε τὶς ἐντολές μου (Ἰω. 14, 15).
Ὅποιος ἐγκολπώθηκε τὶς ἐντολές μου καὶ τὶς ἐκτελεῖ, ἐκεῖνος εἶναι ποὺ μ᾽ ἀγαπᾶ. Καὶ ὅποιος ἀγαπᾶ ἐμένα, θ᾽ ἀγαπηθεῖ ἀπὸ τὸν Πατέρα μου καὶ θὰ τὸν ἀγαπήσω κι ἐγὼ καὶ θὰ φανερώσω μέσα του μυστικὰ τὸν ἑαυτό μου (Ἰω. 14, 21).
Ὅποιος δὲν μ᾽ ἀγαπᾶ, δὲν τηρεῖ τὶς ἐντολές μου (Ἰω. 14, 24).
Ἀγαπᾶτε τὸ Χριστό, ἂν καὶ δὲν τὸν ἔχετε γνωρίσει (Α´ Πέτρ. 1, 8).
Ὅποιος ἀγαπᾶ τὸν Πατέρα, ἀγαπᾶ καὶ τὸν Υἱό, ποὺ γεννήθηκε ἀπὸ τὸν Πατέρα (Α´ Ἰω. 5, 1).


2. Κάθε χριστιανὸς ὀφείλει ν᾽ ἀγαπᾶ τὸν ἀδελφό του (τὸν συνάνθρωπό του).

Δεύτερη ἐντολή, ὅμοια μὲ τὴν πρώτη, εἶναι τὸ ν᾽ ἀγαπήσεις τὸν συνάνθρωπό σου ὅπως ἀγαπᾶς τὸν ἑαυτό σου (Ματθ. 22, 39).
Σᾶς δίνω μιὰ νέα ἐντολή: Ν᾽ ἀγαπᾶτε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. Ὅπως σᾶς ἀγάπησα ἐγώ, ἔτσι ν᾽ ἀγαπᾶτε κι ἐσεῖς ὁ ἕνας τὸν ἄλλον (Ἰω. 13, 34).
Ἀπ᾽ αὐτὸ τὸ γνώρισμα θὰ μάθουν ὅλοι οἱ ἄπιστοι πὼς εἶστε μαθητές μου, ἂν δηλαδὴ ἔχετε ἀγάπη μεταξύ σας (Ἰω. 13, 35).
Χρέος ἄλλο νὰ μὴν ἀφήνετε σὲ κανένα, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀγάπη ποὺ ὀφείλετε ὁ ἕνας στὸν ἄλλον. Ἐπειδὴ ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπᾶ τὸν ἀδελφό του, ἔχει ἐκπληρώσει ὅλο τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ. Κι αὐτό, γιατὶ τὸ «μὴ μοιχεύσεις», «μὴ φονεύσεις», «μὴν κλέψεις», [«μὴν ψευδομαρτυρήσεις»], «μὴν ἐπιθυμήσεις», κι ὅλες οἱ ἄλλες ἐντολές, σ᾽ αὐτὴ τὴν ἐντολὴ συνοψίζονται καὶ περιλαμβάνονται: Στὸ ν᾽ ἀγαπήσεις τὸν συνάνθρωπό σου σὰν τὸν ἑαυτό σου (Ρωμ. 13, 8-9).
Ἀγαπῆστε μὲ καθαρὴ καρδιὰ ὁ ἕνας τὸν ἄλλον (Α´ Πέτρ. 1, 22).
Νὰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἀδελφούς σας (Α´ Πέτρ. 2, 17).
Ἂν τόσο πολὺ μᾶς ἀγάπησε ὁ Θεός, ὀφείλουμε κι ἐμεῖς νὰ ἀγαποῦμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον (Α´ Ἰω. 4, 11).
Ὅποιος δὲν ἀγαπᾶ τὸν ἀδελφό του, αὐτὸς βρίσκεται σὲ κατάσταση πνευματικοῦ θανάτου (Α´ Ἰω. 23, 14).
Νά πῶς μάθαμε τί εἶναι ἀγάπη: Ὅπως ὁ Χριστὸς πρόσφερε τὴ ζωή Του στὸ θάνατο γιὰ χάρη μας, ἔτσι κι ἐμεῖς ὀφείλουμε νὰ προσφέρουμε καὶ τὴ ζωή μας ἀκόμη γιὰ τοὺς ἀδελφούς μας (Α´ Ἰω. 3, 16).
Παιδιά μου, ἂς μὴν ἀγαποῦμε μὲ τὰ λόγια μόνο καὶ μὲ τὴ γλώσσα, ἀλλὰ ἔμπρακτα καὶ ἀληθινά (Α´ Ἰω. 3, 18).
Ὅποιος ἀγαπᾶ τὸ Θεό, αὐτὸς ἀγαπᾶ καὶ τὸν ἀδελφό του (Α´ Ἰω. 4, 21).


3. Οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ μὴν ἔχουν διαμάχες οὔτε νὰ νιώθουν μνησικακία καὶ μίσος κατὰ τῶν ἀδελφῶν τους, ἀλλὰ κι ἂν ἀκόμα παρεξηγηθοῦν μεταξύ τους, ὀφείλουν γρήγορα νὰ συμφιλιωθοῦν.

Ὅποιος χριστιανὸς ὀργίζεται ἐναντίον τοῦ ἀδελφοῦ του χωρὶς εὔλογη ἀφορμή, εἶναι ὑπόδικος στὸ τοπικὸ δικαστήριο. Καὶ ὅποιος πεῖ τὸν ἀδελφό του «ρακά», δηλαδὴ «ἀνόητε», εἶναι ὑπόδικος στὸ ἀνώτατο δικαστήριο. Καὶ ὅποιος πεῖ τὸν ἀδελφό του «βλάκα», αὐτὸς θὰ καταδικαστεῖ στὴ φωτιὰ τῆς κολάσεως (Ματθ. 5, 22).
Ἂν πᾶς στὴν ἐκκλησία γιὰ νὰ δώσεις κάποια προσφορά, καὶ ἐκεῖ θυμηθεῖς ὅτι ὁ ἀδελφός σου εἶναι λυπημένος μαζί σου, ἄφησε ἐκεῖ, μπροστὰ στὴν Ἐκκλησία, τὴν προσφορά σου, πήγαινε νὰ συμφιλιωθεῖς πρῶτα μὲ τὸν ἀδελφό σου καὶ ὕστερα ἔλα νὰ προσφέρεις τὸ δῶρο σου (Ματθ. 5, 23-24).
Κοίταξε νὰ συμφιλιωθεῖς γρήγορα μὲ τὸν ἀδελφό σου μὲ τὸν ὁποῖο βρίσκεται σὲ ἀντιδικία, ὅσο ἀκόμα εἶστε στὴ στράτα τῆς ἐδῶ ζωῆς (Ματθ. 5, 25).
Ὅποιος νομίζει πὼς μπορεῖ νὰ εἶναι φιλόνικος, ἂς ξέρει πὼς οὔτε ἐγὼ οὔτε οἱ Ἐκκλησίες τοῦ Θεοῦ ἔχουν τέτοια συνήθεια, δηλαδὴ νὰ φιλονικοῦμε (Α´ Κορ. 11, 16).
Ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ δὲν πρέπει νὰ φιλονικεῖ, ἀλλὰ πρέπει νὰ εἶναι ἤπιος ἀπέναντι σὲ ὅλους, διδακτικός, ἀνεξίκακος (Β´ Τιμ. 2, 24).
Ἡ δύση τοῦ ἡλίου νὰ μὴ σᾶς βρίσκει ποτὲ ὀργισμένους (Ἐφεσ. 4, 26).
Ὅποιος μισεῖ τὸν ἀδελφό του βρίσκεται στὸ σκοτάδι, καὶ πορεύεται μέσα στὸ σκοτάδι, καὶ ποῦ πάει δὲν ξέρει, γιατὶ τὸ σκοτάδι ἔχει τυφλώσει τὰ μάτια του (Α´ Ἰω. 2, 11).
Καθένας ποὺ μισεῖ τὸν ἀδελφό του εἶναι φονιάς. Καὶ ξέρετε πὼς κανένας φονιὰς δὲν ἔχει συμμετοχὴ στὴν αἰώνια ζωή (Α´ Ἰω. 3, 15).


4. Οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ μὴ βλέπουν μὲ περιέργεια καὶ ἐπιθυμία.

Ἐγὼ σᾶς λέω ὅτι κάθε ἄνθρωπος ποὺ βλέπει γυναίκα μὲ πονηρὴ ἐπιθυμία, ἔχει ἤδη σχεδὸν διαπράξει μοιχεία μ᾽ αὐτὴ μέσα στὴν καρδιά του (Ματθ. 5, 28).
Ὅλα ὅσα ἀνήκουν στὸν κόσμο – οἱ ἁμαρτωλὲς ἐγωϊστικὲς ἐπιθυμίες, ἡ λαχτάρα ν᾽ ἀποκτήσουμε ὅ,τι βλέπουν τὰ μάτια μας καὶ ἡ ὑπεροψία ἀπὸ τὴν κατοχὴ τοῦ πλούτου – δὲν προέρχονται ἀπὸ τὸ Θεὸ Πατέρα, ἀλλ᾽ ἀπὸ τὸν ἁμαρτωλὸ κόσμο. Ὁ κόσμος ὅμως περνᾶ καὶ χάνεται. Καὶ μαζί του χάνονται ὅλα ὅσα ἐπιθυμοῦν νὰ κατέχουν οἱ ἄνθρωποι. Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ ἐκτελεῖ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, θὰ ζήσει αἰώνια (Α´ Ἰω. 2, 16-17).


5. Οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ μὴν ὁρκίζονται, οὔτε ἀληθινὰ οὔτε στὰ ψέματα.

Ἐγὼ σᾶς λέω νὰ μὴν ὁρκίζεστε καθόλου. Οὔτε στὸν οὐρανό, γιατὶ εἶναι ὁ θρόνος τοῦ Θεοῦ. Οὔτε στὴ γῆ, γιατὶ εἶναι τὸ σκαμνὶ ὅπου πατοῦν τὰ πόδια του. Οὔτε στὰ Ἱεροσόλυμα, γιατὶ εἶναι ἡ πόλη τοῦ Θεοῦ, τοῦ μεγάλου βασιλιᾶ. Οὔτε στὸ κεφάλι σας νὰ ὁρκιστεῖτε, γιατὶ δὲν μπορεῖτε νὰ κάνετε οὔτε μιὰ τρίχα του ἄσπρη ἢ μαύρη. Ὁ λόγος σας ἂς εἶναι ἁπλὰ «ναὶ» καὶ «ὄχι». Ὅ,τι περισσότερο πεῖτε ἀπὸ τὸ «ναὶ» καὶ τὸ «ὄχι», προέρχεται ἀπὸ τὸν πονηρὸ διάβολο (Ματθ. 5, 34-37).
Προπαντός, ἀδελφοί μου, νὰ μὴν ὁρκίζεστε οὔτε στὸν οὐρανὸ οὔτε στὴ γῆ οὔτε πουθενὰ ἀλλοῦ. Ἀλλ᾽ ἂς εἶναι τὸ «ναί» σας πραγματικὸ «ναὶ» καὶ τὸ «ὄχι» σας πραγματικὸ «ὄχι», γιὰ νὰ μὴ βρεθεῖτε κατηγορούμενοι στὴν τελικὴ κρίση (ἢ καὶ γιὰ νὰ μὴν πέσετε σὲ ὑποκρισία καὶ ψευδολογία) (Ἰακ. 5, 12).


6. Οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ μὴν εἶναι ἐκδικητικοί, οὔτε ν᾽ ἀνταποδίδουν
 κακὸ στὸ κακό.

Ἐγὼ σᾶς λέω νὰ μὴν ἀντιστέκεστε στὸν κακὸ ἄνθρωπο. Ἀλλ᾽ ἂν κάποιος σὲ χτυπήσει στὸ ἕνα μάγουλο, ἐσὺ γύρισέ του καὶ τὸ ἄλλο γιὰ νὰ στὸ χτυπήσει κι αὐτό (Ματθ. 5, 39).
Ἂν κάποιος θελήσει νὰ σὲ πάρει ἀγγαρεία γιὰ ἕνα χιλιόμετρο, ἐσὺ πήγαινε μαζί του δύο (Ματθ. 5, 41).
Νὰ προσεύχεστε γιὰ κείνους ποὺ σᾶς καταριοῦνται, νὰ εὐεργετεῖτε ἐκείνους ποὺ σᾶς μισοῦν, καὶ νὰ παρακαλεῖτε τὸ Θεὸ γιὰ κείνους ποὺ σᾶς πειράζουν καὶ σᾶς καταδιώκουν (Ματθ. 5, 44).
Ἂν κάποιος σᾶς κάνει κακό, μὴν τοῦ τὸ ἀνταποδίδετε. (Ρωμ. 12, 17).
Μὴ ζητᾶτε, ἀδελφοί, νὰ ὑπερασπίζετε μὲ ἐκδικήσεις τὸν ἑαυτό σας, ἀλλὰ δώσετε τόπο στὴν ὀργὴ τοῦ Θεοῦ,ποὺ θὰ ἔρθει καὶ θὰ πάρει ἐκδίκηση στὴν ὥρα τῆς κρίσεως (Ρωμ. 12, 19).
Ἂν πεινᾶ ὁ ἐχθρός σου, δίνε του νὰ τρώει. Ἂν διψᾶ, δίνε του νὰ πίνει (Ρωμ. 12, 20).
Μὴν ἀφήνεις νὰ σὲ νικήσει τὸ κακό, ἀλλὰ νὰ νικᾶς τὸ κακὸ μὲ τὴν καλή σου διαγωγή (Ρωμ. 12, 21).
Νὰ μὴν ἀντιδρᾶτε στὸ κακὸ μὲ κακὸ καὶ στὴ βρισιὰ μὲ βρισιά, ἀλλὰ τὸ ἀντίθετο. Στὶς βρισιὲς δηλαδὴ νὰ ἀντιδρᾶτε μὲ εὐλογίες (Α´ Πετρ. 3, 9).
Ἀγαπητέ, νὰ μὴν παίρνεις γιὰ πρότυπο τὸ κακό, ἀλλὰ τὸ καλό. Ὅποιος κάνει τὸ καλὸ εἶναι παιδὶ τοῦ Θεοῦ. Ὅποιος κάνει τὸ κακὸ δὲν ἔχει γνωρίσει τὸ Θεό (Γ´ Ἰω. 11).


7. Οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ μὴν πηγαίνουν διόλου σὲ δικαστήρια γιὰ τὴν ἐπίλυση τῶν διαφορῶν τους. Ἂν ὅμως κάποτε παραστεῖ σχετικὴ ἀνάγκη, ἂς προτιμήσουν νὰ βάλουν κριτὴ στὴ διαφορά τους ἕναν ἄνθρωπο τῆς Ἐκκλησίας, παρὰ νὰ καταφύγουν στὰ κοσμικὰ δικαστήρια.

Ἂν κάποιος θέλει νὰ σὲ πάει στὸ δικαστήριο γιὰ νὰ σοῦ πάρει τὸ σακάκι, ἄφησέ του καὶ τὸ πανωφόρι (Ματθ. 5, 40).
Καὶ μόνο τὸ γεγονός, ἀδελφοί, ὅτι ἔχετε δίκες μεταξύ σας, ἀποτελεῖ ἤδη πλήρη ἀποτυχία σας. Ἂς προτιμᾶτε νὰ εἶστε οἱ ἀδικημένοι καὶ ζημιωμένοι, παρὰ ν᾽ ἀδικεῖτε καὶ νὰ ζημιώνετε τοὺς ἄλλους, καὶ μάλιστα τοὺς ἀδελφούς σας χριστιανούς. Ἤ μήπως δὲν ξέρετε ὅτι ἄνθρωποι ἄδικοι δὲν θὰ κληρονομήσουν τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Μὴν ἔχετε αὐταπάτες: Στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ δὲν ἔχουν θέση οὔτε πόρνοι οὔτε φιλάργυροι οὔτε μοιχοὶ οὔτε θηλυπρεπεῖς οὔτε σοδομίτες οὔτε κλέφτες οὔτε πλεονέκτες οὔτε μέθυσοι οὔτε κατήγοροι οὔτε ἅρπαγες (Α´ Κορ. 6, 7-9).
Ὅταν κάποιος ἔχει μιὰ διαφορὰ μ᾽ ἕναν ἄλλο χριστιανό, πῶς τολμᾶ νὰ καταφεύγει στὴν κρίση τῶν ἄδικων κοσμικῶν δικαστῶν καὶ ὄχι στὴν κρίση καὶ τὴ διαιτησία τῶν μελῶν τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας κοινότητας; (Α´ Κορ. 6, 1).


8. Οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ μὴν κατακρίνουν.

Μὴν κατακρίνετε τοὺς ἄλλους, γιὰ νὰ μὴν κατακριθεῖτε κι ἐσεῖς ἀπὸ τὸ Θεό. Μὲ τὸ κριτήριο ποὺ κρίνετε θὰ κριθεῖτε, καὶ μὲ τὸ μέτρο ποὺ μετρᾶτε θὰ μετρηθεῖτε. Γιατὶ βλέπεις τὸ σκουπιδάκι ποὺ εἶναι στὸ μάτι τοῦ ἀδελφοῦ σου καὶ δὲ νιώθεις ὁλόκληρο δοκάρι ποὺ εἶναι στὸ δικό σου μάτι; (Ματθ. 7, 1-3).
Ἔνοχος καὶ ἀνυπολόγητος εἶσαι, ἄνθρωπέ μου, ἐσὺ ποὺ γίνεσαι κριτὴς τῶν ἄλλων. Γιατί, κρίνοντας τὸν ἄλλο, καταδικάζεις τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό σου, ἀφοῦ κι ἐσὺ κάνεις τὰ ἴδια κακὰ ποὺ κάνει ἐκεῖνος (Ρωμ. 2, 1).
Μὴν κάνετε, ἀδελφοί, καμιὰ κρίση πρὶν ἀπὸ τὸν καιρὸ τῆς δευτέρας παρουσίας τοῦ Κυρίου. Ἐκεῖνος θὰ ρίξει τότε φῶς σὲ ὅσα ἔργα εἶναι τώρα κρυμμένα στὸ σκοτάδι, καὶ θὰ φανερώσει τοὺς κρυφοὺς λογισμοὺς τῶν καρδιῶν τῶν ἀνθρώπων (Α´ Κορ. 4, 5).
Μὴν κακολογεῖτε καὶ κατηγορεῖτε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, ἀδελφοί. Ὅποιος κατηγορεῖ ἢ κατακρίνει τὸν ἀδελφό του, κατηγορεῖ καὶ κατακρίνει τὸν ἴδιο τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ. Κι ὅταν κρίνεις τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ, δὲν εἶσαι τηρητὴς καὶ ὑποκείμενος στὸ νόμο, ἀλλὰ κριτὴς καὶ ἀνώτερός του. Ἕνας εἶναι ὁ νομοθέτης καὶ ὁ κριτής, ὁ Χριστός, ποὺ ἔχει τὴ δύναμη νὰ σώσει τὸν ἄνθρωπο ἢ νὰ τὸν κολάσει. Ἐνῶ ἐσὺ ποιός εἶσαι ποὺ κρίνεις τὸν ἄλλο; (Ἰακ. 4, 11-12).


9. Ἂν οἱ χριστιανοὶ δὲν συγχωροῦν τὰ σφάλματα τῶν ἀδελφῶν τους, οὔτε ὁ Θεὸς θὰ συγχωρήσει τὰ δικά τους σφάλματα.

Ἂν ἐσεῖς συγχωρήσετε τὰ σφάλματα τῶν ἄλλων ἀνθρώπων, θὰ συγχωρήσει καὶ τὰ δικά σας σφάλματα ὁ ἐπουράνιος Πατέρας σας. Ἂν ὅμως δὲν συγχωρήσετε τὰ σφάλματα τῶν ἄλλων, οὔτε τὰ δικά σας σφάλματα θὰ συγχωρήσει ὁ ἐπουράνιος Πατέρας (Ματθ. 6, 14-15).
Οὐράνιε Πατέρα, χάρισέ μας τὰ χρέη τῶν ἁμαρτιῶν μας, καθὼς κι ἐμεῖς τὰ χαρίζουμε στοὺς δικούς μας ὀφειλέτες (ὅσους μᾶς ἔχουν ἀδικήσει) (Ματθ. 6, 12).
«Κακὲ δοῦλε, σοῦ χάρισα ὅλο σου τὸ χρέος, δέκα χιλιάδες τάλαντα (ὑπέρογκο ποσό), ἐπειδὴ μὲ παρακάλεσες. Δέν ἔπρεπε κι ἐσὺ νὰ σπλαχνιστεῖς τὸ σύνδουλό σου, ὅπως ἐγὼ σπλαχνίστηκα ἐσένα, καὶ νὰ τοῦ χαρίσεις τὰ ἑκατὸ δηνάρια (ἀσήμαντο ποσὸ) ποὺ σοῦ χρωστοῦσε;» Καὶ ὀργίστηκε ὁ Κύριός του καὶ παρέδωσε τὸ δοῦλο ἐκεῖνο στοὺς βασανιστές, ὥσπου νὰ ξεπληρώσει ὅλο του τὸ χρέος. Ἔτσι θὰ κάνει καὶ σὲ σᾶς ὁ οὐράνιος Πατέρας μου, ἂν δὲν συγχωρήσετε μ᾽ ὅλη σας τὴν καρδιὰ τὰ σφάλματα τῶν ἀδελφῶν σας (Ματθ. 18, 32-35).
Ὅταν στέκεστε νὰ προσευχηθεῖτε, νὰ συγχωρεῖτε ὅποιο παράπονο ἢ λύπη ἔχετε ἐναντίον κάποιου ἀδελφοῦ σας, γιὰ νὰ συγχωρήσει καὶ ὁ οὐράνιος Πατέρας σας τὰ δικά σας σφάλματα (Μάρκ. 11, 25).
Ἂν ὁ ἀδελφός σου σοῦ κάνει κακό, ἐπιτίμησέ τον. Κι ἂν μετανοήσει, συγχώρεσέ τον. Ἀλλὰ κι ἂν ἑφτὰ φορὲς τὴ μέρα σοῦ κάνει κακό, κι ἔρθει ἄλλες τόσες καὶ σοῦ πεῖ «μετανοῶ», συγχώρεσέ τον (Λουκ. 17, 3-4).


10. Οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ κάνουν ἐλεημοσύνες, ἀλλὰ καὶ νὰ προσεύχονται καὶ νὰ νηστεύουν, ὄχι ὅμως ὑποκριτικά, γιὰ νὰ τοὺς δοξάσουν δηλαδὴ καὶ νὰ τοὺς ἐπαινέσουν οἱ ἄνθρωποι, ἀλλὰ μόνο γιὰ τὸ Θεό.

Προσέχετε νὰ μὴν κάνετε τὴν ἐλεημοσύνη σας μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους, γιὰ νὰ σᾶς βλέπουν καὶ νὰ σᾶς θαυμάζουν. Ἀλλιῶς, μὴν περιμένετε ἀνταμοιβὴ ἀπὸ τὸν οὐράνιο Πατέρα σας. Ὅταν λοιπὸν ἐσὺ κάνεις ἐλεημοσύνη, κάνε την τόσο κρυφά, ποὺ τὸ ἀριστερό σου χέρι νὰ μὴν ξέρει τί κάνει τὸ δεξί (Ματθ. 6, 1 καὶ 3).
Ὅταν προσεύχεσαι χριστιανέ, νὰ μὴν εἶσαι σὰν τοὺς ὑποκριτές, ποὺ τοὺς ἀρέσει νὰ στέκονται καὶ νὰ προσεύχονται ἐπιδεικτικὰ στὶς ἐκκλησίες καὶ στὰ σταυροδρόμια, γιὰ νὰ δείξουν στοὺς ἀνθρώπους ὅτι προσεύχονται. Σᾶς βεβαιώνω πὼς αὐτὴ εἶναι ὅλη ἡ ἀνταμοιβή τους. Ἐσύ, ἀντίθετα, ὅταν προσεύχεσαι, μπὲς στὸν πιὸ ἀπόκρυφο χῶρο σου (δηλαδὴ τὴν καρδιά), κλεῖσε τὴ πόρτα (δηλαδὴ τὶς αἰσθήσεις) καὶ προσευχήσου μυστικὰ στὸν κρυμμένο καὶ ἀόρατο Πατέρα σου. Κι Ἐκεῖνος, ποὺ βλέπει τὶς κρυφὲς πράξεις, θὰ σὲ ἀνταμείψει φανερά (Ματθ. 6, 5-6).
Ὅταν νηστεύετε, νὰ μὴ γίνεστε σκυθρωποί, ὅπως οἱ ὑποκριτές, ποὺ ἀλλοιώνουν κατάλληλα τὴν ὄψη τους γιὰ νὰ δείξουν στοὺς ἀνθρώπους ὅτι νηστεύουν. Σᾶς βεβαιώνω πὼς αὐτοὶ παίρνουν ἐδῶ μόνο τὴν ἀμοιβή τους, ἀπὸ τὸν ἔπαινο τῶν ἀνθρώπων. Ἐσὺ ἀντίθετα, ὅταν νηστεύεις, περιποιήσου τὰ μαλλιά σου καὶ νίψε τὸ πρόσωπό σου, γιὰ νὰ μὴ δείξεις στοὺς ἀνθρώπους τὴ νηστεία σου, ἀλλὰ μόνο στὸ Θεὸ καὶ Πατέρα σου, ποὺ βλέπει τὶς κρυφὲς πράξεις. Καὶ ὁ Πατέρας σου, ποὺ βλέπει τὶς κρυφὲς πράξεις, θὰ σοῦ τὸ ἀνταποδώσει φανερά (Ματθ. 6, 16-18).


11. Οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ φροντίζουν γιὰ τὴν ἀπόκτηση ὄχι ἐπίγειων ἀλλὰ οὐράνιων θησαυρῶν. Καὶ οἱ πλούσιοι οφείλουν νὰ κλαῖνε καὶ νὰ θρηνοῦν γιὰ τὰ πλούτη τους, παρὰ νὰ ὑπολογίζουν σ᾽ αὐτά.

Μὴ μαζεύετε πλούτη πάνω στὴ γῆ, ὅπου τὰ ἀφανίζουν ὁ σκόρος καὶ ἡ σκουριά, κι ὅπου οἱ κλέφτες κάνουν διαρρήξεις καὶ τὰ κλέβουν. Νὰ μαζεύετε θησαυροὺς οὐράνιους, ποὺ δὲν τοὺς ἀφανίζουν οὔτε ὁ σκόρος οὔτε ἡ σκουριά, καὶ ποὺ οἱ κλέφτες δὲν μποροῦν νὰ κάνουν διάρρηξη καὶ νὰ τοὺς κλέψουν. Γιατὶ ὅπου εἶναι τὰ πλούτη σας, ἐκεῖ θὰ εἶναι προσκολλημένη καὶ ἡ καρδιά σας (Ματθ. 6, 19-21).
Ἀλλοίμονο σὲ σᾶς τοὺς πλουσίους, γιατὶ ἔχετε στὸν κόσμο τοῦτο τὴν παρηγοριά σας ἀπὸ τὸν πλοῦτο, καὶ γι᾽ αὐτὸ δὲν σᾶς μένει ν᾽ ἀπολαύσετε τίποτα στὴν ζωή (Λουκ. 6, 24).
Σᾶς βεβαιώνω ὅτι δύσκολα θὰ μπεῖ πλούσιος στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν (Ματθ. 19, 23).
Πουλῆστε τὰ ὑπάρχοντά σας καὶ δῶστε ἐλεημοσύνη στοὺς φτωχούς. Ἀποκτῆστε πορτοφόλια ποὺ δὲν παλιώνουν, καὶ πλούτη στὸν οὐρανὸ ποὺ δὲν σώνονται ποτέ, καὶ ποὺ οὔτε κλέφτης τὰ ἀγγίζει οὔτε σκόρος τὰ καταστρέφει (Λουκ. 12, 33).
Ὁ καθένας ἀπὸ σᾶς ποὺ δὲν ἀπαρνιέται ὅ,τι ἔχει στὴ ζωὴ αὐτή, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι μαθητής μου (Λουκ. 14, 33).
Στοὺς πλούσιους αὐτοῦ ἐδῶ τοῦ κόσμου νὰ παραγγέλλεις νὰ μὴν ὑπερηφανεύονται οὔτε νὰ στηρίζουν τὶς ἐλπίδες τους σὲ κάτι ἀβέβαιο, ὅπως ὁ πλοῦτος, ἀλλὰ στὸ ζωντανὸ Θεό, ποὺ μᾶς δίνει πλουσιοπάροχα ὅλα τ᾽ ἀγαθᾶ, γιὰ νὰ τ᾽ ἀπολαμβάνουμε (Α´ Τιμ. 6, 17).
Ἀκοῦστε με κι ἐσεῖς οἱ πλούσιοι. Κλάψτε καὶ θρηνῆστε γιὰ τὶς συμφορὲς ποὺ σᾶς περιμένουν. Ὁ πλοῦτος σας σάπισε καὶ τὰ ροῦχα σας τά ῾φαγε ὁ σκόρος. Τὸ χρυσάφι καὶ τὸ ἀσήμι σας κατασκούριασαν, καὶ ἡ σκουριά τους θὰ εἶναι μάρτυρας ἐναντίον σας καὶ θὰ καταφάει τὶς σάρκες σας σὰν τὴ φωτιά. Κι ἐνῶ πλησιάζει ἡ κρίση, ἐσεῖς μαζεύετε θησαυρούς (Ἰακ. 5, 1-3).
Νά, κραυγάζει ὁ μισθὸς τῶν ἐργατῶν ποὺ θέρισαν τὰ χωράφια σας, κι ἐσεῖς τοὺς τὸν στερήσατε. Καὶ οἱ κραυγὲς τῶν ἀδικημένων θεριστῶν ἔφτασαν ὡς τ᾽ αὐτιὰ τοῦ παντοδύναμου Κυρίου (Ἰακ. 5, 4).


12. Οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ μὴ μεριμνοῦν γιὰ τ᾽ ἀγαθὰ τῆς γῆς, οὔτε ν᾽ ἀγαποῦν τὸν κόσμο καὶ τὰ κοσμικὰ πράγματα, ἀλλὰ νὰ ἐπιζητοῦν τὰ αἰώνια καὶ οὐράνια ἀγαθά.

Μὴν ἔχετε ἄγχος καὶ μὴν ἀρχίσετε νὰ λέτε «τί θὰ φᾶμε;» ἢ «τί θὰ πιοῦμε;» ἢ «τί θὰ φορέσουμε;» ἐπειδὴ γιὰ ὅλ᾽ αὐτὰ ἀγωνιοῦν οἱ ἄπιστοι μόνο (Ματθ. 6, 31-32).
Νὰ ζητᾶτε πρῶτα ἀπ᾽ ὅλα τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἐπικράτηση τοῦ θελήματός Του, καὶ ὅλ᾽ αὐτὰ θὰ σᾶς δοθοῦν ἀπὸ τὸ Θεὸ σὰν χάρισμα, χωρὶς νὰ τὰ ζητᾶτε (Ματθ. 6, 33).
Τοῦτο σᾶς λέω, ἀδελφοί, ὅτι ὁ καιρὸς τῆς ἐπίγειας ζωῆς εἶναι λιγοστός, ἔτσι ὥστε καὶ ὅσοι ἔχουν γυναῖκες νὰ ζοῦν σὰν νὰ μὴν ἔχουν, νὰ μὴν εἶναι δηλαδὴ προσκολλημένοι σ᾽ αὐτές. Κι ἐκεῖνοι ποὺ κλαῖνε καὶ θλίβονται γιὰ πράγματα τοῦ παρόντος κόσμου, νὰ ζοῦν σὰν νὰ μὴν ἔχει συμβεῖ κάτι θλιβερό. Καὶ ὅσοι δοκιμάζουν χαρές, νὰ ζοῦν σὰν νὰ μὴν ἔχουν λόγο νὰ χαίρονται. Καὶ ὅσοι ἀγοράζουν ὑλικὰ πράγματα, νὰ ἀντιμετωπίζουν τ᾽ ἀγορασμένα σὰν νὰ μὴν πρόκειται νὰ τ᾽ ἀπολαύσουν. Καὶ ὅσοι ἀσχολοῦνται μὲ τ᾽ ἀγαθὰ τοῦ κόσμου τούτου, ν᾽ ἀποφεύγουν κάθε ὑπέρμετρη ἀπόλαυσή τους καὶ μόνο στ᾽ ἀναγκαῖα νὰ ἀρκοῦνται. Γιατὶ ἡ σημερινὴ μορφὴ αὐτοῦ ἐδῶ τοῦ κόσμου δὲν θὰ κρατήσει πολύ, ἀλλὰ περνᾶ καὶ φεύγει συνεχῶς (Α´ Κορ. 7, 29-31).
Ἐμεῖς οἱ χριστανοὶ δὲν στοχεύουμε σ᾽ αὐτὰ ποὺ βλέπονται, ἀλλὰ σ᾽ αὐτὰ ποὺ δὲν βλέπονται μὲ τὰ σωματικὰ μάτια. Γιατὶ ὅσα βλέπονται εἶναι προσωρινά, ἐνῶ ὅσα δὲν βλέπονται εἶναι αἰώνια (Β´ Κορ. 4, 18).
Ἐμεῖς εἴμαστε πολίτες τ᾽ οὐρανοῦ, ἀπ᾽ ὅπου περιμένουμε νὰ ἔρθει καὶ νὰ μᾶς λυτρώσει ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός (Φιλιπ. 3, 20).
Ἐμεῖς οἱ χριστιανοὶ δὲν ἔχουμε σ᾽ αὐτὸ τὸν κόσμο τὴ μόνιμη πατρίδα μας, ἀλλὰ λαχταροῦμε τὴ μελλοντικὴ οὐράνια πατρίδα (Ἑβρ. 13, 14).
Προδότες τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ! Δέν ξέρετε ὅτι ἡ ἀγάπη γιὰ τὸν ἁμαρτωλὸ κόσμο εἶναι ἔχθρα ἐναντίον τοῦ Θεοῦ; Ὅποιος λοιπὸν θέλει νὰ εἶναι φίλος τοῦ κόσμου, γίνεται ἐχθρὸς τοῦ Θεοῦ (Ἰακ. 4, 4).
Ἀγαπητοί, μὴν ἀγαπᾶτε τὸν κόσμο, μήτε ὅσα εἶναι τοῦ κόσμου. Ἂν κάποιος ἀγαπᾶ τὸν κόσμο, δὲν ἔχει μέσα του τὴν ἀγάπη γιὰ τὸν οὐράνιο Πατέρα (Α´ Ἰω. 2, 15).


13. Οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ μὴν εἶναι ὑπερήφανοι, ἀλλὰ νὰ εἶναι ταπεινοὶ καὶ ν᾽ ἀγαποῦν ταπεινά.

Ὅποιος ταπεινώσει τὸν ἑαυτό του σὰν τὸ παιδάκι τοῦτο, αὐτὸς εἶναι μεγαλύτερος ἀπ᾽ ὅλους στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν (Ματθ. 18, 4).
Ὅποιος ὑψώσει τὸν ἑαυτό του θὰ ταπεινωθεῖ. Καὶ ὅποιος ταπεινώσει τὸν ἑαυτό του θὰ ὑψωθεῖ (Ματθ. 23, 12).
Ἀδελφοί, νὰ μὴν εἶστε φαντασμένοι, ἀλλὰ νὰ συγκαταβαίνετε στοὺς ἁπλοϊκοὺς καὶ ταπεινοὺς χριστιανούς, καὶ νὰ τοὺς συναναστρέφεστε, συμμεριζόμενοι τὴν ἀσημότητά τους (Ρωμ. 12, 16).
Μὲ ταπεινοφροσύνη ἂς θεωρεῖ ὁ καθένας τὸν ἄλλον ἀνώτερό του (Φιλ. 2, 3).
Ταπεινωθεῖτε μπροστὰ στὸν Κύριο, κι Ἐκεῖνος θὰ σᾶς ὑψώσει (Ἰακ. 4, 10).
Οἱ νεώτεροι νὰ ὑποτάσσεστε στοὺς πρεσβυτέρους. Κι ὅλοι μαζί, ὑποτασσόμενοι ὁ ἕνας στὸν ἄλλο, ζωστεῖτε τὴν ταπεινοφροσύνη. Γιατὶ ὁ Θεὸς ἐναντιώνεται στοὺς ὑπερήφανους, στοὺς ταπεινοὺς ὅμως δίνει τὴ χάρη Του. Ταπεινῶστε λοιπὸν τοὺς ἑαυτούς σας κάτω ἀπὸ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ σᾶς ὑψώσει τὴν ὥρα τῆς κρίσεως (Α´ Πέτρ. 5, 5-6).


14. Οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουν ν᾽ ἀντιμετωπίζουν μὲ ὑπομονὴ ὅλες τὶς θλίψεις ποὺ τοὺς βρίσκουν.

Ἐκεῖνος ποὺ θὰ ὑπομείνει ὥς τὸ τέλος τὶς δοκιμασίες, αὐτὸς μόνο θὰ σωθεῖ (Ματθ. 24, 13).
Μὲ τὴν ὑπομονή σας θὰ σώσετε τὶς ψυχές σας (Λουκ. 21, 19).
Ἡ θλίψη φέρνει σιγὰ-σιγὰ τὴν ὑπομονή, ἡ ὑπομονὴ τὴ σταθερότητα στὴν ἀρετή, καὶ ἡ σταθερότητα στὴν ἀρετὴ τὴν ἐλπίδα στὸ Θεό (Ρωμ. 5, 3-4).
Νὰ ἔχετε ὑπομονὴ στὶς δοκιμασίες (Ρωμ. 12, 11).
Ἂν δείχνουμε ὑπομονὴ στὶς θλίψεις, θὰ βασιλεύσουμε μαζὶ μὲ τὸ Χριστὸ στὴ μέλλουσα ζωή (Β´ Τιμ. 2, 12).
Νὰ ἐπιδιώκεις τὴν ὑπομονή (Α´ Τιμ. 6, 11).
Ἀδελφοί, νὰ ὑπομένετε μὲ καρτερία κάθε παιδαγωγία τοῦ Θεοῦ, γνωρίζοντας πὼς ὁ Θεὸς σᾶς μεταχειρίζεται σὰν παιδιά Του (Ἑβρ. 12, 7).
Σᾶς χρειάζεται ὑπομονή, γιὰ νὰ κάνετε σταθερὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ πάρετε τὴν ἀμοιβὴ ποὺ σᾶς ὑποσχέθηκε (Ἑβρ. 10, 36).
Μὲ ὑπομονὴ ἂς τρέχουμε τὸν ἀγώνα ποὺ ἔχουμε μπροστά μας (Ἑβρ. 12, 1).
Καλότυχος εἶναι ὁ χριστιανὸς ποὺ σηκώνει μὲ ὑπομονὴ τὶς δοκιμασίες, γιατί, ἀφοῦ ὑποστεῖ μὲ ἐπιτυχία τὶς δοκιμασίες, θὰ κερδίσει τὸ βραβεῖο τῆς αἰώνιας ζωῆς, ποὺ ὑποσχέθηκε ὁ Θεὸς σ᾽ ὅσους Τὸν ἀγαποῦν (Ἰακ. 1, 12).
Ἡ ὑπομονή σας ἂς εἶναι ἀκλόνητη καὶ διαρκής, γιὰ νὰ γίνετε τέλειοι καὶ ὁλοκληρωμένοι καὶ νὰ μὴν ὑστερεῖτε σὲ τίποτα (Ἰακ. 1, 4).
Κάνετε ὅ,τι μπορεῖτε, ἀδελφοί, γιὰ νὰ προσθέσετε πάνω στὴν αὐτοκυριαρχία τὴν ὑπομονή, καὶ πάνω στὴν ὑπομονὴ τὴν εὐσέβεια (Β´ Πέτρ. 1, 6).
Ἐδῶ θὰ φανεῖ ἡ ὑπομονὴ ὅσων ἀνήκουν στὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ (Ἀποκ. 14, 12).


15. Οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ μὴν παραδίδονται στὶς κοσμικὲς φροντίδες καὶ τὶς ὑλικὲς ἀπολαύσεις, οὔτε νὰ ζοῦν μὲ ἀμέλεια καὶ πνευματικὴ ραθυμία, ἀλλὰ νὰ βρίσκονται πάντοτε σὲ πνευματικὴ ἐγρήγορση καὶ ἑτοιμότητα, περιμένοντας τὴν ὥρα τοῦ θανάτου καὶ τῆς κρίσεως τοῦ Θεοῦ.

Νὰ ἀγρυπνεῖτε, γιατὶ δὲν ξέρετε ποιὰ ὥρα θὰ ἔρθει ὁ Κύριός σας. Καὶ νὰ ξέρετε τοῦτο: Ἂν γνώριζε ὁ ἰδιοκτήτης ἑνὸς σπιτιοῦ ποιὰ ὥρα τῆς νύχτας θά ῾ρθει ὁ κλέφτης, θὰ ξαγρυπνοῦσε καὶ δὲν θ᾽ ἄφηνε νὰ διαρρήξουν τὸ σπίτι του. Γι᾽ αὐτὸ κι ἐσεῖς νὰ εἶστε πάντοτε ἕτοιμοι, γιατὶ ὁ Υἱὸς τοῦ Ἀνθρώπου θὰ ἔρθει τὴν ὥρα ποὺ δὲν Τὸν περιμένετε (Μτθ. 24, 42-44).
Σὲ ὅλους σας τὸ λέω: Ἀγρυπνεῖτε! (Μαρκ. 13, 37).
Ἀγρυπνεῖτε καὶ προσεύχεστε, γιὰ νὰ μὴ σᾶς νικήσει ὁ πειρασμός. Τὸ πνεῦμα σας εἶναι πρόθυμο, ἡ σάρκα σας ὅμως ἀδύναμη (Μαρκ. 14, 38).
Ἡ μέση σας ἂς εἶναι ζωσμένη καλὰ (δηλαδὴ νὰ εἶστε ἕτοιμοι) καὶ τὰ λυχνάρια σας ἂς εἶναι πάντα ἀναμένα (δηλαδὴ ὁ νοῦς καὶ ἡ καρδιά σας πάντα νὰ βρίσκονται σὲ προσοχὴ καὶ ἐγρήγορση). Νὰ μοιάσετε στοὺς ὑπηρέτες ἐκείνους ποὺ περιμένουν πότε ὁ Κύριός τους θὰ γυρίσει ἀπὸ τὴ γαμήλια τελετὴ ὥστε, μόλις ἔρθει καὶ χτυπήσει τὴν πόρτα, ἀμέσως νὰ τοῦ ἀνοίξουν. Μακάριοι εἶναι οἱ ὑπηρέτες ἐκεῖνοι πού, ὅταν ἔρθει ὁ Κύριός τους, θὰ τοὺς βρεῖ ν᾽ ἀγρυπνοῦν καὶ νὰ τὸν περιμένουν (Λουκ. 12, 35-37).
Προσέχετε καλὰ τοὺς ἑαυτούς σας. Προσέχετε μὴν παραδοθεῖτε στὴν κραιπάλη καὶ στὸ μεθύσι καὶ στὴν ἀγωνία γιὰ τὶς καθημερινὲς ἀνάγκες, γιατὶ θὰ γίνουν βαριὲς καὶ κοιμισμένες ἀπ᾽ αὐτὰ οἱ καρδιές σας, καὶ θὰ σᾶς αἰφνιδιάσει ἔτσι ἡ ἡμέρα τῆς κρίσεως. Γιατὶ θά ῾ρθει σὰν παγίδα σ᾽ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ποὺ κατοικοῦν στὴ γῆ. Νὰ εἶστε λοιπὸν ἄγρυπνοι καὶ προσεκτικοί, παρακαλώντας κάθε ὥρα καὶ στιγμὴ τὸ Θεὸ νὰ σᾶς ἀξιώσει νὰ γλυτώσετε ἀπ᾽ ὅλα τὰ φοβερὰ ποὺ μέλλουν νὰ συμβοῦν, καὶ νὰ παρουσιαστεῖτε ἕτοιμοι μπροστὰ στὸν Υἱὸ τοῦ ἀνθρώπου (Λουκ. 21, 34-36).
Ἦρθε πιὰ ἡ ὥρα νὰ σηκωθοῦμε ἀπὸ τὸν ὕπνο τῆς ἀμέλειας, ἀδελφοί. Γιατὶ τώρα ἡ τελικὴ σωτηρία βρίσκεται πιὸ κοντά μας παρὰ τότε ποὺ πιστέψαμε. Ἡ νύχτα τῆς ἐπίγειας ζωῆς ὅπου νά ῾ναι φεύγει, καὶ ἡ μέρα τῆς μελλοντικῆς αἰώνιας ζωῆς κοντεύει νὰ ἔρθει (Ρωμ. 13, 11-12).
Σήκω πάνω ἐσύ, ποὺ κοιμᾶσαι τὸν ὕπνο τῆς ἁμαρτίας, καὶ ἀναστήσου ἀπὸ τὴν πνευματικὴ νέκρα, καὶ θὰ σὲ φωτίσει ὁ Χριστός (Ἐφεσ. 5, 14).
Ἂς μὴν κοιμόμαστε, καθὼς οἱ ἄλλοι, ἀλλ᾽ ἂς εἴμαστε ἄγρυπνοι καὶ προσεκτικοί. Ὅσοι κοιμοῦνται, τὴ νύχτα κοιμοῦνται. Καὶ ὅσοι μεθοῦν, τὴ νύχτα μεθοῦν. Ἐμεῖς οἱ χριστιανοὶ ὅμως, σὰν ἄνθρωποι τῆς ἡμέρας, ἂς εἴμαστε προσεκτικοί (Α´ Θεσ. 5, 6-8).
Μὴ σβύνετε μὲ τὴν ἀμέλεια τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ ἔχετε (Α´ Θεσ. 5, 19).
Μὴν εἶστε ὀκνηροὶ σ᾽ ὅ,τι πρέπει νὰ δείχνετε προθυμία καὶ ζῆλο. Νὰ ἔχετε φλογερὸ πνευματικὸ ἐνθουσιασμό, νὰ ὑπηρετεῖτε μ᾽ ἀφοσίωση τὸν Κύριο (Ρωμ. 12, 11).
Ζήσατε πάνω στὴ γῆ μὲ ἀπολαύσεις καὶ σπατάλες. Παχύνατε τὶς καρδιές σας σὰν τὰ θρεφτάρια, ποὺ τὰ ἑτοιμάζουν γιὰ σφάξιμο. (Ἔτσι θὰ εἶναι καὶ γιὰ σᾶς ἡ μέρα τῆς κρίσεως μέρα σφαγῆς σας) (Ἰακ. 5, 5).
Νὰ εἶστε προσεκτικοὶ καὶ ἄγρυπνοι. Ὁ ἀντίπαλός σας διάβολος περιφέρεται σὰν τὸ λιοντάρι ποὺ βρυχιέται, ζητώντας νὰ καταβροχθίσει κάποιον ἀπὸ σᾶς, ποὺ στέκεστε στερεοὶ στὴν πίστη (Α´ Πέτρ. 5, 8).
Ἀγρύπνα!… Γιατὶ ἂν δὲν ἀγρυπνᾶς, θά ῾ρθω σὰν τὸν κλέφτη, καὶ δὲν θὰ ξέρεις ποιὰ ὥρα θά ῾ρθω νὰ σὲ κρίνω (Ἀποκ. 3, 2 καὶ 3).


16. Οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ μετανοοῦν διαρκῶς ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς τους.

Ἐκεῖνο τὸν καιρὸ ἐμφανίσθηκε στὴν ἔρημο τῆς Ἰουδαίας ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής, κηρύττοντας καὶ λέγοντας: «Μετανοεῖτε, γιατὶ ἔφτασε ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 3, 1-2).
Ἀπὸ τότε ἄρχισε ὁ Ἰησοῦς νὰ κηρύττει καὶ νὰ λέει: «Μετανοεῖτε, γιατὶ ἔφτασε ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 4, 17).
Ἂν δὲν μετανοήσετε, θὰ χαθεῖτε ὅλοι σας μὲ τὸν ἴδιο τρόπο (Λουκ. 13, 3).
Μετανοῆτε, ἀδελφοί, καὶ ἐπιστρέψτε στὸ Θεό, γιὰ νὰ ἐξαλειφθοῦν οἱ ἁμαρτίες σας καὶ νὰ βρεῖτε ἀνακούφιση ἀπὸ τὸν Κύριο (Πράξ. 3, 19).
Μετανόησε καὶ κάνε πάλι τὰ προηγούμενα καλὰ ἔργα, ποὺ ἔκανες. Ἀλλιῶς, ἂν δὲν μετανοήσεις, ἔρχομαι γρήγορα καταπάνω σου καὶ μετακινῶ τὸ λυχνοστάτη σου, δηλαδὴ τὴν Ἐκκλησία σου, ἀπὸ τὸν τόπο του (Ἀποκ. 2, 5).

17. Οἱ χριστιανοί, ἂν δὲν ξεπεράσουν στὰ καλὰ ἔργα τοὺς δικαίους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, δὲν μπαίνουν στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Καὶ ἂν ἁμαρτάνουν, θὰ κολαστοῦν βαρύτερα ἀπὸ τοὺς ἀπίστους.

Ἂν ἡ εὐσέβειά σας δὲν ξεπεράσει τὴν εὐσέβεια τῶν γραμματέων καὶ τῶν φαρισαίων, δὲν θὰ μπεῖτε στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν (Ματθ. 5, 20).
Ἐκεῖνος ὁ δοῦλος ποὺ ξέρει ποιὸ εἶναι τὸ θέλημα τοῦ κυρίου του, δὲν ἑτοιμάζει ὅμως οὔτε κάνει ὅ,τι θέλει ἐκεῖνος, θὰ τιμωρηθεῖ αὐστηρά. Ἀντίθετα, ἐκεῖνος ποὺ δὲν ξέρει τὸ θέλημα τοῦ κυρίου του καὶ κάνει κάτι ἀξιόποινο, θὰ τιμωρηθεῖ πιὸ ἐλαφρά. Γιατὶ σ᾽ ὅποιον δόθηκαν πολλά, πολλὰ θὰ τοῦ ζητηθοῦν. Καὶ σ᾽ ὅποιον δόθηκαν περισσότερα, περισσότερα θὰ τοῦ ζητηθοῦν (Λουκ. 12, 47-48).
Ὅσοι ἁμάρτησαν χωρὶς νὰ ξέρουν τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ, θὰ καταδικαστοῦν ὄχι μὲ κριτήριο τὸ νόμο (δηλαδὴ ἐλαφρότερα). Ὅσοι ὅμως ἁμάρτησαν γνωρίζοντας τὸ νόμο, θὰ δικαστοῦν μὲ κριτήριο τὸ νόμο (δηλαδὴ βαρύτερα) (Ρωμ. 2, 12).
Θὰ ἦταν καλύτερα γι᾽ αὐτοὺς νὰ μὴν εἶχαν γνωρίσει τὸ δρόμο τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς εὐσεβείας, παρά, ἀφοῦ τὴν γνωρίσουν, νὰ ἐγκαταλείψουν τὴν ἁγία ἐντολὴ ποὺ τοὺς παραδόθηκε (Β´ Πέτρ. 2, 21).

Σάββατο 5 Ιουλίου 2014

Ὅμιλία ἐγκωμιαστική στόν ἀπόστολο Παῦλο (Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος)





1.-. Τί τέλος πάντων εἶναι ὁ ἄνθρωπος καί πόση εἶναι ἡ εὐγένεια τῆς δικῆς μας φύσης καί πόσο ἱκανόστήν ἀρετή εἶναι αὐτό τό ὄνμᾶς τό ἔδειξε περισσότερο ἀπ᾿ ὅλους τούς ἀνθρώπους ὁ ΠαῦλοςΚαί τώρα σηκώνεται, ἀπό ἐκεῖ πού ἔχει φθάσει, καί μέ καθαρή φωνή πρός ὅλους ἐκείνους πού κατηγοροῦν τή φύση μαςἀπολογεῖται γιά χάρη τοῦ Κυρίου, προτρέπει γιά ἀρετή, κλείνει τά ἀναίσχυντα στόματα τῶν βλάσφημων καίἀποδεικνύει ὅτι δέν εἶναι μεγάλη ἡ διαφορά ἀνάμεσα στούς ἀγγέλους καί στούς ἀνθρώπους, ἄν θέλουμε νά προσέχουμε τόν ἑαυτό μας. Γιατί χωρίς νά ἔχει ἄλλη φύση, οὔτε νά ἔχει λάβει ἄλλη ψυχή, οὔτε νά κατοίκησε σ᾿ἄλλο κόσμο, ἀλλά ἄν καί ἀνατράφηκε στήν ἴδια γῆ καί τόπο καί μέ τούς ἴδιους νόμους καί συνήθειες, ξεπέρασεὅλους τούς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἔζησαν ἀπό τότε πού ἔγιναν οἱ ἄνθρωποι. Ποῦ εἶναι λοιπόν ἐκεῖνοι πού λέγουν, ὅτι εἶναι δύσκολο πράγμα ἡ ἀρετή καί εὔκολο ἡ κακία; Γιατί ὁ Παῦλος τούς ἀντικρούει λέγοντας· «Οἱθλίψεις μας πού γρήγορα περνοῦν, προετοιμάζουν σ᾿ ἐμᾶς σέ ὑπερβολικά μεγάλο βαθμό αἰώνιο βάρος δόξας» (Β´ Κορ. 4, 17). Ἐάν ὅμως τέτοιες θλίψεις περνοῦν εὔκολα, πολύ περισσότερο οἱ φυσικές ἡδονές. Καί δέν εἶναι μόνο αὐτό τό θαυμαστό του, ὅτι δηλαδή ἀπό πολλή προθυμία δέν αἰσθανόταν τούς κόπους του γιά τήν ἀρετή,ἀλλ᾿ ὅτι ἀσκοῦσε αὐτήν χωρίς ἀμοιβή.

Ἐμεῖς βέβαια δέν ὑπομένουμε κόπους γι᾿ αὐτήν ἄν καί ὑπάρχουν ἀμοιβές. Ἐκεῖνος ὅμως καί χωρίς τά ἔπαθλα τήν ἐπιζητοῦσε καί τήν ἀγαποῦσε, καί ἐκεῖνα πού θεωροῦνταν ὅτι εἶναι ἐμπόδιά της τά ξεπερνοῦσε μέ κάθε εὐκολία. Καί δέν ἐπικαλέσθηκε οὔτε τήν ἀδυναμία τοῦ σώματος, οὔτε τήν τυραννίδα τῆς φύσης, οὔτε τίποτε ἄλλο. Ἄν καί εἶχε ἀναλάβει μεγαλύτερη φροντίδα ἀπό τούς στρατηγούς καί ὅλους τούς βασιλεῖς τῆς γῆς,ἀλλ᾿ ὅμως κάθε ἡμέρα ἦταν ἀκμαῖος, καί ἐνῶ οἱ κίνδυνοί του ἐπαυξάνονταν, διέθετε νεανική προθυμία. Γιά νά δείξει αὐτό ἀκριβῶς ἔλεγε, «Ξεχνώντας τά ὅσα ἔγιναν στό παρελθόν καί φροντίζοντας γιά ἐκεῖνα πού εἶναι μπροστά μου» (Φιλιπ. 3, 14). Καί ἐνῶ περίμενε τό θάνατο, καλοῦσε σέ συμμετοχή τῆς ἡδονῆς αὐτῆς λέγοντας, «Χαίρετε καί νά χαίρεστε μαζί μου» (Φιλιπ. 2, 18).

Καί ἐνῶ τόν ἀπειλοῦσαν κίνδυνοι καί προσβολές καί κάθεἀτιμία, πάλι σκιρτοῦσε· καί ὅταν ἔγραφε τήν ἐπιστολή στούς Κορινθίους ἔλεγε, «Γι᾿ αὐτό καί εὐφραίνομαι σέἀσθένειες, σέ προσβολές, σέ διωγμούς» (Β´ Κορ. 12, 10). Καί τά ὀνόμασε αὐτά ὅπλα τῆς δικαιοσύνης,ἀποδεικνύοντας ὅτι καί ἀπό αὐτά εἶχε πολύ μεγάλες ὠφέλειες καί ἀπό παντοῦ ἦταν ἀκατάβλητος στούςἐχθρούς του. Καί ἐνῶ παντοῦ τόν βασάνιζαν, τόν περιφρονοῦσαν, τόν κακολογοῦσαν, σάν νά βάδιζε σέ θριάμβους καί νά ἔστησε σταθερά τρόπαια σ᾿ ὅλα τά σημεῖα τῆς γῆς, ἔτσι ὑπερηφανευόταν καί εὐχαριστοῦσε τό Θεό λέγοντας· «Ἡ εὐχαριστία ἀνήκει στό Θεό ὁ ὁποῖος πάντοτε μᾶς ὁδηγεῖ σέ θρίαμβο» (Β´ Κορ. 2, 14).


2.-. Καί τήν κακοποίηση καί τήν προσβολή γιά τό κήρυγμα ἐπιζητοῦσε περισσότερο ἀπ᾿ ὅσο ἐμεῖς τήν τιμή, καί τό θάνατο ἀπ᾿ ὅσο ἐμεῖς τή ζωή, καί τή φτώχεια ἀπ᾿ ὅσο ἐμεῖς τόν πλοῦτο, καί τούς κόπους περισσότερο ἀπ᾿ ὅσο ἄλλοι τίς ἀνέσεις, καί ὄχι ἁπλά περισσότερο, ἀλλά πολύ περισσότερο, καί τή λύπη περισσότερο ἀπ᾿ ὅσο ἄλλοι τή χαρά, καί τό νά εὔχεται γιά τούς ἐχθρούς περισσότερο ἀπ᾿ ὅσο τό νά τούς καταριοῦνται οἱ ἄλλοι. Καί ἀνάτρεψε τήν τάξη τῶν πραγμάτων, ἤ καλύτερα ἐμεῖς τήν ἀνατρέψαμε, ἐκεῖνοςὅμως, ὅπως τή νομοθέτησε ὁ Θεός, ἔτσι τή φύλασσε. Γιατί ὅλα αὐτά ἦταν σύμφωνα μέ τή φύση, ἐκεῖνα ὅμωςἀντίθετα. Ποιά εἶναι ἡ ἀπόδειξη; Τό ὅτι ὁ Παῦλος, ἄν καί ἦταν ἄνθρωπος, ἀκολουθοῦσε περισσότερο αὐτά παράἐκεῖνα. Ἕνα μόνο πράγμα ἦταν φοβερό γι᾿ αὐτόν καί ἀπόφευγε, τό νά ἀντιμάχεται τό Θεό, καί τίποτε ἄλλο.Ὅπως βέβαια τίποτε ἄλλο δέν τοῦ ἦταν ποθητό, ὅσο τό νά ἀρέσει στό Θεό. Καί δέ λέγω τίποτε ἀπό τά παρόντα,ἀλλά οὔτε καί ἀπό τά μέλλοντα. Καί μή μοῦ πεῖς τίς πόλεις καί τά ἔθνη καί τούς βασιλεῖς καί τά στρατόπεδα καί τά χρήματα καί τίς σατραπεῖες καί τίς δυναστεῖες, γιατί οὔτε ἱστό ἀράχνης τά θεωροῦσε αὐτά. Ἀλλά σκέψου αὐτά πού ὑπάρχουν στούς οὐρανούς καί τότε θά καταλάβεις τή σφοδρή ἀγάπη πού εἶχε γιά τό Χριστό. Γιατί ὁ Παῦλος γι᾿ αὐτήν τήν ἀγάπη δέ θαύμασε οὔτε τήν ἀξία τῶν ἀγγέλων, οὔτε τῶν ἀρχαγγέλων, οὔτε τίποτε ἄλλο παρόμοιο.

Εἶχε μέσα του πιό μεγάλο ἀπ᾿ ὅλατήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί μαζί μέ τοῦτο θεωροῦσε τόν ἑαυτό του τόνπιό εὐτυχισμένο ἀπ᾿ ὅλουςΚαί χωρίς αὐτό, δέν ἐπιθυμοῦσε νά γίνει ἕνας ἀπό τίς κυριότητες, οὔτε ἀπό τίςἀρχές καί ἐξουσίες (ὀνομασίες ἀγγελικῶν ταγμάτων), ἀλλά μαζί μέ τήν ἀγάπη αὐτήν ἤθελε περισσότερο νά εἶναι ἀνάμεσα στούς τελευταίους καί τούς κολασμένους, παρά χωρίς αὐτήν ἀνάμεσα στούς πρώτους καί τιμημένους. Γιατί κόλαση γι᾿ αὐτόν ἦταν μία, τό νά χάσει τήν ἀγάπη αὐτήν. Αὐτό ἦταν γιά τόν Παῦλο γέεννα, αὐτό τιμωρία, αὐτό ἄπειρα κακά· ὅπως ἀκριβῶς καί ἀπόλαυση, τό νά πετύχει τήν ἀγάπη. Αὐτό ἦταν ἡ ζωή του, αὐτό ὁ κόσμος του, αὐτό ὁ ἄγγελός του, αὐτό τά παρόντα, αὐτό τά μέλλοντα, αὐτό βασιλεία, αὐτό ὑπόσχεση, αὐτό τά ἄπειρα ἀγαθά. Καί κάθε ἄλλο πού δέν ὁδηγοῦσε ἐδῶ, δέν τό θεωροῦσε οὔτε δυσάρεστο, οὔτε εὐχάριστο. Ἔτσι ὅμως περιφρονοῦσε ὅλα τά ὁρατά, ὅπως τό σάπιο χόρτο. Καί οἱ τύραννοι καί οἱ πόλεις πούἄφριζαν ἀπό θυμό τοῦ φαίνονταν ὅτι εἶναι κουνούπια, ἐνῶ ὁ θάνατος καί οἱ τιμωρίες καί τά πάρα πολλά βασανιστήρια τοῦ φαίνονταν παιδικά παιχνίδια. Ἀλλά βέβαια τά ὑπόφερε γιά τό Χριστό.

3.-. Γιατί τότε τά δεχότανε μέ χαρά αὐτά καί στά δεσμά του ἔτσι ὑπερηφανευόταν, ὅπως δέ θάὑπερηφανευόταν ὁ Νέρων ὅταν εἶχε στό κεφάλι του τό βασιλικό διάδημα. Καί ἔμεινε στή φυλακή, σάν νά ἦτανὁ οὐρανός, καί δεχόταν τά κτυπήματα καί τίς μαστιγώσεις πιό εὐχάριστα άπό ἐκείνους πού ἁρπάζουν τά βραβεῖα. Καί τούς πόνους ἀγαποῦσε ὄχι λιγότερο ἀπό τά ἔπαθλα, θεωρώντας τούς πόνους ὅτι εἶναι ἔπαθλο. Γι᾿αὐτό καί τούς ὀνόμαζε χάρη. Πρόσεχε ὅμως. Ἔπαθλο ἦταν, τό νά πεθάνει καί νά εἶναι μαζί μέ τό Χριστό, τό νά παραμείνει ὅμως στή ζωή, ἦταν αὐτός ὁ ἀγώνας. Ἀλλ᾿ ὅμως αὐτό προτιμᾶ περισσότερο ἀπό ἐκεῖνο καί λέγει ὅτι τοῦ εἶναι ἀναγκαιότερο. Τό νά ἀποχωρισθεῖ ἀπό τό Χριστό, ἦταν ἀγώνας καί κόπος, ἤ καλύτερα περισσότεροἀπό ἀγώνα καί κόπο· τό νά παραμένει μαζί του, ἦταν ἔπαθλο. Αὐτό ὅμως προτιμᾶ περισσότερο ἀπό ἐκεῖνο γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ.

Ἀλλά θά μποροῦσε ἴσως νά πεῖ κανείς, ὅτι ὅλα αὐτά τοῦ ἦταν εὐχάριστα γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό λοιπόν λέγω καί ἐγώ, ὅτι δηλαδή ἐκεῖνα πού γιά μᾶς εἶναι αἰτία λύπης, αὐτά προκαλοῦσαν σ᾿ ἐκεῖνον μεγάλη εὐχαρίστηση. Καί γιατί λέγω τούς κινδύνους καί τίς ἄλλες ταλαιπωρίες; Ἀφοῦ πραγματικά ἦταν σέ διαρκή λύπη· γι᾿ αὐτό καί ἔλεγε· «Ποιός ἀσθενεῖ καί δέν ἀσθενῶ καί ἐγώ μαζί του; ποιός σκανδαλίζεται καί δέν δοκιμάζομαι καί ἐγώ; » (Β´ Κορ. 11, 19). Ἀλλ᾿ ὅμως καί τή λύπη θά μποροῦσε νά πεῖ κανείς ὅτι εἶχε σάν εὐχαρίστηση. Γιατί πολλοί καί ὅταν χάσουν τά παιδιά τους καί τούς ἐπιτρέπεται νά θρηνοῦν, παρηγοροῦνται·ὅταν ὅμως ἐμποδίζονται, στενοχωροῦνται. Ἔτσι λοιπόν καί ὁ Παῦλος, κλαίοντας νύκτα καί ἡμέρα, παρηγοροῦνταν. Γιατί κανένας δέν πένθησε ἔτσι τά δικά του κακά, ὅπως ἐκεῖνος τά ξένα. Πῶς λοιπόν θεωρεῖςὅτι συμπεριφέρεται, ἀφοῦ οἱ Ἰουδαῖοι δέ σώζονται, γιά νά σωθοῦν αὐτοί, ὅταν εὔχεται νά ἐκπέσει αὐτός ἀπό τήν οὐράνια δόξα; Ἑπομένως εἶναι φανερό ὅτι τό νά μή σωθοῦν αὐτοί ἦταν πολύ χειρότερο γι᾿ αὐτόν. Γιατί ἄν δέν ἦταν χειρότερο, δέν θά εὐχόταν ἐκεῖνο (Βλ. Ρωμ. 9, 3), ἀφοῦ τό προτίμησε σάν ἐλαφρότερο καί πού ἔχει μεγαλύτερη παρηγοριά. Καί ὄχι ἁπλῶς ἤθελε, ἀλλά φώναζε λέγοντας, «Ὅτι ὑπάρχει μέσα μου λύπη καίἀδιάκοπος πόνος στήν καρδιά μου» ( Ρωμ. 9, 2).

Αὐτό λοιπόν πού ὑπόφερε καθημερινά, σχεδόν, γιά ὅλους τούς κατοίκους τῆς οἰκουμένης, καί γιά ὅλους μαζί, καί γιά τά ἔθνη, καί γιά τίς πόλεις καί γιά τόν καθένα χωριστά, μέ ποιόν θά μπορέσει νά τόν συγκρίνει κανείς; μέ ποιό σίδηρο; μέ ποιό διαμάντι; Τί θά μποροῦσε νά ἀποκαλέσει κανείς τήν ψυχήν ἐκείνη; χρυσή ἤἀδαμάντινη; γιατί ἦταν σκληρότερη ἀπό κάθε διαμάντι καί πολυτιμότερη ἀπό τό χρυσάφι καί τίς πολύτιμες πέτρες. Θά ξεπεράσει λοιπόν τήν ἀντοχή τοῦ διαμαντιοῦ καί τήν ἀξία τοῦ χρυσοῦ. Μέ ποιό λοιπόν στοιχεῖο θά μποροῦσε νά τήν συγκρίνει κανείς; Μέ κανένα ἀπό αὐτά πού ὑπάρχουν. Ἄν ὅμως ὁ Χριστός μποροῦσε νά γίνει διαμάντι καί τό διαμάντι χρυσός, τότε κάπως θά μπορέσει νά τή συγκρίνει μέ τήν εἰκόνα τους.

4.-. Ἀλλά γιατί νά τήν συγκρίνω μέ διαμάντι καί χρυσό; Σύγκρινε ὅλο τόν κόσμο, καί τότε θά δεῖς ὅτι ἡψυχή τοῦ Παύλου ἔχει περισσότερη ἀξία. Γιατί ἀφοῦ γι᾿ αὐτούς πού διακρίθηκαν φορώντας γιά ροῦχα δέρματα ζώων καί ζώντας σέ σπήλαια καί σέ τρύπες τῆς γῆς λέγει ὁ Παῦλος τοῦτο (Βλ. Ἑβρ. 11, 38), πολύ περισσότερο θά μπορούσαμε ἐμεῖς νά τό ποῦμε γι᾿ αὐτόν, ἐπειδή πραγματικά ἦταν πιό ἄξιος ἀπ᾿ ὅλους. Ἐάν λοιπόν ὁκόσμος δέν ἦταν ἰσάξιος τοῦ Παύλου, ποιός ἦταν ἰσάξιός του; μήπως ὁ οὐρανός; Ἀλλά καί αὐτό εἶναι μικρό. Γιατί ἀφοῦ αὐτός ἀπό τόν οὐρανό καί τά εὑρισκόμενα στούς οὐρανούς προτίμησε τήν ἀγάπη τοῦ Κυρίου, πολύ περισσότερο ὁ Κύριος πού εἶναι τόσο ἀγαθότερος ἀπ᾿ αὐτόν, ὅσο ἡ ἀγαθότητα ἀπό τήν πονηρία, θά τόν προτιμήσει αὐτόν ἀπό ἄπειρους οὐρανούς. Γιατί δέν μᾶς ἀγαπᾶ μέ ὅμοιο τρόπο, πού ἐμεῖς τόν ἀγαποῦμε, ἀλλά τόσο περισσότερο, ὅσο οὔτε μέ λόγια δέν εἶναι δυνατό νά τό παραστήσουμε.

Πρόσεχε λοιπόν γιά πόσα τόν θεώρησε ἄξιο καί πρίν ἀπό τή μέλλουσα ἀνάσταση. Στόν Παράδεισο τόνἅρπαξε, στόν τρίτο οὐρανό τόν ἀνέβασε, τοῦ φανέρωσε τέτοια ἀπόρρητα, τά ὁποῖα δέν ἐπιτρέπεται σέ κανέναἄνθρωπο νά πεῖ. Καί πολύ σωστά. Γιατί ἐνῶ βάδιζε στή γῆ, σάν νά περιπολοῦσε μαζί μέ τούς ἀγγέλους, ἔτσιἔκαμε τά πάντα, καί ἐνῶ εἶχε θνητό σῶμα, παρουσίαζε τήν καθαρότητα τῶν ἀγγέλων, καί ἐνῶ ὑπέκειτο σέ τόσες ἀνάγκες, προσπαθοῦσε νά μή φανεῖ καθόλου κατώτερος ἀπό τίς οὐράνιες δυνάμεις. Γιατί πραγματικά σάν ἀσώματος περιφρονοῦσε τούς πόνους καί τούς κινδύνους, καί σάν νά κέρδισε ἤδη τόν οὐρανό, περιφρονοῦσε τά γήινα, καί σάν νά συναναστρεφόταν μαζί μ᾿ αὐτές τίς ἀσώματες δυνάμεις ἔτσι ἦταν σέ διαρκή ἐγρήγορση.

Βέβαια πολλές φορές ἄγγελοι ἀνέλαβαν νά προστατεύουν διάφορα ἔθνη. Ἀλλά κανένας ἀπό αὐτούς τόἔθνος, πού τοῦ παραδόθηκε, δέν τό φρόντισε ἔτσι, ὅπως ὁ Παῦλος ὁλόκληρη τήν οἰκουμένη. Καί μή μοῦ πεῖς ὅτιὁ Παῦλος δέν ἦταν αὐτός πού τά ἔκαμνε, καθόσον καί ἐγώ τό ὁμολογῶ. Γιατί καί ἄν δέν ἦταν αὐτός πού τάἐκτελοῦσε αὐτά, ἀλλά οὔτε ἦταν τόσο ἀνάξιος τῶν ἐπαίνων γι᾿ αὐτά, ἀφοῦ ἑτοίμασε τόν ἑαυτό του τόσο ἄξιο αὐτῆς τῆς μεγάλης χάρης. Ὁ Μιχαήλ ἀνάλαβε τό ἔθνος τῶν Ἰουδαίων (Βλ. Δαν. 12, 1 καί 10, 13.21), ὁ Παῦλοςὅμως τή γῆ καί τή θάλασσα καί τό κατοικούμενο μέρος καί τό ἀκατοίκητο. Καί αὐτά δέν τά λέγω μέ σκοπό νά προσβάλλω τούς ἀγγέλους, μακριά ἀπό μιά τέτοια σκέψη, ἀλλά γιά νά ἀποδείξω ὅτι εἶναι δυνατό, ἐνῶ εἶναι κανείς ἄνθρωπος, νά εἶναι μαζί μ᾿ ἐκείνους καί νά στέκεται κοντά τους. Καί γιά ποιό λόγο δέν ἀνέλαβαν αὐτά οἱ ἄγγελοι; Γιά νά μήν ἔχεις καμία δικαιολογία ὅταν εἶσαι ἀδιάφορος, οὔτε νά καταφεύγεις στή διαφορά τῆς φύσης ὅταν παραμένεις ἄπρακτος. Ἄλλωστε καί τό θαῦμα γινόταν μεγαλύτερο. Πῶς λοιπόν δέν εἶναι θαυμαστό καί παράξενο, ὁ λόγος πού ἔβγαινε ἀπό ἀνθρώπινη γλώσσα νά διώχνει τό θάνατο, νά συγχωρεῖἁμαρτίες, νά διορθώνει τήν ἀνάπηρη φύση καί νά κάνει οὐρανό τή γῆ;

5.-. Γι᾿ αὐτό ἐκπλήσσομαι μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ, γι᾿ αὐτά θαυμάζω τήν προθυμία τοῦ Παύλου, ἐπειδή δέχτηκε τόση χάρη, ἐπειδή ἔκαμε τέτοιον τόν ἑαυτό του. Καί σᾶς παρακαλῶ νά μή θαυμάζετε μόνο, ἀλλά καί νά μιμεῖσθε τό παράδειγμα αὐτό τῆς ἀρετῆς, γιατί ἔτσι θά μπορέσουμε νά λάβουμε τά ἴδια μ᾿ ἐκεῖνον στεφάνια. Ἐάν ὅμως ἀπορεῖς ἀκούοντας ὅτι, ἄν κατορθώσεις τά ἴδια, θά πετύχεις τά ἴδια μέ τόν Παῦλο, ἄκουσε αὐτόν νά λέγει τά ἑξῆς· «Ἔχω ἀγωνισθεῖ τόν καλό ἀγώνα, ἔχω φθάσει στό τέλος τοῦ δρόμου, ἔχω διαφυλάξει τήν πίστη. Λοιπόν μοῦ ἐπιφυλάσσεται τό στεφάνι τῆς δικαιοσύνης, πού θά μοῦ δώσει σάν ἀνταμοιβή ὁ Κύριος,ὁ δίκαιος κριτής, κατά τήν ἡμέρα ἐκείνη· καί ὄχι μόνο σ᾿ ἐμένα, ἀλλά καί σ᾿ ὅλους πού ἔχουν ἀγαπήσει τήνἐμφάνισή του» (Β´ Τιμ. 4, 7-8).

Βλέπεις πῶς ὅλους τούς καλεῖ στήν ἴδια κοινωνία; Ἐπειδή λοιπόν ὑπάρχουν τά ἴδια γιά ὅλους, ἄς φροντίσουμε ὅλοι νά γίνουμε ἄξιοι τῶν ἀγαθῶν τά ὁποῖα μᾶς ἔχει ὑποσχεθεῖ. Καί ἄς μή δοῦμε μόνο τό μέγεθος καί τήν ἔκταση τῶν κατορθωμάτων, ἀλλά καί τό πάθος τῆς προθυμίας, μέ τήν ὁποία ἀπέσπασε τόση χάρη, καί τή συγγένεια τῆς φύσης, γιατί εἶχε ὅλα αὐτά τά κοινά μ᾿ ἐμᾶς. Καί ἔτσι καί τά ὑπερβολικά δύσκολα θά μᾶς φανοῦν εὔκολα καί ἐλαφρά, καί ἀφοῦ κοπιάσουμε στό σύντομο αὐτό χρόνο, θά φορέσουμε τό ἄφθαρτο καίἀθάνατο ἐκεῖνο στεφάνι, μέ τή χάρη καί τή φιλανθρωπία τoῦ Kυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, στόν ὁποῖο ἀνήκει ἡδόξα καί ἡ δύναμη τώρα καί πάντοτε, καί στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Παρασκευή 4 Ιουλίου 2014

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Μαξίμοβιτς (19 Ἰουνίου)





Σήμερα τιμᾶται καί ὁ μεγάλος ἅγιος Ἰωάννης Μαξίμοβιτς
 19 Ἰουνίου, κατά τό ἑορτολόγιο τῶν Πατέρων μας!

Σήμερα τιμᾶται καί ὁ μεγάλος ἅγιος Ἰωάννης Μαξίμοβιτς. Σύγχρονος στυλίτης! Επί σαράντα χρόνια δέν ξάπλωσε σέ κρεββάτι. Ἄνθρωπος τῆς ἀδιαλείπτου προσευχῆς! Φλογερός ἱεραπόστολος. Μέχρι καί τά ἀεροπλάνα καθυστεροῦσαν τήν ἀναχώρησή τους, γιά νά προλάβει ὁ ἅγιος νά πετάξει. Πολλές φορές τόν πήγαιναν στά χέρια τά πνευματικοπαίδια του στά τραῖνα καί στά ἀεροπλάνα, γιατί ἀπό τήν κόπωση καί τήν διαρκῆ νηστεία δέν μποροῦσε νά περπατήσει γρήγορα.Εἶχε σπουδάσει νομικά καί θεολογία. Μέ θαυμασμό μιλοῦσε γιαὐτόν καί ὁ Νικόλαος Βελιμίροβιτς, προβάλλοντάς τον στούς φοιτητές στή Σερβία σάν πρότυπο, λέγοντας ὅτι ὁ Ἰωάννης δέν εἶναι ἄνθρωπος ἀλλά ἄγγελος μέ τήν μορφή ἀνθρώπου. Κατά τήν μαρτυρία πολλῶν ἦταν ὁ εὐγενέστερος ἄνθρωπος πού γνώρισαν ποτέ. Ξυπόλυτος καί ρακένδυτος! Ἀπό τήν ὑπερβολική νηστεία παρέλυαν οι μῦες καί τοῦ προσώπου του καί δύσκολα καταλάβαινε κανείς, τί ἤθελε νά πεῖ. Ἀγαποῦσε τόν ἀγῶνα τῶν Ὀρθοδόξων "παλαιοημερολογιτῶν" στήν Ἑλλάδα. Ἤθελε νά ἔλθει καί νά συμβάλει στήν χειροτονία ἐπισκόπων, μετά τήν μακαρία κοίμηση τοῦ Ἁγίου πρώην Φλωρίνης. Τόν συνάντησαν στίς Βερσαλίες, ὅπου ἔφταασαν μέ πολύ κόπο καί πολλά ἔξοδα, ὁ μακαριστός ἀρχιεπίσκοπός μας κυρός Χρυσόστομος ὁ Β΄, μέ τόν μακαριστό μητροπολίτη κυρό Χρυσόστομο Νασλίμη (ὡς ἀρχιμανδρίτες), ἀλλά τότε δέν βρέθηκε δεύτερος, γιά νά συμπράξει στήν χειροτονία ἐπισκόπων τῶν ἐκλεγμένων ἀπό τά 103 παραρτήματα τῶν Ὀρθοδόξων ἀνά τήν Ἑλλάδα. Παρακολουθοῦσε μέ ἀγωνία τόν ἀγῶνα τῶν Ὀρθοδόξων στήν Ἑλλάδα καί συμπαραστεκόταν, ὅπως μποροῦσε, καί κυρίως μέ τήν δυνατή προσευχή του.Θαυματουργός ἅγιος, διορατικός καί προορατικός. Μέχρι καί τυφῶνες ... ἄλλαζαν πορεία μέ τήν προσευχή του στίς Φιλιππίνες. Θεράπευε καρκινοπαθεῖς καί ἔσωζε ἀνθρώπους ! 


π. Νικολαος Δημαράς

Σύντομη βιογραφία του Αγίου Ιωάννη Μαξίμοβιτς (1896 - 1966)



Ο Άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς
 Ο Άγιος Ιωάννης γεννήθηκε στις 4 Ιουνίου το 1896 στο χωριό Αντάμοβκα της επαρχίας Χαρκώβ της Νότιας Ρωσίας. Ήταν απόγονος της αριστοκρατικής οικογένειας Μαξίμοβιτς που ένα μέλος αυτής της οικογένειας ανακηρύχτηκε  Άγιος του 1916 και είναι ο ιεράρχης Ιωάννης Μαξίμοβιτς Μητροπολίτης Τομπόλσκ που το λείψανό του παραμένει άφθαρτο μέχρι σήμερα στο Τομπόλσκ. Ο Άγιος αυτός Ιεράρχης Ιωάννης εκοιμήθη στις αρχές του 18ου αιώνος αλλά μεταλαμπάδευσε την χάρη του στον μακρινό του ανιψιό, το Μιχαήλ (γιατί αυτό ήταν το βαπτιστικό όνομα του Αγίου Ιωάννη και όταν έγινε αργότερα μοναχός πήρε το όνομά του θείου του. Ο πατέρας του, ο Μπόρις ήταν στρατάρχης των ευγενών σε μία επαρχία του Χαρκώβ και ο θείος του ήταν πρύτανις Πανεπιστημίου Κιέβου. Η σχέση του με τους γονείς του ήταν πάντα άριστη. Κατά την παιδική του ηλικία ο Μιχαήλ ήταν φιλάσθενος και έτρωγε λίγο. Ήταν ήσυχο παιδί και πολύ ευγενικός και είχε βαθειά θρησκευτικότητα. Όταν έπαιζε, έντυνε τα στρατιωτάκια του μοναχούς, μάζευε εικόνες, θρησκευτικά βιβλία και του άρεσε να διαβάζει βίους Αγίων. Τα βράδια στεκόταν όρθιος για πολλή ώρα προσευχόμενος. Επειδή ήταν ο μεγαλύτερος από τα 5 αδέλφια του ήταν αυτός που γνώριζε τόσο καλά τους βίους των Αγίων και έγινε και ο πρώτος δάσκαλος τους στην πίστη. Ήταν πολύ αυστηρός με τον εαυτό του στην εφαρμογή των εκκλησιαστικών και εθνικών παραδόσεων. Τόσο πολύ εντυπωσίασε την παιδαγωγό του που ήταν Γαλλίδα και καθολική που επηρεάστηκε από την χριστιανική ζωή του μικρού Μιχαήλ και βαπτίστηκε Ορθόδοξος.

 Είχαν μια εξοχική κατοικία κοντά σ' ένα Μοναστήρι που το επισκεφτόταν τακτικά ο μικρός Μιχαήλ. Σε ηλικία 11 ετών οι γονείς του Μπόρις και Γλαφύρα τον έστειλαν στην Στρατιωτική σχολή της Πολτάβα που συνέχισε να ζει με ριζωμένη βαθειά την πίστη του γιατί όταν τα παιδιά λείπουν για αρκετό καιρό από το σπίτι τους επηρεάζονται εύκολα οι νέες τους ψυχές. Αυτός όμως έμεινε σταθερός στην πίστη του. Εκεί συνάντησε και τον Επίσκοπο της Πολτάβα τον Θεοφάνη που ήταν  ένας πολύ αγαπητός Ιεράρχης που επηρέασε τον Μιχαήλ. Σε μια στρατιωτική παρέλαση ενώ περνούσαν από τον Καθεδρικό Ναό ο μικρός Μιχαήλ (ήταν τότε 13 ετών) έκανε τον σταυρό του, οι συμμαθητές του γελούσαν και τον κορόιδευαν, τιμωρήθηκε από τις αρχές για την πράξη του αυτή, όμως ο πρίγκιπας Κωνσταντίνος που ήταν προστάτης της Σχολής είπε να μην τιμωρηθεί ο δόκιμος Μιχαήλ γιατί με την πράξη του αυτή δηλώνει βαθειά και υγιή θρησκευτικά αισθήματα. Το 1914 τελείωσε την Στρατιωτική σχολή και ήθελε να συνεχίσει τις σπουδές του στην Θεολογική Σχολή του Κιέβου αλλά οι γονείς του επέμεναν να πάει στην Νομική σχολή και ο Μιχαήλ κάνει υπακοή στους γονείς του. Και όπως παρατηρούσαν οι συμμαθητές του αυτός περισσότερο διάβαζε τους βίους των Αγίων από τα μαθήματα του, ωστόσο όμως ήταν καλός μαθητής. Τα χρόνια πέρασαν και  τελείωσε τις σπουδές του. Τότε άρχισε ένα αντιχριστιανικό ρεύμα ν' απλώνεται στην Ρωσία, όμως ο Μιχαήλ είχε βαθειά μέσα του την πίστη και ήταν τολμηρός. Το εκκλησιαστικό συμβούλιο του Χάρκων συζητούσε να ξεκρεμάσουν την ασημένια καμπάνα του Ι. Ναού και να την λιώσουν.

       Όλοι συμφώνησαν, άλλοι φοβόντουσαν ν' αντιδράσουν και ετοιμάζονταν να το κάνουν αυτό, όμως ο Άγιος  διαφώνησε μαζί με λίγους και άρχισαν οι συλλήψεις. Οι γονείς του είπαν να φύγει να κρυφτεί, όμως ο Μιχαήλ τους είπε: «Δεν υπάρχει τόπος που μπορεί κανείς να κρυφτεί από το θέλημα του Θεού και ότι χωρίς το θέλημα του Θεού δεν γίνεται τίποτα, δεν πέφτει ούτε μία τρίχα από το κεφάλι μας». Έτσι φυλακίστηκε και μετά από 1 μήνα τον άφησαν ελεύθερο, ξανά συλλαμβάνεται και αφού διαπίστωσαν ότι δεν τον ενδιέφερε εάν θα ήταν ελεύθερος ή φυλακισμένος, τον έβγαλαν από την φυλακή. Ο Μιχαήλ ζούσε σε άλλο κόσμο και ποθούσε τον Θεό. Το 1921 φεύγει όλη η οικογένεια του (αφού ξέσπασε στη Ρωσία εμφύλιος πόλεμος) και πάνε στην Γιουγκοσλαβία όπου σπούδασε στο Βελιγράδι στην Θεολογική σχολή και για να μπορεί να τα βγάζει πέρα πουλούσε εφημερίδες. Το 1924 χειροτονήθηκε αναγνώστης στην Ρωσική Εκκλησία του Βελιγραδίου από τον Επίσκοπο Αντώνιο και το 1926 χειροτονήθηκε διάκος και εκάρη μοναχός με τ' όνομα Ιωάννης στο Μοναστήρι του Μίλκοβ. Αργότερα μέχρι το 1934 διορίστηκε στην Ιερατική σχολή στην πόλη Βιτώλ της Σερβίας και τελούσε λειτουργίες και στα Ελληνικά για τους Έλληνες της περιοχής που τον αγαπούσαν πολύ. Εκεί στην Ιερατική σχολή φρόντιζε πολύ για τους μαθητές του, πήγαινε στα δωμάτια τους τα βράδια και τους σκέπαζε, τους σταύρωνε και έφευγε. Αυτός δεν κοιμόταν καθόλου σε κρεβάτι και τις λίγες ώρες που ξεκουραζόταν τα βράδια κοιμόταν σε καθιστή στάση ή γονατιστός στο πάτωμα μπροστά στα εικονίσματα.

 Όταν έφευγαν οι μαθητές για διακοπές στα σπίτια τους μιλούσαν με θαυμασμό για τον καθηγητή τους τον Βλαντίκα Ιωάννη που πάντα προσευχόταν, που ποτέ δεν είχε κοιμηθεί στο κρεβάτι, που νήστευε αυστηρά και λειτουργούσε και κοινωνούσε καθημερινά. Το 1934 αποφασίζουν να τον εκλέξουν Επίσκοπο, ο Άγιος αρνείται και τους λέει ότι έχει πρόβλημα στην ομιλία του, αυτοί του λένε ότι και ο Μωυσής είχε πρόβλημα και τον εκλέγουν και τον χειροτονούν Επίσκοπο για την Σαγγάη. Φτάνει στις 21 Νοεμβρίου το 1934 στην Σαγγάη και βρίσκει μια μισοκτισμένη Εκκλησία και με κάποια προβλήματα στους κατοίκους εκεί που προσπάθησε να τους βοηθήσει ώστε να ‘ρθει η ειρήνη, οργάνωσε ορφανοτροφείο και το αφιερώνει στον Άγιο Τύχωνα του Ζαντόσκοπου αγαπούσε τα παιδιά. Μάζευε άρρωστα φτωχά και πεινασμένα παιδιά από τους δρόμους και τα στενά της Σαγγάης και ξεκίνησε με 8 παιδιά και στο τέλος έφτασε τα 3.500 παιδιά. Όταν ήρθαν και εκείνοι οι κομουνιστές πήρε τα παιδιά και τα μετέφερε στις Φιλιππίνες και μετά στην Αμερική. Έτρωγε μια φορά την ημέρα στις 11 το βράδυ. Κατά την διάρκεια της πρώτης και της τελευταίας εβδομάδας της Μ. Σαρακοστής δεν έτρωγε απολύτως τίποτα και την υπόλοιπη νηστεία όπως και στην νηστεία των Χριστουγέννων έτρωγε μόνο πρόσφορο.

 Τις νύχτες προσευχόταν πολύ και όταν αισθανόταν εξάντληση, όπως ήταν γονατιστός, έβαζε το κεφάλι του στο πάτωμα και κοιμόταν λίγο μέχρι να πάει το πρωί στην Θεία Λειτουργία και άρρωστος να ήταν θα λειτουργούσε. Δεν ήταν μόνο ένας μεγάλος ασκητής αλλά ο Θεός του είχε δώσει και το προορατικό χάρισμα και οι προσευχές του έφερναν την θεραπεία. Καθημερινά επισκεπτόταν τους ασθενείς του, τους εξομολογούσε και τους κοινωνούσε. Σε σοβαρά ασθενείς σκεκόταν ώρες δίπλα τους προσευχόμενος και γονατιστός και γινόταν πολλές φορές το θαύμα. Όταν ήρθαν στην Κίνα οι κομμουνιστές έφυγαν οι Ρώσοι για την Αμερική και φεύγει και ο Άγιος το 1951 στην Αμερική μεταφέροντας το ποίμνιο του. Οι Επίσκοποι της Συνόδου αποφασίζουν και τον στέλνουν στην Επισκοπή του Παρισιού και των Βρυξελλών. Έτσι ο Άγιος τελούσε θείες λειτουργίες στα Γαλλικά, στα Ολλανδικά, όπως τελούσε πρώτα στα Ελληνικά, στα Κινέζικα και στα Αγγλικά. Δεν επέτρεπε στις γυναίκες που είχαν κραγιόν να ασπαστούν τις εικόνες και τον Τίμιο Σταυρό. Μια πνευματική του κόρη η Ζηναίδα Ζουλιέμ, που τον υπηρέτησε στην Γαλλία μας αναφέρει μερικά περιστατικά από την προορατικότητα του Αγίου.

Γνώρισα λέει για πρώτη φορά τον Άγιο πηγαίνοντας στο σπίτι του στις Βερσαλλίες, ένα κελλί που ήταν ένα μικρό δωμάτιο με μικρά κουτιά με γράμματα μέσα, ένα τραπέζι, ένα καναπέ και μια σακούλα με ξερά πρόσφορα. Φορούσε πέδιλα ή παντόφλες και πολλές φορές ήταν και ξυπόλητος γιατί τα έδινε στους φτωχούς. Κάλτσες δεν φορούσε, ανεξάρτητα από τις καιρικές συνθήκες. Του ζήτησε να πάει να εργαστεί σε κάποια περιοχή και ήρθε να της δώσει ευλογία, όμως ο Άγιος της είπε να πάει σε κάποια άλλη περιοχή να εργαστεί και όπως πράγματι έτσι και έγινε λες και το πρωτογνώριζε. Τον γνώρισε το 1958 και ο πατέρας της πείθανε τον 1957, πριν πεθάνει της είπε: «απόψε μ' επισκέφθηκε ένας μοναχός κοντός με μαύρα» και αναρωτιόταν, ποιος να ήταν τότε δεν ήξερε τον Άγιο Ιωάννη. Όταν τον γνώρισα λοιπόν λέει η Ζηναίδα, μια μέρα ενώ ήμουνα στο σπίτι του σκεφτόμουν, κρίμα, εάν τον είχα γνωρίσει τότε που ήταν άρρωστος ο πατέρας μου θα προσευχόμουν και θα γινόταν καλά τότε ο Άγιος στράφηκε και της λέει: ξέρεις, επισκέφτηκα τον πατέρα στου όταν ήταν άρρωστος στο νοσοκομείο και άνοιξε τον μικρό του κατάλογο και βρήκε στην σελίδα τ' όνομα του πατέρα μου «Βασίλειος Ζουλιέμ». Πως είναι δυνατόν να γνώριζε τις σκέψεις μου εάν δεν ήταν προορατικός, άρα δεν ήταν θέλημα Θεού να ζήσει ο πατέρας μου.

 Πολλές φορές ήθελα να τον ρωτήσω πολλά αλλά ήταν απασχολημένος και το βράδυ που θα ήταν η κατάλληλη στιγμή να τον ρωτήσω εγώ τα είχα ξεχάσει και εκείνος ενώ έτρωγε την σούπα του σιγοψιθύριζε και άκουγα όλα όσα ήθελα να μάθω από τις ερωτήσεις που σκεφτόμουν να του κάνω και ο Άγιος σαν να τις γνώριζε και μου τις απαντούσε. Όταν αργότερα θα έφευγε για το Σαν Φρανσίσκο στεναχωριόμουν πολύ και ενώ μας μιλούσε στην Εκκλησία εγώ έκλαιγα και τότε γυρίζει και μου λέει: «οι άνθρωποι που έχουν τους ίδιους στόχους και αγωνίζονται για την κατάκτηση του ιδίου πράγματος έχουν ενότητα ψυχής και δεν αισθάνονται την απόσταση του χωρισμού, η απόσταση δεν μπορεί να γίνει εμπόδιο στην πνευματική ενότητα των ανθρώπων σε μία ψυχή». Και αμέσως ηρέμησα. Όταν προσευχόταν στην Αγία Τράπεζα το Άκτιστο Φως τον έλουζε και δεν πατούσε στην γη. Πάντοτε ράντιζε με αγιασμό τον Ναό και το γραμματοκιβώτιο που έριχνε τα γράμματα του μόνος του αφού τα σταύρωνε πήγαινε ξυπόλητος στο χιόνι και στην βροχή και τα έριχνε. Όταν έφυγε στην Αμερική  άλλαξαν το γραμματοκιβώτιο με άλλο καινούργιο, εγώ στεναχωρέθηκα και όταν αργότερα ήρθε πάλι για λίγο στην Γαλλία ο Άγιος τον είδα να παίρνει τον αγιασμό και να πηγαίνει να ραντίσει το νέο γραμματοκιβώτιο χωρίς εγώ να του έχω πει τίποτα. Μια μέρα περνώντας από τον Ναό άκουσε κλάματα, προχώρησε μέχρι το ιερό κοιτώντας μέσα είδε τον Άγιο να είναι γονατιστός πίσω από την Αγία Τράπεζα και να κλαίει γοερά  για τα προβλήματα των άλλων, Δεν άντεχε η ψυχή της να τον ακούει που έκλαιγε και έφυγε αθόρυβα από τον Ναό.

       Πριν φύγει για την Αμερική της είχε πει: όταν εσύ Ζηναίδα είσαι άρρωστη ή κάποιος άλλος να με ειδοποιείτε να έρθω και πράγματι μόλις διάβαζαν την Παράκληση θεραπευόταν. Το 1962 στις 21 Νοεμβρίου τον στέλνουν στο Σαν Φρανσίσκο ως Επίσκοπο στην Ρωσική Εκκλησία της διασποράς. Γύρω στο λαιμό του είχε δέσει μια δερμάτινη θήκη με την εικόνα της Παναγίας μέσα, που είχε φέρει από την Ρωσία. Όταν πήγαινε στους ασθενείς διάβαζε τους Χαιρετισμούς της Παναγίας και γινόταν το θαύμα. Αγαπούσε πολύ τα παιδιά και τα κοιτούσε με το στοργικό του βλέμμα, όλοι δεν ξεχνούσαν το ζεστό του βλέμμα, όταν σε κοίταζε ήξερες ότι εκείνη την στιγμή ήσουν το πιο αγαπημένο πρόσωπο στον κόσμο. Συνήθιζε να περπατά ξυπόλητος ακόμα και στο πιο άγριο τσιμέντο στο πάρκο στις Βερσαλίες, έτρωγε μια φορά την ημέρα στις 11 το βράδυ και μόνο όταν κάποιος φρόντιζε γι' αυτό, αλλιώς το παρέλειπε και αυτό. Τελούσε καθημερινά την Θεία Λειτουργία και το Άγιο Δισκάριο ήταν πάντοτε γεμάτο γιατί μνημόνευε πλήθος ονομάτων από κάθε τσέπη του έβγαζε χαρτάκια με ονόματα και κάθε μέρα προστίθενται και άλλα ονόματα  από τα γράμματα που του έστελναν και του ζητούσαν να κάνει προσευχή. Στην Μεγάλη Είσοδο των Τιμίων Δώρων ξαναδιάβαζε πάλι τα ονόματα που εντωμεταξύ του είχαν δώσει και άλλα και αργούσε πολύ. Μετά την θεία Λειτουργία παρέμενε για ώρες στην Εκκλησία. Με περισσή φροντίδα καθάριζε το Άγιο Δισκοπότηρο και το Άγιο Δισκάριο, την Αγία Τράπεζα και την Αγία Πρόθεση. Παράλληλα έτρωγε λίγο πρόσφορο και έπινε άφθονο ζεστό νερό. Τα γράμματα που λάβαινε τα διάβαζε το απόγευμα μετά τη θεία λειτουργία αφού έβαζε ένα πρόσωπο εμπιστοσύνης και τα άνοιγε μην τυχόν και υπάρχει σε κάποιο γράμμα επείγουσα ανάγκη. Πολλές φορές έλεγε το περιεχόμενο των γραμμάτων πριν ακόμα τα διαβάσει, είχε το χάρισμα της προορατικότητας. Πολλές φορές εκεί στην Σαγγάη που ήτα γύριζε έξω τι νύχτες και έδινε ψωμί και χρήματα στους αστέγους και ζητιάνους, ακόμη και σε μεθυσμένους.

Το Σάββατο στις 2 Ιουλίου το 1966 ο Άγιος έφυγε από αυτή την ζωή. Είχε πάει στο Σιάτλ μαζί με την θαυματουργική εικόνα της Παναγίας του Κούρση. Μόλις τελείωσε την Θεία Λειτουργία και αφού πέρασε 3 ώρες προσευχόμενος μέσα στο ιερό πήγε στο δωμάτιο του να ξεκουραστεί, κάθισε στην πολυθρόνα του και στις 4 παρά δέκα το απόγευμα κοιμήθηκε τον αιώνιο ύπνο ήρεμα χωρίς πόνο. Ακούστηκες ένας θόρυβος και όταν μπήκαν μέσα τον βρήκαν κάτω πεσμένο από την πολυθρόνα του και όπως λένε προγνώριζε την ημέρα του θανάτου του εκ των προτέρων και ήξερε ότι ο θάνατος του πλησιάζει και είχε προετοιμαστεί όπως οι μεγάλοι Άγιοι της Εκκλησίας μας. Γι' αυτό και εκείνη την ημέρα του θανάτου του έστειλε ένα γράμμα στέλνοντας για τελευταία φορά την ευλογία του στις μοναχές της Λέσνα στην Γαλλία που τόσο πολύ τον είχαν βοηθήσει και εξυπηρετήσει. Σχεδόν  24 ώρες αργότερα το σώμα του έφθασε στον Καθεδρικό Ναό του Σαν Φρανσίσκο που ο ίδιος είχε ολοκληρώσει. Τον προϋπάντησαν οι κληρικοί, έγινε ολονύχτια αγρυπνία που κράτησε 4 ώρες, όλη την νύχτα διάβαζαν το ψαλτήρι και όλοι αγρυπνούσαν για τελευταία φορά μαζί του. Ο κόσμος ερχόταν για να προσκυνήσει και να χαιρετήσει για τελευταία φορά τον Δεσπότη τους.

 Όλοι οι Ιεράρχες που τον γνώριζαν μιλούσαν για την ασκητική του ζωή. Μια ζωή όλο αγώνα πνευματικό που δεν είχε ξαπλώσει για 40 χρόνια σε κρεβάτια από τότε που έγινε μοναχός, που κοιμόταν μόνο μία ή δύο ώρες το βράδυ είτε όρθιος, είτε γονατιστός και σκυφτός στο πάτωμα, πολλές φορές κοιμόταν για λίγο απαντούσε κανονικά στο τηλέφωνο, όπως μαρτυρεί κάποιος που έτυχε να' ναι μπροστά του στο δωμάτιο του, ενώ μιλούσε του έπεσε το ακουστικό λίγο πάνω στα γόνατα και κοιμισμένος, όπως ήταν, απαντούσε σαν ν' άκουγε τον συνομιλητή του. Όλοι ένοιωσαν ότι είχαν μείνει ορφανοί γιατί ο Άγιος έδειχνε κατανόηση στον καθένα τους και πολλή αγάπη. Τον κήδεψαν στις 7 Ιουλίου το απόγευμα. Το σώμα του τόσες μέρες δεν είχε κανένα σημάδι αποσύνθεσης και όλοι ακουμπούσαν επάνω του σταυρούς λουλούδια και νήπια για να πάρουν την ευλογία και μερικοί Ιεράρχες τα εγκόλπιά τους.

 Ο Ναός ήταν αφιερωμένος στην Παναγία, «στην Χαρά όλων των θλιβομένων». Εδώ υπηρέτησε τον Θεό και τους ανθρώπους και εδώ αναπαύεται ο Άγιος. Μετά το τελευταίο ασπασμό έγινε 3 φορές η λιτάνευση του Ιερού λειψάνου του γύρω από τον Ναό. Το φέρετρο το βάσταζαν ορφανά που ο Άγιος είχε σώσει και μεγαλώσει στην Σαγγάη. Ένας Ιεράρχης παρομοίασε την λιτάνευση του Αγίου με την λιτάνευση του Επιταφίου του Χριστού την Μεγ. Παρασκευή. Ετάφη σ' ένα μικρό υπόγειο παρεκκλήσιο κάτω από το Ιερό. Όλοι έφερναν στην μνήμη τους τον Άγιο Σεραφείμ του Σάρωφ που τους είχε υποσχεθεί ότι και μετά την κοίμηση του θ' άκουγε τις προσευχές τους και τις θλίψεις τους όπως συμβαίνει σ' έναν ζωντανό άνθρωπο. Έτσι πήγαιναν τακτικά στον τάφο τους. Το φθινόπωρο του 1993 η Σύνοδος των Επισκόπων της Αμερικής με υπεύθυνο τον Αρχιεπίσκοπο Αντώνιο του Σαν Φρανσίσκο, αφού έγινε μία παννυχίδα στον τάφο του Αγίου, αποφάσισαν να τον ανοίξουν. Μόλις άνοιξαν την λάρνακα, είχε σκουριάσει λίγο το φέρετρο γιατί ήταν μεταλλικό, άνοιξαν με φόβο Θεού και προσευχή το φέρετρο. Το πρόσωπο του Αγίου ήταν σκεπασμένο με τον αέρα (κάποιο πανί) και η ματιά τους έπεσε στ' άφθαρτα χέρια του Αγίου. Ξεσκέπασαν και το πρόσωπο του και αποκαλύφθηκε και το άφθαρτο πρόσωπο του. Μια υπερκόσμια πνευματική γαλήνη, μια ευλαβική σιωπή απλώθηκε παντού. Βίωναν όλοι στιγμές θείας Χάριτος μπροστά στον Άγιο του Θεού. Αποφασίστηκε και την επόμενη χρονιά το 1994 στις 2 Ιουλίου να γίνει η ανακήρυξη του Αγίου επίσημα πλέον. Ο Θεός δεν μας εγκατέλειψε και μας έστειλε ένα μεγάλο Άγιο να πρεσβεύει για εμάς δίπλα στον Θρόνο του Θεού στα χρόνια αυτά της γενικής αποστασίας μας από τον Θεό.

Ο Καθεδρικός Ναός με τους χρυσούς τρούλους και που είναι αφιερωμένος στην Παναγία, στην χαρά των θλιβομένων, βρίσκεται στη λεωφόρο Γκίρι μεταξύ 26ης και 27ης λεωφόρου και είναι το κτίριο που δεσπόζει στην βορειοδυτική πλευρά του Σαν Φρανσίσκο. Ο Ναός είναι ορατός από πολλά σημεία της πόλης, ή έρχεσαι από τη θάλασσα ή από την γέφυρα Χρυσή πύλη. Το κουβούκλιο του τάφου βρίσκεται δύο πατώματα κάτω από το Ιερό. Κατεβαίνει σ' ένα υπόγειο παρεκκλήσιο με χαμηλό αγιογραφημένο ταβάνι με τον Παντοκράτορα και με αγιογραφίες στους τοίχους και γυαλιστερό μαρμάρινο δάπεδο. Εδώ έρχονται καθημερινά, μετά την κοίμηση του οι πιστοί και προσεύχονται στον τάφο του. Χιλιάδες πιστοί επισκέπτονται τον Άγιο, άλλοι του στέλνουν γράμματα και ζητούν την βοήθεια του και τις προεσβείες του. Ζητούν το νήμα από τα κεριά που ανάβουν στον τάφο του και λίγες σταγόνες λάδι από την καντήλα που καίει εκεί.

 Κάθε χρόνο στις 2 Ιουλίου τελείται η Θεία Λειτουργία και καταφθάνουν εκεί στο παρεκκλήσιο του τάφου του πλήθους κόσμου. Στο κέντρο βρίσκεται η λάρνακα που είναι σκεπασμένη με τον μανδύα του Αγίου, γύρω υπάρχουν μανουάλια με κεριά αναμμένα. Στην κεφαλή της λάρνακας βρίσκεται τοποθετημένη η Επισκοπική μίτρα του Αγίου και η ποιμαντορική του ράβδος βρίσκεται στο κάτω μέρος της λάρνακας. Και εκεί βρίσκεται ένα αναλόγιο με το Ψαλτήρι που το διαβάζουν οι πιστοί όταν πηγαίνουν στο Άγιο και μετά του λένε τα προβλήματα τους. Σ' ένα άλλο αναλόγιο δίπλα είναι η εικόνα των Εισοδίων της Παναγίας που την αφιέρωσε μια οικογένεια από την Κίνα στον Άγιο ως ευγνωμοσύνη που τους είχε βοηθήσει και έδωσε ένα ιερό όρκο η κυρία αυτή μαζί με την μητέρα της να δωρίσουν την εικόνα τους αυτή, το κειμήλιο τους στον Άγιο Ιωάννη στον τάφο του. Αυτή η εικόνα είχε έναν ιδιαίτερο νόημα για τον Άγιο, χωρίς αυτοί να το ξέρουν, γιατί στην ζωή μας τίποτα δεν συμβαίνει τυχαία. Αυτή την γιορτή των Εισοδίων της Παναγίας μας ο Άγιος την αγαπούσε πολύ, η κουρά του έγινε σε Μοναστήρι της Γιουγκοσλαβίας που ήταν αφιερωμένο στην εορτή των Εισοδίων. Επίσης την ημέρα των Εισοδίων πήγε ως Επίσκοπος στην Σαγγάη στον Ναό της Παναγίας μας που ονομαζόταν; «η αμαρτωλών Σωτηρία» και πάλι την ημέρα των Εισοδίων έρχεται στο Σαν Φρανσίσκο ως Επίσκοπος. Όταν παντρεύτηκε η κυρία αυτή πήγε στην Αμερική στον Σαν Φρανσίσκο και απέχτησαν έναν αγόρι των Ιωάννη. Όταν αργότερα κατατάχτηκε στο στρατό και θα τον έστελναν στον πόλεμο στο Βιετνάμ, το αγόρι που ευλαβείτο πολύ τον Άγιο Ιωάννη πήγε στον τάφο του και του άφησε μια φωτογραφία που είχε του Αγίου πάνω στην Επισκοπική του μήτρα, που βρίσκεται πάνω στην Λάρνακα και μετά από λίγες μέρες την πήρε ως ευλογία, την έβαλε στην τσέπη της στολής του στο μέρος της καρδιάς και πήγε στον πόλεμο. Και από ότι έγραφε στην μάνα του ο αξιωματικός γιος της ο Άγιος τον προστάτεψε και καμία σφαίρα δεν τον χτύπησε. Κάποτε το απόσπασμα του αιχμαλωτίστηκε και αυτός γλύτωσε, μία βόμβα έπεσε δίπλα τους, άλλοι τραυματιστήκαν σοβαρά και αυτός έμεινε αβλαβής.

 Η καντήλα πάνω από τη Λάρνακα του Αγίου καίει συνεχώς. Έρχονται εδώ όλοι με μια παιδική πίστη να μιλήσουν στον Άγιο, να παραπονεθούν για τις θλίψεις τους και ο Άγιος τους ακούει και τους βοηθάει. Ο Άγιος θέλει να προσευχόμαστε και να μην ξεχνάμε να μνημονεύουμε τους κεκοιμημένους από ένα περιστατικό που φανερώθηκε στον ύπνο κάποιου ανθρώπου και του είπε: «να προσεύχεσαι για τους κεκοιμημένους». Επίσης και σ' ένα διάκο φανερώθηκε και του είπε ότι: «είμαι πολύ ευτυχής που προσεύχεσαι για τους αρρώστους, πάντα να προσεύχεσαι και να επισκέφτεσαι τους αρρώστους». Σε κάποια γυναίκα που τον είδε στον ύπνο της, της είπε: «πείτε στον κόσμο παρόλο που έχω πεθάνει είμαι ακόμα ζωντανός» μία νοσοκόμα διηγείται ότι ένα βράδυ ένας σοβαρά άρρωστος ζητούσε τον Άγιο να πάει εκεί ένοιωθε ότι θα πέθαινε, είχε όμως ξεσπάσει μια καταιγίδα και με τον αέρα που φυσούσε κόπηκε το ρεύμα, δεν λειτουργούσαν και τα τηλέφωνα και η νοσοκόμα του είπε ότι τώρα δεν μπορούμε να τον ειδοποιήσουμε το πρωί θα πάει κάποιος στον Επίσκοπο. Σε μισή ώρα ακούστηκαν κτύποι στην είσοδο του Νοσοκομείου και όταν ρώτησε ο μισοκοιμισμένος φύλακας, ποιος είναι; - Ανοίξτε την πύλη, είμαι ο Επίσκοπος Ιωάννης, με κάλεσαν και με περιμένουν. Άνοιξε ο φύλακας και ο Άγιος διέσχισε γρήγορα τον διάδρομο και ρώτησε την νοσοκόμα: «ποιος είναι ο άρρωστος που με περιμένει, πήγαινε με σε αυτόν». Πως ο Άγιος διάβασε την σκέψη του αρρώστου και πήγε μέσα στην καταιγίδα στο νοσοκομείο δίπλα του; ήταν προορατικός και τα αψηφούσε όλα για τους ασθενείς του. Επειδή ταξίδευε συχνά αεροπορικώς και η σωρός του πάλι αεροπορικώς ήρθε από το Σιάτλ στο Σαν Φρανσίσκο, θεωρείται προστάτης των ταξιδευόντων αεροπορικώς, αλλά επειδή γλύτωσε κάποιος από τροχαίο θεωρείται και προστάτης των ταξιδιωτών.

 Μια δασκάλα φωνητικής, η Άννα, είχε βοηθήσει τον Άγιο στην Σαγγάη που ήταν. Του μάθαινε να προφέρει σωστά τα φωνήεντα, γιατί είχε πρόβλημα με το κάτω σιαγόνι του και δεν μπορούσε να προφέρει τις λέξεις. Από την πολλή νηστεία ήταν εξαντλημένος ο οργανισμός του και κρεμόταν πολύ το κάτω σιαγόνι του. Αυτός πάντα της έδινε σε κάθε επίσκεψη 20 δολλάρια. Μόλις άρχιζε την νηστεία, άρχιζε πάλι το ελάττωμα αυτό και τον επισκεφτόταν συχνά. Το 1945 τραυματίστηκε στον πόλεμο σοβαρά και ζητούσε να ‘ρθει στο νοσοκομείο ο Άγιος να την κοινωνήσει. Όμως είχε άσχημο καιρό με ανεμοθύελλα. Ήταν 10 με 11 την νύχτα, οι γιατροί της είπαν δεν μπορεί να γίνει αυτό, επειδή ήταν περίοδος πολέμου και το νοσοκομείο έκλεινε μετά την δύση του ηλίου. Το πρωί θα ειδοποιούσαν τον Επίσκοπο. Εγώ φώναζα: έλα Βλαντίκα, και ξαφνικά ανοίγει η πόρτα του θαλάμου και μπαίνει μέσα ο Άγιος μουσκεμένος από την βροχή. Τον άγγιξα γιατί νόμισα πως ήταν το πνεύμα του, εκείνος χαμογέλασε, με κοινώνησε και εγώ κοιμήθηκα. Όταν αργότερα ξύπνησα τους είπα ότι ήρθε ο Άγιος και με κοινώνησε, αυτοί όμως δεν με πίστεψαν το νοσοκομείο κλείνει μετά την δύση μου είπαν, οι πόρτες είναι κλειστές. Μία άλλη ασθενής τους είπε ότι πράγματι είχε έρθει ο Άγιος εκεί, αλλά ούτε εκείνη την πίστεψαν. Και ενώ η νοσοκόμα που δεν την πίστευε της έφτιαχνε το προσκέφαλο, βρήκε 20 δολλάρια. Ο Άγιος όταν ήρθε της άφησε και λεφτά γιατί δεν είχε τίποτα εκείνο το διάστημα. Τα χρόνια πέρασαν, όταν έφυγε ο Άγιος για το Σαν Φρανσίσκο, ήρθε και εκείνη εκεί και ήθελε να την ψάλλει και να την κηδέψει ο Άγιος. Και πράγματι το 1968 πέθανε το βράδυ της Μεταμορφώσεως από αέριο από γκάζι του σπιτιού της και μία άλλη κυρία, η Όλγα, είδε στον ύπνο της εκείνο το βράδυ τον Άγιο μέσα στον Ναό να θυμιάζει ένα φέρετρο με την Άννα μέσα και να της ψέλνει τόσο ωραία την νεκρώσιμη ακολουθία. Έτσι ο Άγιος της εκπλήρωσε την επιθυμία της. Το πρωί έμαθε η Όλγα ότι εκείνο το βράδυ πέθανε η Άννα.

 Της Ζηναίδας της είχε αναθέσει τα δωρεάν γεύματα για πτωχούς, έπαιρνε λεφτά από το ταμείο του Αρχιεπισκόπου, ένα ποσό των 20 δολαρίων κάθε μήνα για το σκοπό αυτό. Μια μέρα της έκανε δώρο 10 γαλλικά φράγκα, εγώ λέει η Ζηναίδα, τα ξόδεψα όλα για το σκοπό αυτό και ειδικά αυτόν τον μήνα έκανα πολλά έξοδα και χρώσταγα 70 δολλάρια. Δεν ήξερα τι να κάνω, έκανα προσευχή στον Άγιο (γιατί έλειπε στην Αμερική), του ζητούσα να με βοηθήσει, κάνω αυτό που μου είπες, αλλά τώρα έχω πολλά προβλήματα, βοήθησε με. Και το πρωί ο ταχυδρόμος της έδωσε ένα γράμμα από το ταμείο του Αρχιεπισκόπου. Νόμισε πως θα ήταν τα συνηθισμένα 20 δολλάρια μέσα, όταν όμως το άνοιξε βρήκε 70 δολάρια, ακριβώς όσα χρωστούσε. Πήγε λοιπόν και ξεχρέωσε, έγραψε και ένα ευχαριστήριο γράμμα και τον επόμενο μήνα ήταν πάλι τα καθιερωμένα 20 δολλάρια. Εκείνα τα λεφτά της τα είχε στείλει ο Άγιος. Πριν φύγει της ανέθεσε να φροντίζει ένα ορφανό παιδί, τον Βλαντιμίρ. Αλλά κάτι με τα δωρεάν γεύματα, κάτι με την ηλικιωμένη μητέρα της και τον θείο της έσπασαν τα νεύρα της και άρχισε να παρακαλεί τον Άγιο να τη βοηθήσει να τα βγάλει πέρα. Θα τα παρατήσω, έλεγε, δεν αντέχω άλλο. Και το βράδυ είδε στον ύπνο της τον Άγιο να έρχεται  σπίτι της και να πηγαίνει σε αυτήν μόνο και να την ευλογεί. Το πρωί ο ταχυδρόμος της έφερε ένα δέμα, ένα περιοδικό που είχε την μορφή του Αγίου όπως τον είχε δει στον ύπνο της και στο εξώφυλλο ένα σημείωμα: «Στην Ζηναίδα». Αμέσως πήρε χαρά και δύναμη να συνεχίσει τον αγώνα της αυτό. Άλλη μια φορά την έσωσε από βέβαιο θάνατο. Μια μέρα ενώ θα έβγαινε έξω, κοιτώντας από το παράθυρο τον κόσμο είχε ανάμεσα σε κάτι αυτοκίνητα κάτι σαν μια μικρή σωλήνα, την κυρίεψε η περιέργεια και άρχισε να ντύνεται για να πάει κάτω να δει να το κλωτσήσει. Τότε κτυπάει η πόρτα, ανοίγει ήταν ο Άγιος. Μπήκε μέσα, κάθισε στην πολυθρόνα 5 λεπτά και έφυγε χωρίς να της πει τίποτα. Τότε ξανακτυπά στο παράθυρο και είδε αστυνομικούς στο δρόμο να παίρνουν με πολλή προσοχή αυτό το παράξενο πράγμα. Κατέβηκε γρήγορα κάτω και έμαθε ότι ήταν βόμβα και θα ήτα νεκρή που σκεφτόταν να το κλωτσήσει εάν δεν την καθυστερούσε ο Άγιος Ιωάννης.

 Μια κυρία άρρωστη με πρόβλημα καρδιάς, φορούσε μια κονκάρδα με τον Άγιο Ιωάννη και μια μέρα λιποθύμησε στην Εκκλησία, τότε ο ψάλτης την σταύρωσε με την κονκάρδα, προσευχήθηκε στον Άγιο Ιωάννη να την κάνει καλά και πράγματι αμέσως συνήλθε.
 Μια μέρα λέει η Ζηναίδα είχε μαγειρέψει η μητέρα της ένα φαγητό, τα βαρενίκι, που το τρώνε πολύ στην Ρωσία είναι ένα είδος ζυμαρικών με τυρί και θα πήγαινε στον Επίσκοπο Ιωάννη. Τα είδε στο τραπέζι ο θείος της και τα λαχτάρησε, πήγε η Ζηναίδα στον Άγιο μετά το φαγητό μαζί με τα βερανίκι και ο Άγιος έφαγε πολύ λίγο από τα τρόφιμα που του πήγε, τα βερενίκι όμως δεν τα άγγιξε καθόλου, τον πίεζε να φάει η Ζηναίδα, όμως αυτός δεν έφαγε καθόλου λες και προγνώριζε ότι τα είχε λαχταρήσει ο θείος της.
 Κάποτε σκεφτόταν να πάει να του ζητήσει ευλογία να πάει σε Μοναστήρι. Το βράδυ τον είδε στον ύπνο της και δεν της έδινε ευλογία και κοιτώντας στον τοίχο της λέει: για χάρη του μείνε, και άνοιξε ο τοίχος και βγήκε ένα μωρό. Εκείνη έκλαιγε και ξύπνησε και σε λίγες μέρες γέννησε η γυναίκα του αδελφού της, αλλά αρρώστησε από φυματίωση και πάνω στον μήνα πέθανε, και ο αδελφός της της έδωσε να μεγαλώσει το μωρό. Γι΄ αυτό τότε της είχε πει ο Άγιος αυτά τα λόγια. Τον νοιώθει τόσο κοντά της τον Άγιο Ιωάννη η Ζηναίδα ακόμη και τώρα που έχει πεθάνει. Κάποτε θα πήγαινε με τον ανηψιό της, τον Φιλίπ, στην Αμερική και ο ανηψιός της τα χάλασε τα λεφτά του, θα ‘χει η θεία μου, έλεγε, και δεν τους έφταναν για τα εισιτήρια. Της είχε στείλει και λίγα χρήματα κάποιος γνωστός της αρχιμανδρίτης εις μνήμη του αγαπημένου Επισκόπου Ιωάννη. Και αποφάσισαν να πάνε, αλλά τα χάλασε ο ανηψιός της τα δικά του και άρχισε να προσεύχεται στον Άγιο να την βοηθήσει. Έλεγε. Εάν νομίζεις πως αυτό το ταξίδι θα ‘ναι για το καλό του Φιλίπ, βοήθησε μας. Και εκείνη την ημέρα πήρε ένα σημείωμα από το ταχυδρομείο 7.700 φράγκων στ' όνομα της, ακριβώς το ποσό που χρειάζονταν για τα εισιτήρια. Πήγε στο ταχυδρομείο και της είπαν ότι μπορεί να πάρει αμέσως σήμερα τα χρήματα και τα πήρε χωρίς να χει μαζί της ούτε καν την ταυτότητά της. Ευχαρίστησα τον Άγιο που πάντα με βοηθάει. Ήθελε να πάρει κόκκινες κρυστάλλινες καντηλόκουπες από την Αμερική (γιατί στην Γαλλία δεν έβρισκε) και όλο το ξεχνούσε εκεί που γύριζε στην Αμερική, και μόλις πήγαν στον τάφο του Αγίου, αμέσως το θυμήθηκε και πήγε μετά και αγόρασε, ο Άγιος την βοήθησε να τις θυμηθεί. Την ευλογία του Αγίου Ιωάννη να έχουμε όλοι μας.


ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΞΙΜΟΒΙΤΣ
ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΣΑΓΓΑΗΣ ΚΑΙ ΣΑΝ ΦΡΑΝΣΙΣΚΟ



Απολυτίκιον.
Ήχος πλ. Α'
Τον συνάναρχον Λόγον.

Ιωάννη Μαξίμοβιτς, αγγελόμορφε, ιεραρχών θεοφόρων και διδασκάλων σοφών εκλαμψάντων άρτι σάπφειρε πολύτιμε, ως Ορθόδοξων ασκητών καλλονήν και ποταμόν αστείρευτον θαυμασίων, σε ανυμνούντες ευχάς σου θερμάς προς Κύριον αιτούμεθα.

 Κοντάκιον

Ήχος πλ. δ'.  Τη Υπερμάχω

    

       Τον ταπεινόν, απλούν, φιλόθεον, φιλάρετον, σεμνόν, μακρόθυμον, πραυν και ευμπάθητον, ευφημήσωμεν Ορθόδοξον ιεράρχην, Ιωάννην τον Μαξίμοβιτς, μελίσμασιν ως θαυμάτων φρέαρ όντως ακεσώδυνον, πόθω κράζοντες, Χαίροις, χάριτος σκήνωμα.

Μεγαλυνάριον.

       Χαίροις, ιεράρχα νεοφανές, μάκαρ Ιωάννη, ταπεινώσεως κορυφή, χαίροις, ο ανύσας ουρανοδρόμον άρτι πορείαν και θαυμάτων κρήνη γενόμενος.

Τετάρτη 2 Ιουλίου 2014

ΠΑΝΑΓΙΑ ΟΔΗΓΗΤΡΙΑ (20 Ἰουνίου)




Ὅσιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης


" Ἀληθινά , ἡ Παναγία εἶναι ἡ βοήθειά μας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί μόνο τ' ὄνομά της χαροποιεῖ τήν ψυχή . Ἀλλά κι' ὅλος ὁ οὐρανός κι' ὅλη ἡ γῆ χαίρονται μέ τήν ἀγάπη της. Ἀξιοθαύμαστο κι' ἀκατανόητο πράγμα . Ζεῖ στούς οὐρανούς καί βλέπει ἀδιάκοπα τή δόξα τοῦ Θεοῦ , ἀλλά δέν λησμονεῖ κι ἐμᾶς τούς φτωχούς κι' ἀγκαλιάζει μέ τήν εὐσπλαγχνία της ὅλη τή γῆ κι' ὅλους τούς λαούς ".

 Η Αγία αυτή Εικόνα βρισκόταν από πολύ παλιά στο Καθολικό της Ιεράς Μονής Βατοπεδίου, στον κίονα του αριστερού χορού.Το 1730 όμως εξαφανίστηκε από τη θέση της, εντελώς ξαφνικά  και μάλιστα ενώ οι πύλες του Ναού ήταν κλειδωμένες. Οι Πατέρες της Μονής την αναζήτησαν παντού χωρίς αποτέλεσμα. Τελικώς πληροφορήθηκαν ότι βρέθηκε στην Μονή Ξενοφώντος, η οποία απέχει τρεις ώρες απο το Βατοπέδι. Έτσι η Εικόνα μεταφέρθηκε πίσω στη θέση της, ενώ οι Βατοπεδινοί έλαβαν αυστηρότατα μέτρα ασφάλειας και σφράγισαν τον Ναό. Σε λίγη ώρα όμως, όταν ανοίχτηκε για την ακολουθία, η Εικόνα έλειπε και πάλι από τη θέση της και πολύ σύντομα έφθασε είδηση από τη Μονή του Ξενοφώντος ότι βρέθηκε και πάλι στην αντίστοιχη θέση του εκεί Καθολικού.

 Οι Βατοπεδινοί πείσθηκαν για το θαύμα και αποφάσισαν να μην αντισταθούν άλλο στη θέληση της Θεομήτορος. Έτρεξαν στη Μονή Ξενοφώντος για να προσκυνήσουν την “Οδηγήτρια” και για πολύ καιρό της έστελναν λάδι και κερί στη νέα της κατοικία.


Απολυτίκιον
Παναγίας Οδηγήτριας
Ήχος α

Έκόνα Σου Άγιαν την Οδηγήτριαν Άχραντε, νύν πανευλαβώς προσκυνούντες, γεραίρομεν Παρθένε' επέστη γάρ ξένωνς προς ημάς βραβεύουσα θαυμάτων προχολην, και εκ παντοιων ελευθερούσα των δεινών, διο σοι πόθω βοώμεν :
Δόξα τη ευσπλαχνία Σου σεμνή,
Δόξα τή άντιλήψει Σου,
Δόξα τή προμηθεία Σου
μόνη Πανύμνητε.



Κοντάκιον. Τη υπερμάχω.
'Ηχος πλ. δ'

Τά τής Παρθένου ευφημήσωμεν Θαυμάσια, ά παραδόξως έν τοίς νύν καιροίς ηργάσατο' και τήν άχραντον είκονα τήν Οδηγήτριαν, έκ τής Μονής Βατοπαιδίου ώδε ήκουσαν πρός προστασίαν τε και σκέπην, προσκυνήσωμεν ταύτην κράζοντες'
Χαίρε Μήτερ Υπέραγνε.