A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2014

Οι ρίζες του Οικουμενισμού



Tου Επισκόπου Μαραθώνος Γ.Ο.Χ. Φωτίου 

[Ομιλία εκφωνηθείσα στην Ημερίδα της Ιεράς Μητροπόλεως Γ.Ο.Χ. Θεσσαλονίκης, τον Απρίλιο του 2004] 

Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Θεσσαλονίκης και Δημητριάδος κ. Μάξιμε,
Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Αχαΐας και πάσης Πελοποννήσου κ. Καλλίνικε,

Σεβαστοί Πατέρες,

Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,

          Ήλθα εξ Αθηνών για να σας μιλήσω για τις ρίζες του Οικουμενισμού. Είναι εύλογο λοιπόν να αναφέρω ότι στην Αθήνα, τα αρχαία χρόνια, οι πρόγονοί μας λάτρευαν πολλούς θεούς· ψευδείς θεούς. Μάλιστα στην Αθήνα είχαν στήσει βωμούς προς τιμήν όλων των θεών που γνώριζαν. Επειδή φοβήθηκαν ότι ίσως υπηρχε κάποιος άλλος θεός που τυχόν αγνοούσαν, για να μη θυμώσει μαζί τους, έφτιαξαν και ένα θυσιαστήριο, το οποίο επέγραψαν: "τω αγνώστω θεώ"! Ήσαν Οικουμενιστές κατά μία έννοια.

Οι ρίζες του Οικουμενισμού, λοιπόν, κατ’ αρχήν ανάγονται στον συγκριτισμό· στην τάση για ανάμιξη των θρησκευτικών δοξασιών που υπήρχε από την αρχαιότητα. Αυτό είναι δικαιολογημένο γι’ αυτούς που δεν έχουν την αλήθεια. Όσοι αισθάνονται κάποιο κενό, και το θρησκευτικό τους συναίσθημα δεν καλύπτεται, είναι επόμενο να αναζητούν κάτι άλλο, η και κάτι άλλο.

Όταν όμως ήλθε το φως του Χριστού, διαλύθηκαν τα σκότη. Ο Χριστανισμός, η Ορθοδοξία, δεν είναι προϊόν της αναζητήσεως του ανθρωπίνου νου, όπως τα διάφορα θρησκεύματα. Είναι η άνωθεν από Θεού αποκάλυψη της αληθείας. Γι’ αυτό και όσοι βιώνουν πραγματικά τη ορθοδοξία, δεν αισθάνονται καμμία ανάγκη για άλλες αναζητήσεις. Έτσι, οι πρόγονοί μας, που αναζητούσαν την αλήθεια, όταν η αλήθεια φανερώθηκε σ’ αύτούς, έπαψαν τις αναζητήσεις. Όπως λέγει και η Αγία Γραφή· οι "Έλληνες σοφίαν ζητούσιν" (A´ Κορινθ. Α 22), και την βρήκαν την σοφία. Η μάλλον η σοφία βρήκε αυτούς, "ότι τους αξίους αυτής, αυτή περιέρχεται ζητούσα" (Σοφ. Σολομ. ΣΤ´ 16), όπως λέγει ο σοφός Σολομών.

Όταν, λοιπόν, ο Απόστολος Παύλος τους απεκάλυψε την Σοφία, την αληθινή πίστη, τότε οι πρόγονοί μας εγκατέλειψαν την ειδωλολατρεία, άφησαν τον συγκρητισμό, τον Οικουμενισμό της εποχής τους, και έγιναν Χριστιανοί Ορθόδοξοι, αναδεικνύοντας μυριάδες Αγίους και σοφούς διδασκάλους. Αυτοί ήταν οι Άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας, οι οποίοι φωτισθέντες από το Άγιο Πνεύμα, θέσπισαν τους ιερούς κανόνες, αυτούς που οι σύγχρονοι οικουμενιστές αποκαλούν "εντάλματα μίσους" και "τείχη του αίσχους"(!) διότι καταδικάζουν τις οικουμενιστικές τους πρακτικές (συμπροσευχές, συλλείτουργα, κ.λπ.).

Αν, όμως αυτή ήταν η πορεία των Ορθοδόξων, διάφοροι αιρετικοί ακολούθησαν ακριβώς την αντίθετη. Συγκριτιστικές ήταν οι ιουδαϊκές αιρέσεις (συνδύαζαν ιουδαϊκά με χριστιανικά στοιχεία) και οι γνωστικές αιρέσεις που αναμίγνυαν χριστιανικά, φιλοσοφικά και στοιχεία των ανατολικών θρησκειών. Επίσης, συγκητιστικό χαρακτήρα είχε και ο Μανιχαϊσμός.

Ειδικώτερα, στον μαθητή του Μαρκίωνος Απελλή, αποδίδεται το απόφθεγμα, "...Μη δειν όλως εξετάζειν τον λόγον, αλλ’ έκαστος, ως πεπίστευκεν διαμένειν· σωθήσεται γαρ τους επί τον εσταυρωμένων ηλπικότας, μόνον εάν εν έργοις αγαθοίς ευρίσκονται" (Ευσεβίου Ιστορία Ε´ 13 – 1 - 15) . Αν ζούσε σήμερα, θα διεκδικούσε οπωσδήποτε μία ηγετική θέση στο Π.Σ.Ε.!

 Αργότερα και οι μωαμεθανοί επεχείρησαν να χρησιμοποιήσουν οίκουμενιστική τακτική για τον προσηλτισμό των χριστιανών.Αναφέρω ενδεικτικώς το παράδειγμα του νεομάρτυρος Γεωργίου του Σερβου (Φεβρουαρίου 11). Αυτός, μαρτύρησε στη Σοφια της Βουλγαρίας το έτος 1515. Στην προσπάθειά τους οι Μωαμεθανοί να το σύρουν στην πλάνη τους, του είπαν: «Δεν σου ζητούμε να αρνηθείς τον Χριστό, αλλά να δεχθείς και τον Μωάμεθ. Και εμείς τιμούμε τον Χριστό ως Προφήτη». Ο νεος δεν υπέκυψε και θανατώθηκε δια πυρός. Έδωσε την ζωή για να μην κάνει την οικουμενιστική ομολογία πίστεως που έκανε ο αποθανών Πατριάρχης Αλεξανδρείας Παρθένιος· αυτός, χωρίς να κινδυνεύει η ζωή του , αυτοπροαιρέτως, αναγνώρισε τον Μωάμεθ ως Προφήτη! Αυτά για την προϊστορία του οικουμενισμού.

Ο Οικουμενισμός, όμως με την σύγχρονή του μορφή, έχει τις ρίζες του στη μασονία και τον Προτεσταντισμό.
Η μασονία, που αύτοκαυχάται ότι είναι απόγονος των αρχαίων γνωστικών αιρέσεων, άρχισε να συνάγει στις σκοτεινές της στοές οπαδούς, αλλά και λειτουργούς διαφόρων θρησκειών. Μέσα στη στοά όμως, όλοι, ανεξαρτήτως θρησκεύματος ώφειλαν να προσεύχονται στον Μ.Α.Τ.Σ., τον Μέγα Αρχιτέκτονα του Σύμπαντος (η του Σκότους, μάλλον). Αυτό που τότε γινόταν κρυφά μέσα στις στοές, άρχισε να γίνεται στις ημέρες μας φανερά. Αφού συνήθησαν οι πάστορες, ραββίνοι, χοτζάδες και "ορθόδοξοι κληρικοί", να συναγελάζονται και να συμπροσεύχονται σε έναν κοινό θεό, και εκπαιδεύθηκαν κατά κάποιον τρόπο στον Οίκουμενισμό, τότε άρχισαν δειλά – δειλά να πράττουν το ίδιο και δημοσίως.

Ας ακούσουμε όμως τους ίδους τους μασόνους να το ομολογούν απερίφραστα. Το μασονικό περιοδικό "LE TEMPLE", σε άρθρο του που δημοσιεύθηκε το 1946 αναφέρει μεταξύ των άλλων:
"Το πρόβλημα το οποίον ηγέρθη υπό του σχεδίου της ενώσεως των Εκκλησιών, αι οποίαι ομολογούν τον Χριστόν, ενδιαφέρει ζωηρώς την μασονίαν και είναι συγγενές προς την μασονίαν, καθόσον εμπεριέχει εν εαυτώ την ιδέαν της παγκοσμιότητος. Και ας μας επιτραπή να προσθέσωμεν ότι εάν αύτη η ένωσις, τουλάχιστον όσον αφορά τας μη ρωμαϊκάς ομολογίας, ευρίσκεται εις καλόν δρόμον, τούτο οφείλεται εις την τάξιν μας"!
Προσέξατε τον όρο "μη ρωμαϊκάς ομολογίας"; Εννοεί τους μη λατίνους, δηλ. προτεστάντες αλλά και "Ορθοδόξους", που τότε περίπου συγκροτούσαν το Π.Σ.Ε.. Αλλά ιδού που από τις ρίζες, φθάσαμε και στους κλάδους· δηλαδή στην θεωρία των κλάδων, μέσω του μασονικού κορμού.

Η θεωρία των κλάδων γεννήθηκε στην γενέτειρα της σύγχρονης μασονίας, την Αγγλία, από τους Αγγλικανούς Πούζυ και Πάλμερ. Αυτοί είπαν ότι ο Αγγλικανισμός, Παπισμός και Ορθοδοξία, ήσαν οι τρεις αοράτως ενωμένοι κλάδοι της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας.

Οι Προτεστάντες, πρωτοστατούντων των Αγλικανών και των Επισκοπελιανών ιδρύουν, γύρω στις αρχές του 20ου αιώνα κάποιες παγκόσμιες οργανώσεις για την κοινή δράση των διαφόρων δογμάτων σε επιμέρους ζητήματα. Το 1914 ιδρύεται ο Παγκόσμιος Σύνδεσμος Προαγωγής της Διεθνούς Φιλίας των Εκκλησιών. Σ’ αυτό διακρίνεται ο Λουθηρανός "επίσκοπος" Ουψάλης Νάθαν Σόδερμπλουμ. Αυτού πρωτοστατούντος, ιδρύεται το 1920 η "Παγκόσμια Κίνηση Ζωής και Εργασίας".

Τότε συμπίπτει και κυκλοφορία της γνωστής εγκυκλίου τυ 1920 του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Για πρώτη φορά σε επίσημο έγγραφο της Ορθοδόξου Εκκλησίας όλες οι ετερόδοξες κοινότητες της Δυσεως χαρακτηριζόντουσαν ως "Εκκλησίες", συγγενείς και οικίες εν Χριστώ και συγκληρονόμοι και σύσσωμοι της επαγγελίας του Θεού. Μ’αυτην την εγκύκλιο προτάθηκε άπό τους εξ Όρθοδόξων οικουμενιστές, η σύσταση της "Κοινωνίας των Εκκλησιών", κατά τα πρότυπα της "Κοινωνίας των Εθνών" (του προάγγελου του Ο.Η.Ε.).

Το ίδιο έτος (1920) συγκαλείται το προκαταρκτικό συνέδριο "Πίστεως και Τάξεως", ενός άλλου διεθνούς Οργανισμού, για συζήτηση δογματικών θεμάτων. Το 1937 οι οργανισμοί: "Παγκόσμια Κίνηση Ζωής και Εργασίας", και"Πίστεως και Τάξεως", αποφασίζουν να συνεννωθούν, οπότε προέκυψε το Π.Σ.Ε.. Έπειτα από μία προπαρασκευαστική περίοδο, αφού ορίσθηκε προσωρινή επιτροπή, στη οποία αντιπρόεδρος ήταν ο Θυατείρων Γερμανός, το 1948, στο Άμστερνταμ συνεκλήθη το πρώτο συνέδριο του Π.Σ.Ε.. Σ’αυτο οι Σλαυϊκές Εκκλησίες όχι μόνο δεν συμμετείχαν αλλά κατεδίκασαν και την συμμετοχή όσων μετείχαν (για να αλλάξουν γνώμη λίγα χρόνια μετά, και να πρωτοστατούν στον Οικουμενισμό).

Το 1952 έπειτα από τη Β’ Βατικάνειο Σύνοδο, στο συνέδριο του Π.Σ.Ε. στην πόλη Λουδ της Σουηδίας, προσήλθαν και τρεις Λατίνοι επίσκοποι ως παρατηρητές. Έκτοτε το Βατικανό αποστέλλει παρατηρητές στο Π.Σ.Ε., δίχως ποτέ να γίνει μέλος. Σ’αυτο το σημείο, πρέπει να επισημάνουμε ότι το Βατικανό , μετά την Β’ Βατικάνειο Σύνοδο στράφηκε υπέρ του Οικουμενισμού, το οποίο εννοεί ως ένωση των Εκκλησιών υπό έναν Πάπα. Δεν έγινε δε ποτέ πλήρες μέλος του Π.Σ.Ε. για να μη καταντήσει ίση με κάθε προτεσταντική παραφυάδα. Από τότε εγκαινιάσθηκαν οι διάλογοι με τους Ορθοδόξους, η άρση των αναθεμάτων, και παραλλήλως προς την προτεσταντική "θεωρία των κλάδων" ανεφύη και η παπική "θεωρία των δύο πνευμόνων"· ότι δηλαδή η ανατολική και η δυτική Εκκλησία αποτελούν τους δύο πνεύμονες του ενός σώματος της Εκκλησίας του Χριστού.

Καταλήγουμε στην σύντομη ιστορική αναδρομή μας με την αναφορά ενός χαρακτηριστικού παραδείγματος αλλοιώσεως της γνησίας παραδόσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Πρόκειται για την ερμηνεία μίας εκ των δεήσεων των γνωστών μας "ειρηνικών", δηλαδή της μεγάλης συναπτής, που εκφωνεί ο Διάκονος στην αρχή διαφόρων ακολουθιών και της θείας λειτουργίας. Μεταξύ αυτών των δεήσεων υπάρχει και μία κατά την οποία ο Διάκονος μας προτρέπει να δεηθούμε:"Υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου, ευσταθείας των αγίων του Θεού Εκκλησιών και της των πάντων ενώσεως..." Το σημείο τούτο προσπαθούν να το προσαρμόσουν οι Οικουμενιστές προς τα πιστεύω τους, παρερμηνεύοντάς το.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας τέτοιας παρερμηνείας είναι η δήλωση του Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου Αρχοντώνη στις 11-12-1995 στη Διάσκεψη των Ευρωπαϊκών Εκκλησιών στην Γενέυη:
"...είναι όντως υψηλοί και ανταποκρίνονται πλήρως (οι σκοποί και το έργο της Διασκέψεως των Ευρωπαϊκών Εκκλησιών) προς την καθημερινήν προσευχήν της καθ’ ημάς Εκκλησίας: "Υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου, ευσταθείας των αγίων του Θεού Εκκλησιών και της των πάντων ενώσεως...".

Για να κατανοήσουμε πλήρως το βάθος της αλλοιώσεως του Ορθοδόξου φρονήματος εν προκειμένω, ας ακούσουμε και την ερμηνεία ενός άλλου Βαρθολομαίου, του Βαρθολομαίου Γεωργιάδου Αρχιεπισκόπου Κορινθίας (1899-1918), οποίος στην "Επιτομή Λειτουργικής" που έγραψε, καταγράφει την ορθόδοξη ερμηνεία της δεήσεως:
"Δια της δεήσως "Υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου, ευσταθείας των αγίων του Θεού Εκκλησιών και της των πάντων ενώσεως...", προτρέπει ημάς ο Διάκονος να ικετεύωμεν τον Θεόν, ίνα πάντες οι άνθρωποι, διάγωσιν εν ειρήνη και αγάπη προς αλλήλους, ίνα διαμένει ασάλευτος και ακράδαντος η πίστις εν ταις αγίαις του Θεού Έκκλησίαις και ίνα πάντες οι άνθρωποι, γνώντες την αλήθειαν, ενωθώσι μετ’ αλλήλων μετά της μιας, αγίας, καθολικής και αποστολικής Εκκλησίας".
Αυτή είναι η ορθή ερμηνεία, καθώς αν οι Αγιοι Πατέρες εννοούσαν την οικουμενιστική ένωση όλων των διαφόρων εκκλησιών (των αιρετικών με την Ορθόδοξη), δεν έγραφαν "...και της των πάντων ενώσεως...", αλλά "...και της των πασών ενώσεως...".
Καταλήξαμε εδώ, ώστε όλοι να προσέχουμε να μην απλώνεται μέσω παρομοίων παρερμηνειών το δηλητήριο του Οικουμενισμού, το οποίο άρχισε δια της μασονίας να προσβάλλει τις συνειδήσεις των Ορθοδόξων πιστών, με σκοπό να καταστρέψει το ανοσοποιητικό σύστημα του Ορθοδόξου φρονήματός τους.

Εμείς, ας προσέχουμε να μείνουμε απρόσβλητοι από την επίδραση αυτής της δηλητηριώδους διδασκαλίας, για να μην πάθουμε πνευματικό "έητζ", αλλά να παραμείνουμε τρεφόμενοι με τις υγιείς διδαχές της Ορθοδοξίας μας· της αποκεκαλυμμένης αλήθειας.

Εμείς έχουμε βρει την αλήθεια και ειμαστε αναπαυμένοι μ’ αυτήν. Δεν είναι ανάγκη να αναζητούμε πλέον τον "άγνωστο Θεό", όπως οι αρχαίοι πρόγονοί μας.



Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2014

Ἅγιος Χαράλαμπος ὁ Μεγαλομάρτυρας (10 Φεβρουαρίου)






Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ὁ παμβασιλεύς, μᾶς διδάσκει εἰς τὸ θεῖον αὐτοῦ καὶ ἱερὸν Εὐαγγέλιον, ἂν θέλωμεν νὰ ἀκολουθήσωμεν ὀπίσω του, νὰ ἀπαρνηθῶμεν τὸν ἑαυτὸν μας, καὶ νὰ σηκώσωμεν τὸν Σταυρὸν μας ἐπάνω μας, καὶ νὰ τὸν ἀκολουθήσωμεν• τὸ ὁποῖον τὸ ἐκατώρθωσαν πολλοὶ θαυμάσιοι, καὶ ἁγιώτατοι ἄνθρωποι, καθὼς ἦσαν οἱ Ἀσκηταὶ καὶ ἐρημῖται, οἱ ὁποῖοι ἀπηρνοῦντο τὸν κόσμον, καὶ τὰ ἐγκόσμια, τὴν εὐπάθειαν τοῦ σώματος, πλοῦτον, καὶ δόξαν εὐμάραντον, καὶ ἔφευγον εἰς τὰ ἐρημίας, καὶ εὑρίσκοντο πάντοτε εἰς τὴν προσταγὴν τοῦ Θεοῦ, εἰς προσευχὰς ἡμερινάς τε, καὶ ὁλονυκτίους, καὶ ἄλλον σκοπὸν δεν εἶχον, πὼς νά, ἀρέσουν τὸν ποιητὴν καὶ πλάστην τους Θεόν.

Τοιοῦτοι ἐστάθησαν καὶ οἱ σοφώτατοι Διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ ὁποῖοι ἕνα καὶ μόνον σκοπὸν εἶχον, πὼς νὰ ὠφελήσουν ψυχὰς ἀνθρώπων, πὼς νὰ τοὺς ἐπιστρέψουν εἰς τὰ ὀρθὰ δόγματα τῆς Ἐκκλησίας, πὼς νὰ τοὺς στερεώσουν εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν, καὶ δεν ἐφρόντιζον μήτε διὰ τὴν ἀνάπαυσιν τοῦ κορμίου, μήτε διὰ πλοῦτον, καὶ ἄλλα κτήματα• ἐξαιρέτως δὲ ἐστάθησαν τοιοῦτοι οἱ ἁγιώτατοι μάρτυρες, οἱ γενναῖοι στρατιῶται τοῦ ἐπουρανίου Βασιλέως Χριστοῦ, οἱ καλλίνικοι νικηταὶ τῆς πλάνης, καὶ τῆς ἀσεβείας, καὶ αὐτοῦ τοῦ κοσμοκράτορος Διαβόλου• οἱ ὁποῖοι, ὄχι μόνον ἐκαταφρόνησαν πλούτη, καὶ κτήματα, καὶ δόξας, ἀλλὰ καὶ αὐτὸ τὸ ἴδιoν τους κορμὶ ἐπαράδωκαν εἰς μυρίοις τιμωρίας, καὶ βασάνους ἀνηκούστους, εἰς τόσον ὁποῦ καὶ αὐτὴν τὴν γλυκυτάτην ζωήν τους ἐκαταφρόνησαν, καὶ ἐπρόκριναν τὸν θάνατον• αὐτοὶ οἱ μάρτυρες βεβαιότατα ἀπηρνήθησαν τὸν κόσμον, καὶ τὸν ἑαυτόν τους ἐπειδὴ καὶ ὑστερήθησαν τὴν παροῦσαν πολυπόθητον ζωήν, καὶ ἐσίκωσαν ἐπάνω τους τὸν Σταυρόν τους, καὶ ἐφύλαξαν βεβαίαν καὶ στερεὰν τὴν Ὀρθόδοξον πίστιν, καὶ τὴν ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ, στοχαζόμενοι ὀρθῶς, πὼς οὐκ εἶχον ὧδε μενοῦσαν πόλιν, καὶ διὰ τοῦτο ὁλοψύχως ἐπεζήτουν τὴν μέλλουσαν• τούτου χάριν καὶ ἐδοξάσθησαν ὑπὸ Θεοῦ, καὶ ἐτιμήθησαν• καὶ οὐ μόνον ἀπολαμβάνουσι τὴν οὐράνιον βασιλείαν, καὶ χαίρουσιν αἰωνίως μὲ τὸν Χριστόν, διὰ τὸν ὁποῖον ἔχυσαν τὸ αἷμα τους ἀλλὰ ἀκόμη καὶ ἁπανταχοῦ τῆς οἰκουμένης τιμῶνται, καὶ ἐορτάζονται, καὶ θέλουν δοξασθῇ εἰς αἰῶνα τὸν ἅπαντα.

Τοιοῦτος καλλίνικος καὶ γενναῖος στρατιώτης Χριστοῦ ἐστάθη καὶ ὁ σήμερον ἐορταζόμενος, καὶ τιμώμενος ὁ ἱερομάρτυς λέγω καὶ μεγαλομάρτυς ΧΑΡΑΛΑΜΠΗΣ• ὁ ὁποῖος ἦτον πρότερον Ἱερεὺς ἐννομώτατος εἰς τὴν ἐπαρχίαν τῆς Μαγνησίας.

Κατὰ δὲ τοὺς καιροὺς ἐκείνους ἐβασίλευεν εἰς τὴν Ῥώμην Σεβῆρος ὁ δυσσεβής, καὶ εἰς τὴν Ἀσίαν• ἦτον ἕνας ἡγεμὼν ἀπηνὴς καὶ ἀνίερος, Λουκιανὸς ὀνομαζόμενος, ὅστις ἐβασάνιζε πολλοὺς Χριστιανοὺς διὰ νὰ ἀρνηθοῦν τὴν εὐσέβειαν, καὶ νὰ προσκυνοῦσιν ἀναίσθητα εἴδωλα•
καὶ μαθὼν ὅτι ἐκεῖ εἰς τὴν πόλιν τῆς Μαγνησίας, ἦτον ἕνας ἱερεὺς, Χαραλάμπης ὀνομαζόμενος, καὶ ὕβριζε τοὺς θεούς, διδάσκωντας τοὺς λαοὺς παρρησία νὰ πιστεύουν εἰς τὸν Χριστόν, ἐθυμώθη, καὶ ἔστειλε στρατιώτας νὰ τοῦ τὸν φέρωσι• καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἠρώτησε, διατὶ ἐκαταφρόνα τὰ εἴδωλα, καὶ τὰ βασιλικὰ δόγματα;

Ὁ δὲ Ἅγιος ἀπεκρίνατο• ἐγὼ ὑπακούω εἰς τοῦ ἐπουρανίου Βασιλέως Χριστοῦ τὰ δίκαια, καὶ σωτήρια προστάγματα•
ἀμὴ ὁ Σεβῆρος γράφει μάταια καὶ ἀσύνετα λόγια• ἐπειδὴ προστάσσει νὰ προσκυνᾶτε διὰ Θεοὺς ἀναίσθητα καὶ ἄψυχα εἴδωλα, καὶ παραδίδει τὰς ψυχάς σας εἰς θάνατον•
ἀμὴ ὁ Δεσπότης μου Χριστὸς δίδει ζωὴν αἰώνιον, καὶ μακαριότητα εἰς τοὺς δούλους του• καὶ ὅπου ἐπικαλεσθῇ τὸ παντοδύναμον αὐτοῦ ὄνομα, φεύγουν οἱ δαίμονες ὁποῦ προσκυνεῖτε, ὡς ὑποχείριοι καὶ ἀνίσχυροι, καὶ πᾶσα ἀσθένεια ἀνίατος ἰατρεύεται.

Λέγει του ὁ Ἄρχων•
Ἄφες τὴν περισσολογίαν γέροντα, καὶ κάμε ὡς φρόνιμος τὸ συμφέρον σου, προσκύνησον τοὺς θεούς, πρὶν δοκιμάσῃς τὰ σκληρὰ καὶ πάνδεινα κολαστήρια.

Καὶ ὁ Ἅγιος•
ἐὰν δὲν βασανισθῶμεν ἐδῶ πρόσκαιρα, δὲν κληρονομοῦμεν τὰ αἰώνια ἀγαθὰ εἰς τὸν Παράδεισον.

Τότε ταραχθέντες οἱ ἄρχοντες, ἔφερον τὰ δεινότερα κολαστήρια, λέγοντες: Θῦσον τοῖς θεοῖς, κακὴ κεφαλή.
Καὶ ὁ Ἅγιος• μὴ γένοιτο νὰ γένω τόσον μωρὸς καὶ ἀνόητος, νὰ προσκυνήσω τοὺς ἀναισθήτους δαίμονας ὁποῦ σέβεσθε, οἱ ὁποῖοι καὶ αὐτοὶ φοβοῦνται τὴν δύναμιν τοῦ Σταυροῦ καὶ φεύγουσι.
Τότε ἐγύμνωσαν αὐτόν, καὶ λαβόντες χειράγρας, κατεξέσχιζον ἀπὸ τὴν κεφαλὴν ὡς τοὺς πόδας τὰς σάρκας του.
Ὁ δὲ Μακάριος ὑπομένων γενναίως αὐτὴν τὴν ἀνύποστον βάσανον, καὶ εἰς ὅλον τὸ σῶμα δεινῶς σπαραττόμενος, ἔλεγεν• εὐχαριστῶ σας ἀδελφοί, ὅτι βασανίζοντές μου τὸ σῶμα, προξενεῖτε τῆς ψυχῆς μου, εἰς τὸν μέλλοντα αἰῶνα αἰωνίαν μακαριότητα.

Ταῦτα λέγοντος τοῦ Ἁγίου, οἱ ὑπηρέται ἐθαύμαζον, καὶ ἔλεγον πρὸς τοὺς ἄρχοντας• τὴν ἀτιμίαν νομίζει τιμὴν οὗτος ὁ ἄνθρωπος, καὶ τὴν βάσανον ἄνεσιν• μήπως καὶ εἶναι αὐτὸς ὁ Χριστός, καὶ ἦλθε νὰ μᾶς δοκιμάσῃ, καὶ διὰ τοῦτο αἱ χειράγραι ἀποστομώνονται, καὶ δὲν ξεσχίζουν πλέον τὰς σάρκας του;
Ταῦτα ἀκούσας ὁ Δοὺξ ἐθυμώθη• καὶ ὑβρίζωντας τοὺς ὑπηρέτας, πὼς ἦσαν ἀμελεῖς καὶ ἀδύνατοι, ἅρπασε τὰς χειράγρας ἀπὸ τὰς χεῖρας τους, καὶ ἄρχισε νὰ ξεσχίζῃ τὸ σῶμα τοῦ Ἁγίου μὲ πολλὴν ὀργὴν ὁ θεόργιστος• ἀλλὰ παρευθὺς ἔφθασεν ἡ θεία δίκη τὸν ἄδικον, καὶ ἐκόπησαν (ὦ τοῦ θαύματος) ἀπὸ τοὺς ἀγκῶνας αἱ χεῖρες του, καὶ ἐκρέμοντο εἰς τὸ σῶμα τοῦ μάρτυρος.
Αὐτὸς δὲ ὁ δειλεὸς ἔπεσε κατὰ γῆς φωνάζοντας•
βοήθει μοι ὁ ἡγεμών, ὅτι μάγος εἶναι οὗτος ὁ ἄνθρωπος•
Πλησίασας οὖν ὁ ἡγεμών, καὶ ἰδὼν τὰς χεῖρας τοῦ Δουκὸς κρεμαμένας εἰς τὸ σῶμα τοῦ μάρτυρος, τοῦ ἔπτυσεν εἰς τὸ πρόσωπον• καὶ εὐθὺς ἐστράφη τὸ πρόσωπόν του εἰς τὸν τράχηλον, καὶ ἔμεινε ἐλεεινὸν θέαμα.

Τότε ἡ πόλις ὅλη τῆς Μαγνησίας ἐφοβήθησαν, καὶ ἐπαρακαλοῦσαν τὸν δίκαιον, λέγοντες: Ἀποστρέψου ἀφ ἡμῶν τὴν ὀργὴν τοῦ Κυρίου ὅσιε• οὕτω σὲ προστάσσει ὁ Χριστὸς νὰ μὴ ἀποδίσῃς κακὸν ἀντὶ κακοῦ, ἀλλὰ νὰ εὐεργετῇς τοὺς μισοῦντας σε.
Λέγει τους ὁ Ἅγιος• Ζῇ Κύριος ὁ Θεός μου, δὲν εἶναι δόλος εἰς τὴν γλῶσσαν μου, ἀλλὰ Κύριος ἐπαίδευσεν αὐτοὺς εἰς χείρονα, διὰ νὰ δώσῃ ἐσᾶς ζωὴν αἰώνιον•
Τότε τὸ πλῆθος ὅλον ἐβόησε πρὸς Κύριον λέγοντες:

Μὴ μᾶς ἀπολέσῃς Δεσπότα, ἀλλὰ συγχώρησόν μας εἰς ὅσα ἐπταίσαμεν• καὶ οὕτω πολλοὶ ἐπίστευσαν.

Ὁ δὲ Δοὺξ ἐδέετο τοῦ ἁγίου λέγωντας: Ἄγγελε τοῦ Θεοῦ, καὶ οὐράνιε ἄνθρωπε, βοήθησόν μοι τῷ τάλανι. Ἰδοὺ ἔχεις τὸ βάρος τῶν χειρῶν μου ἐπάνω σου, καὶ ἐγὼ ὑπομένω τὸν κόπον, καὶ βάσανον• λοιπὸν ἰάτρευσόν με, νὰ λυτρωθῶ ἀπὸ τὰς ὀδύνας, καὶ σὺ ἀπὸ κόπον καὶ μέριμναν• καὶ ἐὰν λάβω τὴν ἴασιν, νὰ πιστεύσω εἰς τὸν Θεόν σου βέβαια.
Ὁ μὲν οὖν Ἅγιος ηὔξατο ταῦτα πρὸς Κύριον• εὐχαριστοῦμεν σοι Δεσπότα ὁποῦ μᾶς φυλάττεις πάντοτε• ἐπίβλεψον εἰς τὴν ταπείνωσιν τῶν πεπεδημένων, καὶ λῦσον ἀπὸ τὰ δεσμὰ εἰς δόξαν Σου.
Τότε ἦλθε φωνὴ λέγουσα: Χαίροις ἀθλητὰ ΧΑΡΑΛΑΜΠΕΣ, Ἀγγέλων συνόμιλε, καὶ Ἀποστόλων ὁμότροπε•
ἐπήκουσα τὴν δέησίν σου, καὶ δίδω τοῖς ἀσθενέσι τὴν ἴασιν.
Καὶ παρευθὺς ἰατρεύθησαν•
καὶ πιστεύσας ὁ Δοὺξ ἐβαπτίσθη εἰς τὸ ὄνομα Πατρός, Υἱοῦ, καὶ ἁγίου Πνεύματος•
ὁ δὲ ἡγεμὼν ἔπαυσε τὸν διωγμὸν κατὰ τῶν Χριστιανῶν, ὡς νὰ δώσῃ τοῦ Βασιλέως εἴδησιν.

Τότε ἐσυνάγοντο ὅλοι τῆς Μαγνησίας καὶ Ἀσίας πρὸς τὸν Ἅγιον, καὶ ἐξομολογούμενοι τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν, ἐβαπτίζοντο.
Πολλὰ δὲ θαύματα καὶ ἰάματα εἰς τοὺς ἀσθενεῖς ἐτέλει καθ' ἑκάστην ὁ Ἅγιος• τυφλοὶ ἀνέβλεπον, χωλοὶ καὶ κουτσοὶ ἐπεριπατούσαν, δαίμονες ἐφεύγαν, νεκροὶ ἀνεσταίνοντο, καὶ πᾶσα νόσος καὶ ἀσθένεια ἰάτρευε.
Τὰ ὁποῖα βλέπων ὁ ἡγεμών, ἀπῆλθεν εἰς τὸν Βασιλέα, καὶ τοῦ ἀνήγγειλε διὰ τὸν Ἅγιον ἅπαντα τὰ γενόμενα, ὡς ἄνωθεν εἴπομεν.

Ὁ δὲ σοβαρὸς Σεβῆρος ταῦτα ἀκούσας, ἐθυμώθη, καὶ ἔλεγε; Διατὶ ἀμελεῖτε θεοὶ αἰώνιοι, καὶ δὲν ἐξολοθρεύετε ἀπὸ τὴν γῆν τοὺς ἀσεβεῖς ὁποῦ σᾶς ὑβρίζουσι; Καὶ εὐθέως ἔστειλε στρατιώτας τριακοσίους, προστάσσωντάς τους νὰ ἐμπήξουν καρφία εἰς τὴν ῥάχιν τοῦ μάρτυρος• ἔπειτα νὰ τὸν σύρουν ἀπὸ τὴν Μαγνησίαν ἕως τὴν Ἀντιόχειαν.
Οἱ δὲ ἀπελθόντες ἐκάρφωσαν τοὺς ἥλους μὲ πολλὴν ἀσπλαγχνίαν εἰς ὅλον τὸ σῶμα τοῦ μάρτυρος• καὶ δένοντές τον ἀπὸ τὴν γενειάδα, τὸν ἐτράβιζαν ἀνιλεῶς οἱ ἀπάνθρωποι, καὶ τὸν ἐκάθισαν ἐμπαικτικῶς ἐπάνω εἰς ἕνα ἄλογον.

Ὅταν οὖν τὸν ὑπήγασιν 15 στάδια, ἐλάλησε ταῦτα μεγαλοφώνως τὸ ἄλογον λέγον : Ὦ τρισκατάρατοι στρατιῶται ὑπηρέται τοῦ βασιλέως Διαβόλου, δὲν βλέπετε πὼς εἶναι ὁ Θεὸς μὲ τοῦτον τὸν ἄνθρωπον, καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον; Λύσατέ τον σκληροτράχηλοι, νὰ λυθῆτε καὶ ἐσεῖς ἀπὸ δεσμὰ ἀόρατα.
Τότε οἱ στρατιῶται φοβηθέντες, τὸν ὑπήγασι μὲ ἄνεσιν εἰς τὴν Ἀντιόχειαν διὰ νὰ μὴν παρέβουν τὸ πρόσταγμα•
Ὁ δὲ Διάβολος ἐμετασχηματίσθη εἰς εἶδος γέροντος, καὶ ἐφάνη εἰς τὸν Σεβῆρον, λέγωντας: Οὐαί μοι βασιλεῦ, ἐγὼ εἶμαι ὁ Βασιλεὺς τῶν Σκυθῶν, καὶ ἦλθεν εἰς τὴν πατρίδα μου ἕνας μάγος Χαραλάμπης καλούμενος, καὶ μοῦ ἐπῆρεν ὅλους τοὺς στρατιώτας, καὶ ἦλθον νὰ σοῦ τὸ εἶπω, νὰ φυλαχθῇς νὰ μὴν πάθῃς τὰ ὅμοια.

Τότε ἔφερον καὶ τὸν Ἅγιον, καὶ προστάσσει νὰ τοῦ καρφώσουν σούβλαν μεγάλην εἰς τὸ στῆθος, ἔπειτα νὰ φέρουν ξύλα καὶ πῦρ νὰ τὸν καίουν, ἕως νὰ ξεψυχήσῃ• Ἐκάρφωσάν του λοιπὸν τὴν σούβλαν, καὶ ὥραν πολλήν, τὸν ἐκατακαίγασιν, ἀλλὰ ποσῶς δὲν ἐβλάφθῃ ἀπὸ τοῦ πυρός, ὅτι αὐτὸ μὲν ἔσβυσεν, οἱ δορυφόροι ἐκουράσθησαν,
ὁ δὲ Ἅγιος ἀνέθαλλε καὶ ἔστεκεν ὡς ῥόδον εὔοσμον•

Ὅθεν ὁ Βασιλεὺς εἶπε νὰ τὸν λύσουν, καὶ νὰ τὸν φέρουν πλησίον, καὶ λέγει του διὰ πρόφασιν• ὁ Βασιλεὺς τῶν Σκυθῶν μὲ ἔκαμε καὶ σὲ ὕβρισα, ἀλλὰ μὴ κακίσῃς, καὶ εἰς ὅσα σὲ ἐρωτήσω δός μοι ἀπόκρισιν•
καὶ εἰπέ μου πόσων χρόνων εἶσαι;
Καὶ τοῦ εἶπεν, ὅτι ἦτον ριγ' (113) χρόνων.

Λέγει του ὁ Βασιλεύς• ἐπειδὴ τόσους χρόνους ἔζησας, πῶς δὲν ἔχεις τόσην γνῶσιν, νὰ γνωρίσῃς τοὺς ἀθανάτους θεούς, ἀλλὰ προσκυνᾷς τὸν Χριστόν, ὡς ἄγνωστος;
Καὶ ὁ Ἅγιος, ἐπειδὴ πολλοὺς χρόνους ἔζησα, ἐγνώρισα τὴν ἀλήθειαν, καὶ προσκυνῶ τὸν ὄντως Θεὸν τὸν παντοδύναμον καὶ οἰκτίρμονα.
Καὶ ὁ βασιλεύς•
Ἐσὺ καὶ νεκρὸν ἠμπορεῖς νὰ ἀναστήσῃς ὡς ἤκουσα.

Καὶ ὁ Ἅγιος, αὐτὸ μόνον ὁ Δεσπότης Χριστὸς δύναται νὰ τὸ κάμῃ, καὶ ὄχι ἄνθρωπος.
Τότε προσέταξεν ὁ Σεβῆρος, καὶ ἦλθεν ἐκεῖ εἰς τὸ μέσον ἕνας δαιμονιζόμενος, ὅστις ἦτον ἀπὸ τὸν ἐχθρόν καὶ μισόκαλον 36 χρόνους βασανιζόμενος, καὶ πλησίον τοῦ ἁγίου παραγενόμενος, ἐφώναζεν ὁ δαίμων, ὥσπερ δεινῶς ὀδυνώμενος, καὶ ὑπὸ πυρὸς φλογιζόμενος•
δέομαί σου δοῦλε τοῦ Χριστοῦ, μὴ μὲ πρὸς καιροῦ βασανίσῃς, ἀλλ' εἶπε λόγον, καὶ ἐξέρχομαι, καὶ ἂν ὁρίζῃς νὰ εἰπῶ καὶ τὸν τρόπον, καὶ τὴν αἰτίαν ὅπου εἰσῆλθον εἰς τοῦτον τὸν ἄνθρωπον.

Καὶ ὁ Ἅγιος, εἰπέ τον, πνεῦμα ἀκάθαρτον.
Τότε εἶπον τὸ δαιμόνιον• οὗτος ἔκλεψε τὰ πράγματα τοῦ γειτόνου του, καὶ τὸν κληρονόμον αὐτοῦ ἐφόνευσεν• ὅθεν εὐρίσκωντάς τον εἰς τοιαύτην ἀνομίαν ἀσχολούμενον, εἰσῆλθον εἰς αὐτόν, καὶ τὸν βασανίζω τώρα χρόνους ἓξη καὶ τριάκοντα.
Τότε τὸν ἐπετίμησεν ὁ Ἅγιος καὶ εὐγῆκεν.
Ὁ δὲ Βασιλεὺς ἐθαύμασε λέγων: Μεγάλος εἶναι ὁ Θεὸς τῶν Χριστιανῶν κατὰ ἀλήθειαν.
Καὶ μεθ' ἡμέρας τρεῖς ἀπέθανεν ἕνας νέος• καὶ λέγει ὁ Βασιλεὺς πρὸς τὸν Ἅγιον•
ἀνάστησον τὸν νεκρὸν τοῦτον, ἐὰν δύνασαι•
καὶ ποιήσας προσευχὴν ὥραν πολλήν, ἀνέστη•
ὅθεν πολλοὶ ἀπὸ τὸν ὄχλον ἐπίστευσαν,

Ὁ δὲ ἔπαρχος Κρῖσπος εἶπε τῷ Βασιλεῖ•
θανάτωσον τοῦτον τὸν ἄνθρωπον,
ὅτι μὲ μαντείας κάμνει τοιαῦτα τερατουργήματα.

Εὐθὺς οὖν ὁ Σεβῆρος ἐμεταγνώμησε, καὶ λέγει τῷ μάρτυρι. Θῦσον τοῖς θεοῖς Χαράλαμπες νὰ φύγῃς τὰ κολαστήρια.
Λέγει του, ὁ Ἅγιος• ὅσον μὲ κολάσεις χειρότερα, τόσον μᾶλλον ἡ ψυχή μου εὐφραίνεται.
Τότε ὀργισθεῖς ὁ Βασιλεύς, ἐπρόσταξε νὰ δείρουν μὲ λίθους τὰς σιαγόνας του, καὶ μὲ λαμπάδας νὰ καύσουν τὸ πρόσωπον αὐτοῦ, καὶ τὰ γένεια• τὸ δὲ πῦρ ἐπήδησε καὶ ἔκαυσε τοὺς περιεστώτας ὑπηρέτας.
Καὶ θαυμάζων εἰς ταῦτα ὁ Βασιλεύς, ἠρώτα τοὺς ἄρχοντας • τίς εἶναι ὁ Χριστὸς ὁποῦ κάνει τοιαῦτα τερατουργήματα;
Λέγει τον ὁ Κρῖσπος ὁποῦ ἦτον ἔπαρχος, ἀπὸ πορνείαν ἐγεννήθη ἐκ μιᾶς γυναικὸς Μαρίας ὀνόματι.

Ὁ δὲ Ἀρίσταρχος ἀπεκρίνατο• μὴ βλασφημᾶς ἔπαρχε, ὅτι ἐσὺ δεν ἠξεύρεις τοιαῦτα μυστήρια.
Τότε ὁ βασιλεὺς ἐθυμώθη ὑπέρμετρα, καὶ ὄρμησε νὰ πολεμήσῃ τὸν οὐρανὸν ὁ ἀνόητος, καὶ ῥίπτωντας σαΐτας εἰς τὸν ἀέρα, ἐβόησε•
κατέβα Χριστὲ εἰς τὴν γῆν νὰ πολεμήσωμεν• εἰδέ, ἐγὼ ἀναβαίνω νὰ σὲ εὕρω νὰ χαλάσω τὸ στερέωμα, νὰ σβύσω τὸν Ἤλιον.

Τότε γίνεται σεισμός, καὶ φόβος μέγας καὶ ἀγανάκτησις, ὅτι ὁ Κύριος ὠργίσθη, ὁ οὐρανὸς ὡς δένδρον ἐσείετο, καὶ αἱ ἄνῳ δυνάμεις δυνατῶς ἐσαλεύθησαν, καὶ ἀστραπαὶ καὶ βρονταὶ μεγάλαι ἠκούοντο•
καὶ εὐθέως ἐκρεμάσθησαν εἰς τὸν ἀέρα ὁ τὲ Βασιλεύς, καὶ Κρῖσπος ὁ ἔπαρχος•
καὶ ἐφώναζεν ὁ Βασιλεὺς πρὸς τὸν Ἅγιον• Κύριέ μου Χαράλαμπες δικαίως ἔπαθον, δεήθητι Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου νὰ μὲ λυτρώσῃ ἀπὸ τὴν παίδευσιν, καὶ νὰ γράψω τὸ ὄνομά του εἰς ὅλας τὰς πόλεις νὰ τὸν δοξάζουσι.

Τότε ἦλθεν ἐκεῖ καὶ ἡ θυγάτηρ τοῦ Βασιλέως Γαλήνη ὀνόματι, καὶ λέγει του• πίστευσον εἰς τὸν Κύριον, νὰ σὲ λυτρώσῃ ἀπὸ τὰ δεινὰ ὡς οἰκτίρμων καὶ πανάγαθος, ὅτι αὐτὸς ὁ Χριστὸς εἶναι μόνος Θεὸς ἀδιάδοχος.
Τότε προσεκύνησε τὸν Ἅγιον λέγουσα• παρακάλεσον τὸν Κύριον νὰ λυτρώσῃ ἀπὸ τὰς ὀδύνας τὸν πατέρα μου, καὶ εἰ μὲν πιστεύσῃ, ἤδη καλῶς, εἶδε κᾂν σὲ κάμνει μετὰ θάνατον τέλειον.
Προσευξαμένου λοιπὸν τοῦ Ἁγίου, ἔπαυσε τοῦ Θεοῦ ἡ ἀγανάκτησις, καὶ κατέβησαν εἰς τὴν γῆν ὁ Βασιλεὺς μὲ τὸν ἔπαρχον• καὶ ἀπελθόντες εἰς τὸ παλάτιον, ἔκαμαν τρεῖς ἡμέρας συλλογιζόμενοι τὸν φόβον τοῦ Θεοῦ, καὶ τὴν ἀγανάκτησιν.
Ἡ δὲ θυγατέρα τοῦ βασιλέως εἶδεν ὅραμα καὶ τὸ ἀνέφερε πρὸς τὸν Ἅγιον, οὕτω λέγουσα• ἐφάνη μου πῶς εὑρέθηκα εἰς ἕνα περιβόλι ὡραιότατον μὲ δένδρα εὐωδέστατα, καὶ βρύσιν εὔμορφον, καὶ ἦσαν πλησίον ὁ Πατήρ μου μὲ τὸν ἔπαρχον• ὁ δὲ φύλαξ τοῦ Παραδείσου ἐδίωξεν αὐτοὺς μὲ πύρινην ῥάβδον, καὶ ἐμένα ἐσήκωσε, καὶ μὲ ἔβαλε μετὰ τιμῆς, καὶ λέγει μου• ἐσένα ἐδόθη ἡ κατοικία αὐτὴ καὶ τοῖς ὁμοίοις σου, νὰ συνευφραίνεστε πάντοτε• Αὐτὰ εἶδον, καὶ παρακαλῶ σε διδάσκαλε νὰ μοῦ εἴπῃς τὴν ἐξήγησιν.
Ὁ δὲ ἀπεκρίνατο• τὸ περιβόλι ὅπου εἶδες, εἶναι τῶν δικαίων ὁ Παράδεισος, καὶ σὲ ἔβαλε μέσα ὁ Δεσπότης Χριστός, διατὶ τὸν ἐπίστευσας• τὸν δὲ πατέρα σου καὶ τὸν ἔπαρχον ἐδίωξε, διατὶ μέλλουν νὰ ἀποστατήσουν, νὰ μᾶς κακοποιήσουν οἱ ἀχάριστοι.
Οὕτως εἶπε• καὶ μετὰ ἡμέρας τριάκοντα, ἐπροσκάλεσεν ὁ Βασιλεὺς τὸν Ἅγιον, καὶ λέγει του• θυσίασον εἰς τοὺς θεοὺς νὰ κάμῃς τὸν λόγον μου, καὶ νὰ τιμήσῃς τοῦ λόγου σου•
Ὁ δὲ ἀπεκρίνατο• τὰ λόγια σου εἶναι πικρὰ καὶ ἀσύνετα, καὶ δὲν πρέπει νὰ σοῦ ὑποταχτὼ ὡς δοῦλος Θεοῦ καὶ ὑπήκοος•
Ὀργισθεὶς οὖν ὁ Βασιλεύς, ἐπρόσταξε καὶ τοῦ ἔβαλον χαλινάρι εἰς τὸ στόμα, ὥσπερ νὰ ἦτον ζῷον ἄλογον, καὶ τὸν ἐπόμπευον εἰς ὅλην τὴν πόλιν μὲ πολλὴν καταφρόνησιν.

Ὁ δὲ Ἅγιος ηὔχετο λέγων•
Δεσπότα Κύριε ὁποῦ ἔπλασας τὸν ἄνθρωπον καὶ τὸν ἐτίμησας κατὰ τὴν εἰκόνα σου καὶ ὁμοίωσιν, ἐπίβλεψον εἰς τὴν μανίαν ταύτην καὶ ἀπειλὰς τοῦ τυράννου, ὅτι ταῦτα πάσχω διὰ τὸ ὄνομά σου τὸ Ἅγιον.

Ἡ δὲ Γαλήνη ἐσυμβούλευε ὥραν πολλὴν τὸν πατέρα της νὰ ἀπέχει ἀπὸ τὴν ἁμαρτίαν ταύτην, καὶ νὰ πιστεύσῃ εἰς αὐτὸν τὸν Θεὸν ὅπου ὡμολόγησε διὰ νὰ μὴ κολασθῇ αἰώνια.

Ἀλλ' αὐτὸς ὁ ἀσύνετος οὐδὲν ὠφελήθῃ, ἀλλὰ μᾶλλον εἰς τὸ χεῖρον ἐτράπη, καὶ τὴν ἐπρόσταξε νὰ θυσιάσῃ τὰ εἴδωλα•
Αὐτὴ δὲ ἡ πάνσοφος διὰ νὰ τὸν ἐμπαίξῃ, τοῦ ἔταξε νὰ τὰ προσκυνήσῃ, καὶ ἀπελθοῦσα εἰς τὸν ναὸν τοῦ Διὸς καὶ Ἀπόλλωνος εἶπεν εἰς τοὺς Ἱερεῖς, δεηθῆτε τοὺς θεοὺς νὰ δεχθῶσι τὴν προσευχήν μου, ὁποῦ τοὺς ὕβρισα.
Οἱ δὲ ἐβόησαν• ὁ μέγας θεὸς Ζεύς, καὶ ὁ κραταιὸς Ἀπόλλων, οἱ ποιηταὶ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς συγχωρήσατε τὴν Δέσποιναν Γαλήνην διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ πατρός της•
Ἡ δὲ μακαρία ἔδραξε τὸν Δία λέγουσα• ἐὰν εἶσαι θεός, πῶς δὲν γνωρίζεις τὴν γνώμην μου, καὶ τὸν ἔρριψε κάτω, καὶ ἐσυντρίφθη• τότε ἅρπασε καὶ τὸν Ἀπολλῶνα, καὶ λέγει του• ἔλα κάτω, καμπούρη, σαπρόγηρε, τῶν ἀνθρώπων ἡ ἀπώλεια• καὶ ἐγκρεμνίσασα αὐτὸν καὶ ἄλλα 34 εἴδωλα, ἀπῆλθον οἱ ἱερεῖς εἰς τὸν βασιλέα λέγοντες• τώρα μέλλει νὰ χαθῇ ὁ κόσμος καὶ νὰ σβύσῃ ὁ Ἥλιος, ὅτι οἱ θεοί μας διερράγησαν, καὶ ἀπέθανον, ὅτι ἡ θυγάτηρ σου τοὺς ἐγκρήμνισε.
Λέγει τους ὁ Σεβῆρος• εὕρητε πενῆντα μαστόρους νὰ τοὺς ἀποκαταστήσουν τὴν νύκτα, νὰ τοὺς στήσουν εἰς τὸν τόπον τοὺς, νὰ μὴ μᾶς γελοῦν οἱ Γαλιλαῖοι, πὼς οἱ θεοί μας ἐσυντρίφθησαν• καὶ οὕτως ἐποίησαν• καὶ τὸ πρωὶ εἴπατε τῆς Γαλήνης, ἐλθὲ Δέσποινα νὰ ἴδῃς πῶς οἱ θεοὶ ἀνεστάθησαν.
Ἡ δὲ ἀπελθοῦσα καὶ ἰδοῦσα τὴν ἀναχώνευσιν, ἐγνώρισε τὴν πονηρίαν καὶ λέγει• ἂς μὴ ἀμελήσω νὰ συντρίψω νεωτέρους θεούς• καὶ εἶπε ταῦτα πρὸς τὰ ξόανα• ἀπὸ νεκρῶν ἀναστάντες, ὡς νεκροὶ πάλιν καταποντισθῆτε• ταῦτα εἰποῦσα ἐγκρεμνίσθησαν ἅπαντα.
Ταῦτα πάλιν ἀκούσας ὁ Βασιλεὺς ἐθυμώθη, καὶ λέγει πρὸς τὴν Γαλήνην• τί ἔκαμες μιαρωτάτη;
Ἡ δὲ ἀπεκρίνατο• ἐπειδὴ εἶστε ἀνόητοι, καὶ τοὺς νομίζετε θεούς, τοὺς ἐγκρέμνισα• καὶ ἐὰν ἔχῃς καὶ ἄλλους νὰ τοὺς κάμω τὰ ὅμοια, διὰ νὰ γνωρίσετε τὴν πλάνην σας, νὰ μὴν ἐλπίζετε εἰς αὐτούς, ὁποῦ δὲν δύνανται νὰ ὠφελήσουν τοὺς εἰς αὐτοὺς πιστεύοντας, μήτε τοὺς μισώντας αὐτούς, νὰ φονεύσωσι.

Τότε θυμωθεὶς ὁ Τύραννος, ἐπρόσταξε διὰ ὕβριν τοῦ μάρτυρος νὰ τὸν παραδώσουν μιᾶς χήρας γυναικός, νὰ τὸν φυλάγῃ εἰς τὸν οἶκον της• καὶ καθὼς ὑπῆγεν ἐκεῖ ὁ Ἅγιος, ἀκουμπίσας εἰς ἕνα στύλον ξηρόν, ἐβλάστησεν (ὢ τοῦ θαύματος) ἐκεῖνος ὁ στύλος, καὶ ἔκαμε τόσους κλάδους, ὁποῦ ὅλον τὸν οἶκον ἐσκέπασεν.
Ἡ δὲ γυνὴ ἰδοῦσα τοιοῦτον παράδοξον, προσεκύνησε τὸν Ἅγιον λέγουσα• ὕπαγε ἀπὸ τὸ σπίτι μου Κύριε, ὅτι δὲν εἶμαι ἄξια νὰ εἶσαι πλησίον μου.
Ὁ δὲ εἶπεν αὐτῇ• μὴ φοβοῦ γύναι, ἀλλὰ πιστεῦε εἰς τὸν Κύριον, ὅστις εἶναι Θεὸς αἰνετὸς καὶ εὔσπλαγχνος.
Τῇ ἐπαύριον ἰδόντες τῆς γυναικὸς οἱ γείτονες τοιοῦτον δένδρον μεγάλον εἰς τὸ δωμάτιον μὲ ἄνθη καὶ καρπόν, ἐθαύμασαν, καὶ εἰσελθόντες εἰς τὸν οἶκον, εὗρον τὸν Ἅγιον διδάσκοντα, καὶ τὸν ἠρώτων, ἐὰν αὐτὸς ἦτον ὁ Χριστός.
Ὁ δὲ ἀπεκρίνατο• δοῦλος εἶμαι τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ, καὶ μὲ τὴν χάριν αὐτοῦ ποιῶ τὰ θαυμάσια.
Τότε ἡ γυνὴ εἶπε πρὸς αὐτοὺς τὴν ὑπόθεσιν, ἐγκωμιάζουσα τὸν Ἅγιον καὶ πάντες τὸν ἐπροσκύνησαν, καὶ πιστεύσαντες εἰς τὸν Χριστὸν ἐβαπτίσθησαν.
Καὶ τὴν ἄλλην ἡμέραν ἀνήγγειλάν τινες τοῦ Βασιλέως αὐτὸ τὸ τεράστιον, καὶ θαυμάζοντες ὅλοι, εἶπεν ὁ ἔπαρχος• πρόσταξαι Βασιλεῦ νὰ τὸν ἀποκεφαλίσουν, νὰ μὴ κάμῃ καὶ ἄλλα τέρατα, νὰ πιστεύσουν εἰς τὸν Χριστὸν περισσότεροι.
Ὅθεν ἔδωκε κατ' αὐτοῦ τὴν τελευταίαν ἀπόφασιν• τὴν ὁποίαν λαβῶν ὁ Ἅγιος ὑπήγαινεν εἰς τὸν τόπον τῆς καταδίκης ψάλλων τὸ, Ἕλεον, καὶ κρίσιν ᾄσομαί σοι Κύριε• καὶ φθάσας ἐκεῖ, καὶ ὕψωσας πρὸς οὐρανὸν τὰς χεῖρας καὶ ὄμματα, οὕτως ηὔξατο• εὐχαριστῶ σοι Κύριε ὁ Θεός μου πάντοτε ὅτι ἐλεήμων ὑπάρχεις καὶ φιλάνθρωπος• ἐσὺ παντοδύναμε ἐπάταξας τὸν ἐχθρόν μας Διάβολον• καὶ πατάξας τὸν Ἅδην, ἐλύτρωσας ἀπὸ τὸν θάνατον τὸ ἀνθρώπινον γένος• μνήσθητί μου Κύριε ἐν τῇ Βασιλείᾳ σου.
Ταῦτα προσευχομένου τοῦ μάρτυρος, οἱ οὐρανοὶ ἠνεῴχθησαν,  καὶ ἦλθε πρὸς αὐτὸν μετὰ πλήθους Ἀγγέλων ὁ Κύριος, καὶ λέγει του • ἐλθὲ προσφιλέστατε, καὶ ἠγαπημένε μου Χαράλαμπες ὁποῦ διὰ τὸ ὄνομά μου τοσοῦτον ἐκακοπάθησας• ζήτησαί μοι εἴ τινα χάριν θέλεις, νὰ σοῦ ἐπακούσω δοῦλε μου.
Ὁ δὲ ἀπεκρίνατο• καὶ τοῦτο μεγάλον μου χάρισμα εἶναι, ὁποῦ ἠξιώθην νὰ ἴδω τὴν φοβερὰν δόξαν τῆς παρουσίας σου• πλὴν ἐπειδὴ ἡ ἀγαθότης σου μὲ προστάσσει νὰ σοῦ ζητήσω αἴτησιν, παρακαλῶ τὴν Βασιλείαν σου νὰ μοῦ κάμῃς ταύτην τὴν χάριν• εἰς ὁποῖον τόπον εὑρεθῇ κόμματι ἀπὸ τὸ λείψανόν μου, καὶ εἰς ὁποίαν χώραν μὲ θέλουν ἐορτάζη, νὰ μὴ γένῃ ποσῶς πεῖνα, οὔτε πανούκλα νὰ θανατώνῃ τοὺς ἀνθρώπους ἄωρα• οὔτε πονηρὸς ἄνθρωπος νὰ βλάπτῃ τοὺς καρπούς, ἀλλὰ νὰ εἶναι εἰρήνη σταθερά, ψυχῶν σωτηρία, καὶ σωμάτων ἴασις, πλῆθος σίτου, οἴνου καὶ ἐλαίου, καὶ τετράποδα, καὶ ἄλλα χρειαζόμενα• καὶ ὅστις ἔχει τὸ μαρτύριόν μου καὶ μνημονεύει με, νὰ μὴ ψοφήσῃ τὸ βόδι του, μήτε ἄλλο τετράποδον, μήτε ἡ ψυχή του νὰ λάβῃ τίνα κακὸν πώποτε• ἐπειδὴ σάρκα καὶ αἷμα εἰσι ποίημα τῶν ἀχράντων χειρῶν σου• καὶ συγχώρησον τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν, ὡς ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος, καὶ φυλάττε ὑγιῆ τὰ βόδια τους νὰ γεωργοῦσι τὴν γῆν, νὰ ἀπολαμβάνουν τοὺς καρποὺς ἄφθονα, νὰ σὲ δοξάζουσι.
Λέγει τον ὁ Κύριος• νὰ γένῃ τὸ θέλημά σου δοῦλε μου• καὶ τότε ὁ μὲν Κύριος ἀνῆλθεν εἰς οὐρανούς,
Ὁ δὲ Ἅγιος παρέδωκε τὴν ψυχὴν ἐν εἰρήνῃ χωρὶς νὰ τὸν κόψῃ ὁ δήμιος.

Ἡ δὲ μακαρία Γαλήνη ἐνταφίασεν εἰς χρυσὸν σεντούκι τὸ Ἅγιον λείψανον του μὲ πολύτιμα μύρα καὶ ἀρώματα. Τὸ ὁποῖον πανσεβάσμιον καὶ Ἅγιον λείψανον τοῦ ἁγίου τούτου, διεμοιράσθη πανταχοῦ εἰς τοὺς Ὀρθοδόξους Χριστιανοὺς χάριν εὐλαβείας, ἀλεξητήριον τῶν δεινῶν καὶ ἰατρεῖον ἄριστον πάσης νόσου, καὶ ἀσθενείας.
Ἡ δὲ ἁγιωτάτη καὶ πάντιμος αὑτοῦ Κάρα εὑρίσκεται τὴν σήμερον εἰς τὴν ἁγιωτάτην ἐπισκοπὴν τῶν Σταγῶν, εἰς τὸ σεβάσμιον καὶ Ἱερὸν Μοναστήριον, τὸ τιμώμενον ἐπ' ὀνόματι τοῦ ἁγίου Πρωτομάρτυρος καὶ Ἀρχιδιακόνου Στεφάνου, ὁποῦ εἶναι εἰς τὰ Μετέωρα, καὶ καθ' ἑκάστην τελεῖ πάμπολλα, καὶ παράδοξα θαύματα• ἰατρεύει νόσους πολυειδεὶς τῶν μετὰ πίστεως, καὶ πόθου προσιόντων• ἐξαιρέτως δὲ φυλάττει ἀμολύντους καὶ ἀνεπηρεάστους ἀπὸ τὴν λοιμικὴν νόσον, ἡγοῦν ἀπὸ τὴν πανούκλαν, ἐκείνους ὁποῦ μὲ πόθον καὶ πίστιν ἀδίστακτον φέρουν ταύτην τὴν ἁγίαν Κάραν εἰς τὰς πόλεις καὶ χώρας των, καὶ εἰς τὰ ὀσπήτια τους, καὶ μὲ εὐλάβειαν τὴν κατασπάζονται κάμνοντες πρῶτον ἁγιασμόν• καὶ οὕτω τῇ τοῦ Θεοῦ βοηθεῖᾳ, καὶ τῇ χάριτι τοῦ Μεγαλομάρτυρος διαφυλάττονται ὑγιεῖς καὶ ἀπείρακτοι ἀπὸ τὴν τοιαύτην ἀσθένειαν.
Οὕτω δοξάζει, καὶ τιμᾷ ὁ Θεὸς ἐκείνους ὁποῦ κηρύττουν παρρησία τὸ Ἅγιόν του ὄνομα ἐνώπιον Βασιλέων καὶ Τυράννων ἀπίστων, καὶ χύνουν τὸ αἷμα τους διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ μονογενοῦς αὐτοῦ Υἱοῦ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ• καὶ εἰς τοῦτον τὸν κόσμον τοὺς δοξάζει καὶ τοὺς μεγαλύνει, καὶ δίδει τὴν χάριν του εἰς τὰ Ἅγια τους λείψανα, διὰ νὰ κάμνουν παράδοξα θαύματα• καὶ εἰς τὸν ἄλλον νοερὸν κόσμον τοὺς συναριθμεῖ μὲ τοὺς ἀΰλους Ἀγγέλους, τοὺς κάμνει συγκληρονόμους τῆς Βασιλείας του, διὰ νὰ χαίρουσιν αἰωνίως εἰς τοὺς κόλπους τοῦ Πατριάρχου Ἀβραάμ, εἰς τὰς αἰωνίους σκηνάς, ἐν τῷ ἁγιωτάτω χορῷ τῶν πρωτοτόκων, ἐν τῇ Βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν• ἧς γένοιτο πάντα ἡμᾶς ἐπιτυχεῖν εὐδοκία καὶ χάριτι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ . Ὧ, πρέπει δόξα, τιμή, καὶ προσκύνησις, νῦν, καὶ ἀεί, καὶ εἰς τοὺς ἀπεράντους αἰῶνας. Ἀμήν.


Πηγή: orthodoxfathers.com 







Ἀπολυτίκιον  
Ἦχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε. 


Ὡς στύλος ἀκλόνητος, τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ, καί λύχνος ἀείφωτος τῆς οἰκουμένης σοφέ, ἐδείχθης Χαράλαμπες· ἔλαμψας ἐν τῷ κόσμῳ, διά τοῦ μαρτυρίου, ἔλυσας τῶν εἰδώλων, τήν σκοτόμαιναν μάκαρ, διό ἐν παρρησίᾳ Χριστῷ, πρέσβευε σωθῆναι ἡμᾶς.



Κοντάκιον
Ἦχος δ’ . Ἐπεφάνης σήμερον.


Θησαυρὸν πολύτιμον ἡ Ἐκκλησία, τὴν σὴν κάραν κέκτηται, Ἱερομάρτυς Ἀθλητά, τροπαιοφόρε Χαράλαμπε, διὸ καὶ χαίρει τὸν Κτίστην δοξάζουσα.


Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος δ’ . Ἐπεφάνης σήμερον.


Ὡς φωστήρ ἀνέτειλας ἐκ τῆς ἑῴας, καί πιστούς ἐφώτισας, ταῖς τῶν θαυμάτων σου βολαῖς, Ἱερομάρτυς Χαράλαμπες· ὅθεν τιμῶμεν τὴν θείαν σου ἄθλησιν.


Κάθισμα
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.



Στῦλος ἄσειστος τῆς Ἐκκλησίας, λύχνος ἄσβεστος τῆς οἰκουμένης, Ἀθλοφόρε ἀνεδείχθης Χαράλαμπες, καὶ ἀναλάμψας ἡλίου φαιδρότερον, τὴν τῶν εἰδώλων ἐλαύνεις σκοτόμαιναν, Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος. 


Ὁ Οἶκος


Τὸν στερρὸν ὁπλίτην, καὶ Χριστοῦ στρατιώτην καὶ μέγαν ἐν Μάρτυσι, Χαραλάμπη τὸν πανένδοξον, συνελθόντες εὐφημήσωμεν· ὑπὲρ Χριστοῦ γὰρ καὶ τῆς ἀληθείας λαμπρῶς ἠγωνίσατο, καὶ τὴν ὀρθόδοξον πίστιν τρανῶς ἀνεκήρυξε, τὴν πλάνην τῶν εἰδώλων κατήργησε, βασιλέα παρανομώτατον ἤλεγξε, καὶ τὴν κάραν ἐτμήθη, χαίρων καὶ ἀγαλλόμενος· διὸ καὶ τὸν στέφανον εἴληφε παρὰ τῆς δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου, καὶ συμπολίτης Ἀγγέλων ἐγένετο. Ὅθεν ἡ Ἐκκλησία τῶν Ὀρθοδόξων, τούτου τὴν πάντιμον κάραν κατασπαζομένη, καὶ εὐφημίαις καταστέφουσα, καὶ πολλῶν δεινῶν καὶ νόσων ἀπαλλαττομένη, χαίρει τὸν Κτίστην δοξάζουσα. 


Μεγαλυνάριον


Τὸν ἐν Ἀθλοφόροις ἱερουργόν, καὶ ἐν ἱερεῦσιν, ἱερώτατον Ἀθλητήν, τῶν θαυμάτων ῥεῖθρα, πηγάζοντα τῷ κόσμῳ, τὸν μέγαν Χαραλάμπην, ὕμνοις τιμήσωμεν. 

Ὁμιλία περί τῆς φοβεράς Κρίσεως (Ἁγίου Λουκά Ἀρχιεπισκόπου Κριμαίας)




Τρεις μήνες συνεχίζεται τώρα στη Νυρεμβέργη η φοβερά δίκη στην οποία δικάζονται οι εγκληματίες που δεν έχει ξαναδεί ο κόσμος, δίκη φοβερά γι’ αυτούς, διότι ξέρουν ότι τους περιμένει η καταδίκη σε θάνατο. Την έσχατη ποινή γι’ αυτούς απαιτεί η συνείδηση όλων των λαών, όλης της ανθρωπότητος, διότι ο κόσμος έχει συνταραχθεί από τα αποτρόπαια εγκλήματά τους! Ποτέ πριν δεν ήταν τόσο συνταραγμένος από αυτά τα εγκλήματα, που δεν μπορεί να περιγράψει ο ανθρώπινος λόγος. Έχουν αφανιστεί δεκάδες εκατομμύρια αμάχου πληθυσμού – δεν αναφέρω αυτούς που σκοτώθηκαν στο μέτωπο – . Μόνο στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως Οσβέντσιμ έχουν σκοτωθεί 5.121.000 άνθρωποι. Όλος ο κόσμος είναι γεμάτος αγανάκτηση και περιμένει την ώρα όταν το δικαστήριο θα βγάλει την απόφασή του γι’ αυτούς τους εγκληματίες…. Η συνείδηση των ανθρώπων απαιτεί γι’ αυτούς καταδίκη σε θάνατο, η συνείδηση των ανθρώπων απαιτεί αυτά τα φοβερά εγκλήματα να μην μείνουν ατιμώρητα.

Και τί να πούμε για την δικαιοσύνη του Θεού; Πώς ο Κύριος αντέχει αυτό το κακό; Κι αν είναι τόσο τρομερό και μεγάλο αυτό το κακό, είναι όμως, μόνο μία σταγόνα στον ωκεανό της κακίας που βλέπει ο οφθαλμός του Θεού και γνωρίζει ο πάνσοφος νους του Κυρίου, διότι αμέτρητα ποτάμια κακίας πνίγουν το ανθρώπινο γένος από την αρχή μέχρι σήμερα. Από τότε που δημιουργήθηκε ο κόσμος, μπροστά στα μάτια του Θεού γίνονταν αμέτρητα εγκλήματα, λέγονταν βλασφημίες και άσεμνοι λόγοι. Συνέχεια η ανθρώπινη αρετή, σ’ αυτό τον κόσμο τον άπιστο και αμαρτωλό, κατεπατείτο και διώκετο.

Γνωρίζετε πόσο συχνά οι εγκληματίες θριάμβευαν και ευδαιμονούσαν, την στιγμή που οι καλοί και καθαροί άνθρωποι καταστρέφονταν. Και πάντα, σε κάθε εποχή, η συνείδηση των ανθρώπων ταραζόταν μ’ αυτό το γεγονός, και παντού οι άνθρωποι αναρωτιόταν: «Έως πότε, Κύριε; Πότε θα θριαμβεύσει η δικαιοσύνη;» Γιατί η καρδιά του ανθρώπου δεν αντέχει την αδικία, δεν αντέχει να μένει το κακό ατιμώρητο και να μην τιμάται η αρετή. Είναι δυνατόν όλα στον κόσμο να είναι τόσο παράλογα, τόσο ανυπόφορα άδικα, να θριαμβεύει η κακία σ’ αυτόν μέχρι το τέλος; Αυτό είναι αδύνατον και δεν θα γίνει ποτέ, διότι πάνω από τον κόσμο υπάρχει ο Δίκαιος Θεός, ο οποίος πολύ καλύτερα από μας γνωρίζει πόση κακία υπάρχει στην καρδιά των ανθρώπων. Ο Θεός, όμως, είναι μακρόθυμος. Ο Θεός μακροθυμεί και υπομένει την ασέβεια των ανθρώπων χιλιάδες χρόνια τώρα. Υπομένει διότι περιμένει μέχρι να ωριμάσουν σ’ έναν κόσμο γεμάτο ασέβεια και κακία οι πολύτιμοι καρποί ευλάβειας και καλοσύνης. Γιατί μόνο για χάρη αυτών των καρπών δημιούργησε η αγάπη του Θεού όλο τον κόσμο, για να λάμψει στην καρδιά των εκλεκτών και καθαρών το φως του Χριστού, να λάμψει η αγάπη του Χριστού, να φανερωθεί η δικαιοσύνη του Χριστού.
Γνωρίζετε ότι, όπως υπάρχουν οι κακούργοι, υπάρχει και αμέτρητο πλήθος καλών και καθαρών ανθρώπων, μια μεγάλη στρατιά των Αγίων του Θεού. Αξίζει να υπάρχει ο κόσμος, για να λάμψουν ανάμεσα στους σκοτεινούς ανθρώπους εκατοντάδες χιλιάδες, δεκάδες εκατομμύρια υιών του Θεού, υιών της χάριτος. Γι’ αυτό υπομένει ο Κύριος. Περιμένει να ωριμάσουν τα στάχυα στο χωράφι του Χριστού. Όταν, όμως, έλθει αυτή η στιγμή, όταν τα στάχυα θα ωριμάσουν, τότε θ’ αρχίσει ο θερισμός. Τότε θα στείλει ο Κύριος τους αγγέλους του να μαζέψουν τα στάχυα, και τα ζιζάνια να τα πετάξουν στο πυρ το αιώνιο. Τότε θα έλθει η ώρα της Φοβεράς Κρίσεως του Θεού, δίκης πολύ πιο φοβερής από αυτή που πραγματοποιείται τώρα από ανθρώπους στη Νυρεμβέργη.

Η κρίση αυτή θα ξεχωρίζει και για τον αριθμό των υπόδικων, διότι με τον ήχο της σάλπιγγας του Αρχαγγέλου, με τον οποίο θα προηγηθεί η Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, θα αναστηθούν όλοι οι νεκροί και θα παρουσιαστούν στην Φοβερά Κρίση του Θεού, κρίση αναπόφευκτη, κρίση για την οποία άκουσε ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, ο οποίος έλαβε Αποκάλυψη για όσα θα συμβούν στο τέλος του κόσμου. Είδε στο θρόνο του Θεού τους μάρτυρες, οι οποίοι μαρτύρησαν για το όνομα του Χριστού. Αυτοί έκραζαν προς τον Θεό: «έως πότε, ο δεσπότης… ου κρίνεις και εκδικείς το αίμα ημών;» (Απ. 6, 10).

Τώρα, δεκάδες εκατομμύρια άνθρωποι που έχουν σκοτωθεί απ’ αυτούς τους εγκληματίες, μωρά που αυτοί τα πετούσαν ζωντανά στους φούρνους, άνθρωποι που σκοτώθηκαν στους θαλάμους αερίων, γυναίκες, γέροι και παιδιά που τουφεκίστηκαν, όλοι αυτοί κράζουν προς τον Θεό: «Έως πότε, Κύριε, δεν εκδικείς το αίμα μας, έως πότε υπομένεις;» η φοβερά αυτή φωνή των ανθρώπων τόσο δυνατά κράζει προς τον Θεό, ώστε, όπως φαίνεται, πλησίασε η ώρα της Φοβεράς Κρίσεως.

Ο Κύριος έλεγε στους μαθητές του, ότι κανείς δεν γνωρίζει πότε θα έλθει το τέλος του κόσμου, το γνωρίζει μόνο ο Πατέρας. Ταυτόχρονα, όμως, ο Κύριος έδειξε τα σημεία που θα μαρτυρούν ότι η Φοβερά Κρίση πλησιάζει. Έλεγε ότι: «εγερθήσεται γαρ έθνος επί έθνος… και έσονται λιμοί και λοιμοί και σεισμοί κατά τόπους∙ πάντα δε ταύτα αρχή ωδίνων» (Μτ. 24, 78). Έλεγε ότι «έσται γαρ τότε θλίψις μεγάλη, οία ου γέγονεν απ’ αρχής κόσμου» (Μτ. 24, 21)…. «Και ει μη εκολοβώθησαν αι ημέραι εκείναι, ουκ αν εσώθη πάσα σαρξ∙ δια δε τους εκλεκτούς κολοβωθήσονται αι ημέραι εκείναι» (Μτ. 24, 22). Τότε, εκείνη την φοβερά ημέρα της Κρίσεως, την φοβερά ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού, του Κριτού όλου του κόσμου «ο ήλιος σκοτισθήσεται και η σελήνη ου δώσει το φέγγος αυτής, και οι αστέρες πεσούνται από του ουρανού, και αι δυνάμεις των ουρανών σαλευθήσονται. Και τότε φανήσεται το σημείον του Υιού του ανθρώπου εν τω ουρανώ, και τότε κόψονται πάσαι αι φυλαί της γης και όψονται τον Υιόν του ανθρώπου ερχόμενον επί των νεφελών του ουρανού, μετά δυνάμεως και δόξης πολλής, και αποστελεί τους αγγέλους αυτού μετά σάλπιγγος και φωνής μεγάλης, και επισυνάξουσι τους εκλεκτούς αυτού εκ των τεσσάρων ανέμων απ’ άκρων ουρανών έως άκρων αυτών. Από δε της συκής μάθετε την παραβολήν: όταν ήδη ο κλάδος αυτής γένηται απαλός και τα φύλλα εκφύη, γινώσκετε ότι εγγύς το θέρος» (Μτ. 24, 2932).

Απ’ αυτό το λόγο του Χριστού, απ’ αυτή την προειδοποίησή του για όσα θα προηγηθούν της Φοβεράς Κρίσεως, μπορούμε να συμπεράνουμε με κάποια πιθανότητα, ότι ο καιρός αυτός δεν είναι μακριά. Ίσως αναγκαστεί η ανθρωπότητα να ζήσει και έναν τρίτο παγκόσμιο πόλεμο, ο οποίος, πιθανώς, θα είναι τελευταίος και ο πιο φοβερός από όλους τους προηγούμενους πολέμους!

Περιμέναμε όλοι μας με λαχτάρα ότι μετά την νίκη επί των εγκληματιών φασιστών, θα υπάρξει απόλυτη ειρήνη και συμφωνία μεταξύ εκείνων των λαών, οι οποίοι με δικές τους συνδυασμένες προσπάθειες απέτρεψαν την φοβερή δουλεία, την οποία προετοίμαζε για όλο τον κόσμο η θηριωδία των φασιστών. Έτσι περιμέναμε. Αλλά όσο περνάει ο χρόνος, τόσο περισσότερο βεβαιωνόμαστε ότι η ειρήνη και η συμφωνία δεν υπάρχει, διότι σε διάφορες χώρες όλο και πιο συχνά ανάβει η έχθρα εναντίον του δικού μας λαού. Τον ορίζοντα σκεπάζουν τρομερά μαύρα σύννεφα και το φάντασμα της ατομικής βόμβας απειλεί όλο τον κόσμο.

Ο Κύριος Ιησούς Χριστός έλεγε: «πλην ο Υιός του ανθρώπου ελθών, άρα ευρήσει την πίστιν επί της γης;»(Λκ. 18,8). Γνωρίζετε πόσο σήμερα σε όλες τις χώρες και σε όλους τους λαούς δυναμώθηκε και μεγάλωσε η απιστία. Λίγοι μένουν αυτοί τους οποίους ο Κύριος αποκαλεί το δικό του μικρό ποίμνιο. Φοβερός είναι ο καιρός στον οποίον ζούμε, φοβερή είναι η ημέρα της μελλούσης Κρίσεως, για την οποία ακούσατε στο σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα. Δεν θα το επαναλάβω, έχετε ήδη αφομοιώσει καλά τα βασικότερα. Ακούσατε γιατί θα καταδικαστούν οι αμαρτωλοί, τους οποίους και ο Κύριος ακόμα τους ονομάζει καταραμένους. Και ακούσατε γιατί θα λάμψουν στην Βασιλεία του Επουρανίου Πατρός οι δίκαιοι. Γιατί; Μόνο για την αγάπη, για τα έργα ελεημοσύνης, διότι αγάπη είναι η ουσία του νόμου του Χριστού. Αυτοί που η καρδιά τους είναι γεμάτη αγάπη, αυτοί που η αγάπη τους φανερώνεται με τα έργα ελεημοσύνης για τον πλησίον, αυτοί έχουν δεχθεί μέσα τους το φως του Ευαγγελίου. Γι’ αυτούς ετοιμάστηκε η Βασιλεία των Ουρανών. Αυτοί θα ακούσουν από τον Κύριο στην Φοβερά Κρίση: «Δεύτε οι ευλογημένοι του πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην υμίν βασιλείαν από καταβολής κόσμου» (Μτ. 25, 34).

Και θα εισέλθουν αυτοί στη Νέα Ιερουσαλήμ, εκείνη την Ιερουσαλήμ που είδε ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος να κατεβαίνει από τον ουρανό, και θα εισέλθουν αυτοί στην αιώνια ζωή και μακαριότητα. Και αυτοί που ο Κύριος τους ονομάζει καταραμένους, θα πάνε στην αιώνια φωτιά που έχει ετοιμαστεί για τον διάβολο και τους υπηρέτες του.

Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που δεν δέχονται την Φοβερά Κρίση. Λένε: είναι δίκαιο ο άνθρωπος που έκανε αμαρτίες σ’ αυτόν τον σύντομο χρόνο της ζωής του, μετά, αιωνίως να βασανίζεται; Αυτή την ερώτηση την θέτουν όλοι όσοι δεν δέχονται το Ευαγγέλιο του Χριστού. Τί θα απαντήσουμε σ’ αυτό; Θα πούμε ότι ίσως υπάρχει κάποιο μέρος της αλήθειας σ’ αυτή την σκέψη τους; Ασφαλώς όχι.

Για ποιόν προορίζεται η αιώνια ζωή; Για το πνεύμα του ανθρώπου, για εκείνο το πνεύμα που δόθηκε στον άνθρωπο από τον ίδιο τον Θεό, όταν δημιούργησε τον Αδάμ. Τότε ο Θεός φύσηξε στο σώμα του την ζωντανή ψυχή. Όλοι μας είμαστε φορείς του πνεύματος αυτού. Ακριβώς αυτό το πνεύμα μας κάνει να διαφέρουμε από τα άλογα ζώα, τα οποία δεν έχουν τα ανώτερα χαρίσματα του Θείου Πνεύματος. Τί γίνεται λοιπόν κατά την διάρκεια της ζωής του ανθρώπου; Τελείται ακατάπαυστα, καθημερινά η διαμόρφωση του πνεύματός μας. Όλα τα έργα μας, τα αισθήματα, τα λόγια και οι σκέψεις μας αφήνουν ανεξίτηλη σφραγίδα στο πνεύμα μας και αφομοιώνονται απ’ αυτό. Το πνεύμα μας μεγαλώνει, αλλάζει και διαμορφώνεται κατά την διάρκεια της ζωής μας, επηρεαζόμενο από τις πράξεις, τα αισθήματα και τις σκέψεις μας. Μέσα στο ανθρώπινο πνεύμα τελείται κάτι που μοιάζει πολύ με ό, τι γίνεται στο σταφύλι, το οποίο κάτω από τις ζωοποιές ακτίνες του ηλίου και με την πρωινή δροσιά, ωριμάζει και όλο και περισσότερο αφομοιώνει την ζωοποιό δύναμη, που ο Θεός χαρίζει σε όλα τα ζωντανά πλάσματα, και λάμπει με την ομορφιά του. Η ζωή του δόθηκε για να ωριμάζει και να δέχεται τα δώρα που του δίνει ο ήλιος και η φύση. Και όταν ωριμάσει, επέρχεται ο θάνατός του. Το κόβουν και το ρίχνουν μέσα σε καζάνια, το πατάνε, και το σταφύλι βγάζει το αίμα του, τον χυμό του, το οποίο μετά γίνεται κρασί. Αν το σταφύλι ήταν ωραίο, αν ήταν γεμάτο με τα πολυτιμότερα απ’ ό, τι μπορεί να μαζέψει, τότε στο κρασί που θα γίνει απ’ αυτό το σταφύλι, συνεχίζεται η ζωή του. Οι φλούδες σαπίζουν όπως σαπίζει το σώμα μας, και το κρασί διατηρείται στα βαρέλια για πάρα πολλά χρόνια. Και όσο περισσότερα χρόνια περνάνε, τόσο πολυτιμότερο γίνεται το κρασί. Αυτή λοιπόν η ζωή του σταφυλιού, μοιάζει με την δική μας γήινη ζωή, και η ζωή του κρασιού, μοιάζει με την αιώνια και αθάνατη ζωή του δικού μας πνεύματος, όταν αυτό ελευθερώνεται από τα δεσμά που έχει με το σώμα, το οποίο μετά το θάνατο αποσυντίθεται, όπως οι φλούδες του σταφυλιού.
Γνωρίζετε ότι υπάρχουν κάποια είδη του σταφυλιού που δεν είναι καλά. Υπάρχει δηλαδή σταφύλι ξινό που ο χυμός του δεν δίνει καλό κρασί. Το κρασί γίνεται ξινό, και με το πέρασμα του χρόνου όλο και πιο άσχημο.

Το ίδιο και στους ανθρώπους. Υπάρχουν άνθρωποι που το πνεύμα τους, κατά τη διάρκεια της ζωής τους, τελειοποιείται αδιάλειπτα προς το καλό και αληθινό. Τα καλά έργα αφήνουν ανεξίτηλη σφραγίδα πάνω στο ανθρώπινο πνεύμα, οπότε και το πνεύμα γίνεται όλο και πιο τέλειο, καθαρό και άγιο. Είναι το πνεύμα των δικαίων, αυτών για τους οποίους ετοιμάστηκε η Βασιλεία των Ουρανών. Υπάρχουν, όμως, άνθρωποι που η ζωή τους είναι γεμάτη εγκλήματα και απαίσιες αμαρτίες. Το πνεύμα τους καθημερινά φαρμακώνεται μ’ αυτό το δηλητήριο. Και έτσι χωρίς τέλος ωριμάζει το πνεύμα αυτών των ανθρώπων προς το κακό.

Το πνεύμα μας, όμως, είναι αθάνατο. Το πνεύμα μας θα ζήσει αιώνια και συνεπώς, η κατεύθυνση που του δίνουμε σ’ αυτή την ζωή, είτε προς το καλό είτε προς το κακό, θα είναι μετά η σταθερή του κατεύθυνση. Το πνεύμα των δικαίων ανθρώπων, που αγάπησαν τον Χριστό, που αγάπησαν το αληθινό καλό, θα τελειοποιείται ασταμάτητα, πλησιάζοντας την τελειότητα του Θεού στην συνεχή κοινωνία μαζί Του στην χώρα του παραδείσου. Ενώ το πνεύμα των αμαρτωλών, που κατά τη διάρκεια της ζωής τους βυθιζόταν όλο και περισσότερο στο κακό, είναι καταδικασμένο να συνεχίζει και στην αιωνιότητα αυτή την εξέλιξη του προς το κακό, είναι καταδικασμένο να έχει συνεχή κοινωνία με τον ίδιο τον σατανά, και στην άπειρη κακία του θα τον πλησιάζει όλο και περισσότερο. Αυτό θα είναι το αιώνιο βάσανο των αμαρτωλών. Θα αισθάνονται δηλαδή πως ο Θεός τους έχει αφήσει, πως είναι καταραμένοι, θα πνίγονται μέσα στην κακία και το μίσος τους κατά του Θεού και του αγαθού.

Μήπως ο Θεός «φταίει» γι’ αυτό; Μήπως Αυτός τους έχει καταδικάσει στην αιώνιο βάσανο; Αυτοί οι ίδιοι έχουν δυστυχώς καταδικάσει τον εαυτό τους, μόνοι τους διάλεξαν την οδό του κακού. Αυτός τους αφήνει ελεύθερους να ακολουθούν για πάντα αυτή την οδό.

(ΑΓΙΟΥ ΛΟΥΚΑ, ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΡΙΜΑΙΑΣ, ΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΟΜΙΛΙΕΣ, ΤΟΜΟΣ Γ’, Σελ. 309 – 318., ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ», Η/Υ επιμέλεια: Μοναχής Θεοδοσίας, Κωνσταντίνας Κυριακούλη, Ιωάννου Τρίτου)


Πηγή: www.alopsis.gr





Δείτε σχετικά:

Ὁμιλία εἰς τήν Κυριακή τῆς Ἀπόκρεω ( Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ )






Σχετική εικόνα
1. Την περασμένη Κυριακή η Εκκλησία εμνημόνευε την απερίγραπτη φιλανθρωπία του Θεού προς εμάς που παρουσιάζεται με την παραβολή του σεσωσμένου ασώτου. Την σημερινή Κυριακή διδάσκει περί της μελλούσης φρικωδεστάτης κρίσεως του Θεού, χρησιμοποιώντας μια καλή τάξι και ακολουθώντας τις προφητικές φωνές· διότι, λέγει, «θα σου ψάλω, Κύριε, έλεος και κρίσι», και «μια φορά ελάλησε ο Θεός και άκουσα τα δυο αυτά, ότι το κράτος είναι του Θεού και ιδικό σου, Κύριε, το έλεος, διότι εσύ θ' αποδώσης στον καθένα κατά τα έργα του».

2. Το έλεος λοιπόν και η μακροθυμία προηγείται της θείας κρίσεως. Πραγματικά ο Θεός, έχοντας και περιέχοντας κατ' εξοχήν όλες τις αρετές, και όντας συγχρόνως δίκαιος και ελεήμων, επειδή το έλεος δεν συμβαδίζει με την κρίσι, σύμφωνα με το γραμμένο, «να μη ευσπλαγχνισθής πτωχό κατά την κρίσι», ευλόγως ο Θεός κατένειμε το καθένα στον καιρό του· τον παρόντα καιρό τον ώρισε για την μακροθυμία, τον μέλλοντα για την ανταπόδοσι. Γι' αυτό τα τελούμενα στην Εκκλησία η θεία χάρις διέθεσε κατά τέτοιον τρόπο, ώστε εμείς αντιλαμβανόμενοι τούτο, ότι την συγγνώμη για τα αμαρτήματα λαμβάνομε από τα εδώ συμβαίνοντα, να σπεύσωμε, όσο ζούμε ακόμη στον παρόντα βίο, να επιτύχουμε το αιώνιο έλεος και να καταστήσωμε τους εαυτούς μας αξίους της θείας φιλανθρωπίας. Διότι εκείνη η κρίσις, η τελευταία, είναι ανηλέητος γι' αυτόν που δεν έδειξε έλεος. 

3. Περί της απερίγραπτης λοιπόν για μας ευσπλαγχνίας του Θεού ομιλήσαμε μόλις προ ολίγου. Σήμερα δε θα ομιλήσωμε περί της δευτέρας παρουσίας του Χριστού, καθώς και περί της φρικωδεστάτης κρίσεως και περί όσων θα συμβούν κατ' αυτήν απορρήτως- πράγματα που οφθαλμός δεν είδε και ους δεν ήκουσε και που δεν ανέβηκαν στη σκέψι ανθρώπου, αν είναι αμέτοχη θείου Πνεύματος, που υπερβαίνουν όχι μόνο την ανθρώπινη αίσθησι, αλλά και τον ανθρώπινο νου και λόγο. Διότι, αν και αυτός που μας διδάσκει για όλα τούτα είναι αυτός που γνωρίζει τα πάντα και πρόκειται να κρίνη όλη τη γη, αλλά συγκαταβαίνει προς την δυναμικότητα των διδασκομένων, προσφέροντας τους λόγους συμμέτρους προς αυτήν. Γι' αυτό εισάγονται αστραπή και νεφέλες, σάλπιγξ και θρόνος και τα όμοια με αυτά, αν και σύμφωνα με την επαγγελία του περιμένομε καινούς ουρανούς και καινή γη, αφού τα παρόντα αλλοιωθούν. 

4. Αν δε αυτά και μόνο λεγόμενα, μάλιστα δε λεγόμενα συγκαταβατικώς, γεμίζουν την ψυχή των συνετών ακροατών με φρίκη και δέος, ποιός θα βαστάση τότε που θα τελούνται τα ίδια τα πράγματα; Πόσο άξιοι πρέπει να είμαστε στα άγια σπουδάσματα και στην ευσέβεια, όταν προσδοκούμε την παρουσία της ημέρας του Θεού, για την οποία, όπως λέγει ο θείος Πέτρος, «οι μεν ουρανοί πυρακτωμένοι θα διαλυθούν, τα δε στοιχεία καιόμενα θα λειώσουν, ενώ η γη και τα κτίσματα που υπάρχουν σ' αυτήν θα κατακαούν;». Πριν δε από αυτά θα πραγματοποιηθή η σκληρή παρουσία και επήρεια του Αντιχρίστου κατά της πίστεως, η οποία, αν δεν εκολοβωνόταν επιτραπείσα για λίγον χρόνο, δεν θα εσωζόταν κανένας άνθρωπος, όπως λέγει ο Κύριος στα ευαγγέλια. Γι' αυτό παραγέλλει στους μαθητάς του «αγρυπνείτε λοιπόν παρακαλώντας όλον τον καιρό, για να καταξιωθήτε ν' αποφύγετε όλα όσα πρόκειται να συμβούν και να σταθήτε εμπρός στον Υιό του ανθρώπου». 

5. Βέβαια όλα εκείνα είναι γεμάτα υπερβολική φρίκη, αλλά γι' αυτούς που δαπανούν τον βίο τους σε απιστία και αδικία και ραθυμία απειλούνται ακόμη δεινότερα από αυτά, καθώς λέγει ο ίδιος ο Κύριος· «τότε θα κλαύσουν όλες οι φυλές της γης». Φυλές δε της γης είναι αυτοί που δεν επειθάρχησαν στον ελθόντα από τον ουρανό, που δεν αναγνωρίζουν και δεν επικαλούνται τον ουράνιο Πατέρα ούτε ανεβάζουν προς αυτόν το γένος δια της ομοιότητος των έργων. Λέγει πάλι ότι «η ημέρα εκείνη θα επέλθει σαν παγίδα σε όλους όσοι κάθονταν επάνω στο πρόσωπο της γης, δηλαδή σ' εκείνους που με την κραιπάλη και μέθη, με τις τρυφές και τις βιωτικές μέριμνες είναι προσηλωμένοι στη γη και στα γήινα και έχουν προσκολληθή ολοσχερώς στα φαινόμενα κατά την αίσθησι λαμπρά, στον πλούτο, στη δόξα και στην ηδονή. Πραγματικά με την λέξι «πρόσωπο» της γης αινίχθηκε τον φαινομενικώς χαρωπό χαρακτήρα της, ενώ με την λέξι «κάθονται» υπονοεί την επίμονη και ενδόμυχη προσήλωση. Με τους λόγους δε αυτούς συνάπτει προς τους ασεβείς αυτούς που αμάρτησαν αμετανοήτως έως το τέλος, όπως προείπε και ο Ησαΐας, ότι «θα πάρουν φωτιά οι άνομοι και οι αμαρτωλοί συγχρόνως, και δεν θα υπάρξει κανείς να την σβήση». «Η ιδική μας όμως πολιτεία ευρίσκεται στους ουρανούς, από τους οποίους και αναμένομε τον Σωτήρα», λέγει ο απόστολος· και «εσείς δεν είσθε από αυτόν τον κόσμο», έλεγε προς τους μαθητάς του ο Κύριος, προς τους οποίους πάλι λέγει ότι, «όταν θα τελούνται όλα αυτά, ν' ανασηκωθήτε και να υψώσετε τα κεφάλια σας, διότι προσεγγίζει η απολύτρωσίς σας». 

6. Βλέπετε ότι οι ζώντες κατά τον Χριστό γεμίζουν ανέκφραστη χαρά και παρρησία για τα συμβαίνοντα ευθύς έπειτα από εκείνα, ενώ οι ζώντες κατά την σάρκα είναι γεμάτοι αισχύνη και οδύνη και κατήφεια; Καθώς φωνάζει και ο Παύλος λέγοντας, «ο Θεός θ' αποδώσει στον καθένα κατά τα έργα του, σ' εκείνους δηλαδή που επιζητούν με έργο αγαθό κατά υπομονή δόξα και τιμή και αφθαρσία θα αποδώσει ζωή αιώνια, ενώ για τους απειθούντας στην αλήθεια, πειθομένους δε στην αδικία θα υπάρξει θυμός και οργή, θα υπάρξει θλίψις και στενοχώρια σε κάθε άνθρωπο που κατεργάζεται το κακό». Πραγματικά παλαιά επί του Νώε, όταν αυξήθηκε η αμαρτία και επικράτησε σε όλο σχεδόν το ανθρώπινο γένος, ήλθε από τον Θεό κατακλυσμός, που κατέστρεψε κάθε πνοή, ενώ μόνο ο δίκαιος αυτός με την οικογένειά του διαφυλάχθηκε για χάρη της γενέσεως ενός δευτέρου κόσμου. Πάλι δε έπειτα από αυτόν ο Θεός την αυξηθείσα κακία περιέκοπτε μερικώς, όπως επί παραδείγματι όταν αποτέφρωσε με πυρ τους Σοδομίτες, κατεπόντισε στη θάλασσα τους Φαραωνίτες, το δε πάντολμο γένος των Ιουδαίων απεδεκάτισε με πείνα και στάση, με νόσους και πικρές ποινές. 

7. Ο κοινός όμως ιατρός, που εχρησιμοποίησε χάριν του γένους μας τα αυστηρά φάρμακα και ιατρεύματα, δεν παρέλειψε εκείνα που είναι ευάρεστα και ωφελούν μ' ευχαρίστηση, αλλά ανύψωσε πατέρες, ανέδειξε προφήτες, ετέλεσε σημεία, έδωσε τον μωσαϊκό νόμο, έστειλε αγγέλους. Επειδή δε και αυτά ήσαν ανίσχυρα για την ασυγκράτητη ορμή της κακίας μας, κατήλθε στη γη κλίνοντας προς τα κάτω τους ουρανούς ο ίδιος ο Λόγος του Θεού, το μεγάλο ιατρικό που καταπαύει τις βαρείες αμαρτίες· και αφού έγινε για μας τα πάντα, πλην της αμαρτίας, κατήργησε την αμαρτία στον εαυτό του· έπειτα ενίσχυσε κι' εμάς, ώστε να αμβλύνη το κεντρί εκείνης, και επαραδειγμάτισε στον σταυρό τους αρχηγούς και συνεργούς αυτής καταργώντας δια του θανάτου τον έχοντα την εξουσία του θανάτου. 

8.  Και, αφού όπως στην εποχή του Νώε κατέκλυσε με ύδωρ τους αμαρτωλούς, έτσι ύστερα κατέκλυσε την αμαρτία δια της δικαιοσύνης και χάριτός του, ανέστησε τον εαυτό του αθάνατο, σαν σπέρμα και απαρχή του αιωνίου κόσμου, σαν παράδειγμα και παράσταση τής με βεβαιότητα ελπιζομένης από εμάς αναστάσεως. Αφού δε ανέστη και αναλήφθηκε στους ουρανούς, εξαπέστειλε σε όλη την οικουμένη αποστόλους, προέβαλε μέγα στίφος μαρτύρων, προέστησε πλήθος διδασκάλων, ανέδειξε συνάξεις οσίων. Επειδή δε, ενώ έκαμε τα πάντα, χωρίς να παραλείψει τίποτε από τα απαραίτητα, είδε πάλι την κακία λόγω του αυτεξουσίου της προαιρέσεώς μας να κορυφώνεται τόσο πολύ, ή μάλλον τότε θα την ιδεί να ανυψώνεται, ώστε τότε πλέον οι άνθρωποι να προσκυνήσουν και να υπακούσουν στον Αντίχριστο, εγκαταλείποντας τον αληθινό Θεό και τον αληθινό Χριστό του· γι' αυτό θα κατέλθη πάλι από τους ουρανούς με πολλή δύναμι και δόξα, όχι για να μακροθυμήσει, αλλά για να τιμωρήσει εκείνους που δια των πονηρών έργων εθησαύρισαν στους εαυτούς των την οργή κατά τον καιρό της μακροθυμίας του· και τους μεν αθεράπευτους θ' αποκόψει από τους υγιείς ως σάπια μέλη και θα τους παραδώση στο πυρ, τους δε ιδικούς του θ' απαλλάξη από την επήρεια και την συναναστροφή των πονηρών ανθρώπων και θα τους καταστήσει κληρονόμους της βασιλείας των ουρανών. 

9. Ευθύς λοιπόν μετά την βδελυρά παρρησία του Αντιχρίστου θα κλονήσει τα πάντα αυτός που συγκρότησε τα πάντα, κατά το λεχθέν από τον προφήτη, ότι ακόμη μια φορά «εγώ θα σείσω όχι μόνο την γη, αλλά και τον ουρανό». Ευθύς λοιπόν κλονίζει τον κόσμο και λύει το ανώτατο όριο του σύμπαντος, συμπτύσσει το ουράνιο κύτος και αναμιγνύει την γη με πυρ και συγχέει το παν, από κάτω μεν αναμοχλεύοντας τα παγκόσμια θα ελέγαμε θεμέλια, από άνω δε στέλλοντας το πλήθος των άστρων σαν απερίγραπτους κεραυνούς επάνω στα κεφάλια των θεοποιησάντων τον πονηρό, έτσι ώστε δι' αυτών πρώτα να τιμωρηθούν όσοι επίστευσαν στον Αντίχριστο, διότι προσηλώθηκαν με τον νου και επείσθηκαν στον αντίθεο ως θεό. Έπειτα δε, αφού επιφανεί ο ίδιος με άφατη δόξα, δια δυνατής σάλπιγγος, όπως παλαιά δι' εμφυσήματος τον προπάτορα, θα ζωώσει όλους και θα παρουσιάσει ενώπιόν του ζωντανούς όλους τους από τους αιώνας νεκρούς. Και τους μεν ασεβείς δεν θα φέρει σε κρίση ούτε θα τους αξιώσει κανένα λόγο· διότι οι ασεβείς, κατά το γεγραμμένο, δεν θ' αναστηθούν για κρίσι, αλλά για κατάκρισι. 

10. Θα προβάλει δε για την κρίσι όλα τα δικά μας, κατά την αναγινωσκομένη σήμερα φωνή του ευαγγελίου· διότι, λέγει, «όταν έλθη ο Υιός του ανθρώπου στη δόξα του και όλοι οι άγιοι άγγελοι μαζί του». Κατά την πρώτη του παρουσία η δόξα της θεότητός του εκρυπτόταν κάτω από την σάρκα την οποία ανέλαβε από εμάς υπέρ ημών, τώρα κρύπτεται προς τον Πατέρα στον ουρανό μαζί με την ομόθεη σάρκα, τότε δε θα αποκαλύψει όλη τη δόξα· διότι θα φανεί ολόλαμπρος από ανατολή έως τη δύση, περιαυγάζοντας τα πέρατα με ακτίνες θεότητος, ενώ παγκόσμιος και ζωοποιός σάλπιγγα θα ηχεί παντού και συγχρόνως θα συγκαλεί προς αυτόν τα πάντα. Προηγουμένως έφερε μεν και τους αγγέλους μαζί του, αλλά αφανώς, συγκρατώντας τον ζήλο τους κατά των θεομάχων ύστερα όμως θα φθάσει φανερά και δεν θα αποσιωπήσει, αλλά θα ελέγξει και θα παραδώσει τους απειθείς στις ποινές. 

11. «Όταν λοιπόν έλθει ο Υιός του ανθρώπου στη δόξα του και έλθουν όλοι οι άγιοι άγγελοι μαζί του, τότε», λέγει, «θα καθίσει επάνω στον θρόνο δόξας του». Διότι έτσι προείδε και προείπε ο Δανιήλ· «ιδού», λέγει, «ετοποθετήθηκαν θρόνοι και εκάθισε ο Παλαιός των Ημερών και είδα ωσάν τον Υιό του ανθρώπου να έρχεται επάνω στις νεφέλες του ουρανού, και έφθασε έως τον Παλαιό των Ημερών και του εδόθη όλη η τιμή και η εξουσία- χίλιες χιλιάδες ελειτουργούσαν σ' αυτόν και μύριες μυριάδες παραστέκονταν σ' αυτόν». Σε συμφωνία με αυτόν λέγει και το Ιερό ευαγγέλιο, τότε «θα συναχθούν όλα τα έθνη εμπρός του· και θα τους ξεχωρίσει ανάμεσά τους, όπως ο ποιμήν ξεχωρίζει τα πρόβατα από τα γίδια». Πρόβατα καλεί τους δικαίους ως πράους και επιεικείς, που εβάδισαν την ομαλή οδό των αρετών, την πατημένη από αυτόν τον ίδιο, και ως αφομοιωμένους με αυτόν επειδή και αυτός ονομάσθηκε αμνός από τον Πρόδρομο και Βαπτιστή που είπε, «ιδού ο αμνός του Θεού που απαλείφει την αμαρτία του κόσμου». Γίδια δε καλεί τους αμαρτωλούς, ως θρασείς και ατάκτους, και φερομένους προς τους κρημνούς της αμαρτίας. Και λέγει, τους πρώτους θα τοποθετήσει δεξιά του ως εργάτες δεξιών έργων, τους άλλους που δεν είναι εργάτες τέτοιων έργων θα τοποθετήσει στ' αριστερά. «Τότε θα είπη ο Βασιλεύς», λέγει, χωρίς να προσθέσει ποιος ή ποιών βασιλεύς, αφού δεν υπάρχει άλλος εκτός από αυτόν διότι με όλο που και εκεί είναι πολλοί κύριοι και βασιλείς, αλλά ένας είναι πραγματικά Κύριος, ένας βασιλεύς, ο φυσικώς δεσπότης του σύμπαντος. Θα ειπεί λοιπόν τότε στους από τα δεξιά του ο μόνος βασιλεύς· «εμπρός οι ευλογημένοι του Πατρός μου, κληρονομήσατε την ετοιμασμένη για σας από την θεμελίωση του κόσμου βασιλεία». 

12. Πραγματικά προς αυτό απέβλεπε η από την αρχή σύστασις του κόσμου και προς αυτόν τον σκοπό απέβλεπε η επουράνια εκείνη και αρχαιότατη βουλή του Πατρός, κατά την οποία ο άγγελος της μεγάλης βουλής του Πατρός επεξεργάσθηκε τον ανθρωπο ως ζώο όχι μόνο κατ' εικόνα, αλλά και καθ' ομοίωσή του, για να δυνηθεί κάποτε να χωρέσει την μεγαλειότητα της θείας βασιλείας, την μακαριότητα της θείας κληρονομιάς, την τελειότητα της ευλογίας του ανωτάτου Πατρός, για την οποία έγιναν όλα τα ορατά και τα αόρατα. Διότι δεν είπε "του αισθητού κόσμου", αλλά απροσδιορίστως «του κόσμου», τόσο του ουρανίου, όσο και του επιγείου. Όχι δε μόνο αυτός, αλλά και η θεία και απόρρητη κένωσις, η θεανδρική πολιτεία, τα σωτήρια πάθη, όλα τα μυστήρια, γι' αυτόν τον σκοπό ερρυθμίσθηκαν προνοητικώς και πανσόφως, ώστε αυτός που θα φανεί πιστός στα παρόντα ν' ακούσει από τον Σωτήρα· «εύγε, δούλε αγαθέ, αφού εφάνηκες πιστός στα ολίγα, θα σε ορίσω οικονόμο σε πολλά· είσελθε στη χαρά του Κυρίου σου». Έλθετε λοιπόν, λέγει, όσοι εχρησιμοποιήσατε κατά την γνώμη μου τον επίγειο και φθαρτό και πρόσκαιρο κόσμο καλώς, κληρονομήσατε και τον επικείμενο και μόνιμο και επουράνιο κόσμο. Διότι «επείνασα και μου εδώσατε να φάγω, εδίψασα και μ' εποτίσατε, ξένος ήμουν και με περιμαζεύσατε, γυμνός και με ενδύσατε, ασθένησα και με επισκεφθήκατε, ήμουν στις φυλακές και ήλθατε προς εμένα». 

13. Εδώ πρέπει να συζητηθεί για ποιο λόγο εμνημόνευσε μόνο την ελεημοσύνη και γι' αυτήν μόνο έδωσε εκείνη την ευλογία και την κληρονομία· και την βασιλεία. Αλλά δεν εμνημόνευσε μόνο αυτήν για όσους αντιλαμβάνονται τα ακουόμενα. Επειδή δηλαδή προηγουμένως εκάλεσε πρόβατα τους εργάτες της, με αυτόν τον χαρακτηρισμό επιβεβαίωσε τόσο την προς αυτόν ομοίωση και κάθε αρετή τους, όσο και ότι ήσαν έτοιμοι συνεχώς για το θάνατο υπέρ του καλού, όπως βέβαια και αυτός οδηγήθηκε ως πρόβατο για σφαγή και ως αμνός άφωνος εμπρός σ' αυτόν που τον κουρεύει, κατά το γεγραμμένον. 

14. Αφού λοιπόν τέτοιοι είναι και αυτοί, εγκωμιάζει ιδιαιτέρως την φιλανθρωπία· διότι πρέπει και αυτήν, ως δείγμα και καρπό της αγάπης, να την έχει σαν κεφαλή που υπέρκειται όλων των άλλων αρετών αυτός που πρόκειται να κληρονομήσει την αΐδια εκείνη βασιλεία. Αυτό το έδειξε ο Κύριος και με την παραβολή των δέκα παρθένων· διότι δεν εισάγονται στον θείο νυμφώνα όσες τύχουν, αλλά οι στολισμένες με παρθενία, η οποία δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς άσκησι και εγκράτεια, καθώς και χωρίς πολλούς και ποικίλους για την αρετή αγώνες, προσέτι δε αυτές που κρατούν λαμπάδες στα χέρια, δηλαδή τον νου τους και την μέσα σ' αυτόν άγρυπνη γνώση, που επιβαίνει και στηρίζεται στο πρακτικό της ψυχής, το δηλούμενο με τα χέρια, και αφιερώνεται διά βίου στον Θεό και συνάπτεται με τις από αυτόν λάμψεις. Χρειάζεται όμως και άφθονο έλαιο, ώστε να διαρκεί το άναμμά τους. Έλαιο δε είναι η αγάπη, που είναι κορυφή των αρετών. "Όπως λοιπόν, αν θέσεις θεμέλια και οικοδομήσεις επάνω σ' αυτά τους τοίχους, δεν πρόσθεσεις δε την οροφή, τα αφήνεις όλα εκείνα άχρηστα, κατά τον ίδιο τρόπο, αν αποκτήσεις όλες τις αρετές, δεν προσαποκτήσεις δε την αγάπη, όλες εκείνες είναι άχρηστες και ανωφελείς· και η οροφή της οικίας όμως χωρίς τα στοιχεία που την συγκρατούν δεν μπορεί να οικοδομηθεί. 

15. Και ο Κύριος λοιπόν προσφέρει την κληρονομία του σε όσους έχουν σφραγίσει τις άλλες αρετές δια των έργων της αγάπης και ανέβηκαν σ' αυτήν δια του ανεπιλήπτου βίου ή κατέφυγαν προς αυτήν διά μετανοίας. Από αυτούς εγώ τους μεν πρώτους καλώ υιούς, διότι είναι φύλακες μυστικής από τον Θεό αναγεννήσεως, τους δε δεύτερους μισθωτούς, διότι ξαναποκτούν την χάρη διά των πολυειδών ιδρώτων της μετανοίας και δια της ταπεινώσεως ως μισθόν. 

16. Γι' αυτό, αφού προηγουμένους στα θεία ευαγγέλια εξήγησε πολυειδώς τα σχετικά με την κρίση, έπειτα εξέθεσε τα περί της αγάπης με την άποψη ότι τελειοποιεί ή επαναφέρει τις εκεί απαριθμούμενες αρετές. Αλλά οι δίκαιοι θ' αποκριθούν με τα λόγια· «Κύριε, πότε σε είδαμε να πείνας και σ' εθρέψαμε, ή να διψάς και σ' εποτίσαμε; Πότε σε είδαμε ξένο και σε συμμαζεύσαμε, ή γυμνόν και σε ενδύσαμε; Πότε σε είδαμε ασθενή ή στην φυλακή και σ' επισκεφθήκαμε;». Βλέπετε ότι οι από τα δεξιά καλούνται και δίκαιοι; Επομένως γι' αυτούς το έλεος προέρχεται από την δικαιοσύνη και είναι με δικαιοσύνη. Βλέπετε δε άλλην αρετή, την ταπείνωσι, να προσμαρτυρείται στους δικαίους από το πλήρωμα της αγάπης; Διότι ισχυρίζονται ότι είναι ανάξιοι της ανακηρύξεως και των επαίνων, σαν να μη έπραξαν κανένα αγαθόν, αυτοί που μαρτυρούνται ότι δεν άφησαν κανένα αγαθό άπρακτο. 

17. Γι' αυτό, νομίζω, ο Κύριος αποκρίνεται σ' αυτούς με παρρησία, για ν' αναφανούν ότι είναι τέτοιας μορφής και ανυψωθούν με την ταπείνωσι και δικαίως εύρουν από αυτόν χάρη, την οποία ο Κύριος παρέχει αφθόνως στους ταπεινούς, «διότι ο Κύριος αντιτάσσεται στους υπερήφανους, ενώ στους ταπεινούς δίδει χάρι», ο οποίος και τώρα λέγει προς αυτούς· «πραγματικά σας λέγω, εφ' όσον τα επράξατε σ' ένα από τους αδελφούς μου τους ελαχίστους, τα εκάματε σ' εμένα». Καλεί τον άλλο ελάχιστον για την πτωχεία και την ευτέλεια, αδελφόν δε, διότι και αυτός έτσι έζησε κατά σάρκα επί της γης. 

18. Ακούσετε και ευφρανθείτε, όσοι είσθε πτωχοί και ενδεείς· διότι κατά τούτο είσθε αδελφοί του Θεού· κι αν είσθε πτωχοί και ευτελείς ακουσίως,καταστήσατε εκούσιο για τον εαυτό σας το αγαθό δια της υπομονής και της ευχαριστίας. Ακούσετε οι πλούσιοι και ποθήσετε την ευλογημένη πτωχεία, για να γίνετε κληρονόμοι και αδελφοί του Χριστού, γνησιώτεροι μάλιστα εκείνων που επτώχευσαν ακουσίως· διότι εκείνος επτώχευσε για μας εκουσίως. Ακούσετε και στενάξετε εσείς που περιφρονείτε τους αδελφούς σας, όταν υποφέρουν, μάλλον δε τους αδελφούς του Θεού, και δεν μεταδίδετε στους ενδεείς από όσα διαθέτετε άφθονα, τροφή, σκέπη, ενδυμασία, επιμέλεια κατάλληλη, και δεν προσφέρετε το περίσσευμά σας στο υστέρημα εκείνων. Μάλλον δε ας ακούσωμε και ας στενάξωμε, αφού κι εγώ ο ίδιος που σας λέγω αυτά, ελέγχομαι από την συνείδησί μου ότι δεν είμαι τελείως έξω από το πάθος· διότι, ενώ πολλοί ριγούν και στερούνται, εγώ είμαι γεμάτος και ενδεδυμένος. Πολύ δε περισσότερο άξιοι πένθους είναι αυτοί που έχουν και κατέχουν θησαυρούς περισσοτέρους από την καθημερινή ανάγκη ή και φροντίζουν να τους αυξήσουν· ενώ είναι προσταγμένοι ν' αγαπούν τον πλησίον σαν τους εαυτούς των, δεν τους θεωρούν ούτε σαν το χώμα. Διότι τι άλλο είναι ο χρυσός και ο άργυρος, που αγαπήσαμε περισσότερο από τους αδελφούς; 

19 Αλλά ας επιστραφούμε, ας μετανοήσωμε και ας κοινωνήσωμε εξυπηρετώντας τις ανάγκες των ανάμεσά μας πτωχών αδελφών με όσα έχομε. Και αν δεν είμαστε διατεθειμένοι ν' αδειάσωμε θεοφιλώς όλα τα υπάρχοντα, τουλάχιστον να μη τα κατακρατήσωμε όλα για τους εαυτούς μας ασπλάγχνως· αλλά το μεν ένα ας το πράξωμε, γι' αυτό δε που θα παραλείψωμε, ας ταπεινωθούμε ενώπιον του Θεού, και θα επιτύχωμε από αυτόν συγγνώμη, διότι η φιλανθρωπία του αναπληρώνει την έλλειψί μας, για να μη, ο μη γένοιτο, ακούσωμε την απαίσια φωνή· διότι, λέγει, «τότε θα ειπεί και στους από τα αριστερά· φεύγετε από έμενα οι καταραμένοι». Πόσο φοβερό είναι τούτο! Απομακρυνθείτε από τη ζωή, εκβληθείτε από την τρυφή, στερηθείτε το φως! 

20.  Και δεν λέγει μόνο τούτο, αλλά προχωρεί· «φεύγετε από εμένα οι καταραμένοι, στο αιώνιο πυρ, το ετοιμασμένο για τον Διάβολο και τους αγγέλους του». Όπως δηλαδή οι από τα δεξιά θα έχουν ζωή, και μάλιστα με το παραπάνω, ζωή μεν αφού θα συνευρίσκωνται με τον Θεό, με το παραπάνω δε αφού θα είναι υιοί και κληρονόμοι της βασιλείας του, έτσι και οι από τα αριστερά, αποτυγχάνοντας ν' αποκτήσουν την αληθινή ζωή λόγω της απομακρύνσεως από τον Θεό, θα εύρουν και παραπάνω κακό, αφού θα έχουν συνταχθεί με τους δαίμονες και θα παραδοθούν στο κολαστικό πυρ. 

21. Ποιού δε είδους είναι το πυρ εκείνο, το οποίο άπτεται και των σωμάτων και των λογικών σε σώματα όντων, και των ασωμάτων πνευμάτων, θλίβοντας και στενοχωρώντας τα παντοτινά, και δια του οποίου θα λειώσει και το δικό μας πυρ, κατά το γεγραμμένο, «τα καιόμενα στοιχεία θα λειώσουν»; Πόση προσθήκη φέρει στην οδύνη το ανέλπιδο της απολυτρώσεως; Διότι, λέγει, υπάρχει ποταμός, που παρασύρει το πυρ εκείνο, όπως φαίνεται, και το φέρει μακρύτερα από τον Θεό. Γι' αυτό δεν είπε "πορευθείτε", αλλά «πορεύεσθε από εμένα οι καταραμένοι»· διότι έχετε αφθόνως δεχθεί τις κατάρες από τους πτωχούς, και με όλο που υπέφεραν εκείνοι, εσείς πάντως είσθε άξιοι κατάρας. Λέγει δε προς αυτούς «πηγαίνετε στο πυρ το ετοιμασμένο» όχι για σας, αλλά για τον Διάβολο και τους αγγέλους του· διότι τούτο δεν είναι προηγούμενο δικό μου θέλημα, δεν σας έπλασα γι' αυτό, δεν ετοίμασα για σας την φωτιά. Το άσβεστο πυρ έχει αναφθεί για τους δαίμονες που έχουν αμετάβλητη την έξι της κακίας, με τους οποίους σας συνέδεσε η σύμφωνη μ' εκείνους αμετανόητη γνώμη. Είναι λοιπόν εθελοντική η συμβίωσις με τους πονηρούς αγγέλους. «Διότι επείνασα και δεν μου εδώσατε να φάγω, εδίψασα και δεν με εποτίσατε, ξένος ήμουν και δεν με συμμαζεύσατε, γυμνός και δεν με ενδύσατε, ασθενής και στη φυλακή ήμουν και δεν μ' επισκεφθήκατε». Όπως αδελφοί, η αγάπη και τα έργα της αγάπης είναι πλήρωμα των αρετών, έτσι το μίσος και τα έργα του μίσους, ο ασυμπαθής τρόπος, η ακοινώνητη γνώμη, είναι πλήρωμα της αμαρτίας. Και όπως τη φιλανθρωπία ακολουθούν και συνυπάρχουν με αυτήν οι αρετές, έτσι τη μισανθρωπία ακολουθούν οι κακίες· γι' αυτό και από αυτήν μόνο καταδικάζονται. 

22. Θα ήθελα λοιπόν να ειπώ ότι δεν υπάρχει κανένα δείγμα μίσους μεγαλύτερο από το να προτιμούμε από τον αδελφό το άφθονο αργύριο· αλλά βλέπω την κακία να έχει εύρει και μεγαλύτερο δείγμα της μισανθρωπίας. Υπάρχουν δηλαδή άνθρωποι που όχι μόνο δεν ελεούν από όσα διαθέτουν πλουσίως, αλλά και σφετερίζονται τα ξένα. Ας συλλογισθούν λοιπόν από την απόφαση προς τους μη ελεήμονες, τι θα εύρουν αυτοί και τι θα πάθουν, και ποιας ακατανόητης και αφόρητης καταδίκης είναι άξιοι, ας αποστούν από την αδικία και ας εξιλεώσουν το θείο δια των έργων της μετανοίας. Εκείνοι δε θ' αποκριθούν τότε ως εξής· «Κύριε, πότε σε είδαμε να πεινάς ή να διψάς ή ξένον ή γυμνόν ή ασθενή ή φυλακισμένον, και δεν σε υπηρετήσαμε;». 

23. Βλέπετε και αυτό το τελευταίο κακό, την υπερηφάνεια, συνεζευγμένη με τον ασυμπαθή τρόπο, όπως την ταπείνωσι με την συμπάθεια; Οι δίκαιοι εγκωμιαζόμενοι για την φιλανθρωπία τους ταπεινώνονται περισσότερο, δεν δικαιώνουν τους εαυτούς των. Οι υπερήφανοι, όταν κατηγορούνται για την ασπλαγχνία τους από τον αψευδή, δεν προσπίπτουν ταπεινωμένοι, αλλά αντιλέγουν και δικαιώνουν τους εαυτούς των. Γι' αυτό και θ' ακούσουν τα λόγια· «αληθινά σας λέγω, εφ' όσον δεν το επράξατε σ' ένα από αυτούς τους ελαχίστους, δεν το εκάματε ούτε σ' εμένα». Κι έτσι θα μεταβούν, λέγει, «αυτοί μεν σε αιώνια κόλασι, οι δε δίκαιοι σε αιώνια ζωή». 

24. Ας ελεήσωμε λοιπόν τους εαυτούς μας, αδελφοί, δια του ελέους προς τους αδελφούς, ας αποκτήσωμε δια της συμπαθείας την συμπάθεια, ας ευεργετήσωμε για να ευεργετηθούμε. Η μεν ανταπόκρισις είναι ομοία, διότι πρόκειται για ευποιία και φιλανθρωπία, για αγάπη και έλεος και συμπάθεια· αλλά δεν είναι ίση κατά την αξία και το μέτρο της υπεροχής. Διότι εσύ μεν παρέχεις από όσα έχει ο άνθρωπος, και όσο μπορεί να ευεργετήσει ο άνθρωπος, παίρνεις δε σε ανταπόδοση από τους θείους και ακενώτους θησαυρούς εκατονταπλάσια και την αιώνια ζωή, και ευεργετείσαι από όσα και όσο μπορεί ο Θεός να ευεργετήσει, «πράγματα που οφθαλμός δεν είδε και ους δεν άκουσε και που δεν ανέβηκαν στην καρδιά του ανθρώπου». 

25. Ας σπεύσωμε λοιπόν για να επιτύχωμε τον πλούτο της αγαθότητος, ας αγοράσωμε με ολίγα αργύρια αιώνια κληρονομία, ας φοβηθούμε τέλος την απόφαση εναντίον των ανοικτιρμόνων, για να μη κατακριθούμε από αυτήν εκεί· ας μη φοβηθούμε μη τυχόν γίνωμε πτωχοί, δίδοντας ελεημοσύνη, διότι θ' ακούσωμε από τον Χριστό, «έλθετε οι ευλογημένοι του Πατρός μου, κληρονομήσατε την γη». Ας φοβηθούμε και ας κάμωμε το παν, για να μη φανούμε έξω από την αγάπη προς τον Θεό δια της ασπλαγχνίας· «διότι αυτός που δεν αγαπά τον αδελφό του, που τον είδε», λέγει ο ευαγγελιστής, «πώς θ' αγαπήσει τον Θεό που δεν τον είδε», αυτός δε που δεν αγαπά το Θεό πώς θα συνυπάρξει με αυτόν; Και αυτός που δεν συνυπάρχει με αυτόν θ' απομακρυνθεί από αυτόν· ο δε απομακρυνόμενος από αυτόν οπωσδήποτε θα πέσει στη γέεννα του πυρός. 

26. Αλλά εμείς ας επιδείξωμε έργα αγάπης προς τους αδελφούς μας εν Χριστώ, ελεώντας τους πτωχούς, επιστρέφοντας τους πλανημένους, σε όποιαν πλάνη και πτώχεια και αν είναι, δικαιώνοντας τους αδικούμενους, δυναμώνοντας τους κατάκοιτους από ασθένεια, είτε πάσχουν τούτο δια των αισθητών εχθρών και νοσημάτων είτε δια των αοράτων πονηρών πνευμάτων και των παθών της ατιμίας, επισκεπτόμενοι τους εγκαθείρκτους στη φυλακή, αλλά και ανεχόμενοι αυτούς που μας κτυπούν, και χαρίζοντας ο ένας στον άλλο όποια μομφή έχει εναντίον του, όπως και ο Χριστός μας την εχάρισε. Και γενικώς ας επιδείξωμε την μεταξύ μας αγάπη με κάθε τρόπο και με κάθε έργο και λόγο, για να επιτύχωμε την από τον Θεό αγάπη και ευλογηθούμε από αυτόν και κληρονομήσωμε την επηγγελμένη σ' εμάς και για μας ουράνια και αιώνια βασιλεία από την θεμελίωση του κόσμου. 

27. Αυτήν είθε ν' αποκτήσωμε όλοι εμείς, με την χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου Ιησού Χριστού μαζί με τον οποίο πρέπει στον Πατέρα, καθώς και στο άγιο Πνεύμα, τιμή και δόξα στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.
Πηγή: www.alopsis.gr




Δείτε σχετικά:

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ: Εὐαγγέλιο - Ὁμιλία εἰς τήν Δευτέραν Παρουσίαν Τοῦ Κυρίου ( Ἁγίου Κυρίλλου Ἀρχιεπισκόπου Ἰεροσολύμων )




Εὐαγγέλιο Κυριακῆς: Ματθ. Κε’ 31-46


31 Ὃταν δὲ ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ καὶ πάντες οἱ ἅγιοι ἄγγελοι μετ᾿ αὐτοῦ, τότε καθίσει ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ, 32 καὶ συναχθήσεται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τὰ ἔθνη, καὶ ἀφοριεῖ αὐτοὺς ἀπ᾿ ἀλλήλων ὥσπερ ὁ ποιμὴν ἀφορίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων, 33 καὶ στήσει τὰ μὲν πρόβατα ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ, τὰ δὲ ἐρίφια ἐξ εὐωνύμων. 34 τότε ἐρεῖ ὁ βασιλεὺς τοῖς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ· δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου. 35 ἐπείνασα γάρ, καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ συνηγάγετέ με, 36 γυμνός, καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα, καὶ ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην, καὶ ἤλθετε πρός με. 37 τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ οἱ δίκαιοι λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα καὶ ἐθρέψαμεν, ἢ διψῶντα καὶ ἐποτίσαμεν; 38 πότε δέ σε εἴδομεν ξένον καὶ συνηγάγομεν, ἢ γυμνὸν καὶ περιεβάλομεν; 39 πότε δέ σε εἴδομεν ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ ἤλθομεν πρός σε; 40 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ βασιλεὺς ἐρεῖ αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε. 41 τότε ἐρεῖ καὶ τοῖς ἐξ εὐωνύμων· πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ. 42 ἐπείνασα γάρ, καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με, 43 ξένος ἤμην, καὶ οὐ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενὴς καὶ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με. 44 τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ καὶ αὐτοὶ λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα ἢ διψῶντα ἢ ξένον ἢ γυμνὸν ἢ ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐ διηκονήσαμέν σοι; 45 τότε ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε. 46 καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον.

Ἀπόδοση:

Είπε ο Κύριος: «Όταν έρθει ο Υιός του Ανθρώπου με όλη τη μεγαλοπρέπεια και θα τον συνοδεύουν όλοι οι άγιοι άγγελοι, θα καθίσει στο βασιλικό θρόνο του. Τότε θα συναχθούν μπροστά του όλα τα έθνη, και θα τους ξεχωρίσει όπως ξεχωρίζει ο βοσκός τα πρόβατα από τα κατσίκια. Τα πρόβατα θα τα τοποθετήσει στα δεξιά του και τα κατσίκια στ’ αριστερά του. Θα πει τότε ο βασιλιάς σ’ αυτούς που βρίσκονται δεξιά του: ‘‘ελάτε, οι ευλογημένοι απ’ τον Πατέρα μου, κληρονομήστε τη βασιλεία που σας έχει ετοιμαστεί απ’ την αρχή του κόσμου. Γιατί, πείνασα και μου δώσατε να φάω, δίψασα και μου δώσατε να πιω, ήμουν ξένος και με περιμαζέψατε, γυμνός και με ντύσατε, άρρωστος και μ’ επισκεφθήκατε, φυλακισμένος κι ήρθατε να με δείτε’’. Τότε θα του απαντήσουν οι άνθρωποι του Θεού: ‘‘Κύριε, πότε σε είδαμε να πεινάς και σε θρέψαμε ή να διψάς και σου δώσαμε να πιείς; Πότε σε είδαμε άρρωστον ή φυλακισμένον κι ήρθαμε να σε επισκεφθούμε;’’ Τότε θα τους απαντήσει ο βασιλιάς: ‘‘σας βεβαιώνω πως αφού τα κάνατε αυτά για έναν από τους άσημους αδερφούς μου, τα κάνατε για μένα’’.
Ύστερα θα πει και σ’ αυτούς που βρίσκονται αριστερά του: ‘‘φύγετε από μπροστά μου, καταραμένοι• πηγαίνετε στην αιώνια φωτιά που έχει ετοιμαστεί για το διάβολο και τους δικούς του. Γιατί, πείνασα και δε μου δώσατε να φάω, δίψασα και δε μου δώσατε να πιω, ήμουν ξένος και δε με περιμαζέψατε, γυμνός και δε με ντύσατε, άρρωστος και φυλακισμένος και δεν ήρθατε να με δείτε’’. Τότε θα του απαντήσουν κι αυτοί: ‘‘Κύριε, πότε σε είδαμε πεινασμένον ή διψασμένον ή ξένον ή γυμνόν ή άρρωστον ή φυλακισμένον και δε σε υπηρετήσαμε;’’ Και θα τους απαντήσει: ‘‘σας βεβαιώνω πως αφού δεν τα κάνατε αυτά για έναν από αυτούς τους άσημους αδερφούς μου, δεν τα κάνατε ούτε για μένα’’. Αυτοί λοιπόν θα πάνε στην αιώνια τιμωρία, ενώ οι δίκαιοι στην αιώνια ζωή».

(Επιμέλεια κειμένου: Νικολέτα – Γεωργία Παπαρδάκη) 



Ὁμιλία τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου Ἀρχιεπισκόπου Ἰεροσολύμων, εἰς τήν Δευτέραν Παρουσίαν τοῦ Κυρίου

«Και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς, ου της βασιλείας ουκ έσται τέλος»

Αποτέλεσμα εικόνας για Ἁγίου Κυρίλλου Ἀρχιεπισκόπου ἸεροσολύμωνΔιακηρύττουμε παρουσίαν Χριστού, όχι μόνον μίαν αλλά και δευτέραν, πολύ καλλιτέραν της προηγουμένης. Διότι η πρώτη αποτελούσε επίδειξιν υπομονής, ενώ η ερχομένη φέρει το στέμμα της θείας Βασιλείας. Πράγματι στον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν τα πάντα, ως επί το πλείστον, είναι διπλά. Διπλή γέννησις, μία από τον Θεόν προαιωνίως και μία από την Παρθένον στους εσχάτους καιρούς. Δύο κάθοδοι. Μία η αφανής, και δευτέρα ένδοξος και επιφανής, η μέλλουσα. Κατά την πρώτην παρουσίαν εσπαργανώθη στην φάτνην, στην δευτέραν ενδύεται φως ως ιμάτιον. Στην πρώτην «υπέμεινε σταυρόν, αισχύνης καταφρονήσας», στην δευτέραν θα έλθη δοξαζόμενος, δορυφορούμενος από στρατιές αγγέλων. Δεν μένουμε λοιπόν στην πρώτην μόνον παρουσίαν, αλλά προσδοκούμε και την δευτέραν. Και είπαμε μεν στην πρώτην «ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου», αλλά και στην δευτέρα θα ειπούμε πάλι το ίδιον, όταν συναντήσωμε μαζί με τους αγγέλους τον Δεσπότην, και προσκυνώντας αυτόν θα ειπούμε: «ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου». Έρχεται ο Σωτήρ όχι για να δικασθή πάλιν, αλλά για να δικάση τους δικαστάς του. Αυτός που προηγουμένως, όταν εκρίνετο, εσιωπούσε, λέγει ύστερα στους παρανόμους, υπενθυμίζοντας όσα ετόλμησαν κατά την σταύρωση: «Ταύτα εποίησας και εσίγησα». Τότε ήλθε για να εκπληρώση την Θείαν Οικονομίαν, και εδίδασκε τους ανθρώπους με την πειθώ. Τώρα όμως θα αναγκασθούν να τον αναγνωρίσουν ως Βασιλέα τους, έστω και χωρίς να το θέλουν.

Περί των δύο τούτων παρουσιών ο προφήτης Μαλαχίας λέγει: «και εξαίφνης θα έλθη εις τον ναόν αυτού ο Κύριος, ον υμείς ζητείτε». Ιδού η μία παρουσία. Και πάλι περί της δευτέρας παρουσίας λέγει: «Και ο άγγελος της διαθήκης ον υμείς θέλετε. Ιδού έρχεται Κύριος Παντοκράτωρ, και τις υπομενεί ημέραν εισόδου αυτού;». Και αμέσως στην συνέχεια λέγει ο ίδιος ο Σωτήρ: «και προσάξω προς υμάς εν κρίσει, και έσομαι μάρτυς ταχύς επί τους μάγους και επί τας μοιχαλίδας και επί τους ομνύοντας τω ονόματί μου επί ψεύδει», και τα λοιπά. Γι’ αυτό ο Παύλος θέλοντας να μας ασφαλίση εκ των προτέρων λέγει: «ει τις εποικοδομεί επί τον θεμέλιον τούτον χρυσόν και άργυρον και λίθους τιμίους, ξύλα, χόρτον, καλάμην, εκάστου το έργον φανερόν γενήσεται». Ήδη και ο Παύλος έχει επισημάνει τις δύο αυτές παρουσίες, όταν γράφη προς τον Τίτον και λέγει: επεφάνη η χάρις του Θεού η σωτήριος πάσιν ανθρώποις, παιδεύουσα ημάς ίνα, αρνησάμενοι την ασέβειαν και τας κοσμικάς επιθυμίας, σωφρόνως και δικαίως και ευσεβώς ζήσωμεν εν τω νυν αιώνι, προσδεχόμενοι την μακαρίαν ελπίδα και επιφάνειαν της δόξης του μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού». Βλέπεις πώς ανέφερε μεν την πρώτην, για την οποίαν ευχαριστεί, και την δευτέραν, την οποίαν προσδοκούμε; Γι’ αυτό και η πίστις μας, όσον αφορά στο γεγονός αυτό το οποίον σας αναγγέλλουμε τώρα, μας παρεδόθη έτσι, να πιστεύωμε δηλαδή στον «ανελθόντα εις τους ουρανούς και καθίσαντα εκ δεξιών του Πατρός και ερχόμενον εν δόξη, κρίναι ζώντας και νεκρούς, ου της βασιλείας ουκ έσται τέλος».

Έρχεται λοιπόν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός από τους ουρανούς, έρχεται δε στην συντέλειαν του κόσμου τούτου ενδόξως, κατά την εσχάτην ημέρα. Διότι θα γίνη συντέλεια του κόσμου τούτου, και ο κτιστός αυτός κόσμος θα ανακαινισθή πάλι. Επειδή δηλαδή επεκράτησε σε όλην την γην η διαφθορά και η κλοπή και η μοιχεία και κάθε είδος αμαρτίας, και συμβαίνουν σε όλον τον κόσμον αιμομιξίες, για να μη μείνη το θαυμαστόν αυτό κατοικητήριον πλήρες ανομίας, ο κόσμος αυτός μέλλει να παρέλθη, για να αναδειχθή ο καλλίτερος. Θέλεις να λάβης την απόδειξιν από τα ρητά της Γραφής; Άκου τον Ησαϊα που λέγει: «και ειληθήσεται ως βιβλίον ο ουρανός, και τα άστρα πεσείται ως φύλλα εξ αμπέλου, και ως πίπτει φύλλα από συκής». Και το Ευαγγέλιον λέγει: «ο ήλιος σκοτισθήσεται, και η σελήνη ου δώσει το φέγγος αυτής, και οι αστέρες πεσούνται από του ουρανού». Ας μη λυπούμεθα σαν να πεθαίναμε μόνον εμείς. Και οι αστέρες θα αποθάνουν, αλλά θα ξαναγίνουν πάλιν όπως είναι τώρα. Και θα περιτυλίξη ο Κύριος τους ουρανούς όχι για να τους καταστρέψη, αλλά για να τους ανανεώση, να τους κάμη καλλιτέρους. Άκου τον Προφήτην Δαβίδ που λέγει: «κατ’ αρχάς Συ, Κύριε, την γην εθεμελίωσας και έργα των χειρών σου εισίν οι ουρανοί. Αυτοί απολούνται, Σύ δε διαμένεις». Αλλά θα ειπή κάποιος. Κοίτα, το λέγει σαφώς ότι απολούνται, θα καταστραφούν. Άκου πώς εννοεί το «απολούνται», το λέγει στην συνέχεια: «και πάντες ως ιμάτιον παλαιωθήσονται, και ωσεί περιβόλαιον (σαν επανωφόρι δηλαδή) ελίξεις αυτούς, και αλλαγήσονται». Όπως λέγεται ότι ο δίκαιος απέθανε, σύμφωνα με το γραφικόν. «Ίδετε ως ο δίκαιος απώλετο, και ουδείς εκδέχεται τη καρδία», και αυτό επειδή προσδοκούμε την Ανάσταση. Κατ’ ανάλογον τρόπο προσδοκούμε και ανάσταση των ουρανών. «Ο ήλιος μεταστραφήσεται εις σκότος, και η σελήνη εις αίμα». Ας διδαχθούν αυτοί που επέστρεψαν από την αίρεση των Μανιχαίων, και ας μη θεοποιούν πλέον τα φωτεινά σώματα του ουρανού, ούτε να θεωρούν δυσσεβώς ότι ο ήλιος αυτός που μέλλει να σκοτισθή είναι ο Χριστός. Και πάλιν άκου τον Κύριο που λέγει: «ο ουρανός και η γη παρελεύσονται, οι δε λόγοι μου ου μη παρέλθωσιν». Τα κτίσματα δηλαδή δεν είναι ισότιμα με τους λόγους του Δεσπότου…

Αναμένουμε λοιπόν όντως και προσδοκούμε τον Κύριον ερχόμενον από τους ουρανούς, επάνω σε νεφέλες. Θα ηχήσουν τότε σάλπιγγες αγγελικές. Πρώτοι θα αναστηθούν όσοι από τους νεκρούς έχουν κοινωνίαν με τον Χριστόν. Έπειτα αρπάζονται σε νεφέλες όσοι ευλαβείς θα ζουν τότε, λαμβάνοντας ως έπαθλο την τιμήν αυτήν η οποία υπερβαίνει τα ανθρώπινα μέτρα, επειδή και ηγωνίσθησαν υπεράνθρωπα, όπως λέγει ο Παύλος. «Ότι αυτός ο Κύριος εν κελεύσματι, εν φωνή αρχαγγέλλου και εν σάλπιγγι Θεού καταβήσεται απ’ ουρανού, και οι νεκροί εν Χριστώ αναστήσονται πρώτον. Έπειτα ημείς οι ζώντες οι περιλειπόμενοι, άμα συν αυτοίς αρπαγησόμεθα εν νεφέλαις, εις απάντησιν του Κυρίου εις αέρα, και ούτω πάντοτε συν Κυρίω εσόμεθα».

Την εγνώριζεν αυτήν την Παρουσίαν του Κυρίου ο Εκκλησιαστής, όταν έλεγε: «ευφραίνου, νεανίσκε, εν νεότητί σου». Και τι θα γίνη όταν έλθη ο Κύριος; «Ανθήσει το αμύγδαλον και παχυνθήσεται η ακρίς, και διασκεδασθήσεται η κάππαρις». Όπως μάλιστα λέγουν οι ερμηνευταί, η ανθισμένη αμυγδαλιά σημαίνει ότι ο χειμών παρήλθε. Μετά δε τον χειμώνα μέλλουν να ανθήσουν τα σώματά μας, να γίνουν άνθη επουράνια. Και θα παχυνθή η ακρίς, η πτερωτή ψυχή, περιβαλλομένη το σώμα της. «Και διασκεδασθήσεται η κάππαρις», θα διασκορπισθούν δηλαδή οι ακανθώδεις παράνομοι.

Βλέπεις ότι όλοι προλέγουν την Παρουσίαν του Κυρίου; Βλέπεις ότι γνωρίζουν την φωνήν του σπουργίτη; Ποίαν φωνήν; Ας ιδούμε: «Ότι αυτός ο Κύριος εν κελεύσματι, εν φωνή αρχαγγέλου και εν σάλπιγγι Θεού καταβήσεται απ’ ουρανού». Αρχάγγελος απευθύνεται σε όλους και λέγει: «εγείρεσθε εις απάντησιν του Κυρίου», και θα είναι φοβερά η κάθοδος του Δεσπότου. Και σύμφωνα με την Γραφήν που έχουμε αναγνώσει, «ο Υιός του ανθρώπου έρχεται προς τον Πατέρα επί των νεφελών του ουρανού, ποταμού πυρός έλκοντος», ο οποίος δοκιμάζει τους ανθρώπους. Όποιος έχει έργα χρυσά, γίνεται λαμπρότερος. Όποιος έχει έργα σαθρά, τα οποία δεν αντέχουν στην δοκιμήν, αφανίζονται από το πυρ. Και ο Πατήρ «καθέζεται, έχων το ένδυμα αυτού λευκόν ωσεί χιών, και την τρίχα της κεφαλής ως έριον καθαρόν». Βεβαίως εδώ ομιλεί ανθρωπίνως. Τι εννοεί δηλαδή; Ότι είναι Βασιλεύς εκείνων που δεν εμολύνθησαν από αμαρτίες. Διότι λέγει «λευκανώ τας αμαρτίας υμών ως χιόνα και ωσεί έριον», που συμβολίζουν εδώ την συγχώρηση των αμαρτιών ή και την αναμαρτησίαν. Έρχεται δε ο Κύριος από τους ουρανούς επάνω σε νεφέλες, αφού με νεφέλες ανέβη εκεί...

Αλλά ποίον θα είναι το σημείον της Παρουσίας αυτού, ώστε να μην τολμήση κάποια εναντία δύναμις να το μιμηθή; «Και τότε», λέγει, «φανήσεται το σημείον του Υιού του ανθρώπου εν τω ουρανώ». Και το αληθές και διακριτικόν σημείον του Χριστού είναι ο σταυρός. Το φωτοειδές σημείον του σταυρού προηγείται του Βασιλέως, αναγγέλλοντας αυτόν ο οποίος είχε τότε σταυρωθεί, ώστε να τον ιδούν οι Ιουδαίοι οι οποίοι τότε τον είχαν κεντήσει στην πλευράν και είχαν συνωμοτήσει εναντίον του. Να θρηνήσουν πικρώς κάθε φυλή χωριστά, και να ειπούν: Αυτός είναι εκείνος που εραπίσθη, αυτός είναι εκείνος τον οποίον περιέβαλλαν με δεσμά, αυτός είναι εκείνος τον οποίον εξηυτέλισαν, αφού πρώτα τον εσταύρωσαν. Και θα ειπούν τότε: Πού να πάμε για να αποφύγωμε την οργήν σου; Αλλά από πουθενά δεν θα ημπορέσουν να ξεφύγουν, αφού θα τους έχουν περικυκλώσει οι στρατιές των αγγέλων. Φόβητρον θα είναι το σημείον του σταυρού για τους εχθρούς του, και χαρά για τους φίλους του, οι οποίοι επίστευσαν σ’ αυτόν ή τον εκήρυξαν ή έπαθαν γι’ αυτόν. Ποίος άραγε θα είναι μακάριος να ευρεθή τότε φίλος του Χριστού; Δεν καταφρονεί τους δούλους τους ιδικούς του ο τόσον ένδοξος Βασιλεύς, αυτός που περιστοιχίζεται από αγγέλους, ο σύνθρονος με τον Πατέρα. Και για να μην αναμιχθούν οι εκλεκτοί με τους εχθρούς, «αποστελεί τους αγγέλους αυτού μετά σάλπιγγος μεγάλης, και επισυνάξει τους εκλεκτούς αυτού εκ των τεσσάρων ανέμων». Αφού δεν κατεφρόνησε τον Λώτ, που ήταν ένας, πώς είναι δυνατόν να καταφρονήση τους πολλούς δικαίους; «Δεύτε οι ευλογημένοι του Πατρός μου», θα ειπή προς εκείνους που θα επιβαίνουν σε νεφελώδη άρματα, και οι οποίοι θα έχουν συναχθή από τους αγγέλους.

Αλλά θα ειπή κάποιος από τους παρόντες. Είμαι πτωχός, ή θα συμβή τότε να ευρεθώ ασθενής στο κρεββάτι, ή είμαι γυναίκα και θα ευρίσκωμαι εκείνην την ώρα στον μύλο. Μήπως θα περιφρονηθούμε; Έχε θάρρος, άνθρωπέ μου. Ο Κριτής είναι απροσωπόληπτος. «Ου κατά την δόξαν κρινεί, ουδέ κατά την λαλιάν ελέγξει». Δεν προτιμά τους λογίους από τους απαιδεύτους, ούτε τους πλουσίους από τους πτωχούς. Και στον αγρόν αν είσαι, θα σε παραλάβουν οι άγγελοι. Μη νομίσης ότι θα πάρη τους γαιοκτήμονες και εσέ που είσαι γεωργός θα σε αφήση. Και αν είσαι δούλος ή πτωχός, μην αγωνιάς. Αυτός που έλαβε μορφήν δούλου δεν καταφρονεί τους δούλους. Και αν είσαι στο κρεββάτι ασθενής, έχει γραφή: «Τότε δυο έσονται επί κλίνης μιάς, εις παραλαμβάνεται, και εις αφίεται». Και αν κατ’ ανάγκην ευρεθής να εργάζεσαι στον μύλον, άνδρας η γυναίκα, και αν φορής χειροπέδες, δεν θα σε παραβλέψη αυτός που ηλευθέρωσε τον Ιωσήφ και τον οδήγησε από την δουλεία και την φυλακή στην βασιλείαν. Θα λυτρώση και σε από τις θλίψεις και θα σου χαρίση την Βασιλείαν των Ουρανών. Μόνον να έχης θάρρος, μόνον να εργασθής πνευματικώς, μόνον να αγωνισθής προθύμως. Επειδή τίποτε δεν πάει χαμένο. Κάθε σου προσευχή και ψαλμωδία έχει καταγραφεί. Κάθε σου ελεημοσύνη έχει καταγραφεί, κάθε νηστεία έχει καταγραφεί, κάθε γάμος που διεφυλάχθη καλώς έχει καταγραφεί. Έχει καταγραφεί και η εγκράτεια που έγινε για τον Θεόν. Τα πρωτεία δε των στεφάνων μεταξύ όλων των καταγεγραμμένων τα έχει η παρθενία και η αγνότης. Και μέλλεις να λάμπης ως άγγελος. Αλλά όπως ήκουσες ευχαρίστως τα καλά, άκου τώρα με ψυχραιμία και τα αντίθετα. Έχει καταγραφεί κάθε σου πλεονεξία, έχει καταγραφεί κάθε σου πορνεία, έχει καταγραφεί κάθε σου επιορκία και βλασφημία και μαγεία και κλοπή και φόνος. Όλα αυτά λοιπόν είναι καταγεγραμμένα, όσα έχεις πράξει μετά το βάπτισμα. Διότι αυτά που είχες κάμει προηγουμένως εξαλείφονται.

«Όταν δε έλθη», λέγει, «ο Υιός του ανθρώπου εν τη δόξη αυτού, και πάντες οι άγιοι άγγελοι μετ’ αυτού». Βλέπε, άνθρωπε, ενώπιον πόσων θα εμφανισθής στο κριτήριον. Θα είναι τότε παρόν όλο το γένος των ανθρώπων. Αναλογίσου λοιπόν πόση είναι η φυλή των Ρωμαίων, αναλογίσου πόσοι είναι οι άλλοι, οι βάρβαροι οι οποίοι ζουν τώρα και πόσοι έχουν ταφεί τα τελευταία εκατό χρόνια. Πόσοι ετάφησαν μέσα σε χίλια χρόνια. Αναλογίσου πόσοι είναι από τον Αδάμ μέχρι σήμερα. Μεγάλο πλήθος βέβαια, αλλά και πάλι μικρόν είναι, διότι οι άγγελοι είναι περισσότεροι. Εκείνοι είναι τα ενενήντα εννέα πρόβατα, η δε ανθρωπότης μόνον το ένα. Διότι ανάλογα με το μέγεθος όλων των τόπων πρέπει να υπολογίζωμε και το πλήθος των κατοίκων τους. Η κατοικουμένη γη, ευρισκομένη κατά κάποιον τρόπον στο κέντρον του ενός ουρανού, έχει τόσον μεγάλο πλήθος. Ο ουρανός που την περιβάλλει πόσον πλήθος έχει; Και οι ουρανοί των ουρανών δεν είναι αυτονόητον ότι κατοικούνται από πλήθος αναρίθμητον; Πράγματι έχει γραφή: «χίλιαι χιλιάδες ελειτούργουν αυτώ και μύριαι μυριάδες παρειστήκεσαν αυτώ». Όχι ότι είναι τόσο μόνο το πλήθος, αλλά επειδή ο Προφήτης δεν ημπορούσε να εκφράση μεγαλύτερον αριθμόν. Παρευρίσκεται λοιπόν τότε στο κριτήριον ο Θεός και Πατήρ των απάντων, μαζί του θα κάθηται ο Ιησούς Χριστός, θα είναι δε παρόν και το Αγιον Πνεύμα. Αγγελική σάλπιγγα θα προσκαλέση όλους εμάς, οι οποίοι θα φορούμε ως ένδυμα τα έργα μας. Άραγε δεν οφείλουμε να αγωνιούμε από τώρα; Και μη νομίσης, άνθρωπε, ότι είναι μικρά καταδίκη το να κατακριθής ενώπιον τόσου πλήθους. Μήπως δεν προτιμούμε πολλές φορές να αποθάνωμε παρά να κατηγορηθούμε από φίλους;

Ας έχωμε την αγωνίαν, λοιπόν, αδελφοί, μη μας καταδικάση ο Θεός, ο οποίος, αν πρόκειται να μας καταδικάση, δεν έχει ανάγκην από εξέτασιν ή έλεγχο. Μην ειπής ότι ήταν νύκτα όταν επόρνευσα η έκανα μαγείες η έπραξα κάτι άλλο, και δεν υπήρχε άνθρωπος εκεί. Από την συνείδησή σου κρίνεσαι. Σε αναγκάζει να ειπής την αλήθεια το φοβερόν πρόσωπον του Κριτού, ή μάλλον, και αν δεν την ειπής, σε ελέγχει. Διότι θα αναστηθής φορώντας τις αμαρτίες σου ή τις αρετές σου. Τι λέγει λοιπόν ο Κριτής περί της ενδυμασίας ή μη των έργων σου; «Και συνάξουσιν έμπροσθεν αυτού πάντα τα έθνη». Διότι πρέπει τα πάντα να κλίνουν γόνυ ενώπιον του Χριστού, τα επουράνια και τα επίγεια και τα καταχθόνια. «Και αφορίσει αυτούς απ’ αλλήλων, ώσπερ ο ποιμήν αφορίζει τα πρόβατα από των ερίφων». Πώς διαχωρίζει ο ποιμήν; Μήπως ερευνά κάποιο βιβλίον, να μάθη ποίον είναι πρόβατον, και ποίον ερίφιον; Ή τα διακρίνει από την εμφάνιση; Δεν φανερώνει το μαλλί το πρόβατον, το δε σκληρόν και τριχωτόν το ερίφιον; Έτσι, εάν μεν καθαρισθής τώρα από τις αμαρτίες σου, έχεις στο εξής τις πράξεις σου ως έριον καθαρόν, και η στολή σου μένει αμόλυντος. Από την ενδυμασίαν αναγνωρίζεσαι ότι είσαι πρόβατον, εάν όμως ευρεθής τριχωτός, όπως ο Ησαύ, που ήταν δασύτριχος και ελαφρόμυαλος, και ο οποίος έχασε τα πρωτοτόκια για το φαγητό και επώλησε το αξίωμά του, θα ταχθής με την αριστεράν μερίδα. Μη γένοιτο όμως κάποιος από τους παρόντες να αποβληθή από την χάριν, ούτε εξ αιτίας των φαύλων πράξεών του να ευρεθή στα αριστερά τάγματα των αμαρτωλών.

Είναι αληθώς φοβερά η κρίσις, και προξενούν φόβον αυτά που προαναγγέλλονται. Ευρίσκεται ενώπιόν μας η Βασιλεία των ουρανών, έχει ετοιμασθή και το πυρ το αιώνιον. Πώς, λοιπόν, θα ειπή κάποιος, θα αποφύγωμε το πυρ; Και πώς θα εισέλβωμε στην Βασιλείαν; «Επείνασα», λέγει, «και εδώκατέ μοι φαγείν». Ιδού ο τρόπος. Δεν χρειάζεται αλληγορία εδώ, αλλά να εκτελέσωμε τα λεγόμενα. «Επείνασα και εδώκατέ μοι φαγείν. Εδίψησα και εποτίσατέ με, ξένος ήμην και συνηγαγετέ με. Γυμνός, και περιεβάλετέ με, ησθένησα και επεσκέψασθέ με. Εν φυλακή ήμην και ήλθετε προς με». Εάν τα πράξης αυτά, θα συμβασιλεύσης. Εάν όμως δεν τα πράξης θα κατακριθής. Άρχισε λοιπόν από τώρα να τα εργάζεσαι αυτά, και επίμενε στην πίστη, για να μην αποκλεισθής έξω, αναβάλλοντας να αγοράσης το έλαιον σαν τις μωρές παρθένους. Μην ξεθαρρευθής επειδή απλώς κρατείς την λαμπάδα, αλλά διατήρησέ την αναμμένην. Ας λάμψη το φως των καλών έργων σου ενώπιον των ανθρώπων, και μη βλασφημείται εξ αιτίας σου ο Χριστός. Φόρεσε ένδυμα αφθαρσίας, διαπρέποντας στα καλά έργα, και όποιαν υπόθεσιν αναλάβης κατ’ οικονομίαν από τον Θεόν για να την διαχειρισθής, να την διαχειρισθής με τρόπον χρήσιμο. Σου ενεπιστεύθη χρήματα; Διαχειρίσου τα καλά. Σου ενεπιστεύθη λόγον διδασκαλίας; Καθοδήγησε καλώς τις ψυχές των ακροατών σου. Ημπορείς να προϊστασαι; Κάμε το αυτό με ζήλον. Υπάρχουν πολλοί τρόποι καλής διαχειρίσεως, μόνο να μη καταδικασθή κάποιος από εμάς και να μην αποβληθή, αλλά με παρρησία να συναντήσωμε τον αιώνιον Βασιλέα Χριστόν, ο οποίος βασιλεύει αιωνίως. Πράγματι, αυτός που θα κρίνη ζώντες και νεκρούς θα βασιλεύη αιωνίως, αφού απέθανε προς χάριν ζώντων και νεκρών, όπως λέγει και ο Παύλος. Και αν κάποτε ακούσης κάποιον να λέγη ότι η Βασιλεία του Χριστού έχει τέλος, μίσησε την αίρεση. Είναι άλλη μία κεφαλή του δράκοντος, που ενεφανίσθη τώρα τελευταία στην Γαλατίαν… Αν και έχω πάρα πολλές μαρτυρίες από τις Θείες Γραφές περί της ατελευτήτου στους αιώνες Βασιλείας του Χριστού, θα αρκεσθώ σ’ αυτά, επειδή είπαμε πολλά σήμερα. Συ δε ο ακροατής να προσκυνής μόνον εκείνον ως Βασιλέα, αποφεύγοντας κάθε αιρετικήν πλάνην. Και αν επιτρέψη η χάρις του Θεού, θα ειπούμε με τον καιρό και τα υπόλοιπα της πίστεώς μας. Είθε ο Θεός των όλων να σας διαφυλάξη όλους, ώστε να διατηρήτε στην μνήμην σας τα σημεία της συντελείας του κόσμου, και να μείνετε ακατανίκητοι από τον Αντίχριστον. Έμαθες τα σημεία του πλάνου που πρόκειται να έλθη. Έλαβες τις αποδείξεις του αληθινού Χριστού, του κατερχομένου φανερώς από τους ουρανούς. Τον μεν ένα, τον ψευδή, απόφευγέ τον. Τον δε άλλον τον αληθινόν, προσδόκα τον. Έμαθες τον τρόπον πώς στην Κρίσιν θα καταταγής εκ δεξιών του. Τήρησε αυτά που σου ενεπιστεύθη ως παρακαταθήκην ο Χριστός, διαπρέποντας σε έργα αγαθά, ώστε να παρουσιασθής με παρρησίαν ενώπιον του Κριτού, και να κληρονομήσεις την Βασιλείαν των Ουρανών, δι’ ου και μεθ’ ου η δόξα τω Θεώ συν αγίω Πνεύματι, εις τους αιώνας των αιώνων.
Αμήν.


(4ος αιών. Από την ιε΄ Κατήχησι Φωτιζομένων. Εκδ. "Ετοιμασία" σελ. 304. Από το βιβλίο "Πατερικόν Κυριακοδρόμιον", σελίς 473 και εξής. Επιμέλεια κειμένου, Δημήτρης Δημουλάς)

Πηγή: www.alopsis.gr







Κοντάκιον
Ἦχος α’.
Ὅταν ἔλθης ὁ Θεός, ἐπὶ γῆς μετὰ δόξης, καὶ τρέμωσι τὰ σύμπαντα· ποταμὸς δὲ τοῦ πυρὸς πρὸ τοῦ Βήματος ἕλκῃ, καὶ βίβλοι ἀνοίγωνται, καὶ τὰ κρυπτὰ δημοσιεύωνται· τότε ῥῦσαί με, ἐκ τοῦ πυρὸς τοῦ ἀσβέστου, καὶ ἀξίωσον, ἐκ δεξιῶν σου με στῆναι, Κριτὰ δικαιότατε.



Δείτε σχετικά:
|