A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2013

ΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ ΑΡΚΕΙΤΑΙ ΣΤΗΝ ΕΠΙΔΕΙΞΗ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΑΣ ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΤΗΝ ΤΙΜΑ ΕΙΝΑΙ ΑΙΡΕΤΙΚΟΣ



Ἂν κάποιος λοιπὸν δὲν ὁμολογεῖ ὅτι ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ἀφοῦ ἔχει ἔλθει μὲ πρόσληψη σαρκός, εἶναι κατὰ τὴν σάρκα περιγραπτός, ἐνῷ κατὰ τὴν θεία φύση μένει ἀπερίγραπτος, αὐτός εἶναι αἱρετικός.

Ἂν κάποιος λογομαχεῖ ὑποστηρίζοντας ὅτι μὲ τὴν περιγραφὴ τοῦ σώματος τοῦ Λόγου περιγράφεται μαζὶ καῖ θεότητα χωρὶς νὰ ἀποδίδῃ καὶ τὰ δύο ὡς φυσικὴν ἰδιότητα στὴν μία ὑπόσταση, ἀφοῦ τὸ ἕνα δὲν ἀναιρεῖ τὸ ἄλλο μέσα στὴν ἀδιάσπαστη ἕνωσή τους, αὐτὸς εἶναι αἱρετικός.


Ἂν κάποιος τὴν περιγραφὴ τῆς σωματικῆς ὄψεως τοῦ Λόγου δὲν ὀνομάζει εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ ἢ Χριστὸν κατὰ τὴν ταυτότητα τοῦ ὀνόματος, ἀλλά τὴν ἀποκαλεῖ εἴδωλο πλάνης, αὐτὸς εἶναι αἱρετικός.

Ἂν κάποιος χαρακτηρίζει μὲ θρασύτητα τὴν προσκύνηση, ποὺ μέσῳ τῆς εἰκόνος ἀποδίδεται στὸν Χριστό, προσκύνηση εἰδώλων καὶ ὄχι τοῦ ἰδίου τοῦ Χριστοῦ, μολονότι σύμφωνα μὲ τὸν Μ. Βασίλειο, δὲν χωρίζεται ἀπὸ τὸ ὁμοίωμα δόξα τοῦ πρωτοτύπου, αὐτὸς εἶναι αἱρετικός.

Ἂν κάποιος λέγει ὅτι ἀρκεῖται μόνον στὴν ἐπίδειξη τῆς εἰκόνας τοῦ Χριστοῦ, χωρίς νὰ τὴν τιμᾷ οὔτε νὰ τὴν καταφρονῇ, ἀρνούμενος ἔτσι τὴν τιμητική της προσκύνηση ποὺ ἀναφέρεται στὸ πρωτότυπο, αὐτός είναι αιρετικός.

Ἂν κάποιος μεταφέρει τὶς ἐναντίον τῶν εἰδώλων ἀπαγορεύσεις τῆς Γραφῆς καὶ τὶς προσάπτει στὴν ἱερὰ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ὥστε ἐξ αὐτοῦ νὰ ὀνομάζῃ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ναόν εἰδώλων, αὐτὸς εἶναι αἱρετικός.

Ἂν κάποιος προσκυνῶντας τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ λέγει ὅτι σ᾽ αὐτὴν προσκυνεῖται κατὰ φύσιν θεότητα καὶ ὄχι τόσο μόνον ὅσο ἀποτελεῖ ( εἰκόνα) σκιὰ τῆς σαρκὸς ποὺ ἑνώθηκε μ᾽ ἐκείνην (τὴν θεότητα), ἀφοῦ μάλιστα καὶ Θεὸς εἶναι πανταχοῦ παρών, αὐτὸς εἶναι αἱρετικός.

Ἂν κάποιος θεωρεῖ ὅτι μέσῳ τῶν ἱερῶν εἰκόνων ἀναγωγὴ στὰ πρωτότυπα ἁρμόζει στοὺς πνευματικὰ κατωτέρους, διότι τάχα αὐτὸς χωρίς αὐτὲς ἀνάγεται διὰ τῆς ἀκροάσεως στὴν θεωρία τῶν ἀρχετύπων, καὶ δὲν ἀναγνωρίζει, ὅπως (ἀναγνωρίζει) Μ. Βασίλειος, ἐξ ἴσου τὴν δυνατότητα ἀναγωγῆς στὴν σιωπηλὴ ζωγραφική, ὅπως στὴν διὰ λόγων ἀφήγηση, αὐτὸς εἶναι αἱρετικός.

Ἂν κάποιος ἀρνεῖται εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ἀκριβῶς τύπος τοῦ σταυροῦ, σὲ κάθε τόπο καὶ νὰ ζωγραφίζεται καὶ νὰ ἐπιδεικνύεται πρὸς σωτηρὶαν στὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ, αὐτὸς εἶναι αἱρετικός.

Ἂν κάποιος δὲν ἀπονέμει στὴν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου καὶ ὅλων τῶν ἀγίων τὴν προσκύνηση ποὺ πρέπει, δηλαδὴ στὴν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου ὡς Θεοτόκου καὶ στῶν ἁγίων ὡς ἁγίων, σύμφωνα μὲ τὴν ἰδιαιτερότητα τῆς προσκυνήσεως μητέρας Θεοῦ καὶ ὁμοδούλων, ἀλλὰ ἰσχυρίζεται ὅτι εἶναι ἐφεύρημα διαβολικὸ  σωτήριος στολισμὸς τῆς Ἐκκλησίας, αὐτὸς εἶναι αἱρετικός.

Ἂν κάποιος δὲν συμπεριλαμβάνει στὶς λοιπὲς αἱρέσεις αὐτὴν ὁποία λυσσαλέα πολέμησε τὶς σεπτὲς εἰκόνες, ἐπειδὴ έξ ἴσου κι αὐτὴ μᾶς χωρίζει ἀπὸ τὸν Θεό, ἀλλὰ λέγει ὅτι εἶναι χωρὶς σημασία ἐπικοινωνία μ᾽ αὐτούς, εἶναι αἱρετικός.

Ἂν κάποιος, ὑπερβολικὰ τιμῶντας τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ λέγει ὅτι δὲν τὴν πλησιάζει, διότι δὲν ὠφελεῖται, ἂν προηγουμένως δὲν καθαρθῇ ἀπὸ κάθε ἁμαρτία, αὐτὸς εἶναι ανόητος.

* Αντιαιρετικοί Λόγοι Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτη κατά των εικονομάχων.


Η ιστορία πίσω από το βίντεο με το μωρό που πεθαίνει στην κολυμβήθρα



Είναι η δεύτερη φορά μέσα σε αυτή τη χρονιά που ένα βίντεο στο οποίο εμφανίζεται η βάπτιση ενός βρέφους το οποίο λίγη ώρα μετά εξέπνευσε, κάνει τον γύρο του ελληνικού διαδικτύου προκαλώντας ανατριχίλα σε όποιον το βλέπει.

Πρόκειται για ένα βίντεο το οποίο γυρίστηκε προ τριετίας σε ένα χωριό της Μολδαβίας. Συγκεκριμένα, τον Ιούλιο του 2010, ο ιερέας Βαλεντίν Ταραλουνγκα τέλεσε τη βάπτιση ενός βρέφους ηλικίας περίπου ενός μηνός.

Μισή ώρα μετά την βάπτιση το μωρό πέθανε.

Ο ιερέας εμφανίστηκε στο δικαστήριο τον Νοέμβριο του 2011 όπου καταδικάστηκε για ανθρωποκτονία από αμέλεια σε φυλάκιση 18 μηνών.

Ωστόσο σίγουρος πως δεν ήταν ο υπαίτιος του θανάτου του βρέφους, ο κληρικός εξακολούθησε να διεκδικεί την αθωότητα του.

Στη δίκη που ακολούθησε, έχοντας ήδη παραμείνει στη φυλακή για τεσσερισήμισι μήνες, ο ιερέας αθωώθηκε.

Μια πιο προσεκτική ανάλυση των ιατροδικαστικών ευρημάτων απέδειξε πως τελικά το μωρό δεν είχε πνιγεί. Έπασχε από μια άγνωστη στην οικογένεια του ασθένεια των πνευμόνων η οποία ήταν και η αφορμή του θανάτου του.

Ο ιερέας, αποφυλακίστηκε στις 6 Απριλίου του προηγούμενου έτους.

* Είναι προφανές πως το Πρακτορείο Εκκλησιαστικών Ειδήσεων δεν θα δημοσίευε ποτέ και σε καμία περίπτωση το βίντεο που δυστυχώς εξακολουθεί να κυκλοφορεί, αφού εκτός από την δημιουργία εντυπώσεων και μάλιστα λανθασμένων, δεν μπορεί να συνεισφέρει το παραμικρό στην ενημέωση την οποία πιστά υπηρετούμε.
ΠΗΓΗ: http://www.dogma.gr/default.php?pname=Article&art_id=4229&catid=7


Επισήμανση: ΠΡΟΣΟΧΗ στο βίντεο διότι σου λένε ''δες το βίντεο'' και μετά να πατήσεις ένα κωδικό και όταν βλέπεις το βίντεο αυτό κοινοποιείται αυτόματα στο τοίχο σου (facebook). 


Ο κωδικός που πατάμε να δούμε το βίντεο βγαίνει σαν δικό μας σχόλιο δημόσια και φαίνεται σαν να κατηγορούμε όλοι τον ιερέα, όπως  ''σκότωσε μωρό'' ή ''άχρηστος'' ή διάφορα άσχημα λόγια.  Ντροπή τους !!! Με κάθε τρόπο προσπαθούν οι αντίχριστοι να συκοφαντήσουν την Ορθοδοξία και τους ιερείς μας.

Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2013

Ο Αόρατος πόλεμος - ΟΣΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ-ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΘ'



Πως πρέπει να πολεµά κανείς κατά
των σαρκικών παθών.

Εναντίον των σαρκικών παθών θα πολεµάς, αδελφέ, µε ξεχωριστό
και διαφορετικό τρόπο από τους άλλους. Και για να γνωρίζης να
πολεµάς µε την τάξι, πρέπει να σκέφτεσαι ότι υπάρχουν τρεις χρόνοι
και τρεις πόλεµοι· πρίν απο τον πειρασµό, στο καιρό του πειρασµού
και αφού περάσει ο πειρασµός.
Π πόλεµος πριν απο τον πειρασµό θα είναι, κατά των αιτιών, που
συνήθως γίνονται αφορµή αυτού του πειρασµού· δηλαδή, πρώτα, εσύ
πρέπει να πολεµάς κατά αυτού του πάθους· οχι αντιστεκόµενος σ’
αυτό, όπως σου είπα να κάνης στα άλλα πάθη, αλλά αποφεύγοντας µε
όλη σου τη δύναµι από κάθε είδους αφορµή και πρόσωπο, το οποίο
σου προξενεί πειρασµό στη σάρκα. Καί, εάν καµιά φορά είναι ανάγκη
να µιλήσης µε κανένα τέτοιον, µίλησε µε συντοµία και µε πρόσωπο
σεµνό και σοβαρό· µάλιστα, τα λόγια σου, ας έχουν κάποια σκληρότητα
περισσότερη, παρά γλυκύτητα.
«Μην έχης εµπιστοσύνη στον εχθρό σου ποτέ», λέγει ο Σειράχ
(12,11). Και συ, µην έχης εµπιστοσύνη ποτέ στον εαυτό σου. Γιατί,
καθώς ο χαλκός γεννάει από µόνος του την σκουριά έτσι και η
διεφθαρµένη φύσις σου γεννά απο µόνη της την κακία· «όπως ο χαλκός
 41
σκουριάζει, έστι και κακία του» (αυτόθι)· µην έχης εµπιστοσύνη, πάλι
σου λέω, στον εαυτό σου, και αν µπορή να ειπωθή έτσι οτι και εσύ δεν
αισθάνεσαι, ούτε ακόµη αισθανθής τόσο καιρό τις αιχµές της σάρκας·
διότι αυτή η κατηραµένη κακία, εκείνο που δεν έκανε σε πολλούς
χρόνους, το κάνει σε µία ώρα και πολλές φορές κάνει τις ετοιµασίες
της κρυφά και όσο περισσότερο κάνει τον φίλο και δίνει λιγωτέρο
υποψία για αυτή, τόσο περισσότερο βλάπτει και αθεράπευτα πληγώνει33.
Γι’ αυτό, πολλές φορές πρέπει να φοβάται κανείς περισσότερο
(καθώς η πείρα το απέδειξε και το αποδεικνύει), από εκείνα τα
πρόσωπα, µε τα οποία νοµίζει εύλογο να συναναστρέφεσαι ή γιατί
είναι συγγενείς του ή γιατί είναι ευλαβή και ενάρετα34 ή γιατί
ευεργετήθηκε από αυτούς και κρίνει σαν υποχρέωσι να τα
συχνοχαιρετά. ∆ιότι µε την απερίσκεπτη αυτή συναναστροφή,
ανακατώνεται η φαρµακερή ευχαρίστησις της αισθήσεως, ώστε
ανεπαίσθητα λίγο λίγο διαπερνά ως και στό νου της ψυχής και
σκοτεινιάζει τόσο τη λογική, µε τρόπο, που αρχίζουν ύστερα να µην
υπολογίζουν καθόλου τα επικίνδυνα αίτια της αµαρτίας· δηλαδή, τα
ερωτικά βλέµµατα, τα γλυκά λόγια του ένα και του άλλου µέρους· τις
άσεµνες κινήσεις και µορφασµούς· τα πιασίµατα των χεριών και έπειτα
καταντούν να πέσουν ή στην ολοκληρωτική αµαρτία ή στα άλλα
διαβολικά πάθη, από τα οποία δύσκολα µπορούν να ελευθερωθούν.
Γι’ αυτό, πρέπει, αδελφέ, να αποφεύγης την φωτιά, γιατί είσαι
πανί και µην ξεθαρρέψης ποτέ ότι είσαι στουπί βρεγµένο καί. καλά
γεµάτο από νερό καλής και δυνατής θελήσεως· όχι· αλλα πως είσαι
στουπί ξερό και αµέσως πλησιάζοντας τη φωτιά, κατακαίγεσαι,
σύµφωνα µε αυτό που έχει γραφεί για τον Σαµψών, οτι «έσπασε τα νεύρα
όπως σπάει η κλωστή του στουπιού, όταν πλησιάση στη φωτιά» (Κριτ.
16,9), ούτε να λογαριάσης ότι έχεις σταθερή απόφασι και προθυµία
καλλίτερα να πεθάνης παρά να λυπήσης τον Θεό µε την αµαρτία. Γιατί,
αν υποθέσουµε ότι είσαι στουπί βρεγµένο, αλλά όµως µε την συχνή
συναναστροφή και το θέαµα, η φωτιά µε την θερµότητα της ξηραίνει
λίγο λίγο το νερό της καλής σου θελήσεως και ανέλπιστα, τόσο θα
προσκολληθής στο διαβολικό έρωτα, ώστε να µην ντραπής τους
ανθρώπους, ούτε να σεβασθής συγγένεια ή φιλία, ούτε να φοβηθής
τον Θεό, ούτε να υπολογίσης την τιµή, ούτε την ζωή, ούτε τις τιµωρίες
όλες της κολάσεως· αλλά να εκτελέσης την άµαρτία. Γι’ αυτό, φεύγε,
φεύγε όσο µπορείς.
Α'. Από τις συναναστροφές των προσώπων που σκανδαλίζουν, αν
αληθινά δεν θέλης να πιασθής από την αµαρτία και να θανατωθής35
Β΄. Απόφευγε την ανεργία και οκνηρία και στάσου άγρυπνος και
νηφάλιος µε τους λογισµούς και µε τα έργα, που ταιριάζουν στη στάσι
σου.
Γ'. Μην παρακούσης ποτέ σου, άλλα υποτάξου εύκολα στους
προεστώτες και Πνευµατικούς σου Πατέρες, κάνοντας µε προθυµία και
γρήγορα εκείνα που σε προστάζουν και µάλιστα, εκείνα που σε
ταπεινώνουν και είναι αντίθετα της θελήσεώς σου και της φυσικής σου
κλίσεως.
∆'. Μη κάνης ποτέ κρίσι αλαζονική για τον πλησίον σου· δηλαδή,
µη τον κατακρίνης και µάλιστα, γι’ αυτήν την ίδια σαρκική αµαρτία,
για την οποία µιλάµε, αν και είναι φανερά πεσµένος σε αυτήν, αλλά
συµπάθησέ τον και µην αγανακτήσης εναντίον του, ούτε να τον
κοροϊδέψης, αλλά από το παράδειγµά του, ταπεινώσου εσύ και γνώρισε
τον εαυτό σου, ότι είσαι ασθενής και σκόνη και στάχτη λέγοντας·
εκείνος έπεσε σήµερα, εγώ θα πέσω αύριο. Γιατί, αν συ εύκολα κρίνεις
τους άλλους και τους καταφρονείς, ο Θεός παραδειγµατικά θα σε
εκπαιδεύση, παραχωρώντας να πέσης κι εσύ στο ίδιο ελάττωµα. «Να
µην κρίνετε, λέγει, και δεν θα µη κριθήτε» (Ματθ.)· για να γνωρίσης µε
το πέσιµό σου την υπερηφάνειά σου και να ταπεινωθής και έτσι να
ζητήσης θεραπεία και για τα δύο· και για την υπερηφάνειά σου και για
την πορνεία σου. Εάν όµως και σε φυλάξη ο Θεός και δεν πέσης, ούτε
αλλάξεις λογισµό, όµως πάλι µη δώσης εµπιστοσύνη στον εαυτό σου,
αλλά πάντα να φοβάσαι και να αµφιβάλης για τη στάσι σου.
Ε'. Πρόσεχε καλά, εάν απόκτησες κανένα χάρισµα θεϊκό ή
βρίσκεσαι σε καλή κατάστασι, να µη βάλης στο λογισµό σου κάποια
περιττή ιδέα και φαντασία, πως είσαι κάποιος και πως οι εχθροί σου δεν
θα σε πολεµήσουν πιά, µε το να φαίνεσαι ότι προς το παρόν τους µισείς
και τους αποστρέφεσαι. Γιατί, αν σε αυτό είσαι απροφύλακτος, εύκολα
θα πέσης.
Αυτά, λοιπόν, είναι εκείνα, που πρέπει να φυλάξης πριν απο τον
πειρασµό του σαρκικού πάθους,
Στον καιρό όµως του πειρασµού, πρέπει να σκεφθής από που
προέρχεται αυτός ο πόλεµος· από εσωτερική αιτία, ή από εξωτερική.
Εξωτερική αιτία είναι η περιέργεια των οφθαλµών, τα γλυκά στην
ακοή λόγια και τραγούδια· η απαλότητα και ο στολισµός των
φορεµάτων, τα ευωδιαστά µυριστικά της οσφρήσεως· οι συνοµιλίες και
οι κινήσεις και τα πιασίµατα, που παρακινούν στην αµαρτία αυτή· η
θεραπεία σε αυτά τα απαντήµατα είναι· η σεµνότητα και η ταπεινότητα
των φορεµάτων, το να µη θέλης ούτε να δης, ούτε να ακούσης, ούτε
να µυρίσης, ούτε να µιλήσης ή να πιάσης όλα εκείνα, που παρακινούν
σε αυτή την κακία και προ πάντων η αποφυγή της συναναστροφής,
όπως είπαµε παραπάνω. Η εσωτερική αιτία προέρχεται ή από την
καλοζωία του σώµατος ή από τους λογισµούς του νου που µας έρχονται
από τις κακές µας συνήθειες και τα πάθη ή από την παρακίνησι του
διαβόλου.
Καί η µεν καλοζωία του σώµατος, πρέπει να σκληραγωγήται µε
νηστείες, αγρυπνίες, χαµαικοιτίες και µάλιστα γονυκλισίες και άλλες
παρόµοιες ταλαιπωρίες· καθώς εξηγεί η διάκρισις και η διδασκαλία
των θείων Πατέρων· των δε λογισµών, από όπου κι αν προέρχωνται, οι
θεραπείες είναι αυτές· το να ασχολήσαι µε διάφορα γυµνάσµατα,
αρµόδια για την κατάστασί σου, τα οποία είναι η ανάγνωσις των ιερών
βιβλίων, και µάλιστα, του αγίου Εφραίµ, της Κλίµακας, του
Ευεργετινού, της Φιλοκαλίας και άλλων παρόµοιων, η µελέτη και η
προσευχή· η οποία ας γίνεται έτσι. Όταν αρχίσουν αυτοί οι λογισµοί της
πορνείας να σε ενοχλούν, αµέσως θυµίσου µε τον νου σου τον
εσταυρωµένο και εκ βάθους ψυχής λέγε· «Ιησού µου, Ιησού µου
γλυκύτατε, βοήθησέ µε γρήγορα, για να µην αιχµαλωτισθώ από αυτόν
τον εχθρό». Και κάποιες φορές αγκαλιάζοντας (νοερά, ή αισθητά, αν
είναι παρών), τον σταυρό στον οποίο κρέµεται ο Κύριός σου, ασπάσου
πολλές φορές τις πληγές του, λέγοντας µε αγάπη· «ωραιότατες πληγές,
πληγές αγιώτατες πληγές άγνότατες, πληγώσατε αυτή την αθλία και
ακάθαρτη καρδιά µου και εµποδίστε µε από το να σας βλάψω».
Η δε θεραπεία σου κατά την χρονική περίοδο που πληθαίνουν οι
λογισµοί των σαρκικών ηδονών, ας µη γίνεται κατ' ευθείαν εναντίον
αυτών, πράγµα το οποίο και µερικά βιβλία γράφουν έτσι (όπως είναι
το να σκεφθής την βρώµα και την αηδία της σαρκικής ηδονής· τον
έλεγχο της συνειδήσεως που θα σου προξενήση, τις πίκρες που
ακολουθούν, τους κινδύνους, την φθορά της περιουσίας και της
παρθενίας σου, την κατηγορία της τιµής και άλλα παρόµοια)· η
µελέτη σου λέω, ας µην γίνεται σε αυτά, γιατί αυτή η φροντίδα
δεν είναι πάντα µέσο ασφαλές, για να νικήσης τον πειρασµό της
σάρκας· µάλιστα µπορεί να προξενήση βλάβη. Γιατί αν και ο νους
αποβάλη τους λογισµούς προσωρινά µε την παρόµοια µελέτη, όµως µε
το να είναι ασθενής και εµπαθής, οταν τα µελετά αυτά, αποτυπώνει
καλύτερα την ευχαρίστησι και ευχαριστιέται και συγκατατίθεται σε
αυτή. Οπότε η αληθινή θεραπεία των σαρκικών ηδονών είναι, το να
αποφεύγουµε πάντα, όχι µόνο από αυτές, αλλά και από κάθε τι άλλο
(ακόµη και αν είναι εναντίον τους), που µας τις υπενθυµίζει. Γι’ αυτό,
η µελέτη σου ας είναι σε άλλα· δηλαδή, στη ζωή και το πάθος του
εσταυρωµένου µας Ιησού, στη φοβερή ώρα του θανάτου σου, στην
τροµερή ηµέρα της Κρίσεως και στα διάφορα είδη της κολάσεως.
Εάν όµως και οι σαρκικοί αυτοί λογισµοί σε πολεµούνε περισσότερο
από το συνηθισµένο (όπως αυτό συµβαίνει), µη δειλιάσης γι’ αυτό, ούτε
να αφήσης την µελέτη των παραπάνω, για να στραφής σ’ αυτούς, για να
τους αντισταθής, όχι, αλλά ακολούθησε όσο περισσότερο συνοπτικά
µπορείς, την µελέτη σου αυτή, µη φροντίζοντας εντελώς για τους
λογισµούς αυτούς, σάν να µην ήταν δικοί σου. Γιατί, δεν υπάρχει
καλύτερος τρόπος για να αντισταθής σ’ αυτούς, αν και συνεχώς σε πο-
λεµούν, από το να τους καταφρονής και να µη θέλης καθόλου να τους
θυµηθής· µετά απο αυτά, θα τελειώσης την ενασχόλησί σου, µε αυτήν
(ή παρόµοια δέησι).
«Ελευθέρωσέ µε, πλάστη µου και λυτρωτά µου απο τους εχθρούς
µου, στην τιµή του πάθους σου και της ανείπωτής σου αγαθότητας».
Και µη στρέψης το νου σου στη σαρκική αυτή κακία. Γιατί και µοναχή
της η ενθύµησί της, δεν είναι χωρίς κίνδυνο. Αλλά, ούτε να στέκεσαι
να συνοµιλής µε αυτόν τον πειρασµό και να ερευνάς τον εαυτό σου αν
συγκατατέθηκες σ’αυτές ή όχι. Γιατί, αυτή η έρευνα, αν και φαίνεται
ότι είναι καλή, οµως στ’ αλήθεια είναι µία πλάνη του διαβόλου ή για
να σε ενοχλή και να σε κάνη να απελπίζεσαι και να µικροψυχήσης ή για
να σε κρατάη πάντα µπλεγµένο σ’ αυτούς τους λογισµούς και απο
αυτούς να σε κάνει να πέσης και σε αυτή ή άλλη αµαρτία.
Γι’ αυτό, σε αυτό τον πειρασµό (οταν η συγκατάθεσις δεν είναι
φανερή) είναι αρκετό το να το οµολογήσης αυτό µε συντοµία στον
πνευµατικό σου, έχοντας αναπαύσει την γνώµη σου, χωρίς να σκέφτεσαι
πλέον τίποτα. Και φανέρωσέ του αληθινά κάθε σου λογισµό σχετικά µε
αυτό, χωρίς να σε κρατάη ποτέ καµµία συστολή ή ντροπή. Γιατί, αν µε
όλους µας τους εχθρούς χρειαζώµαστε την δύναµι της ταπεινώσεως για
να τους νικήσουµε, πόσο µάλλον την χρειαζόµαστε στο σαρκικό αυτό
πόλεµο, περισσότερο παρά σε κάτι άλλο. Επειδή και αυτή η κακία
είναι σχεδόν πάντα ποινή και επακόλουθο και βλάστηµα της
υπερηφάνειας36. Έπειτα, αφού περάσει ο πειρασµός, εκείνο που έχεις να
κάνης είναι αυτό· όσο και αν σου φαίνεται ότι είσαι ελευθερωµένος
από τον πόλεµο της σάρκας και για όλα βέβαιος, πρέπει όµως να
στέκεσαι µε το νου µακρυά από εκείνες τις υποθέσεις και τα πρόσωπα,
που έγιναν αιτία του πειρασµού· και µη σκεφθής ότι πρέπει να τα
συναναστρέφεσαι, γιατί είναι συγγενή ή ενάρετα η και ευεργέτες σου·
γιατί και αυτή είναι µία πλάνη της κακής φύσεωςς και παγίδα του
πανούργου µας εχθρού διαβόλου, που µεταµορφώνεται σε άγγελο
φωτός, για να µας βάλει στο σκοτάδι όπως είπε ο Παύλος (Β΄ Κορινθ.
11,14).

-----------------------------------------------

32 Και ο αγαπηµένος Ιωάννης λέγει· «Όποιος µισεί τον αδελφό του είναι ανθρωποκτόνος» (α'.
3,15)· και πάλιν «Όποιος δεν αγαπά τον αδελφό του, παραµένει στον θάνατο» (αυτόθ. 14).
33 Οταν ο µέγας εκείνος Νείλος είπε «Καί αν νοµίζης ότι είσαι µε τον Θεό, να φυλάγεσαι από τον
δαίµονα της πορνείας, γιατί είναι πολύ απατεώνας και φθονερός και θέλει να είναι πιο γρήγορος
από την κίνησι και την προσοχή τουνου σου» (Κεφ.γ’ σελ. 61, Φιλοκαλ.). Η αιτία για την οποία
η σαρκική επιθυµία πάντοτε µας πειράζει, είναι, γιατί καθώς ένας φυσικά αγαπά τον εαυτό του,
έτσι φυσικά αγαπά να πολλαπλασιάση µέσα απο αυτή την κακία τον ίδιο του τον εαυτό και να
κάνη όµοιον µε αυτόν· έτσι όπως η κενοδοξία πάντα µας εξαπατά έτσι και η σαρκική επιθυµία
και δύσκολα απο αυτή φυλασόµαστε. 34 Πολλοί πολλές φορές πλανήθηκαν από τα παρόµοια ενάρετα και ευλαβή πρόσωπα, είτε
γυναικών, είτε ανδρών χωρίς γένεια και συγκατοίκησαν µε αυτά, ή και απρόσεκτα
συναναστράφηκαν, έπεσαν σε πάθη ντροπής, πλανηθέντες από τα δεξιά, δηλαδή, από την αρετή
και την ευλάβεια και την σεµνότητά τους· εµείς όµως προσθέτουµε εδώ, οτι, όχι µόνο από αυτά
καταπιάνεται κάποιος σε σφοδρή επιθυµία και σαρκικό έρωτα µε αυτά τά πρόσωπα, άλλα και αν
αυτά, µπορεί να υποτεθή, είναι παιδιά πλουσίων γονέων, ευγενή ή µε καλή οµιλία στη γλώσσα ή
καλόφωνα στα µουσικά ή ωραία στην όψι ή επιδέξια στο µυαλό, ή επιδέξια στα
χειρωνακτικά και στις τέχνες ή έχουν αλλά τέτοια φυσικά και επίκτητα χαρίσµατα· γιατί όλα αυτά
αυξάνουν τη σφοδρή επιθυµία και την αγάπη, για αυτό πρέπει να προσέχουµε και να
προφυλασσώµαστε από τα παρόµοια.
35 Γι’ αυτό και ο Σολοµώντας, σοφό µεν ονοµάζει εκείνον που φοβάται και αποφεύγει τις αιτίες των
κακών, και σώφρονα εκείνον, που εµπιστεύεται τον εαυτό του και δεν τις αποφεύγει· «σοφός φο-
βηθείς, εξέκλινεν από κακού, ο δε άφρων, εαυτώ πεποιθώς, µίγνυται ανόµω» (Παρ. ι8' 16).
Σοφός ήταν ο πάγκαλος Ιωσήφ και γι’ αυτό αφού άφησε το ιµάτιό του και αποφευγε την αιτία
της αµαρτίας, απέφυγε και την αµαρτία· γιατί αν δεν απέφευγε, σίγουρα θα αµάρτανε µε την
κυρία του, όπως είναι η άποψις πολλών διδασκάλων. Ασύνετος βρέθηκε ο µάρτυρας εκείνος του
Χριστού, ο οποίος ύστερα από πολλά βασανιστήρια που έπαθε για τον Χριστό, ευρισκόµενος
στη φυλακή και υπηρετούµενος από µία µοναχή, επειδή πίστεψε στον εαυτό του και δεν
απέφευγε το πρόσωπο που τον σκανδάλιζε, κύλησε µε αυτό στην πορνεία, όπως γράφει ο Αββάς
Μακάριος. Γι’ αυτό και ο Απόστολος την αποφυγή αυτή υπονοούσε όταν έλεγε «να αποφεύγετε
την πορνεία» (Α' Κορινθ. 6,18).
36 Γι’ αυτό και ο Ιωάννης της Κλίµακος λέγει, ότι, όποιος έπεσε στη πορνεία ή άλλη σαρκική
αµαρτία, εκείνος απο πρίν είχε την υπερηφάνεια και γι’ αυτό επέτρεψε ο Θεός να πέση για να
ταπεινωθή· «όπου πτώµα κατέλαβεν, εκεί υπερηφάνεια προεσκήνωσεν». Και πάλι, «παίδευσις υπερηφάνω, πτώµα» (Λόγος, κβ΄). 

Προσευχή ἀληθινή (Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου)



Κ ύριε,   εἶπαν   οἱ   μαθητές   Του,   μάθε   μας   νά
προσευχόμαστε  σωστά·  ἔχουμε  ἀνάγκη  ἀπό  ἀληθινή
προσευχή.  Θέλουμε νά μᾶς φέρνει σ’  ἐπικοινωνία μέ
τό Θεό· νά ζητοῦμε αὐτά πού ὠφελοῦν τήν ψυχή μας,
ἐκεῖνα πού μᾶς χαρίζουν τήν οὐράνια Βασιλεία σου.

Ἡ προσευχή   δέν   εἶναι   τά   πολλά   λόγια·   δέν
ἐκφράζεται μέ τά ὑψωμένα χέρια· δέν γίνεται φανερή
ἀπ’  τό  λυγισμένα  γόνατα·  δέν  τήν  παίρνουν  εἴδηση
ἀνθρώπινα μάτια, τήν ἀντιλαμβάνεται ὅμως ὁ Θεός.

Ἡ προσευχή ζυγίζεται ἀπ’  τόν βαθμό τῆς ἀγάπης
κάθε ψυχῆς στό Θεό. Ἡ ἀθόρυβη, σιωπηλή καί κρυφή
προσευχή,   ἀναγκάζει   πολλές   φορές   τό   Θεό   νά
ὑποχωρήσει στίς παρακλήσεις μας.

Ἡ προσευχή δέν εἶναι μιά ἐμπορική συναλλαγή. ∆έν
γίνεται  γιά  νά  μᾶς  δώσει  αὐτό,  πού  σήμερα  ἔχουμε
ἀνάγκη·  γίνεται  γιά  νά  δείξουμε  ὅτι  ἐμεῖς  πάντοτε
ἀγαποῦμε τό Θεό. ∆έν ζητοῦμε νά λυθεῖ τό πρόβλημά
μας· ἐπιζητοῦμε τήν μόνιμη καί παντοτινή ἕνωση καί
κοινωνία μας μέ τό Θεό Πατέρα.

Περί Προσευχῆς

Ἡ προσευχή σέ ξεχωρίζει ἀπό τά ἄλογα ζῶα καί σέ
συνδέει μέ τούς ἀγγέλους. Ἐκεῖνος πού σ’ ὅλη του τή
ζωή  ἀφιερώνεται  μέ  θέρμη  στή  λατρεία  τοῦ  Θεοῦ,
γρήγορα  θά  ὁδηγηθεῖ  στήν  πολιτεία  τῶν  ἀγγέλων,
στή ζωή καί τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ζοῦν ἐκεῖνοι, στήν
τιμή, στήν εὐγένεια καί τή σοφία τους. 

Ἡ  προσευχή  εἶναι  φωτισμός  τῆς  ψυχῆς,  ἀληθινή
ἐπίγνωση τοῦ Θεοῦ,  μεσίτης μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπου,
ἰατρός τῶν παθῶν, ἀντίδοτο κατά τῆς ἀρρώστειας, γαλήνη
τῆς ψυχῆς.

Ἡ προσευχή εἶναι ὁδηγός
πού μᾶς φέρνει στόν οὐρανό.
 
Περνά μέσα ἀπ’  τά κτίσματα,  διασχίζει νοερά τόν
ἀέρα,  ἀνοίγει  τίς  πύλες  τῶν  οὐρανῶν·  ξεπερνᾶ  τούς
ἀγγέλους, ὑπερβαίνει τούς Θρόνους καί τίς Κυριότητες,
διαβαίνει   τά   Χερουβείμ   κι   ἔρχεται   κοντά   στήν
ἀπρόσιτη Τριάδα.

Ἐκεῖ  προσκυνάει  τή  θεότητα,  ἐκεῖ  ἀξιώνεται  νά
γίνει συνομιλητής μέ τόν οὐράνιο Βασιλιά.

Μέ τήν προσευχή,  ἡ ψυχή πού ὑψώθηκε ψηλά στόν
οὐρανό  ἀγκαλιάζει  μέ  τρόπο  ἀνέκφραστο  τόν  Κύριο,
ὅπως ἀκριβῶς τό μικρό παιδί ἀγκαλιάζει τή μητέρα
του καί μέ δάκρυα φωνάζει δυνατά,  ἐπιθυμώντας νά
ἀπολαύσει θεϊκό γάλα.
Ζητᾶ αὐτό πού πρέπει καί δέχεται δωρεές ἀνώτερες
ἀπό ὅλη τήν ὁρατή φύση.

Ἡ προσευχή εἶναι
ἡ ἀφετηρία κάθε ἀρετῆς καί δικαιοσύνης.

Καμμιά ἀρετή δέν μπορεῖ νά εἰσέλθει στήν ψυχή,
πού εἶναι ἔρημη ἀπό τήν προσευχή. 
Ὅπως  μιά  ἀνοχύρωτη  πόλη  εὔκολα  ὑποτάσσεται
στούς ἐχθρούς,  τό ἴδιο συμβαίνει καί στήν ψυχή,  πού
δέν  εἶναι  ὀχυρωμένη  μέ  τίς  προσευχές·  εὔκολα  τήν
καταβάλλει ὁ διάβολος καί πολύ γρήγορα τήν γεμίζει
μέ κάθε ἁμαρτία.

Ἡ προσευχή εἶναι τά νεῦρα τῆς ψυχῆς. Ὅπως τό σῶμα
συγκρατεῖται μέ τά νεῦρα καί στέκεται ὄρθιο, κινεῖται,
τρέχει, ἔτσι καί οἱ ψυχές ἀποκτοῦν ἀρμονική σύσταση
μέ  τίς  ἅγιες  προσευχές  καί  τρέχουν  μέ  εὐκολία  τό
δρόμο τῶν ἀρετῶν.

Ἄν   ὅμως   στερήσεις   ἀπό   τόν   ἑαυτό   σου   τήν
προσευχή, θά κάνεις τό ἴδιο, πού θά ἔκανες ἄν ἔβγαζες
τό ψάρι ἀπό τό νερό. Ὅπως γιά ἐκεῖνο τό νερό εἶναι ἡ
ζωή, ἔτσι καί γιά σένα ἡ προσευχή. Μέ αὐτήν μπορεῖς
νά  πετάξεις  καί  νά  ξεπεράσεις  τούς  οὐρανούς  καί  νά
ἔρθεις κοντά στό Θεό.

Ἡ  προσευχή  εἶναι  σεβαστός  ἀντιπρόσωπός  μας. ∆ίνει
χαρά  στήν  καρδιά,  ἀναπαύει  τήν  ψυχή,  δημιουργεῖ
μέσα  μας  τό  φόβο  τῆς  τιμωρίας,  τήν  ἐπιθυμία  τῆς
Βασιλείας  τῶν  Οὐρανῶν·  διδάσκει  τήν  ταπείνωση,
χαρίζει  τήν  ἐπίγνωση  τῆς  ἁμαρτίας·  στολίζει  τόν
ἄνθρωπο μ’ ὅλα τά ἀγαθά καί σκεπάζει τήν ψυχήμ σάν
νά εἶναι ἕνα στολισμένο πέπλο μ’ ὅλες τίς ἀρετές. 

Τό κοινό ἔργο ἀγγέλων καί ἀνθρώπων

Κάθε ἄνθρωπος, πού προσεύχεται, συνομιλεῖ μέ τόν
ἴδιο τό Θεό.  Πόσο μεγάλο πράγμα εἶναι,  ἄν καί εἶσαι
ἄνθρωπος  νά  συνομιλεῖς  μέ  τό  Θεό!  Κανένας  δέν  τό
ἀγνοεῖ· κανένας δέν μπορεῖ μέ λόγια νά ἐκφράσει αὐτή
τήν τιμή.
Ἡ  τιμή  αὐτή  ξεπερνάει  τή  μεγαλοπρέπεια  τῶν
ἀγγέλων· ἐκεῖνοι τό γνωρίζουν πολύ καλά· γι’ αὐτό καί
παρουσιάζονται  ἀπό  τούς  προφῆτες,  νά  ἀναπέμπουν
τούς  ὕμνους  στό  Θεό,  μέ  πολύ  φόβο  καί  μεγάλη
εὐλάβεια. ∆είχνουν τό φόβο, σκεπάζοντας μέ τά φτερά
τους τά πρόσωπα καί τά πόδια τους· φανερώνουν τήν
εὐλάβεια, καθώς πετοῦν καί κινοῦνται  συνέχεια γύρω
ἀπ’ τό θρόνο τοῦ Θεοῦ.
Συγχρόνως νομίζω, ὅτι παρακινοῦν κι ἐμᾶς τήν ὥρα
τῆς προσευχῆς,  νά ξεχνᾶμε τήν ἀνθρώπινη φύση μας·
τότε  ἐμεῖς  συγκρατημένοι  ἀπό  ἱερό  φόβο,  νά  μήν
βλέπουμε  τίποτε  ἀπό  τά  παρόντα·  νά  νομίζουμε,  ὅτι
βρισκόμαστε  ἀνάμεσα  σέ  ἀγγέλους  κι  ὅτι  ἐκτελοῦμε
τήν ἴδια λατρεία μέ ἐκείνους.
Βέβαια  ὑπάρχει  μεγάλη  ἀπόσταση  σέ  μᾶς  καί  σέ
ἐκείνους, στή φύση καί στόν τρόπο ζωῆς.
Ἡ    ἀδιάλειπτη  ὅμως  καί  καθημερινή  προσευχή,
εἶναι κοινό ἔργο ἀγγέλων καί ἀνθρώπων.
Στήν προσευχή, δέν ὑπάρχει κάτι, πού νά ξεχωρίζει
ἀγγέλους καί ἀνθρώπους.

Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου

Περί Ταπείνωσης καί Ὑπερηφανείας: (Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Χρυσοστόμου)



Ταπείνωση δέν εἶναι, νά νομίζει ὁ ἁμαρτωλός, πώς
εἶναι γεμάτος ἁμαρτίες.


Ταπείνωση εἶναι,
ὅταν κάποιος, ἐνῶ ἔχει πετύχει
πολλά καί μεγάλα κατορθώματα,
δέν ἔχει μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό του. 
Ὅταν ἐνῶ ξεχωρίζει γιά τήν ἐνάρετη ζωή του, 
ταπεινώνει συνέχεια τόν ἑαυτό του.
Ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι ἡ πηγή ὅλων τῶν ἁμαρτιῶν.  
Ὅλες οἱ ἄλλες ἁμαρτίες ἔχουν σχέση
μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση μας.
Ἡ ὑπερηφάνεια ὅμως κατέστρεψε
καί νίκησε ἀπό πολύ παλιά
οὐράνια ἀσώματη δύναμη.
Αὐτή καθήρεσε τό σατανά,
ἀπό τήν  ἀρχηγία τῶν ἀγγέλων.
Ἀπό ἄγγελο φωτός,
τόν ἔκανε  κατασκότεινο  διάβολο.

Τελώνης-Φαρισαῖος

Γιά νά μάθεις,  πόσο σωτήριο εἶναι,  νά μήν ἔχεις
μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό σου,  φτιάξε μέ τή σκέψη
σου δύο ἅμαξες.
Ζέψε στή μία τή δικαιοσύνη μέ τήν ὑπερηφάνεια·
στήν ἄλλη, τήν ἁμαρτία μέ τήν ταπείνωση. Νά εἶσαι
βέβαιος,  πώς ἡ ἁμαρτία θά ξεπεράσει τή δικαιοσύνη,
ὄχι μέ τή δική της δύναμη,  ἀλλά μέ τή δύναμη τῆς
ταπείνωσης. 
Ἡ   ταπείνωση,   ὁδηγεῖ   τήν   ψυχή   σέ   μεγάλο
πνευματικό  ὕψος·  νικᾶ  τή  βαρύτητα  τῆς  ἁμαρτίας·
κατορθώνει νά ἀνεβάσει τόν ἄνθρωπο στόν οὐρανό.
Ἀντίθετα ἡ ὑπερηφάνεια, φουσκώνει μέ κούφιο ἀέρα
τήν ψυχή καί τή βαραίνει· ἔτσι νικᾶ τή δικαιοσύνη·
σέρνει τόν ἄνθρωπο εὔκολα κάτω στή γῆ.
Θυμήσου τό Φαρισαῖο καί τόν τελώνη.  Ὁ πρῶτος,
φορτωμένος     μέ     δικαιοσύνη     καί     ὑπερηφάνεια,
προσευχόταν μέ τά ἑξῆς λόγια:  «Θεέ μου σ’  εὐχαριστῶ,
γιατί  δέν  εἶμαι  ὅπως  οἱ  ἄλλοι  ἄνθρωποι,  πού  εἶναι
ἄρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἤ καί ὅπως αὐτός ὁ τελώνης. Ἐγώ
νηστεύω  δυό  φορές  τήν  ἑβδομάδα  καί  δίνω  τό  δέκα  τοῖς
ἑκατό ἀπ’ ὅσα ἀποκτῶ».
Πώ,  πώ μέγεθος μανίας!    ∆έν τοῦ ἔφτασαν ὅλοι οἱ
ἄνθρωποι,  γιά  νά  χορτάσει  τήν  ὑπερηφάνεια  του·
ὅρμησε   μέ   μεγάλη  παραφροσύνη  κι   ἐναντίον  τοῦ
τελώνη, πού στεκόταν δίπλα του.
Πῶς ἀντέδρασε ὅμως ὁ τελώνης; ∆έν ἀπόκρουσε τά
κακόλογα· δέν ὀργίστηκε μέ τήν κατηγορία· δέχτηκε
τά ὑπερήφανα λόγια μέ ταπείνωση. Γι’  αὐτό τό βέλος
τοῦ ἐχθροῦ, ἔγινε  φάρμακο καί θεραπεία· ὁ ὀνειδισμός,
ἔπαινος· ἡ κατηγορία, στεφάνι.
Ἡ ταπεινή  ψυχή  δέν  πληγώνεται  ἀπ’  τίς  κατη-
γορίες τῶν ἄλλων· δέν μεταβάλλεται σέ θηρίο, ἀπ’ τίς
συκοφαντίες τῶν συνανθρώπων. 
Ὁ τελώνης δέχτηκε τίς προσβολές καί προσευχή-
θηκε: «Συγχώρεσέ με Θεέ μου· ἐγώ εἶμαι, ἕνας ἄνθρω-
πος ἁμαρτωλός».  Τά λόγια του ξεπέρασαν τά ἔργα· οἱ
λέξεις, κατανίκησαν τίς πράξεις.
Ὁ  Φαρισαῖος  πρόβαλε  τή  δικαιοσύνη,  τή  νηστεία
καί τίς πλούσιες δωρεές του, χωρίς νά δικαιωθεῖ ἀπ’ τό
Θεό.  Ὁ  τελώνης  προσευχήθηκε  μέ  ἁπλά  λόγια  κι
ἀπαλλάχτηκε ἀπ’ ὅλα τά ἁμαρτήματά του.
Βέβαια  ὁ  Θεός  δέν  ἄκουσε  μόνο  τά  λόγια,  ἀλλά
πρόσεξε  καί  τή  διάθεση  τῆς  καρδιᾶς·  βρῆκε  καρδιά
ταπεινή καί συντετριμμένη.  Γι’  αὐτό ἔδειξε ὅλη τήν
ἀγάπη Του καί τήν  εὐσπλαχνία Του.
Ὅλα  αὐτά  σᾶς  τά  λέω,  ὄχι  γιά  νά  ἁμαρτάνουμε,
ἀλλά γιά νά εἴμαστε ταπεινοί.  Ὁ τελώνης ἀπόλαυσε
τόσο  μεγάλη  χάρη  ἀπ’  τό  Θεό,  γιατί  ὁμολόγησε  μέ
συντριβή τίς ἁμαρτίες του.
Ἀλήθεια,   πόσο   θά   ὠφεληθοῦν   ὅσοι   διέπραξαν
μεγάλα   ἀγαθά,   ἀλλά   δέ   φούσκωσαν   ἀπό   κούφια
ὑπερηφάνεια γιά τόν ἑαυτό τους!!!

Συνέπειες ὑπερηφάνειας

Ἡ ὑπερηφάνεια,  σπάει  τό  δεσμό  τῆς  ἀγάπης·
μειώνει τόν συνάνθρωπο· ὁδηγεῖ τόν ὑπερήφανο στήν
ἀπομόνωση.     Ἡ    ψυχή,     ὅταν    φουσκώσει    ἀπό
ὑπερηφάνεια, δέν καταδέχεται νά συναναστρέφεται  μέ
ἄλλους. 
Κομματιάζει  τήν  Ἐκκλησία,  ἀφοῦ  τό  κύρος  τῆς
Ἐκκλησίας,   τό   διατηροῦν   οἱ   πιστοί,   ὅταν   εἶναι
ἑνωμένοι μεταξύ τους, σάν ἕνα σῶμα.

Συμβουλές τοῦ Χρυσοστόμου

Σᾶς     παρακαλῶ,     ἀφοῦ     σκεφτεῖτε     ὅλα     τά
προηγούμενα,  νά ἀποφεύγετε τήν ὑπερηφάνεια καί νά
ζεῖτε μέ ταπείνωση. Πῶς ὅμως θά γίνει  αὐτό;
Ἄν  πηγαίνουμε  στήν  Ἐκκλησία·  ἄν  ὁμολογοῦμε
καί   χύνουμε   δάκρυα   γιά   τίς   ἁμαρτίες   μας·   ἄν
ταλανίζουμε  τόν  ἑαυτό  μας,  λέγοντας  πώς  εἴμαστε
ἄχρηστοι δοῦλοι.
Μόνο  τότε  λιγοστεύουν  οἱ  ἁμαρτίες  μας·  ὅταν  δέν
ἔχουμε μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό μας κι ἄν ἀκόμη
ἐπιτελοῦμε θεάρεστα ἔργα· τότε δέν θά πάθουμε, αὐτό
πού ἔπαθε ὁ Φαρισαῖος.
Ἄν ἔτσι ρυθμίζουμε τή ζωή μας, θά μπορέσουμε νά
πετύχουμε  τή  φιλανθρωπία  καί  τή  συγγνώμη  τοῦ
Θεοῦ,  τή φοβερή ἡμέρα τῆς κρίσεως· θ’  ἀξιωθοῦμε νά

Πώς μπορείς να ξέρεις αν ζεις σύμφωνα με το θέλημα του Θεού;

Φωτογραφία: Πώς μπορείς να ξέρεις αν ζεις σύμφωνα με το θέλημα του Θεού; Να η ένδειξη: Αν στεναχωριέσαι για κάτι, αυτό σημαίνει πως δεν παραδόθηκες τελείως στο θέλημα του Θεού, έστω κι αν σου φαίνεται πως ζεις σύμφωνα με το θέλημα του Θεού.
Όποιος ζει κατά το θέλημα του Θεού, αυτός δεν μεριμνά για τίποτα. Κι αν κάτι του χρειάζεται, παραδίνει τον εαυτό του και την ανάγκη του στον Θεό. Κι αν πάρει ό,τι θέλει, μένει ήρεμος σαν να το είχε. Ψυχή που παραδόθηκε στο θέλημα του Θεού δεν φοβάται τίποτα: ούτε θύελλες, ούτε ληστές, ούτε τίποτα άλλο. Ό,τι κι αν έλθει λέει: «Έτσι ευδοκεί ο Θεός», και έτσι διατηρείται η ειρήνη στην ψυχή και στο σώμα.
Το καλύτερο έργο είναι να παραδοθούμε στο θέλημα του Θεού και να βαστάζουμε τις θλίψεις με ελπίδα. O Κύριος βλέποντας τις θλίψεις μας δεν θα επιτρέψει ποτέ κάτι που να ξεπερνά τις δυνάμεις μας. Αν οι θλίψεις μας φαίνονται υπερβολικές, αυτό σημαίνει πως δεν έχουμε παραδοθεί στο θέλημα του Θεού

Πώς μπορείς να ξέρεις αν ζεις σύμφωνα με το θέλημα του Θεού;

 Να η ένδειξη: Αν στεναχωριέσαι για κάτι, αυτό σημαίνει πως δεν
παραδόθηκες τελείως στο θέλημα του Θεού, έστω κι αν σου φαίνεται πως ζεις σύμφωνα με το θέλημα του Θεού.

Όποιος ζει κατά το θέλημα του Θεού, αυτός δεν μεριμνά για τίποτα. Κι αν κάτι του χρειάζεται, παραδίνει τον εαυτό του και την ανάγκη του στον Θεό. Κι αν πάρει ό,τι θέλει, μένει ήρεμος σαν να το είχε. Ψυχή που παραδόθηκε στο θέλημα του Θεού δεν φοβάται τίποτα: ούτε θύελλες, ούτε ληστές, ούτε τίποτα άλλο. Ό,τι κι αν έλθει λέει: «Έτσι ευδοκεί ο Θεός», και έτσι διατηρείται η ειρήνη στην ψυχή και στο σώμα.

Το καλύτερο έργο είναι να παραδοθούμε στο θέλημα του Θεού και να βαστάζουμε τις θλίψεις με ελπίδα. O Κύριος βλέποντας τις θλίψεις μας δεν θα επιτρέψει ποτέ κάτι που να ξεπερνά τις δυνάμεις μας. Αν οι θλίψεις μας φαίνονται υπερβολικές, αυτό σημαίνει πως δεν έχουμε παραδοθεί στο θέλημα του Θεού.

ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ

Παρασκευή 1 Νοεμβρίου 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ' ΛΟΥΚΑ: Εὐαγγέλιον - Ὁμιλία περί τῆς θεραπείας τοῦ δαιμονιζομένου τῶν Γαδαρινῶν (Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ)

Σχετική εικόνα




«Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐλθόντι τῷ Ἰησοῦ  εἰς τὴν χώραν τῶν Γαδαρηνῶν, ὑπήντησεν αὐτῷ ἀνήρ τις ἐκ τῆς πόλεως, ὃς εἶχε δαιμόνια ἐκ χρόνων ἱκανῶν, καὶ ἱμάτιον οὐκ ἐνεδιδύσκετο καὶ ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ᾿ ἐν τοῖς μνήμασιν. 28 ἰδὼν δὲ τὸν  Ἰησοῦν καὶ ἀνακράξας προσέπεσεν αὐτῷ καὶ φωνῇ μεγάλῃ εἶπε· τί ἐμοὶ καὶ σοί,  Ἰησοῦ, υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου; δέομαί σου, μή με βασανίσῃς. 29 παρήγγειλε γὰρ τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ ἐξελθεῖν ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου. πολλοῖς γὰρ χρόνοις συνηρπάκει αὐτόν, καὶ ἐδεσμεῖτο ἁλύσεσι καὶ πέδαις φυλασσόμενος, καὶ διαρρήσσων τὰ δεσμὰ ἠλαύνετο ὑπὸ τοῦ δαίμονος εἰς τὰς ἐρήμους. 30 ἐπηρώτησε δὲ αὐτὸν ὁ  Ἰησοῦς λέγων· τί σοί ἐστιν ὄνομα; ὁ δὲ εἶπε· λεγεών· ὅτι δαιμόνια πολλὰ εἰσῆλθεν εἰς αὐτόν· 31 καὶ παρεκάλει αὐτὸν ἵνα μὴ ἐπιτάξῃ αὐτοῖς εἰς τὴν ἄβυσσον ἀπελθεῖν. 32 ἦν δὲ ἐκεῖ ἀγέλη χοίρων ἱκανῶν βοσκομένων ἐν τῷ ὄρει· καὶ παρεκάλουν αὐτὸν ἵνα ἐπιτρέψῃ αὐτοῖς εἰς ἐκείνους εἰσελθεῖν· καὶ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς. 33 ἐξελθόντα δὲ τὰ δαιμόνια ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου εἰσῆλθον εἰς τοὺς χοίρους, καὶ ὥρμησεν ἡ ἀγέλη κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν λίμνην καὶ ἀπεπνίγη. 34 ἰδόντες δὲ οἱ βόσκοντες τὸ γεγενημένον ἔφυγον, καὶ ἀπήγγειλαν εἰς τὴν πόλιν καὶ εἰς τοὺς ἀγρούς. 35 ἐξῆλθον δὲ ἰδεῖν τὸ γεγονός, καὶ ἦλθον πρὸς τὸν  Ἰησοῦν καὶ εὗρον καθήμενον τὸν ἄνθρωπον, ἀφ᾿ οὗ τὰ δαιμόνια ἐξεληλύθει, ἱματισμένον καὶ σωφρονοῦντα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ  Ἰησοῦ, καὶ ἐφοβήθησαν. 36 ἀπήγγειλαν δὲ αὐτοῖς οἱ ἰδόντες πῶς ἐσώθη ὁ δαιμονισθείς. 37 καὶ ἠρώτησαν αὐτὸν ἅπαν τὸ πλῆθος τῆς περιχώρου τῶν Γαδαρηνῶν ἀπελθεῖν ἀπ᾿ αὐτῶν, ὅτι φόβῳ μεγάλῳ συνείχοντο· αὐτὸς δὲ ἐμβὰς εἰς τὸ πλοῖον ὑπέστρεψεν. 38 ἐδέετο δὲ αὐτοῦ ὁ ἀνήρ, ἀφ᾿ οὗ ἐξεληλύθει τὰ δαιμόνια, εἶναι σὺν αὐτῷ· ἀπέλυσε δὲ αὐτὸν ὁ  Ἰησοῦς λέγων· 39 ὑπόστρεφε εἰς τὸν οἶκόν σου καὶ διηγοῦ ὅσα ἐποίησέ σοι ὁ Θεός. καὶ ἀπῆλθε καθ᾿ ὅλην τὴν πόλιν κηρύσσων ὅσα ἐποίησεν αὐτῷ ὁ  Ἰησοῦς».

Απόδοση

Εκείνο τον καιρό, ο Ιησούς κατέπλευσε στην περιοχή των Γαδαρηνών, που βρίσκεται στην απέναντι όχθη από την Γαλιλαία. Όταν βγήκε στην ξηρά, τον συνάντησε κάποιος άντρας από την πόλη, που είχε μέσα του δαιμόνια από πολύν καιρό. Ρούχο δεν ντυνόταν, ούτε έμενε σε σπίτι, αλλά ζούσε στα μνήματα. Όταν είδε τον Ιησού, έβγαλε μια κραυγή, έπεσε στα πόδια του και του είπε με δυνατή φωνή: «Τί δουλειά έχεις εσύ μ’ εμένα Ιησού, Υιέ του Υψίστου Θεού; Σε παρακαλώ, μη με βασανίσεις». Αυτά τα είπε, γιατί ο Ιησούς είχε διατάξει το δαιμονικό πνεύμα να βγει από τον άνθρωπο. Από πολλά χρόνια τον είχε στην εξουσία του, και για να τον συγκρατήσουν τον έδεναν με αλυσίδες και του έβαζαν στα πόδια σιδερένια δεσμά. Εκείνος όμως έσπαζε τα δεσμά, και το δαιμόνιο τον οδηγούσε στις ερημιές. Ο Ιησούς τον ρώτησε: «Ποιο είναι το όνομά σου;» Εκείνος απάντησε: «Λεγεών»• γιατί είχαν μπει μέσα του πολλά δαιμόνια. Τα δαιμόνια, λοιπόν, τον παρακαλούσαν να μην τα διατάξει να πάνε στην άβυσσο. Εκεί κοντά ήταν ένα κοπάδι από πολλούς χοίρους που έβοσκαν στο βουνό, και τα δαιμόνια παρακαλούσαν τον Ιησού να τους επιτρέψει να μπουν στους χοίρους, και τους το επέτρεψε. Τότε το κοπάδι όρμησε προς τον γκρεμό και πνίγηκε στη λίμνη. Μόλις οι βοσκοί είδαν τι έγινε, έφυγαν και το είπαν στην πόλη και στην ύπαιθρο. Βγήκαν οι άνθρωποι να δουν τι έγινε, και ήρθαν κοντά στον Ιησού. Βρήκαν τον άνθρωπο από τον οποίο βγήκαν τα δαιμόνια, να κάθεται δίπλα στον Ιησού, να φοράει ρούχα και να φέρεται λογικά, και φοβήθηκαν. Όσοι είχαν δει τι είχε γίνει, τους είπαν για το πώς ο δαιμονισμένος σώθηκε. Τότε όλο το πλήθος από την περιοχή των Γαδάρων παρακαλούσαν τον Ιησού να φύγει από κοντά τους, γιατί τους είχε πιάσει μεγάλος φόβος. Εκείνος μπήκε στο πλοιάριο για να γυρίσει πίσω. Ο άνθρωπος από τον οποίο είχαν βγει τα δαιμόνια τον παρακαλούσε να τον πάρει μαζί του. Ο Ιησούς όμως του είπε να φύγει, με τα παρακάτω λόγια: «Γύρισε στο σπίτι σου, και διηγήσου όσα έκανε σ’ εσένα ο Θεός». Εκείνος έφυγε διαλαλώντας σ’ όλη την πόλη όσα έκανε σ’ αυτόν ο Ιησούς.


(Επιμέλεια κειμένου: Νικολέτα – Γεωργία Παπαρδάκη) 



Ὁμιλία τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης τοῦ Παλαμᾶ, περί τοῦ: «Ἐξελθόντι τῶ Ἰησοῦ εἰς τήν γῆν ὑπήντησεν αὐτῷ ἀνήρ τις ἐκ τῆς πόλεως, ὃς εἶχε δαιμόνια ἐκ χρόνων ἱκανῶν».


«Ο ων εκ του Θεού τα ρήματα του Θεού ακούει», λέγει ο Κύριος. Δηλαδή υπακούει στις εντολές του Θεού, και μετατρέπει τους λόγους σε έργα, ζει και πολιτεύεται κατά Χριστόν, εκτελεί το θέλημα του Ουρανίου Πατρός, και γίνεται «κληρονόμος μεν Θεού, συγκληρονόμος δε Χριστού». Όποιος όμως παρακούει τον Θεό, διαπράττει την αμαρτίαν, και επιδίδεται σ’ αυτήν αμετανοήτως. Είναι δούλος της αμαρτίας και ουκ έστιν εκ του Θεού, αλλά εκ του πονηρού», αφού με την κακήν προαίρεση μεταπλάσσει την φύση την οποίαν έλαβεν από τον Θεόν, και την εξομοιώνει με τον πατέρα της απωλείας. Γι’ αυτό και ο Κύριος έλεγε στους Ιουδαίους, «υμείς εκ του πατρός υμών του διαβόλου εστέ, και τας επιθυμίας αυτού θέλετε ποιείν».
Αυτού του είδους οι άνθρωποι είναι αθλιότεροι και από τους φανερά δαιμονιζομένους, έστω και αν διαφεύγουν την προσοχή των πολλών.

Πράγματι, ενώ οι δαιμονιζόμενοι κατακόπτουν τα σώματά τους και μερικές φορές βλάπτουν σωματικώς όποιους συναντούν, εκείνοι που δια των πονηρών επιθυμιών έχουν εξομοιωθεί με τον αρχέκακον εχθρό, διαφθείρουν τις ψυχές τις ιδικές τους και όσων τους συναναστρέφονται απρόσεκτα. Και ενώ οι πρώτοι στον καιρό του θανάτου αποβάλλουν μαζί με το σώμα και την επήρεια των δαιμόνων, οι δεύτεροι, επειδή αμαρτάνουν αμετανοήτως, έχουν αθάνατον και αναπόβλητον την βλάβην. Επίσης, τον ενοχλούμενον φανερώς από τον δαίμονα όλοι τον λυπούμεθα όταν τον αντικρύσωμε, ενώ τον φονέα και τον φιλάργυρον, τον υπερήφανον και τον αναίσχυντον, και τον ανυπότακτον και όλους τους ομοίους των, όχι μόνον δεν τους λυπούμεθα, αλλά και τους μισούμε. Διότι ο ένας περιπίπτει στο πάθος ακουσίως, ενώ ο φιλαμαρτήμων, προσελκύει ελευθέρως το κακόν, μερικές φορές μάλιστα αποκρύπτοντας την βλαπτικότητα και την κακοήθεια της νόσου του.


Επειδή όμως οι περισσότεροι άνθρωποι δεν είναι σε θέση να αντιληφθούν την εναντίον μας μανίαν του διαβόλου, από τις επιθέσεις εκείνου κατά της ψυχής και από την συνεργία του στην αμαρτία, παρεχώρησεν ο Θεός να υπάρχουν και κατά το σώμα δαιμονοφόρητοι, ώστε να μάθουμε από αυτούς όλοι, πόσον φοβερά είναι η κατάστασις της ψυχής που έκαμε τούτον ένοικόν της δια των πονηρών έργων. Όταν δε ο Μονογενής Υιός του Θεού, από απροσμέτρητον πέλαγος φιλανθρωπίας, έκλινεν ουρανούς και κατήλθε στην γη, για να ελευθερώσει τις ψυχές μας από την τυραννία του διαβόλου, απεδίωκε τα δαιμόνια και από τους φανερά κατά το σώμα δαιμονιζομένους. Το έκαμε αυτό για να παρουσιάσει και να επιβεβαιώσει με την φανερώς ενεργουμένην ελευθερία και ίαση, την γινομένην κρυπτώς ελευθερία και ίαση της ψυχής.

Πράγματι, και όταν εχάρισε την θεραπεία στην ψυχή του παραλυτικού, όχι μόνον δεν επευφημήθη από εκείνους που έβλεπαν μόνον τα φαινόμενα, αλλά και εβλασφημήθη. Γι’ αυτό εθεράπευσε και την σωματικήν του παράλυση, για να μάθουν, όπως ο ίδιος έλεγε προς τους παρόντες, ότι «εξουσίαν έχει ο υιός του ανθρώπου επί της γης αφιέναι αμαρτίας».
Κυρίως γι’ αυτό λοιπόν απομακρύνει τους δαίμονες από τους δαιμονιζομένους, για να μάθωμε ότι αυτός είναι που τους αποδιώκει και από τις ψυχές μας, και μας χαρίζει την αιωνίαν ελευθερίαν.

«Εξελθόντι γαρ εις την γην», σύμφωνα με την αναγινωσκομένην σήμερα περικοπήν του Ευαγγελίου, «υπήντησεν αυτώ ανήρ τις εκ της πόλεως, ος είχε δαιμόνια εκ χρόνων ικανών, και ιμάτιον ουκ ενεδιδύσκετο, και εν οικία ουκ έμενεν, αλλ’ εν τοις μνήμασιν». Εξήλθε, λέγει, όχι ήλθε στην ξηρά, για να δείξει ότι ήλθε με πλοίον, αφού ήδη και την θύελλα του ανέμου κατέπαυσε, και την θάλασσαν εγαλήνευσε με την επιτίμησή του. Διότι όταν από την Γαλιλαίαν επεβιβάσθη στο πλοίο με τους μαθητάς του, είπε προς αυτούς, όπως λέγει παραπάνω ο Ευαγγελιστής: «διέλθωμεν εις το πέραν». Από εδώ φαίνεται ότι προείδε το γεγονός, και από ευσπλαγχνίαν ήλθεν αυτόκλητος βοηθός στον βασανιζόμενον τόσον δεινώς και πολυετώς από τους δαίμονες. Ο Λουκάς λοιπόν λέγει ότι ήταν ένας και είχε πολλά δαιμόνια, ο Μάρκος όμως ομιλεί και αυτός περί ενός, «αλλ’ εν πνεύματι ακαθάρτω». Ο δε Ματθαίος ισχυρίζεται ότι ήσαν δύο μαζί και εβασανίζοντο από πολλά δαιμόνια.

Την αιτίαν δε, για την οποίαν άλλοι Ευαγγελισταί ομιλούν για έναν, άλλοι δε για περισσοτέρους, και δαιμονιζομένους και δαιμόνια, την εφανέρωσε και ο Λουκάς και ο Μάρκος. Διότι το ένα, το οποίον ο Μάρκος ωνόμασεν ακάθαρτον πνεύμα, εξεταζόμενο στην συνέχεια από τον Κύριον λέγει «λεγεών όνομά μοι, ότι πολλοί εσμέν». Πράγματι λεγεών είναι ορμαθός και πολυάριθμον σύστημα αγγέλων ή ανθρώπων, οι οποίοι στέκονται, μετακινούνται μαζί και αποβλέπουν και κινούνται προς ένα έργον και σκοπόν. Γι’ αυτό και οι δαιμονιζόμενοι εκείνοι, επειδή ενεργούντο και εκινούντο από ένα τοιούτο σύστημα, ευρίσκοντο αδιασπάστως μαζί στα μνήματα και στα όρη, και μαζί εβασανίζοντο. Γι’ αυτό άλλοτε μεν καλούνται ενικώς, άλλοτε δε πληθυντικώς, και αυτοί και τα πονηρά πνεύματα που τους ταλαιπωρούσαν.

Δεν ανεγνώρισε δε απλώς τον Ιησούν ο λεγεών δια μέσου του ανθρώπου εκείνου, αλλά και «προσέπεσε και φωνή μεγάλη ανεκραύγασε: τι εμοί και σοί, Ιησού, Υιέ του Θεού του Υψίστου; Δέομαί σου, μη με βασανίσεις. Παρήγγειλε γάρ» λέγει, «ο Κύριος τω ακαθάρτω πνεύματι εξελθείν από του ανθρώπου». Έχοντας καταπλεύσει επί τούτου ο Κύριος από ευσπλαχνία στην παραλίαν εκείνην όπου ζούσε ο δαιμονιζόμενος, διέταξε μεν τον λεγεώνα των δαιμόνων να εξέλθει από τον άνθρωπο, πού όμως να απέλθει δεν του είπε. Γι’ αυτό εκείνο το παμμίαρον σμήνος των πονηρών πνευμάτων κατελήφθη από αμηχανίαν, και εφοβήθη μήπως παραδοθεί τώρα από τον Κύριο στην μέλλουσαν καταδίκη, στην προετοιμασμένην γι’ αυτά γέεννα του πυρός, με την οποία θα παραδοθούν σε τελείαν ακινησίαν, αφού θα καταργηθεί κάθε ενέργειά τους. Ηναγκάσθη λοιπόν να προσέλθει, και να προσπέσει, χρησιμοποιώντας ταπεινότερα και αληθινά λόγια προς τον Κύριον, τα οποία τον εμαρτύρησαν ότι είναι Υιός του Υψίστου. Μέσα στην πονηρία τους ενόμιζαν ότι με αυτήν την μαρτυρία, σαν με κάποιαν κολακεία, θα μεταπείσουν τον Κύριον των όλων.

Και ο Κύριος ανέχθη την μαρτυρία των δαιμόνων, προς καταρτισμόν των ευρισκομένων στο πλοίο. Διότι πριν από λίγο, βλέποντας ο κόσμος τα τόσον μεγάλα θαύματά του στην θάλασσα, έλεγαν μεταξύ τους με απορία: «τις εστίν ούτος, ότι και οι άνεμοι και η θάλασσα υπακούουσιν αυτώ»; Τώρα όμως έμαθαν ότι είναι «ο Υιός του Θεού του Υψίστου». Διότι πάντοτε, ακόμη και ο διάβολος, είναι συνεργός στην βουλήν του Θεού, όχι όμως επειδή το θέλει ούτε αποβλέποντας σ’ αυτό. Γι’ αυτό και κάποιος από τους θεοφόρους λέγει, ότι «το κακόν συνεργεί στο αγαθόν, όχι με καλήν προαίρεση».
Ο δε Κύριος θέλοντας να φανερώσει στους παρόντες ότι ο δαίμων που τόσον φρίττει ενώπιόν του δεν είναι ένας, αλλά πλήθος πολύ, τον ηρώτησε: «τι σοι εστίν όνομα; Ο δε είπεν, λεγεών ονομά μοι, ότι δαιμόνια πολλά εσμέν». Λέγουν ορισμένοι ότι το τάγμα του λεγεώνος αποτελείται από έξι περίπου χιλιάδες.

«Και παρεκάλουν αυτόν», λέγει, «ίνα μη επιτάξει αυτοίς εις την άβυσσον απελθείν». Βλέπεις ότι είναι ο φόβος, όπως είπαμε παραπάνω, αυτός που τους ηνάγκασε και να προσέλθουν, και να προσπέσουν, και να χρησιμοποιήσουν σχήματα και λόγια αληθινά και ταπεινότερα. Κοίταξε όμως και την Παντοκρατορικήν εξουσία του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού. Πράγματι΄ ο δαίμων και χωρίς να το θέλει τον εμαρτύρησε Κύριον και της αβύσσου. Και ποιος είναι αυτός που επιβλέπει αβύσσους; Βεβαίως ο καθήμενος στους ουρανούς, αυτός που περιέχει και κατευθύνει τα πάντα.

Βλέπε δε και ότι το στίφος των δαιμόνων δεν ημπορεί να μένει πουθενά, αν δεν έχει πάρει από αυτόν την άδειαν ή την παραχώρηση. Γι’ αυτό και όταν προσετάχθη από τον Κύριο να φύγει, αλλά δεν έλαβε εντολήν πού να απέλθει, κατελήφθη από μεγάλην βία, και εύρε ως καταφύγιον τους χοίρους, οι οποίοι έβοσκαν στο όρος, ώστε να διαφύγει δι’ αυτών. Αλλά ούτε κατ’ αυτών είχεν από μόνον του την εξουσία, πολύ δε περισσότερον δεν την έχει εναντίον των ανθρώπων. Διότι, λέγει «ην εκεί αγέλη χοίρων πολλών βοσκομένη εν τω όρει. Και παρεκάλεσαν αυτόν ίνα επιτρέψει αυτοίς εις εκείνους απελθείν. Και επέτρεψεν αυτοίς. Εξελθόντα δε τα δαιμόνια από του ανθρώπου, εισήλθον εις τους χοίρους. Και όρμησεν η αγέλη των χοίρων κατά του κρημνού εις την λίμνην και απεπνίγη». Τα δαιμόνια λοιπόν, ζητώντας δήθεν πρόφαση φυγής, και έχοντας κακοποιό προαίρεση, εζήτησαν την άδεια κατά των χοίρων, επειδή ο Σωτήρ τα εδίωκε από τους ανθρώπους. Εσυνειδητοποίησαν ότι την στιγμήν εκείνη δεν εδιώκοντο από έναν ή δύο, αλλά δια του ενός από όλους τους ανθρώπους. Και ο Κύριος τους το επέτρεψε, για να γνωρίσουμε εμείς από όσα έπαθαν οι χοίροι, ότι ούτε τον άνθρωπον εκείνον θα ελυπούντο να τον καταστρέψουν τελείως, αν δεν ανεχαιτίζοντο και πριν αοράτως από την δύναμιν εκείνου.

«Ιδόντες δε», λέγει, «οι βόσκοντες, έφυγον. Και απήγγειλαν εις την πόλιν και εις τους αγρούς το γεγονός». Λάβετε τώρα παρακαλώ στον νου σας τον άσωτον υιόν του Ευαγγελίου, που εσώθη με την απομάκρυνσιν από τους χοίρους, για να καταλάβετε ποιοι ήσαν αυτοί που έβοσκαν τους χοίρους, ή μάλλον ποιοι ομοιάζουν με αυτούς. Πράγματι ο χοιρώδης βίος εξ αιτίας της ακαθαρσίας του, συμβολίζει κάθε πονηρόν πάθος. Και χοίροι είναι κυρίως αυτοί που περιφέρουν τον ρυπωμένον από την σάρκα χιτώνα. Προϊστάμενοί τους, ένα είδος βοσκών, είναι εκείνοι που υπερέχουν από αυτούς στην ηδυπάθεια, και λαμβάνουν πρόνοιαν για την σάρκα και την δίαιτά τους, εις τρόπον ώστε να εκπληρώνουν την επιθυμία τους.
Σ’ εμάς όμως δεν επιτρέπει ο χρόνος ούτε, όπως βλέπετε, ο θόρυβος του πλήθους, να ασχοληθούμε λεπτομερώς με την συνέχεια, ποία δηλαδή είναι η γύμνωσις που προκαλείται στην ψυχήν από την αμαρτία, την οποίαν υπεδήλωνε ο δαιμονιζόμενος εκείνος, και ποία η διαβίωσις στα όρη (διότι, λέγει «ιμάτιον ουκ ενεδιδύσκετο και εν οικία ουκ έμενεν, αλλ’ εν τοις μνήμασι») και ποίες οι αλυσίδες, οι χειροπέδες και τα δεσμά τα οποία εκείνος έσπαζε και έφευγε διωκόμενος.

Αλλά ας αποφύγωμε και εμείς, μάλιστα οι μοναχοί, την συναναστροφή και συμβίωση με τους χοίρους. Διότι κατά το Σολομώντειον λόγιον «φθείρουσιν ήθη χρηστά ομιλίαι κακαί», και ως επί το πλείστον καθένας είναι ή γίνεται όμοιος με τους συντρόφους του. Τι το όφελος να φύγεις οριστικώς από τον κόσμο και να καταφύγεις στα αφιερωμένα στον Θεόν φροντιστήρια, να εξέρχεσαι όμως καθημερινώς από αυτά και να συμφύρεσαι πάλι με τον κόσμο; Πώς, ειπέ μου, τριγυρνώντας στις αγορές θα αποφύγεις τα προσανάμματα των παθών, δια των οποίων επέρχεται ο θάνατος της ψυχής, που χωρίζει τον άνθρωπον από τον Θεόν; Αυτός είναι ο θάνατος «ο αναβαίνων εις ημάς δια των θυρίδων», οι οποίες είναι μέσα μας, δηλαδή των αισθήσεων. Αυτές έγιναν αφορμή να εκπέσουν από την αθανασίαν και οι προπάτορες εκείνοι.

Ας φύγωμε λοιπόν όλοι μας μακριά, άλλοι από την συμβίωση με τα κακά, έστω και αν μας φαίνεται ότι υπερτερούμε πολλών στην καταγωγή και στην δόξα και στην σωματικήν ρώμη και στον υλικόν πλούτο, και άλλοι από την ομοίωση προς τους χοίρους, λαμβάνοντας στον νου μας την λίμνην εκείνη του ασβέστου πυρός, μέσα στην οποίαν, φευ!, θα πέσουν όσοι αμετανοήτως υπηρετούν τις προσβολές των δαιμόνων. Και βλέποντας το βάραθρον στο οποίον κρημνίζονται όταν αποθαίνουν, όσοι μέχρι το τέλος τους ομοιάζουν ως προς τον τρόπον της ζωής με τους χοίρους, ας απομακρυνθούμε ανεπιστρόφως από τον όντως δυσώδη βίον της αμαρτίας, και ας προσέλθωμε έτσι καλώς και δικαίως στην πηγήν των μύρων, την οποία μας εχάρισεν ο Θεός, και εκχύνεται δια της λάρνακος από την σωρόν του εντοπίου μας Χριστομάρτυρος (Δημητρίου).

Και αφού με την χρήση τούτων αγιασθούμε και ενισχυθούμε, να κηρύττωμε και στους αγρούς και στις πόλεις, όπου και αν είμεθα, την θειοτάτην δύναμη και ενέργειαν του θείου αυτού μύρου. Δεν εννοώ με την γλώσσα και τα λόγια (διότι ποίος δεν ήκουσε με την ιδικήν του ακοή την συρροή των θαυμάτων που γίνονται εδώ;), αλλά με την μεταβολήν της ζωής μας προς το καλλίτερον, ώστε βλέποντάς μας όλοι να ειπούν, «αύτη η αλλοίωσις της δεξιάς του Υψίστου», με την οποία δεξιάν έχει ζωγραφηθεί ο μέγας Δημήτριος, και δια της οποίας μετασχηματίζει αυτούς που τον πλησιάζουν προς το θειότερον, ώστε να έχει και στον ουρανόν συμπολίτες αυτούς που ευτύχησαν να είναι στην γη συγκάτοικοί του. Αυτό είθε να συμβεί με τις πρεσβείες εκείνου, και να επιτύχωμε όλοι τις υπεσχημένες ουράνιες μονές, και την εκεί συνοίκηση με τους αγίους, χάριτι και φιλανθρωπία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ω πρέπει δόξα εις τους αιώνας».
Αμήν.

(13ος - 14ος αιών - ΕΠΕ Αγ. Γρηγορίου του Παλαμά, τομ. 11, σελ. 196. Από το βιβλίο "Πατερικόν Κυριακοδρόμιον", σελίς 347 και εξής. Επιμέλεια κειμένου: Δημήτρης Δημουλάς)


www.alopsis.gr