A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Παρασκευή 26 Ιουλίου 2013

Ὁ Ἃγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης (14 Ἰουνίου)

      


Για τον Άγιο Νικόδημο τρέφουμε οι ορθόδοξοι Έλληνες μεγάλο θαυμασμό και βαθειά ευγνωμοσύνη. Η απόπειρα απόδοσης Βίου, «Συναξαρίου», του συγγραφέα του «Μεγάλου Συναξαριστού», ξεπερνάει τη συνηθισμένη μας τόλμη, αλλά όχι και το χρέος να εκφράσουμε σε λίγες έστω γραμμές απέραντη τιμή γι’ αυτόν τον νέο Άγιο, που φώτισε το πιο βαθύ σκοτάδι των τελευταίων χρόνων της σκλαβιάς του γένους μας.

Γεννήθηκε στη Νάξο στα 1749, από γονείς καλλιεργημένους και πλούσιους. Πολύ μικρός έδειξε εξαιρετική ικανότητα στα γράμματα και σπάνια φιλομάθεια. Στα 1765, σε ηλικία 16 ετών, ο Νικόλαος Καλλιβούρτσης, όπως ήταν το κοσμικό όνομα του Αγίου, αποστέλλεται από τον Επίσκοπο του νησιού τουστην περίφημη Σχολή της Σμύρνης να σπουδάσει. Μένει στη Σχολή πέντε χρόνια, όπου φανερώνει ασυνήθιστα πνευματικά χαρίσματα και υπέροχο ήθος.

Από αυτά τα εφηβικά του χρόνια μεταφέρουμε λίγα, απ’ όσα διέσωσαν οι βιογράφοι του, όσο για να γνωρίσουμε την αξιοθαύμαστη βιοτή ενός γεννημένου στη σκλαβιά Έλληνα σπουδαστή, που αναδείχτηκε φάρος παιδείας και αγιότητας και πλούτισε τη νεότερη Ελλαδική Εκκλησία με έργα Ορθοδόξου πίστεως και πνευματικής οικοδομής ανεκτίμητα.

Στη Σχολή, γράφουν, προκάλεσε την έκπληξη και το θαυμασμό δασκάλων και συμμαθητών για τηνεξαιρετική μνήμη, τη φωτεινή κρίση και το λαμπρό ήθος, τον ονομάζουν «εξαίσιον θαύμα της εποχής». Είχε συσπουδαστές τους μετέπειτα Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως Νεόφυτο τον Ζ’ και Γρηγόριο τον Ε’ και άλλους άνδρες επισημότατους, οι οποίοι αναδείχτηκαν Ιεράρχες και Λογάδες, Δάσκαλοι του Γένους στα χρόνια του Ελληνικού Διαφωτισμού. Γνώριζε απ’ έξω όχι μόνον τις φιλοσοφικές, οικονομικές, ιατρικές, αστρονομικές και στρατιωτικές ακόμη πραγματείες, αλλά και όλους τους ποιητές, τους ιστορικούς, παλαιούς και νέους, Έλληνες και Λατίνους, καθώς και τα συγγράμματα των Ελλήνων Πατέρων. Έφτανε να διαβάσει ένα βιβλίο μία φορά και να το θυμάται σ’ όλη τη ζωή του.
Συνδύαζε όμως με τη διπλή του σοφία, την εσωτερική και την εξωτερική, την «θύραθεν», τόση ταπείνωση, μετριοφροσύνη, προσήνεια και αγάπη προς τους συμμαθητές του, μαζί με σεβασμό προς τους δασκάλους του, ώστε να είναι ιδιαίτερα αξιαγάπητος και ν’ αποκαλείται «παμπόθητος». Κι αυτές ακόμη τις υπερήφανες ψυχές, γράφουν, η ταπείνωσή του τις μετέτρεπε σε μετριόφρονες. Δεν προκαλούσε το φθόνο, παρόλο που αρκεί κανείς να είναι σοφός για να γίνει μισητός, γιατί δεν είχε καμία έπαρση για την πνευματική του υπεροχή. Δεν πλήγωνε τη φιλοτιμία των κατωτέρων του. Πρόθυμος πάντα να βοηθήσει, να διασαφηνίσει τα δυσνόητα, με αδελφική αγάπη και εγκάρδια απλότητα.

Σπουδαστής και γίνεται δάσκαλος περιζήτητος στα αρχοντικά της Σμύρνης. Στο οικοτροφείο της Σχολής οι συσπουδαστές επιδιώκουν να τον αναπληρώνουν από τις «αναλογούσες υπηρεσίες» του για να έχει χρόνο να τους βοηθεί στα μαθήματα.

Στα πέντε χρόνια των σπουδών του, πέρα από τα εγκύκλια μαθήματα «θεολογικής στοιχειώσεως» και «σπανίας αρχαιομάθειας», μαθαίνει στην εντέλεια τη Λατινική, την Ιταλική και τη Γαλλική. Ο Διευθυντής της Σχολής, μεγάλης αρετής, Ιερόθεος Βουλισμάς, λίγο αργότερα, του γράφει: «Ελθέ, υιέ μου, καν τώρα εις το γήρας μου να σε αφήσω μετά θάνατον εις το σχολείον διδάσκαλον, ότι δεν έχω άλλον ωσάν σε εις την προκοπήν».

Άλλος όμως είναι ο βαθύτερος πόθος της τόσο προικισμένης αυτής διάνοιας και ο δρόμος που ετοίμαζε ο Θεός για τον νεαρό Νικόλαο.

Στα 1775 έρχεται στο Άγιο Όρος, κείρεται μοναχός με το όνομα Νικόδημος και ψηφίζεται αναγνώστης και γραμματικός της Ι. Μονής Διονυσίου. Από το Όρος αλληλογραφεί με τον Γρηγόριο τον Ε΄ και τον μεγάλο Διδάσκαλο του Γένους Αθανάσιο τον Πάριο.

Ακολουθούν χρόνια μεγάλων ασκητικών αγώνων, περιπετειών, μόχθων, αλλά και εξαιρετικά σημαντικού, ανεκτίμητου ακόμη και σήμερα, συγγραφικού και εκδοτικού έργου. Χαρακτηριστικό της καταπληκτικής μνήμης του και γνώσεως των εκκλησιαστικών κειμένων είναι το περιστατικό που διέσωσε ο Μωραϊτίδης στο βιβλίο του «Με του βορηά τα κύματα»:

Μέγα Σάββατο και πήγε ο διδάσκαλος (έτσι τον αποκαλούσαν οι συμμοναστές του) στον περιώνυμο Ναό του Πρωτάτου να λειτουργηθεί και να μεταλάβει. Τότε συνεννοήθηκαν ο τυπικάρης και ο αναγνώστης να κρύψουν τα Μηναία και προσποιούμενοι ότι δεν τα βρίσκουν ν’ αναγκάσουν τον Όσιο να πει από στήθους τις Προφητείες. Πράγματι, την ώρα των Αναγνωσμάτων δημιουργήθηκε θόρυβος στους χορούς από την έλλειψη των βιβλίων και ήρθαν οι διακονητές και τον παρακάλεσαν ν’ αρχίσει τις προφητείες για να μην υπάρχει χασμωδία. Απήγγειλε επί μία ώρα 15 Προφητείες του Μ. Σαββάτου και οι διακονητές παρακολουθούσαν κρυφά από μέσα την ακρίβεια των απαγγελλομένων. Όλοι θαύμαζαν, ενώ ο ίδιος ούτε κατάλαβε, ούτε θεώρησε ότι έκανε κάτι σπουδαίο…

Συνέγραψε πάνω από 100 έργα, μοναδικό πνευματικό θησαύρισμα ορθοδόξου παραδόσεως, απαύγασμα της εξαιρετικής μορφώσεως και πνευματικής καλλιεργείας του, μέσα σε πειρασμούς, κατηγορίες και ακαταπόνητες προσπάθειες, στα σκοτεινά εκείνα χρόνια. Γνωστότερα έργα:«Φιλοκαλία», το πρώτο που εκδόθηκε (Βενετία 1782), «Περί της συνεχούς θείας μεταλήψεως», «Ευεργετινός», «Αόρατος Πόλεμος», «Νέον Μαρτυρολόγιον», «Πνευματικά Γυμνάσματα», «Νέον εκλόγιον», «Πηδάλιον», «Νέον Θεοτοκάριον», «Χρηστοήθεια», «Κήπος Χαρίτων», «Νέος Συναξαριστής», «Εορτοδρόμιον», «Νέα Κλίμαξ», και πολλά άλλα. Αριστούργημα, και μάλιστα της νεανικής του ηλικίας, θεωρείται το «Συμβουλευτικόν Εγχειρίδιον». Έργο εντελώς πρωτότυπο, το έγραψε χωρίς κανένα βοήθημα στην Σκυροπούλα, κυριολεκτικά από στήθους, με πλήθος αγιογραφικές και φιλοσοφικές παραπομπές, όπου αναπτύσσει την υπέροχη ηθική ανθρωπολογία του.
Από την «τελευταία σημείωση» στο συμπέρασμα αυτού του βιβλίου ενδεικτικά αντιγράφουμε: «Πολλά εκοπίασαν τα Λύκεια του Αριστοτέλους και αι Ακαδημίαι του Πλάτωνος και αι Στοαί του Χρυσίππου και οι κήποι του Επικούρου και Μητροδώρου, τα σχολεία του Σωκράτους και Μουρατόρου και απλώς όλα τα μουσεία των ηθικών φιλοσόφων, τόσον των παλαιών, όσον και των νεωτέρων, διά να εύρωσιν εις ποία πράγματα υφίσταται η ευδαιμονία, αλλά δεν ηδυνήθησαν… αλλά το Συμβουλευτικόν τούτο δι’ ων διδάσκει, εισάγει και νομοθετεί ευδαιμονίαν αληθινήν, λογικήν, ευαγγελικήν και παντοτινήν… Διότι έχων (ο άνθρωπος) πάντοτε το άκρον και μακάριον αγαθόν, όστις είναι ο Θεός, εντός της καρδίας του, διά της πίστεως και αγάπης όλα τα βάσανα τα νομίζει ως τρυφάς και ευωχίας…».

Στις ποικίλες κακοπάθειές του εξαντλεί τις δυνάμεις του και αφήνει την τελευταία του πνοή και πάμπολλα ανέκδοτα έργα του στις 14 Ιουλίου 1809 σε ηλικία 60 ετών.


Στα 1955 ανακηρύσσεται Άγιος της Ορθοδόξου Εκκλησίας ως «τύπος του κατά Χριστόν Πολιτεύματος», «εικόνα αρετής ζώσα», και λαμπρός «της Εκκλησίας διδάσκαλος».



Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ'. Τὴν ὡραιότητα.
Σοφίας χάριτι, Πάτερ κοσμούμενος, σάλπιξ θεόφθογγος, ὤφθης τοῦ Πνεύματος, καὶ ἀρετῶν ὑφηγητής, Νικόδημε θεηγόρε, πάσι γὰρ παρέθηκας, σωτηρίας διδάγματα, βίου καθαρότητας, διεκφαίνων τὴν ἔλλαμψιν, τῷ πλούτῳ τῶν ἐνθέων σου λόγων, δι' ὧν ὡς φῶς τῷ κόσμῳ ἔλαμψας.





Ο θυμός και η αγάπη

"Ἐνῶ ἕνας ἄνδρας γυάλιζε τὸ νέο αὐτοκίνητό του, ὁ ἡλικίας 4 ἐτῶν γιός του, πῆρε μία πέτρα καὶ γρατσούνισε μὲ γραμμὲς μέρος τοῦ αὐτοκινήτου.

Στὸ θυμὸ τοῦ ἀπάνω, ὁ ἄνδρας αὐτὸς πῆρε τὸ χέρι τοῦ παιδιοῦ του καὶ χρησιμοποιώντας ἕνα γαλλικὸ κλειδί, τὸ χτύπησε πολλὲς φορὲς .

Στὸ νοσοκομεῖο, τὸ παιδὶ ἔχασε ὅλα τὰ δάχτυλά του λόγω τῶν πολλαπλῶν σπασιμάτων. Ὅταν τὸ παιδὶ εἶδε τὸν πατέρα του μὲ τὰ παραπονεμένα μάτια τοῦ γεμάτα πόνο τὸν ρώτησε: " Μπαμπά... πότε τὰ δάχτυλά μου θὰ μεγαλώσουν πάλι; " Ο πατέρας βουβός, πῆγε πίσω στὸ αὐτοκίνητό του καὶ τὸ κλώτσησε πολλὲς φορὲς . Σκεπτόμενος αὐτὸ ποὺ ἔκανε, βρισκόμενος μπροστὰ στὸ αὐτοκίνητό του καὶ βλέποντας ξανὰ τὶς γρατζουνιές, ἀντιλήφθηκε ὅτι τὸ παιδὶ τοῦ εἶχε γράψει μὲ τὴν πέτρα "ΜΠΑΜΠΑ ΣΕ ΑΓΑΠΩ". Τὴν ἑπόμενη ἡμέρα ὁ ἄνδρας αὐτὸς αὐτοκτόνησε .

Συμπέρασμα: Ὁ θυμὸς καὶ ἡ ἀγάπη δὲν ἔχουν κανένα ὅριο. Τὰ πράγματα ὑπάρχουν γιὰ νὰ χρησιμοποιοῦνται, ἐνῶ οἱ ἄνθρωποι εἶναι γιὰ νὰ ἀγαπιοῦνtαι.

ΠΗΓΗ:
 http://xristianos.gr

Φώτης Κόντογλου, Ορθοδοξία, Η μεγαλομάρτυς του Χριστού



Η Εκκλησία είναι το σώμα του Χριστού, κι απαρτίζεται από όσους ανθρώπους πιστεύουνε σ’ Αυτόν ορθά κι αληθινά, όπως εδίδαξε Εκείνος.
Η Ορθόδοξος Εκκλησία είναι «η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία», όπως λέγει το Σύμβολον της Πίστεως. Λέγει «Μία», που θα πη πως δεν υπάρχουν άλλες Εκκλησίες.
Κι αυτή η Μία Εκκλησία είναι η Ορθόδοξος. Οι άλλες που παρουσιάζονται σαν Εκκλησίες, δεν είναι εκκλησίες, αλλά είναι αιρέσεις. Η Ορθόδοξος Εκκλησία είναι η μόνη που κράτησε έως σήμερα όσα παρέλαβε από τους Αποστόλους κι από τους διαδόχους των, τους αγίους Πατέρας.
Η Παπική, η Προτεσταντική κι οι άλλες, μικρότερες, λεγόμενες Εκκλησίες, δεν κρατήσανε ανάλλαχτα όσα παραλάβανε από καταβολής της Χριστιανικής Εκκλησίας, αλλά τα αλλάξανε, κατά τις γνώμες και κατά τα θελήματα των ανθρώπων, και γι’ αυτό σήμερα είναι παραμορφωμένες, σε πολλά μάλιστα σε τέτοιο σημείο, που να αναρωτιέται κανείς, τι σχέση έχουνε με τη διδασκαλία του Χριστού, ορισμένα πράγματα που διδάσκουνε και κάνουνε.
Κατεβάσανε τη θεϊκή διδασκαλία στα μέτρα του αμαρτωλού ανθρώπου, με τις μικρότητες του, με τις μωροφιλοδοξίες του, με τα συμφέροντα του, με τους φυλετικούς εγωισμούς του.
Μ’ αυτό τον τρόπο, αυτές οι λεγόμενες Εκκλησίες, καταντήσανε σαν συστήματα εγκόσμια, όπως όλα τ’ άλλα που αποβλέπουνε σε εγκόσμιες σκοπιμότητες, πολλές φορές με τον πιο αποκρουστικό και σατανικό τρόπο, τόσο, που αντί να τραβούνε προς τον Χριστό τις ψυχές που διψάνε τη σωτηρία, τα απολωλότα αυτά πρόβατα, τα διώχνουνε και τα ρίχνουνε στην αθεΐα και στην αδιαφορία για την ψυχή τους, όπως κάνανε οι Φαρισαίοι, που γι’ αυτούς είπε ο Κύριος, ωργισμένος: «Αλλοίμονο σας, Γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, γιατί κλείνετε τη Βασιλεία των Ουρανών (τη σωτηρία) μπροστά στους ανθρώπους∙ επειδή, μήτε εσείς οι ίδιοι μπαίνετε μέσα, μήτε τους άλλους αφήνετε να μπουν». (Ματθ. κ.γ’ 14).
Οι δήθεν αυτές Εκκλησίες είναι κατά βάθος συστηματικά βολικά, καμωμένα σύμφωνα με τις αδυναμίες και με τις αμαρτωλές επιθυμίες του ανθρώπου, γιατί, με το πρακτικό πνεύμα τους, επιχειρήσανε να καθαρίσουνε τη διδασκαλία του Χριστού από τις τάχα υπερβολές, που είναι απαράδεκτες απ’ αυτό το πρακτικό πνεύμα, όπως είναι, λ.χ. η ακτημοσύνη, η απάθεια, η τέλεια αφοσίωση στον Θεό εξ όλης της ψυχής και εξ’ όλης της διανοίας, δηλ. ο μοναχικός βίος, η αποξένωση από τον κόσμο, από τα του κόσμου, κι’ από την κοινωνική δραστηριότητα, κι από την πολιτική, η πνευματική θεωρία, η εγκατάλειψη του σώματος κ.λ.π.
Αυτά τα θεωρήσανε σαν πράγματα απάνθρωπα κι ακατόρθωτα από τον άνθρωπο, απάνω από τις δυνάμεις του. Και γι’ αυτό, συμβιβάσαμε τον Χριστιανισμό με τις αδυναμίες τους, κάνοντας ένα βολικό Χριστιανισμό, δηλαδή μια ψεύτικη διδασκαλία του Χριστού, διορθωμένη κατά τα εγκόσμια συστήματα, που δεν έχει άλλη σχέση με τον Χριστό, παρεκτός από το όνομά του.
Με άλλα λόγια, αυτές οι Εκκλησίες, που τα βολεύουνε όλα για να τραβάνε εύκολα τους ανθρώπους που δεν αντέχουν στις δοκιμασίες και στους πνευματικούς αγώνες, κατά βάθος δεν αποβλέπουνε στην μέλλουσα ζωή, αλλά σε τούτη, την υλική, και δεν λένε τα λόγια του αποστόλου Παύλου «Ούκ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν», αλλά λένε τ’ ανάποδο: «Ούκ έχομεν μέλλουσαν πόλιν, αλλά την ώδε μένουσαν επιζητούμεν».
Γι’ αυτό και η λατρεία τους, αντί να έχει το λατρευτικό και λειτουργικό πνεύμα που έχει η Ορθόδοξος Εκκλησία, επήρε κοσμικόν χαρακτήρα, η τελετουργία πήρε θεατρικόν χαρακτήρα, η μουσική κι η ζωγραφική χάσανε το λειτουργικό και πνευματικό ύφος, και καταντήσανε τέχνες κοσμικές, που τις υπηρετούνε άνθρωποι κοσμικοί, όπου δεν έχουνε καμία σχέση με τη Θρησκεία και με την Εκκλησία.
Μ’ όλα ταύτα, αυτές οι λεγόμενες Εκκλησίες, που είναι, όπως είπαμε, αγνώριστες παραμορφώσεις της αληθινής Εκκλησίας του Χριστού, παρουσιάζονται ως οι γνήσιες Εκκλησίες Του, και με εωσφορική έπαρση θέλουνε να ρυθμίζουμε αυτές τα ζητήματα της Χριστιανικής θρησκείας στον κόσμο, και διεκδικούν τις πρωτοκαθεδρίες στα συνέδρια.
Και τούτο γίνεται, επειδή οι χώρες, στις οποίες έχουν στήσει τις έδρες τους αυτές οι ψευτοεκκλησίες, έχουνε σήμερα πολιτική δύναμη και μηχανικόν πολιτισμό, και μ’ αυτά επιβάλλονται απάνω στην ανθρωπότητα.
Ενώ η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία δηλαδή η Ορθόδοξος, η αληθινή κι απαραμόρφωτη Εκκλησία του Χριστού, που δεν άλλαξε δρόμο, χαρακτήρα και εξωτερική έκφραση μέχρι σήμερα, αυτή η «Μία Εκκλησία», που τη θεωρούνε σαν αίρεση οι αιρετικοί, κάθεται συμμαζεμένη, σαν «πτωχός γείτονας».
Κι αυτό γίνεται γιατί δεν αντιπροσωπεύει μεγάλα έθνη, που έχουνε πολιτική δύναμη και μηχανικόν πολιτισμό, δηλ. γιατί δεν έχει απάνω της τα οικόσημα του Σατανά.
Κι αντί να την αναγνωρίζουνε σαν το ακατάλυτο θεμέλιο του Χριστιανισμού, σαν τη σεβάσμια μητέρα των Χριστιανών, που απ’ αυτή διδαχθήκανε τη θρησκεία και πήρανε τα πάντα, πίστη, τελετουργία, εκκλησιαστική τέχνη κ.λ.π., της κάνουνε το δάσκαλο και τον συμβουλάτορα.
Κι αντί να γυρίσουμε πίσω στον αληθινό δρόμο αυτοί οι παραστρατημένοι, που τον αφήσανε και περιπλανηθήκανε στην έρημο της πλάνης, αυτοί έχουνε την αλαζονεία να την καλούνε επιτακτικά να αφήση το δρόμο που της χάραξε ο Κύριος, και να πάη μαζί τους.
Ω, εωσφορική αδιαντροπιά! Οι νόθοι να θεωρούνε για νόθα, τα γνήσια παιδιά της Εκκλησίας, και να κάνουνε κάθε τρόπο να τα ταπεινώσουνε και να τα ποδοπατήσουνε.
Αυτά δεν τα λέγει καμία φαντασία, αυτά τα λέγει η Ιστορία, που δεν μπορεί να την αλλάξη κανένας Ποντίφικας.
Αλλά κοντά στα άλλα γνωρίσματα που πιστοποιούν πως η γνήσια Εκκλησία είναι η Ορθόδοξος, είναι και τούτο: Το ότι αυτή η Εκκλησία καταδιώκεται, δεινοπαθεί, αγωνίζεται, ταπεινώνεται, υποφέρει μαρτύρια, από τον καιρό που εξουσιάζουνε τον κόσμο τα ρωμαϊκά στίφη έως σήμερα.
Αυτή η κακοπάθηση της Ορθοδοξίας είναι περισσότερο ατράνταχτος τίτλος της γνησιότητας της, κι από τα πρωτοτόκια της ακόμα, κατά τον λόγο που είπε ο Κύριος:«Ει εμέ εδίωξαν και υμάς διώξουσι», και «Ος εάν θέλη γενέσθαι μέγας εν υμίν, έσται υμών διάκονος, και ος εάν θέλη υμών γενέσθαι πρώτος, έσται πάντων δούλος» (Μαρ. 10, 43-44).
Ο απόστολος Πέτρος λέγει: «Αγαπητοί, καθ’ ο κοινωνείτε τοις του Χριστού παθήμασι, χαίρετε» (Α’ Πετρ. 4,13).
Κι ο απόστολος Παύλος λέγει: «Ειδότες ότι ώσπερ κοινωνοί έστε των παθημάτων, ούτω και της παρακλήσεως» (Β’ Κορ.1,7).
Και για να μιλήσουμε με συντομία, ο Κύριος δεν εμακάρισε ποτέ τους καλοπερασμένους και τους εξουσιαστές, αλλά τους καταδιωγμένους, τους φτωχούς και τους κατατρεγμένους. Φτωχή και κατατρεγμένη είναι η Ορθόδοξος Εκκλησία, πλούσιες και εξουσιαστικές είναι κάποιες από τις άλλες λεγόμενες Εκκλησίες. Ποιά, λοιπόν, απ’ αυτές είναι η αληθινή, η κατά Χριστόν Εκκλησιά, σύμφωνα με το Ευαγγέλιο;
Ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος γράφει τα εξής λόγια:
 «Τούτο είναι εκείνο που φανερώνει σε ποιους κατοικεί το Άγιον Πνεύμα, το ότι δεν τους συνηθίζει στην καλοπέραση, στην ανάπαυση και στην αμέριμνη ζωή, αλλά όλο ταλαιπωρίες, πειρασμούς και βάσανα παραχωρεί ο Θεός να τους τυρρανούν».
Και τότε που παρακάλεσε ο απόστολος Παύλος τον Χριστό να τον γλυτώση από κάποιο βάσανο που είχε, και που το λέγει σκόλοπα (αγκάθι), ο Χριστός του είπε: «Σου φθάνει η χάρη μου. Γιατί η δύναμη μου, με τη δική σου την αδυναμία φανερώνεται».
Δηλ. «Δεν σου παίρνω τη δοκιμασία, αλλά σου δίνω τη δύναμη να την υποφέρεις.
Γιατί, αλλιώς, πως θα φανή η δύναμη μου;».
Σύμφωνα μ’ αυτά τα λόγια η Ορθοδοξία έχει την ευλογία να καταδιώκεται.
Ο Εγγλέζος αρχιεπίσκοπος που είχε ταξιδέψει στην Μόσχα παλιώτερα, δήλωσε πως η Ρωσική Εκκλησία κάνει σκληρό αγώνα καταπάνω στην αθεϊστική προπαγάνδα.
Όπου υπάρχει αγώνας για την πίστη, εκεί υπάρχει κι ο Χριστός που είπε: «Η Βασιλεία του Θεού βιάζεται, και οι βιασταί αρπάζουσιν αυτήν».
Αλλά η δική μας Ορθόδοξος Εκκλησία, σε τούτη την πονηρή εποχή της υλοφροσύνης και των συμβιβασμών, έχασε τον ηρωικό χαρακτήρα της, και την ταπεινή επίγνωση της πως είναι η Μία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, και μιλά για Ένωση!
Τα πρόβατα δεν ενώνονται με τους λύκους.
Η Ένωση, αυτό το αιώνιο τροπάρι, που λένε στην τυραννισμένη την Ορθοδοξία εκείνοι που την μισούν και που κοιτάζουνε πάντα να εκμεταλλευθούν τις αγωνίες της, οι «ψευδαδελφοί της», αυτή την Ένωση είναι η ένωση που λέγει ο λύκος στο πρόβατο.
Το κακόμοιρο το πρόβατο ταπεινό και ανύποπτο, κι ο λύκος του λέγει με γλυκειά φωνή:
«Αρνάκι μου, πόσο σ’ αγαπώ!
Να, βλέπεις πως τρέχουνε τα σάλια μου από την αγάπη.
Τώρα θα σε φάω, και θα ενωθούμε»!

Γι’ αυτή την ένωση μιλά ο αγαπητός εν Χριστώ αδελφός μας.‘Ω εσείς, οδηγοί της Ορθοδοξίας, που ερωτοτροπείτε μαζί του, και που απογυμνώνετε την Εκκλησία μας από τον σεβάσμιο και ελληνικό χαρακτήρα της, για να διευκολύνετε αυτή την καταραμένη Ένωση. Αδιάφορο αν το Γένος μας θα το καταπιεί ο Λατίνος, και θα χαθή.
Αλλοίμονο!
Σήμερα λείψανε «οι καλοί ποιμένες οίτινες την ψυχήν αυτών τιθέασιν υπέρ των προβάτων», Θέλουνε να μπάσουνε στο μαντρί τους λύκους μαζί με τα πρόβατα.
Να τι έγραφε για τους Δυτικούς, πριν από 350 χρόνια ένας Πατριάρχης παλληκάρι, που μαρτύρησε για την πίστη
: «Εκείνοι οι Ρωμαίοι (Ρωμηοί, Ορθόδοξοι) όπου υπαγαίνουν εις την Ρώμην δια να μάθουν, άλλο δεν μαθαίνουσι, παρά να εναντιούνται των Ρωμαίων. Ούτε εκείνοι όπου διδάσκουν, άλλο δεν τους δείχνουν, παρά να μάθουν να χαλούσι τα δόγματα της ανατολικής Εκκλησίας».
Ο ίδιος έγραφε στον Πάπα: «Αν δεν έχωμεν σοφίαν εξωτέραν (κοσμικήν), έχομεν, χάριτι Χριστού, σοφίαν εσωτέρα και πνευματικήν, η οποία στολίζει την ορθόδοξον πίστιν, και εις τούτο πάντοτε είμεθα ανώτεροι από τους Λατίνους, εις τους κόπους, εις τας σκληραγωγίας, και εις το να σηκώνω μεν τον σταυρόν μας και να χύνωμεν το αίμα μας δια την πίστι και την αγάπην της προς τον Κύριον ημών Ιησού Χριστόν.
Αν είχε βασιλεύσει ο Τούρκος εις την Φραγκίαν δέκα χρόνους, Χριστιανούς εκεί δεν θα εύρισκες. Και εις την Ελλάδα, τώρα τριακοσίους χρόνους ευρίσκονται, και κακοπαθούσιν οι άνθρωποι και βασανίζονται, δια να στέκουν εις την πίστιν τους! Λάμπει η πίστης του Χριστού και το μυστήριον της ευσεβείας, και εσείς μου λέγετε ότι δεν έχομεν σοφίαν; Την σοφίαν σου δεν τη θέλω, ομπρός εις το Σταυρόν του Χριστού».

Έτσι μιλούνε τα παλληκάρια της Ορθοδοξίας, οι Ομολογητάι κι οι Μάρτυρες, εκείνοι που την αγαπούν περισσότερο από τη ζωή τους.


Απόσπασμα από το βιβλίο:
(Σωτήρια μηνύματα για την προστασία μας στους εσχάτους καιρούς,Εκδόσεις “Ορθόδοξος Κυψέλη” Θεσσαλονίκη)

ΠΗΓΗ

Πέμπτη 25 Ιουλίου 2013

Η Αποτείχιση του π. Σταύρου Βαΐου, κόλαφος και έλεγχος κατα των Οικουμενιστών

Η Αποτείχιση του π. Σταύρου Βαΐου

                 (Επιστολή)

"Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη
Φθιώτιδος κ. Νικόλαο

Ε Ν Τ Α Υ Θ Α
------Αρ. Πρωτ. 209/10.3.2009

Σεβασμιώτατε, τα σέβη μου,

Έλαβα χθες το υπ’ αριθμ. πρωτ. 203/5.3.2009 υμέτερο έγγραφο, με το οποίο μου ζητάτε ορισμένες πληροφορίες. Βρίσκομαι σε ιδιαίτερα δύσκολη θέση. Γνωρίζω ότι θα λυπήσω την Σεβασμιότητά σας, με την απάντησή μου αυτή. Δεν θα το ήθελα ποτέ αυτό το πράγμα, γιατί επί έτη διατέλεσα ως κληρικός υπό την ποιμαντική ευθύνη σας ως επισκόπου της Ιεράς Μητροπόλεως Φθιώτιδος. Έχω γευθεί αδιάκοπα σ’ όλο αυτό το διάστημα την μεγάλη αγάπη σας στο πρόσωπό μου. Ποτέ δεν είχα και δεν έχω το παραμικρό προσωπικό παράπονο εναντίον σας. Είμαι όμως υποχρεωμένος για λόγους συνειδήσεως, που είναι για μένα λόγοι Πίστεως, να σας απαντήσω ειλικρινά για τα θέματα αυτά, που με ρωτάτε, όπως άλλωστε απαντώ και σε όσους άλλους μου θέτουν παρόμοια ερωτήματα με τα δικά σας.



1. Η «κανονική εκκλησιαστική οδός»



1. Είναι αλήθεια, Σεβασμιότατε, ότι από διετίας περίπου έπαυσα το μνημόσυνο του ονόματός σας ως επισκόπου στις ιερουργίες που τελώ. Την ενέργειά μου αυτή την χαρακτηρίζετε ως διολίσθηση «της κανονικής εκκλησιαστικής οδού». Ποιά όμως είναι αυτή η «κανονική εκκλησιαστική οδός»;
Δεν προτίθεμαι να κάνω σε σας μαθήματα θεολογίας. Είμαι βέβαιος, ότι τα θέματα αυτά τα γνωρίζετε πολύ καλύτερα από μένα. Παρόλο όμως τον σεβασμό και την εκτίμηση που τρέφω στο πρόσωπό σας, θα μου επιτρέψετε να διευκρινίσω, ότι η οδός, κατά το λόγο του Κυρίου, είναι ο ίδιος ο Χριστός, ο οποίος είπε «εγώ ειμί η οδός, η ζωή και η αλήθεια...». Υπό την έννοια αυτή ο Χριστός είναι η σωτηρία μας. Χωρίς τον Χριστό κανένας δεν πρόκειται να σωθή.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας διδάσκουν ότι η σωτηρία του ανθρώπου είναι αποτέλεσμα δύο παραγόντων, της ορθής Πίστεως και του ορθού βίου. Εάν λείψουν αυτοί οι δύο παράγοντες, ή ένας από αυτούς, δεν σώζεται ο άνθρωπος. Η ορθή Πίστη οριοθετείται από την ακρίβειά της στην «άπαξ παραδοθείσα τοις αγίοις Πίστι» (Ιούδα 3), και από την μη «κοινωνία» με αιρετικούς ποιμένες. Δεν αρκεί δηλ. να έχει ένας πιστός ορθόδοξο φρόνημα, αλλά πρέπει και ο επίσκοπός του, που μνημονεύεται στο ναό, που εκκλησιάζεται ο πιστός, να είναι ο ίδιος ορθόδοξος, γιατί αλλιώς «μολύνεται», και ό,τι είναι ο επίσκοπός του, γίνεται και αυτός. Αν δηλ. ο επίσκοπός του είναι αιρετικός, καθίσταται και αυτός αιρετικός, καίτοι μπορεί ο ίδιος να έχει Ορθόδοξο φρόνημα!



2. Με την παύση του μνημοσύνου του ονόματός σας, Σεβασμιώτατε, νομίζω, ότι δεν έχω παρεκτραπεί καθόλου από την «κανονική εκκλησιαστική οδό», για τους εξής λόγους.
Την «κανονική εκκλησιαστική οδό» ορίζει η Αγία Γραφή, και οι Πατέρες οι οποίοι λένε:
α. Ο Απόστολος Παύλος μιλώντας στους πρεσβυτέρους της Εφέσου λέει μεταξύ άλλων και τα εξής: «εγώ οίδα τούτο ότι εισελεύσονται μετά την άφιξίν μου λύκοι βαρείς εις υμάς μη φειδόμενοι του ποιμνίου. Και εξ υμών αυτών αναστήσονται άνδρες λαλούντες διεστραμμένα του αποσπάν τους μαθητάς οπίσω αυτών». Δηλ. μέσα από την Εκκλησία, από τους ηγέτες της Εκκλησίας, θα ξεπηδήσουν άτομα, που θα λαλούν διεστραμμένα, που θα είναι αιρετικοί. Και πράγματι οι περισσότεροι αιρετικοί στην ιστορία της Εκκλησίας ήταν κληρικοί, πρεσβύτεροι, επίσκοποι, Πατριάρχες!



β. Ο άγιος Ιγνάτιος στην επιστολή προς τον άγιο Πολύκαρπο γράφει: «Πας ο λέγων παρά τα διατεταγμένα καν αξιόπιστος ή, καν νηστεύη, καν σημεία ποιή, καν προφητεύη, λύκος φαινέσθω εν προβάτου δορά, προβάτων φθοράν κατεργαζόμενος»!
Αυτό σημαίνει ότι θα υπάρξουν κληρικοί, οι οποίοι θα είναι «λύκοι βαρείς»! Θα μιλούν διεστραμμένα, δηλαδή κακόδοξα. Όταν οι κληρικοί αυτοί είναι επίσκοποι, τότε και οι πιστοί που τους ακολουθούν, καθίστανται και αυτοί κακόδοξοι, καίτοι μπορεί οι ίδιοι να έχουν ορθόδοξο φρόνημα.. Εάν όλοι οι επίσκοποι της Εκκλησίας καταστούν κακόδοξοι, τότε η Εκκλησία αυτή παύει να είναι Ορθόδοξη. Γίνεται αιρετική! Για το λόγο αυτό ο Κύριος είπε το φοβερό εκείνο λόγο «άρα ελθών ο υιός του ανθρώπου ευρήσει την πίστιν επί της γης;»



3. Πρέπει να σημειωθεί ότι κακόδοξος καθίσταται κάποιος, όχι μόνο πρωτογενώς, όταν δηλ. ο ίδιος κηρύττει, ή αποδέχεται κάποια αιρετική διδασκαλία, αλλά και όταν «κοινωνεί» με αιρετικούς, όπως είναι οι ποιμένες του.
α. Το μνημόσυνο του ονόματος του επισκόπου από κληρικό υποδηλώνει την μεταξύ τους «κοινωνία». Γι’ αυτό, ο Άτλας της Ορθοδοξίας, ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, λέει: «…πολύς εστιν ο του μνημοσύνου λόγος και ουχί μικρός, διότι εκείνοι μνημονεύονται επ’ εκκλησίαις, όσοι εισί Ορθόδοξοι και κοινωνικοί προς την αυτήν εκκλησίαν. Οι δε ακοινώνητοι ούτε μνημονεύονται, ούτε γαρ έχει άδεια τις των ιερωμένων εύχεσθαι επ’ εκκλησίαις»! Ο ίδιος δε άγιος Μάρκος, πιεζόμενος να μνημονεύσει τον Λατινόφρονα Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Μητροφάνη, είπε: «Εκφεύγειν άπασι τρόποις την κοινωνίαν αυτού ( του Πατριάρχου) και μήτε συλλειτουργείν αυτώ, μήτε μνημονεύειν όλως αυτού, μήτε αρχιερέα τούτον αλλά λύκον και μισθωτόν ηγείσθαι».



β. Οι αγιορείτες Πατέρες τον 13ο αιώνα, όταν πιέζονταν να μνημονεύσουν τον Λατινόφρονα Πατριάρχη Ιωάννη Βέκκο, σε επιστολή τους προς τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Παλαιολόγο, έγραψαν: «μολυσμόν έχει η κοινωνία, εκ μόνου του αναφέρειν αυτόν, καν ορθόδοξος είη ο αναφέρων»!



γ. Αλλά, και όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας ομόφωνα παραγγέλλουν, λέγοντας «Άπαντες οι της Εκκλησίας διδάσκαλοι, πάσαι αι Σύνοδοι, πάσαι αι θείαι γραφαί, φεύγειν τους ετερόφρονας παραινούσι και της αυτών κοινωνίας διϊστασθαι» (P.G. 160, 105C).



δ. Η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος αποφαίνεται: «Τοις κοινωνούσιν εν γνώσει (τοις αιρετικοίς) ανάθεμα» ( P.G. .13, 128)



ε. Οι Αποστολικές Διαταγές προτρέπουν: «Ώσπερ γαρ τω καλώ ποιμένι το μη ακολουθούν πρόβατον λύκοις έκκειται εις διαφθοράν. Ούτω τω πονηρώ ποιμένι το ακολουθούν πρόδηλον έχει τον θάνατον ότι κατατρώξεται αυτό. Διό φευκτέον από των φθορέων ποιμένων (Αποστολικαί Διαταγαί Β΄ ιθ΄)



στ. Ο Μέγας Αθανάσιος συμβουλεύει: «Βαδίζοντες την απλανή και ζωηφόρον οδόν , οφθαλμόν μεν εκκόψωμεν σκανδαλίζοντα, μη τον αισθητόν…αλλά τον νοητόν. Οίον εάν ο επίσκοπος ή ο πρεσβύτερος, οι όντες οφθαλμοί της Εκκλησίας, κακώς αναστρέφωνται, και σκανδαλίζωσι τον λαόν, χρη αυτούς εκβάλλεσθαι. Συμφέρον γαρ εστιν άνευ αυτών συναθροίζεσθαι εις ευκτήριον οίκον, ή μετ’ αυτούς εμβληθήναι, ως μετά Άννα και Καϊάφα, εις την γέεναν του πυρός…ίνα η Εκκλησία ασκανδαλίστως συναγομένη διαφυλαχθήσεται»( ΒΕΠΕΣ 31, 311)



ζ. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει: «Κρείττον γαρ ουδενός άγεσθαι. Πως ουν ο Παύλος φησί “πείθεσθε τοις ηγουμένοις υμών” ανωτέρω ειπών, “:ων αναθεωρούντες την έκβασιν της αναστροφής, μιμείσθε την πίστιν”, τότε είπε “πείθεσθε τοις ηγουμένοις υμών και υπείκετε;” Τι ουν φησίν; Όταν πονηρός ή, μη πειθώμεθα; Πονηρός πώς λέγεις; Ει μεν πίστεως ένεκεν, φύγε αυτόν και παραίτησαι, μη μόνον αν άνθρωπος ή, αλλά και άγγελος εξ ουρανού κατιών» (P.G. 63 , σελ.231 επ.).



η. Ο Άγιος Θεόδωρος Στουδίτης ορίζει: «Εχθρούς γαρ Θεού ο Χρυσόστομος ου μόνον τους αιρετικούς, αλλά και τους τοιούτοις κοινωνούντας μεγάλη τη φωνή απεφήνατο» (P.G. 99, 1049A) !
Ο αυτός άγιος Θεόδωρος Στουδίτης θεωρεί «προδοσίαν της Ορθοδόξου Ομολογίας» το να παραμένει κάποιος εν κοινωνία με τον κακοδοξούντα επίσκοπόν του ( P.G. 99, 1365)!
Ο ίδιος πάλι άγιος Θεόδωρος Στουδίτης λέει: «Έχουμε παραγγελία από τον Απ. Παύλο να θεωρούμε απαραδέκτους στον άγιο κλήρο αυτούς τους ποιμένες, που διδάσκουν διαφορετικά από όσα παραλάβαμε από τους αγίους Πατέρες και τις άγιες Συνόδους»!



θ. Ο Σίλβεστρος Συρόπουλος, ιστορικός της ψευδο-συνόδου Φλωρεντίας –Φεράρας, μετέπειτα Πατριάρχης λέει: «Εκείνοι γαρ μνημονεύονται επ’ εκκλησίαις, όσοι εισίν ομόδοξοι και κοινωνικοί προς την αυτήν Εκκλησίαν. Οι δε ακοινώνητοι, ουδέ μνημονεύονται ουδέ έχει άδειαν τις των ιερωμένων εύχεσθαι επ’ εκκλησίαις υπέρ ακοινωνήτου... Πώς ουν μνημονευθήσεται ο ακοινώνητος μετά των κοινωνικών»;



ι. Ο Μέγας Φώτιος λέει: «αιρετικός εστίν ο ποιμήν; λύκος εστίν. φεύγειν εξ αυτού και αποπηδάν δεήσει μην απατηθήναι προσέλθειν καν ήμερον αυτού παρισαίνειν δοκεί, φύγε την κοινωνίαν και την προς αυτόν ομιλίαν ως ιόν όφεως», (δηλ. Όταν ο ποιμένας είναι αιρετικός τότε γίνεται λύκος, και πρέπει να φεύγουμε και να απομακρυνόμαστε, και μη μας ξεγελάσει καν παρουσιάζεται ως ήρεμος, φύγε την επικοινωνίαν και την ομιλίαν, ωσάν το δηλητήριον του όφεως).



ια. Ο άγιος Γερμανός, Πατριάρχης ΚΠόλεως, σημειώνει : «Όσοι της Καθολικής Εκκλησίας εστέ τέκνα γνήσια φεύγειν όλω ποδί τη Λατινική υποταγή και μηδέ ευλογίαν εκ των χειρών αυτών λαμβάνειν την τυχούσαν. Κρείσσον γαρ εστίν εν τοις οίκοις υμών τω Θεώ προσεύχεσθαι κατά μόνας, ή επ’ εκκλησίαις συνάγεσθαι μετά λατινοφρόνων».



ιβ. Ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, προσθέτει: « Φεύγετε αυτούς, αδελφοί, και την προς αυτούς κοινωνίαν». Οι γαρ τοιούτοι ψευδαπόστολοι, εργάται δόλιοι, μετασχηματιζόμενοι εις αποστόλους Χριστού. Και ου θαυμαστόν. «Αυτός γαρ ο σατανάς μετασχηματίζεται εις άγγελον φωτός» Ου γαρ ουν, ει και οι διάκονοι αυτού μετασχηματίζονται ω ς διάκονοι δικαιοσύνης, ων το τέλος έσται κατά τα έργα αυτών… Στήκετε, κρατούντες τας παραδόσεις, ας παρελάβατε, τας τε εγγράφους και αγράφους, ίνα μη τω των αθέσμων πλάνη συναπεχθέντες εκπέσητε του ιδίου στηριγμού» Ι. Καρμίρη, ΔΣΜ. Α΄ σ. 361, 362)



ιγ. Ο 31ος Αποστολικός Κανόνας προβλέπει την απομάκρυνση των πιστών από κακοδόξους επισκόπους!



ιδ. Ο 15ος Κανόνας της Πρωτοδευτέρας Συνόδου, απόσπασμα του οποίου παραθέτω σε μετάφραση, λέει: «... όσοι απομακρύνονται από την “κοινωνία” με τον επικεφαλής τους εξαιτίας κάποιας αίρεσης .... αυτοί όχι μόνο δεν θα υποβληθούν στην προβλεπόμενη από τους κανόνες ποινή .... , αλλά και θα θεωρηθούν από τους Ορθοδόξους άξιοι τιμής που τους αρμόζει. Γιατί δεν καταδίκασαν επισκόπους, αλλά ψευτοεπισκόπους και ψευτοδιδασκάλους και δεν κατατεμάχισαν την ενότητα της Εκκλησίας με σχίσμα, αλλά φρόντισαν με ζήλο να σωθεί η Εκκλησία από σχίσματα και διαιρέσεις»!
Ερμηνεύων τον κανόνα αυτό ο διαπρεπής κανονολόγος Νικόδημος Μίλας γράφει: «Εάν Επίσκοπός τις ή Μητροπολίτης ή Πατριάρχης άρξηται να διακηρύττη δημοσία επ’ εκκλησίας αιρετικήν τινά διδαχήν, αντικειμένην προς την Ορθοδοξίαν, τότε οι προαναφερθέντες κέκτηνται δικαίωμα άμα και χρέος ν’ αποσχοινισθώσι πάραυτα του επισκόπου, Μητροπολίτου και Πατριάρχου εκείνου, διό ου μόνον εις ουδεμίαν θέλουσιν υποβληθή κανονικήν ποινήν, αλλά θέλουσι και επαινεθή εισέτι, καθ΄ όσον δια τούτου δεν κατέκριναν και δεν επανεστάτησαν εναντίον των νομίμων επισκόπων, αλλ’ εναντίον ψευδεπισκόπων και ψευδοδιδασκάλων, ούτε και εγκατέστησαν τοιουτοτρόπως σχίσμα εν τη Εκκλησία, αλλ’ αντιθέτως απήλλαξαν την Εκκλησίαν, εν όσω ηδυνήθησαν, του σχίσματος της διαιρέσεως» (Επισκόπου Νικοδήμου Μίλας, Οι Κανόνες της Ορθοδόξου Εκκλησίας μεθ’ ερμηνείας, Ι Ι, Novi Sad, σ. 290 – 291, μτφρ. εκ της Σερβικής υπό Ιερομ. – νυν επισκόπου- Ειρηναίου Μπούλοβιτς).






4. Γεννήθηκα και μεγάλωσα στους κόλπους αυτής της Εκκλησίας, η οποία κατέστη αιρετική. Σ’ αυτή την Εκκλησία, αγνοών τότε πάντα ταύτα, χειροτονήθηκα το 1978 κληρικός. Αυτήν υπηρέτησα μέχρι πριν από λίγα χρόνια, μέχρι που άρχισα να αντιλαμβάνομαι την αιρετική κατάστασή της.
Άρχισα να αντιλαμβάνομαι ότι οι καλοί ποιμένες είναι σπάνιοι, όπως λέει ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος «Σπάνιοι γαρ ως αληθώς και μάλιστα άρτι σε καλώς ποιμαίνειν και λατρεύειν ψυχάς λογικάς επιστάμενοι» ( Συμεών S. C. 104, 346).
Άρχισα να αντιλαμβάνομαι ότι αυτό που είπε ο Κύριος για τους Γραμματείς και Φαρισαίους της εποχής του, ισχύει και για τους σημερινούς επισκόπους της Εκκλησίας, που τότε ανήκα: «Επί της Μωσέως καθέδρας εκάθισαν οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι ( Ματθ. 23, 2 ) οι οποίοι ούτε οι ίδιοι σώζονται, αλλά δεν αφήνουν και τους άλλους να σωθούν! Ισχύει και το «Ουαί δε υμίν, Γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, ότι κλείετε την βασιλείαν των Ουρανών έμπροσθεν των ανθρώπων. Υμείς γαρ ουκ εισέρχεσθε, ουδέ τους εισερχομένους αφίετε εισελθείν» ( Ματθ. 23, 13)!
Και αυτό, γιατί οι Ιεράρχες της Εκκλησίας αυτής νόμισαν και νομίζουν ότι έχουν την εξουσία να παραβαίνουν τους Κανόνες και τα δόγματά της. Ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης λέει σχετικά: «Εξουσία τοις Ιεράρχαις εν ουδενί δέδοται επί πάση παραβάσει κανόνος. Ή μόνον στοιχείον τα δεδογμένα και έπεσθαι τοις προλαβούσιν» (Επιστολή 1, 24. P.G. 99, 985 C)!
Άρχισα να αντιλαμβάνομαι ότι οι επίσκοποί της δεν είναι πλέον Ορθόδοξοι ποιμένες, αλλά αιρετικοί Λατινόφρονες! Και όλοι οι αιρετικοί οδεύουν προς την αιώνια κόλαση. Οι Πατέρες είναι ξεκάθαροι στο ζήτημα αυτό.



α. Ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός λέει σχετικά: «ο λατινοφρονών μετά των Λατίνων κριθήσεται και ως παραβάτης της πίστεως λογισθήσεται» (Μάρκου Ευγενικού, Επιστολή προς Θεοφάνην, P.G. 160, 1097D, 1100A).



β. Ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς λέει ότι οι αιρετικοί δεν είναι της Εκκλησίας του Χριστού «Ουδέ της του Χριστού Εκκλησίας εισί, ως μη της αληθείας όντες» (Γρηγόριος Παλαμάς, Άπαντα β΄ 627. Αναίρεσις Γράμματος Ιγνατίου 2-4).



γ. Γι’ αυτό, ο Πατριάρχης Γεννάδιος Σχολάριος προτρέπει τους πιστούς να επιτηρούν τους επισκόπους για να ελέγχουν αν είναι Ορθόδοξοι. «Τους επισκόπους υμών επιτηρείτε, λέγει, ίνα ώσιν Ορθόδοξοι, και μη διδάσκουσι δόγματα εναντίον της Ορθοδόξου Πίστεως, μηδέ τοις αιρετικοίς, ή τοις απεσχισμένοις συλλειτουργώσι». (Πατριάρχου Νεκταρίου, Επιτομή Ιεροκοσμικής Ιστορίας, Εκδόσεις Ιεράς Μονής Σινά, Αθήναι 1980, σ.231)



Μετά από όλα τα παραπάνω η συνείδησή μου δεν μου επέτρεπε να συνεχίσω το μνημόσυνο του δικού σας ονόματος, Σεβασμιώτατε, όχι γιατί σας άκουσα καμιά φορά κηρύττοντα αιρετικές διδασκαλίες, αλλά ως «κοινωνούντα» με αιρετικούς επισκόπους, όπως είναι ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος, όπως θα δούμε πιο κάτω! Δεν διολίσθησα, λοιπόν, καθόλου από την «κανονική εκκλησιαστική οδό» της Ορθοδοξίας, απεναντίας, μάλιστα!



2. Είναι έγκλημα η τήρηση των εντολών του Θεού;



Γράφετε, Σεβασμιώτατε, ότι ανεχθήκατε «εν ταπεινώσει και ανοχή» επί διετία την μη μνημόνευση του ονόματός σας, αναμένοντας την διόρθωσή μου, αλλά μάταια!
Δηλαδή, αναμένατε, Σεβασμιώτατε, να λατινοφρονήσω και εγώ, και να καταστώ παπόδουλος; Να φραγκέψω; Απεναντίας, εγώ ανέμενα από τον επίσκοπό μου, τον οποίο με συνέπεια υπηρέτησα τόσα έτη, να αναλάβη πρωτοποριακό αγώνα για την Ορθόδοξη Πίστη, ως άλλος Μάρκος Ευγενικός! Ανέμενα, ο επίσκοπός μου να χαίρεται και να επιβραβεύει όσους είναι αφοσιωμένοι στην Ορθή Πίστη και αγωνίζονται γι’ αυτή! Αντί τούτου, σεις στραφήκατε δυστυχώς εναντίον μου!
Πόσο δίκαιο είχε ο Μέγας Βασίλειος, όταν έγραφε: «Εν έστιν έγκλημα νυν σφοδρώς εκδικούμενον, η ακριβής τήρησις των πατρικών Παραδόσεων» (Μέγας Βασίλειος ΕΠΕ 2, σελ. 34)!!



3. Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος



1. Συνεχίζοντες γράφετε ότι πληροφορηθήκατε ότι στέλνω υλικό υβριστικού περιεχομένου κατά του Πατριάρχη Βαρθολομαίου κλπ.
Ποτέ δεν διακίνησα υβριστικού περιεχομένου έγγραφα ή βιβλία κατά ουδενός προσώπου. Φοβάμαι ότι έχουμε διαφορετική αντίληψη περί του τί είναι «υβριστικό» και τι δεν είναι! Το να γράφει ένα έντυπο, ότι ο Πατριάρχης είναι αιρετικός, δεν είναι ύβρις! Είναι μιά αξιολογική κρίση, που απορρέει από επιβεβλημένο καθήκον κάθε χριστιανού να περιφρουρεί και υπερασπίζεται, ως φύλακας που είναι, την Ορθόδοξη Πίστη, όπως δήλωσαν οι Ορθόδοξοι Πατριάρχες το 1848.
Το πρόβλημα, Σεβασμιώτατε, είναι: Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος, ως και οι προκάτοχοί του, ο Δημήτριος, ιδιαιτέρως δε, ο διαβόητος Αθηναγόρας είναι αιρετικοί ή όχι; Οι λοιποί επίσκοποι της Εκκλησίας αυτής είναι Ορθόδοξοι ή αιρετικοί;



2. Αδίστακτα φρονώ, Σεβασμιώτατε, και μαζί μου πιστεύω, ότι συμφωνεί κάθε Ορθόδοξος, που δεν τον εγκατέλειψε ο φόβος του Θεού, ότι όλα τα πιο πάνω πρόσωπα είναι αιρετικοί!
Θα ευχόμουνα με όλη μου την ψυχή να μην είναι! Θα ευχόμουνα να είχα «πέσει έξω» στις εκτιμήσεις μου! Να είχα και να έχω κάνει λάθος! Μπορείτε, εσείς Σεβασμιώτατε, ή κάποιος άλλος να αποδείξει ότι ο Αθηναγόρας, ο Δημήτριος, ο Βαρθολομαίος δεν είναι αιρετικοί; Θα το χαρώ ιδιαίτερα! Και θα ζητήσω τότε δημόσια συγγνώμη, και από σας, και από εκείνους! ΄Όμως, αυτό είναι αδύνατο να γίνει. Γιατί οι άγιοι Πατέρες θεωρούν όλα τα άτομα αυτά αδιαμφισβήτητα ως ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ! Θα ήθελα όμως να σταθώ λίγο στα πρόσωπα αυτά.



α. Και κατά πρώτον, ο Αθηναγόρας!
Ο Αθηναγόρας, διακήρυξε τις μεγαλύτερες βλασφημίες και αιρέσεις: Είπε, όταν ήταν νέος ακόμα, στο χωριό του, εξωμολογείτο στον .... ιμάμη! Αυτό σημαίνει προσχώρησή του στο μωαμεθανισμό! Είπε επίσης, ότι όταν ήταν Μητροπολίτης στην Κέρκυρα, ασκούσε χρέη.... ραβίνου στη συναγωγή των Εβραίων! Δηλ. προσχώρησε και στον Ιουδαϊσμό! Στη συνέχεια, το1965, συμφώνησε και υπόγραψε με τον Πάπα, την «Ένωση των Εκκλησιών», για την οποία θ’ αναφερθούμε πιο κάτω! Μετά, οι δηλώσεις του για την Πίστη! Και τί δεν είπε, πράγμα το οποίο ανάγκασε μερικούς να γράψουν τα σκληρά πράγματα σε βάρος του, όπως:



β. Ο μοναχός Θεόκλητος Διονυσιάτης, ο οποίος έγραψε το 1965:
«Από το 1920 έχομεν συρροήν «βλασφημιών», δια του καινοτόμου Μεταξάκη, και του Ωριγενιστού Βασιλείου, αι οποίαι απεκορυφόθησαν δια του νυν Πατριάρχου κ. Αθηναγόρου. Οποίαι και οπόσαι βλασφημίαι!
Από το 1949 μέχρι σήμερον και τι δεν ηκούσαμεν από του στόματός του! Προς τι να τας επαναλάβωμεν; Προς τι να είπωμεν δια την «φιλτάτην του πατρίδα, την Τουρκίαν δια τας άνευ ανάγκης γλοιώδεις κολακείας προς το Ισλάμ, το ότι «ένα Θεόν πιστεύομεν πάντες» ή «όταν περιέρχωμαι εις αμηχανίαν, στρέφω το βλέμμα μου προς την εικόνα του Ατατούρκ και φωτίζομαι», τας ιδιοτύπους συλλειτουργίας μετά των Αρμενίων, τα τελούμενα μνημόσυνα επί νεκρών Τούρκων, αι συμφωτογραφήσεις μετά ελεεινών γυναικών, η αντικατάστασις του «μέτρου αληθείας ο Θεός», δια του «μέτρου ο άνθρωπος», η σιωπή του επί επιμόνου κατηγορίας ως μασόνου, η κατόπιν τόσου σκανδάλου, απειλήσαντος την ενότητα του Πατριαρχείου, προώθησις του μασόνου Ιακώβου εις Αμερικήν;
Προς τι να υπομνήσωμεν τα τόσον γνωστά γεγονότα των τελευταίων χρόνων;
Ποίος ποτέ Πατριάρχης Κπόλεως εδέχθη να γίνη όργανον μεγάλης εγκοσμίου δυνάμεως, δια να επιτύχη μίαν ψευδένωσιν των Εκκλησιών εις βάρος της Ορθοδόξου Πίστεως; Ποίος ελάλησε τόσον φιλελεύθερα και αντορθόδοξα, ως ούτος ο άνθρωπος;…. Ποίος άλλος είπε, ότι «μεταξύ Ορθοδόξων και Λατίνων δεν υπάρχουν διαφοραί»; Ποίος άλλος ετραυμάτισε την εθνικήν μας φιλοτιμίαν με τον νοσηρόν του φιλοτουρκισμόν του; Ποίος προσέφερε «γην και ύδωρ» εις τον πάπαν;
Ποίος εδίχασε το πλήρωμα της Ορθοδόξου Ελληνικής Εκκλησίας, εις ενωτικούς και ανθενωτικούς;
Ποίος περιήγαγεν εις τόσον ταπεινωτικήν θέσιν το κύρος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, δια μιάς αχρείου Ορθοδόξως και φιλολατινικής πολιτικής;
Διατί, λοιπόν, όλα αυτά δεν αποτελούν «βλασφημίας κατά του αγίου Πνεύματος» και τα δεινά τα οποία υπέστη το Πατριαρχείον μας και ο εις την Τουρκίαν λαός μας δεν αποτελούν «ένδικον μισθαποδοσίαν» υπό του Θεού μη φειδομένου και προ αυτού εκ του ολοκληρωτικού εκ της βασιλίδος «ξεριζώματος»;



γ. Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Β΄ ( Χατζησταύρος):
«αι αντορθόδοξοι ενέργειαι του Πατριάρχου (Αθηναγόρα) κατατείνουν εις την πλήρη υποδούλωσιν της Ορθοδοξίας εις τον πάπαν..»!!



δ. Ο Αρχιμ. π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος:
«Παναγιώτατε. Από πολλού απεδείξατε Υμάς αυτόν ως οπαδόν του πλέον απαισίου συγκρητισμού. Έχετε άρα γε αντιληφθή τι σημαίνει κατά βάθος ο επάρατος Οικουμενισμός; Υπό τον επάρατον Οικουμενισμόν δεν κρύπτεται απλώς μία αίρεσις. Κρύπτεται αυτή αύτη η άρνησις του αποκαλυπτικού χαρακτήρος της χριστιανικής Πίστεως. Κατά τούτο ο Οικουμενισμός είναι χείρων πάσης αιρέσεως»!



ε. Ο Πατριάρχης Δημήτριος:
Ο Δημήτριος διακήρυξε ότι ακολουθεί τη γραμμή του προκατόχου του Αθηναγόρα! Επίσης, είπε, ότι «όλοι οι χριστιανοί οι πιστεύοντες εις τον Ιησούν Χριστόν ως Υιόν του Θεού, και σωτήρα του κόσμου είμεθα εν σώμα…»! Είπε, ότι ένας Ορθόδοξος μπορεί «να μεταλάβη» σε παπική εκκλησία, διότι «εκατέρα των Εκκλησιών ημών (εννοεί την Ορθόδοξη και την παπική) έχει παραλάβη και τελεί τα αυτά ιερά μυστήρια»! Είπε ακόμα, ότι «δεν υπάρχει διαφορά εις το θέμα της αποστολικής διαδοχής, αναγνωρίζομεν τον πάπαν ως διάδοχον των Αποστόλων, όπως εμείς είμεθα διάδοχος των Αποστόλων» κτλ.!



στ. Ο Βαρθολομαίος:



Ο Ολιβιέ Κλεμάν, Ορθόδοξος Θεολόγος , λέει ότι ο Βαρθολομαίος δέχεται ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία δεν είναι - η μοναδική –« Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία» του Συμβόλου της Πίστεως, αλλ’ απλώς μία από τις μείζονες εκφράσεις του Χριστιανισμού, που έχει πλήρη συνείδηση ότι μέσα της υπάρχει ακόμη «Μία, αγία, καθολική και αποστολική Εκκλησία»! Έχει δηλώσει ότι «Ορθοδοξία και παπισμός αποτελούν «το ενιαίον σώμα του Χριστού»! Άλλοτε δήλωσε, ότι Ορθοδοξία και Αγγλικανισμός είναι «αδελφαί Εκκλησίαι» και έχουν κοινή ευθύνην «εν τη καθόλου Εκκλησία»! Ακόμα είπε: «Εμείς οι θρησκευτικοί ηγέτες πρέπει να φέρουμε στο προσκήνιο τις πνευματικές αρχές του οικουμενισμού, της αδελφοσύνης και της ειρήνης. Αλλά για να το πετύχουμε αυτό πρέπει να είμαστε ενωμένοι στο πνεύμα του ενός Θεού... Ρ/Καθολικοί και Ορθόδοξοι, Προτεστάνται και Εβραίοι, Μουσουλμάνοι και Ινδοί, Βουδισταί....»! Στις 27 Ιουνίου 1995 ο Βαρθολομαίος μίλησε σε Παπικούς νέους, ειπών και τα εξής:: «Τέκνα της Εκκλησίας εν Κυρίω ευλογημένα και αγαπητά... συνεορτάζομεν η Ανατολή και η Δύσις ( την θρονικήν εορτήν της Ρώμης). Θεού το δώρον... εορτάζομεν, διότι είμεθα η επί γης πορευομένη κοινωνία των Αγίων... είναι δε η εορτή της Εκκλησίας πεπληρωμένη όταν είναι παρούσα και συνεορτάζουσα η νεολαία... Ελάβατε διά του Αγίου Βαπτίσματος και του Χρίσματος τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Φέρετε εν τη ψυχή και τω μετώπω υμών τα σημεία της Βασιλείας των Θεού»! Άλλοτε, δήλωσε ότι Ιεροί Κανόνες είναι τα «τείχη του αίσχους» («Επίσκεψις 29.6. 1989) !!!
Ακόμα, δήλωσε ότι «.. η μετάνοια ημών δια το παρελθόν είναι απαραίτητος. Δεν πρέπει να σπαταλήσωμεν τον χρόνον εις αναζητήσεις ευθυνών. Οι κληροδοτήσαντες εις ημάς την διάσπασιν προπάτορες ημών υπήρξαν ατυχή θύματα του αρχεκάκου όφεως και ευρίσκονται ήδη εις χείρας του δικαιοκρίτου Θεού. Αιτούμεθα υπέρ αυτών το έλεος του Θεού, αλλά οφείλομεν ενώπιον Αυτού όπως επανορθώσωμεν τα σφάλματα εκείνων» (Εκκλ. Αλήθεια 16. 12. 1998)!!!



3. Σεβασμιώτατε, είναι όλα τα άτομα αυτά αιρετικά, ή όχι; Είναι ο Οικουμενισμός, τον οποίο κηρύττουν οι ανάξιοι αυτοί Πατριάρχες, και οι όμοιοί τους επίσκοποι, αίρεση, ή όχι; Ας το εξετάσουμε:



α. Ο άγιος Ειρηναίος λέει: «Οι αιρετικοί ως «παραχαράκται της αληθείας, πέμπονται εις πυρ αιώνιον» (Ειρηναίου κατά αιρέσεων 3,4,2.)!



β. Ο Μέγας Αθανάσιος λέγει: «αγάπα πάντα άνθρωπον. Και ειρήνευε μετά πάντων, χωρίς αιρετικών. Ο γαρ αιρετικός λύκος εστί της του Χριστού ποίμνης, και του Αντιχρίστου Πρόδρομος» (Μεγ. Αθανασίου, Πίστις των αγίων 318 Πατέρων, P.G. 28, 1641 BC).



γ. Ο Μέγας Φώτιος λέει: «Εν τοις περί πίστεως και το παρεκκλίναι μικρόν, αμαρτείν εστιν αμαρτίαν την προς θάνατον» (Φώτιος P.G. 102, 604C )



δ. Ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς θεωρεί ότι η αποσιώπηση των δογματικών διαφορών μας από τους αιρετικούς αποτελεί «τρίτον είδος αθεΐας» (Γρηγ. Παλαμά, Συγγράμματα, εκδ. Π. Χρήστου, Θεσ/κη 1966, σελ. 483, στ. 23.)!



ε. Η Σύνοδος Κων/πόλεως του έτους 1724 διακήρυξε: Αιρετικοί είναι εκείνοι οπού αποσκιρτήσουσιν από την ευσέβειαν και αφήσουσι μεν τα πάτρια και ορθά της πίστεως ημών δόγματα και τας κοινάς παραδόσεις της Εκκλησίας, περιπέσωσι δε και εξολισθήσωσιν εις νεωτερισμούς και αλλοκότους υπολήψεις και έθη ετερόδοξα και παραχαράξωσι και νοθεύσωσι την της ευσεβείας αλήθειαν, οι τοιούτοι ούτε πλέον είναι, ούτε ονομάζονται τη αληθεία Χριστιανοί, αλλ’ ως ετερόδοξοι και νεωτεριστάς εκκόπτοντας και χωρίζοντας της εκκλησιαστικής και χριστιανικής ολομελείας και της ιεράς μάνδρας εκβάλλονται ως πρόβατα ψωριώντα και μέλη σεσηπότα» (Mansi, 37, 209)!



4. Είναι ο Οικουμενισμός αίρεση και οι Οικουμενιστές αιρετικοί;



α. Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Β΄ ( ο Χατζησταύρου) λέει: «... Ας σκεφθη ο Ορθόδοξος Ελληνικός λαός, πού οδηγείται δια της νέας ταύτης θεωρίας του Οικουμενισμού.
Καλείται να εγκαταλείψη δόγματα και παραδόσεις θεοπνεύστους και αιωνοβίους και να αδιαφορήση δια τας συνεπείας και τας επιπτώσεις εις θρησκευτικήν αδιαφορίαν, την οποίαν προβλέπων εν πνεύματι αγίω ο πνευματικός της Αποκαλύψεως συγγραφεύς, έγραψε προ δισχιλίων ετών δια τον Άγγελον της Λαοδικείας «Οίδα σου τα έργα, ότι ούτε ψυχρός ει, ούτε ζεστός. Όφελον ψυχρός ης, η ζεστός. Ούτως, ότι χλιαρός ει και ούτε ζεστός, ούτε ψυχρός, μέλλω σε εμέσαι εκ του στόματός μου, ότι λέγεις, ότι πλούσιος ειμί και πεπλούτηκα, και ουδενός χρείαν έχω και ουκ οίδας, ότι συ ει ο ταλαίπωρος και ελεεινός και πτωχός και τυφλός και γυμνός. Συμβουλεύω σοι αγοράσαι παρ’ εμού χρυσίον πέπυρωμένον εκ πυρός, ίνα πλουτίσης, και ιμάτια λευκά, ίνα περιβάλη και μη φανερωθή η αισχύνη της γυμνότητός σου και κολλύριον ίνα εγχρίση τους οφθαλμούς σου, ίνα βλέπεις, εγώ όσους φιλώ ελέγχω και παιδεύω. Ζήλευε ουν και μετανόησον» (Αποκ. 3, 16).
Πλούσιοι έχομεν γίνει και ημείς εν σοφία κοσμική και οδηγούμεθα να αδαφορήσωμεν δια την ορθόδοξον πίστιν και να πιστεύσωμεν εις ανεμωλίους και αυτόχρημα κωμικάς διδασκαλίας. Οδηγείται ο Έλλην Ορθόδοξος λαός να αδιαφορήση μεν προς την πίστιν, ην εκράτησαν και εκράτυναν οι αιώνες της ιστορίας ημών, αιώνες διωγμών, αιμάτων, βασανιστηρίων, επιδρομών βαρβάρων, αλλ’ αιώνες δόξης και τιμής, και αναγεννήσεως ημών και ως χριστιανών και ως Ελλήνων.....
Τους δε συγχρόνους πονηρούς και γόητας της «Οικουμενικής κινήσεως», ιδού πως περιγράφει εν πνεύματι ο αυτός Απόστολος, «Πονηροί δε άνθρωποι και γόητες προκόψωσιν επί το χείρον, πλανώντες και πλανώμενοι, συ δε μένε εν οις έμαθες και επιστώθης, ειδώς παρά τινος έμαθες... έσται γαρ καιρός ότε της υγιαινούσης διδασκαλίας ουκ ανέξονται, αλλά κατά τας επιθυμίας τας ιδίας εαυτοίς επισωρεύσουσι διδασκάλους κνηθόμενοι την ακοήν και από μεν της αληθείας την ακοήν αποστρέψουσι επί δε τους μύθους εκραπήσονται» ( Β΄ Τιμ. 3, 13 και 4, 3- 5).
Δεν μένει άλλο παρά να επαναλάβωμεν προς τους νεοδιδασκάλους της οικτράς κατά συλληψιν και εκτέλεσιν οικουμενικής κινήσεως την μετ’ αγανακτήσεως θείας επιτίμησιν αυτού του Θεού της Εκκλησίας, προς όλους μετ’ αγανακτήσεως και αποστροφής αποτείνεται δια του ψαλμωδού και λέγει (Ψαλμ. 19,16) «Ίνα τι συ εκδιηγή τα δικαιώματά μου και αναλαμβάνεις δια στόματός σου την διαθήκην μου;» (Αρχιεπ. Αθηνών Χρυσοστόμου Β΄ Πεπραγμένα, τ. γ΄).



β. Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χριστόδουλος είπε: «Ο Οικουμενισμός, πραγματικά έτσι όπως έχει επικρατήσει να σηματοδοτείται ο όρος αυτός, βεβαίως είναι αίρεσις, διότι σημαίνει απάρνηση βασικών χαρακτηριστικών γνωρισμάτων της Ορθοδόξου Πίστεως, όπως είναι, φέρ’ ειπείν, η αποδοχή της θεωρίας των κλάδων...
Εμείς πιστεύουμε ότι η Ορθοδοξία είναι η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία. Τέρμα! Σ’ αυτό, δεν γίνεται συζήτηση. Επομένως, πας όστις πρεσβεύει τα αντίθετα μπορεί να λέγεται οικουμενιστής και επομένως να είναι αιρετικός (περιοδ. Παρακαταθήκη Θεσ/κης Ιούλιος – Αύγουστος 1998)



γ. Ο π. Ιουστίνος Πόποβιτς λέει: «Ο Οικουμενισμός είναι κοινό όνομα δια τους ψευδοχριστιανούς, διά τας Ψευδοεκκλησίας της Δυτικής Ευρώπης. Μέσα του ευρίσκεται η καρδία όλων των Ευρωπαϊκών Ουμανισμών με επικεφαλής τον Παπισμόν. Όλοι δε αυτοί οι ψευδοχριστιανοί, όλαι αι ψευδοεκκλησίαι δεν είναι τίποτα άλλο, παρά μία αίρεσις παραπλεύρως, εις την άλλην αίρεσιν. Το κοινόν Ευαγγελικόν όνομά τους είναι η παναίρεσις» (Ιουστίνος Πόποβιτς, Ορθόδοξος Εκκλησία και Οικουμενισμός, Θεσ/κη 1974, σ.224)



δ. Ο καθηγητής Ανδρέας Θεοδώρου, γράφει: «Ο Οικουμενισμός δεν είναι αίρεσις και παναίρεσις, ως συνήθως χαρακτηρίζεται. Είναι κάτι πολύ χειρότερον της παναιρέσεως.... Ο Οικουμενισμός είναι υπέρβασις, αμνήστευσις, παραθεώρησις, δια να μη είπωμεν νομιμοποίησις και δικαίωσις των αιρέσεων. Είναι η ετεροδοξία παρηλλαγμένη και μεταμεμορφωμένη, ήτις επιζητεί αρμονικώς να συνυπάρχη μετά της καθολικότητος... Ο Οικουμενισμός είναι νόσος προς θάνατον» (Α. Θεοδώρου, Η Ορθοδοξία χθες και σήμερον, Αθήναι 1973, σ. 21.



ε. Ο μακαριστός Φώτης Κόντογλου, είπε: «... Ο φιλοπαπισμός (στον οποίο οδηγεί ο Οικουμενισμός) κατάντησε πιο σιχαμερός κι’ απ’ αυτόν τον παπισμό, αν είναι δυνατόν ένα τέτοιο πράγμα. Σαν μαγνήτης τραβά όλο το πνευματικό πύον της Ελλάδος.
Στον Αθηναγόρα και στους περί αυτόν και μετ’ αυτού βρίσκουν προστασία όλοι οι ανήθικοι, για να πυκνώσουν τις τάξεις των προδοτών της Ορθοδοξίας. Θράσος και κολακεία, υποκρισία και δωροδοκία, ιδού τα όπλα του θεατρίνου του Φαναρίου....» (εφημερίδα «Ορθόδοξος Τύπος», Φεβρουάριος 1966)!



στ. Ο μοναχός Θεόκλητος Διονυσιάτης, έγραψε για τους Οικουμενιστές:
«Οι «οικουμενισταί» είναι γελοία υποκείμενα, δυστυχείς, οιηματίαι, φαντασιόπληκτοι,, αβαθείς, προκαλούντες πότε τον οίκτον και πότε τον πικρόν γέλωτα εις τους Ορθοδόξους χριστιανούς. Επιδεικνύουν πολυμάθειαν, ενώ είναι επιπόλαιοι και αντιφατικοί....» (Θεοκλήτου Διονυσιάτου, Η ανατομία του «οικουμενισμού» ΤΥΠΟΣ 67 Σεπτ. 1966, σ. 1.)!!



Να, λοιπόν, Σεβασμιώτατε, πώς χαρακτηρίζουν τους Πατριάρχες και τους Οικουμενιστές, καταξιωμένα στην κοινωνία πρόσωπα!






5. Η αποτείχιση



1. Γράφετε, Σεβασμιώτατε ότι προτρέπω τους ιερείς να αποτειχισθούν από την Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν!
Με συγχωρήτε, Σεβασμιώτατε, εδώ, δεν αληθεύετε! Ποτέ δεν είπα σε κανέναν, ούτε θα ειπώ να φύγει από την Εκκλησία, την Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν! Θεωρώ, αυτό ασυγχώρητη βλασφημία κατά του αγίου Πνεύματος!
Εκείνο, που συνιστώ, σε όσους με ρωτούν τί πρέπει να κάνουν μετά τα όσα βλέπουν να γίνονται στην Εκκλησία, που ανήκουν, είναι: Τους λέω αυτά που λέγουν οι ΠΑΤΕΡΕΣ μέσα από τους ΚΑΝΟΝΕΣ των συνόδων, δηλ. να αποτειχισθούν από τους αιρετικούς επισκόπους τους και από την αιρετική Εκκλησία τους, για να είναι έτσι πάντοτε εντός της Εκκλησίας του Χριστού, που είναι η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία!



2. Οι λόγοι, που στηρίζω την εκτίμησή μου ότι η Εκκλησία όσων έχουν «κοινωνία» με τον Βαρθολομαίο είναι αιρετική, δεν είναι μόνο οι ανωτέρω. Είναι και άλλοι. Σπουδαιότερος δε από όλους αυτούς είναι το ότι η Εκκλησία αυτή ενώθηκε με την παπική!



α. Πράγματι, το 1965 ο Πατριάρχης Αθηναγόρας συμφώνησε και υπόγραψε με τον πάπα Παύλο 6ο την ένωση των Εκκλησιών τους! Έκτοτε, οι εκκλησιαστικοί ηγέτες της Εκκλησίας αυτής, προπαντός οι Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, όπως ο Βαρθολομαίος, αγωνίζονται να υλοποιήσουν την συμφωνημένη αυτή προδοσία της Ορθοδοξίας, ποντάροντας στην αδιαφορία τω πιστών της Εκκλησίας αυτής και την θεολογική αφασία των κληρικών της! Φαντάζομαι θα ενθυμείσθε, Σεβασμιώτατε, τι εγίνετο σε άλλες εποχές με το παραμικρό! Τώρα, δεν μιλάει κανένας! Ούτε επίσκοπος, ούτε άλλος κληρικός! Όλοι συναγωνίζονται να τα έχουν καλά με τους Λατινόφρονες του Φαναρίου και τον Καίσαρα της εξουσίας, για να μη χάσουν την εύνοια του Βαρθολομαίου, ή τον μισθό της Πολιτείας! Αν ζούσε σήμερα κάποιος από τους Πατέρες, όπως ο Μέγας Αθανάσιος, ο Μέγας Βασίλειος , ο Γρηγόριος, ο Χρυσόστομος, ο Μέγας Φώτιος, ο Παλαμάς, ο Μάρκος ο Ευγενικός, ο Κοσμάς ο Αιτωλός κτλ. Θα σιωπούσαν; Θα επεδείκνυαν την οσφυοκαμψία τους προ του Βαρθολομαίου; Ασφαλώς, όχι!
Αυτό σημαίνει, Σεβασμιώτατε, ότι τα μέλη της Εκκλησίας αυτής είναι παπικοί! Ω, τλήμων Ορθοδοξία, σε ποιά χέρια κατάντησες! Δεν υπάρχει επί τέλους ένας επίσκοπος, που να το λέει η ψυχή του, να σηκώσει το λάβαρο της Ορθοδοξίας ψηλά και να σαλπίσει συναγερμό, για την υπεράσπιση της Ορθής Πίστεως; Δεν υπάρχει στην Εκκλησία αυτή ένας ανδρείος επίσκοπος; Δεν υπάρχει, δυστυχώς! Γιατί αν υπήρχε, θα υπήρχε η ελάχιστη ελπίδα η κακόδοξη αυτή Εκκλησία να αποκαθαρθή από την αίρεση και να επανετροχιασθή στο κορμό της Μιάς Εκκλησίας του Χριστού! Να, η ευθύνη των μελών της!



β. Η Εκκλησία του Βαρθολομαίου και όσων «κοινωνούν» με αυτόν, δεν είναι πλέον Ορθόδοξη Εκκλησία! Είναι εξ ολοκλήρου αιρετική!
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η Εκκλησία αυτή δεν αρκείται πλέον στη νοθεία των δογμάτων και των άλλων διδασκαλιών της Ορθοδοξίας, αλλά τώρα προχωρεί και σ’ αυτή τη νοθεία του αγιολογίου της! Οι Λατινόφρονες του Φαναρίου, αλλά και οι Προκαθήμενοι των άλλων Εκκλησιών, που κοινωνούν με το κακόδοξο Φανάρι, προσθέτουν στο αγιολόγιο της Εκκλησίας, αφερέγγυα, από πλευράς Ορθοδοξίας, πρόσωπα, τα οποία ο Θεός ποτέ δεν φανέρωσε ότι θέλει η Εκκλησία Του να τιμά και προσκυνεί ως αγίους! Πολλά από αυτά τα πρόσωπα, που η κακόδοξη Εκκλησία του Βαρθολομαίου και των «συν αυτώ» ανακηρύττει δήθεν ως αγίους, είναι ψευδοάγιοι, επικίνδυνα για τη σωτηρία των ανθρώπων!
Ο λόγος της επικινδυνότητάς τους έγκειται στο ότι στην Ορθοδοξία οι άγιοι είναι οι οδηγοί των πιστών προς τη σωτηρία. Αν ένας άγιος είναι π.χ. μασόνος, όπως ο Χρυσόστομος Σμύρνης, που ανακήρυξε άγιο πριν από λίγα χρόνια η κρατικοδίαιτη «Εκκλησία της Ελλάδος», αυτό σημαίνει ότι μπορούν όλα τα μέλη της Εκκλησίας αυτής να γίνουν μασόνοι κα να είναι «καλοί χριστιανοί», και να πάνε και στον ... Παράδεισο, όπως έβαλαν οι επίσκοποί τους και τον Χρυσόστομο Σμύρνης!! Κα δεν είναι μόνο ο Χρυσόστομος Σμύρνης. Είναι και άλλοι που είναι Οικουμενιστές! Ένας άλλος, μάλλον φιλοπαπικός, που διδάσκει ότι οι ψυχές των νεκρών κοινωνούν το σώμα και το αίμα του Κυρίου, το οποίο τους το μεταφέρουν άγγελοι, οι οποίοι κατεβαίνουν στη γη και το κλέβουν από όπου γίνεται Ορθόδοξη λειτουργία! Δεν γνωρίζω, τώρα, που η Εκκλησία του Βαρθολομαίου και των «συν αυτώ» ενώθηκε με τον Πάπα, αν οι άγγελοι θα κλέβουν και ... όστιες, για να κοινωνούν τις ψυχές! Να πόσο γελοίοι γίνονται στην αίρεσή τους ο κακόδοξοι οπαδοί του Βαρθολομαίου! Και μη χειρότερα!



γ. Και σαν να μην έφταναν αυτές οι αγιοποιήσεις ήρθαν και άλλες, οι οποίες επί του παρόντος είναι ανεπίσημες! Είναι των «αγίων» γεροντάδων, ορισμένων ευσεβιστών! Έτσι, στους καινούργιους αυτούς «αγίους» (ή ψευδοαγίους, πραγματικά «νεοφανείς»!!!) χτίζονται ναοί, αγιογραφούνται ούτοι, τελούνται γιορτές και παννυχίδες, «φλομώνουν» τον κόσμο με τα βιβλία τους και τα απίστευτα ψευδοθαύματά τους! Και όλα αυτά με τις ευλογίες της Εκκλησίας τους! Και όταν δεν φτάνουν αυτοί να γεμίζουν τα παγκάρια ή τις τσέπες τους, κάνουν εισαγωγή τέτοιων «αγίων» από το ... εξωτερικό, πως τη Ρωσία, που είναι ασύγκριτα πιο εύκολη η αγιοποίησή τους!!
δ. Διανύουμε ήδη, Σεβασμιώτατε, τη Αγία και Μεγάλη Σαρακοστή. Μεθαύριο είναι η Κυριακή της Ορθοδοξίας, η δε επόμενη Κυριακή είναι του αγίου Γρηγορίου Παλαμά.
Δεν αμφιβάλλω ότι και τις δύο αυτές Κυριακές θα ακουστούν στις εκκλησιές σας εγκωμιαστικοί λόγοι για τους προμάχους της Πίστεώς μας, από επισκόπους σας, που έχουν ως πρότυπό τους προς μίμηση, τους εικονομάχους και τους άλλους αιρετικούς, σαν τον Βαρλαάμ και τον Ακίνδυνο κλπ.! Να, η σχιζοφρένεια της Εκκλησίας του κ. Βαρθολομαίου!
Αλήθεια, ένας άνθρωπος με κοινό νου, με λίγη αξιοπρέπεια, πως μπορεί να συναγελάζεται με τέτοια πρόσωπα; Γι’ αυτό άδειασαν οι Εκκλησίες σας από ανθρώπους, και προπαντός από νεολαία!
Αρχιερείς, σύνετε!






6. Ως προς την κηδεία του αειμνήστου Απ. Σταφύλη



Ο αείμνηστος Απόστολος Σταφύλης ήταν πνευματικό μου τέκνο. Ήταν και αυτός αποτειχισμένος εδώ και 2 χρόνια. Εξομολογείτο και κοινωνούσε όταν και όπου λειτουργούσα εγώ. Είχα ιερό χρέος να τελέσω την εξόδια ακολουθία του επειδή ο ίδιος το είχε ζητήσει.
Δεν ζήτησα από σας καμιά άδεια, γιατί δεν ανήκω σε σας! Δεν είστε πλέον ο επίσκοπός μου, εδώ και μία διετία, που δεν σας μνημονεύω, για λόγους πίστεως.



7. Ως προς την εξομολόγηση.



Βεβαίως, εξομολογώ. Δεν ανήκω στη δικαιοδοσία τη δική σας και συνεπώς δεν υποχρεούμαι να ζητήσω τη δική σας άδεια.



8.Ως προς την Εκκλησία, που ανήκω.



Ανήκω στην διαχρονική κανονική Εκκλησία του Χριστού, που είναι η Μία, Άγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία. Είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία, που σέβεται και ακολουθεί τις Παραδόσεις, μεταξύ των οποίων και το Παληό Ημερολόγιο, το οποίο δεν άλλαξε το 1924, όταν ο μασόνος Χρυσόστομος Παπαδόπουλος θέλησε να το αντικαταστήσει με το φράγκικο.
Δεν ανήκω, ως εκ τούτου στην κακόδοξη Εκκλησία του Βαρθολομαίου και όσων «κοινωνούν»με αυτόν! Ανήκω στην Εκκλησία του Χριστού και τηρώ το Παλαιό Ημερολόγιο, χωρίς να έχω προσχωρήσει σε οποιαδήποτε παραταξή του.
Κατόπιν τούτων, σας ενημερώνω, ότι εφεξής δεν επιθυμώ καμία περαιτέρω σχέση ή επαφή μαζί σας ή με οποιονδήποτε εκπρόσωπο της κακόδοξης Νεοημερολογιτικής Εκκλησίας διότι είμαι ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΜΕΝΟΣ από αυτή.
Με όσες ψυχοσωματικές δυνάμεις μου απέμειναν έως το τέλος της ζωής μου θα υπηρετώ τον ΧΡΙΣΤΟ ΜΟΥ και την Εκκλησία Του τιμώντας τους Αγίους της, τους μόνους εγγυητάς και γνησίους ερμηνευτάς.
Δηλώνω, εάν ενδεχομένως δεν γίνουν κατανοητές οι θέσεις που προεξέθεσα και ως εκ τούτου παραπεμφθώ εις τα εκκλησιαστικά δικαστήρια ιεροδικεία το γεγονός αυτό καθόλου δεν με φοβίζει ούτε και με πτοεί.
Στα δικαστήρια σας αυτά δεν προτίθεμαι σε καμιά περίπτωση να παραστώ. Ούτε άλλωστε με ενδιαφέρει οποιαδήποτε απόφαση και αν λάβουν, την οποία ποτέ δεν πρόκειται να αναγνωρίσω και εφαρμόσω, γιατί δε είμαι κληρικός της κακόδοξης Εκκλησίας σας. Μου αρκεί ότι η Εκκλησία του Χριστού, στην οποία με τη χάρη Του ανήκω, με θεωρεί κανονικό κληρικό της, που παρά την αναξιότητά μου μεταδίδω στα μέλη της την αγιαστική χάρη των μυστηρίων της.
Ως εκ τούτου, δεν θέλω να ενοχληθώ άλλη φορά, για τα θέματα αυτά. Πάντως, σας πληροφορώ, ότι δεν θα παύσω ποτέ να προσεύχομαι για την Σεβασμιότητά σας να σας δίνει ο Θεός υγεία και να σας οδηγεί σε οδούς σωτηρίας.
Με αγάπη Χριστού
π. Σταύρος Βάϊος"



ΕΙΣ ΜΝΗΜΗΝ ΤΟΥ ΚΟΙΜΗΘΕΝΤΟΣ ΕΝ ΧΡΙΣΤΩ ΑΔΕΡΦΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΣΤΑΦΥΛΗ.



Τετάρτη 24 Ιουλίου 2013

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΜΕΘΟΔΙΟΥ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΕΣΦΙΓΜΕΝΟΥ (24-7-13)

ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΟΥ ΔΙΩΓΜΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΕΣΦΙΓΜΕΝΟΥ ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΟΝΟ...










Ἡ Ἁγία Ὂλγα ἡ Ἰσαπόστολος (11 Ἰουλίου)

Φωτογραφία του Αθανάσιος Καλαμαρινός.


Υπάρχει, λοιπόν, Αγία Όλγα, η όποια είναι και Ισαπόστολος. Τον τίτλο πού τον έχουν ελάχιστοι της τον έδωσε η Αγία μας Εκκλησιά, διότι συνετέλεσε πολύ, 
όπως και οι Απόστολοι, για τη διάδοση και εξάπλωση του Χριστιανισμού.

Η Αγία Όλγα γεννήθηκε το 895 μ.Χ. στη Ρωσία. Οι γονείς της ήσαν χωρικοί. Την νυμφεύτηκε ο ηγεμόνας του Κιέβου Ιγκόρ. Την πήρε για το κάλλος της, την εξυπνάδα της 
και την αρετή της.

Το 945 όμως, δολοφονήθηκε ο σύζυγος της και έως ότου ενηλικιωθεί ο γιός της Σβιατοσλάβ έγινε αντιβασίλισσα. Τότε έδειξε μεγάλες διοικητικές ικανότητες. Η πολιτική 

σταδιοδρομία της υπήρξε μεγάλη. Τακτοποίησε τα οικονομικά του Κράτους.

Προόδευε τότε το Κράτος εις όλους τους τομείς. Ανεδείχθη η Όλγα ικανοτάτη εις την Διοίκηση.


Σπουδαιότερα όμως υπήρξε η θρησκευτική σταδιοδρομία της. Υπήρξε, καθώς λέγει ο Νέστωρ, η ανατολή και το άστρο της Σωτηρίας της Ρωσίας. Κατέβαλε μεγάλες 

προσπάθειες δια τον εκχριστιανισμό του Ρωσικού λάου. Η ζωή της ομοιάζει με την ζωή του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Όπως Εκείνος εργάστηκε για την επικράτηση του 

Χριστιανισμού, έτσι και αυτή αγωνίστηκε δια την εξάπλωση του Χριστιανισμού εις τας αχανείς χώρας της Ρωσίας.


Είναι δύσκολο να περιγράφει κανείς, με λεπτομέρειες, τις μεγάλες προσπάθειές της και την αδιάκοπο διδασκαλία της για να διαφωτίσει το Ρωσικό λαό και τον άπιστο γιό 

της Σβιατοσλάβον, τους οποίους δίδασκε, όχι μόνον με την διδασκαλία της, αλλά πολύ περισσότερο και με τις άοκνες προσπάθειές της.

Προσπαθούσε να τραβήξει τον κόσμο στο Χριστό. Έκανε ολονύκτιες δεήσεις και ικεσίες και με θερμά δάκρυα παρακαλούσε το Θεό να φωτίσει και να καθοδηγήσει τον εθνικό 

γιό της και το Ρωσικό λαό, ώστε να γνωρίσουν τον Αληθινό Θεό και τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό.


Αλησμόνητο παράδειγμα της θερμής διδασκαλίας της, είναι και τα τελευταία συγκινητικά λόγια, πού είπε στο γιό της. Αυτά μοιάζουν πολύ με τα συγκινητικά λόγια της Αγίας 

Ανθούσας της Μητέρας του Ιερού Χρυσοστόμου. Και οι δυο αυτές μητέρες παρακαλούσαν τους γιούς των, να περιμένουν τον θάνατον τους και να μην τις εγκαταλείψουν 

έως ότου πεθάνουν. Αυτή μάλιστα παρακαλούσε το γιό της Σβιατοσλάβον να τον δει προτού πεθάνει Χριστιανό και με ζήλο μεγάλο.


Η Αγία Όλγα επισκέφθηκε κάποτε με την ακολουθία της το Βυζάντιο, την Κωνσταντινούπολη. Εκεί της έκαμαν μεγάλη υποδοχή για τον μεγάλο αγώνα της υπέρ του Χριστιανισμού.

Όταν κατόπιν επέστρεψε στη Ρωσία, έκαμε πολύ μεγαλύτερους αγώνες και προσπάθειες για τον λαό, αλλά και διά τον εαυτόν της, τον καταρτισμό της και τον Αγιασμό της. 

Παρέδωσε στο Θεό αναρίθμητες ψυχές.


Τόσον μάλιστα πολύ εργάστηκε αυτή για την Πίστη και για την Εκκλησία του Χριστού, ώστε της δόθηκε και ο τίτλος της Ισαποστόλου. Αυτόν τον τίτλο τον έχουν ελάχιστοι 

στην Ιστορία.

Η Αγία Όλγα παρέδωσε την Αγία της ψυχή στον Κύριο. Την 11ην Ιουλίου. Την ημέρα αυτή την εορτάζει και η Αγία μας Εκκλησία.



Πηγή: Αποσπάσματα από το βιβλίο «Η Αγία Ευφημία» 




Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ'. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, αρχή αγία,αναδέδειξαι, εν τη Ρωσία, προσελθούσα του Σωτήρος τη χάριτι, και εν αυτή τον λαόν σου προσήγαγες, ως αληθής βασιλίς και θεόληπτος. Όλγα ένδοξε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.


Ο βίος της Αγίας Ευφημίας και το θαύμα εν Χαλκηδόνα (11 Ιουλίου -16 Σεπτεμβρίου)




Ο βίος της Αγίας



Η  Αγία Ευφημία έζησε κατά τούς χρόνους του Διοκλητιανού καί ήθλησε τό έτος 303. Κατήγετο από την Χαλκηδόνα. Ήτο θυγάτηρ του περιφανούς και πλουσίου Συγκλητικού Φιλόφρονος και της ευσεβούς και φιλοπτώχου Θεοδοσιανής. Η  Αγία επαιδαγωγήθη «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου»  διό ηγάπησε τόν Χριστό , την παρθενίαν και την μετά ζήλου ομολο­γίαν του Χριστού.

O ανθύπατος της  Ανατολής Πρίσκος εχων συγ­κάθεδρον τον φιλόσοφον και ιερέα του Άρεως  Απελ­ιανόν, εκήρυξε,  κατά την απόφασιν και εντολήν του Διοκλητιανού, διωγμόν κατά των Χριστιανών εις την Ανατολήν. Κατά την εορτήν του ψευδωνύμου Θεού Άρεως εζήτησε άπαντες οι κάτοικοι να  προσέλθουν εις την εορτήν. Όσoι δεν θα προσήρχοντο θα ετιμωρούντο με φοβερά κολαστήρια. Οι χριστιανοί καθ' ομά­δας εκρύπτοντο άλλοι εις οικίας και άλλοι εις ερημι­κάς περιοχάς. Ή Αγία  Ευφημία  ηγείτο μιας τοιαύτης ομάδος στηρίζουσα τούς πιστούς διά του φλογερού λόγου της.

Συνελήφθη η Αγία μετά των τεσσαράκοντα εννέα μελών της ομάδος της. Εις την πρόσκλησιν του Πρί­σκου νά θυσιάσουν εις τό είδωλον του Άρεως η Αγία και η  ομάδα της ηρνήθησαν με τόλμην και παρρη­σίαν, από την απάντησίν των εθυμώθη ο Πρίσκος και έδωκεν εντολήν να  δέρουν επί είκοσι ημέρας τους Αγίους και να τους φυλακίσουν. Μετά τας είκοσι ημέρας εδοκίμασε και πάλιν να πείσει τούς μάρτυρας να θυσιάσουν. Μετά την αρνησίν των, τους έδειραν τόσον, ώστε κατεπονήθησαν οι δέροντες στρατιώται. Τότε τούς λοιπούς μάρτυρας ο Πρίσκος έκλεισεν εις την φυλακήν, την δε Αγίαν προσεπάθησε να την πεί­σει να θυσιάσει. Μετά την άρνησίν της και την ομολο­γίαν της πίστεώς της εις τον Χριστόν την έβαλον εις τον τροχόν και έτσι κατεκόπτετο όλον το σώμα της Αγίας. Κατά το μαρτύριόν της η Αγία προσηύχετο διαρκώς. Μετά το πέρας της προσευχής της θαυμα­τουργικώς ελύθη από τον τροχόν και αποκατεστάθη τέλειον και υγιές το σώμα της. Εν συνεχεία  ερρίφθη η Αγία εις πυρακτωμένην κάμινον. Οι προεστώτες των υπηρετών Σωσθένης και Βίκτωρ ηρνήθησαν να ρίψουν την Αγίαν εις την κάμινον, διότι έβλεπον να ίνστανται παρά το πλευρόν της Αγίας δύο φοβεροί άν­δρες, οι οποίοι απειλούσαν ότι  θα διασκορπίσουν το πυρ. Ο Σωσθένης και ο Βίκτωρ ομολόγησαν τον Χρι­στόν και εμαρτύρησαν.  Προσευχηθείσα  η  Αγία ερρί­φθη εις την κάμινον. Η φλόξ δεν ήγγισε την Αγίαν, αλλά διεσκορπίσθη έξω της καμίνου και έκαυσε πολλούς.

Ο Πρίσκος υπέβαλε την  Αγίαν εις νέον μαρτύ­ριον. Εκτύπωv την Μάρτυρα με οξείς λίθους και σί­δηρα αιχμηρά και έτσι κατεκόπη και κατεξεσχίσθη το σωμά της. Και πάλιv θαυματουργικώς αποκατεστά­θη υγιής. Ακολούθως ερρίφθη η Αγία εις  μεγάλην δε­ξαμενήv, όπου ύπηρχον σαρκοβόρα θηρία της θαλάσ­σης. Τα θηρία όχι μόνον δεv έβλαψαv την Αγίαν, αλ­λά και τηv εβάσταζοv επάνω των. Έπειτα έβαλοv την Μάρτυρα εις λάκκον με σουβλιά. Και εκείθεν εξήλ­θεν αβλαβής.  Επεχείρησεv ο Πρίσκος να πριονίσει και να καύσει την Αγίαν. Οι οδόντες εστράβωσαν και το πυρ εσβέσθη και ουδέν αύτη έπαθεν. Τέλος ερρί­φθη η Μάρτυς εις θηρία, τα οποία ήλθον πλησίον της προσκυvούντα αυτήv. Επειδή η Αγία προ του μαρτυ­ρίου αυτού ικέτευσε τον Χριστόν vα την αναπαύση πλησίον Του, μία άρκτος τηv εδάγκωσε και ούτω πα­ρέδωκε την αγίαv της ψυχήv εις χείρας του Νυμφίου της.

Χαίροvτες οι γονείς της έθαψαv μετά πάσης τιμής το πάνσεπτόν της λείψανον εις την Χαλκηδόνα και εδόξαζαν τοv Κύριον, διότι ηξιώθησαν της τιμής να έ­χουν τηv θυγατέρα των Μεγαλομάρτυρα της Εκκλη­σίας και πρέσβειράν των πλησίον Του.


Το θαύμα



O Κύριος ετίμησε την καλλίνικον παρθένον  και μάρτυρα Ευφημίαν με την δωρεάν της αφθαρσίας του πολυάθλου και παρθενικού  της σώματος. Εις την Χαλκηδόνα συνήλθαν οι 630 θεοφόροι Πατέρες το έ­τος 451 συγκροτήσαντες την Αγίαν Τετάρτην Οικου­μενικήν Σύνοδον, επί των ευσεβεστάτων Βασιλέων Μαρκιανού και Πουλχερίας. Ή Σύνοδος αυτή κατεδί­κασε τον αιρετικόν Ευτυχή, όστις εκήρυττε την πλά­νην, ότι ο Χριστός έχει μόνον μίαν φύσιν και μίαν ε­νέργειαν, αυτήv της Θεότητος. Οι Άγιοι Πατέρες εδογμάτισαν την πίστιv της Εκκλησίας, ότι ο Χριστός έχει δύο τελείας φύσεις, θελήσεις και ενεργείας, την θείαν και την ανθρωπίνην, εις μίαν  Yπόστασιν. Είναι δε ηνωμέναι αι δύο φύσεις ατρέπτως, ασυγχύτως,. αναλλοιώτως και αδιαιρέτως. Κατά την ανωτέρω Σύνο­δον οι  Όρθόδοξοι Πατέρες συνέταξαν Τόμον, ο  ο­ποίος περιείχε την πίστιν την αληθή, την οποίαν πά­ντοτε επίστευε και εκήρυττεν η Έκκλησία τσυ Χρι­στού. Επίσης οι αιρετικοί  Μονοφυσίται συνέταξαν ίδιον τόμον, που  περιείχε τας πλάνας των. Τότε ομο­φώνως ορθόδοξοι και αιρετικοί απεφάσισαν να τε­θούν και τα δύο κείμενα επί του στήθους της Αγίας Ευφημίας και ανοίξαντες την λειψανοθήκην έπραξαν ούτως και εσφράγισαν πάλιν ταύτην. Ότε δε ήνοιξαν την θήκην, εύρον τον Τόμον των Ορθοδόξωv εις τας χείρας αυτής και των αιρετικών Μονοφυσιτών το κεί­μενον εις τους πόδας αυτής. Έτσι η Μεγαλομάρτυς Ευφημία με το έξαίσιον αυτό θαύμα επεκύρωσε και υπέγραψε τον ορθόδοξον Τόμον και διεσάλπισε το Χριστολογικόν δόγμα περί των δύο φύσεων του Χρι­στού μας εις τα πέρατα της οικουμένης και απέδειξε την διδασκαλίαν του Ευτυχούς και των οπαδών του Μονοφυσιτών ως σατανικήν πλάνην.


 (Νὰ σημειώσουμε ὅτι ἡ κυρίως μνήμη τοῦ μαρτυρίου τῆς ἁγίας Εὐφημίας τελεῖται στὶς 16 Σεπτεμβρίου).


Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη θεσσαλονίκη"
Αρχιμ. Νικοδήμου Γ.Αεράκη Ιεροκήρυκος


  Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ΄ Θείας Πίστεως.
Λίαν εὔφρανας τούς Ὀρθοδόξους καί κατήσχυνας τούς κακοδόξους, Εὐφημία, Χριστοῦ καλλιπάρθενε. Τῆς γάρ Τετάρτης Συνόδου ἔκυρωσας, 
ἅ οἱ Πατέρες καλῶς ἐδογμάτισαν. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστόν τόν Θεό ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμίν τό μέγα ἔλεος.




Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Τῷ θείῳ ἔρωτι, λαμπρῶς ἀθλήσασα, εἰς oσμὴν ἔδραμες, Χριστοῦ πανεύφημε, οἶα νεᾶνις παγκαλής, καὶ Μάρτυς πεποικιλμένη· ὅθεν εἰσελήλυθας, εἰς παστάδα
οὐράνιον, κόσμῳ διανέμουσα, ἰαμάτων χαρίσματα, καὶ σώζουσα τοὺς σοὶ ἐκβοῶντας· χαίροις θεόφρον Εὐφημία.






Δευτέρα 22 Ιουλίου 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ Δ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ: Εὐαγγέλιον (Λόγος εἰς τόν ἑκατόνταρχον τοῦ Ἁγἰου Ἰωάννη τοῦ Χρυσόστομου)



Εὐαγγέλιο Κυριακής: (Ματθ. η’ 5-13)



Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, 5 ἐλθόντι τῷ Ἰησοῦ εἰς Καπερναοὺμ προσῆλθεν αὐτῷ ἑκατόνταρχος παρακαλῶν αὐτὸν καὶ λέγων· 6 Κύριε, ὁ παῖς μου βέβληται ἐν τῇ οἰκίᾳ παραλυτικός, δεινῶς βασανιζόμενος. 7 καὶ λέγει αὐτῷ ὁ  Ἰησοῦς· ἐγὼ ἐλθὼν θεραπεύσω αὐτόν. 8 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἑκατόνταρχος ἔφη· Κύριε, οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς ἵνα μου ὑπὸ τὴν στέγην εἰσέλθῃς· ἀλλὰ μόνον εἰπὲ λόγῳ, καὶ ἰαθήσεται ὁ παῖς μου. 9 καὶ γὰρ ἐγὼ ἄνθρωπός εἰμι ὑπὸ ἐξουσίαν, ἔχων ὑπ᾿ ἐμαυτὸν στρατιώτας, καὶ λέγω τούτῳ, πορεύθητι, καὶ πορεύεται, καὶ ἄλλῳ, ἔρχου, καὶ ἔρχεται, καὶ τῷ δούλῳ μου, ποίησον τοῦτο, καὶ ποιεῖ. 10 ἀκούσας δὲ ὁ  Ἰησοῦς ἐθαύμασε καὶ εἶπε τοῖς ἀκολουθοῦσιν· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐδὲ ἐν τῷ  Ἰσραὴλ τοσαύτην πίστιν εὗρον. 11 λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι πολλοὶ ἀπὸ ἀνατολῶν καὶ δυσμῶν ἥξουσι καὶ ἀνακλιθήσονται μετὰ  Ἀβραὰμ καὶ  Ἰσαὰκ καὶ  Ἰακὼβ ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν, 12 οἱ δὲ υἱοὶ τῆς βασιλείας ἐκβληθήσονται εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων. 13 καὶ εἶπεν ὁ  Ἰησοῦς τῷ ἑκατοντάρχῳ· ὕπαγε, καὶ ὡς ἐπίστευσας γενηθήτω σοι. καὶ ἰάθη ὁ παῖς αὐτοῦ ἐν τῇ ὥρᾳ ἐκείνῃ.




Ὁμιλία ΚΣΤ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, εἰς τόν ἑκατόνταρχον



Σε όλο το Ευαγγέλιον του Χριστού βλέπει κανείς πόσον αφωσιωμένος ήταν σ’ αυτόν ο λαός. Διότι και όταν ωμιλούσε, τον ήκουαν σιωπηλοί, χωρίς να παρεμβαίνουν ούτε να διακόπτουν την συνέχεια του λόγου του, ούτε προσπαθούσαν να εύρουν αφορμή για να τον κατηγορήσουν όπως οι Φαρισαίοι· και μετά την διδασκαλία τον ακολουθούσαν πάλι με θαυμασμό. Συ όμως πρόσεξε, παρακαλώ, την σύνεσι του Κυρίου, πώς οικονομεί ποικιλοτρόπως την ωφέλεια των πα­ρόντων, μεταβαίνοντας από τα θαύματα στους λόγους και πάλιν ερχόμενος από τους λόγους τής διδασκαλίας στα θαύματα. Διότι και πριν ανεβή στο όρος εθεράπευσε πολλούς, προετοιμάζοντας το έδα­φος για όσα θα έλεγε και μετά από την ολοκλήρωσι της μακράς αυτής επί του όρους διδασκαλίας, πάλιν έρχεται σε θαύματα, επιβεβαιώνο­ντας τους λόγους με τα έργα του. Και επειδή εδίδασκεν «ως έχων εξουσίαν», για να μη νομισθή ο τρόπος τής διδασκαλίας του κομπα­σμός και αυθάδεια, κάνει το ίδιο και με τα έργα: θεραπεύει «ως εξου­σίαν έχων», για να μη θορυβούνται βλέποντάς τον να διδάσκη με αυτόν τον τρόπον, αφού με τον ίδιο τρόπον έκαμε και τα θαύματα.

Όταν λοιπόν κατέβη από το όρος, τότε προσήλθεν ο λεπρός, ενώ αυτός ο εκατόνταρχος μετά από λίγο, μόλις εισήλθε στην Καπερναούμ. Για ποιόν λόγον όμως ούτε αυτός, ούτε εκείνος ανέβησαν στο όρος; Όχι από ραθυμία, διότι και των δύο η πίστις ήταν θερμή, αλλά για να μη διακόψουν την διδασκαλία. Όταν δε προσήλθε, λέ­γει: «ο παις μου βέβληται εν τη οικία παραλυτικός, δεινώς βασανιζόμενος». Μερικοί, λοιπόν, λέγουν ότι απολογούμενος ανέφερε την αιτία για την οποία δεν τον έφερε μαζί του. Διότι δεν ήταν δυνατόν, λέγει, να τον μεταφέρη σηκωτόν, ενώ ήταν παράλυτος και υπέφερε ευρισκόμενος στις τελευταίες αναπνοές του. Για το ότι ήταν ετοιμο­θάνατος, λέγει ο Λουκάς, «έμελλε τελευτάν». Εγώ όμως βλέπω ότι αυτό είναι απόδειξις της μεγάλης του πίστεως, η οποία ήταν πολύ μεγαλυτέρα από εκείνων που κατέβασαν τον άλλο παραλυτικόν από την στέγη. Διότι, γνωρίζοντας σαφώς ότι και μόνη η προσταγή του αρκεί για να εγερθή ο κατάκοιτος, εθεώρησε περιττό να τον μεταφέ­ρη εκεί.

Τί έκαμε λοιπόν ο Ιησούς; Αυτό που σε καμμία προηγουμένη περίπτωσι δεν είχε κάμει. Ενώ δηλαδή παντού ακολουθούσε την προαίρεσι αυτών που τον ικέτευαν, εδώ σπεύδει, και δεν υπόσχεται μόνο να τον θεραπεύση, αλλά και να μεταβή στην οικία. Και το πράττει αυτό για να μάθωμε την αρετήν τού εκατοντάρχου. Διότι, εάν δεν είχε δώσει, αυτήν την υπόσχεσι, αλλά έλεγε πήγαινε, ο δούλος σου θα θεραπευθή, τίποτε από αυτά δεν θα εγνωρίζαμε. Πράγματι, κάτι ανάλογο έπραξε και στην περίπτωσι της Φοινικίσσης γυναικός, αν και φαινομενικώς έκαμε το αντίθετο. Διότι εδώ μεν, αν και δεν προσκαλήται στην οικία, με ιδικήν του πρωτοβουλία υπόσχεται ότι θα μεταβή, για να μάθης την πίστι και την πολλήν ταπεινοφροσύνη τού εκατοντάρχου· στην περίπτωσι δε της Χαναναίας αρνείται την ευεργεσία και δείχνει μεγάλην απορία για την επιμονή της, επειδή ως σοφός και επινοητικός ιατρός που είναι, γνωρίζει να θεραπεύη τα αντίθετα με τα αντίθετα. Και εδώ μεν με την αυτεπάγγελτο παρουσία, εκεί δε με την παρατεταμένην αργοπορία και άρνησιν αποκαλύπτει την πίστι τής γυναικός. Το ίδιο έκαμε και με τον Αβραάμ, λέγοντας «δεν θα το αποκρύψω από τον δούλο μου Αβρα­άμ», για να μάθης την φιλοστοργίαν, εκείνου και την φροντίδα του υπέρ των Σοδόμων. Και στην περίπτωσι του Λωτ οι  απεσταλμένοι αρνούνται να εισέλθουν στον οίκον του, για να μάθης το μέγεθος της φιλοξενίας του δικαίου.

Και τί λέγει ο εκατόνταρχος; «Ουκ ειμί ικανός, ίνα μου υπό την στέγην εισέλθης». Ας ακούσωμε όσοι πρόκειται να υποδεχθούμε τον Χριστό. Διότι είναι δυνατόν να τον υποδεχθούμε και τώρα. Ας ακούσωμε και ας παραδειγματισθούμε από τον ζήλο του, και ας τον δεχθούμε με την ιδίαν πλουσία διάθεσι. Διότι και όταν υποδεχθής πτωχόν και πεινασμένον και γυμνόν, εκείνον υπεδέχθης και έθρεψες. «Αλλ’ ειπέ λόγω μόνον, και ιαθήσεται ο παις μου». Κοίταξε ότι και αυτός, όπως ακριβώς και ο λεπρός, έχει την αρμόζουσα γνώμη περί του Κυρίου. Διότι ούτε εκείνος του είπε: «παρακάλεσε», ούτε «προσευχήσου» και «ικέτευσε», αλλά μόνον «πρόσταξε». Έπειτα, φοβούμενος μήπως από μετριοφροσύνην αρνηθή, λέγει: «Και γαρ εγώ άνθρωπός ειμι υπό εξουσίαν, έχων υπ’ εμαυτόν στρατιώτας, και λέγω τούτω, πορεύθητι, και πορεύεται, και τω άλλω έρχου, και έρχεται, και τω δούλω μου, ποίησον τούτο, και ποιεί».

Και τί σημασία έχει αυτό, θα έλεγε κάποιος, αν ο εκατόνταρχος έκαμε όλην αυτή την περιγραφή; Το ζητούμενον είναι εάν ο Χριστός την απεδέχθη και την επεκύρωσε. Είναι καλό και πολύ ορθόν αυτό που λέγεις. Ας το ιδούμε λοιπόν αυτό και θα διαπιστώσωμε ότι έγινε και εδώ ό,τι και στην περίπτωσι του λεπρού. Διότι όπως ο λεπρός είπε: «Εάν θέλης» (και δεν βασίζεται μόνον στον λεπρόν ο ισχυρισμός μας περί της εξουσίας του Χριστού, αλλά και στους λόγους τού Χριστού· διότι όχι μόνον δεν διέλυσε την υπόνοια, αλλά και περισσότερο την επεβεβαίωσε, προσθέτοντας αυτό που ήταν περιττό να ειπή, λέγοντας: «θέλω, καθαρίσθητι», για να επικυρώση την πίστιν εκείνου) έτσι και εδώ αξίζει, βεβαίως, να εξετάσωμε, εάν συνέβη κάτι παρόμοιον. Και πράγματι θα διαπιστώσωμε ότι πάλι το ίδιο συνέ­βη. Διότι, όταν τοιαύτα είπε ο εκατόνταρχος και του ανεγνώρισε αυτήν την εξουσία, ο Κύριος όχι μόνον δεν τον ήλεγξε, αλλά και τον επεδοκίμασε και έκαμε κάτι ακόμη περισσότερον από την επιδοκι­μασία. Πράγματι ο Ευαγγελιστής δεν είπε ότι απλώς επήνεσεν αυτό που ελέχθη, αλλά φανερώνοντας και επαύξησι του επαίνου, λέγει ότι και εθαύμασε· και όχι απλώς εθαύμασε, αλλά και παρόντος όλου του πλήθους τον έθεσε ως υπόδειγμα και στους άλλους, ώστε να πο­θήσουν να τον μιμηθούν.

Βλέπεις πώς θαυμάζεται από τον Κύριον όποιος ομολογεί την εξουσία του; Διότι μόλις προ ολίγου έλεγεν ο Ευαγγελιστής: «Και εξεπλήττοντο οι όχλοι επί τη διδαχή αυτού, ότι ως εξουσίαν έχων εδίδασκε». Και όχι μόνον δεν τους ήλεγξε, αλλά και παίρνοντάς τους κατέβη από το όρος και επεκύρωσε την γνώμη τους με τον τρό­πο που εκαθάρισε τον λεπρό. Εκείνος πάλιν έλεγε: «εάν θέλης, δύνασαί με καθαρίσαι»· και όχι μόνον δεν τον επετίμησε, αλλά και τον εκαθάρισε, θεραπεύοντάς τον έτσι, όπως του είπε εκείνος. Ο εκατόνταρχος πάλι λέγει: «είπε λόγω μόνον και ιαθήσεται ο παις μου»· και ο Κύριος θαυμάζοντας αυτόν έλεγε: «Ουδέ εν τω Ισραήλ τοσαύτην πίστιν εύρον».

Για να το διαπιστώσης δε αυτό και εκ του αντιθέτου, άκουσε: Επειδή η Μάρθα δεν είχεν ειπεί κάτι παρόμοιον, αλλά, αντιθέτως, ότι «όσα αν αιτήση τον Θεόν, δώσει σοι», όχι μόνον δεν επηνέθη, μολονότι ήταν γνωστή και αγαπητή, και από τους πλέον αφωσιωμένους σ’ αυτόν, αλλά και επετιμήθη και διωρθώθη από αυτόν, διότι δεν είχε ομιλήσει σωστά. Γι’ αυτό της είπε: «ουκ είπόν σοι, ότι εάν πιστεύσης, όψει την δόξαν του Θεού;», ελέγχοντάς την με τον τρό­πον αυτό για το ότι ακόμη δεν είχε πιστεύσει. Πάλιν, επειδή έλεγε: «όσα αιτήση τον Θεόν, δώσει σοι», για να την απομακρύνη από αυτήν την αντίληψι και να την διδάξη ότι δεν χρειάζεται να λάβη από αλλού, αλλά αυτός είναι η πηγή των αγαθών, λέγει: «Εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή», το οποίο σημαίνει «δεν περιμένω να δεχθώ ενέργειαν, αλλά κατεργάζομαι τα πάντα αφ’ εαυτού μου».

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο και θαυμάζει τον εκατόνταρχο και τον προβάλλει ενώπιον όλων και τον τιμά υποσχόμενος να του χαρίση την Βασιλεία του και τους άλλους καλεί προς μίμησιν του ζήλου του. Και για να βεβαιωθής ότι με αυτόν τον σκοπό τα είπε αυτά, για να μάθη και τους άλλους να πιστεύουν έτσι, άκουσε την ακρίβεια του Ευαγγελιστού, πώς το υπαινίσσεται αυτό: «Στραφείς», λέγει, «ο Ιησούς είπε τοις ακολουθούσιν αυτόν ουδέ εν τω Ισραήλ τοσαύτην πίστιν εύρον». Επομένως, το να έχη κάποιος μεγάλην υπόληψι περί αυτού, είναι η τρανοτέρα απόδειξις πίστεως, συγχρόνως δε αυτό προξενεί και την Βασιλεία και τα άλλα αγαθά. Ο έπαινος άλλωστε δεν περιωρίσθη μόνο στους λόγους, αλλά ανταμείβοντας την πίστι του, του παρέδωσε τον ασθενή θεραπευμένο και του πλέκει στέφανον λαμπρόν και του υπόσχεται μεγάλες δωρεές, λέγοντας: Πολλοί από ανατολών και δυσμών ήξουσι και ανακλιθήσονται εις τους κόλπους του «Αβραάμ και, Ισαάκ και Ιακώβ· οι δε υιοί τής Βασιλείας εκβληθήσονται έξω». (Επειδή λοιπόν τους επέδειξε πολλά θαύματα, τους ομιλεί τώρα με μεγαλυτέρα παρρησία). Έπειτα, για να μη νομίση κάποιος ότι αυτά είναι λόγια κολακείας, αλλά να γνωρίζουν όλοι ότι πράγματι αυτή ήταν η εσωτερική διάθεσις του εκατοντάρχου, λέγει: «Ύπαγε· ως επίστευσας γενηθήτω σοι». Και αμέσως επηκολούθησε η θεραπεία, η οποία επεβεβαίωσε την προαίρεσί του. («Και ιάθη ο παις αυτού από της ώρας εκείνης»· πράγμα το οποίο συνέβη και στην Συροφοινίκισσα· διότι και σ’ εκεί­νην είπε: «Ω γύναι, μεγάλη σου η πίστις· γενηθήτω σοι ως θέλεις. Και ιάθη η θυγάτηρ αυτής»).

Επειδή δε ο Λουκάς, όταν περιγράφη αυτό το θαύμα, αναφέρει και άλλα περισσότερα, τα οποία δίδουν την εντύπωσι ότι υπάρχει διαφωνία, είναι ανάγκη να σας διαλευκάνω και αυτό το ζήτημα. Τί λέγει λοιπόν ο Λουκάς; Ότι ο εκατόνταρχος απέστειλε πρεσβυτέρους των Ιουδαίων προς αυτόν παρακαλώντας τον να έλθη. Ενώ ο Ματθαίος λέγει ότι ήλθε ο ίδιος και έλεγε ότι δεν είμαι άξιος. Ωρισμένοι λέγουν ότι αυτός δεν είναι ο ίδιος με εκείνον, αν και έχει πολλές ομοιότητες. Επειδή για εκείνον μεν λέγει: «και την συναγωγήν ημών έκτισεν, και το έθνος αγαπά», ενώ γι’ αυτόν ο ίδιος ο Ιησούς λέγει: «ουδέ εν τω Ισραήλ τοσαύτην πίστιν εύρον». Και στην περίπτωσι εκείνου, δεν είπε «ότι πολλοί ήξουσιν από ανατολών», το οποίον φαίνεται να υπονοή ότι είναι Ιουδαίος. Τί θα ειπούμε λοι­πόν; Ότι αυτή η λύσις είναι μεν εύκολος, αλλά το ζητούμενον είναι εάν αληθεύη.

Εγώ έχω την γνώμην ότι αυτός είναι ο ίδιος με εκείνον. Πώς λοιπόν ο μεν Ματθαίος λέγει ότι αυτός είπε «ουκ ειμί άξιος, ίνα μου υπό την στέγην εισέλθης», ο δε Λουκάς ότι έστειλε να τον προσκαλέσουν; Μου φαίνεται ότι ο Λουκάς θέλει να δείξη την κολακεία των Ιουδαίων, και ότι εκείνοι που ευρίσκονται σε συμφορά, επειδή επικρατεί μέσα τους ακαταστασία, αλλάζουν εύκολα γνώμη. Διότι είναι εύλογο, όταν ο εκατόνταρχος ηθέλησε να μεταβή ο ίδιος, να εμποδίσθη από τους Ιουδαίους, οι οποίοι θέλοντας να τον κολακεύσουν του είπαν ότι θα πάμε εμείς να τον φέρωμε. Πρόσεξε λοιπόν ότι και η παράκλησίς τους είναι μεστή από κολακεία. «Αγαπά γάρ το έθνος ημών», λέγει, «και την συναγωγήν αυτός ωκοδόμησεν». Ούτε γνωρίζουν πως να επαινέσουν τον άνδρα. Διότι έπρεπε να ειπούν, ότι ηθέλησε να έλθη ο ίδιος και να σε παρακαλέση, αλλά τον εμποδίσαμε εμείς, βλέποντας την συμφορά του και το πτώμα να κείτεται ακίνη­το, και έτσι να παραστήσουν το μέγεθος της πίστεώς του. Δεν λέ­γουν όμως αυτόν, διότι δεν ήθελαν, εξ αιτίας τού φθόνου, να αποκαλύψουν την πίστι τού ανδρός· αλλά προτιμούσαν μάλλον να αποκρύψουν την αρετήν του - πράγμα για το οποίο και ήλθαν μόνοι τους να παρακαλέσουν, για να μη φανή ότι εκείνος που παρακαλούσε ήταν κάποιος σπουδαίος - παρά διακηρύσσοντας την πίστιν εκείνου να επιτύχουν αυτό για το οποίο είχαν έλθει. Διότι ο φθόνος είναι ικανός να σκοτίση τον νου. Αλλά ο Κύριος, που γνωρίζει τα απόρ­ρητα, παρά την θέλησί τους διεκήρυξε την αρετήν του. Και για να διαπιστώσης ότι αυτό είναι αλήθεια, άκουσε πάλι τον ίδιο τον Λουκά πώς το περιγράφει αυτό. Διότι αυτός λέγει τα εξής, ότι «ου μακράν απέχοντος αυτού έπεμψε λέγων ω Κύριε, μη σκύλλου (τα­λαιπωρείσαι), ου γαρ ειμί άξιος, ίνα μου υπό την στέγην εισέλθης». «Όταν δηλαδή απηλλάγη από την ενόχλησί τους, τότε στέλνει αν­θρώπους του και λέγει «μη νομίσης ότι από οκνηρία δεν ήλθα, αλλά εθεώρησα τον εαυτό μου ανάξιο να σε δεχθώ στον οίκο μου».

Εάν δε ο Ματθαίος λέγει ότι αυτό δεν του το εμήνυσε με τους φίλους του, αλλά αυτοπροσώπως, αυτό δεν αλλάζει τίποτε· διότι το ζητούμενον είναι εάν ο καθένας από τους Ευαγγελιστάς παρουσίασε την προθυμία του ανδρός, και το ότι είχε την πρέπουσα γνώμη για τον Χριστόν. Είναι δε φυσικόν, αφού απέστειλε τους φίλους του, να επήγε και ο ίδιος να του τα ειπή. Εάν δε ο Λουκάς δεν το ανέφερε αυτό, αλλά ούτε ο Ματθαίος εκείνο, δεν σημαίνει ότι διαφωνούν μεταξύ τους, αλλά ότι ο καθένας συμπληρώνει ό,τι παραλείπει ο άλλος. Πρόσεξε δε πως και με άλλον τρόπον ο Λουκάς διεκήρυξε την πίστι τού εκατοντάρχου, λέγοντας ότι ο δούλος του επρόκειτο να αποθάνη· αλλ’ όμως ούτε αυτό τον ωδήγησε σε απόγνωσι, ούτε τον έκαμε να απελπισθή. Εάν τώρα ο μεν Ματθαίος λέγει ότι ο Χριστός είπε «ουδέ εν τω Ισραήλ τοσαύτην πίστιν εύρον» φανερώνοντας με τον τρόπον αυτό ότι ο άνθρωπος δεν ήταν Ισραηλίτης, ο δε Λουκάς, ότι «ωκοδόμησε την συναγωγήν», ούτε αυτό είναι αντίφασις. Διότι είναι δυνατόν και Ιουδαίος να μην είναι και να οικοδομήση την συναγωγήν και το έθνος να αγαπά. Συ όμως μην εξετάζης μόνον τα λόγια τού ανδρός, αλλά λάβε υπ’ όψιν σου και το αξίωμά του και τότε θα αντιληφθής την αρετήν του. Επειδή είναι μεγάλη η αλαζονεία των αξιωματούχων και ούτε στις συμφορές ταπεινώνονται. Ο αναφερόμενος λοιπόν από τον Ιωάννην άρχοντας φέρει τον Κύριο στην οικία του και λέγει: «Κατάβηθι, μέλλει γαρ μου το παιδίον τελευτάν». Αυτός όμως δεν είπε έτσι· αλλά είναι πολύ καλλίτερος και από αυτούς που κατέβασαν την κλίνην από την στέγη. Διότι ούτε την σωματικήν παρουσία τού ιατρού επιζητεί, ούτε έφερε τον ασθενή πλη­σίον του· πράγμα που δεικνύει άνθρωπο που δεν έχει σε μικρή υπόληψι τον Κύριο, αλλά τον βλέπει ως Θεόν γι’ αυτό και του λέγει· «ειπέ λόγω μόνον». Ούτε λέγει από την αρχήν «ειπέ λόγω», αλλά μόνον διηγείται το πάθος· διότι από την πολλήν του ταπεινοφροσύ­νη δεν προσδοκούσε ότι αμέσως ο Χριστός θα συναινέση και θα επιζητήση την οικία. Γι’ αυτό και όταν τον ήκουσε να λέγη: «Εγώ ελθών θεραπεύσω αυτόν», τότε προσέθεσε «ειπέ λόγω». Και ούτε έγινε η συμφορά αιτία να χάση την ψυχραιμία του, αλλά και μέσα σ’ αυτήν φιλοσοφεί, αποβλέποντας όχι τόσο στην υγεία τού παιδιού, όσο στο να μη θεωρηθή ότι πράττει κάτι το ανευλαβές. Μολονότι, βε­βαίως, δεν εξηνάγκασεν αυτός τον Χριστόν, αλλά ο ίδιος υπεσχέθη να μεταβή στην οικία του, παρά ταύτα φοβείται μήπως υπερτιμά και έτσι επιβαρύνει τον εαυτόν του.

Είδες την σύνεσί του; Πρόσεξε και την μωρία των Ιουδαίων, οι οποίοι λέγουν: «Άξιός εστιν ω παρέξει την χάριν». Ενώ έπρεπε να επικαλεσθούν την φιλανθρωπία τού Ιησού, αυτοί προβάλλουν την αξία τού ανθρώπου, και ούτε γνωρίζουν πως να δικαιολογήσουν το αίτημά τους. Εκείνος όμως δεν κάμει το ίδιο, μάλιστα ομολογεί εντελώς ανάξιο τον εαυτόν του, όχι μόνο να δεχθή την ευεργεσία, αλλά και να υποδεχθή τον Κύριο στην οικία του. Γι’ αυτό και όταν είπε «ο παις μου βέβληται», δεν προσέθεσε «ειπέ», αλλά μόνον του ανήγγειλε την συμφορά. Όταν όμως είδε τον Χριστόν πρόθυμο για την ευεργεσίαν, ούτε τότε επροχώρησε αδιάκριτα, αλλά και πάλι συ­γκροτείται διατηρώντας την πρέπουσα μετριοπάθειά του.

Εάν δε ειπή κάποιος, για ποιόν λόγο δεν του ανταπέδωσε ο Χρι­στός την τιμή; Θα απαντούσαμε ότι τον ετίμησε και μάλιστα πολύ. Πρώτον μεν με το να αποκαλύψη την εσωτερικήν του διάθεσι, πράγμα που έγινε ολοφάνερον από το ότι δεν μετέβη ο ίδιος στον οίκο του. Δεύτερον δε με το να τον εισαγάγη στην Βασιλεία του και να τον προτιμήση από όλο το Ιουδαϊκόν έθνος. Διότι εκρίθη άξιος της Ουρανίου Βασιλείας και επέτυχε τα αγαθά τα οποία απήλαυσεν ο Αβραάμ, επειδή εθεώρησε τον εαυτόν του ανάξιον να δεχθή τον Χριστό στην οικία του.

Και για ποιόν λόγο, λέγει, ο λεπρός δεν επηνέθη, αφού επέδειξε μεγαλυτέραν πίστιν από τον εκατόνταρχο; Πράγματι εκείνος δεν είπε «ειπέ λόγω», αλλά κάτι πολύ μεγαλύτερο: «θέλησον μόνον», πράγμα που ο Προφήτης λέγει περί του Πατρός, ότι «πάντα όσα ηθέλησεν, εποίησεν». Αλλά και ο λεπρός επηνέθη. Επειδή, όταν είπε «προσένεγκε (πρόσφερε) το δώρον, ο προσέταξε Μωϋσής, εις μαρτύριον αυτοίς», δεν εννοεί τίποτε άλλο από το ότι «συ θα γίνης κατήγορός τους με την πίστι που επέδειξες». Εξ άλλου δεν είναι το ίδιο να πιστεύση ένας Ιουδαίος και ένας αλλοεθνής. Αλλωστε το ότι ο εκατό­νταρχος δεν ήταν Ιουδαίος φαίνεται και από τους λόγους «Ουδέ εν τω Ισραήλ τοσαύτην πίστιν εύρον». Ήταν πολύ μεγάλο, άνθρωπος που δεν ανήκει στο Ιουδαϊκόν έθνος, να φθάση σε τόσον υψηλήν έννοια περί του Χριστού. Διότι, καθώς πιστεύω, έγινε με τους οφθαλ­μούς τής «ψυχής του θεωρός των ουρανίων στρατιών, ή είδε ότι τα πά­θη τών ανθρώπων και ο θάνατος και τα πάντα είναι υποτεταγμένα σ’ αυτόν, όπως στον ίδιο οι στρατιώτες. Γι’ αυτό και έλεγε «και γαρ εγώ άνθρωπός ειμί υπό εξουσίαν τασσόμενος», εννοώντας ότι εγώ εξου­σιάζομαι από άλλους, συ όμως από κανέναν. Εάν λοιπόν εγώ, ο οποίος είμαι άνθρωπος και ευρίσκομαι υπό εξουσίαν άλλων, έχω τόσες δυνατότητες, πολύ περισσότερον αυτός ο οποίος και Θεός είναι και ανώτερος από κάθε εξουσία. Θέλει, δηλαδή, να τον πείση προ­βάλλοντας την υπερβολικήν διαφορά τους και δεν συγκρίνει τον εαυτόν του με τον Χριστόν, αλλά φανερώνει με τα λόγια αυτά ότι τον θε­ωρεί ασυγκρίτως ανώτερον. Εάν, λέγη, σ’ εμέ που είμαι ισότιμος με τους υφισταμένους μου και ευρίσκομαι ο ίδιος υπό εξουσίαν άλλων, η μικρά αυτή υπεροχή παρέχει τόσες δυνατότητες, και κανείς δεν μου προβάλλει αντίρρησι, αλλά αυτά που διατάσσω γίνονται, όσο διαφορετικά κι αν είναι μεταξύ τους («λέγω γαρ τούτω πορεύου, και πορεύ­εται· και άλλω έρχου, και έρχεται»), πολύ περισσότερες δυνατότητες θα έχης εσύ. Μερικοί διαβάζουν αυτό το χωρίον και έτσι: «ει γαρ εγώ άνθρωπος ων», και θέτοντας εδώ σημείον στίξεως, συνεχίζουν «υπό εξουσίαν έχων υπ’ εμαυτόν στρατιώτας».

Συ όμως πρόσεξε, παρακαλώ, πώς έδειξεν ο εκατόνταρχος ότι ο Χριστός εξουσιάζει και τον θάνατο και τον προστάζει ως Κύριός του. Διότι όταν λέγη ότι «Έρχου, και έρχεται» και «πορεύου, και πορεύεται», αυτό ακριβώς εννοεί, ότι αν διατάξης τον θάνατο να μην έλθη στον δούλο μου, δεν θα έλθη. Είδες πόσο πιστός ήταν; Πράγματι αυτό που επρόκειτο να γίνη αργότερα σε όλους φανερό, αυτό το εφανέρωσεν εκείνος από τώρα, ότι έχει την εξουσία του θα­νάτου και της ζωής, και «κατάγει εις πύλας άδου και ανάγει». Και δεν ανέφερε μόνο το παράδειγμα των στρατιωτών, αλλά και των δούλων, για να δείξη την πλήρη υποταγή. Αλλ’ όμως, αν και είχε τόση πίστι, εθεωρούσε τον εαυτόν του ανάξιον. Ο δε Χριστός, δει­κνύοντας ότι ήταν άξιος να εισέλθη στην οικία του, έκαμε κάτι πολύ μεγαλύτερο· τον εθαύμασε, διεκήρυξε την αρετήν του και του έδωσε περισσότερα από όσα εζήτησε. Εκείνος ήλθε να ζητήση την σωματικήν υγεία τού δούλου, και ανεχώρησε, αφού έλαβε την Βασιλεία των Ουρανών.

Είδες πώς εξεπληρώθη το «Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν των ουρανών, και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν»; Επειδή επέδειξε πολλήν πίστι και ταπεινοφροσύνη, και τον ουρανό του έδωσε και την υγεία του προσέθεσε· και δεν τον ετίμησε μόνον με αυτό, αλλά και με το να δείξη ποιοι αποβάλλονται και εισάγεται αυτός. Από τώρα ακόμη κάμει γνωστό σε όλους, ότι η σωτηρία θα προέλθη από την πίστι και όχι από την τήρησι του νόμου. Γι’ αυτό ακριβώς η δωρεά αφορά όχι μόνον τους Ιουδαίους, αλλά και τους εθνικούς· και μάλιστα εκείνους περισσότερον από αυτούς. Διότι, λέγει, μη νομίσε­τε, βεβαίως, ότι αυτό συνέβη μόνο στην περίπτωσι του εκατοντάρχου, αλλά το ίδιο θα ισχύση και για όλην την οικουμένη. Και το έλεγε αυτό προφητεύοντας περί των εθνών και δίδοντάς τους καλές ελπίδες. Πράγματι μεταξύ αυτών που ακολουθούσαν υπήρχαν και αυτοί που προήρχοντο από την περιοχήν τής Γαλιλαίας που εκατοικείτο από εθνικούς. Το έλεγε για να προφυλάξη τους εθνικούς από την απόγνωσι, αλλά και για να ταπεινώση το φρόνημα των Ιουδαί­ων. Δεν κάμει ενωρίτερα λόγο για τους εθνικούς, ούτε τώρα αναφέρει καθαρώς περί αυτών, αλλά αφού πρώτα λαμβάνει αφορμήν από τον εκατόνταρχο· και αυτό για να μην προσβάλη με τα λόγια του τους ακροατάς, ούτε να τους δώση λαβήν για κατηγορία. Διότι δεν είπε «πολλοί από τους εθνικούς», αλλά «πολλοί από ανατολών και δυσμών», εννοώντας μεν τους εθνικούς, χωρίς όμως να προσβάλη τους ακροατάς, με τον συγκεκαλυμμένον τρόπο που το είπε. Και δεν μετριάζει μόνον με αυτόν τον τρόπο την εντύπωσι ότι με αυτήν του την διδασκαλία καινοτομεί, αλλά και με το να αναφέρη τους κόλπους τού Αβραάμ αντί της Βασιλείας· επειδή δεν τους ήταν γνωστός ο όρος αυτός, αλλά και περισσότερο τους επλήγωνε το ότι ανέφερε τον Αβραάμ. Για τον λόγον αυτό και ο Ιωάννης δεν είπε τίποτε εξ αρχής περί γεέννης, αλλά κάτι που τους ελύπησε περισσότερο: «Μη δόξητε (νομίσετε) λέγειν ότι παίδές εσμεν του Αβραάμ».

Μαζί δε με αυτά φροντίζει και για κάτι άλλο, το να μη νομισθή ότι είναι αντίθετος με την Παλαιά Διαθήκη. Διότι αυτός που θαυμάζει τους Πατριάρχες και αποκαλεί τους κόλπους εκείνων ως το έσχα­τον των αγαθών, αναιρεί κάθε υποψία. Κανείς λοιπόν μη νομίζη ότι μία είναι η απειλή· διπλή είναι και για τους Ιουδαίους η κόλασις και για τους εθνικούς η ευφροσύνη. Διότι οι μεν Ιουδαίοι όχι μόνον έμειναν έξω, αλλά έμειναν έξω από τα ιδικά τους· οι δε εθνικοί όχι μόνον απήλαυσαν την Βασιλείαν, αλλά επί πλέον απήλαυσαν κάτι που δεν προσδοκούσαν. Και εκτός τούτου αυτοί έλαβαν ό,τι προωρίζετο για εκείνους. Υιούς δε της Βασιλείας εννοεί αυτούς για τους οποίους ήταν ετοιμασμένη η Βασιλεία· πράγμα που τους επλήγωνε ιδιαιτέρως. Αφού δηλαδή πρώτα έδειξε ότι σύμφωνα με την επαγ­γελία και την υπόσχεσιν ευρίσκονται στους κόλπους τού Αβραάμ, τότε τους εκβάλλει έξω. Έπειτα, επειδή αυτό που ελέχθη ήταν προ­αγγελία, το επιβεβαιώνει με το θαύμα· όπως ακριβώς αποδεικνύει και τα θαύματα από την προφητεία που επηκολούθησε. Αυτός λοιπόν που απιστεί στην θεραπεία που έγινε τότε στον δούλο, ας την πιστεύση από την προφητεία που έχει επαληθευθή σήμερα, αν και η προφητεία είχε επιβεβαιωθή από την πρώτη στιγμή με το θαύμα που είχε γίνει τότε. Γι’ αυτό ακριβώς εθεράπευσε τον παράλυτο, αφού προηγουμένως προανήγγειλεν εκείνο, ώστε να επιβεβαίωση τα μέλλοντα από τα παρόντα και το μικρότερον από το μεγαλύτερο. Διότι το να απολαύσουν τα αγαθά οι ενάρετοι και οι αντίθετοι να υποφέρουν τα λυπηρά δεν είναι καθόλου παράδοξο, αλλά πολύ λογικό και φυσικό· αλλά το να δέση σφιγκτά τα μέλη τού παραλύτου και να αναστήση νεκρούς ήταν κάτι που υπερέβαινε τους φυσικούς νόμους. Αλλ’ όμως στο μεγάλο αυτό και θαυμαστόν γεγονός δεν συνεισέφερε λίγο και ο εκατόνταρχος· αυτό το εφανέρωσε και ο Χριστός λέγοντας: «Ύπαγε, και ως επίστευσας γενηθήτω σοι». Είδες πώς η υγεία τού δούλου ανεκήρυξε και την δύναμι τού Χριστού και την πίστι τού εκατοντάρχου και επεβεβαίωσε αυτά που θα συμβούν στο μέλλον; Μάλλον δε όλα μαζί ανεκήρυτταν την δύναμι του Χρι­στού. Διότι δεν διώρθωσε μόνον το σώμα τού δούλου, αλλά και την ψυχήν τού εκατοντάρχου προσείλκυσε στην πίστι δια των θαυμάτων αυτών.

Συ όμως μην προσέχης μόνον αυτό, ότι αυτός επίστευσε και εκείνος ιάθη, αλλά θαύμασε και την ταχύτητα. Αυτήν φανερώνει ο Ευαγγελιστής, όταν λέγη: «Και ιάθη ο παις αυτού εν τη ώρα εκείνη»· ακριβώς όπως είπε και στην περίπτωσι του λεπρού, ότι «ευθέως εκαθαρίσθη». Διότι επεδείκνυε την δύναμί του όχι μόνον με το να θεραπεύη, αλλά και με το να κάμνη αυτό με τρόπον παρά­δοξο και μάλιστα ακαριαίως. Και δεν ωφελούσε μόνον με αυτά, αλλά και με το ότι συνεχώς μαζί με την επίδειξι των θαυμάτων συνεδύαζε και τους λόγους περί της Βασιλείας των Ουρανών και προσείλκυεν όλους προς αυτήν. Διότι και αυτούς ακόμη που απειλούσε ότι θα τους εκβάλη από την Βασιλεία, τους απειλούσε όχι για να τους εκβάλη, αλλά για να τους προξενήση φόβο με τους λόγους του και έτσι να τους προσελκύση προς αυτήν. Εάν δε ούτε με αυτόν τον τρόπον ωφελούντο, η ενοχή θα ήταν εξ ολοκλήρου ιδική τους και όλων εκείνων που πάσχουν από την ιδίαν ασθένεια. Και αυτό ημπορεί να το ιδή κανείς όχι μόνον στους Ιουδαίους, αλλά και στους πι­στούς. Πράγματι και ο Ιούδας υιός τής Βασιλείας ήταν και ήκουσε μαζί με τους άλλους μαθητάς το «επί δώδεκα θρόνους καθιείσθε», αλλ’ έγινεν υιός τής γεέννης· ενώ ο Αιθίοψ, αν και ήταν άνθρωπος αλλοεθνής, από εκείνους που κατήγοντο από «Ανατολών και Δυσμών», θα απολαύση τους στεφάνους μαζί με τον Αβραάμ και τον Ισαάκ και τον Ιακώβ. Το ίδιο γίνεται τώρα και σ’ εμάς. Διότι λέγει: «Πολλοί έσονται πρώτοι έσχατοι και έσχατοι πρώτοι». Το λέγει αυτό, ώστε ούτε εκείνοι να ραθυμούν σαν να μην ημπορούσαν να επανέλθουν, ούτε αυτοί να παίρνουν θάρρος σαν να ήσαν αμετακίνητοι. Αυτό προαναφωνούσε και ο Ιωάννης λέγοντας από την αρχή: «Δύναται ο Θεός εκ των λίθων τούτων εγείραι τέκνα τω Α­βραάμ». Επειδή αυτό επρόκειτο να συμβή, προκηρύττεται από μακρυά, ώστε κανείς να μη θορυβηθή από το παράδοξον του πράγ­ματος. Αλλά εκείνος μεν το λέγει αυτό ως ενδεχόμενον, διότι ευρίσκετο ακόμη στην αρχή, ενώ ο Χριστός το προλέγει ως βέβαιον, πα­ρέχοντας την απόδειξι με τα έργα του.

Ας μην έχωμε λοιπόν εμπιστοσύνη στον εαυτόν μας όσοι συμπεριλαμβανόμεθα μεταξύ των πιστών, αλλά να λέγωμε στους εαυτούς μας: «ο δοκών εστάναι, βλεπέτω μη πέση». Ούτε να απογοητευώμεθα με τις πτώσεις μας, αλλά να λέγωμε στους εαυτούς μας: «Μη ο πίπτων ουκ ανίσταται;». Διότι πολλοί, αν και ανέβησαν στην κορυ­φήν τού ουρανού και επέδειξαν κάθε καρτερία και κατέλαβαν τις ερήμους και ούτε στο όνειρό τους είδαν γυναίκα, έδειξαν προς στιγμήν αμέλεια, ενικήθησαν και έπεσαν στο ίδιο το βάραθρον της κακίας.Αλλοι πάλι από εκεί κάτω ανέβησαν στον ουρανόν και μετεπήδησαν από την σκηνήν και την ορχήστρα στην αγγελικήν πολιτεία. Επέδειξαν μάλιστα τόσο μεγάλην αρετήν ώστε να εκδιώξουν και δαίμονες, και πολλά άλλα παρόμοια θαύματα να κάμουν. Οι Γραφές είναι γεμάτες από τις ιστορίες τους, αλλά και η ζωή μας πλήρης από τα σχετικά παραδείγματα. Βλέπουμε πόρνους και αδύναμους χαρακτήρες να κλείνουν τα στόματα των αιρετικών Μανιχαίων, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι η κακία είναι ανίκητος υπηρετώντας έτσι τον διάβολο και παραλύοντας τα χέρια όσων θέλουν να αγωνισθούν, ανατρέποντας δε με τον τρόπον αυτό τα πάντα στην ζωή. Διότι όσοι πείθουν τον κόσμο με αυτήν την θεωρία, δεν τον βλάπτουν μόνον ως προς την μέλλουσα ζωήν, αλλά και εδώ τα κάμουν όλα άνω κάτω, όσον εξαρτάται από αυτούς...

Εμείς όμως, αφού έχουμε τόσα παραδείγματα από τις Γραφές και από όλη την ζωή μας, ας προσέχωμε πολύ και ας προσπαθούμε να μην πίπτουμε τόσο χαμηλά· αλλά και αν κάποτε πέσωμε, να μην παραμείνωμε στην κατάστασι της πτώσεως. Διότι εάν ο δίκαιος Δαυΐδ, επειδή προς στιγμήν ημέλησε, εδέχθη τοιαύτα τραύματα, τί θα πάθωμε εμείς οι οποίοι καθημερινώς αμελούμε; Μην ιδής ότι έπεσε και αποθαρρυνθής, αλλά σκέψου τί έπραξε στην συνέχεια· πόσους θρή­νους επέδειξε, πόσην μετάνοια, προσθέτοντας στις ημέρες και τις νύ­κτες· τις πηγές των δακρύων που έχυσε λούοντας με αυτά την κλίνη του, και εκτός αυτών τον σάκκο της μετανοίας που περιεβλήθη. Εάν δε εκείνος είχεν ανάγκη από τόσην μεγάλην επιστροφή, πώς θα ημπορέσωμε εμείς να σωθούμε παραμένοντας ανάλγητοι μετά από τόσα αμαρτήματα; Διότι αυτός που έχει πολλά κατορθώματα, εύκο­λα θα ημπορούσε με αυτά να καλύψη τα αμαρτήματά του· ενώ ο γυμνός, όπου και αν δεχθή βέλος, η πληγή αποδεικνύεται Θανάσιμος.

Για να μη συμβή όμως αυτό, ας εξοπλίσωμε τους εαυτούς μας με έργα αγαθά, ώστε και αν πέσωμε σε κάποιο αμάρτημα, να το απαλύνωμε με αυτά· και έτσι να καταξιωθούμε, αφού ζήσωμε την παρούσα ζωήν προς δόξαν Θεού, να απολαύσωμε την μέλλουσα· «ης γένοιτο πάντας ημάς επιτυχείν, χάριτι και φιλανθρωπία τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ω η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώ­νων». Αμήν.


(4ος - 5ος αιών -Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου, Ε.Π.Ε. τόμ. 10 (Υπόμνημα), ομι­λία ΚΣΤ σελ. 170. Η πρώτη παράγραφος είναι από την ομιλία ΚΕ’ 1. Από το βιβλίο "Πατερικόν Κυριακοδρόμιον", σελίς 163)


Πηγή: www.alopsis.gr