A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Κυριακή 30 Νοεμβρίου 2025

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗ Θ΄ ΛΟΥΚΑ 2025 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

DSC 8970

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

               «Τί θὰ ὠφελήσει τὸν ἄνθρωπο ἂν κερδίσει τὸν κόσμο ὅλο καὶ χάσει τὴν ψυχή του; Ἢ τί θὰ δώσει ὁ ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς του»; Αὐτὴν τὴν ἐρώτηση διαχρονικὰ ἀπευθύνει ὁ Δεσπότης Χριστὸς πρὸς τὸν καθένα μας. Ὅλοι τὴν ξέρουμε τὴν ἀπάντηση· ἀκόμη καὶ τὰ πάντα νὰ κατέχει κανείς, ἀκόμη καὶ ὅλο τὸν κόσμο νὰ ἔχει ὑποτάξει, ἂν χάσει τὴν ψυχή του, χάθηκε γιὰ πάντα.

               Αὐτὴ ἡ μεγίστης σημασίας ἀλήθεια, ἀποτελεῖ τὴν οὐσία τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς ποὺ ἀκούσαμε σήμερα, τῆς παραβολῆς τοῦ ἄφρονος πλουσίου.

               Ἡ παραβολὴ ἔχει ὡς ἑξῆς: ὁ Θεὸς εὐλόγησε, καὶ τὰ χωράφια κάποιου ζάμπλουτου ἀνθρώπου ἀπέδωσαν τὴν μεγαλύτερη δυνατὴ ποσότητα καρπῶν. Πραγματικά, ἀνεπανάληπτη εὐλογία! Καὶ ποιός δὲν θὰ χαιρόταν νὰ ξέρει ὅτι ἔχει τόσο μεγάλο πλεόνασμα ἀγαθῶν; Κὶ ὅμως, ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς δὲν χάρηκε, ἀλλὰ ἀνησυχία ἄρχισε νὰ βασανίζει τὸ μυαλό του. Παράξενο κὶ ὅμως ἀληθινό. Μεγάλη ἀνησυχία: «τί θὰ κάνω τώρα ποὺ δὲν ὑπάρχει ἄλλος χῶρος στὶς ἀποθῆκες μου»; Ἡ λύση βρέθηκε γρήγορα. Ἐννοεῖται πὼς ἡ ἐλεημοσύνη στοὺς πτωχούς, ἡ θρέψη τῶν πεινασμένων καὶ οἱ λοιπὲς ἀγαθοεργίες ἀπουσίαζαν ἀπὸ τὴν λύση ποὺ ἔδωσε τελικά: «Θὰ γκρεμίσω τὶς ἀποθῆκες μου καὶ θὰ χτίσω νέες, μεγαλύτερες. Καὶ τότε, (τί «χαρά»!) θὰ μπορῶ νὰ πῶ στὸν ἑαυτό μου: «ψυχή μου, ἔχεις πολλὰ ἀγαθὰ ποὺ φτάνουν γιὰ πολλὰ χρόνια. Νὰ ἀναπαύεσαι, νὰ τρῶς, νὰ πίνεις,  νὰ εὐφραίνεσαι». Κὶ ἀφοῦ ὁ ταλαίπωρος αὐτὸς ἄνθρωπος ἀναλογίστηκε αὐτά,  ἄκουσε τὴν συνταρακτικὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ: ἄφρονα, ἄφρονα, αὐτὴ τὴν νύχτα θὰ ἀπαιτήσουν ἀπὸ σένα τὴν ψυχή σου οἱ δαίμονες. Ὅλα αὐτὰ ποὺ ἔχεις ἐτοιμάσει, ποιανοῦ θὰ εἶναι τώρα;

            τσι, λοιπόν, ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος μιὰ ζωὴ θησαύριζε ἀχόρταγα γιὰ τὸν ἑαυτό του, χωρὶς ποτὲ νὰ δώσει σημασία στοὺς συνανθρώπους του ποὺ εἶχαν ἀνάγκη, σὲ μιὰ στιγμὴ βρέθηκε πάμφτωχος, ἄδειος καὶ ἐντελῶς ἀξιολύπητος. Εἶχε, δυστυχῶς, πιστέψει ὅτι θὰ ζοῦσε αἰώνια σὲ αὐτὴ τὴ γῆ. Ἡ τύφλωσή του ἀπὸ τὸ πάθος τῆς πλεονεξίας δὲν τοῦ ἐπέτρεπε νὰ δεῖ ὅτι ὁ σωματικὸς θάνατος πάντοτε παραμονεύει καὶ ποτὲ δὲν κάνει διακρίσεις. Ἔπεσε στὸν λάκκο ποὺ ὁ ἴδιος εἶχε σκάψει. Βυθίστηκε στὴν δυστυχία τὴν ὁποία ἡ ἴδια του ἡ εὐτυχία τοῦ προσέφερε. Καὶ κάπως ἔτσι, ἡ ἠδονὴ ἔγινε… ὁδύνη.

            Ξέρετε, ἀδελφοί μου, ὁ Θεὸς ὅ,τι μᾶς δίνει, τὸ ὁτιδήποτε, μᾶς τὸ δίνει γιὰ νὰ πετύχουμε τὴν σωτηρία μας. Βέβαια, παράλληλα μᾶς δίνει τὴν ἐλεύθερη βούληση νὰ ἐπιλέξουμε ἂν μὲ αὐτὰ ποὺ μᾶς ἔχει δώσει θὰ ἀγωνισθοῦμε γιὰ τὴν σωτηρία μας, ἤ τὸν θάνατό μας. Μάλιστα, τὴν ἐπιλογή μας τὴν σέβεται ἀπόλυτα καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ μᾶς ἀγαπᾶ.

            Τὸ γεγονὸς αὐτὸ φαίνεται ξεκάθαρα μέσα στὴν περικοπή. Παρ᾽ ὅλο ποὺ ὁ πλούσιος διαχειριζόταν λανθασμένα τὸν πλοῦτο τὸν ὁποῖο ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε νὰ κατέχει, ὁ Φιλάνθρωπος Κύριος εὐλόγησε ὥστε τὰ χωράφια του νὰ καρποφορήσουν θαυμαστά. Ἐπιβεβαιώνεται γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ ὅτι ὁ Θεὸς βρέχει ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθοὺς καὶ ἀνατέλλει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους προσδοκῶντας τὴν σωτηρία ὅλων.

             εὐλογία τοῦ νὰ ἔχει κάποιος πολλὰ χρήματα εἶναι ταυτόχρονα μεγάλη εὐθύνη γιὰ σωστὴ διαχείριση. Ὁ Θεὸς ἐμπιστεύεται πλούτη σὲ ἀνθρώπους γιὰ νὰ ἀσκήσουν μὲ εὐλάβεια τὴν ἐλεημοσύνη, νὰ ἀναπαύσουν τοὺς συνανθρώπους τους, νὰ ἐργαστοῦν γιὰ τὸ καλὸ τῆς κοινωνίας, γνωρίζοντας ὅτι δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ προσωρινοὶ διαχειριστές. Ἡ χρηστὴ αὐτὴ διαχείριση ὁδηγεῖ τοὺς πλουσίους στὸν Οὐρανό. Ἄν, ἀντιθέτως, οἱ πλούσιοι ἔχουν τὸ σκεπτικὸ τοῦ ἄφρονος τῆς περικοπῆς καὶ ζοῦν μόνο γιὰ τὴν ἀτομική τους διασκέδαση καὶ ἄνεση, ξεκινοῦν νὰ βιώνουν τὴν κόλαση ἤδη ἀπὸ αὐτὴ τὴν ζωή, ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ συνειδητοποιήσουν ὅτι ἄργὰ ἢ γρήγορα θὰ ἀναχωρήσουν ἀπὸ τὰ ἐπίγεια ἀφήνοντας τὰ πάντα πίσω τους. 

            Ὅ,τι ἰσχύει γιὰ τὴν διαχείριση τοῦ πλούτου, τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ τὰ κάθε εἴδους ἀξιώματα. Ὁ Θεὸς παραχωρεῖ τὰ ἀξιώματα ὥστε διὰ τῆς ὀρθῆς διαχείρισης νὰ προαχθεῖ τὸ ὑλικὸ καὶ πνευματικὸ συμφέρον τῶν ἀνθρώπων. Ἡ λανθασμένη διαχείριση τῶν ἀξιωμάτων, ἡ ἐγωιστικὴ ἐκμετάλλευσή τους μὲ στόχο τὴν ἱκανοποίηση ἀτομικῶν φιλοδοξιῶν φέρει, δυστυχῶς, τὰ ἀντίθετα ἀποτελέσματα, τὴν ζημίωση τόσο τῶν ἀνθρώπων, ὅσο καὶ τοῦ ἴδιου τοῦ διαχειριστῆ.

            Τὸ σημαντικότερο ἴσως μήνυμα ποὺ λαμβάνουμε ἀπὸ τὴν σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ ἅπαντες, καὶ φτωχοὶ καὶ πλούσιοι, καὶ μικροὶ καὶ μεγάλοι, εἶναι ἡ ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη γιὰ συνεχῆ πνευματικὴ ἐγρήγορση. Ὀφείλουμε νὰ γρηγοροῦμε διότι δὲν ξέρουμε τὴν ἡμέρα, οὔτε τὴν ὥρα ποὺ θὰ κληθοῦμε ἐνώπιον τοῦ Δικαίου Κριτῆ. Τὸ ὅτι ἡ σημερινὴ περικοπὴ εἶχε ὡς θέμα τὸν πλούσιο καὶ τὸ πάθος τῆς πλεονεξίας, δὲν μᾶς ἀφήνει ὅλους τοὺς ὑπολοίπους ἀδιάφορους, διότι ὁ καθένας ἔχει τὰ ὅποια πάθη καὶ τὶς ἀδυναμίες του. Ὅπως ὁ πλούσιος καθῆκον εἶχε νὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὴν πλεονεξία, ἔτσι καὶ ὁ καθένας μας πρέπει νὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ ὅ,τι μᾶς βαραίνει. Μὴν ἀφήνουμε τὴν ἀπελευθέρωσή μας γιὰ ἀργότερα, διότι μπορεῖ νὰ μὴν προλάβουμε.          

Ἡ Χάρις τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ νὰ μᾶς σκεπάζει ὅλους!

Μετ’ εὐχῶν,

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2025

ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ : Οἱ παπικοί εἶναι κακόδοξοι καί αἱρετικοί



Γράφει ὁ Φώτιος Μιχαήλ, ἰατρός

  Στίς 9 Νοεμβρίου ἑορτάζεται ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως τοῦ θαυματουργοῦ.

  Κατά τήν ἡμερα αὐτή ἐκφωνοῦνται ἐκτενέστατοι λόγοι ἐγκωμιαστικοί γιά τόν νεοφανέντα Ἅγιο, ἀλλά δυστυχῶς ἡ στάση τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου ἀπέναντι στούς παπικούς – θέμα ἁπτόμενο τῆς σωτηρίας μας καί ἐξόχως ἐπίκαιρο – σπανιώτατα ἕως καί οὐδόλως ἀναφέρεται!

Ὁ λόγος τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου γιά τίς ἀρχές καί τίς ἰδέες τῶν παπικῶν εἶναι σαφέστατος:

 «Οἱ Πάπες ἐγένοντο οἱ κακοί δαίμονες τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους».

 «Ἡ Ἀνατολική Ἐκκλησία μετά βδελυγμίας ἀποστρέφεται τοιαύτας ἀρχάς, τοιαῦτα φρονήματα, τοιαύτας ἰδέας … εἰσίν ἀληθῶς ἀρχαί κακόδοξοι καί αἱρετικαί καί ἀποκρούονται ὑπό τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας».

«Δέν ὑπάρχει σημεῖον συναντήσεως μεταξύ τῆς Δυτικῆς καί Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας».

Οἱ παπικοί, μᾶς βεβαιώνει ὁ Ἅγιος Νεκτάριος, εἶναι κακόδοξοι καί αἱρετικοί. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἀνατολική Ἐκκλησία σιχαίνεται καί ἀποστρέφεται τίς αἱρετικές διδασκαλίες τοῦ παπισμοῦ. Τόν ἀπωθεῖ καί ἀποφεύγει κάθε σχέση μαζί του, διότι μεταξύ παπικῶν καί Ὀρθοδόξων δέν ὑπάρχει σημεῖο συναντήσεως.

Ποῦ εἶναι, λοιπόν, ὅλοι ἐκεῖνοι, πού ὑποδέχονται μέ χαρά μέσα στούς Ἱερούς μας Ναούς τούς πάπες καί τούς καρδιναλίους, συντρώγουν καί συμπροσεύχονται μαζί τους καί τούς ἀποκαλοῦν ἀδελφούς ἐν Χριστῷ;

Τί ἔχουν νά ποῦν στόν Ἅγιο Νεκτάριο ὅλοι ἐκεῖνοι πού παραδέχονται ἱερωσύνη καί μυστήρια στούς παπικούς, καί πού προχωρᾶνε ὁλοταχῶς γιά τήν  ἕνωσή μας μαζί τους ἐντελῶς ἀπροϋπόθετα, καταπατῶντας Ἱερούς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μας καί περιφρονῶντας τούς Ἁγίους μας Πατέρες;

Τελικά, ἰσχύει ἤ ὄχι ἡ ρῆσις «μνήμη ἁγίου, μίμησις ἁγίου»;

Ἁγίου Νεκταρίου, 2025.

——————————————

Τά ἀποσπάσματα ἀπό τήν γραφίδα τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου προέρχονται ἀπό τήν ἱστορική του μελέτη γιά τό σχίσμα. Ἁλιεύθηκαν ἀπό τό βιβλίο Ο ΟΥΡΑΝΙΟΣ ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ ΟΥΤΕ ΝΟΘΕΥΕΤΑΙ ΟΥΤΕ ΠΡΟΔΙΔΕΤΑΙ, σελ. 32-33, τῶν ἐκδόσεων «Ὀρθόδοξος Κυψέλη».

ΑΓΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ Ο ΣΤΟΥΔΙΤΗΣ: Ο ΑΣΥΜΒΙΒΑΣΤΟΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ

 

ΑΓΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ Ο ΣΤΟΥΔΙΤΗΣ: Ο ΑΣΥΜΒΙΒΑΣΤΟΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητού
     Μια από τις πιο σεβαστές τάξεις των αγίων της Εκκλησίας μας είναι οι ομολογητές. Σε αυτή την τάξη ανήκουν οι άγιοι της Εκκλησίας μας, οι οποίοι έδωσαν τη μαρτυρία της πίστεώς τους, χωρίς να υπολογίσουν τις συνέπειες της ομολογίας τους αυτής. Δε θα ήταν υπερβολικό να υποστηρίξουμε πως η Εκκλησία μας είναι απόλυτα στηριγμένη στους αγώνες των αγίων ομολογητών Της, στη δισχιλιόχρονη πορεία Της στην ιστορία.
    Ένας από τους μεγάλους ομολογητές της Ορθοδοξίας είναι και ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης, ο οποίος έδρασε σε μια πολύ ταραγμένη για την Εκκλησία ιστορική περίοδο. Πρόκειται για την φοβερή εικονομαχική έριδα, η οποία συντάραξε τη βυζαντινή κοινωνία για περισσότερο από έναν αιώνα, με αφόρητες διώξεις των ορθοδόξων από τους εικονομάχους αυτοκράτορες (726-843). Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 759 από ευγενείς και ευσεβείς γονείς, οι οποίοι φρόντισαν να του δώσουν εκτός από την ευσέβεια και κατά κόσμον παιδεία, την οποία ο ίδιος αργότερα την χρησιμοποίησε για την Εκκλησία. Σπούδασε με επιμέλεια την ελληνική φιλοσοφία και τους Πατέρες της Εκκλησίας. 
    Από μικρός αγαπούσε το Χριστό και λαχταρούσε να προσφέρει σε Αυτόν τη ζωή του. Έφηβος ακόμη, άφησε την καριέρα του ανώτερου κρατικού υπαλλήλου και αποσύρθηκε το 781 σε μοναστήρι στην Προύσα της Μ. Ασίας, όπου ηγούμενος ήταν ο θείος του Πλάτων. Αυτός τον μύησε στην ορθόδοξη πνευματικότητα και τον ενέπνευσε να αφιερώσει τη ζωή του για την προάσπιση της αλήθεια και της αυθεντικότητας της Εκκλησίας. Το 789 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον πατριάρχη Ταράσιο και το 794 ανέλαβε τη θέση του ηγουμένου της Μονής.
      Δεν πρόλαβε να χαρεί την ηγουμενία του, διότι δύο χρόνια μετά ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ο ΣΤ΄ (780-797) χώρισε τη σεμνή σύζυγό του Μαρία για χάρη μιας άλλης γυναίκας της Θεοδότης. Αφού έκλεισε σε μοναστήρι τη Μαρία, νυμφεύτηκε το ίδιο βράδυ κρυφά στα ανάκτορα τη Θεοδότη. Το μυστήριο τέλεσε ο ιερέας της Αγίας Σοφίας Ιωσήφ. Την επόμενη ημέρα έγινε η στέψη της ως βασίλισσα!
     Η Θεοδότη ήταν εξαδέλφη του αγίου Θεοδώρου. Αυτό δεν τον εμπόδισε να ελέγξει την παρανομία του αυτοκράτορα και τη γελοιοποίηση του ιερού μυστηρίου του γάμου. Ζήτησε εξηγήσεις από τον πατριάρχη Ταράσιο γιατί δεν τιμώρησε τον ιερέα Ιωσήφ, και επειδή δεν πήρε επαρκείς εξηγήσεις διέκοψε το μνημόσυνό του. Οι κολακείες του αυτοκρατορικού ζεύγους δεν απέδωσαν και για τούτο άρχισαν οι διώξεις εναντίον του.  Εξορίστηκε στη Θεσσαλονίκη ως το 797, όπου ο Κωνσταντίνος εκθρονίστηκε και τυφλώθηκε από τη μητέρα του Ειρήνη την Αθηναία (797-802). Το 798 επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, όπου έγινε ηγούμενος της περίφημης Μονής του Στουδίου. Ευτύχησε να έχει στην ηγουμενία του περισσότερους από χίλιους μοναχούς. Μετέβαλλε τη Μονή σε κέντρο κοινωνικής ευποιΐας και πνευματικής ακτινοβολίας. Μεταξύ των άλλων στη Μονή γινόταν και αντιγραφή αρχαίων κωδίκων. Τότε αντιγράφηκαν και έφτασαν ως εμάς τα έργα των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων.
     Αλλά και πάλι το 808 αναγκάστηκε να έρθει σε σύγκρουση με τον πατριάρχη Νικηφόρο, ο οποίος αποκατέστησε τον Ιωσήφ, κατ’ απαίτηση του αυτοκράτορα Νικηφόρου Α΄ (86-815) και διότι θεώρησε την εκλογή του αντικανονική. Εξορίστηκε αυτή τη φορά στη Χάλκη και διαλύθηκε η περίφημη Μονή του Στουδίου και αναστάλθηκε το κολοσσιαίο πνευματικό της έργο.
       Το 811 επέστρεψε από την εξορία, αλλά τέσσερα χρόνια μετά, το 815 ανέβηκε στο αυτοκρατορικό θρόνο ο Λέων Ε΄ ο Αρμένιος, ο οποίος εγκαινίασε τη δεύτερη  εικονομαχική περίοδο. Στις 25 Μαρτίου του 815, Κυριακή των Βαΐων, ο άγιος Θεόδωρος αψηφώντας το διάταγμα για την καθήλωση και καταστροφή των Ιερών Εικόνων, μαζί με ιερείς, μοναχούς και ευσεβείς λαϊκούς, πήραν τις Ιερές Εικόνες και τις περιέφεραν στην Κωνσταντινούπολη. Έτσι για  μια κόμη φορά ο άγιος Θεόδωρος θα αντιμετωπίσει την αυθαιρεσία της εξουσίας και θα διωχθεί. Αφού τον συνέλαβαν, τον ξυλοκόπησαν άγρια, τον κακοποίησαν και τον έστειλαν για τρίτη φορά εξορία, αυτή τη φορά στη Σμύρνη. Τον φυλάκισαν στα υγρά και σκοτεινά υπόγεια του μητροπολιτικού μεγάρου της πόλεως, όπου τον μαστίγωναν ανηλεώς καθημερινά και του στερούσαν ακόμη και το ψωμί και το νερό!  Εκεί κλονίστηκε σοβαρά η υγεία του.
     Το 820 επί αυτοκράτορος Μιχαήλ Β΄ του Τραυλού (820-829) ανακλήθηκε από την εξορία. Όμως το 824 ήρθε σε σύγκρουση με τον Μιχαήλ για τον παράνομο γάμο και αυτού του αυτοκράτορα. Για μια ακόμη φορά ακολουθούμενος από ορισμένους στουδίτες μοναχούς, αναγκάστηκε να φύγει και πάλι από την αγαπημένη του Μονή, για την οποία τόσο κοπίασε. Βαριά άρρωστος άφησε τα εγκόσμια την 11η Νοεμβρίου του 826, αφού ζήτησε από τους μοναχούς να του διαβάσουν τον 118ο Ψαλμό. Παρέδωσε την αγία του ψυχή στον Κύριο σε ηλικία 67 ετών.
    Παρ’ όλες τις διώξεις και τις εξορίες του έγραψε σπουδαιότατα θεολογικά έργα. Διακρίθηκε επίσης ως σπουδαίος ποιητής και υμνογράφος, ο οποίος συνέθεσε τους περισσότερους ύμνους του Τριωδίου.
      Ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης είναι αντιπροσωπευτικό παράδειγμα ασυμβίβαστου χριστιανού με τον αμαρτωλό και πτωτικό κόσμο. Εκφράζει με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο το ασυμβίβαστο της Εκκλησίας με την αμαρτία και το αντιχριστιανικό πνεύμα. Αν και μοναχός προασπίστηκε τον ιερό θεσμό του γάμου, τον οποίο είχαν καταπατήσει οι ισχυροί της εποχής του. Προασπίσθηκε επίσης την αγία και αμώμητη πίστη της Ορθοδοξίας, η οποία είναι συνώνυμη με τη σωτηρία. Νομίζουμε ότι και η εποχή μας έχει ανάγκη αγίων και ομολογητών, σαν τον άγιο Θεόδωρο το Στουδίτη για να μπορέσουμε να βγούμε από το φοβερό πνευματικό τέλμα, στο οποίο έχουμε βυθισθεί!

ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΩΝ ΓΝΗΣΙΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ ΣΤΟΝ ΠΕΙΡΑΙΩΣ κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ «Ποιός εὐθύνεται γιὰ τὸν εὐτελισμὸ τοῦ ἱερατικοῦ σχήματος μὲ τὴν περίπτωση τοῦ κ. Βεζυρέα;»

 


Ἀπάντηση στὸν Πειραιῶς κ. Σεραφείμ

Ἀπάντηση στὸ ἄρθρο «Ποιός εὐθύνεται γιὰ τὸν εὐτελισμὸ τοῦ ἱερατικοῦ σχήματος μὲ τὴν περίπτωση τοῦ κ. Βεζυρέα;», τοῦ Μητροπολίτου Πειραιῶς τῆς ἐπισήμου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, κ. Σεραφείμ

Οἱ ἀποκαλύψεις περὶ τοῦ φερομένου ὡς «ἀρχιεπισκόπου τῶν παλαιοημερολογιτῶν», Παρθενίου Βεζυρέα, πυροδότησαν, καθὼς ἦταν ἀναμενόμενο, πλῆθος δηκτικῶν σχολίων κατὰ ὅλων ἀνεξαιρέτως, ὅσοι ἀκολουθοῦν τὴν ἡμερολογιακὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, δίχως νὰ γίνεται διάκριση μεταξὺ εὐσυνείδητων χριστιανῶν καὶ ἀπατεώνων. Ἡ τακτικὴ αὐτή, προσφιλὴς σὲ ἐπίδοξους δημοσιογράφους καὶ πολεμίους τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν (Γ.Ο.Χ.), εἶναι γνωστὴ ἀπὸ δεκαετιῶν καὶ δὲν τιμᾶ ὅσους τὴν μεταχειρίζονται. Τοῦτο, παρὰ τὴν κατὰ κόσμον λύπη ποὺ μᾶς προξενεῖ, γίνεται μυστηριωδῶς καὶ αἰτία χαρᾶς, σύμφωνα μὲ τὴν βεβαίωση τοῦ Ἄρχοντος τῆς Πίστεώς μας, Σωτῆρος Χριστοῦ: «Μακάριοί ἐστε, ὅταν ὀνειδίσωσιν ὑμᾶς, καὶ διώξωσι, καὶ εἴπωσι πᾶν πονηρὸν ῥῆμα καθ’ ὑμῶν, ψευδόμενοι ἕνεκεν ἐμοῦ[1]»

να ἐκ τῶν σχετικῶν ἄρθρων, ποὺ κυκλοφόρησαν κατ᾽ αὐτάς, ὑπῆρξε καὶ τὸ τοῦ Μητροπολίτου τῆς ἐπισήμου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Σεβ. Πειραιῶς κ. Σεραφείμ. Φέρον τὸν τίτλο «Ποιός εὐθύνεται γιὰ τὸν εὐτελισμὸ τοῦ ἱερατικοῦ σχήματος μὲ τὴν περίπτωση τοῦ κ. Βεζυρέα;», τὸ ἐν λόγῳ ἄρθρο κρίνεται ἄξιο διερευνήσεως καὶ ἀπαντήσεως. Προφανῶς, μὲ τὴν ἀπάντησή μας δὲν στοχεύουμε νὰ ὑπερασπισθοῦμε περιπτώσεις ἀνάλογες μὲ αὐτὴν τοῦ κ. Βεζυρέα, ἀλλὰ ἡμᾶς αὐτούς, καθὼς θεωροῦμε ὅτι ἡ περίπτωση τοῦ κ. Βεζυρέα ἔδωσε μία καλὴ ἀφορμὴ στὸν Σεβασμιώτατο γιὰ νὰ ἐπιτεθεῖ, ἐμμέσως πλὴν σαφῶς, κατὰ τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Συνόδου. 

 κ. Σεραφεὶμ ἐκφράζει, κατ᾽ ἀρχάς, τὴν θλίψη του διότι κανεὶς δὲν ἀναφέρεται στὸν -κατὰ τὸν ἴδιο- βασικὸ ὑπεύθυνο γιὰ φαινόμενα ὅπως τοῦ κ. Βεζυρέα· τὴν Ἑλληνικὴ Πολιτεία. Ἐξηγεῖ δὲ ὅτι ἡ εὐθύνη τῆς Πολιτείας ἔγκειται στὴν καταχώριση «παρασυναγωγῶν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας» στὸ ἁρμόδιο βιβλίο τοῦ Πρωτοδικείου, προτασσομένης «τῆς ἀσυδοσίας τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως, τοῦ ἀφόρητου δικαιωματισμοῦ καὶ τοῦ ἀνεξέλεγκτου αὐτοπροσδιορισμοῦ»,  ἐνόσῳ τὸ ἐν ἰσχύι Σύνταγμα ἀναγνωρίζει ὡς ἐπίσημη θρησκεία τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ποὺ εἶναι ἑνωμένη δογματικῶς μετὰ τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει. 

 κ. Σεραφείμ, ὡς ἔγκριτος νομικός, γνωρίζει, ἀσφαλῶς, κάλλιον ἡμῶν ὅτι τὸ ἄρθρο τοῦ Συντάγματος ποὺ ὁρίζει ὡς ἐπίσημη θρησκεία τοῦ κράτους τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἀναφέρει καὶ τὰ ἑξῆς γιὰ αὐτὴν: «τηρεῖ ἀπαρασάλευτα [...] τοὺς ἱεροὺς ἀποστολικοὺς καὶ συνοδικοὺς κανόνες καὶ τὶς ἱερὲς παραδόσεις[2]». Ἕως ποίου βαθμοῦ, ὅμως, ἰσχύει κάτι τέτοιο; Γιὰ νὰ χρησιμοποιήσουμε τὰ ὅσα εὔστοχα ἔγραψε ὁ Μητροπολίτης κ. Σεραφεὶμ στὶς 16.9.2015, ἀποτελεῖ ἄραγε ἀπαρασάλευτη τήρηση τῶν ἱερῶν κανόνων «ὁ διάλογος [μὲ ἑτεροδόξους] ἐπὶ ἴσοις ὅροις, ἡ ὑπογραφὴ καὶ υἱοθέτηση κοινῶν ἀντορθοδόξων κειμένων, οἱ ἀντικανονικὲς συμπροσευχὲς καὶ ὁ λαϊκὸς Οἰκουμενισμός, ἡ ὑπογραφὴ Κοινῶν Δηλώσεων μὲ τὸν αἱρεσιάρχη Πάπα τῆς Ρώμης, οἱ ἀντικανονικὲς συμπροσευχὲς καὶ τὰ ἡμισυλλείτουργα μὲ αἱρετικοὺς καὶ ἀλλοθρήσκους»[3]; Εἶναι παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ἡ ὅλη στάση ἔναντι τοῦ ἡμερολογιακοῦ ζητήματος; Ὁ ἴδιος ὁ κ. Σεραφεὶμ ἔγραψε στὶς 20.5.2016: «δὲν θὰ συμμετάσχω στὸ "ἀνόσιο παίγνιο" τῆς λεγομένης Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου[4]». Ἐξηγεῖ δὲ πὼς «Ἐάν πράγματι ἐπεδιώκετο ἡ Πανορθόδοξος αὐτὴ Σύνοδος νὰ εἶναι Ἁγία καὶ Μεγάλη [...] ὤφειλε στοιχοῦσα στὸ πνεῦμα καὶ τὸ γράμμα τῶν Ἁγίων καὶ Θεοφόρων Πατέρων [...] ε) νὰ λύση τὸ ἡμερολογιακὸ καὶ ἑορτολογικὸ μεῖζον θέμα, ποὺ διασπᾶ ἀναποδράστως τὴ λειτουργικὴ ἑνότητα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας καὶ ποὺ κατὰ τρόπον ἀντικανονικὸν θεσμοθετήθηκε στὴν Ἐκκλησία αὐτὴ ἡ ἀπαράδεκτη λειτουργική διάσπασις, μὲ τὸ γνωστὸ  Συνέδριον τοῦ 1923, ἐπὶ Μακαριστοῦ Πατριάρχου Κων/πόλεως κυροῦ Μελετίου Μεταξάκη». Εἶναι, μήπως, τήρηση τῶν ἱερῶν Κανόνων ἡ πανθομολογουμένη ἔλλειψη τῆς Συνοδικότητος, ἡ ἄτυπη κατάργηση τῆς νηστείας, ὁ καινοφανὴς τύπος τοῦ Βαπτίσματος ἄνευ τριπλῆς καταδύσεως (ὅταν ἡ ἴδια ἡ λέξη «Βάπτισμα» σημαίνει τὴν ὁλικὴ βύθιση ἐντὸς τοῦ ὕδατος), ἡ τέλεση Γάμων τὴν ἡμέρα τῆς Παρασκευῆς; Ἀλλὰ καὶ στὰ πιὸ ἁπλά: εἶναι παράδοση τῆς Ἐκκλησίας νὰ συλλειτουργεῖ βοηθὸς Ἐπίσκοπος μετὰ τοῦ Μητροπολίτου αὐτοῦ φέρων μίτρα καὶ ράβδο;

ταν ἀπουσιάζει ἡ ἀπαρασάλευτη τήρηση ἀκόμη καὶ τῶν πιὸ ἁπλῶν κανόνων καὶ παραδόσεων, γεγονὸς ποὺ σημαίνει ἔλλειψη σεβασμοῦ πρὸς τὸ Σύνταγμα, πῶς ὁ κ. Σεραφεὶμ ἀπαιτεῖ ἀπὸ τὸ Σύνταγμα νὰ προστατεύσει τὴν ἐπίσημη Ἐκκλησία;

Περὶ δὲ τοῦ ὅτι ὑφίσταται «ἀσυδοσία τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως, ἀφόρητος δικαιωματισμὸς καὶ ἀνεξέλεγκτος αὐτοπροσδιορισμός», συμφωνοῦμε μὲ τὸν κ. Σεραφείμ. Ὅλα αὐτά, ὅμως, ἀποτελοῦν πρόβλημα ποὺ ταλανίζει κυρίως τὴν ἡμετέρα Ἱερὰ Σύνοδο, διότι ὅταν βλέπουν τὸ φῶς τῆς δημοσιότητος τὰ ἄδηλα καὶ τὰ κρύφια τοῦ κάθε κ. Βεζυρέα, κανένας δὲν ψέγει τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἀλλὰ ὅλους τοὺς «παλαιοημερολογίτες». Σὲ αὐτὸ ὀφείλεται ἡ ἔλλειψη τῆς ποθουμένης ἀπαραίτητης νομικῆς κάλυψης τῆς Ἐκκλησίας μας, μίας κάλυψης σὰν αὐτὴν ποὺ προστατεύει τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἀπὸ τὸ τραγικὸ φαινόμενο τῆς πολυδιάσπασης. 

Σὲ ἄλλο σημεῖο τοῦ κειμένου του, ὁ λόγιος Ἱεράρχης ἀναφέρεται στὸ ζήτημα τῆς ἀντιποίησης ἀρχῆς ποὺ δῆθεν περιπίπτουν οἱ παλαιοημερολογίτες ἔναντι τῆς ἐπίσημης Ἐκκλησίας. Τὸ θέμα χρήζει μίας περισσότερο προσεκτικῆς ματιᾶς.

ταν στὶς 10/23.3.1924 ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος υἱοθέτησε τὸ νέο ἡμερολόγιο, ὡς γνωστόν, ἕνα ἱκανὸ πλῆθος εὐλαβῶν χριστιανῶν, διατηρῶντας ἐπιφυλάξεις ὡς πρὸς τὴν ἡμερολογιακὴ μεταρρύθμιση, γιὰ τὸν ἀντικανονικὸ τρόπο ποὺ ἐπιβλήθηκε ὅπως καὶ γιὰ τὴν θλιβερὴ σκοπιμότητά της, παρέμεινε σταθερὸ στὰ παραδεδομένα. Τὸ οὐδόλως εὐκαταφρόνητο πλῆθος συγκροτοῦσαν λαϊκοὶ καὶ κληρικοὶ τοῦ κατώτερου κλήρου, οἱ ὁποῖοι μὲ ἁγνότητα καὶ ζῆλο συνέχισαν νὰ τηροῦν τὰ θρησκευτικά τους καθήκοντα μὲ τὸ πάτριο ἑορτολόγιο. Ἡ ἐκκλησιαστική τους ἀρχή, ἡ ἐπίσημη Ἐκκλησία, δὲν τοὺς φέρθηκε ὅπως ὁ καλὸς ποιμὴν στὸ «ἀπολωλὸς πρόβατον». Ὄχι μόνο κράτησε ἀποστάσεις ὡσὰν οἱ χριστιανοὶ αὐτοὶ νὰ ἦταν ξένο σῶμα, ἀλλὰ καὶ τοὺς κατεδίωξε μὲ τρόπο ἀνεπανάληπτο στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία.  «Ἡ ἁγία καὶ ἀμώμητος ἡμῶν Πίστις», ὅπως ὀρθῶς τονίζει ὁ κ. Σεραφεὶμ σὲ κάποιο κείμενό του (1.12.2008), εἶναι «ἡ διὰ ποταμῶν αἱμάτων πορφυρωθεῖσα» μὲ τὴν ἔννοια ὅτι τὰ αἵματα πηγάζουν ἐκ τοῦ σώματός της καὶ ὄχι ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ καταδιώκει. Ἡ τότε Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὅμως, πορφυρώθηκε ὄχι ἀπὸ τὰ αἵματά της, ἀλλὰ ἀπὸ τὰ αἵματα τῶν πάλαι ποτὲ πιστῶν της τέκνων, τὰ ὁποῖα ἡ ἴδια ἐκάκωσε, μέχρι καὶ ἐφόνευσε! 

φ᾽ ὅσον, λοιπόν, αὐτὴ ἦταν ἡ στάση τῆς ἐπίσημης Ἐκκλησίας, τὸ νὰ πολεμᾶ τοὺς παλαιοημερολογίτες θεωρῶντας τους ὡς κακούργους (δίχως, βεβαίως, νὰ λείπουν καὶ οἱ φωτεινὲς ἐξαιρέσεις), εἶναι προφανὲς ὅτι ὅταν Ἱεράρχες ἀνέλαβαν τὴν διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γ.Ο.Χ., δὲν ἔκαναν ἀντιποίηση ἀρχῆς, ἀλλὰ τέθηκαν στὴν ὑπηρεσία ἑνὸς ποιμνίου μὲ τὸ ὁποῖο ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος εἶχε πρὸ πολλοῦ διακόψει κάθε φιλικὴ σχέση. Ἔπειτα, δὲν ἐνήργησαν ὡς «Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος», ὅπως εἶναι ὁ ἐπίσημος τίτλος τῆς Αὐτοκέφαλης Ἐκκλησίας βάσει τοῦ Πατριαρχικοῦ καὶ Συνοδικοῦ Τόμου τῆς 29.6.1850, ἀλλὰ κατέστησαν σαφῆ τὴν διαφοροποίησή τους πρὸς τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος. Τὸ ἂν οἱ ὅροι «γνησία» καὶ «νόθος», στοὺς ὁποίους ἀναφέρεται ὁ κ. Σεραφείμ, εἶναι σωστοὶ ἢ λανθασμένοι, εἶναι ἕνα ἐρώτημα τὸ ὁποῖο πρέπει νὰ ἐξετάσει μία Πανορθόδοξη Σύνοδος, ἡ ὁποία θὰ λύσει τελεσίδικα καὶ τὸ ζήτημα τοῦ Ἡμερολογίου· μία Σύνοδος τῆς ὁποίας τὴν σύγκληση διακαῶς ἐπεθυμοῦσε ὁ Ἅγιος Πρωθιεράρχης μας, πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος. 

πομένως, καθὼς ὅσοι καθαιρέθηκαν ἀπὸ τὴν κρατοῦσα Ἐκκλησία, ἀλλὰ καὶ ὅσοι ἐπιθυμοῦν νὰ δροῦν ἀνεξέλεγκτα πρὸς ἐξυπηρέτηση ἰδίων συμφερόντων αὐτοπροσδιορίζονται ὡς «παλαιοημερολογίτες ἢ Γ.Ο.Χ.», ἡ ἀντιποίηση ἀρχῆς δὲν λειτουργεῖ εἰς βάρος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἀλλὰ εἰς βάρος τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Συνόδου.

ν συνεχείᾳ, ὁ Σεβασμιώτατος ἀναφέρει πὼς ἔχοντας ὑπηρετήσει ἐπὶ εἰκοσαετία τὴν Ἐκκλησιαστικὴ Δικαιοσύνη, ἔχει «ἱκανὴ γνώση προσώπων καὶ καταστάσεων ποὺ κινοῦνται στὸ περιθώριο τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανικοῦ βίου». Ἀσφαλῶς, θὰ ἔχει γνώση καὶ τῶν προσώπων καὶ τῶν καταστάσεων τοῦ χώρου ὅπου ἀνήκει. Σὲ αὐτὲς θὰ ἦταν προτιμότερο γιὰ τὸν ἴδιο νὰ ἑστιάσει, συμφώνως πρὸς τὴν εὐαγγελικὴ ἐπιταγή: «ἔκβαλε πρῶτον τὴν δοκὸν ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ σου, καὶ τότε διαβλέψεις ἐκβαλεῖν τὸ κάρφος ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ τοῦ ἀδελφοῦ σου»[5].Τὸ ἂν ὁ κόσμος χάνει, ὅπως μαρτυροῦν διάφορες δημοσκοπήσεις, τὴν ἐμπιστοσύνη του πρὸς τὴν Ἐκκλησία, τὸ ἂν σκανδαλίζεται καὶ ἀπομακρύνεται ἀπὸ αὐτήν, συμβαίνει ὄχι, βεβαίως, ἐξ αἰτίας τῶν παλαιοημερολογιτῶν. Ὅταν ἡ ἴδια ἡ ἐπίσημη Ἐκκλησία δὲν προστατεύει τὸν ἑαυτό της ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἔσωθεν τὴν κατατρώγουν, γιατὶ ἡ Πολιτεία νὰ ἐνδιαφερθεῖ νὰ τὴν προστατεύσει; 

πιπλέον, ὁ Σεβασμιώτατος ἀπὸ τὴν θητεία του στὴν ἐκκλησιαστικὴ δικαιοσύνη πιθανὸν νὰ γνωρίζει ὅτι κάποιοι ἀκατάλληλοι κληρικοὶ τῆς ἐπίσημης Ἐκκλησίας εἶχαν ἔγκαιρη (ἐκ τῶν ἔσω) πληροφόρηση γιὰ ἐπικείμενη ἢ ἐν ἐξελίξει κανονικὴ δίωξη ἐναντίον τους, ὁπότε αἴφνης παρουσιάζονταν  ὡς «παλαιοημερολογίτες», ὥστε νὰ καθαιρεθοῦν «ἐπὶ παλαιοημερολογιτισμῷ». Ἄραγε ἡ Πολιτεία εὐθυνόταν καὶ γιὰ αὐτό;

Εἶναι χαρακτηριστικὴ μία φράση τοῦ κ. Σεραφείμ: «Ἡ Ἑλληνικὴ Πολιτεία εὐθύνεται δι᾽ ὅλην αὐτὴν τὴν κατάντια (τῆς γέννησης φαινομένων ὅπως τοῦ κ. Βεζυρέα) καὶ οὐδεὶς ἄλλος». Ὡστόσο, μέσα στὸ σύντομο κείμενό του ἀναφέρεται σὲ τέσσερις ἀνθρώπους ποὺ πρὶν ὑποδυθοῦν τοὺς παλαιοημερολογίτες, βρίσκονταν στὴν Ἑλλαδικὴ Ἐκκλησία, ἀπὸ τὴν ὁποία καθαιρέθηκαν, ἕνας ἐκ τῶν ὁποίων καὶ ὁ κ. Βεζυρέας. Ἡ καθαίρεση, ὡστόσο, εἶναι κάτι ποὺ ἔρχεται μετά. Αὐτὸ ποὺ προηγεῖται εἶναι ἡ χειροτονία. Εἶναι ἀπορίας ἄξιον: ἡ Ἑλληνικὴ Πολιτεία τοὺς χειροτόνησε κληρικούς; Ἦταν μήπως πρόσωπα συνειδητοποιημένα γιὰ τὴν ἀποστολή τους, ποὺ ὅμως στὴν πορεία ἐξέπεσαν; Ἢ μήπως ἦταν ἐξ ἀρχῆς ἀκατάλληλοι, ἀλλὰ δροῦσαν μὲ τὴν ἀνοχὴ τῶν Ἱεραρχῶν τους; Ἴσως, τελικά, νὰ μὴν εἶναι ἀποκλειστικὰ ὑπεύθυνη ἡ Ἑλληνικὴ Πολιτεία. 

Γιὰ νὰ δοῦμε ἂν καὶ κατὰ πόσον εἶναι ἀποκλειστικὰ ὑπεύθυνη ἡ Ἑλληνικὴ Πολιτεία, ἐπανερχόμασθε στὸ ζήτημα τῆς ἀλλαγῆς τοῦ Ἡμερολογίου, τὸ ὁποῖο ὁ κ. Σεραφεὶμ ἀποκαλεῖ «φαιδρότητα». Μάλιστα, τονίζει ὅτι «δὲν ὑφίσταται "πατρῶο" καὶ "καινοτόμο" Ἑορτολόγιο, διότι τὸ Ἑορτολόγιο εἶναι ἕνα».

φ᾽ ὅσον τὸ ἑορτολόγιο «εἶναι ἕνα», δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ ἑορτάζουν μαζὶ ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι τὶς ἀκίνητες ἑορτές; Κάτι τέτοιο, ὡστόσο, δὲν συμβαίνει. Ἡ ἐγκύκλιος τοῦ 1920 τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου σκόπευε μὲ τὴν ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου ὄχι στὴν ἀστρονομικὴ ἀκρίβεια, τὴν ὁποία ὑπερτονίζει ὁ Σεβασμιώτατος ἀλλὰ στὸν «ταὐτόχρονον ἑορτασμὸν τῶν μεγάλων χριστιανικῶν ἑορτῶν ὑπὸ πασῶν τῶν Ἐκκλησιῶν»[6]Μὰ δὲν ἑόρταζαν ταυτόχρονα οἱ Ἐκκλησίες τοῦ Χριστοῦ; Ἀσφαλῶς. Μὲ τὸν ὅρο «Ἐκκλησίες τοῦ Χριστοῦ», ὅμως, ἡ ἐγκύκλιος ἀναφέρεται καὶ στοὺς ἑτεροδόξους. Τί συνέβη τελικά; Προτιμήθηκε ὁ κοινὸς ἑορτασμὸς μὲ τοὺς ἑτεροδόξους καὶ διασπάσθηκε ὁ ταυτόχρονος ἑορτασμὸς μεταξὺ τῶν Ὀρθοδόξων[7]. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, ἡ Ἀλεξάνδρεια καὶ ἄλλες κατὰ τόπους Ἐκκλησίες ἑορτάζουν ξεχωριστὰ ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος, τὰ Ἱεροσόλυμα, τὴν Μόσχα, τὴν Σερβία καὶ ἄλλες Ἐκκλησίες. Ἀλλὰ καὶ μέσα στὴν ἴδια τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, διασπάσθηκε ὁ κοινὸς ἑορτασμός. 

ταν ὁ ἁπλὸς θρησκευόμενος λαὸς βλέπει τέτοια ὑποκρισία, εἶναι λογικὸ νὰ τηρεῖ τὶς ἐπιφυλάξεις του. Ὅταν μάλιστα βλέπει τὴν ἴδια τὴν διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας νὰ τὸν καταδιώκει γιὰ τὴν ἐπιλογή του νὰ μὴν ἀλλάξει τὸ ἡμερολόγιο ποὺ ἐπὶ εἴκοσι αἰῶνες τηροῦσε, εἶναι φυσικὸ νὰ ἀποστασιοποιηθεῖ, ἀκόμη καὶ νὰ φανατισθεῖ, δυστυχῶς. Ὁ Μητροπολίτης Σισανίου καὶ Σιατίστης Πολύκαρπος Λιώσης, τὸν ὁποῖον ὁ Σεβασμιώτατος κ. Σεραφεὶμ θὰ σέβεται ὡς μέγα εὐεργέτη τῆς Μητροπόλεώς του, ὅταν ἀκόμη ἦταν Ἐπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γ.Ο.Χ., εἶχε καταγράψει πλῆθος περιστατικῶν ἀπὸ τοὺς φοβεροὺς διωγμοὺς τῆς ἐπίσημης Ἐκκλησίας κατὰ τῶν παλαιοημερολογιτῶν. Ἡ ἴδια ἡ τότε Ἱεραρχία ἑδραίωσε τὴν Ἐκκλησία τῶν Γ.Ο.Χ., λόγῳ τῆς ἀδιάκριτης συμπεριφορᾶς της. Δὲν εἶναι, λοιπόν, ἀποκλειστικὰ ὑπεύθυνη ἡ Ἑλληνικὴ Πολιτεία γιὰ περιπτώσεις ὅπως τοῦ κ. Βεζυρέα. Ἡ μεγαλύτερη εὐθύνη βαραίνει, πρωτίστως, παλαιοὺς Ἱεράρχες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί, δευτερευόντως,  παλαιοὺς Ἱεράρχες τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γ.Ο.Χ., οἱ ὁποῖοι ἐπέτρεψαν στὶς ἀδυναμίες τους νὰ σπιλώσουν τὸν δίκαιο ἀγῶνα τοῦ Κινήματος τῆς Εὐσεβείας. 

λπιδοφόρο εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι πολλοὶ σύγχρονοι Ἱεράρχες καὶ κληρικοὶ ὅλων τῶν τάξεων ἐμπνέονται ἀπὸ πνεῦμα κατανόησης καὶ διαλλακτικότητος. Θαυμάσαμε, μάλιστα, τὶς ἡμέρες αὐτὲς ἕνα ἐξαίρετο ἄρθρο τοῦ Πρωτοσυγκέλλου τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Ἰωαννίνων[8]. Ἐν ἀντιθέσει πρὸς αὐτούς, ὁ κ. Σεραφείμ, ὅπως φαίνεται μέσα ἀπὸ τὸ κείμενό του, ὑποστηρίζει ἐν ἔτει 2025 τὴν ἀναβίωση τῆς τακτικῆς τῶν διωγμῶν, ἐν σχέσει μάλιστα καὶ μὲ ζηλωτικὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Ὄρους, μιᾶς τακτικῆς ποὺ δοκιμάσθηκε καὶ ὄχι μόνο ἀπέτυχε, ἀλλὰ ἔφερε τὰ ἄκρως ἀντίθετα ἀποτελέσματα. Τουλάχιστον ἀπὸ τὸν Σεβασμιώτατο, εὐφυέστατος καὶ θεολογικώτατος καθὼς εἶναι, θὰ περιμέναμε μία προσέγγιση ἐμπνεόμενη  ἀπὸ τὴν διάκριση καὶ τὴν εὐαγγελικὴ ἀγάπη. 

Κλείνοντας τὸ θέμα τοῦ ἡμερολογίου, στὸ ἄρθρο ἀναφέρεται τὸ ἑξῆς: «Αὐτὸ ποὺ ἄλλαξε εἶναι ὁ ἡμερολογιακὸς προσδιορισμὸς τοῦ Ἑορτολογίου ποὺ ἦταν ἐσφαλμένος καὶ σήμερα μὲ τὸ ἰσχύον ἡμερολόγιο θὰ χάνεται μία ἡμέρα κάθε 3.000 χρόνια». Σεβόμαστε τὴν σημαντικὴ αὐτὴ ἐπιτυχία τῆς ἐπιστήμης. Ὡστόσο, ὅταν σταθοῦμε ἔναντι τοῦ Ἀδεκάστου Κριτοῦ, τὸ μόνο ποὺ δὲν θὰ μᾶς ρωτήσει εἶναι ἂν κερδίσαμε μία ἢ χίλιες ἡμέρες. Ἴσως αὐτὸ ποὺ θὰ μᾶς ρωτήσει (δίχως νὰ τὸ ἀγνοεῖ) εἶναι τὸ πῶς ἀγωνισθήκαμε γιὰ νὰ ἐπανέλθει ἐν ἀληθείᾳ ἡ Ἑνότητα, γιὰ τὴν ὁποία Ἔνδακρυς προσευχήθηκε πρὸ τοῦ Πάθους. 

 Σὲ κάποιο τμῆμα τοῦ ἄρθρου γίνεται λόγος στὴν καταγωγὴ τῆς «χειροτονίας» τοῦ κ. Βεζυρέα. Ἡ ἀναφορὰ αὐτὴ θεωροῦμε ὅτι δὲν ἐξυπηρετεῖ ἄλλο σκοπὸ παρὰ τὴν προσπάθεια σύνδεσης τοῦ ὀνόματός του μὲ τὴν Ἱερὰ ἡμῶν Σύνοδο, ὥστε πάσῃ θυσίᾳ αὐτὴ νὰ σπιλωθεῖ. Ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τῶν σκανδαλωδῶν ἀποκαλύψεων, ἀλλὰ καὶ ἤδη ἀπὸ εἰκοσαετίας, ἔχουμε καταστήσει σαφὲς ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς οὐδεμία σχέση ἔχει ἢ εἶχε μὲ τὴν Ἱερὰ ἡμῶν Σύνοδο καὶ γενικὰ μὲ τὴν Ἐκκλησία τῶν Γ.Ο.Χ. Ἑλλάδος.

Πρὸς τὸ τέλος τοῦ ἄρθρου, γίνεται λόγος περὶ κάποιου οὐνίτη. Ὁ Σεβασμιώτατος μὲ ἔντονο ὕφος ἐκφράζει τὴν ἀπαρέσκειά του καὶ ὀρθῶς πράττει, καθὼς ἡ οὐνία εἶναι μία ὕπουλη μεθόδευση τοῦ παπισμοῦ γιὰ ἀποπλάνηση τοῦ ὀρθοδόξου λαοῦ μας. Ὁ φόβος του, ὅμως, εἶναι μήπως ὁ λαὸς κατὰ λάθος πλανηθεῖ ἀπὸ οὐνίτες, τὴν στιγμὴ ποὺ μεγαλόσχημοι κληρικοὶ δίνουν ἀπροκάλυπτα ὑπόσταση σὲ αὐτούς; 

ν κατακλεῖδι, οἱ καιροὶ εἶναι χαλεποί. Ἡ ἐγκληματικότητα αὐξάνεται ἀπειλητικά, οἱ οἰκογένειες χωρίζουν σὲ δραματικὸ ποσοστό, τὰ παιδιά μας μεγαλώνουν δίχως ἀρχὲς καὶ ἀναζητοῦν ἐναγώνια τὴν λύτρωση μέσα ἀπὸ δρόμους θανάσιμους, ἐν οἷς καὶ τὸ παράνομο κέρδος καὶ οἱ ναρκωτικὲς οὐσίες, μὲ τὴν διακίνηση τῶν ὁποίων κάποιοι ὅπως ὁ κ. Βεζυρέας χτίζουν τὸ δικό τους μέλαθρο, στηριζόμενοι στὴν καταστροφὴ συνανθρώπων μας· «Ἔλεον δὲ ἁμαρτωλοῦ μὴ λιπανάτω τὰς κεφαλὰς ἡμῶν»[9]. Οἱ ὑγιῶς σκεπτόμενοι καὶ ἁγνῶς διακονοῦντες τὰ ἱερὰ καὶ τὰ ὅσια τῆς Πίστεως καὶ τοῦ Γένους μας ἔχουμε ἱερὸ καθῆκον συσπειρωμένοι νὰ ἀναστήσουμε -χάριτι Θεοῦ- τὴν πεσοῦσα κοινωνία μας μεταδίδοντάς της τὸ ζωογόνο Φῶς τῆς Τρισηλίου Θεότητος· τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Οἱ ἔριδες δὲν ἔβγαλαν πουθενά, ἐνῷ τὰ βέλη εἶναι χρήσιμα μόνο ὅταν στρέφονται κατὰ τοῦ ἀρχεκάκου ἐχθροῦ. 

Ἐν Ἀθήναις, 08/21-11-2025

Ἐκ τῆς Ἀρχιγραμματείας τῆς Ἱερᾶς Συνόδου


[1] Μτ. 5,11

[2] Σύνταγμα τῆς Ἑλλάδας, Άρθρο 3,1. 

[3]http://romfea.gr/ieres-mitropoleis/3112-peiraios-o-oikoumenismos-exei-diabrosei-tou-pantes-kai-ta-panta

[4] https://www.romfea.gr/ieres-mitropoleis/8402-8075

[5] Μτ. 7,5

[6] Ἐγκύκλιος Συνοδικὴ τῆς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως πρὸς τὰς ἁπανταχοῦ Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, 1920

[7] Καὶ μάλιστα, χάριν οἰκουμενιστικῆς σκοπιμότητος.

[8] https://exapsalmos.gr/mia-chrysi-efkairia-gia-ksekatharisma/

[9] Ψαλ. 140,5=

Κυριακή 23 Νοεμβρίου 2025

ΑΓΝΩΣΤΑ, ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΑ, ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ (Ὁμιλία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα)

 Ὁμιλία γιὰ τὸν Ἅγιο Νεκτάριο

Ἀπὸ τὸν Σεβ. Μητροπολίτη Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα στὸν ἑορτάζοντα Ναὸ τῆς Ἱερᾶς Ἀνδρώας Μονῆς Ἁγίου Νεκταρίου στὴν Πασπάλη Βερδικούσιας, τὴν 9/22-11-2025, μὲ τίτλο: «Ἄγνωστα, καταπληκτικά, Ἁγίου Νεκταρίου».

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ H΄ ΛΟΥΚΑ 2025 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

 

DSC 8970

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, 

            Κάποιοι προβάλλουν τὸν Θεὸ σὰν τιμωρό. Ἄλλοι σὰν ἐντελῶς ἀδιάφορο καὶ ἀπόντα ἀπὸ τὶς ἐξελίξεις καὶ τὰ καθημερινὰ προβλήματα τῆς ἀνθρωπότητας. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, διὰ τοῦ Ἀποστόλου καὶ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου, βαδίζοντας τὴν μεσαία καὶ βασιλικὴ ὁδό, κηρύττει μεγαλοφώνως ὅτι «ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστίν».

               Αὐτὸ τὸ βλέπουμε ξεκάθαρα μέσα ἀπὸ τὴν σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή, ὅπου ὁ Χριστός, ἀνοίγοντας τὸ πάνσοφό Του στόμα, ἐκφώνησε τὴν πολὺ γνωστὴ καὶ ἰδιαιτέρως ἀγαπητὴ σὲ ὅλους μας παραβολὴ τοῦ Καλοῦ Σαμαρείτη.

               Κάποιος ἄνθρωπος, κατεβαίνοντας ἀπὸ τὴν ὑψηλὴ Ἱερουσαλὴμ στὴν χαμηλὴ Ἱεριχώ, δέχθηκε ἄγρια ἐπίθεση ἀπὸ ληστές, οἱ ὁποῖοι ἀφοῦ τὸν τραυμάτισαν σοβαρά, τὸν καταλήστεψαν, ἀφήνοντάς τον κυριολεκτικὰ μισοπεθαμένο. Κατὰ ἀγαθὴ συγκυρία, κάποιος Ἱερέας πέρασε ἀπὸ τὸν δρόμο αὐτό, ἀλλὰ μόλις τὸν εἶδε, ἀμέσως ἔστριψε τὸ κεφάλι καὶ ἔφυγε μακριά του. Ὕστερα, πέρασε ἕνας Λευίτης. Οἱ Λευίτες ἦταν ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ καί, ἑπομένως, θὰ περιμέναμε ὅτι σὰν ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ θὰ βοηθοῦσε τὸν τραυματία.Ἔφυγε, ὅμως, κὶ αὐτὸς δίχως νὰ δώσει σημασία. Τελικά, λίγο ἀργότερα περνάει ἀπὸ τὴν ὁδὸ ἕνας Σαμαρείτης. Οἱ Σαμαρεῖτες καὶ οἱ Ἰσραηλίτες ἔτρεφαν μεταξύ τους μεγάλη ἀντιπάθεια. Αὐτός, λοιπόν, ὁ Σαμαρείτης, βλέποντας τὸν ἐτοιμοθάνατο ἄνθρωπο, τὸν λυπήθηκε. Ἔτρεξε κοντά του, τοῦ καθάρισε τὶς πληγὲς μὲ λάδι καὶ κρασί, τὶς ἔδεσε γιὰ νὰ παύσει ἡ αἱμορραγία καὶ ἀφοῦ τὸν ἀνέβασε στὸ γαϊδουράκι του, τὸν ὁδήγησε στὸ πανδοχεῖο. Ἐκεῖ, τὸν περιποιήθηκε ἰδιαιτέρως. Τὴν ἑπόμενη ἡμέρα, φεύγοντας, ἔδωσε στὸν ξενοδόχο δύο νομίσματα καὶ τοῦ εἶπε: «φρόντισε τὸν ταλαιπωρημένο ἄνθρωπο καὶ ἂν τυχὸν ξοδέψεις περισσότερα, ὅταν ξανὰ ἔρθω θὰ σ᾽ τὰ ξεπληρώσω. 

               κούγοντας μὲ προσοχὴ τὴν παραβολὴ αὐτή, κάνουμε εὔκολα μία συσχέτιση. Ὁ Καλὸς Σαμαρείτης εἶναι ὁ Γλυκύτατος Νυμφίος Χριστός, «ὁ εὐδοκήσας οὐκ ἐκ Σαμαρείας, ἀλλ᾽ ἐκ Μαρίας σαρκωθῆναι», ὅπως ἀναφέρεται στὴν ὑμνολογία. Ὁ ταλαίπωρος ἄνθρωπος, τὸ θύμα τῶν ληστῶν, ὁ ἐτοιμοθάνατος τραυματίας, εἶναι ὁ καθένας ἀπὸ ἐμᾶς. Ὅταν ἀπὸ τὸ ψηλότερο σημεῖο, τὴν πνευματικὴ ζωή, πορευόμαστε πρὸς τὸ χαμηλότερο σημεῖο, τὴν κοσμικὴ ζωὴ καὶ τὶς ἀνθρώπινες ἐπιθυμίες, πέφτουμε θύματα τῶν πονηρῶν πνευμάτων, τὰ ὁποῖα μᾶς κατατραυματίζουν τὴν ψυχή –πολλὲς φορὲς καὶ τὸ σῶμα- καὶ ληστεύουν ὅ,τι καλὸ εἴχαμε ἀποκτήσει. Τὰ πονηρὰ πνεύματα, οἱ ἄτιμοι αὐτοὶ ληστές, μᾶς ἀφήνουν μισοπεθαμένους, πονεμένους, ἔρημους νὰ περιμένουμε μία χεῖρα βοηθείας. Ἔρχονται κάποια στιγμὴ δύο ἄνθρωποι στοὺς ὁποίους κάποτε εἴχαμε ἀκουμπήσει τὶς ἐλπίδες μας, ἀλλὰ τώρα οὔτε ποὺ μᾶς δίνουν σημασία. Βλέπουν, μὰ ἀποστρέφονται τὴν ταλαιπωρημένη ὕπαρξή μας. Ἔρχεται τότε ἕνας Ξένος, ἕνας Ἄγνωστος σὲ ἐμᾶς, τὸν Ὁποῖο ἐνῷ νομίζαμε ὅτι ξέρουμε, στὴν πραγματικότητα δὲν εἴχαμε δώσει στὸν ἑαυτό μας τὴν δυνατότητα νὰ Τὸν γνωρίσει οὐσιαστικά. Ἔρχεται ὁ Χριστός· καὶ ἔτσι ταλαιπωρημένους ὅπως μᾶς βλέπει, μᾶς σπλαχνίζεται καὶ μᾶς προσφέρει ἁπλόχερα πολύτιμη φροντίδα. Μᾶς ὁδηγεῖ στὴν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία δέχεται τοὺς πάντες, σὰν ἄλλο «πανδοχεῖο», μᾶς περιποιεῖται καὶ στὴ συνέχεια μᾶς ἀναθέτει στὸν Λειτουργό, τὸν Ἀρχιερέα ἢ τὸν Ἱερέα. Τοῦ δίνει ἀφενὸς τὸν Λόγο Του, τὴν Ἁγία Γραφή, ἀφετέρου τὰ Ἱερὰ Μυστήρια. Μὲ αὐτά, τοῦ παραγγέλει νὰ μᾶς φροντίσει καὶ νὰ ἀποκαταστήσει τὴν ὑγεία καὶ τὴν ὡραιότητα τῆς ψυχῆς, ἀλλὰ καὶ τοῦ σώματός μας σὲ κάποιες περιπτώσεις. Καὶ τὸν βεβαιώνει: «Λειτουργέ, ἂν κάποτε γιὰ νὰ βοηθήσεις αὐτὸν τὸν ταλαίπωρο ἄνθρωπο, ξοδέψεις καὶ θυσιάσεις πράγματα ἀπὸ τὸν ἑαυτό σου, ἂν θυσιάσεις τὸν ἐλεύθερο χρόνο σου, τὸν χρόνο μὲ τὴν οἰκογένειά σου, τὴν ξεκούρασή σου ἢ ἀκόμη καὶ χρήματα, κατὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία θὰ σ᾽ τὰ ἀποδώσω ὅλα». 

               Βλέπουμε, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ὅτι ὁ Θεός, ὄχι ἁπλῶς μᾶς ἀγαπᾶ ὑπερβολικά, ἀλλὰ μᾶς διδάσκει τὴν ἀγάπη.  Ἐφαρμόζει τὴν ἀγάπη μὲ τὴν θυσία Του. Ἀγάπη δίχως θυσία δὲν νοεῖται. Ὁ Καλὸς Σαμαρείτης θυσιάζει τὸ πρόγραμμά του, θυσιάζει τὴν σωματική του δύναμη, θυσιάζει τὰ χρήματά του, θυσιάζει τὶς προκαταλήψεις Ἰουδαίων – Σαμαρειτῶν καὶ προσφέρεται ὅλος στὴν ὑπηρεσία τοῦ ἀνθρώπου δίχως νὰ περιμένει ἀντάλλαγμα. 

               Τὴν παραβολὴ τοῦ Καλοῦ Σαμαρείτη μποροῦμε νὰ τὴν δοῦμε ἀπὸ δύο ὄψεις· ἀπὸ κάτω πρὸς τὰ πάνω, δηλαδὴ ἀπὸ τὴ θέση τοῦ τραυματία, ὁ ὁποῖος ἔχει ἀνάγκη τῆς βοήθειας κάποιου πνευματικὰ ἀνωτέρου του καὶ ἀπὸ πάνω πρὸς τὰ κάτω, δηλαδὴ ἀπὸ τὸ καθῆκον μας νὰ μιμηθοῦμε τὸν Χριστὸ καὶ νὰ θυσιαζόμαστε μὲ ἀγάπη γιὰ τοὺς συνανθρώπους μας.

               Εἶπα μόλις τώρα μία λέξη κλειδί: «νὰ μιμηθοῦμε». Ὁ Χριστὸς μᾶς τονίζει: «ἂν θέλετε νὰ εἶστε φίλοι μου, Ἐμένα νὰ μιμεῖσθε». «Ὅπως ἐγὼ ἔγινα πλησίον σας καὶ θυσιάσθηκα γιὰ ἐσᾶς, ἔτσι καὶ ἐσεῖς νὰ γίνετε οἱ πλησίον τῶν συνανθρώπων σας, δηλαδὴ νὰ τοὺς πλησιάσετε, καὶ νὰ θυσιάζεσθε γιὰ αὐτούς». Ἔτσι, οἱ ἄνθρωποι θὰ βλέπουν αὐτοὶ τὴν θυσία καὶ θὰ δοξάζουν τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀμην!

Μετ’ εὐχῶν,

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Τρίτη 18 Νοεμβρίου 2025

ΑΓΙΟΣ ΠΑΥΛΟΣ Α' Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ ΚΑΙ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΑΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ (6 Νοεμβρίου)


Τόν ἔπνιξαν οἱ Ἀρειανοί (αἱρετικοί) στήν ὥρα τῆς θείας Λειτουργίας μέ τό ἴδιο του τό ὠμοφόριο!

Στίς 6 Νοεμβρίου ἑορτάζεται ἡ μνήμη τοῦ ὁμολογητοῦ καί ἱερομάρτυρος Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Παύλου.

Ὁ μέγας αὐτός ὁμολογητής καί μάρτυρας κατήγετο ἀπό τήν Θεσσαλονίκη. Ἐχρημάτισε γραμματικός τοῦ ἁγιωτάτου Πατριάρχου Ἀλεξάνδρου, μετά τήν κοίμηση τοῦ ὁποίου οἱ ὀρθόδοξοι τόν ἐχειροτόνησαν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως.

Βασιλεύς τότε (351) στήν Κωνσταντινούπολη ἦταν ὁ Κωστάντιος, ὁ ὁποῖος εἶχε παρασυρθεῖ ἀπό τίς αἱρετικές διδασκαλίες τοῦ Ἀρείου, ἔγινε φανατικός Ἀρειανός καί προχώρησε ἀμέσως στήν δίωξη καί ἀπομάκρυνση τοῦ Ὀρθοδόξου Παύλου ἀπό τόν πατριαρχικό θρόνο.

Ὁ κατατρεγμένος ἅγιος Παῦλος πῆγε στή Ρώμη, ὅπου βρῆκε καί τόν ἅγιο Ἀθανάσιο, ὁ ὁποῖος ἐπίσης εἶχε βιαίως ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τόν θρόνο του λόγῳ τῶν ἀγώνων του ἐναντίον τῶν κακοδοξιῶν τοῦ αἱρετικοῦ Ἀρείου.

Στήν Ρώμη βασιλέας ἦταν ὁ Κώνστας, ἀδελφός τοῦ βασιλέα τῆς Κωνσταντινουπόλεως Κωνστάντιου, ὁ ὁποῖος ὅμως σέ ἀντίθεση μέ τόν ἀδελφό του κατεδίκασε τόν αἰρετικό τόν Ἄρειο καί παρέμεινε προσηλωμένος στήν Ὀρθοδοξία. Μέ δυναμική παρέμβαση τοῦ Κώνστα ἐπανέρχεται ὁ ἅγιος Παῦλος στόν θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἀλλά πολύ γρήγορα διώκεται ἐκ νέου ἀπό τόν Κωνστάντιο καί ἐξορίζεται στήν Κουκουσό τῆς Ἀρμενίας. Ἐκεῖ τόν εἶχαν φυλακισμένο μέσα σέ ἕνα οἴκημα, ὅπου καί βρῆκε τέλος φρικτό καί ἀπάνθρωπο. Σέ ὥρα θείας Λειτουργίας οἰ Ἀρειανοί τόν ἔπνιξαν μέ τό ἴδιο του τό ὠμοφόριο!

Θά μποροῦσε καί ὁ ἅγιος Παῦλος νά κρατάει τό στόμα του κλειστό ἀπέναντι στίς αἱρέσεις καί τούς αἱρετικούς, νά τά ἔχει καλά μέ τόν αἱρετικό Ἀρειανό Πατριάρχη, νά τόν τιμᾶνε καί νά τόν ἐπαινοῦν ἀνάξιοι καί ἐπίορκοι ἐκκλησιαστικοί καί πολιτικοί ἀξιωματοῦχοι, ἀλλά δέν τό ἔκανε. Γιά τήν ἀγάπη του στόν Χριστό καί τήν Ὀρθοδοξία προτίμησε τήν ὁμολογία, τούς διωγμούς, τίς ἐξορίες καί τελικά τόν θάνατο διά πνιγμοῦ. Γνώριζε πολύ καλά, ὅτι ἡ αἵρεση καταδικάζει τόν ἄνθρωπο σέ αἰωνία κόλαση· γι’ αὐτό καί δέν συμβιβάστηκε.

Πηγή

Ἀπολυτίκιον  
Ἦχος γ’. Αὐτόμελον.

Θείας πίστεως ὁμολογία, ἄλλον Παῦλόν σε τῇ Ἐκκλησίᾳ, ζηλωτὴν ἐν ἱερεῦσιν ἀνέδειξε· συνεκβοᾷ σοι καὶ Ἄβελ πρὸς Κύριον, καὶ Ζαχαρίου τὸ αἷμα τὸ δίκαιον. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.



Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.

Ἀστράψας ἐν γῇ, ὡς ἄστρον οὐρανόφωτον, τὴν καθολικήν, φωτίζεις Ἐκκλησίαν νῦν, ὑπὲρ ἧς καὶ ἤθλησας, τὴν ψυχήν σου Παῦλε προθέμενος, καὶ ὡς Ζαχαρίου καὶ Ἀβελ τρανῶς, βοᾷ σου τὸ αἷμα πρὸς Κύριον.

Ὁ Οἶκος
Ὁμολογίας στύλος ὑπάρχεις, καὶ ὁμώνυμος Παύλου τοῦ φωστῆρος τῆς γῆς, ὁμότροπός τε καὶ σύναθλος, τὰ στίγματα τοῦ Ἰησοῦ βαστάζων ἐν τῷ σώματι, Παῦλε ἰερομύστα· καὶ ἐν αὐτοὶς ἐντρυφῶν, καὶ καυχώμενος πάντοτε, ἐνώπιον βασιλέων κακοδόξων ὤφθης ἱστάμενος, καὶ μὴ πτοούμενος, μᾶλλον δὲ δυναμούμενος. Ὅθεν τρανώτερον βοᾷ σου τὸ αἷμα πρὸς Κύριον.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν.

Ὡς τοῦ σκεύους ὑπάρχων τῆς ἐκλογῆς, καὶ ὁμώνυμος Πάτερ καὶ μιμητής, κινδύνους ὑπέμεινας, καὶ διωγμοὺς ὑπὲρ πίστεως, καὶ ὡς αὐτὸς τὴν Ῥώμην, κατέλαβες Ὅσιε, πανταχοῦ κηρύσσων, Τριάδος τὸ ὁμότιμον· ὅθεν καὶ τὸν δρόμον, ἐν Ἀρμενίᾳ τελέσας, ἀξίως ἀπείληφας, ἐκ Κυρίου τὸν στέφανον, καταισχύνας τὸν Ἄρειον· Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Κυριακή 16 Νοεμβρίου 2025

ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΟΡΟΙ «ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ» ΚΑΙ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ» ΑΚΡΙΒΕΙΣ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ ΜΑΣ;

 

Εἶναι οἱ ὅροι «Χριστιανὸς» καὶ «᾿Ορθόδοξος» ἀκριβεῖς εἰς τοὺς χρόνους μας;

᾿Αρχιεπισκόπου ΑΒΕΡΚΙΟΥ († 1976)
 Συρακουσῶν καὶ Τριάδος
 τῆς Ρωσικῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας Διασπορᾶς

            ΜΕΧΡΙ πρό τινος, αἱ ἔννοιαι καὶ οἱ ὅροι «Χριστιανὸς» καὶ «᾿Ορθόδοξος» ἦσαν ἀναμφισβήτητοι καὶ σημαίνοντες. Τώρα, ἐν τούτοις, ζῶμεν εἰς χρόνους τόσον δεινούς, τόσον πεπληρωμένους ψεύδους καὶ ἀπάτης, ὅπου τοιαῦται ἔννοιαι καὶ τοιοῦτοι ὅροι δὲν μεταδίδουν πλέον κάτι τὸ σημαντικόν, ὅταν χρησιμοποιῶνται ἄνευ περαιτέρω διευκρινίσεως. Δὲν ἀντανακλοῦν τὴν οὐσίαν τῶν πραγμάτων, ἀλλ’ ἔχουν γίνει μᾶλλον ἐτικέττες καὶ ἐξαπατοῦν.
            Πολλαὶ κοινωνίαι καὶ ὀργανισμοὶ εἰς τὰς ἡμέρας μας αὐτο-αποκαλοῦνται «Χριστιανικοί», ἄν καὶ δὲν ὑπάρχῃ τίποτε τὸ Χριστιανικὸν εἰς αὐτούς, ἐφ᾿ ὅσον ἀπορρίπτουν τὸ πρωταρχικὸν δόγμα τοῦ Χριστιανισμοῦ: τὴν Θεότητα τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, ὅπως πράττουν ἀρκεταὶ ἐκ τῶν πολὺ προσφάτων σεκτῶν, εἰς τὰς ὁποίας τὸ καθ᾿ αὐτὸ πνεῦμα τοῦ γνησίου Χριστιανισμοῦ, τὸ ὁποῖον προκύπτει τόσον φυσιολογικῶς καὶ τόσον ἀβιάστως ἀπὸ τὴν διδασκαλίαν τοῦ Εὐαγγελίου, εἶναι ἐν πολλοῖς σχεδὸν ξένον.
            ᾿Εσχάτως, ὁ ὅρος «᾿Ορθόδοξος» ἔχει ἐπίσης παύσει εἰς μεγάλον βαθμὸν νὰ ἐκφράζῃ αὐτὸ ποὺ σημαίνει, διότι ἀκόμη καὶ ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι, ἐνῶ εἰς τὴν πραγματικότητα ἔχουν ἀποστατήσει ἀπὸ τὴν γνησίαν ᾿Ορθοδοξίαν καὶ ἔχουν γίνει προδόται τῆς ᾿Ορθοδόξου Πίστεως καὶ ᾿Εκκλησίας, ἐν τούτοις ἐξακολουθοῦν νὰ αὐτοαποκαλῶνται «᾿Ορθόδοξοι».
            Τοιοῦτοι ἀκριβῶς εἶναι ὅλοι οἱ καινοτόμοι, οἱ ὁποῖοι ἀπορρίπτουν τὸ γνήσιον πνεῦμα τῆς ᾿Ορθοδοξίας, ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ ἀκολουθοῦν τὸ κατωφερὲς μονοπάτι τῶν ἀμοιβαίων σχέσεων μὲ τοὺς ἐχθροὺς τῆς ᾿Ορθοδοξίας, οἱ ὁποῖοι προπαγανδίζουν διὰ κοινὴν προσευχήν, ἀκόμη καὶ διὰ λειτουργικὴν κοινωνίαν μὲ ἐκείνους ποὺ δὲν ἀνήκουν εἰς τὴν ἁγίαν ᾿Ορθόδοξον ᾿Εκκλησίαν.
            Τοιοῦτοι ἀκριβῶς εἶναι οἱ «ἀνακαινισταὶ» (τὸ ὄνομα τῶν μελῶν τῆς «Ζώσης ᾿Εκκλησίας» ἐντὸς τῆς Ρωσίας, οἱ ὁποῖοι καθωδηγοῦντο ὑπὸ τῶν Μπολσεβίκων τοῦ 1920), καὶ οἱ σύγχρονοι «νεο-ανακαινισταί», οἱ «νεο-ορθόδοξοι», (ὅπως μερικοὶ ἐξ αὐτῶν αὐτοχαρακτηρίζονται), οἱ ὁποῖοι φωνασκοῦν περὶ τοῦ πόσον οὐσιαστικὸν εἶναι νὰ «ἀνανεωθῇ ἡ ᾿Ορθόδοξος ᾿Εκκλησία»· ἐπίσης ὁμιλοῦν περὶ πολλῶν εἰδῶν «μεταρρυθμίσεων εἰς τὴν ᾿Ορθοδοξίαν», ἡ ὁποία δῆθεν ἔχει περιέλθει εἰς «ἀπολίθωσιν» καὶ εἶναι «ἑτοιμοθάνατος».
            Αὐτοὶ κοσκινίζουν τοιαῦτα πράγματα, ἀντὶ νὰ συγκεντρώσουν τὴν προσοχήν των προσευχητικῶς ἐπάνω εἰς τὴν ἀληθῶς οὐσιαστικὴν ἀνανέωσιν τῶν ψυχῶν των καὶ τὴν ἐκ θεμελίων ἀνακαίνισιν τῆς ἁμαρτωλῆς των φύσεως ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὰς ἐπιθυμίας. Αὐτοὶ ἐπιμόνως προκηρύσσουν ἕνωσιν μὲ αἱρετικούς, μὴ ᾿Ορθοδόξους, ἀκόμη καὶ μὴ Χριστιανούς. Προκηρύσσουν τὴν «ἕνωσιν τῶν πάντων», ἀλλὰ δίχως τὴν ἑνότητα τοῦ πνεύματος καὶ τὴν ἀλήθειαν, ἡ ὁποία κάμνει μία τοιαύτην ἕνωσιν δυνατήν.
            Τοιοῦτοι, παραδείγματος χάριν, εἶναι εἰς τὰς ἡμέρας μας οἱ Οἰκουμενικοὶ Πατριάρχαι Κωνσταντινουπόλεως, οἱ ὁποῖοι εἰς τὸ παρελθὸν ἀνεγνώρισαν τὴν «Ζῶσαν ᾿Εκκλησίαν» εἰς τὴν Σοβιετικὴν Ρωσίαν ὡς νόμιμον καὶ τώρα ἀναγνωρίζουν τὸν Πάπαν τῆς Ῥώμης, ὡς τὴν «κεφαλὴν ὁλοκλήρου τῆς Χριστιανικῆς ᾿Εκκλησίας», καὶ ἀκόμη ἀποδέχονται τοὺς Παπικοὺς Λατίνους εἰς τὴν ἁγίαν Κοινωνίαν, δίχως τὴν προτέραν ἔνταξιν αὐτῶν εἰς τὴν ἁγίαν ᾿Ορθόδοξον ᾿Εκκλησίαν.
            Τοιοῦτοι εἶναι ὅλοι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι ἐμπράκτως συμμετέχουν εἰς τὴν οὕτω καλουμένην Οἰκουμενικὴν Κίνησιν, ἡ ὁποία ἀγωνίζεται τόσον κραυγαλέως νὰ δημιουργήσῃ ἕν εἶδος ψευδο-εκκλησίας, ἀπαρτιζομένης ἀπὸ ὅλας τὰς ῾Ομολογίας ποὺ ὑφίστανται αὐτὴν τὴν στιγμήν.

            Τοιοῦτοι ἐπίσης εἶναι πολλοὶ ἄλλοι, οἱ ὁποῖοι δὲν εἶναι πλήρως πιστοὶ εἰς τὸν Κύριον ἡμῶν ᾿Ιησοῦν Χριστὸν καὶ εἰς τὴν ἁγίαν Του ᾿Εκκλησίαν, ἀλλὰ ὑπηρετοῦν τοὺς ἀχρείους ἐχθροὺς Αὐτοῦ ἤ τοὺς εὐαρεστοῦν μὲ τὸν ἕνα ἤ τὸν ἄλλον τρόπον, βοηθοῦντες αὐτοὺς νὰ πραγματοποιήσουν τοὺς ἀντιχριστιανικοὺς σκοποὺς αὐτῶν εἰς ἕνα κόσμον, ὁ ὁποῖος ἔχει ἀπομακρυνθῇ ἀπὸ τὸν Θεόν.
            Ποῖος θὰ τολμήσῃ νὰ μᾶς ἀρνηθῇ τὸ νόμιμον δικαίωμά μας νὰ μὴ ἀναγνωρίζωμεν τοιούτους ἀνθρώπους ὡς ᾿Ορθοδόξους, ἀκόμη καὶ ἄν αὐτοὶ ἠμπορεῖ νὰ ἐμμένουν εἰς τὴν χρῆσιν αὐτοῦ τοῦ ὀνόματος, φέροντες ποικίλους ὑψηλοὺς βαθμοὺς καὶ τίτλους;
            ᾿Απὸ τὴν ᾿Εκκλησιαστικὴν ῾Ιστορίαν γνωρίζομεν, ὅτι δὲν ὑπῆρξαν ὀλίγοι αἱρετικοὶ ἤ ἀκόμη καὶ αἱρεσιάρχαι ὑψηλῶν βαθμῶν (ἱερωσύνης), οἱ ὁποῖοι κατεδικάσθησαν ἐπισήμως ἀπὸ τὴν (Ὀρθόδοξον) Καθολικὴν ᾿Εκκλησίαν καὶ ἀπεμακρύνθησαν ἀπὸ τὰς θέσεις των.
            ᾿Αλλὰ τί παρατηροῦμεν σήμερον;
            Αὐτή, δυστυχῶς, εἶναι μία ἐποχὴ ἀπεριορίστων παραχωρήσεων καὶ πονηρῶν συναλλαγῶν, ὅπου ἀκόμη καὶ αἱ πλέον σκανδαλώδεις αἱρετικαὶ πράξεις ἤ δηλώσεις δὲν ἐνοχλοῦν κανένα.
            Πολὺ ὀλίγοι ἀντιδροῦν ὅπως θὰ ἔπρεπε εἰς αὐτὴν τὴν ἀνοικτὴν ἀποστασίαν ἀπὸ τὴν ᾿Ορθοδοξίαν, καὶ ὅσον διὰ τὴν καταδίκην αὐτῶν τῶν νεοφανῶν αἱρετικῶν καὶ ἀποστατῶν, οὔτε κἄν νὰ τὸ σκεφθῇ κανείς.
            Σήμερον τὸ πᾶν ἐπιτρέπεται εἰς τοὺς πάντας καὶ τίποτε δὲν ἀπαγορεύεται εἰς κανένα, ἐκτὸς ἀπὸ τὰς περιπτώσεις ὅπου κάποιος θίγεται προσωπικῶς, δυσαρεστεῖται καὶ προσβάλλεται, καθὼς αἱ ἀνοησίαι αὐτῶν (τῶν Οἰκουμενιστῶν) φανεροῦνται δημοσίως.
            ῎Ω, εἰς αὐτὰς τὰς περιπτώσεις κάτι τέτοιον εἶναι ἀσυγχώρητον!
            ᾿Αμέσως ἀπειλαὶ  κάμνουν τὴν ἐμφάνισίν των, βασιζόμεναι εἰς ἐκείνους τοὺς λησμονημένους ἱεροὺς Κανόνας, οἱ ὁποῖοι εἰς πᾶσαν ἄλλην περίπτωσιν θεωροῦνται «πεπαλαιωμένοι, ἀσυγχρόνιστοι καὶ μὴ ἀποδεκτοὶ» εἰς τοὺς προχωρημένους, προοδευτικοὺς καιρούς μας!
            Αὐτὸ εἶναι τὸ εἶδος τῆς ἠθικῆς ἀποσυνθέσεως, τῆς πραγματικῆς πνευματικῆς τερατωδίας, τὴν ὁποίαν ἀντιμετωπίζομεν.
            ῾Η ἀλήθεια προθύμως ἀγνοεῖται καὶ ἀναιδῶς παραμερίζεται, καθὼς ὁ διάβολος, μὲ τὴν ἰδίαν εὐκολίαν, ἑορτάζει τὴν θριαμβευτικήν του νίκην καὶ χαιρεκάκως περιγελᾶ τὴν ἀλήθειαν, τὴν ὁποίαν ἔχει ἐκτοπίσει καὶ ποδοπατήσει.
            Εἶναι δυνατὸν νὰ συμφιλιώσῃ κανεὶς τὴν συνείδησίν του μὲ αὐτὴν τὴν σύγχρονον κατάστασιν; ᾿Ημπορεῖ νὰ κλείσῃ κάποιος τοὺς ὀφθαλμούς του εἰς ὅλα αὐτὰ τὰ ψεύδη καὶ νὰ διάγῃ ἠρέμως, ὡσὰν νὰ μὴ βλέπῃ τίποτε λανθασμένον; Μόνον ἄτομα, τῶν ὁποίων αἱ συνειδήσεις ἐπωρώθησαν ἤ πλήρως ἐχάθησαν, ἠμποροῦν νὰ πράξουν οὕτω.
            ᾿Ιδοὺ διατὶ εἶναι περισσότερον ἀπὸ  παράξενον νὰ ἀκούῃ κανεὶς μερικούς, ποὺ φαντάζονται ὅτι εἶναι ὀρθόδοξοι, νὰ ἀποκαλοῦν τὴν Ρωσικὴν ᾿Εκκλησίαν τῆς Διασπορᾶς: «Παλαιόπιστον», «σχισματικήν», «ὀπισθοδρομικήν», «μυστικίζουσαν» καὶ οὕτω καθ᾿ ἑξῆς, ἁπλῶς ἐπειδὴ ἡμεῖς δὲν συμπορευόμεθα μὲ αὐτοὺς τοὺς καιροὺς καὶ δὲν τολμῶμεν νὰ παρεκκλίνωμεν εἰς τίποτε ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν γνησίαν διδασκαλίαν τῆς ἁγίας ᾿Εκκλησίας, θεωροῦντες ἑπομένως ὡς ὑποχρέωσιν τῆς συνειδήσεώς μας νὰ καταδικάσωμεν αὐτὸ τὸ καθαρὸν καὶ ἀπροκάλυπτον κακὸν τῆς συγχρόνου ζωῆς, ποὺ ἔχει ἤδη διεισδύσει ἐντὸς τῆς ᾿Εκκλησίας.
            Εἰς τὴν πραγματικότητα, δὲν εἴμεθα ἡμεῖς σχισματικοί, ἀλλὰ ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ ἀκολουθοῦν τὸ πνεῦμα αὐτῶν τῶν καιρῶν καὶ οἱ ὁποῖοι μὲ τὰς πράξεις των αὐτὰς ἀποκόπτονται ἀπὸ τὴν Μίαν, ῾Αγίαν, Καθολικὴν καὶ ᾿Αποστολικὴν ᾿Εκκλησίαν, ἀποστατοῦντες ἀπὸ τὴν ᾿Αποστολικὴν Πίστιν, ἀπὸ τὴν Πίστιν τῶν Πατέρων, τὴν ᾿Ορθόδοξον Πίστιν, ἡ ὁποία ἐστήριξε τὴν οἰκουμένην…
            Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ φανερῶς κατακρημνίζονται εἰς τὴν ἀποστασίαν, ἐντὸς τῆς ὀλεθρίας ἀβύσσου, μαζὶ μὲ ὅλον τὸν σύγχρονον κόσμον, ἐνταφιαζόμενοι εἰς τὴν ἀπομάκρυνσίν των ἀπὸ τὸν ζωοποιὸν Θεόν.
            ῎Εχετε ἀκούσει τοὺς ἐμπνευσμένους θείους λόγους τῶν ᾿Αποστόλων, σεῖς νεωτερισταί, ποὺ ἀποπειρᾶσθε νὰ παραμορφώσετε τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ καὶ οἱ ὁποῖοι τόσον προθύμως καὶ μὲ τοιοῦτον ζῆλον συσχηματίζεσθε μὲ τὸν κόσμον αὐτόν, ὅσον πονηρὸν καὶ ἑλκυστικὸν καὶ ἄν εἶναι αὐτό;
            Δεχόμεθα προθύμως τὴν κατηγορίαν σας, ὅτι εἴμεθα «παλαιόπιστοι», θεωροῦντες αὐτὸ τιμὴν εἰς τὴν παραδοσιακότητά μας· ἀλλὰ πῶς ἡ χριστιανική σας συνείδησις συμμορφώνεται μὲ τὰς καινοτομίας σας, αἱ ὁποῖαι ἀνατρέπουν οὐσιαστικῶς τὴν ἀρχαίαν γνησίαν πίστιν καὶ τὴν ἀκαινοτόμητον ᾿Εκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ;
            ῾Ο ᾿Απόστολος δὲν προειδοποίησεν ὅλους τοὺς Χριστιανούς: «Καὶ μὴ συσχηματίζεσθε τῷ αἰῶνι τούτῳ, ἀλλὰ μεταμορφοῦσθε τῇ ἀνακαινώσει τοῦ νοὸς ἡμῶν, εἰς τὸ δοκιμάζειν ὑμᾶς τί τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τὸ ἀγαθὸν καὶ εὐάρεστον καὶ τέλειον» (Ρωμ. ιβ΄ 2) ;
            Εἴμεθα «παλαιόπιστοι», ἀλλὰ ὄχι σχισματικοί, διὰ τὸν λόγον ὅτι ἡμεῖς δὲν ἔχομεν ἀποκοπῇ ἀπὸ τὴν ἀληθῆ ᾿Εκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ. Εἴμεθα ἡνωμένοι μὲ τὴν Κεφαλήν μας, μὲ τὸν Σωτῆρα Χριστόν, μὲ τοὺς ἁγίους Του Μαθητὰς καὶ ᾿Αποστόλους, μὲ τοὺς ᾿Αποστολικοὺς Πατέρας, μὲ τοὺς μεγάλους Πατέρας καὶ Διδασκάλους τῆς ᾿Εκκλησίας καὶ μὲ τοὺς μεγάλους Φωστῆρας καὶ στύλους τῆς πίστεως καὶ εὐσεβείας τῆς Πατρίδος μας, τῆς ἁγίας Ρωσίας.
            ᾿Αλλὰ σεῖς εἶσθε ἡνωμένοι μὲ κάποιους καινοτόμους, αὐτοδιοριζομένους διδασκάλους, τοὺς ὁποίους διαφημίζετε ὁπουδήποτε τόσον ἀνόμως καὶ ἐπιμόνως, ὑποτιμῶντες καὶ κατὰ καιροὺς τολμῶντες ἀκόμη καὶ νὰ ἀσκήσετε κριτικὴν τῶν γνησίων φωστήρων τῆς ἁγίας ᾿Εκκλησίας μας, οἱ ὁποῖοι ἔχουν δοξασθῆ εἰς τοὺς ἀσκητικοὺς ἀγῶνας τῆς εὐσεβείας καὶ θαυματουργοῦν διὰ μέσου τῆς δισχιλιετοῦς ἱστορίας τῆς ᾿Εκκλησίας.
            Οὕτως ἐχόντων τῶν πραγμάτων, ποῖος ἀπὸ ἡμᾶς εἶναι εἰς τὴν πραγματικότητα σχισματικός; ῾Οπωσδήποτε δὲν εἶναι ἐκεῖνοι (οἱ ὁποῖοι παραμένουν) εἰς τὸ πνεῦμα τῆς παραδοσιακῆς ᾿Ορθοδοξίας, ἀλλ’ ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἀποστατήσει ἀπὸ τὴν γνησίαν πίστιν τοῦ Χριστοῦ καὶ ἀπέρριψαν τὸ γνήσιον πνεῦμα τῆς Χριστιανικῆς εὐσεβείας, ἀκόμη καὶ ἄν ὅλοι οἱ σύγχρονοι Πατριάρχαι, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἀλλάξει τὴν παραδοθεῖσαν Πατερικὴν ᾿Ορθοδοξίαν, εἶναι μὲ τὸ μέρος τῶν δευτέρων, ὅπως ἐπίσης καὶ ἡ πλειονότης τῶν συγχρόνων καλουμένων Χριστιανῶν.
            Πράγματι, ὁ Σωτὴρ Χριστὸς δὲν ὑπεσχέθη αἰώνιον σωτηρίαν εἰς τὴν πλειοψηφίαν, ἀλλ’ ἐντελῶς τὸ ἀντίθετον· ὑπεσχέθη αὐτὴν εἰς τὸ «μικρὸν ποίμνιόν» Του, τὸ ὁποῖον θὰ παραμείνῃ πιστὸν εἰς Αὐτὸν ἕως τέλους, μέχρι τῆς ἡμέρας τῆς ᾿Ενδόξου καὶ Φοβερᾶς Δευτέρας Παρουσίας Του, ὅταν θὰ ἔλθῃ «κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς».
            «Μὴ φοβοῦ τὸ μικρὸν ποίμνιον», εἶπε, θέτων πρὸ τῶν νοερῶν ὀφθαλμῶν μας τὴν φοβερὰν εἰκόνα τῶν ἐσχάτων καιρῶν τῆς ἀποστασίας ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ τοῦ διωγμοῦ τῆς Πίστεως, «ὅτι εὐδόκησεν ὁ Πατὴρ ὑμῶν δοῦναι ὑμῖν τὴν βασιλείαν» (Λουκ. ιβ΄ 32).
            ᾿Ιδοὺ διατὶ ὅλα ὅσα ἔχομεν προαναφέρει μᾶς ὠθοῦν εἰς τὸ νὰ ἐπανεξετάσωμεν τὴν ὁρολογίαν ποὺ εἶναι παραδεκτὴ κατὰ τὸ παρόν. Εἶναι ἀνεπαρκὲς εἰς τοὺς καιρούς μας νὰ λέγῃς μόνον «Χριστιανός»· τώρα εἶναι ἀναγκαῖον νὰ λέγῃς «γνήσιος Χριστιανός». ῾Ομοίως εἶναι ἀνεπαρκὲς νὰ λέγῃς «᾿Ορθόδοξος»· εἶναι οὐσιαστικὸν νὰ τονίζῃς ὅτι δὲν ἀναφέρεσαι εἰς καινοτόμον νεωτεριστὴν «᾿Ορθόδοξον», ἀλλ᾿ εἰς γνήσιον ᾿Ορθόδοξον.
            ῞Ολοι οἱ ζηλωταὶ τῆς γνησίας πίστεως, ποὺ ὑπηρετοῦν μόνον τὸν Σωτῆρα Χριστόν, ἔχουν ἤδη ἀρχίσει νὰ πράττουν τοῦτο: καὶ ἐκεῖνοι εἰς τὴν Πατρίδα μας, ποὺ ὑποδουλωμένοι εἰς θηριώδεις ἐχθροὺς τοῦ Θεοῦ, ἀνεχώρησαν μέσα εἰς τὰς κατακόμβας, ὡσὰν τοὺς ἀρχαίους Χριστιανούς, ὅπως ἐπίσης καὶ εἰς τὴν ῾Ελλάδα, τὸ ἀδελφόν μας ῎Εθνος, ὅπου οἱ «Παλαιοημερολογῖται» ὄχι μόνον ἀρνοῦνται νὰ ἀποδεχθοῦν τὸ Νέον Ἡμερολόγιον, ἀλλ’ ἀπορρίπτουν καὶ ὅλας τὰς καινοτομίας κάθε εἴδους. Αὐτοὶ διατηροῦν μίαν εἰδικὴν τιμὴν εἰς τὸν πρωταθλητὴν τῆς ἁγίας ᾿Ορθοδοξίας, ῞Αγιον Μᾶρκον, Μητροπολίτην ᾿Εφέσου, χάρις εἰς τὴν σταθερότητα τοῦ ὁποίου ἀπέτυχεν ἡ ἀσεβὴς ἕνωσις τῆς Φλωρεντίας μὲ τὴν παπικὴν Ρώμην τὸ 1439.
            Εἶναι ἀξιοπαρατήρητον, ὅτι καὶ ἡ ᾿Εκκλησία τῶν κατακομβῶν εἰς Ε.Σ.Σ.Δ., οἱ λεγόμενοι «Τυχωνῖται», καὶ οἱ ῞Ελληνες Παλαιοημερολογῖται, μεταξὺ τῶν ὁποίων δυστυχῶς δὲν ἠμπορεῖ νὰ ὑπάρξῃ καμμία ἐπικοινωνία, ἔχουν ἀρχίσει νὰ αὐτοαποκαλῶνται «Γνήσιοι ᾿Ορθόδοξοι Χριστιανοί» .
            Εἰς τὴν αὐστηράν μας στάσιν ὑπὲρ τῆς γνησίας Πίστεως καὶ ᾿Εκκλησίας τὸ μόνον οὐσιαστικὸν εἶναι νὰ ἀποφεύγεται ὁ,τιδήποτε προσωπικόν, ὑπερήφανον καὶ ἐπιδεικτικόν, τὸ ὁποῖον ἀναποφεύκτως ὁδηγεῖ εἰς νέα σφάλματα καὶ ἐνδεχομένως ἀκόμη καὶ εἰς πτῶσιν. Εἴμεθα ἤδη μάρτυρες πολλῶν τοιούτων περιπτώσεων.
            Δὲν θὰ πρέπει νὰ ἐπαινῶμεν τοὺς ἑαυτούς μας, ἀλλὰ τὴν γνησίαν καὶ ἄμωμον Πίστιν τοῦ Χριστοῦ. ῾Ο φανατισμὸς δὲν γίνεται δεκτὸς ἐδῶ, διότι εἶναι ἱκανὸς νὰ τυφλώσῃ τοὺς πνευματικοὺς ὀφθαλμοὺς τῶν ἀνθρώπων ποὺ εἶναι ζηλωταὶ «οὐ κατ᾿ ἐπίγνωσιν». Αὐτὸς ὁ τυφλὸς φανατισμός, ἀντὶ νὰ ἐπιβεβαιώνῃ τὴν πίστιν, ἠμπορεῖ κάποτε νὰ ἀπομακρύνῃ ἀπὸ αὐτήν.
            Εἶναι σημαντικὸν νὰ γνωρίζωμεν καὶ νὰ ἐνθυμούμεθα, ὅτι  γνήσιος ᾿Ορθόδοξος Χριστιανὸς δὲν εἶναι ἁπλῶς αὐτὸς ποὺ ἀποδέχεται τυπικῶς τὰ Δόγματα τῆς ᾿Ορθοδοξίας, ἀλλ’ ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος -ὅπως διδάσκει τόσον εὐστόχως ὁ μεγάλος Ρῶσος ῾Ιεράρχης ῞Αγιος Τύχων τοῦ Ζαντόνσκ- σκέπτεται κατὰ ἕνα ᾿Ορθόδοξον τρόπον, αἰσθάνεται κατὰ ἕνα ᾿Ορθόδοξον τρόπον καὶ ζῆ κατὰ ἕνα ᾿Ορθόδοξον τρόπον, ἐνσαρκώνων τὸ πνεῦμα τῆς ᾿Ορθοδοξίας εἰς τὴν ζωήν του.
            Αὐτὸ τὸ πνεῦμα ἀσκήσεως καὶ ἀρνήσεως τοῦ κόσμου, ὅπως καθαρῶς ἐκτίθεται εἰς τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ τὰς διδασκαλίας τῶν ῾Αγίων Πατέρων, ἀποκρούεται ἀποτόμως καὶ ἀπροκαλύπτως ἀπὸ τοὺς νεωτεριστάς, τοὺς «νεορθοδόξους», οἱ ὁποῖοι θέλουν εἰς ὅλα νὰ συμβαδίζουν μὲ τὸ πνεῦμα αὐτοῦ τοῦ κόσμου ποὺ κεῖται ἐν τῷ πονηρῷ, τοῦ ὁποίου ὁ ἄρχων, κατὰ τοὺς λόγους τοῦ ἰδίου τοῦ Κυρίου, δὲν εἶναι οὐδεὶς ἄλλος ἀπὸ τὸν διάβολον (᾿Ιω. Ιβ΄ 31).
            Τοιουτοτρόπως, δὲν εἶναι ὁ Θεὸς τὸν ῾Οποῖον ἐπιθυμοῦν νὰ εὐαρεστήσουν, ἀλλ’ ὁ «ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου», ὁ διάβολος· καὶ οὕτω παύουν νὰ εἶναι γνήσιοι ᾿Ορθόδοξοι Χριστιανοί, ἀκόμη καὶ ἐὰν αὐτοαποκαλῶνται οὕτως.
            ᾿Εὰν θεωρήσωμεν ὅλα αὐτὰ περισσότερον σοβαρῶς καὶ βαθέως, τότε θὰ ἴδωμεν ὅτι οὕτως ἔχουν τὰ πράγματα καὶ ὅτι ὁ νεωτερισμὸς μὲ τὰς καινοτομίας του μᾶς ἀπομακρύνει ἀπὸ τὸν Χριστὸν καὶ τὴν ἀληθῆ ᾿Εκκλησίαν Του.
            ῎Ας αἰσθανώμεθα φρίκην διὰ τὸ πόσον γοργῶς ἡ ἀποστασία ἔχει προχωρήσει, ἄν καὶ οἱ καινοτόμοι δὲν τὸ βλέπουν οὔτε τὸ αἰσθάνωνται, πολὺ περισσότερον καθὼς αὐτοὶ λαμβάνουν ἐνεργὸν μέρος εἰς αὐτήν.῎Ας μὴ φοβώμεθα νὰ παραμείνωμεν εἰς τὴν μειοψηφίαν, μακρὰν ἀπὸ ὅλους τοὺς βαρύγδουπους τίτλους καὶ βαθμούς των. ῎Ας ἐνθυμούμεθα πάντοτε, ὅτι ἀκόμη καὶ ὁ Καϊάφας ἦτο ᾿Αρχιερεὺς τοῦ ἀληθοῦς Θεοῦ, καὶ εἰς τί βάθη (κακίας) περιῆλθεν: εἰς τὸ φρικτὸν ἁμάρτημα τῆς Θεοκτονίας!
            Καθὼς ζῶμεν εἰς αὐτὸν τὸν κόσμον ποὺ ἔχει ἀποστατήσει ἀπὸ τὸν Θεόν, ἄς μὴ ἀγωνιζώμεθα διὰ εὐλογοφανῆ ἀνθρωπίνην δόξαν καὶ φθηνὴν δημοτικότητα, τὰ ὁποῖα δὲν θὰ μᾶς σώσουν, ἀλλὰ μόνον νὰ συμπεριλαμβανώμεθα εἰς τὸ «μικρὸν ποίμνιον» τοῦ Χριστοῦ.
            ῎Ας εἴμεθα Γνήσιοι ᾿Ορθόδοξοι Χριστιανοί, ὄχι καινοτόμοι (νεωτερισταί)!

(Μετάφρασις τοῦ ἐξόχως ἐπικαίρου τούτου κειμένου ἐκ τοῦ περιοδ. «᾿Ορθόδοξος Ζωή»
(Orthodox Life), Τόμος 25, ἀριθ. 3, Μαΐου-᾿Ιουνίου 1975, σελ. 4-8, ἐν ἔτει 1990,
ὑπὸ τοῦ τότε Ἱεροδιακόνου καὶ νῦν Σεβ/του Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος Κλήμεντος.
Ἀναδημοσίευσις: Νοέμβριος 2025)