Σκοπός τής ζωής μας είναι νά γίνουμε τέλειοι καί
άγιοι. Νά αναδειχθούμε παιδιά τού Θεού καί κληρονόμοι τής βασιλείας τών
ουρανών.
Άς προσέξουμε μήπως, γιά χάρη
τής παρούσας ζωής, στερηθούμε τή μέλλουσα, μήπως, από τίς βιοτικές φροντίδες
καί μέριμνες, αμελήσουμε τό σκοπό τής ζωής μας.
Η νηστεία, η αγρυπνία καί η προσευχή από μόνες τους δέν φέρνουν τούς
επιθυμητούς καρπούς, γιατί αυτές
δέν είναι ο σκοπός τής ζωής μας, αποτελούν τά μέσα γιά νά πετύχουμε τό σκοπό.
Παιδιά μου αγαπητά, όλη σας η ασχολία καί η φροντίδα σ’ αυτά νά είναι. Αυτά ν’
αποτελούν σκοπό καί πόθο σας ασταμάτητο. Γί’ αυτά νά προσεύχεστε στό Θεό. Νά
ζητάτε καθημερινά τόν Κύριο, αλλά μέσα στήν καρδιά σας καί όχι έξω από αυτήν. Καί όταν Τόν βρείτε, σταθείτε μέ φόβο
καί τρόμο, όπως τά Χερουβείμ καί τά Σεραφείμ, γιατί η καρδιά σας έγινε θρόνος
τού Θεού. Αλλά γιά νά βρείτε τόν Κύριο, ταπεινωθείτε μέχρι τό χώμα,
γιατί ο Κύριος βδελύσσεται τούς υπερήφανους, ενώ αγαπάει καί επισκέπτεται τούς
ταπεινούς στήν καρδιά.
Άν αγωνίζεσαι τόν αγώνα τόν καλό, ο Θεός θά σέ ενισχύσει. Στόν αγώνα
εντοπίζουμε τίς αδυναμίες, τίς ελλείψεις καί τά ελαττώματά μας. Είναι ο
καθρέφτης τής πνευματικής μας καταστάσεως. Όποιος
δέν αγωνίστηκε, δέν γνώρισε τόν εαυτό του.
Προσέχετε καί τά μικρά ακόμα παραπτώματα. Άν σάς συμβεί από απροσεξία κάποια
αμαρτία, μήν απελπιστείτε, αλλά σηκωθείτε γρήγορα καί προσπέστε στό Θεό, πού
έχει τή δύναμη νά σάς ανορθώσει.
Μέσα μας έχουμε αδυναμίες καί πάθη καί
ελαττώματα βαθιά ριζωμένα, πολλά είναι καί κληρονομικά. Όλα αυτά δέν
κόβονται μέ μία σπασμωδική κίνηση ούτε μέ τήν αδημονία καί τή βαρειά θλίψη,
αλλά μέ υπομονή καί επιμονή, μέ καρτερία, μέ φροντίδα καί προσοχή.
Η υπερβολική λύπη κρύβει μέσα της υπερηφάνεια. Γί’ αυτό είναι βλαβερή καί
επικίνδυνη, καί πολλές φορές παροξύνεται από τό διάβολο, γιά ν’ ανακόψει τήν
πορεία τού αγωνιστή.
Μήν απελπίζεστε, άν πέφτετε συνέχεια σέ παλιές αμαρτίες. Πολλές απ’ αυτές είναι καί από τή φύση τους
ισχυρές καί από τή συνήθεια. Μέ τήν πάροδο τού χρόνου, όμως, καί μέ
τήν επιμέλεια νικιούνται. Τίποτα νά μή σάς απελπίζει.
Από τή σειρά τών φυλλαδίων «Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ» τής Ιεράς Μονής
Παρακλήτου Ωρωπού Αττικής.
Πού οφείλεται, το μένος, το
μίσος των παπικών έναντι του Μ. Φωτίου; Ποιοί είναι οι λόγοι της μήνιδος των
Δυτικών κατά του Μ. Φωτίου;
Την διαλεύκανση και απάντηση
του ανωτέρω ζητήματος μάς την δίνει ένας άλλος αντιαιρετικός και αντιπαπικός
θεολόγος και άγιος της Εκκλησίας μας, ο γνωστός σε όλους μας και
δημοφιλής, άγιος Νεκτάριος επίσκοπος Πενταπόλεως[2].
Σύμφωνα με τον άγιο Νεκτάριο,
«δύο είναι οι λόγοι, που εξήγειραν το μίσος των παπικών έναντι του Μ. Φωτίου.
Α) Τα αποτελέσματα της
Εγκυκλίου, που έστειλε ο Μ. Φώτιος, και Β) οι αποφάσεις της Η΄ Οικουμενικής
Συνόδου, που συνεκλήθη επί Μ. Φωτίου το 879 μ.Χ. στην αγία Σοφία.
Α) Η εγκύκλιος εκείνη του Μ.
Φωτίου, κατά την πρώτη ανάρρησή του στον θρόνο της Κων/λεως, α) ανέκοψε το έργο
του πάπα Νικολάου στη Βουλγαρία, επειδή γνωστοποίησε στους Βουλγάρους ποιός
είναι αυτός, που διδάσκει την αρτία, αληθή και ορθή πίστη, β) επέστησε την
προσοχή της Καθολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας κατά των καινοτομιών της τότε πρώην
Δυτικής Εκκλησίας, την οποία πρώτος ο Μ. Φώτιος τόλμησε να καταγγείλλει, επειδή
απέκλινε στην αίρεση και την κατεδίκασε, και γ) περιφρούρησε την ανεξαρτησία
της Ελληνικής Εκκλησίας, την οποία οι πάπες ζητούσαν να υποδουλώσουν.
Β) Κατά την δεύτερη ανάρρησή
του, κατάφερε το μέγα πλήγμα κατά της Δυτικής οφρύος, επειδή συνεκάλεσε την Η΄
Οικουμενική Σύνοδο και αναθεμάτισε αυτούς, που τολμούν να προσθέσουν κάτι στο
Σύμβολο της Πίστεως. Η Σύνοδος αυτή υπέδειξε στον πάπα και σε κάθε επίσκοπο ότι
οφείλει να σέβεται το Σύμβολο της Πίστεως της εν Νικαία Συνόδου, το οποίο και
οι υπόλοιπες Σύνοδοι επεκύρωσαν και επιβεβαίωσαν.
Δεν αρκέσθηκε μόνο στο να
επικυρώσει την εκλογή του Μ. Φωτίου, αλλά και τον «θεοποίησε», επειδή τον
ανέδειξε υπέρτερο του Αρχιερέως της Ρώμης. Όταν στην τελευταία συνεδρία, μετά
από άπειρα εγκώμια υπέρ του ιερού Φωτίου, ο Καισαρείας Προκόπιος ανέκραξε
«τοιούτον έπρεπεν επ’αληθείας είναι τον του σύμπαντος κόσμου την επιστασίαν
λαχόντα, εις τύπον του αρχιποίμενος Χριστού του Θεού ημών», οι τοποτηρητές του
πάπα επεκύρωσαν τον λόγο, λέγοντας˙ «και ημείς οι τα έσχατα της γης
κατοικούντες, ταύτα ακούομεν», δηλ. ανεβίβασαν τον ιερό Φώτιο σε ομολογουμένως
ανωτέρα περιωπή από αυτήν του Αρχιερέως της Ρώμης. Στην τέταρτη συνεδρία οι
τοποτηρητές του πάπα οίκοθεν απένειμαν στον Μ. Φώτιο την υπεροχική εκείνη τάξη
στον κόσμο. Διότι, αφού η Σύνοδος ανεβόησε «ότι Θεός οικεί εν αυτώ ουδείς
αγνοεί», οι τοποτηρητές του πάπα πρόσθεσαν επί λέξει τα εξής : «το έλεος του
Θεού και η έμπνευσις αυτού τοιούτον φως διέδωκαν εις την καθαράν ψυχήν του
αγιωτάτου Πατριάρχου, ότι λαμπρύνει και φωτίζει πάσαν την κτίσιν˙ ώσπερ γαρ ο
ήλιος καν εις μόνον τον Ουρανόν περιέχεται, όμως όλον τον περίγειον κόσμον
φωτίζει, ούτω και ο δεσπότης ημών, ο κύριος Φώτιος καθέζεται εις Κων/λιν, αλλά
και την σύμπασαν κτίσιν δαδουχεί και καταλάμπει».
Στις 13-8-880 ο πάπας Ιωάννης
Η΄, με απαντήσεις του προς τον αυτοκράτορα Βασίλειο και τον ιερό Φώτιο,
επεκύρωσε τα αποφασισθέντα υπό της Συνόδου.
Να, κυρίως, ο λόγος, για τον
οποίο οι παπικοί πνέουν μένεα κατά του Μ. Φωτίου ακόμη και σήμερα˙ και δικαίως˙
πρώτον, διότι η στάση του Μ. Φωτίου απέκρουσε την δυτική επιδρομή στην Ανατολή
και την έσωσε από την παπική πλάνη και καταδυναστεία, και δεύτερον, διότι
κατεδίκασε με συνοδική απόφαση την προσθήκη του Filioque, την οποία έκαναν στο
Σύμβολο της Πίστεως και έθεσε υπό αφορισμό τους δράστες. Εξαιτίας αυτού
συναισθάνονται τους εαυτούς τους βεβαρημένους κάτω από το ανάθεμα αυτής της
Συνόδου, της οποίας το κύρος μάτην αγωνίζονται να καταρρίψουν. Όσα κι αν πουν
περί της αναγνωρίσεως ή μη του Ιωάννου και των λοιπών παπών ή περί του κύρους
της χειροτονίας του ιερού Φωτίου είναι λόγοι στερημένοι νομικού κύρους και
αυθαίρετοι.
Όλες οι επιθέσεις κατά του Μ.
Φωτίου έχουν σκοπό να αποδείξουν άκυρη την Η΄ Οικουμενική Σύνοδο, επειδή
προεδρεύθηκε από άνδρα, που ήταν στερημένος ιερωσύνης, και επειδή συγκροτήθηκε
από επισκόπους, που κι αυτοί ήταν στερημένοι αξιώματος, επειδή οι περισσότεροι
απ’αυτούς είχαν χειροτονηθεί από τον Μ. Φώτιο. Αυτό εξηγεί και τον λόγο, για
τον οποίο ο πάπας Μαρτίνος, που διαδέχθηκε τον Ιωάννη στα τέλη του 882,
αναθεμάτισε τον ιερό Φώτιο και ο Στέφανος Ε΄, που διαδέχθηκε τον Αδριανό Γ΄,
τον διάδοχο του Μαρτίνου, μαζί με τον Φορμόζο, τον διάδοχο του Στεφάνου, έλεγαν
ότι οι χειροτονηθέντες υπό του Μ. Φωτίου δεν μπορούν να γίνουν δεκτοί στους
κόλπους της Εκκλησίας, παρά μόνο ως απλοί λαϊκοί!
Φοβεροί αληθώς άνθρωποι!
Σ’αυτούς αληθώς αρμόζει ο έλεγχος του Σωτήρος προς τους Φαρισαίους ότι την μεν
κάμηλο καταπίνουν, τον δε κώνωπα διϋλίζουν. Ενώ δεν σέβονται κανένα νόμο, θείο
και ανθρώπινο, επαναστατούν ακάθεκτοι κατά της νομιμωτάτης εκλογής του Μ.
Φωτίου. Αλλά, όπως είπαμε, έχουν τον ιδιαίτερό τους λόγο.
Η στάση του ιερού
Φωτίου και τα προπύργια του Μ. Φωτίου υπέρ της ανεξαρτησίας και της ορθοδοξίας
της Ανατολικής Εκκλησίας εξασφάλισαν την Εκκλησία και αργότερα. Οι κατά καιρούς
πρόμαχοί της οχυρώνονταν πίσω από αυτούς τους προμαχώνες και λάμβαναν τους
αγώνες του Μ. Φωτίου ως αξιομίμητο παράδειγμα. Εάν η Ανατολή δεν υποτάχθηκε στη
Δύση, οφείλεται στον Μ. Φώτιο. Διότι, εάν ο ιερός Φώτιος μιμούνταν τον Ιγνάτιο,
δεν θα συγκροτούσε την Η΄ Οικουμενική Σύνοδο και όλη η Ανατολή θα υποτάσσονταν
στον πάπα. Ο Μ. Φώτιος όχι μόνο ανέτρεψε όσα έγιναν επί Ιγνατίου και έστησε το
ορθόδοξό του ίδρυμα, αλλά έσωσε και την Βουλγαρία από την ετεροδοξία˙ εάν οι
Βούλγαροι διέσωσαν την ορθή πίστη, αυτή την οφείλουν στον Μ. Φώτιο.
Να, οι
λόγοι για τους οποίους οι παπιστές πνέουν τα μένεα κατά του ιερού Φωτίου. Έχουν
δίκαιο˙ διότι, εάν δεν υπήρχε ο Μ. Φώτιος, αληθώς δεν θα υπήρχε σχίσμα, αλλά
δεν θα υπήρχε και Ελληνισμός και Ορθοδοξία˙ θα υπήρχε πνευματική δουλεία και
πλανεμένο θρησκευτικό και εθνικό φρόνημα. Ο Μ. Φώτιος περιέσωσε αμφότερα,
καταπολεμώντας την Δυτική επιδρομή».
[1]Εβρ. 7, 26.
[2] ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ ΠΕΝΤΑΠΟΛΕΩΣ, «Τίνες οι λόγοι της μήνιδος
των δυτικών κατά του Φωτίου», Θεοδρομία Γ2 (Απρίλιος-Ιούνιος 2001) 29-32.
Πολλά όμως διεσπείροντο από τους κακούς ανθρώπους στην Αθήνα περί του Πενταπόλεως και της ανέγερσης της Μονής [δηλαδή της γυναικείας Μονής της Αγίας Τριάδος στην Αίγινα, της οποίας κατόπιν διετέλεσε εφημέριος και πνευματικός]. Πολύ εδοκιμάσθη από τους διεστραμμένους, τους μοχθηρούς και τους συκοφάντες. Διέδιδαν συκοφαντίες ανηθικότητος ανηκούστους. Ησχολήθη με αυτές και η Ιερά Σύνοδος. Ο δέ τότε Πρόεδρος αυτής, ο Αθηνών Θεόκλητος μετέβη αυτοπροσώπως επιτοπίως το 1908, διά να εξετάση. Φεύγοντας όμως από εκεί αναγκάσθηκε να ομολογήση ότι «ήτο όντως Θείον έργον».
Πολύ τον κατέτρεξε και ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Μελέτιος Μεταξάκης.
Αυτός διετέλεσε και Οικουμενικός Πατριάρχης και Πατριάρχης Αλεξανδρείας.
Αυτός ο δυστυχής ήτανε μασώνος μοντέρνος, νεωτεριστής και έκαμε πολύ κακό στην Εκκλησία.
Αυτός υπήρξε πρωτοπόρος της παναιρέσεως του Οικουμενισμου και υπεύθυνος για το ημερολογιακὸ σχίσμα που ταλανίζει έως σήμερα την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Ήταν αυτὸς που πήρε τον απόδημο Ελληνισμό, τις ελληνορθόδοξες Εκκλησίες Ευρώπης, Αμερικής και Αυστραλίας, Τσεχοσλοβακίας, Εσθονίας και Φινλανδίας) απὸ την Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελλάδος και τις προσάρτησε στο Πατριαρχειο. Αναγνώρισε τις αγγλικανικὲς χειροτονίες.
Αυτός ήταν και κατά του μοναχισμού. Όταν ο Άγιος αγωνιζόταν με τόσες δυσκολίες να κτίση το Μοναστήρι, επήγε και τον απέτρεπε...
- Τί κάνεις εδώ; Μοναστήρι κτίζεις τώρα; Δεν βλέπεις ότι τόσα εξωκκλήσια γύρω εδώ ερήμωσαν; Δεν είναι για Μοναστήρια στη σημερινή εποχή. Ο Πενταπόλεως όμως εξηκολούθησε και έγινε το Μοναστήρι και άλλα πολλά κατόπιν, ώστε η Αίγινα σήμερον να έχη τα περισσότερα Μοναστήρια. Το προείπεν ο Άγιος: «Θα γίνη, είπεν, η Αίγινα το Άγιον Όρος των Μοναζουσών». Και ήδη έχει εννέα Μοναστήρια γυναικών. Αλλά και ποία διαφορά στο τέλος των δύο Ιεραρχών. Ο Μεταξάκης, που έκαμε τόσε εις βάρος της Ορθοδοξίας, είχεν οικτρόν τέλος. Τον βρήκαν ένα πρωί κάτω από το κρεββάτι του νεκρόν και με την γλώσσαν του έξω. Αυτήν ακριβώς την γλώσσαν, που έλεγε αυτά στον Άγιο και τόσα εις βάρος της Ιεράς Παραδόσεως και της Ορθοδόξου Εκκλησίας! Εξ αντιθέτου, ο Πενταπόλεως, που έμεινε πιστός εις την Ι. Παράδοσιν και υπέμεινε τους πειρασμούς και διώξεις, είχεν άγιον τέλος και σήμερον τιμάται, όχι μόνον από το Πανελλήνιον, αλλά και από όλην την Υδρόγειον.
Ο Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως
γεννήθηκε την Τρίτη 1 Οκτωβρίου του 1846 στην Σηλυβρία της Τουρκοκρατούμενης
Θράκης, από ευσεβείς και φτωχούς γονείς -τους Δήμο (Δημοσθένη) και Μπαλού
(Βασιλική) Κεφαλά. Ο πατέρας του καταγόταν από τα Ιωάννινα, ναυτικός στο επάγγελμα,
και η μητέρα του καταγόταν από την Σηλυβρία. Ήταν το πέμπτο παιδί της
οικογένειας και είχε πέντε ή έξη αδέρφια: τον Δημήτριο, τον Γρηγόριο, τη
Σμαράγδα, τη Σεβαστή, τη Μαριώρα και τον Χαραλάμπη (το όνομα και η ύπαρξη του
οποίου εμφανίζονται στην διαθήκη του Αγίου, ενώ κάποιες πηγές τον θέλουν να
αντικατέστησε τον Άγιο ως διδάσκαλος στο χωριό Λιθί της Χίου). Κατά την βάπτιση
του δε, του δόθηκε το όνομα Αναστάσιος. Τα πρώτα γράμματα μαζί με χριστιανικές
διδαχές τα έλαβε από την μητέρα του. Στη Σηλυβρία τελείωσε το δημοτικό και το
σχολαρχείο. Ήταν ένα ευφυέστατο παιδί με πολύ καλή μνήμη, που έδειξε την
διδασκαλική και θεολογική του κλίση από πολύ νωρίς. Χαρακτηριστικό είναι το
γεγονός ότι σε ηλικία μόλις επτά ετών, έραβε φύλλα χαρτιού μεταξύ τους με σκοπό
να φτιάξει βιβλία για να γράψει σε αυτά τα λόγια του Θεού, όπως ο ίδιος είπε
στην μητέρα του.
Κατόπιν μετανάστευσε στην Κωνσταντινούπολη, όπου εργάστηκε στην αρχή σε
καπνοπωλείο, τόσο για να βοηθήσει οικονομικά την οικογένεια του όσο και για να
μπορέσει να συνεχίσει τις σπουδές του. Εκείνο τον καιρό άρχισε να μελετά και να
συλλέγει ρητά και αποφθέγματα Αγίων Πατέρων και κλασικών φιλοσόφων, τα οποία
αποτέλεσαν το δίτομο βιβλίο «Ιερών και φιλοσοφικών λογίων θησαύρισμα», που
εξέδωσε το 1895. Τα συγκέντρωνε όχι μόνο για δική του χρήση αλλά και για να
μπορέσει να τα μεταφέρει στους συνανθρώπους του και να τους ωφελήσει.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της πλευράς του χαρακτήρα του είναι ότι έγραφε
κάποια από αυτά τα γνωμικά στις χάρτινες καπνοσακούλες του καπνοπωλείου, ώστε
να τα διαβάσουν και να ωφεληθούν όσοι τις χρησιμοποιούσαν. Η πρακτική αυτή δε,
έλυνε και το πρόβλημα της δημοσίευσης τους από εκείνον, ελλείψει χρηματικών
πόρων. Πριν ακόμα συμπληρώσει το 20ο έτος της
ηλικίας του, προσελήφθη ως παιδονόμος στο, εν Κωνσταντινούπολη, σχολείο του
Μετοχίου του Παναγίου Τάφου (διευθυντής του σχολείου αυτού ήταν ο θείος του
-από την πλευρά της μητέρας του- Αλέξανδρος Τριανταφυλλίδης) όπου συνέχισε τις
σπουδές του, ενώ ταυτόχρονα εργαζόταν διδάσκοντας τις μικρότερες τάξεις.
Την ίδια περίοδο έλαβε χώρα και το πρώτο θαύμα του Αγίου Νεκταρίου. Ενώ
βρισκόταν σε ιστιοφόρο και ταξίδευε για να πάει από την Κωνσταντινούπολη στην
ιδιαίτερη πατρίδα του -για να εορτάσει μαζί με την οικογένεια του τα
Χριστούγεννα- έπιασε μεγάλη τρικυμία. Με την παραίνεση και τις προσευχές όμως
του Αγίου, το πλοίο κατάφερε να φτάσει στον προορισμό του και έτσι γλύτωσαν την
ζωή τους οι συνεπιβάτες του και φυσικά ο ίδιος.
Μετά την Κωνσταντινούπολη ήρθε η σειρά της Χίου να φιλοξενήσει τον «Άγιο του 20ου
αιώνα». Στην αρχή εργάστηκε ως δημοδιδάσκαλος στο χωριό Λιθί, ενώ παράλληλα
κήρυττε σε Ιερούς ναούς της περιοχής.
Μετά την πάροδο επτά ετών, εισήλθε ως δόκιμος μοναχός στην «Νέα Μονή», της
Χίου, σε ηλικία 27 ετών. Τρία χρόνια αργότερα έγινε μοναχός (στις 7 Νοεμβρίου
1876) και έλαβε το όνομα Λάζαρος, ενώ άρχισε να εργάζεται ως γραμματέας του
μοναστηριού. Λίγους μήνες αργότερα (στις 15 Ιανουαρίου 1877) χειροτονήθηκε
ιεροδιάκονος από τον τότε Μητροπολίτη Χίου, Γρηγόριο. Κατά την χειροτονία του,
ήταν που έλαβε το όνομα Νεκτάριος.
Το ίδιο έτος (1877) έφυγε από την Νέα Μονή με άδεια και πήγε στην Αθήνα για να
συνεχίσει τις σπουδές του. Αξίζει σε αυτό το σημείο να αναφέρουμε ότι τα έξοδα
των σπουδών του αυτών, κάλυψαν οι αδερφοί Χωρέμη -ο Ιωάννης και ο Δημοσθένης
Χωρέμης. Στο νησί της Χίου επέστρεψε μετά από τρία έτη, έχοντας στις αποσκευές
του το πτυχίο του Γυμνασίου.
Στα τέλη Σεπτέμβρη του 1882 μετέβη στην Αλεξάνδρεια όπου παρουσιάστηκε στον
Πατριάρχη Σωφρόνιο και του εξέθεσε την επιθυμία του να συνεχίσει τις σπουδές
του, δίνοντας του και μια συστατική επιστολή από τον Ηγούμενο της Νέας Μονής,
Νικηφόρο. Ο Σωφρόνιος όντως τον βοήθησε (αναλαμβάνοντας το Πατριαρχείο τα ένα
μέρος από τα έξοδα των σπουδών, τα υπόλοιπα τα κάλυψαν οι αδερφοί Χωρέμη)
θέτοντας του όμως ως όρο μετά το πέρας των σπουδών του, να επιστρέψει στην
Αλεξάνδρεια και να εργαστεί για το Πατριαρχείο.
Έτσι ο Άγιος Νεκτάριος, πήρε για άλλη μια φορά τον δρόμο για την Αθήνα όπου
γράφτηκε στην Θεολογική Σχολή Αθηνών, από την οποία αποφοίτησε τρία χρόνια αργότερα.
Στην Θεολογική Σχολή διδάχθηκε: Δογματική, Ηθική, Παλαιά Διαθήκη, Εβραϊκά,
Καινή Διαθήκη, Ποιμαντική, Πατρολογία, Χριστιανική Αρχαιολογία, Κατηχητική,
Συμβολική και Ιστορία Δογμάτων. Την περίοδο των σπουδών του υπηρέτησε ως
διάκονος στους ναούς: της Αγίας Ειρήνης (Αιόλου), της Παντάνασσας (Μοναστηράκι)
και στου Αγίου Νικολάου (Πευκάκια).
Ήταν τέλη του 1885 ή αρχές
του 1886 όταν επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια έχοντας τελειώσει τις σπουδές του στην
Θεολογική Σχολή Αθηνών. Φτάνοντας εκεί ανέλαβε αμέσως καθήκοντα ιεροκήρυκα.
Στις 23 Μαρτίου του 1886 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος στον Ναό του Αγίου Σάββα από
τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας, ενώ τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου ανήλθε στο αξίωμα
του Αρχιμανδρίτη. Εργάστηκε ως γραμματέας του Πατριαρχείου και κατόπιν ως Πατριαρχικός
Επίτροπος στο Κάιρο.
Τον Ιανουάριο του 1889 ο Πατριάρχης Σωφρόνιος, αναγνωρίζοντας την αξία του
Αγίου και βλέποντας την αγάπη με την οποία τον περιέβαλαν οι πιστοί, τον
χειροτόνησε Μητροπολίτη Πενταπόλεως. Ο Άγιος ασκούσε τα καθήκοντα του με ζήλο
και υποδειγματικό τρόπο. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, το ποίμνιο του να τον αγαπά
όλο και περισσότερο, ενώ -στον αντίποδα- κάποιοι στο Πατριαρχικό περιβάλλον
άρχισαν να τον συκοφαντούν -ζήλευαν την αγάπη που του είχαν οι χριστιανοί αλλά
και το μεγαλείο του χαρακτήρα του.
Οι συκοφάντες έριξαν τους σπόρους τους, κι εκείνοι βρήκαν γόνιμο έδαφος στον
υπερήλικο Πατριάρχη και φύτρωσαν. Αποτέλεσμα; Να αφαιρεθούν από τον Άγιο
Νεκτάριο τα αξιώματα του, και να του επιτραπεί μόνο να διαμένει στο δωμάτιο
του, χωρίς να μπορεί να κινείται στην περιοχή του Καΐρου και στις γύρω
κωμοπόλεις. Οι συκοφάντες όμως δεν έμειναν ικανοποιημένοι. Συνέχισαν το βδελυρό
τους έργο και έτσι, στις 11 Ιουλίου του 1890 εξεδόθη από το Πατριαρχείο
Αλεξανδρείας «απολυτήριο», με το οποίο υποχρέωναν τον Άγιο να εγκαταλείψει την
Αίγυπτο, παρόλο που εκείνος είχε συμμορφωθεί απόλυτα και χωρίς διαμαρτυρίες
στις εντολές του Σωφρόνιου. Αξίζει να σημειωθεί ότι το «απολυτήριο» δεν ήταν
σύμφωνο με τους κανόνες της Εκκλησίας -δεν είχε γίνει εκκλησιαστική δίκη- αλλά
και δεν του καταβλήθηκαν οι μισθοί που του χρωστούσε το Πατριαρχείο
Αλεξανδρείας από την μέρα που χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Πενταπόλεως έως και
την ημέρα που τον ανάγκασαν να αποχωρήσει από την Αίγυπτο.
Έτσι ο Άγιος Νεκτάριος πήρε για τρίτη φορά τον δρόμο για την Αθήνα. Οι
συκοφάντες είχαν πετύχει το στόχο τους.
Από την στιγμή που έφτασε
στην ελληνική πρωτεύουσα, άρχισε να αναζητά κάποια θέση που θα του επέτρεπε να
προσφέρει ξανά τις υπηρεσίες του στους ανθρώπους. Μετά από ένα χρόνο -δύσκολο
λόγω της άσχημης οικονομικής του κατάστασης- διορίστηκε από την Εκκλησία της
Ελλάδος ιεροκήρυκας Ευβοίας, στις 15 Φεβρουαρίου του 1891. Κοντά στους εκεί
χριστιανούς έμεινε δυόμιση χρόνια, έως τον Αύγουστο του 1893, όπου μετατέθηκε
στο νομό Φθιώτιδος και Φωκίδος. Στην νέα του θέση παρέμεινε μόλις μισό χρόνο.
Το ήθος του, ο εξαίσιος χαρακτήρας του, η ευσέβεια του, αλλά και οι πράξεις
του, έκαναν το ποίμνιο του να τον αγαπά σαν πατέρα και την φήμη του να
εξαπλώνεται συνεχώς. Όταν αυτή η φήμη έφτασε στα αρμόδια "αυτιά",
στην Αθήνα, αποφασίστηκε ο Άγιος Νεκτάριος να διοριστεί διευθυντής της
Ριζαρείου σχολής, πράγμα που έγινε τον Μάρτιο του 1894.
Στην διεύθυνση της Ριζαρείου παρέμεινε για 14 ολόκληρα χρόνια. Στο διάστημα
αυτών των ετών έδωσε νέα πνοή στο ίδρυμα και βοήθησε στην εκπαίδευση και την
ανάδειξη πλήθους κληρικών και επιστημόνων. Παράλληλα συνέχισε -με μεγαλύτερη
μάλιστα ένταση- το συγγραφικό του έργο. Μια ασχολία που τον συνόδευε από τα
νεανικά του χρόνια και που χάρισε σε εμάς πνευματικούς θησαυρούς γεννημένους
στο μυαλό και την ψυχή του Αγίου Νεκταρίου.
Τις περισσότερες ώρες της ημέρας εργαζόταν για τις ανάγκες της σχολής και τον
ελάχιστο ελεύθερο χρόνο του τον μοίραζε στην προσευχή, στην μελέτη, στην
συγγραφή και στην αγαπημένη του ασχολία: την φροντίδα λουλουδιών και δέντρων.
Κατά την διάρκεια των θερινών διακοπών της σχολής, το καλοκαίρι του 1898, ο
Άγιος Νεκτάριος επισκέφθηκε το Άγιο Όρος, όπου και περιόδευσε στις εκεί μονές
για σχεδόν δύο μήνες. Στο διάστημα αυτό μελέτησε εκτενώς τα χειρόγραφα στις
βιβλιοθήκες των μονών, προς αναζήτηση υλικού για τις επιστημονικές εργασίες
του.
Παράλληλα με τα καθήκοντα του διευθυντού της Ριζαρείου, αναλαμβάνει και
φιλανθρωπική δράση συνδράμοντας όσους είχαν ανάγκη σε πνευματικό και υλικό
επίπεδο. Η έντονη σωματική και πνευματική δράση εκείνων των ετών, έδρασε
αρνητικά την υγεία του Αγίου, ο οποίος αρρώσταινε όλο και πιο συχνά. Τότε ήταν
που στο μυαλό του γεννήθηκε η ιδέα της επιστροφής στον μοναστικό βίο και ζήτησε
από την Νέα Μονή Χίου το απολυτήριο του, ώστε να μπορέσει να μονάσει όπου
ήθελε. Το εν λόγω απολυτήριο εστάλη από την Νέα Μονή στον Άγιο Νεκτάριο στις 24
Νοεμβρίου του 1900.
Όταν κάποια στιγμή ο Άγιος γνωρίστηκε με την Χρυσάνθη Στρογγυλού (μετέπειτα
Ηγουμένη Ξένη), μια τυφλή και ευσεβή γυναίκα, μπήκε το πρώτο λιθαράκι για την
δημιουργία της μονής στην Αίγινα. Η Χρυσάνθη μαζί με μερικές ακόμα γυναίκες
επιθυμούσαν να μονάσουν και αναζητούσαν ένα πνευματικό οδηγό, τον οποίο βρήκαν
στο πρόσωπο του Αγίου Νεκταρίου. Με παραίνεση του άρχισαν να αναζητούν τόπο για
την δημιουργία ενός μοναστηριού, και τελικά κατέληξαν σε μια ερειπωμένη μονή
-αφιερωμένη στη Ζωοδόχο Πηγή και διαλυμένη από το 1834 με διάταγμα των Βαυαρών-
στην Αίγινα. Όταν επισκέφθηκε και ο Άγιος τον τόπο εκείνο, αποφασίστηκε να
επισκευαστούν τα παλαιά κτήρια της μονής και να ξανατεθεί το μοναστήρι σε
λειτουργία. Οι εργασίες για τον σκοπό αυτό ξεκίνησαν το 1904, η δε μονή θα ήταν
αφιερωμένη στην Αγία Τριάδα. Ο Άγιος από την Αθήνα -ήταν ακόμα διευθυντής στην
Ριζάρειο- καθοδηγούσε τις μοναχές και όποτε έβρισκε χρόνο επισκεπτόταν την μονή
στην οποία έμελλε να περάσει τα τελευταία χρόνια της ζωής του.
Μετά από τέσσερα χρόνια, έχοντας πλέον αποφασίσει να αποσυρθεί στο μοναστήρι
της Αίγινας και να ασχοληθεί με την οργάνωση του και την πνευματική καθοδήγηση
των καλογριών που το στελέχωναν, υπέβαλε την παραίτηση του στο διοικητικό
συμβούλιο της Ριζαρείου στις 7 Φεβρουαρίου του 1908. Η παραίτηση έγινε δεκτή
από το συμβούλιο, το οποίο τον συνταξιοδότησε -ως ελάχιστη αναγνώριση του έργου
του- με το σημαντικό για την εποχή ποσό, των 250 δραχμών το μήνα.
Στη μονή εγκαταστάθηκε μετά το Πάσχα του ιδίου έτους, μιας και παρέμεινε στην
θέση του διευθυντή της Ριζαρείου μέχρι να βρεθεί αντικαταστάτης.
Με δικά του έξοδα έκτισε μια μικτή οικία, πλησίον αλλά εκτός της μονής, στην
οποία θα κατοικούσε. Αξιοσημείωτο είναι ότι έλαβε ενεργά μέρος στο κτίσιμο,
κουβαλώντας χώμα ή λάσπη και σκάβοντας, βοηθώντας τους τεχνίτες. Ποτέ, σε όλη
του τη ζωή, δεν θεώρησε κάποια εργασία ανάξια του. Πάντα έκανε ότι περνούσε από
το χέρι του, με ιδιαίτερη χαρά, ζήλο και ταπεινοφροσύνη!
Μια υπόθεση στην οποία αφιέρωσε κόπο και χρόνο ήταν αυτή της επίσημης
αναγνώρισης της Μονής από την Εκκλησία της Ελλάδος. Αναγνώριση που τελικά
επιτεύχθηκε τέσσερα χρόνια μετά την κοίμηση του, και ανακοινώθηκε στις μοναχές
με επιστολή του Αρχιεπισκόπου Χρυσόστομου, στις 15 Μαΐου του 1924.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, ο Άγιος Νεκτάριος έπασχε από χρόνια
προστατίτιδα, η οποία του δημιουργούσε αφόρητους πόνους. Τελικά συμφώνησε στις
συστάσεις των γιατρών και ήρθε στην Αθήνα στο Αρεταίειο νοσοκομείο. Εκεί νοσηλεύτηκε
-στον 2ο θάλαμο του 2ου ορόφου (ήταν θάλαμος Γ θέσης: απορίας)- για δύο σχεδόν
μήνες. Στο πλευρό του, καθ' όλη την διάρκεια της νοσηλείας του, ήταν συνεχώς
-και εναλλάσσονταν σε βάρδιες- οι μοναχές Ευφημία και Αγαπία. Τελικά γύρω στα
μεσάνυχτα της 8ης προς 9ης Νοεμβρίου του 1920 ανεχώρησε για τους Ουρανούς, σε
ηλικία 74 ετών.
Το σκήνωμα του Αγίου μεταφέρθηκε στην Αίγινα και από το λιμάνι μέχρι την Μονή
το μετέφεραν στα χέρια τους οι πιστοί. Όλο το νησί θρηνούσε μα περισσότερο απ'
όλους οι μοναχές που έχασαν τον Πατέρα και Οδηγό τους. Το ιερό του σκήνωμα ήδη
είχε αρχίσει να αναδίδει ευωδία. Η ταφή του, έγινε στο προαύλιο της Μονής δίπλα
στο αγαπημένο του πεύκο.
Όταν μετά από έξη μήνες άνοιξαν το μνήμα για να τοποθετηθεί μια επιτύμβια πλάκα
-δωρεά της Ριζαρείου- το σκήνωμα του εξακολουθούσε να ευωδιάζει χωρίς να
παρουσιάζει το παραμικρό σημάδι αλλοίωσης. Ενάμιση χρόνο αργότερα το μνήμα
ξανανοίχτηκε και το ιερό σκήνωμα του εξακολουθούσε να παραμένει άφθαρτο και
ευωδιάζον. Το ίδιο συνέβη και τρία χρόνια μετά την κοίμηση του. Συνολικά το
σκήνωμα του παρέμεινε σε αυτή την κατάσταση για είκοσι ολόκληρα χρόνια!
Τριάντα δύο χρόνια, δε, μετά
την κοίμηση του έγινε η ανακομιδή των λειψάνων του, στις 2 Σεπτεμβρίου του
1953, από τον Μητροπολίτη Προκόπιο.
Η επίσημη αναγνώριση του, ως Αγίου της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, έγινε το 1961
με Πατριαρχική Συνοδική Πράξη από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Τότε καθορίστηκε
και η 9η Νοεμβρίου ως ημέρα εορτής του Αγίου Νεκταρίου.
Ο ΑΓΙΟΣ Νεκτάριος
Πενταπόλεως, ο θαυματουργός, αποτελεί,
στις πενιχρές μέρες του εικοστού αιώνα,
ένα δώρο του Θεού στον κόσμο. Απαύγασμα
της οσιακής του βιοτής αποτελούν τα
γραπτά του κείμενα.
Σκοπός της ζωής μας είναι να
γίνουμε τέλειοι και άγιοι. Να αναδειχθούμε
παιδιά του Θεού και κληρονόμοι της
βασιλείας των ουρανών. Ας προσέξουμε
μήπως, για χάρη της παρούσας ζωής,
στερηθούμε τη μέλλουσα, μήπως, από τις
βιοτικές φροντίδες και μέριμνες,
αμελήσουμε το σκοπό της ζωής μας.
Η νηστεία, η αγρυπνία και η
προσευχή από μόνες τους δεν φέρνουν
τους επιθυμητούς καρπούς, γιατί αυτές
δεν είναι ο σκοπός της ζωής μας, αποτελούν
τα μέσα για να πετύχουμε το σκοπό.
Στολίστε τις λαμπάδες σας με
αρετές. Αγωνιστείτε ν’ αποβάλετε τα
πάθη της ψυχής. Καθαρίστε την καρδιά
σας από κάθε ρύπο και διατηρήστε την
αγνή, για να έρθει και να κατοικήσει
μέσα σας ο Κύριος, για να σάς πλημμυρίσει
το Αγιο Πνεύμα με τις θείες δωρεές.
Παιδιά μου αγαπητά, όλη σας η
ασχολία και η φροντίδα σ’ αυτά να είναι.
Αυτά ν’ αποτελούν σκοπό και πόθο σας
ασταμάτητο. Γι’ αυτά να προσεύχεστε
στο Θεό. Να ζητάτε καθημερινά τον Κύριο,
αλλά μέσα στην καρδιά σας και όχι έξω
από αυτήν. Και όταν Τον βρείτε, σταθείτε
με φόβο και τρόμο, όπως τα Χερουβείμ και
τα Σεραφείμ, γιατί η καρδιά σας έγινε
θρόνος του Θεού. Αλλά για να βρείτε
τον Κύριο, ταπεινωθείτε μέχρι το χώμα,
γιατί ο Κύριος βδελύσσεται τους
υπερήφανους, ενώ αγαπάει και επισκέπτεται
τους ταπεινούς στην καρδιά.Αν αγωνίζεσαι
τον αγώνα τον καλό, ο Θεός θα σε ενισχύσει.
Στον αγώνα εντοπίζουμε τις αδυναμίες,
τις ελλείψεις και τα ελαττώματά μας.
Είναι ο καθρέφτης της πνευματικής μας
καταστάσεως. Όποιος δεν αγωνίστηκε,
δεν γνώρισε τον εαυτό του.
Προσέχετε και τα μικρά ακόμα
παραπτώματα. Αν σας συμβεί από απροσεξία
κάποια αμαρτία, μην απελπιστείτε, αλλά
σηκωθείτε γρήγορα και προσπέστε στο
Θεό, που έχει τη δύναμη να σάς ανορθώσει. Μέσα μας έχουμε αδυναμίες και
πάθη και ελαττώματα βαθιά ριζωμένα,
πολλά είναι και κληρονομικά. Όλα αυτά
δεν κόβονται με μια σπασμωδική κίνηση
ούτε με την αδημονία και τη βαρειά θλίψη,
αλλά με υπομονή και επιμονή, με καρτερία,
με φροντίδα και προσοχή.
Η υπερβολική λύπη κρύβει μέσα
της υπερηφάνεια. Γι’ αυτό είναι
βλαβερή και επικίνδυνη, και πολλές φορές
παροξύνεται από το διάβολο, για ν’
ανακόψει την πορεία του αγωνιστή. Ο δρόμος που οδηγεί στην
τελειότητα είναι μακρύς. Εύχεστε στο
Θεό να σάς δυναμώνει. Να αντιμετωπίζετε
με υπομονή τις πτώσεις σας και, αφού
γρήγορα σηκωθείτε, να τρέχετε και να μη
στέκεστε, σαν τα παιδιά, στον τόπο που
πέσατε, κλαίγοντας και θρηνώντας
απαρηγόρητα.
Αγρυπνείτε και προσεύχεστε,
για να μην μπείτε σε πειρασμό. Μην
απελπίζεστε, αν πέφτετε συνέχεια σε
παλιές αμαρτίες. Πολλές απ’ αυτές είναι
και από τη φύση τους ισχυρές και από τη
συνήθεια. Με την πάροδο του χρόνου,
όμως, και με την επιμέλεια νικιούνται.
Τίποτα να μη σας απελπίζει.
"ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ" της Ιεράς Μονής
Παρακλήτου Ωρωπού Αττικής
του
Μητροπολίτου Αττικής και Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου
Ιστορικό του ναού της
Ευαγγελιστρίας εις το Πυρί Θηβών, ο οποίος είναι χτισμένος κατ’ εντολήν τουΑγίου Νεκταρίου.
«Κι αν αλλάξουν
όλοι να παραμείνετε στην παράδοση»
«Τα σπίτια σας να
γίνουν Εκκλησίες»...
Βρισκόμαστε στη Θηβα το 1924
στην περιοχή του Πυρίου. Όλα κυλούν ήρεμα και καλά. Οι
νοικοκυρές στολίζουν τα σπίτια τους με τα έργα των χεριών τους, οι
πατεράδες αγωνίζονται για το καθημερινόαναλώνοντας τις
περισσότερες ώρες τους στα χωράφια ενώ τα
παιδιά ανέμελα τρέχουν από δω και απόκει για να χορτάσουν
το παιχνίδι τους. Ξαφνικά όμως μέσα σε αυτή
την ηρεμία δύο άντρες ανεβασμένοιστα άλογά τους,
γνωστοί στους περισσότερους των Θηβών, ο Κίμων ο Στεφανιώτης
και ο Λουκάς οΚαλατζής, γυρίζουν αλαφιασμένοι και
τρομαγμένοι φωνάζοντας, πάνω από τα άλογα που
βρισκόντουσαν. «Μας ΦPAΓKEΨAN! Μας ΦPAΓKEΨAN!» Τι είχε συμβεί;
Δυστυχώς είχαν πληροφορηθει πως η Ελλαδική Εκκλησία
άλλαξε το ημερολόγιο χωρίς να γνωρίζει ο κόσμος, χωρίς
να ρωτηθούν
οι Αρχιερείς της Ελλάδος, εκτός από τους πέντε
που το άλλαξαν.
«Μας φράγκεψαν! Μας
φράγκεψαν!». Συνεχώς φώναζαν και ενημέρωναν τα γειτονικά χωριά των
Θηβών.
Ναι, μα με ποιο δικαίωμα
το έκαναν αυτό; Αφού αυτοί
δεν ήταν κληρικοί, ήταν απλοί λαϊκοί. Από που
πήραν το θάρρος αυτό; Τι γνώριζαν; Τι εντολή είχαν;
Οι δύο
αυτοί άνδρες είχαν πνευματικό καθοδηγητή κάποιο επίσκοπο ο
οποίος βρισκόταν σε ένα όμορφο νησί του Αργοσαρωνικού, την
Αίγινα. Το όνομά του ήταν Νεκτάριος, Επίσκοπος Πενταπόλεως. Το
1918 είχαν πάει και οι δύο στο νησί να εξομολογηθούν και να πάρουν τη
συμβουλή του για ένα θέμα το οποίο την εποχή εκείνη
ήταν σε έξαρση. Το θέμα αυτό ήταν για
την αλλαγή τουημερολογίου. Η ερώτησις των
δύο ήταν κατά πόσο είναι εφικτή και επιτρεπτή η
αλλαγή του ημερολογίου.Ο Άγιος Ιεράρχης όπως
ήταν σοφός και πράος τούς απάντησε:
-Παιδιά μου, δεν πρέπει να γίνει η
αλλαγή του ημερολογίου διότι βάσει
αυτού έχουν θεσπισθείόλες οι εορτές της Εκκλησίας μας
και ιδιαιτέρως το αιώνιο Πασχάλιο.
.
- Μαλιστα Δέσποτα, εάν όμως
η Εκκλησία δεχθεί τη μεταρρύθμιση τι γίνεται; Τι κάνουμε εμείς;
.
- Εσείς να παραμείνετε ως έχετε, δεν θα ακολουθήσετε τούς
μεταρρυθμιστές διότι το Γρηγοριανόημερολόγιο
έχει καταδικασθεί από τρεις πανορθοδόξους
συνόδους επί πατριαρχίας Ιερεμίου του Τρανού 1592-1593
και Ανθίμου το 1848. Είναι αδύνατον Ορθόδοξοι Χριστιανοί να
δεχθούν τηναλλαγή. Εγώ δε δέχομαι
ούτε ακολουθώ κανέναν έστω κι αν μείνω μόνος μου.
Ναι, Δέσποτα, αλλά εάν δεν έχουμε ιερείς τι θα κάνουμε;
- Παιδιά μου θα
οικονομήσει ο Κύριος μας και θα σας στείλει.
.
-
Κι αν δεν έχουμε
εκκλησία και εχουν γυρίσει όλοι με το
Γρηγοριανό εκεί, πως το αντιμετωπίζουμε;
.
.- Γι’ αυτό
προβληματίζεσθε; Δεν υπάρχει πρόβλημα, τα σπίτια σας να
γίνουν Εκκλησίες.
.
.- Μα, πως Δέσποτα; Πως
μπορεί να γίνουν αυτά;
.- Εγώ παιδιά
μου απεύχομαι να γίνη η αλλαγή, αλλά εάν γίνει
τότε πρέπει να αντισταθείτε. Να είστε σίγουροι πως ο Χριστός μας
θα είναι μαζί σας όταν συνειδητά υπερασπισθείτε τα Ιερά και
τα Όσια της Εκκλησίας μας. Εάν διαβάσατε
την Ιστορία της Εκκλησίας μας θα δείτε και θα γνωρίσετε πως
σε περίοδοανταρσίας και ακαταστασίας στην
Εκκλησία ότι πολλά σπίτια είχαν γίνει τόποι κοινής προσευχής»..
. .
Όλα αυτά αλλά και
πολλά άλλα είπε και τους έλεγε ο
επίσκοπος Πενταπόλεως Νεκτάριος. Έπειτα απόδύο χρόνια το
1920 ο Άγιος Ιεράρχης κοιμήθηκε.
Παρευρέθηκαν στην κηδεία του
παίρνοντας για τελευταία φορά την ευχή του προσκυνώντας τον. Καθηκόντως λοιπόν
οι δύο αυτοί άνδρες σεβόμενοι τη μνήμη του πνευματικού
τους, ως συνειδητοί χριστιανοί, προσπάθησαν όσο το δυνατόν
περισσότερο να ενημερώσουν τον κόσμο για το μεγάλο πνευματικό κακό
που είχε γίνει στην Ελλάδα. Καταφέρνουν με τη χάρη του Κυρίου μας να
βοηθήσουν πνευματικά, πολύ κόσμο με αποτέλεσμα αρκετά χωριά της
Βοιωτίας να παραμένουν στη παράδοση. Ιερείς έρχονταν αραιά και
που από το Άγιον Όρος για να
τούς εξυπηρετήσουν και όχι μόνον
αυτό αλλά στηναναζήτηση προς εξυπηρέτηση ιερού ναού ο Λουκάς
Καλατζής αποφάσισε να κάνει τόπο κοινής προσευχής το σπιτάκι του, δίδοντας
στο Εκκλησάκι την ονομασία του Ευαγγελισμού,
ούτως ώστε ναέρθουν σε εκπλήρωση οι ευχές και
οι εντολές του πνευματικού τους πατέρα
του Επισκόπου ΠενταπόλεωςΑγίου Νεκταρίου του Θαυματουργού.
.
Πέρασαν
75 ολόκληρα χρόνια από τον χωρισμό
της Εκκλησίας μας.
Η ιστορία έγραψε πολλά
θλιβερά γεγονότα τα οποία συνέβησαν κατά το διάστημα αυτό. Παρόλα
αυτάόμως η ζέση της πίστεως δεν έσβησε μέχρι
σήμερα. Εξακολουθεί να υπάρχει και συνεχίζει
παραμένονταςαμείωτη και σταθερή για τις επερχόμενες γενεές.
.
Τα ιστορικά γεγονότα είναι γνωστά
σε εμάς από τους επιζώντας συνεχιστάς
των Ιερών παραδόσεων Θηβαίους Ευάγγελο Τούτουζα, Χρήστο Λαλιώτη,
Στυλιανό Σκούμα, οι οποίοι έζησαν από κοντά
τόσον ωςπαιδιά όσον και ως ώριμοι πλέον άνδρες, τον
Κιμωνα Στεφανιώτη και τον Λουκά Καλαντζή, τον μετέπειτα πατέρα Λεόντιο.
.
Σήμερα υπάρχει η μαρτυρία του ιστορικού ναού του
Ευαγγελισμού της Κυρίας Θεοτόκου, ο οποίος εκτίσθη με την ευχή και
την εντολή του Αγίου Νεκταρίου έχοντας υπερυψωμένο
επάνωθεν τον περικαλλέστατο Ναό των Αγίων Πάντων πρωτοβουλία του
μακαριστού Κωνσταντίντου Τούτουζα.
.
Αυτά τα λίγα αγαπητοί αναγνώστες από τη ζωή,
τους αγώνες και την παρουσία της Εκκλησίας μας.
.
Ιδιαιτέρως ο γράφων αισθάνομαι αρκετά συγκινημένος και
ευτυχισμένος διότι η θεία Πρόνοια οικονόμησε
να υπηρετήσω τον ιστορικό Ναό της Ευαγγελιστρίας επί
οκτώ συναπτά έτη ως εφημέριοςσυνεχίζοντας
την εντολή του Αγίου Νεκταρίου:
.
.
«TA ΣΠITIA ΣΑΣ NA ΓINOYΝ EKΚΛΗΣIEΣ»
«KI AN ΑΛΛΑΞOYΝ ΟΛOI, NA ΠAPAMEINETE
ΣTHΝ ΠAPΑΔΟΣΗ»
Ο Ιερός Ναός
Ευαγγελισμού της Θεοτόκου (κάτω) και Αγίων Πάντων (επάνω) στην
περιοχή Πυρί της πόλεως των Θηβών. Πρέπει να σημειωθεί ότι
ο ναός αυτός ήταν μέχρι
πρότινος ιδιόκτητος και ανήκεστην, γνωστή για την προσήλωσή της
στις πατρώες παραδόσεις, οικογένεια Τούτουζα. Για την καλύτερη διασφάλιση
του ιερού χαρακτήρα του ναού οι ιδιοκτήτες απεφάσισαν να
τον μεταβιβάσουν στοεκκλησιαστικό νομικό πρόσωπο
της Εκκλησίας μας.